Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2025

Οταν ο Ν. Ι. Χαντζάρας συνάντησε τον Α. Παπαδιαμάντη

 

Μ Ι Α   Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Η

του πειραιώτη Νίκου Ι Χαντζάρα με τον σκιαθίτη κυρ Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη

          Στην ενασχόλησή μας το τελευταίο διάστημα στην ιστοσελίδα μας με τα «ΠΕΙΡΑΙΩΤΙΚΑ» του δημοσιογράφου και ποιητή Νίκου Ι. Χαντζάρα στην «Φωνή του Πειραιώς», αποδελτίωση, καταμέτρηση, ταξινόμηση, ανάρτηση, δώσαμε ένα γενικό κυρίως αλλά και ειδικό περίγραμμα της χρονογραφικής τους θεματολογίας. Αντιγράψαμε ορισμένα από τα δημοσιογραφικά «ρεπορτάζ» του, κείμενά του τα οποία αναφέρονταν στην χαρτογράφηση της γενικής εικόνας της Πόλης στην εποχή που την έζησε, την περπάτησε, συνομίλησε με τους πειραιώτες συνδημότες του άντλησε το πληροφοριακό υλικό του από παλαιά του Δήμου και ιδιωτικά Αρχεία. (της οικογένειας των γηγενών Πειραιωτών Μελετόπουλων). Μετά το πέρας της χρονολογικής ταξινόμησής τους, έχοντας κατηγοριοποιήσει τα δημοσιεύματα που είχαμε φωτοτυπήσει από το Ιστορικό Αρχείο της Πόλης τις προηγούμενες δεκαετίες, σταθήκαμε σε αυτά που κατά την κρίση μας έχουν φιλολογικό και καλλιτεχνικό ενδιαφέρον. Σε όσα δηλαδή μονόστηλα ή δίστηλα χρονογραφήματά του αναφέρονταν σε ποιητές, πεζογράφους, δοκιμιογράφους, γηγενείς ιστορικούς του Δήμου, θεατρικούς συγγραφείς, εικαστικούς δημιουργούς, καραγκιοζοπαίχτες, θεατρώνες ιδιοκτήτες καφενείων και άλλων ψυχαγωγικών αιθουσών. Στέκια και τοπόσημα της Πόλης που σύχναζαν οι παλαιότερες Μεσοπολεμικές γενιές των φιλότεχνων Πειραιωτών που αγαπούσαν και καλλιεργούσαν τα γράμματα και τις τέχνες, την καλλιτεχνία στο πρώτο λιμάνι της χώρας. Το σύνολο των ονομάτων, συγγραφέων, λογίων και καλλιτεχνών που μνημονεύει ο Νίκος Ι. Χαντζάρας στις συναντήσεις του, τους γνώριζε από κοντά, τους συναναστρέφονταν και συνομιλούσε μαζί τους, έτρωγε στις διάφορες ταβέρνες μαζί τους, τα κουτσόπιναν. Ορισμένοι υπήρξαν και συμμαθητές του στα γυμνασιακά του χρόνια όπως ο ιστορικός της ελληνικής λογοτεχνίας Άριστος Καμπάνης και άλλοι. Ιδιαίτερη εκτίμηση έδειχνε στον Φαληριώτη Παύλο Νιρβάνα που μνημονεύει σε αρκετά «Πειραιώτικά» του. Στον θεατράνθρωπο Σπύρο Μελά, στον ποιητή των Σκιών Λάμπρο Πορφύρα, στον άτυχο Ρώμο Φιλύρα, στον Ιωσήφ Παπαδόπουλο- Γκρέκα που μελοποίησε στίχους του, στον σπετσιώτη Γεώργιο Στρατήγη, τον μεταφραστή Γεώργιο Ζουφρέ και άλλους γνωστούς της εποχής του. Οι γνωριμίες του όμως δεν περιορίζονταν μόνο στους Πειραϊκούς πνευματικούς κύκλους, ο Νίκος Ι. Χαντζάρας παρά την έντονη Πειραιολατρεία του, διατηρούσε φιλικές ή είχε πνευματικές σχέσεις και με Αθηναίους τους οποίους συναντούσε όταν έπαιρνε το τρένο για την πρωτεύουσα. Γνώριζε τον ποιητή και λόγιο Στέφανο Δάφνη, τον ερωτικό και αισθησιακό ποιητή και μεταφραστή του Μεσοπολέμου Ναπολέοντα Λαπαθιώτη-στου οποίου την κηδεία παρευρέθηκε, ημέρα βομβαρδισμού του Λιμανιού 11 Ιανουαρίου από τα συμμαχικά στρατεύματα. Είχε επαφές με τον αυτοκαταστροφικό σαν χαρακτήρα, σημαντικό ποιητή και κριτικό Μήτσο Παπανικολάου ο οποίος έφυγε από την χρήση επικίνδυνων ουσιών. Ο Χαντζάρας μιλά για την απώλειά του με πικρία. Ιδιαίτερη μνεία κάνει και στον ποιητή Ρώμο Φιλύρα γράφοντας για την παρουσία του και σε ορισμένα ακόμα ονόματα. Τα καθαρά φιλολογικά του ή καλλιτεχνικά του χρονογραφήματα είναι ελάχιστα, σε σχέση με τα αυτοβιογραφικά του, της οικογένειας του, των παλαιών συμμαθητών και δασκάλων του, των γειτόνων του, των παιδικών και εφηβικών του χρόνων και αναμνήσεων, και φυσικά αυτά που αναφέρονται στην καθόλου ιστορία της Πόλης και την εξέλιξη του Δήμου Πειραιά στο χρόνο. Αυτά που έχουν καθαρά εκκλησιαστική θεματολογία και όσα περιγράφουν τους ημερήσιους ή απογευματινούς περιπάτους του σε διάφορα πάρκα, πλατείες και κήπους της Πόλης. Η ποσοστιαία αναλογία τους-των φιλολογικών «επιφυλλίδων» του- υπολείπεται ακόμα και των καλλιτεχνικών, αυτών που μας μιλούν για τις πρώτες θεατρικές ομάδες του Πειραιά, τα καφενεία στέκια ή φαρμακεία, τις ταβέρνες που σύχναζαν και τους πρώτους συντελεστές. Ο πειραιώτης δημοσιογράφος εντοπίζει, μιλά εν τάχει αλλά δεν αναφέρεται αναλυτικά, αναλύει με λεπτομέρειες τις καταστάσεις των καλλιτεχνικών κινήσεων και των προσώπων που τις διαμόρφωσαν, με ελάχιστες εξαιρέσεις, που μπορούμε να διασταυρώσουμε και εντοπίσουμε το πειραϊκό στίγμα τους και από άλλες πηγές. Ένα λοιπόν από τα σημαντικά πρόσωπα που γνώρισε από κοντά επισκεπτόμενος την Πλατεία της Δεξαμενής στην Αθήνα μέσω της μεσολάβησης του Νιρβάνα είναι και ο διηγηματογράφος και μυθιστοριογράφος κυρ Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης.

          Ο Νίκος Ι. Χαντζάρας συναντά για μία και μόνη φορά από κοντά τον κυρ Αλέξανδρο στον χώρο που σύχναζε και έγραφε τα κείμενά του. Για αυτήν την μοναδική συνάντηση του στην Δεξαμενή μας μιλά στο μονόστηλο κείμενό του «Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ» της Τρίτης 6 Αυγούστου 1946 στην «Φωνή του Πειραιώς», μεταφέροντας την άποψη του κυρ Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη  για δικά του ποιήματα. Ο ολιγογράφος ποιητής Νίκος Ι. Χαντζάρας, ήταν ήδη γνωστός με την συλλογή του «Ειδύλλια» όταν συνάντησε τον κυρ Αλέξανδρο, σημαντικοί κριτικοί της εποχής όπως ο Τέλλος Άγρας και άλλοι τον είχαν συστήσει στο Αθηναϊκό πνευματικό, λογοτεχνικό κοινό. Κάτι που σημαίνει ότι θα ενδιαφέρονταν να γνωρίσει, να ακούσει την γνώμη και να συνομιλήσει από κοντά με τον φτασμένο και καταξιωμένο, μονήρη ορθόδοξο συγγραφέα κυρ Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Την θέση του αυτή μας ενισχύει και το γεγονός ότι ο Χαντζάρας επανέρχεται με ένα ακόμα χρονογράφημά του, αυτό του Σαββάτου της 10ης Αυγούστου 1946 με τίτλο «Να σιγήσουν οι όχλοι» δίνοντάς μας και το θρησκευτικό κλίμα που κινούνταν ο Παπαδιαμάντης λόγω του εορταστικού μικρού Πάσχα του Καλοκαιριού. Μια συν-μαρτυρία ενός φίλου του συνεργάτη δημοσιογράφου του Σάββα Παπαδόπουλου για ορισμένες δημόσιες συνήθειες και συντροφιές του Σκιαθίτη διηγηματογράφου. Και ακόμα, ίσως στο γεγονός ότι ο τίτλος του δημοσιεύματος, όπως πράττει και σε άλλα του, φέρει το μικρό βαπτιστικό όνομα του πεζογράφου και όχι και το επίθετό του, που μάλλον δείχνει μία οικειότητα εκ μέρους του πέρα από τον βαθύ σεβασμό του. Όπως ο ίδιος γράφει γνώριζε ότι Πειραιώτες λογοτέχνες επισκέπτονταν και συναντούσαν τον κυρ Αλέξανδρο στην Δεξαμενή. Υπέβαλαν τα σέβη τους. Μαθαίνουμε την άποψη του Παπαδιαμάντη για την  αιωνιότητα του παιχνιδιού της Τέχνης. Εμείς Είμαστε εφήμεροι, πρόσκαιροι μας λέει, όμως: «καλλιεργούμεν το όνειρον της Τέχνης το οποίον είνε συνεχές και αιώνιον». Μια Παπαδιαμαντική επισήμανση που ενδέχεται να μην στέκονται οι κατά καιρούς Παπαδιαμαντολόγοι που τον περιορίζουν σε ένα καθαρά μόνο θρησκευτικό και εκκλησιαστικό ορθόδοξο περιβάλλον αποψιλώνοντάς τον από την ερωτική και κοινωνική διάσταση του έργου του, την κριτική του σε υψηλόβαθμους κληρικούς της Εκκλησίας, στην καταγραφή λαϊκών δεισιδαιμονικών προλήψεων και συνηθειών, αγραμματοσύνης κλήρου και λαού, φτώχειας και εξαθλίωσης. Δημόσιας οικονομικής αγυρτείας των εχόντων πολιτική και πνευματική εξουσία, εκμετάλλευση του λαού, στηλίτευση εκπροσώπων της φιλοσοφίας και του ελληνικού στοχασμού, όπως του Γεωργίου Γεμιστού Πλήθωνα, ανάπλαση των σκληρών και ανυπόφορων κοινωνικών συνθηκών, των απαγορευτικών εθίμων που διαπαιδαγωγούνταν και ζούσαν τα παιδιά και ιδιαίτερα τα κορίτσια. Το έργο του «Η Φόνισσα» είναι η ισχυρότερη ελληνική σύγχρονη συγγραφική μαρτυρία- σύμβολο- ενός έργου «φεμινιστικού» (για να χρησιμοποιήσουμε ορολογίες του περασμένου αιώνα) με μία θεματική νοηματοδότηση καθαρά «αντιφεμινιστική». Είναι τόσο φεμινιστικό όσο ταυτόχρονα και αντιφεμινιστικό, που μάλλον δεν συναντάμε παρόμοιο στην παγκόσμιο γραμματεία. Βλέπουμε επίσης τον κυρ Αλέξανδρο να αναφέρεται στην «αναπνοή της παιδίσκης» και φυσικά, διαβάζουμε την γλώσσα που χρησιμοποιεί που είναι ένα κράμα δημοτικής και καθαρεύουσας. Το «είναι» γράφεται «είνε», το «καφενείο» με δύο «φφ», «καφφενείο», αυξήσεις στις λέξεις, τους γλωσσικούς τρόπους και φράσεις που χρησιμοποιεί στην ομιλία του και στα κείμενά του, μπολιασμένα με λέξεις και φράσεις από την εκκλησιαστική κειμενική παράδοση της υμνολογίας κάτι που κάνει κλείνοντας το χρονογράφημά του και ο Πειραιώτης Χαντζάρας. Με μία θρησκευτική φλέβα ευσέβειας να χτυπά μέσα του. Ενώ στο δεύτερο «Πειραιώτικό» του, πληροφορούμαστε για τις λαϊκές παρέες που έκανε συντροφιά ο κυρ Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ο σταθερός ψάλτης στον άγιο Ελισαίο και στον σεβασμό που έδειχναν στο πρόσωπό του τόσο οι λόγιοι και συγγραφείς της πρωτεύουσας όσο και οι απλοί καθημερινοί μεροκαματιάρηδες άνθρωποι της εποχής του, φτωχοί, ανώνυμοι βιοπαλαιστές και ας μην είχαν διαβάσει τα βιβλία του παρά μόνο ίσως τα δημοσιεύματά του στον ημερήσιο τύπο, τις πολιτικές εφημερίδες που βρίσκονταν κάθε πρωί στα τραπέζια των καφενείων και ζαχαροπλαστείων. Όσο για την λιτοδίαιτά του ήταν γνωστή στους πάντες.

          Πριν μερικά χρόνια (1992) όπως γνωρίζουμε, κυκλοφόρησε μία νέα έκδοση, επιμελημένη και σχολιασμένη από τον συγγραφέα Νίκο Δ. Τριανταφυλλόπουλο «Αλληλογραφία» του  κυρ Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη από τις εκδόσεις «Δόμος». Είναι οι επιστολές που λάβαινε και έστελνε ο νεαρός μαθητής Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης στον Πατέρα του ζητώντας του οικονομική βοήθεια και σε άλλους. Την έκδοση αυτή είχαμε σχολιάσει –βιβλιοκρίνει εκτενώς εντύπως σε περιοδικό της εποχής, και αναρτήσει μεταγενέστερα στα Λογοτεχνικά Πάρεργα. Όσοι αγαπούν το έργο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και εξετάζουν την συμβολή του στα ελληνικά γράμματα, έχοντας διαβάσει την «Αυτοβιογραφία» και την «Επιστολογραφία» του γνωρίζουν ότι τάξεις του Γυμνασίου ως μαθητής ο Σκιαθίτης κυρ Αλέξανδρος τις είχε φοιτήσει στο πρότυπο γυμνάσιο στο κέντρο του Πειραιά, την γνωστή μας Ιωνίδειο Σχολή. Ίσως μάλιστα, είμασταν οι «πρώτοι» από τις μεταπολιτευτικές γενιές των πειραιωτών νέων λογίων και συγγραφέων που ασχοληθήκαμε με την Πειραιώτικη νεανική σχολική παρουσία του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη στην Πόλη μας και στην σχολική μαθητεία του στην Ιωνίδειο Σχολή. Στο γεγονός αυτό είχαν αναφερθεί και αρμόδιοι της Ιωνιδείου που ανάρτησαν στην ιστοσελίδα της τις αναφορές μου. Σήμερα, έχοντας διανύσει την πρώτη εικοσαετία της τρίτης χιλιετίας στα πνευματικά κληροδοτήματα της Σχολής, μπορεί να δει ο σύγχρονος φιλαναγνώστης Γράμματα του κυρ Αλέξανδρου καθώς και προτομή του σε ειδική αίθουσα της Ιωνιδείου. Η είσοδος γίνεται και από την Πλατεία Κοραή,  πεζόδρομος της οδού Δραγάτση και από την κεντρική της οδού Σωτήρος που εισέρχονται οι μαθητές της Ιωνιδείου.

          Αυτές τις γνωστές παλαιές πληροφορίες και τα στοιχεία- την σχέση δηλαδή του μαθητή Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη με την πόλη μας- τα επαναφέρω στην επικαιρότητα του παρόντος σημειώματος για το εξής. Ασχολούμενοι συστηματικά με τα χρονογραφήματα του Νίκου Ι. Χαντζάρα γεννάται ένα ερώτημα μεταξύ άλλων. Άραγε ο έμπειρος και πάντα ενήμερος σε θέματα της ιστορίας και του πολιτισμού του Πειραιά Νίκος Ι. Χαντζάρας γνώριζε τα της περίπτωσης του κυρ Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη;  Είχε διαβάσει τις επιστολές του; είχε ενδιαφερθεί να πληροφορηθεί από παλαιούς γυμνασιάρχες και καθηγητές της Ιωνιδείου Σχολής για την φοίτησή του στο σημαντικό εκπαιδευτήριο, Δημόσιο Σχολείο της Πόλης μας; Στα δημοσιεύματά του-αυτά τουλάχιστον που γνωρίζω- αναφέρει καθηγητές του διαφόρων μαθημάτων, τον αυστηρό φιλόλογό τους αρχαιολόγο Ιάκωβο Δραγάτση, τον Νίκο Κατσικάρο κλπ., δεν αναφέρεται όμως καθόλου στον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη εκτός από τις δύο αυτές ημερομηνίες που αναδημοσιεύουμε. Αυτό σημαίνει ότι όταν τον συνάντησε από κοντά στην Δεξαμενή δεν είχε υπόψη του την πειραιώτικη περίπτωσή του, λησμόνησε την πειραϊκή του σχολική εμπειρία ή δεν ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα, αναμένοντας να συζητήσουν «μόνο» για τα «Ειδύλλιά» του. Το ίδιο μπορούμε να σημειώσουμε και για την περίπτωση του Αλεξανδρινού ποιητή Κωνσταντίνου Π. Καβάφη που είχε περπατήσει σε λεωφόρο της Πόλης μας (παλαιά Σωκράτους- νυν Ηρώων Πολυτεχνείου) στις αρχές του προηγούμενου αιώνα και άλλων ελλήνων λογοτεχνών. Μνεία κάνει ο Χαντζάρας στον ελληνογάλλο ποιητή και μεταφραστή Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλο (Ζαν Μωρεάς) και ακροθιγώς στον Κώστα Βάρναλη ο οποίος εργάστηκε ως δάσκαλος στην Πόλη μας. Ενδέχεται ο ποιητής Νίκος Ι. Χαντζάρας εξαιτίας πληθώρας ρεπορταζικής καθημερινής ύλης που είχε να διεκπεραιώσει ως επαγγελματίας δημοσιογράφος να μην προλάβαινε ή να αμέλησε ή να μην ήταν στα άμεσα πνευματικά και λογοτεχνικά του ενδιαφέροντα. Ίσως και να μην θεωρούσε ότι αφορά το πειραιώτικο κοινό της εφημερίδας. Πάντως ούτε και στις πολλές αναφορές του και στις φιλολογικές συναντήσεις του με τον Παύλο Νιρβάνα μιλά για την μοναδική αυτή συνάντησή του με τον κυρ Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη στα υπόλοιπα «Πειραιώτικα».

     Αντιγράφουμε τα δύο χρονογραφήματα. Το ένα τουλάχιστον αναφέρεται στην γενική Παπαδιαμαντική Βιβλιογραφία, ενώ αν η μνήμη δεν με απατά το συναντάμε και στο περιοδικό «Ελληνική Δημιουργία». Χτένισα ελάχιστα τα δύο δημοσιεύματα. Εξάλλου, η αυτούσια γλωσσική παράθεση των κειμένων μας φανερώνει την προφορική ομιλία των ανθρώπων της εποχής τους, τις γραπτές τους συνήθειες και τους κανόνες της γραμματικής που υιοθετούσαν στα γραπτά τους.

          Ο  ΑΛΕΞΑΝΤΡΟΣ

          Περνάμε ημέρες εξαιρετικής θρησκευτικής κατάνυξης, τις ημέρες της νηστείας του δεκαπενταύγουστου. Ο χριστιανικός κόσμος έρχεται σε πυκνή επαφή με την εκκλησία και καθαρίζεται ηθικά, ψυχικά, πνευματικά.

          Τίς μέρες αυτές η σκέψη μου τριγυρίζει στη δεξαμενή των Αθηνών, σ’ ένα καφενείο, που κάποτε, σε χρόνια παλιά, είχ’ αντικρύσει την άγια μορφή του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, του περίφημου συγγραφέα της «φόνισσας» και των «ρεμβασμών του δεκαπενταύγουστου».

          Ο Παύλος Νιρβάνας, ο μακαρίτης Πειραιώτης λογοτέχνης, μου είχε μάθει το δρόμο αυτό. Ν’ ανεβαίνω στην Αθήνα και στην πλατεία της Δεξαμενής.

          Εκεί γνωρίστηκα με πρόσωπα που επικράτησαν στα γράμματα και στην επιστήμη.

          Εκεί είχα την ευτυχία να γνωρίσω και τον Αλέξανδρο, περιστοιχισμένο από νεαρούς διανοούμενους τότε, τον Πειραιώτη Άριστο Καμπάνη, τον Κώστα Βάρναλη, τον Λάμπρο Πορφύρα, το Ρώμο Φιλύρα, το Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, το Χαρίλαο Παπαντωνίου, αδελφό του ακαδημαϊκού Ζαχαρία Παπαντωνίου, κι’ άλλους, κι’ άλλους.

          Ο μακαρίτης Νιρβάνας με παρουσίασε στον Παπαδιαμάντη κι’ εγώ του υπέβαλα το βαθύ σεβασμό μου.

          -Ο Νιρβάνας- μου είπε-μου μίλησε χθες για σας. Κάτι στίχοι σας του έκαναν εντύπωση και μου τους διάβασε. Συνεφώνησα κι’ εγώ με το Νιρβάνα.  Του έκαμεν εντύπωσιν η χαριτωμένη αφέλεια, μετά της οποίας διηγείσθε τα πάθη της ψυχής. Ησθάνθην την αναπνοήν παιδίσκης τρυφεράς να θωπεύη το πρόσωπόν μου, όταν ήκουσα ναπαγγέλλωνται οι στίχοι σας.

          Έρριξεν απάνω μου το απλανές βλέμμα του, πού εφωτίστηκε άξαφνα από μιά γλυκειά φλόγα, και συνέχισε:

          -Ημείς ερχόμεθα και παρερχόμεθα. Είμεθα εφήμεροι και καλλιεργούμεν το όνειρον της Τέχνης, το οποίον είνε συνεχές και αιώνιον. Παρηγορείαν ευρίσκομεν εις την θείαν μορφήν της Παναγίας. Αυτήν επικαλούμεθα, αυτήν υμνήσαμεν και ημείς οι ταπεινοί και οι ελάχιστοι, τας ημέρας αυτάς, εις τον ιερόν ναόν του Προφήτου Ελισαίου. Η Θεομήτωρ γνωρίζει τα βάθη της καρδιάς μας της αμαρτωλής και φροντίζει να μας παρηγορή και να καταστέλλη τας κακάς επιθυμίας μας.

          -Αυτά, λοιπόν, κ. Χ. Μά διατί δεν εχρησιμοποιήσατε ένα ωραίο ψευδώνυμον δια τα λογοτεχνικά σας, τουλάχιστον, γραψίματα, προσέθεσεν ο περίφημος διηγηματογράφος. Μετ’ ευχαριστήσεως θα έβλεπα κάτω από στίχους σας την υπογραφήν: Ν. Βοσκός.

          Ήτανε η πρώτη και τελευταία φορά, που συναντήθηκα με τον Παπαδιαμάντη. Η ανάμνησή του στις ημέρες των θρησκευτικών κατανύξεων του δεκαπενταύγουστου, μου προκαλεί συγκίνηση βαθειά. Η συγκίνηση δυναμώνει, όταν θυμηθώ κι’ ένα άσμα, που χαμηλά τον άκουσα να ψάλει στην πρώτη και τελευταία συνάντηση μαζί του: «Τοις μαθηταίς συνέλθωμεν εν όρει Γαλιλαίας…».

6/8/1946

          ΝΑ  ΣΙΓΗΣΟΥΝ  ΟΙ  ΟΧΛΟΙ        

          Ο Φίλος Σάββας Παπαδόπουλος τελειόφοιτος της Φιλολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου και διαλεχτός δημοσιογράφος, μούσφιξε χτες το χέρι.

-Λίγα γραψίματά σου, που είδα για τον Παπαδιαμάντη προχτές, μ’ αρέσανε.

          -Φτωχές οι αναμνήσεις μου, του απάντησα. Μία φορά μόνο μίλησα με το μεγάλο διηγηματογράφο μας που πέθανε κοντά μας, στο στασίδι του ψάλτη της εκκλησούλας του Προφήτη Ελισαίου, στην Αθήνα.

          Ο βαθειά μορφωμένος συνάδελφος είχε την καλοσύνη να μου συμπληρώσει τις γνώσεις μου για τον Παπαδιαμάντη.

          Επιγράφετε τις σχετικές αναμνήσεις «Ο Αλέξαντρος». Τον Παπαδιαμάντη τον προσφωνούσανε και τόνε γράφανε «Ο Κυρ- Αλέξαντρος». Ακούσατε καμμιά φορά στα παλιά, πού εντρυφάτε, για τον Πρόεδρο της Δεξαμενής;

-Ναι, κάτι έχω ακούσει, του απάντησα.

-Λοιπόν, ο πρόεδρος της δεξαμενής της Αθήνας, ήτανε ένας γερασμένος αμαξάς της πρωτεύουσας, γηγενής Αθηναίος, μου εσυνέχισε. Αυτός ήτανε φίλος του μακαρίτη του κύρ- Αλέξαντρου. Απόμαχος από το επάγγελμά του, του κρατούσε συντροφιά στο καφενεδάκι της Δεξαμενής, πηγαίνανε μαζί στο εκκλησάκι του Προφήτη Ελισαίου, που έψελναν ο κύρ- Αλέξαντρος, μαζί συζητούσανε για τα εκκλησιαστικά γενικά πράματα, για τις νηστείες, για τη Βυζαντινή μουσική, για την τετράφωνο, που ο παλιός αμαξάς την ωνόμαζε «τετράποδο» κι’ επιδοκίμαζεν ο μακαρίτης κύρ- Αλέξαντρος το καλαμπούρι μ’ ένα χαμόγελο χριστιανικό, γιομάτο συγγνώμη.

          -Πολλές φορές-εσυνέχισεν ο κ. Παπαδόπουλος- ο πρόεδρος της δεξαμενής καλούσε τον Παπαδιαμάντη στο σπίτι του, στην οικογένειά του, να φάνε μαζί. «Ευχαρίστως, απαντούσεν ο Παπαδιαμάντης, ας συμβουλευθώμεν πρώτον τα βιβλία της εκκλησίας μας και βεβαιωθώμεν, ότι μας παρέχεται ελευθερία εις βρώσιν και εις πόσιν. Αν δεσμευώμεθα, λίγες ελιές και λίγα άγρια ραδίκια είνε για μένα αρκετά».

          -Να σας προσθέσω και κάτι άλλο, που δεν είδα να έχη απηχηθή από τους Παπαδιαμαντολόγους- μου είπεν ο φίλος μου Σάββας. Ο κυρ- Αλέξαντρος άξαφνα ζητούσεν από τον καφετζή πέννα και καλαμάρι. Έβγαζεν από την τσέπη του μερικά φύλλα χαρτιού, μαζευότανε σε μιά γωνιά του καφενείου κι’ άρχιζε να γράφη. Κοντά του περέμενεν ο πρόεδρος της δεξαμενής, ο γερασμένος αμαξάς της Αθήνας, που είχαν δη πολλά τα μάτια του, μα που η καρδιά του είχε μείνει στο βάθος της αφελής, παιδική, απείραχτη από τη σατανική πονηριά.

          Μέσα στο καφενείο κουβεντιάζανε μερικοί πελάτες σε χαμηλό τόνο. Όξω από το καφενείο πάλι αρκετοί κουβεντιάζανε στα τραπέζια και  θορυβούσαν. Όταν ο περίφημος διηγηματογράφος είχεν αιχμαλωτίσει το θέμα του και προχωρούσε στη λύση του διηγήματός του, ο πρόεδρος της Δεξαμενής, ο γέρο- αμαξάς, με την άδολη καρδιά, έβγαινε έξω από το καφενείο και διαλαλούσε:

          -Να σιγήσουν οι όχλοι! Διερχόμεθα στιγμές ιεράς! Ο κύρ- Αλέξαντρος γράφει.

          Ευχαρίστησα τον φίλο συνάδελφο για ό,τι μου αφηγήθηκε σχετικά με τη ζωή του  κυρ- Αλέξαντρου, του περίφημου Παπαδιαμάντη.

10/8/2025

          Σε επόμενο σημείωμά μας θα αναρτήσουμε και άλλα φιλολογικά χρονογραφήματα του Νίκου Ι. Χαντζάρα που θεωρούμε ότι έχουν και σήμερα αναγνωστικό ενδιαφέρον.

Πειραιάς

1 Δεκεμβρίου 2025

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Σε όσους χάθηκαν στους δρόμους των μικρών προσωπικών τους ιστοριών του Έρωτα και της Αγάπης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου