Κυριακή 22 Οκτωβρίου 2017

Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΚΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΑΛΑΣΣΑ ΚΑΙ Η ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΧΑΡΑ ΤΗΣ

Μίσεψε κι άμε γύρισε σ’ Ανατολή και Δύση
τόπους να δείς πολλά όμορφους, πού δά δεν τσί    κατέχεις,
επά’ ‘σαι μ’ ένα λογισμό, πάντα μιάν έγνοιαν        έχεις,
να δείς στα ξένα στα μακρά πών κάνου, πώς        περνούσι,
κι ίντα λογής πορεύγουνται, κι ίντα λογής              μιλούσι
και πώς αλλάσ’ η φορεσά, και πώς αλλάσ’ η        γνώμη,
να δείς ό,τι δεν ήπραξες, ουδ’ ήκουσες ακόμη,
να δείς τα ήθη των πολλώ, ίντα λογής αλλάσσου,
πώς ζούσιν είς τά νιότα ντως, πώς κάνου σά          γεράσου’
βρύσες να δείς και ποταμούς, χώρες χωριά και      δάση,
να σού φανεί παράξενο, ο κόσμος πώς                  αλλάσσει.
                Ερωτόκριτος Α 1274-1284
     Διαβάζω σταθερά και εξακολουθητικά κείμενα και βιβλία, άρθρα και μελετήματα, σχόλια για την ελληνική παράδοση, έτσι όπως μας τα έχουν διασώσει οι προκάτοχοί μας δάσκαλοι της ελληνικής γραμματείας του Έθνους των Ελλήνων. Φιλόλογοι και Λαογράφοι, Ιστορικοί και Ποιητές, συγγραφείς και Διανοούμενοι, Ερευνητές και Επιστήμονες που ασχολήθηκαν συστηματικότερα και περισσότερο εμπεριστατωμένα από τις παρούσες ελληνικές γενιές, με το θέμα της συνέχειας της ελληνικής ιστορικής μας αυτοσυνειδησίας και ταυτότητας. Αν δεχτούμε φυσικά, σαν υπόθεση εργασίας, ότι υπάρχουν ακόμα και στις μέρες μας,-σε εποχές που ο κόσμος γύρω μας με γοργούς ρυθμούς αλλάζει παντοιοτρόπως και παγκοσμιοποιείται, όπως και η χώρα μας,-πώς υπάρχουν άτομα-συγγραφείς και ερευνητές, που είτε από επαγγελματικό επιστημονικό καθήκον είτε από ερασιτεχνικό μεράκι, διακονούν το ανοιχτό ακόμα μάλλον, ερευνητικό πεδίο. Άλλοτε συμπληρώνοντας απόψεις και θέσεις παλαιότερων ειδικών, και άλλοτε ερευνώντας σε μεγαλύτερο βάθος το διαχρονικό μας αυτό πρόβλημα,-από την εποχή του ελληνικού διαφωτισμού και του Αδαμάντιου Κοραή μέχρι των ημερών της γενιάς του 1930, του Κωνσταντίνου Σοκόλη και του π. Ιωάννη Ρωμανίδη, φέρνοντας στην ιστορική επιφάνεια νέα στοιχεία της παράδοσης που τεκμηριώνουν παλαιότερες απόψεις ή ανατρέποντας παλαιούς ερμηνευτικούς μύθους και δοξασίες ελλήνων δημιουργών των προηγούμενων αιώνων. Μύθους της ιστορίας και του ελληνικού πολιτισμού που διατήρησαν σε εγρήγορση τις συνειδήσεις των ελλήνων-αστών και λαϊκών, επώνυμων και ανώνυμων, κατοίκων τη χώρας μας και σταθεροποίησαν τις πεποιθήσεις τους για πολλές γενιές. Ακράδαντα πιστεύω των ελλήνων για την συνέχεια της ελληνικής φυλής και το αυτόχθονό της. Έτσι όπως ο επίσημος του κράτους και του έθνους μας ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος το πρέσβευε και το θέσπισε μέσα στο πολύτομο ιστορικό του έργο. Το πρόβλημα της ελληνικής ταυτότητας και αυτοσυνειδησίας, ιδιαιτερότητας της ελληνικής φυλής ανάμεσα στα άλλα αλλόφυλα, αλλόδοξα και αλλόθρησκα έθνη της μεσογειακής λεκάνης και των Βαλκανίων, παραμένει ακόμα και σήμερα ανοιχτό, και απασχόλησε και εξακολουθεί να απασχολεί όσους αναζητούν άλλες λύσεις πέρα από την εθνική παραδοσιακή μας ομφαλοσκόπηση. Οι νεαρότερες γενιές των ελλήνων, αυτές που η προσωπική τους μνήμη μόλις που υπερβαίνει τα κράσπεδα του τέλους της προηγούμενης εκατονταετίας, δεν έχουν δεσμούς με τέτοιου είδους ερωτήματα και προβληματισμούς. Η ζωή ξεκινά από την ημέρα που αρχίζουν να συνειδητοποιούν τον κόσμο γύρω τους. Όπως γίνεται συνήθως σε κάθε γενιά, πάνω κάτω. Είναι δύσκολο να κατανοήσουν παραδείγματος χάρη οι σημερινοί 18άρηδες ή 25άρηδες, το τι απασχολούσε συνειδησιακά τους προπάτορες και τους γεννήτορές τους, μια και δεν έχουν ούτε ιστορικές μνήμες ούτε κοινωνικές παραστάσεις ούτε και συμβάντα ή αναφορές που εμπλέκονται με την ατομική της πορεία και μελλοντική εξέλιξη. Μόνον ο τομέας της οικονομίας τους αγγίζει καθώς τους αφορά άμεσα και δραστικά, στην παρούσα και σίγουρα μελλοντική ζωή τους. Αυτό σημαίνει ιστορικά, με δεδομένα του παρόντος χρόνου, ότι η ενασχόληση με θέματα της ελληνικής παράδοσης και ιδιοπροσωπείας του ελληνισμού, μέσα στις μοντέρνες κοινωνίες και οικονομίες ανοιχτών συνόρων, αμφίβολων εθνικών και γεωγραφικών νέων επαναπροσδιορισμών και συνοριακών ανακατατάξεων που διανύουμε, παρόμοια θέματα και ερωτήματα ελλήνων στοχαστών των περασμένων εκατονταετιών, πχ. από τον Ίωνα Δραγούμη έως τον Ζήσιμο Λορεντζάτο και από τον Ιάκωβο Πολυλά έως τον Γιώργο Σεφέρη, τον Περικλή Γιαννόπουλο ως τον ιστορικό π. Γεώργιο Μεταλληνό, τον φιλόσοφο Στέλιο Ράμφο και τον Χρήστο Γιανναρά, είναι δύσκολο αν όχι άκαιρο πλέον ιστορικά να τίθενται ή επανατεθούν. Ο ιστορικός πλέον πνευματικός και ιδεολογικός προσανατολισμός μας σαν Ελληνικό Έθνος έχει κλείσει, γνωρίζουμε που ανήκουμε και τι πολιτικές συμμαχίες και κοινωνικούς στόχους επιδιώκουμε. Σίγουρα υπάρχουν μεγάλες εστίες αντίστασης που αντιστέκονται στον «βίαιο» κατά κάποιον τρόπο εκσυγχρονισμό της χώρας με όποιο τίμημα. Αν ιστορικά σαν Ελληνικό Έθνος κατορθώσουμε να διατηρήσουμε τα ειδοποιά εκείνα ιστορικά στοιχεία της ελληνικής παράδοσης και τα συνενώσουμε αρμονικά με αυτά των σύγχρονων Ευρωπαϊκών οικογενειών κατορθώνοντας να εκσυγχρονιστούμε σαν κράτος και βαδίσουμε ανυπεράσπιστοι και όχι κολοβοί την Τρίτη χιλιετία θα έχουμε κερδίσει το στοίχημα με την Ιστορία, αν όχι, θα διατηρούμε ανοιχτά τα ερωτήματα-πληγές και θα ανακυκλώνουμε προβληματισμούς άλλων ελληνικών εποχών και άλλων ελλήνων. Το ερώτημα μένει ανοιχτό και προκλητικό.
     Τους πρώτους χρόνους μετά την τελευταία στρατιωτική δικτατορία στην Ελλάδα, δηλαδή τους χρόνους της μεταπολίτευσης, κυκλοφορούσαν γύρω μας τόσοι νέοι Ποιητές όσοι σχεδόν και οι έλληνες και οι ελληνίδες. Το ίδιο κατά κάποιον τρόπο μπορούμε να ισχυριστούμε και για την ευγενή πολυπληθή ομάδα των Λαογράφων. Και οι δύο αυτές μεγάλες συγγραφικές ομάδες, συναγωνίζονταν θα λέγαμε χαριτολογώντας, τους αντιστασιακούς που αντιστάθηκαν στην δικτατορία. Τα πέτα των Ελλήνων ήταν γεμάτα αντιστασιακές, ποιητικές και λαογραφικές περγαμηνές, παράλληλα με την σφραγίδα του προέδρου σωματείων. Γνωρίζω πάνω από 600 τίτλους λαογραφικών βιβλίων που εκδόθηκαν ή κυκλοφόρησαν τα τελευταία πενήντα περίπου χρόνια. Μεγάλο το εύρος της ελληνικής παράδοσης και πολλοί οι εκλεκτοί, αλλά ακόμα μεγαλύτερη η συγγραφική επιθυμία των ελλήνων να αποτυπώσουν με όποιον τρόπο μπορούν τις αναμνήσεις και τις ατομικές ζωές των χωριών και της επαρχίας από όπου προέρχονταν. Αγροτικός λαός ο ελληνικός, αστικοποιήθηκε χωρίς την θέλησή του και παρά ίσως των προσωπικών του οραμάτων. Η ατομική και οικογενειακή φτώχεια, οι σκληρές κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, η έλλειψη κρατικής μέριμνας του κέντρου προς την περιφέρεια, το άγονο πολλών ελληνικών επαρχιών, οι αντίξοες πολιτικές συνθήκες, η παρατεταμένη διάρκεια του εμφύλιου σπαραγμού και μετά το στρατιωτικό και πολιτικό τέλος του, οι φυλακίσεις, οι εξορίες των αγωνιστών της αντίστασης, τα πολλαπλά οικονομικά και τοπικά μεγαλοσυμφέροντα, οι τοπικισμοί και οι διχόνοιες, και η πανάρχαια τάση του Έλληνα να ταξιδέψει και να γνωρίσει νέους κόσμους, ήθη και έθιμα, συνήθειες και ιστορίες άλλων λαών, ο διαχρονικός έλληνας Οδυσσέας ο εξερευνητής και ταξιδευτής, όλες αυτές οι πολύτιμες εμπειρίες σοφίας ζωής θέλει διακαώς, είτε να τις αφηγηθεί, είτε να τις αποτυπώσει σε ημερολόγια, να τις εκδώσει σε βιβλία για να τις γνωρίσουν οι μεταγενέστεροι. Η εύλογη αυτή «φιλοδοξία» των ανθρώπων είναι που γέμισε θα μπορούσαμε να γράφαμε ο ελληνικός χώρος με λαογράφους, επώνυμους και ανώνυμους. Ή άτομα που οικειοποιήθηκαν τον «τίτλο» αυτόν, επειδή έγραψαν ένα βιβλίο που αναφέρονταν στην ιδιαίτερη πατρίδα τους, το χωριό τους, την πόλη τους. Σίγουρα έγινε κατάχρηση αυτού του όρου τις τελευταίες δεκαετίες στην χώρα μας, όπως άλλοι αρμοδιότεροι εμού έμπειροι επιστήμονες λαογράφοι και επιστήμονες έχουν αποφανθεί και δημοσιεύσει. Την γενιά μου-γενιά του 1980-την έμαθε να διαβάζει λαογραφικά βιβλία ο εκδοτικός οίκος του Στρατή Φιλιππότη στην οδό Σόλωνος στην Αθήνα. Ένας εκδοτικός οίκος που είχε ειδικευτεί κατά κάποιον τρόπο στην έκδοση λαογραφικών μελετών. Εκείνη πάνω κάτω την περίοδο γνωρίσαμε το έργο του Δημήτρη Σ. Λουκάτου, του Κώστα Ρωμαίου, του Νίκου Γ. Πολίτη, του Γεωργίου Μέγα, του Νέστορα Μάτσα, του Στίλπονα Κυριακίδη, της Κυριακίδου Νέστορος και αρκετών άλλων λαογράφων, που με την επιστημονική τους κατάρτιση αλλά πάνω από όλα, τον απλό και καθημερινό τους λόγο, την ευαισθησία και την ειδίκευσή τους, και το αυθεντικό ενδιαφέρον τους ειλικρινή τους αγάπη για την ελληνική παράδοση, μας έμαθαν πράγματα που εμείς οι τότε νέοι της εποχής δεν είχαμε φανταστεί. Οφείλουμε να μνημονεύσουμε και δύο ακόμα επιστήμονες που με το έργο τους, μας βοήθησαν να κατανοήσουμε το λαογραφικό πεδίο έργων της αρχαίας ελλάδας και κοινωνίας, τον κλασικό φιλόλογο Ιωάννη Κακριδή, παράλληλα με τις εργασίες του εθνογράφου Παναγή Λεκατσά, και τον Φαίδωνα Κουκουλέ που μας γνώρισε τον βυζαντινό κόσμο, τις συνήθειές του, τα πιστεύω και τις δοξασίες του. Τα εκκλησιαστικά συναξάρια μας δίνουν επίσης ένα πανόραμα λαογραφικών πληροφοριών της εποχής τους.
Στο πεζογραφικό και ποιητικό έργο εκατοντάδων ελλήνων δημιουργών των προηγούμενων αιώνων βρίσκουμε λαογραφικά στοιχεία αυτούσια, ή περιγραφές ατομικών καταστάσεων ή κοινωνικών γεγονότων που ανάγονται στον χώρο της Λαογραφίας. Όπως παραδείγματος χάρη στους πεζογράφους Αλέξανδρο Καρκαβίτσα, Γιάννη Βλαχογιάννη, Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, Φώτη Κόντογλου, Εμμανουήλ Ροϊδη και σε εκατοντάδες άλλους, και αντίστοιχα στο ποιητικό έργο του Διονυσίου Σολωμού, του Κωστή Παλαμά, του Άγγελου Σικελιανού, του Γιάννη Ρίτσου, του Οδυσσέα Ελύτη και άλλων. Λαογραφικά στοιχεία, άλλης τάξεως, έχουμε και στις συλλογές των Ρεμπέτικων Τραγουδιών. Δεν αναφέρομαι στην Δημοτική μας Ποίηση και στα Ελληνικά Παραμύθια γιατί το θεωρώ αυτονόητο. Παρενθετικά να αναφέρουμε τις εργασίες του άγγλου ποιητή Ουίλλιαμ Μπάτλερ Γέητς για παραδόσεις της χώρας του, τα εμβόλιμα λαϊκά τραγούδια που συναντάμε μέσα στο ογκώδες μυθιστόρημα του Τζέημς Τζόϋς,  των νοτιοαμερικανών πεζογράφων, δες Κάρλος Καστανιέτα, και πολλών άλλων.      
     Ευτύχησα να γνωρίσω από νωρίς έναν δάσκαλο της λαογραφικής τέχνης, τον ιστορικό της ελληνικής λογοτεχνίας και συγγραφέα, ομότιμο καθηγητή πανεπιστημίου Μιχάλη Γ. Μερακλή, που χαρίζοντάς μου ορισμένα λαογραφικά βιβλία του, μου άνοιξε νέους ορίζοντες στον τομέα αυτόν,που συνέτεινε με τις αναγνώσεις των θεωρητικών του λαογραφικών μελετημάτων στην σταθερή μου αγάπη για την λαογραφία και σε θέματα του ελληνικού πολιτισμού.
Διαβάζω με προσοχή και θαυμασμό το νέο του μελέτημα-που πριν λίγες μέρες κυκλοφόρησε από τον εκδοτικό οίκο Κ & Μ. Αντ. Σταμούλη-Θεσσαλονίκη 2017, «ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΚΑΙ ΛΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΘΗΝΑ», ένα πολύτιμο και πρωτότυπο μελέτημα πάνω στο δραματικό έργο των τριών μας τραγικών. Μια μελέτη που ανοίγει νέους ορίζοντες στους μελετητές και ερευνητές και ασχολούμενους με την αρχαία τραγωδία τον κόσμο και το περιβάλλον της, καθώς και τον κόσμο και τον λαϊκό πολιτισμό των Αθηναίων που εξέφραζε.
     Ανάμεσα στις μελέτες που διαβάζω ή ξαναδιαβάζω το τελευταίο διάστημα για την Ελληνική Παράδοση, είναι και ένα μικρό βιβλιαράκι που εκδόθηκε το 1979 από τον ΟΡΓΑΝΙΣΜΌ ΕΚΔΟΣΕΩΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ, Αθήνα 1979, με τίτλο ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ-ΑΝΘΟΛΟΓΗΜΑ.
Είναι ένα μικρού μεγέθους βιλιαράκι διαστάσεων 10Χ16,5cm,-ανθολόγημα κειμένων επιφανών και σημαντικών στοχαστών, επιστημόνων και διανοητών 128 σελίδων, που προφανώς προορίζονταν για τα δημόσια ελληνικά σχολεία και τους έλληνες μαθητές. Τα κείμενα είναι εξαιρετικής ποιότητας όσον αφορά το θέμα που εξετάζουν. Είναι σύντομα, εύληπτα, καλογραμμένα, και έχουν στόχο, να γνωρίσουν οι μαθητές των δημόσιων σχολίων, αλλά πιστεύω και όχι μόνο, την ελληνική μας παράδοση και τον μεγάλο της πλούτο. Όλα έχουν θέση, υποστηρικτική άποψη και εκφράζουν όπως είναι εύλογο την ταυτότητα του συγγραφέα τους. Ας γνωρίσουμε τους συγγραφείς και τα κείμενά τους που συμμετέχουν σε αυτήν την όμορφη και χρήσιμη σχολική έκδοση-ανθολόγιο:
-Ιωάννης Ν. Θεοδωρακόπουλος, Η παράδοση
-Αδαμαντίου Κοραή, Το νόημα της Ελευθερίας
-Claude Fauriel, Τα Ελληνικά Δημοτικά Τραγούδια
-Κωνσταντίνου Παπαρρηγοπούλου, Η δημώδης ποίησις
-Νίκου Γ. Πολίτου, Μελέτη επί του βίου των νεωτέρων Ελλήνων
-Περικλή Γιαννόπουλου, Η Ελληνική γραμμή
-Ίωνος Δραγούμη, Ελληνικός Πολιτισμός
-Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, «Τα επ’ εμοί…»
-Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Το Πάσχα
-Ιωάννου Συκουτρή, Οι δύο κόσμοι
-Γιάννη Αποστολάκη, Το πνεύμα του κλέφτικου τραγουδιού
-Μανόλη Καλομοίρη, Χριστούγεννα εις το Βυζάντιον
-Πέτρου Σπανδωνίδη, Ο πόνος που τραγουδήθηκε
-Διονυσίου Α. Κόκκινου, Η Ελληνική θάλασσα και η αισθητική χαρά της.
-Νίκου Καζαντζάκη, Πρόγονος («Ασκητική»)
-Στίλπ. Π. Κυριακίδης, Ο λαός και ο πολιτισμός του
-Φώτη Κόντογλου, Πάλιν και πολλάκις. Η δύναμη της Παράδοσης
-Φώτη Κόντογλου, Η Ρωμέϊκη ζωγραφική η καταφρονεμένη
-Γιώργου Θεοτοκά, Εθνική συνείδηση
-Στράτης Μυριβήλης, «Μιλάμε για την Τέχνη»
-Γιώργου Σεφέρη, «Ένας Έλληνας-Ο Μακρυγιάννης» (απόσπασμα)
-Αιμίλιου Χουρμούζιου, Οι νέοι και οι παράδοση
-Γεωργίου Κ. Σπυριδάκη, Η λογία παράδοσις
-Γιώργου Θέμελη, Η ποιητική παράδοση
-Γεωργίου Μέγα, Η δύναμις της παραδόσεως
-Κωνσταντίνου Τσάτσου, Το κλασικό και η Ελληνική Παράδοση
-Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Αρετή και Αγάπη
-Ιωάννου Ν. Θεοδωρακόπουλου, Η συνείδηση του χρόνου
-Ιωάννου Ν. Θεοδωρακόπουλου, Η Ιστορία της τέχνης και η παράδοση
-Κωνσταντίνος Θ. Δημαράς, Η ροή η αδιαίρετη
-Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος, Η Ελληνική Επανάσταση και η λαϊκή τέχνη
-Βασίλειος Ν. Τατάκης, Η φωνή των Πατέρων
-Ευάγγελος Π. Παπανούτσος, Παράδοση και πρωτοτυπία
-Δημητρίου Σ. Λουκάτου, Από το «Προλογικό Κεφάλαιο»
-Δημητρίου Α. Πετρόπουλου, Λαϊκή παράδοση και προσωπική δημιουργία
-Κώστα Ρωμαίου, «Το Αθάνατο Νερό»
-Μιχάλης Γ. Μερακλής, Η αγάπη στην παράδοση
-Νέστορα Μάτσα, «Το δέντρο με τους μυστικούς καρπούς»
     Αυτοί είναι οι συμμετέχοντες στο μικρό αυτό ανθολόγιο περί Παράδοσης. Πρόσωπα καταξιωμένα και προβεβλημένα στην εποχή τους, δάσκαλοι και πανεπιστημιακοί, πεζογράφοι και φιλόσοφοι, στοχαστές και ιστορικοί, καθηγητές και διατελέσαντες δημόσιοι πολιτικοί άντρες για ένα διάστημα της καριέρας τους, όπως ο Πειραιώτης Ευάγγελος Π. Παπανούτσος επί Γέρου της Δημοκρατίας στο Υπουργείο Παιδείας εισηγητής της Εκπαιδευτικής Μεταρρύθμισης, ο κοινοβουλευτικός και πρόεδρος της ελληνικής δημοκρατίας Καντιανός φιλόσοφος Κωνσταντίνος Τσάτσος, που είχε σχέση με την πόλη μας, ο πολιτικός και ιστορικός Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο μεταφραστής του Πλατωνικού Συμποσίου κλασικός φιλόλογος Ιωάννης Συκουτρής, ο ιστορικός της λογοτεχνίας Κ. Θ. Δημαράς, ο δάσκαλος του γένους Αδαμάντιος Κοραής, συγγραφείς και ποιητές. Ο φιλόσοφος Ιωάννης Ν. Θεοδωρακόπουλος, συμμετέχει με παραπάνω από ένα κείμενο.
Από τα μικρά αυτά αποσπάσματα, επέλεξα να παρουσιάσω χωρίς διάθεση αξιολόγησης, το κείμενο του ιστορικού της ελληνικής επανάστασης Διονυσίου Α. Κόκκινου, Η Ελληνική θάλασσα και η αισθητική χαρά της. Ένα κείμενο που νομίζω εκφράζει την διαρκή αγάπη των ελλήνων για την θάλασσα και το θαλάσσιο στοιχείο. 
Ανέκαθεν ναυτικός λαός ο ελληνικός πάντα αναζητά τρόπους να υμνήσει και να δοξάσει τα πλούτη και τις χαρές αλλά και τις λύπες της θάλασσας και των θαλασσινών. Η θάλασσα παράσχει στους ναυτικούς όχι μόνο πλούτη για αυτούς και τις οικογένειές τους, αλλά και έναν αέρα κοσμοπολίτικης ελευθερίας. Μια μυστική συνομιλία μεταξύ της ανθρώπινης αδυναμίας και των πανίσχυρων στοιχείων της φύσης. Μια συνομιλία που δεν κατανοείται πάντα από τους στεριανούς. Ένα άρωμα εξερεύνησης του κόσμου των μυστικών της ανθρώπινης μοίρας. Όπως ο Διγενής παλεύει στα αλώνια με τον θάνατο, το ίδιο και ο ναυτικός ναυμαχεί με την ίδια του την ειμαρμένη στην Θάλασσα. Θάλασσα και ναυτικός γίνονται ένα στο περιπετειώδες ταξίδι των ανακαλύψεων του κόσμου. Μια ανοιχτή γαληνεμένη ή φουρτουνιασμένη θάλασσα είναι η ζωή των ναυτικών. Η ψυχή της θάλασσας και οι ψυχές των ναυτικών γίνονται ένα στο ταξίδι. Από την θάλασσα προήλθε το ανθρώπινο είδος και αυτήν αναζητά. Μια πελώρια άγνωστη μήτρα  η θάλασσα σαν τις μήτρες των μανάδων που γέννησαν τους ναυτικούς. Μια παραξενιά και ένα ερωτικό κάλεσμα η φουρτουνιασμένη αγκαλιά της. Μια φαντασία και μια κληρονομιά που ποτέ δεν εξαντλείται. Μοναχική και υπερήφανη όπως οι καρδιές των ναυτικών. Αυθόρμητη και πανούργα, ατιθάσευτη και ύπουλη. Δεν σηκώνει πολλά-πολλά, θέλει αποκλειστικότητα και αφοσίωση, λατρεία και πειθαρχεία από τον ναυτικό και ταξιδευτή. Θάλασσα που τα πάντα αναγάγει στον εαυτό της. Μοναδικό της πρόσωπο οι ταξιδευτές Οδυσσείς. Κλείσε μέσα στην ψυχή σου την Θάλασσα και θα αισθανθείς το αληθινό μεγαλείο των ανθρώπινων αισθημάτων. Θάλασσα, μια δύσμικτος ανεξερεύνητη και ακατανόητη δύναμη.
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΑΛΑΣΣΑ ΚΑΙ Η ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΧΑΡΑ ΤΗΣ
     Αν μου ανέθεταν στη σύνταξη ενός λεξικού τη λέξη θάλασσα, θα εσημείωνα αντίστοιχα: Η ωμορφιά και η ανεξάντλητη πηγή δυνάμεως της ελληνικής χώρας.
     Στο φυσικό αίσθημα των Ελλήνων από το περιβάλλον, στο αίσθημα που προκαλεί το όραμα και η ανάγκη να βρούμε τον τρόπο να υπάρξουμε, το εντονώτερο είναι εκείνο που μας έρχεται από τη θάλασσα. Όσο γράφω ιστορία και φθάνω στα «κατά θάλασσαν γεγονότα», αισθάνομαι μια άνεση, σαν να γίνεται λιγώτερος ο κόπος. Είναι η με το πιο οικείο ασχολία. Τις μεγάλες κινήσεις μας ως λαού, τις ωδήγησε η θάλασσα. Και αυτή είναι σαν να μας κάνη μυστικά την άσκηση στη ζωή και τον αγώνα της. Ο χαρακτήρας των Ελλήνων έχει πάρει από τη θάλασσα το εκδηλώτερο στοιχείο του. Τη μετακίνηση. Η γραμμή των περισσότερων ελληνικών οικογενειών έρχεται από αργή διαδρομή στους αιώνες από διαφόρους ελληνικούς τόπους. Έτσι οι πιο πολλοί γίνονται εναλλάξ βουνίσιοι και θαλασσινοί. Οι πρώτοι και πρίν φτάσουν στα ακρογιάλια είχαν ιδή την θάλασσα. Από πολλές κορυφές των πιο ψηλών βουνών φαίνονται στον ορίζοντα γλαυκά πελάγη. Υπάρχουν στην ιστορία χτυπητά περιστατικά αυτής της εναλλαγής. Ο στεριανός από τη Λειβαδιά Λάμπρος Κατσώνης έγινεν ο ήρωας του Αιγαίου. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, που γεννήθηκε σε ένα βουνό, έγινε, κατά την αγωνιστική του περιπέτεια, και καπετάνιος καταδρομικού σκάφους. Οι πρώτοι που μπήκαν πολιορκούμενη Τριπολιτσά κατά το 1821 και άνοιξαν τις πύλες και στους άλλους ήσαν ναυτικοί των ακτών της Κυνουρίας. Γιατί, μπόρεσαν ν’ αναρριχηθούν στα τείχη με σχοινιά χάρις στη επαγγελματική τους άσκηση.
     Η θάλασσα εξυπηρέτησε πάντοτε την ελληνική ζωή. Σ’ αυτήν οφείλεται ο ελληνικός πολιτισμός, ο εξελληνιστικός σύνδεσμός μας με άλλες χώρες της Μεσογείου και περισσότερο της ανατολικής λεκάνης της, η αναζήτησις ζωτικών χώρων ως τον απώτατο, τον άξενο Πόντο και ως αυτήν την μακρινότατη τότε Μασσαλία. Η θάλασσα μα έδωσε την πνευματική ηγεσία, από την οποία δεν μπόρεσε ν’ απαλλαγή η Ρώμη σ’ όλους της τους αιώνες και στο δυτικό και στο ανατολικό της κράτος, και μας εχαλύβδωνε την ελληνική άμυνα, πού έπαιρνε το χαρακτήρα της αυτοθυσίας, χάρις στη δραματική γυμναστική ψυχών και σωμάτων στους θαλασσίους αγώνες. Και μαζύ μ’ αυτό τόσες αισθητικές χάρες και χαρές.
     Και αυτό από τους προϊστορικούς αιώνες έως τώρα. Από τους πανάρχαιους καιρούς οι Έλληνες, χάρις στη θάλασσα, εγνώρισαν τους πολιτισμούς αρχαιοτέρων λαών, τους παρέλαβαν και τους επέρασαν από το πνευματικό και το αισθητικό καμίνι τους και εδημιούργησαν το «ελληνικό θαύμα». Αυτό το έκαμαν με υπερπόντιες επιχειρήσεις. Από αυτές τις επιχειρήσεις πού διαφαίνονται στη μυθολογία, εκείνες που αφηγείται ο Όμηρος και στα δύο του έπη, είναι οι πιο νέες. Είναι ιστορίες των Οδυσσέων.
     Έτσι τα ελληνικά πελάγη το Ιόνιο και το Αιγαίο, το Κρητικό επλημμύρισαν από τά μορφοποιημένα εξαίσια σύμβολα που εδημιούργησε η ποιητική φαντασία, ο χαρακτήρας και  η συγκίνησις των Ελλήνων. Αφροδίτη, Ευρώπη, Ιφιγένεια, Καλυψώ, Κίρκη, Ναυσικά, Ηρώ, Ανδρομέδα, Θεές, νεράϊδες, σειρήνες, γοργόνες. Έπειτα το ελληνοχριστιανικό θρησκευτικό πνεύμα έδωσε στους ποντοπορούντας προστάτες αγίους. Στο πλήθος των προσωνυμιών της Παναγίας, υπάρχουν και θαλασσινές. Λιμενιώτισσα, Θαλασσινή, Μεσοποντίτισσα, Νεροφορούσα, Ταξιδιάρα, Θαλασσιώτισσα, Θαλασσομάχισσα, Χιλιαρμενίτισσα. Στη λαογραφία τα οράματα των ναυτικών με αγίους απάνω στα κύματα είναι πλήθος.
     Στα νεώτερα χρόνια ο ελληνικός λαός, μοναδικό φαινόμενο ανάμεσα σε όλους τους άλλους, και όταν ακόμη δεν ήταν κύριος του οίκου του κατά την τουρκοκρατία, εδημιούργησε εμπορική ναυτιλία δική του τόσης ολκής και με τέτοιο έμψυχο υλικό, ώστε να την μετατρέψη, με την έκρηξη του αγώνος της Ανεξαρτησίας, σε πολεμικό ναυτικό, που εγέμισε την ιστορία με σελίδες χαραγμένες με το κοντύλι της δόξας.
     Είμαστε θαλασσινοί και θαλασσοχαρείς. Στα ελληνικά γράμματα και ο λυρικός και ο πεζός λόγος από το Σολωμό και τον Κάλβο και από τον Παπαδιαμάντη και τον Καρκαβίτσα ως τους σημερινούς ραντίζονται με την θάλασσα. Στη ζωγραφική, όπου η αίσθηση από το φυσικό φαινόμενο είναι αμεσώτερη και απλούστερη, έχει αναπτυχθή σε μεγάλη κλίμακα ιδιαίτερη επίδοση. Η θαλασσογραφία. Και μάλιστα ως αποκλειστικό έργο φημισμένων Ελλήνων ζωγράφων, και αγαπητό θέμα των περισσοτέρων. Από τότε πού άρχισε να εκδηλώνεται νεοελληνική ζωγραφική, παρουσιάσθη Έλλην θαλασσογράφος, του οποίου ωρισμένα έργα θα μπορούσαν να περάσουν σε ευρωπαϊκά μουσεία σύγχρονων (…).
Διονύσιος Κόκκινος, σελίδα 53-56, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ-ΑΝΘΟΛΟΓΗΜΑ., έκδοση Οργανισμός Εκδόσεων Διδακτικών Βιβλίων, Αθήνα 1979.
     Αυτό είναι το μικρό απόσπασμα κειμένου του ιστορικού και συγγραφέα Δημήτριου Κόκκινου, διατήρησα την ορθογραφία του κειμένου και των κλίσεων των τριτοκλίτων. Δεν θέλησα να το χτενίσω στην σημερινή δημοτική. Έχει την ομορφιά της κάθε περίοδος της ελληνικής γλώσσας.
     Στην τραγωδία του Αισχύλου Πέρσες, ο χορός κάνει προσκλητήριο νεκρών κυβερνητών της Ασίας που ήσαν κυβερνήτες καραβιών που βούλιαξαν οι Έλληνες στην ναυμαχία της Σαλαμίνας. Ένα προσκλητήριο θρηνητικό για αυτούς που χάθηκαν στην θάλασσα.  Ένα μοιρολόι ζωής και θανάτου που μόνο η Θάλασσα μπορεί να σημάνει, καθώς τραβά αιώνες τώρα στα γαλήνια και άφεγγα σπλάχνα της κάθε ζωή της γης.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη γραφή σήμερα, 22/10/2017

Πειραιάς 22 Οκτωβρίου 2017                                        

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου