Σάββατο 1 Ιουλίου 2023

Η περίπτωση του Άρη Αλεξάνδρου

 

        Άρης  Αλεξάνδρου

(Αγία Πετρούπολη 24/11/1922- Παρίσι 2/7/1978)

                   ή

η σχέση της Ποίησης με την Πολιτική

              Μνήμη ποιήτριας Καίτης Δρόσου

 

«Την εξέλιξη στην ιστορία της λογοτεχνίας δεν την καθορίζει, όπως συνηθίζεται να γράφεται, απλώς η διαδοχή των γενεών ή των σχολών. Αυτοί είναι εξωτερικοί επικαθορισμοί, ή μάλλον δεδομένα. Γιατί η ποίηση, από τη στιγμή πού προσηλώνεται τυφλά στην «εποχή» (ο όρος και ως μετωνυμία της «γενιάς»), χάνει την ορμή της για διάρκεια. Και ασφαλώς τυποποιείται, από τη στιγμή που εμπεδώνεται ως λογοτεχνική «σχολή».

     Την εξέλιξη κάθε φορά την καθορίζει, στην προέκταση των παραπάνω δύο όρων, η καινούργια λογοτεχνικότητα της γλώσσας των κειμένων. Την ορίζει η αλλαγή της οπτικής γωνίας και η αναδιάρθρωση του λόγου και του τόνου της φωνής από τη μια γενιά στην άλλη, και ακόμη από τη φωνή των άλλων ομοτέχνων μες στην ίδια εποχή και συντεχνία.», σ.73

     ΓΙΑΝΝΗΣ  ΔΑΛΛΑΣ, Μανόλης Αναγνωστάκης ποίηση και ιδεολογία, εκδόσεις Κέδρος, Απρίλιος 2007

      Η πρόσληψη και η απόλαυση ενός λογοτεχνικού κειμένου- στην ή πέρα από τον εποχή του- από έναν αναγνώστη/αναγνώστρια,- ποίηση, πεζό, δοκίμιο, θεατρικό έργο, μελέτη, επιστημονικό, ιστορικό, πολιτικό, θρησκευτικό σύγγραμμα - περνά από δύο κύριους κεντρικούς λεωφόρους- φωτισμούς ερμηνείας και κατανόησής του, αποδοχής του, κατά την αναγνωστική μου μέχρι σήμερα επάρκεια και φιλαναγνωσία. Ο πρώτος δρόμος και φωτισμός είναι το ατομικό κάθε φορά μονοπάτι ανάγνωσης του καθενός και κάθε μίας με ένα κείμενο, βιβλίο που κρατάμε στα χέρια μας. Το ξεχωριστό βλέμμα «προβολέας» του κάθε άγνωστου και τυχαίου αναγνώστη που αποφασίζει να διαβάσει ένα βιβλίο, να ξεφυλλίσει τις σελίδες του, να γνωρίσει τα περιεχόμενά του, να ανιχνεύσει την πλοκή του. Είναι η πρώτη πρόσληψη, άμεσης έκπληξης επαφής διαβάσματος ενός κειμένου ενός βιβλίου. Ο αναγνώστης που επέλεξε ένα βιβλίο στηριζόμενος στις δικές του και μόνο δυνάμεις, θα προσπαθήσει να το χαρεί, να κατανοήσει τι θέλει να μας πει ο συγγραφέας του, να ανοίξει μία συνομιλία μαζί του, να «ενώσει» την δική του φωνή και φαντασία με εκείνη του όποιου δημιουργού, καλλιτέχνη. Να αφουγκραστεί τα μηνύματά του, να αμφιταλαντευτεί από τις ιδέες, να χαρεί τις διαβαθμίσεις της χρήσης των λέξεων, την διαχείριση της γλώσσας στην διαχρονία της (αρχαία, ελληνιστικής περιόδου, βυζαντινής-μεσαιωνικής, την δημοτική, την μαλλιαρή, την αστική ή αγροτική της έκφραση και τυπολογία, την καθαρεύουσα, την επίσημη του Μ. Τριανταφυλλίδη) να το ερμηνεύσει με τις δικές του και μόνο αναγνωστικές δυνάμεις, προγενέστερές αναγνωστικές γνώσεις, προϋποθέσεις. Θα απολαύσει κατά μόνας το διάβασμά του βιβλίου που αγόρασε ή του δωρίθηκε, μιάς ποιητικής συλλογής, ενός μυθιστορήματος, μιάς νουβέλας, ενός διηγήματος, μιάς δοκιμιακής εργασίας, ενός ιστορικού ή πολιτικού βιβλίου, μιάς μονογραφίας ή αυτοβιογραφίας και θα συνταξιδέψει μαζί του κλπ. Ενδέχεται και να το σκηνοθετήσει, επανασχεδιάσει με την φαντασία του. Θα το χαρεί με δύο λόγια δίχως διαμεσολαβητές, δεύτερες ερμηνευτικές φωνές ανάγνωσης, επικοινωνίας με τη γραφή που έχει μπροστά του. Θα ενθουσιαστεί ας μου επιτραπεί η έκφραση με αυτό το «ωραίο ψέμα» ή «ωραία αλήθεια» αντίστοιχα που γεννά κάθε φορά η τέχνη ενός δημιουργού. Όχι μόνο της ποίησης ή της μυθοπλασίας, αλλά και της θεατρικής, των εικαστικών τεχνών κλπ. Ενδέχεται μάλιστα αν χρειαστεί, (το απαιτήσει το περιεχόμενο και το είδος του βιβλίου ή κειμένου) να το διαβάσει δεύτερη και τρίτη φορά αν μείνει ικανοποιημένος ή αν κατά το διάβασμά του διαπιστώσει ότι αντιμετωπίζει κενά και δυσκολίες στην κατανόησή του. Θα κάνει τις σημειώσεις και παρατηρήσεις του στο περιθώριο των σελίδων, τους σχολιασμούς του στο τέλος, θα σταθεί σε σελίδες, θα υπογραμμίσει λέξεις και προτάσεις που του άρεσαν, εικόνες και συναισθήματα, αλληγορικά σχήματα και αντιθέσεις, χαρακτήρες, ύφη, θα αποστηθίσει στίχους, και ίσως, προβεί και στους ανάλογους συσχετισμούς με άλλα έργα του συγγραφέα ή συγγενικών συγγραφικών φωνών της γενιάς του που έχει διαβάσει. Εντάσσει το βιβλίο μέσα στο χρονικό και κοινωνικό πλαίσιο, τις ιδέες (το ιδεολογικό και οραματικό οπλοστάσιο) της εποχής που υφάνθηκε. Μία περιπέτεια κάθε φορά προσωπικής μας ανάγνωσης, συνομιλίας με τους ήρωες του, ταύτισης ή απόρριψης των αντιδράσεων και των επιλογών τους, της ιδεολογίας τους, τον κόσμο των ιδεών τους, τις σκέψεις τους απέναντι στα ιστορικά, πολιτικά, κοινωνικά, θρησκευτικά συμβαίνοντα της εποχής τους σε ατομικό ή συλλογικό επίπεδο Θα ανιχνεύσουμε το ιστορικό και ιδεολογικό κάδρο, το πολιτικό και πολιτιστικό πλαίσιο της εποχής μέσα στο οποίο ο κάθε συγγραφέας τοποθετεί τους ήρωές του, το θέμα του, υφαίνει την πλοκή και την ροή των κινήσεων τους. Οικοδομεί το στόρι του, πλέκει την ή τις ιστορίες του, φιλοτεχνεί τον καμβά του. Συνήθως ο ρεαλισμός των σκηνών ενός έργου προσομοιάζει «απόλυτα» (;) με το ή τα σκηνικά ζωής και περιπέτειας του αναγνώστη/ αναγνωστών. Ο «συγγενικός» βίος, τα συναισθήματά καθρεφτίζονται, οι μνήμες ανακαλούνται, οι ιδέες αποτυπώνονται πάνω στα ίδια πλέγματα συγκίνησης, αισθημάτων, ονείρων και κοινωνικών αντιδράσεων ημών των αναγνωστών. Ο αναγνώστης θα αρχίσει την περιπλάνηση της ανάγνωσής του στην ησυχία και την γαλήνη του «Σούρουπου» όπως μας λέει ένας μυθιστορηματικός τίτλος της δυτικής λογοτεχνικής παράδοσης. Θα ξεκλειδώσει μόνος του κάθε φορά τα μυστικά του κειμένου- βιβλίου, θα πραγματευτεί ή επάναπραγματευτεί το συγγραφικό υλικό, και ανακαλύπτοντας τα κλειδιά πρόσβασής του θα αποφασίσει αν έχει να του πει κάτι στην δική του αναγνωστική εποχή, στα χρόνια που όχι ο συγγραφέας (αν είναι παλαιός ο τίτλος) αλλά ο αναγνώστης ζει και κινείται. Στο δικό του Σήμερα, στις δικές του ιστορικές και πολιτικές συνθήκες και ανάγκες και γούστα. Και αν, ναι, θα συνταξιδέψει στο χρόνο και τις καταστάσεις, με τις ζωές των άλλων βρίσκοντας αντιστοιχίες στο δικό του Σήμερα. Διαφορετικά-διαβάζει το κείμενο- βιβλίο αλλά το τοποθετεί στα ράφια της βιβλιοθήκης της μνήμης του και αναζητά άλλα. Στην πρώτη αυτή περίπτωση η ευθύνη ερμηνείας ή παρερμηνείας του κειμένου-βιβλίου πέφτει «αποκλειστικά» στον άγνωστο, τυχαίο αναγνώστη με τα όποια του εφόδια. Σε αυτόν ή αυτήν που δεν θα συναντήσει ποτέ του τον συγγραφέα, ποιητή, μυθιστοριογράφο, δοκιμιογράφο, θεατρικό συγγραφέα, διηγηματογράφο κλπ. Η δεύτερη λεωφόρος- φωτισμού, ερμηνείας και προσέγγισης ενός κειμένου, δημοσιεύματος, βιβλίου, από έναν αναγνώστη/τρια, εξίσου αποκαλυπτική, προέρχεται από την ερμηνευτική οπτική που μας προτείνουν οι επίσημοι ή ερασιτέχνες κατά διαστήματα Κριτικοί στα δημοσιεύματά τους, στις κριτικές τους εργασίες, βιβλιοκρισίες τους. Τότε η δική μας πρόσληψη του βιβλίου ενός κειμένου περνά από το βιβλιογραφικό ερμηνευτικό φακό, το ενδιάμεσο αντρών ή γυναικών βλέμμα των Κριτικών και προσδιορίζεται. Παλαιότερων (της εποχής του συγγραφέα) ή σύγχρονων κριτικών φωνών. Την διαμεσολαβητική τους οπτική, κρίση, σκέψεις, την ενδιάμεση γέφυρα. Είναι ο λόγος, η γνώμη, η γραφή, οι θέσεις των Κριτικών που στέκονται γέφυρες έμμεσης γνωριμίας μας και επικοινωνίας μας με το παραγόμενο συγγραφικό υλικό προς έκθεση ή πώληση του φαινομένου που ονομάζουμε Τέχνη στις ευρύτερες διαστάσεις της. Συνηθίζεται οι συστηματικοί και τακτικοί αναγνώστες, όχι μόνο στην χώρα μας, να διαβάζουν πρώτα τις κριτικές, να βλέπουν τις βιβλιοπαρουσιάσεις, ίσως και να τις κουβεντιάζουν με φιλικά τους άτομα και κατόπιν να προμηθεύονται ένα Βιβλίο. Η ερμηνευτική οπτική (θετικής ή αρνητικής κρίσης) του βιβλιοκριτικού γίνεται και οπτική, αρκετές φορές του αναγνώστη, οι απόψεις τους ταυτίζονται, συγκλίνουν στο σύγχρονο χρόνο ανάγνωσης και αποδοχής του βιβλίου που κυκλοφόρησε, εκδόθηκε ή επανεκδόθηκε, μεταφράστηκε. Η αναγνωστική επαφή μας στην δεύτερη αυτή περίπτωση είναι έμμεση, προσδιορίζεται από την επαγγελματική ή ερασιτεχνική ευσυνειδησία, λόγο και εφόδια του Κριτικού. Η υπογραφή του «βαραίνει, αλλά υπάρχει και το ενδεχόμενο να «παραπλανηθούμε», όπως και νάχει ο κάθε αναγνώστης/ια ελεύθερα και ώριμα έχει το δικαίωμα να επιλέξει ποιόν από τους δύο δρόμους- φωτισμούς προσέγγισης και ερμηνείας θα ακολουθήσει στις αναγνωστικές του αποφάσεις. Ευχάριστη έκπληξη όταν διαπιστώνεται κριτική και ερμηνευτική συναντίληψη του αναγνώστη με τον κριτικό, τότε το Βιβλίο γίνεται ευπώλητο, τυγχάνει πολλών επανεκδόσεων ή μεταφράσεων σε άλλες γλώσσες, γίνεται κλασικό υπερβαίνει τον χρόνο της έκδοσής του, μεταφέρεται από στόμα σε στόμα στα αυτιά των αναγνωστών.

     Γιατί αναφέρω αυτά τα γνωστά και χιλιοειπωμένα στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ των εκδόσεων και των κύκλων του βιβλίου πράγματα. Οι εισαγωγικές αυτές σκέψεις παρατίθενται, για να αιτιολογήσουν από την μία το απόσπασμα του ποιητή, εκδότη και κριτικού κυρού Γιάννη Δάλλα που προηγείται του άρθρου μου για τον μεταφραστή, μυθιστοριογράφο και πολιτικό ποιητή, αγωνιστή εξόριστου Άρη Αλεξάνδρου, ο οποίος με το συγγραφικό και μεταφραστικό του αποτύπωμα καλλιέργησε μία άλλη «λογοτεχνικότητα» της ελληνική γλώσσας και έκφρασης, σχεδίασε με επιμέλεια ένα διαφορετικό οπτικό πρίσμα με το οποίο έβλεπε και ερμήνευε τα πράγματα της ζωής του και της συγγραφικής του δημιουργίας ειδικότερα. Ενός ξεχωριστού αγωνιστή συγγραφέα με πολιτικό και προσωπικό ήθος και χαρακτήρα ανάμεσα στους άλλους της γενιάς του, της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Ενός αντάρτη των ιδεών αλλά και της επεξεργασίας της γλώσσας που υιοθετούσε, ανεξάρτητα αν συμφωνούμε ή διαφωνούμε με τις προσωπικές του αυτές επιλογές. Μιας μυθιστορηματικής και ποιητικής- μεταφραστικής κυρίως φωνής μοναχικής, τολμηρής, άφοβης, θυσιαστικής, έντιμης, ακέραιης, (κομματιασμένης και ταλαιπωρημένης παρουσίας) με τον προσωπικό ξεχωριστό τόνο ανθρώπινης συγκίνησης και οραματικής ελπίδας. Ενός κοινωνικού αγωνιστή, προερχόμενου από την αριστερή παράδοση των αντιφρονούντων ενάντια στον κόκκινο ολοκληρωτισμό, το καταπιεστικό σύστημα κυβερνητικής και ιδεολογικής εξουσίας της τότε σοβιετικής παντοδυναμίας των χρόνων μετά την επανάσταση των μπολσεβίκων το 1917. Ενός ορκισμένου αντιρρησία κάθε μορφής δογματικής αντίληψης, Ροβεσπιεριανής εξουσίας όπως εφαρμόστηκε μετά τον θάνατο του ηγέτη της επανάστασης, του Λένιν από τους επιγόνους του. Ενός επαναστατικού κινήματος που οι άνθρωποι πάλευαν για ψωμί και ελευθερίας οράματα, ιδέες, μέσα από κοιλάδες και ποτάμια αίματος, τύμβους ανθρωποθυσίας και μανιφέστων θεωρίες. Του μικρού ελληνόπουλου από την Ρωσία που η μητρική του γλώσσα ήταν τα ρώσικα-και μεταναστεύοντας στην ελλάδα με την οικογένειά του έμαθε τα ελληνικά-το οποίο πάτησε μεγαλώνοντας και ωριμάζοντας βιολογικά και πνευματικά, συνειδησιακά σαν ενεργός πολίτης, πάτησε πρώτα την βάρκα της αποδοχής της κομμουνιστικής ιδεολογίας και κατόπιν της κριτικής της άρνησης, για την ακρίβεια, της εκδοχής της που εφαρμόστηκε και προπαγανδίστηκε παγκοσμίως από τον μεγάλο σοβιετικό πατερούλη και τους κυβερνητικούς καθοδηγητές τους. Ένας εξόριστος έλληνας, αντισυμβατικός δημιουργός ο οποίος ταύτισε με τον αρμονικότερο τρόπο την πολιτική με την ποίηση. Το πολιτικό υποκείμενο με το ποιητικό, την συγγραφική-ποιητική λειτουργία. Την συγγραφή με την πολιτική πράξη και αντισυμβατική δράση. Προπάντων όμως, του ασυμβίβαστου και «πεισματάρη» οραματιστή ενός ανθρωπιστικού κόκκινου οραματισμού αλλαγής της κοινωνίας και καλυτέρευσης των συνθηκών ζωής των ανθρώπων, με πάντα ανοιγμένα τα φτερά της ελευθερίας. Η πολιτική δεν ήταν ένα παράρριζο της πνευματικής- συγγραφικής δημιουργίας, ούτε η ποιητική λειτουργία ή της πεζογραφίας ένα παρακλάδι της πολιτικής θεωρίας και πράξης, αλλά ήσαν ένα και το αυτό αρδεύονταν από τους ίδιους χυμούς των επαναστατικών ιδεών και οραμάτων, υπηρετούσαν το ίδιο «ακαθόριστο» (;) ακόμα μέσα στην ροή της Ιστορίας όνειρο. Το πολιτικό ανεξάρτητο πνεύμα του Άρη Αλεξάνδρου, δεν φαίνεται μόνο στις πρωτογενείς εργασίες του (ποίηση, πεζό, μικρές μελέτες) αλλά μάλλον κυρίως, ή παράλληλα και δυναμικά στα μυθιστορηματικά, ποιητικά και όχι μόνο έργα και κείμενα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, έργα κλασικά, διαχρονικά σημαντικών συγγραφέων μέχρι σήμερα, τα οποία μετέφραζε με φοβερή επιμέλεια και ευσυνειδησία ακατάπαυστα για βιοποριστικούς καθαρά λόγους, από τα οποία σίγουρα επηρεάστηκε και η δική του πρωτότυπη συγγραφική φωνή, εκπαίδευσε την πνευματική αισθητική του, διαμόρφωσε την ποιητική του, το ήθος του, προσάρμοσε το γλωσσικό κριτήριό του. Εργάστηκε πάντα όπου και αν βρίσκονταν σε όποια κοινωνική κατάσταση και αν βρίσκονταν, σε όποιες συνθήκες με σεμνότητα και ευσυνειδησία αποφεύγοντας μεταφραστικές κακογουστιές ή «πολτοποιώντας» την ελληνική γλώσσα σε μία μαλλιαρή μορφή της,  μαρξιστικών προδιαγραφών εκδοχή της, εφημεριδογραφικής της χρήσης κομματικών εντύπων, δίχως για να είμαστε έντιμοι απέναντί του, να το απέφυγε αυτό κατά την διάρκεια της μεταφραστικής του παραγωγής. Όμως αυτό μάλλον δικαιολογείται όταν έχεις να κάνεις με έναν τόσο μεγάλο μεταφραστικό όγκο δουλειάς και διαφορετικής μυθιστορηματικής και συγγραφικής τεχνικής ύφη και ποιότητας συγγραφέων από πολλούς κλάδους προερχόμενοι, και την από μόνος σου εκμάθηση ξένων γλωσσών. Στο καθόλου έργο του Άρη Αλεξάνδρου συνυπάρχει η ηθική της πολιτικής και η ποιητική της πολιτικής, ενώ φαίνεται με ξεκάθαρο τρόπο και το προσωπικό αγωνιστικό ήθος του ατόμου, του συνειδητού πολίτη Άρη Αλεξάνδρου, ο οποίος αν δεν λαθεύω στις ερμηνευτικές μου διαπιστώσεις ενδέχεται να ενστερνίστηκε, να ήθελε να εγκολπωθεί τον ρόλο που διαδραμάτισε ο φουτουριστής σοβιετικός ποιητής της επανάστασης Βλαδιμήρ Μαγιακόφσκι. Μία εμβληματική ποιητική μορφή την οποία ο νεαρός Αλεξάνδρους-με την συνεργασία και εποπτεία του Γιάννη Ρίτσου είχε μεταφράσει στα ελληνικά από νεαρή ηλικία. Και αυτή η θέση επικυρώνεται και από την μελέτη που έγραψε για την αυτοκτονία του Μαγιακόφσκι. Έβλεπε με την ματιά του σοβιετικού ποιητή τι λάθος εξέλιξη είχαν πάρει τα επαναστατικά πράγματα και σε τι αδιέξοδο ιδεολογικό και πολιτικό οδηγούνταν το επαναστατικό όραμα από την συγκεντρωτική μορφή εξουσίας και διακυβέρνησης στην τότε πανίσχυρη ΕΣΣΔ.  Την αντισυμβατική και «αιρετική», αναθεωρητική αυτή ποιητική και πεζογραφική σκηνογραφία με την οποία εκφράστηκε ο δημιουργός Άρης Αλεξάνδρου, το ατομικό του αγωνιστικό ήθος, δεν το συναντάμε μόνο στα δικά του ανθρώπινα και συγγραφικά κάστρα και χαρακώματα, το σύνολο σχεδόν των ελλήνων ποιητών και πεζογράφων αντρών και γυναικών της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς- και των επόμενων γενεών- έλληνες που ασπάσθηκαν την μαρξιστική ιδεολογία, στρατεύθηκαν μαζί της, πλήρωσαν το βαρύ τίμημα μετά την ήττα κυρίως, μα και αντιμετώπισαν παρόμοια συνειδησιακά διλήμματα και ατομικές κάθε φορά αμφιβολίες για το που οδηγούνταν η κατάσταση. Ποιος τους άκουγε όμως. Οι μάζες πάντα θέλγονται από την διακοσμητικότητα των διαφόρων ιδεολογιών και των πολιτικών συνθημάτων και όχι από την ουσία τους. Το ήθος λοιπόν που συναντάμε στην φωνή του Αλεξάνδρου, το ανιχνεύουμε και σε πλείστες άλλες μεταπολεμικές ποιητικές ελληνικές φωνές, κάτι που, δεν φανερώνει μόνο μία ιδιαίτερη ξεχωριστή περίπτωση, ατομικής επιλογής λογίων ή συγγραφέων αλλά, την ηρωική διάθεση ολόκληρου του ελληνικού λαού τα χρόνια εκείνα που, με τις αντιστασιακές και αγωνιστικές του δράσεις διαμόρφωνε το σκηνικό της σύγχρονης Ιστορίας του. Μέσα σε δύστοκες, αιματηρές ιστορικά και πολιτικά συνθήκες ο ελληνικός ποιητικός λόγος στάθηκε φάρος οδηγός, εμψυχωτικός παρηγορητικός για τις ελληνικές νεανικές γενιές εκείνης της περιόδου, που, έψαχναν στα τυφλά το αύριο μέσα στο θολό τότε και επικίνδυνο παρόν τους. Ποίηση και Πολιτική υπήρξε ανέκαθεν η κυρίαρχη έκφραση, η δεσπόζουσα οπτική ενάντια σε κάθε σύστημα κυβερνητικής εξουσίας, ξένης τυραννικής κατακτητικής και εισβολής από τα πανάρχαια προ Ομηρικά χρόνια (όπως ανάγλυφα μας απεικονίζουν τα Ομηρικά Έπη), κάνοντας για συντομία χρονικό άλμα μέχρι την περίοδο των κατοχικών χρόνων και της αντίστασης, των κατοπινών δεκαετιών του εμφύλιου σπαραγμού και την ήττα της αριστερής παράταξης. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ο Άρης Αλεξάνδρου γράφει το δίπρακτο θεατρικό του έργο 10 σκηνών «Αντιγόνη», το έργο γράφτηκε όταν ο ποιητής ήταν εξόριστος στον Άη- Στράτη το 1951 και δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο λογοτεχνικό περιοδικό «Καινούργια Εποχή» του εκδότη του Νίκου Καζαντζάκη, του αείμνηστου Γιάννη Γουδέλη, δέκα χρόνια μετά, Καλοκαίρι του 1960. Το προσωπικό κάθε φορά ερώτημα- δίλημμα μέσα στην Ιστορία, με τον Κρέοντα ή την Αντιγόνη όχι μόνο παραμένει αναπάντητο αλλά και επαναπροσδιορίζεται κάθε αφορά ανάλογα τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες της κάθε εποχής. Είναι από τα ερωτήματα που βεβαιώνουν την όποια σύγχρονή μας περιπέτεια βίου ή πολιτικής κατάστασης.

Και δεύτερον, αναφέρομαι στα παραπάνω, γιατί γράφω αυτά τα εισαγωγικά λόγια στην αρχή του άρθρου, σημειώνω ότι το πράττω για να υποστηρίξω την αναγνωστική μου θέση ότι κάθε εποχή και ο αναγνώστης της/ια. Κάθε φορά ο αναγνώστης έχει ελευθέρως το «δικαίωμα» (δίχως δεσμεύσεις) να ερμηνεύει και να πλησιάζει ένα παλαιότερο πεζό ή ποιητικό κείμενο-βιβλίο με νέο, σύγχρονο βλέμμα, στο δικό του ιστορικό Σήμερα. Να επιθυμεί να κατανοήσει σαν φιλαναγνώστης αν ένα κείμενο-βιβλίο κατόρθωσε να ξεπεράσει τα κράσπεδα της ιστορικότητάς του, την ιδεολογική, πολιτική επικαιρότητα του καιρού του. Του τότε σήμερα του συγγραφέα του, εφόσον δεχόμαστε ότι ο πολιτισμός και τα παραγόμενά του καθρεφτίζει και καλλιεργεί στο χρόνο τους ιστούς εκείνους, τα πλέγματα τα οποία ενώνουν το σύνολο των ανθρώπων, των μελών της κοινωνίας. Ένα επιμέρους πλέγμα είναι και η συγγραφική δημιουργία. Το διάβασμα πάλι του κάθε αναγνώστη είναι σαν την κολύμβηση, κάθε φορά που αποφασίζουμε να πάμε για κολύμπι η διάθεση του κολυμβητή/ων είναι διαφορετική όσο και το θαλάσσιο περιβάλλον και ατμόσφαιρα, όμως η ευχάριστη αίσθηση και η χαροποιός ικανοποίηση της κολύμβησης παραμένει ίδια, ποθητή, επιθυμητή για κάθε δεινό ή μη κολυμβητή.

     Ένα ποιητικό, πεζογραφικό έργο,- που θεωρείται κατά γενική ομολογία κλασικό- περικλείει τους βαθμούς και αναβαθμούς αθανασίας του, υπερβαίνει το χρόνο συγγραφής του, την εποχή του, τις παραμέτρους της ιστορικότητάς του, τις ιδεολογικές ή οραματικές συμβάσεις της, ακόμα και τις προσδοκίες του συγγραφέα του. Για να είναι ένα έργο κλασικό, δηλαδή διαχρονικό, οφείλει να υπερσκελίζει κάθε φορά τα όρια ερμηνείας του. Θα τολμούσαμε να γράφαμε από κάθε αναγνώστη/ια του μελλοντικού χρόνου ανάγνωσης του. Όπως παραδείγματος χάρη διαχρονικές και κλασικές μέχρι Σήμερα είναι οι μεταφράσεις ρώσων πεζογράφων του ποιητή και μυθιστοριογράφου Άρη Αλεξάνδρου, του συγγραφέα Μήτσου Αλεξανδρόπουλου, εξαιρετικές μεταφράσεις στο είδος του. Οι μεταφράσεις των σαιξπηρικών έργων από τον ποιητή Βασίλη Ρώτα και την δοκιμιογράφο Βούλα Δαμιανάκου. Οι μεταφράσεις του νομπελίστα ποιητή Γιώργου Σεφέρη, του ποιητή Κώστα Καρυωτάκη, γιατί όχι του Κωστή Παλαμά, του Μήτσου Παπανικολάου, του Κίμωνος Φράϊερ, του Νίκου Σπάνια, του Βασίλη Λαζανά, του Άρη Δικταίου από τα νεότερα μεταφραστικά μεγέθη του Αντώνη Φωστιέρη, του Νάσου Βαγενά, του Χάρη Βλαβιανού, της Τζένης Μαστοράκη, της Νανάς Ησαΐα, της Μαρίας Λαϊνά, του Γιώργου Κοροπούλη, του Ερρίκου Σοφρά, του Θεόδωρου Παπαγγελή βλέπε το Έπος «Αινειάδα» του Βιργιλίου, η μετάφραση των ποιημάτων της Σαπφούς από τον Οδυσσέα Ελύτη, την σύγχρονη ποιήτρια Τασούλα Καραγεωργίου η οποία μας τα αποδίδει τόσο πετυχημένα στις μέρες, και αρκετών άλλων. Διαβάζοντας όμως το έργο, ποιητικό και πεζογραφικό του Άρη Αλεξάνδρου, και από κοντά και άλλων εκπροσώπων της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, γεννιέται ένα μάλλον ουσιαστικό ερώτημα Σήμερα, στην εποχή μας και τις συνθήκες των χρόνων μας, με την τόσο μα τόσο διαφορετική πολιτική ηθική της κοινωνίας, της ανατροπής των καθιερωμένων αξιών και βεβαιοτήτων ζωής των παλαιότερων κοινωνικών συστημάτων. Από καταστάσεις και γεγονότα των προηγούμενων μας κατοχικών και μετακατοχικών γενεών, τραγικά συμβάντα του εμφύλιου σπαραγμού και τραύματος, της περιόδου της επταετίας, συνθήκες και δράσεις που οι δικές μας γενεές δεν έζησαν και μόνο άκουσαν, και ίσως ακόμα και ο απόηχος αυτών των ιστορικών και πολιτικών δραματικών καταστάσεων ούτε μας άγγιξαν ή μας έγιναν αντιληπτές εμμέσως, μέσω διαφόρων μορφών πληροφόρησης (αναμνήσεων, χρονικών, ντοκιμαντέρ, κινηματογραφικών ταινιών, επετειακών αφιερωμάτων δημοσιευμάτων περιοδικών και εφημερίδων, βιβλία, πινάκων, αγαλμάτων και χαρακτικών, προσωπικών αναμνήσεων που ακόμα βρίσκονται στη ζωή, όσο ακόμα η ατομική μνήμη εκείνων των γενεών δεν έχει αρχίσει να ξεθωριάζει. Να παραμερίζεται η ατομική και συλλογική εκείνων μνήμη και πολύπτυχες εμπειρίες από τους ραγδαίους ρυθμούς των σύγχρονων κοινωνικών αλλαγών, την επικράτηση μιάς αμνήμονης κυνικής πολιτικής ορθότητας που ισοπεδώνει τα πάντα στο πέρασμά της με τους εκπροσώπους και μηχανισμούς της. Πώς μπορεί ο σημερινός αναγνώστης του 2023 σαν πολιτικό υποκείμενο να αντιληφθεί το πολεμικό και αντιστασιακό κλίμα και τις καταστάσεις, τις ιδεολογικές αψιμαχίες και διαμάχες των δεκαετιών 1940, 1950 των πρώτων και δεύτερων μεταπολεμικών γενεών, των γενεών των πέτρινων χρόνων, των ελλήνων της ηττημένης αριστερής παράταξης αλλά και τις πολιτικές αντιδράσεις και συμπεριφορές της αντιπάλου νικητήριας παράταξης στον ελλαδικό χώρο αλλά και σε διεθνές επίπεδο; Ο πολιτικός ποιητικός λόγος αυτών των γενεών, η πολιτική γραφή τους, το ήθος της προσωπικότητάς τους, η πολιτική καθαρά ποίηση των ποιητικών αυτών υποκειμένων, των γενεών κατόρθωσε άραγε να υπερβεί την επικαιρικότητα της αναφοράς της και σε ποιο βαθμό; Κέρδισε το στοίχημά της με τον χρόνο μέσα στην Λογοτεχνική Ιστορία, μπόρεσε να διαβεί τις χρονολογικές κλίμακες της θεματολογίας της, την αγωνιστική συνθηματολογία των μηνυμάτων της που εκφράζει και καθρεφτίζει; Μας μιλά σήμερα ο ποιητικός και πεζογραφικό λόγος αυτών των ποιητικών γενεών; Είναι ένα ερώτημα, που αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς με τις αναγνωστικές και ερμηνευτικές μας προθέσεις, επαναλαμβάνω στους σύγχρονους καιρούς που διανύουμε, Σήμερα και όχι, χθες, ακόμα και στο αμέσως μετά την δικτατορία μεταπολιτευτικό χθες, οφείλουμε να το θέσουμε, να το διερευνήσουμε, να το εξετάσουμε, είτε διαβάζουμε και χαιρόμαστε ακόμα τον φουρτουνιασμένο πολιτικό ποιητικό ωκεανό του Γιάννη Ρίτσου, είτε την πολιτική ποίηση του Μανώλη Αναγνωστάκη, είτε τα ποιήματα του Γιάννη Δάλλα είτε τις ποιητικές συνθέσεις του Νίκου και της Ρίτας Μπούμη Παππά, είτε την μεγάλης ποιότητας γραφή του κομμουνιστή Κώστα Βάρναλη, είτε εξερευνούμε τις τρείς συλλογές του ποιητικού πολιτικού καθαρά λόγου του Άρη Αλεξάνδρου. Και επεκτείνοντας το κεντρικό ερώτημα, ότι συγκρότησε και κωδικοποίησε ποιητικά- συγγραφικά τις ιστορικές και πολιτικές συνθήκες, ιδεολογικούς κόμβους και αγώνες εκείνων των έντονα πολιτικών εποχών και μεταφέρθηκε μέσα στα έργα, τις πνευματικές και καλλιτεχνικές δημιουργίες των εκπροσώπων δημιουργών τους. Μπορεί Σήμερα να αληθεύσει των σημερινών αναγνωστικών και κοινωνικών, πολιτικών ερμηνευτικών και αποδοχών αναγκών μας; Όταν οι επιλογές μας είναι εντελώς διαφορετικής στοχοθεσίας; Μπορεί «Το Κιβώτιο», ο πολιτικός ποιητικός λόγος, ο της επικαιρότητας της εποχής του, παραδείγματος χάριν να στήσει γέφυρες επικοινωνίας μας με εμπειρίες και οραματισμούς, μαρτυρικές καταστάσεις ενός άλλου ιδεολογικού ανθρωπιστικού ιδεώδους, κοινωνικών και πολιτικών εκφράσεων και δεδομένων; Γιατί πιστεύω θα συμφωνήσουμε ότι διαφορετικό ερμηνευτικό βάρος αποδοχής είχε ο πολιτικός ποιητικός λόγος τα χρόνια αμέσως μετά την μεταπολίτευση του 1974 και διαφορετική βαρύτητα αποδοχής Σήμερα όταν τον διαβάζουμε εφόσον αποδεχόμαστε ότι οι πολιτικές και ιδεολογικές προθέσεις των ανθρώπων συνεχίζονται, ανανεώνοντας την παράδοση στο χρόνο. Ας αφήσουμε το κεντρικό ερώτημα ανοιχτό (αν ευσταθεί) μιά και ούτε η ποιότητα, ούτε το ύφος, ούτε η θεματική, ούτε η πολιτική ηθική των σύγχρονων δημιουργών- ποιητών που ασχολούνται με τον πολιτικό ποιητικό λόγο είναι ίδια. Διαφορετικά θα αποδεχτούμε μία μεσσιανική εκδοχή των συνθημάτων και των «κλαδικών» συγγραφικών απαιτήσεων. Και εφόσον ακόμα δεχόμαστε ότι γράφεται ακόμα πολιτική ποίηση, ή καταγωγές των σημερινών ποιητικών φωνών πέρα από την αφιερωματική πρόθεσή τους. Πάντως μάλλον, όπως και στην ίδια τη ζωή συμβαίνει, ισοβιότητα και σταθερότητα στην ποιητική εκφραστική δεν υφίστανται. Αν δεν κάνω λάθος. Και ο νοών νοείτω, χωρίς πολιτικές και κριτικές παρεξηγήσεις.

      Όταν η «κουλτουριάρικη» γενιά μου, γενιά του 1980 μία πολιτικοποιημένη και εξεγερμένη νεολαία αμέσως μετά την επτάχρονη δικτατορία άνοιγε τα φτερά της φιλαναγνωσίας της, τους ορίζοντες των διαβασμάτων της, τα πρώτα της ταξίδια στα διαμερίσματα και τους χώρους της Ποίησης, της Μυθοπλασίας, της Τέχνης της Καλλιτεχνίας, ο επιφυλλιδογραφικός λόγος και τα δημοσιεύματα του κυρού πανεπιστημιακού Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη στην πολιτική πρωινή- κυριακάτικη εφημερίδα «Το Βήμα» των ετών 1975-1976 μας έφερε σε επαφή με την ποιητική παρουσία του εξόριστου, αντισυμβατικού, («αναρχοαυτόνομου»;), ειρηνόφιλου ποιητή Άρη Αλεξάνδρου, μιάς φωνής και μιάς κριτικής σκέψης όχι τόσο γνωστής σε εμάς τους νεότερους ή τουλάχιστον στον γράφοντα. Οφείλουμε να του το αναγνωρίσουμε και να μην είμαστε «αχάριστοι» όπως συνηθίζουμε εμείς οι Έλληνες τώρα που έχει κλείσει ο βιολογικός του κύκλος αλλά όχι οι πνευματικές και συγγραφικές του παρακαταθήκες και άλλα πνευματικά κληροδοτήματα. Για την ακρίβεια, ο επιφυλλιδογραφικός του λόγος μας γνώρισε τρείς εμβληματικές και σημαντικές ποιητικές ελληνικές προσωπικότητες της Πρώτης Μεταπολεμικής Γενιάς, από τις οποίες η μία, η ποιητική φωνή του Τίτου Πατρίκιου βρίσκεται ακόμα και ευτυχώς εν ζωή και δημιουργεί. Η ποιητική αυτή αγωνιστική τριανδρία προέρχεται από την ίδια ιδεολογική και πολιτική δεξαμενή της ανανεωτικής κομμουνιστικής αριστεράς, αυτών που ασπάσθηκαν τον μαρξιστικό οραματικό κοινωνικό «μύθο», αλλαγής της κοινωνίας και επαναστατικής ανατροπής των κοινωνικών συνθηκών από τα πρώτα χρόνια της νεότητά τους, ως έφηβοι και αμυντικά τον «προπαγάνδισαν». Θυσιάστηκαν, σκοτώθηκαν, κυνηγήθηκαν, φυλακίστηκαν, εξορίστηκαν, βασανίστηκαν για τα Ιδεολογικά τους πιστεύω, μετρήθηκαν θετικά και αγωνιστικά οι πολιτικές τους αντοχές αλλά και οι δημόσιες αμφιβολίες τους, οι αμφισβητήσεις τους εκ των έσω, της κομμουνιστικής τότε κυβερνητικής σοβιετικής εξουσίας και πνευματικής καθοδήγησης, ενός πολιτικού και οικονομικού πειράματος που οδηγούσε σε αδιέξοδο την κοινωνία με τον δογματισμό και συγκεντρωτισμό του. Τόσο σε πολιτικό όσο και στους διάφορους πνευματικούς και καλλιτεχνικούς χώρους και στάδια. Με την μονοσήμαντη επιδίωξη επιβολής της θεωρίας της προλεταριακής σύλληψης και λογοτεχνίας ως της μόνης ιδεολογικής καθαρότητας, αναγκαία και χρήσιμη για το Λαό και τις ανάγκες του. Ήταν το νέο πρόσωπο της επαναστατικής κουλτούρας που σκίαζε όλα τα προηγούμενά της ή τα στηλίτευε ως εκφυλιστικά, αντιδραστικά κατά την μαρξιστική σοβιετική εκδοχή.  Ήταν η μερίδα εκείνη των κόκκινων αγωνιστών και πνευματικών ανθρώπων που στάθηκαν επικριτικά, αμφισβήτησαν δογματικές θέσεις και ολοκληρωτισμούς, επιτεύγματα δήθεν πρωτοποριακής επαναστατικότητας αλλά με κριτική φωνή, δημιουργική σκέψη, ανανεωτικό και φρέσκο πνεύμα ελευθερίας, απέναντι στους πολιτικούς και πνευματικούς ηγέτες των σοβιετικών συντρόφων ομοϊδεατών τους, οι οποίοι μέσα από συνεδριακές κλειστές συναντήσεις επιχείρησαν να επιβάλλουν (και το κατόρθωσαν σε μεγάλο βαθμό) την δική τους και μόνο μονολιθική θέση και συνεδριακές αποφάσεις διεθνώς, για το προς τα πού έπρεπε να στρέψει το βλέμμα του ο κάθε μη αστός καλλιτέχνης.  Για την ευρωπαϊκή και παγκόσμια Ιστορία οφείλουμε να σημειώσουμε ότι κατά την περίοδο του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου, η προσφορά σε έμψυχο και άψυχο υλικό των σοβιετικών πολιτών και στρατιωτών υπήρξε τεράστια, και αυτό το γεγονός, προσπαθούσαν οι τότε καθοδηγητές της μαρξιστικής ιδεολογίας ηγέτες του σοβιετικού καθεστώτος να το εξαργυρώσουν με όποιον τρόπο μπορούσαν παγκοσμίως. Κάτι που δεν βρήκε σύμφωνους όχι μόνο τους έλληνες νεολαίους και κομμουνιστές αγωνιστές αλλά και ένα μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής διανόησης και νεολαίας, της δυτικοευρωπαϊκής γενιάς που ερωτοτρόπησαν ή δελεάστηκαν από τα οράματα της επανάστασης και το φιλειρηνικό τους πνεύμα. Την σωματική και ψυχική κούραση και εξόντωση των κοινωνικών τους θελήσεων μετά από δύο παγκόσμιους πολέμους στο ευρωπαϊκό έδαφος. Πολλά νεαρά κυρίως μέλη ή ανένταχτοι νεολαίοι (οι λεγόμενοι συνοδοιπορούντες) αμφισβήτησαν ανοιχτά την επίσημη γραμμή του δόγματος, τις κυβερνητικές αποφάσεις των κομματικών στελεχών. Αυτό ιστορικά σήμαινε όπως αποδείχτηκε ένα διπλό ανελέητο κυνηγητό, από τους αντιπάλους αλλά και τους πρώτη φίλους και συντρόφους. Υπήρξε μία ρήξη όχι μόνο σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο αλλά ίσως και πνευματικό, καλλιτεχνικό που δεν γεφυρώθηκε έκτοτε. Κυρίως, μετά το 1968 και την οριστική διάσπαση. Ιδεολόγοι μάρτυρες, αγνοί πατριώτες μπλέχτηκαν σε καταστάσεις και περιπέτειες που τους επιβάλλονταν και κατέπνιγαν τα ιδανικά τους, τους οραματισμούς τους, τις υπαρξιακές και κοινωνικές δημοκρατικές ανησυχίες τους, τα προσωπικά τους οράματά περί ελευθερίας και δικαιοσύνης απόψεις. Απελευθέρωσης από τα δεσμά κάθε συστήματος εξουσίας, ακόμα και της ιδεολογικής που πίστεψαν και ακολουθούσαν, έτσι πλήρωσαν το τίμημα διπλά. Υποστηρικτές μιάς άλλης πολιτικής οργάνωσης της κοινωνίας και κοινωνικών συνθηκών, κομμουνιστικής ελευθερίας δίχως όρια επιβαλλόμενα, ανεξάρτητες καινούργιες φωνές, ακηδεμόνευτες νεανικές προσωπικότητες, αγωνιστές σεμνοί, συνειδητοί πολίτες δίχως να αποζητούν, φέρουν επίσημα παράσημα επιβράβευσης των αγωνιστικών τους περιπετειών. Ελεύθεροι χαρακτήρες ακέραιοι, πρόσωπα καθαρά αν και βασανισμένα, ανιδιοτελή στους πολιτικούς τους σκοπούς, πατριώτες, δίχως σκιές ατομικού ανταλλακτικού συμφέροντος να σκιάζουν τις μελλοντικές ζωές τους, τα όνειρά τους, τα οράματά τους, τις πρακτικές τους. Καθημερινοί ήρωες μιάς άλλης αντίληψης περί ατομικής και κοινωνικής ελευθερίας για τον άνθρωπο, για τον ανώνυμο αγωνιζόμενο λαό, την ανθρωπότητα. Ας μην λησμονούμε ότι πολλοί ποιητές και μυθιστοριογράφοι αυτής της γενιάς είχαν γεννηθεί πάνω κάτω μία εικοσαετία πρίν τον πόλεμο του 1940 και ήσαν συνομήλικοι του Άρη Αλεξάνδρου. Όπως ο ποιητής Δημήτρης Παπαδίτσας, η πεζογράφος Μιμίκα Κρανάκη, η μυθιστοριογράφος Λιλή Ζωγράφου, ο πεζογράφος Κώστας Κοτζιάς, η πειραιώτισσα ποιήτρια και μεταφράστρια Όλγα Βότση και αρκετοί άλλοι. Είχαν κοινές αισθήσεις και παραστάσεις, εμπειρίες ζωής και μνήμες, σπαράγματα αισιοδοξίας και απαισιοδοξίας, διάψευσης.

     Άρης Αλεξάνδρου, κυρίως και πρωτίστως ακούραστος και σημαντικός μεταφραστής, ολιγογράφος ποιητής, (τρείς μόνο ποιητικές συλλογές) μυθιστοριογράφος ενός και μόνου αλλά σπουδαίου πεζού, «Το Κιβώτιο» -ο εξόριστος για πολιτικούς λόγους (μαζί με τον Τραπεζούντιο έλληνα πατέρα του) από του Άγγλους στην Έλ Ντάμπα στην περιοχή της Λιβύης (Δεκέμβριος 1944- Απρίλιος 1945). Εξόριστος στην συνέχεια ( Ιούλιος 1948- Οκτώβριος 1951) διαδοχικά στην Μακρόνησο, τον Άγιο Ευστράτιο, στο Μούδρο, και ακόμα, καταδικασμένο επί ανυποταξία από το στρατοδικείο των Αθηνών. Ή προσωπική συνειδησιακή αυτή άρνηση στράτευσής του είχε σαν αποτέλεσμα να φυλακιστεί στις φυλακές Αβέρωφ, της Αίγινας της Γυάρου από τον (Νοέμβριο του 1952 έως τον Αύγουστο του 1958). Και παρότι του δόθηκε η δυνατότητα να αποφύγει την φυλάκιση, αρνήθηκε να δεχτεί λύσεις που του πρότεινε ένας άγνωστός του φύλακας με αποτέλεσμα να καταδικαστεί και να εκτίσει την ποινή του. Η στάση του αυτή, (να μην μετατραπεί ένα εξημερωμένο πολιτικό ζωάκι τόσο από τους διώκτες του όσο και από τους κομμουνιστές συντρόφους του) πέρα από τον σεβασμό του ατομικού του μαρτυρολογίου από εμάς, είχε σαν αποτέλεσμα να βρεθεί σε κελιά μαζί με άλλους κομμουνιστές παλαιούς συντρόφους του φυλακισμένους οι οποίοι, ακολουθώντας την επίσημη γραμμή του κόμματος, τον απομόνωσαν και τον περιθωριοποίησαν στις αναμεταξύ τους επαφές. Εκείνος, ο Αλεξάνδρου, αποδέχτηκε την απομόνωσή του, την άλλη εσωτερική εξορία από τους ομοιδεάτες συντρόφους του δίχως διαμαρτυρία, αν και δεν αποδέχονταν πλέον να ακολουθεί τις επίσημες γραμμές του κόμματος, σαν ένα είδος μάρτυρα. Αυτό τον έφερε στην κατάσταση να βρίσκεται ανάμεσα σε δύο εχθρικά στρατόπεδα, των δικών του παλαιών συντρόφων και των πολιτικών αντιπάλων τους. Κράτησε μία στάση σιωπηλός και υπομονετικός, ανεξίκακος, κάπως απόλυτη και ακραία για τα δικά μας ανθρώπινα μέτρα, σαν και αυτήν που διαβάζουμε στα διάφορα συναξάρια του χριστιανικού μαρτυρολογίου, που έπεφταν στην αρένα με τα θηρία για να συναντήσουν γρηγορότερα τον Θεό απελευθερωτή της πίστης τους. Αταύτιστη ιδεολογικά “suis generis” πολιτική και κοινωνική προσωπικότητα. Κοιταγμένη μέσα στο πλαίσιο της ιστορικής και πολιτικής και της ιδεολογίας εποχής της, αποτελεί μία φωτεινή εξαίρεση και παράδειγμα (;), αν διευρύνουμε τα ιστορικά όρια εξέτασής της φτάνοντας μέχρι των ημερών μας. Σήμερα ενδέχεται κάτω από άλλες συνθήκες και αξιακό σύστημα ζωής να μας γεννηθούν ερωτήματα για πτυχές της ατομικής του πολιτικής στάσης και επιλογές. Πολιτικός και κοινωνικός οραματιστής, ιδεολόγος που σκιαμαχούσε, ή μία πραγματικά αληθινή ποιητική συνείδηση; Ή μήπως μια πολιτική αγωνιστική μαρτυρική προσωπικότητα η οποία «χρησιμοποίησε» την ποιητική φόρμα και γραφή για να εκφράσει, αποτυπώσει τις ιδεολογικές και πολιτικές αμφιβολίες και αρνήσεις του, την ειρωνεία και τον δημόσιο σαρκασμό του για άτομα της τότε σοβιετικής κυβερνητικής εξουσίας; Μπαμπούλες καθοδηγητές που ήταν φύση και θέση αδύνατο να κατανοήσουν την ευαισθησία και τον αέρα ελευθερίας που κόμιζε η σκέψη του. Μόνο η τρίτη του συλλογή με τίτλο «ΕΥΘΥΤΗΣ ΟΔΩΝ» εκδόσεις “Homo Humanus”, Αθήνα 1959, (δεν είναι καθόλου τυχαίος ο τίτλος που εφηύρε για εκδοτικό του οίκο) μας προσφέρει τα ποιητικά εκείνα εχέγγυα της πλήρης ένταξής του στην ποιητική τριάδα των πρώτων μεταπολεμικών γενεών. Ενώ από τις 40 ποιητικές μονάδες της συλλογής, περίπου οι 15, τα Καβαφογενή του ποιήματα, τα οποία υιοθετεί και εκφράζει την ιστορικότητα του καιρού του, σχηματίζει το ταμπλό των εικόνων του, την καρικατουρίστικη εικόνα των πολιτικών προσώπων, τον σαρκασμό των τότε  κόκκινων καθοδηγητών, η ειρωνική τους σκιαγράφηση και ειρωνική σίγουρα πρόθεση και σκοπιμότητα του δηλώνουν την ποιητική του φλέβα. Αποκαθηλώνοντάς τους από τα ηρώα τους που η επίσημη ιδεολογική γραμμή τα έχει τοποθετήσει στην εποχή του. Μια ειρωνική ματιά δανεισμένη από το Βαρναλικό βλέμμα μέσα στο Καβαφικό ιστορικό κάντρο εξέτασης. Ίσως είναι ο πιο σαρκαστικός ανάμεσα στους αριστερούς αγωνιστές κόκκινους ποιητές της εποχής του. Ίσως και γιαυτό ο ποιητικός του λόγος φέρει μέσα του έντονα τα στοιχεία και τις προϋποθέσεις της ιστορικής και πολιτικής επικαιρότητάς του και μόνο. Οι πολιτικές του «μπροσούρες» δεν έχουν το ύψος της φωνής ενός Κώστα Βάρναλη, ενός Νικήτα Ράντου, ενός Νάνου Βαλαωρίτη. Είναι σιωπηλών τόνων διαμαρτυρίες και όχι πολιτικές εντολές μιάς άλλης ιστορικότητας της ανθρωπότητας. Οι απόψεις του για την ορθογραφία και την γλώσσα μάλλον χρειάζονταν περισσότερη επεξεργασία.

Ο Άρης Αλεξάνδρου (24/11/22-2/7/1978) όπως και η σύντροφός του ποιήτρια Καίτη Δρόσου (3/2/22-14/2/2016) είχαν γεννηθεί την χρονιά της Μικρασιατικής Καταστροφής, το 1922.  Και οι δύο εμβληματικές αυτές φυσιογνωμίες της αριστεράς, άφησαν την τελευταία τους πνοή στην πόλη του φωτός, το Παρίσι, όπου είχαν εγκατασταθεί ένα μήνα μετά την επιβολή της επτάχρονης δικτατορίας του 1967 στην πατρίδα μας. Ελληνες δημιουργοί και λόγιοι, μικρές εφηβικές και νεανικές παρέες της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς οι οποίοι κόμιζαν έναν άλλον αριστερό αέρα ελευθερίας, παγκοσμιότητας και ανθρωπισμού, φιλοσοφία της επανάστασης. Διαφορετικές φωνές, ακηδεμόνευτης από θεωρητικά τσιτάτα των πολιτικών εγχειριδίων, και δογματικών διαταγών μιάς οραματικής φενάκης επιβαλλόμενης από τα πάνω όχι οικειοθελώς. Είναι οι αποσυνάγωγοι εντός και εκτός των ιδεολογικών και πολιτικών τειχών τις ιστορικές περιόδους των αναθεωρήσεων και της πολιτικής χειραφέτησης στον ευρωπαϊκό, δυτικό κόσμο. Οι αποδιοπομπαίοι σύντροφοι των παλαιών συναγωνιστών. Οι αναθεωρητικές αυτές πολιτικές φωνές αριστερών ιδεολόγων μαχητών οι οποίες αναζητούσαν μία διαφορετικών μορφών πολιτικής ανθρωπολογικής αλληλεγγύης. Διέθεταν ένα άλλο ατομικό ή συλλογικό ήθος. Ένα ουμανιστικό όραμα της ανθρωπότητας με κόκκινο ακηδεμόνευτο πρόσημο της σύγχρονης Ιστορίας. Και η επιλογή και στάση τους αυτή, τους στιγμάτισε τους περιθωριοποίησε. Πρόλαβαν όμως να δουν πικραμένοι τον «εκφυλισμό» της ιδεολογικής τους επιλογής, να βιώσουν την ήττα της πολιτικής προσπάθειάς τους, σε κρατικό επίπεδο μια και ευτυχώς στην μοιρασιά του Κόσμου μας ο πατερούλης μας έδωσε στην από εδώ πλευρά των δυτικών ανοιχτών κοινωνιών. Στον ελλαδικό χώρο σημαδιακή είναι η χρονολογία του 1968, σε διεθνές επίπεδο η χρονολογία του 1989, της πτώσης του τείχους του Βερολίνου, της επανένωσης της Γερμανίας. Στο ίδιο κελλί λοιπόν ο Άρης Αλεξάνδρου με τους παλαιότερους συντρόφους και συναγωνιστές του και όμως αποκλεισμένος, αποξενωμένος, αποδιωγμένος. Ακατανόητες κινήσεις και ατομικές συμπεριφορές για άτομα που πρέσβευαν τον άλλο ανθρωπισμό και πολιτική συμπεριφορά. Λάθη και πρακτικές ανθρώπων τα οποία χρεώθηκε η Ιστορία, σαν εκδήλωση ενός φανερώματος της ανθρώπινης εξεγερμένης στις στοές του χρόνου συνείδησης τον προηγούμενο αιώνα. Το τέλος του Ρομαντισμού της Ιστορίας με σκληρότερο τρόπο.

    Οι τρείς αυτές ισχυρές ποιητικές προσωπικότητες της Πρώτης Μεταπολεμικής Γενιάς είναι ο Άρης Αλεξάνδρου, ο Μανώλης Αναγνωστάκης και ο Τίτος Πατρίκιος. Αυτές τις τρείς ποιητικές μεταπολεμικές φωνές, το ήθος του ποιητικού τους λόγου, την πολιτική ηθική της γραφής τους και της πολιτικής τους ποιητικής είναι που μας γνώρισε, σε εμάς τους εφήβους (οφείλουμε να το επαναλάβουμε) μας έφερε σε επαφή, φώτισε την εικόνα του ποιητικού τους λόγου με τις επιφυλλίδες του ο κυρός Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης. Την ίδια πάνω κάτω περίοδο τα δημοσιεύματα συγκεντρώθηκαν και μαζί με ένα ενδεικτικό ποιητικό ανθολόγιο από κάθε έναν από τους τρείς ποιητές και ένα πρόλογο κυκλοφόρησαν αυτόνομα σε βιβλίο από τις εκδόσεις Κέδρος. Βλέπε Δ. Ν. Μαρωνίτης, «ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ» ΠΡΏΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΓΕΝΙΑ. Αλεξάνδρου- Αναγνωστάκης-Πατρίκιος, εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα, Δεκέμβριος1976, σελίδες 134, τιμή 150 ευρώ. Περιέχει: Πρόλογος σ. 7-8 Επιφυλλίδες σ.11-80. Ανθολόγιο Ποιητικής σ.81-126. Επιλογή Βιβλιογραφίας σ.129.

Διαβάζουμε από την αρχή του Προλόγου, σελ. 7:

«Το βιβλίο αυτό είναι δουλειά βολική: μαζεύει δέκα, δημοσιευμένες ήδη, δικές μου επιφυλλίδες και τρείς φορές δέκα γνωστά ποιήματα της ποιητικής τριάδας που με σταμάτησε εδώ κι ένα χρόνο. Τα συμπληρώματα εξάλλου (ενδεικτικά σχόλια πρώτης ανάγνωσης και επιλογή βιβλιογραφίας) βγήκαν από τις σημειώσεις μου της περασμένης πανεπιστημιακής χρονιάς. Οι όροι αυτοί, γυρισμένοι στο θετικό, δείχνουν ίσως και το χαρακτήρα του βιβλίου: πρόκειται για δουλειά δασκάλου-δασκαλίστικη θα έλεγα, αν ως τώρα είχαμε σεβαστεί περισσότερο αυτή τη λέξη.

Στις επιφυλλίδες δεν διόρθωσα τίποτε άλλο έξω από τις αβλεψίες της μηχανής. Ξέμεινε επομένως ο ημερολογιακός τόνος που επιτρέπει στον ενδιαφερόμενο να συγκρίνει τη γραφή με τα περιστατικά της.».

      Το σπονδυλωτό κάπως σύντομο αυτό μελέτημα, διαβάστηκε και συζητήθηκε στην εποχή του/μας πολύ. Ήταν η πρώτη πύλη εισόδου που μας έφερνε σε επαφή με τον μεταφραστή και ποιητή Άρη Αλεξάνδρου. Παράλληλα, αμέσως μετά την πτώση της δικτατορίας οι πιο ενημερωμένοι και εμπειρότεροι (μεγαλύτερης ηλικίας) αναγνώστες, (και οι Κριτικοί) της εξέλιξης της διαδρομής της μυθιστορηματικής γραφής στην Ελλάδα, γνώριζαν, είχαν διαβάσει και αξιολογήσει θετικά, επαίνεσαν το εμβληματικό και ανατρεπτικό στην δομή, την γραφή, και το περιεχόμενό του μοναδικό μυθιστόρημα του Άρη Αλεξάνδρου, το πασίγνωστο «Το Κιβώτιο» μυθιστόρημα, α΄ έκδοση, εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 1974, σελίδες 294. Μακκέττα εξωφύλλου Άγγελος Καμπάνης. Το μοναδικό αυτό μυθιστόρημα του συγγραφέα είναι αφιερωμένο από τον πεζογράφο και μεταφραστή στην σύντροφό του και συναγωνίστριά του, την ποιήτρια «Στην Καίτη Δρόσου». Από την «επίσημη» φιλολογική θα σημειώναμε παρουσία του Άρη Αλεξάνδρου από τον καθηγητή Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη, τα μεταδικτατορικά χρόνια, τις ανοιχτές δημόσιες συζητήσεις που διεξήχθησαν, και τα κείμενα που γράφτηκαν σε διάφορα έντυπα βλέπε εφημερίδα «Η Αυγή» μετά την φυσική απώλειά του, την υποτυπώδη συνέντευξή του πχ. περ. «Ηριδανός» την κυκλοφορία του «Κιβωτίου», έκανε πάνω από 10 επανεκδόσεις η συγγραφική και πολιτική αντισυμβατική παρουσία και κυρίως, η μεταφραστική του μεγάλη και ποιοτική και επιμελημένη παραγωγή (κοντά 100 τίτλοι μυθιστορημάτων και βιβλίων ιστορικών και γενικού ενδιαφέροντος) το ευρύ ελληνικό αναγνωστικό κοινό και αυτό των νεότερων ηλικιακά γενεών πληροφορήθηκε και έμαθε τους κυριότερους σταθμούς της πορείας και συγγραφικής- μεταφραστικής σταδιοδρομίας, από τα διάφορα σκόρπια δημοσιεύματα των εφημερίδων όπως αυτά του Αλέξανδρου Αργυρίου ή του πειραιώτη Δημήτρη Ραυτόπουλου και άλλων.

Η συγγραφική του φωνή ήταν γνωστή από το Καλοκαίρι του 1943 κατά την διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής, όταν ο νεαρός 21 ετών φέρελπις νέος εμφανίστηκε με κείμενό του στο περιοδικό τα «Καλλιτεχνικά Νέα», τεύχη 3 και 5. Ακολούθησε μία μάλλον πολύχρονη σιωπή του. Επανεμφανίζεται και συχνότερη είναι η συγγραφική του παρουσία στο περιοδικό «Καινούργια Εποχή» των χρόνων 1959, 1960, 1961, 1962, μία εικοσαετία σχεδόν μετά την πρώτη του επίσημη εμφάνιση. Επίσης στο περιοδικό «Επιθεώρηση Τέχνης» 1961, στο περιοδικό «Εποχές» 1964 (περίοδος πολιτιστικής άνοιξης στην χώρα μας πριν ανακοπεί από την χούντα) και σε διάφορα αριστερά έντυπα του εξωτερικού. Συγκριτικά με άλλους ομοτέχνους του ομοιδεάτες του ποιητές, συγγραφείς των χρόνων του και της γενιάς του, η συγγραφική παρουσία του αχειραγώγητου από συστήματα και εξουσίες «αναρχικού» κομμουνάριου Άρη Αλεξάνδρου δεν είναι μεγάλη, πλούσια, ποικίλη. Εξαίρεση αποτελούν οι μυθιστορηματικοί και άλλοι ξένοι τίτλοι της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας λογοτεχνίας και πολιτισμού που ο για καθαρά βιοποριστικούς λόγους μετέφρασε ο Άρης Αλεξάνδρου, είτε με το όνομά του είτε με διάφορα ψευδώνυμα ή και δίχως να αναγράφεται το όνομά του. Ή απωλέσθηκαν τα χειρόγραφα.

Ερώτηση: Σε ποιο κόμμα ανήκεις;

       «Δεν ανήκω σε κανένα κόμμα και σε καμμιά πολιτική οργάνωση. Δεν είμαι μέλος καμιάς εκκλησίας. Δεν είμαι οπαδός καμιάς θρησκείας. Όπως το έχω ξαναπεί. Δεσμώτης τήδε ίσταμαι της ένδον ρήμασι πειθόμενος. Έχοντας περάσει από τα ξερονήσια και τις φυλακές, νιώθω πως είμαι συγκρατούμενος όχι μόνο με όσους υποφέρουν στα φασιστικά στρατόπεδα μα και με όσους βασανίζονται στο Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ. Νιώθω αλληλέγγυος και συνυπεύθυνος με όσους αγωνίστηκαν, αγωνίζονται και θα αγωνιστούν εναντίον όλων των τυράννων, εστεμμένων και τραγιασκοφόρων, εναντίον όλων των δεσποτάδων, γαλονάδων και ρασοφόρων.

Ερώτηση: Σε ποια λογοτεχνική σχολή ανήκεις;

     Σε καμιά. Πιστεύω ότι οι σχολές είναι άλλη μιά δέσμευση. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα, επιβάλλονται ακόμα και με κυβερνητικά διατάγματα, όπως έχει επιβληθεί λόγου χάρη στη δήθεν σοβιετική Ρωσία ο δήθεν σοσιαλιστικός ρεαλισμός. Φυσικά, έχω τις προτιμήσεις μου και δε θα έγραφα όπως γράφω, αν δεν είχαν προηγηθεί συγγραφείς σαν τον Ντοστογιέβσκη, τον Τζόυς και τον Κάφκα (για να μην αναφέρω παρά μόνο τους σπουδαιότερους).

Ερώτηση: Που ανήκεις τέλος πάντων;

     Ανήκω στο ανύπαρκτο κόμμα των ποιητών. Σαν ανύπαρκτο που είναι, δεν χορηγεί ούτε κομματικές ούτε λογοτεχνικές ταυτότητες. (όπως γίνεται στις λεγόμενες σοσιαλιστικές χώρες, όπου οι απόφοιτοι των λογοτεχνικών- διάβαζε κομματικών- ινστιτούτων, εφοδιάζονται με μιά ταυτότητα, που φέρει την ένδειξη Επάγγελμα: Λογοτέχνης και αποκτούνε έτσι το δικαίωμα να διοριστούν στους διάφορους «εκπολιτιστικούς» οργανισμούς και να δημοσιεύουν τα «έργα» τους- όσο δεν παρεκκλίνουν βεβαίως από την εκάστοτε γραμμή του κόμματος). Θεωρώ περιττό να προσθέσω, ότι και στον δήθεν ελεύθερο κόσμο, οι δήθεν δημοκρατικές κυβερνήσεις χορηγούν έμμεσα παρόμοιες «ταυτότητες» (τι άλλο είναι τα βραβεία, οι αγορές βιβλίων και οι άλλες ηθικές και υλικές ενισχύσεις;).  Εγώ δεν είμαι μέλος καμιάς Εταιρείας Λογοτεχνών και δεν πρόκειται, λόγου χάρη, να ζητήσω σύνταξη. Αν έτυχε να γράψω κάτι αυτό είναι μια προσωπική μου υπόθεση και κανείς δε μου  χρωστάει απολύτως τίποτα. Τη λογοτεχνική μου ταυτότητα εμένα μου τη χορήγησε τον Αύγουστο του 1972 η Γενική Ασφάλεια, απαγορεύοντας το βιβλίο μου Ποιήματα 1941-1971.»

                    ΆΡΗΣ  ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ    

     Τώρα, η καθαρά εκδοτική πορεία του Άρη Αλεξάνδρου είχε αρχίσει και αυτή σε νεαρά ηλικία, όταν το 1946 (ο Αλεξάνδρου είναι 24 ετών) από τις εκδόσεις Γκοβόστη κυκλοφόρησε η πρώτη του ποιητική συλλογή «Ακόμα τούτη η άνοιξη». Ακολούθησαν άλλες δύο ολιγοσέλιδες συλλογές, η «Άγονος γραμμή» 1952 και «Ευθύτης οδών» 1959. Μία συγκεντρωτική έκδοση των τριών αυτών ποιητικών του συλλογών κυκλοφόρησε πρώτα από τις εκδόσεις Κείμενα 1972, (του Φίλιππου Βλάχου) εξαιτίας όμως της λογοκρισίας αποσύρθηκε, και κατόπιν έχουμε την β΄ έκδοση των τριών συλλογών, συμπληρωμένη με γαλλικά και ελληνικά ποιήματα από τις εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1978, σελ. 160 τιμή 180 δραχμές. Από τις εκδόσεις Βέργος το 1977 κυκλοφόρησε ένα χρόνο πριν τον θάνατό του, ένα μικρό βιβλίο του, ένα σενάριό του βασισμένο σε ποιητικό έργο του ποιητή και δασκάλου του Γιάννη Ρίτσου, το «Ο Λόφος με το σιντριβάνι» Σενάριο βασισμένο στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Γ. Ρίτσου, β’ έκδοση εκδόσεις Ύψιλον/βιβλία, Αθήνα, Φεβρουάριος 1983, σελ. 42, τιμή 100 δραχμές επιμέλεια και μακέτα εξωφύλλου Δημήτρης Καλοκύρης. Ένας τόμος με σκόρπια δημοσιευμένα πολιτικά και φιλολογικά του δοκίμια, ένα θεατρικό και σκέψεις του για την ποίηση, τον ποιητή και την μετάφραση, την ορθογραφία, την σοβιετική σκέψη με τίτλο «Έξω απ’ τα δόντια  Δοκίμια (1937-1975)» πάλη από τις εκδόσεις Βέργος, Αθήνα 1977, και Β΄ έκδοση, εκδόσεις Ύψιλον/βιβλία, Αθήνα Νοέμβριος 1982, σελ. 184, τιμή 250 δραχμές. Επίσης, από την σειρά «Φοβερά Ντοκουμέντα» των εκδόσεων Mondadori –Φυτράκης, Μάρτιος 1975 κυκλοφόρησε η πολιτική μελέτη- Χρονικό του Άρη Αλεξάνδρου «Η Εξέγερση της Κρονστάνδης, Μάρτιος 1921» υπό Άρη Αλεξάνδρου, σελίδες 284. Η πολιτική αυτή καθαρά ιστορική εργασία (ένα είδος πολιτικού του ιδεολογικού «μανιφέστου») του οποίου την εκδοχή των ιστορικών γεγονότων υιοθέτησε και κατά μία εκδοχή ακολούθησε στον πολιτικό του βίο. «Η Εξέγερση της Κρονστάνδης» κυκλοφόρησε και σε β΄ αποκατεστημένη έκδοση και συμπληρωμένη με επιστολή του Άρη Αλεξάνδρου προς τον πρώτο εκδότη του, Χρίστο Φυτράκη, χτενισμένη γλωσσικά τον Ιούνιο του 2015 από τον εκδοτικό οίκο Πανοπτικόν της Θεσσαλονίκης, σελίδες 278, ευρώ 17. Από τον ίδιο εκδοτικό οίκο Πανοπτικόν και τον συγγραφέα εκδότη τον κύριο Κώστα Δεσποινιάδη, εκδόθηκε τον Μάρτιο του 2019 και η μικρή μελέτη «Ο Ανυπότακτος Άρης Αλεξάνδρου». Ανάμεσα στο Κιβώτιο και την Εξέγερση της Κρονστάνδης σελίδες 70. Τέλος, αν για λόγους επιβαλλόμενης συντομίας προσπεράσουμε τον  μακρύ κατάλογο των μεταφρασμένων μυθιστορημάτων και τα ονόματα των συγγραφέων τους, από τα Ρώσικα, Αγγλικά, Γαλλικά, Λατινικά (;) κ.ά. του Άρη Αλεξάνδρου στην ελληνική γλώσσα, ένας αριθμός που πλησιάζει τους 100 τίτλους με τα σημαντικότερα ονόματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας τα οποία υπέγραψε σαν επαγγελματίας μεταφραστής ο Αλεξάνδρου με το όνομά του, τα ψευδώνυμα που χρησιμοποιούσε ή ανωνύμως, η πρωτότυπη συγγραφική παραγωγή, ποίηση- πεζά, μελέτη δεν είναι μεγάλη. Αν την συγκρίνουμε την παραγωγή του με εκείνη πχ. του Μ. Αναγνωστάκη, του Τίτου Πατρίκιου, του Νίκου Παππά, του Νικόλαου Κάλλας, του Σπύρου Τσακνιά κλπ. Μία πρώτη καταγραφή τίτλων μυθιστορημάτων και ονομάτων των πεζογράφων που μεταφράστηκαν από τον Άρη Αλεξάνδρου έχουμε στο μικρό αφιέρωμα στον Αλεξάνδρου στο περιοδικό «Η Λέξη» τχ. 77/9,1988, σ. 629-630 με τίτλο «Αναλυτική κατάσταση έργων που μεταφράστηκαν από τον Άρη Αλεξάνδρου». Ενδιαφέρον παρουσιάζουν-στο παρόν αφιέρωμα-και τα τρία γράμματα της ποιήτριας και μεταφράστριας Τζένης Μαστοράκη η οποία στα γράμματά της (πολύ ωραίο το τρίτο) χρησιμοποιεί λέξεις και φράσεις του μεταφραστή Αλεξάνδρου). Μία δεύτερη καταγραφή περισσότερο επιμελημένη 67 συνολικά τον αριθμό έχουμε από τον Χρίστο Παπαγεωργίου, σ.78-79 «Μεταφράσεις του Άρη Αλεξάνδρου (Μια απόπειρα καταγραφής)», στο αφιέρωμα του περιοδικού «Διαβάζω» τχ. 212/ 29 Μαρτίου 1989. Στο ίδιο πλούσιο αφιέρωμα, παρουσιάζεται και μία ενδιαφέρουσα μελέτη του Γιάννη Μπασκόζου «Ο Ά. Αλεξάνδρου έξω από το Κιβώτιο» όπου έχουμε μία ορθή και προσεγμένη ανάλυση των τριών ποιητικών του συλλογών και άλλων εργασιών. Και ασφαλώς, τον αποδελτιωτικό κατάλογο των μεταφράσεων του Άρη Αλεξάνδρου συμπληρώνει με την μονογραφία του ο φίλος και συνοδοιπόρος του πειραιώτης δοκιμιογράφος Δημήτρης Ραυτόπουλος. Βλέπε τις σελίδες της Εργογραφίας του, Β’ Μεταφράσεις 1. Από τα αγγλικά, 2. Από τα ρώσικα. (Σε συνεργασία με τον Γιάννη Ρίτσο). 3. Από τα γαλλικά. 4. Από διάφορες γλώσσες. 5. Ημιτελείς, ανέκδοτες και χαμένες μεταφράσεις και άλλες εργασίες. 6. Μη αυτοτελείς (δημοσιευμένες σε περιοδικά κλπ.). σελίδες 383-389. Στην μονογραφία του «Άρης Αλεξάνδρου, ο εξόριστος», εκδόσεις Σοκόλη, Αθήνα, Νοέμβριος 1996, σελ. 416. Στην σειρά οι δικοί μας-1. Θα ήτανε παράλειψη αν δεν αναφέραμε την έκδοση Άρης Αλεξάνδρου, «ΔΙΑΛΕΞΑ» συγκέντρωση υλικού-Βιογραφικά σημειώματα- Σχόλια ΚΑΙΤΗ ΔΡΟΣΟΥ, εκδόσεις Τυπογραφείο Κείμενα, Αθήνα, Δεκέμβριος 1984, σελ. 136. Στην καλαίσθητη αυτή έκδοση έχουμε ανέκδοτες (από χειρόγραφα του μεταφραστή) μεταφράσεις ποιημάτων από τον Άρη Αλεξάνδρου. Μεταξύ άλλων διαβάζουμε τα ονόματα του άγγλου λυρικού Τζώρτζ Γκόρντον Νόελ, λόρδος Μπάυρον, του τούρκου Ναζίμ Χικμέτ, του ισπανού Φεδερίκου Γκαρθία Λόρκα, του Πέρσυ Μπης Σέλλεϋ, του πολωνού Αδάμ Μίσκιεβιτς, του Σεργκέϊ Αλεξάντροβιτς Γιεσένιν, του αμερικανού μοντερνιστή ποιητή Έζρα Πάουντ, του γάλλου Πώλ Ελυάρ, του Ερρίκου Χάϊνε, του Πιέρ Τσί-λίν, του Ράινερ Μαρία Ρίλκε του Μπορίς Λεονίντοβιτς Πάστερνακ, της Άννας Αντρέγιεβνα Γκόρενκο Αχμάτοβας και πολλών άλλων, ποιητικές φωνές που, αν προσμετρηθούν στις πεζογραφικές της παγκόσμιας λογοτεχνίας, μας δηλώνουν με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο την μεγάλη βεντάλια των μεταφραστικών του ενδιαφερόντων και των δικών του επιρροών. Σημειώνει μεταξύ άλλων στο δισέλιδο κείμενό της με τίτλο «ΜΙΑ ΕΞΗΓΗΣΗ» η ποιήτρια Καίτη Δρόσου, Παρίσι, Φεβρουάριος 1983:

      «Πότε άρχισαν να μεταφράζονται τα ποιήματα, με ποια κριτήρια έγινε η εκλογή τους, γιατί αυτή η αποσπασματικότητα, γιατί αυτή η έκδοση.

     Είναι υποθέτω ερωτήματα που θα γεννηθούν στον αναγνώστη.

     Οι πρώτες μεταφράσεις και οι απόπειρες μεταφράσεων έγιναν στα Γιούρα. Και λέω απόπειρες, γιατί εκεί ο Άρης, μόνος του, προσπαθεί να μάθει γερμανικά και ισπανικά.

     Ως προς τα κριτήρια θα αναφέρω το μότο της ποιητικής ανθολογίας του Ελυάρ που σίγουρα θα χρησιμοποιούσε ο Άρης, αν κατάφερνε να συμπληρώσει ό,τι άρχισε: «Η καλύτερη εκλογή ποιημάτων είναι εκείνη που διαλέγεις για τον εαυτό σου»….. σελ. 7.

     Στοιχεία και πληροφορίες για τις απόψεις του, τις θέσεις του, την ποίηση, την γνώμη του για ποιητές, την μεταφραστική διαδικασία, τις πολιτικές του θέσεις, τον υπερρεαλισμό και την σχέση του με την επιστήμη των ονείρων, ένα θεατρικό «Αντιγόνη», σελίδες19-72 και το εξαιρετικό του δοκίμιο, «Ποιος αυτοκτόνησε τον Μαγιακόβσκη; Σελίδες 133-167 το οποίο ξεχωρίζει μεταξύ των άλλων αναδημοσιευμένων άρθρων του,  διαβάζουμε από τον ίδιο τον συγγραφέα στον τόμο των Δοκιμίων του που συνεκέντρωσε (1937-1975) σκόρπια σε διάφορα έντυπα και κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Βέργος 1977 και το 1982 σε β΄ έκδοση από τις εκδόσεις Ύψιλον»/ βιβλία 1982, σελ.184. Απαραίτητο βιβλίο για όσους και όσες θέλουν και επιθυμούν να ερευνήσουν και να κατανοήσουν τη σύνολη παρουσία του Άρη Αλεξάνδρου. Το ακροτελεύτιο κείμενο (για την ακρίβεια συνέντευξη) που περιλαμβάνεται με τον γενικό τίτλο «Τα ένδον ρήματα» στον συγκεντρωτικό τόμο δοκιμίων του «ΕΞΩ ΑΠ’ ΤΑ ΔΟΝΤΙΑ», την συνέντευξη πήρε ο πειραιώτης Δημήτρης Ραυτόπουλος και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ηριδανός» τχ. 1/8,9,1975, μεταφέρω παραπάνω τα κυριότερα μέρη της. Στην Ερώτηση: Τι γνώμη έχεις για την Ελλάδα; ο Άρης Αλεξάνδρου απαντά: «Ποιά Ελλάδα; Ελλάδα δεν υπάρχει. Είμαστε μια αποικία της δήθεν ελεύθερης Αμερικής (Να μου βγει το μάτι αν θέλω να γίνουμε αποικία της λεγόμενης σοβιετικής Ρωσίας, πράγμα που βέβαια θα συμβεί, αν επικρατήσει το κουκουέξ ήτο κουκουές)».  Στον τόμο πληροφορούμεθα και για δύο ακόμα ψευδώνυμα τα οποία χρησιμοποιούσε ο Άρης Βασιλειάδης. Το Άρης Ουρανός και το Αντίπας Νετραλίτης. Ακόμα διαβάζουμε το μελέτημα «Το προσωπικό μονοπάτι του Έρενμπουργκ», «Περί μεταφράσεων», το «Όνειρο- Υπερρεαλισμός», «Οι ποιητές και τα βραβεία», και άλλα κάπως ανώδυνα κείμενα. Να σημειώσουμε ακόμα, ότι το πρώτο ψευδώνυμο στο νεαρό μεταφραστή Αριστοτέλη  Βασιλειάδη του Βασιλείου, Τραπεζούντιου Έλληνα και της Ρωσίδας Εσθονικής καταγωγής Πωλίνας Άντοβνας Βίλγκελμσουν, το έδωσε ο Γιάννης Ρίτσος εκτιμώντας τις μεταφραστικές ικανότητες του νεαρού Αλεξάνδρου, την περίοδο που ο ποιητής της Ρωμιοσύνης συνεργαζόταν σαν μεταφραστής των εκδόσεων Γκοβόστη και τον πρότεινε ως μεταφραστή στον εκδότη. Και επειδή υπήρχε και ένας άλλος μεταφραστής με το όνομα Βασιλειάδης, ο Ρίτσος επέβαλε και πολύ σωστά στο νεαρό ελληνορώσο φίλο και μαθητή του να υιοθετήσει το όνομα Αλεξάνδρου. Την αδερφική και συντροφική στενή σχέση του ποιητή της Ρωμιοσύνης Γιάννη Ρίτσου με τον Άρη Αλεξάνδρου και την Καίτης Δρόσου, βλέπουμε και διαβάζουμε στον τόμο: Γιάννης Ρίτσος, «Τροχιές σε Διασταύρωση- Επιστολικά Δελτάρια της Εξορίας και Γράμματα στην Καίτη Δρόσου και τον Άρη Αλεξάνδρου» Πρόλογος: Καίτη Δρόσου. Επιμέλεια-Εισαγωγή- Σημειώσεις: Λίζυ Τσιριμώκου, εκδόσεις Άγρα, 2008.

Στην περιδιάβαση του πολιτικού βίου και της πνευματικής παρουσίας του Άρη Αλεξάνδρου, οφείλουμε να μνημονεύσουμε δύο ακόμα κεντρικά βιβλία τα οποία το καθένα από την δική του σκοπιά και οπτική φωτίζουν την ζωή, τις οικογενειακές στιγμές, τις οικογενειακές σχέσεις και εργασιακές δυσκολίες, αντιξοότητες των χρόνων της εξορίας του ζεύγους Αλεξάνδρου στην Γαλλία. Την περιπέτεια του πολιτικού του βίου, τις ιδεολογικές του αναθεωρήσεις, τις φυλακίσεις και εξορίες τους, την ιδεολογική του «αναρχική» και φιλολογική του ταυτότητα όπως έγραψαν κριτικοί του, της ποιητικής του έργου του, της ηθικής του στάσης, της μυθιστορηματικής και δοκιμιακής του παρουσίας, με καταγραφή της εργογραφίας του, επιλεγμένης βιβλιογραφίας και κρίσεις για το έργο του. Το πρώτο βιβλίο είναι το βιβλίο της εγγονής του Κατερίνας Καμπάνη, «Άρης Αλεξάνδρου ο παππούς μου», εκδόσεις Ύψιλον/ βιβλία Μάρτιος 2006, σελ. 68, ευρώ 14. Ένα καλογραμμένο βιβλίο με χρήσιμες πληροφορίες για την ζωή του την περίοδο διαμονής του στην Γαλλία το οποίο συνοδεύεται με πλούσιο φωτογραφικό υλικό οικογενειακών του στιγμών. Η ματιά της παιδούλας εγγονής του ακριβοδίκαιη παρά την ιδιοσυγκρασιακή προσέγγιση, το συγκινητικό βλέμμα, και είναι εύλογο αυτό, την ήρεμη γραφή της τόσο για τον Άρη όσο και για την Καίτη Δρόσου, από την οποία αντλεί στοιχεία και μνήμες. Ένας παιδικός φωτισμός της προσωπικότητας του Άρη Αλεξάνδρου, εικόνων της καθημερινότητάς του, των σχέσεών του με την οικογένειά του και ιδιαίτερα του χώρου στον οποίο κινήθηκε, σπιτιών των διαφόρων εγκαταστάσεών του ζεύγους και της οικογένειας. Το δεύτερο βιβλίο-μονογραφία και σίγουρα την πληρέστερη μέχρι σήμερα, είναι η ενδελεχή και εξονυχιστική μονογραφία της πολιτικής του προσωπικότητας, της πολιτικής και ιδεολογικής του «σταδιοδρομίας», των διαδρομών της γραφής του, του κύκλου του συνόλου του έργου του, των κειμένων και των κρίσεων (επιλογή και ανθολόγηση) κειμένων που έχουν γραφεί για τον Άρη Αλεξάνδρου. Ψευδώνυμο του Αριστοτέλη Βασιλειάδη γεννημένου στο Λένινγκραντ στις 24 Νοεμβρίου 1922 θανόντα και ταφέντα στην πρωτεύουσα της Γαλλίας το Παρίσι την 24 Νοεμβρίου 1978. Το χρήσιμο βιβλίο στο οποίο αναφερόμαστε είναι μία εξαιρετική και πληρέστερη ερευνητική εργασία από τον πειραιώτη δοκιμιογράφο και ιδεολογικό σύντροφο, συναγωνιστή του Άρη Αλεξάνδρου, του Δημήτρη Ραυτόπουλου, Να επαναλάβουμε τον τίτλο του «Άρης Αλεξάνδρου, ο εξόριστος» εκδόσεις Σοκόλη στην σειρά «Οι δικοί μας-1», Αθήνα Νοέμβριος 1996, σελ. 416, δραχμές 5200. Η διαμερισματοποιημένη μελέτη του Δημήτρη Ραυτόπουλου ολοκληρώνει όπως φαίνεται την μέχρι σήμερα έρευνά μας για τον ποιητή, μυθιστοριογράφο, δοκιμιογράφο, μεταφραστή και κυρίως πολιτική οντότητα, αριστερό, αντισυμβατικό ιδεολογικά υποκείμενο που ονομάζεται Άρης Αλεξάνδρου. Το μελέτημα του Δημήτρη Ραυτόπουλου όπως και οι πρώτες παλαιότερες αξιολογικές κρίσεις του Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη, για τον ποιητή Αλεξάνδρου αν προσμετρηθούν και οι ουσιαστικές επίσης κρίσεις του φίλου του κριτικού και ιστορικού της ελληνικής λογοτεχνίας Αλέξανδρου Αργυρίου, ολοκληρώνουν το συγγραφικό πορτραίτο του Αλεξάνδρου. Δίχως να αγνοούμε και τους μεταγενέστερους ιδιαίτερους φωτισμούς του έργου του από άλλες αντρικές και γυναικείες κριτικές και δοκιμιακές γραφίδες, όπως της Αγγέλας Καστρινάκη, «Η λογοτεχνία στην ταραγμένη δεκαετία 1940-1950», εκδόσεις Πόλις 2005. Δώρα Μεντή, «Μεταπολεμική πολιτική ποίηση. Ιδεολογία και Ποιητική», εκδόσεις Κέδρος 1995. Γιώργος Μαρκόπουλος, «Εκδρομή στην άλλη γλώσσα» Αλεξάνδρου, Αναγνωστάκης, Λειβαδίτης, Δούκαρης, Κατσαρός, Κωσταβάρας, Πατρίκιος. Εκδόσεις Ρόπτρον 1991. Ξενοφών Α. Κοκόλης, «Εφαπτόμενες και αποκλίνουσες στον ποιητικό χώρο του Άρη Αλεξάνδρου και του Μανώλη Αναγνωστάκη (1990), στον βιβλίο του: «σε τί βοηθά λοιπόν…» Η ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΜΑΝΩΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗ, μελέτες και σημειώματα, εκδόσεις Νεφέλη, 2001. Αλέξανδρου Αργυρίου: επιμέλεια. «Η Ελληνική ποίηση» Ανθολογία- Γραμματολογία, Η ΠΡΩΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΓΕΝΙΑ, τόμος Ε΄, εκδόσεις Σοκόλη, γ΄ έκδοση, Αθήνα 1990. (είναι ο 23ος της ανθολόγησης των 47 συνολικά ονομάτων και εκπροσώπων της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς.). Περιέχει και ενδεικτικές καταγραφές κρίσεων για το έργο του, σελ. 330. Και  «Αρης Αλεξάνδρου» Παρουσίαση-Ανθολόγηση: Αλέξανδρος Αργυρίου, σελίδες 136-183, στον Β΄ τόμο «Η ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ» Από τον πόλεμο του ’40 ως την δικτατορία του ’67. Εκδόσεις Παναγιώτη Σοκόλη, Αθήνα 1988. Στις σελίδες 155-161 έχουμε κρίσεις για το έργο του, (Αλέξανδρος Κοτζιάς, Νίκος Γρηγοριάδης, Δημήτρης Ραυτόπουλος, Δ.Ν. Μαρωνίτης, Ρέα Γαλανάκη, Λίζυ Τσιριμώκου, Αντρέας Φραγκιάς) και Επιλογή Βιβλιογραφίας. Ενώ περιέχει και αποσπάσματα από το μυθιστόρημά του «Το Κιβώτιο». (Τρίτη 1 Οκτωβρίου 1949./ Τρίτη, 22 Οκτωβρίου 1949/ Τετάρτη, 15 Νοεμβρίου 1949).- Δημοσθένης Κούρτοβικ, «Έλληνες Μεταπολεμικοί Συγγραφείς». Ένας Κριτικός Οδηγός, εκδόσεις Πατάκη, 1995.- Βαγγέλης Ραπτόπουλος, «Λίγη Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας», εκδόσεις Πατάκη,  Σεπτέμβρης 2005.- Δημήτριος Γρ. Τσάκωνας, «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας & Πολιτικής Κοινωνίας». Κριτική τοποθέτηση Παναγιώτη Κανελλόπουλου, β΄ έκδοση επηυξημένη, τόμος 8ος, εκδόσεις Σώφρων» 1992.- Δημήτρης Ραυτόπουλος, «Εμφύλιος και λογοτεχνία», εκδόσεις Πατάκη, Νοέμβριος 2012. Περιλαμβάνει 23 δοκίμια για τη λογοτεχνία του εμφύλιου πολέμου, όπου εξετάζονται ιδιαίτερα τα έργα 17 πεζογράφων και ποιητών. Μεταξύ αυτών και του Άρη Αλεξάνδρου: Η σιωπή του Κιβωτίου», από περιοδικό “Athens Review of Books” τχ. 12/11, 2010.- Δημήτρης Ραυτόπουλος, «Τέχνη και Εξουσία», εκδόσεις Καστανιώτη 1985 και άλλων.   

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς,

20 Ιουνίου- 1 Ιουλίου 2023

ΥΓ. Καλά τον πετίτ Αλέξη να τον «ματιάσει» αλλά την Μαντόνα;

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου