Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2024

Νίκος Καζαντζάκης, Ο ΔΑΝΤΗΣ

 

      Ο  Δ Α Ν Τ Η Σ

Του Νίκου  Καζαντζάκη

Περιοδικό Φιλολογικά Χρονικά τεύχη 15-16/ 31/8/1944, χρόνος Α΄, τόμος Β΄, σελ. 81-83

     Όλη η «Θεία Κωμωδία» είναι δάσο από σύμβολα. Στο έργο αυτό έχει συμπυκνωθεί ολάκερη η σοφία του Μεσαίωνα.

     Κι όχι μονάχα η σοφία. Παρά κι όλα τα πάθη του Μεσαίωνα. Η απληστία που είχαν τότε οι άνθρωποι να ζήσουν, ν’ αγαπήσουν, να μισήσουν, ν’ αποχτήσουν δύναμη και συνάμα η μεσαιωνική τρομάρα για την κόλαση, για το Θεό που τα βλέπει όλα και τίποτα δεν συγχωράει και δεν ανέχεται ανταρσία. Οι αγγέλοι και οι δαιμόνοι δεν είταν αφηρημένες ιδέες, παρά όντα πιο πραγματικά από τους ανθρώπους κι από τα ζώα. Η γης ετούτη, η τόσο ελκυστική, είταν παγίδα’ κι αλλοίμονο σε όποιον γοητέβονταν από τα δαιμόνια. Κι όμως οι άνθρωποι αυτοί του Μεσαίωνα κυκλοφορούσαν μέσα στην παγίδα τούτη γεμάτοι αίμα χοχλαστικό, πεινούσαν κ’ έτρωγαν, διψούσαν, κι έπιναν, αγαπούσαν, σκότωναν μ’ ένταση που η κατοπινή άπιστη ανθρωπότητα δεν μπορούσε πια να τη νοιώσει.

     Ένας τέτοιος άνθρωπος με τέτοιο αίμα είταν κι ο Δάντης. Και τα εφτά αμαρτήματα τα είχε στο μέτωπό του’ μα συνάμα και τις εφτά Φτερούγες που τον χτυπούσαν και που σβύναν τις θανάσιμες αμαρτίες. Ο Δάντης δεν ήταν άνθρωπος της πένας, «λόγιος» μήτε είταν αγνός, ενάρετος, ανεξίκακος, δίκαιος’ η ανάβαση γι’ αφτόν στο Καθαρτήρι είταν έργο επίπονο, αιματερό, κατάχτηση ένοπλη κάθε στιγμή, μαστίγωμα της ψυχής του ανήλεο. Κι ο Παράδεισος δεν του ανοίχτηκε ήσυχα, χαρούμενα από τον πορτοφύλακα άγγελο’ ο Δάντης έσπασε με βία την πόρτα του Παράδεισου για να μπει.

     Μπορούν ο Δάντης να μην είναι ο μεγαλύτερος ποιητής των αιώνων, σίγουρα όμως είναι ο μεγαλύτερος της ψυχής αρχιτέκτονας. Μέσα στο τρισυπόστατο χάος- της αμαρτίας, της μετάνοιας,  της σωτηρίας- αφτός χάραξε σύνορα, άνοιξε δρόμους, στερέωσε πατώματα, έβαλε πόρτες, σκάλες πύργους, πολεμίστρες, άνοιξε λάκκους χωριστούς για κάθε φάρα κολασμένους, σήκωσε εννιά πατώματα ουρανούς, για να βάλει τάξη στις αρετές και στις μακαριότητες.

     Έβαλε τάξη και μέσα στην ψυχή μας. Κόλαση, Καθαρτήρι, Παράδεισος υπάρχουν μέσα μας, μυστική, φοβερή ανθρώπινη Τριάδα κι όλο το τραγούδι του Δάντη είναι το ασκητικό, επίπονο ανέβασμα από το χτήνος στο Θεό. Κάθε άνθρωπος έχει εντός του όλες τις αμαρτίες κι όλες τις δυνατότητες να τις παλέψει και να τις υποτάξει κι όλες τις ελπίδες, ανηφορίζοντας από σφαίρα σε σφαίρα, δηλ. από άθλο σε άθλο, να σμίξει με το Θεό. Κ ο λ α σ μ έ ν ο ς,  Α γ ω ν ι σ τ ή ς,  Λ υ τ ρ ο μ έ ν ο ς, να τα τρία πατώματα του τέλειου ανθρώπου. Ένα από αφτά τα τρία να λείψει- και του Κολασμένου ακόμα, προπάντων του Κολασμένου- ο άνθρωπος είναι μισερός.

     Ο Δάντης μπήκε μπροστά και με το τσεκούρι του μυαλού του και με τη φλόγα της καρδιάς του άνοιξε μέσα στο χάος της ψυχής μας ανήφορο κι’ έβαλε τάξη. Έβαλε τάξη και στην αναρχούμενη πατρίδα του’ σπαράζοντας μεταξύ τους ηγεμόνας με ηγεμόνα, πολιτεία με πολιτεία, πάπας με αφτοκράτορα. Δεν ήξεραν που τελειώνει η ράτσα τους και από πού αρχίζουν οι Φράγκοι κ’ οι Αλαμάνοι’ η λέξη «Ιταλία» είταν ακαθόριστη, γλοιτσερή, χωρίς σκελετό, σα μαλάκιο. Παραφούσκονε ή παραζάρονε, ασυνάρτητη. Κ’ ήρθε ο Δάντης και της έβαλε ραχοκοκαλιά. Με τον αποφασιστικό, αφυρηλατημένο και αψεγάδιαστο μέταλλο στίχο του, χάραξε τα σύνορα της Ιταλίας, από τ’ Απένινα στη Σικελία, όλη την μπότα ανάμεσα Τυρηνικού κι Αδριατικού πελάγου. Έσμιξε μέσα στο νου του τις αντιμαχόμενες πολιτείες με τόση συνοχή και δύναμη που ανάγκασε τον καιρό να πραγματοποιήσει ό,τι αφτός, ο Δάντης, ονειρέφτηκε. Αν είχε προστέσει κι άλλες χώρες, κι αφτός θ’ αναγκάζονταν να μπουν στην Ιταλία’ αν είχε αφαιρέσει, δε θάμπαιναν. Τόσο πανοδύναη είναι μια μεγάλη ψυχή που μπόρεσε να βρει την τέλεια έκφραση, τη δική της και της ράτσας της.

     Πάθος, τέλεια έκφραση του πάθους, να το μυστικό της παντοδυναμίας του Δάντη. Πίστη, μίσος, λύσα, εγδίκησης. Και την εγδίκηση αυτήν ο Δάντης την ήθελε όχι σε μέλουσες ζωές, όπου μπορεί τα σώματα νάχουν γίνει πνέματα κι αγέρας και να μην πονούν, οσο αφτός θάθελε’ παρά στην τορινή ζωή, τη φλωρεντίνικη, όσο ακόμα έχει κι αφτός στερεο χεροπιαστο σώμα, έχουν κ’ οι οχτροί του. Σαν τους πρωτόγονους βασιλιάδες, τότε μονάχα ένοιωθε πως νίκησε, όταν έβανε το πόδι του απάνω στο σβέρκο του νικημένου. Η αφηρημένη νίκη δεν τον χόρταινε. Λύκος. Σαν το λύκο κι ο Δάντης δε χόρταινε με μηνύματα.

          Μα όλο αυτό το πάθος θα χάνονταν άνεργο, αν δεν τόχε οχυρόσει μέσα σε τέλειο στίχο. Ένα μονάχα μπορει ν’ αντισταθει και να νικήσει τον καιρό- η τέλεια φόρμα. Ο Δάντης διάλεξε τις λέξεις, όπως ο ανήλεος στρατηγός διαλέγει τους στρατιώτες του σε μιαν επικίντυνη έφοδο. Δεξα ζερβά στην κάθε λέξη τοποθέτησε άλες διαλεχτές ατράνταχτες λέξεις, αξεδιάλυτα κολημένες η μια με την άλη, χωρις καμια ραγισματια ανάμεσά τους, πούθε θα μπορούσε να τρυπόξει το σαράκι του καιρού.

          Γι’ αφτο πέτυχε η έφοδος’ κατατροπώθηκε ο καιρος κι ο Δάντης έστησε απάνω σε μια γυμνή απάτητη κορυφή τη σημαία του- μια μάβρη σημαία, σε κόκκινη αγριεμένη όρθια φλόγα στη μέση.

          Δεν ήταν ο Δάντης διανοούμενος χαρτοπόντικας. Ζωή και τέχνη, πράξη και λόγος, γι’ αφτον είταν ένα. Φτωχός, ξορισμένος, παράσιτος όπως τον είχαν καταντήσει, άλη παρηγοριά δεν τούμενε παρά τούτη: μην μπορώντας πια να ρηχτει στην πράξη και να πάρει σ’ ανήλεα χέρια του την πολιτική εξουσία, κατέφυγε στο στίχο να εγδικηθεί. Γι’ αφτο κι ο στίχος του έχει τόση δριμύτατη πικράδα και γλύκα. Τόση ανθρώπινη ουσία. Είναι συμπυκνωμένη πράξη και, πολύ συχνά, μετουσιομένο φονικό.

          Ο Δάντης είναι ανώτατο υπόδειγμα όχι μονάχα για όσους ακολουθούν τη στράτα της τέχνης και θέλουν να μάθουν από το μεγάλο αφτον Δάσκαλο με ποιον τρόπο «ο άνθρωπος γίνεται αθάνατος» είναι προπάντων ανώτατο παράδειγμα για όσους θέλουν να γίνουν άρτιοι άνθρωποι και θεωρούν την τέχνη ή την πράξη, ή την ηθική και κάθε ιδέα ως Βιργίλιο ή Βεατρίκη ή άγιο Βερνάρδο, που μια και μόνο μα ανυπολόγιστη έχουν αξία: να μας δείχνουν τον ανήφορο της αφτοτελειοποίησης, ν’ ανεβαίνουμε επίπονα από τη σκοτεινή κόλαση, που έχουμε μέσα μας, στο βουνό της άγιας άσκησης κι αποκεί στη λύτροση- δηλ. στην απολύτροση από κάθε τέχνη, πράξη, ηθική κ’ ιδέα. Από κάθε χίμαιρα κι από κάθε πραγματικότητα.

          Στην τελευταία ανέκφραστη αστραπή, όπου τελέβει τ’ όραμα.

            ΝΙΚΟΣ  ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

ΕΝΔΕΧΕΤΑΙ ΑΝΑΚΟΛΟΥΘΑ

    Στην εισαγωγή του στο δοκίμιό του για τον ΔΑΝΤΗ, ο νομπελίστας ποιητής Τόμας Στερν Έλιοτ αναφέρει: «Από την προσωπική μου εμπειρία της εκτίμησης της ποίησης έβρισκα πάντοτε ότι όσο λιγότερο ήξερα για τον ποιητή και το έργο του, πρίν αρχίσω να το διαβάζω, τόσο καλύτερο. Μιά παραπομπή, μιά κριτική σημείωση, ένα ενθουσιαστικό δοκίμιο μπορούν βέβαια να σταθούν αφορμή για να διαβάση κανείς έναν ορισμένο συγγραφέα, όμως μιά επιμελημένη προετοιμασία ιστορικής και βιογραφικής γνώσης αποτέλεσε πάντα για μένα φραγμό…….». μετάφραση από τ’ αγγλικά Μαρία Ανδρουλακάκη, μετάφραση ιταλικών Μ. Τρικούκη, εκδόσεις Πανδώρα, 6, 1971, σ. 7.

       Η θέση αυτή του άγγλου σημαντικού ποιητή και δοκιμιογράφου Tomas Stern Eliot, ενός από τους επιφανέστερους ποιητές και δασκάλους του ποιητικού  λόγου όχι μόνο του δυτικού πολιτισμού αλλά της παγκόσμιας γραμματείας, στροβιλίζει στην σκέψη μου καθώς συνεχίζω να αποδελτιώνω και να αναρτώ κείμενα από το παλαιό περιοδικό ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ και παράλληλα, του κρητικού συγγραφέα και φιλόσοφου, ποιητή, πεζογράφου και μεταφραστή Νίκου Καζαντζάκη. Εννοείται διαβάζοντας εκ νέου τα βιβλία του, μελέτες και άρθρα για το έργο του, αναζητώντας τα ίχνη των επιρροών του, των δικών του ανιχνεύσεων, των προσωπικών του διαβασμάτων και επιρροών, του πολυποίκιλου κόσμου των ιδεών του και απογοητεύσεών του. Γιατί, ας είμαστε ειλικρινείς με τους εαυτούς μας-όσοι τέλος πάντων ασχολούνται με την βιβλιοκριτική και βιβλιοπαρουσίαση,- ερασιτεχνικά ή επαγγελματικά- ένα κλασικό έπος της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας όπως τα Ομηρικά έπη «Ιλιάδα» και «Οδύσσεια», η «Αινειάδα» του Βιργιλίου, ένα μεσαιωνικό έπος του συγγραφικού όγκου της «Θείας Κωμωδίας» του μέγιστου ποιητή, στοχαστή, θεολόγου και φιλοσόφου του μεσαίωνα ιταλού Δάντη Αλιγκέρι, ένα ποιητικό έπος όπως ο «Χαμένος Παράδεισος» του Μίλτωνος, μία προσέγγιση των θεατρικών και ποιητικών έργων του άγγλου ελισαβετιανού δραματουργού Ουίλιαμ Σαίξπηρ, ενός ποιητικού έργου όπως το «Όραμα» του Ουίλιαμ Μπάτλερ Γέητς ή τα πολύγλωσσα διαφορετικών πολιτισμικών παραδόσεων «Κάντος» του αμερικανού ποιητή Έζρα  Πάουντ, ενός σύγχρονου έπους (του περασμένου αιώνα) όπως η «Οδύσσεια» του Νίκου Καζαντζάκη, δεν διαβάζονται ούτε γρήγορα, ούτε μία φορά, ούτε δίχως υπομνηματισμούς, σχόλια,  φιλολογικά υποστηρίγματα, διευκρινιστικές σημειώσεις και χωρίς τις αναγκαίες γνώσεις του κοινωνικού και πνευματικού περιβάλλοντος που έζησε και έδρασε ο δημιουργός και του ευρύτερου ιστορικού κλίματος της εποχής του. Όσο υψηλό δείκτη νοημοσύνης μπορεί να έχει ένας κριτικός, επιστημονικές γνώσεις να διαθέτει ένας σχολιαστής, περγαμηνές επάρκειας και εγκυρότητας, αναγκαία κριτική ικανότητα και εξοικείωση στην τέχνη της βιβλιοκριτικής, δεν μπορεί κατά την γνώμη μου, να γράψει και να μας παρουσιάσει κλασικά έργα αυτού του οικουμενικού μεγέθους, συγγραφικού όγκου, όπως τα παραπάνω, μέσα στους χρονικούς περιορισμούς ενός εντύπου, περιοδικού ή εφημερίδας ή ηλεκτρονικού μέσου, στις μέρες μας περιοδικού και ασφαλώς τον περιορισμένο αριθμό των σελίδων του. Για να σταθούμε μόνο σε συγγραφικές δημιουργίες και κληροδοτήματα του δυτικού-ευρωπαϊκού πολιτισμού. Διαφορετικά, οι παροικούντες της βιβλιοκριτικής και βιβλιοπαρουσίασης «Ιερουσαλήμ», υποψιάζονται, ότι κάτι άλλο συμβαίνει στο αναγνωστικό αυτό και εμπορικό αλισβερίσι το οποίο δεν εξυπηρετεί μόνο τις καθαρές ανάγκες του Κειμένου της Κριτικής παρουσίασης ενός ή μιάς κριτικής φωνής. Φυσικά, αυτό το φαινόμενο, δεν είναι νεοφανές, από τους προηγούμενους αιώνες της ιστορίας των γραμμάτων και λογοτεχνικών επιτευγμάτων, δημιουργούνταν κυκλώματα, αυλές, εμπορικές ή πολιτικές επιλογές, καλλιτεχνικές σκοπιμότητες, αλληλολιβανίσματα συγγραφέων προς συγγραφείς και κάθετοι αποκλεισμοί. Παράπονα για αδικίες και προβολή έργων και συγγραφέων που, όπως έλεγε μία παλαιότερη πολιτική μορφή,-παραλλάσσοντάς τα λόγια του- «αν δεν υπήρχε ο τάδε ή ο δείνα κριτικός δεν θα τον ήξερε- τον συγγραφέα και τα βιβλία του- ούτε ο θυρωρός του μικρότερου της επαρχίας βιβλιοπωλείου». Ζώντας σε εποχές και καταστάσεις παρακμής, όλοι μας, ο καθένας από την πλευρά του συνειδητοποιεί ότι βιώνουμε καταστάσεις ανθρώπινης αποξένωσης, αφιλίας ή λυκοφιλίας, και φυσικά, από το περιβάλλον αυτό δεν εξαιρούνται και οι όποιοι ποιητές, πεζογράφοι, κριτικοί, κάθε κατηγορίας καλλιτέχνες. Οι άνθρωποι που ασχολούνται με πνευματικά και της τέχνης ζητήματα είναι και αυτοί άτομα της εποχής τους με τις δικές τους ανάγκες, προτεραιότητες, πάθη, μίση, κακίες, αρετές, οικογενειακά ή ατομικά δράματα, επιλογές. Ψηφίζουν το κόμμα της αρεσκείας τους, αγοράζουν τα έντυπα της ιδεολογίας που αποδέχονται, αγοράζουν τα βιβλία τα οποία θεωρούν ότι είναι συγγενέστερα στην δική τους αναγνωστική και συγγραφική αντίληψη. Τις προηγούμενες δεκαετίες ένας ποιητής ή πεζογράφος είχε μεγαλύτερη επίδραση στην συνείδηση των ομοτέχνων του αλλά και ημών των αναγνωστών, η κριτική τους φωνή προσέχονταν περισσότερο, δημιουργούσαν αναγνωστικές ζυμώσεις, προκαλούσαν συζητήσεις, αψιμαχίες, φιλολογικές διενέξεις. Γίνονταν με δύο λόγια ντόρος, φιλολογικός τζερτζελές. Ακόμα και η φυσική απώλεια ενός ποιητή, πεζογράφου, δοκιμιογράφου κλπ., θεωρούνταν γεγονός σημαντικό. Στις μέρες μας, δεν περνά ούτε στα ψιλά των ειδήσεων και αφήνει αδιάφορους τόσο την ίδια την κοινότητα των λογίων ή διανοουμένων ή τους όποιους σημερινούς αναγνώστες. Γιατί αναφέρω αυτά τα κοινωνιολογίζοντα λόγια και φιλολογίζοντα, πράγματα γνωστά και χιλιοειπωμένα, αδιάφορα μάλλον στο κοινό των Λογοτεχνικών Πάρεργων, αυτής της μικρής λογοτεχνικής ιστοσελίδας από τον Πειραιά. Για δύο λόγους. Ο πρώτος λόγος είναι, ότι είχα αποφασίσει σιγά-σιγά να κλείσω την ιστοσελίδα και να αφοσιωθώ αποκλειστικά και μόνο στα διαβάσματά μου, αγνοώντας τις διάφορες κακίες και αποκλεισμούς που έχουν εκτοξευθεί εναντίον μου, και ασφαλώς από την μεριά μου- αγνοώντας τις διάφορες «σικέ» βιβλιοπαρουσιάσεις και σχόλια που συναντά κανείς στο διαδίκτυο από περισπούδαστους κριτικούς και κανονάρχες της λογοτεχνίας, που, δυστυχώς, πριν στεγνώσει το μελάνι του τυπογραφείου, προβάλουν και λιβανίζουν το βιβλίο ως εμπορικό προϊόν του τάδε εκδοτικού οίκου ή των δείνα φιλικών τους προσώπων. Αυτό, δεν είναι «κακίες» του γράφοντος, αν ανατρέξει ο όποιος ενδιαφερόμενος σε ιστοσελίδες του διαδικτύου θα αντιληφθεί το βιβλιοκριτικό αυτό παιχνιδάκι. Δεν γίνεται σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα να αφομοιωθεί όλο αυτό το παραγόμενο εκδοτικά υλικό, και μάλιστα τέτοιας ντόπιας ή ξένης μεταφραστικής ποικιλίας και κατηγοριών και διαφόρων ειδικοτήτων βιβλία και παραγωγής. Ο κριτικός ή η κριτικός δεν ζει μέσα σε έναν γυάλινο πύργο, ζει και κινείται μέσα στον Κόσμο και διαθέτει και αυτός τα περιορισμένα χρονικά αναγνωστικά και κριτικά του όρια. Πράγμα που σημαίνει κατά την γνώμη μου, ότι είναι φυσικά αδύνατο να εμπεδώσει και να κατανοήσει ένα έργο και μάλιστα ογκώδες, της δικής του ή άλλων παραδόσεων παραγωγής. Αυτό σημαίνει αν ευσταθούν οι σκέψεις μου, ότι και ο τομέας της φιλολογικής κριτικής έχει απολέσει, στον ανάλογο βαθμό, την εγκυρότητά της, την αυτονομία της από άλλες «σκοπιμότητες». Αν δεν λαθεύω. Έχοντας λοιπόν αποφασίσει, να κλείσω τον συγγραφικό μου κύκλο-αδιάφορο για τους όποιους αναγνώστες έλληνες, παρατήρησα κάτι που με εξέπληξε και μου προκάλεσε απορία, ακόμα και σε μένα που δεν κατέχω τα σχετικά με τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Είδα λοιπόν στα ανάλογα πλαίσια του μπλοκ των δημοσιευμάτων μου ότι παρά τις αντίξοες φετινές καλοκαιρινές συνθήκες στην χώρα μας και παγκοσμίως, τον περασμένο μήνα, τον Αύγουστο, μπήκαν και διάβασαν-δεν γνωρίζω ποιά κείμενα- 2894 άτομα (;), είχα δηλαδή 2894 λινκ αριθμών αν το λέω σωστά από το εξωτερικό, και καμιά 300 από το εσωτερικό. Αυτό μου προκάλεσε εντύπωση στο ποιοι είναι αυτοί οι φιλότεχνοι έλληνες ή ξένοι φιλαναγνώστες οι οποίοι ανακάλυψαν τα Λογοτεχνικά Πάρεργα και διαβάζουν όχι έναν πρωτοκλασάτο έλληνα γραφιά, ούτε της πρώτης ή της δεύτερης αναγνωστικής ζήτησης, ο οποίος έχει ακούσει τα μύρια όσα σαν παραλογοτέχνης, προχειρογράφος, ατημέλητος συγγραφικά, ανορθόγραφος (εδώ με πικραίνει που δεν κατάλαβαν ότι αρκετές φορές εσκεμμένα παράβλεπα τα ορθογραφικά λάθη μου για να δω πως θα αντιδράσουν αλλά ας μην επεκταθώ) και πολλά άλλα, που σίγουρα θα έκαναν κάποιον άλλον να στείλει στον εωσφόρο και την λογοτεχνία και τους λογοτέχνες και τους κριτικούς και τις κριτικές τους, αλλά βλέπεις ο γράφων διαθέτει γαϊδουρινό πάθος ή πείσμα και επιμένει. Γιατί έζησε σε χρόνια που οι λογοτέχνες είχαν ακόμα ανθρώπινο πρόσωπο, διέθεταν περισσότερη ανθρωπιά, δεν ήσαν αδιάφοροι προς τους γύρω τους, τους επισκέπτονταν στις αρρώστιες τους, τους συντρόφευαν στις δύσκολες στιγμές τους στα σπίτια τους, τους συμπαραστέκονταν και δεν περιορίζονταν σε ηλεκτρονικά μηνύματα φιλίας (του κ….ου) για να είμαστε ειλικρινείς. Οι καιροί άλλαξαν όπως και οι κοινωνικές καταστάσεις, και οι χαρακτήρες των ανθρώπων καθώς μεγάλωσαν, και στις μέρες μας, δεν μπορούμε να μιλάμε πλέον για τους βαθμούς αλήθειας των πεπραγμένων και των λεγομένων μας αλλά για την ποιότητα και ποσότητα του ψεύδους μας και της αδιαφορίας μας προς τους ανθρώπους γύρω μας. Αυτή η φοβερή δύνη καταστροφής και παρακμής μας έχει καταπιεί όλους. Έτσι, βλέποντας αυτά τα υψηλά νούμερα το μόνο που σκέφτηκα να κάνω είναι να παρατείνω λίγο ακόμα την ιστοσελίδα,- πιστεύοντας ότι σε κάποιους φαίνονται χρήσιμα τα στοιχεία και οι πληροφορίες που καταγράφω και αναρτώ, στοιχεία που έχουν σχέση με την ελληνική και ξένη φιλολογία και καρατσεκάρω πολύ προσεχτικά επαναφέροντάς τα στην  σημερινή χρονική επιφάνεια. Από την μεριά μου οφείλω να ευχαριστήσω με όση θερμότητα διαθέτω τους 60 που έχουν συνδεθεί με το μπλοκ μου και ενδέχεται να με παρακολουθούν, τους 2894 του προηγούμενου μήνα και τους 2113 αυτού του δεκαπενθημέρου. Τους ευχαριστώ όλους αυτούς από τη Βόρειο και Νότιο Αμερική, τον Καναδά, τη Νότια Αφρική, αρκετά κράτη της Ευρωπαϊκής ηπείρου, την Ρωσία, χώρες της Άπω Ανατολής όπως η Ινδία, η Κίνα, η Σιγκαπούρη, η Ιαπωνία, η Ινδονησία, η Αυστραλία, το Ισραήλ, και άλλες, που όπως φαίνεται υπάρχουν ελληνικές κοινότητες, κατοικούν έλληνες οι οποίοι ενδιαφέρονται για τα ελληνικά γράμματα. Δίχως να αποκλείω και τους ξένους φοιτητές, ορισμένοι από τους οποίους μου ζήτησαν πληροφορίες και όσα γνώριζα στοιχεία τους τα έγραψα, σε αντίθεση με έλληνες εντός της χώρας, που αφού τους βοήθησα μόνο που δεν μου έβγαλαν τα μάτια, όταν τους είπα την άποψή μου για βιβλία τους. Ας είναι, σε τέτοιες περιπτώσεις δεν επαναλαμβάνεις τα προηγούμενα λάθη σου, δηλαδή να αγοράζεις τα βιβλία τους, να σπαταλήσεις τον χρόνο σου και να τα διαβάσεις, να τα παρουσιάσεις, ας το πράξουν άλλοι. Απλά σε αγνοούν και εσύ με την σειρά σου τους αγνοείς, και ο χρόνος κυλά παρασέρνοντας πρόσωπα και ενθυμήματα, αναμνήσεις και βιβλία, λογοτέχνες και αναγνώστες στο άφεγγο σκότος. Σίγουρα αυτά τα δυσάρεστα δεν θα συμβαίνουν μόνο σε εμένα αλλά φαντάζομαι και σε άλλους. Δεν έχω το προνόμιο της λογοτεχνικής απαξίωσης και θαψίματος. Και για να κάνω την αναγκαία γέφυρα και να αναφερθώ στο δεύτερο σκέλος, λόγο του παρόντος σημειώματος, ας μου επιτραπεί να αναφέρω ότι ούτε ο Τόμας Στερν Έλιοτ σταμάτησε να γράφει μελέτες και δοκίμια, να δημοσιεύει σχολιασμούς για άλλους ομοτέχνους του ή έργα που τον συγκίνησαν και του προκάλεσαν την προσοχή, εξ ου και ο τίτλος του παρόντος και πάλι Καζαντζακικού σημειώματος δικών μου σχολιασμών Ενδέχεται Ανακόλουθα.

    Στο νέο αυτό σημείωμα, μεταφέρω το άρθρο του Νίκου Καζαντζάκη για τον Δάντη Αλιγκέρι, του οποίου το τριμερές έργο «ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ» όπως γνωρίζουμε, έχει μεταφράσει στα ελληνικά ο Καζαντζάκης. Οι ασχολούμενοι με το Καζαντζακικό έργο, γνωρίζουν, την ιδιαιτερότητα και την κάπως παράξενη γλωσσική ορθογραφία και λεκτική έκφραση που χρησιμοποιεί ο Καζαντζάκης στα βιβλία του. Είναι μία χρήση της ελληνικής δημοτικής που οι εκφραστικές της αναφορές και η γραφική της τυπολογία καθορίζεται από την προφορικότητά της, την ομιλούμενη καθημερινότητα της. Την ίδια γλωσσική τεχνική χρησιμοποιεί και στην μετάφραση της «Θείας Κωμωδίας». Υιοθετεί μία ειδική χρήση της Δημοτικής στις πρωτογενείς δημιουργίες του αλλά και στις δευτερογενείς, τις μεταφράσεις του, που δεν υιοθέτησε κανείς άλλος έλληνας συγγραφέας της εποχής του ακόμα και αν κατάγονταν από την Κρήτη, και φυσικά στην συγκεκριμένη μεταφραστική περίπτωση κρατά στον κύριο όγκο των Δαντικών Ασμάτων τον ενδεκασύλλαβο. Εδώ να υπενθυμίσουμε το εξής απαραίτητο σύμφωνα με την εν γένει αναγνωστική και κριτική μου επάρκεια. Όποιος ασχολείται με τα Καζαντζακικά γράμματα, και στέκεται ιδιαίτερα στο έπος του «Οδύσσεια» αλλά και του ρόλου που ήθελε να παίξει ο Νίκος Καζαντζάκης μέσα στο παγκόσμιο πολιτιστικό γίγνεσθαι πρέπει να έχει υπόψη του την μετάφραση του Νίκου Καζαντζάκη της Δαντικής «Θείας Κωμωδίας» καθώς και την στάση του εξόριστου και βασανισμένου πολιτικά και ατομικά Δάντη την περίοδο του βίου του. Τι στάση κράτησε απέναντι στα πολιτικά και κυβερνητικά πράγματα της εποχής του, πώς αντέδρασε απέναντι στις διώξεις του, πώς έζησε αυτός και η οικογένειά του, εξόριστος και απομακρυσμένος από αυτήν, τι ρόλο θέλησε να διαδραματίσει ανάμεσα στις δύο αντιμαχόμενες πολιτικές μερίδες, πως οραματίζονταν να διαμορφώσει τις κοινωνικές συνθήκες και τις καταστάσεις της εποχής του της αγαπημένης του Φλωρεντίας. Στο πώς έδωσε με τα γραπτά του έναν κοινό γεωγραφικό και πνευματικό οραματισμό στην κατακερματισμένη σε διάφορες πόλεις-κράτη Ιταλία. Ο Δάντης, είναι ο θεμελιωτής και εμπνευστής της μεταμεσαιωνικής Ιταλικής συνείδησης και ταυτότητας, αυτής της πανάρχαιας «μπότας» της Μεσογειακής λεκάνης. Ο Έλιοτ, ανάμεσα στις άλλες σημαντικές παρατηρήσεις που κάνει στο δοκίμιό του για τον Δάντη, συγκρίνοντας τον Δάντη με το έργο και την γλώσσα του Σαίξπηρ, μας λέει ότι η γλώσσα του Δάντη ήταν η κοινή γλώσσα των ανθρώπων του τότε γνωστού κόσμου, των λαών αλλά και των διανοουμένων, των στοχαστών είτε κουβέντιαζαν για καθημερινά πολιτικά προβλήματα, είτε σπούδαζαν θεολογικά ζητήματα είτε είχαν μπροστά τους φιλοσοφικά ζητήματα και προσπαθούσαν να δώσουν απαντήσεις. Σε αντίθεση με την εποχή του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, που τα γλωσσικά καθέκαστα ήσαν διαφορετικά και μη ομιλούντα παγκοσμίως. Από την άλλη, πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι ο Δάντης με την τριμερή του κατηγοριοποίηση και συμπαντικό μεσαιωνικό κόσμο του έδινε τις δικές του απαντήσεις σε θέματα και καταστάσεις της εποχής του, σε πρόσωπα της εξουσίας. Δικαίωνε ή εκδικούνταν αυτούς που τον είχαν αδικήσει και κυνηγήσει, μπορεί, όχι με στρατιωτική ισχύ όπως ίσως να ήθελε αλλά με την τέχνη της γραφής του, τους καθήλωσε ή τους ανύψωσε στα τρίπατα συμπαντικά του πατώματα. Πρέπει να εξετάσουμε στο ποιους και σε ποιες κατηγορίες Αμαρτημάτων τους τοποθετεί να βασανίζονται στο τριμερές θεολογικό και φιλοσοφικό και αστρονομικό του σύμπαν αμετάκλητα και οριστικά. «Κόλαση», «Καθαρτήριο», «Παράδεισος». Η «Θεία Κωμωδία» όπως την ονόμασε ο Βοκκάκιος έχει πολλές ερμηνευτικές εκδοχές, εξίσου αναγνωστικές προσεγγίσεις, πολλές χαρακτηριστικές ανθρωπογενείς αναφορές, ηθικές απαγορεύσεις, θρησκευτικές προλήψεις των ανθρώπων και ταμπού, δεισιδαιμονίες και ειδικότητες αρετολογίας, εξιλέωσης, κολασμού και ανθρώπινης δικαίωσης. Είτε στην έμμετρη φόρμα της την διαβάζουμε είτε στην πεζή της είτε και σε ένα είδος μεικτής στις ελληνικές της μεταφράσεις και αποδόσεις στα ελληνικά από τους προηγούμενους αιώνες, (δημοτική ή καθαρευουσιάνικη απόδοση) η αίσθηση που μας αφήνει είναι η ίδια. Μπορούμε ίσως με μια σχετική ευκολία να αποκωδικοποιήσουμε την γλώσσα της και τα νοήματά της, να αντιληφθούμε τα διάφορα μηνύματά της τα οποία δεν περιστρέφονται μόνο γύρω από φιλολογικά θέματα, να προσδιορίζουμε τους σκοπούς της. Ο Δάντης γράφει και Ιστορία. Αρκεί φυσικά να έχουμε τις απαραίτητες γνώσεις στο πως αντιλαμβάνονταν, ερμήνευε και ζούσε ο μεσαιωνικός άνθρωπος το θεολογικό σύμπαν της εποχής του, τι πίστευε και με ποιά θεολογικά και κοινωνικά προτάγματα και προστάγματα καθόριζε την ζωή του και διαμόρφωνε τις ατομικές και συλλογικές του σχέσεις. Αξίζει επίσης να διαβάσουμε εκ νέου το βιβλίο του ιστορικού Πλουτάρχου περί Κολάσεως και Κάτω Κόσμου ώστε να δούμε τι πίστευαν οι αρχαίοι έλληνες Εθνικοί περί τέτοιων θεμάτων και ακόμα πως φτάσαμε στην καθ’ ημάς ορθόδοξη ανατολή στις δογματικές απαγορεύσεις του Πηδαλίου, και των εικόνων της Κολάσεως σε μονές του Αγίου Όρους. Αλλά ας μην επεκταθούμε, την μελέτη του Προβατάκη να έχει κανείς υπόψη του για τον «Διάβολο στην Βυζαντινή Εικονογραφία» θα διαπιστώσει την λαϊκή θρησκευτική και θεολογική συνέχεια του Δαντικού πολυμερούς σύμπαντος που οικοδόμησε ο ιταλός ποιητής και θεολόγος, πολιτειολόγος Δάντης Αλιγκέρι. Το έργο και τους στόχους αυτού του μοναδικού σε συλλήψεις πρώτου ιταλού «ζήλεψε», ή ορθότερα μιμήθηκε και ο δικός μας Νίκος Καζαντζάκης, ταυτίστηκε μαζί του, δανείστηκε το Άσμα του που αναφέρεται στον αρχαίο Ομηρικό Οδυσσέα και ενέταξε και επεξεργάστηκε στο Έπος του «Οδύσσεια». Ασφαλώς δημιουργώντας και εικονογραφώντας ο Καζαντζάκης, την δική του, του χαρακτήρα και ιδιοσυγκρασίας του Κρητική-Ελληνική και Παγκόσμια «Θεϊκή πομπή» της ανθρώπινης φυλής. Η Βεατρίκη είναι η Μούσα του Δάντη και ο Βιργίλιος συνοδοιπόρος του, για τον Καζαντζάκη Μούσα θα λέγαμε είναι η Ανθρώπινη Αγωνία και περιπλάνηση και συντρόφους του έχει όλα τα της εποχής του φιλοσοφικά, των ιδεών και θεολογικά ρεύματα, με περισσότερη εμμονή στον χριστιανικό μύθο, του σταυρωμένου και αναστηθέντος Χριστού μέσα από ένα Βουδιστικού κλίματος βλέμμα. Οι φαντασμαγορικές αλληγορίες και των δύο συγγραφέων είναι καταπληκτικές, οι πολύχρωμες εικόνες μεταφοράς διαδέχονται η μία την άλλη με φοβερή ταχύτητα και αρκετές φορές επικάλυψης. Οι συμβολισμοί-οι παγκόσμιοι συμβολισμοί προβάλλουν μπροστά μας με όλη την λαγαρή καθαρότητά τους αλλά ταυτόχρονα την αινιγματική τους μυστικότητα και μυστήριο. Οι συγκινητικές στιγμές και των δύο Επών είναι άπειρες και επαναλαμβανόμενες είτε στις αναβασίες των γεγονότων τους είτε στις καταβασίες και τις πτώσεις τους. Είτε διαβάσουμε ολόκληρη την «Θεία Κωμωδία» μαζί, είτε επιλέξουμε να διαβάσουμε κάθε Άσμα ξεχωριστά, της Κόλασης του Καθαρτηρίου του Παραδείσου, θα νιώσουμε την ίδια ποιητική μαγεία και την ίδια ευχαρίστηση και αίσθηση αναγνωστικής αγαλλίασης. Μια αίσθηση πληρότητας και έκπληξης στο πως δύο διαφορετικές και διαφορετικών εποχών ποιητικές φυσιογνωμίες πέτυχαν να ξαναπλάσουν «εξ αρχής» την μυθολογική εικόνα του Κόσμου μας. Να μας κληροδοτήσουν μία υψηλή ποίηση μετά τον Όμηρο και τον Βιργίλιο. Ένας Κόσμος και ένα ανθρωπογενές σύμπαν είτε στην τραγική του μορφή είτε στην κωμική, είτε στην δικαιωμένη είτε στην αδικαίωτη. Η Πλάση στα Άσματα του Δάντη και στις ραψωδίες του Καζαντζάκη ξανά δημιουργείται από την αρχή δίχως να διαχωρίζεται από τα παλαιά της υλικά. Οπτικές, ακουστικές, της οσμής και των υπολοίπων αισθήσεων γεύσεις και εικόνες, καταστάσεις περνούν μπροστά από τα μάτια μας καθώς διαβάζουμε είτε το ένα έργο είτε το άλλο, αρκεί να έχουμε υπομονή και επιμονή να χαρούμε το ταξίδι αυτό, την περιπλάνηση αυτή, την εξερεύνηση στον χρόνο και τον τόπο. Τα πάντα στην «Θεία Κωμωδία» βρίσκονται σε μία γλωσσική αλλά αρμονική ένταση όπως αντίστοιχα στην «Οδύσσεια» σε μία γλωσσική και υφολογική υπερένταση. Εδώ μάλλον συναντάτε η διαφορά των δύο Επών, το ύφος του Δάντη είναι πιο αρμονικό, ισορροπημένο, κυλάει εύκολα, οι τοιχογραφίες του έστω και αν είναι κάπως «γκραν κινιόλ» ή κάπως εξαϋλωμένες ανάλογα στο ποιό από τα τρία μέρη διαβάζουμε, αποτυπώνεται δίχως μεγάλες ενστάσεις στη συνείδηση του αναγνώστη έστω και αν έχουμε την αίσθηση ότι μερικά πρόσωπα γνωστά του και οικεία του τα αδικεί. Η γλώσσα του αν μάλιστα κάποιος αναγνώστης γνωρίζει ψήγματα λατινικών γίνεται σε όποια μετάφραση ή παράλληλα ακουστική ηχητική του πρωτοτύπου προσέγγιση αποδεκτή με μεγαλύτερη ευκολία. Αντίθετα ο Νίκος Καζαντζάκης έμπλεξε ύφη και γλώσσα, ιδιώματα και φράσεις λησμονημένες με άλλες της κοινής χρήσης και δημιούργησε μία τεχνική γλωσσική δυσκολία και ορισμένες φορές αποτροπής της ανάγνωσης της «Οδύσσειάς» του παρά τις ευκταίες και αθώες και ειλικρινείς προθέσεις του και φιλοδοξίες του.

       Θα μας έπαιρνε χρόνο να εκθέσουμε ευρύτερα και εκτενέστερα τις θετικές θέσεις και τις απόψεις μας διαβάζοντας και επανερχόμενοι στα δύο αυτά μεγαλειώδη ποιητικά Έπη ομού. Χρειάζεται ειδική εξέταση και χρόνο και μάλιστα, μνημονεύοντας τις ταξιδιωτικές περιπλανήσεις του Ομηρικού Οδυσσέα τόσο στην ξένη όσο και στην ελληνική γραμματεία και παράλληλα στο πως μεταλαμπαδεύτηκε αυτό το ταξιδιωτικό πνεύμα περιπλάνησης σε άλλες πολιτισμικές παραδόσεις ποιητές και λογοτέχνες. Το ίδιο θα υποστηρίζαμε και στην περιπέτεια της αποδοχής και των κατά συχνά διαστήματα μεταφράσεων ή αποδόσεων ή ελεύθερων προσεγγίσεων του Δαντικού έργου ή ξεχωριστά κάθε μέρους του στο ελληνικό κοινό. Επιβάλλεται όμως να μνημονεύσουμε ορισμένα ονόματα σαν οφειλή στην γνωριμία μας με τον Δάντη. Πρώτον του πειραιώτη Γιώργου Σταυρόπουλου και του μελετήματός του που καταγράφω παρακάτω, και των διαφόρων μεταφράσεών του και άρθρων του. Είναι ο πλέον ακραιφνής θαυμαστής του Δάντη της πόλης του Πειραιά. Δεύτερον τον ποιητή και μεταφραστή Φώτο Γιοφύλλη και το κατατοπιστικό άρθρο του στο αφιέρωμα του περιοδικού «Νέα Εστία» τεύχος 923/ Χριστούγεννα του 1965, τόμος 78ος, έτος ΛΘ΄, έτος αφιερωμένο παγκοσμίως στον Δάντη Αλιγκέρι. Φώτος Γιοφύλλης: «Η «ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ», ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΜΑΣ», σελίδες 13-28. 20 μεταφραστικές φωνές και εκδοχές μας παρουσιάζει εξονυχιστικά ο Γιοφύλλης, αρχόμενος από τους Επτανήσιους. Επίσης, οδικός μας χάρτης της πρόσληψης της Ιταλικής λογοτεχνίας στην χώρα μας συνολικότερα, είναι η σημαντική και αξεπέραστη μέχρι σήμερα στατιστική μελέτη της Ζώζης Ζωγραφίδου: «Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ (1900-1997)», εκδόσεις Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη, 1999. Όπου οι παραπομπές πλησιάζουν 80 τον αριθμό. Οι κατάλογοι των ελλήνων μεταφραστών, των περιοδικών και των μεταφράσεων μέρους, τμήματος Ασμάτων ή και των τριών της «Θείας Κωμωδίας» μερών, φανερώνουν το συνεχές ενδιαφέρον όπως σημειώνει και η Ζωγραφίδου του ελληνικού αναγνωστικού κοινού από τον Κ. Π. Καβάφη και τον Κωστή Παλαμά ως τον Νίκο Καζαντζάκη και τον Καιροφύλλα. Απαραίτητο βοήθημα όπως και οι μέχρι σήμερα εκδοθείσες ιστορίες της ιταλικής λογοτεχνίες στην Ελλάδα και τα μελετήματα. Καταγραφή από τον γράφοντα του βιβλιογραφικού υλικού έχει προβεί σε προηγούμενες δημοσιευμένες μελέτες του για τον Νικολό Μακιαβέλι, τον Λουϊτζι Πιραντέλο και τον Πιερ Πάολο Παζολίνι. Ακόμα να συμπληρώσουμε το μικρό αλλά χρήσιμο δοκίμιο διαμερισματοποιημένης ύλης στην σύνολη εξέταση του έργου, του Αντώνη Δ. Μπουσμπούκη, «ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΥΦΟΣ ΣΤΗ ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ», εκδόσεις Ερωδιός, Θεσσαλονίκη 2000.

      Κατά την δική μου περιπλάνηση δεν στάθηκα σε επιμέρους ή αποσπασματικές μεταφράσεις της «ΘΕΙΑΣ ΚΩΜΩΔΙΑΣ» στα ελληνικά αλλά σε τρείς σύγχρονες, ενδέχεται περισσότερο διαβασμένες, και ιδιαίτερα σε αυτής του Νίκου Καζαντζάκη. Δεν είμαι ειδικός για να συγκρίνω μεταφράσεις ή να συσχετίσω μεταφραστικές αποδόσεις που κατά καιρούς έχω συναντήσει σε σύγχρονα έντυπα και περιοδικά είτε σε έμμετρη είτε σε πεζή φόρμα. Επίσης, εξυπηρετώντας άλλες «σκοπιμότητες» εμπορικής και εκδοτικής φύσεως, δεν θα ήθελα να σταθώ σε σύγχρονες των ημερών μας εργασίες μια και οι επιρροές μου είναι κυρίως, και από την  έκδοση του τριμερούς έργου από τις εκδόσεις Γκούντεμπεργκ, και από τις εκδόσεις Ζαχαρόπουλος και τις αντίστοιχες μεταφράσεις, και πρωτίστως από τις προηγούμενες δεκαετίες από την μεταφραστική εργασία του Νίκου Καζαντζάκη που πετυχαίνει εύκολα και εύστοχα να αποδώσει το πνεύμα και το κλίμα της εποχής, την ατμόσφαιρα του έργου και να μας προσφέρει το σύνολο και το πνεύμα των μηνυμάτων της μεσαιωνικής τοιχογραφίας που συνέλαβε και εικονογράφησε ο ΔΑΝΤΗΣ. Αξίζει μία παράλληλη έρευνα της «Ομηρικής Οδύσσειας» της «Δαντικής Θείας Κωμωδίας» και της «Καζαντζακικής Οδύσσειας». Μπορεί έτσι να δώσουμε την δική μας συμπληρωματική απάντηση στην θέση του ποιητή Τόμας Στέρν Έλιοτ. Αλλά και κάτι άλλο εξίσου χρήσιμο, να εντοπίσουμε τις όποιες ποιητικές και νοηματικές και θεματικές προσλαμβάνουσες των ελλήνων λογίων και ποιητών διαχρονικά.

Πάντως για άλλη μία φορά να επαναλάβουμε ότι η μεταφραστική γλώσσα του Καζαντζάκη στην συγκεκριμένη Δαντική περίπτωση διαβάζεται με μεγαλύτερη άνεση και ευχαρίστηση από ότι η γλώσσα της «Οδύσσειάς» του.

      Ακόμα, να δηλώσω, ότι κατά την μεταφορά από το περιοδικό του κειμένου για τον μεσαιωνικό ιταλό ποιητή ΔΑΝΤΗ του Νίκου Καζαντζάκη και όχι από την εισαγωγή της έκδοσης του βιβλίου, συνάντησα αρκετά ορθογραφικά και εκφραστικά αδιέξοδα, τα οποία θέλει προσοχή για να διακρίνεις αν είναι τυπογραφικές αβλεψίες ή έχουν να κάνουν με την Καζαντζακική γλωσσική χρήση ή αφορούν την τυπογραφική έκδοση του περιοδικού. Αποφάσισα να αφήσω ως έχει το κείμενο με ελάχιστες-μετρημένες στα δάχτυλα παρεμβάσεις εκ μέρος μου. Σκεφτόμενος ότι με τον  τρόπο αυτόν –της μη ομαλοποίησης και μορφοποίησης της ορθογραφίας-θα έχουμε μία εικόνα το πώς αποτυπώνονταν στον γραπτό λόγο μία λέξη, ένα ρήμα, ένα ουσιαστικό κλπ, αυτές τις χρονικές περιόδους στην πατρίδα μας. Ευχόμενος με τον τρόπο αυτόν να μην δυσκολεύω την ανάγνωση του Καζαντζακικού δημοσιεύματος από τους όποιους σύγχρονους αναγνώστες που θα έχουν σίγουρα μπροστά τους τον τόμο ΔΑΝΤΗ «Η ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ», Στα ελληνικά από τον Ν.ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ, εκδόσεις Ελένης Καζαντζάκη, Αθήνα 1974. Πρώτη επαν-έκδοση 1962.

      Συγκεφαλαιώνοντας το πρώτο αυτό σημείωμα για τον ΔΑΝΤΗ και την μετάφραση της "ΘΕΙΑΣ ΚΩΜΩΔΙΑΣ" από τον Νίκο Καζαντζάκη, με τα εύστοχα σχόλια που συνοδεύεται η έκδοση κάθε Άσματος και των τριών μερών, και την συμπλήρωση στο τέλος από τον Νίκο Καζαντζάκη ενός μικρού σελίδων 3-6 Λεξιλογίου, αντιγράφω μερικούς γενικούς τίτλους ελληνικών και ξένων μελετημάτων και των δύο αφιερωματικών περιοδικών «Νέα Εστία» και «Διαβάζω» που μας δείχνουν το αμέριστο ενδιαφέρον του ελληνικού κοινού για τον Ιταλό εμπνευστή της Θείας Κωμωδίας. Επιφυλασσόμενος σε έτερο Δαντικό σημείωμα να συμπληρώσω την  βιβλιογραφία και με σχετική αρθρογραφία.

 ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ

     DANTE ALIGHIERI

-Η  Θ Ε Ι Α    Κ Ω Μ Ω Δ Ι Α –LA DIVINA COMMEDIA

ΚΟΛΑΣΗ- INFERMO

ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟ- PURGATORIO

ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ- PARADISO

ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

1), ΔΑΝΤΗ Η ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ. ΚΟΛΑΣΗ-ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟ- ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ, Στα ελληνικά από τον ΝΙΚΟ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ, εκδόσεις Ελένης Καζαντζάκη, Αθήνα, 1974 (α΄ έκδοση 1962). Σελίδες 504+24+28+30+6. Δραχμές 240. Περιλαμβάνει Εισαγωγή, Σχόλια του τριμερούς έργου και Γλωσσάρι [ Η Μετάφραση ΑΦΙΕΡΩΝΕΤΑΙ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΑΓΓΕΛΟΥ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΥ “Il miglior fabbro del parlar materno”].

2). ΝΤΑΝΤΕ ΑΛΙΓΚΙΕΡΙ, Η ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ. Α΄. ΚΟΛΑΣΗ, σ.236. –Β΄, ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟ, σ.208. – Γ΄, ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ, σ. 208., εκδόσεις Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος, Νούμερο 92/ Αθήνα 1986. Έμμετρη μετάφραση, εισαγωγή και σχόλια ΓΙΩΡΓΗΣ ΚΟΤΣΙΡΑΣ. Τιμή 11,80+11,80+11,80 ευρώ. [Η μετάφραση έγινε από το ιταλικό στερεότυπο  LA DIVINA COMMEDIA. CANTICA TERZA: PARADISO, Editore Ulrico Hoepli, Milano 1899]

3), Dante Alighieri, Η ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ. Τόμος Α΄ ΚΟΛΑΣΗ. Dante Alighieri,  Η ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ. Τόμος Β΄ ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟ. Dante Alighieri, Η ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ, τόμος Γ΄, ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ. Γραμμένη και στη γλώσσα που μιλάμε με το χέρι του ΑΝΔΡΕΑ ΡΙΖΙΩΤΗ. Πρόλογος Στέφανος Ροζάνης.  Τόμοι 3. Εκδόσεις Τυπωθήτω-Γιώργος Δαρδανός, 6, 2002, σελ. 360+328+332. [η μετάφραση είναι αφιερωμένη «Στην ηλιαχτίδα μου»] τιμή 18+18+18 ευρώ.

La Divina commedia: Infermo- ΚΟΛΑΣΗ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΣΤΕΦΑΝΟΣ  ΡΟΖΑΝΗΣ: Η μίμηση της πραγματικότητας στη Θεία Κωμωδία του Δάντη, 11-38

ΑΝΔΡΕΑΣ ΡΙΖΙΩΤΗΣ: Προλεγόμενα, 39-43. [α΄ Γενικό διάγραμμα του έργου.- β΄ Η κοσμογραφία του έργου.- γ΄ Οι φιλοσοφικές και θρησκευτικές βάσεις του έργου. -δ΄ Οι πολιτικές και ηθικοθρησκευτικές απόψεις του Δάντη.- ε΄ Η παρούσα απόδοση του έργου στα ελληνικά.]

4), ΔΑΝΤΗΣ ΑΛΙΓΚΙΕΡΙ, ΠΕΡΙ ΜΟΝΑΡΧΙΑΣ. ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ, μετάφραση: ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΡΟΥΞΗΣ, εκδόσεις Αργοναύτης, Αθήνα χ.χ., σ.160, τιμή 8 ευρώ

5), ΔΑΝΤΗΣ ΝΕΑ ΖΩΗ, εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια: ΝΙΚΟΣ ΚΟΥΡΚΟΥΛΟΣ, εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, Αθήνα, 7, 1996, σ. 200, δραχμές 2700.

6), DANTE: DE VULGARI ELOQUENTIA. Η ΕΥΓΛΩΤΤΙΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ, εισαγωγή- μετάφραση: ΝΙΚΟΣ ΚΟΥΡΚΟΥΛΟΣ, εκδόσεις Α’ πόστροφος Κέρκυρα, 12, 2000, σ. 160, τιμή 10,68 ευρώ 

Ξ Ε Ν Α   Μ Ε Λ Ε Τ Η Μ Α Τ Α

- (GIONANNI PAPINI) ΤΖΙΟΒΑΝΝΙ ΠΑΠΙΝΙ, ΝΤΑΝΤΕ, μετάφραση ΜΙΝΑΣ ΖΩΓΡΑΦΟΥ- ΚΩΣΤΗ ΜΕΡΑΝΑΙΟΥ, εκδόσεις Δ. Κ., Αθήνα χ.χ., σ.214, δραχμές 30

Το βιβλίο δεν περιλαμβάνει περιεχόμενα. Χωρίζεται σε Κεφάλαια και σε ενότητες αριθμημένες με λατινικούς αριθμούς. Υπάρχουν παραλείψεις στα Κεφάλαια μάλλον εξαιτίας κακής τυπογραφικής εκτύπωσης.

ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ

Ι., ΑΝΑΓΚΑΙΕΣ ΔΙΑΣΑΦΗΣΕΙΣ, 7-11.

ΙΙ., Ο ΔΑΝΤΗΣ Ο ΑΔΕΡΦΟΣ ΜΑΣ, 11-14.

ΙΙΙ. Ο ΘΡΥΛΙΚΟΣ ΔΑΝΤΗΣ, 15-18.

IV., ΕΒΡΑΙΟΣ,  ΕΤΡΟΥΣΚΟΣ ΚΑΙ ΡΩΜΑΙΟΣ, 18-19.

V., ΔΙΨΥΧΟΣ, 20-24.

VI., ΤΑ ΤΡΙΑ ΠΑΡΑΔΟΞΑ, 24-25.

VII., ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΔΑΝΤΗ, 26-32.

           Η  ΖΩΗ

VIII., Ο ΟΡΦΑΝΟΣ, 33-38.

IX., Η ΒΕΑΤΡΙΚΗ ΔΕΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕ, 38-43.

X., Η ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ ΚΑΙ ΚΑΛΗ ΠΑΤΡΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ, 43-48.

XI.,  Ο ΑΛΑΖΟΝΙΚΟΣ ΦΙΛΟΣ, 48-52.

XII.,  Ο ΑΓΩΝΙΣΤΗΣ ΠΟΙΗΤΗΣ, 52-55.

XIII., ΤΟ ΒΩΔΙ ΚΙ’ Ο ΑΗΤΟΣ, 56-59.

XIV., ΤΟ ΣΚΑΝΔΑΛΟ, 59-63.

XV., ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΝ ΠΑΠΑ, 63-68.

XVI., ΦΩΤΙΑ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗ ΦΩΤΙΑ, 69-73.

XVII., Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ, 73-77.

XVIII., ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑ, 78-82

XIX., Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ  ΣΤΑΘΜΟΣ, 82-88.

          ΒΙΒΛΙΟ ΤΡΙΤΟ

XX., Ο ΑΜΑΡΤΩΛΟΣ ΔΑΝΤΗΣ, 89-93.

XXI., Ο  ΑΥΤΟΕΠΑΙΝΟΣ ΤΟΥ, 93-98.

XXII., ΤΟ ΣΤΕΜΜΑ ΚΑΙ Η ΜΙΤΡΑ, 98-102.

XXIII., ΦΟΒΟΙ ΚΑΙ ΤΡΟΜΟΙ, 102-106.

XXIV. ΚΛΑΜΜΑΤΑ, 106-109.

XXV., Η ΔΥΣΑΡΕΣΚΕΙΑ ΤΟΥ ΑΠ’ ΤΟ ΠΑΡΟΝ, 109-112.

XXVI., Ο ΚΑΚΟΣ ΤΟΠΟΣ, 113-117.

XXVII., ΜΕ ΠΟΙΟΝ ΤΡΟΠΟ ΑΓΑΠΑΕΙ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ, 117-122.

XXVIII., Ο ΣΚΛΗΡΟΣ ΔΑΝΤΗΣ, 122-127.

XXIX., Ο ΔΑΝΤΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΙΚΡΑ ΠΑΙΔΙΑ, 128-130.

XXX., Η ΒΕΝΤΕΤΤΑ, 130-135.

ΧΧΧΙ., ΟΙ ΘΡΗΝΟΙ ΤΟΥ ΦΤΩΧΟΥ, 135-138.

ΧΧΧΙΙ., ΟΙ ΔΥΟ ΑΦΡΟΔΙΤΕΣ, 139-140.

ΧΧΧΙΙΙ,. Η ΑΠΟΘΕΩΣΗ ΤΗΣ ΒΕΑΤΡΙΚΗΣ, 141-145.

.......................................

-JACQUWLINE RISSET, Dante- Une vie. ΔΑΝΤΗΣ  ΜΙΑ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, μετάφραση- διορθώσεις ΑΝΝΑ ΠΕΡΙΣΤΕΡΗ, εκδόσεις Ίνδικτος, Αθήναι 9, 2004, σ. 262, ευρώ 24.

-Τ. Σ. ΕΛΙΟΤ, ΔΑΝΤΗΣ (1929) δοκίμιο, μετάφραση από τ’ αγγλικά ΜΑΡΙΑ ΑΝΔΡΟΥΛΑΚΑΚΗ, εκδόσεις Πανδώρα, Αθήνα 6, 1971, σ. 88, δραχμές 80.

Ι., Η ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ, 7-66. –ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΣΤΟ ΙΙ ΜΕΡΟΣ, 67-73. – Η ΝΕΑ ΖΩΗ, 74-86

[στην μέσα σελίδα αναγράφεται: Ευχαριστώ τον Κ. Ιορδανίδη και τον Μ. Τρικούκη για τις συμβουλές του σχετικά με την μετάφραση. Η μετάφραση των ιταλικών έγινε από τον Μ. Τρικούκη.]

-Τ. Σ. ΕΛΙΟΤ, ΔΑΝΤΗΣ, Θεία Κωμωδία και Νέα Ζωή, μετάφραση- πρόλογος- σχόλια ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΜΠΕΚΑΤΩΡΟΣ. Εκδόσεις Πατάκη, 5,2005, σ. 280, ευρώ 12.

-ΧΟΡΧΕ ΛΟΥΙΣ ΜΠΟΡΧΕΣ, ΕΝΝΕΑ ΔΟΚΙΜΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΔΑΝΤΗ, μετάφραση από τα ιταλικά, φιλολογική επιμέλεια: ΦΟΙΒΟΣ ΓΚΙΚΟΠΟΥΛΟΣ, εκδόσεις University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2003, σ.146, τιμή 13 ευρώ.

- ΒΟΚΚΑΚΙΟΣ, Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΔΑΝΤΗ. (Giovanni Boccaccio, “Vite di Dante”). Μετάφραση ΣΠΥΡΟΣ ΤΣΟΥΓΚΟΣ. Εισαγωγή ΧΑΡΗΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ. Επίμετρο ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΡΟΠΟΥΛΗΣ, εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 2004, σ.128, τιμή 11,50 ευρώ.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΧΑΡΗΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ, Η Θεία Κωμωδία ως ποιητική αυτοβιογραφία, 7-22

ΒΟΚΑΚΚΙΟΣ, Ο Δάντης μιλά, 23 (ποίημα)

Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Α   Μ Ε Λ Ε Τ Η Μ Α Τ Α

-ΑΦΙΕΡΩΜΑ του περιοδικού ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ. Τεύχος 923/ Χριστούγεννα 1965, έτος ΛΘ΄, τόμος 78ος.

-ΠΕΤΡΟΣ ΧΑΡΗΣ, ΜΙΑ ΕΠΕΤΕΙΟΣ Κ’ ΕΝΑ ΔΙΔΑΓΜΑ [ΤΑ 700 ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΔΑΝΤΗ], 1

-ΙΩΑΝΝΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, ΝΤΑΝΤΕ ΑΛΙΓΚΕΡΙ, ΤΟ ΚΟΡΥΦΩΜΑ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ, 2-10*

[Ομιλία στην Αρχαιολογική Εταιρεία 26/11/1965 που οργανώθηκε από την Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών].

-ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΣΠΑΤΑΛΑΣ, ΜΟΡΦΗ ΤΗΣ ‘ΘΕΙΑΣ ΚΩΜΩΔΙΑΣ’, 11-14.

-ΦΩΤΟΣ ΓΙΟΦΥΛΛΗΣ, Η «ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ» ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΜΑΣ, 13-28.

-ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΡΑΝΤΩΝΗΣ, ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΔΑΝΤΗ, 29-36.

- AUGUSTIN  RENAUDET, ΝΤΑΝΤΕ ΑΛΙΓΚΕΡΙ, μτφ. Γ. Σταυρόπουλος, 37-47.

-PAUL CLAUDEL, ΕΙΣΑΓΩΓΗ Σ’ ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΝΤΑΝΤΕ, μτφ. Ξενοφών Ι. Καρακάλος, 48-57.

-ΜΗΝΑΣ ΔΗΜΑΚΗΣ, ΔΑΝΤΗΣ ΑΛΙΓΚΙΕΡΙ (ΜΙΑ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ), 58-63.

-GIOVANI  PAPINI, ΝΤΑΝΤΕ  ΑΛΙΓΚΙΕΡΙ, μτφ. Σοφία Εμμαν. Χατζιδάκη, 64-67.

-ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ, ΝΤΑΝΤΕ ΚΑΙ ΒΙΡΓΙΛΙΟΣ, 68-78.

-ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΔΑΛΜΑΤΗ, DANTE  ALIGHIERI. ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΠΛΑΙΣΙΟ ΑΠΟ ΤΗ «ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ», 79-97

-ΠΑΥΛΟΣ ΦΛΩΡΟΣ, Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΣΜΟΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΔΑΝΤΗ, 98-112

-ΒΟΚΚΑΚΙΟΥ, ΦΡΑΝΤΕΣΚΑ ΝΤΑ ΡΙΜΙΝΙ, μτφ. Γ. Σταυρόπουλος, 113-114.

-ALFRED DE MUSSET, ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΗ ΑΝΑΜΝΗΣΗ, μτφ. Αντ. Γαλανάκη- Βουρλέκη, 114.(ποίημα)

-ΓΙΩΡΓΟΣ Γ. ΑΛΙΣΑΝΔΡΑΤΟΣ, Ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΒΕΡΓΩΤΗΣ ΚΑΙ Η «ΚΟΛΑΣΗ» ΤΟΥ ΔΑΝΤΗ, 115-126.

-ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ, Η ΜΑΝΑ ΤΟΥ ΝΤΑΝΤΕ, 127 (ποίημα)

-MARIO VIGGIANO, Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΑΓΩΝΙΑ ΤΟΥ ΝΤΑΝΤΕ, μτφ. Σοφία Κοκολάκη, 128-137.

-DANTE  ALIGHIERI, ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟ.  ΑΣΜΑ ΠΡΩΤΟ, μτφ. Θεόδωρος Σ. Μακρής, 138-141.

[Η μετάφραση του πειραιώτη Θεόδωρου Σ. Μακρή συνοδεύεται με τις αναγκαίες σημειώσεις.]

-ETIENE  GILSON, Η ΜΕΓΑΛΟΦΥΪΑ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΕΡΩΤΑ ΚΑΙ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ, μτφ. Γιώργος Πράτσικας, 142-153.

    Το τεύχος κλείνει με την σελίδα 160 της Αλληλογραφίας.

-περιοδικό ΕΠΟΧΕΣ, τεύχος 25/ Μάϊος 1965.

Το τεύχος αφιερώνει σελίδες στου στο ΝΤΑΝΤΕ.

-ΤΑΚΗΣ Κ. ΠΑΠΑΤΣΩΝΗΣ, DANTE ALIGHIERI (1265-1965)*, 3-13. Α μέρος.

*Το Β΄ μέρος του μελετήματος του ποιητή και μεταφραστή Τάκη Κ. Παπατσώνη δημοσιεύεται στο επόμενο τεύχος ν. 26/ Ιούνιος 1965, σελ. 10-22. Μετά την μετάφραση από τον Αγησίλαο Ντόκα του άρθρου ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ; Του Martin Heidegger.  

-UMBERTO CIANCIOLO, Η ΕΛΛΟΓΟΣ ΕΥΣΠΛΑΧΝΙΑ ΣΤΟ ΝΤΑΝΤΕ, μτφ. Στέλλας Α. Ανδρικίδου, 14-19.

-T.S. ELIOT, ΝΤΑΝΤΕ: ΔΥΟ ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ, μτφ. Γ. Π. Σ., 20-21,

     [Ακολουθεί η μετάφραση ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ Δ΄ των Ν. Καζαντζάκη- Ιωάννη Θ. Κακριδή.]

-ΑΦΙΕΡΩΜΑ του περιοδικού  ΔΙΑΒΑΖΩ, Δεκαπενθήμερη Επιθεώρηση του Βιβλίου, τεύχος 230/10-1-1990, δραχμές 400, σ. 14-82. [Επιμέλεια αφιερώματος: Βασίλης Κ. Καλαμαράς]

-ΔΑΝΤΗΣ, σ.15. – Φοίβος Κ. Ευαγγελάτος, Δάντης ο Μέγιστος. ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ (1265- 1320), σ. 16-20. –Γεράσιμος Γ. Ζώρας, ΘΕΊΑ ΚΩΜΩΔΊΑ: στα βήματα του Δάντη, σ.21-25. –Φοίβος Κ. Γκικόπουλος, Lectura Dantis, σ. 26-35. Ιωάννης Γ. Ταϊφάκος, Δάντης και Βεργίλιος, σ. 36-41. –Δ. Σαλάχας, Ο Δάντης, Ποιητής Θεολόγος, σ.42-45.- Νέλλα Γιαννακοδήμου, Η Αραβική σκέψη στο έργο του Dante «Το Συμπόσιο», σ.46-50. –Domenica Minniti, «Οι παρατηρήσεις του Γκράμσι» γύρω από το δέκατο άσμα της Κόλασης, σ. 51-55. – Vittore Branca, «Λαγωνικό χειρογράφων», μετάφραση: Ρόζα Μαρία Τσιριγώτη, σ.56-57. – Το πρώτο άσμα της Κόλασης Lectura  Giuseppe Ungaretti, μετάφραση: Domenica Minniti, σ. 58-66.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Οι σελίδες του αφιερώματος δεν ακολουθούν σωστή σειρά αρίθμησης. Υπάρχει τυπογραφικό λάθος. Στην σελίδα 36 που αρχίζει το άρθρο του Ιωάννη Γ. Ταϊφάκου, Δάντης και Βεργίλιος, αντί να αριθμηθεί η συνέχεια με αριθμό 37, παραλείπονται οι αριθμοί έως 52 και συνεχίζονται ως 53, 54, 55…, μέχρι το τέλος του αφιερώματος. Διόρθωσα την αρίθμηση και την συνεχίζω κανονικά έως την σελίδα 66 (82 λανθασμένη αρίθμηση).

-Γ. ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ, ΝΥΧΤΕΣ ΜΕ ΤΟΝ  Ν Τ Α Ν Τ Ε, Αθήνα 1964, σ.128, δραχμές 156

-ΑΝΔΡΕΑ  ΜΑΡΚΕΤΟΥ, Ο ΝΤΑΝΤΕ ΚΑΙ Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΙΤΑΛΙΑ, Με 49 εικόνες-οι 8 εκτός κειμένου-. Εκδόσεις Α. Μαρκέτος, Αθήνα, 10, 1970, σ. 496, δραχμές 1860. Το εξώφυλλο και η κουβερτούρα φιλοτεχνήθηκαν από την Δίδα ΣΑΣΑ ΑΝΝΙΤΣΑΚΗ. Η μελέτη αφιερώνεται: «Στον φίλο μου ΘΕΟΔΩΡΟ ΕΜΜ. ΡΕΜΟΥΝΤΑΚΗ με αγάπη. [ στην εσωτερική σελίδα με βιβλία του ιδίου διαβάζουμε Ο ΝΤΑΝΤΕ ΚΑΙ Ο ΜΠΑΫΡΟΝ (μελέτη) τυπώνεται].

-ΧΡΗΣΤΟΣ  ΚΑΡΟΥΖΟΣ, DANTE  DE VULGARI  ELOQUENENTIA, εκδόσεις ΕΡΜΗΣ, Αθήνα, 12, 1972, σ. 40, δρχ. 30

[Το κείμενο που δημοσιεύεται είναι ομιλία που έγινε στην Ακαδημία Αθηνών στις 22 Ιανουαρίου 1966 και στην Εταιρία «Τέχνη» Θεσσαλονίκης στις 7 Μαρτίου 1966.

     Ένα μέρος της ομιλίας περιλήφθηκε στον τόμο που εξέδωσε η Ιταλική πρεσβεία στην Αθήνα. Προσφορά εις τον Dante το 1966, σ. 111-122.]

-ΣΤΕΦΑΝΟΣ  ΡΟΖΑΝΗΣ, Η «μίμηση» της πραγματικότητας στη Θεία Κωμωδία του Δάντη, Εκδόσεις «Παρουσία», Αθήνα χ.χ., σ.52, δραχμές 624

-ΑΝΤΩΝΗ Δ. ΜΠΟΥΣΜΠΟΥΚΗ, ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΥΦΟΣ ΣΤΗ ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ, εκδόσεις Ερωδιός, Θεσσαλονίκη, 9, 2000, σ.62, δραχμές 1560

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το μελέτημα αυτό, είναι ένας ανάγλυφος κατατοπιστικός χάρτης για τον αναγνώστη του Δαντικού έργου των θεμάτων όπως μας αναφέρει ο κεντρικός τίτλος της έκδοσης. Το βιβλίο δεν χωρίζεται σε κεφάλαια αλλά «έξυπνα» σκεφτόμενα και χρηστικά για τον αναγνώστη, οι εκδόσεις και ο συγγραφέας διαμερισματοποιούν σε μικρές-σε συνέχεια γραφής- νοηματικές ενότητες το μελέτημα και αναφέρονται στην σελίδα των Περιεχομένων. Πρόσθεσα τις αντίστοιχες σελίδες.

Επίσης, στην σελίδα 6, οφείλει ο αναγνώστης να έχει υπόψη του αυτά που αναφέρονται για την ορθογραφία: [Στο κείμενο αυτό δεν ακολουθούμε πιά το καθιερωμένο μονοτονικό –ορθογραφικό σύστημα που λειτουργεί μηχανιστικά με την αντιστοιχία προφοράς και ορθογραφίας. Με βάση τη φωνημική λειτουργία του τόνου στα ελληνικά, τονικό σημάδι (οξεία) γράφουμε μόνο σε κάθε τονισμένη συλλαβή: γιατι (αιτιολ.)- γιατί (ερώτημα), παρα («λιγότερο»)- παρά («αντί, αντίθετα»), ότι (ειδικό «πως»)- ότι (αοριστολ. «οτιδήποτε»), που (αναφορ.)- πού (ερωτημ.) κτλ. Βλ. σχετική πρόταση Ε. Πετρούνια, Νεοελληνική γραμματική και συγκριτική (αντιπαραθετική) ανάλυση. Θεσσαλονίκη 1984, Κεφ. 16Β (σ.σ. 566-583). Ορθογραφικός συμβολισμός του τόνου και την ανακοίνωση του: «Το τονικό σύστημά της νέας ελληνικής και ορθογραφικός συμβολισμός του τόνου». Cinquieme congress international des neohellenistes des Francophones. Γενεύη 1986.].

      Στην επόμενη σελίδα 7 δημοσιεύεται απόσπασμα από κρίση του ποιητή Τζιάκομο Λεοπάρντι για τον ΔΑΝΤΗ: «Ο Οβίδιος περιγράφει, ο Βιργίλιος ζωγραφίζει, ο Δάντης… όχι μόνο ζωγραφίζει ως δάσκαλος με δύο κινήσεις και κάνει μιά μορφή με μιά μονάχα πινελιά’ όχι μόνο ζωγραφίζει χωρίς να περιγράφει (όπως κάνει ακόμα ο Βιργίλιος και ο Όμηρος) αλλά χαράζει και λαξεύει μπροστά στα μάτια του αναγνώστη τις ιδέες, τις έννοιες, τις εικόνες, τα αισθήματά-του». Τζιάκομο Λεοπάρντι, Zibaldone di pensieri, σ. 786. 

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ, 11-16.

Γλώσσα και ύφος στη Θεία Κωμωδία (γενικά), 17-25.

Η μεταφορά και η παρομοίωση, 25-27.

Η επανάληψη, 27-33.

Η χρήση λατινισμών, 33-36.

Εξειδικευμένοι όροι και θέματα, 36-37.

Η αστρονομία, 37-38.

Η οπτική, 38-40.

Η ανατομία και η ιατρική, 40-41.

Ο P. Bembo αυστηρός κριτής της γλώσσας του Δάντη στη Θεία Κωμωδία, 41-44.

Τα κύρια ονόματα, 44-45.

Οι νεολογισμοί, 45-47.

Τα υποκοριστικά, 47-50.

Η σύνταξη και το μέτρο, 50-51.

ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ: ΕΝΑ ΠΟΙΗΤΙΚΟ «ΟΛΟΓΡΑΜΜΑ», 52-59.

Η δαντική ρήμα και ο στίχος, 59-61.

-ΦΑΝΗ ΚΙΣΚΗΡΑ- ΚΑΖΑΝΤΖΗ, ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ Δώδεκα αθησαύριστες μεταφράσεις, εκδόσεις University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2000, σ. 176, δραχμές 4000.

    Ας κλείσουμε με μερικούς Δαντικούς στίχους του Γ΄ Άσματος όπως τους μεταφράζει ο Νίκος Καζαντζάκης:

«Εγώ οδηγώ προς τη θλιμμμένη χώρα,

εγώ προς τον απέθαντο τον πόνο,

εγώ προς τις ψυχές τις κολασμένες.

Δικαιοσύνη τον Πλάστη μου έχει σπρώξει

κι η Δύναμη μαστόρεψέ με η θεία,

η υπέρτατη Σοφία κι η πρώτη Αγάπη.

Πρίν από με δεν ήταν πλάσματα άλλα

παρά αιώνια μονάχα’ κι εγώ ‘μια αιώνια.

Την πάσα ελπίδα αφήστε όσοι περνάτε».

Τα λόγια αυτά τα σκοτεινά βαμμένα

ξαγνάντεψα γραφτά σε απανωπόρτι.

«Ώ δάσκαλε, βαρύ το νόημά τους!»

του λέω, κι αυτός νογώντας με απεκρίθη:

«Εδώ πρεπό ν’ αφήσεις κάθε φόβο,

εδώ κάθε ατολμιά πρεπό να σβήσει!

Φτάσαμε πιά στον τόπο που έλεγά σου,

τα πλήθη όπου θα δεις τα πονεμένα,

πού το αγαθό του λογικού ‘χουν χάσει.»…..

     Νίκος Καζαντζάκης

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς

15 Σεπτεμβρίου 2024.          

 

Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2024

Η ποιήτρια και μεταφράστρια Ελένη Σαμίου- Καζαντζάκη

 

ΠΡΟΣΕΥΧΕΣ ΚΑΙ ΞΟΡΚΙΑ

ΤΩΝ ΕΡΥΘΡΟΔΕΡΜΩΝ ΤΗΣ Β. ΑΜΕΡΙΚΗΣ

     Τα τραγούδια αυτά μεταφράστηκαν από τα αγγλικά κείμενα που θεωρούνται κλασσικά, γιατί οι Άγγλοι σοφοί που τα μάζεψαν έζησαν χρόνια ολόκληρα ανάμεσα στις ινδιάνικες φυλές μελετώντας τα ήθη κι’ έθιμά τους. Η εργασία αυτή δεν μπορεί να ξαναγίνει. Οι ινδιάνικες φυλές άλλαξαν πάρα πολύ από την εποχή εκείνη.

ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΥ ΤΟΥ ΖΑΡΚΑΔΙΟΥ

                   SAN CARLOS APACHE

Στην ανατολή,

όπου βρίσκονται οι αχάτινες κορφές της γης,

 

Στο νότο

όπου βρίσκονται οι κορφές από τ’ άσπρα κοχύλια της γης,

όπου όλων των ειδών οι καρποί είναι ώριμοι

εμείς οι δυό θα σμίξουμε.

 

Εκεί όπου βρίσκονται οι κοράλλινες κορφές της γης

εμείς οι δυό θα σμίξουμε

όπου οι ώριμοι καρποί ευωδιάζουν

εμείς οι δυό θα σμίξουμε.

          ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ

                   Pima

Πέρα, μακριά, στις κορφές της έρημος

στέκεται ο κάκτος.

Κοίτα τ’ άνθη του που σαλεύουν

εδώ εκεί σαλεύουν, σαλεύουν.

ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ  ΗΒΗΣ

           Pima

I

Έλα, πρόβαλε γρήγορα, πρόβαλε γρήγορα

Κατέβηκε κιόλας η νύχτα τούτη με τους λάλους κι αντίλαλούς της.

II

Η παρθένα, η παρθένα νυστάζει,

Μένει άγρυπνη μέσα στη νύχτα.

III

Γιγάντιος κάκτος σπασμένος, γιγάντιος κάκτος σπασμένος κοίτεται κει

 

Και τα περασμένα φτερά μου σηκώνουνται

πάνω από τις κορφές του βουνού.

IV

Κουνήθηκαν οι πέτρες και γόγγυξαν στο διάβα του αγοριού

Η γυναίκα άκουσε δε δύνουνταν να κοιμηθεί

Και τα νύχια των ποδιών μου συντρίφτηκαν.

V

Τα κλαριά της νύχτας έπεσαν

Κόβοντας τα φτερά μου ως διάβαινα.

          ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΣΚΟΤΑΔΙΟΥ

     Ο μέγας ξορκιστής καλεί όλα τα νυχτερινά πλάσματα του δάσους

να προστατέψουν το λαό του στο ταξίδι τους προς την αυγή.

          Περιμένομε στο σκοτάδι!

          Ελάτε εσείς όλοι όσοι ακούτε

          Βοηθήστε μας στο ταξίδι μας της νύχτας.

          Τώρα δε λάμπει κανένας ήλιος

          Τώρα δε λάμπει κανένα αστέρι.

          Ελάτε, δείξτε μας το μονοπάτι.

          Η νύχτα δεν είναι φιλική

          Σφαλνάει τα ματόκλαδά της

          Το φεγγάρι μας ξέχασε

          Περιμένομε στο σκοτάδι.

          ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΩΝ  ΑΣΤΡΩΝ

Είμαστε τ’ αστέρια που τραγουδούν,

Τραγουδούμε με το φώς

Είμαστε τα πουλιά της φωτιάς

Πετούμε πάνω από τον ουρανό

Το φώς μας είναι μιά φωνή.

Ανοίγουμε ένα δρόμο για τα πνέματα

Για να περάσουν πέρα τα πνέματα.

Ανάμεσό μας βρίσκονται τρείς κυνηγοί

πού κυνηγούν μιάν αρκούδα.

Δε στάθηκε ποτέ εποχή

Πού οι άνθρωποι δεν κυνηγούσαν.

Καταφρονούμε τα βουνά,

Αυτό είναι το τραγούδι των άστρων.

          ΤΟ  ΒΟΥΝΟ  ΚΟΥΝΑΚ

      ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΩΝ ΑΡΣΥΤ  ΕΣΚΙΜΩ

Κοιτάζω κατά το νότο, το μεγάλο βουνό Κουνάκ,

Κατά το μεγάλο βουνό Κουνάκ, εκεί κατά το νότο

Κοιτάζω τα σύννεφα που μαζεύονται τρογύρα του

Κοιτάζω τη λαμπερή γυαλάδα τους.

 

Απλώνουνται πάνω από το βουνό Κουνάκ

Σκαρφαλώνουν τις θαλασσινές πλαγιές του

Κοίτα πώς αλλάζουν και μεταμορφώνουνται

Τα παρακολουθώ εκεί κατά το νότο

Πώς το ένα ομορφαίνει το άλλο

Πώς ανεβαίνουν τις νότιες πλαγιές του

Κρύβοντάς το από την τρικυμισμένη θάλασσα

Το καθένα χαρίζοντας ομορφιά στο άλλο.

          ΕΝΑ  ΤΡΑΓΟΥΔΙ  ΤΗΣ  ΑΝΟΙΞΗΣ

                 Chippewa

Καθώς τα μάτια μου κοιτάζουν το λιβάδι

νιώθω το θέρος μέσα στην άνοιξη.

          Η  ΦΩΝΗ  ΤΟΥ  ΟΜΟΡΦΑΙΝΕΙ  ΤΗ  ΓΗ

                   Navaho

Η φωνή που στολίζει τη γη

η φωνή από ψηλά

η φωνή του κεραυνού

ανάμεσα στα μαύρα σύννεφα

απανωτά αντηχάει

η φωνή που ομορφαίνει τη γη.

 

Η φωνή που ομορφαίνει τη γη,

η φωνή από χαμηλά

η φωνή της ακρίδας

ανάμεσα στα λουλούδια και στο χορτάρι,

απανωτά αντηχάει

η φωνή που ομορφαίνει τη γη.

          Ε Λ Ε Ν Η   Σ Α Μ Ι Ο Υ

Περιοδικό ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ  ΧΡΟΝΙΚΑ

τεύχη 38-40/ Φεβρουάριος- Μάρτιος 1946, σ. 83-85. Χρόνος Γ΄, Τόμος Δ΄.

--

            Τ Ε Σ Σ Ε Ρ Α   Π Ο Ι Η Μ Α Τ Α

ΚΑΛΟΣ ο λάβρος ήλιος το χειμώνα

καλη η δροσάτη θάλασσα το καλοκαίρι,

καλη και πέρκαλη η εβωδάτη

νυχτια του Μάη με το περίσιο ρόδο

και το γλυκο, κρουστο σταφύλι

στο διχασμένο μας λαρύγγι.

Κι’ οι δυο αδερφοπητοί παραμυθάδες

ο πειραχτούλης ο Έρωτας κι’ ο Χάρος

καλοι κι’ αφτοι, στη συντροφιά τους

Θέ μου, και πώς γοργοπερνάει

η άραχλη νύχτα της ζωής μας.

Μα εμε καρδια φωνάζει:

               Πιότερο,

πιότερο, πιότερο αψηλα

εσένα ώ στερνογένητο αγαθό, απιθόνω,

              μαύρο μαργαριτάρι,

                  αβεβαιότητα.

--

ΑΧ ΜΑΝΑ Γαλία

καμοματου, χαδούσα, παιχνιδιάρα

με το λέφτερο, τον πρόσχαρο λόγο.

Κάτω από τα βαρεια χρυσαφικά σου,

Αχ μάνα Γαλία,

-συμπάθα μας, μας τύφλωνεν η λάμψη-

δεν είχαμε ξεκρίνει τις πληγές σου.

Τα ζαφείρια τα μάτια σου τρεμόπαιζαν

Αχ, μάνα Γαλία,

το βαμένο χειλάκι κελαηδούσε

και μόνον όταν σωριάστηκες στις πέτρες

και πέσαν τα βαρεια χρυσαφικά σου,

Αχ, μάνα Γαλία,

τότε μονάχα αλί μας, νιώσαμε

πόσο θανατερά ‘σουν λαβομένη.

10.8.40

--

Η ΜΙΚΡΗ Παναγία

πρόσμενε να γενήσει

γερτη στο παραθύρι.

Χόρεβε απ’ έξω το λιοπύρι

μα στην καρδιά της μάβρα φίδια.

Κι όπως σε γαλινα βαθια νερα

αν σφεντονίσεις πέτρα

απανωτα τα δαχτυλίδια

όλο και μεγαλόνουν, ίδια,

μεγάλυνε τα μάτια της ο πόνος.

Αχ, πώς πονούσε, πονούσε, πονούσε

            η μικρη Παναγία.

Στα πόδια της ο γέροντας παπούλης

να ξετελέψει μάχουνταν το παραμύθι

«… κι’ ο αρχάγγελος με το κρίνο στο χέρι

της είπε: μη φοβάσαι Μαρία!...»

Μα η Παναγία μ’ αγγουσεμένο  αστήθι

φοβόταν και τον ουρανο  κρυφοτηρούσε.

«Πόσο μικρός, μικρός, μικρούλης

ο ουρανός μου ανελογήθη,

το μαντηλάκι μου θα τον χορούσε!

Θέ μου, και νάταν καλοκαίρι

να βγω να σεργιανίσω στο φεγγάρι

με ξέπλεχα μαλια στο αγέρι.

Πόσο πονω! Αχ, παπούλη, μακάρι

και ναν’ το παραμύθι αλήθεια!»

          Και ξάφνου νά κατά τη δύση

στο μαντηλάκι τ’ ουρανού της

ανάφαν δυο συνεφάκια.

Τ’ απάρθενα άπλοσε χεράκια

          να τα καλοσορίσει

τα συνεφάκια τ’ ουρανού της.

Κι’ ως τ’ όριμο το ρόδι απ’ τη ροδια

έπεσε στου παπούλη την ποδια

          το μωρουδάκι.

--

ΑΛΛΟΙ γελουν και κλαιν κ’ άλοι με χάδι

γλυκο πολύ τον έρωτα μαβλίζουν.

Μα εγω βαθυ και σκοτεινό πηγάδι

τον αγαπο προσεμένω να διψάσει

διπλός ν’ αστράψει ο γήλιος στο σκοτάδι.

          ΕΛΕΝΗ  ΣΑΜΙΟΥ

Περιοδικό ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ τεύχη 35-36/ Νοέμβριος, Δεκέμβριος 1945, σ. 494-495, χρόνος Β΄, τόμος Γ΄.            

ΣΧΕΤΙΚΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΆ κουσκουσέματα

     Η Ελένη Ν. Καζαντζάκη, το γένος Σαμίου (30/4/1903- 18/2/2004), ποιήτρια, πεζογράφος και μεταφράστρια ήταν η δεύτερη σύζυγος του Νίκου Καζαντζάκη, μετά την Γαλάτεια Αλεξίου, η πεζογράφος διατήρησε το επίθετο Καζαντζάκη και μετά τον χωρισμό τους. Η Ελένη Σαμίου ή αποκαλούμενη από τον Καζαντζάκη «Λένοτσκα» ήταν μόλις 21 ετών όταν γνώρισε τον μεσήλικα σύντροφό της και κατόπιν σύζυγό της Νίκο Καζαντζάκη, η οποία στάθηκε δίπλα του πιστός και αφοσιωμένος άγγελός του και κληρονόμος των έργων του. Όπως γράφει σε ένα του δημοσίευμα ο κληρονόμος της και θετός της γιός Κύπριος Πάτροκλος Σταύρου, της «γενναίας συναθλητίνας», βλέπε ένθετο της Φιλολογικής Βραδυνής Σάββατο 21 Φεβρουαρίου 2004 αφιέρωμα «Ο Νίκος και η Ελένη Καζαντζάκη». (παρενθετικά να αναφέρουμε ότι την ίδια εβδομάδα που έφυγε πλήρης ημερών (101 χρονών) η Ελένη Ν. Καζαντζάκη, απεβίωσε και η πειραιώτισσα και μεταφράστρια ηθοποιός Δέσπω Διαμαντίδου).  Η σχέση των Καζαντζάκη-Σαμίου ήταν ήδη εικοσάχρονη όταν το 1945 νυμφεύτηκαν και έζησαν μαζί μέχρι τον θάνατο του Καζαντζάκη το 1957. Διατήρησε μετά τον γάμο τους, το επίθετο του Κρητικού συζύγου της και ανέλαβε τον τεράστιο μόχθο να διαδώσει και να διαχειριστεί την ποικιλία και τα είδη των βιβλίων του στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Η ας μην λησμονούμε να το επαναλαμβάνουμε, πιστή σύντροφος στον βίο και στις συγγραφικές του δημιουργίες στάθηκε δίπλα του μέχρι τέλος. Μετά τον θάνατό του η Ελένη Ν. Καζαντζάκη εγκαταστάθηκε στη Γενεύη της Ελβετίας ενώ ίδρυσε τον εκδοτικό οίκο της Ελένης Ν. Καζαντζάκη από τον οποίο κυκλοφόρησαν οι επανεκδόσεις των βιβλίων του Καζαντζάκη όσο και το δικά της έργα, τα οποία μεταφράστηκαν σε διάφορες γλώσσες. Η δε βιογραφία του Νίκου Καζαντζάκη που έγραψε η Ελένη Καζαντζάκη βασιζόμενη στην σχέση τους, την ανέκδοτη αλληλογραφία του Κρητικού συγγραφέα και σε κείμενά του, «Ο Ασυμβίβαστος» κυκλοφόρησε πρώτα στα γαλλικά το 1968 και κατόπιν σε αρκετές ευρωπαϊκές γλώσσες. Το βιβλίο χαρακτηρίστηκε από κριτικούς «η βιογραφία του αιώνα».

     Έχουμε γράψει και παλαιότερα, (στα διάφορα Καζαντζακικά σημειώματά μας) ότι η Ελένη Σαμίου, δεν υπήρξε μόνο μία πιστή σύντροφος και σύζυγος του ποιητή, πεζογράφου, μεταφραστή και φιλόσοφου Νίκου Καζαντζάκη αλλά, και μία σταθερή ακούραστη γραμματέας του, αντιγραφέας των χιλιάδων χειρογράφων του. Θεωρώ ότι αν δεν υπήρχε η συνεχόμενη και πιστή παρουσία της Ελένης Ν. Καζαντζάκη ο Κρητικός ποιητής, δεν θα μπορούσε ίσως να ολοκληρώσει με άνεση και να φέρει σε πέρας το ογκώδες, ωκεάνιο ποικίλο έργο του. Πρέπει να λάβουμε υπόψη μας δύο βασικά πράγματα, όσοι ασχολούμαστε και είμαστε πιστοί αναγνώστες των έργων του. Πρώτον, τις τεχνικές δυσκολίες της εποχής. Την εποχή των συγγραφικών εργασιών του Νίκου Καζαντζάκη,-για τους συγγραφείς- δεν υπήρχε ούτε η ευκολία του σημερινού ηλεκτρονικού υπολογιστή ούτε ήταν διαδεδομένη η χρήση της γραφομηχανής τόσο. Οι ποιητές και οι πεζογράφοι, οι μεταφραστές και οι κάθε είδους λογοτέχνες έγραφαν με το χέρι τα έργα τους. Χρησιμοποιούσαν το προσωπικό τους μολύβι, την γόμα, την ξύστρα, επέλεγαν ακόμα και το χαρτί, την ποιότητά του ή έγραφαν με την πένα και το μελανοδοχείο. Μετά τις σχετικές διορθώσεις ή αναθεωρήσεις των κειμένων, συμπληρώσεις ή αφαιρέσεις λέξεων, προτάσεων, παραγράφων ή φράσεων, τα έδιναν στα χειροκίνητα παλαιά τυπογραφεία για τα περαιτέρω, να χτυπηθούν και να αποκτήσουν την φόρμα του «κασέ». Ακολουθούσαν οι τυπογραφικές εκτυπώσεις και οι αναγκαίες διορθώσεις- μια και αρκετοί τυπογράφοι ήσαν εμπειρικοί, μέχρι τέλος να δοθούν οι τυπωμένες σελίδες στους βιβλιοδέτες και από εκεί να δοθούν τα τυπογραφικά δεκαεξασέλιδα χειρόγραφα για έκδοση. Η διαδικασία αυτή απαιτούσε χρόνο, προσοχή, υπομονή, ανάλογη εμπειρία και υποτυπώδεις γνώσεις, φροντίδα και ενδιαφέρον εκ μέρους του ίδιου του δημιουργού και παράλληλα των διαφόρων τυπογραφείων τα οποία ήσαν και εκδοτικοί οίκοι ή μεταγενέστερα εκδίδονταν τα βιβλία από εύρωστες αναγνωστικά ημερήσιες εφημερίδες της εποχής ή περιοδικά. Δίχως φυσικά να αγνοούμε και την λειτουργία των πρώτων εκδοτικών οίκων οι οποίοι είχαν ανοίξει τα φτερά τους σε μία αχαρτογράφητη συνήθως ελληνική μικρή αναγνωστική αγορά με τα εκατοντάδες ιστορικά και πολιτικά αδιέξοδα της ελληνικής ιστορικής και πολιτικής πραγματικότητας τον περασμένο και προπερασμένο αιώνα. Έπειτα, μην μας διαφεύγει και ο εθνικός γλωσσικός μας διχασμός και η αμάχη μεταξύ και των ίδιων των Δημοτικιστών και όχι μόνον μεταξύ Δημοτικιστών και Καθαρευουσιάνων, αρχαιολατρών. Δεύτερον, ο Νίκος Καζαντζάκης, συνήθιζε και κρατούσε χειρόγραφες τις σημειώσεις του, έκανε τις σχετικές διορθώσεις και αλλαγές επεξεργασίες, σε αλλεπάλληλα συγγραφικά στρώματα, σημείωνε τις παρατηρήσεις του και τις γλωσσικές του αλλαγές και εκφραστικές διαφοροποιήσεις στις λευκές σελίδες που είχε πάνω στο ξύλινο τραπέζι που εργάζονταν ολημερίς, στα περιθώρια των γραμμένων σελίδων των χαρτιών που χρησιμοποιούσε. Η Ελένη Σαμίου, ήταν εκείνη που συμμάζευε τα χαρτιά του με προσοχή, τα ταξινομούσε, τα έβαζε σε μία σειρά, τα αντέγραφε με επιμέλεια ξανά και ξανά αρκετές φορές, μέχρι τα χειρόγραφα κείμενα να πάρουν την οριστική μορφή, την τελική που ήθελε ο Νίκος Καζαντζάκης. Δεν θα ήταν άστοχο αν γράφαμε ότι τα χειρόγραφα κείμενα «ωρίμαζαν» στα χέρια της. Αυτό το βάρος και την ευθύνη το είχε αναλάβει προσωπικά η δεύτερη σύζυγός του, σαν ιδιαίτερη γραμματέας του και σύντροφός του, ενώ ταυτόχρονα, είχε και την ευθύνη των δουλειών και των αναγκών των σπιτιών που ζούσε το ζεύγος στην Αίγινα και το εξωτερικό, την διαχείριση της αλληλογραφίας τους, την δημιουργία του κατάλληλου περιβάλλοντος ώστε να αφεθεί απερίσπαστος ο «μέγας νους» να συγγράψει και να μας εκθέσει τις ιδέες και την φιλοσοφία του. Όπως επίσης γνωρίζουμε, η συγγραφέας Ελένη Σαμίου, ασχολούνταν σποραδικά και με τις δικές της μεταφράσεις και κρατούσε τις σημειώσεις της όσον αφορά τον συγγραφέα σύντροφό της. Η ίδια, εξέδωσε την βιογραφία του, έγραψε την μελέτη της για τον Μαχάτμα Γκάντι ή μία Αγία Ζωή, έγραψε χρόνια αργότερα το βιβλίο της για την Κίνα. «Μικρή Πορεία στη μεγάλη Χώρα» τυπώθηκε στην Κύπρο το 1976 δημοσίευε δικές της εργασίες όπως για τον ελληνορουμάνο πεζογράφο Παναϊ Ιστράτι και έδωσε μετά τον θάνατο του Καζαντζάκη δεκάδες συνεντεύξεις και ομιλίες, μιλώντας και αναφερόμενη στον διάσημο και σπουδαίο εργασιομανή έλληνα και παγκοσμίου φήμης σύζυγό της. Παρ’ ολίγον έλληνα νομπελίστα. Φυσικά η δική της συγγραφική παραγωγή σε σχέση με αυτήν του Καζαντζάκη είναι μικρότερη και όχι τόσο πολύπλευρη στα είδη της γραφής.  Όπως και νάχει, το βιβλίο που έγραψε η Ελένη Καζαντζάκη καθώς και τα κατά καιρούς δημοσιεύματά της, είναι πολύτιμα βοηθήματα στην κατανόηση των καθημερινών συγγραφικών και της κοινής τους ζωής μικρολεπτομερειών, αναγκών και αγώνων. Φωτίζουν από τα μέσα την προσωπικότητά του, τις λαμπερές και ομιχλώδεις πλευρές της ταυτότητας του χαρακτήρα του αλλά και τους πνευματικούς αγώνες και αγωνίες του, τον ανηφορικό δρόμο που επέλεξε να ακολουθήσει μέχρι τέλους, τα βιοποριστικά τους προβλήματα και άλλες αντιξοότητες. Την σχέση τους με άλλους πνευματικούς ανθρώπους της εποχής τους, το κλίμα της. Μαζί συνβημάτισαν στα θετικά και τα δύσκολα της ζωής και της αναγνώρισης, της διεθνούς καταξίωσης του Κρητικού συγγραφέα και παράλληλα της δικής της μεγάλης συνεισφοράς. Η Ελένη Σαμίου έμεινε «κάπως στην σκιά» του μεγάλου δημιουργού, όσο ζούσε. Μάλλον, δεν έχουμε ανάλογα πολλά παρόμοια παραδείγματα στην ιστορία της ελληνικής γραμματείας, προσωπικής συζυγικής αυταπάρνησης και θυσιών. Ίσως μόνο την περίπτωση της παλαιότερης ποιήτριας Αιμιλίας Δάφνη. Θυμάμαι της το είχα αναφέρει με εκτίμηση σε συνάντησή μας στο σπίτι του Κίμωνα Φράιερ και είχε συγκινηθεί.

    Την ορθή διαχείριση ασφαλώς των συγγραφικών κληροδοτημάτων, των έργων και των βιβλίων λογοτεχνών από τους συζύγους τους ή τις θυγατέρες τους ή άλλα στενά μέλη των οικογενειών τους, έχουμε στα πρόσφατα χρόνια μας να αναφέρουμε αρκετά παραδείγματα. Όπως τις περιπτώσεις πχ. του πρώτου έλληνα νομπελίστα ποιητή Γιώργου Σεφέρη από την σύζυγό του Μαρώ Σεφέρη, του ποιητή της Ρωμιοσύνης Γιάννη Ρίτσου από την συγγραφέα θυγατέρα του Έρη, των κληροδοτημάτων του νομπελίστα ποιητή Οδυσσέα Ελύτη από την ποιήτρια σύζυγό του Ιουλίτα Ηλιοπούλου. Στην αυτή κατηγορία έχουμε και τις περιπτώσεις του ποιητή και εικαστικού Νίκου Εγγονόπουλου από την σύζυγό του και την οικογένεια της κόρης του. Του συγγραφικού έργου του Ανδρέα Εμπειρίκου από τον γιό του, του έργου του εθνικού μας ποιητή Κωστή Παλαμά από τον Παλαμιστή Γιώργο Κατσίμπαλη στην αρχή και του Ιδρύματος Κωστή Παλαμά μετά τον θάνατο των δύο παιδιών του ποιητή Ναυσικάς και Λέανδρου κατόπιν. Του Αλεξανδρινού ποιητή Κωνσταντίνου Π. Καβάφη από την οικογένεια Σεγκόπουλου κλπ. Η περίπτωση όμως της Ελένης Σαμίου, νομίζω αν δεν λαθεύω, είναι ιδιαίτερη και ξεχωριστή γνωρίζοντας τον τεράστιο συγγραφικό συνεχή μόχθο και αγώνα του Νίκου Καζαντζάκη και την πολυγραφία του. Για ορισμένους μεγαλοστομία του. Την συγκέντρωση και ταξινόμηση των χιλιάδων από όλη την ελληνική επικράτεια λέξεων και φράσεων της ελληνικής γλώσσας δίχως να παραγνωρίζουμε την ιδιωματική παραδοσιακή Κρητική διάλεκτο και τον τύπο, μονοτονικό και ιδιότυπη γραφή της Δημοτικής που χρησιμοποιούσε στα γραπτά του ο Καζαντζάκης. Ίσως να προσθέσαμε και τις συχνές μετακομίσεις και ταξίδια του ζεύγους και τα αποκόμματα από εφημερίδες που διάβαζε και αποδελτίωνε, και τα εκατοντάδες βιβλία που διάβαζε αντλώντας υλικό για τα δικά του έργα. Μια και δεν υπάρχει παρθενογένεση στην τέχνη, παρά μάλλον συμπληρωματικές ανακυκλώσεις στον χρόνο.

     Την παρουσία της ποιήτριας και μεταφράστριας Ελένης Σαμίου την συναντάμε δύο φορές στο περιοδικό ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ. Στο τεύχος που αντιγράφω παραπάνω και στο διπλό τεύχος 35-36/ Νοέμβριος, Δεκέμβριος 1945, σελίδες 494-495 με τα «ΤΕΣΣΕΡΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ» που επίσης αντιγράφω. Τα ποιήματα είναι άτιτλα και έχουν την δική τους γυναικεία ατμόσφαιρα η οποία ξεχωρίζει από την γυναικεία ποίηση της μετακατοχικής εποχής, όπως θα αντιληφθεί ο αναγνώστης. Ποίηση την οποία διακρίνει ο αγωνιστικός, αντιστασιακός της χαρακτήρας, η επαναστατική των χρόνων διάθεση, ο γυμνός λυρισμός. Η «προσκόλληση» σε ποιητικές φόρμες και κλίμα παλαιότερων προκατοχικών εποχών, του μεσοπολέμου. Φυσικά υπάρχουν και οι γυναικείες ποιητικές φωνές όπως της Θεσσαλονικιάς Ζωής Καρέλλη η οποία ακολουθεί έναν άλλον δρόμο, όπως και οι γυναικείες φωνές του ελληνικού Υπερρεαλισμού και του ελληνικού μοντερνισμού που είχαν αρχίσει να χαράσσουν τα δικά τους χνάρια. Ακόμα όμως η γυναικεία ποιητική φωνή δεν έχει αυτονομηθεί ούτε από τα αντρικά πρότυπα ούτε από τα άλλα πνευματικά της ελληνικής παράδοσης «δεσμά» ολοκληρωτικά. Κάνοντας τα πρώτα τους δειλά βήματα οι ελληνίδες ποιήτριες, ανοίγουν νέους περισσότερο χειραφετημένες του φύλου τους ορίζοντες, υιοθετούν νέα θεματολογία διατηρώντας τα παλαιά γλωσσικά και εκφραστικά ίχνη, κρατώντας πολλές από αυτές την παλαιότερη αισθηματολογία και ερωτική διάθεση. Η Ελένη Σαμίου, τόσο στις μεταφράσεις της όσο και στην πρωτογενή ποιητική της παραγωγή όπως φαίνεται, ακολουθεί τον ηχητικό τονισμό και την γλωσσική ορθογραφία και εκφραστική του Νίκου Καζαντζάκη και στις τέσσερεις ποιητικές της μονάδες αλλά και στις μεταφράσεις της. Ξεχωριστή είναι η τρίτη της ποιητική μονάδα η οποία κινείται μέσα σε μια θρησκευτική χροιά, με το σύμβολο της Παναγίας μητέρας να δεσπόζει των εικόνων της σύνθεσης. Από την μεριά μου, κατά την αντιγραφή, σεβάστηκα την ορθογραφική και γλωσσική τυπολογία όπως την διαβάζουμε στις σελίδες του λογοτεχνικού περιοδικού, έστω και αν διαπίστωνα λεκτικές αβλεψίες τουλάχιστον όχι κραυγαλέες. Μια γλώσσα και μία ηχητική της που σήμερα, δεν υιοθετείται από τη νέα εκπαιδευτικών δεδομένων στρωτή χρήση της Δημοτικής Γλώσσας, ιδιαίτερα μετά την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1976 μετά την μεταπολίτευση. Παρενθετικά να σημειώσουμε, κάτι ενδέχεται όχι άσχετο, ότι ο Αχιλλέας Τζάρτζανος, γνωστός καθηγητής και γλωσσολόγος, το 1929 κυκλοφόρησε την πρώτη έκδοση της εργασίας του για το Συντακτικό και τη Γραμματική της Δημοτικής Γλώσσας. Το σπουδαίο έργο του έλληνα γλωσσολόγου επανακυκλοφόρησε στα κατοπινά χρόνια και έγινε μοντέλο εκπαιδευτικό για την επιτροπή της ομάδας του ΚΕΜΕ του υπουργείου παιδείας και τους αρμοδίους φορείς. Το βιβλίο «Νεοελληνική Σύνταξις της Κοινής Δημοτικής", επανατυπώθηκε και κυκλοφόρησε εκ νέου από τις εκδόσεις των Αδερφών Κυριακίδη στην Θεσσαλονίκη το 1989. Βλέπε και σχετική βιβλιοκριτική από τον Γιώργο Γ. Αλισανδράτο στο αφιερωματικό τεύχος του περιοδικού «Διαβάζω» για τον «ΔΑΝΤΗ» τχ. 230/10-1-1990, και την πρώτη παρουσίαση του έργου από τον Θεόδωρο Ξύδη στα "ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ" και σχετικό αφιέρωμα της «Νέας Εστίας» τχ. 460 του 1946. Τον Αχιλλέα Τζάρτζανο «τον λαμπρό αυτόν εκπαιδευτικό, γραμματικό γλωσσολόγο» προικισμένο λόγιο που ασχολήθηκε με την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα, τον γνωρίζει η γενιά μου-1980- από τα εκπαιδευτικά της χρόνια στο Σχολείο όταν διδάσκονταν τα βιβλία του για την  αρχαία ελληνική γλώσσα, των μαθητών της κλασικής κατεύθυνσης. Δεν γνώριζα ούτε έχω συναντήσει την δίτομη αυτή εργασία του Αχιλλέα Τζάρτζανου (1873-1946), (μεταγενέστερα ένας τόμος, μία επιτομή) γνώριζα όμως τις δύο κριτικές που προανέφερα και σκόρπια σχετικά δημοσιεύματα. Συλογιζόμενος κάπως παράτολμα, θα σημείωνα, ότι θα άξιζε να μαθαίναμε αν ο Νίκος Καζαντζάκης είχε πληροφορηθεί ή είχε στην κατοχή του την δίτομη εργασία για τη Δημοτική χρήση της γλώσσας και είχε υιοθετήσει τις γλωσσικές αρχές και κανόνες μεθοδολογίας, την συντακτική και γραμματική σχεδιαστική του αξιόλογου γλωσσολόγου παλαιού καθηγητή, μαθητή του παλαιότερου Γιώργου Ν. Χατζιδάκι (1848-1946). Σαν προβληματισμό το θέτω, όλα δένουν μεταξύ τους αν έχουμε στη σκέψη μας μία νοερή γραμμή και συνέχεια. Σίγουρα πάντως ο Καζαντζάκης είχε υπόψη του την κριτική του Ξύδη και το αφιέρωμα της «Νέας Εστίας», το αν είχε δίπλα του και το έργο του Τζάρτζανου αυτό είναι κάτι που γνωρίζουν οι ασχολούμενοι με την καταγραφή τίτλων της Βιβλιοθήκης του Ν. Καζαντζάκη. Μια και τα πάντα είναι γλώσσα όπως πρεσβεύουν οι γλωσσοκεντριστές και όλα εκπορεύονται από αυτήν, ενδέχεται να λάβουμε υπόψη μας και αυτήν την παράμετρο.

     Τα Τραγούδια των Ερυθροδέρμων της Βορείου Αμερικής η Ελένη Σαμίου- Καζαντζάκη, τα μεταφράζει από τα αγγλικά, έτσι όπως μας τα διέσωσαν «Άγγλοι σοφοί», και όπως ορθά επισημαίνει η μεταφράστρια, η «εργασία αυτή δεν μπορεί να ξαναγίνει», μια και ιστορικά ο αυθεντικός και γνήσιος ινδιάνικος πολιτισμός και κοινωνικές και εθνολογικές συνήθειες ζωής και θρησκευτικές δοξασίες των διαφόρων ινδιάνικων φυλών, τα ήθη και τα έθιμα τους, οι πολεμικές τους συνήθειες άλλαξαν, αλλοιώθηκαν, μετά την πολεμική εισβολή και κατοχή των βορειοαμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων και την ενσωμάτωση των σκόρπιων ινδιάνικων φυλών και κοινοτήτων στην νέα αστική αμερικάνικη πολιτική κοινή πραγματικότητα και ταυτότητα, όπως την προσανατόλισαν οι ευρωπαίοι μέτοικοι εισβολείς. Την νίκη των Βορείων έναντι των Νοτίων. Οι περιοχές των Ινδιάνικων πολεμικών φυλών καταλήφθηκαν βίαια από τους λευκούς κατακτητές, ο λαϊκός τους πατροπαράδοτος πολιτισμός και συνήθειες σιγά-σιγά αλλοιώθηκε, εξαφανίστηκε, συγχωνεύτηκε ή έγινε φολκλορικό αξιοθέατο των νέων αποικιοκρατών επισκεπτών των αχανών κοιλάδων και άνυδρων οροσειρών. Ένας γηγενής αμερικάνικος πολιτισμός καταστράφηκε, αμαυρώθηκε η αυθεντική του φυσιογνωμία.

Δεν γνωρίζω σχεδόν τίποτα για τον γηγενή, ντόπιο Ινδιάνικο Αμερικάνικο πολιτισμό και τις ποικίλες παραδόσεις του, τον οποίο κατέστρεψαν, προσπάθησαν να εξαφανίσουν, κατέκτησαν οι ευρωπαίου ισχυρότεροι στρατιωτικά και οικονομικά άποικοι όταν εποίκησαν τα αμερικανικά παρθένα και αχαρτογράφητα πλούσια εδάφη, μετά την ανακάλυψη της αχανούς και πλούσιας αυτής ηπείρου από την λευκή φυλή των ευρωπαίων. Έχω υπόψη μου μόνο-σε γενικές γραμμές- ότι έχω παρακολουθήσει από αμερικάνικες γουέστερν ταινίες των πολεμικών συγκρούσεων μεταξύ Ινδιάνων και Καουμπόηδων που πάντα οι Ινδιάνοι ήσαν οι κακοί και πάντα οι καλοί οι άλλοι. Την ίδια προπαγάνδα διαβάζαμε και στα παιδικά εικονογραφημένα περιοδικά. Έπρεπε να περάσουν αρκετές δεκαετίες για να πληροφορηθούμε την ιστορική αλήθεια του αμερικάνικου εμφύλιου σπαραγμού και την αν δεν κάνω λάθος, «γενοκτονία» που υπέστησαν οι ντόπιοι- γηγενείς κάτοικοι αμερικανοί από τους ευρωπαίους εποίκους. Να δούμε στις τηλεοπτικές οθόνες στα νεότερα χρόνια τις δημόσιες διαδηλώσεις Ινδιάνικων φυλών-ντυμένοι με τις παραδοσιακές στους φορεσιές και τους αντίστοιχους χρωματισμούς των προσώπων τους ζητώντας αναγνώριση της εθνικής τους αμερικάνικης ταυτότητας από την ομοσπονδιακή κεντρική κυβέρνηση. Να δούμε έναν από τους μουσικούς ερμηνευτές του συγκροτήματος «Βίλλατζ πίπολ» ντυμένο με ινδιάνικη φορεσιά. Να ακούσουμε την διαμαρτυρία του φημισμένου και διάσημου ηθοποιού Μάρλο Μπράντο υπέρ των δικαιωμάτων των Ινδιάνων. Ο γράφων, ελάχιστες φορές έχει συναντήσει σε παλαιά ή σύγχρονα λογοτεχνικά περιοδικά ποιητικές «Προσευχές και Ξόρκια των Ερυθροδέρμων της Βορείου Αμερικής». Πράγμα που τον κάνει να μην μπορεί να έχει γνώμη για την μεταφραστική αιτία και αποτύπωση της ελληνίδας ποιήτριας Ελένης Σαμίου να μεταφέρει για το ελληνικό αναγνωστικό κοινό των Φιλολογικών Χρονικών, τα παραπάνω ολιγόστιχα ποιήματα Ποιος ο σκοπός της απόδοσής τους στα ελληνικά, η ποιητική συγκίνηση ή η γνωριμία μας με άλλες ποιητικές και εθνολογικές παραδόσεις. Πάντως πρέπει να υπήρχε κάποια αφορμή πέρα από το ποιητικό κέντρισμα και αναγνωστικό ενδιαφέρον. Δεν γνωρίζουμε αν δεν κάνω λάθος από άλλες πηγές, αν προκάλεσαν την προσοχή των αναγνωστών του περιοδικού ή των άλλων λογοτεχνικών περιοδικών. Πώς διάβασαν τις εργασίες της οι πνευματικοί λόγιοι της εποχής ή οι πέριξ του Νίκου Καζαντζάκη.

      Διαβάζοντας πάντως εκ νέου τα μικρά, σχεδόν επιγραμματικά αυτά ποιήματα- με την ευκαιρία της αποδελτίωσης της ύλης των Φιλολογικών Χρονικών- δεν διαπιστώνουμε μόνο τα εθνολογικά και ηθογραφικά στοιχεία των Ινδιάνικων Φυλών, αλλά και την ακρίβεια και λακωνικότητα του λόγου των Ινδιάνων ανώνυμων σοφών αντρών και αρχηγών της φυλής. Οι προσευχές είναι διάσπαρτες με εικόνες του χώρου και των συνηθειών των Ινδιάνων. Το τοπίο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τις παραδοσιακές τους και άλλες κοινωνικές συνήθειες τους, στιγμιότυπα της ζωής τους σε σχέση με τον χώρο, το περιβάλλον. Ο ποιητικός λόγος αρχίζει και σταματά όπου και ο ορίζοντας του τοπίου που διαφεντεύουν, είναι εγκατεστημένες οι διάφορες φυλές και ομάδες. Κάθε φυλή διατηρούσε τις δικές της συνήθειες τα ήθη και τα έθιμα, τις ανιμιστικές της παραδόσεις και διακρίνονταν από τα χαρακτηριστικά παράξενα ονόματα ζώων που έδιναν στους αρχηγούς των φυλών. Ο επιγραμματικός τους λόγος ανακαλεί στην μνήμη αν δεν κάνω λάθος να σημειώσω και πάλι, τις αντίστοιχες-φυσικά στο ανάλογο φυσικό περιβάλλον- ποιητικές συνθέσεις των ιαπωνικών Χάϊ- Κου. Ακόμα θα τολμούσα παρακινδυνευμένα να γράψω, φέρνει στη σκέψη τα μικρά, συνοπτικής φόρμας ποιήματα του αμερικανού ποιητή Έζρα Πάουντ, ασφαλώς διαφορετικής φιλοσοφίας και θεματικής προβληματικής. Σε αυτό πιστεύω ότι βοηθά και η μεταφραστική γλώσσα της Ελένης Σαμίου η οποία αν και καθρεφτίζει την γλωσσική έκφραση του Νίκου Καζαντζάκη, διαθέτει την δική της λειτουργική αυτοτέλεια ακόμα και στις περιπτώσεις που το ποίημα ολοκληρώνεται σε δύο στροφές ή διαμερισματοποιείται σε μικρά δίστροφα μέρη ή τρίστροφα χωρισμένα με λατινικούς αριθμούς. Όσον αφορά τις άλλες Τέσσερεις ποιητικές της συνθέσεις η ανάγνωσή τους φανερώνει την ποιητική φλέβα της Ελένης Σαμίου και το ποιητικό της αισθητήριο, την αντίληψη της περί γυναικείας ποιήσεως. Τα ξόρκια και οι προσευχές των Ινδιάνων μεταφερμένα από την Σαμίου έχεις την αίσθηση ότι διαβάζεις ποιητικά στιγμιότυπα ανθρώπινων θρησκευτικών ιστοριών. Λόγια και διδαχές Σαμάνων, Μάγων της Φυλής.

     Εν τέλει, τίποτα δεν πάει χαμένο στην διαχρονική διαδρομή της πολιτιστικής και πολιτισμικής ιστορίας και παράδοσης κάθε λαού και εθνότητας, φυλής εθνικής οντότητας. Ούτε λησμονεί ολοκληρωτικά ο χρόνος και το όποιο αναγνωστικό κοινό τις πνευματικές παρακαταθήκες των πολιτισμικών επιτευγμάτων των ανθρώπων όπου γης. Αυτό σκεφτόμουν καθώς «ξέθαβα» τα ποιήματα και τις παλαιές αυτές μεταφράσεις και μάλιστα μιάς ελληνίδας δημιουργού η οποία μας είναι γνωστή περισσότερο ως σύζυγος του Καζαντζάκη. Αξίζει θεωρώ να γραφεί μία εργασία για την καίρια συμβολή των συντρόφων των κάθε είδους δημιουργών και καλλιτεχνών, γυναικών ή αντρών συζύγων αντίστοιχα στην πατρίδα μας. Να γραφεί μία μονογραφία για την ποιήτρια και μεταφράστρια Ελένη Σαμίου, την Ελένη Ν. Καζαντζάκη, και την προσωπική συνεισφορά της στον Νίκο Καζαντζάκη όσο και στην διατήρηση και διάδοση του έργου του. Αν διαβάσουμε παράλληλα τον ογκώδη τόμο της Ελένης Ν. Καζαντζάκη «Ο Ασυμβίβαστος» εκδ. Καζαντζάκη 1977 και το πεζό της Γαλάτειας Καζαντζάκη «Άνθρωποι και Υπεράνθρωποι» με τα λεγόμενα του Αλέξανδρου Αργυρίου, εκδόσεις Καστανιώτη 2007, θα διαπιστώσουμε όχι μόνο την διαφορά ύφους και ποιότητας γραφής των  δύο γυναικών αλλά και θα παραβλέψουμε όσα εκ των υστέρων σχολίασαν αρνητικά τόσο η αδερφή της Γαλάτειας η Έλλη Αλεξίου, όσο και άλλες γυναικείες γραφίδες όπως πχ. η Λιλή Ζωγράφου στη δική της μελέτη ή και ο ποιητής Νικηφόρος Βρεττάκος στο δικό του ογκώδες βιβλίο για τον Κρητικό συγγραφέα. Ζητήματα που ενδέχεται να μην αφορούν αποκλειστικά μόνο τους ερευνητές και τους γραμματολόγους, τους ιστορικούς της ελληνικής λογοτεχνίας και τα πανεπιστημιακά σπουδαστήρια, αλλά και εμάς τους απλούς, μάλλον επαρκείς αναγνώστες, σε καιρούς που οι φεμινιστικές σπουδές τυρβάζουν μόνο (;) περί ερωτικών ιδιαιτεροτήτων και άλλων μάλλον ακραίων ανθρώπινων καταστάσεων, συγκεκριμένης περιπτωσιολογίας ή κάνω λάθος; Αλλά οι καιροί αλλάζουν και ευτυχώς η φωνή και το έργο του Νίκου Καζαντζάκη και ο λόγος του είναι ακόμα παρών. «Είναι ακόμα εδώ» που θα έλεγε ένας σύγχρονος τραγουδιστής. Για να μην ξεφεύγουμε τελείως και από το κλίμα της εποχής.

ΥΓ. Ενδιαφέρουσα η πρωτοβουλία της Κυριακάτικης εφημερίδας «Το Βήμα» να προσφέρει το Λεξικό του ομότιμου καθηγητή γλωσσολογίας κυρίου Γιώργου Μπαμπινιώτη, ας ευχηθούμε να μας προσφέρει και επαναφέρει στην σύγχρονη επικαιρότητα και Λεξικά άλλων ελλήνων γλωσσολόγων, πχ. Εμμανουήλ Κριαρά, Χαραλαμπάκη κ.ά.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς

12 Σεπτέμβριος 2024

Επιμένοντας Καζαντζακικά