ΠΟΙΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΗΛΙΑ
ΤΟΥ ΤΑΣΟΥ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗ
Μέσα σ’ αυτή
την δίνη των δύσκολων καθημερινών καταστάσεων, αχαρακτήριστων συμβάντων,
(δολοφονίες γυναικών, κάψιμο βιβλίων, ηλεκτρονικό φωτογραφικό μπούλινγκ) και
μιας πανδημίας η οποία το μόνο που αφήνει πίσω της είναι μια εκατόμβη νεκρών
και άλλων προβλημάτων υγείας, 130 ΝΕΚΡΟΙ σε μία μέρα, είναι μεγάλο το τίμημα
για όλους μας. Είθε οι ιθύνοντες και εμείς οι απλοί καθημερινοί πολίτες να
δούμε κατάματα το υγειονομικό αυτό πρόβλημα που μας έτυχε και να γίνουμε
περισσότερο υπεύθυνοι πολίτες και προσεκτικοί. Αναμένοντας την σειρά μας για την τρίτη δόση
εμβολιασμού, σκέφτηκα να αντιγράψω ορισμένα ποιήματα που έχουν γραφεί από
έλληνες ποιητές για τα Χριστούγεννα. Σαν ένας μικρός ποιητικός προεορτασμός στα Χριστούγεννα που πλησιάζουν.
Τα ποιήματα που έχουν συντεθεί είναι δεκάδες, ίσως όχι όσα έχουν γραφεί για την
περίοδο του Πάσχα ή το μικρό Πάσχα του Καλοκαιριού, τον Δεκαπενταύγουστο.
Περιόρισα το αναγνωστικό μου βλέμμα ανάμεσα στον ποιητή Μίλτο Σαχτούρη και τον ποιητή
Τάσο Λειβαδίτη. Μια εκ νέου ευκαιρία να ξαναδιαβάσουμε το έργο τους. Ο κύβος
έπεσε στον τρυφερό και αγαπημένο Τάσο Λειβαδίτη. Εξάλλου, του χρόνου, 2022 με
την συμπλήρωση 100 χρόνων από την γέννηση του ποιητή της Α’ Μεταπολεμικής
Γενιάς Τ. Λειβαδίτη
(20/4/1922-30/10/1988) διαισθάνομαι ότι θα γραφούν αξιοσημείωτες εργασίες, θα
διαβάσουμε καλογραμμένα άρθρα και
δημοσιεύσεις, θα ακούσουμε πρωτότυπες ανακοινώσεις και ομιλίες από
πανεπιστημιακούς και άλλους ειδικούς και κριτικούς για έναν ποιητή, στιχουργό
και κριτικό λογοτεχνίας που άφησε τα αγωνιστικά και ποιητικά του ίχνη στις
συνειδήσεις των πνευματικών ατόμων της γενιάς του και όχι μόνο. Ενός σεμνού
ατόμου των ελληνικών γραμμάτων, του ποιητικού λόγου, ουσιαστικά αριστερού και
δημοκράτη-μιας άλλης εποχής- του οποίου το έργο εξέφρασε βιώματα ελλήνων σχεδόν
ξένα σε εμάς σήμερα. Ο Τάσος Λειβαδίτης αγαπήθηκε και προπάντων τραγουδήθηκε,
και δικαίως, (παρ’ ότι δεν τιμήθηκε όσο του άξιζε), ιδιαίτερα ορισμένα
τραγούδια του τα οποία μελοποιήθηκαν από τον Μίκη Θεοδωράκη. Στίχοι που σε
γεμίζουν αγαλλίαση, χαροποιό διάθεση, σε ψυχαγωγούν αληθινά. Εκφράζουν μια λαϊκή ψυχική ανακούφιση, τραγουδιστική
ευθυμία ποιότητας, έκφραση πόνου λαϊκού ανθρώπου, στεναγμού, τραγουδιού παρηγοριάς τα της ζωής βάσανα και σκοτούρες, την μαύρη μοίρα της φτωχολογιάς ελλήνων
και ελληνίδων. Οι στίχοι του τραγουδήθηκαν και τραγουδιούνται ακόμα από
διαφορετικής ηλικίας άτομα. Πρόσωπα διαφορετικών μουσικών ακουσμάτων που ίσως,
και να μην γνωρίζουν οι νέες γενιές, ποιος έγραψε αυτά τα θεσπέσια άσματα που
βρίσκονται στα χείλη τους. Όποιο ανθρώπινο ηχείο και να τα τραγουδήσει, όποια
φωνή και αν τα πει, η ποιότητά τους είναι μεγάλη, αληθινή, ψυχολυτρωτική. (όπως
και ορισμένα από τα τραγούδια του ποιητή Δημήτρη Χριστοδούλου, του Μάνου Ελευθερίου
κ. ά.). Από την άλλη, το ποιητικό του
έργο είναι πολυστρωματικό και πολύχρωμα ανθρωπιστικό, πανανθρώπινης αγωνιστικής
εμβέλειας. Υπάρχει συγκεντρωμένο σε τρεις τόμους, εκδόθηκαν από τις εκδόσεις
Κέδρος. Τόμος πρώτος 1950-1966,
Κέδρος 1985, σ.471, δρχ.2000. (μέρος πρώτο ποιήματα και συλλογές 1950-1956.
Μέρος δεύτερο 1957-1966). Τόμος δεύτερος
1972-1977, Κέδρος 1987, σ.384, δρχ. 2000. Τόμος
τρίτος 1979-1987, Κέδρος 1988, σ. 424, δρχ.2000. Και οι τρεις τόμοι
επανεκδόθηκαν από τον εκδοτικό οίκο αρκετές φορές.
Αναλυτικά και
χρονολογικά οι ποιητικές του συλλογές και τα βιβλία είναι:
«Μάχη στην άκρη της
νύχτας» (1952)./ «Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας» (1952) /β΄ 1960./ «Φυσάει
στα σταυροδρόμια του κόσμου» (1953)/ β΄(1955), γ΄(1960). (Α΄ βραβείο Ποίησης στο
Φεστιβάλ Βαρσοβίας)./«Ο άνθρωπος με το ταμπούρλο» (1956)./ «Συμφωνία αρ. 1»
(1957). (Α΄ βραβείο Ποίησης Δήμου Αθηνών)./ «Οι γυναίκες με τ’ αλογίσια μάτια»
(1958)./ «Καντάτα» (1960)/ β΄(1960). /«25η Ραψωδία της Οδύσσειας»
(1963)./ «Ποίηση (1952-1963)", (1965)./ «Οι Τελευταίοι» (1966)/Κέδρος (1978)./
«Το Εκκρεμές» (διηγήματα) (1966), β΄ Κέδρος (1978), ε΄(1999)./ «Νυχτερινός
Επισκέπτης και άλλα ποιήματα», Αφών Τολίδη (1972)./ «Σκοτεινή πράξη» (1974)./
«Οι τρείς» (1975)./ «Ο Διάβολος με το κηροπήγιο», Κέδρος (1975)/β΄1978. /«Βιολί
για μονόχειρα» (1976). (Δεύτερο Κρατικό βραβείο Ποίησης (1977)./ «Ανακάλυψη»
(1978)./«Το Εκκρεμές», (Διηγήματα), 1966/β΄Κέδρος 1978/«Ποιήματα» (1958-1963)
(1978)./«Εγχειρίδιο Ευθανασίας» (Κρατικό Βραβείο) (1979)./«Ο Τυφλός με τον Λύχνο»,
Κέδρος (1983)./«Βιολέτες για μια εποχή», Κέδρος (1985)./«Μικρό Βιβλίο για
Μεγάλα Όνειρα» , Κέδρος (1987)./«Τα χειρόγραφα του φθινοπώρου», Κέδρος (1990)/
-«Έλληνες Ποιητές» Πρόλογος Τίτος Πατρίκιος. Επίλογος
Θανάσης Θ. Νιάρχος, Καστανιώτη 2005 Σειρά: Σκέψη, Χρόνος και Δημιουργοί.
(Διεύθυνση Θ. Θ. Νιάρχος.
-«Μεγάλοι Ρώσοι Συγγραφείς»-Ντοστογιέφσκι, Τολστόι,
Πάστερνακ, Λέρμοντοφ. Συνοπτική απόδοση των αριστουργημάτων τους από τον Τάσο
Λειβαδίτη,. Πρόλογος Γιάννης Μπακογιαννόπουλος, Επίμετρο Θανάσης Θ. Νιάρχος,
Καστανιώτη 2008.
-«Μεγάλες μορφές της λογοτεχνίας. Η ζωή, η εποχή και το έργο
τους". Πρόλογοι Λευτέρης Παπαδόπουλος- Γιώργος Μαρκόπουλος, Σειρά: Σκέψη, Χρόνος
και Δημιουργοί. (Διεύθυνση Θ. Θ. Νιάρχος), Καστανιώτη 2008
-ΤΑΣΟΥ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗ, ΑΠΑΝΘΙΣΜΑ. Επιλογή-Πρόλογος Γιώργος Δουατζής, Κέδρος 1997
-ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ, Συνομιλία με τον Νυχτερινό Επισκέπτη.
Στίχοι-Χειρόγραφα-Κείμενα- Μαρτυρίες. Επιμέλεια: Γιώργος Δουατζής, Κέδρος 2008
-ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ. ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ-ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ-ΑΠΑΓΓΕΛΙΑ. Εισαγωγή:
Γιάννης Κουβαράς. Ανθολόγηση: Γιάννης Κουβαράς-Αλεξάνδρα Μπουφέα. Εκδ.
εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 2014. (στην σειρά Έλληνες Ποιητές)
ΜΕΛΕΤΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ
ΤΟΥ
-ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΥΒΑΡΑΣ, ΣΤΗΝ ΑΝΘΙΣΜΕΝΗ ΜΑΤΑΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ.
Περιδιαβάσεις στην ποίηση του Τάσου Λειβαδίτη. Καστανιώτη 2008
-ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ, Τραγουδάω, όπως τραγουδάει το ποτάμι.
Μελοποιημένοι στίχοι. Πρόλογος Θανάσης Συλιβός. Επιμέλεια έκδοσης: Σπύρος
Αραβανής-Θ. Συλιβός. Μετρονόμος 2008.
-ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ, Η ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΤΑΣΟΥ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗ, Εκάτη
2009
-ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΜΠΕΝΑΤΣΗΣ, Η ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΤΑΣΟΥ
ΛΕΙΒΑΔΙΤΗ. Πρόλογος Ερατοσθένης Γ. Καψωμένος, Επικαιρότητα 1991
-ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΝΟΥΤΣΟΣ, ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ Ο κόσμος της ποίησής
του, Κέδρος 2008
-ΕΛΛΗ ΦΥΛΟΚΥΠΡΟΥ, ΕΝΟΧΟΣ ΜΙΑΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ, η ποιητική
περιπέτεια του Τάσου Λειβαδίτη [ σειρά: Θεωρία- Κριτική], Νεφέλη 2012.
ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ ΠΕΡΙΟΔΙΚΩΝ
-ΔΙΑΒΑΖΩ τεύχος 228/13-12-1989 Τάσος Λειβαδίτης
-Η ΛΕΞΗ τεύχος 130/11,12, 1995 Τάσος Λειβαδίτης
-ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ- της εφημερίδας ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, τεύχος 353/
Παρασκευή 15/4/2005. ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ Ο ποιητής και ο κριτικός.
-ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ τεύχος 140/4,5,6,2008. Αφιέρωμα στον Τάσο
Λειβαδίτη.
-ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ τεύχος 171-172/ Φθινόπωρο 2009.Τάσος Λειβαδίτης
Ένας σύγχρονος ρομαντικός, προσεγγίσεις και επανεκτιμήσεις. [30 συγγραφείς
γράφουν για τον ποιητή και το έργο του].
Στην πολυεπίπεδη
ποιητική του δημιουργία-μαρτυρία διαβάζουμε τον πολιτικό Τάσο Λειβαδίτη,
αναγνωρίζουμε τον αριστερό, αντιστασιακό και εξόριστο ποιητή. Τον ποιητή της
ποίησης «του στρατοπέδου». Επίσης, στις ποιητικές του καταθέσεις συναντάμε υποστρώματα
θρησκευτικής καθαρά πνοής, συμβολισμών και τυπολογίας, θρησκευτικής και
υπαρξιακής αγωνίας. Έχουμε Σύμβολα και Πρόσωπα της Καινής και Παλαιάς Διαθήκης,
θαυμαστά γεγονότα (θαύμα της Κανά), μυθικές προσωπικότητες της Ορθόδοξης
Χριστιανικής Παράδοσης, Βιβλικής Ιστορίας και Λατρείας. Η λέξη παραδείγματος
χάριν Θεός (με ότι πίστης ή απιστίας φορτίο βιωματικής αλήθειας κουβαλούν μέσα
τους τα τέσσερα αυτά γράμματα) επαναλαμβάνεται περισσότερες φορές από όσο
υποψιαζόμαστε στην σύνολη ποιητική του παρουσία. Στον πρώτο τόμο π.χ. την
συναντάμε σχεδόν 30 φορές, τον ίδιο αριθμό και στον δεύτερο. Πάνω από 7 φορές
την λέξη Ιησούς. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης μία, το ίδιο και οι τρείς Μάγοι, ο
Βαραββάς, ο Ιωσήφ, η Μαρία, ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, ο Σίμων ο Κυρηναίος. Ο απόστολος Πέτρος και ο ευαγγελιστής
Ματθαίος επίσης μία, όπως και ο Ιούδας. Ο Λάζαρος τρείς όπως και η λέξη Παλαιά
Διαθήκη. Μία η λέξη Εκκλησία, δεν απουσιάζει και η λέξη Άθεος. Ονόματα και
Πρόσωπα που ανήκουν στην Βιβλική θεολογία και την θρησκευτική σκηνική
δραματουργία και άμεσα ή έμμεσα μπολιάζουν ή προσδιορίζουν τον καθαρό χώρο της
Ποίησης, της ποιητικής έμπνευσης, υπάρχουν ομαλά μέσα στα θέματά του. Εμπλέκονται
αρμονικά, ισορροπημένα, λειτουργικά με τον πολιτικό και αντιστασιακό του λόγο,
με πρόσωπα και σύμβολα της αρχαίας τραγωδίας και ποίησης, τα οποία και αυτά με
την σειρά τους, δεν απουσιάζουν από τα μοτίβα του έργου του. Διαδραματίζουν τον
δικό τους ρόλο. Όπως η Ηλέκτρα, η Αντιγόνη, ο Όμηρος, ο Οδυσσέας, η πόλη της
Τροίας, ο Αίγισθος και ο Αγαμέμνων. Ο Οιδίπους
δύο φορές αναφέρεται, ο Ορέστης τρεις, ο Πυλάδης δύο. Διάσπαρτη ακόμα είναι η ποίησή του με ρήσεις και μότα, ονόματα ελλήνων και ξένων κλασικών
ποιητών. Ο αλεξανδρινός Κωνσταντίνος Π. Καβάφης, ο αμερικανός βάρδος Ουώλτ
Ουίτμαν, ο ισπανός Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, ο ρώσος Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, ο
ελισαβετιανός Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, ο γάλλος Σταντάλ, ο Αρθούρος Ρεμπώ κ. ά. Πρόσωπα της πολιτικής
και της επανάστασης όπως ο ηγέτης της ρώσικης επανάστασης Βλαδιμίρ Ίλιτς Ουλιάνωφ Λένιν, ο Φρίντριχ Έγκελς, ο
αρχαίος ηγέτης της εξέγερσης των σκλάβων Σπάρτακος, η σύγχρονη ισπανίδα
αντιφασίστρια Πασιονάρα, ο θεωρητικός και οικονομολόγος θεμελιωτής του μαρξισμού Κάρλ
Μαρξ, ο πρωθυπουργός της ανεξαρτησίας του Κονγκό που δολοφονήθηκε Πατρ.
Λουλούμπα, ο Μεξικανός επαναστάτης Εμιλιάνο Ζαπάτα, και άλλα ονόματα του παγκόσμιου πνευματικού,
πολιτικού και ιστορικού στερεώματος του προηγούμενου επαναστατικού και
ανατρεπτικού αιώνα, των εξεγέρσεων και των δύο παγκόσμιων πολέμων.
Αναγνωρίζουμε ακόμα ονόματα πόλεων και χωρών. Για την ακρίβεια, δεν
εμπλουτίζουν μόνο το ποιητικό του σκηνικό, δεν αποτελούν μόνο αναπόσπαστο μέρος
του κάδρου της ποιητικής υπόθεσης και εξέλιξης, της οργάνωσης του ποιητικού του
λόγου αλλά είναι λειτουργικοί σταθμοί της Ιστορίας μέσα στον Ποιητικό λόγο. Αν
στα πάμπολλα γνωστά μας ονόματα της ιστορίας, της πολιτικής και της καλλιτεχνίας
προσθέσουμε και τα ονόματα πόλεων ή κρατών, (ΕΣΣΔ, Μεξικό, Κίνα, Γουατεμάλα,
Ισπανία κλπ.) μαχών, συμβόλων ελευθερίας, (Βατερλό, Άγαλμα της Ελευθερίας) θα
μπορούσαμε να γράψουμε ότι όλα αυτά τα της Ιστορίας Πρόσωπα και Σύμβολα,
γεωγραφικά τοπωνυμία, εκφράζουν το ανθρωπιστικό σύμπαν της ποιητικής του φωνής,
εντείνουν τον βαθύ λυρικό αναστεναγμό του, την αυθεντικότητα και ειλικρίνεια
της εσωτερικής του θλίψης, με τονισμούς επαναστατικής διάθεσης. Εμπλουτίζουν
την πηγαιότητα των συναισθημάτων του, φωτίζουν πτυχές της ανέλπιδης διάθεσής
του, τους επιτονισμούς της απαισιοδοξίας
του. Είναι διάσπαρτοι οι χριστιανικοί του συμβολισμοί και οι θρησκευτικές του
εικόνες να επαναλάβουμε, σαν μέρος της Ιστορίας και της Ποίησης ταυτόχρονα.
Ανοίγουν συνομιλία περί της φύσεως του Ανθρώπου, περί Ιστορίας, περί Πολιτικής,
περί Επανάστασης, Δικαιοσύνης. Υπάρχουν συγκλονιστικά υποστρώματα υπαρξιακής
αγωνίας στο έργο του, μιας οντολογίας περί της ανθρώπινης ύπαρξης που δεν
συναντάμε σε πολλούς έλληνες ποιητές της γενιάς τους οι οποίοι προέρχονται ή
ακολουθούν την αριστερή μαρξιστική ιδεολογία. Δεν είναι η κοινωνική σάτιρα του
Κώστα Βάρναλη, η πολιτική «καθαρότητα» του Μανόλη Αναγνωστάκη, η ιδεολογική «παγερότητα»
αρκετών μαρξιστών ποιητών, βλέπε Νίκος Παππάς, Σοφία Μαυροειδή Παπαδάκη. Ο θυσιαστικός διδακτισμός της κομματικής στράτευσης και
προπαγάνδας του Γιάννη Ρίτσου. Το ηρωολόγιο των ποιητών και ποιητριών της
χαμένης επανάστασης. Είναι η διάψευση της ελπίδας και του οράματος που εκφράζει
ο Τάσος Λειβαδίτης. Η αποτυχία των ανθρώπων που θέλησαν να γίνουν οδηγητές της
ιδεολογικής καθαρότητας. Αυτών που η Ιστορία, είχε ήδη προδιαγράψει το μέλλον
της «αποτυχίας» της αποστολής τους. Ίσως και εν αγνοία τους. Δηλαδή τους
χρησιμοποίησε. Οι δέσμιοι του δόγματος του σκληροτράχηλου πατερούλη. Εικόνες
και παραστάσεις, στιγμές και στιγμιότυπα, πλάνα φρίκης του πολέμου και της
κατοχής, της εξορίας, αδιανόητες της ιστορίας πλευρές και καταστάσεις για το
ανθρώπινο είδος, τις αντοχές του. Ακόμα και οι στιγμές ευδαιμονίας της ποίησής
του, είναι αν θα μπορούσαμε να λέγαμε τρομαγμένες, θλιμμένες, τυλιγμένες σε ένα
μωβ φως απόγνωσης. Ισχυρές μνήμες μιας ιστορικής και πολιτικής πραγματικότητας
πυρακτωμένης, εφιαλτικής, σκοτεινής, ακατανόητης των χρόνων της γενιάς του και
της καθόλου ελληνικής πρόσφατης ιστορίας. Παραζαλισμένες θαλπωρές βίου και απορίας
εκφράσεις μεταφέρει ο ποιητικός του λυγμός, καθώς η μνήμη με το βαρύ της φορτίο
εικονογραφεί όχι μόνο την δική του
ατομική περιπέτεια αλλά την Ιστορία του Ελληνικού Λαού. Συναισθηματικές
φορτίσεις μιας οικείας περιρρέουσας ιστορικής ατμόσφαιρας και του φυσικού
διάκοσμου που εξελίσσεται όπως αυτός απεικονίζεται με ένα λόγο ήπιας ευστοχίας,
θλιμμένης πραότητας, σιγαλόφωνης διάθεσης, έμμετρης έκφρασης, παραληρηματικής ή
πεζογραφικής εξομολόγησης. Ένας
ποιητικός λόγος καθόλου πολιτικά κραυγαλέος, υπερβολικός στην ιδεολογική του
πίστη και αναφορά. Εμπεριέχει ότι ουσιαστικό και καίριο συγκρατεί στην διαδρομή
της η μνήμη, μακριά από οποιαδήποτε πολιτική επιτήδευση ή κομματικό διδακτισμό,
διαψεύσημες ιδεολογικές εξιλεώσεις. Αγώνων και αγωνιών που χάθηκαν στην σκόνη
της ευρωπαϊκής ιστορίας. Ένας ποιητικός λόγος ανοιχτός σε διάλογο όχι μόνο με
την Ιστορία του καιρού του αλλά και με την Ιστορία της εποχής μας. Οι
διαψεύσεις και οι ήττες δεν αποτελούν προνόμιο καμιάς ιστορικής σελίδας της περιπέτειας του
χρόνου Μια ποίηση θερμή, υποβλητική, ευαίσθητη, στοχαστική, ανανεωτική,
φιλοσοφική, έτοιμη πάντα να εκφράσει κάθε σκίρτημα του νου, της ψυχής του
πληγωμένου και βασανισμένου ανθρώπου, των ονείρων και ελπίδων του. Μια
ποίηση η οποία δεν συνομιλεί με τον εαυτό της, δεν προβάλει τον εαυτό της στον
καθρέφτη της Ιστορίας ως αντεστραμμένο είδωλο ιδεολογικής δικαίωσης αλλά σαν
αφτιασίδωτη εικόνα των καθόλου ιστορικών και κοινωνικών ανοιχτών πληγών του
ανθρώπου. Βλέπεις ότι είναι ιδιοσυγκρασιακά ερμηνευτική όχι όμως περιπτωσιολογική.
Ο ορυμαγδός και τα ανθρωπιστικά χάσματα των γεγονότων της πολιτικής ιστορίας
που βίωσε αυτός και η γενιά του, μετατράπηκαν σε χαρακτηριστικά ενεργά
ποιητικά κοιτάσματα, σε λυρικές μελωδίες άλλοτε αισιόδοξης άλλοτε λυπητερής
διάθεσης και ατμόσφαιρας χαρμολυπικής. Καθόλου όμως κηρυγματικής ή κραυγαλέας διδακτικής πρόθεσης όπως συμβαίνει
με άλλους ομοϊδεάτες του αγωνιστές. Ένας
λόγος ήρεμος είτε στις βουνοκορφές του είτε στις χαράδρες του. Το ύφος του
σταθερό όχι όμως ευθύγραμμο. Σε πολλές του ποιητικές μονάδες γίνεται σκοτεινός,
ίσως «ακραία» μελαγχολικός, απαισιόδοξος, αλλά δεν γίνεται πεισιθάνατος. Δεν
παίζει με το φαινόμενο του θανάτου το βιώνει με όλους τους πόρους της ύπαρξής
του και τον αποκρυπτογραφεί κωδικοποιώντας τον στο συγγραφικό του έργο. Είναι
ένθερμος πατριώτης αλλά όχι εθνοκάπηλος. Ο ποιητικός του πατριωτισμός δεν
υπερκαλύπτει τον ουσιαστικό ανθρωπισμό του, την φιλανθρωπία του πέρα από την
ποίηση, αγκαλιάζει το φαινόμενο της ζωής, της ύπαρξης. Ο Τάσος Λειβαδίτης όπως
αντιλαμβανόμαστε, διέθεται μια σχετική ποιητική ευχέρεια, κατείχε τι σημαίνει ο
ποιητής να χρησιμοποιεί σωστά τις λέξεις, να υιοθετεί τον εύρυθμο και μουσικό
στίχο, ο οποίος να κατορθώνει σχεδόν πάντα χωρίς κούραση και λαχανιάσματα να
κινητοποιεί μέσα μας κάθε γλυκόπικρο μεθύσι της ζωής. Κάθε αντίλαλο λύτρωσης
πίκρας και πόνου που προέρχεται από τα απλά και καθημερινά. Από την μαγεία της
φύσης, την μυριόπνοη παρουσίαση της που γνωρίζει να καταπραΰνει τα βάσανα της
ζωής, να τιθασεύει τα φαντάσματα της ιστορίας, τους εφιάλτες της ιδεολογίας,
την πεζότητα της πολιτικής. Των κάθε μορφής και είδος διαψεύσεων για τις οποίες
θυσιάστηκαν εκατομμύρια άνθρωποι στην εξέλιξη του χρόνου. Οι ψυχικές του
εξάρσεις και οι της ψυχής του πληγές ενορχηστρώνονται πάντα γύρω από το
πρόβλημα που λέγεται Άνθρωπος και τα προβλήματά του, τα αδιέξοδά του. Συμπονά
τον άνθρωπο πέρα από τον κυνισμό της Ιστορίας, την αδιαφορία της ακατανόητης πολυπλοκότητα της Ζωής, τα
κρυφά θαύματα του Περιβάλλοντος, σε μια ενιαία, διαχρονική ενότητα,
«σταυρωμένη» οντότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Πέρα από την πολιτική και την
επανάσταση, τα σύμβολα και τα πρόσωπά τους, συναντάμε στο έργο του αρκετά του
ποιήματα τα οποία μας μιλούν, μας εκθέτουν την άποψή του το τι σημαίνει για τον
ίδιο Ποίηση, λειτουργία της, σκοπός της, Ποιος ο ρόλος του Ποιητή. Έχουμε
δηλαδή τον ποιητικό του κανόνα εκφρασμένο με ποιητικό τρόπο, μέθοδο, εικόνες.
Κάτι, που συναντάμε και σε πολλούς άλλους ποιητές. Οι θεωρητικές τους απόψεις
ενσωματώνονται μέσα στο ίδιο το ποιητικό σώμα.
Ο Λειβαδίτης, δεν πειραματίζεται συνήθως με νέες τεχνικές
της ποίησης, νοοτροπίες του καιρού του ,δίχως αυτό να σημαίνει ότι απουσιάζουν
από τα ποιήματά του, το υπερρεαλιστικό στοιχείο, ο κόσμος του ονείρου, οι πάμπολλες υπαρξιακές συνδηλώσεις, η
υιοθέτηση πεζογραφικής φόρμας. Όμως ο λόγος του είναι πάντα έμμετρος,
ρυθμικός, διαθέτει εσωτερική μουσικότητα. Έχει σταθερό βηματισμό, δεν συναντάμε
σπασμούς, τομές, χάσματα, κενά, όλα αυτά τα οποία θα ανέκοπταν το λυρικό του
στοιχείο, την αβίαστη ροή του συναισθήματός του. Το μουσικό τέμπο των στίχων
του. Το ποιητικό φορτίο το οποίο φέρει μέσα του κάθε μακροσκελή ή μικρής φόρμας
ποιητική του μονάδα. Οι τίτλοι επίσης των ποιητικών του συνθέσεων και των
ποιητικών του μονάδων δεν είναι τυχαίοι, είναι χαρακτηριστικοί του θέματος που
διαπραγματεύονται, προσδιορίζουν με τον καλύτερο τρόπο την ποιητική σύνθεση, το
σχεδιασμό της. Ενισχύουν την σπουδή του μνημονικού υλικού πάνω στην Ιστορία.
Στίχους ραγισμένους έχουμε, όχι από συγγραφική ατέλεια αλλά από τα μαύρα
σημάδια της βιωμένης Ιστορίας. Από τα ανεπούλωτα βιώματά της. Φωνή λυγμική
ενσωματώνει στους ήχους της όλο το τρέμουλο των βασάνων και της φτωχολογιά του
ανθρώπου. Τους στόχους και τα όνειρά του. Εικόνες ενός κλίματος πικρών
ιστορικών γεύσεων και μνημών. Μυστικές και
φανερές δραματικές πυκνώσεις ζωής και γεγονότων. Ομορφιάς και μιας
αδιόρατης θλιμμένης όχι «καυστικής» ειρωνείας. Οι μηχανισμοί της προσωπικής του
μνήμης λειτουργούν με μεγάλες ταχύτητες
μεταφέροντας συναισθηματικά φορτία ποιητικού μεγαλείου και λεκτικού
λυρισμού που δεν συναντάμε συχνά. Ακόμα και στον ωκεάνιο ποιητικό μεγαλείο του
ποιητή της Ρωμιοσύνης. Η ματιά του είναι ρεαλιστικά τραγική, προσανατολισμένη
στα πλέον ευγενικά αισθήματα της ανθρώπινης φύσης. Ο Τάσος Λειβαδίτης δεν είναι
ο ιδεαλιστής ιδεολογικός εκπρόσωπος της γενιάς του, είναι ο πραγματιστής και
προσγειωμένος τραυματισμένος εκπρόσωπος
της ιστορίας της σύγχρονης μεταπολεμικής Ελλάδας. Είναι η εξουθένωση των
αγωνιστικών ονείρων αλλά όχι η εξάλειψη τους. Η ποίησή του απεικονίζει την
ηρωική πράξη, το ιστορικό συμβάν και όχι τον ήρωα που επιτελεί αυτήν την πράξη.
Δηλαδή, με φωτεινά ή συννεφιασμένα χρώματα εκφράζει την ηρωική πράξη αυτή καθ’
εαυτή του καθόλου ανθρώπου, του συνόλου των πρωταγωνιστών της Ιστορίας ενός
λαού και όχι την ειδική περίπτωση του αγωνιστή ήρωα. Μας μιλά για την ηρωική
και αγωνιστική περιπέτεια του λαού του τα αντιστικτικά και των ηρώων του
ανδραγαθήματα. Αυτών των ανωνύμων καθημερινών ηρώων που θυσιάζονται για το
κοινό καλό. Τον τίμιο του ανθρώπου αγώνα. Τίποτα αντηχητικά παράφωνο δεν έχουμε
στον λόγο του, τίποτα το ψευδές στην γραφή του, το παραποιητικό στην σύλληψή
του, το συναισθηματικά απαθές και μονότονο στις διαδρομές της ποίησής του. Ο
λόγος του είναι μια ήρεμη, νηφάλια, ημερολογιακή εξιστόρηση της ελληνικής
Ιστορίας και αντίστασης. Ένα ποιητικό «δίκτυο» εσωτερικών αγώνων και αγωνιών
του ανθρώπου. Κάθε επαναστατική ικμάδα, κάθε σταγόνα αγώνων ζωής που σταλάζει
πίκρα διαχέεται στους στίχους του, διαποτίζει τις εικόνες του, νοτίζει τους
συμβολισμούς του, υποβάλει την διαβρωτική παρουσία του στα διηγήματά του,
εξακτινώνεται στον ποιητικό του κόσμο που είναι και ο κόσμος της Ιστορίας. Του
ρεαλισμού της Ιστορίας που είναι ταυτόχρονα και ο ρεαλισμός της ποιητικής του
μνήμης. Η Ιστορία δεν αντικαθίσταται από την ποιητική εξιστόρηση, την
συνεχίζει. Την διαπερνά στις συνειδήσεις των μελλοντικών γενεών. Αφτιασίδωτη
μαζί με τα μηνύματά της. Την αίγλη της και τους εφιάλτες της. Τους ηθικούς
δισταγμούς της και τις επιλογές της. Στην ποίηση του Τάσου Λειβαδίτη ο άνθρωπος
δεν είναι μόνο υποκείμενο των παρελθόντων περιπετειών της Ιστορίας αλλά και των
σύγχρονων διαδρομών της Ποιητικής αφήγησης. Υπάρχει μια ενιαία αντίληψη
αντιμετώπισης και ερμηνείας. Μια φιλοσοφικής ατμόσφαιρας -και χριστιανικής
άθεης οντολογίας-, «δι’ ελέου» και αγώνων κάθαρση των συμβάντων και των
ποιητικών αντίστοιχών τους στο καμίνι της ζωής. Μια αντιστοιχία εθελούσιων
θυσιών. Μια πρωτεϊκή δραματικότητα που τροφοδοτεί την Ποίηση η Ιστορία. Είναι ο
αγώνας και όχι το υποκείμενο του αγώνα που δικαιώνεται ή αν θέλετε μέσω αυτού.
Στην αντιγραφή
του ποιήματος «Παραμονή Χριστουγέννων» αποφάσισα να μεταφέρω και ορισμένες
βιβλιοκριτικές οι οποίες γράφτηκαν όταν κυκλοφόρησαν αυτοτελώς οι τρείς τόμοι
με τα Άπαντα του από τον εκδοτικό οίκο Κέδρος. Καθώς και ορισμένες
συμπληρωματικές πληροφορίες , αποδελτιώσεις, χρήσιμες ίσως στους αναγνώστες του
ποιητικού λόγου και της συγγραφικής διαδρομής του Τάσου Λειβαδίτη.
ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ
Παγωνιά
στον ουρανό ένα χρώμα βρώμικης φανέλλας
στεκόμαστε στη γραμμή
όρθιοι
κάποιος χνωτίζει τα νύχια του
κάποιος δαγκώνει τα δάχτυλά του
ένα παιδί με σπυριά δίπλα σου
δε μιλάει
κρυώνει
ένα χαρτάκι κολλημένο στο συρματόπλεγμα
κ’ εκείνο κρυώνει
καθώς μας πλευρίζουν τα καμιόνια
μια μυρουδιά μπενζίνας
οι πόρτες που ξανακλείνουνε
ο λοχαγός έχει δυό μάτια από κατράμι
η φωνή του μές απ’ τις μύτες του σηκωμένου γιακά
ένας-ένας
ακούει τ’ όνομά του
και βγαίνει
αντίο, αντίο
το χώμα τρίζει κάτω απ’ τις αρβύλες
κάποιος σηκώνει το χέρι του
τίποτ’ άλλο
το παιδί με τα σπυριά προχωράει
στη θέση του μένουν δυό χνάρια από αρβύλες
πού σε λίγο θα τα σβήσει η βροχή
ένα χέρι γλυστράει το ρολόϊ του στην παλάμη σου
δε θα μού χρειαστεί, λέει-αντίο
το χαρτάκι κολλημένο στο συρματόπλεγμα
κρυώνει ακόμα.
Ξεκινάνε τα φορτηγά.
Είκοσι άνθρωποι κουβαριασμένοι μές σ’ ένα αντίσκηνο
δε μπορείς να σαλέψεις ούτε τη γλώσσα σου
μα είναι πολλά χέρια να μοιράσεις την πίκρα σου
πολλές οι ανάσες να ξεχνάς τη βροχή.
Έχει αρκετή θέση
για να πεθάνεις.
Θα κουβαλήσουμε κι
απόψε το σακί της νύχτας
θα κολλήσουμε τ’ αποτσίγαρο στη μύτη της αρβύλας μας
θ’ ακουμπήσουμε την καρδιά μας σε μιά διπλανή καρδιά
όπως το βράδυ ακουμπάνε οι κουβέρτες και τα όνειρά μας.
Ελάτε, λοιπόν
όλοι μαζί
να φυσήξουμε αυτό το μικρό καρβουνάκι στη χόβολη της
ελπίδας
τώρα πού η λάμπα μας έσβησε
πού νυστάζει η σκοπιά
και το στρατόπεδο φόρεσε την κουρελιασμένη χλαίνη
της ομίχλης.
Μας ήρθε μ’ ένα χαμόγελο και μιά τραμβαγέρικη πατατούκα.
Του κάναμε τόπο
άπλωσε μιά λινάτσα, την έστρωσε καλά-καλά
και μας κοίταξε.
Φυσούσε το μούτρο του ήταν βλογιοκομμένο σαν ψιχαλισμένος
δρόμος.
Ύστερα βράδιασε και βγάζοντας τα χέρια από τις τσέπες
μάς έδωσε κάτι φτηνές μέντες
πασαλειμμένες χνούδια και καπνό.
Τον πήραν νύχτα, ξαφνικά, και τον σκοτώσουν στο προαύλιο
η πατατούκα του πεταμένη πάνω στο χώμα
μα δάγκωνε σφιχτά στα δόντια το χαμόγελό σου
μή του το πάρουν.
Μή με λες, λοιπόν, σύντροφο
έχω έναν σταχτί ουρανό μέσα μου
κρύβω στην τσέπη μου ένα όνειρο κουρελιασμένο
σφίγγω στα χέρια τ’ άγνωστο όνομά μου
σαν το παιδάκι πού αγκαλιάζει ένα ξύλινο πόδι
ακουμπισμένο σε μιά γωνιά.
Μή με λες, λοιπόν, σύντροφο.
Την ώρα πού οι συντρόφοι μας πεθαίνουνε τραγουδώντας
τήν ώρα πού εσύ ακονίζεις στο μίσος τη σκληρή σου παλάμη
εγώ σε προδίνω
καθώς μέσα στη νύχτα κρυώνω και φοβάμαι τη λησμονιά.
Το ξέρω, ένας σύντροφος πρέπει να ζήσει μιάν άλλη ζωή
και να πεθάνει απλά
όπως κανείς τραβάει την κουβέρτα ως τα μάτια του
κι αποκοιμιέται.
Μά όταν εγώ κι αυτούς εδώ τους στίχους τους γράφω
μήπως μιλήσουν για μένα-όχι, μή με λες σύντροφο.
Είμαι ένα τσαλακωμένο χαρτί πού κόλλησε στην αρβύλα σου
Καθώς
Προχωράς.
Η ασετιλίνη πού σφυρίζει στη γωνιά
ένα σπασμένο παράθυρο φιμωμένο με σκοτάδι.
Η σκεπή του μαγειρείου μπάζει νερά.
Βουίζει μές στις χαραμάδες ο άνεμος.
-Θωμά, πάρε τσιγάρο
και μή σκαλίζεις τα δόντια σου, Θωμά.
Μάταια ψάχνεις για ένα τριματάκι
απ’ το παλιό παιδικό χριστόψωμο.
Βουίζουν τα φλόγιστρα του πετρελαίου. Ο Θωμάς
σφίγγει στα γόνατά του μιά πατάτα
και καθάριζε ήσυχα-ήσυχα. Τ’ άλλο του χέρι είναι κομμένο.
Κοιτάμε με την άκρη του ματιού το σκοπό που μπαίνει
μ’ ένα φύσημα παγωμένου αγέρα. Το σαγόνι του
θα τρέμει πίσω απ’ το χακί κασκόλ.
Σηκώνεις τα γιακά της χλαίνης σου. Χιονίζει.
Μιά πλάκα φωνογράφου στο Διοικητήριο. Πιό μακριά
η σιωπή. Καλή νύχτα, καλά Χριστούγεννα.
Συλλογιέσαι τ’ άστρα πίσω απ’ την καταχνιά
σκέφτεσαι πώς αύριο μπορεί να σε σκοτώσουν.
Μά απόψε αυτή η φωνή είναι μιά τσέπη μάλλινη
χώσε τα χέρια σου.
-Καληνύχτα, Θωμά. Καλά Χριστούγεννα.
Κ’ η καρδιά σου φωτίζεται σαν χριστουγεννιάτικο τζάμι. σελίδες
111-115
Τάσος Λειβαδίτης,
από τη συλλογή ΤΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ. Στον συλλογικό τόμο ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ, ΠΟΙΗΣΗ, τόμος πρώτος 1950-1966, έκδοση τέταρτη,
εκδ. Κέδρος α΄ 1978, Δεκέμβριος 1985. Το σχέδιο του ποιητή έφτιαξε η Βασιλική
Λειβαδίτου. Το εξώφυλλο ο Δημήτρης Δαβίας. Σελίδες 472, δραχμές 2000.
Επίσης:
ΤΑΣΟΥ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗ: «Ποίηση»
Του ΤΑΣΟΥ ΛΙΓΝΑΔΗ,
περιοδικό ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ ΕΠΟΧΗ, τόμος 10ος
νούμερο 37-38/ Άνοιξη- Καλοκαίρι 1965, σ. 241-244
Η «Ποίηση» του
Τάσου Λειβαδίτη καλύπτει το σύνολο της παραγωγής του ποιητή από το 1949. Τα
δεκατρία αυτά χρόνια περιλαμβάνουν την έκταση μιάς συνεχούς λυρικής εκφράσεως
και δικαιολογούν τον όγκο του βιβλίου, που αριθμεί 430 σελίδες και διαιρείται
σε δύο μέρη’ το πρώτο μέρος περιέχει το έργο του χρονικού διαστήματος μεταξύ
των ετών 1949 και 1955 (σελ. 11-193) και το δεύτερο την επταετία 1956-1962
(σελ. 209-430). Παρόλο πού από τον αριθμό των σελίδων διαφαίνεται ότι στον
χωρισμόν αυτόν επρυτάνευσε η αρχή της ισομέρειας (ποσοτική διάκριση), εν
τούτοις γίνεται σαφής η ανάγκη μιάς χρονογραφικής διαστολής και η διαφοροποίηση
του αισθητικού κλίματος (ποιοτική διάκριση). Έτσι, κατ’ ανάγκην, χωριστός για
το κάθε μέρος ο λόγος.
Το πρώτο μέρος
περιλαμβάνει τις συνθέσεις «Μάχη στην άκρη της Νύχτας», «Αυτό το αστέρι είναι
για όλους μας», «Φυσάει στα σταυροδρόμια του Κόσμου», «Τρία ποιήματα» και το
«Παράρτημα» (ανεξάρτητα αυτοτελή ποιήματα) κ. ά. μικρότερες. Είναι η εποχή που
ο ποιητής έκδηλα φανερώνει τα στοιχεία της υποταγής σε ένα μονοκόμματο
επιτακτικό κανόνα κοινωνιστικού λυρισμού, κυρίως στα δύο πρώτα του συνθέματα.
Εδώ πρωταγωνιστεί η εξ αντικειμένου θέση, το γεγονός το ιστορικό της ανθρώπινης
ζωής, το υπερατομικό ερέθισμα, που μένει αδιάφορο και άκαμπτο μπροστά στην
ανάγκη της χημικής μετατροπής του, ώστε να καταξιωθή σε πάθος ψυχής’ να γίνη
δηλαδή τέχνη. ΄Ετσι, το περιεχόμενο εμφανίζεται ψυχρά δεοντολογικό. Η μορφή
ασθμαίνει μέσα στον ασφυκτικό κλοιό των αυστηρών και απαράβατων πλαισίων, πού
δεν επιτρέπουν στην έκφραση, σαν φαντασία ή σαν αναπόληση ή σαν όνειρο έστω, να
πετάξη και το αίσθημα να λυτρωθή σε μιά πραγματική «μίμηση ζωής». Ο ποιητής
μπορεί να κερδίζη τη χαρά ενός ομαδικού εμβατηρίου, χάνει όμως το προσωπικό του
στίγμα. Η ποίησή του απορφανίζεται από την ανθρώπινη θερμοκρασία. Εδώ δεν
λογαριάζεται ο δέκτης, ευδαιμονίζεται ο πομπός. Αυτή η τάση-ένας θα την έλεγε
τυπολατρεία και άλλος ατολμία-στο να μην εκφράζεται ο μοναδικός και
ανεπανάληπτος κόσμος της ψυχής του ίδιου του ποιητή, αλλά να υποκύπτει ο
δημιουργός μαζοχικά με μιά καταλυτική αισθητική ομοείδεια και ισοκεφαλία,
παρακολουθεί τις πρώτες συνθέσεις του βιβλίου και ουδετερώνει τη σεβαστή, όσο
και ειλικρινή πρόθεση. Κάτω από αυτό το έθος η έμπνευση συχνά καταφεύγη σε
«φαρμακείας» ευρήματα, για να εξαρθή: ρεαλιστικό πεζορυθμικό ύφος πού εξοντώνει
κάθε απόπειρα μέλους, γνωμικός τόνος που καταλήγει σε ψυχρή διδαχή και έτοιμο
«συμβολικό» λεξιλόγιο (πχ. κατάχρηση των λέξεων αρβύλα, φυσαρμόνικα, σημαία,
ξενοδοχείο κ.ά.τ.), πού αποτελούσαν παλιότερα το υλικό, αν όχι μιάς σχολής, τουλάχιστο μιάς
ποιητικής αντιλήψεως. Συμπέρασμα για το πρώτο μέρος του βιβλίου: πρώτη
τυποκρατούμενη φάση μιάς οδοιπορίας.
Μέσα σ’ αυτόν
τον βασανιστικόν αγώνα των συντεταγμένων περιθωρίων, εκπηγάζουν πολυάριθμες
στιγμές, δυνάμεις αρετής, πού στο κατοπινό έργο θα αναπτυχθούν σε ένα
ευλογημένο ποιητικό αποτέλεσμα. Στο «Φυσάει στα σταυροδρόμια του Κόσμου»,
διαφαίνεται από την ανάλυση της μορφής πιό καίριο το άγγιγμα της τεχνικής, που
χάρισε ο υπερρεαλισμός και τα παρακλάδια του, με επιτεύγματα στην αφαίρεση του
διακοσμητικού φόρτου, στην έξαρση του ουσιαστικού και στην εικονοκλασία. Η
θητεία αυτή θα μας χαρίση ένα πραγματικά όμορφο, αληθινό και ανθρώπινο ποίημα
«Μή σημαδέψεις την καρδιά μου» (σ. 116) ένα από τα «Τρία Ποιήματα»:
…………………………………
Ακούω τώρα τις αρβύλες σου στο χιόνι
σε
λίγο θα πάς να κοιμηθείς
καληνύχτα,
λυπημένε αδελφέ μου
αν
τύχει να δεις ένα μεγάλο αστέρι είναι πού θα σε συλλογίζομαι
καθώς
θ’ ακουμπήσεις τ’ όπλο σου στη γωνιά θα ξαναγίνεις ένα σπουργίτι.
Κι’
όταν σου πούν να με πυροβολήσεις
χτύπα
με αλλού
μή
σημαδέψεις την καρδιά μου.
Κάπου
βαθιά της ζει το παιδικό σου πρόσωπο.
Δεν
θάθελα να το λαβώσεις.
Στο «Παράρτημα»
διαπιστώνονται αφομοιωμένες επιδράσεις του Λόρκα και του Νερούντα, που σε
μερικούς στίχους εμφανίζονται και ως κρυπτομνησία (Ρόζεμπεργκ- Γουατεμάλα-Οι
Άνθρωποι στη χώρα των θαυμάτων). Το «Συντροφικό Τραγούδι» είναι ένας ύμνος στο
Βόλγα, πάνω σε δημιουργημένα πρότυπα. Το «Στίχοι γραμμένοι σε πακέτα τσιγάρα»
συναρθρώνει μιά φάση γνωμικής ποιήσεως, με αρκετή γνώση του είδους, και μερικές
φορές με την παρουσία ορισμένων επιδράσεων (π.χ. του Μπρέχτ στο «Σχολικό
Τραγούδι»). Το «Οκτώ άνθρωποι βαδίζουν πάνω στη Γή» μιά διεθνιστική σύνθεση
κοσμοπολιτικό ύφος, πού έχει τα συγγενή της προηγούμενα και το «Ο ύποπτος με το
ταμπούρλο» μιά προσωπικώτερη δημιουργία διαμαρτυρίας και ενθουσιαστικού τόνου.
Με αυτά τα ποιήματα κλείνει το πρώτο μέρος.
Στο δεύτερο μέρος
ο Τ. Λειβαδίτης εμφανίζεται να έχη κερδίσει μιά εγκάρδια ανθρώπινη εμπειρία που
εκφράζεται με τα παρακάτω ζεστά λόγια: «Οι άνθρωποι έχουν ανάγκη από σένα, μόνο
στο μέτρο πού τους προσφέρεις το αληθινό σου πρόσωπο. Αυτή η σχέση καθορίζει
την αξία της προσφοράς σου, μά και το ίδιο σου το πρόσωπο».
Η «Συμφωνία αριθ. 1» αποτελεί ένα
σημαντικότατο συνθετικό επίτευγμα. Εδώ ο τόνος της ζωής έχει ξεφύγει από την
επιδερμίδα, έχει γίνει πείρα καρδιάς και ταξίδι του νου. Η αηδία για μιά ζωή
χωρίς περιεχόμενο εκφράζεται με τρόπο πολυφωνικό’ η εικονιστική κερδίζει σε
χρώμα και σε διάσταση’ ο μύθος γίνεται πειστικός, όχι πιά από συλλογισμούς,
αλλά από την εύ-μορφία. Οι στίχοι, κι’ όχι σπάνια, αποκτούν μιά παραδοσιακή
ρωμαλεότητα (μακρινός απόηχος του Ομήρου), όπως π.χ. οι παρακάτω:
Σας
αφήσαμε άταφους τρείς μέρες και
τρείς
νύχτες
να
χορτάση ο ουρανός απ’ την ασύγκριτη σιωπηλή
ομορφιά
σας.
Κι’
ύστερα μπήκατε ορθοί στη γή, όπως μπαίνει ο άνδρας
στη
γυναίκα.
………………………………………………….
Το αμέσως επόμενο
«Οι Γυναίκες με τ’ αλογίσια μάτια» είναι ένα «σχέδιο για σύγχρονη τραγωδία». Ο
ποιητής επιχειρεί επιτυχημένα μιά επικολυρική σύνθεση. Η επεξεργασία γίνεται σε
έμπειρο εργαστήριο και το μορφικό σύνολο υπάγεται σε φροντισμένη δομική
διάταξη.
Η μεγάλη όμως ώρα
του ποιητικού έργου, η ακμή της συλλογής, είναι η «Κανάτα για τρία
δισεκατομμύρια φωνές», που είναι δύσκολο να σημαδέψεις ψεγάδι, έξω από τον…
βάρβαρο τίτλο της. Εδώ κερδίζουμε μία σύνθεση και μιά επιστροφή. Ο ποιητής
εγκαταλείπει την αποδημία και επιστρέφοντας στις ρίζες του λαού του μας
προσφέρει ένα σύγχρονο μουσικό δράμα, που έχει όλη την ευλογία της ελληνικής
αντιλήψεως. Ο συλλογιστικός μονόλογος και η μονοδιάστατη περιγραφή δίνουν τη
θέση τους σε μιά θεατρικότητα γεμάτη από χυμό ζωής. Αφηγείται ο ποιητής, δρούν
τα πρόσωπα του μύθου, χορεύει και άδει ο χορός ανδρών και γυναικών σε δύο
ημιχόρια. Το λυρικό στοιχείο διακόπτεται εναρμονισμένα από την αφήγηση ενός
συγκεκριμένου ανθρωπίνου πάθους. Το περιεχόμενό της είναι η αιώνια
επαναλαμβανόμενη ιστορία του Μαρτυρίου, του ανθρώπου ο Ναζωραίος των Παθών. Το ύφος
είναι αυτόχρημα βιβλικό, ρωμαλέο σε λιτότητα. (Η αρίθμηση των περιόδων έχει την
πρόθεσιν να δώσει αυτή την γεύση του ευαγγελικού αναγνώσματος). Θέμα: Ο δρόμος
του Γολγοθά του κάθε απλού ανθρώπου που το όνομά του είναι μεγάλο «σαν
οποιοδήποτε ανθρώπινο όνομα». Η «Καντάτα υπ’ αριθ. 1» ανεβάζει τον Τάσο
Λειβαδίτη στην κορυφή των συγγενών ομοιοτέχνων του.
Η «25 Ραψωδία της
Οδύσσειας» σημειώνει μιά πτώση στον σκοπικό στοχασμό και στον «άλυρο»
εγκεφαλισμό. Το «Παράρτημα Β΄», και τα «Ποιήματα» περιέχουν τις φυσικές
επιτυχείς και ανεπιτυχείς στιγμές, πού υπάρχουν στο είδος των συλλογών των
ανεξαρτήτων ποιημάτων. Ολοκληρωμένο επίτευγμα αποτελούν τα ποιήματα «Γέγραπται»
σ.385 (μιά ωραία διατυπωμένη σκιά θανάτου), «Σχέδιο με βροχή» (μιά συγκίνηση
για το σύγχρονο… χαρτάνθρωπο). Τα δυό «δημοτικά» «Γένεσις». Διαπιστώνονται
αντιδράσεις του παρελθόντος: «Από μέρα σε μέρα», «Το καπέλλο» (Καρυωτάκης).
Γενικό
συμπέρασμα: Η «Ποίηση» του Τάσου Λειβαδίτη διαρρέει σε χρονικογραφική έκταση,
ανατέμνει το επίκαιρο και θέλει να αθανατίσει την καθολική πανανθρώπινή του
σημασία. Το κοινωνιστικό μήνυμά του, όταν ξεφεύγει από διατεταγμένα πλαίσια,
δηλώνει συγκίνηση, ειλικρίνεια, πίστη και θρησκευτικότητα. Η ποιητική του αρετή
μπορεί να συμπυκνωθή στην ικανότητα αφαιρέσεως του περιττού (αδιακοσμητισμός),
στο καθαρό περίγραμμα της ποιητικής εικόνας και σ’ ένα πλούτο μεταφοράς.
Παρατήρηση: Μιά
ποίηση δεν μπορεί να είναι γνήσια λαϊκή και απρόσωπη, παρά μόνο όταν σκύψη να
να προσκυνήση και να συνταιριασθή με τις ρίζες και το υπέδαφος του λαού της,
όταν δηλαδή γίνη αυτοφυής, άρα εθνική. Η καρποφορία και η φυσική και η
καλλιτεχνική, δεν μπορεί παρά να εξαρτάται από το χώμα, το νερό και τον ουρανό
πού την τροφοδοτούν. Ο ποιητικός «οικουμενισμός» είναι εύρημα και μυστικό όπλο
της δυτικής «Κουλτούρας», πού έχει την εθνική ιδιοσυστασία της δυτικής
συνθέσεως. Και υπάρχει και σ’ αυτό βέβαια μιά ερμηνεία. Μιά τέχνη συνοδεύει το
κατόρθωμα ενός λαού, κι όταν ακόμη είναι πανανθρώπινο το νόημά της, δεν παύει
να είναι σαν αίσθηση, σαν αντίληψη, βαθύτατη εθνική. Η κατάκτηση της ιθαγενείας
αυτής θάρθη κάποτε η ώρα, θα σημάνει μιά αναγέννηση στην ελληνική ποίηση. Και η
«Ποίηση» του Τάσου Λειβαδίτη μας υποχρεώνει εύλογα σε μιά τέτοια αναμονή.
ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΤΑΣΟΥ
ΛΕΙΒΑΔΙΤΗ
Γράφει ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΣΤΑΜΕΛΟΣ
Εφημερίδα
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 18 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1988, σ.31
Με την έκδοση του
Β΄ τόμου των ποιημάτων του Λειβαδίτη που περιλαμβάνει την περίοδο 1972-1977
διευρύνουμε την εποπτεία μας στον ιδιότυπο
ποιητικό λόγο, όπου η ρεαλιστική απεικόνιση, αδρή και επιβλητική
συνδυάζεται με τη γοητεία και τη μέθη βαθύτερων συμβολικών καταγραφών και την
ευρηματικότητα, εικόνων και συμβόλων, που ξαφνιάζουν με την εσωτερική τους
δύναμη, αλλά και τη διάστασή τους. Απολογητής της καθημερινότητας μιας
καθημερινότητας που παίρνει διαχρονικές προεκτάσεις και γίνεται ταυτόχρονα και υπαρξιακός
απολογισμός, ο ποιητής οδοιπορεί μέσα
στο χώρο και το χρόνο με το όραμα του ακόρεστου του ζωντανού και ακομμάτιαστου
ανθρώπου.
Στην ποίηση του
Λειβαδίτη η κάθε λέξη, ενσωματωμένη σε μια καθοριστική καταγραφή-έννοια, έχει
την καίρια θέση της, καμιά δεν ξεχωρίζει από την ενότητα του στίχου. Κι έχει η
ίδια μια συγκεκριμένη τοποθέτηση στην όλη δομή του. Όπως ο στίχος κυλάει
αβίαστος, παραστατικός, αναπλαστικός, γεγονότος, καταστάσεων και εμπειριών,
μπαίνει μέσα στην καρδιά σου, άλλοτε σα δροσερή πνοή κι άλλοτε μαχαίρι για μια
βαθύτερη λυτρωτική αφύπνιση. Ο Λειβαδίτης βρίσκεται στους ανανεωτές και τους
πρωτοπόρους της σύγχρονης ποίησής μας. Ο καινούργιος τόμος το επιβεβαιώνει για
μια ακόμα φορά. Εκδόσεις «Κέδρος», σελ. 382.
ΤΑ
ΣΤΕΡΝΑ ΛΟΓΙΑ ΤΟΥ
ΠΟΙΗΤΗ
Του ΚΩΣΤΑ ΤΣΑΟΥΣΗ,
εφημερίδα ΕΘΝΟΣ της Κυριακής
6 Νοεμβρίου 1988, σ. 33
Ο τρίτος τόμος με τα «Ποιήματα» του Τάσου Λειβαδίτη (1922-30
Οκτωβρίου 1988), που κυκλοφόρησε φέτος συγκεντρώνει τις συλλογές του οι οποίες
εκδόθηκαν στα 1979- 1987, κι αυτό σημαίνει πως είναι τα τελευταία του λόγια για
το χρόνο, τη ζωή και τους ανθρώπους της.
Ο τόμος
περιλαμβάνει τις συλλογές «Εγχειρίδιο αθανασίας», «Ο τυφλός με το λύχνο»,
«Βιολέτες για μιά εποχή» «Μικρό όνειρο για μεγάλα όνειρα»
Παρουσιάζοντας τη
συλλογή «Βιολέτες για μιά εποχή» (από αυτή τη σελίδα στις 28.7.85) έλεγα πως τα
ποιήματα αυτά είναι σαν υποθήκες προς τις γενιές πού τώρα ανδρώνονται ή που
ξεμυτίζουν από τα παραπετάσματα του Μεγάλου Τσίρκου της ζωής: χωρίς παράπονο
για τα χειροκροτήματα που έπαψαν ν’ ακούγονται, ή που μετατράπηκαν σε γροθιές
κατάρας, ή και πού ποτέ δεν έφτασαν στην ακοή τους (ψευδαισθήσεις από την καλή
εκτέλεση των ακροβασιών-οι ζητωκραυγές
ήταν μέσα τους, αυτοδικαίωση της εκτέλεσης του καθήκοντος…), αυτοί που
αποδέχτηκαν να στροβιλιστούν στην δίνη των κρίσιμων ωρών περπατάνε στους
έρημους δρόμους, στους ίδιους δρόμους «πού κάποτε το πλήθος στα οδοφράγματα
πυροβολούσε το πεπρωμένο».
Ποίηση ζωντανή
Ήταν ο ποιητής του «γένους του και του καιρού του» κατά το λόγο του Παλαμά, και δεν
μπορείς να είσαι πνευματικός δημιουργός έξω από τον καιρό σου-τότε, απλώς θα
«ασχολείσαι» με την τέχνη, εδώ με την ποίηση, κι έτσι συμβαίνει με την πληθώρα
της σχετικής «παραγωγής», πού είναι αδύνατο να βρει αποδέκτες, νεκρή καθώς
είναι κι άσχετη με ό,τι κινείται και δρα στους βιοτικούς δρόμους…
Ένας απολογητής
της γενιάς του υπήρξε ο Τάσος Λειβαδίτης, εκείνης της αμέσως μετά τον πόλεμο
γενιάς, που περιμένει να δει το πολιτικο-κοινωνικό φως να λάμπει, αφού γι’ αυτό
ματώθηκε στην τραγική και ηρωική Κατοχή, κι έπεσε στη νύχτα της προδοσίας και
του Εμφυλίου, κι έζησε στο εξής πλημμυρισμένη από υπαρξιακή αγωνία.
Ένα από τα πολλά
ποιήματά του που δηλώνουν αυτή την αγωνία είναι και το «Ένα μεγάλο παρελθόν»
(από τη συλλογή «Ο τυφλός με το λύχνο»)
«Και τώρα πού ξεμπερδέψαμε πια με τα μεγάλα
λόγια, τους άθλους, τα όνειρα, καιρός να ξαναγυρίσουμε στη ζωή μας-αλλά,
μάταια, το σχέδιο της πόλης άλλαζε, κατά πού πέφτει ο δρόμος που αγαπηθήκαμε
παιδιά, πού πήγε ο άνεμος, που σκόρπισε τόσους συντρόφους, υπάρχει ακόμα ο
κόσμος;/ τώρα στη γλώσσα μας μπερδεύονται παλιά τραγούδια, κανείς δε μας
καταλαβαίνει και μόνο τα παιδιά μαντεύουν πιο πολλά, μα μεγαλώνουν γρήγορα και
τα πουλιά πετάνε για να μη θυμούνται «ελευθερώνοντας έτσι όρκους αλλοτινούς και
τις πιο ωραίες χειρονομίες του μέλλοντος»
Έτσι και ο
ποιητής, πονώντας για τα ανεκπλήρωτα όνειρα και αγωνιώντας για την τώρα εποχή
των νεκρών ιδεών και των συμβιβασμών, αποφασίζει να δει μέσα του, καθώς και στο
«μέσα» των συνανθρώπων του, να δει λίγο και προς ό,τι λέμε «θεό» γιατί…
… «Αξιοθρήνητοι είμαστε, παλεύοντας τη νύχτα με τα όνειρα,
τη μέρα με τους θρύλους, κι ύστερα η παράκρουση, η καταφρόνια, τα σφραγισμένα
ζώα, ο πυρετός. Κι άραγε κατά πού κοιτάζουν τ’ ανεστραμμένα μάτια των νεκρών;
Έτσι είχαμε πάντα ένα δρόμο να ξεφύγουμε…»
(«Ο τυφλός με το λύχνο-Μάθημα ιστορίας»).
Στη συλλογή του
«Βιολέτες για μια εποχή όμως, ο ποιητής, κι ας έχει σηκώσει τα μάτια του προς
τον ουρανό, ξεκαθαρίζει (όπως έγραφα στην παρουσίαση της συλλογής το ’85) τη
θέση του απέναντι στο συνάνθρωπό του, αποτίοντας φόρο τιμής στον αγώνα του εδώ
στη Γη-σκληρός αυτός ο αγώνας και πιο σκληρός με σύμφυτό του τον παράγοντα
«μοίρα», που όσο κι αν τον περιγελάμε, παίρνει τη δύναμη από την αδυναμία του
ανθρώπου να δένεται με τις μικροχαρές του:
«… και παρ’ όλες τις απόψεις μου για την ελευθερία του
ατόμου για την οποία τόσο ωραία κεφάλια έπεσαν πάνω στο ικρίωμα, εγώ είχα μια
συστηματική προτίμηση στο μοιραίο».
Η τελευταία συλλογή
Η τελευταία του
συλλογή, «Μικρό βιβλίο για μεγάλα όνειρα», που είναι μια αποσπασματική αφήγηση
ζωής, αλλά κυρίως όσων δεν κατορθώθηκαν, μπορεί να διαβαστεί σαν «μυθιστόρημα»
έτσι που η φαντασία δημιουργεί ό,τι η πραγματικότητα έχει παραγκωνίσει:
Γεγονότα και
πρόσωπα της πιο ωραίας μου ζωής, της φανταστικής/ πού δεν την έζησα ποτέ και θα
την κληροδοτήσω ανέπαφη στους μεταγενέστερους.
»Και συχνά σχεδίασα
ταξίδια στο άγνωστο(…) περιπλανιέμαι στην τύχη ή αργοπορώ στα δωμάτια φτηνών
ξενοδοχείων/όπου στενάζει το ανεκπλήρωτο των εραστών, απομεινάρια μοναξιάς κάτω
απ’ τά έπιπλα, σκιές από φτωχές αμαρτίες (…) Α, έχασα τις μέρες μου αναζητώντας τη ζωή μου».
Ο Τάσος
Λειβαδίτης είναι ο ποιητής που θα διαβάζεται κι όταν ακόμα η άκριτη χρήση της τεχνολογίας και η τέλεια άμβλυνση της συνείδησης θα ‘χουν ξεστρατίσει τον
κοινωνικό άνθρωπο από τον προορισμό του, που είναι να ερμηνεύει τίμια τα
φαινόμενα της ζωής- η ακριβώς γι’ αυτό, η ποίηση του Τάσου Λειβαδίτη θα βοηθάει
αφού…
«… η ποίηση είναι
η νοσταλγία μας για κάτι ακαθόριστο που ζήσαμε κάποτε μες στ’ όνειρο, και:
«Εξάλλου δε ζητήσαμε τη νίκη-μονάχα λίγη μουσική…»
Και
ΤΑ 36 ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Από το 1952 που πρωτοπαρουσιάστηκε στα Γράμματά μας ο Τάσος
Λειβαδίτης (με τη συλλογή «Η μάχη στην άκρη της νύχτας» έχουν εκδοθεί τα βιβλία
του: «Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας», «Φυσάει στα σταυροδρόμια του
κόσμου», «Ο άνθρωπος με το ταμπούρλο», «Συμφωνία αρ. 1», «Καντάτα για δύο
εκατομμύρια φωνές», «Οι γυναίκες με τ’ αλογίσια μάτια», «Νυχτερινός
επισκέπτης», «Σκοτεινή πράξη», «Οι τρείς», «Βιολί για μονόχειρα» (Κρατικό
βραβείο 1977), «Ανακάλυψη», «Εγχειρίδιο ευθανασίας» (Κρατικό βραβείο 1979), «Ο
τυφλός με το λύχνο», «Βιολέτες για μια εποχή», «Μικρό βιβλίο για μεγάλα
όνειρα». Όλο το έργο του έχει συγκεντρωθεί στους τρείς τόμους των «Ποιημάτων»
του, που εκδόθηκαν από τον «Κέδρο».
ΒΙΒΛΙΑ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗ,…
Του ΚΩΣΤΑ ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ,
Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ 25
Ιουνίου 1988
«Η ομορφιά θα σώσει τον
κόσμο»
Φ. ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΙ
Πώς να χωρέσω σ’
ένα σημείωμα τα ονόματα μονάχα των ποιητών, και τους τίτλους των βιβλίων τους,
που με σταμάτησαν πρόσφατα για τον ένα ή τον άλλο λόγο; Σέρνω από Σάββατο σε
Σάββατο ένα πλήθος από αρμαθιές λέξεων, που θα ‘πρεπε να επισημάνω στους λίγους
αναγνώστες αυτής της στήλης και, ενδίδοντας σ’ άλλες προτεραιότητες, αναβάλλω.
Κι όμως, ίσως δεν θα ‘πρεπε να μιλάμε παρά μόνο για ποίηση’ γιατί μόνον η
ομορφιά μπορεί να σώσει τον κόσμο, που έλεγε κι ο μέγας «αχθοφόρος» ψυχών.
Ντοστογιέφσκι. Δυστυχώς, είμαστε ακόμη πολύ μακριά από το ζητούμενο του
Μαγιακόφσκι: μια κοινωνία όπου όλοι οι άνθρωποι θα ήταν ποιητές!
Στο μεταξύ, όπως
είπα, τα βιβλία με σπρώχνουν και σπρώχνονται. Ας μιλήσω αμέσως, κατά «κύματα».
Αρχίζω με τις «συγκεντρωτικές» εκδόσεις:
ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ:
«Ποίηση-Τόμος δεύτερος», Εκδ. Κέδρος. Σελ. 382.
Σ΄ έναν
προηγούμενο τόμο, είχαν συγκεντρωθεί οι καλπάζουσες πρώτες συλλογές (1952-
1963), που ανέδειξαν κι επέβαλαν τον Λειβαδίτη σαν έναν από τους κορυφαίους της
α΄ μεταπολεμικής γενιάς, αυτόν που κατ’ εξοχήν την σφράγισε, δίνοντας με την
εικονοπλαστική και θαρραλέα ποίησή του, την αφορμή να την βαφτίσουν «Γενιά της Ήττας» (Ιλίνσκαγια). Σ’ αυτόν τον Β΄ τόμο έχουν συγκεντρωθεί οι
συλλογές της ωριμότητας (1972-1978), όπου μορφικά ο ποιητής έχει υιοθετήσει τη
γραφή των, περισσότερο ή λιγότερο εκτεταμένων, πεζών παραγράφων, ενώ θεματικά,
σ’ όλες σχεδόν, «πρωταγωνιστεί» ο ίδιος, άλλοτε κοιτάζοντας εντός του,
βυθοσκοπούμενος, κι άλλοτε εκθέτοντας- «τραπεζάκια έξω»-στην ιστορία του, τη
μνήμη του, την ψυχή του.
Με χρονολογική
σειρά, οι συγκεντρωμένες συλλογές είναι: «Νυχτερινός
Επισκέπτης και άλλα διηγήματα» (1972, πρώτο βιβλίο ύστερα από έξι χρόνια
σιωπής). «Σκοτεινή Πράξη» (1974), «Οι Τρείς» (1975), «Ο Διάβολος με το κηροπήγιο» (επίσης 1975), «Βιολί για μονόχειρα»
(Κρατικό βραβείο 1977) και «Ανακάλυψη»
(1978). Για μένα, που αγαπάω την ποίηση του Λειβαδίτη με πάθος, η μόνη διάκριση
που μπορεί να γίνει ανάμεσα στις διάφορες συλλογές είναι ότι τις συνθέτουν
μεγάλα ή μικρά σε μέγεθος αριστουργήματα. Είτε πρόκειται για βιβλία-ποιήματα,
όπως «Ο Διάβολος με το κηροπήγιο» και το υπέροχο και σπαραχτικό «Βιολί για
μονόχειρα», είτε για σκόρπια δίστιχα ή τρίστιχα, όπως οι «Σημειώσεις» στην
«Ανακάλυψη», μου γεννούν τον ίδιο γλυκασμό στα σπλάχνα, το ίδιο διεγερτικό
ρίγος στη σκέψη. Θέλετε δείγματα μικρά από τις «Σημειώσεις»;
-Παγίδα: «Και
πάντα, ο δολοφόνος και το θύμα, μια νύχτα άξαφνα παίρνουν τον ίδιο δρόμο –γιατί
σημασία έχει ποιος θα πεθάνει με λιγότερη μοναξιά».
-Βραδινή ασάφεια:
«Βράδιασε. Ώρα να πάμε σε κανένα σινεμά. Τηλεφώνησε στη Λουκία, αν θέλεις, ή
στον Ευτύχιο. Κι αν δεν τους βρείς, ειδοποίησε εν ανάγκη το Βαραββά. Κάθε
στιγμή-είναι μια ανέκκλητη ώρα!»
-Δωρεάν στέγη:
«Αυτοί που δεν είχαν που να πάνε και τους αρκεί μια φιλική λέξη για να
κοιμηθούν στον ουρανό».
-Ο τυχερός: «Και
το βράδυ μέναμε χωρίς σπίτι,-γιατί το σπίτι το κέρδιζε εκείνος που κοιμόταν».
-Προσωπικές επιτυχίες:
«Συχνά, μέσα στη νύχτα, καθώς περπατάς ολομόναχος κάτι σ’ αγγίζει στον
ώμο,-γυρίζεις τότε-και μονομιάς νιώθεις όλο το μάταιο της ύπαρξης.- Αλλά δε
θλίβεσαι-σαν να’ σαι ο πρώτος που το ανακαλύπτεις».
Δεν ξέρω τι θα
κάνετε σεις, αλλά εγώ θα πάρω μαζί μου αυτόν τον Λειβαδίτη στις προσεχείς μου
διακοπές…
ΜΝΗΜΗ ΤΑΣΟΥ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗ
Το τίμημα της Ιστορίας
Του ΤΑΚΗ ΚΑΡΒΕΛΗ
Εφημερίδα Η
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Κυριακή 6 Νοεμβρίου 1988. (επιμέλεια σελίδας: ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΚΟΤΖΙΑ)
Κι εκεί, ανάμεσα στους νεκρούς και τα οδοφράγματα
……………………………………………….
η Ιστορία έγνεθε, έγνεθε
γυρίζοντας τις νίκες σε ξαφνικούς χαμούς και τα δάκρυα
σ’ άλλα δάκρυα-έγνεθε
ατάραχη κι ακατανόητη κι
ανεπανάληπτη κι ασίγαστη και οριστική
(Συμφωνία αρ. 1)
Διαβάζοντας
σήμερα σε συγκεντρωτική έκδοση τους τρείς τόμους της ποίησης του Τάσου
Λειβαδίτη *, εύλογα ανακύπτει το ερώτημα για το τι πλήρωσαν και τι κέρδισαν οι
ποιητές της Αντίστασης στη συναλλαγή τους με την Ιστορία. Πιο συγκριμένα: ποιο
ρόλο έπαιξε-ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε άλλες επιδράσεις-η Ιστορία στη
διαμόρφωση όχι μόνο της θεματικής τους αλλά και της γραφής τους.
Με τον όρο
Ιστορία εννοούμε όχι μόνο την έρευνα και την έκθεση-γραπτή ή
προφορική-γεγονότων, αλλά και αυτά τα ίδια τα γεγονότα, που, κατά τον ποιητή,
συναιρούνται στην προσωποποιημένη έννοιά της. Στην περίπτωση της ποίησης, η
σχέση της με την Ιστορία έχει επακόλουθο την ενσωμάτωση γεγονότων στα οποία
εμπλέκεται ο ποιητής. Η εμπλοκή αυτή είναι διττή: έμμεση, όταν η επαφή του με
τα ιστορικά δρώμενα γίνεται μέσα από τα βιβλία και τη ζωντανή παράδοση, και
άμεση, όταν είναι αποτέλεσμα της προσωπικής του συμμετοχής.
Ο Σολωμός και ο
Κάλβος δεν συμμετέχουν, αλλά δέχονται τον αντίκτυπο της Επανάστασης, που
αποτέλεσε και το κινητήριο έναυσμα της ποίησής τους. Ο Παλαμάς και ο Σεφέρης
βιώνουν-ο καθένας με τον τρόπο του-την ελληνική ιστορία μέσα από αναγνωστικές
επιδράσεις και τις προσωπικές τους εμπειρίες. Οι ποιητές της πρώτης
μεταπολεμικής γενιάς, στους οποίους ανήκει και ο Τάσος Λειβαδίτης, πήραν μέρος
σε όλα τα κατοχικά και μετακατοχικά γεγονότα και ενσωμάτωσαν στην ποίησή τους
όλα τα πάθη και τους οραματισμούς τους. Μια γεύση από αυτή τη συμμετοχή
παίρνουμε και από το παραπάνω απόσπασμα, που θεωρεί την Ιστορία υπεύθυνη για
την καταστροφή και την παρουσιάζει να κλώθει σαν μοίρα τα γεγονότα και να τα
παρακολουθεί ασυγκίνητη.
Η ποιητική
πορεία του Τάσου Λειβαδίτη-στην πορεία αυτή μας ενδιαφέρει α) η στάση του
ποιητή απέναντι στα ιστορικά δρώμενα και η συνακόλουθη φόρτιση της ποίησής του
και β) η γραφή, που κάθε φορά επιλέγει, για να την εκφράσει-είναι άμεσα
συνδεδεμένη με τα γεγονότα της εποχής του, που έχουν ως επίκεντρο κυρίως την
Ελλάδα και αφετηρία τους την προσωπική του συμμετοχή και ιδεολογική ένταξη. Τη
σχέση αυτή θα προσπαθήσω να διαγράψω στις δύο φάσεις της ποιητικής του
εργασίας.
Η πρώτη φάση
καλύπτεται από την Ποίηση 1 και είναι συνδεδεμένη με την αγωνιστική περίοδο του
ποιητή, που αισθάνεται σαν πρωταγωνιστής της ιστορίας και θεωρεί τον εαυτό του
περισσότερο ως αγωνιστή στην υπηρεσία του λαού και λιγότερο ως ποιητή. Άμεση
συνέπεια αυτής της αντίληψης είναι πως το βιωματικό υλικό παραμένει δέσμιο της
επικαιρότητας και των ιδεολογικών του προθέσεων. Η ιδεολογική εξάλλου
στερεότητα δημιουργεί υπερβολική αισιοδοξία για το μέλλον και οδηγεί στην
ακραία θέση πως το να θυμάσαι τα παιδικά σου χρόνια, να ονειρεύεσαι και ν’
αφοσιώνεσαι στον εαυτό σου αποτελεί αστική συνήθεια και σημαίνει επαναστατική
ολιγωρία.
Έτσι η υποταγή
του στο ρόλο ενός παλμογράφου της εποχής του και της καθημερινότητας δεν
συνοδεύεται πάντοτε από μια αντίστοιχη εσωτερική ένταση, αλλά οδηγεί σε
συναισθηματική διάχυση που οι συνέπειές της επισημαίνονται στην οργανική
χαλάρωση της ποιητικής σύνθεσης, την αποδυνάμωση του στίχου και την απουσία της
απαραίτητης δραματικής πύκνωσης. Η αγωνιστική φόρτιση βέβαια εγγράφεται και στο ενεργητικό της
ποίησής του με τον ιδιαίτερο τόνο που της προσδίδει τόνο που ασφυκτιά στις
λυρικές ανάσες του μικρού ποιήματος και βρίσκει διέξοδο στις ευρύτερες
ποιητικές συνθέσεις, όπου τα οράματα καλπάζουν, κυριαρχεί η συντροφική διάθεση
και η πίστη στο δίκαιο του αγώνα διοχετεύεται σ’ ένα λόγο αναλυτικό και
ρητορικό αλλά σφριγηλό.
Η δεύτερη φάση
καλύπτεται από την Ποίηση 2 και 3. Ο ποιητής, όπως φαίνεται και από το
απόσπασμα που παραθέσαμε, αισθάνεται πλέον ως θύμα της Ιστορίας. Τα
συναισθήματα της διάψευσης των ονείρων και της συντριβής, απότοκα της ήττας της
παράταξής του και των καυτών εμπειριών της, θα διαποτίσουν τον τόνο και θα
διαμορφώσουν αποφασιστικά τη γραφή της ποίησής του. Αρχικά, αντλώντας και από τον
υπερρεαλισμό, θα καταφύγει στη γλώσσα του παράδοξου και του παράλογου. Είναι η
πρώτη αντίδραση στην αταλάντευτη πίστη του και αισιοδοξία. Αν και συνειρμική,
δεν διαταράσσεται η συντακτική αλλά μόνον η νοηματική δομή του ποιήματος. Η
ποιητική αυτή γραφή όμως, με τις συνεχείς εκλάμψεις του παράλογου, σιγά σιγά θα
ισορροπήσει και θα βρει την τέλεια έκφρασή της σ’ έναν τόνο συνομιλητικό και
χαμηλόφωνο.
Απότοκος του
κενού που δημιούργησε η ταπείνωση της ήττας, η συνομιλητική αυτή ποίηση
ανανεώνει στην ουσία και εκμεταλλεύεται στο έπακρο την ατμόσφαιρα και τη γραφή
των συλλογών Συμφωνία αρ. 1 και Οι γυναίκες με τ’ αλογίσια μάτια. Στις
ποιητικές αυτές συνθέσεις και ιδίως στην πρώτη μετουσιώνονται, με άμεσο
αντίκτυπο στη γραφή, η κρίση και τα ψυχικά τραύματα του ποιητή’ διαμορφώνεται
έτσι εν σπέρματι ό,τι θ’ αναπτυχθεί και θα παγιωθεί στις τελευταίες συλλογές
της δεύτερης φάσης, που τα κύρια χαρακτηριστικά της είναι:
α) Τόνος συνομιλητικός και χαμηλόφωνος, φωνή ραγισμένη και
εσωτερική.
β) Υποχώρηση του ρεαλισμού της πρώτης περιόδου και απόλυτη
κυριαρχία μιας φανταστικής πραγματικότητας. Ενώ στην πρώτη περίοδο ο ποιητής
πολιορκείται έντονα από τα βιώματα και τις εμπειρίες της εξορίας, ερεθίζεται
από την επικαιρότητα κι ως ένα σημείο της υποδουλώνεται, τώρα, σε μια
αδιάλειπτη συνομιλία με τους νεκρούς πια οικείους ή τους συντρόφους του,
μεταφέρει, σε τόνους δραματικά ελεγειακούς, την εσωτερική του λεηλασία και
περιπέτεια, προσπαθώντας να δώσει την ερήμωση μετά την ήττα, το κλίμα της
απελπισίας, την ανθρώπινη μοναξιά, τα ιδιωτικά οράματα, τη χαμένη ζωή, την
αντίθεση ανάμεσα στη σύγχρονη πραγματικότητα και το παρελθόν, την επίγνωση της
μελλοντικής φθοράς και τις παγίδες της καθημερινότητας, το φόβο του θανάτου,
μνήμες από την παιδική ηλικία και την οικογενειακή ζωή κλπ. Κάποτε τον
συγκλόνιζαν τα μεγάλα γεγονότα. Τώρα τον κεντρίζουν τα μικρά και ασήμαντα.
γ) Η ανέλιξη του ποιήματος, ακολουθώντας το ρυθμό μιας
παραληρηματικής γραφής, τέμνεται συνεχώς από τις αποστροφές του ποιητή, τις
αιφνίδιες παρεμβολές εικόνων, που διακόπτουν την αφήγηση και την εναλλαγή των
χρόνων.
Εξοστρακίζοντας από
τα ποιήματά του ό,τι παραπέμπει στη σύγχρονη ζωή-οι ρομβίες, τα φανάρια, οι
γέφυρες, τα τρένα κλπ. παραπέμπουν στο παρελθόν-παίρνει την εκδίκησή του από
την Ιστορία, που τον πρόδωσε. Τα κατάλοιπά της βέβαια έχουν ενσωματωθεί σε μια
ποίηση που συνεχώς μεταδίδει το ρίγος του εσωτερικού κενού και κατορθώνει να
διατηρεί την υψηλή ποιότητα της βιωματικής έντασης.
ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ: Ποίηση 1 (1949-1962), εκδ. του ποιητή,
Αθήνα 1965. Ποίηση 2 (1972-1978), εκδ. Κέδρος 1987. Ποίηση 3 (1979-1987), εκδ.
Κέδρος, Αθήνα 1988
1). Οι επιδράσεις αυτές και η διαρκής ωρίμανση του ποιητή
προϋποτίθενται’ το κύριο βάρος πέφτει σε ό,τι αυτός οφείλει στη σύμπλευσή του
με την Ιστορία.
«….ΜΟΝΑΧΟΣ Μ’ ΕΝΑ ΩΡΑΙΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΣΤΟ
ΧΕΡΙ…»
Τάσος Λειβαδίτης,
Ποίηση-2
Του ΤΑΚΗ ΚΑΡΒΕΛΗ,
Περιοδικό Επίκαιρα
τχ. 25/20-2-1988, σ. 69
«Κι ύστερα, οι μεγάλοι σκονισμένοι δρόμοι που τους διάβηκα με
χιλιάδες άλλους μαζί
κι ύστερα ξανά μονάχος μ’ ένα
ωραίο παράθυρο στο χέρι,
που το είχα βρει μες στ’
όνειρο….»
(Ποίηση 2, σελ.
180)
Οι παραπάνω
στίχοι καλύπτουν, αντίστοιχα, την καθεμιά από τις δύο φάσεις της ποίησης του
Τάσου Λειβαδίτη. Στην πρώτη φάση (Ποίηση 1) ο ποιητής, αδελφωμένος με τα μεγάλα
πλήθη, ακολουθούσε τους δρόμους που οδηγούσαν προς την ειρήνη, την επανάσταση,
τη συναδέλφωση. Αντίστοιχος ήταν και ο
τόνος αυτής της ποίησης, που έβρισκε διέξοδο στις ευρύτερες ποιητικές συνθέσεις
και σ’ ένα λόγο αναλυτικό, ρητορικό. Στη δεύτερη όμως φάση της ποίησής του
(Ποίηση 2) ο ποιητής παραμένει μονάχος και, μ’ ένα ωραίο παράθυρο στο χέρι, θα
βυθιστεί σ’ ένα χρόνο παρωχημένο και σ’ έναν κόσμο έξω από τη σύγχρονη εποχή,
αναζητώντας την αληθινή ζωή. Η μεταστροφή αυτή θα έχει τον αντίκτυπό της στον
τόνο και στη γραφή της ποίησής του. Τόνος σιγανός, εξομολογητικός, χαμηλόφωνος,
που αναπνέει ασθματικά στην πεζολογική φόρμα του ποιήματος. Η ποιητική εξάλλου
γραφή, που διακρινόταν για τη λογική της στερεότητα, εξαρθρώνεται και κυλάει
στο ρυθμό μιας παραληρηματικής ροής των συναισθημάτων, των σκέψεων, των
γεγονότων και των εικόνων. Η παραληρηματική αυτή ροή δεν εντοπίζεται μόνο στη
συντακτική πλοκή του λόγου-αν και σπάνια διαταράσσεται, ασθμαίνει στη συνεχή
ανάπτυξή του-αλλά και στην οργάνωση του ποιήματος, που άλλοτε αντιστέκεται σε
οποιαδήποτε νοηματοδότηση και άλλοτε αρέσκεται στην αντιπαράθεση ανόμοιων
πραγμάτων ή στην χρήση του αντιθετικού αλλά και του διαζευκτικού ή, χωρίς να
υπάρχουν τα πρώτα μέρη της αντίθεσης ή της διάζευξης. Μες στη ροή όμως του
φαινομενικά παράλογου και παραληρηματικού λόγου, παρεμβάλλονται και κάποιες
λέξεις ή φράσεις ευκρινέστερες, αρθρώνονται τα βασικά μοτίβα της ποίησής του:
«Τι ζητούσαν, λοιπόν, σε τι είχα φταίξει, εμένα το μόνο μου
έγκλημα ήταν ότι δε μπόρεσα να μεγαλώσω,
κυνηγημένος
πάντα,
πού να βρεις καιρό, έτσι έμεινα εύπιστος κι αγκάλιαζα το
κρύο
σίδερο της γέφυρας.
Ενώ
απ’ το βάθος, μακριά, με κοίταζε σαν ξένο η πιο δική μου ζωή»
(«Ενοχή», σελ.
25)
Αυτό το κλίμα
της αποξένωσης από την «πιο δική του
ζωή», αλλά και της αναζήτησής της είναι ίσως και το κυρίαρχο μοτίβο της
δεύτερης περιόδου της ποιητικής του παραγωγής του Τάσου Λειβαδίτη, που η πίστη
του στα ιδεολογικά οράματα της νιότης έχει χαθεί. Το βιωμένο όμως παρελθόν δεν
έχει χαθεί και σ’ αυτό ξαναγυρίζει συνεχώς. Οι τραυματικές εμπειρίες αυτού του
παρελθόντος, συνυφασμένες με το θάνατο και τις οικογενειακές περιπέτειες, τα
ανεπίστρεπτα παιδικά χρόνια, τους νεκρούς συντρόφους, τη χαμένη επανάσταση,
σφηνώνοντας σ’ ένα λόγο ασθμαίνοντα, που σιγά σιγά θα ισορροπήσει στις συλλογές
που ακολουθούν την Ποίηση 2.
ΣΧΟΛΙΑ:
- Τις εύστοχες και ουσιαστικές περιεχομένου βιβλιοκριτικές
του δασκάλου της θεατρικής τέχνης Τάσου
Λιγνάδη, τις διαβάζουμε σε αρκετά μονά και διπλά τεύχη του λογοτεχνικού
περιοδικού ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ ΕΠΟΧΗ-Παγκόσμια Επιθεώρηση Πνευματικής Καλλιέργειας,
εκδόσεις Δίφρος, του εκδότη και διευθυντή του συγγραφέα Γιάννη Γουδέλη. Οι
πολυσέλιδοι, συνήθως, τόμοι του περιοδικού (πάνω από 270 σελίδες) ακόμα και
σήμερα, μας παράσχουν χρήσιμες πληροφορίες και στοιχεία για την πνευματική και
καλλιτεχνική κίνηση των δεκαετιών εκείνων και τους συγγραφείς, ποιητές,
δοκιμιογράφους και μεταφραστές. Το περιοδικό όπως μας φανερώνει η ύλη των
σελίδων του, έχει μιά «ιδιαίτερη» προτίμηση στην Ιταλική Λογοτεχνία. Όπως το
παρόν διπλό τεύχος που ανοίγει τις σελίδες του με μικρό αφιέρωμα στο έργο και
την ζωή του συγγραφέα της ΘΕΙΑΣ ΚΩΜΩΔΙΑΣ, ΔΑΝΤΗ. Βλέπε: ΔΑΝΤΗ, ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ.
ΚΟΛΑΣΗ. ΑΣΜΑ ΧΧΙΙΙΙ, ΧΧΧΙΙ. ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟ. ΑΣΜΑ ΙΙ. ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ, ΑΣΜΑ ΧΧΧΙ, σε
απόδοση Χρήστου Στ. Τσαπάλα. Ο οποίος υπογράφει και το κείμενο «Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ
ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ «ΘΕΙΑΣ ΚΩΜΩΔΙΑΣ». Σε δική του απόδοση είναι και η εκλογή
κειμένου του Ευγένιου Καμεριάλ, Eugenio Camerial Η Ζωή και το έργο του Δάντη Αλιγκιέρι. Σύνολο σελίδων 3-21. Από
την ύλη ξεχωρίζει το ποίημα ΕΙΡΗΝΗ του ποιητή και στιχουργού Δημήτρη
Χριστοδούλου, Το κείμενο του ποιητή Νίκου Δ. Καρούζου, Η ΣΥΝΗΧΗΣΗ ΤΟΥ ΔΕΝΤΡΟΥ
(σημειώσεις αναπνευστικές), το φιλοσοφικό «δοκίμιο» του Αναστάσιου Γιανναρά, Ο
ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΦΙΝΚ ΚΑΙ ΤΟ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ. Το μακροσκελές δοκίμιο
του Μήτσου Λυγίζου, Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ, το καλογραμμένο μελέτημα του Σταύρου
Καρακάση, «Ο ΥΠΕΡΑΝΘΡΩΠΟΣ» ΚΥΡΙΟΣ ΤΕΣΤ ΤΟΥ PAUL VALERY. Στις σελίδες 99-131 το περιοδικό πραγματοποιεί ένα
πλούσιο ανθολόγιο(έμμετρων και πεζών κειμένων) στον έλληνα υπερρεαλιστή ποιητή
Ανδρέα Εμπειρίκο. Η Καινούργια Εποχή συνηθίζει να κάνει κατά διαστήματα
ανθολογικά αφιερώματα ελλήνων και ξένων ποιητών. Στο τεύχος ακόμα, δημοσιεύεται
και το πεντάπρακτο ιστορικό δράμα του Δημητρίου Βερναρδάκη, ΜΑΡΙΑ ΔΟΞΑΠΑΤΡΗ. Στις σελίδες της Ξένης Ανθολογίας
η ποιήτρια Μελισσάνθη γράφει την εισαγωγή και μεταφράζει την μεγάλη και σημαντική
αμερικανίδα ποιήτρια Έμιλυ Ντίκινσον (1830-1886). Ενώ ο Παναγής Δ. Ζούβας,
γράφει για τον ΣΚΥΤΑΛΟΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΜΑΣ ΑΓΩΝΑ, ΣΑΤΩΜΠΡΙΑΝ. Τον γάλλο
φιλέλληνα υποκόμη Francois-Rene de Chateaubriand. Τις τελευταίες
περίπου 30 σελίδες του το περιοδικό έχει καθιερώσει να τις αφιερώνει στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ. Στις σελίδες αυτές κρίνονται βιβλία, Ποίηση, Πεζογραφία,
Δοκίμια-Μελέτες, Παιδικό βιβλίο. Παρουσιάζονται οι Εικαστικές Τέχνες, οι Νέες
Κινηματογραφικές ταινίες που προβάλλονται, και οι νέες Μουσικές διεθνείς
εκδηλώσεις. Οι σελίδες της Κριτικής Βιβλίου χωρίζονται σε
Ποίηση-Πεζογραφία-Δοκίμια και Μελέτες, Παιδικό Βιβλίο. Στην πρώτη κατηγορία ο
Τάσος Λιγνάδης βιβλιοκρίνει τον τόμο «Ποίηση» του Τάσου Λειβαδίτη και την
ποιητική συλλογή «Η λυρική έπαρση» του ποιητή Δημήτρη Δούκαρη. Ενώ η ποιήτρια
Μελισσάνθη παρουσιάζει τις συλλογές της ποιήτριας Διαλεχτής Ζευγώλη-Γλέζου, «Ο
Κύκλος της Αγάπης» και «Ο Κύκλος των πικρών ωρών». Από τον χώρο της πεζογραφίας
και πάλι ο Τάσος Λιγνάδης βιβλιοκρίνει το βιβλίο του Γιάννη Βατζιά, «Η
Φάλαινα». Ο Α. Θ. Νικολαϊδης, μας παρουσιάζει σε ένα εκτενές κείμενο την μελέτη
«Η «αποξένωση» στο βιβλίο του ΚΩΣΤΑ ΑΞΕΛΟΥ: «Ο Μαρξ, στοχαστής της τεχνικής».
Τέλος, ο Γιώργος Κρόκος, γράφει για το παιδικό βιβλίο της ποιήτριας Σοφίας
Μαυροειδή-Παπαδάκη, «Το λάλημα της Καμπάνας». Ο Τάσος Λιγνάδης όπως διαβάζουμε
στην κριτική του για την ποίηση του ποιητή Τάσου Λειβαδίτη, διερευνά
εξονυχιστικά και κατά συλλογή και ενότητα την μέχρι τότε ποίησή του. Φωτίζει
τις πηγές και τις καταβολές της, μιλά για το λεξιλόγιό της, το ύφος του ποιητή,
την συγκρίνει. Επισημαίνει τις αρετές της και τις μελλοντικές προσδοκίες της.
Εύστοχη η παρατήρηση ότι η ποίηση του Λειβαδίτη έχει στην συνολική της εξέταση
«χρονικογραφική έκταση». Από όσο γνωρίζω, δεν έχουν συγκεντρωθεί και εκδοθεί
αυτόνομες οι βιβλιοκριτικές-εν συνόλω σε διάφορα περιοδικά-του Τ. Λιγνάδη.
-Η κριτική του παλαιού φιλόλογου και κριτικού Τάσου Καρβέλη, δημοσιεύτηκε στην
ημερήσια πρωινή εφημερίδα «Η Καθημερινή», στην οποία ο δοκιμιογράφος και
κριτικός υπήρξε συνεργάτης για μεγάλο διάστημα. Το πλήθος των εργασιών αυτών
συγκεντρώθηκαν και εκδόθηκαν στα κατοπινά χρόνια σε βιβλία, μαζί με άλλες του
εργασίες σε διάφορα περιοδικά και έντυπα. Το ίδιο έγινε και με τις δύο κριτικές
παρουσιάσεις που αντιγράφω σε αυτό το σημείωμα. Η βιβλιοκριτική της
«Καθημερινής» μεταφέρθηκε σε βιβλίο του παραλλαγμένη –χτενισμένη-γλωσσικά, με
τον ίδιο τίτλο. Βλέπε τον τόμο Τάκης Καρβέλης, «Δεύτερη Ανάγνωση. Κριτικά
κείμενα 1984-1991» τόμος Β΄, εκδόσεις Σοκόλη 1991, σελίδες 207-210. Η συλλογή του Τ.Λ. είχε κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Κέδρος το
1987. Η δεύτερη βιβλιοκριτική του για τον Λειβαδίτη δημοσιεύθηκε στο παλαιό
γνωστό πολιτικό περιοδικό «Επίκαιρα» και περιέχεται στις σελίδες 201-202 του
ίδιου τόμου. Ο καθηγητής και κριτικός Τ. Καρβέλης (του οποίου η σύζυγος
Αικατερίνη Τσουτάκου Καρβέλη ήταν Πειραιώτισσα) έχει υπογράψει και την
βιβλιοκρισία «ΕΝΑΣ ΠΟΙΗΤΗΣ ΑΛΚΟΟΛΙΚΟΣ ΤΗΣ ΜΑΤΑΙΟΤΗΤΑΣ»-ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ, ΜΙΚΡΟ
ΒΙΒΛΙΟ ΓΙΑ ΜΕΓΑΛΑ ΟΝΕΙΡΑ. Σελίδες 203-206 στο οσάνω βιβλίο. Πρώτη δημοσίευση
στο λογοτεχνικό περιοδικό Το Τραμ, τχ.3/10,1987 σ. 120-121.
-Από όσο γνωρίζω, οι εκατοντάδες βιβλιοκριτικές και
παρουσιάσεις νέων εκδόσεων σε διάφορες
εφημερίδες των γνωστών βιβλιοκριτικών Κώστα
Τσαούση και Δημήτρη Σταμέλου,
υπάρχουν διάσπαρτες στα φύλλα των παλαιών εφημερίδων και δεν έχουν συγκεντρωθεί
και εκδοθεί αυτόνομα σε τόμο.
-Το 2004 οι εκδόσεις Καστανιώτη, εξέδωσαν σε δύο ογκώδεις
τόμους (τόμος Α, σ. 1-941 και τόμος Β, σ. 942-1752), ένα πλούσιο και πολύχρωμο
χρήσιμο και χρηστικό απάνθισμα από τις βιβλιοκριτικές και παρουσιάσεις νέων εκδόσεων
και βιβλίων, στην εφημερίδα «Τα Νέα» και το περιοδικό «Ο Ταχυδρόμος» του
πειραιώτη κριτικού και δημοσιογράφου Κώστα
Σταματίου. Οι δύο τόμοι φέρνουν τα εξής στοιχεία: ΚΩΣΤΑΣ ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΚΑΙ Ο ΧΡΟΝΟΣ (1979-1991)
τόμος Α΄ (1979-1987). Πρόλογος Κώστας Ρεσβάνης. Επιλογή Κειμένων Θανάσης Θ.
Νιάρχος-Βάσω Κυριαζάκου. Επίμετρο Θανάσης Θ. Νιάρχος. Τόμος Β΄ (1988-1991).
Επιλογή Κειμένων Θανάσης Θ. Νιάρχος-Βάσω Κυριαζάκου. Επίμετρο Θανάσης Θ.
Νιάρχος. Η συγκέντρωση των βιβλιοκρισιών (σε μία ευρεία και επαρκή επιλογή) του
Κώστα Σταματίου, αυτό το πανόραμα της κριτικής του σκέψης, δεν μας φανερώνει
μόνο το εύρος του σημαντικού αυτού δημοσιογράφου και κριτικού αλλά και την
μεγάλη εικόνα της βιβλιοπαραγωγής, των συγγραφέων και των εκδόσεων, την μεγάλη
ποικιλία των βιβλίων που κυκλοφόρησαν τα δεκατρία αυτά χρόνια στην χώρα μας. Η
κεντροαριστερή σοβαρή πολιτική ιστορική απογευματινή εφημερίδα «Τα Νέα» του
δημοσιογραφικού συγκροτήματος του Χρήστου Λαμπράκη, εκδίδονταν τις δεκαετίες
μετά την μεταπολίτευση σε μεγάλα τιράζ. Η κυκλοφορία της, συναγωνίζονταν,
βρίσκονταν σε πλεονεκτικότερη θέση (λόγω παλαιότητας) άλλες δημοκρατικές
πολιτικές εφημερίδες της εποχής. Το επιτελείο της ήταν μεγάλο και σοβαρό και τα
άρθρα και οι αναλύσεις της, οι σχολιασμοί της και οι κρίσεις της διαβάζονταν
και προσέχονταν όχι μόνο από τους αναγνώστες της. Η έγκριτη εφημερίδα διέθεται
αρκετές σελίδες της-ιδιαίτερα το Σάββατο-στην παρουσίαση των πνευματικών και
καλλιτεχνικών εκδηλώσεων. Ανακοινώσεις, Δελτία τύπου, συνεντεύξεις με διάφορους
συντελεστές, παρουσιάσεις νέων θεατρικών παραστάσεων, κινηματογραφικών ταινιών,
ομάδων χορού, μουσικών συναυλιών κλπ. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ενημέρωσης, η
εφημερίδα διέθεται και σελίδες της στην παρουσίαση νέων εκδόσεων ή παλαιότερων
επανεκδόσεων. Ένα από τα κύρια άτομα τις δεκαετίες αυτές, το οποίο παρουσίαζε
τις νέες κυκλοφορίες και εκδόσεις βιβλίων ήταν και ο Κώστας Σταματίου. Η
επαρκής πληρότητα των δύο σελίδων που δημοσίευε τα κείμενά του, ήταν μιά μεγάλη
πληροφοριακή βοήθεια για όσους διάβαζαν, ασχολούνταν με το βιβλίο και περίμεναν
να ενημερωθούν. Τις σελίδες του τις περιμέναμε πάντα με ανυπομονησία και
περιέργεια. Ήταν κατά κάποιον τρόπο, ένα είδος «οδηγού αγοράς» μας. Όπως και οι
επώνυμες βιβλιοκρισίες άλλων εφημερίδων και λογοτεχνικών περιοδικών τα οποία
κυκλοφόρησαν μετά την μεταπολίτευση του 1974. Έτσι, η απόφαση να εκδοθούν οι
κριτικές αυτές του πειραιώτη κριτικού υπήρξε πολύτιμη και χρήσιμη. Ο δεύτερος
τόμος της έκδοσης, περιέχει τα απαραίτητα ΕΥΡΕΤΉΡΙΑ, σελίδες 1653-1751,
ευρετήρια τίτλων, εντύπων, ονομάτων. Αντιγράφω τις σελίδες των πληροφοριών για
τον ποιητή Τάσο Λειβαδίτη, σελίδα 1723. Τάσος Λειβαδίτης 339-340, 487, 571-573,
612, 639, 805-806, 854, 927, 1077-1078, 1082, 1083, 1344.
Στις σελίδες 339-341,
πληροφορούμαστε ότι στα «Νέα» της 17/9/1983 ο Κ. Σταματίου κρίνει την συλλογή
του Τάσου Λειβαδίτη, «Ο τυφλός με τον λύχνο". Αρχίζει το κείμενο του: «Με
το αίμα της καρδιάς του γράφει μια μεγάλη ποίηση ο Τάσος Λειβαδίτης, αλλά δεν
είναι άνθρωπος της φασαρίας και είναι πολύ καθυστερημένος στις «δημόσιες
σχέσεις» και δεν έχει και το Κόμμα να τον βγάζει στα πάλκα και σε συναυλίες, κι
έτσι πέρασε το 1982, που συμπληρώθηκαν τριάντα χρόνια από τα πρώτα του βιβλία,
Μάχη στην άκρη της νύχτας και Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας, και κανένας
δεν τον θυμήθηκε….» Και κλείνει το σημείωμα ο Σταματίου: «Μια συγκλονιστική
ποιητική δόνηση. Μια φωνή που βγαίνει απ’ τα κατάβαθα μιας μεγάλης και πολύ
πονεμένης-για τη μοίρα όλων μας-ψυχής. Να ευχηθώ, όπως θα έλεγαν οι
παλαιότεροι, «την εξ ύψους παρηγορίαν»; Βγαίνει τίποτα; Στις σελίδες 571-573 διαβάζουμε την κριτική
για την ποιητική συλλογή του Λειβαδίτη, «Βιολέτες για μια εποχή» που
δημοσιεύτηκε στις 7/9/1985. Αρχινά ο Σταματίου: «Διάβαζα και ξαναδιάβαζα αυτό
το καλοκαίρι το νέο βιβλίο του Τάσου Λειβαδίτη, κι απόλαυση ήταν κάθε φορά μεγαλύτερη….».
«Μορφικά έχουμε πάντα την ίδια γραφή: εντελώς ελεύθερη, αλλού πεζοτράγουδα κι
αλλού σε στίχους, με ή χωρίς μιαν «επωδό» στο τέλος. Αν και νοηματικά απολύτως
συγγενές, το σύνολο χωρίζεται σε πέντε ενότητες, που διακρίνονται μάλλον από
την έκταση των επιμέρους ποιημάτων: πολυπαράγραφα στις «Αργοπορημένες αμοιβές»
και «Κάτω απ’ τον ίδιο αστερισμό», γίνονται πιο σύντομα στις «Σκιές από μακρινά
φώτα», εντελώς ολιγόστιχα στα «Μικρά γυμνάσματα λησμονιάς», για να κλείσουν με
τρείς μεγάλες συνθέσεις: «Ένα ένδυμα εγκληματικό», «Μην απελπίζεσθε», «Το τέλος
μιας αξέχαστης ιστορίας». Και τελειώνει ο Σταματίου με τα λόγια «Ένα μεγάλο
βιβλίο, λοιπόν». Στις 16/5/1987 βλέπε σελίδες 805-806 ο κριτικός παρουσιάζει
την συλλογή του Λειβαδίτη, «Μικρό βιβλίο για μεγάλα όνειρα». Γράφει: «Από
συλλογή σε συλλογή, όλο και σκοτεινιάζει περισσότερο στην ποίηση του Λειβαδίτη,
του πιο «ηττημένου» από την (πρώτη μεταπολεμική) γενιά της ήττας. Εδώ, σε
δεκαέξι «μέρη» ποικίλου μήκους-από τις πολυσέλιδες συνθέσεις κι ως το ένα μόνο
τετράστιχο ή και… δίστιχο-συνεχίζει τον ατέλειωτο θρήνο για το όνειρο που δεν
πραγματώθηκε, για τα χρόνια που πέρασαν ανεπιστρεπτί, για το «κάτι» που δεν
ζήσαμε κι όμως αυτό ήταν που θα ‘δινε νόημα στην όλη ζωή. Υπόσχεται στην αρχή
ότι θα μιλήσει για….». Και παρακάτω: «Όλο το βιβλίο είναι κλάμα μαζί και
διαμαρτυρία-αλλά χαμηλόφωνη, απελπισμένη, πια- μια απέραντη, υπαρξιακή θλίψη
για τη «χαμένη υπόθεση του κόσμου». Το ‘χω ξαναγράψει: Ο Λειβαδίτης αίρει τις
αμαρτίες όλων μας, σηκώνει τον καθολικό Σταυρό μας κι ανηφορίζει,
ανηφορίζει…».
«Διαβάστε τον
Λειβαδίτη. Αυτόν τον-λέει ο ίδιος-«μοναδικό μάρτυρα στη δίκη του αιώνος».
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς, Παρασκευή 17/12/2021.
Ροζίτα Σώκου, 9/9/1923-14/12/2021. Καλό κατευόδιο
-