ΝΙΚΟΣ
ΣΠΑΝΙΑΣ
(Μοσχάτο Αττικής 23/12/1923-ΝέαΥόρκη-ΗΠΑ 7 Αυγούστου 1990)
«Ο
Νίκος Σπάνιας γεννήθηκε στο Μοσχάτο Αττικής, από γονείς Ζακυνθινούς, γι’ αυτό
και πήρε και το ψευδώνυμο Ζανής Ζακυνθινός, στις 23-12-1923, κι είναι το τρίτο
παιδί του Ιωάννη Σπάνια και της Αικατερίνης, το γένος Φωτεινοπούλου, και πέθανε
στις 2.20 μ.μ. στις 7 Αυγούστου 1990 πρίν γίνει 67 χρονών. Από τον «Εθνικό
Κήρυκα» της Νέας Υόρκης και το Ραδιοπρόγραμμα WEDV όλοι γνωρίσαμε τον άνδρα με το
σωστό λόγο τα τελευταία 20 χρόνια. Η απομυθοποίησή του θα γίνει στο χρόνο, μετά
την άμβλυνση της άσκησης στην αγωνιούσα καθημερινότητα της βιοπάλης», σ.84.
Μάκης Τζιλιάνος Αύγουστος 10, 1990, Ν. Υ.
Ένα εφηβικό μου υπεραστικό τηλεφώνημα στις ΗΠΑ
πριν αρκετές δεκαετίες, μέσω κοινού φίλου στην οικία του, υπήρξε η μόνη
ολιγόλεπτη επαφή μου με τον ελληνοαμερικανό ποιητή και μεταφραστή Νίκο Σπάνια.
Η φήμη του ως μεταφραστή του θεατρικού έργου Γυάλινος Κόσμος του αμερικανού
συγγραφέα Τέννεσυ Ουίλλιαμς για το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν το 1946, με
την λατρεμένη αισθαντική, τρυφερή, ερωτική, αισθησιακή, δεσπόζουσα ακόμα
μουσική μελωδία του Μάνου Χατζιδάκι, κυριαρχούσε σαν πέπλο μουσικής ευαισθησίας
και ερωτικής ατμόσφαιρας στις καρδιές και τις συνειδήσεις των νέων και νεανίδων
ακόμα και της δικής μου γενιάς-Γενιά του 1980. Όπως και η συνεργασία πάλι του
Μάνου Χατζιδάκι με τον Κάρολο Κουν στο έργο του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, σε
στίχους του ποιητή Νίκου Γκάτσου και την ελληνίδα φωνή της Μελίνας Μερκούρη.
Παρότι είχαν περάσει αρκετές-τέσσερεις δεκαετίες- από την θρυλική και σημαδιακή
αυτή θεατρική παράσταση στο θέατρο Αλίκη, οι μουσικές μελωδίες του Μάνου
Χατζιδάκι που συνόδευσαν το έργο στην διαδρομή του στην ελληνική θεατρική
σκηνή, κράτησαν ζωντανή την μνήμη της και την κρατούν ακόμα εν έτη 2019, μέσα
στον χρόνο. Και έκαναν γνωστό στο ελληνικό θεατρόφιλο κοινό και καλλιτεχνικό
στερέωμα, την νεανική παρουσία ενός πρωτόβγαλτου μεταφραστή, εν έτη 1946, του
επτανήσιου αγγλομαθούς ποιητή και μεταφραστή Νίκου Σπάνια. Η μετάφραση του
θεατρικού έργου «Γυάλινος Κόσμος» ήταν θα γράφαμε το καλλιτεχνικό του «τζακ
ποτ» που του άνοιξε τις πύλες εισόδου της μετανάστευσης, ώστε να μεταβεί στις
ΗΠΑ ο νεαρός άγνωστος τότε έλληνας, να σπουδάσει και να σταδιοδρομήσει
εργασιακά και καλλιτεχνικά. Ελάχιστοι οι έλληνες λογοτέχνες ή ποιητές που
στάθηκαν τυχεροί με την «πρώτη» στην αναγνώρισή τους από το ευρύ κοινό. Ο
Σπάνιας στάθηκε θαρραλέος και τυχερός.
Είναι οι ανεπανάληπτες εκείνες καλλιτεχνικές στιγμές
της ζωής που σε κάνουν να εύχεσαι να ήσουν μερικές δεκαετίες μεγαλύτερος
ηλικιακά, ώστε να είχες προλάβει να δεις, να ακούσεις, να παρακολουθήσεις, να
γευτείς, να αισθανθείς, να γνωρίσεις από κοντά, αυτά τα μικρά-μεγάλα θαύματα του
ελληνικού πολιτισμού που συντελούνταν στον τόπο σου, μερικές δεκαετίες πριν την
δική σου γέννηση. Και μάλιστα, σε μια χρονική περίοδο που η χώρα αγωνίζονταν
ασθμαίνοντας να επουλώσει τα τραύματα της ξενοκίνητης Γερμανικής κατοχής, ενώ,
είχαν προβάλει τα αιματηρά τραύματα του εμφύλιου σπαραγμού. Θαύματα Ελλήνων που
οικοδόμησαν το σύγχρονο πολιτιστικό πρόσωπο της Ελλάδας. Μιας Ελλάδας μύθου στο
παραθύρι της ιστορίας, μαγείας στα σοκάκια της ευρώπης, λευκότητας στις
γειτονιές του χρόνου, λασπωμένης αθωότητας του βίου στις συνοικιακές
παραγκουπόλεις, μυρτιάς και δυόσμου ευαισθησίας του αιματοβαμμένου τοπίου, με
χάρτινα φεγγαράκια σαν πασχαλιάτικες λαμπάδες να φωτίζουν την φτώχειας της.
Μιας φτώχειας λάμπουσας από αισθήσεις και λεβεντιά, ορφάνια και κοινωνικό κατατρεγμό,
λατέρνας ξενιτειάς και θαλασσινού νόστου, ασβεστωμένων βιωμάτων στις συνοικίες
το Όνειρο, αυθεντικής πνευματικότητας στης Δραπετσώνας τα μπαλκόνια με τα
γεράνια, πλέουσας αγωνιστικότητας στης
λευτεριάς τα ξερονήσια. Έρωτες στα πεζούλια της Οδού Ονείρων. Διδασκαλίες στα
υπόγεια των θεάτρων. Αφηγήσεις και εξομολογήσεις προσφύγων μικρασιατών γερόντων
και μαυροντυμένων δια βίου γυναικών μέσα σε αντίσκηνα και παράγκες με ελενίτ
και πισσόχαρτο, ελληνικών οικογενειών που, έπιναν νερό από την στάμνα με το
κουκουνάρι σκεπασμένο με το άσπρο μαντήλι και πλένονταν οικογενειακά στην σκάφη
με νερό από το βρυσάκι της αυλής των θαυμάτων. Κατατρεγμένων Προσφύγων που δεν
άφηναν από τα ροζιασμένα χέρια τους το βελονάκι για τα σεμεδάκια και τις άσπρες
δαντέλες που κρεμούσαν στα παραθύρια της νέας ξενιτιάς. Ουρανότοξα οράματα και
χορευτικές θαλασσιές χάντρες σε καμαρούλες μια σταλιά που μύριζαν λιβάνι και
χειροποίητα κουλουράκια. Κουζίνες με τα γλυκά του κουταλιού πάντα πάνω σε
ντουλάπια, κρυμμένα, για να μην τα φτάνουν τα μικρά παιδιά που έσταζε το σιρόπι
από τα χείλη τους. Βαδίσματα Ελλήνων που χάνονται μέσα στις στοές της
λευκότητας του Πεντελικού μαρμάρου της λογικής επιβράβευσης από το παγκόσμιο
κοντύλι της ιστορίας. Ψηφιδωτά μικρών εκκλησιών που στέκουν κρεμασμένα στους
λειτουργημένους βράχους των κυκλαδίτικων νησιών, στα μοναστήρια αετοφωλιές που
ατενίζουν στωικά το πέλαγος της μεταφυσικής ελπίδας. Στις πενιές του μπουζουκιού
που λειτουργούν τους καημούς και τα πάθη Ελλήνων. Στους βυζαντινούς ρυθμούς που
συμπλέκονται αρμονικά με το ζεϊμπέκικο του ρεμπέτικου πόνου των ανθρώπων.
Ασβεστωμένες ζωές Ελλήνων ασβεστωμένα πάθη ανθρώπων.
Έλληνες του
20ου αιώνα, Ακροκέραμα Πολιτισμού Ζωής και Τέχνης.
Στο διάβα
των κατοπινών μου χρόνων, σε συζητήσεις με ποιητές και συγγραφείς, συμπλήρωσα
τις γνώσεις μου πάνω στην συγγραφική περίπτωση του Νίκου Σπάνια, που η παρουσία
του ήταν γνωστή και στην μικρή αλλά δυναμική κοινωνικά ομάδα των διανοουμένων
και στελεχών του ΑΚΟΕ. Σκόρπιες συζητήσεις με τον συγγραφέα και μεταφραστή Κώστα
Ταχτσή, (που στο αυτοβιογραφικό του κατοπινό βιβλίο το «Φοβερό Βήμα» τον
μνημονεύει φωτογραφίζοντάς τον με το μικρό του όνομα) συχνές κουβέντες με τον
πειραιώτη ποιητή Ανδρέα Αγγελάκη, (που είχε ταξιδέψει στις ΗΠΑ) σποραδικές
συνομιλίες με τον πειραιώτη ποιητή και δοκιμιογράφο αγωνιστή Στέλιο Γεράνη, που
υπογράφει το εμπεριστατωμένο λήμμα για τον ποιητή στην εγκυκλοπαίδεια «Λογοτεχνία
των Ελλήνων» του Χάρη Πάτση τ. 12ος, ερωτήσεις στον δάσκαλο και
μεταφραστή Κίμωνα Φράιερ, (για την ποιότητα των μεταφραστικών του εργασιών που
είναι σκόρπιες σε διάφορα ελληνικά περιοδικά) την χειραφετημένη, προοδευτική
πεζογράφο Τατιάνα Γκρίτση Μιλλιέξ, μια γυναικεία παρουσία πρωτοπόρα στα
ανθρώπινα και ατομικά δικαιώματα και ιδιαίτερα τα ερωτικά για την εποχή της. Προσωπικές
κουβέντες με τον θεατρόφιλο φίλο Μιχάλη Μ. που τον γνώρισε από κοντά στην Νέα
Υόρκη που διέμενε για τις θεατρικές του σπουδές, διατηρούσαν ανοιχτούς τους
διαύλους επικοινωνίας με το ποιητικό του έργο και την εν γένει καλλιτεχνική του
παρουσία και δράση στην Αμερική όπου εγκαταστάθηκε και σταδιοδρόμησε δια βίου ο
Νίκος Σπάνιας. Σε παλαιοπωλεία κατόρθωσα να βρω δύο από τις πρώτες του
ποιητικές συλλογές (δυστυχώς, όχι την πρώτη του) και να τις διαβάσω, καθώς και
τις μεταφράσεις του. Το όνομά του, το συναντούσα και σε παλαιότερα λογοτεχνικά
περιοδικά με μεταφράσεις του στα ελληνικά ξένων ποιητών από τις αρχές της
δεκαετίας του 1950 αλλά και δικά του ποιήματα. Από την άλλη, η ατομική του
επιλογή και ιδιαίτερη περιπέτεια βίου να μπλέξει με τον κόσμο των παραισθησιογόνων
ουσιών, με έκανε διστακτικό στο να ασχοληθώ με την ποιητική του περίπτωση.
Όντας άσχετος παντελώς σε τέτοιου είδους ατομικές συνήθειες και πρακτικές βίου
εμπειριών. Αν και τα χρόνια μετά την μεταπολίτευση στην χώρα μας, ο κόσμος του
συγγραφέα Άλντους Χάξλεϊ και ορισμένων λατινοαμερικανών πεζογράφων, όπως ο
Κάρλος Καστανιέτα μας ήταν γνωστός. Πεζά συγγραφέων, βλέπε πχ. του Σπύρου Μελά,
του Ζαν Κοκτώ, που διαπραγματεύονταν παρόμοιας υφής θέματα και επιλογές ζωής
καλλιτεχνών. Στην γενιά μου, ήταν γνωστή η περίπτωση του ομοφυλόφιλου ποιητή
του μεσοπολέμου Ναπολέοντα Λαπαθιώτη., που είχε μπλέξει με παραισθησιογόνες
ουσίες έπειτα από ταξίδι του στην γη των Φαραώ. Συμπληρωματικά, να αναφέρουμε,
ότι όσοι ασχολήθηκαν με το Ρεμπέτικο και έχουν διαβάσει την τετράτομη Ανθολογία
του Τάσου Σχορέλη, τον ογκώδη τόμο του Ηλία Πετρόπουλου για τα ρεμπέτικα
τραγούδια, την αυτοβιογραφία του Μάρκου Βαμβακάρη αλλά και άκουγαν ρεμπέτικα
τραγούδια, θα έχουν διαπιστώσει το πόσο διαδεδομένη ήταν αυτή η επιλογή ζωής
των παλαιών ρεμπετών. Το άγιο χασισάκι που λέει σε κάποιο μελέτημά του ο
λαογράφος του «περιθωρίου» Ηλίας Πετρόπουλος. Αλλά και αρκετές βιογραφίες και
κείμενα για την Ροκ μουσική μας πληροφορούσαν για αυτοκαταστροφικές επιλογές
των διαφόρων σταρ. Να θυμίσω στους φανατικούς παλαιούς ροκάδες την γνωστή
φωτογραφία που είχε στο οπισθόφυλλο δίσκος των Pink Floyd; Συγκεντρώνοντας στοιχεία για την
ποιήτρια Μυρτιώτισσα, είχα διαβάσει για παρόμοια έξη του γιού της ηθοποιού
Γιώργου Παπά. Αυτά τα γενικά σχετικά με τις προσωπικές επιλογές του Σπάνια, που
τόσα διαβάζει κανείς και στο διαδίκτυο.
Ανοιχτό θέμα
προς εξέταση για τον γράφοντα αυτό το κείμενο, ήταν η ποιητική του πλευρά και
το μεταφραστικό του έργο. Εκτός από τις 3 ποιητικές του συλλογές που εκδόθηκαν
από τον εκδοτικό οίκο «οδός πανός» του πειραιώτη ποιητή Γιώργου Χρονά, και
καταγράφω παραπάνω, και ιδιαίτερα η συλλογή «ΤΟ ΡΑΜΦΟΣ ΤΗΣ ΑΫΠΝΙΑΣ» που
συνοδεύεται, η μεταθανάτια αυτή έκδοση με γράμμα του ποιητή, κείμενο του
συγγραφέα και μεταφραστή Μάκη Πανώριου, κείμενο του ποιητή και εκδότη Γιώργου
Χρονά, και έναν συγκινητικό αποχαιρετισμό του φίλου του ποιητή Μάκη Τζιλιάνου,
στο φιλολογικό του μνημόσυνο στις ΗΠΑ μετά την αποτέφρωσή του Σπάνια, ήταν
δυσεύρετες οι πρώτες του ποιητικές συλλογές στο εμπόριο και στα διάφορα αρχεία.
Και καθώς είχαν τερματίσει την εκδοτική τους δραστηριότητα πολλοί εκδοτικοί
οίκοι,-βλέπε «Γνώση», «Παϊρίδη», «Τραμ» κλπ. δύσκολα συναντούσε κανείς στο
εμπόριο το αμιγώς μεταφραστικό του έργο με τις εκπληκτικές εισαγωγές και
προλόγους του. Τυχερότερες ήταν οι «Μεταφράσεις 1941-1971» του, που έβρισκε
κανείς πολλά αντίτυπα σε φτηνή τιμή. Ένας
συγκεντρωτικός τόμος που εκδόθηκε: “Printed in the United States of America, by Athens printing
company New York, N. Y.”. Που περιλαμβάνει μεταφράσεις του
από όλο το ποιητικό φάσμα δημοσιευμένες σε διάφορα περιοδικά. Στα σκόρπια λήμματα για την συγγραφική και
μεταφραστική του παρουσία, από όσο είμαι ενήμερος, δεν είχε καταγραφεί μια
πλήρης εργογραφία του, πράγμα που δυσκόλευε ακόμα περισσότερο την ταξινόμηση
των εκδοθέντων βιβλίων του. Οι κατά καιρούς λημματογράφοι έκαναν λόγο για τις
ποιητικές του συλλογές μάλλον κάπως γενικά. Αυτό προσπάθησα να βελτιώσω σε αυτό
το μάλλον πιο ολοκληρωμένο σημείωμα στην ιστοσελίδα μου. Ανέτρεξα και
χρησιμοποίησα άμεσες ή έμμεσες πηγές και πληροφορίες, ώστε να παράσχω μια
σχετικά επαρκή εικόνα του έργου του, στην μνήμη του. Σποραδικά διάβαζα ποιήματά
του στο περιοδικό «Οδός Πανός», στην «Διαγώνιο» του Ντίνου Χριστιανόπουλου, στο
περιοδικό «Αμφί», στην «Γραφή» της Λάρισας, στα «Δελφικά Τετράδια», στην «Λέξη»
και σε άλλα. Δεν κατόρθωσα να αποκτήσω το αφιέρωμα του περιοδικού «Μανδραγόρας»
στον ποιητή, του πρώτου του τεύχους, 1/11, 1993. Εξακολουθούσα στο διάβα του χρόνου να
συγκεντρώνω στοιχεία, ζητούσα να πληροφορηθώ, γιατί αυτός ο επτανησιώτης την
καταγωγή, εκ Ζακύνθου ποιητής και μεταφραστής, που διέμενε μόνιμα στην μεγάλη
ήπειρο την Αμερική, δεν ήθελε να επιστρέψει πίσω στην πατρίδα του. Έμεινε ένας
ξενιτεμένος έλληνας της διασποράς που σε κείμενά του και συζητήσεις του μιλούσε
συνήθως αρνητικά για την χώρα του και το περιβάλλον της.
Ο Νίκος Σπάνιας,
ανήκει στις περιπτώσεις εκείνες των επώνυμων ή ανώνυμων Ελλήνων που φεύγοντας
από την χώρα τους για όποιον λόγο και αιτία μεταναστεύοντας, λέει ο λαός,
«αυτός έριξε μαύρη πέτρα πίσω του». Ο ποιητής Νίκος Σπάνιας όπως και ο ποιητής
Νικόλαος Κάλλας, δεν επέστρεψε ποτέ πίσω στην πατρίδα του από τότε που έφυγε
από αυτήν. Δεν γύρισε πίσω ούτε και για στενές οικογενειακές του υποθέσεις και
ζητήματα. Δεν θέλησε, δεν νοστάλγησε, δεν επιθύμησε ποτέ τις ομορφιές της χώρας
του και τους κατοίκους της. Φοβήθηκε, αηδίασε, κανείς ίσως δεν γνωρίζει κατά
βάθος, γιατί τήρησε μια στάση «Λωτ». Του βιβλικού ήρωα που δεν κοίταξε πίσω
του. Δεν έκοψε όμως τους δεσμούς του, με τους Έλληνες της ομογένειας στην
μεγάλη ήπειρο όπου εγκαταστάθηκε και εργάστηκε στην πολυτάραχη ζωή του. Εκεί
δραστηριοποιήθηκε και έδρασε ποιητικά, μεταφραστικά, δημοσιογραφικά, ραδιοφωνικά,
καλλιτεχνικά μετά τις σπουδές του, δημοσιεύοντας άρθρα και κριτικές για
συγγραφείς και ποιητές σε εφημερίδες και περιοδικά της ομογένειας, κάνοντας
διάφορες δουλειές του ποδαριού και μη, και εξέδωσε ορισμένα από τα ποιητικά του
βιβλία. Μια Ανθολογία ελλήνων δημιουργών και ένα μελέτημα για την Γλώσσα, όπως
μας πληροφορούν τα στοιχεία και οι πληροφορίες που αντλώ για το έργο του και
αντιγράφω παρακάτω.
Από την εποχή του ποιητή και διπλωμάτη Αλέξανδρου
Ρίζου Ραγκαβή (βλέπε τα Απομνημονεύματά του) που συνάντησε από κοντά τον
πατριάρχη της αμερικάνικης ποίησης Γουώλτ Ουίτμαν, έως την εποχή που
δραστηριοποιήθηκε επαγγελματικά και καλλιτεχνικά ο ποιητής Νίκος Σπάνιας, πάμπολλοι έλληνες ποιητές και
συγγραφείς, καθηγητές και διανοούμενοι, ελληνίδες πεζογράφοι, έζησαν στην
μεγάλη ήπειρο, έκαναν καριέρα, εργάστηκαν σε πανεπιστήμια, διέδωσαν τον
ελληνικό πολιτισμό και τα γράμματα, δημιούργησαν ελληνικές κοινότητες τόσο στην
βόρεια όσο και στην νότιο Αμερική. Το έδαφος των ελλήνων και ελληνίδων
συγγραφέων, ποιητών, δοκιμιογράφων, μεταφραστών και καθηγητών που
δραστηριοποιήθηκαν και εξακολουθούν να έχουν σημαντική παρουσία στις ΗΠΑ, σιμά
με εκείνη των ανθρώπων της ορθόδοξης εκκλησίας, είναι ακόμα ίσως αχαρτογράφητο
και όχι τόσο γνωστό στο εδώ ελληνικό αναγνωστικό κοινό, αν δεν λαθεύω. Πέρα
ίσως από την στενή ομάδα των πανεπιστημιακών κύκλων και πολύ ειδικών του
θέματος.
Στα λογοτεχνικά περιοδικά της ελλάδος των δεκαετιών
1950, 1960, 1970 και μετέπειτα, όπως ήταν πχ. η Διαγώνιος του ποιητή Ντίνου
Χριστιανόπουλου από την Θεσσαλονίκη, μεταξύ άλλων εντύπων, συναντάμε
μεταφράσεις του και ποιήματά του. Δεν μπορώ να διασταυρώσω ποιο είναι το πρώτο
έντυπο που πρωτοδημοσίευσε, δηλαδή η «Εφημερίδα των Ποιητών» που αναφέρει ο
ιστορικός Νίκος Παππάς ή το «Θεμέλιο» που αναφέρει ο ιστορικός Αλέξανδρος
Αργυρίου, (μάλλον το δεύτερο, λόγω εγκυρότητας) έτσι, απλά παραθέτω τις
πληροφορίες για ορθότερη ενημέρωση του έλληνα αναγνώστη, ευελπιστώντας για μια
ποιο οργανωμένη και τεκμηριωμένη κατάθεση της ποιητικής και μεταφραστικής του
πορείας, από τα άτομα που εργάζονται πιο συστηματικά πάνω στο έργο του. Όσον
αφορά τα της καλλιτεχνικής του δραστηριότητας στην Αμερική, είμαι ο πλέον
αναρμόδιος.
Επειδή τα
κείμενα που βρήκα και αντιγράφω είναι μακροσκελή και το παρόν μελέτημα μάκραινε
αρκετά και θα ήταν κουραστικό στον αναγνώστη, έσπασα την παρουσία του σε δύο
μέρη. Αυτό που αφορά την ποίησή του και
εκείνο που έχει να κάνει με τις μεταφράσεις του και τους μικρούς του
προλόγους που διαβάζουμε στα βιβλία των ξένων ποιητών που εξέδωσε. Αντιγράφω κείμενα
που έχουν δημοσιευτεί για το έργο του, σπάζοντάς τα και αυτά σε δύο μέρη. Το
πρώτο, και το δεύτερο το μεταφραστικό του. Αντιγράφω επίσης, και τα περιεχόμενα
των βιβλίων του για επαρκέστερη γνωριμία μαζί του. Βασιζόμενος πάντα σε αυτά τα
βιβλία που βρήκα στο εμπόριο. Τα άλλα, τα παραθέτω από τις έμμεσες πηγές που
αναφέρω. Οι μεταφράσεις του πάντως, αλλά και αρκετά του ποιήματα, είναι
διάσπαρτες σε πολλά παλαιότερα και σύγχρονα λογοτεχνικά περιοδικά οι οποίες
κατά διαστήματα μεταφέρονται από περιοδικό σε περιοδικό.
Η ποίηση
του ελληνοαμερικανού Νίκου Σπάνια, είναι πολύστικτη και έχει αρκετά επίπεδα ανάγνωσης
και ερμηνείας. Σίγουρα αναγνωρίζουμε ότι ο ποιητικός του λόγος (ένα μεγάλο
μέρος του) κινείται μέσα σε μια ομοφυλόφιλη άγρια, κυνική, πολλές φορές
εφιαλτική ατμόσφαιρα, μια καβαφογενή αίσθηση του ερωτικού ομοφυλόφιλου κόσμου, των
ερωτικών επιθυμιών και συναισθημάτων, ενταγμένος όμως, μέσα σε μια σύγχρονη και
επικίνδυνη, ή ριψοκίνδυνη σκοτεινή περιπέτεια προσωπικού βίου. Μια σχεδόν
ανελέητη, χωρίς ίχνος αγάπης, εμπορευματοποιημένο ερωτικό περιβάλλον, που
συνεχή αδιέξοδα των σχέσεων που διαδραματίζονται στις σύγχρονες ανώνυμες και
άξενες μεγαλουπόλεις, με τις κάθε μορφής μειονότητες όπως μας τις περιγράφουν
οι αμερικανοί ποιητές της γενιάς των Beat. Αυτό το δράμα της αγάπης που αενάως αναζητείται
και πάντα μένει ανεκπλήρωτη στις διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων, και
ιδιαίτερα μάλλον, στις ερωτικές ή σεξουαλικές. Αυτή η ετεροδοξία του
ομοφυλόφιλου έρωτα που σαν λιμάνι, σπάνια είναι απάγκιο και γαλήνιο, ενώ
συνήθως, είναι φουρτουνιασμένο και ταραγμένο, κρατώντας τα αντρικά υποκείμενα
της αναζήτησης της ομοφυλόφιλης επιθυμίας σε μια αρόδο εκπλήρωση από το άλλο
ερωτικό σώμα. Ο ποιητικός κόσμος του Σπάνια, ως προς αυτήν του την πλευρά, δεν
διαθέτει αυτήν την ελληνική εκ των υστέρων γεροντική, μελαγχολική, νοσταλγική
ματιά του παμπόνηρου γέροντα ποιητή της Αλεξανδρείας με τα πολλά ιστορικά του
προσωπεία και σκηνές. Ο Καβάφης καθώς βλέπει το σώμα του να γερνάει και να
χάνει την ανθηρότητά του, την ερωτική του προκλητικότητα, το σφρίγος της
σεξουαλικής του επιθυμίας, καταφεύγει στην μνήμη, και μέσω αυτής, στην Τέχνη
της Ποιήσεως. Και, μας καταθέτει τις προγενέστερες σωματικές του πάντα
εμπειρίες και στιγμές. Είναι ένας κόσμος ζωής και έρωτος που κινείται μέσα στο
αμυδρό φως των κεριών των δωματίων της μνήμης, μέσα στις σκιές του βιωμένου
χρόνου των καπηλειών όπου συναντά τους 25 πεντάρηδες σχεδόν εραστές συντρόφους
του, στα καπνογόνα περιβάλλοντα των καφενείων των νεαρών που παίζουν στα χαρτιά
την σεξουαλική τους πρόκληση, στα χαμαιτυπεία που αναζητά συντροφιά και
εκτόνωση της ερωτικής του επιθυμίας. Ο Αλεξανδρινός ποιητής, ο παρολίγον και
ιστορικός, πάντα μας λέει θυμήσου Σώμα, ποτέ μάλλον δεν μας κάνει λόγο για
αγάπη μέσα στην ποιητική του σαρκολατρεία. Ο Καβάφης συχνάζει με τόλμη και
θάρρος εκεί που συχνάζουν οι αντρείοι νέοι της ηδονής, εκεί που γκρεμίζονται μέσα
στο ημίφως τα ηθικά θεμέλια της αστικής κοινωνίας και των οικογενειακών θεσμών
της. Γεύεται άμεσα και δραστικά, πάντα Σωματικά, τα πολλά ηδονικά μυρωδικά της
ζωής. Ο Καβαφικός ποιητικός λόγος, ο τόσο άρτια δομημένος μέσα στα στενά όρια
και τις γήινες ανάγκες του ανθρωπίνου Σώματος, μας αποκαλύπτει περισσότερα
ακόμα και από όσα επιθυμεί ο ίδιος ο ποιητής να μην μας φανερώσει, μιλώντας
τάχα για αισθητική. Η αισθητική στην ποίηση του Κωνσταντίνου Καβάφη
μεταμφιέζεται το άλλο της ένδυμα που είναι οι Σωματικές ερωτικές ανάγκες του
ομοφυλόφιλου υποκειμένου που ενδίδει με, ή χωρίς τύψεις. Όμως ενδίδει παρά τις
μεταμέλειες, το Σώμα.
Ο Κωνσταντίνος Καβάφης, αυτός ο Έλλην ποιητής της
περιφέρειας των ένδοξων ερειπίων της ελληνικής αυτοκρατορικής ζωής των επιγόνων
του Μεγάλου Αλεξάνδρου, είναι ο ερωτικός φάρος της ιστορίας και της ποίησης του
προηγούμενου αιώνα, που φώτισε με το φως του τους μεταγενέστερους ποιητές και
δημιουργούς. Ομοφυλόφιλους και ετεροφυλόφιλους. Αστούς και προλετάριους.
Παραδοσιακούς και μοντέρνους. Άντρες και γυναίκες δημιουργούς, που βρήκαν στην
ποίησή του, τα κλειδιά απελευθέρωσης του δικού τους ποιητικού λόγου, της δικής
τους ερωτικής επιθυμίας και ποιητικής φωνής. Μετά τον Καβάφη, ο ερωτικός λόγος
μιλά απροκάλυπτα και φανερά για το Σώμα και τις ανάγκες του, τουλάχιστον στον
ελλαδικό χώρο, μια και οι περιπτώσεις πριν την εμφάνιση της Καβαφικής τέχνης
των άδοξων περιπτώσεων του τραγικού ιρλανδού Όσκαρ Ουάιλντ, του γάλλου ποιητή
Πωλ Βερλαίν, και άλλων ευρωπαίων ποιητών, ήσαν νωπές ως επικίνδυνο παράδειγμα
αναφοράς. Ο Αλεξανδρινός πατριάρχης αιρεσιάρχης του έρωτα, κατόρθωσε να βάλει
με το μεγαλείο του ποιητικό του λόγου και την τεχνική του, την ερωτική
«αμαρτία» στα σχολικά βιβλία επάξια και ισότιμα με τον ποιητικό λόγο των άλλων
ποιητών. Όπως ανάλογα στην μουσική έπραξε ο Μάνος Χατζιδάκις. Έδωσε στο αντρικό
σώμα την ερωτική του εαυτότητα, την φωνή να εκφράσει τις πιο μύχιες επιθυμίες
του, τις ιδιαιτερότητές του, ακόμα και τις θεσμικά απαγορευμένες στα μάτια των
αστών και προλετάριων της κοινωνίας. Ήταν μια ήρεμη καλλιτεχνική ανατροπή της
ηθικής τους, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο. Ο Καβαφικός ερωτικός λόγος και
αισθητική του αντρικού βλέμματος, επαναπροσδιόρισε την ατομική ματιά των μέχρι
τότε σεμνότυφων και δήθεν του σεξουαλικού βίου των ανθρώπων, της κοινωνίας που
κορδακίζονταν φορώντας τα φαιά της κοινωνικής αποδοχής τους. Ελευθέρωσε τους
πόθους που κρυφόκαιγαν μέσα στις ψυχές πολλών αντρών, καθώς ονειρεύονταν
αντρικά κορμιά στις ονειρώξεις τους και όχι γυναικεία. Εμπλούτισε τον «ρου» του
ποιητικού λόγου με νέες παραστάσεις βασισμένες στις πραγματικές ανάγκες των
σωμάτων των ανθρώπων. Έγινε ο ποιητικός αποδεκτός λόγος, και ενός μη αποδεκτού
συναισθήματος, σε μια ποίηση και μια της τέχνης αποτύπωση που ουρανοβατούσε
μέσα σε μεταφυσικά περιβάλλοντα, γυάλινους πύργους, δαφνοστεφανωμένα από τους
αρχαίους θεούς πλάσματα ονειρικά, ειδυλλιακά, άπιαστα, εξωτικά, που μαραίνονταν
μέσα στις λευκές σελίδες των ποιητικών συλλογών και μυθιστορημάτων από την
αγαμία. Μαραγκιασμένες υπάρξεις και ροδαλά σώματα ενός άλλου πλανήτη. Ποιήσεις
της εποχής, περήφανων ποιητών παλληκαριών, πλημμυρισμένες στις αισθηματολογίες,
τα ρομαντικά αλσίδια και τις λιμνούλες με τα παπάκια και τα λευκά νούφαρα, τα
κρινάκια, τα λουλουδάκια, τις πεταλουδίτσες και τα σκιερά λιβάδια για κυρίες με
κρινολίνα και ομπρελίνα, με μακριές εσάρπες και τσαντάκια, κυρίους με μονόκλ,
με καβουράκια και μπαστουνάκια, για να διώχνουν την ανία τους και να καλμάρουν
την σωματική τους έξαρση που η φύση όπως έχει προνοήσει επιβάλει στα δίποδα ή
τετράποδα ζώα της. Αντίθετα από την κοινωνική ηθική, την εθιμική θρησκεία και
την επίσημη πάντα πολιτεία που απαγορεύει και επιδιώκουν με κάθε μέσον να
καθυποτάξουν τις σωματικές ανάγκες των ανθρώπων, αναδεικνύοντας μια αίολη
μεταφυσική ασπιλότητα και καθαρότητα. Ο Καβάφης
είναι ο ποιητής που κινείται στα στενοσόκακα της εμπορικής κίνησης της Πόλης
και τα εμπορικά μαγαζιά που ανθούν τα κάθε είδους και ποιότητας αντρικά νεανικά
σωματικά κρυστάλλινα πετράδια της εποχής του. Ο Καβάφης, ζει και κινείται μέσα
σε ένα ερωτικό περιβάλλον δεδομένο, που προέρχεται από μια παλαιά ηδονική
μυριόπνοη παράδοση της πόλης μέσα στον χρόνο της ιστορίας της. Οσμίζεται τις
σωματικές χαρές, γεύεται τις σωματικές στιγμιαίες ηδονές, απολαμβάνει τις
απόκρυφες επιθυμίες, γίνεται τέλος, το ποιητικό επιτύμβιο των ατομικών του
ηδονών μέσα στην ποίηση. Το επιτάφιο ηρώο της ηδονής της μνήμης που παραμένει
ανθηρή, κρατώντας και τις αισθήσεις παράλληλα. Οι ρυτίδες του Σώματος που
καλύπτονται πίσω από το φως της λάμπας, είναι οι χαρακιές της ηδονής, οι
περασμένες αστραπές του έρωτα. Θυμήσου Σώμα. Και το Σώμα, το γεροντικό Σώμα
εξομολογείται με υπερηφάνεια τις «χίλιες και μια νύχτες» της δικής του ερωτικής
ιστορίας. Της δικής του περιπέτειας ζωής και παθών. Της Σωματικής του
εαυτότητας που μετά την εκπλήρωσή της, έγινε ποιητικό σκηνικό, ζώσα
σωματικότητα μέσα στο καθημερινό πάνθεον των ερωτικών του σχέσεων ή διαψεύσεων.
Έγινε διεθνή ιστορία που αναμειγνύεται με τις ιστορικές της σκιές και τις
προσωπογραφίες σημαντικών ηγετικών φυσιογνωμιών της. Τα άλογα της ηδονής ηρωικά
καλπάζουν στο έργο του, κρατώντας σταθερά τα ηνία των πόθων του γερά ο ίδιος ο
αλεξανδρινός ποιητής, μέσω της κάπως ξενίζουσας αλλά αποδεκτής γλώσσας του. Η
βαρειά σκιά του έπεσε πάνω στην ελληνική ποίηση τόσο καταλυτικά, τόσο αβίαστα,
τόσο βαρειά, σε σημείο που ξενίζει και ορισμένες φορές δημιουργεί ερωτήματα.
Για το ποσοστό αποδοχής του έργου του σαν μια ομοφυλόφιλη ποίηση σε εποχές που
η ομοφυλόφιλη επιθυμία επιζητούσε την χειραφέτησή της και την ισότιμη αποδοχή
της μέσα στο κοινωνικό σώμα, ή σαν μια αξιοσημείωτη καινοτόμα ελληνική ποιητική
φωνή του σύγχρονου μοντέρνου και μεταμοντέρνου λόγου του προηγούμενου αιώνα,
παγκοσμίως, που έσβηνε αργά και σταθερά τα προγενέστερα ποιητικά ίχνη, και που
αναζητούσε τρόπους και εξέφραζε νέα ποιητικά είδη και ήθη-οι νέοι ποιητές- στην
επιθυμία τους να απελευθερωθούν από την παραδοσιακή ποίηση και τα δεσμά της,
τον ρομαντικό ποιητικό λόγο που δεν εξέφραζε πια τις ανάγκες των σύγχρονων
ανθρώπων και καιρών. Η ερωτική «αμαρτία» στον Κωνσταντίνο Καβάφη, βαπτίζεται
στην κολυμπήθρα της μνήμης και καθαρμένη εικονογραφείται στην ποιητική του
πινακοθήκη. Ο ποιητικός λόγος συνεχίζει ομαλά και αβίαστα, απρόσκοπτα την
μισοτελειωμένη ή ολοκληρωμένη ερωτική περιπέτεια του Σώματος που στέκει
παρατηρητής σαν άλλος Άργος. Το Σώμα μυρώνεται, όχι κατά την ταφή του,
μοσχοβολά ηδονή και αυτεξουσιότητα πόθων, έστω και μισοκρυμμένο. Γίνεται
ερωτική αίσθηση της φαντασίας, μιας τσαλακωμένης από τον χρόνο αγιογραφίας που
ενώ έχει ερωτικό και σεξουαλικό προσανατολισμό συγκεκριμένο, δηλαδή
ομοφυλόφιλο, αποκτά εμβέλεια κοινής ερωτικής αποδοχής, αποδεκτής πρόκλησης προς
πρόσκληση συμμετοχής των αισθήσεων του καθενός και κάθε μίας, ανεξάρτητα από
τον ατομικό του σεξουαλικό προσανατολισμό και επιλογή. Είναι η αποδοχή του
έρωτα και σε μονοπάτια διαφορετικών ανθρώπινων επιλογών και αναγκών.
Όπως πάλι, αναγνωρίζουμε μια έντονη και διαρκή
επιθυμία να αγαπηθεί το Σώμα, με το όποιο βάρος αστοχίας κουβαλά πάνω του, στον
ποιητικό λόγο του Νίκου Σπάνια. Υπάρχει ένας σκιερός και ενίοτε σκοτεινός ερωτικός
πανηγυρισμός στην ποίηση του Νίκου Σπάνια. Η ποίησή του, έχει σαφείς κοινωνικές
προεκτάσεις που απεικονίζουν την ζωή και τις σκληρές συνήθειες ανθρώπων της
νέας του πατρίδας. Ο Σπάνιας ικετεύει να αγαπηθεί, η λέξη αγάπη επανέρχεται
συνεχώς μέσα στους στίχους του, στα λόγια του, κρύβεται πίσω και από τις πιο
σκληρές και κυνικές του εικόνες. Ο Σπάνιας ζει σαν ένας λαϊκός μποέμ, σαν ένας
αναρχικός του έρωτα ή μάλλον των καθαρών μορφών των προσωπικών του ηδονών, ενώ ταυτόχρονα,
περιπαίζει ή σαρκάζει την επιθυμία του να αγαπηθεί, να νιώσει στιγμές
ανθρώπινης επαφής για να διώξει από πάνω
του τους αναβαθμούς της απελπισίας του. Για πλησίασμα του άλλου προσώπου χωρίς
φόβο, δίχως κίνδυνο, χωρίς παρακάλια και άλλες σκοπιμότητες. Ο ποιητικός λόγος
του Σπάνια, συνεχίζει με έναν άγριο πολλές φορές τρόπο, ή αβίαστο και ξεκάθαρα
την μισοτελειωμένη ή ολοκληρωμένη ερωτική περιπέτεια του Σώματος. Το Σώμα
μυρώνεται πολλές φορές με την χολή της ηδονής, κάτι που τσακίζει ψυχικά τον
ποιητή τόσο σαν άτομο όσο και σαν δημιουργό. Ο Σπάνιας, όπως μας φανερώνει η
ποιητική του γραφή, περιφρόνησε επιδεικτικά τα ήθη και τις απαγορεύσεις της
κοινωνίας της εποχής του, απαξίωσε τον πλούτο που του προσφέρει ισχύ, τις
δημόσιες εκπαιδευτικές περγαμηνές που θα του παράσχουν αναγνώριση και κύρος.
Απέρριψε την ασφάλεια της επαγγελματικής κοινωνικής σχέσης. Αποπειράθηκε να
βιώσει τον αυτοκαταστροφικό ανεμοστρόβιλο των παραισθησιογόνων ουσιών,
παγιδεύτηκε από αυτές σε σημείο μη επιστροφής. Έκανε την δική του ατομική
επανάσταση και πλήρωσε το τίμημα. Έτσι οικοδομεί την προσωπική του τσαλακωμένη
αγιογραφία που είναι η εικονογραφία ζωής κάθε βασανισμένου ανθρώπου του καιρού
μας. Ο Νίκος Σπάνιας Καβαφίζει θα γράφαμε, αντίστροφα, δηλαδή, όχι μέσω της
μνήμης ή μιας παρελθούσας των νιάτων αίσθησης και απόλαυσης, αλλά στο βιωμένο
παρόν. Μετέχοντας στο σύγχρονο, κυνικό, δολοφονικό, ριψοκίνδυνο, εφιαλτικό,
μοντέρνο σήμερα της ζωής των μεγαλουπόλεων, των καταναλωτικών κοινωνιών, των
εξαθλιωμένων παραγκουπόλεων των κάθε φυλής μειονοτήτων. Γιαυτό και οι ποιητικές
του αναφορές δεν εξαντλούνται μόνο στις αναφορές του σε αρχαίες πηγές και
ποιητές που εξέφρασαν στο έργο τους μια ελευθεριάζουσα ομοφυλόφιλη διάθεση,
αλλά περιλαμβάνει συνεχίζοντας την συνομιλία μαζί τους πρόσωπα του αμερικάνικου
ηρωικού, πολιτικού και ποιητικού πανθέου. Ο Σπάνιας συνομιλεί αρμονικά με
ποιητές και πρόσωπα της αμερικάνικης πολιτικής σκηνής και ζωής. Ανοίγει διάλογο
μαζί τους καθώς και με το έργο τους. Είναι το άλλο επίπεδο της ποίησης του
ελληνοαμερικανού ποιητή και μεταφραστή Νίκου Σπάνια. Αυτό το αναγνωρίζουμε στις
τελευταίες συλλογές, που ο ποιητής Σπάνιας, χωρίς να απαρνηθεί τα προσωπικά του
«πάθη» και περιπέτειες βίου, συμπλέκει την προσωπική του αγωνία με την αγωνία
ποιητικών κειμένων και προβληματισμών άλλων ποιητικών φωνών της εποχής του. Ο Σπάνιας, ζει μέσα στα ερείπια ενός κόσμου
που η έλλειψη στέγης των φτωχών ανθρώπων υπάρχει παράλληλα με την έλλειψη
στέγης αγάπης και στοργής, ανθρώπινης επικοινωνίας και προσέγγισης μεταξύ των
διαφόρων μειονοτήτων. Ο λόγος του Σπάνια, έχει μια σοκαριστική σκληρότητα, που
όμως, όλοι μας γνωρίζουμε πλέον, ότι είναι αντιπροσωπευτική των σύγχρονων καιρών
και τρόπου ζωής της πλειοψηφούσας μερίδας ατόμων των καταναλωτικών κοινωνιών. Ο
Σπάνιας, φεύγοντας από την Ελλάδα, δημιουργεί μια άλλη ταυτότητα, κόβοντας τον
ομφάλιο λώρο με τον γενέθλιο τόπο του, οικοδομεί μια άλλη ευατότητα. Δεν έχει
σημασία αν αυτή η περιπέτεια είχε πολλούς αρνητικούς Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες,
σημασία έχει το ταξίδι. Και ο Σπάνιας έμαθε να είναι δεινός κολυμβητής, όπως υπήρξαν
και η πλειονότητα των αμερικανών ποιητών της γενιάς των Beat. Μια γενιά που απαγκιστρώθηκε από
κάθε περασμένο ακαδημαϊκό και οικονομικό κατεστημένο. Μια γενιά που έδωσε μια
ποίηση των μεγάλων αποστάσεων και των εσωτερικών ψυχικών χαραδρών. Που καυτηρίασε
τους λιμοκοντόρους γιάπηδες υποστηρικτές του πολέμου του Βιετνάμ, της πυρηνικής
ισχύς της αμερικής και της καταστροφής του φυσικού πλούτου. Ο Σπάνιας,
κατόρθωσε μέσα στην ποίησή του να σμίξει το πλέον ευτελές με το πλέον υψηλό. Σε
κάποιον στίχο του αναφέρει το περί ύψους του Λογγίνου θέλοντας να σαρκάσει μια
κατάσταση. Η σκληρότητα του λόγου του και ορισμένων εικόνων του, τον αποτρέπει
από το να μετατραπεί σε έναν αλεξανδρινό νεοϋορκέζο ποιητή. Οι λέξεις του
αποζητούν και κερδίζουν την αυτονομία τους από το συναίσθημα που οι ίδιες
εκφράζουν, από την επιθυμία του να αγαπηθεί, να νιώσει τρυφεράδα, να αντλήσει
από την ευαισθησία του αντρικού σώματος που έρχεται σε επαφή. Αγωνίζεται να
κατακτήσει μια αποδεκτή ακεραιότητα σαν άτομο, σαν ένας ακόμα πρόσφυγας ο ίδιος
του ερωτικού παραδείσου που οι γύρω του απολαμβάνουν. Τα φτηνά διαμερίσματα ή
μοτέλ που συχνάζει αναζητώντας την βαθύτερη ουσία της ζωής τον οδηγούν συνήθως
σε νέα αδιέξοδα παρά τις πρόσχαρες χαρές που απολαμβάνει αναζητώντας
περισσότερο αγάπη παρά ηδονή, ή την πλήρωση της αγάπης μέσω της ηδονής. Ο λόγος του, ο τόσο εξομολογητικός, ακόμα και
όταν συνομιλεί με άλλους ποιητές, μας δηλώνει μια φιλοσοφία και στάση ζωής, μια
αντιμετώπιση των συνθηκών που, ακολουθούσαν οι γενιές των Μπήτ ποιητών, μια
ελεύθερη φιλοσοφία του Μπέρκλεϋ παρά του αρχαίου Πλάτωνα ή και του
βιβλιοθηκάριου γραμματικού των ελληνιστικών χρόνων Καλλίμαχου. Τα πορτραίτα των
αμερικανών πολιτικών και δημόσιων αντρών που σκιτσάρει, οι τοποθεσίες των
αμερικανικών μεγαλουπόλεων ανακαλούν στην μνήμη το έργο του αμερικανού ποιητή
Έντγκαρ Λη Μάστερ, Σπουν Ρίβερ. Αυτήν την τεράστια τοιχογραφία, το φρέσκο της
αμερικάνικης επαρχιακής κοινωνίας. Όπως και το ερωτικό του αντικείμενο έτσι και
οι τοποθεσίες του έχουν στίγμα, φέρουν μέσα τους το φορτίο υπάρξεων που ζουν
μέσα στην εξαθλίωση και την φτώχεια που αδυνατούν να βιώσουν ομαλά αν θέλετε,
το αμερικάνικο όνειρο. Το ερωτικό του πρόσωπο, δεν είναι το πρόσωπο ενός
μεσόγειου εραστή αλλά ενός αμερικανού Μπήτ, αλητεύοντας και αρνούμενος κάθε
συνθήκη σύμβασης και δεσμών. Ελεύθερων και ανεξάρτητων μιας νέας γενιάς ποιητών
(που, οι περισσότεροι όπως και ο Σπάνιας, βρίσκονται κάτω από την βαρειά
ερωτική σκιά του Γουώλτ Γουίτμαν) που
αλιεύουν τις εμπειρίες της ζωής δίχως δισταγμό και περιορισμούς. Μέσα στις μεγαλουπόλεις
και τις άξενες πόλεις της αχανούς και πλούσιας ηπείρου, που είναι ένα χωνευτήρι
φυλών, θρησκειών, κοινωνικών δοξασιών, ιδεών και κοινωνικών ανισοτήτων. Η
εικονοποιία του προσομοιάζει με την ποιητική εικονοποιία της ποίησης του
πειραιώτη ποιητή Ανδρέα Αγγελάκη. Κινείται μέσα στην ίδια εφιαλτική ερωτική
ατμόσφαιρα. «Ο Έρωτας είναι ο κρυφός καρκίνος του έρωτά μας…» γράφει στο ποίημά
του «Έρωτας». Και στο ποίημά του «Αρκεί» γράφει: «Μια μπουκιά ψωμί στο στόμα
σου είναι καλύτερη και από το φιλί σου./ Δεν ζητώ πιο πολύ/ Αγκαλιάζω τις
μικρές μου ανάγκες.». Μοναξιά και πικρή αίσθηση της ζωής πλημμυρίζουν πολλά
προσωπικά του ποιήματα. Αδιέξοδα σύγχρονα του σώματος και της ψυχής, των
αναγκών του ανθρώπου που έμαθε να αρκείται στα αποκαΐδια του έρωτα και της
κοινωνίας που του προσφέρουν οι άλλοι. Οι εφήμεροι κατακτητές της καρδιάς του,
των σωματικών αναγκών του. Μόνο που η ποιητική περίπτωση του Αγγελάκη έχει
στενότερα όρια εξερεύνησης και επεξεργασίας θεμάτων. Εξάλλου η Αμερικάνικη
Ήπειρος με αυτά τα ανθρωπολογικά της τεράστια χάσματα, την πανσπερμία των φυλών
της με τις δικές τους παραδόσεις και ήθη, θρησκευτικές δοξασίες, δεν είναι η
Καβαφική Αλεξάνδρεια, η παλαιά πρωτεύουσα των ηδονών, ανεκτική όσο φαίνεται Πόλη. ο κόσμος που ζει
και κινείται ο Σπάνιας, είναι η σύγχρονη, βίαιη και κρημνοειδή ατμόσφαιρα ζωής
των δρόμων της Νέας Υόρκης και των άλλων πολιτειών του συνεχώς ταξιδευτή
ποιητή. Η Νέα Υόρκη, είναι μια σύγχρονη και μοντέρνα μεγαλούπολη, ένα διεθνές
κέντρο πολλαπλών επιλογών ζωής και θανάτου, πλούτου και φτώχειας. Τον ίδιο φόβο
και ίσως «απέχθεια» μετά το ταξίδι του σε αυτήν, ένιωσε και εξέφρασε και ο
δολοφονημένος ισπανός ποιητής Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα στην γνωστή ποιητική του
Ωδή. Το ποιητικό σκηνικό του Νίκου Σπάνια, διαθέτει την σκληράδα των διαφόρων προκλήσεων
της αμερικάνικης νέας γενιάς ποιητών, που αποβάλλουν με όποιον τρόπο μπορούν
τον σύγχρονο τρόπο ζωής, τον καταναλωτισμό στην πιο σκοτεινή μορφή του στην
υποδούλωση του ανθρώπου, ένας απάνθρωπος τρόπος ζωής, που αναιρεί, ακόμα και τα
οράματα ελευθερίας και δικαιοσύνης των αμερικανών πατέρων της εθνικής τους
ανεξαρτησίας και οραματιστών της νέας ελεύθερης, ανεξάρτητης, δικαιότερης
Αμερικής. των ποιητών Beat.
Οι προσωπογραφίες του, ή μάλλον, οι εσωτερικές του συνομιλίες απεικονίζουν την
αγωνία του σύγχρονου μοναχικού και διαλυμένου ανθρώπου, του ανθρώπου που
ακροβατεί μεταξύ μοναξιάς, βαρβιτουρικών και απαισιοδοξίας. Η ερωτική επιθυμία
μορφοποιείται μέσα σε γεμάτα καπνούς αδιέξοδα. Είναι ο έρωτας σαλτιμπάγκος του
χρήματος και του κινδύνου και όχι ο επιτύμβιος της ιστορίας όπως στον Καβάφη, ή
ο μελοδραματικός των ερωτικών αναζητήσεων και συνευρέσεων των πάρκων του ποιητή
Ναπολέοντα Λαπαθιώτη. Του ομοφυλόφιλου δανδή του ελληνικού ερωτισμού του
μεσοπολέμου. Συγγενικές εικόνες με τον Σπάνια συναντάμε στον ποιητικό λόγο του
πειραιώτη ποιητή Γιώργου Χρονά, που αποκρυπτογραφεί παλαιότερα σύμβολα
προσθέτοντας με νέα είδωλα της εποχής μας. Η κάθε μορφής σύγχρονη ικανοποίηση
είναι που εκφράζει η δική μας γενιά των Μπήτ, αυτή η νέα γενιά που προέρχεται από
τις πηγές ή τις παρυφές της γενιάς του 1970, της τόσο πολιτικοποιημένης που περιφρονεί
κάθε κοινωνική συμβατικότητα, αρνείται κάθε μεταφυσική ηθική που δεσμεύει τις
επιθυμίες του Σώματος, κάθε πνευματική σπουδαιότητα που θέτει όρια στην
ποιητική απεικόνιση των επιλογών του έρωτα. Η συγκίνηση καιροφυλακτεί αιχμάλωτη πάντα από
την πρόθεση του Άλλου, από την Απουσία του Άλλου, σε μια μερίδα ελλήνων
ποιητών, όπως έχουμε στην ποίηση του Νίκου Αλέξη Ασλάνογλου. Μια συγκίνηση
εγκλωβισμένη από την απουσία του Άλλου ακόμα και όταν αυτός ο Άλλος, βρίσκεται
δίπλα του, προσφέρει αυτό που το ποιητικό υποκείμενο επιθυμεί. Τα χαρακώματα
της σεμνοτυφίας έχουν πέσει στην ποίησή του Σπάνια, όπως και στον περίπτωση του
ποιητή από την Θεσσαλονίκη Ντίνου Χριστιανόπουλου, που το ερωτικό σαράκι
προσδιορίζει και την ποιητική φόρμα. Ο Κόσμος είναι τόσο σκληρός και δολοφονικός
από μόνος του, που καθίσταται ματαιοπονία κάθε προσπάθεια ειρήνευσής των
εφιαλτών του από όποια μορφή και είδους ερωτική επιλογή και επιθυμία και αν τον
αντιμετωπίσουμε. Οι χριστιανικές τύψεις και μεταμέλειες του άλλου ερωτικού
ποιητή από την Θεσσαλονίκη, του Γιώργου Ιωάννου, δεν έχουν θέσει στην ποιητική
φωνή του Νίκου Σπάνια, αν και το πρόσωπο του Χριστού ή μια χριστιανική ελεήμονα
παρηγορητική ματιά διακρίνουμε σε αρκετές του ποιητικές μονάδες.. Ο Σπάνιας
μεταδίδει μια νέα συγκίνηση, την συγκίνηση του Σώματος της Πόλης, όπου
σεργιανίζουν μέσα της ή ξεπηδούν τα κάθε είδους είδωλα και φαντάσματα, οι
καρμανιόλες των κοινωνικών διαπροσωπικών σχέσεων και αδιεξόδων των μοντέρνων καιρών. Μέσα στις ανθρώπινες και
απάνθρωπες στοές της Πόλης, στα ερωτικά της σκοτεινά λαγούμια,
πραγματοποιούνται οι σκληρότερες συγκρούσεις αισθήσεων και συναισθημάτων,
διαλαμβάνουν χώρα τα πιο δολοφονικά ένστικτα που είχαν εκτοπιστεί μέσα σε
ποιητικά οράματα και μεταφυσικές φαντασίες. Φοβίες και απαγορεύσεις. Κανόνες
και περιορισμούς. Η ανθρώπινη φωνή ακούγεται παράφορη, βραχνή από ευαισθησία, διεκδικεί
χωρίς να την ενδιαφέρει το τι ερείπια αφήνει πίσω της την πραγμάτωσή της. Είναι
οι χειρονομίες των κρυμμένων ενστίκτων που ζητούν να αγαπηθούν και να αγαπήσουν
χωρίς φόβο μέσα από αυτοκαταστροφικές επιλογές. Η ποίηση είναι η διαθλασμένη
επιθυμία του ανεκπλήρωτου έρωτα που δεν θα ανασάνει ξανά, γιαυτό καταφεύγει σε
ψυχοφάρμακα. Της στρεβλωμένης ανθρωπιάς. Του εφιαλτικού προσώπου που
αναγνωρίζουμε στον καθρέφτη καθώς καθρεφτιζόμαστε στο πρόσωπο του Άλλου. Η
ανθρώπινη περιπέτεια όπως και κατ’ αναλογία και η ερωτική είναι μια decadent κατάσταση και έτσι θα
παραμείνει. Το ερωτικό μεθυσμένο καράβι του Αρθούρου Ρεμπώ βούλιαξε στην
διαδρομή του όχι από τις ερωτικές του προκλήσεις αλλά από την επιθυμία του
ίδιου του ποιητή να γίνει δουλέμπορος- παλαιός ποιητής. Η σύγχρονη ποίηση δεν
καταξιώνει την επιθυμία αλλά την μη εκπλήρωσή της. Το αδιέξοδό της, τις
αποτυπωμένες αντιφάσεις της. Η Μνήμη πεθαίνει μαζί με την Επιθυμία χωρίς να
αφήσει ίχνη πίσω της, ή μάλλον μόνο απογοήτευση, απόγνωση και αποκαρδίωση. Ο
σύγχρονος άνθρωπος δεν είναι πλέον μια οραματική παιγνιώδη εφεύρεση των θεών,
μια κατασκευή τους για να ξεγελάσουν την σχόλη τους, αλλά, ένα είδωλο των
σύγχρονων ψευδαισθήσεων του ανθρώπου και των επιλογών του. Μια καταστροφή εν
αναστολή. Ένα Ουρλιαχτό υποταγής όχι αντίστασης.
Τα
ποιήματα του Νίκου Σπάνια έχουν εικονική αυτοτέλεια, διαθέτουν μια σκληρή
αθωότητα που είναι κρυμμένη μέσα σε λέξεις απλές, κατανοητές, αψιμύθιες από
κάθε λυρισμό, αλλά και πολλές εξεζητημένες ή προσδιορίζονται από ξενίζοντες
τίτλους.. Η νοηματική λιτότητα που τα χαρακτηρίζει δεν αφορά μόνο το ποιητικό
σώμα αλλά την γυμνότητα των συναισθημάτων των λέξεων που εικονογραφούν
καταστάσεις που και οι ίδιες ίσως να μην αποδέχονται. Κάθε στίχος είναι και ένα
παράπονο, μια εκκεντρικότητα του έρωτα, μια φυλακή της ίδιας της επιθυμίας,
ένας ερωτικός προσδιορισμός που εγχέεται μέσα στις λέξεις και την μουσικότητά
τους. Στις τελευταίες του συλλογές ο ποιητικός λόγος γίνεται τραγούδι, οι
στίχοι είναι τραγούδια που δεν χρειάζονται την επιβεβαίωση της ποιητικής
αυθεντίας. Γιατί ίσως, η κίβδηλη μας σύγχρονη πραγματικότητα, μόνο με το
τραγούδι μπορεί να αποδοθεί. Ο ποιητικός λόγος του Νίκου Σπάνια περιέχει μια καθολικότητα ζωής, είτε
χρησιμοποιεί την παραδοσιακή φόρμα είτε πειραματίζεται και ανοίγει πάρα πολλές
φορές συνομιλία με το ίδιο το ποίημα που συνθέτει, με τις λέξεις που
χρησιμοποιεί, με τον βηματισμό του στίχου που εκφράζει από το πιο πρωτόγονο
ένστικτο έως την πιο προοδευτική αμφιβολία και πολυχρωμία αισθήσεων. Σαν μια
διπλή παραλλαγή ανεκπλήρωτων κατακτήσεων πάνω στην χειμωνιά της ζωής και τις
αστραπές του έρωτα. Στους στίχους του καθρεπτίζεται η αμφιβολία του ποιητή για
το ποιητικό του αποτέλεσμα, η έννοια του, να καρποφορήσει μέσα στον χρόνο ο λόγος
του, πέρα από την δική του ανθρώπινη ματαιότητα. Η ποίησή του έλληνα Μπήτ ποιητή,
δεν έχει την αλαζονεία του ύφους και της γλώσσας των αμερικανών συναδέρφων του,
παρότι αρδεύουν από ίδιες πηγές, πατούν το ίδιο έδαφος, αναπνέουν την ίδια εφιαλτική
ατμόσφαιρα. Η ποίηση του Σπάνια, έχει αν δεν κάνω λάθος μια Καρυωτακική απαισιοδοξία,
πρεσβεύει σε πολλές της εκφάνσεις και εικόνες μια ματαιότητα, θυμίζοντας τον λόγο
του Εκκλησιαστή: «Ματαιότης ματαιοτήτων τα πάντα ματαιότης» Αν και, οι αισθητικές
επιδράσεις, οι γλωσσικές σε πολλά του ποιήματα, η υφολογία του σε άλλα, προέρχονται
από δεκάδες άλλες ευρωπαϊκές και αμερικάνικες ποιητικές φωνές. Ο Νίκος Σπάνιας συνομιλεί
διπλά με τους ομοτέχνους του, είτε μέσω της ποίησής του, είτε μέσω των μεταφράσεών
του. Και στις δύο όμως περιπτώσεις είναι ο ελληνοαμερικανός ποιητής Νίκος Σπάνιας.
ΒΙΒΛΙΑ
ΤΟΥ
-ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΗΣ
ΤΡΙΤΗΣ ΛΕΩΦΟΡΟΥ ΑΡΙΘ. 2, εκδ. ΑΘΗΝΑ- ΔΕΣΜΟΣ-1965, σ. 49.
-ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ΤΗΣ ΤΡΙΤΗΣ ΛΕΩΦΟΡΟΥ (αρ. 3), εκδ. ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ
1971, σ. 58. (Nikos Spanias, printed in the United States of
America by Athens Printing Company New York, N.Y.). Εις
το εξώφυλλον: Η σεξουαλική αδεξιότητα του Θεού του Antonin Artaud.
-ΦΟΡΟΣ ΤΙΜΗΣ ΣΤΟΝ GIORGIO DE CHIRICO, εκδ. «Γνώση»-Αθήνα 1981,
σ. 78. Πίνακας εξωφύλλου: Giorgio
de
Chirico
«Το
τραγούδι της αγάπης», 1914.
-ΤΟ
ΜΑΥΡΟ ΓΑΛΑ ΤΗΣ ΑΥΓΗΣ, εκδ. Οδός Πανός 1987, σ. 96. Στο
εξώφυλλο φωτογραφία του Lewis
W.
Hine,
1920. Στις εσωτερικές σελίδες φωτογραφίες του George Platt Lynes.
-ΑΜΕΡΙΚΗ,
εκδ. Οδός Πανός 1988, σ. 92. Οι φωτογραφίες είναι από το
βιβλίο του John
Steinbeck
«Αμερικανοί».
-ΤΟ
ΡΑΜΦΟΣ ΤΗΣ ΑΫΠΝΙΑΣ, Μάκης Τζιλιάνος, Μάκης Πανώριος και εκδόσεις Οδός Πανός
2001,
σ. 94. Στο εξώφυλλο φωτογραφία του Νίκου Σπάνια στη Νέα Υόρκη από τον Παντελή
Μελισσινό.
-ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ
1941-1971, εκδ. Νέα Υόρκη 1972, σ.64
-ARTHUR RIMBAUD, UNE SAISON EN ENFER, ΜΙΑ ΕΠΟΧΗ ΣΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ,
μετάφραση Νίκου Σπάνια, με ειδικό πρόλογο Carl Shapiro, επίλογο Γιάννη Σφακιανάκη,
έκδοση Β΄ Αθήνα, έκδοση Οκτώβρη του 1974 σ.108 για λογαριασμό του εκδότη Νίκου Παϊρίδη.
-ΠΟΙΗΤΙΚΗ
ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΣΠΑΝΙΚΟ ΕΜΦΥΛΙΟ ΠΟΛΕΜΟ, εκδ. Εγνατία-Θεσσαλονίκη 1980,
σ.144
-ΓΚΙΓΙΩΜ
ΑΠΟΛΛΙΝΑΙΡ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, εκδ. «ΓΝΩΣΗ» 1982, σ.78.
Πρόλογος-μετάφραση Νίκος Σπάνιας
-ΑΝΤΡΕ
ΖΙΝΤ, ΚΟΡΥΝΤΟΝ, εκδ. «ΓΝΩΣΗ» 1984, (δεύτερη έκδοση)
εισαγωγή-μετάφραση Νίκος Σπάνιας, σ, 147
-ΤΕΝΝΕΣΗ
ΟΥΙΛΛΙΑΜΣ, Ο ΓΥΑΛΙΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ, εκδ. Δωδώνη Νούμερο 99/1987,
μτφ. Νίκος Σπάνιας, σ.90
Ενδεικτική
βιβλιογραφία
Α)
κείμενα, ποιήματά του, συνεντεύξεις του
-περ. Δρόμος τχ. 6/3, 1989, σ. 81-83. Η ΚΛΩΣΤΗ, (ΜΟΝΟΠΡΑΚΤΟ).
-εφ. Τα Νέα Σάββατο 29/12/1990. Επιμέλεια: Μικέλα
Χαρτουλάρη. Νίκος Σπάνιας Η ΠΟΡΕΙΑ (Ανέκδοτο διήγημα)
-εφ. Τα Νέα 6/2/1988, συνέντευξη στον Κώστα
Σταματίου, Η «περίπτωση» Νίκος Σπάνιας. Ένας ποιητής στη Νέα Υόρκη. Η
μονιμότερη ελληνική παρουσία στην αμερικανική μεγαλούπολη.
-περ. Δαυλός τχ. 73/1,1988, ΝΙΚΟΣ ΣΠΑΝΙΑΣ- 5 («Μικρά
ποιήματα») (ποίηση)
-περ. Η Λέξη τχ. 15/6, 1982, σ. («Το ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ WALT WHITMAN») (ποίηση)
-περ. Προσωπείο τχ. 7/1990, («Αν…») και («Το
τρίξιμο») Στο Χρ. Π. (ποίηση)
-περ. Προσωπείο τχ. 9/1991, σ.57, («Δύο γυναίκες»)
(ποίηση)
-περ. Ο Παρατηρητής τχ. 4/1, 1988, σ. 61-62, («Τρία
Ποιήματα Ι «Μίλησε για φήμη…»), ΙΙ, Στον Christopher «Το
πρόσωπό σου δέρνεται και μαδά…»), ΙΙΙ (Όλες οι θάλασσες εστέγνωσαν διαμιάς…»), ARS POETICA «Προ
παντός όχι μουσική γλυκανάλατη…». (ποίηση)
-περ. Ο Παρατηρητής τχ. 11-12/3,6, 1989, σ.59-61,
Ορφέας δίχως Ευρυδίκη, Στο Χρήστο Πετεινάτο./ Η Μάγισσα./ Η άλλη Δωροθέα.
(πεζά)
-περ. Ο Παρατηρητής τχ. 15-16/2,6, 1990, σ. 90-92,
«Αλληλουχίες»,/ «Πιο πολύ»,/ «Άμορφα πρόσωπα»,/ “Et nunc manet in te αριθμός
2», /«Η αξιαγάπητη ταραχή» (ποίηση)
-εφ. Τα Νέα 21/1/1984, Ωτοβλεψίες: Ο ΝΙΚΟΣ ΣΠΑΝΙΑΣ
ΓΙΑ ΤΟ ΓΥΑΛΙΝΟ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ. Ο ΜΑΡΙΟΣ ΠΛΩΡΙΤΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΣΠΑΝΙΑ
«Ο ΝΙΚΟΣ ΣΠΑΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΓΥΑΛΙΝΟ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ: Από τη
μόνιμη κατοικία του στη Νέα Υόρκη, ο ποιητής και μεταφραστής Νίκος Σπάνιας
καταγγέλλει ότι το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος ανεβάζει τη μετάφρασή του,
του «Γυάλινου κόσμου», αναθεωρημένη από το Μάριο Πλωρίτη, χωρίς να τον
ειδοποιήσει:
«Αγαπητοί Ωτοβλεψίες,
Σε πολλές εφημερίδες των Αθηνών, διάβασα την είδηση
πως το ΚΘΒΕ ανεβάζει το «Γυάλινο κόσμο» του Τ. Ουίλλιαμς σε μετάφρασή μου.
Έτριψα τα μάτια μου. Κανείς δεν με πληροφόρησε γι’ αυτό (μέσω του ελληνικού
προξενείου της Νέας Υόρκης, βρίσκει κανείς εύκολα τη διεύθυνσή μου) και το
σπουδαιότερο, κανείς δε σκοτίστηκε εάν επιτρέπω να παιχτεί η μετάφρασή μου.
Ακόμη-κι εδώ είναι να σαστίσεις-διάβασα πως η μετάφρασή μου που μου την είχε
παραγγείλει ο Κουν για το Θέατρο Τέχνης το 1946 είναι αναθεωρημένη από το Μάριο
Πλωρίτη. Ερωτώ: ποιος έδωσε το δικαίωμα, έστω και στο δόκιμο μεταφραστή
Πλωρίτη, να αναθεωρήσει μια μετάφρασή
μου. Όχι εγώ πάντως. Ποτέ δε ζήτησα μήτε παρακάλεσα κανένα θεατρικό οργανισμό
να μου ανεβάσει το «Γυάλινο κόσμο». Φίλοι με πληροφόρησαν πως η ίδια αυτή
μετάφρασή μου παίχτηκε αρκετές φορές από διάφορους θιάσους, στην Αθήνα και στις
επαρχίες, χωρίς ποτέ πάλι να μου ζητηθεί η άδεια. Για το «Γυάλινο κόσμο» το
ΚΘΒΕ θα μπορούσε να παραγγείλει μια νέα μετάφραση καμωμένη αποκλειστικά από τον
Πλωρίτη ή όποιον άλλο μεταφραστή, κι όχι να βασίζεται σε μια μετάφραση που είχε
κάνει ένας νεαρός Νίκος Σπάνιας πριν 40, περίπου, χρόνια. Τυχαίνει να την αγαπώ
τη μετάφρασή μου αυτή. Έχει μεγάλη συναισθηματική αξία για μένα. Ήταν η πρώτη
μου μετάφραση, παίχτηκε με την αλησμόνητη Έλλη Λαμπέτη και τη μουσική επένδυση
είχε κάνει ο Μάνος Χατζιδάκις. Άς την αφήσουν ήσυχη…».
Ο ΜΑΡΙΟΣ ΠΛΩΡΙΤΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΣΠΑΝΙΑ:
Ο Μάριος
Πλωρίτης μας απάντησε, σχετικά, τα ακόλουθα:
«Αγαπητοί Ωτοβλεψίες,
Φοβάμαι πως ο Νίκος Σπάνιας παρεξήγησε και τις
πράξεις και τις προθέσεις γύρω στον ελληνικό «Γυάλινο κόσμο» είναι φυσικά σωστό
και γνωστό πως το έργο αυτό παίχτηκε το 1946 (με την ευκαιρία της εδώ
παράστασης του από έναν αμερικανικό θίασο μ’ επικεφαλής την Έλεν Χαίηζ), θέλησα
να το δημοσιεύσω στο ετήσιο «Θέατρο» που διηύθυνα τότε, διαπίστωσα πως η
«νεανική» (καθώς λέει ο ίδιος) μετάφραση του Νίκου Σπάνια χρειαζόταν
αναθεώρηση, αναπότρεπτη ύστερα από το πέρασμα 15 χρόνων και την πληρέστερη
γνώση του Τένεσυ Ουίλλιαμς. Αναζήτησα αμέσως το Νίκο Σπάνια, αλλά στάθηκε
αδύνατο να τον βρω: είχε από καιρό
εγκατασταθεί στην Αμερική και κανένας δεν ήξερε την διεύθυνσή του. Προχώρησα,
τότε, στην αναθεώρηση αυτή (που, ελπίζω, δεν «έβλαψε» τη μετάφρασή του…), μόλο
που θα ήταν πιο εύκολο να κάνω καινούργια. Αλλά πίστευα (και πιστεύω) πως δεν
έπρεπε το ελληνικό κείμενο του έργου να αποκοπεί από την πρώτη του απόδοση, που
είχε πολλές ποιητικές αρετές και που είχε συνδεθεί με την «ιστορική» παράσταση
του Θεάτρου Τέχνης…
Μ’ αυτή τη μορφή δημοσιεύθηκε στο «Θέατρο 61» και
παίχτηκε 3-4 φορές από τότε. (Και είναι περιττό να πω ότι τα σχετικά δικαιώματα
του Ν. Σπάνια τον περιμένουν πάντα στην Εταιρεία Θεατρικών Συγγραφέων).
Οπωσδήποτε, λυπάμαι πολύ αν ο κ. Σπάνιας θεωρεί «αυθαιρεσία» την πρόθεσή μου να
μην «παραμεριστεί» ο πρώτος μεταφραστής του πρώτου έργου του Τ. Ουίλλιαμς που
παίχτηκε στην Ελλάδα».
Β)
κρίσεις των άλλων
-εφ. Τα Νέα 9/8/1990, Ο Νίκος Σπάνιας πέθανε στη Νέα
Υόρκη.
-περ. Η Λέξη τχ. 110/7,8,1992, σ. 569-571, Ρήγας Καππάτος, Η ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΟΥ ΜΕ ΤΟΝ
ΠΟΙΗΤΗ ΝΙΚΟ ΣΠΑΝΙΑ (Δύο χρόνια από το θάνατό του)
-περ. Αντί τχ. 445/24-8-1990, σ. 55-57, του Ντίνου Σιώτη, ΕΦΥΓΕ Ο ΣΠΑΝΙΑΣ
-εφ. Τα Νέα 8/9/1990, Ο ΕΛΛΗΝΟΑΜΕΡΙΚΑΝΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ ΠΟΥ
ΕΦΥΓΕ. Η τέφρα του Ν. Σπάνια σκορπίστηκε στη θάλασσα. ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟ «ΑΓΑΛΜΑ ΤΗΣ
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ»
-περ. Μανδραγόρας τχ.1/11,1993, σ.14-, Αφιέρωμα,
Νίκος Σπάνιας, ο ποιητής της Διασποράς.
-περ. Πνευματική Ζωή τχ. 32-33/1990, Βενετία Καπετανάκη, για την απώλειά του
-περ. Ο Παρατηρητής τχ. 17/ Χειμώνας 1990, σ.154,
της Βάνας Χαραλαμπίδου στις σελίδες
«απόστροφοι». Νίκος Σπάνιας: ο καλός φίλος που έφυγε
«Ένας σημαντικός πνευματικός άνθρωπος και στενός
συνεργάτης του Παρατηρητή έφυγε στις 7 Αυγούστου. Ποιητής, μεταφραστής,
δημοσιογράφος, διηγηματογράφος στα πρώτα του βήματα. Ο Νίκος Σπάνιας γεννήθηκε
το 1924 στην Αθήνα, σπούδασε στην Ανωτάτη Εμπορική-«χωρίς να την τελειώσει»,
έλεγε πρίν από δύο χρόνια σε συνέντευξή του στον Κώστα Σταματίου στα «ΝΕΑ». «Ως
γλωσσομαθής υπηρέτησε στο ελληνικό στρατό έξι χρόνια αξιωματικός διερμηνέας. Το
’46 είχα γνωριστεί με τον Κάρολο Κουν. Μου έδωσε να μεταφράσω το «Γυάλινο
Κόσμο» του άγνωστου τότε, Τένεσι Ουίλιαμς. Το 1952 έμελλε ν’ αλλάξει η μοίρα
μου με συστατική επιστολή του Ουίλιαμς πήρα υποτροφία από την αμερικανική
κυβέρνηση για να σπουδάσω θέατρο-σκηνοθεσία. Έτσι έφυγα από την Αθήνα (Ελλάδα)
και βρέθηκα στην… Αθήνα (Οχάιο). Αποφάσισα να μείνω στην Αμερική. Έκανα ένα
συμβατικό γάμο το ’53, αλλά ο μακαρθισμός παραλίγο να μ’ απελάσει, γιατί
ανακάλυψαν ότι μικρός ήμουν στην ΕΠΟΝ». Το 1958 άρχισε να γράφει δικά του
ποιήματα, από τη Νέα Υόρκη. Πρώτη συλλογή Τα ποιήματα της 3ης
Λεωφόρου-όπου έμενε-κι ακολούθησαν ο Γλυκός τρόμος (1964 Θεσσαλονίκη). Φόρος
τιμής στον Τζόρτζιο ντε Κίρικο (1981), Το μαύρο γάλα της αυγής (1987), Αμερική
(1988), ενώ σύντομα πρόκειται να κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις «Γνώση» η
ανέκδοτη ποιητική συλλογή του Το ράμφος της αυπνίας. Δική του μεταφραστική
δουλειά είναι ακόμα η Ποιητική Ανθολογία από τον ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο με
ποιήματα Αραγκόν, Ελιάρ, Οντέν, Ματσάδο, Νερούδα, Ζουβ, μακ Λιλ, Σπέντερ κ. ά.
Συνεργάστηκε με τον Παρατηρητή από τα πρώτα τεύχη του περιοδικού, στέλνοντας
ανέκδοτα ποιήματά του με την ελπίδα ότι κάποτε θα εκδίδονταν σε βιβλίο. Ο
θάνατος για τον οποίο είχε γράψει:
Θα
‘ρθει ο θάνατος φορώντας μαύρα γάντια
και
μια στολή δερμάτινη σε χρώμα σκοτωμένου αίματος.
Θα
καθίσει στην πολυθρόνα απέναντί μου.
Θα
περιεργαστεί το δωμάτιό μου που για μένα
είναι
το κάστρο των ονείρων μου τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια.
Θα
εκφράσει την επιδοκιμασία του για τους τίτλους
των
βιβλίων μου,
και
θα κοιτάξει το ποτήρι με το καθαρό νερό απ’ όπου
ήπια
το μισό».
-Νίκου Παππά,
Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ (1100-1973), εκδ. Τύμφη 1973, σ.
286-287
«Ο ΝΙΚΟΣ ΣΠΑΝΙΑΣ (1924-) Γεννήθηκε στην Αθήνα. Νέος
ακόμα έφυγε για την Αμερική. Ασχολήθηκε αποκλειστικά με την ποίηση.
Προικισμένος, αβοήθητος, πέρασε απ’ τις έσχατες περιπτώσεις στερήσεων κι
αδιαφορίας των ανθρώπων. Διαθέτει μια ποίηση βάθους, κι ένα αισθητήριο τόσο
προχωρημένο, που έχει νωρίς-νωρίς προσφέρει μια σπάνια περίπτωση ποιητικών
κειμένων, καθώς κι εξαίρετες μεταφράσεις Χιμένεθ, Νερούντα, Βαλερύ, Ρεμπώ,
Απολλιναίρ, Ρίλκε και μια ανθολογία Ελλήνων ποιητών για αμερικάνικη έκδοση.
Παρουσιάστηκε απ’ την «Εφημερίδα των Ποιητών» στα 1957 και με βιβλίο στα
1963 με τα «Ποιήματα της Τρίτης Λεωφόρου», που στα 1965 κυκλοφόρησε πάλι
«Ποιήματα της Γ΄ Λεωφόρου». Στο μεταξύ τύπωσε σε βιβλία τις μεταφράσεις του
«Μια εποχή στην κόλαση» του Ρεμπώ 1962, «Ποιήματα» του Απολλιναίρ 1964 και τα
δικά του ποιήματα «Γλυκός τρόμος» στα 1964. Η ποιητική του Σπάνια, που στο
μεταξύ όπως μάθαμε είχε σοβαρά αρρωστήσει στην κόλαση της Αμερικάνικης ζωής,
ανήκει στις πιο απροκάλυπτες, γνήσιες περιπτώσεις κι απ’ τις οποίες μια
θαυμάσια τοιχογραφία της εποχικής τραγωδίας, φαίνεται να απεικονίζεται με υλικά
και δεξιοτεχνία αξιόλογης μορφής.
Γράφω ένα ποίημα
εναντίον των καθυστερημένων αναρρυθμίσεων….»
-Παναγιώτης
Δ. Μαστροδημήτρης, ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ, 6η
έκδοση, εκδ. Δόμος 1996, σ.501.
-Μιχάλης Γ.
Μερακλής- Αλέξης Ζήρας, Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. Πατάκη 2007,
σ. 2061. Λήμμα.
«ΣΠΑΝΙΑΣ ΝΙΚΟΣ (Αθήνα 1924-Νέα Υόρκη 1990): Ποιητής
και μεταφραστής. Σπούδασε μουσική στο
Ωδείο Αθηνών και ξένες γλώσσες. Μετά τον πόλεμο εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη,
όπου σπούδασε θέατρο στο Πανεπιστήμιο του Οχάϊο και στην Αμερικάνικη Ακαδημία
Δραματικών Τεχνών της Ν. Υόρκης. Στην υπόλοιπη ζωή του άσκησε πλήθος
επαγγελμάτων. Στις δεκαετίες 1960-1980 εργάστηκε ως δημοσιογράφος σε
ελληνόφωνες εφημερίδες, γράφοντας παράλληλα και βιβλιοκριτικές (βλ. Πρωινή Ν.
Υόρκης). Κείμενά του, ποιητικά και μεταφράσεις, υπάρχουν στα περιοδικά Ο Αιώνας
μας, Διαγώνιος, Οδός Πανός.
Δημοσίευσε τις συλλογές ποιημάτων Ποιήματα της
τρίτης λεωφόρου (1963-1971, 3 τόμοι). Γλυκός τρόμος (1964), Φόρος τιμής στον Giorgio de Chirico (1981).
Το μαύρο γάλα της αυγής (1987). Αμερική (1988). Το ράμφος της αϋπνίας (2001) τη
συλλογή νεκρολογιών 5 μνημόσυνα (1974), το αυτοβιογραφικό 4C όπου
περιγράφονται η βίαιη ζωή των λαϊκών συνοικιών της Νέας Υόρκης και οι εμπειρίες
από τη χρήση ναρκωτικών κ. ά. Μετέφρασε G. Apollinaire, A. Gide, A. Rimbaud, T. Williams, Κάτουλλο κ. ά.
Επιλογή από τις μεταφράσεις του δημοσιεύθηκαν στον τόμο Μεταφράσεις, 1941-1971
(1971). Στις ΗΠΑ δημοσίευσε επίσης τη μελέτη The Language and Literature of
the Greeks (1965) Resistance. Exile
and Love. An Anthology of Post-War Greek Poetry (1977).
Το ότι δε επέστρεψε στην Ελλάδα συνέτεινε στην
παράταση της μεταιχμιακής του κατάστασης και στη διαρκή αναθέρμανση της
νοσταλγικής του διάθεσης. Όμως η ποίησή του, με πολλά πεζολογικά στοιχεία,
συνδυάζει την καβαφική παραστατικότητα και τον συναισθηματισμό της αμερικάνικης
ποίησης beat.
Μ.Γ. Μερακλής, ΣΕΛΙ, σελ. 253-254. Περ. Μανδραγόρας
τχ. 1(1990) αφιέρωμα.»
-Αλέξανδρος
Αργυρίου, Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η πρόσληψή
της στα χρόνια του ετεροκαθορισμένου εμφυλίου πολέμου (1945-1949) τ. Δ΄ εκδ.
Καστανιώτη 2004, σ. 202, 234, 296, 315, 319, 321.
-Αλέξανδρος
Αργυρίου, Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η πρόσληψή
της στα χρόνια της επισφαλούς δημοκρατίας (1950-1956) τ. Ε΄ εκδ. Καστανιώτη
2005, σ. 110
-Αλέξανδρος
Αργυρίου, Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η πρόσληψή
της στα χρόνια της αυτοσχέδιας ανάπτυξης (1957- 1963), τ. Στ΄ εκδ. Καστανιώτη 2005, σ.137.
-Αλέξανδρος
Αργυρίου, Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η πρόσληψη της όταν η
δημοκρατία δοκιμάζεται, υπονομεύεται και καταλύεται (1964-1974 και μέχρι τις
ημέρες μας), τ. Ζ΄ εκδ. Καστανιώτης 2007, σ.
(210-215), 310.
«Ο Νίκος Σπάνιας (1924-1998) είχε παρουσιαστεί με
ένα διήγημα στην περιοδική έκδοση Θεμέλιο 2, ενώ η μετάφρασή του στον Γυάλινο
κόσμο του Τενεσί Ουϊλλιαμς παρουσιάστηκε από τον θίασο του Καρόλου Κουν το
(1948); Αρχές της δεκαετίας του 1950, χάρις σε υποτροφία που του εξασφάλισε ο
Τ. Ουϊλλιαμς, έφυγε στη Νέα Υόρκη, όπου και παρέμεινε ως το θάνατό του, χωρίς
να επιστρέψει, έστω και για να δει τη μητέρα του στην Αθήνα, ίσως γιατί είχε
παραμορφωθεί εξαιτίας του καρκίνου του δέρματος.
Εξέδωσε
τις συλλογές: Ποιήματα της τρίτης λεωφόρου (1963), Γλυκός τρόμος (1964),
Ποιήματα της τρίτης λεωφόρου 2 (1965), Ποιήματα της τρίτης λεωφόρου αριθ. 3
(1971) και Φόρος τιμής στον Giorgio
de
Chirico
(1981).
Αντιγράφω τρία ποιήματά του: ΥΠΝΟΣ από Ποιήματα της τρίτης λεωφόρου (αρ.3),
1971, σ.17. Σ’ ΕΝΑΝ ΠΟΙΗΤΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΑΣ
ΜΟΥ ΌΠ. Σ. 45-46 και ΦΕΡΤΕ ΜΟΥ ΜΠΟΛΙΚΟ ΧΑΡΤΙ από Φόρος τιμής στον Giorgio de Chirico, 1981, σ. 16-17.
Εκτενές είναι και το μεταφραστικό του έργο από τα
γαλλικά και αγγλικά. Τον έκρινε ο Τάσος Λιγνάδης και μεταθανάτια ο Ευάγγελος Ν.
Μόσχος (Νέα Εστία, 1990, σ. 1342) και ο Ρήγας Καππάτος (η λέξη, 1992, τεύχ.
110, σ. 569). Παραθέτω την κριτική του Τ.
Λιγνάδη:
Πραγματικά συναρπαστική όσο και φρικώδης συγκίνηση
διαπερνά όλες σχεδόν τις σελίδες της ποιητικής συλλογής του Νίκου Σπάνια. Ο
Γλυκός τρόμος δεν είναι μόνο ο τίτλος ενός ποιήματος, είναι ένας επιτυχής
καθορισμός ενός αισθήματος, που φαίνεται να ζει ο ποιητής, και μιας εντυπώσεως
ανάλογης που δέχεται ο αναγνώστης. Τα ποιήματα της συλλογής αυτής μας
ξαναγυρίζουν στην ατμόσφαιρα του Πόου. Υπάρχει η ίδια φρικιαστική αίσθηση, που
δεν έχει καμιά σχέση όμως με την απαισιοδοξία, παρά μόνο σα γεύση θανάτου. Ο
θάνατος όμως εδώ δεν είναι μεταφυσικής εννοιολογίας. Είναι γυμνό αίσθημα. Όλος
ο μαζοχισμός που συνοδεύει σαν ψυχολογία το κείμενο έχει μόνο μια λυτρωτική
διέξοδο, καθαρά ορφική: Ο θάνατος θα μας «ξυπνήσει» από τον εφιάλτη της ζωής.
Το «επιμύθιο» αυτό-και τούτο το προτέρημα της συλλογής-δεν έχει καμιά
«φιλολογικότητα». Είναι μια ανάγκη – οξυγόνου για τον ποιητή η έκφραση και
ομολογουμένως καταφέρνει να μας διαβιβάσει την ασφυξία του κατά τέτοιον
εγκάρσιο τρόπο, ώστε ειλικρινά να συν-πονάμε.
Η ποίηση
του Ν. Σπάνια κινείται στις διαστάσεις του ονείρου, του εφιαλτικού ονείρου,
όπως ανεπανάληπτα το απεικόνισε ο υπερρεαλισμός. Το ποίημα «Ακόμη και νερό»
είναι ένα χαρακτηριστικό δείγμα μιας μαθητείας στο ονειρικό στοιχείο της σχολής
που αναμόρφωνε την ποίηση:
Δεν
θα ‘χει φως. Θα φωσφορίζει
Η
λευκή σου σάρκα στο σκοτάδι.
Η
κίνησή μου θετική θα κατεβάσει
Την
κουρτίνα σαν ένα παραπέτασμα.
Σειρήνες
κι υδραντλίες θα ορύονται
Αδιάκοπα
κάτω στη λεωφόρο
Κι
η άσφαλτος θα αστραποβολά
Με
μαύρα αναρίθμητα μάτια.
Ολόκληρο
το σώμα σου θ’ αφήσει
Τ’
αποτυπώματά του στο πλατύ κρεβάτι.
Δεν
θα ‘χει σημασία ποιος πρώτος
θα
σηκωθεί για να ντυθεί απ’ τους δυο μας.
Όποιος
κι αν είναι θα κατεβεί ήσυχα
Ήσυχα
τις σκάλες. Οι σκοτεινοί όγκοι
Δεν
θα διαγράφονται πια σαν απειλές.
Τα
φώτα των προβολέων που σου δίνουν
Μια
γλυκιά απαλή ώθηση και θα
Ποδηλατείς
χαμογελώντας στον αέρα.
Μια
θάλασσα θα τραβηχτεί αργά-αργά
Απ’
την καρδιά σου. Ακόμη και νερό
θα
πίνεις μ’ ηδονή και κλείνοντας
Τα
μάτια ο Χρόνος θα σκύβει
Πάνω
σου σα φίλος μ’ ένα γεράνι
Κόκκινο…
Αν και η
ποίηση του Ν. Σπάνια σηκώνει το φορτίο πολλών εμπειριών, έχοντας γευθεί από το
δέντρο το «εν τω μέσω του Παραδείσου», αν και έχει κερδίσει μια αισθητική άνεση
από τη στενή γνωριμία των ποιητικών ρευμάτων, πρέπει να ομολογήσουμε ότι μένει
ειλικρινής και το συγκλονιστικό εντυπωσιακό ύφος της αφήνεται ελεύθερο και
αυτόματο στην αφή μιας ηθελημένα πρωτόγονης φαντασίας. Γι’ αυτό είναι δύσκολο
να μπουν σε μια αξιολογημένη σειρά τα ποιήματά του. Έχουν όλα τους την ίδια
ασπόνδυλη ενότητα με τις σκιές των ονείρων. Πιο καταφατικά εξομολογητικά πάντως
θεωρώ το “In
memoriam”
ποίημα αμέσου συγκινήσεως αφιερωμένο σε μια Μάνα, που οπωσδήποτε δεν το
κολακεύουμε δίνοντας μονάχα την τελευταία του στροφή.
Δεν
έζησα για το τίποτα όλα τα χρόνια αυτά κατάλαβα
Μετά
την αγάπη η απόγνωση μετά την απόγνωση η ελπίδα
Ακολουθώ
κι εγώ τη μοίρα μου και σ’ αγαπώ και σε μισώ
Σα
μοίρα μου και σ’ αγαπώ και σε μισώ σαν την Ελλάδα.
Νέα Πορεία, Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 1964, τεύχ.
115-116, σ. 267-268.
-Αλέξανδρος
Αργυρίου, Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η πρόσληψή
της όταν η δημοκρατία δοκιμάζεται, υπονομεύεται και καταλύεται (1964-1974 και
μέχρι τις μέρες μας) τ. Η΄ εκδ. Καστανιώτης 2007, σ. 231, 243.
-Στέλιος
Γεράνης, λήμμα στην ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ, τόμος 12, σελ. 362-363, εκδ. Χάρης Πάτσης χ.χ.
«Σπάνιας Νίκος, ποιητής και μεταφραστής. Γεννήθηκε
στην Αθήνα, από ζακυνθινούς γονείς, το 1924, σπούδασε μουσική, ξένες γλώσσες
και φοίτησε δυό χρόνια στην Ανωτάτη Σχολή Εμπορικών και Οικονομικών Επιστημών.
Παρουσιάσθηκε στα γράμματα με τη μετάφραση του θεατρικού έργου του Τεννεσσή
Ουίλλιαμς «Γυάλινος Κόσμος», που έγινε αφορμή να του δοθή υποτροφία από την
Αμερικάνικη Κυβέρνηση. Στην Αμερική παρακολούθησε μαθήματα σύγχρονης
αμερικάνικης λογοτεχνίας και αρίστευσε
ανάμεσα σε 1010 αποφοίτους. Σπούδασε στη Νέα Υόρκη δραματουργία και
σκηνοθεσία θεάτρου, ταξίδεψε σε όλη σχεδόν την Αμερική αλλάζοντας ποικίλα
επαγγέλματα για να κατασταλάξη τελικά στη Ν. Υόρκη, ασχολούμενος με το θέατρο,
τις μεταφράσεις και με παραδόσεις μαθημάτων μουσικής. Στην Ελλάδα έχει
συνεργασθή κατά καιρούς με όλα τα λογοτεχνικά περιοδικά, με ποιήματα και
μεταφράσεις ευρωπαίων και αμερικανών ποιητών. Η πρώτη ποιητική του συλλογή, με
τίτλο «Ποιήματα της τρίτης Λεωφόρου», κυκλοφόρησε το 1963, και απέσπασε τα
εγκωμιαστικά σχόλια της κριτικής. Ακολούθησαν οι συλλογές «Γλυκός Τρόμος»
(1964) και «Ποιήματα της Τρίτης Λεωφόρου Αριθ. 2» (1965). Στο πνευματικό
ενεργητικό του Σπάνια πρέπει ακόμη να εγγραφούν και οι μεταφραστικές εργασίες:
«Μια εποχή στην Κόλαση» του Ρεμπώ (1962), «Ποιήματα ενός βαθύπλουτου
ερασιτέχνη» του Β. Λαρμπώ (1963), τα «Ποιήματα» του Γκ. Απολλιναίρ (1964). «Το
Τραγούδι του Έρωτα και του Θανάτου του Σημαιοφόρου Χριστοφόρου Ρίλκε» του Ράϊνε
Ρίλκε (1964) και «Τρία μονόπρακτα» του Λόρκα (1965)
Ο Σπάνιας
ανήκει στις γνήσιες εκείνες περιπτώσεις που κυνηγούν με πάθος την ουσία στην
ποιητική έκφραση. Η ψιμυθίωση του λόγου, η επισταμένη αισθητική φροντίδα, με
σκοπό την εξισορρόπηση ενδύματος και ουσίας, του είναι ακατανόητη. Θέλει τις
λέξεις «ελεύθερες, ασυμβίβαστες και πάντα θαρραλέες». Τις θέλει «αγέρωχες και
μαχητικές, πρακτικές σαν μαντήλια από την τσέπη». Για τον Σπάνια το αίτημα
«γλώσσα και γραφή» δεν αποτελεί «μέγιστον έπαινο» για ένα ποιητή και μάλιστα
ξεριζωμένο, που μετεωρίζεται επικίνδυνα και πάσχει για την ανθρώπινη και την
πνευματική του ισορροπία. Ο βίαιος κόσμος που ζούμε και η βιασύνη να προλάβουμε
τον καλπασμό, κάνοντας ακόμη και την υπομονή μας μια «πρακτική γέφυρα»,
δικαιολογεί τη γλωσσική και μορφική ακαταστασία, όταν αυτή η ακαταστασία είναι
ένας γνήσιος και αναγκαίος παλμός της καρδιάς. Ο δημιουργός των «Ποιημάτων της
τρίτης Λεωφόρου» και του «Γλυκού Τρόμου» είναι ένας απελπισμένος κ’ ένας
αμαρτωλός που τον συνθλίβει η αντινομία αυτού του κόσμου: από τη μια η
Επιστήμη, κυρίαρχη και στυγνή πάνω στο λαμπρό της άρμα, και από την άλλη «η Τέχνη καταπονημένη και χλωμή να παραπαίη
στο πεζοδρόμιο». Κι άνθρωπος να περνά μέσα από «ένα σκοτεινό τούνελ δίχως
τέλος» ή να «υπνοβατή στις άκρες όλων των ουρανοξυστών» αναπνέοντας δύσκολα
«μέσα από μια Θηριωδία Φώτων», από μια κραυγαλέα σπατάλη, που τον κάνει να
βλέπη τον πολιτισμό να «τρέχει λοξά σαν εκτροχιασμένη ρόδα». Μέσα σ’ αυτόν τον
κόσμο δεν αντέχει η υπομονή του ποιητή, και ας προσπαθεί να την κάμη «πρακτική
γέφυρα». Η αντίστασή του είναι κυνική. Η ειρωνεία και ο αυτοσαρκασμός γίνεται ο
μόνος τρόπος να διασωθή από τον όγκο των πραγμάτων, που τον υποχρεώνουν να
συσπειρωθή στον εαυτό του. Και αφού η ζωή γίνεται αγωνία κάτω από «το μυτερό
σπαθί της ανάγκης», η ποίηση δεν μπορεί να είναι παρά «η αγωνία να γραφή ένα
ποίημα». Και αυτή την αγωνία την υφίσταται καρτερικά ο ποιητής, ως μοναδική
διέξοδο από τα καθημερινά και τις εσωτερικές ασφυξίες. Και κατορθώνει, άλλοτε
με ένα οξύ μουσικό τόνο και μιάν άγρια αισθησιακή κραυγή, και άλλοτε με ένα
«γλυκό τρόμο» ψυχής, που διανθίζεται λυρικά, να επενεργή άμεσα και συχνά
ακαριαία στο θυμικό μας, σημείο αδιαμφισβήτητο ενός εκφραστικού πάθους, με
έντονα τα προσωπικά του στοιχεία.
ΑΠΟ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΤΡΙΤΗΣ ΛΕΩΦΟΡΟΥ
Λυκαυγές-Ακάθιστος
άνεμος, Ήχοι
δαγκωμένοι
μέχρι θανάτου. Κόκκινα
φώτα
ρυθμίζουν την αόρατη κυκλοφορία.
Πάχνη,
υδρατμοί, μουσκεμένα φύλλα, έντυπα,
άσφαλτος,
πείσμα. Πελώρια συρμάτινα καλάθια
βαστάζουνε
αποκαλυπτικά απορρίμματα.
Ρόχθοι
και έμβολα καταχθόνια αναμοχλεύουνε
το
εμβαδόν της πόλης. Όνειρα αναπόσπαστα
με
βήχες και φλέμματα. Δυό φθονερά
σκουλήκια
απομυζούνε με φειδώ τις άκρηες
των
ματιών δύο αγκαλιασμένων αγοριών.
Το
προανάκρουσμα της ώρας….»
Βιβλιοσχολιασμοί
για βιβλία του
Αμερική
-Γιάννης Κουβαράς, Επί πτερύγων βιβλίων, τόμος Α΄,
εκδ. Σοκόλης 1995, σ. 105, βιβλ/κη για την «Αμερική»
Το Μαύρο Γάλα της Αυγής
-εφ. Τα Νέα 9/7/1988, βιβλ/κη για «Το Μαύρο Γάλα της
Αυγής»
-περ. Ο Παρατηρητής τχ. 6-7/7, 1988, σ.220, Τάκης
Ψαράκης, Αττικό Καλειδοσκόπιο
«Στα ανθρώπινα ωστόσο πάθη, ο ποιητικός λόγος,
μπορεί να φτάσει στα ενδότατα της καταβαράθρωσης, αλλά και του εξαγνισμού.
Πάρτε την περίπτωση του συμπατριώτη μας Νίκου Σπάνια, που ζει και εργάζεται στη
Νέα Υόρκη. «Το Μαύρο Γάλα της Αυγής» , η τελευταία συλλογή του που κυκλοφορεί
από τις εκδόσεις του «οδού Πανός»: Το ποίημα-σώμα ανασταίνεται/ Σε πιάνει από
το μανίκι ή το πέος καμιά φορά/ Σου λέει μ’ έπλασες είσαι ο πλάστης μου/τι θα
με κάνεις τώρα;»
ΘΕΑΤΡΙΚΕΣ
ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ
-εφ. Ελευθεροτυπία 20/11/1990, 15 χρόνια «Πάροδος»
«Στο πρώτο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου θα παρουσιαστούν
τα μονόπρακτα του πρόσφατα χαμένου Νίκου Σπάνια «100 κολάρα» και «Η μαντάμ
καναρίνι» σε σκηνοθεσία Παντελή Τσολάκου το πρώτο και Σίμωνα Πάτροκλου το
δεύτερο, καθώς και ποιήματά του δουλεμένα με θεατρικό τρόπο.»
-εφ. Ελευθεροτυπία 10/1/1991, Σπάνιας επί σκηνής.
«Παράσταση βασισμένη στο θεατρικό και ποιητικό έργο
του Νίκου Σπάνια, του ποιητή των μοναχικών και αποτυχημένων που ζούσε μόνιμα
στη Νέα Υόρκη και πέθανε πέρσι, ανεβάζει για πρώτη φορά στην Ελλάδα με τίτλο
«Νότος και νόστος του καλοκαιριού» η ομάδα τέχνης «Πάροδος», κάνοντας πρεμιέρα
αύριο στο θέατρο «Μοντέρνοι Καιροί» στους Αμπελόκηπους. Στο πρώτο μέρος παρουσιάζεται
το μονόπρακτο «Εκατό κολάρα» που εκτυλίσσεται σ’ ένα φτηνό ξενοδοχείο στην
Αμερική του μεσοπολέμου. Η σκηνοθεσία είναι του Παντελή Τσολάκου και παίζουν οι
Κωνσταντίνος Μπούρας και Γιώργος Μπαρμπέρης. Στο δεύτερο, περιλαμβάνονται
δεκατρία δραματοποιημένα ποιήματα του Σπάνια από τις δύο τελευταίες ποιητικές
συλλογές του σε σκηνοθεσία-κίνηση Σίμωνα Πάτροκλου και μουσική επιμέλεια
Νέστορα Δρούγκα. Εμφανίζονται οι Έφη Παπαθεοδώρου, Κωνσταντίνος Μπούρας,
Γιώργος Μπαρμπέρης, Γιούλα Αξιώτου, Κάλη Καββαθά, Δημήτρης Συμεωνίδης, Βασίλης
Μάλτας. Στο τρίτο μέρος υπάρχει το μονόπρακτο «Μαντάμ Καναρίνι» σε σκηνοθεσία
Σίμωνα Πάτροκλου και μουσική επιμέλεια Νέστορα Δρούγκα. Η Έφη Παπαθεοδώρου
ερμηνεύει μια μοναχική καλλιτέχνιδα που ονειρεύεται και προετοιμάζει την
επάνοδό της στο χώρο της τραγουδιού. Τα σκηνικά-κοστούμια και στα τρία μέρη
είναι της Μάγκυ Μοντζολή.»
-εφ. Η Καθημερινή 11/1/1991, Κάθε Παρασκευή, Σάββατο
και Κυριακή η Ομάδα Τέχνης «Πρόοδος» παρουσιάζει στο θέατρο «Μοντέρνοι Καιροί»….
--
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
Το μικρό απόσπασμα που προτάσσω πριν το αφιέρωμα
αυτό στον ποιητή Νίκο Σπάνια, είναι από την ποιητική συλλογή του ΝΙΚΟΣ ΣΠΑΝΙΑΣ,
«ΤΟ ΡΑΜΦΟΣ ΤΗΣ ΑΫΠΝΙΑΣ», εκδόσεις
«ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ», Αθήνα 2001, σελίδες 90,
δραχμές 2600. Η μεταθανάτια αυτή συλλογή κλείνει τις σελίδες της με το
«ΕΜΒΡΥΟΥΛΚΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΣΠΑΝΙΑ ΣΤΟ ΜΗΔΕΝ» ποίηση και πεζό γραμμένο από τον φίλο
του ποιητή Μάκη Τζιλιάνο, και είναι
«(Αποχαιρετιστήριος του ΜΑΚΗ ΤΖΙΛΙΑΝΟΥ μπρος στη σορό του ΝΙΚΟΥ ΣΠΑΝΙΑ την
10-8-1990 στο STAMATIADES
FUNERAL
HOME,
στην ΑΣΤΟΡΙΑ ΝΕΑΣ ΥΟΡΚΗΣ.). Από το ίδιο συγκινητικό εξομολογητικό αυτόν
επικήδειο στον ποιητή διαβάζουμε: «Ο
Νίκος Σπάνιας διέκοψε την παρουσία του από το υλικό γήϊνο παρόν χωρίς πόνους
χάρις στην φροντίδα της επιστήμης, θα μείνει μόνο το γήϊνο λογοτεχνικό παρόν
και δημιουργική παρουσία μέσα στο λόγο της ελληνικής διασποράς. Τιμητικό είναι
που από χθές στην Ελλάδα αναφέρονται για το θάνατό του και το έργο του πολύ
εγκωμιαστικά, λέγοντας πως έσπασε ο «Γυάλινος Κόσμος» του.
Επιθυμία του-όχι δυσέβειά του, ήταν η
σορός του να καεί,. Σε προσωπικές μου συζητήσεις μαζί του στο τι θα κάμω την
στάχτη του, μείναμε σύμφωνοι να την σκορπίσω πάνω στη θάλασσα-πλοίο της γραμμής
Μανχάταν-Στάτεν Αϊλαντ λίγο ανατολικότερα από τον Πυρσό του Αγάλματος της
Ελευθερίας» σ.84,85.
Το
επικήδειο κείμενο του ποιητή Μάκη Τζιλιάνου που περατώνει την συλλογή ποιημάτων
«Το Ράμφος της Αϋπνίας», χωρίς το εισαγωγικό ποίημα, δημοσιεύτηκε και στο
περιοδικό «Αιολικά Γράμματα» του συγγραφέα και εκδότη Κώστα Βαλέτα χρόνος 21ος-Σεπτέμβριος-Δεκέμβρης
1991-τεύχος 123-124, με τίτλο «ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΣΠΑΝΙΑ» σ.55-56, δέκα
χρόνια πριν την έκδοση της συλλογής, στο αφιέρωμα του διμηνιαίου περιοδικού
στους «Έλληνες ποιητές από τις ΗΠΑ», σελίδες 49-56. Το μικρό αφιέρωμα έχει
εσωτερικό τίτλο «ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΙΗΤΕΣ ΤΩΝ ΗΠΑ» ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΑΓΡΙΤΕΛΛΗΣ-
ΕΛΕΝΗ ΦΛΩΡΑΤΟΥ-ΠΑΪΔΟΥΣΗ- ΜΑΚΗΣ ΤΖΙΛΙΑΝΟΣ- ΤΑΣΟΣ ΜΟΥΖΑΚΗΣ. Για τον ποιητή Μάκη
Τζιλιάνο ο οποίος ανθολογείται με δύο του ποιήματα, το «Συγχυσμένη Πόλη» και
«Κλαίμε κι οι δυό», πληροφορούμεθα τα εξής: «Γεννήθηκε στην Κεφαλονιά το 1936.
Το 1960 έφυγε για τη Νότια Αφρική. Από το 1962 ζει στη Νέα Υόρκη όπου έχει
γραφείο ταξιδίων. Έβγαλε τα βιβλία ποίησης: «Άνισες φωνές»- «Εμπειρίες»-
«Πρώτες Αναζητήσεις». Κινείται σε κλίμα καββαδιακό.», σ.52
α)
Η συλλογή «ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΤΡΙΤΗΣ ΛΕΩΦΟΡΟΥ ΑΡΙΘ, 2»
είναι αφιερωμένη «Του Michael
F.
Stypelkoski».
Η συλλογή περιλαμβάνει 18 ποιήματα :
ΠΟΙΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ
MATER
DOMINATRIX
(αφιερώνεται στον Παντελή Τρωγάδη)
MYSTIQUE
(αφιερώνεται
στην Frances
Lynn)
ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ ΜΟΥ
ΑΡΚΕΙ
ΝΑ ΧΤΙΣΩ
ΔΩΣΕ
ΤΑ ΠΙΟ ΠΟΛΛΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ
ΑΝΤΙΠΟΙΗΜΑ
ΑΣΕ ΜΕ
ΚΑΛΥΤΕΡΑ
ΣΤΡΟΦΕΣ ΣΤΟΝ WALT WHITMAN
ΣΤΡΟΦΕΣ ΣΤΟΝ ΑΝΔΡΕΑ ΚΑΛΒΟ
ΤΡΙΤΗ ΛΕΩΦΟΡΟΣ
ΑΣΦΑΛΤΟΣ
ΤΩΡΑ ΜΠΟΡΕΙΣ
AMERICAN
BLUES
Το ποίημα ΑΝΤΙΠΟΙΗΜΑ της 22ης σελίδας
έχει ως μότο “Tu
demandes
pourquoi j’
ai
tant
de
rage
au
Coeur
Et
sur
un
col
glexible
une
tete
indomptee…”
του Gerard
De
Nerval.
Το δε ποίημα της σελίδας 41, «ΤΣΙΡΚΟ» έχει δύο μότο κάτω από τον τίτλο του. Του
έλληνα σουρεαλιστή ποιητή Νικόλαου Κάλλας «Αυτό το κορμί τρέμοντας αδιάκοπα/
Ανάμεσα στα όνειρα στις γονυκλισίες». Και
του γάλλου ποιητή Arthur Rimbaud: “O splendeur de la chair!
O splendeur ideale!/ O renouveau d’ amour, aurora triomphale”
Στην εσωτερική 6η σελίδα στα ΑΛΛΑ ΒΙΒΛΙΑ
ΤΟΥ Ν. Σ. αναφέρονται τα εξής:
ΜΙΑ ΕΠΟΧΗ ΣΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ, A. Rimbaud, μτφ. (1962)
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΕΝΟΣ ΒΑΘΥΠΛΟΥΤΟΥ ΕΡΑΣΙΤΕΧΝΗ, V. Larbaud, μτφ. (1963)
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΤΡΙΤΗΣ ΛΕΩΦΟΡΟΥ (1963)
ΓΛΥΚΟΣ ΤΡΟΜΟΣ, Ποιήματα (1964)
ΠΟΙΗΜΑΤΑ, G.
Apollinaire,
μτφ. (1964)
ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ ΚΑΙ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΤΟΥ
ΣΗΜΑΙΟΦΟΡΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΡΙΛΚΕ, R.
M.
Rilke,
μτφ. (1964)
ΤΡΙΑ ΜΟΝΟΠΡΑΚΤΑ, F. G. Lorca, μτφ. (1965)
ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ
ΕΝ ΜΕΣΩ ΟΔΩ, Ποίημα
ΤΟ ΠΛΗΡΩΜΑ, Ποίημα
CORYDON,
A.
Gide,
μτφ. από τα Γαλλικά
AN ANTHOLOGY OF
MODERN GREEK POETS
β)
Τα ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΤΡΙΤΗΣ ΛΕΩΦΟΡΟΥ (αρ. 3) περιλαμβάνουν τα εξής
ποιήματα:
ΑΠΟΚΡΙΣΗ Σ’ ΕΝΑΝ ΠΑΤΡΙΔΟΚΑΠΗΛΟ
HOMO
SUM…
ΑΠΟ ΜΕΡΑ ΣΕ ΜΕΡΑ
JAZZ Στον Σάκη Παπαδημητρίου
ΥΠΝΟΣ
ΚΑΜΙΑ
ΦΟΡΑ
AMOR, NO TE
VAYAS SIN MI (papa Enrique)
ΧΑΛΑΖΙ Κ’ ΑΙΜΑ
ΟΧΗΜΑΤΑ…
(Με τους μαιμάκτες με τους μαιμάσσοντες)
ΚΑΡΠΟΣ ΟΝΕΙΡΟΥ
ΤΡΑΓΟΥΔΙ
BEETHOVEN
ΣΤΟΝ ΑΝΕΠΙΓΡΑΦΟ ΤΑΦΟ ΤΟΥ MOZART
ΕΡΩΤΑΣ
“THE BEAUTY HATH
MADE ME EFFENINATE” –W. Shakespeare
ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Ο ΠΟΙΗΤΗΣ
Στο Νίκο Καχτίτση
ΗΡΩΙΝΗ
JUNKIE
ΗΜΙΤΕΛΕΣ… (In memoriam R. F. K.)
Σ’ ΕΝΑΝ ΠΟΙΗΤΗ ΤΗΣ ΓΕΝΗΑΣ ΜΟΥ
ΓΡΑΜΜΕΣ ΓΙΑ ΠΡΟΛΟΓΟ
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Τα ποιήματα αυτά χρωστούν πολλά-την ίδια
τους ίσως ύπαρξη-στην έμπρακτη συμπαράσταση, την αφοπλιστικήν ενθάρρυνση και
την συγκινητικήν αφοσίωση-του αλλοίμονο, νεκρού μου τώρα φίλου, Νίκου Καχτίτση.
Σε μια περίοδο της ζωής μου, όταν είχα καταντήσει ράκος αληθινό και θύμα
θλιβερό των ναρκωτικών, αυτός, με επιμονή αδιάσειστη καθημερινά με παρώτρυνε να
τελειώσω οπωσδήποτε τα ποιήματά μου αυτά, που, κατά την γνώμη του, θ’
αποτελούσαν τον καλύτερο και αποτελεσματικώτερο τρόπο θεραπείας μου.
Εκτός από τις αμέτρητες προσωπικές χάρες
απέναντί μου, μ’ εκλιπαρούσε συνεχώς ν’ αλλάξω περιβάλλον και συνήθειες, να
φύγω από το Χάρλεμ και να φιλοξενηθώ στο σπίτι του, στον Καναδά, μέχρι πλήρους αποκαταστάσεως
της υγείας μου. Στο μεταξύ, είχε βαλθεί να τακτοποιεί τα χειρόγραφά μου για
δημοσίευση. Φυσικά, δεν παραλείπω να τονίσω πόσον αληθινά τραγικό, θεωρώ, τι
ειρωνεία της τύχης, το γεγονός ότι εγώ, ένας τύπος τόσον ακατάστατος,
επιπόλαιος και ριψοκίνδυνος βγήκα ζωντανός από αυτή την κόλαση, και ο Νίκος,
προφυλακτικός και μεθοδικός στο έπακρο, να πεθάνει έτσι απροσδόκητα, έτσι
πρόωρα, και, αδικαιολόγητα θα έλεγε κανείς…
Ο Νίκος, στα γράμματά μου απέναντί του,
είχε κρατήσει πλήθος διορθώσεις, αφαιρέσεις, προσθέσεις, και ένα δύο ποιήματά
μου, ώστε, μπορώ άφοβα να πώ ότι η έκδοση αυτή των ποιημάτων μου δεν είναι
τελική. Όμως, απεφάσισα να τα εκδόσω, έστω και έτσι, όπως είναι, σαν ένα είδος
φόρου τιμής σ’ έναν αναντικατάστατο φίλο-και εξίσου αναντικατάστατο λογοτέχνη…
Δύο από τα ποιήματα αυτά, το ένα στο Mozart, και το άλλο στον Beethoven έχουν μια ειδική, περίεργη ιστορία
και επιθυμώ να την αναφέρω. Και τα δύο, γράφτηκαν βιαστικά, «στο πόδι» κατά
παραγγελία, και απ’ ευθείας στ’ αγγλικά, με το μοναδικό σκοπό ν’ απαγγελθούν
από τον ισχυρό σταθμό της Νέας Υόρκης. W.Q.X.R. Απαγγέλθηκαν από τον γνωστότατο,
μόνιμο εκφωνητή της «κλασικής μουσικής» ώρας, τον Bill Watson, κι είχαν τέτοια επιτυχία,
ιδιαίτερα αυτό του Mozart,
πού απαγγέλθηκαν κατ’ επανάληψη και κατά γενικήν απαίτηση, ώσπου στο τέλος,
έγιναν τα φαβορί του σταθμού, πράγμα που ούτε και ήλπιζα, ούτε κάν διανοηθεί,
και υπήρξε εποχή που κάθε βράδυ, ακριβώς, τα μεσάνυχτα, «άνοιγε» το πρόγραμμα
με τις αργές μπατούτες από το Eine Kleine Nacht Musik κι’ από πάνω… Silver
lizards like your sounds now, walk freely upon your lips… Το ποίημά μου-για καλή ή κακή μου
τύχη, δεν ξέρω-είχε γίνει το σήμα κατατεθέν της κλασικής αυτής μουσικής ώρας…
Να
γίνεις γνωστός-σε χιλιάδες μάλιστα ακροατές-με βάση τα χειρότερά σου ποιήματα,
είναι, πρέπει να το ομολογήσω, κάτι πολύ-πολύ περίεργο, αν όχι τίποτα άλλο. Ο
εκφωνητής-με έκδηλη συγκίνηση στη φωνή-επέμενε, αδιαλείπτως να μεταδίδει… “… from the Greek by Nikos Spanias…” και πολλοί, ας πούμε, θαυμαστές
μου, ζητούσαν να διαβάσουν το πρωτότυπο!!! Μιάς τόσο θαυμάσιας μετάφρασης. Το
παιχνίδι-άθελά μου-συνεχίστηκε, έτσι που πια αναγκάσθηκα να μεταφράσω το ποίημά
μου και να παρουσιάσω τη μετάφραση (που ήταν και πρωτότυπο μαζύ μια και την
είχα κάνει εγώ) σαν πρωτότυπο… Τι τραγέλαφος, θεέ μου! Άς είναι.
Μετάφραση και πρωτότυπο, το γεγονός είναι
πως τα δύο ποιήματα αυτά τα βρίσκω τα πιο εύκολα, τρωτά και αδέξια της όλης
συλλογής και ασφαλώς θα τα είχα παραλείψει-μεγαλοπρεπώς-αν δεν είχαν αυτή την success de scandal…Αυτά είναι της τέχνης τα
ευτράπελα, τα παράξενα, και δεν θα παραξενευτώ καθόλου, αν άλλα ποιήματα που με
τυράννησαν μέρες, εβδομάδες και μήνες, σαν αυτό που αφιερώνω στο Ν. Καχτίτση ή
σαν αυτό πού αφιερώνω στο νέο και εκλεκτό διανοούμενο Σάκη Παπαδημητρίου,
περάσουν εντελώς απαρατήρητα…. Για τιμωρία μου, και παραδειγματισμό μου ίσως,
επειδή δεν φάνηκα απόλυτα συνεπής στο κοινό…
ΝΙΚΟΣ ΣΠΑΝΙΑΣ.
Στην
τελευταία σελίδα της συλλογής και κάτω από τον τίτλο ΘΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΟΥΝ ΣΥΝΤΟΜΑ,
αναφέρονται οι τίτλοι που αναγράφονται και στην πρώτη συλλογή που παρέθεσα
συμπληρωμένη η λίστα και με τους εξής ακόμα τίτλους:
Σελίδες ελεύθερης Ανάπλασης από την Γαλλική
Επανάσταση
Ο θάνατος του Δαντόν- Δράμα (μετάφραση από τα
Γερμανικά του G.
Buchner).
ΕΙΜΑΙ 33 ΧΡΟΝΩ ΚΑΙ ΔΗ ΞΕΒΡΑΚΩΤΟΣ του Camile Desmoulins).
GREEK POETS OF
RESISTANCE (An Anthology)- M. Anagnostakis, Y. Dallas, J. Depountis, K. Kyrou,
M. Katsaros, P. Thassitis and Th. Fotiadis.
γ)
Η συλλογή ΦΟΡΟΣ ΤΙΜΗΣ ΣΤΟΝ GIORGIO
DE
CHIRICO περιλαμβάνει
τα εξής ποιήματα:
ΠΡΟΑΝΑΚΡΟΥΣΜΑ
Στον Χρήστο Τσιάμη
ΕΡΩΤΟΜΑΝΕΣΤΑΤΟΣ
Ο ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΛΑΕΡΤΗ Στον Μάκη Πανώριο
ΣΧΕΔΟΝ ΥΣΤΕΡΙΑ
ΦΕΡΤΕ ΜΟΥ ΜΠΟΛΙΚΟ ΧΑΡΤΙ
ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΑΓΡΕΣΙΑ
ΣΗΜΑΤΑ ΘΥΜΟΦΘΟΡΑ
CAVEAT
Ο ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ Ι,
Ο ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΦΙΛΟΣΟΦΟΥ ΙΙ
Η ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ ΤΟΥ ΦΙΛΟΣΟΦΟΥ ΙΙΙ
W. H. AUDEN (In
Memoriam)
ΗΠΙΟ ΜΕΣΗΜΕΡΙ
ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ ΦΙΛΟΥ
Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ
ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Ο ΚΡΑΔΑΝΤΗΡΑΣ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ
ΕΠΙΣΤΑΘΜΙΑ ΜΟΥΣΩΝ
Η ΑΜΟΙΒΗ ΤΟΥ ΜΑΝΤΗ
ΤΟ ΑΛΟΓΟ
Η ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ
ΚΤΗΝΗ ΠΕΡΙΠΑΤΗΤΙΚΑ
KNABENLIEBE
ΣΧΕΔΙΟ
APERTIS
CORTIBUS
ΤΕΣΣΕΡΑ ΜΙΚΡΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, ΙΙΙΙ
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
LES MAREES
IMMENSES DE L’ AMOUR
Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ
ΑΙΝΙΓΜΑΤΑ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ
ΘΕΡΜΟΠΥΛΕΣ
ΠΕΡΙ ΛΥΧΝΩΝ ΑΦΑΣ
Ο ΕΚΤΟΡΑΣ ΚΙ Ο ΠΟΔΑΓΡΟΣ (Τ’ ΑΛΟΓΟ ΤΟΥ)
δ)
Το ποιητικό ανθολόγιο που συνέταξε ο
Νίκος Σπάνιας, ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΑΠΟ
ΤΟΝ ΙΣΠΑΝΙΚΟ ΕΜΦΥΛΙΟ ΠΟΛΕΜΟ,
περιλαμβάνει εκτός της εισαγωγής του ποιητή και μεταφραστή σελίδες 7-27 τους
εξής ποιητές:
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ/ ANTONIO MACHADO/ W. H. AUDEN/ PABLO NERUDA/ PAULL ELUARD/ PIERRE JEAN
JOUVE/ MIKHAIL ARKADYEVICH SVETLON/ CESAR VALLEJO/ JESE RAMON HEREDIA/ ARTURO
SERRANO PLAJA/ LUIS CARDOZA Y ARAGON/ ARCHIBALD MACLEISH/
LULES
SUPERVIELLE/ LUIS CERNUDA/ BLAS DE OTERO/ PAULL CELAN/ MIGUEL HERNANDEZ/ RAFAEL ALBERTI.
ε)
Το βιβλίο με τις ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ 1941-1971,
που εκδόθηκε στην Νέα Υόρκη το 1972 του ποιητή και μεταφραστή Νίκου Σπάνια
περιλαμβάνει εκτός από τον ΠΡΟΛΟΓΟ του μεταφραστή σελίδες VII-XIX και τους κάτωθι
ποιητές:
ΠΡΟΛΟΓΟΣ/ HOLDERLIN/ PAUL VALERY/ CHARLES BAUDELAIRE/ STEPHANE MALLARME/ GIACOMO
LEOPARDI/ PIERRE-JEAN-JOUVE/ PABLO NERUDA/ FEDERICO GARCIA LORCA/ PAUL ELUARD/ GUILLAUME
APOLLINAIRE/ JUAN RAMON JIMENEZ/ STEPHEN SPENDER/ D. H. LAWRENCE/ HENRI MICHAUX/
EZRA POUND /
JORGE GUILLEN/ WALT
WHITMAN/ BLAISE CENDRARS/ JORGE CARRERA ANDRADE/ ARCHIBALD MACLEISH /
EDUARDO CARRANZA/
VLADIMIR MAYAKOVSKY/ CESAR VALLEJO/ PAUL CELAN/ ARTHUR RIMBAUD/ STEPHEN SPENDER/
GUISEPPE UNGARETTI/ ALAIN BOSQUET/ ΜΙΧΑΗΛ ΑΓΓΕΛΟΥ/ BYRON/ RUPERT BROOKE/ KARL SHAPIRO/ F. G. LORCA/ ZBIGNEW
HERBERT/ ANTONIO MACHADO/ MIROSLAV HOLUB/ ΣΤΡΑΤΩΝ/ ΠΑΛΛΑΔΑΣ/ ΠΛΑΤΩΝ/ ΒΙΑΝΩΡ/ ΜΑΡΚΟΣ ΑΡΓΕΝΤΑΡΙΟΣ/ STEPHEN SPENDER/ ANDRE BRETON/ JORGE LUIS BORGES/ ZBIGNEW
HERBERT/ RAFAEL ALBERTI/ PABLO NERUDA/ ALAIN BOSQUET/ ARCHIBALD MAC LEICH/
T. S. ELIOT/ EDGAR
LEE MASTERS/ PAUL VALERY/ HENRI MICHAUX/ PABLO NERUDA/ ΚΑΤΟΥΛΛΟΣ/ T. S. ELIOT/ LEON-PAUL FARGUE/ SALVATORE QUASSIMODO/
CARL SANDBURG/ LOUIS MACNEICE/ NICANOR PARRA.
Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου υπάρχει ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ
ΕΚΔΟΤΗ και αναφέρονται τα κάτωθι:
«Ο Νίκος Σπάνιας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1924 από
γονείς Ζακυνθίους. Μικρός σπούδασε μουσική και ξένες γλώσσες. Τέλειωσε το
Γυμνάσιο του Πειραιά, κι ύστερα παρακολούθησε μαθήματα για δυό-τρία χρόνια στην
Ανωτάτη Εμπορική χωρίς ποτέ να πάρει το πτυχίο του. Πρωτοπαρουσιάστηκε στα
γράμματα με τη μετάφραση του δράματος του T. Williams: «Ο Γυάλινος Κόσμος».
Με υποτροφία από την Αμερικανική Κυβέρνηση φοίτησε στο Πανεπιστήμιο του Ohio και
αρίστευσε ανάμεσα 1250 ξένων και Αμερικανών συναδέλφων του στη «Σύγχρονη
Αμερικανική Λογοτεχνία». Επίσης αποφοίτησε από την American Academy of Dramatic Arts της
Νέας Υόρκης. Ο ίδιος, λίγη σημασία δίνει στους επίσημους αυτούς τίτλους σπουδών
και λίγο, πράγματι, τους χρησιμοποίησε υπό την επίσημη ιδιότητά τους.
Απεναντίας έδωσε μεγάλη σημασία σε μια σειρά από ελεύθερα
επαγγέλματα-Δημοσιογράφος, Μεταφραστής, Ταμίας, Μπάρμαν, Σοφέρ, Πλασιέ,
Σκηνοθέτης- με τα οποία «τρίφτηκε» στη σύγχρονη αμερικάνικη ζωή και που
στάθηκαν η μόνη αφορμή να γράψει τα πρωτότυπα ποιήματά του της 3ης
Λεωφόρου… Έχει ανεβάσει πολλά θεατρικά έργα-μερικά σε δική του διασκευή-και
πιστεύει ειλικρινά πως στη ζωή του είχε περισσότερες αποτυχίες παρά επιτυχίες.
Σύντομα
θα κυκλοφορήσει το θεατρικό του έργο: «Είμαι 33 χρονώ και δη ξυπόλυτος σαν το
Χριστό» γύρω από τη δράση και το θάνατο του Camille Desmoulins στο
πλαίσιο της Γαλλικής Επανάστασης. Τελευταία, η υγεία του έχει κλονιστεί
σοβαρά-κι’ ίσως ανεπανόρθωτα-από την κατάχρηση ναρκωτικών….
Τα
ναρκωτικά-κυρίως ηρωϊνη- τα πήρε για να εξουδετερώση αυτήν την difficulte d’ etre…Ισχυρίζεται πως η επίδρασή της
είναι ευεργετική και οι τυχόν δυσκολίες και συγκρούσεις οφείλονταν στην
ισχύουσα νομοθεσία. Ο Ν. Σ. περιγράφει στο 4C (το
αριθμόγραμμα του διαμερίσματός του στο Ισπανικό Χάρλεμ), ένα είδος προσωπικό
ημερολόγιο, τη βίαιη εκρηκτική, και πολυποίκιλη ζωή του ανάμεσα σε
ναρκομανείς….».
στ)
Ο Νίκος Σπάνιας μετά τον Πρόλογο σ.9-25, που προτάσσει στα ΠΟΙΗΜΑΤΑ του ΓΚΙΓΙΩΜ ΑΠΟΛΛΙΝΑΙΡ, μεταφράζει τα εξής ποιήματα του
γάλλου ποιητή:
ΠΡΟΛΟΓΟΣ/ΚΡΟΚΟΙ/ ΠΟΙΗΜΑ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΟ ΣΤΟ ΓΑΜΟ ΤΟΥ ANDRE SALMON, 13 ΙΟΥΛΙΟΥ 1909/ ΛΟΦΟΙ/
ΤΟΜΕΑΡΧΗΣ/ΠΟΛΕΜΟΣ/ ΠΟΛΕΜΟΥ ΘΑΥΜΑΤΑ/ΠΑΝΤΑ/ ΩΚΕΑΝΟΣ ΞΗΡΑΣ/
ΣΚΟΠΟΣ/ ΑΛΟΓΑ ΔΙΑΖΩΜΑΤΟΣ/
Η ΟΜΟΡΦΗ ΚΟΚΚΙΝΟΜΑΛΛΟΥΣΑ/ΔΕΣΜΟΙ/ ΕΙΧΑ ΤΟ ΚΟΥΡΑΓΙΟ/ ΖΩΝΗ/
Ο ΤΑΞΙΔΙΩΤΗΣ/ ΛΕΥΚΟ ΧΙΟΝΙ/
ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ ΤΟΥ ΡΗΝΟΥ/ ΑΓΑΠΗ ΑΠΑΞΙΩΤΙΚΗ ΚΙ ΕΛΠΙΔΑ
ζ)
Το έργο ΚΟΡΥΝΤΟΝ (CORYDON) του Andre Gide,
που προλογίζει και μεταφράζει ο ποιητής και μεταφραστής Νίκος Σπάνιας Νέα
Υόρκη, Σεπτέμβριος 1965, αποτελείται από Τέσσερεις Διαλόγους.
- Στην Εισαγωγή στη Νεοελληνική Φιλολογία, του
Παναγιώτη Δ. Μαστροδημήτρη, Στις Ανθολογίες και στο κεφάλαιο Η ΕΚΔΟΤΙΚΗ,
αναφέρεται η Ανθολογία του Νίκου Σπάνια: Resistance, Exile
and
Love.
An Anthology of
Post-war Greece Poetry. Translated and Edited by Nikos Spanias. New
York
1977.
-Από την πολύτομη ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ
του ιστορικού Αλέξανδρου Αργυρίου, τόμος Δ΄,
σ. 202, αντλούμε τα εξής. Ο ιστορικός και
κριτικός Αλέξανδρος Αργυρίου αποδελτιώνοντας το περιοδικό Ελεύθερα Γράμματα τχ. 64, αναφέρει ότι ο ποιητής Νικηφόρος
Βρεττάκος κρίνει το 1ο τεύχος του περιοδικού Θεμέλιο από το οποίο ξεπήδησαν μια μικρή ομάδα λογοτεχνών της
Αριστεράς, μεταξύ των οποίων και ο Νίκος Σπάνιας. Στην σελίδα 234 για την ολιγόζωη έκδοση του
περιοδικού Θεμέλιο 1/5,6, 1947 και Θεμέλιο 2/9, 1947 μεταξύ άλλων νέων
συγγραφέων αναφέρεται και ο Νίκος Σπάνιας με το αφήγημα «Ο αποσπασματάρχης». Στην σελίδα 296 αποδελτιώνεται το περιοδικό Ελεύθερα
Γράμματα στο τχ. 8/15-2-1948, ο Ν. Σπάνιας μεταφράζει το ποίημα «Στοχάζομαι αδιάκοπα» του St.
Spender. (υπάρχει και ένα
μικρό λαθάκι στο όνομα του Σπάνια, αναγράφεται Μ. Σπάνιας). Στην σελίδα 315 ο Αργυρίου αποδελτιώνει το
περιοδικό Ποιητική Τέχνη του Φρίξου
Ηλιάδη, στο τεύχος 17/15-10-1948 ο Ν. Σπάνιας μεταφράζει τη νουβέλα «Ο φλεγόμενος κάκτος» του St. Spenser,
σ. 273-279. Ενώ στο τεύχος 19/15-11 δες
σελ. 319, ο Νίκος Σπάνιας μεταφράζει το «Ένα
τραγούδι για τον Συμεών» του άγγλου νομπελίστα ποιητή Tomas Stern Eliot σ.380-381.
Στο τεύχος 21/15-12- του ίδιου περιοδικού ο Σπάνιας μεταφράζει το διήγημα «Το καναρίνι» της Κάθριν Μάνσφηλντ
σ.521-524, βλέπε Αργυρίου σ. 321.
-Στην ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ του
ιστορικού Αλέξανδρου Αργυρίου, στην σ. 110, τόμος Ε΄, αναφέρεται μεταξύ άλλων: «Το 1952 εκδίδεται στον Βόλο το
περιοδικό Εποχή. Κυκλοφόρησαν τρία
τεύχη υπό την αφανή διεύθυνση του Λεφτέρη Ραφτόπουλου, καλώς ενημερωμένου στα
πράγματα». Ανάμεσα στους συνεργάτες είναι και ο Νίκος Σπάνιας που μεταφράζει Edgar Lee Masters, R. Brooke.
-Στην ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ του
ιστορικού Αλέξανδρου Αργυρίου στην σελ. 137 του ΣΤ΄ τόμου, μεταξύ των
συνεργατών του βραχύβιου πειραιώτικου περιοδικού Θερμοπύλες συναντάμε και τον Ν. Σπάνια, ο οποίος υπογράφει το
κείμενο «Ο Λήρ του Σαίξπηρ από τον Όρσον
Ουέλλες».
-Στην ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ του
ιστορικού Αλέξανδρου Αργυρίου τόμος Ζ΄
στην σελ. 210 έως 215 εξετάζεται το ποιητικό και μεταφραστικό έργο του Ν.
Σπάνια, στην δε σελίδα 310, ο αναφέρει τον Νίκο Σπάνια ως βιβλιοκριτικό της
ποιητικής συλλογής «Ο άρτος του Ρεμπώ»
(1963) του ποιητή Κώστα Ροδαράκη.
- Τέλος, στον τελευταίο τόμο Η΄ της ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ του Αλέξανδρου Αργυρίου,
ο Νίκος Σπάνιας αναφέρεται στην σελίδα ως ένας από τους κριτικούς του
διηγηματογράφου Νίκου Καχτίτση σ.
231 και στη σελίδα 243 το έτος 1973 αναφέρει τα εξής: «Για τον Ελληνοαμερικανό
Θεοδόση Άθα (γεν. 1936) δεν ξέρω παρά
όσα γράφει ο Νίκος Σπάνιας στο βιβλίο του 5 μνημόσυνα (1. Θεοδόσης Άθας, 2. Λόρδος
Βύρων, 3. W.
H.
Auden,
4. Νίκος Καχτίτσης, 5. Carl
Sandburg)
(Νέα Υόρκη, 1974 σ.3-16).
-Στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΡΑΪΝΕΡ ΜΑΡΙΑ ΡΙΛΚΕ του Λάμπρου Μυγδάλη, εκδόσεις
ΔΙΑΓΩΝΙΟΥ-ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Αριθμός 34/1978, σ.54, στις σελίδες 38 και 47, στα
Νούμερα 145 και 48, αντλούμε την εξής πληροφορία: Στις ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ Νούμερο 145: Το
τραγούδι του έρωτα και του θανάτου του σημαιοφόρου Χριστοφόρου Ρίλκε, μετάφραση
Νίκος Σπάνιας. Αθήνα: Ζαρβάνος 1963, σσ. 71 (Ηνίοχος αρ. 1) Κείμενο
και μετάφραση του πεζοτράγουδου Die
Weise
von
Liebe
und
Tod
des
Cornets
Christoph
Rilke
με
εισαγωγικό σημείωμα του μεταφραστή. Και στις ΜΕΛΕΤΕΣ-ΚΡΙΣΕΙΣ-ΠΛΡΟΦΟΡΙΕΣ σελίδα
47, Νούμερο 48: Νίκος Σπάνιας: (Εισαγωγικό σημείωμα). Βλέπε Rainer Maria Rilke, Το τραγούδι του έρωτα και του
θανάτου του σημαιοφόρου Χριστόφορου Ρίλκε, μετάφραση Νίκος Σπάνιας,
Αθήνα-Ζαρβάνος 1963, σ. σ. 71 (Ηνίοχος αρ. 1)
-Το 1985 στην ΑΘΗΝΑ από την ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ εκδίδεται το βιβλίο του Θανάση Παπαθανασόπουλου, EZRA POUND ΕΛΛΗΝΙΚΗ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1935-1993, σελίδες 47, στα λήμματα με Νούμερο 25, 26, 27, 28, 32,
36, 48, 94, 96, 152, αναφέρονται οι μεταφράσεις ποιημάτων του αμερικανού ποιητή
Έζρα Πάουντ από τον Νίκου Σπάνια.
Κατά σειρά λήμματος αντλούμε τις εξής πληροφορίες:
Νούμερο 25. Βιλανέλλα. Ψυχολογική ώρα. Θρήνος της
εμπροσθοφυλακής. Σ’ ένα λεωφορείο του Λονδίνου, μετ. Νίκος Σπάνιας. Περιοδικό «Μορφές», Θεσσαλονίκη αρ. 66-67,
Μάρτιος-Απρίλιος 1952, σ.78-80.
Νούμερο 26 Χορευτική εικόνα, μετάφραση Νίκος
Σπάνιας. Περιοδικό «Τα Νέα Ελληνικά»,
αριθμός 4, Απρίλιος 1952, σ.276. Νούμερο 27 Και ούτω εν Νινευή. Η επιστροφή.
Νυχτερινή λιτανεία, μετάφραση Νίκος Σπάνιας. Περιοδικό «Μορφές» Θεσσαλονίκη αριθμός 68, Μάϊος 1953, σ.114-116.
Νούμερο 28 Χορευτική εικόνα, μετάφραση Νίκος
Σπάνιας. «Εγκυκλοπαίδεια της σύγχρονης
λογοτεχνίας» Αθήνα, έκδοση «Ημέρας», τόμος 3ος , σ. 746-747.
Νούμερο 32/94 Ed eram in uno, ed uno in
due. Χωρισμός
φίλου. Francesca.
Περαιτέρω οδηγίες, μετάφραση Νίκος Σπάνιας. Περιοδικό «Κυπριακά Γράμματα», Λευκωσία, αριθμός 242, Αύγουστος 1955, σ.
348-349. Με δοκίμιο για τον ποιητή σ.342-348
Νούμερο 36 Ed eram in uno ed uno in due, μετάφραση Νίκος Σπάνιας. Περιοδικό «Σερραϊκά Γράμματα», Σέρρες, αριθμός 23-24, 1958, σ.350.
Νούμερο 48 Ο
θρήνος της εμπροσθοφυλακής, μετάφραση Νίκος Σπάνιας. Βλέπε Νίκου Σπάνια,
Μεταφράσεις 1941-1971, Νέα Υόρκη, 1972, σ. 15.
Νούμερο 96 Ernest Heminway: Φόρος τιμής στον
Έζρα, μετάφραση Νίκος Σπάνιας. Περιοδικό «Καινούργια
Εποχή», Φθινόπωρο 1961, σελ. 62-64.
Νούμερο 152 Νίκος Σπάνιας: Ezra Pound, Ripostes Lustra Cathay (μετάφραση
Τάσος Κόρφης). Εφημερίδα «Εθνικός
Κήρυκας» Νέας Υόρκης, 9.8.1981, σ.6. Αφορά τα Ποιήματα, μετάφραση Τάσου
Κόρφη.
Γυάλινος
κόσμος (1946)
Έτος: 1946
Θεατρικός τίτλος: Γυάλινος κόσμος (The glass menagerie)
Είδος: Δράμα
Θέατρο: Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν
Θίασος: Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν
Περίοδοι παραστάσεων: 1946-1947
Τόπος: Αθήνα
Σκηνοθεσία Κάρολος Κουν
Συγγραφέας: Tennessee Williams
Μετάφραση: Νίκος Σπάνιας
Σενάριο:
Σκηνικά: Γιάννης Στεφανέλλης
Κοστούμια:
Φωτισμοί:
Μουσική σύνθεση: Μάνος Χατζιδάκις
Ηθοποιοί: Έλλη Λαμπέτη (Laura Wingfield) , Κάρολος Κουν (Jim O’Connor, διπλή διανομή)
, Δημήτρης Χατζημάρκος (Jim O’Connor, διπλή
διανομή) , Μαρία Γιαννακοπούλου (Amanda Wingfield)
, Λυκούργος Καλλέργης (Tom Wingfield)
Γιώργος
Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς,
Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2019
ΥΓ.
Α΄
μέρος του σημειώματος για τον Νίκο Σπάνια. Στο δεύτερο θα ακολουθήσουν οι μεταφράσεις
του και κείμενα για το έργο του.