ANGIOLO SILVIO
NOVARO
ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΚΗΣ
ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ
Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΚΟΥΛΗ ΑΛΕΠΗ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «Η ΔΑΜΑΣΚΟΣ», ΑΘΗΝΑΙ,
ΜΑΡΤΙΟΣ 1953, τυπώθηκε στα τυπογραφεία της ελληνικής εκδοτικής εταιρείας για
λογαριασμό των εκδόσεων «Η ΔΑΜΑΣΚΟΣ» σελίδες 64, διαστάσεις 17Χ25
τιμή
παλαιοπωλείου 14 ευρώ.
Το βιβλίο
φέρει αφιέρωση του μεταφραστή Κούλη Αλέπη
«Στο διαλεχτό συνάδελφο, τον ποιητή Νίκο Σημηριώτη.».
Της έκδοσης προηγείται απόσπασμα από
το Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο α’. 52-53: «….
Καθείλε δυνάστας από θρόνων και ύψωσε ταπεινούς. Πεινώντας ενέπλησεν αγαθών και
πλουτούντας εξαπέστειλε κενούς….»
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΚΟΥΛΗΣ
ΑΛΕΠΗΣ, ΣΑΝ ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Η
«Μητέρα του Χριστού» είναι μία λυρική σύνθεση της ζωής της Παναγίας, που
ανοίγει μέσα στο μυστικό φώς του σπιτιού του Ιωακείμ και της Άννας για να
κλείσει μες στο σκοτάδι και το σπαραγμό της Σταύρωσης. Δεν ειν’ ο ποιητής που
διηγείται: είναι μιά φωνή του λαού, που απευθύνεται προς την πάνσεπτη Θεοτόκο,
ενώ Εκείνη, περνώντας έναν-ένα τους αγίους τόπους ακολουθεί το δρόμο του ονείρου
και της έκστασης, που θα τελειώσει στην τραγική πραγματικότητα του Γολγοθά.
Κι’
η φωνή αυτή, μιλάει με αγνότητα και θέρμη, μ’ ευλάβεια και τρυφερότητα-με την
ανάγκη που έχει πάντα η Πίστη να στηρίζεται σε κάτι το υπερφυσικό, και που
είναι μιά απ’ τις έμφυτες, μπορεί κανείς να πει, κατακτήσεις της λαϊκής ψυχής.
Ο
συγγραφέας τόσων εκλεκτών, πεζών και ποιητικών έργων και ξεχωριστά του
«Μελωδικού Γύφτου» που θεωρείται ως το άσμα ασμάτων της πατρικής αγάπης,
βρίσκει, σε μιά τέχνη καμωμένην από ασύγκριτην απλότητα και χάρη, τους πιό
καθάριους τόνους του, τις φωτεινότερες εικόνες, τις γλυκύτερες μελωδίες του.
-ΣΑΝ ΤΟ
ΧΟΡΤΑΡΙ ΤΑΠΕΙΝΗ, 7-8
-ΧΡΥΣΟ ΤΩΡΑ
ΠΕΡΙΔΕΡΑΙΟ ΚΟΥΔΟΥΝΙΖΕΙ, 9-11
-Ο ΗΛΙΟΣ
ΒΥΘΟΥΣΕ ΦΛΟΓΙΣΜΕΝΟΣ, 12-14
-ΠΑΝΩ ΑΠ’ ΤΟ
ΒΡΕΦΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΘΑΝΑΤΟΥ, 15-16
-ΣΙΩΠΗ ΤΗΣ
ΛΗΘΗΣ, 17-19
-ΣΤΟΥ
ΠΟΤΑΜΟΥ ΤΗΝ ΟΧΘΗ ΑΣΠΡΟΛΟΓΟΥΣΕ, 20-22
-ΣΑΝ ΠΑΙΡΝΕΙ
ΝΑ ΧΑΡΑΖΕΙ, 23-24
-ΠΑΡΕ ΤΟ
ΠΑΙΔΙ ΣΟΥ ΚΑΙ ΜΕ ΤΗ ΜΑΡΙΑ, 25-27
-ΜΟΝΟΣ,
ΜΟΝΟΣ…, 28-29
-ΧΕΛΙΔΟΝΙΑ
ΣΕ ΟΥΡΑΝΟ ΜΕΝΕΞΕΔΙ, 30-31
-ΤΡΕΙΣ ΜΕΡΕΣ
ΑΠ’ ΤΗ ΜΙΑ ΠΟΡΤΑ ΣΤΗΝ ΑΛΛΗ, 32-33
-ΑΠ’ ΟΤΑΝ ΕΧΕΙ
ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΑΦΗΣΕΙ, 34-36
-Ω! ΜΑΡΙΑ,
ΓΥΡΝΑ ΚΙ’ ΑΦΟΥΓΚΡΑΣΟΥ, 37-39
-Ω! ΜΑΡΙΑ,
ΣΤΑΣΟΥ ΚΙ’ ΑΦΟΥΓΚΡΑΣΟΥ, 40-42
-ΜΕΣΑ ΣΤΟ
ΠΛΗΘΟΣ ΠΟΥ ΕΠΕΡΠΑΤΕΙ, 43-46
-ΤΟΝ
ΧΤΥΠΗΣΑΝ ΣΤΟ ΜΕΤΩΠΟ, 47-49
-ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟ
ΧΟΡΤΟ ΚΙ’ ΑΝΘΙΑ ΝΕΑ, 50-52
-ΛΥΠΗΜΕΝΟ
ΠΑΣΧΑ Ο ΘΕΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ, 53-55
-ΜΕ ΤΙ
ΔΑΚΡΥΑ, ΜΕ ΤΙ ΠΟΝΟ, 56-60
-Ω! ΣΗΚΩ ΚΑΙ
ΠΕΡΠΑΤΕΙ, 61-62
Αναμέλπομεν από την έκδοση
ή
η συρροή του Ανθρώπινου πόνου στους
Ναούς της Ιστορίας
Ω! ΣΗΚΩ ΚΑΙ ΠΕΡΠΑΤΕΙ
Ώ! Σήκω και
περπάτει
κ’ όλο το
δρόμο κάμε
π’ ο Θεός
σου προορίζει.
Γοργά, με
ειρήνη αληθινή,
το ήρεμο
βράδι θα φανεί.
Στο στεναγμό
του πικραμένου
κι’ απ’ τον
εγκόσμιο γύρο κουρασμένου,
ήσυχα το
υστερνό πορτόφυλλον ανοίγει.
Του θνητού
λίγη
είν’ η
αγωνία’
το πέρασμα
στο θάνατο θωπεία.
Μόνο αγαθό,
που αληθινό,
μα και κρυφό
έχει μείνει,
η ατέλειωτη
αστροφώτιστη γαλήνη.
Απ’ τα
ύστατά σου πέπλα απαλλαγμένη,
στών Ουρανών
θα μπεις τον Κήπο ευτυχισμένη.
Με τ’ άγια
χέρια σου
θα δρέπεις
λουλούδια
που έχουν άγνοια των χειμώνων,
και την
ευλάβεια των ανθρώπων θα τρυγάς
στους αιώνες
των αιώνων.
--
ΣΑΝ ΠΑΙΡΝΕΙ ΝΑ ΧΑΡΑΖΕΙ
Σαν παίρνει
να χαράζει
ορθώνεται το
στάχυ το χρυσό
κι’ ολότρεμο
υποκλίνεται μπροστά Του.
Άνθη ροδιάς
βρέχουν από
κρυφά κλωνάρια
και με φωτιά
Τον περιζώνουν.
Ο πετεινός
κράζει βραχνός,
κι’ από το
κύμα των μαλλιών
σηκώνει τα
λαμπρά μάτια το Αγόρι
και
ψιθυρίζει τ’ όνομά σου.
Άστατα,
μικρούλια, πρώτα βηματάκια,
τ’ απαλά
ζυγιάζοντας μπρατσάκια.
Αγωνία και
τρόμος και χαρά μεγάλη,
που σου
φέρνει ζάλη!
Ώ! Μαρία,
Μαρία, καλά
Φύλαξε το
θέρος μες στο νου σου’
φύλαξ’ το με
προσοχή
για τις
μέρες που από ήλιο
θα βρεθείς
φτωχή
και που δόξα
μόνη
θε να σούναι
οι πόνοι!
Και στην
άστρινη ώρα ξεκουράσου
πάνω στα
ροδάτα τα δυό μάγουλά σου.
Οι Άγγελοι
βλέπουν τους
νυχτερινούς σου στοχασμούς
στον κάμπο
της Αγάπης,
τους
μαζεύουν μες σε κάνιστρα χρυσά
και τους
προσφέρουν στον Κύριο.
Μα εσύ,
ξεκουράσου
πάνω στα
ροδάτα τα δυό μάγουλά σου!
--
ΣΑΝ ΤΟ ΧΟΡΤΑΡΙ ΤΑΠΕΙΝΗ
Σαν το
χορτάρι ταπεινή,
γλυκιά σαν
το σταφύλι’
δειλή και
θεοσεβούμενη,
σε κήπων και
σπιτιών σωστή χορεία,
στη Ναζαρέτ
μεγάλωνες,
μικρή Μαρία!
Το
σπουργιτάκι, στου παιδιού
τη φούχτα
σκλαβωμένο,
δεν
καρδιοχτύπησε όσο Εσύ,
τρυγώνα που
ο Ουρανός εθώρει,
όταν στο
άγιο το βωμό
γύριζες του
ματιού τη λαμπρή κόρη.
Σκέψεις
πρωϊνές, ολάνοιχτες
πρός του
Κυρίου τη στράτα.
Πέρ’ απ’ τ’
ασημοσύγνεφα,
σε αγγέλων
σκυφτών τάγματα, καλωσυνάτα,
σε μουσικής
πνοής φτερά παρμένη,
πλανιόταν η
καρδούλα σου η ταμένη.
Από τα
μπράτσα που αγρύπνησαν
ροδάτη
έκανες φλόγα ν’ αναβρύσει.
Ύστερα
άλεθες σιτάρι,
ύστερα
έτρεχες στη βρύση
κι’ έγνεθες
μαλλιά ή μετάξια:
Κούραση τα
χέρια σου δεν γνώριζαν τ’ άξια.
Μαργαριτάρι
στο κογχύλι
έλαμπες στου
Ιωακείμ, ώ κόρη,
το σπίτι και
της Άννας’
κι’ ως το
ραβδί ήσουν βολική
και σαν μάνα
στοργική.
Όταν τα
βραδάκια, στα χαντάκια,
τραγουδούνε
οι βάτραχοι,
στη σκέπη
εσκαρφάλωνες’ πίσω από τον Κάρμηλο
τη γαλήνη ο
ήλιος πυρπολούσε
κι’ ύστερα
εσουρούπωνε’ κι’ ως το πρώτο αστέρι εσκούσε,
μέθαες απ’
τ’ αγέρι που φυσούσε.
Μιά θέρμη
ευλαβείας θαυμαστή,
μιά επιθυμία
στους Ουρανούς νάσαι αρεστή,
μιά φλόγα
για ό,τι είναι καλό’
μιά ανάγκη
μες σε αγάπη να χυθείς,
σε προθυμιά
ν’ αναλωθείς,
σου έκαιγε
φλέβες και μυαλό.
Αέρας ψυχρός
από του Ερμόν κατέβαινε τα χιόνια
και τις
ελιές συντάραζε, ρίζες και κλώνια.
Τη μητέρα ν’
ασπαστείς τότε εχυνόσουν,
στο κρεβάτι
εξαπλωνόσουν,
και, με του
Κυρίου τη σκέψη αγκαλιασμένη,
στο πέρασμα
του αγέρα αποκοιμιόσουν.
--
Ό ιταλός ποιητής, συγγραφέας και
μεταφραστής Άγγελος Σίλβιο Νοβάρο, (Angiolo Silvio Novaro) γεννήθηκε στο Diano Marina στις 12/11/1866 και πέθανε στην
περιοχή της 10/3/1938. Αναθρεμμένος από εύπορη οικογένεια ασχολήθηκε με τις πατρογονικές
του επιχειρήσεις που ανήκαν στην μητέρα του ζώντας μία ζωή κάπως αποτραβηγμένη
από τα κοινά δίχως να πάψει να ενδιαφέρεται για τις πολιτικές καταστάσεις και
εξελίξεις στην χώρα του. Αυτό μας δείχνει και η ένταξή του στο Σοσιαλιστικό Κόμμα
των χρόνων του. Ασχολήθηκε με την ποίηση, το μυθιστόρημα, το διήγημα, την μετάφραση
και την ζωγραφική. Παντρεύτηκε το 1894 και απόκτησε έναν γιο τον οποίο έχασε σε
μάχη κατά τα χρόνια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Διατηρούσε επαφές και αλληλογραφία
με γνωστές ιταλικές προσωπικότητες όπως τον Βέγγα, τον Ντ’ Αννούτσιο, τον Σαλβατόρ
Κουασιμόδο. Μετέφρασε Ρόμπερτ Λουϊ Στήβενσον, Φρανσουά Μωριάκ και έγραψε βιβλία
για την εκπαίδευση. Πολλά του ποιήματα μελοποιήθηκαν από γνωστούς συνθέτες, ενώ
τίτλοι ποιητικών του συλλογών ήσαν
γνωστοί και αγαπητοί και πέρα από τα πνευματικά σύνορα της πατρίδας του Ιταλίας.
Ο Έλληνας
ποιητής και μεταφραστής Κούλης Αλέπης γεννήθηκε στην Αρεόπολη της Λακωνίας τον
Σεπτέμβριο του 1903 και έφυγε από την ζωή στις 13 Αυγούστου, στην Αθήνα.
Προέρχονταν από πολυμελή Μανιάτικη οικογένεια, ο πατέρας του ήταν
μαρμαρογλύπτης και εργολάβος. Σπούδασε φιλολογία και νομικά στο Καποδιστριακό
Πανεπιστήμιο Αθηνών. Βιοπορίστηκε εργαζόμενος στο Υπουργείο Οικονομικών από όπου συνταξιοδοτήθηκε το 1960. Τα
τελευταία χρόνια της ζωής του, από το 1983 έως τον θάνατό, του έζησε σε
Γηροκομείο. Ήταν πολύγλωσσος, γνώριζε λατινικά, αρχαία, ιταλικά, γαλλικά,
γερμανικά και αρμένικα. Υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη της Εθνικής Εταιρείας
Ελλήνων Λογοτεχνών. Πέρα από τις ποιητικές του συλλογές και τις καλές και
επαρκείς πρωτότυπες στην εποχή τους
μεταφράσεις του από διάφορες γλώσσες, ασχολήθηκε και με τις εικαστικές τέχνες.
Φιλοτέχνησε ως ζωγράφος με ταλέντο καλαίσθητους πίνακες με θέματα παρμένα από
διάφορα μοτίβα, νεκρά φύση σε ενδιαφέροντες συνδυασμούς σχεδίων και χρωμάτων.
Σαν ποιητής και μεταφραστής ο Κούλης Αλέπης ευτύχησε επαινετικών σχολιασμών και
κρίσεων την περίοδο της δημιουργίας του. Έλληνες ποιητές και δάσκαλοι της
ποιητικής τέχνης όπως ο Κωστής Παλαμάς έγραψαν θετικά για την παρουσία του.
Θετικά σχολίασαν το έργο του ακόμα ο πειραιώτης ποιητής Λάμπρος Πορφύρας, ο
ποιητής Μιλτιάδης Μαλακάσης, ο πεζογράφος και κριτικός Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος, ο
κοσμοπολίτης ποιητής Σωτήρης Σκίπης, ο πρώην πρωθυπουργός, λόγιος και
συγγραφέας Παναγιώτης Κανελλόπουλος και αρκετοί άλλοι. Ορισμένες θεατρικές του
μεταφράσεις προερχόμενες από τον λειμώνα της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας όπως
«Οι Βάκχες» η «Μήδεια» και η «Ηλέκτρα» του Ευριπίδη, που μεταδόθηκαν από την
Ελληνική Ραδιοφωνία σε ανάλογες θεατρικές ζώνες προγράμματος. Αναμεταδόθηκαν
και τα χρόνια μετά την μεταπολίτευση του 1974. Ασχολήθηκε ακόμα, και με την
μετάφραση αρχαίων ελληνικών Επιγραμμάτων από την Παλατινή Ανθολογία. Μετέφρασε
γάλλους, γερμανούς και ιταλούς ποιητές όπως βλέπουμε στην αντιγραφή του παρόντος
σημειώματος τριών ποιημάτων του ιταλού ποιητή και πεζογράφου Άντζιολο Σίλβιο
Νοβάρο (Angiolo Silvio Novaro 12/11/1866- 10/3/1938) και της θρησκευτικής πνοής
σύνθεσής του «Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ» των εκδόσεων «Δαμασκός». Μετέφρασε μεταξύ
άλλων και «Είκοσιτέσσερα Σοννέτα»- “Evvres” της γαλλίδας ποιήτριας των χρόνων
της γαλλικής αναγέννησης Λουϊζας Λαμπέ (Louise Charlin, Charly, Charlieux, Labe). Γεννήθηκε περίπου το 1525 ή 1526
και πέθανε σχετικά νέα το 1566. Βλέπε: «Η ΛΟΥΪΖΑ ΛΑΜΠΕ (LOUISE LABE) ΚΑΙ ΤΑ ΕΙΚΟΣΙΤΕΣΣΕΡΑ ΣΟΝΝΕΤΑ ΤΗΣ»
Μεταφρασμένα από τον Κούλη Αλέπη, εκδόσεις «Πυραμίς», Αθήνα 1961, σελίδες 32. Η
έκδοση περιλαμβάνει εισαγωγή του μεταφραστή και η τιμή του παλαιοπωλείου είναι
13 ευρώ και φέρει αφιέρωση του Κούλη Αλέπη στον ποιητή και ηθοποιό «Μήτσο
Λυγίζο». Παρενθετικά να συμπληρώσουμε ότι την Λουίζα Λαμπέ μετέφρασε και ο
ποιητής Άρης Δικταίος. Με την παρουσία της ασχολήθηκαν φυσιογνωμίες όπως ο
Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο Νίκος Καζαντζάκης, ο Αιμίλιος Χουρμούζιος κ.ά. Ενώ
πέρσι, τον Ιούνιο του 2024 κυκλοφόρησε μία προσεγμένη και καλαίσθητη δίγλωσση
έκδοση από τον εκδοτικό οίκο «Νίκα» Λουϊζα Λαμπέ, ΤΑ ΕΡΩΤΙΚΑ ΣΟΝΕΤΑ. Δίγλωσση
Έκδοση. Η πολύ καλή σύγχρονη μετάφραση, η εισαγωγή, το επίμετρο και οι
σημειώσεις είναι του ποιητή και δοκιμιογράφου, φυσικού επιστήμονα στο Κέντρο
Πυρηνικών Ερευνών Δημόκριτος κυρίου Ξάνθου Μαϊντά, σελίδες 150, τιμή 15 ευρώ.
Το βιβλίο όμως του ποιητή Κούλη Αλέπη που τον έκανε περισσότερο μάλλον γνωστό,
και για το οποίο βραβεύθηκε από την Αρμενική κοινότητα ήταν το βιβλίο με τις
μεταφράσεις του με τίτλο «ΑΡΜΕΝΙΚΗ ΜΟΥΣΑ» Ανθολογία Αρμενικών Ποιημάτων,
σελίδες 128 και κυκλοφόρησε σε πρώτη έκδοση στην Αθήνα από το Γραφείο
Πνευματικής Υπηρεσίας το 1938, το 1939 και σε Τρίτη έκδοση το 1957. Είναι αν
δεν λαθεύω η μοναδική συλλογική συγκεντρωτική έκδοση μεταφρασμένων Αρμένιων
Ποιητών στην πατρίδα μας. Για τον μεταφραστικό του μόχθο και για το έργο του
βραβεύθηκε από την πολιτεία το 1970. Ποιήματά του και μεταφράσεις του έχουν
ανθολογηθεί σε διάφορες Ελληνικές Ποιητικές Ανθολογίες. Ποιήματα και
μεταφράσεις του συναντάμε σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής.
Εξέδωσε
μεταξύ άλλων τα εξής βιβλία:
-Ερημικοί
Περίπατοι. (Ποίηση). Εκδ. Αρ. Ν. Μαυρίδης, Αθήνα 1931
-Μήδεια του
Ευριπίδη, (Μετάφραση), Εκδ. Κ. Σ. Παπαδογιάννη, Αθήνα 1933/ Μαρίδης 1966
- De Profundis, (Ποίηση). Εκδ. Γραφείο Πνευματικών
Υπηρεσιών, Αθήνα 1937
-Αρμένικη
Μούσα. Ανθολογία Αρμενικών Ποιημάτων. (Μετάφραση) Έκδ. Αθήνα 1938/ γ΄ 1957
-Ηλέκτρα του
Ευριπίδη, (Μετάφραση), Εκδ. τυπογραφείο Αρ. Ν. Μαυρίδης, Αθήνα 1944
-Στον Ίσκιο
της Αγάπης, (Ποίηση). Εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1948
-Η Μητέρα
του Χριστού (Μετάφραση) του έργου του A. S. Novaro, εκδ. Δαμασκός, Αθήνα 1953
-Χρυσές
Μνήμες, (Ποίηση). Εκδ. Νέστωρ, Καλαμάτα 1959
-Η Λουίζα
Λαμπέ (Louise Labe) και τα Εικοσιτέσσερα Σοννέτα της. (Μετάφραση). Εκδ.
(Ιλεάνας Ν. Παπαδημητρίου), Πυραμίς 1961.
-Ποιήματα
(1931-1968). Αθήνα 1968
-Αρχαία
Ελληνικά Επιγράμματα. Εκλογή και Μετάφραση από την Παλατινή Ανθολογία, εκδ. Αρ.
Μαυρίδης, Αθήνα 1977.
-Άνθη από
Κήπους Ξένους (Ποίηση). Εκδ. Το Ελληνικό Βιβλίο ;;;;; Ενώ, το 1963 κυκλοφόρησε
το αυτοβιογραφικό βιβλίο του «Το Χρονικό της Ζωής μου».
Περατώνοντας το σημερινό σημείωμα 15 Αυγούστου
2025 δεν χρειάζεται να σημειώσουμε ότι λόγω της σπουδαιότητας της Καλοκαιρινής Εορταστικής
Πανήγυρης, του Ρόδου του Αμάραντου, της Ελληνικής Παράδοσης, θα ήταν ακαλαίσθητο
να μεταφέρουμε και άλλες μεταφράσεις του ποιητή Κούλη Αλέπη που έφυγε στις 13 Αυγούστου
του 1986 πριν σαράντα χρόνια. Παραδείγματος χάριν της Λουϊζας Λαμπέ. Αυτήν την
δουλειά την αφήνουμε για μεταγενέστερη ανάρτησή μας.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς
15 Αυγούστου
2025
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου