Σάββατο 13 Ιουνίου 2015

Τατιάνα Α. Σταύρου

Τατιάνα Δ. Σταύρου

Κωνσταντινούπολη 1899-Αθήνα 24/9/1990


Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών
Σταύρου Τατιάνα

 

Τόπος Γέννησης:
Κωνσταντινούπολη
Έτος Γέννησης:
1899
Έτος Θανάτου:
1990
Λογοτεχνικές Κατηγορίες:
Πεζογραφία
Μελέτη
Χρονικό - Χρονογράφημα

Βιογραφικό Σημείωμα
ΤΑΤΙΑΝΑ ΣΤΑΥΡΟΥ (1899-1990)


Η Τατιάνα Σταύρου (το επώνυμο από το γάμο της με το Δημήτρη Σταύρου το 1929 -το πατρικό της Αδαμαντιάδου) γεννήθηκε στο Βαφεοχώριο της Κωνσταντινούπολης, κόρη του φιλολόγου και γυμνασιάρχη Ιωάννη Αδαμαντιάδη και της συζύγου του Σμαράγδας. Είχε πέντε αδέρφια. Δύο χρόνια μετά τη μικρασιατική καταστροφή και ενώ είχε προηγηθεί ο θάνατος του πατέρα, η οικογένεια Αδαμαντιάδη κατέφυγε και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής η Σταύρου εντάχτηκε στο ΕΑΜ και στην Υπηρεσία Πρόνοιας των Στρατευομένων. Ταξίδεψε στη Γαλλία και την Ιταλία, συνεργάστηκε με το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας (1956-1957) και υπήρξε ιδρυτικό μέλος και πρόεδρος της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς (1958), μέλος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, του Γυναικείου Συλλόγου Γραμμάτων και Τεχνών και του ελληνικού P.E.N. Club. Πέθανε στην Αθήνα. Η Τατιάνα Σταύρου ανήκει στη λογοτεχνική γενιά του μεσοπολέμου. Από νεαρή ηλικία στράφηκε με ενδιαφέρον προς τα γράμματα, ενθαρρυμένη και από το οικογενειακό της περιβάλλον. Κατά τη διάρκεια των νεανικών της χρόνων στην Πόλη ήρθε σε επαφή με τους δημοτικιστικούς κύκλους και τα περιοδικά Λόγος (των Όμηρου Μπεκέ και Γιάννη Χαλκούση) και Ζωή (του Απόστολου Μελαχρινού), ενώ στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1932 με τη δημοσίευση ενός διηγήματός της στο περιοδικό του Απόστολου Μελαχρινού Ο Κύκλος. Ακολούθησε η έκδοση της συλλογής διηγημάτων της Εκείνοι που έμειναν με την οποία η Σταύρου καθιερώθηκε στο χώρο της λογοτεχνικής παραγωγής της λεγόμενης γενιάς του ΄30, ειδικότερα της μερίδας εκείνης των δημιουργών που επικεντρώθηκαν θεματικά στις ιστορικές περιπέτειες του ελληνισμού από τον πόλεμο του 1897 ως τη μικρασιατική καταστροφή. Στο σύνολο του έργου της η Σταύρου έμεινε πιστή στις επιταγές του ψυχογραφικού ρεαλισμού με βιωματικά ερείσματα, και της θεματικής που εγκαινίασε με το πρώτο της έργο και επέκτεινε με τα επόμενα στο χώρο των ιστορικών περιόδων του ελληνοϊταλικού πολέμου, της κατοχής και του εμφυλίου. Χαρακτηριστικά γνωρίσματα της γραφής της είναι η έμφαση στην περιγραφή προσωπικών τραγωδιών των ηρώων της και η ενδιαφέρουσα προσέγγιση και απόδοση της γυναικείας ψυχολογίας. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά Ρυθμός, Νέα Επιθεώρηση, Νεοελληνικά Γράμματα, Οικογενειακή Ζωή, Νέα Εστία, Καινούρια Εποχή, Αιολικά Γράμματα και άλλα, όπου δημοσίευσε ποιήματα, λογοτεχνικές μεταφράσεις, καθώς επίσης άρθρα και μελέτες για την ελληνική παράδοση. Τιμήθηκε με τον έπαινο της Ακαδημίας Αθηνών (1935 για τη συλλογή διηγημάτων Εκείνοι που έμειναν), το κρατικό βραβείο μυθιστορήματος (1942 για το Μυστικές πηγές), το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών (1967 για τη μελέτη Ο εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος), το βραβείο της Εστίας Νέας Σμύρνης (1968 για τη μελέτη Ο εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος), το β΄ κρατικό βραβείο πεζογραφίας (1974 για το Εάλω η Πόλις), το βραβείο του Συλλόγου Κωνσταντινουπολιτών (1982 για το σύνολο του έργου της). Έργα της μεταφράστηκαν στα γερμανικά και τα ρωσικά. 
1. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία της Τατιάνας Σταύρου βλ. Ζήρας Αλεξ., «Στάυρου Τατιάνα», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό9α. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988, Μαλεβίτσης Χρήστος, «Τατιάνα Σταύρου», Νέα Εστία128, ετ.ΞΔ΄, 15/10/1990, αρ.1519, σ.1415-1416, Μπουκουβάλα – Αναγνώστου Ιωάννα, «Σταύρου Τατιάνα», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας12. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. και Σταυροπούλου Έρη, «Τατιάνα Σταύρου», Η μεσοπολεμική πεζογραφία · Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939)Η΄, σ.98-120. Αθήνα, Σοκόλης, 1993.

Ενδεικτική Βιβλιογραφία


• Άγρας Τέλλος, Κριτική για τις Πρώτες ρίζες, Νεοελληνικά Γράμματα42, 26/1/1936, ετ.Β΄, σ.11-15.
• Άγρας Τέλλος, Κριτική για τις Μυστικές πηγές, Καλλιτεχνικά Νέα11, 21/8/1943, ετ.Α΄, σ.2.
• Βαρίκας Βάσος, Κριτική για το Άλλο πρόσωπο του ανθρώπου, Το Βήμα, 9/5/1959.
• Δ[έλιος] Γ., Κριτική για το Οι πρώτες ρίζες, Μακεδονικές Ημέρες2, 3/1936, ετ.Δ΄, σ.89-90.
• Δημαράς Κ.Θ. , «Ηρακλής Βασιάδης», Το Βήμα, 14/11/1975.
• Ζήρας Αλεξ., «Σταύρου Τ.», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό9α. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988.
• Θρύλος Άλκης, Κριτική για το Άλλο πρόσωπο του ανθρώπου, Καινούρια Εποχή, Καλοκαίρι 1959, σ.246.
• Κουλούρης Χρήστος Ν., «Τατιάνα Σταύρου», Λογοτέχνες του καιρού μας, σ.129-132. Αθήνα, Νέα Σκέψη, 1965.
• Μαλεβίτσης Χρήστος, «Τατιάνα Σταύρου», Νέα Εστία128, 15/10/1990, αρ.1519, σ.1415-1416.
• Μπουκουβάλα – Αναγνώστου Ιωάννα, «Σταύρου Τατιάνα», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας12. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ.
• Μπουμπουλίδης Φαίδων Κ., Το λογοτεχνικό έργο της Τατιάνας Σταύρου. Αθήνα, 1986 (ανάτυπο από το Νεοελληνικόν Αρχείον, τομ.Β΄)
• Παναγιωτόπουλος Ι.Μ., Κριτική για το Εκείνοι που έμειναν, Ο Κύκλος3, 1933, σ.387-389.
• Παναγιωτόπουλος Ι.Μ., Κριτική για τα Εκείνοι που έμειναν, Οι πρώτες ρίζες, Οι μυστικές πηγές και Το καλοκαίρι πέρασε, ΓράμματαΔ΄, 7/1943, αρ.7, σ.15-20 (τώρα και στον τόμο Τα πρόσωπα και τα κείμεναΒ΄ · Ανήσυχα χρόνια, σ.73-81. Αθήνα, Οι εκδόσεις των φίλων, 1980).
• Παπαδάτος Γιάννης – Αλέφαντος Παναγιώτης, «30 χρόνια από την ίδρυσή της. Η Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά· Συνέντευξη με την Τατιάνα Σταύρου», Επιθεώρηση Παιδικής Λογοτεχνίας3, ετ.Γ΄, 1988, σ.329-335.
• Σαχίνης Απόστολος, Κριτική για το Το καλοκαίρι πέρασε, Τα Νέα Γράμματα3, 5/1944, περ.Β΄, ετ.Ζ΄, σ.229-231 (τώρα και στον τόμο Η πεζογραφία της Κατοχής, σ.84-87. Αθήνα, Ίκαρος, 1948).
• Σπανδωνίδης Πέτρος, Κριτική για το Εκείνοι που έμειναν, Η πεζογραφία των νέων, σ.59-60. Θεσσαλονίκη, 1934.
• Σταυροπούλου Έρη, «Τατιάνα Σταύρου», Η μεσοπολεμική πεζογραφία · Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939)Η΄, σ.98-120. Αθήνα, Σοκόλης, 1993.
• Φλώρος Παύλος, «Τατιάνας Σταύρου: Ο εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος – Το Υπουργείον Παιδείας του Αλύτρωτου Ελληνισμού», Νέα Εστία83, ετ.ΜΒ΄, 1η/2/19968, αρ.974, σ.207-209.
• Χατζίνης Γιάννης, «Τατιάνας Σταύρου: Μυστικές πηγές» Νέα Εστία32, ετ.ΙΣΤ΄, 1η/8/1942, αρ.363-364, σ.762-763.
Αφιερώματα περιοδικών
• Νέα Εστία132, 15/8/1992, αρ.1563, σ.1977-1992.

Εργογραφία

(πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις)

Ι.Πεζογραφία
• Οι πρώτες ρίζες. Αθήνα, έκδοση του περιοδικού Κύκλος, 1936.
• Μυστικές πηγές. Αθήνα, Πυρσός, 1940.
• Εκείνοι που έμειναν. Αθήνα, 1933.
• Το καλοκαίρι πέρασε. Αθήνα, Γλάρος, 1943.
• Το άλλο πρόσωπο του ανθρώπου. Αθήνα, Εστία, 1958.
ΙΙ.Μελέτες - Χρονικά
• Ο εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος · Το Υπουργείο Παιδείας του Αλύτρωτου Ελληνισμού. Αθήνα, 1967.
• Εάλω η Πόλις. Αθήνα, Εστία, 1973.
• Η εκπαίδευσή μας άλλοτε. 1973.
• Ηρακλής Βασιάδης · Ο τελευταίος ιατροφιλόσοφος. Ιωάννινα, 1975.
• Το ζωντανό Βυζάντιο · Χρόνος - Πνεύμα - Άνθρωποι. Αθήνα, έκδοση Αποστολικής Διακονίας, 1976.
• Τετράδια μνήμης. Μυριβήλης - Βενέζης - Καστανάκης - Μυρτιώτισσα. Αθήνα, Ε.Λ.Ι.Α., 1982.
• Θησαυροφυλάκιο · Δοκίμια. Αθήνα, Πρόσπερος, 1986.
• Το παραμύθι της ζωής μου. Αθήνα, Νεανικός Πρόσπερος, 1989.
• Οι πουλητάδες της Πόλης. Αθήνα, έκδοση της Οργάνωσης Μέσων Ερμηνείας Περιβάλλοντος, 1989.

Επιπλέον Πληροφορίες
Αρχείο του λογοτέχνη υπάρχει στο Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Ε.Λ.Ι.Α.)
     Αυτές τις πληροφορίες μας δίνει το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, για την πεζογράφο, ποιήτρια και δοκιμιογράφο Τατιάνα Αδαμαντίδου Σταύρου.
    Ξαναδιάβασα πρόσφατα το «Χρονικό» της «Εάλω η Πόλις», και η συγκίνηση που ένοιωσα ήταν τόσο μεγάλη, που αποφάσισα να διαβάσω όσα βιβλία της δεν είχα διαβάσει και να γράψω δυό λόγια για το έργο της. 
Για την συγγραφέα Τατιάνα Α. Σταύρου μου είχε μιλήσει πρώτος, εδώ και αρκετές δεκαετίες, όταν με είχε προσκαλέσει σπίτι του, ο εκδότης του «Πρόσπερου» και της γνωστής λογοτεχνικής εφημερίδας που εξέδιδε, ο συγχωρεμένος ποιητής Τάσος Κόρφης. Ο Τάσος Κόρφης μαζί με τον ποιητή Ορέστη Αλεξάκη, εξέδιδαν και επιμελούνταν συν τοις άλλοις, και μια σειρά βιβλίων με τον γενικό τίτλο «Φωνές». Ήταν μια εξαιρετική σειρά-«Ποιητική Ανθολογία»-από όλο το εύρος των ποιητικών φωνών της εποχής, παλιότερων και νεότερων. Το πρώτο τομίδιο όπως μου λέει η έκδοση, κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Πρόσπερος» το 1979 και είχε τον τίτλο «Εξήντα Φωνές», με πρώτο δημοσιευμένο ποίημα, της σημαντικής ποιήτριας της Θεσσαλονίκης Μαρίας Κέντρου Αγαθοπούλου. Αν δεν κάνω λάθος, κυκλοφόρησαν αρκετές δεκάδες ετήσιες ποιητικές φωνές. Ο Τάσος Κόρφης, αφού με ρώτησε για τα πνευματικά μου ενδιαφέροντα και τις καλλιτεχνικές-συγγραφικές μου ασχολίες, μου πρότεινε να διαβάσω τα μελετήματα της Τατιάνας Α. Σταύρου «Θησαυροφυλάκιο» που είχε εκδώσει, έκτοτε, όποτε συναντούσα κείμενο της πεζογράφου και ποιήτριας, το διάβαζα με μεγάλη χαρά και ικανοποίηση. Ο λαγαρός της λόγος, ο ελεγειακός τόνος της γραφής της, η γυναικεία της ευαισθησία και δεινότητα της αφηγηματικής της ανάπλασης, οι ψυχογραφικές της περιγραφές καθώς αναπλάθει τον χαρακτήρα των ηρώων της, η βαθειά και αδρή σκιαγράφηση των εσωτερικών διλημμάτων των προσώπων που απεικονίζει στο έργο της, καθώς βυθίζεται με μεγάλη μαεστρία στα δραματικά βάθη της ιστορίας του ελληνισμού, το μεγάλο και ουσιαστικό εύρος των ιστορικών της γνώσεων, οι ιστορικές της διαπιστώσεις, ο λυρικός μέχρι λιγώματος ψυχολογικός ρεαλισμός των ηρώων της, η θεματογραφία της που αγγίζει κρίσιμες ιστορικές στιγμές της ελληνικής παράδοσης και του ελληνικού έθνους, η στρωτή γραφή της, η ανάλυση των καθημερινών συμπεριφορών των απλών ανθρώπων που μας αποκαλύπτουν τις σταθερές συντεταγμένες του ανθρώπινου βίου, το συναισθηματικό χωρίς όμως να λυγίζει ύφος της, η πλούσια σε βιωματικές εμπειρίες μνήμη της, το ευρύχωρο λεξιλόγιο της που κουβαλά μέσα στο προσωπικό της θησαυροφυλάκιο σημαντικούς μαργαρίτες της ελληνικής γλώσσας, η λεπτή ισορροπία που κρατά μέσα στο έργο της μεταξύ λογοτεχνίας και ιστορίας καθώς η συγκινητική της αφήγηση ακολουθεί την μοιραία ροή του χρόνου της απώλειας και της καταστροφής των γεωγραφικών πυξίδων του ελληνισμού, η τροφοδότηση της λογοτεχνικής της πρότασης με στοιχεία της λαϊκής παράδοσης και μνήμης, που σηματοδοτούν ένα άλλο κοίταγμα της ιστορίας, κάτι σαν ιστορικό παραμύθι, διατηρώντας όμως στο ακέραιο την αλήθεια της ιστορίας και αναπλάσεις των ιστορικών γεγονότων, καθώς το ύστερο βλέμμα της αφηγήτριας αποτυπώνει με συγκίνηση τα συμβάντα. Οι κρίσεις της είναι προσεγμένες όταν αναφέρονται στην άλλη πλευρά, την αντίπερα όχθη, και στηρίζονται σε αληθινά και πραγματικά ιστορικά γεγονότα και ντοκουμέντα, πράγμα, που καθιστά την γραφή της φερέγγυα. Η Σταύρου, κρατά ζωντανά τα μνημονικά αντισώματα της ιστορίας του νέου ελληνισμού, υπενθυμίζοντάς μας χωρίς κομπασμό αλλά με ελεγειακή διάθεση, τις διαχρονικές πολιτισμικές δημιουργικές προτάσεις της καθ' ημάς ανατολής, καθώς οι Έλληνεςσυνήθισαν να θρηνούν χαμένες πατρίδες και να πελαγοδρομούν ανάμεσα σε δαιδάλους χαμένων εθνικών ονείρων.
     Η Τατιάνα Α. Σταύρου, ανήκει στην ομάδα εκείνη των συγγραφέων που ασχολήθηκαν συστηματικότερα από άλλες, με θέματα της Βυζαντινής ιστοριογραφίας, και με τα δυσεπίλυτα προβλήματα που αντιμετώπισε ο ελληνισμός τόσο της Κωνσταντινούπολης, όσο και της μικράς Ασίας γενικότερα. Εκτός από τους γνωστούς παλιότερους συγγραφείς, μικρασιάτες κυρίως, που ασχολήθηκαν με τα ιστορικά γεγονότα και τον πολιτισμό των ελληνικών τόπων της Ιωνίας, όπως ήταν παραδείγματος χάριν, ο κυρ Φώτης Κόντογλου, ο Στρατής Δούκας, ο Στράτης Μυριβήλης, ο Ηλίας Βενέζης, που είναι πιο γνωστοί στο ευρύ κοινό, υπάρχει και μια σειρά άλλων συγγραφέων-αντρών και γυναικών-που ασχολήθηκαν με θέματα και προβλήματα της Βυζαντινής ιστοριογραφίας, ή ιστορικές προσωπικότητες που σημάδεψαν καταλυτικά και δραματικά την αυτοκρατορία μέχρι την Άλωση της και την τελική της πτώση. Ενδεικτικά αναφέρω, τον συγγραφέα της Ερόικας, Κοσμά Πολίτη και το έργο του «Κωνσταντίνος ο Μέγας», την γνωστή αγωνίστρια της αριστερής διανόησης Ρόζα Ιμβριώτη και την μελέτη της «Η γυναίκα στο Βυζάντιο», τους Έλληνες συγγραφείς που ασχολήθηκαν με τον Αυτοκράτορα Ιουλιανό, την ηθοποιό και συγγραφέα Τιτίκα Σαριγκούλη και τα θεατρικά της έργα που έχουν βυζαντινή θεματολογία, τον Νίκο Καζαντζάκη με τις μελέτες και τα θεατρικά του έργα, την Μαρία Ιορδανίδου την γνωστή μας "Λωξάνδρα", τις μυθιστορηματικές μελέτες του συγγραφέα Χρήστου Ζαλοκώστα, τα ιστορικά μυθιστορήματα με θέματα ερανισμένα από Βυζαντινές οικογένειες, του δημοσιογράφου και συγγραφέα Γιώργου Λεονάρδου, του Δημήτρη Λαζογιώργου Ελληνικού, οι πολύτομες αυτοκρατορικές ιστορικές μονογραφίες του Κώστα Κυριαζή, τα έργα του πρώην πρωθυπουργού και ιστορικού Παναγιώτη Κανελλόπουλου και πολλών άλλων συγγραφέων, που, παρά τις αρχαιοελληνικές τους καταβολές, δεν έπαψαν να ενδιαφέρονται και να ερευνούν την χιλιόχρονη αυτή περίοδο του Μεσαιωνικού Ελληνισμού. Στις προσθήκες των βιβλιοπωλείων, θα  συναντήσει κανείς και ορισμένες χρήσιμες μελέτες, για την πρόσληψη της βυζαντινής ιστορίας και την μετάπλασή της από Έλληνες πεζογράφους, ποιητές και δοκιμιογράφους.Ας μην ξεχνάμε τον Δωδεκάλογο του Γύφτου του ποιητή Κωστή Παλαμά, τον Θάνατο και την Ανάσταση του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου του Οδυσσέα Ελύτη, τον Ένδοξό μας Βυζαντινισμό του Κωνσταντίνου Καβάφη και πολλών άλλων.  
    Η λογοτεχνική περιπέτεια της Τατιάνας Α. Σταύρου, σίγουρα όπως μας φανερώνουν οι δημοσιεύσεις της, στηρίζεται κυρίως στις μνήμες της ιδιαιτέρας της πατρίδας και καταγωγής την Κωνσταντινούπολη, αλλά δεν παύει να διατηρεί μέσα στο έργο της, ένα χρονικά ευρύ πλαίσιο ιστορικών αναφορών που περιλαμβάνει τον μεγάλο πόλεμο, την μικρασιατική καταστροφή, την περίοδο της κατοχής, και καταλυτικά γεγονότα της βυζαντινής περιόδου.
     Κωνσταντινούπολη, η κεφαλίδα των Πόλεων, όπως την αποκαλεί ένα λαϊκό δίστιχο, που είναι μάλλον η δεύτερη πολιτισμική αναφορά των απανταχού Ελλήνων μετά την Αθήνα.. Κέντρο του ορθού λόγου η Αθήνα, κέντρο της ορθοδόξου πίστεως η Κωνσταντινούπολη, κέντρο του περιφερειακού εμπορίου και οικονομικής ανάπτυξης η Αλεξάνδρεια, έτσι, για να κλείσει το ισοσκελές αυτό δημοκρατικό, αυτοκρατορικό πολιτισμικό και οικονομικό τρίγωνο του διαχρονικού έθνους των Ελλήνων. Παλιά κλέη μιας άλλης ιστορίας και πολιτισμικής παράδοσης, που δεν έχει να κάνει τίποτα, μα απολύτως τίποτα , ούτε με την σημερινή Ελλάδα, αλλά κυρίως, ούτε με τους σημερινούς Έλληνες και Ελληνίδες.
     Ας απολαύσουν όσοι ενδιαφερόμενοι, μέσα στην λαύρα της σαββατιάτικης μέρας, την γαλήνη και τρυφεράδα του μνημονικού λόγου της Τατιάνας Α. Σταύρου και την αφηγηματική της αναδημιουργία, που είναι μια όαση ευαισθησίας, μέσα στην ογκώδη ξηρασία των ψυχών των Ελλήνων και Ελληνίδων που συναντάμε γύρω μας, και την καταλυτική τους απάθεια και αδιαφορία για οτιδήποτε θυμίζει ελληνική ιστορική μνήμη και παράδοση. Την χώρα αυτή τις τελευταίες δεκαετίες, δεν την σκότωσαν ή την πρόδωσαν οι ξένοι, αλλά, οι ίδιοι της οι κάτοικοι, κομπάζοντας για τον εγωπαθή καταστροφικό τους χαρακτήρα, την φίλαυτη έπαρσή τους και προπάντων την ιστορική τους αμάθεια. Είμαστε η μόνη βαλκάνια ευρωπαϊκή, περιφερειακή χώρα, που αφήσαμε τους ίδιους της τους κατοίκους να την καταστρέψουν σε περίοδο ειρήνης. «Ην πολυειδές το κακόν»
ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΚΕΙΜΕΝΩΝ
• «Σελίδες Ημερολογίου» θα μπορούσε να ονομαστεί η μικρή αυτή εργασία που επιθυμούσε να φέρει στην επιφάνεια της μνήμης τα περιστατικά της πολιορκίας του 1453. Γιατί το τρομαχτικό αυτό γεγονός δε θάφτηκε τελειωτικά. Μήτε και έπαυσε ποτέ κατά πολλούς τρόπους και με μύριες αφορμές να επηρεάζει ακόμη τη μοίρα του Ελληνισμού.
    Οι δοκιμασίες που προηγήθηκαν της πολιορκίας και προϊδεάζουν για την τύχη που περιμένει τους τελευταίους προμάχους του Σταυρού στην πρώτη χριστιανική πρωτεύουσα της Οικουμένης είναι πολλές. Άρχισαν πολύ πριν από την επίσημη έναρξη της πολεμικής ημερομηνίας. Αποτελούν έτσι μιάν άλλη σελίδα στην τραγική Ιστορία του τέλους. Παρ’ όλα αυτά όμως η αρχή, η αποφράς εκείνη 6 Απριλίου, αφήνει κάποιαν ελπίδα ελπίδας να θαμποφέγγει. Μονάχα όταν τα μερόνυχτα διπλώνουν και ο αποκλεισμός της Πόλης-Κράτος ολοκληρώνεται, τότε το αληθινό πρόσωπο της τραγωδίας παίρνει το σχήμα του. Τότε και το δράμα ανεβαίνει στις κορυφές του υψηλού πάθους.
     Αυτές τις ύστατες 29 ημέρες του Μαΐου όπου η ένταση φτάνει στο άωτον θέλησε η συγγραφεύς να αναστήσει με όσο γίνεται περισσότερη ιστορική μέριμνα, σεβασμό και πίστη. «Σωφρόνως και ευσεβώς και δικαίως» όπως ταιριάζει στα φοβερά πάθη των Βυζαντινών μαρτύρων και ηρώων.
    Αν την αφιερώνει στον Μεγαλομάρτυρα βασιλέα τους είναι γιατί πιστεύει ότι με τη θυσία του γεφυρώνει ένα ιστορικό χάσμα τεσσάρων αιώνων. Στην εποχή του βρίσκονται οι ρίζες της τωρινής μας ύπαρξης καταπώς διαμορφώθηκε στους χρόνους της εξουθένωσής μας.
    Μέσα στο ζοφερό ύπνο της δουλείας, λαμπάδα ορθή, η μορφή του η αποπνευματωμένη, παρηγορούσε, εμψύχωνε και οδηγούσε προς την Ανάσταση.
    Έγινε θρύλος, έγινε παραμύθι, τραγούδι έγινε μα δεν έπαυσε ποτέ να συντροφεύει το ορφανεμένο Γένος με την απόκοσμη παρουσία του.
    Μαρμαρωμένος και ζωντανός, νικημένος και νικητής του θανάτου ντύθηκε όλες τις όψεις που του έδωσε η λαίκή φαντασία. Ανταποκρίθηκε σε όλες τις λαχτάρες της ψυχής ενός χιλιοβασανισμένου λαού και δεν τον αποχωρίστηκε ως την κάποια δικαίωσή του.
Από τον πρόλογο του βιβλίου «Εάλω η Πόλις», εκδόσεις Εστία 1973
Η πόλις που ακολουθεί και η φαντασία που συνοδεύει
    Η πρώτη σειρά είναι από γη. Καφεδιά φρυμένη γη με τούφες πράσινες ανοιχτές ή πράσινες σκούρες. Κατηφοριές ξανθές τα χωράφια, λεκέδες άσπρους από αραιά σπίτια.
    Πάνω στο αδρό της πρόσωπο βλέπεις τις βαθιές ρυτίδες που χαράξαν οι αιώνες. Ξεχωρίζεις το έργο του νερού και την κούραση του ανθρώπου. Στο πιο ψηλό σημείο, εκείνο το λευκό τετράγωνο είναι πάντοτε σίγουρα το παρεκκλήσι κάποιου προφήτη.
    Αυτή είναι η πρώτη σειρά που περικυκλώνει την απέραντη πεδιάδα. Η δεύτερη μοιάζει από τσαλακωμένο χαρτόνι μπλέ, από ουσία σκούρη και ευκολομάλαχτη. Οι γραμμές λυγίζουνε μαλακές. Τα έργα των ανθρώπων δεν διακρίνονται. Βαθιοί λάκκοι σκιεροί δείχτουν σχεδόν μαύροι, γιομάτοι σκοτεινό μυστήριο. Ανάρια, ανάρια, χοντρές, άσπρες κλωστές-τα μονοπάτια και οι δρόμοι-μπλέκονται δένονται και πάλι χωρίζουνε. Μερικές τους έρπουν ως τις κορυφές σαν ασπροσκούληκες και ξεδιπλώνουνται. Τις νύχτες, ανάμεσα στη μαυρίλα, ξεχωρίζεις καμιά φορά να περπατά ένα φωσάκι ελάχιστο, να τρέχει, να χάνεται, να ξαναφαίνεται. Είναι αυτοκίνητο, που ανεβαίνει, δρασκελά την τελευταία στρογγυλάδα και πάει κατά τις μεγάλες αμαρτωλές πολιτείες. Πάει να χαθεί στην ανώνυμη μάζα της πολυκοσμίας. Κάποτε στην ωραία καμπύλη πάνω κάθουνται σύννεφα να ξεκουραστούν. Ακουμπούν τα τριανταφυλλένια, χαρούμενα σύννεφα ανάλαφρα, διακριτικά, έτοιμα πάντοτε να ξαναπετάξουν. Πάντοτε πρόθυμα να φύγουν γι’ αλλού. Τα άλλα όμως, τ βλοσυρά, γεμάτα βροχή και κακία, πέφτουν βαριά χωρίς διόλου να ενδιαφέρονται για την ομορφιά της γραμμής που χαλά. Στρατοπεδεύουνε αδιάφορα και προσβλητικά με τη διάθεση θαρείς να μη σαλέψουν ποτέ από κεί.
    Η τρίτη γραμμή πιο πέρα, αλάργα, αυτή είναι λες πλασμένη από όνειρο. Δεν έχει στέρεο περίγραμμα μήτε καμιά σχέση, ούτε την πιο μακρινή με το χώμα. Είναι πλασμένη από καθάριο αγνό όνειρο….
Από το βιβλίο «Μυστικές πηγές», εκδόσεις Εστία 3η έκδοση.
Κάτι σαν επίλογος
    Χάραμα, σχεδόν έφτασε στον Πειραιά. Κοιτούσαμε εμείς οι καθυστερημένοι πρόσφυγες γυρωτρύγυρα ξαφνιασμένοι, απογοητευμένοι, ανήσυχοι. Αυτή είναι η Ελλάδα; Αυτή λοιπόν είναι η Ελλάδα που λατρέψανε αιώνες οι γονιοί μας και οι παππούδες μας και οι προπάπποι μας; Αυτός ο γυμνός λόφος είναι η Ελλάδα; Κι αυτή η κίτρινη σκόνη είναι η Ελλάδα; Και το άθλιο μουράγιο και τούτο είναι η Ελλάδα; Μα στη δική μας φαντασία, η Μεγάλη Πατρίδα ήτανε υπερκόσμια, υπέρκαλλη, χωρίς ψεγάδια. Άστραφτε. Δεν ήταν ξερή γη και βάρκες χοντρές κι άνθρωποι λεροί. Στην Ελλάδα του ονείρου μας δεν είχαν ούτε σκόνες, ούτε θολά, ούτε σκουπίδια όπως ετούτη που έπαιρνε το μάτι μας από την πρώτη κι όλας στιγμή.
    Θάλασσα κυματίζει η πίκρα μέσα μας για το χωρισμό από την κοντινή, την ιδιαίτερη πατρίδα του καθενός μας: Την Πόλη! Θάλασσα η απογοήτευση για την μεγάλη ονειρεμένη πατρίδα όλων μας: Την Ελλάδα. Εμείς, εκεί μακριά, αγαπούσαμε μιαν Ελλάδα άυλη, ωραία, πεντακάθαρη, χωρίς σκόνες, χωρίς κακοχτισμένα σπίτια και ανορθόγραφες επιγραφές. Και τώρα-τι καημός-ύστερα από αιώνες λαχτάρας, την αντικρίζουμε και νάτην φτωχή, τυραννισμένη, ξεχτένιστη.
     Ήταν 22 του Δεκέμβρη στο 1924 που πάτησε το πόδι μας στο ελεύθερο ελληνικό χώμα, «Χώμα τιμημένο, χώμα ελληνικό» καθώς λέγαμε παιδιά σε κείνο το ποίημα του σχολείου. Πότε το όνειρο δεν συγκρούστηκε πιο βαθιά, πιο τρομαχτικά μέσα στη μικρή ανθρώπινη καρδιά, έτσι όπως έγινε σε μας τους Πολίτες. Δεν ήταν μονάχα η απογοήτευση της πρώτης στιγμής σα βγήκαμε στο βουερό και ακατάστατο λιμάνι. Το χειρότερο ήταν η σύγκρουση της κάθε μέρας, της ταπεινής ασήμαντης ζωής. Η σύγκρουση που σκοτώνει. Αυτή στάθηκε για χρόνια η μοίρα μας….
Από το βιβλίο «Το παραμύθι της ζωής μου», εκδόσεις Νεανικός Πρόσπερος 1989
• Από τούτο δα το χρώμα αποφάσισα κι εγώ να μεταφέρω λιγάκι ως εδώ μα δεν ξέρω αν το κατάφερα. Η μεταφορά τέτοιο λογιώ πραμάτων είναι πολύ επικίνδυνη. Εκεί που τα κρατάς στο χέρι και κάτι θαρρείς, πάει χάθηκε. Όλα τούτα που ανέφερα δεν θα απόμειναν βέβαια παρά μονάχα στις αναμνήσεις μας. Οι τεράστιες αλλαγές που γίνανε στην Ανατολή σκούπισαν μαζί με τα καφάσια, τα χαρέμια, τα φέσια, τα σαρίκια, τα φανάρια και όλα αυτά τα συμπαθητικά τους συμπληρώματα. Οι πασάδες, όσοι απόμειναν, ανοίξανε γραφεία και με το ζόρι και με το καλό προσπαθούνε να γίνουν έμποροι. Η χανούμισα που έπληττε και γέμιζε τις ώρες της με ίντριγκες, χαλβάδες και μαλεμπιά τώρα έγινε στενογράφος, χορεύτρια ή γιατρός. Δεν έχει ώρα να πλήξει, ούτε περισσεύει καιρός να μασσά. Το μαλεμπί κι ο χαλβάς και τα λεμπλεμπιά θ’ απομένουνε βέβαια όσο υπάρχει Τουρκιά και ακόμη ίσως όταν δεν θα υπάρχει. Έχω την πεποίθηση πως δεν βρίσκεται πράμα στον κόσμο που να βαστά πιο γερά μέσα μας από τις αναμνήσεις της γεύσης. Τα αρχαιότερα πράματα του κόσμου θαρρώ πως είναι οι συνταγές μαγειρικής. Δεν είναι, λοιπόν, που θα λείψει απ’ την παράδοση της Ανατολής η καλοφαγία, αλλά η σημασία της η πρωταρχική που είχε. Η λαιμαργία θ’ αναγκαστεί να περάσει στο δεύτερο πλάνο, γιατί ο οικονομικός παράγων που μπήκε κι αυτός μέσα στο λεξιλόγιό της μακαρίας χώρας του Ισλάμ δεν ανέχεται τέτοιες υπερβολές…
Από το βιβλίο «Οι Πουλητάδες της Πόλης», εκδόσεις Οργάνωση Μέσων Ερμηνείας Περιβάλλοντος ΕΠΕ-Αθήνα 1989
Ελλάδα
    Τι εκνευρισμός! Έτσι που πάμε, θα καταντήσει, θαρρώ, ν’ ακούμε και μέσα στον ύπνο μας. Οι αισθήσεις οξύνονται από την καθημερινή υπερένταση. Είναι που μείναμε χωρίς γραφείο τι γίνεται η δουλειά στο σπίτι. Και τι δουλειά! Ασταμάτητη και άτσαλη, δίχως σύστημα.
Ίσως όμως τώρα νάμαι άδικη. Να μην είναι κανείς. Ίσως και να μην αποκοιμήθηκα διόλου. Κρότος βέβαια δεν ακούστηκε, ούτε χτύπημα κουδουνιού. Μήτε κι εκείνο το σιγανό, σα συνθηματικό που κάνουν μερικές: Τρακ, τρακ, τακτράκ. Κανένα απ’ όλα αυτά.
    Και όμως έχω την αίσθηση πως κάποιος είναι πίσω εκεί και περιμένει. Αν και νωρίς βέβαια, πολύ νωρίς. Η πλάση ακόμα φλέγεται. Ο ήλιος ψηλά επίμονος, άσπονδος, εχτρικός. Μοναδικός ήχος το στρίγγλισμα του τραμ. Σαν άπρεπος μέσα στην τόση φλογερή ησυχία, γλιστρά, τρυπά τα νεύρα και χάνεται….
Από το βιβλίο «Το άλλο πρόσωπο του ανθρώπου», εκδόσεις Εστία 1958
Μυρτιώτισσα
    Τη συνηθίσαμε να τη βλέπουμε σεβάσμια, αρχοντική με τ’ άσπρα της μαλλιά και τα μεγάλα της μάτια και τώρα δυσκολευόμαστε να το πιστέψουμε πως δεν βρίσκεται ανάμεσά μας. Μεγαλοπρεπή, στητή, στόλιζε τον τόπο, λάμπρυνε τις συντροφιές, έδινε έναν αέρα ευγένειας και καλοσύνης στις φιλολογικές συγκεντρώσεις, στα τραπέζια τα γιορταστικά με την παρουσία της. Τη συντρόφευε σα φωτοστέφανος η φήμη της παλιάς της ομορφιάς, ο θρύλος των ερώτων, που τόσο συγκινούν όταν είναι μπλεγμένοι μάλιστα γύρω από πρόσωπα γνωστά και δοξασμένα. Έτσι όλα τούτα ενωμένα με την ποίηση και με την ανάμνηση του καλλιτέχνη γιού της, που τόσο νωρίς τον έχασε, της δίνανε εκείνη την αίγλη που λίγες γυναίκες γνώρισαν στον τόπο μας….
Από το βιβλίο «Τετράδια Μνήμης»-Μυριβήλης-Βενέζης-Καστανάκης-Μυρτιώτισσα, εκδόσεις Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, 1992.
Ένας Θεός εκθρονισμένος
     Μα και θεατρικοί συγγραφείς σημασίας, που ταυτόχρονα έγραψαν διηγήματα και διακρίθηκαν σ’ αυτό-κάτι απολύτως φυσικό άλλωστε-δεν είναι λίγοι. Ο Όσκαρ Ουάιλντ μας έρχεται στο νου από τους πρώτους. Και δεν είναι κανείς βέβαιος μαζί του πως αν αφαιρέσει την εξυπνάδα, τη γοργότητα του διαλόγου και την αστραφτερή επιφάνεια των θεατρικών του τύπων, δεν μένουν τα διηγήματα σαν το σταθερότερο πάντως το πιο εκλεκτό σημείο του έργου του.
    Θεατρικός συγγραφέας περιωπής με έργο διηγηματικό ογκώδες είναι ο Πιραντέλλο, και παλιότερος θεατρικός, ο ποιητής Μαίτερλιγκ, που είχε τη θαυμαστή ικανότητα να στήνει έργα χειροπιαστά  συναρπαστικά και μαζί αφηρημένα. Συνδυασμός βέβαια σπάνιος αλλά που φαντάζει φυσικός για τον συγγραφέα του «Πελέα και της Μελισσάνθης»….
Από το «Θησαυροφυλάκιο»-Δοκίμια, εκδόσεις Πρόσπερος 1986
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη γραφή σήμερα, Σάββατο, 13 Ιουνίου 2015
Πειραιάς, 13/6/2015               
                              





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου