Πέμπτη 10 Ιουλίου 2025

Κατερίνα Αγγελάκη- Ρουκ, Υπηρετώντας την Έμιλυ Ντίκινσον

 

ΥΠΗΡΕΤΩΝΤΑΣ  ΤΗΝ  ΕΜΙΛΥ  ΝΤΙΚΙΝΣΟΝ

Της Κατερίνας Αγγελάκη- Ρουκ

Περιοδικό ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ 1997

Βιβλιοπαρουσίαση σελ. 187-189

 

          Emily Dickinson

           ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Μετάφραση Αγγελική Σιδηρά

      Ερμείας 1996

ΥΠΗΡΕΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΜΙΛΥ ΝΤΙΚΙΝΣΟΝ

    «Από το αγνό συναίσθημα ως την ενόραση της ομορφιάς, από την ηδονή και τον πόνο ως τον έρωτα, την μυστικιστική έκσταση και τον θάνατο, όλα τα πράγματα που είναι πρωταρχικά, όλα τα πράγματα που για το ανθρώπινο πνεύμα είναι βαθύτατα σημαντικά, μπορεί κανείς να τα βιώσει, όχι να τα εκφράσει. Τα υπόλοιπα είναι παντού και πάντα σιωπή».

          Αυτά λέει ο Aldous Huxley στο δοκίμιό του The Rest is Silence και μου φαίνεται να περιγράφει το υλικό που απ’ αυτό είναι φτιαγμένη η Έμιλυ Ντίκινσον ή ίσως θα ‘πρεπε να πω οι βαθιές ρίζες της παράδοσής της. Μιάς παράδοσης που βλέπει τις υψηλές στιγμές του ανθρώπου- είτε σαν ιστορία, είτε σαν συνείδηση ή ακόμη και σαν τρέλα- να μην έχουν τελικά σχέση με το λόγο, αλλά με κάτι που δεν ορίζουμε, δηλαδή την ψυχή. Η ψυχή είναι εκείνη που θεωρείται το αριστούργημα της ανθρώπινης ύπαρξης και η περιγραφή της είναι η σιωπή. Ο μόνος που μπορεί να την ορίσει-ορίσει και με τις δύο έννοιες- είναι ο Θεός, που και κείνος χρησιμοποιεί τη σιωπή για να επικοινωνεί με τους ανθρώπους. Εν αρχή, ναι, ήταν ο λόγος, αλλά στο τέλος είναι η σιωπή.

          Σχηματοποιήσεις και γενικεύσεις, ξέρω είναι επικίνδυνες συμβουλάτορες, αλλά θάλεγα πώς αυτή η βαθιά δυσπιστία προς τον λόγο είναι χαρακτηριστικό της δυτικής παράδοσης και ιδιαίτερα βέβαια, της προτεσταντικής. Από εδώ δεν ξεπήδησε η Έμιλυ Ντίκινσον, ή μάλλον μήπως εδώ δεν εγκλωβίστηκε; Δεν ρωτάει άραγε την πρώτη φορά που τολμάει να στείλει ποιήματά της σε εκδότη «αν είναι ζωντανά, αν αναπνέουν»; Ο φόβος της προπέτειας συνδέεται, μέσα στην διαμαρτυρόμενη θρησκευτικότητα, με την έκφραση, ίσως γιατί η έκφραση είναι παυσίπονο κι ο πόνος εδώ στη ζωή ποτέ δεν πρέπει να ελαφρώνει. Άρα ο λόγος είναι όχι μόνο ανίκανος να πει τα μεγάλα προβλήματα, αλλά είναι και αμαρτωλός. Είναι ζωντανά τα ποιήματά μου; Αναπνέουν; Ρωτάει η Ντίκινσον και αναλαμβάνει να δηλώσει μ’ ένα ποίημά της:

Μια λέξη έχει πεθάνει  A word is dead

Μόλις ειπωθεί                When it is said

Λένε μερικοί.                 Some say.

Εγώ λέω                           I say it just

Μόλις αρχίζει να ζει      Begins to live

Την ημέρα αυτή.            That day.

     Έτσι η Ντίκινσον κάνει ένα αναποδογύρισμα: επιβάλλει την πειθαρχία της ψυχής στον λόγο, ενώ η πειθαρχία του λόγου στην ψυχή θα ήταν η σιωπή. Ο αγώνας είναι όμως συνεχής, έχει κανείς την εντύπωση πώς η μάχη δεν θα κερδηθεί ποτέ, ή τουλάχιστον η ποιήτρια δεν θα επαναπαυτεί ποτέ. Είναι σαν τα πρότυπά της να μην είναι άλλοι ποιητές, ή μιά κορυφαία στιγμή έκφρασης αλλά η σιωπή, ή σαν με τα ποιήματά της κάθε φορά να προσπαθεί να αποδείξει ότι είναι αυτά καλύτερα από τη σιωπή. Έτσι τους στίχους της, τους φτιάχνει σαν κλειδιά που ανοίγουν πόρτες σε χώρους άγνωστους’ ακόμη και στην ίδια την παραζάλη της έμπνευσης ξεχνά πως τα εργαλεία αυτά είναι καμωμένα με λέξεις, όπως λέξεις περιμένει ν’ ακούσει σαν απάντηση στις δικές της. (“This is my letter to the world/ that never wrote to me”). Στο επικίνδυνο παιχνίδι με τη σιωπή, αληθινό πρότυπο είναι η φύση, που αν και λαλίστατη σωπαίνει, αν και όλο λογική, τρελαίνει…. «Το μήνυμά της παραδόθηκε/ Στα χέρια που δεν μπορώ να δω…» (“Her message is committed/ To hands I cannot see?”, αυθαιρετεί η φύση και μαζί σχολαστική, σχεδιάζει.

          Θα με ρωτήσετε: και τι σχέση έχουν όλ’ αυτά με τη μετάφραση των ποιημάτων της Ντίκινσον; Έχουν, γιατί εκτός από το γνωστό τετριμμένο ΑΔΥΝΑΤΟ ΝΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΕΙ η ποίηση, έχουμε εδώ μια ποίηση που η ύφανσή της είναι η σιωπή και αργαλειός της η αγγλική γλώσσα. Μα μήπως θα ήταν ποτέ δυνατό τα ποιήματα αυτά να έχουν γραφεί σε άλλη γλώσσα εκτός από την αγγλική; Έχω επανειλημμένα αναφερθεί στον George Steiner όταν λέει πώς οι γλώσσες έχουν χαρακτήρα’ άλλες είναι φτιαγμένες για ν’ αποκαλύπτουν κι άλλες για να κρύβουν και βέβαια η αγγλική ανήκει στη δεύτερη κατηγορία. Οι μονοσύλλαβες λέξεις είναι σύρτες που κλειδαμπαρώνουν τα υπόλοιπα (The rest is silence)’ είναι σηματοδότες για τις υπόγειες εγκαταστάσεις του ονείρου. Η ελληνική γλώσσα, θα ‘λεγα σαν χαρακτήρας, είναι ακριβώς το αντίθετο κι οι πολλές συλλαβές μοιάζουν να εκ-θέτουν όσο πιο αναλυτικά μπορούν το θαύμα της ύπαρξης. Κι αν ήταν να συνεχίσω τη σκέψη που είχαν εκφράσει στην αρχή, θα ‘λεγα ότι μέσα στην ελληνική θρησκευτικότητα, ο Λόγος είναι η απόδειξη της μεγαλοσύνης του Θεού και όχι η σιωπή. Ο λόγος δεν είναι η αυθάδεια του ανθρώπου-τι να πει μπροστά στο έργο του Θεού;- είναι το ίδιο το έργο του Θεού.

     Σφιχτά σαν αυγά με τον κρόκο μέσα, λοιπόν, τα ποιήματα της Ντίκινσον που για να τα αερίσει θα ‘λεγε κανείς, καμιά φορά, βάζει μερικά ονόματα- απλά φαίνονται- με κεφαλαία: Το Αεράκι, ο Μουγγός, το Τηλεγράφημα. Αυτό της επιτρέπει επίσης να χρησιμοποιεί τη λέξη, σαν αφηρημένη έννοια, κάτι που απεχθάνεται η αγγλική γλώσσα και φυσικά η αγγλική ποίηση. (Π.χ. το αφηρημένο ουσιαστικό profundity  ενέχει ελαφριά ειρωνεία.)

     Με όλα τα παραπάνω είναι φανερό ότι μια μετάφραση της Έμιλυ Ντίκινσον, περισσότερο από την κάθε μετάφραση ποίησης, δεν είναι παρά ένας μόνο τρόπος προσέγγισης. Γίνεται δηλαδή μια επιλογή- λίγο πολύ συνειδητή, λίγο πολύ με βάση τα φυσικά χαρακτηριστικά του ίδιου του μεταφραστή ανάμεσα στις πολλές όψεις, πνευματικές και ψυχολογικές στάσεις του έργου. Μια πλευρά λοιπόν επιλέγεται, όπου αναγκαστικά σχεδόν συγκεντρώνει την προσοχή του ο μεταφραστής και βγαίνει στην επιφάνεια. Ποια θα είναι αυτή η πλευρά εξαρτάται, βέβαια, από τη γλώσσα της διαπραγμάτευσης- πρώτο και κύριο- σε συνδυασμό με την εσωτερική γλώσσα του μεταφραστή, που στην περίπτωση της Έμιλυ Ντίκινσον τουλάχιστον, δεν μπορεί παρά να είναι ο ίδιος ποιητής.

      Στην Αγγελική Σιδηρά η πλευρά της Ντίκινσον που υπηρετείται είναι η τρυφερή, μελαγχολική στιγμή πριν κλείσει την πόρτα: (“The soul selects her own society/ Then shuts the door”). «Η ψυχή διαλέγει τη δική της κοινωνία./ Έπειτα κλείνει την πόρτα.» Έτσι το Breeze γίνεται στην μετάφραση της Αγγελικής Σιδηρά μελτεμάκι, το Brain σκέψη, το liquor κρασί. Η φύση γίνεται γλυκιά και this brief tragedy of flesh (=η σύντομη αυτή τραγωδία σάρκας) παίζεται τουλάχιστον με τον αισθησιασμό της ελληνικής γλώσσας. Ναι’ στη μετάφραση της Αγγελικής Σιδηρά η Έμιλυ Ντίκινσον κινείται ελληνικά, λογίζεται και δροσίζεται, είναι πιο πολύ έξω και λιγότερο μέσα, πίσω από το παράθυρό της. Οι αφηρημένες έννοιες βγαίνουν φυσικά, χωρίς κεφαλαία γράμματα, σαν μέρος της φύσης. Η εξωτερική απόσταση που έχει η Έμιλυ από τα πράγματα χάνεται και μένει εδώ η εσωτερική της ταύτιση. Η στερημένη γυναίκα, γίνεται πλούσια με τον θησαυρό της φύσης, μιας φύσης που δεν δρα μόνον σαν παρηγοριά. Μ’ ένα λόγο γίνεται γυναίκα Ελληνίδα. Καλό είναι αυτό ή κακό; Και γίνεται στ’ αλήθεια Ελληνίδα;

Για να απαντηθούν αυτά τα ερωτήματα θα πρέπει κανείς ν’ απαντήσει σ’ ολόκληρο το φάσμα των ερωτημάτων της μετάφρασης’ πράγμα βέβαια-και πρακτικά και θεωρητικά- αδύνατο. «Κανένα πρόβλημα δεν συμπίπτει τόσο απόλυτα με τη λογοτεχνία και με το ταπεινό μυστήριο της λογοτεχνίας, όσο το πρόβλημα που θέτει μια μετάφραση», λέει ο Borges. Ενώ για τα προβλήματα των μαθηματικών υπάρχει μία μόνο λύση, για τα μεταφραστικά υπάρχουν άπειρες, αφού εξαιρέσουμε, βέβαια, τα απλά, κλασικά, τα χοντρά λάθη. Το είδος της λύσης εξαρτάται από το όραμα του μεταφραστή, από τον χρόνο που τον χωρίζει από το πρωτότυπο και τέλος από την μεταφρασιμότητα, που λέει κι ο Walter Benjamin, του πρωτοτύπου. Αυτή η μεταφρασιμότητα ορίζεται πάλι απ’ τον κάθε μεταφραστή διαφορετικά. Για μένα-για να μη μπούμε στις πολυδαίδαλες θεωρίες της μετάφρασης- είναι πόσο το πρωτότυπο επιτρέπει τη δημιουργία μιας άλλης πραγματικότητας ανάμεσα στις δύο γλώσσες, ανάμεσα στη γλώσσα του πρωτοτύπου και τη γλώσσα της μετάφρασης. Αυτή η πραγματικότητα είναι η σύνθεση των δύο κόσμων, των δύο γλωσσών, και μαζί, μια κίνηση απόρριψή της μιας από την άλλη. Αν η γλώσσα- όπως είπε ο Wilhelm von Humbolt- είναι ένας τρίτος κόσμος ανάμεσα στην πραγματικότητα των φαινομένων, που είναι η εμπειρία μας, και το πώς αυτά γίνονται εσωτερικές δομές συνείδησης, έτσι κι ο τρίτος αυτός κόσμος ανάμεσα στις δύο γλώσσες περιγράφει έναν τρόπο όπου οι δύο πραγματικότητες της κάθε γλώσσας χωριστά συνθέτουν μια τρίτη.

          Η Έμιλυ Ντίκινσον της Αγγελικής Σιδηρά είναι μια Έμιλυ Ντίκινσον που δεν γράφει στίχους στο Amherst για να μιμηθεί την άγια σιωπή, ούτε λογοπανηγυρίζει σ’ ένα τοπίο πλούσιο σε αισθησιακές απολαύσεις. Είναι κάπου ανάμεσα. Και συγκινεί γιατί είναι οπλισμένη με ποίηση και τη διάθεση της ψυχής (δηλαδή τη μελαγχολία) να εγκαταλειφθεί σ’ αυτήν. Πόσο κοντά είναι στην πρωτότυπη; Αυτό με ακρίβεια δεν θα το ξέρουμε ποτέ. Αυτό που έχουμε σίγουρα είναι μια από τις πτυχές μιας ποίησης που είναι μαζί άρνηση και κατάφαση ζωής, έμπνευση και πειθαρχία στον λόγο, αυταρέσκεια μπρος στον θάνατο και πίστη στον Θεό, έμφυτο λυρισμό και διαμαρτυρόμενη εναντίωση μπροστά στο παραμικρό στολίδι ακόμη και της Φύσης. Κάπου η Έμιλυ Ντίκινσον λέει brain (= μυαλό, εγκέφαλος, ίσως)’ η Αγγελική Σιδηρά μεταφράζει «σκέψη». Μήπως γιατί η σκέψη σαν έννοια είναι πιο πλατιά κι έχει λιγότερη σκληράδα και περισσότερη ομοιότητα με μια βαθιά γαλάζια, ελληνική θάλασσα;

          ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΓΓΕΛΑΚΗ- ΡΟΥΚ, περιοδικό «ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ‘97» σελίδες 187-189. «Βιβλιοπαρουσιάσεις».

     «λογοπανηγυρίσματα» της μεταφραστικής γλώσσας

          Φεύγοντας από την ζωή πριν λίγες μέρες η ποιήτρια Αγγελική Σιδηρά, μας άφησε εκτός από ένα εύρωστο και μεστό ποιητικό έργο, την κληρονομιά δεκατριών συλλογών της, μια ανθρωπιστικής ατμόσφαιρας κοινωνική παρουσία, και ένα μεταφραστικό της σοβαρό ίχνος σαν συνέχεια κατά κάποιον τρόπο της Ποιητικής της των πρωτότυπων ποιητικών της δημιουργιών στην ελληνική γλώσσα. Μιλάμε για το βιβλίο της, μία Επιλογή ποιημάτων της αμερικανίδας ποιήτριας Έμιλυ Ντίκινσον (Άμερστ, Μασαχουσέτη 10/12/1830- 15/5/1886 ΗΠΑ). Βλέπε ‘Εμιλυ Ντίκινσον, ΠΟΙΗΜΑΤΑ. Επιλογή- Μετάφραση Αγγελική Σιδηρά, Ποιητική εκδόσεις ΕΡΜΕΙΑΣ, Ιούνιος 1996, σελίδες 80, διαστάσεις 14,5Χ 20. Η έκδοση περιλαμβάνει 51 ποιήματα της σημαντικής αμερικανίδας ποιήτριας η οποία σύμφωνα με τον κριτικό Νόρθοπ Φράιρ, η «Ντίκινσον έφτασε στο ώριμο ύφος της σχεδόν με ένα άλμα». Βλέπε σχόλια του μεταφραστή Ερρίκου Σοφρά στο βιβλίο του με τα «44 ποιήματα και 3 γράμματα», εκδ. «Το Ροδακιό» 2005. 51 Χρονολογημένα ή με Άγνωστη Χρονολογία μας παρουσιάζει η Αγγελική Σιδηρά, συνοδευόμενα με σύντομη- μονοσέλιδη Εισαγωγή. Η έκδοση συμπληρώνεται με ασπρόμαυρες φωτογραφίες της ποιήτριας, χειρογράφων της, σημείωμα και οικογενειακή φωτογραφία της Οικογένειας Ντίκινσον καθώς και της κατοικίας τους. Τα ποιήματα που επιλέγει να μεταφράσει η ελληνίδα ποιήτρια προέρχονται μεταξύ των ετών 1858 το ποίημα της σελίδας 46 έως την χρονιά 1884, το ποίημα της σελίδας 50. Όπως γνωρίζουμε η Ντίκινσον άρχισε να ασχολείται με την ποίηση σε νεαρή ηλικία, μόλις 20 ετών, το πρώτο της γνωστό ποίημα όπως μας λένε οι ειδικοί χρονολογείται από το 1845, μερικά χρόνια αργότερα η Ντίκινσον συγκεντρώνει τα ποιήματά της και τα αντιγράφει σε χειροποίητα τετράδια όπου μας διασώθηκαν. Τα περισσότερα ποιήματα (16 συνολικά) που επιλέγει η Αγγελική Σιδηρά έχουν αφετηρία γραφής το έτος 1862, ακολουθούν τα 8 της προηγούμενης χρονιά 1861 και έπονται τα προερχόμενα από άλλες χρονιές, των δεκαετιών 1850, 1860, 1870. Μεταφράζονται και τρία που φέρουν μέσα σε παρένθεση (Άγνωστη Χρονολογία) των σελίδων 30, 42, 62.  Στην σελίδα 69 της έκδοσης «Ερμείας» διαβάζουμε την καταγραφή 5 ξενόγλωσσων τίτλων των Απάντων του έργου της Έμιλυ Ντίκινσον τους οποίους είχε υπόψη της, στηρίχτηκε- συμβουλεύτηκε η μεταφράστρια Αγγελική Σιδηρά. Όπως: 1., Emily Dickinson, The complete poems by Thomas H. Johnson, Faber and Faber London- Boston 1991. 2., Poems by Emily Dickinson, by Martha Dickinson Bianchi and Alfred Leete Hampson Litle, Brown and company, Boston 1957.  3., The life of Emily Dickinson by Richard Sewall, Farrar, Straus and Giroux, New York 1974. 4., Emily Dickinson, The Illustrated Poets by Geoffrey Moore, Aurum Press, London 1993. 5., The years and hours of Emily Dickinson by Jay Leyda. Volume I, II. New Haven, Yale University Press 1960. Τέλος στην σελίδα 71 έχουμε την αναφορά σε 6 πρωτότυπες ποιητικές συλλογές της Αγγελικής Σιδηρά. Στις σελίδες των Περιεχομένων ως «τίτλος ποιήματος» αναγράφεται ο πρώτος στίχος ή μέρος αυτού, μια και όπως γνωρίζουμε τα ποιήματα της Έμιλυ Ντίκινσον δεν φέρουν τίτλο. Αυτή είναι η ταυτότητα του βιβλίου που μας πρότεινε το 1996 η ελληνίδα ποιήτρια και μεταφράστρια. Μια μεταφραστική πρόταση που συζητήθηκε και σχολιάστηκε θετικά. Εδώ οφείλουμε να σημειώσουμε ότι η μεταφραστική εργασία της ποιήτριας Αγγελικής Σιδηρά ανήκει σε μία γυναικεία μεταφραστική παράδοση ελληνίδων ποιητριών οι οποίες γνώρισαν στο ελληνικό κοινό την ποίηση της αμερικανίδας Έμιλυ Ντίκινσον. Όπως είναι η ποιήτρια Μελισσάνθη, βλέπε «επιλογή από το έργο της», εκδ. «Η Μικρή Εγνατία», 1980, σ.62, η ποιήτρια Έλλη Συναδινού, βλέπε «Το ανεξάντλητα Σημαίνον», εκδ. «Ιδεόγραμμα», 2006, σ.126. Η ποιήτρια Άννα Δασκαλοπούλου κυκλοφορεί τρις μεταφράσεις της ποιημάτων της Ε. Ντίκινσον. Βλέπε «Φύση» Ποιήματα, εκδ. «Ειδική Εκδοτική» 1995, σ. 134, το «Ζωή» εκδόσεις «Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος 2003, σ. 168 σε εξώφυλλο και σχέδια Νίκας Γιανέλου, και το βιβλίο «Αγάπη» από τον ίδιο εκδοτικό οίκο το 2005, σ.88 με σχέδια του Θανάση Καραμήτα. Ενώ το 2013 οι εκδόσεις Gutenberg εκδίδουν την ογκωδέστατη εργασία 584 σελίδων. Emily Dickinson, "Επειδή δεν άντεχα να ζήσω φωναχτά. Ποιήματα και Επιστολές". Οι μεταφράσεις είναι των Λιάνα Σακελλίου, Άρτεμις Γρίβα και Φρόσω Μαντά. Η Εισαγωγική μελέτη και η επιμέλεια είναι της Λιάνας Σακελλίου. Και για να μην μπατάρει λόγο φύλου η πληροφοριακή αυτή αναφορά να υπενθυμίσουμε ότι ο Κώστας Ιωάννου έχει μεταφράσει και κυκλοφορήσει τρία βιβλία για την Ντίκινσον.- «Η Ποιήτρια των επόμενων εποχών» δίγλωσση έκδοση, εκδόσεις «Γαβριηλίδης» 1996, σ. 278. «Επι-γράμματα» εκδόσεις «Κρωπία» 2000, σ. 32 και «Μια Ώρα είναι μιά Θάλασσα» Τα Ολιγόστιχα, δίγλωσση έκδοση εκδόσεις «Κρωπία» 2005, σ. 178. Τέλος ο ποιητής και μεταφραστής Χάρης Βλαβιανός κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Πατάκη» 2021 σελ. 492 τον τόμο «Αυτό είναι το γράμμα μου στην Οικουμένη» 160 Ποιήματα. Ενώ ο ποιητής και μεταφραστής Διονύσης Καψάλης μεταφράζει και προλογίζει «Είκοσιεπτά Ποιήματα» της Ντίκινσον στο βιβλίο «Το μέγα Ύδωρ» εκδόσεις «Άγρα» 2004, σελ. 48. Με την παράθεση των παραπάνω ενδεικτικών τίτλων, τους οποίους έχω υπόψη μου καθώς γράφω το σημείωμα αυτό δεν αποσκοπώ σε μια βιβλιογραφική καταγραφή της πρόσληψης της ποίησης της Έμιλυ Ντίκινσον στην χώρα μας, φυσικά κυκλοφορούν στην βιβλιαγορά και νεότερες εκδόσεις μεταφράσεις ποιημάτων της, εξάλλου, υπάρχουν και οι Ανθολογίες Παγκόσμιας Ποίησης, τα λογοτεχνικά περιοδικά και έντυπα που περιλαμβάνουν ποιήματά της ή στίχους της.

     Έχουμε λοιπόν μπροστά μας και διαβάζουμε εκ νέου- στην σύνταξη του σημειώματός μας- την Επιλογή και Μετάφραση πενήντα ένα ποιημάτων της αμερικανίδας καταξιωμένης ποιήτριας από την ποιήτρια Αγγελική Σιδηρά. Τα μεταφρασμένα και ασχολίαστα αυτά 51 ποιήματα, αν υπολογιστεί ο συνολικός όγκος των ολοκληρωμένων ποιημάτων της και αυτών που βρέθηκαν σε διάφορα στάδια επεξεργασίας τους στα χειρόγραφά της, που πλησιάζουν τα 2000 χιλιάδες και τα οποία η αμερικανίδα ποιήτρια κρατούσε κλειδωμένα στα συρτάρια του γραφείου της είναι ένα πολύ μικρό δείγμα, όπως μικρό ενδεικτικό είναι και το μεταφραστικό ποιητικό δείγμα και αρκετών άλλων ελλήνων ποιητών και μεταφραστών από την αγγλική γλώσσα. Τον μεγάλο όγκο των ποιητικών της χειρογράφων και της αλληλογραφίας της Ντίκινσον έφερε στο φως η αδερφή της Λαβίνια μετά τον θάνατο της ποιήτριας αδερφής της. Η αδερφή της επιμελήθηκε και φρόντισε έως το 1899 ημερομηνία του δικού της θανάτου, να κυκλοφορήσουν τρείς συλλογές της και δύο τόμοι με επιστολές της Έμιλυ Ντίκινσον. Το αδερφικό της χρέος και πρωτοβουλία διέσωσε ένα ποιητικό υλικό της αγγλικής γλώσσας όχι μόνο αξιοθαύμαστο αλλά και από τα πλέον σημαντικά στην ιστορία της αμερικάνικης ποιητικής παράδοσης και κατ’ επέκταση της αγγλοσαξονικής. Ο σύγχρονος, διάσημος άγγλος κριτικός Χάρολντ Μπλούμ, στον «Δυτικό Κανόνα του» κάνει λόγο αναφερόμενος στην ποίηση της Ντίκινσον για μια από τις μεγαλύτερες πρωτότυπες διάνοιες στην ποιητική παράδοση του Δυτικού Πολιτισμού. Η ογκώδης μελέτη του Χάρολντ Μπλούμ και άλλα του έργα έχουνε μεταφραστεί στα ελληνικά. Εκατόν είκοσι πέντε από την γέννησή της και εξήντα εννέα χρόνια από τον θάνατο της ποιήτριας, το 1955, στα μέσα του 20ου αιώνα έχουμε την πρώτη συγκεντρωτική έκδοση 1.775 ποιημάτων της- την λεγόμενη «editio variorum» από τον T. H. Johnson. Λίγο πριν εκπνεύσει ο 20ος αιώνας, το 1998, κυκλοφορεί μία αναθεωρημένη έκδοση 1.789 ποιημάτων της από τον R. W. Franklin. Ο T. H. Johnson σε συνεργασία με την Theodora Ward επιμελούνται και εκδίδουν το 1958, 1.046 επιστολές της Έμιλυ Ντίκινσον. Η Αγγελική Σιδηρά είχε υπόψη της την έγκυρη έκδοση του Τ. Τζόνσον όπως αναφέρει στην βιβλιογραφία της.

      Η εκδοτική τύχη και διεθνή αναγνώριση της ποιητικής παρουσίας και παραγωγής της Έμιλυ Ντίκινσον  ήρθε όπως μας δείχνουν τα στοιχεία που παραθέτουμε, πολύ αργά, και μετά την φυσική της απουσία, μια και η σεμνή ποιήτρια μόλις μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού ποιήματά της είδε να δημοσιεύονται και μάλιστα ανώνυμα όσο βρίσκονταν εν ζωή. Από αντιγραφές των φίλων της. Η Έμιλυ Ντίκινσον που πέθανε σχετικά νέα, μόλις στα 56 της χρόνια πρόλαβε να αφήσει πίσω της ένα σημαντικό και αξιόλογο έργο, θέσεις και ιδέες της, προσωπικούς της στοχασμούς, ταξίδια της φαντασίας της όπως μας δείχνει η δημοσιευθείσα αλληλογραφία της. Η Έμιλυ Ντίκινσον μαζί με τον βάρδο αμερικανό ποιητή Ουώλτ Ουίτμαν θεωρούνται οι δύο πλέον αναγνωρισμένοι και φημισμένοι ποιητές της αμερικάνικης γραμματείας και εν γένει της αγγλοσαξονικής παράδοσης τον 19ο αιώνα. Η ποιητική της παρουσία αν και λησμονήθηκε για δεκαετίες, κατόρθωσε τελικά να γίνει αποδεκτή και να αναγνωριστεί παγκοσμίως σαν ένα από τα μεγάλα μεγέθη της Ποίησης.

          Η αμερικανίδα ποιήτρια Έμιλυ Ντίκινσον, αυτό το ντροπαλό και ευαίσθητο ονειροπόλο κορίτσι με το μεγάλο ποιητικό ταλέντο από την Μασαχουσέτη που δεν παντρεύτηκε ποτέ του και έζησε το σύντομο του βίου του κοντά στους δικούς της, στην πατρογονική τους εστία, ούτε ταξίδεψε πέρα από την αμερικάνικη επικράτεια, τα ελάχιστα ταξίδια που πραγματοποίησε ήταν κοντά στα όρια του γενέθλιου τόπου της όπως μας λένε οι βιογράφοι της, πρόσφερε αν και δεν το επεδίωξε η ίδια η ποιήτρια, διαθέτοντας μια έμφυτη υπερβολική σεμνότητα και γυναικεία αιδημοσύνη σημαντική αίγλη στην αγγλοσαξονική ποιητική παράδοση του καιρού της με τον ρηξικέλευθο και επαναστατικό ποιητικό της λόγο, την μοντέρνα τεχνική των στίχων της την επιλογή των Λέξεων που επέλεγε να χρησιμοποιήσει στα ποιήματά της, ανασημασιοδοτώντας τις σημασίες τους ή προσδίδοντάς τους άλλη νοηματική διάσταση. Τον 19ο  αιώνα που το κίνημα του ποιητικού μοντερνισμού έκανε δειλά- δειλά τα πρώτα του βήματα μέχρι την πλήρη άνθησή του τους επόμενους ποιητικούς αιώνες της παντοδυναμίας και κυριαρχίας του. Πλήρης επικράτησής του ως ποιητική τεχνοτροπία και μέθοδος γραφής από τους σύγχρονους νεότερους σε ηλικία δημιουργούς. Ισχυρή λυρική φωνή, ανθηρό το ποιητικό τάλαντο της αμερικανίδας Έμιλυ Ντίκινσον, χαρακτηριστική η ποιητική της ευφυΐα και η ρητορική του λόγου της, το άπλωμα της σκέψης της μέσα σε ένα προτεσταντικό πουριτανικό περιβάλλον. Τα φτερουγίσματα της φαντασίας της διαρκεί, οι συλλογισμοί της, το εύρος και το βάθος του συναισθηματικού της κόσμου, τα διαβάσματά της πολλά. Ονειρικά πάντα τα ταξίδια της φαντασίας της, έντονα ρομαντική η φύση και διάθεση της, εμφανής η μεγάλη και ισχυρή αγάπη της για την Φύση, οι δεσμοί της με το Φυσικό περιβάλλον μέσα στο οποίο έζησε, μεγάλωσε, περπάτησε έκανε τα μικρά της ταξίδια, ένα φυσικό τοπίο παρθένο ακόμα και αμόλυντο από την βιομηχανική εισβολή και κυριαρχία που οι κρυφοί και φανεροί μηχανισμοί λειτουργίας του την σημάδεψαν και διαπαιδαγώγησαν σε όλη την διάρκεια του σύντομου σχετικά βίου της τον χαρακτήρα και τις συμπεριφορές της. Όμηρος του Φυσικού χώρου μάλλον δύσκολα θα μπορούσαμε να το υποστηρίξουμε, απλά ισχυρή αίσθηση ότι αποτελεί αναπόσπαστο μέλος του. Η πανίδα και η χλωρίδα, το ζωικό βασίλειο και οι ποικίλες οσμές των πολύχρωμων λουλουδιών, τα θροΐσματα των φύλλων των δέντρων κατά τις εναλλαγές των εποχών, οι ήχοι και βουή των ανέμων ανάμεσα στα δέντρα, οι σκιές του δάσους, οι φωνές των πτηνών, τα κελαϊδίσματα και τα τιτιβίσματα των πουλιών, οι ψίθυροι των εντόμων και το σούρσιμο των ζουζουνιών, ο ήχος των καρπών που πέφτουν χάμω καθώς ωριμάζουν και γίνονται λίπασμα, το κελάρυσμα των νερών, τα ρυάκια και η ησυχία των λιμνών, το βουητό των ποταμών καθώς κυλούν με ορμή, με δυό λόγια, η «άσπιλη» και θεουργός Φύση όπου μέσα της υπερίπταται το πνεύμα ενός αινιγματικού και σιωπηλού Θεού που η παρουσία του μας γίνεται γνωστή, υπαρκτή μέσω των εκδηλώσεων και λειτουργιών των φυσικών φαινομένων και βιολογικών νόμων ως Ζωή και ως Θάνατος. Το θαλάσσιο στοιχείο όπως το «όρισε» και το εικονογράφησε στις διάφορες εποχικές στιγμές του ο μεγάλος αμερικανός τοπιογράφος Τέρνερ, είναι το φυσικό φόντο της ποιητικής δημιουργίας της Ντίκινσον. Μιάς Φύσης πανσθενουργού και ζωοδότρας στους αέναους περιοδικούς χρονικούς επαναλαμβανόμενους κύκλους των αναγεννήσεών της, των ζωικών φανερωμάτων και εκδηλώσεών της μέσα στην Προϊστορία της, την Ιστορία και το Μέλλον της ίδιας και του Ανθρώπινου Όντος παρουσία στο στιγμιαίο γίγνεσθαι της Ιστορίας. Από τα φωτεινά σπλάχνα της προέρχεται η Ζωή στην σκοτεινή άβυσσο των χωμάτων της καταλήγει ως λίπασμα Θανάτου, η τυχαία και στιγμιαία παρουσία μας πάνω σε αυτήν. Φύση και Άνθρωπος για αιώνες συνοδοιπορούσαν αρμονικά και ισορροπημένα όταν ακόμα η Φύση κρατούσε τα σκήπτρα της Μαγείας της, δεν είχε απομαγευτεί η Εικόνα της στη σκέψη και το νου του ανθρώπου. Στα πολύπτυχα και πολύχυμα πρόσωπά της Φύσης-λαμπερά ή σκοτεινά- ο άνθρωπος αντίκριζε το είδωλό του, ως προέκταση του δικού της προσώπου στις δημιουργικές της εκλάμψεις. Μια αργή ταλάντευση μεταξύ των φανερωμάτων πνοής της Ζωής στις διάφορες εκφάνσεις και μορφές της διαχρονικά μέσα στην Ιστορία και της ανάσας του Λόγου της Γλώσσας που φανερώθηκε ως δέσμη λάμψης φωτός επικοινωνίας κάθε φανερού και αφανέρωτου μηνύματος, συνύπαρξης και συν- αλληλεγγύης των ανθρώπων μεταξύ τους και με τα άλλα έμβια όντα. Η Πνοή Ζωής που έγινε Γλώσσα συνεννόησης, το αρχέγονο θεϊκό μήνυμα που έγινε πρόσληψη αρχέγονων μυστηρίων, διασκορπίστηκε σε Λέξεις, μελίστηκε σε γλωσσικά μέλη και φράσεις που Σημαίνουν και Σηματοδοτούν όπως το ήθελε ο αρχαίος Θεός Απόλλωνας και η αρχαία φυσιολατρική ελληνική φιλοσοφία. Ένας τρόπος και μία φιλοσοφία Ζωής που την εγκολπώθηκε και επεξεργάστηκε, ολοκλήρωσε η ελληνοχριστιανική θρησκευτική κατοπινή παράδοση (μετά από πολλές αμάχες, αρνήσεις,  καταφάσεις, απορρίψεις) δίνοντάς της την μεταφυσική της προοπτική ως ανθρώπινη μελλοντική ολοκλήρωση και ελπιδοφορία δικαίωση αιωνιότητας. Αυτής της αρχέγονης θεϊκής, μυστηριακής ζωικής και βιωματικής παράδοσης της Φύσης είναι αναπόσπαστο ποιητικό μέλος η ρομαντική αμερικανίδα ποιήτρια με την εκλεπτυσμένη ποιότητα του ύφους της, την λεπτότητα των αισθημάτων της, τους λυρικούς τόνους και επιτονισμούς της γραφής της, την αισθαντική φωνή της. Τα ποιήματά της κομίζουν έναν άλλον αέρα, μία άλλη φρεσκάδα στα αγγλικά γράμματα και την παράδοσή τους. Η ωριμότητά της φαίνεται στην σωστή επιλογή και χρήση πρωτότυπων και λιγότερο πρωτότυπων αλλά ουσιαστικών στην χρήση τους αγγλικών Λέξεων και φράσεων ως γνωμικές ρήσεις που υιοθετεί στις ποιητικές της συνθέσεις-συνήθως όχι μακροσκελείς- είναι κάτι παραπάνω από εμφανής. Τα ποιήματά της είναι μικρά ποιητικά «θαύματα», μικρές ξαφνικές παιδικές εκπλήξεις και εκστάσεις χαράς και δέους μπροστά στο μυστήριο του Φυσικού σύμπαντος, στους κανόνες της «ηθικής» του λειτουργικής οντολογίας και συνύπαρξής του. Η ποιητική της ρητορική φέρει μέσα της πολλές αντιθέσεις μιας απροσδόκητης όμως σύνθεσης ως πρόταση κατανόησης και ερμηνείας του Φυσικού τοπίου. Πολλά ποιήματά της είναι παρηγορητικές ελεγείες, συστολές των ζωντανών απέναντι στην παντοδύναμη παρουσία των νεκρών, ο θάνατος δεν είναι η τελειωτική τους απουσία αλλά η παρουσία τους μεταξύ των ζωντανών με έναν άλλον τρόπο, μια άλλη αίσθηση της συνεχιζόμενης παρουσίας τους, και αυτήν την τρομακτική αίσθηση της την προσφέρει το παιχνίδι της με την γλώσσα, οι λέξεις ως πάλι με την λογική, που απορρίπτει κάθε μη λογική, μεταφυσική διάσταση, υπερβατική του κόσμου. Αν αναλογιστούμε τις κοινωνικές συνθήκες ζωής των γυναικών της εποχής, τα ελάχιστα πνευματικά μέσα που διέθεταν για την προσωπική τους καλλιέργεια, τα εφόδια που τους παρέχονταν για την ατομική τους ανάδειξη από το άμεσο οικογενειακό τους περιβάλλον, τι τους επιτρέπονταν να διαβάσουν και πια καλλιτεχνικά εφόδια τους δίνονταν να έρθουν σε επαφή, να ασχοληθούν, να ανεβούν τα σκαλοπάτια της μόρφωσης, αγωνιζόμενα τα θηλυκά μέλη να ξεφύγουν από τον ασφυκτικό οικογενειακό περίγυρο και αντρικό πουριτανικό κλοιό περιορισμού των. Η Έμιλυ Ντίκινσον, αυτή η ερημίτισσα της ποίησης ότι ταξίδι έκανε το πραγματοποίησε μέσω της φαντασίας της, μέσω των βιβλίων που διάβαζε όπως μας λέει και στα ποιήματά της. Τα Ποιήματά της διαθέτουν μιάν ιδιαίτερη, ξεχωριστή ατμόσφαιρα, κινούνται σε ένα κλίμα που μας γυρίζει πίσω στις πρωταρχικές πηγές του αρχαίου λυρισμού, στις ποιητικές περιόδους της αρχαιοελληνικής λυρικής ποίησης και της παράδοσής της, που χωρίς δόση υπερβολής θα σημειώναμε ότι κατάγεται από τις επιφανείς αρχαίες γυναικείες ποιητικές φυσιογνωμίες, στο έργο αυτών θα εντάσσαμε και τον ποιητικό λόγο, την ποιητική πνοή της αμερικανίδας ποιήτριας Έμιλυ Ντίκινσον. Από τα ρυάκια του αρχαίου λυρισμού πηγάζουν τα ποιήματα της Έμιλυ Ντίκινσον, από αυτά ξεδιψά η φωνή της, προέρχεται η στρωματογραφία της θεματολογίας της και η θεματική της εικονογραφία, τα ταμπλό της ποιητικής της χρωματογραφίας. Καινοτόμος ο λόγος της, αγνές οι προθέσεις των ποιητικών της προτάσεων. Η στιχουργική της Έμιλυ Ντίκινσον έδωσε μια άλλη διάσταση στον αγγλοσαξονικό ποιητικό λόγο, εμπλουτίστηκαν οι Λέξεις της με νέα νοήματα, επαναδιαπραγματεύθηκε παλαιότερες νοηματοδοτήσεις, εφηύρε καινούργιες σημάνσεις στην πορεία της εξέλιξης της περιπέτειας του αγγλικού ποιητικού λόγου, της ποιητικής αγγλοσαξονικής μονοσύλλαβης ή δισύλλαβης έκφρασης. Κόμισε μια άλλη μοντέρνα σιγουριά στον γυναικείο ποιητικό λειμώνα χρησιμοποιώντας είτε την παραδοσιακή κλασική στιχουργική της ομοιοκαταληξίας, είτε τον ελεύθερο στίχο στην γραφή της, είτε μία μείξη και των δύο τεχνικών μέσα στο ποιητικό σώμα με θετικά και επιτυχή πάντα αποτελέσματα.

Εκ πρώτης όψεως τα Ποιήματα της Έμιλυ Ντίκινσον φαίνονται στον αναγνώστη κάπως αφελή, ότι κινούνται μέσα σε μια ατμόσφαιρα κοριτσίστικης παιδικής αφέλειας, αθωότητας και θαυμασμού, εκπλήξεων των βιωμένων παραστάσεών της, παραστάσεων και καταστάσεών της προερχόμενες από το διαρκώς γόνιμο και εύκαρπο πολύχρωμο σκηνικό του Φυσικού τοπίου με ότι αυτό κρύβει και κουβαλά μέσα του ως πρόταση συνύπαρξης των όντων στην περιπέτεια της ζωής και του θανάτου, στα μικρά κομβικά θαύματα που παρεμβάλλονται κατά τακτά χρονικά διαστήματα απρόοπτα. Και όμως, όση μαγευτική και ονειρική «αφέλεια» διαθέτουν τα Ποιήματά της άλλη τόση μεταφυσική μεστότητα και πνευματική διαύγεια, ωριμότητα προσδοκιών κρύβουν και κουβαλούν μέσα τους. Είναι το πρώτο μαγευτικό ξύπνημα του παιδιού μπροστά στην θέα του ανεξήγητου αλλά τόσο «χειροπιαστού» μέσα στην φαντασία του Κόσμου. Είναι το πρώτο μυστικό θάμπος της απορίας και απάντησης μαζί, η πρώτη αινιγματική έκπληξη που έχει αρχή αλλά όχι τέλος στην επαναλαμβανόμενη εμφάνισή της. Ο ανερμήνευτος θαυμασμός που εντυπώνεται βαθιά στην συνείδησή του όντος και ενεργοποιώντας τους μηχανισμούς της φαντασίας του παραμένει αυθεντικός, γονιμοποιός, ακέραιος, εκπληκτικός παρά την όποια ομίχλη της λογικής που λιγοστεύει την θέα μπρος στο θαύμα καθώς μεγαλώνουμε και υποχωρούν οι εσωτερικές δυνάμεις της αθωότητας. Δεκάδες οι ποιητικές μυστικές κορυφώσεις των στιγμών της Έμιλυ Ντίκινσον που με την αποκλειστική προσωπική της ενδοστρεφή φωνή και μυστικής αιτίας λόγο, με ένα μεγάλης ποιητικής σημαντικής γκάμας λεξιλόγιο πέτυχε να υπερβεί τον κομφορμιστικό καθωσπρεπισμό του θρησκευτικού κατεστημένου του αιώνα της, της προτεσταντικής πουριτανικής παράδοσής της και ηθικής της. Αφηγούμενη ποιητικά την δική της προσωπική βιωματική ιστορία και περιπέτεια έδειξε τον δρόμο μέσω της ποίησης και ας έμεινε όλη της την ζωή αποτραβηγμένη στο στενάχωρο, στενό περιβάλλον της πόλης της.

Η αμερικανίδα ποιήτρια δεν ζήλεψε ποτέ την εφήμερη δόξα, δεν την επεδίωξε, δεν την αναζήτησε δημοσιεύοντας τα ποιήματά της, παρέμεινε και επέλεξε την σιωπή, την αφάνεια, ακόμα και του ποιητικού της συγγραφικού αποτελέσματος είχε αμφιβολίες για την αξία τους, αποφεύγοντας μάλιστα να δώσει προς δημοσίευση τα ποιήματά της, τα κράτησε σε χειρόγραφη μορφή στα συρτάρια της, μόνο μετά από αρκετά χρόνια από τον θάνατό της αναγνωρίστηκε το ποιητικό της ταλέντο, η πρωτοποριακή και επαναστατική φωνή της. Τα ποιήματά της διαθέτουν μία σοφά σχεδιασμένη φόρμα, μία οργανωμένη λιτή εικόνα, ο λόγος της έχει μία εκπληκτική δωρικότητα, μια αρχαίων προδιαγραφών λακωνικότητα στην έκφραση, ποιητικές μονάδες που τείνουν να καταλήγουν σε ποιητικά αποφθέγματα ή σχεδιάζονται εσωτερικά να ειδωθούν ως τέτοια. Ευρηματικά και πυκνά δίχως να χάνουν κάτι από την λαμπράδα του λυρισμού τους να γίνονται ξερά, να στεγνώνουν από το βιωματικό τους φορτίο, να χάνουν κάτι από την σπιρτάδα της σκέψης της. Σύντομες φράσεις, απροσδόκητη χρήση λέξεων εκεί που δεν τις περιμένεις, ζωντανές εικόνες, σμίξεις συγκεκριμένων στιγμών και βιωμάτων με άλλες στιγμές αφηρημένες, μιάς ελεγχόμενης αοριστίας, φιλοτέχνηση της Φύσης, του Έρωτα, της Αγάπης, του Θανάτου, του Χωρισμού, των μυστικών της Ζωής όπως αυτά συνεχίζονται στο μετά, σε αυτό που ακολουθεί μετά το πέρας-το τέρμα της Ζωής και ανακυκλώνει τους κύκλους της αναγέννησής της. Μια άλλη αντίληψη του Κόσμου είναι η ποίηση της Έμιλυ Ντίκινσον, μια ποιητική αντίληψη που δεν χωρεί ούτε στα πεπερασμένα όρια του φθαρτού και της φυσικής σήψης και αλλοίωσης ούτε εγκλωβίζεται σε νόρμες και αξιώματα, κανονικομετρήσεις μεταφυσικών δοξασιών και προταγμάτων ηθικών διαστάσεων. Η ζωή και ο θάνατος παρουσιάζονται στην ενιαία αλληλένδετη μορφή τους ως καθολικότητα μέσα στην περιοδικότητα του κύκλου των εποχών, ως κοινές εικόνες βιωμένης γνώσης μεγαλοσύνης και αγνωσίας κρυφών θαυμάτων μπροστά στα έκπληκτα μάτια ενός αθώου παιδιού, ενός παιδιού που έμαθε να ανακαλύπτει τα μυστικά του Κόσμου, να τα ξεκλειδώνει με τις ήρεμες και πράες Λέξεις ή για άλλους, με την μυστηριακή Σιωπή τους. Όπως και νάχει, όποιον δρόμο και αν επιλέξουμε το αέναο παιχνίδι των Λέξεων είναι κοινό όπως και να το αποδέχεται ή ερμηνεύει πλησιάζοντάς το κανείς. Όπως και να ονοματίζει το αποτέλεσμά του.

          Αυτόν τον πλούσιο ποιητικό κόσμο τον τόσο γήινο και ταυτόχρονα τόσο μεταφυσικό, δεν θα μπορούσε να μην γνωρίσει η ποιήτρια Αγγελική Σιδηρά η οποία στα ποιήματα της αμερικανίδας ποιήτριας η Σιδηρά ανακάλυψε τους δικούς της ποιητικούς ρυθμούς που όπως φαίνεται, συνεχίζουν τους παλμούς και τους ρυθμούς του δικού της προσωπικού ποιητικού λόγου που μας κατέθεσε στα δικά της καλλιτεχνικά βαδίσματα. Η πρωτότυπη ποιητική της ανάσα διοχετεύτηκε στην μεταφραστική της και στην επιλογή των ποιημάτων της Έμιλυ Ντίκινσον. Μια αγαστή συναντίληψη πρωτογενών ποιητικών προθέσεων και μεταφραστικών καταθέσεων που μας κάνει να αναλογιστούμε- έχοντας κοντά μας και άλλες μεταφράσεις των ποιημάτων της Έμιλυ Ντίκινσον ότι εντέλει δεν θα πρέπει απόλυτα να αποφαινόμαστε και να υποστηρίζουμε ότι η Ποίηση δεν μεταφράζεται σε άλλη γλώσσα. Η μεταφρασμένη ποίηση αυτή που φεύγει από την γλωσσική ατμόσφαιρα και το κλίμα των Λέξεων της εποχής της και της παράδοσης του τόπου που την κυοφόρησε δεν είναι παρά μία νέα ποιητική αναδημιουργία ισάξια με την πρωτότυπη του ποιητή ή της ποιήτριας αν δεν κάνουμε λάθος. Η μετάφρασή της είναι η συνέχειά της σε άλλον γλωσσικό τόπο σε άλλον χρόνο.

     Την έκδοση υποδέχθηκαν θετικά όταν κυκλοφόρησε και μίλησαν για την ωριμότητα της μεταφραστικής γλώσσας και γυναικείας ευαισθησίας της ποιήτριας Αγγελικής Σιδηρά στην συνάντησή της με την ποίηση της αμερικανίδας ποιήτριας. Ας μεταφέρουμε εκ νέου τις κριτικές που γνωρίζουμε για την έκδοση όπως τις είχαμε αντιγράψει στο προηγούμενο σημείωμα, δίχως να εξαντλούμε τα δημοσιεύματα υποδοχής του βιβλίου. Μεταφέροντας παράλληλα και την σύντομη εισαγωγή της Αγγελικής Σιδηρά.

-Φώτης Τερζάκης, περ. Πλανόδιον Καλοκαίρι 1995, σ. 149-152. -Κατερίνα Αγγελάκη- Ρουκ, περ. Μετάφραση ’97, σ. 187-189. «Υπηρετώντας την Έμιλυ Ντίκινσον. -Δημήτρης Ρηγόπουλος, περ. ΟΖΟΝ (;). -Η. Μ., περ. Διαβάζω τχ. 372/3, 1997, σ.84 «Ποίηση εσωτερικών εντάσεων». -Ε. Π. εφ. Το Βήμα Σάββατο 26/2/2000, σ. Δ2 «Μια «μέλισσα» από τη Μασαχουσέτη».

      Όσο για την γραφή και την μεταφραστική ματιά της ποιήτριας και μεταφράστριας Κατερίνας Αγγελάκη- Ρουκ, θεωρώ ότι δεν χρειάζονται συστάσεις οι ποιητικές και μεταφραστικές παρακαταθήκες που μας κληροδότησε, παραμένουν φάροι γλωσσικής καθαρότητας και μεταφραστικής ποιητικής τεχνικής. Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ αν διαβάσουμε στατιστικά το κριτικό της πλησίασμα θα παρατηρήσουμε ότι πάνω από το μισό του κειμένου της ασχολείται με ζητήματα μετάφρασης και απόδοσης της γλώσσας, των μηνυμάτων της και των σκοπών της στις ευρύτερες διαστάσεις και συμβολισμούς της. Η Μετάφραση της Αγγελικής Σιδηρά δίνει την αφορμή στην Ρουκ να ξεδιπλώσει τις θέσεις της για τον ρόλο της μετάφρασης και την σημασία των Λέξεων στο δικό τους πεδίο αναφορών. Ενώ εντάσσει την επιχειρηματικότητα των σκέψεών της μέσα σε μία αχλή θρησκευτικών προεκτάσεων. Εξάλλου μέσα στην ιστορία των ιδεών και του ανθρώπινου στοχασμού η έννοια και ο ορισμός της λέξης Ψυχή, του Λόγου, της Θεϊκής Σιωπής κλπ. είναι έννοιες αφηρημένες που ξεφεύγουν ή ξεγλιστρούν από το κανονιστικό πλαίσιο συνεννόησης της ανθρώπινης Λογικής. Αλλά αυτή είναι μία άλλη συζήτηση που ξεφεύγει από τα μεταφραστικά προβλήματα μιάς ποιητικής παρουσίας και ενός ηλεκτρονικού σημειώματος. Ο Σουηδός σκηνοθέτης Ίνγκμαρ Μπέργκμαν με τον κινηματογραφικό του φακό σπούδασε την Σιωπή της εμφάνισης του Λόγου. Σημασία πάντως έχει ότι η Επιλογή και Μετάφραση ποιημάτων της ποιήτριας Έμιλυ Ντίκινσον από την ελληνίδα ποιήτρια Αγγελική Σιδηρά σχεδόν έναν αιώνα μετά, προσέχθηκαν και επισημάνθηκαν τα θετικά της σημεία και οι κοινές ποιητικές τους αναφορές και ενδοκειμενικές συνομιλίες.

    "Τον Απρίλιο του 1862, ο δοκιμιογράφος κριτικός Τόμας Χίγκινσον έλαβε μιά επιστολή γεμάτη αγωνία από μιά μυστηριώδη νεαρή γυναίκα. Το γράμμα αρχίζει απλά: «Κύριε Χίγκινσον, μέσα στις τόσες ασχολίες σας, θα μπορούσατε ίσως ν’ ασχοληθείτε μαζί μου, να κρίνετε αν είναι ζωντανή η ποίησή μου;» Ο Χίγκινσον συνέχισε να διαβάζει θαυμάζοντας τη γνησιότητα και την εσωτερικότητα της νεαρής γυναίκας. Έτσι έγινε γνωστή στον κόσμο μία από τις μεγαλύτερες ποιήτριες της Αμερικής.

        Η Έμιλυ Ντίκινσον γεννήθηκε στο Άμερστ της Μασαχουσέτης το 1830. Έζησε και τα 56 της χρόνια στο πατρικό της σπίτι, δεν παντρεύτηκε ποτέ και ταξίδεψε ελάχιστες φορές έξω απ’ το χωριό της. Όταν ο Χίγκινσον τη ρώτησε ποιοι ήσαν οι φίλοι της, η Ντίκινσον του έγραψε: «Οι λόγοι, κύριε, και το ηλιοβασίλεμα και ένα σκυλί μεγαλόσωμο σαν και μένα που μου χάρισε ο πατέρας μου- τα σκυλιά είναι καλύτερα από τους ανθρώπους γιατί ενώ ξέρουν, δεν μιλούν.¨

        Αν και εσωστρεφές άτομο, με περιορισμένη κοινωνική ζωή, η Ντίκινσον ήταν ένας άνθρωπος που αξιοποιούσε το κάθε τί. Είχε ένα χάρισμα που της έδινε τη δυνατότητα να προάγει τη φαντασία της σε όλες τις σχέσεις με τον άνθρωπο, τη φύση, το πνεύμα, το χρόνο. Χρησιμοποίησε ποιητικές μεθόδους πρωτοποριακές για την εποχή της- χρήση της παύλας για έμφαση, μέτρα που ξέφευγαν από τους αυστηρούς ρυθμούς, ρίμες, συχνά χωρίς ομοιοκαταληξία, ελλειπτικές φράσεις, απροσδόκητη εκλογή λέξεων- αλλά μ’ αυτή την τόλμη και καινοτομία κέρδισε την φήμη μιάς από τις πιο αυθεντικές ποιήτριες. Μόνον επτά ποιήματά της δημοσιεύτηκαν κατά τη διάρκεια της ζωής της και αυτά ανώνυμα, αλλά η ποίησή της διαχρονική μας τέρπει, μας προβληματίζει, μας φωτίζει μέχρι και σήμερα."

Μεταφραστικά δείγματα της Αγγελικής Σιδηρά

Χαρά είναι το μελτεμάκι εκείνο

που μας σηκώνει ανάλαφρο απ’ τη γη,

αφήνοντάς μας σ’ έναν τόπο άλλο,

ανεξερεύνητο και ύστερα αργεί

 

να μας γυρίσει πίσω’ έτσι μονάχα

προσγειωνόμαστε νεότεροι ακόμα,

προσμένοντας πιό δυνατοί το τέλος μας

στο γνώριμο, το μαγεμένο χώμα.

1868

--

Λένε πολλοί

πώς άμα ειπωθεί μιά λέξη

αμέσως σβήνει,

εγώ νομίζω

πώς αυτή αρχινά να ζει

τη μέρα εκείνη.

1872

--

Για να φτιάξεις ένα λιβάδι

χρειάζεσαι μιά μέλισσα, λίγο τριφύλλι,

λίγο τριφύλλι, μιά μέλισσα

και φαντασία.

Αλλά και η φαντασία μόνη φτάνει

άν οι μέλισσες σπανίζουν.

(Άγνωστη χρονολογία)

--

Ηχούσε κάπως σαν να τρέχανε οι δρόμοι

και πάλι ακίνητοι να μένουν’ διαρκώς

απ’ το παράθυρο η Έκλειψη φαινότανε,

το μόνο που ένιωθες ήταν ο πανικός.

 

Λίγο μετά οι πιό γενναίοι κοιτάξαν έξω,

να δούνε ο χρόνος αν βρισκόταν εκεί πέρα.

Η φύση φόραγε τη σμαραγδί ποδιά της

κι όλο ανακάτευε  τον δροσερό αέρα.

1877

--

Έδωσα ό,τι είχα στη ζωή μου

μονάχα για την ομορφιά’

φοβόμουν μόνη, ώσπου εκείνον

πλάι μου θάψαν συντροφιά.

 

Για την αλήθεια είχε πεθάνει

και τρυφερά μου εξηγεί

πώς σμείξανε τα ιδανικά μας

σε μία δίδυμη ψυχή.

 

Και σαν ζευγάρι αγαπημένο

μιλούσαμε απ’ τα μνήματά μας,

ώσπου χορτάριασαν τα βρύα

σκεπάζοντας τα ονόματά μας

1862  

--

Αυτό είναι το γράμμα μου στον κόσμο

που απάντηση καμία δεν μου δίνει,

για όσα νέα απλά η Φύση είπε

μ’ όλη της τη γλυκειά μεγαλοσύνη.

 

Το μήνυμά της πάντοτε περνάει

σε χέρια που δεν βλέπω, τόσο ξένα,

για χάρη της, αγαπημένοι αγρότες,

με αγάπη να με κρίνετε και μένα.

1862

--

Κάθε στιγμή εκστατική εξαγοράζεις

με σπαραγμό μονάχα και οδύνη,

σε μιάν αμφίβολη πικρή αναλογία

για την ελάχιστη έκσταση εκείνη.

 

Και κάθε ώρα σου αγάπης την πληρώνεις

με άθλια χρόνια, με φαρδίνια κερδισμένα

μόνο με πίκρες, ταπεινές ελεημοσύνες,

τόσα κιβώτια με δάκρυα στοιβαγμένα.

1859

--

Η αγάπη μόνη της μετριέται. «Τόσο απέραντη

όσο εγώ,» λέει ο ήλιος «δεν τελειώνει»,

σε κάποιον που δεν ένιωσε τη φλόγα της.

Μόνη της, όλα όσα είναι, μόνη.

1864

--

Από σανίδα σε σανίδα περπατούσα

σιγά- σιγά, με τόση προσοχή,

γύρω στα πόδια μου αισθανόμουνα τη θάλασσα,

στο πρόσωπό μου τ’ άστρα πέφτανε βροχή.

 

Ήξερα μόνο πώς το βήμα το επόμενο,

μιά ίντσα μόνο τελευταία, ήταν εκεί,-

κι η γνώση μου έδινε το αβέβαιο περπάτημα,

αυτό, πού «πείρα» ονομάζουν μερικοί.

1864

--

Αυτός ο κόσμος δεν είναι το τέλος μας’

μία συνέχεια κάπου περιμένει

αόρατη, όπως η μουσική,

αληθινή, όπως ο ήχος και κρυμμένη

 

όλο μας γνέφει, μας παραπλανά,

ενώ οι φιλόσοφοι σαστίζουνε μπλεγμένοι

στο άλυτο αίνιγμα και όλη η σοφία τους

μες στο λαβύρινθο του κόσμου είναι χαμένη.

 

Και όσο ψάχνουν τόσο και μπερδεύονται.

Πόσες ζωές, γενιές περιφρόνησαν

πασχίζοντας να βρούνε την αλήθεια του

και μονάχα τη σταύρωση γνωρίσαν.

1862

--

Το μέλλον ποτέ δεν μίλησε,

ούτε και θα μιλήσει’

ούτε κάν σαν το μουγκό

που με χειρονομίες και μουγκρητά

υπαινίσσεται τον απόκρυφο ερχομό του.

Αλλά όταν τα νέα ωριμάσουν

Παρουσιάζονται στην Πράξη,-

ακυρώνοντας κάθε προετοιμασία,

διαφυγή ή αντικατάσταση.

Η προίκα ή το μνήμα

του είναι το ίδιο αδιάφορα.

Η δουλειά του μόνο είναι

να εκτελεί το τελεσίγραφο

της μοίρας σ’ αυτό.

1863

          Στον δικό του σχολιασμό ο Φώτης Τερζάκης για την μεταφραστική δουλειά της Αγγελικής Σιδηρά, ανάμεσα στα άλλα αναφέρει: «Αν η Αγγελική Σιδηρά δεν ήταν ποιήτρια δεν θα είχε ποτέ καταφέρει αυτό που επέτυχε- κάτι που η μετριοφροσύνη της δεν της επέτρεψε να σταθμίσει στο ακριβές μέγεθός του- μεταφράζοντας τα ποιήματα (μια επιλογή ποιημάτων που έκανε η ίδια) της ευαίσθητης ποιήτριας από τη Μασαχουσέτη που άφησε ένα σημαντικό ίχνος στην καμπή της αγγλοσαξωνικής λογοτεχνίας του περασμένου αιώνα προς τις νεωτερικές μορφές της- της Έμιλυ Ντίκινσον».

          Φώτης Τερζάκης, περιοδικό «πλανόδιον»  

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς

Πέμπτη 10 Ιουλίου 2025

 

               

 

Σάββατο 5 Ιουλίου 2025

Αγγελική Σιδηρά Αθήνα 14/12/1938- Αθήνα 3/7/2025

 

         Α Γ Γ Ε Λ Ι Κ Η   Σ Ι Δ Η Ρ Α

(Αθήνα 14/12/1938- Αθήνα 3/7/2025)

                 Στην Μνήμη της

     Έφυγε την Πέμπτη 3 Ιουλίου η βραβευμένη ποιήτρια και μεταφράστρια, δραστήρια κοινωνικά σαν άτομο-πολίτης Αγγελική Σιδηρά, ήταν παντρεμένη με τον Γιώργο Παπακώστα και μητέρα τριών παιδιών, η εξόδιος ακολουθία θα τελεστεί την Παρασκευή 5 Ιουλίου το μεσημέρι στο Α΄ Νεκροταφείο. Η Αγγελική Σιδηρά σταδιοδρόμησε επαγγελματικά εργαζόμενη στην Εθνική Τράπεζα Ελλάδος και στο Υπουργείο Εξωτερικών. Για χρόνια υπήρξε εθελόντρια Κοινωνικής Πρόνοιας στον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό με σημαντική προσφορά και δράσεις. Παράλληλα με τις επαγγελματικές και κοινωνικές της δραστηριότητες η Αγγελική Σιδηρά υπήρξε μία πολύ καλή ποιήτρια, αντιπροσωπευτική γυναικεία φωνή της γενιάς της.

     Ευτύχησα να την γνωρίσω ως ποιήτρια και να συνομιλήσω μαζί της στον φιλόξενο και ζεστό χώρο για βιβλιόφιλους στο κέντρο της Αθήνας, το παλαιό Βιβλιοπωλείο του συγχωρεμένου Τάσου Πιτσιλού στην οδό Σοφοκλέους 4. Ένας μικρός χώρος- μέσα στην Στοά-που έβρισκες ό,τι τίτλους βιβλίων αναζητούσες ή ήθελες να παραγγείλεις τα οποία πωλούνταν σε μεγάλες εκπτώσεις. Στο πατάρι του Βιβλιοπωλείου ο έμπειρος και μορφωμένος παλαιός βιβλιοπώλης (είχε συμμετάσχει ως κομπάρσος μαζί με άλλους στην γνωστή ελληνική ταινία «Ο Δράκος» του σκηνοθέτη Νίκου Κούνδουρου) πάντα υποστηρικτικός στους νέους συγγραφείς σου πρόσφερε την δυνατότητα να κάτσεις να εργαστείς ή να κρατήσεις τις σημειώσεις σου ξεφυλλίζοντας παλαιούς και καινούργιους τίτλους βιβλίων που διέθετε το μαγαζί. Εκτός από βιβλιοπώλης ο Τάσος Πιτσιλός υπήρξε και εκδότης μιάς σειράς βιβλίων ποικίλης θεματολογίας και ενδιαφέροντος τα οποία διαβάστηκαν από το βιβλιόφιλο κοινό της εποχής. Σ’ αυτόν τον μικρό χώρο συνάντησα την ποιήτρια Αγγελική Σιδηρά και έκτοτε, διατηρήσαμε μία ανθρώπινη πνευματική επαφή, όπως δηλώνουν οι αφιερώσεις των πρώτων της ποιητικών συλλογών που μου είχε χαρίσει με αφιερώσεις. Μας έφερε κοντά η κοινή αγάπη μας για την Ποίηση και η γραφή της γαλλίδας συγγραφέως Μαργαρίτας Γιουρσενάρ. Ο βιβλιοπώλης και εκδότης εξέδωσε την τρίτη ποιητική συλλογή της ποιήτριας, «Αλφα Βητικό Πείραμα», Αθήνα, 6,1987, δύο χρόνια αργότερα, 1989 οι εκδόσεις Τ. Πιτσιλός κυκλοφόρησαν το συλλογικό έργο «Τετραφωνία» στο οποίο συμμετείχε και η Αγγελική Σιδηρά.

Η βραβευμένη ποιήτρια ήταν μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων και ιδρυτικό μέλος του Κύκλου των Ποιητών. Το 2010 η Αγγελική Σιδηρά εκπροσώπησε την χώρα μας στο Διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης που πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στην Τουρκία. Το 2015 εκπροσώπησε επίσης την Ελλάδα στο Φεστιβάλ Ποίησης Voix Vives στην πόλη του Τολέδο στην Ισπανία. Το 2016 συμμετείχε στο Φεστιβάλ Ποίησης στην πόλη Σετ της Γαλλίας ενώ το 2019 και πάλι εκπροσώπησε την πατρίδα μας στο Φεστιβάλ Ποίησης στην πόλη Γένοβα της Ιταλίας. Ποιήματα της Αγγελικής Σιδηρά έχουν μεταφραστεί σε διάφορες ευρωπαϊκές και μη γλώσσες, στα αγγλικά, τα γαλλικά, τα γερμανικά, τα ισπανικά, τα ιταλικά, τα βουλγάρικα, τα τούρκικα.

     Η Αγγελική Σιδηρά έχει κυκλοφορήσει 13 ποιητικές συλλογές από γνωστούς εκδοτικούς οίκους. Το 2021 οι εκδόσεις «Κέδρος» κυκλοφόρησαν τον συγκεντρωτικό τόμο ποιημάτων της «Ποιήματα 1983-2021». Συμμετείχε με ποιήματά της ή πεζά της σε Συλλογικούς τόμους όπως στην «Αίσθηση Γυναίκας» εκδόσεις «Καστανιώτη» 2000. Έγραψε ένα παιδικό παραμύθι «Ο Ντρούφυ το σαλιγκαράκι και άλλες ιστορίες» εκδόθηκε από τις εκδόσεις «Κουκούτσι», Αθήνα 2017. Ιδιαίτερα προσέχθηκε και η μετάφρασή της ποιημάτων της εξαιρετικής αμερικανίδας ποιήτριας Έμιλυ Ντίκινσον», βλέπε εκδόσεις «Ερμείας» 1996. Ποιήματά της συμπεριλαμβάνονται σε διάφορες ποιητικές ανθολογίες και έχουν φιλοξενηθεί σε λογοτεχνικά περιοδικά, εφημερίδες και σε ηλεκτρονικές λογοτεχνικές ιστοσελίδες πεζά και συνεντεύξεις της. Βλέπε ενδεικτικά:

Περιοδικά

ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΣ

-τχ. 3/7,8,9, 1997, «Σύγχρονη Ελληνίδα Μάνα» / «Προκρούστης»/ «Η διαδρομή μου»/ «Ο Χωρισμός».

ΑΨΕΝΤΙ

-τχ. 1/3,4, 2006, «Αυτό που ένας άνθρωπος…»/ «Να ξαπλώσω πάνω σ’ ένα φάντασμα»/ «Τα στάχυα που είχαν ωριμάσει..», / «Φθάνουμε παρθένοι»/ «Κάποια παράξενη απαγόρευση»

ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΕΣ

-τχ. 58/4,5,6,7,8, 1989, «Δίχως έκφραση»

(ΔΕ)ΚΑΤΑ

-τχ. 9/ Άνοιξη 2007, «Τα πρώτα μου βιβλία»

ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ

-τχ.90/10,11, 1995, «Ο πιο μικρός περίπατος»

-τχ. 151-152/ Φθινόπωρο 2006, «Το χαμένο καλοκαίρι ενός σχεδόν έφηβου με επτά σχεδόν γριές»

ΕΜΒΟΛΙΜΟ

-τχ. 27/2, 1996, «Το σχήμα της μοναξιάς»/ «Το ράφι των νεκρών»

ΕΥΘΥΝΗ

-τχ. 301/1, 1997, «Το κρυφτό»- «Διαφυγή»

-τχ. 315/ 3, 1998, «Ασήμαντη παράλειψη» / «Οι θείες»

-τχ. 407/ 11, 2005, «Ο ίσκιος του Θεού»/ «Απάρνηση»/ «Απρίλη πάθη»/ «Αύγουστου Κυριακές».

-τχ. 416/8, 2006, «Τα ευκρινέστερα χνάρια»

ΜΕΤΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ

-Ιούνιος 1990, «Νοσταλγία» / «Απουσίες».

ΝΕΑ  ΕΣΤΙΑ

-τχ. 1785/1, 2006, «Το Εικόνισμα»

-τχ. 1798/ 3, 2007, «Πάσχα σε Μοναστήρι»

ΤΟ ΠΑΡΑΜΙΛΗΤΟ

-τχ. 15/11, 1993, «Οι σύζυγοι των ποιητριών»/ «Στην οδό Τοσίτσα» / «Μοναξιά»

ΠΛΑΝΟΔΙΟΝ

-τχ. 18/6, 1993, «Το ταγκό»

-τχ. 20/ 6, 1994, «Μητέρα δωρητής σώματος» / «Πρωτοχρονιά για δύο» / «Τα ασαφή όρια».

-τχ 24/12, 1996, «Ο νεκροθάφτης φούρναρης» / «Μάθημα Λατινικών» / «Αναβαλλόμενος Θάνατος».

-τχ.39/12, 2005 «Όταν παύουν να σ’ αγαπούν…»/ «Οι μεγαλοπρεπείς ακίνητες στάσεις…»/ «Και οι λιγότερο αστραφτεροί απ’ τους ανθρώπους…»

ΠΟΙΗΣΗ

τχ. 6/Φθινόπωρο-Χειμώνας 1995, σ. 164-171. «ΔΗΜΟΣΙΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ» (Μετάγγιση/ Χημειοθεραπεία/ Ξαφνικός διχασμός/ Καθαρή Δευτέρα στο Νοσοκομείο).

-τχ. 11/ Άνοιξη- Καλοκαίρι 1998, σ.236-237 «Ποιήματα- Στεφάνι με Χάϊ- Κου».

-τχ. 21/ Άνοιξη- Καλοκαίρι 2003, σ.221-225. «Ποιήματα» «Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ ΚΑΙ Τ’ ΟΝΕΙΡΟ». κλπ.

Εφημερίδα ΕΘΝΟΣ

-7/3/1992, «Η προοπτική του Αυγούστου»

       ΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΤΗΣ ΣΥΛΛΟΓΕΣ

1., Βραχνή Ψυχή Ποιήματα. Ι. Γ. Βασιλείου 1983, σ. 32

      Σημείωση: Η συλλογή περιλαμβάνει 30 μικρής σχετικά φόρμας ποιητικές μονάδες (σε σχέση με άλλες μεταγενέστερές της), ορισμένες από αυτές βρίσκονται μαζί στην ίδια σελίδα. Βλέπε σ.17 και 23. Υπάρχουν ποιήματα για το «αγέννητο παιδί μου» σ. 7. Με ξένο τίτλο “Ridentes Rerum”, σ.21 ενώ άλλοι υπενθυμίζουν συγγραφικά ή κινηματογραφικά έργα της παγκόσμιας καλλιτεχνίας «Θάνατος στη Βενετία» σ.6 ή από την θρησκευτική παράδοση «Η επιστροφή του ασώτου», σ.22. Άλλοι τίτλοι έχουν έντονη ψυχολογική συμβολιστική, «Ξεπεσμός» σ.20, «Μαζοχισμός» σ.26, «Φόβος» σ.16. Η πρώτη ποιητική εμφάνιση της ποιήτριας Αγγελικής Σιδηρά θα μπορούσαμε να γράφαμε ότι πραγματοποιήθηκε στα μισά περίπου του ηλικιακού της βίου, είναι μια μικρή ποιητική ερωτική πλημμυρίδα, ένας κόσμος γυναικείας ερωτικής προσωπικής της εκφραστικής και ερωτικού πάθους, που ευτυχώς, παρά την μονοσήμαντη θεματική της δεν ρέπει προς την παλαιά γυναικεία παράδοση της αισθηματολογίας. Παρά το γεγονός ότι ο εξατομικευμένος ατομικός της ερωτικός λόγος και γυναικεία της αισθαντικότητα, η προβληματική της ερωτικής της σχέσης και επαφής με τον Άλλο, το παθιασμένο ερωτικό της βλέμμα προς το αντρικό ερωτικό ποθούμενο-τον σύντροφό της και πατέρα των παιδιών της, αυτή η αίσθηση του σωματικού και ψυχικού πόνου διοχετεύεται και συνεχίζεται και στα επόμενα ποιητικά της βήματα, τις μεταγενέστερες ποιητικές της συλλογές. Είναι αν δεν λαθεύω στην ανάγνωση σαν η ποιήτρια να έχει έναν συγκεκριμένο ερωτικό πυρήνα συναισθημάτων και γυναικείων αισθημάτων και αυτόν να σπουδάζει και να διαπραγματεύεται μέχρι τέλους. Ασφαλώς, ο ποιητικός λόγος της Αγγελικής Σιδηρά δεν είναι μονοθεματικός, μονοσήμαντος, στραμμένος μόνο σε μία πλευρά-σημαντική σίγουρα της ανθρώπινης ύπαρξης- αλλά διαρκώς εμπλουτίζεται το ποιητικό της ανθρωπιστικό σύμπαν με καταστάσεις και κοινωνικά φαινόμενα που αφορούν τους μεγαλύτερης ηλικίας ανθρώπους, τα γηρατειά και τις άμεσες και συχνές δυσκολίες της τρίτης ηλικίας όπως συμβαίνει στην δεύτερη θα γράφαμε περίοδο της ποιητικής της δημιουργίας που τόσο έκανε αίσθηση στο αναγνωστικό κοινό και τους κριτικούς. Ή πάλι, όταν η φωνή της εκφράζει αυθεντικές εμπειρίες και βιώματα, σπαραγματικές στιγμές και περιπετειώδη κοινωνικά γεγονότα που την αφορούν άμεσα, την ίδια και το οικογενειακό της περιβάλλον όπως είναι η περίπτωση του γιού της του οποίου τα πάθια και τις επιλογές ζωής και θανάτου συχνά μνημονεύει στην ποίησή της. Πώς να μην υποκλιθείς και μείνεις διακριτικά σιωπηλός όταν διαβάζεις τα ποιήματα της συλλογής «Οίμοι, λέγουσα» που έγραψε είκοσι χρόνια αργότερα. Ο αρχαιοελληνικός και μόνο τίτλος της, που ανακαλεί εκφράσεις χορού της αρχαίας τραγωδίας σε κάνει να συνηγορήσεις ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με μια σημαντική, εξαιρετική γυναικεία ελληνική φωνή που γνωρίζει να μετατρέπει το σωματικό ή ψυχικό πένθος σε καύσιμη ποιητική ύλη, σε στοχασμό πάνω στην κοινή πορεία της ζωής με τον θάνατο. Η στάχτη του πόνου και της αμέριστης θλίψης από το γεγονός του θανάτου μετατρέπεται σε φιλάνθρωπες εικόνες του ποιητικού της ταμπλό. Ακόμα και όταν μας κρούει τον κίνδυνο με επικαιρικά, των ημερών μας ισχυρά δημόσια σήματα ανησυχίας και άγχους, όπως είναι ο δανεισμένος τίτλος “Silver alert” το φορτίο της ελπιδοφορίας της δεν χάνεται, δεν κάμπτει την ισχυρή της θέληση να μας μιλήσει για ζητήματα που έχουν οικουμενικές, πανανθρώπινες διαστάσεις. Η Αγγελική Σιδηρά είναι επικεντρωμένη στον ανθρωπιστικό στόχο της που υπερβαίνει την καθημερινή των ανθρώπων βασανιστική και θλιμμένη περιπτωσιολογία και αγγίζει τον κάθε άνθρωπο όπου γης και εποχής. Στοχάζεται και σπουδάζει πάνω σε μία άλλη, μιάς άλλης κατηγορίας και αίσθηση ελευθερίας της σκέψης, της ψυχής, του σώματος της ερωτικής διάθεσης από την πλευρά της γυναίκας. Έτσι δικαιολογείται που το αντρικό φύλο και παρουσία βρίσκεται κατά το μεγαλύτερο μέρος της ποιητικής της σκηνογραφίας στην σκιά, και η εικονογραφία του δεν γίνεται συνήθως με φωτεινά χρώματα αλλά με σκουρόχρωμα. Η δική του στάση, των συναισθημάτων του και των εκδηλώσεών του γίνεται με έναν τρόπο που υπολείπεται της δικής της ερωτικής αίσθησης και πόθου. Είναι το «αναγκαίο κακό» της βιολογικής συνθήκης ολοκλήρωσης ως Μάνας της Γυναίκας. Η θηλυκή παρουσία στο διαρκές ξεδίπλωμα των συναισθημάτων και ψυχολογικών αναγκών της και των σωματικών, είναι πιο ολοκληρωμένη σε σχέση με εκείνη του άντρα αν δεν λαθεύω στην αναγνωστική κρίση. Δίχως φυσικά να ρέπει ο ποιητικός της λόγος σε φεμινιστικά τσιτάτα και ακρότητες. Οι τίτλοι των συλλογών της δηλώνουν την άλλη διάσταση της συνθήκης της δικής της οπτικής, το εσωτερικό της θλίψης βλέμμα της μέσα από αναλαμπές αυθεντικότητας και ειλικρίνειας, ενός πάθους να υπερβεί τα όρια του πόνου της ζωής, που, ίσως, ενδέχεται, μόνο η ποιητική γραφή μπορεί να αντέξει, ή να ανακουφίσει πρόσκαιρα το ποιητικό υποκείμενο. Από την ερωτική διάθεση στο προσωπικό μοιρολόι πόση άραγε είναι η απόσταση του ατομικού της δρόμου, ή μήπως οι βιωματικές αποστάσεις του ανθρώπου έχουν μικρύνει τόσο ώστε να είναι ενιαία τα ανιχνεύσιμα ίχνη ζωής αλληλοτροφοδοτούμενα. Όπως και νάχει το ποιητικό σύμπαν της ποιήτριας Αγγελικής Σιδηρά έχει -να σημειώσουμε για άλλη μία φορά- ανθρωπιστικές διαστάσεις. Τα μικρής συνήθως φόρμας ποιήματά της, οι μικρές ποιητικές σταγόνες των Χάϊ- Κου της ευωδιάζουν άρωμα ευαισθησίας και συγκίνησης. Παρά του ότι η ποιήτρια δεν ακολουθεί την παραδοσιακή στιχουργική τεχνική και ρυθμολογία της ποίησης, πλείστες ποιητικές της μονάδες διαθέτουν έναν εσωτερικό ρυθμό, μία μουσικότητα που φαίνεται συνήθως στο κλείσιμο του ποιήματος. Ελεύθερος στίχος δίχως δεσμεύσεις από σύγχρονα ακραία ρεύματα, κυνικής εκφραστικής της σύγχρονης ελληνικής και παγκόσμιας ποίησης. Μια ποίηση που «παίζει» σοβαρά με τις λέξεις δίχως να τις προδίδει και χωρίς να τους αφαιρεί την δυναμική του φορτίου τους. Χαρμολυπική ποίηση, ίσως, πάντως ποίηση. Μια γυναικεία ποίηση άξια αντιπρόσωπος της Γενιάς της.        

2., Τριάντα Ερωτικά Ποιήματα και Ένα, Ηριδανός, 3, 1986, σελ.44

      Σημείωση: Το τριακοστό πρώτο ποίημα της συλλογής είναι αφιερωμένο στον γιό της «ΣΤΟΝ ΑΛΕΞΗ». Η 22η ποιητική της μονάδα φέρει τίτλο DEMIAN. Ο ξενόγλωσσος τίτλος ανακαλεί στη μνήμη το πασίγνωστο μυθιστόρημα του γερμανού συγγραφέα Χέρμαν Έσσε «Ντέμιαν»

3., Αλφα Βητικό Πείραμα. Ποιήματα Τ. Πιτσιλός, 6, 1987, σελ. (32)

   Σημείωση: Την φιλοτέχνηση του εξωφύλλου είχε η Τιτίκα Χατζάκη. Η λιλιπούτεια αυτή συλλογή δεν φέρει σελιδαρίθμηση. Σε κάθε σελίδα δημοσιεύεται και ένα ποίημα που φέρει ως τίτλο τα γράμματα της Ελληνικής Αλφαβήτου. 24 Ποιήματα. Ένα ευχάριστο και χαρούμενο παιχνίδι των λέξεων, ένα είδος πειραματικού ποιητικού παιχνιδιού. Βλέπε το ποίημα των Λέξεων που αρχίζουν από «Ζ».

Ζώδια Ζευγαρώνοντας

Ζωή Ζύγιζα

 

Ζεστασιά Ζητώντας

Ζαλισμένη Ζητωκραύγασα:

 

Ζήτω

Ζοφερή Ζήλεια

Ζωογόνε Ζέφυρε

Ζήσης Ζενίθ!

Η συλλογή ανοίγει με ρήση του Αγίου Αυγουστίνου: «Καλύτερα είναι να χάνεσαι από το πάθος σου παρά να χάνεις το πάθος σου».

4., Η Όγδοη Νότα, Τ. Πιτσιλός 1990. Β΄ έκδοση Ερμείας, 3, 1995, σ. 62. Η συλλογή είναι αφιερωμένη «Στον αδερφό μου».

Σημείωση: Η συλλογή έχει τους εξής κύκλους ποιημάτων. «Απουσίες».- «Η ΟΓΔΟΗ ΝΟΤΑ» η οποία αποτελείται από την εξαμερή ποιητική ενότητα «Χρώματα» και τα πέντε ποιήματα της «ΑΝΟΙΑΣ». Εδώ η ποιήτρια κάνει ένα άνοιγμα στο στοχαστικό της και μνημονικό της λόγο. Η δημιουργός συνομιλεί με τους νεκρούς της, τους προαπελθόντες που παραμένουν ως αίσθηση στην μνήμη της. Πάρα πολλές μονάδες της αφιερώνονται σε αντρικά και γυναικεία πρόσωπα προφανώς γνωστά και αγαπημένα της. Όπως και σε εκείνα τα ποιήματά της των επόμενων κύκλων η Σιδηρά αγωνίζεται να στεριώσει γέφυρες αυτής της άλλης διάστασης, της άλλης της φύσης πραγματικότητας, αυτής της ανερμήνευτης και εξωπραγματικής για τον ανθρώπινο νου πραγματικότητας που είναι ο Θάνατος με την καθημερινή πραγματικότητα της Ζωής που διατηρεί ενεργή η Μνήμη. Το ανθρώπινο είδος από την εμφάνισή του πάνω στον πλανήτη Γη με πυρετώδη αγωνία προσπαθεί να ερμηνεύσει το φαινόμενο του θανάτου ή να το δικαιολογήσει- κατανοήσει, και από την άλλη να το υπερβεί κερδίζοντας όχι μόνο την εσωτερική του ελευθερία αλλά να οικοδομήσει και τον μύθο της σωματικής του αθανασίας. Τα «μαρμαρένια αλώνια» της ποίησης της Αγγελικής Σιδηρά είναι ο «μικρόκοσμος» των νεκρών της, αυτόν αγωνίζεται να μεταμορφώσει μέσα στα ποιήματά της, σε ένα μεγάλο μέρος των σταθμών της. Με το ίδιο στωικό σθένος, την ίδια στοχαστική «ηθική» διάθεση αντιμετωπίζει και τους της Ζωής Ήρωες της τρίτης ηλικίας στην «άνοια» της μελλοντικής τους κατάστασης όταν η ζωή και οι άνθρωποι στέκονται ανίσχυροι πολλές φορές να συμπαρασταθούν σε μία ανθρώπινη ύπαρξη που μπλέχτηκε στα αδιέξοδα του βιολογικού θανάτου και της αρρώστιας. Εδώ, ούτε η Ποίηση μπορεί να βοηθήσει, όσο και αν πρεσβεύουμε περί του αντιθέτου. Ο Άνθρωπος όπως και τα υπόλοιπα Ζώα του Φυσικού βασιλείου παλεύουν μόνα, ανοχύρωτα, ανυπεράσπιστα, μεταφυσικά άστεγα, αναμένοντας ένα τέλος που ίσως να μην συνειδητοποιούν. Τελικά που σταματάει, ανακόπτεται το φαινόμενο της Ζωής με ότι αυτό κουβαλά μέσα του, μια και ούτε η πεταλούδα Ψυχή-πνοή μπορεί να προσδιοριστεί επακριβώς. Ένα κλικ του διακόπτη των εγκεφαλικών κυττάρων- νευρώνων ή της μνήμης των εναπομεινάντων αμήχανων ζωντανών! Ας αντιγράψουμε ένα μιάς χαλαρής Καρυωτακικής ατμόσφαιρας ποίημα.

Ματαιότητα

Τα πράγματα

καραδοκούνε από τώρα

τον αμετάκλητο θάνατό μου

Κι αυτοί ακόμα οι στίχοι

με χλευάζουνε

για τη φθαρτή μου υπόσταση

Φωτιά θα βάλω στ’ αντικείμενα

για να τους δείξω την υπεροχή μου

Αλλά πάντα θα περισσεύει

κάποιο καρεκλοπόδαρο

για να με κοροϊδεύει.

        Ωραίο μεταξύ άλλων και το ποίημα «Επίδοξος αυτόχειρ», όσο για το ποίημα που φέρει ως τίτλο «Τιτελί» αυτές οι παρηχήσεις του Ταύ, είναι όπως μαρτυρεί και η ποιήτρια «ένα σύμφωνο τόσο θλιμμένο». Ακαταλαβίστικη λέξη ή κρυφά μηνύματα μιάς άλλης επικοινωνίας του Κόσμου. Στην συλλογή αυτή ποιήματά της όπως «Η Ψυχανάλυση» και «Στο νοσοκομείο» εκφέρονται με πεζόμορφη φόρμα, απλώνουν οι λέξεις και οι προτάσεις πέρα από  την μορφική στιχοποιία.          

5., Απόπειρα Τοπίου, Ερμείας, 6, 1994 σελ. 66. Το σχέδιο του εξωφύλλου είναι της Αννούλας Καρυανού.

Σημείωση: Η συλλογή χωρίζεται σε δύο ενότητες, στην «Απόπειρα Τοπίου» που δωρίζει και τον κεντρικό τίτλο και «Η Δευτέρα που δεν ήθελε». Ο αστικός ιστός της πόλης που κινείται και διαμένει η ποιήτρια, τα αποπνικτικά περιβάλλοντα των Νοσοκομείων, η συναναστροφή με τους αρρώστους, και πάλι η περίπτωση της «Άνοιας» τροφοδοτούν την ύλη των ποιημάτων. Απόηχοι παλαιάς ζωής και διασκέδασης, μνήμες και όνειρα, ανοιξιάτικα τοπία, αποσιωπητικά της γλώσσας σπονδυλώνουν την σύνθεση, μεταφέροντας μέρος της αίσθησής της σε επόμενες γραφές της και συνεχίζουν την ποιητική της.

Ο ποιητής

Άσαρκες λέξεις ερωτεύεται.

Τις ντύνει και πεθαίνουνε.

Τα ξένα μάτια φταίνε.

Τ’ αποσιωπητικά

Πόσο περίεργο!

Με μιά τελεία μοναχά

να βάζεις τέλος

και με την πολλαπλή της επανάληψη

ν’ αφήνεις πίσω σου

τόσες και τόσες εκδοχές

κι υπαινιγμούς…

     Τελικά τα ποιήματα της ποιήτριας Αγγελικής Σιδηρά θα μπορούσαμε να τα κατατάξουμε και με πόση ασφάλεια στα γλωσσοκεντρικά;

6., Ο πιο μικρός περίπατος, περ. Πλανόδιον 1998, σ.70. Εικόνα εξωφύλλου Κίττυ Μπαρκουρά. Η συλλογή είναι αφιερωμένη «Στον Βασίλη, τον Αλέξη, τον Χρήστο- τα παιδιά μου».

Σημείωση: Και σε αυτήν την συλλογή το παιχνίδι των λέξεων που οικοδομούν το ποιητικό προσωπικό και της οικογένειάς της σύμπαν συνεχίζεται. Στα Παιχνίδια των Μεγάλων- στο Δημόσιο Νοσοκομείο- Στις Πρώτες Αγάπες- στην ενότητα των 10 ποιημάτων «Θα την έλεγα Άννα». Κάτι σαν μικρό παραμύθι μοιάζει η συλλογή αυτή, που εμπλουτίζεται από μικρές ρήσεις παιδικών παιχνιδιών και όχι μόνο. «Δεν περνάς κυρά- Μαρία/ Δεν περνάς! Δεν περνάς!» ή «Φοβού τους Δαναούς» κλπ. Ένα προσωπικό της φωτογραφικό και μνημονικό άλμπουμ των παιδικών της αναμνήσεων και γεγονότων, παιδικών παιχνιδιών και μιά αυτάρκεια προσδοκιών και ελπίδων όταν η ζωή κρατούσε ακόμα ψήγματα από την φρενίτιδα φρεσκάδα και την ξενοιασιά της, την ακούραστη ανεμελιά της. Τα σκασιαρχεία της από τις ανάγκες που καιροφυλαχτούν. Και πάλι όμως η Νοσοκομειακές εικόνες μας προσγειώνουν σε μια πραγματικότητα σκληρή και αναπόφευκτη σε πολλούς από εμάς γνωστή. Πώς αντέχεται το κακό της αρρώστιας, με λέξεις τραγούδι ή με βουβό θρήνο; Πώς βιώνεται η απώλεια, με τους ψευδοποιητικούς μηχανισμούς της ποίησης ή ως σπαρακτική αποδοχή του θανάτου, ως πρόσκαιρο και τυχαίο παιχνίδι της ζωής; Ένα κρυφτούλι είναι τα ποιήματα της Αγγελικής Σιδηρά με τον πόνο και το πένθος στις ανθρώπινες διαστάσεις του και αντοχές του. Μια ποιητική πραγματικότητα που ευτυχώς δεν καταφεύγει σε μεταφυσικές δικαιώσεις. Πίνει όλο το περιεχόμενο του πικρού ποτηριού της ζωής με το μειδίαμα της ποίησης ή καλύτερα των λέξεων αυτών που αρθρώνουν την δομή ενός ποιήματος και αυτών που μένουν απέξω, αναμένοντας το ανακάτεμα του παζλ από τον αναγνώστη.

VIII. ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ

     Αλάτι ψιλό

     αλάτι χοντρό

     έχασα τη μάνα μου

     και πάω να τη βρω

Σ’ έχασα λοιπόν έτσι απλά

όπως και στο παιχνίδι

τραγουδώντας σ’ έχασα.

Μου ‘λείπεις πάντοτε

και τώρα που σε βρίσκω

στον καθρέφτη, αγανακτώ

Στα χρόνια σ’ έφτασα.

 

Και τραγουδώ

τα μάτια τρίβοντας

μ’ ένα λεπτό κρεμμύδι

γιατί δεν ξέρω, δεν θυμάμαι

τη συνέχεια στο παιχνίδι:

 

Αλάτι ψιλό

αλάτι χοντρό

Άχ, πώς φοβάμαι μάνα

να ΄ρθω να σε βρω.  

 7., Κοντσέρτο στη Δρέσδη, Νεφέλη 2004

8., Αμείλικτα Γαλάζιο, Καστανιώτη 2007, σ. 70. Η επιμέλεια της έκδοσης είναι της Άννας Σταματοπούλου ενώ η μακέτα του εξωφύλλου του Αντώνη Αγγελάκη. Η συλλογή είναι αφιερωμένη στον ποιητή «Νίκο Φωκά». Επίσης, ποιήματά της η ποιήτρια αφιερώνει στην ποιήτρια και μεταφράστρια Νανά Ησαΐα, «Μνήμη Νανάς Ησαΐας», σ. 30, στον συγγραφέα «Στον Πέτρο Ζουμπουλάκη», σ. 62, στον ηθοποιό «Στον Τέλη Ζώτο» και σε άλλους.

Σημείωση: Όλη η συλλογή είναι μία ανοιχτή και θερμή συνομιλία της ελληνίδας ποιήτριας με το έργο της γαλλίδας πεζογράφου και μεταφράστριας Μαργαρίτας Γιουρσενάρ. Η Αγγελική Σιδηρά σε αυτό το βιβλίο μας δίνει τις πνευματικές και άλλες συγγραφικές οφειλές, τις κειμενικές συνομιλίες και συγγένειες (!) της με την σημαντική μυθιστοριογράφο Μαργαρίτα Γιουρσενάρ. Το σύνολο έργο της Marguerite Yourcenar(8/6/1903-17/12/1987) μας είναι γνωστό στην χώρα μας από τις μεταφράσεις και τον εκδοτικό οίκο της Ιωάννας Χατζηνικολή. Πάνω σε σημαντικούς τίτλους βιβλίων της Γιουρσενάρ πατά η Σιδηρά και συνομιλεί μαζί τους δανειζόμενοι λέξεις και εκφράσεις της, προτάσεις και νοήματά της, συγγραφικά της σήματα και «παραλλάσσοντάς» τα για τις ανάγκες της δικής της αφήγησης ξεδιπλώνει τις δικές της ποιητικές αναμνήσεις στον σημερινό της κόσμο. Τα κείμενα προέρχονται κυρίως από τις «Φωτιές», «Με «Ανοιχτά τα Μάτια», την «Σμίλη του χρόνου» το μελέτημα της Γιουρσενάρ για τον Ιάπωνα συγγραφέα «Γιούκιο Μισίμα» και ασφαλώς το πασίγνωστό ιστορικό έργο της «Αδριανού Απομνημονεύματα». Εδώ φαίνεται και η κοινωνική διάσταση της ποίησής της εντονότερα, η Σιδηρά αφιερώνει ποιήματά της στα παιδιά που χάθηκαν στην μεγάλη πλημμύρα το φονικό Τσουνάμι του 2004 και σε άλλα μικρά παιδιά αγόρια ή κοριτσάκια. Μια θρησκευτική χριστιανική ομίχλη αγκαλιάζει την ποιητική της έκφραση σε αυτήν την συλλογή, σαν ο ρυθμός του Κόσμου της να αλλάζει όπως θα μας έλεγε και ο Κοσμοκαλόγερος κυρ Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ποίημά της για την Ηρωίδα του «Φόνισσα» δημοσιεύει η Αγγελική Σιδηρά «[Φραγκογιαννού»]. Σελ. 36. Το υπαρξιακό άγχος του θανάτου εξακολουθεί να παραμένει έντονο και ισχυρό στην ποιητική της φωνή, την τόσο γήινη και παράλληλα τόσο μεταφυσική με το δικό της προσωπικό ύφος. Το σημαντικό με το ασήμαντο, το καίριο με το λησμονημένο, το σαφές με αυτό που αιωρείται, οι ζωικές δυνάμεις με τις δυνάμεις του θανάτου συνυπάρχουν στην ποίησή της. Το κάθε τι που συλλαμβάνουν οι αντένες της εμπειρίας της μεταπλάθονται σε ποίηση ή μάλλον σε λέξεις που μόνο ως ποίηση μπορούν να λειτουργήσουν. Το αναγνωστικό και συγγραφικό έναυσμα που της προσφέρει ο συγγραφικός λόγος της Μαργαρίτας Γιουρσενάρ είναι η σπίθα και της δικής της ποιητικής συνομιλίας. Ίσως αυτός ο κοινός παραλληλισμός δύο διαφορετικών στα εξωτερικά τους γνωρίσματα και ευρηματικές θεματικές συνθέσεις να ενώνει, να φέρνει κοντά δύο διαφορετικές συγγραφικές πολιτισμικές της γραφής παραδόσεις. Το σίγουρο πάντως είναι ότι τα παράθυρα συνομιλίας που άνοιξε η Αγγελική Σιδηρά με έργα της Γιουρσενάρ παραμένουν ακόμα ανοιχτά και δροσίζουν τον αναγνώστη.   

9., Αμφίδρομη Έλξη, Καστανιώτη- Διάττων 2010

10., Αναπάντεχα Κοντά, Νέος Αστρολάβος/ Ευθύνη 2013

11., Silver Alert, Κέδρος 2016

12., Οίμοι λέγουσα, Κέδρος 2020

13., Ποιήματα 1983- 2021, Επιλογή. Κέδρος 2021, σ.304.

[ Η επιλογή των ποιημάτων της Συγκεντρωτικής αυτής έκδοσης πραγματοποιήθηκε από τις εξής ποιητικές της προγενέστερες συλλογές και από ανέκδοτη ποιητική της ύλη: -Βραχνή Ψυχή.- Τριάντα Ερωτικά ποιήματα και Ένα. – Αλφα Βητικό Πείραμα.- Η Όγδοη νότα.- Απόπειρα Τοπίου.-Ο πιο μικρός περίπατος.- Κοντσέρτο στη Δρέσδη.-Αμείλικτα Γαλάζιο.- Αμφίδρομη έλξη.- Αναπάντεχα κοντά.- Silver Alert.- Οίμοι, λέγουσα. Και από αδημοσίευτα ποιήματά της συνολικής της περιόδου 1983-21.]

 

Συμμετοχή της σε Συλλογικές της εργασίες

4., ΤΕΤΡΑΦΩΝΙΑ (συλλογική ποιητική έκδοση), Τ. Πιτσιλός 1989

    [ δημοσιεύει τα ποιήματα: «Λευκό»/ «Μαύρο»/ «Γκρίζο»/ «Κίτρινο»/ Σε μια ζωγράφο που δεν ζωγραφίζει πια» / «Αλέξανδρος»].

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

1., Emily Dickinson, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Επιλογή-μετάφραση Αγγελική Σιδηρά, εκδόσεις Ερμείας, Ιούνιος 1996, σ.80. Το εξώφυλλο είναι του Γιάννη Πρίφτη.

Σημείωση: Ας μου επιτραπεί να αντιγράψω την αφιέρωσή της 7ης Ιουνίου 2001

«Κανένα δεν θα βρεις ποτέ

να ταξιδέψεις πλοίο

Τόσο μακριά και γρήγορα

όσο μ’ ένα βιβλίο»

 Στον Γιώργο Μπαλούρδο για την αγάπη του στα βιβλία. Με φιλία και εκτίμηση. 

Το ποίημα είναι από τους δύο πρώτους στίχους ποιήματος της αμερικανίδας ποιήτριας Έμιλυ Ντίκινσον σελ.9. Ποίημα του 1873. Η έκδοση συνοδεύεται από φωτογραφίες της Emily Dickinson, χειρογράφων και επιστολών της και της οικίας Ντίκινσον. Στην επιλογή και την μετάφραση ποιημάτων της Έμιλυ Ντίκινσον η Αγγελική Σιδηρά είχε μπροστά της πέντε ξενόγλωσσες εκδόσεις των ποιημάτων της αμερικανίδας εξαιρετικής ποιήτριας όπως αναγράφεται στην Βιβλιογραφία σελ. 69. Η Σιδηρά επιλέγει και μεταφράζει 52 ποιήματα της Ντίκινσον, ενώ προτάσσει σύντομη εισαγωγή:

"Τον Απρίλιο του 1862, ο δοκιμιογράφος κριτικός Τόμας Χίγκινσον έλαβε μιά επιστολή γεμάτη αγωνία από μιά μυστηριώδη νεαρή γυναίκα. Το γράμμα αρχίζει απλά: «Κύριε Χίγκινσον, μέσα στις τόσες ασχολίες σας, θα μπορούσατε ίσως ν’ ασχοληθείτε μαζί μου, να κρίνετε αν είναι ζωντανή η ποίησή μου;» Ο Χίγκινσον συνέχισε να διαβάζει θαυμάζοντας τη γνησιότητα και την εσωτερικότητα της νεαρής γυναίκας. Έτσι έγινε γνωστή στον κόσμο μία από τις μεγαλύτερες ποιήτριες της Αμερικής.

        Η Έμιλυ Ντίκινσον γεννήθηκε στο Άμερστ της Μασαχουσέτης το 1830. Έζησε και τα 56 της χρόνια στο πατρικό της σπίτι, δεν παντρεύτηκε ποτέ και ταξίδεψε ελάχιστες φορές έξω απ’ το χωριό της. Όταν ο Χίγκινσον τη ρώτησε ποιοι ήσαν οι φίλοι της, η Ντίκινσον του έγραψε: «Οι λόγοι, κύριε, και το ηλιοβασίλεμα και ένα σκυλί μεγαλόσωμο σαν και μένα που μου χάρισε ο πατέρας μου- τα σκυλιά είναι καλύτερα από τους ανθρώπους γιατί ενώ ξέρουν, δεν μιλούν.¨

        Αν και εσωστρεφές άτομο, με περιορισμένη κοινωνική ζωή, η Ντίκινσον ήταν ένας άνθρωπος που αξιοποιούσε το κάθε τί. Είχε ένα χάρισμα που της έδινε τη δυνατότητα να προάγει τη φαντασία της σε όλες τις σχέσεις με τον άνθρωπο, τη φύση, το πνεύμα, το χρόνο. Χρησιμοποίησε ποιητικές μεθόδους πρωτοποριακές για την εποχή της- χρήση της παύλας για έμφαση, μέτρα που ξέφευγαν από τους αυστηρούς ρυθμούς, ρίμες, συχνά χωρίς ομοιοκαταληξία, ελλειπτικές φράσεις, απροσδόκητη εκλογή λέξεων- αλλά μ’ αυτή την τόλμη και καινοτομία κέρδισε την φήμη μιάς από τις πιο αυθεντικές ποιήτριες. Μόνον επτά ποιήματά της δημοσιεύτηκαν κατά τη διάρκεια της ζωής της και αυτά ανώνυμα, αλλά η ποίησή της διαχρονική μας τέρπει, μας προβληματίζει, μας φωτίζει μέχρι και σήμερα."

                ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΙΔΗΡΑ

Με τις μεταφράσεις αυτές, επιλογής ποιημάτων της αμερικανίδας ποιήτριας Έμιλυ Ντίκινσον η Αγγελική Σιδηρά συνομιλεί για μία ακόμη φορά μετά την Μαργαρίτα Γιουρσενάρ με μία σημαντική γυναικεία ποιητική φωνή της αμερικάνικης και εν γένει της αγγλοσαξονικής παράδοσης. Δεν χρειάζεται να γράψουμε ότι οι μεταφράσεις της είναι εξαιρετικές κάτι που φανερώνουν τα δάνεια στοιχεία και του δικού της ποιητικού λόγου. Οι συμβολισμοί, οι εσωτερικές ψυχολογικές καταστάσεις, η αγνότητα του λόγου της Ντίκινσον, οι μαγευτικές εικόνες της, η αγνότητα και ο λυρισμός της φωνής της μας δίνεται με ικανότητα με τις μεταφράσεις αυτές. Διατηρείται ο καθαρός αέρας και η λαμπράδα των εικόνων του φυσικού χώρου στις εποχικές του μεταβολές. Σε αυτού του είδους και την κατηγορία της ποίησης που ανήκει η ποίηση της Ντίκινσον όχι μόνο η ανθρώπινη επιθυμία αλλά και ο αγώνας για επιβίωση συνεχίζεται μέσα στα στοιχεία της φύσης. Η ρομαντική φαντασία του δημιουργού γίνεται ηθικό πρόταγμα κανόνων ζωής. Όπως το φυσικό περιβάλλον με τα βουνά, τα ποτάμια, τις λίμνες, τα δέντρα, τα λουλούδια, τα ζώα έχουν την δική τους συνείδηση το ίδιο και ο άνθρωπος ολοκληρώνει την ύπαρξή του συνομιλώντας πρόσωπο προς πρόσωπο με την Φύση. Την Φύση που είναι ταυτόχρονα πηγή Ζωής και Σήμα για Όλα και Όλους μας. Είναι το θαύμα της θνήσκουσας αναδημιουργίας. Ή όπως θα μας έλεγε ο «σκοτεινός» φιλόσοφος-ποιητής Ηράκλειτος «Οδός άνω κάτω μία και ωυτή.».

         Για την μετάφραση της Έμιλυ Ντίκινσον γράφτηκαν

Οι εκδόσεις «Ερμείας» παρουσίασαν το βιβλίο στην Ελληνοαμερικανική Ένωση. Την παρουσίαση έκανε η ποιήτρια και μεταφράστρια Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, προλόγισε ο ποιητής και κριτικός Θεόφιλος Δ. Φραγκόπουλος και η ηθοποιός Ελένη Δεμερτζή διάβασε μεταφρασμένα ποιήματα της αμερικανίδας ποιήτριας από την Αγγελική Σιδηρά.

Α., Δημήτρης Ρηγόπουλος, περ. ΟΖΟΝ, σ.52

Β., Η.Μ. περ. Διαβάζω τχ. 372/3, 1997, σ.84 Βιβ/κη «Ποίηση εσωτερικών εντάσεων».

Γ., Ε.Π. εφ. Το Βήμα Σάββατο 26/2/2000, σ. Δ2. Βιβ/κη «Μια «μέλισσα» από τη Μασαχουσέτη».

Δ., Φώτης Τερζάκης, περ. Πλανόδιον τχ. 1995, σ.149-152. Βιβ/κη

Ε., Κατερίνα Αγγελάκη- Ρουκ, περ. Μετάφραση 1997, σ. 187-189. Βιβ/κη «Υπηρετώντας την ΕΜΙΛΥ ΝΤΙΚΙΝΣΟΝ.  

Σχετικές Πληροφορίες

1., Ορέστης Αλεξάκης, περ. Ευθύνη τχ. 334/10, 1999. «Ο Ορέστης Αλεξάκης τον μήνα αυτόν διάβασε», σελ. 475-476. «Ο πιο μικρός περίπατος»

2., Δημοσθένης Ζαδές, περ. Περίπλους τχ.28-29/ 1-6-1991. Βιβ/κη «Η όγδοη νότα», σ.82-83

3., Νατάσα Κεσμέτη, περ. Ποίηση τχ. 14/ Φθινόπωρο- Χειμώνας 1999. «Η Ανασύνθεση των Μνημών και η Παλινδρομική Κίνηση των Πραγμάτων στον πιο μικρό περίπατο της Αγγελικής Σιδηρά» Βιβ/κη «Ο πιό μικρός περίπατος», σ. 261-264

4., Ζέτα Κουντούρη, περ. Περίπλους τχ. 40/   «Στον εσωτερικό μας φλοιό», σ.99- 100. Βιβ/κη «Απόπειρα τοπίου»,

5., Παντελής Μπουκάλας, εφ. Η Καθημερινή 8/12/1998. «Το κενό και τα τεχνάσματα». Οι συλλογές «Ποιητική τεχνολογία» της Τ. Καραγεωργίου και «Ο πιο μικρός περίπατος της Α. Σιδηρά. Βιβ/κη «Ο πιό μικρός περίπατος» εκδ. «Πλανόδιον», Αθήνα 1988, σ.62

6., Παυλίνα Παμπούδη, περ. Περίτεχνο τχ. 3/ σ. 128. «Ο πιο μικρός περίπατος». [ παρουσιάζονται μεταξύ άλλων τα βιβλία των Σταύρου Μίχα, Χάρη Βλαβιανού, Γιώργου Φιλιππίδη, Κυριάκου Χαραλαμπίδη, Λέλη Μπέη, Δημήτρη Γαβαλά και άλλων.]

7., Δήμητρα Παυλάκου, εφ. Η Αυγή 9/5/1993, «Περί του τραγικού» Βιβ/κη «Η όγδοη νότα» Πιτσιλός

8., Δήμητρα Παυλάκου, εφ. Η Αυγή 19/2/1995, «Το αδιαίρετο γράμμα». Βιβ/κη «Απόπειρα τοπίου» Ερμείας 1994.

9., Δήμητρα Παυλάκου, εφ. Η Αυγή 21/3/1999, «Κλεφτές ματιές στον ήλιο» Βιβ/κη «Ο πιο μικρός περίπατος» Πλανόδιον, 1998

10., περ. Μανδραγόρας τχ/ «Το άχρονο βλέμμα της Μοναξιάς»., σ.77. Βιβ/κη «Απόπειρα τοπίου».

11., περ. Μανδραγόρας τχ./ «Το άχρονο βλέμμα της Μοναξιάς-ΙΙ», Βιβ/κη «Η Όγδοη νότα».

12., εφ. Η Βραδυνή 30/1/1998. «Νέες Εκδόσεις». Βιβ/κη «Αλφαβητικό πείραμα». [παρουσιάζονται μαζί και τα βιβλία των Ιωάννα Τσάτσου, Χρήστου Σαμουηλίδη, Μαργαρίτα Καραπάνου, Ζαφείρη Στάλιου και άλλων].

Βλέπε και:

-περ. Αντί τχ. 451/16-11-1990. «Η όγδοη νότα».

-εφημ. Ο Ριζοσπάστης 23/5/1991. «Η όγδοη νότα».

-περ. Η Λέξη τχ. 132/ 3,4,1996, σ.214 «Εξ όνυχος» το ποίημα «Αυτόματος τηλεφωνητής» από την συλλογή «Η όγδοη νότα».

Επίσης: Στην ηλεκτρονική ιστοσελίδα του εκδοτικού οίκου «Κέδρος» μπορεί ο όποιος ή όποια ενδιαφερόμενος/ ενδιαφερόμενη αναγνώστης της ποιητικής συλλογής «Οίμοι, λέγουσα» Κέδρος 2020 της ποιήτριας Αγγελικής Σιδηρά να διαβάσει ενδεικτικά κριτικά αποσπάσματα για την σπαρακτικής έκφρασης συλλογή της. Βλέπε:

Διαβάζοντας την περιεκτική και ουσιαστική ποίηση της Αγγελικής Σιδηρά νιώθεις την φιλάνθρωπη διάσταση και οικουμενικότητα μιας ποίησης ελληνοκεντρικής αλλά και παγκόσμιας να αναβλύζει μέσα από το υπο-κείμενο όλων των στίχων ανεξαιρέτως, αλλά ειδικά εκείνων που κραυγάζουν μέσα από τις λελογισμένες σιωπές και τις παύσεις τους για μια άλλη ελευθερία, του νου, του σώματος και της ψυχής ολιστικώς.

Κων/νος Μπούρας, poetix 24, ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ - ΧΕΙΜΩΝΑΣ 2020

Εικοσιπέντε στάσιμα, καθαρώς προσωπικά, αυτοβιογραφικά γεμάτα πόνο. Είναι μια ανάσα πνοής από το βαθύ της [=ποιήτριας] τραύμα. Πηγή ο μέσα πλούτος, που άνοιξε μια θάλασσα πένθους ανεξάντλητου.

Γιάννης Παπακώστας, Η κρήνη της οδύνης. ΤΟ ΠΕΝΘΟΣ, Ο ΠΟΝΟΣ, Η ΘΛΙΨΗ ΩΣ ΠΗΓΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ (ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΡΟΣ ΔΙΑΔΟΣΙΝ ΩΦΕΛΙΜΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ, Αθήνα 2020), σ. 99-105.

Ειλικρινά, αυτό το βιβλίο ανήκει πλέον στα αγαπημένα μου. Κι αυτό γιατί λίγα είναι τα έργα που διάβασα ή είδα ή άκουσα μέχρι στιγμής στη ζωή μου που πραγματικά με άγγιξαν. Μπορεί να μου άρεσαν πολλά, να υπήρξαν κάμποσα που τα πέρασα και δεύτερη φορά και τρίτη και αρκετές ακόμα, αλλά πιστεύω ότι όταν ένα έργο σε κάνει και δακρύζεις τότε ναι, σε έχει αγγίξει. Ακόμα κι απ’ το εξώφυλλο, που αν διαβάσεις λίγο θα το καταλάβεις, που στην αρχή το έβλεπα ως ένα αδιάφορο σχέδιο ενός ανθρώπου που παίζει κιθάρα, όλα έχουν το νόημά τους, όλα μεταξύ τους σχετίζονται.

Δημήτρης Μπονόβας, thematofylakes

Έμφαση στην αδιασάλευτη σχέση ζώντων και απελθόντων, υλικά κατάλοιπα ως δηλωτικά παρουσίας μέσα σε τοπία απουσίας, χρονικό σήμα ως δίαυλος επικοινωνίας ανάμεσα στην παρουσία και στην απουσία.

Άλκηστις Σουλογιάννη, Τα Ποιητικά, τχ. 38, σ. 10-11

Η πρόσφατη ποιητική συλλογή της Αγγελικής Σιδηρά, με τον τίτλο Οίμοι, λέγουσα, εύκολα θα μπορούσε να θεωρηθεί παραλογή, ένα ιδιαίτερο είδος δημοτικού τραγουδιού, με δικά του χαρακτηριστικά, πολύστιχο, αφηγηματικό με ολοκληρωμένο μύθο και έντονο δραματικό χαρακτήρα, με αρχαία την καταγωγή. (...) Και φτάνουμε στην νεότερη στη σειρά ποιήτρια, την Αγγελική Σιδηρά, της οποίας η συλλογή Οίμοι, λέγουσα υπήρξε και το έναυσμα γι’ αυτό το κείμενο, όπου αναγνωρίζουμε όλα τα χαρακτηριστικά της παραλογής: η πολύστιχη, σε είκοσι πέντε ποιήματα, αφηγημένη ιστορία ενός γιου, με ολοκληρωμένο τον μύθο, διεκτραγωδημένο από τη μητέρα του, με έντονη δραματικότητα και μεγάλο ψυχικό πάθος.

Ανθούλα Δανιήλ, φρέαρ, 29/09/2020

Η ποιήτρια μέσω των ποιημάτων της καταπιάνεται με ένα επώδυνο και δύσκολο ζήτημα, που δεν είναι άλλο από την απώλεια ενός αγαπημένου ανθρώπου. Δεν μπορώ να διανοηθώ τον πόνο ενός γονιού να χάνει το παιδί του... Ακόμη και η τόσο πλούσια από λέξεις ελληνική γλώσσα δεν δύναται να δώσει έναν ''ορισμό'' που να περιγράφει όλο αυτό. Είναι κάτι που δεν μπορεί να το συλλάβει ο νους μου και να το εκφράσει με λέξεις. Η επιλογή της πρωτοπρόσωπης αφήγησης των ποιημάτων βοηθά εμάς τους αναγνώστες να γίνουμε έστω και για λίγο οι ίδιοι/ες το πρόσωπο που μιλάει. Να βιώσουμε τα ίδια συναισθήματα και να ''πιούμε'' από τον ίδιο αβάσταχτο πόνο. Η ένταση κλιμακώνεται ποίημα με το ποίημα και οι ανάσες λιγοστεύουν... Εν ολίγοις, έχουμε στα χέρια μας ένα σπαρακτικό μονόλογο που θα μας κλονίσει συθέμελα... Η ποιήτρια και όλοι/ες εμείς μαζί θα γίνουμε κοινωνοί αυτού του ανείπωτου δράματος. (...)  Υποκλίνομαι μπροστά στην ποιήτρια και στην μαγευτική γραφή της. Μπροστά στο θάρρος και την αξιοπρέπεια της ψυχής της. Μπροστά στο τολμηρό εγχείρημά της να ατενίσει, εντέλει ,την ζωή με ελπίδα.

Κυριακή Γανίτη, Dominica, 08/09/2020

Η καλή ποίηση μπορεί να κάνει τον αναγνώστη της να ταυτιστεί με το αδιανόητο, να αισθανθεί το απίθανο, να μετέχει στο παράδοξο ή το άγνωστο, ακόμη και να μοιραστεί το απευκταίο. Αυτό ακριβώς συμβαίνει με την ανάγνωση της πρόσφατης συλλογής της Αγγελικής Σιδηρά, Οίμοι, λέγουσα. Δεν γίνεται να μην ραγίσει κανείς διαβάζοντας τα είκοσι πέντε ποιήματά της. Σχεδόν δεν ανασαίνει ο αναγνώστης μπροστά στον πόνο που αναδύεται από τους στίχους και παραμένει απαρηγόρητος.

Ελένη Λιντζαροπούλου, diastixo, 21/07/2020

Εδώ δεν πρόκειται απλώς για τις καβαφικές «δοκιμές νάρκης του άλγους», αλλά κυριολεκτικά για δοκιμασίες μέσα από τις οποίες νικήτρια βγαίνει η Ποίηση συμπαρασύροντας σε ένα πολύ μικρό έστω βαθμό, όσο το ποίημα διαρκεί, και την ίδια τη δημιουργό. Η ίδια άλλωστε δεν εγκαταλείπει τον αναγνώστη της ούτε εγκαταλείπεται στο πένθος. Μ’ ένα έξοχο στην ποιητικότητα και τη συγκινησιακή του διάσταση «γύρισμα» που πραγματοποιεί στο τέλος της συλλογής φωτίζει την ελπίδα και αντλεί δύναμη από την αληθέστερη και γνησιότερη μορφή ποίησης που δεν είναι άλλη από τα λόγια ενός μικρού παιδιού.

Ευσταθία Δήμου, literature.gr, 14/06/2020

Εδώ, λοιπόν, αποκρούεται ο συναισθηματολόγος μανιερισμός και, συνακόλουθα, απορρίπτεται το κλειστό ποίημα το οποίο συγκροτείται ως ψευδοσύστημα γύρω από ένα ναρκισσευόμενο κέντρο. Συνεπώς, η πρώτη εντύπωση την οποία αφήνει η συγκεκριμένη συλλογή, πως δεν ανταποκρίνεται στις σύγχρονες συλλογικές ανάγκες, δεν ισχύει σε κανένα βαθμό. Αντίθετα, εντοπίζονται σε αυτή στοιχεία τα οποία χρειάζεται η ποίηση, εφόσον προτίθεται να παρεμβαίνει στην εκάστοτε συγκυρία, να παίρνει θέση ακόμη και απέναντι στην επικαιρότητα και να επηρεάζει τις ζωές των ανθρώπων.

Παναγιώτης Βούζης, Περιοδικό Χάρτης, τχ. 18, Ιούνιος 2020

Στοχασμοί πένθιμοι εκφρασμένοι με στάση αξιοπρέπειας στην υπαρξιακή αγωνία της απέναντι στις πικρές αλήθειες που διευθύνουν τις αντοχές της.

Δημήτρης Βαρβαρήγος, fractal, 20/05/2020

Ο θρήνος της ποιήτριας Αγγελικής Σιδηρά στην προκειμένη περίπτωση, για τον Αλέξη της. Μέχρι δακρύων η συγκίνησή μου, ενώ διαβάζω τα ποιήματά της με το μολυβάκι, όπως πάντα στο χέρι. “Τρίγωνο ορθογώνιο η ζωή μου”, δηλώνει σ’ ένα απ’ αυτά, στο “Τρίγωνα κάλαντα”, η ποιήτρια, για να συμπληρώσει: “Η μια πλευρά της το μετά/ η άλλη το πριν/ και υποτείνουσα η άθλια στιγμή”. Ποίηση είναι η συγκινησιακή χρήση της γλώσσας σε βαθμό υπέρτατο.

Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης, Χανιώτικα Νέα, 17/04/2020

Τα ποιήματα της Σιδηρά μοιάζουν με χοές μιας ποιητικής τελετής αφήνοντας μια αντιλυρική συλλογή που διακρίνεται από τον βαθύ πόνο της χαμού και της μοναξιάς

Δήμος Χλωπτσιούδης, culturebook, 11/04/2020

Δεν βρίσκω λόγια, περιττά τα σχόλια, ατελέσφορη η έκφραση όποιας λύπης μπρος στο αναπότρεπτο. Ιερό το περιεχόμενο της ποίησης της Αγγελικής Σιδηρά εκπέμπει το απόλυτο της ιερότητας στη μορφή του έργου της. Αρκεί λοιπόν η ανάγνωσή του με κατάνυξη.

Κ. Κρεμμυδας, Περιοδικό Μανδραγόρας, τχ. 62, Άνοιξη - Καλοκαίρι 2020

Ο τίτλος προέρχεται από αρχαία τραγωδία. θα το έλεγε κανείς το μοιρολόι μιας μάνας για τον γιο της. 34 τίτλοι ποιητικών δοκιμασιών. γιατί δοκιμασιών; γιατί η ποίηση δεν ενδιαφέρεται για τον πόνο σου. εύκολα ξεγελιέται κανείς, πολλοί την πάθαν. τους αναγνώστες εύκολα τους ξεγελάς, την ποίηση ποτέ. Στη συγκεκριμένη περίπτωση έχουμε μια υποψιασμένη ποιήτρια. (...) Η ποιήτρια ανιχνεύει τις στιγμές εκείνες όπου η εμπειρία αγγίζει το ζωτικό βίωμα. γι' αυτό κι εμείς οι αναγνώστες ζούμε τις στιγμές αυτές ως στιγμές αυθεντικές.

Γιώργος Αράγης, 18/03/2020

Συμμετοχή σε συλλογικά έργα

(1989) Τετραφωνία, Συλλογική Έκδοση, Εκδόσεις Πιτσιλός

(2000) Αίσθηση Γυναίκας, Μαρτυρίες, Εκδόσεις Καστανιώτης.

(2004) Να Μαθαίνω Γράμματα, Συλλογική Έκδοση, Εκδόσεις Μεταίχμιο.

(2007) Τα ωραιότερα ποιήματα για τη Μάνα, Συλλογική Έκδοση, Εκδόσεις Καστανιώτη.

(2011) Ο Παπαδιαμάντης με τα μάτια νεότερων λογοτεχνών, Συλλογική Έκδοση, Έκδοση Μορφωτικού Ιδρύματος της ΕΣΗΕΑ.

(2015) Τόποι της Λογοτεχνίας, Συλλογική Έκδοση, Εκδόσεις Καστανιώτη.

(2015) Greek Writers Today, Συλλογική Έκδοση Εταιρείας Συγγραφέων, Εκδόσεις Πατάκη.

(2016) Τα Πάθη στη Λογοτεχνία, Συλλογική Έκδοση, Εκδόσεις Καστανιώτη.

(2017) Η Ελλάδα ταξιδεύει, ολοένα ταξιδεύει, Εκδόσεις Ιωλκός.

(2018) Ο ποιητής Ορέστης Αλεξάκης, Εκδόσεις Κουκκίδα.

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ 1916, 1917,1918, 1919,1920, Εκδόσεις Πατάκη.

(από το διαδίκτυο).

        Στην σύνθεση αυτού του σημειώματος στην Μνήμη της ποιήτριας και μεταφράστριας Αγγελικής Σιδηρά, στηρίχτηκα κυρίως στις πρώτες ποιητικές της συλλογές που είχα βρει εδώ και χρόνια στο εμπόριο ή μου είχε χαρίσει με αφιέρωση η ποιήτρια.

Τέλος.

Να αναφέρουμε ακόμα, ότι αυτό το διάστημα έφυγαν από κοντά μας δύο άνθρωποι λόγιοι σοβαρά άτομα του χώρου του Βιβλίου. Ο εκδότης του Βιβλιοπωλείου του «Ελεύθερου Τύπου» Γιώργος Γαρμπής που κυκλοφόρησε δεκάδες τίτλους βιβλίων αναρχικών μαρξιστών συγγραφέων και όχι μόνο, βλέπε το δίτομο δοκιμιακό και αρθρογραφικό έργο του Τάκη Δημόπουλου για τον ποιητή Άγγελο Σικελιανό, και ένας καλοκάγαθος βιβλιοπώλης-πωλητής ο Γιώργος Τσάκαλος του βιβλιοπωλείου «Ναυτίλος». Ένας πραγματικά ανεξίκακος κάπως σιωπηλός άνθρωπος που τον είχαμε γνωρίσει από το Βιβλιοπωλείο «Παρουσία» επί της Σόλωνος προς τα τέλη της δεκαετίας του 1980. Ο Γιώργος Τσάκαλος ήταν πάντα πρόθυμος και ακούραστος να σε βοηθήσει να βρεις το βιβλίο ή το περιοδικό που αναζητούσες. Άνοιγε συζήτηση μαζί σου και σε «καθοδηγούσε» φιλικά στις αναγνωστικές σου αναζητήσεις, ακέραιος σαν άτομο και ανοιχτό μυαλό και καρδιά κάτι που τον έκανε να ξεχωρίζει ας μου επιτραπεί από άλλα άτομα του θρησκευτικού και εκκλησιαστικού χώρου στους χώρους του εμπορίου της βιβλιοαγοράς. Ωραίοι χαρακτήρες λάτρεις της γνώσης και του βιβλίου όχι ως εμπόρευμα μόνο αλλά ως πνευματική τροφή.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς

Σάββατο 5 Ιουλίου 2025.  

--