Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2025

Για τα Σαιξπηρικά Σονέτα

 

        Σαιξπηρικές  αναγνωστικές αναπολήσεις

        Αναρτώντας στην λογοτεχνική μας ιστοσελίδα και μιλώντας για σύγχρονες μεταφράσεις Σαιξπηρικών Σονέτων (αυτές τουλάχιστον που γνωρίζουμε και έχουμε διαβάσει), η αναγνωστική μνήμη μας οδήγησε σε παλαιότερα νεανικά κριτικά και ποιητικά μας διαβάσματα. Τότες που αναζητούσαμε να ενημερωθούμε πάνω στα διάφορα είδη της γραφής, να έρθουμε σε επαφή με τον ποιητικό και πεζό, δοκιμιακό λόγο του Δυτικού κυρίως Κόσμου, αλλά και των άλλων συγγραφικών- πνευματικών κληροδοτημάτων της παράδοσης του Παγκόσμιου Πολιτισμού. Βιβλία και Έργα που διαβάζαμε στις νεοελληνικές τους μεταφράσεις της μεταπολιτευτικής εποχής της δεκαετίας 1970 και 1980 που κυκλοφορούσαν σε μεγάλη εκδοτική αφθονία. Ο ελληνικός εκδοτικός «οργασμός» των πρώτων χρόνων μετά την πολιτική μεταπολίτευση και αποκατάσταση της Ελληνικής Δημοκρατίας  το 1974, περιστρέφεται κυρίως γύρω από το πολιτικό βιβλίο (και κοινωνιολογικό, τις σειρές εγκυκλοπαιδειών) και αναγνώσματα. Με την πάροδο του χρόνου, την αλλαγή των πολιτικών και κοινωνικών συνθηκών μετά το 1981, η εκδοτική στρατηγική, πολιτική των χώρων του βιβλίου αλλάζει, προσαρμόζεται και ακολουθεί τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα των καινούργιων ελλήνων και ελληνίδων αναγνωστών καθώς ανοίγει η βεντάλια των προτιμήσεων και επιλογών τους. Φυσικά, ο εμπορικός αυτός εκδοτικός πληθωρισμός ακολουθεί τους νόμους της αγοράς και της ζήτησης όπως κάθε άλλο προϊόν της ελεύθερης διακίνησης στις αστικές ανοιχτές κοινωνίες και πολιτεύματα, κάτι που σημαίνει, ότι ούτε το σύνολο της πρωτογενούς συγγραφικής παραγωγής των ελλήνων και ελληνίδων είναι πάντα άξιο λόγου, ούτε η δευτερογενής, των εκατοντάδων μεταφράσεων που είχαν πλημμυρίσει τις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων ή πωλούνταν «λαθραία» σε καροτσάκια σε σταθμούς του ηλεκτρικού ή σε πανηγυρικές εκδηλώσεις στις πλατείες. Για να είμαστε όμως ακριβοδίκαιοι όπως και άλλοτε έχουμε μνημονεύσει, οι όχι πάντα φτηνές αυτές εκδόσεις και οι αμφιβόλου ποιότητας μεταφράσεις που πωλούνταν σωρηδόν και σε ντάνες, μας γνώρισαν ονόματα φημισμένων λογοτεχνών του προηγούμενου και προπροηγούμενου αιώνα, κλασικά έργα εντελώς άγνωστα σε εμάς τις νέες φουρνιές των βιβλιόφιλων και φιλότεχνων. Πρόσθεσαν το μικρό τους λιθαράκι στην οικοδόμηση της εικόνας του μορφωτικού επιπέδου ημών των νεοελλήνων. Όπως συμβαίνει πάντα στον ρου της Ιστορίας και του ανθρώπινου Πολιτισμού, οι τεχνικές της τυπογραφίας βελτιώθηκαν, οι εκδοτικές προτάσεις ανανεώθηκαν, τα γούστα μας προσαρμόστηκαν στις νέες πανευρωπαϊκές και παγκόσμιες εξελίξεις των μοντέρνων καιρών. Τα βιβλία-ως ένα ακόμα προϊόν-απέκτησαν καλύτερη αισθητική εμφάνιση, αρτιότερη εκδοτική εικόνα, οι μεταφράσεις  βελτιώθηκαν, προσέχθηκε και αναδείχθηκε ο κόπος και ο μόχθος των μεταφραστών, και ανάλογα με το μεταφραστικό αποτέλεσμα επαινέθηκε θετικά η δουλειά τους. Ή αντίστοιχα αγνοήθηκε ή επικρίθηκε, έμεινε στα αζήτητα. Ενδεχομένως στην σημερινή μας αποτίμηση να μπορούμε γράψουμε με σχετική ασφάλεια, ότι και οι μεταφραστές από την μεριά τους, όπως οι συγγραφείς, διαμόρφωσαν το γλωσσικό μας ύφος και συμμετείχαν ενεργά στην εξέλιξη της μορφής και της εκφραστικότητας της ελληνικής σύγχρονης δημοτικής γλώσσας. Είτε στην προφορική της ηχητική ανίχνευση είτε στην γραπτή της αποτύπωση. Έκτοτε, μετά τις μεταφράσεις των Ρώτα-Δαμιανάκου, εμφανίστηκαν και κυκλοφόρησαν στο εμπόριο και το μεταφραστικό στερέωμα αυτόνομα τυπωμένες, Σαιξπηρικές μεταφράσεις αντρών και γυναικών τις οποίες έχουμε αναφέρει σε προηγούμενα σημειώματα. Εδώ ας επαναλάβουμε ενδεικτικά τα ονόματα του Διονύση Καψάλη, του Στυλιανού Αλεξίου, του Ερρίκου Σοφρά, της Λένιας Ζαφειροπούλου. Ονόματα γνωστών και καταξιωμένων μεταφραστών, Σαιξπηρικών προτάσεων οι οποίες προστίθενται σε εκείνες που έχουν δημοσιευθεί σε παλαιότερα λογοτεχνικά περιοδικά ή σε ηλεκτρονικά ιστολόγια στο διαδίκτυο.

     Αν ο σημαντικός ποιητής και δοκιμιογράφος της Γενιάς του 1930, ο Μικρασιάτης νομπελίστας Γιώργος Σεφέρης ήταν αυτός που μας άνοιξε τους διαύλους δημιουργικής επαφής με την ποίηση του άγγλου νομπελίστα ποιητή και κριτικού Τόμας Στέρν Έλιοτ, (παρενθετικά να σημειώσουμε, ότι τα τελευταία χρόνια γίνεται μία ακατανόητη σε εμάς προσπάθεια να τον αποκαθηλώσουν από την «επίσημη» θέση που άξια κατέχει στις αναγνωστικές ελληνικές συνειδήσεις ο Σεφέρης), οι μεταφραστικές εργασίες του ποιητή και θεατρικού συγγραφέα Βασίλη Ρώτα- σε συνεργασία με την ποιήτρια σύζυγό του Βούλα Δαμιανάκου-, μας γνώρισαν το σύνολο, ποιητικό και θεατρικό έργο του άγγλου δραματουργού Ουϊλλιαμ Σαίξπηρ. Τα «Ποιήματά», τα «Σονέτα», τα «Θεατρικά του Έργα», πλησιάζουν τους 40 τίτλους βιβλίων, τα οποία διαβάσαμε και  συνομιλήσαμε μαζί τους, τα χαρήκαμε για πρώτη φορά από τις πάντα προσεγμένες και επιλεκτικές εκδόσεις «Ίκαρος». Το ζεύγος Ρώτα με ευσυνειδησία, εγκυρότητα, γλωσσικό αισθητήριο, λεκτική ακρίβεια, και μεταφραστικά κριτήρια, μεταφράζοντας στα ελληνικά το Σαιξπηρικό corpus μας πρόσφεραν ένα διαχρονικό αναγνωστικά επίκαιρο και σήμερα αποτέλεσμα. Μιάς έστω αν θέλετε, άλλης γλωσσικής σημαντικής και ποιότητας της γενιάς και των χρόνων τους. Όπως αυτή προσέλαβε και μυήθηκε στα Σαιξπηρικά της τέχνης μυστικά θησαυρίσματα. Ο Βασίλης Ρώτας δεν υπήρξε μόνο ποιητής αλλά και σημαντικός λόγιος και εργάτης της Θεατρικής τέχνης, άτομο με στέρεα Θεατρική παιδεία είχε επίγνωση μέσα σε ποια υφολογικά και γλωσσικά πλαίσια όφειλε να κινηθεί για να φέρει ένα σωστό αποτέλεσμα. Διέθετε τα εχέγγυα εκείνα και τα ανάλογα εφόδια ώστε να επεξεργαστεί με επάρκεια και να διαχειριστεί την Σαιξπηρική φωνή και τις αποχρώσεις της, τον ποιητικό και θεατρικό λόγο στην μεταφορά του στα ελληνικά, δίχως να υπερβαίνει τους τονισμούς και επιτονισμούς της αγγλικής γλώσσας. Διαβάζοντας τις μεταφράσεις του Ρώτα αντιλαμβανόμαστε ότι σκοπεύει διπλά με το Σαιξπηρικό αγγλικό κείμενο που έχει μπροστά του. Από την μία να κάνει ελκυστικές και βατές αναγνωστικά τις μεταφράσεις των ποιημάτων και των σονέτων του άγγλου ποιητή, ηθοποιού και ελισαβετιανού δραματουργού, και από την άλλη να προσφέρει ένα μεταφραστικό αποτέλεσμα τέτοιο ώστε να μπορεί να παρασταθεί στις ελληνικές σκηνές και να κατανοηθεί ο Σαιξπηρικός θεατρικός λόγος και η μεγάλη ποιητικότητά του, ανετότερα και καλύτερα από το ελληνικό θεατρόφιλο κοινό και τους συντελεστές της θεατρικής παράστασης. Είτε τα Σαιξπηρικά έργα φέρουν την θεματολογία των Ιστορικών Δραμάτων, είτε της Τραγωδίας, είτε φέρουν τους πολύχρωμους και σπαρταριστούς και σατιρικούς χρωματισμούς της Κωμωδίας. Γι’ αυτό και  οι θεατρικές του μεταφράσεις ακολουθούν την δομή στην οποία στηρίζεται ένα αμιγώς θεατρικό έργο, κρατεί τους ανάλογους χρόνους, τις παύσεις των φωνών των ερμηνευτών, την εικονογράφηση των προθέσεων των χαρακτήρων των ηρώων, τους θεατρικούς ρυθμούς, τους σκηνικούς όποιους περιορισμούς, δίχως να καπελώνει τις προθέσεις του συγγραφέα ή να αλλοιώνει την λογική και επεξεργασία της σκέψης και των ιδεών του, τα πολύκλαδα μηνύματα και αποφθεγματικότητα του λόγου του. Οι μεταφράσεις των Ρώτα- Δαμιανάκου έχουν έντονη θεατρικότητα και ύφος, καταλαβαίνεις αμέσως ότι φέρουν θεατρική ατμόσφαιρα, το κλίμα τους, η γλώσσα δομείται σε θεατρικά σκηνικά κάντρα και εικόνες, σε σχέση με άλλες νεότερες, αν τις διαβάσουμε παράλληλα. Ας μην αναφέρουμε ονόματα γνωστών μας σύγχρονων μεταφραστών. Ιδιαίτερη όμως περίπτωση αποτελούν οι μεταφράσεις του πεζογράφου και γιατρού Γιώργου Χειμωνά, με την ξεχωριστή του υφολογική και γλωσσική ποιότητα, την ιδιαιτερότητα της ορολογίας του. Η χρήση μάλιστα εννοιών από τον χώρο της ιατρικής δεν «καπελώνει» την θεατρική γλώσσα του Σαιξπηρικού κειμένου πχ. «Άμλετ» αντίθετα την αναδεικνύει μέσω σύγχρονων συμβολισμών και λεκτικών σημάτων μιας επιπρόσθετης θετικής βαρύτητας και αποτελεσματικότητας.

     Έχοντας κοντά μας, στα Σαιξπηρικά αυτά σημειώματα που δημοσιεύουμε, τις μεταφράσεις που προαναφέραμε και αυτές που έχουμε καταγράψει στις δικές μας έρευνες - εδώ να αναφέρουμε ότι δεν κατορθώσαμε να συναντήσουμε στο εμπόριο και να διαβάσουμε το χρηστικό βιβλίο της Αικατερίνης Δούκα- Καμπίτογλου, «Η παρουσία του Σαίξπηρ στον Ελληνικό χώρο»-μια απόπειρα βιβλιογραφίας. Ένας οδηγός που κυκλοφόρησε στην Θεσσαλονίκη το 1981. Μία μελέτη οδηγός στις Σαιξπηρικές σπουδές, όπως αποτελούν οι παλαιότερες του ιστορικού του ελληνικού θεάτρου Γιάννη Σιδέρη που είχαμε συναντήσει στο περιοδικό «Θέατρο». Επίσης βλέπε και Γιώργος Σαββίδης, «Εκδοτικές περιπέτειες των μεταφράσεων του Σαίξπηρ από τον Κωνσταντίνο Θεοτόκη», περιοδικό Περίπλους τχ. 17-18/ 1988. Δεν κατορθώσαμε να δούμε επίσης, τις μεταφράσεις των Σαιξπηρικών Σονέτων που έγιναν από τον Θεόδωρο Γ. Ρούσσο, το 1958 και φωτοτυπώντας τες να τις παρουσιάσουμε. Παρά την ελλιπή μας βιβλιογραφική ενημέρωση,  χαιρόμαστε και απολαμβάνουμε ευχάριστα την φρεσκάδα και την γλωσσική ζωντάνια των μεταφραστών. Αισθανόμαστε ικανοποίηση με την ευσυνειδησία και υπευθυνότητα με την οποία αντιμετώπισαν την περίπτωση ενός δημιουργού ισάξιου με τους αρχαίους έλληνες τραγικούς και ποιητές, του ελισαβετιανού ηθοποιού και συγγραφέα που ξεπέρασε κατά πολύ, τα κράσπεδα της πνευματικής παράδοσης της χώρας του και του αιώνα που έζησε και έγραψε. Μας είναι χρήσιμες οι Εισαγωγές, οι Πρόλογοι και τα Σχόλια που διαβάζουμε του Ερρίκου Σοφρά και της Λένιας Ζαφειροπούλου, στις δικές τους μεταφραστικές εκδοχές , ώστε να μας κάνει να μιλάμε σύμφωνα με την αναγνωστική μας επάρκεια, για «ποιητική μετάφρασις» όπως θα μας έλεγε ένας από τους κυριότερους και σημαντικότερους εκπρόσωπους της Επτανησιακής Σχολής, ο «απόστολος του έργου του Διονυσίου Σολωμού» όπως δίκαια των αποκάλεσαν, ο ρέκτης και αναστηλωτής των Σολωμικών «Απάντων» ο διηγηματογράφος, εκδότης, επιμελητής, Κερκυραίος Ιάκωβος Πολυλάς (13/10/1825-5/8/1896), σε εισαγωγικό φιλολογικό κείμενο στις ελάχιστες μεταφράσεις του. Τα «Προλεγόμενα» του Ιάκωβου Πολυλά είναι όχι μόνο ότι σημαντικότερο έχουμε διαβάσει για τον εθνικό μας ποιητή αλλά και αποτελεί ο σταθερός «καθρέφτης»  μέσω του οποίου ερχόμαστε σε επαφή με την Σολωμική ποίηση. Πάντως, όπως και νάχει κάθε σύγχρονος έλληνας μεταφραστής ή μεταφράστρια είτε εντύπως είτε μέσω των ηλεκτρονικών λογοτεχνικών ιστοσελίδων -όπως είναι τα Λογοτεχνικά Πάρεργα- φιλοδοξεί να μας κάνει γνωστούς τους μηχανισμούς και τις τεχνικές οπτικές των αποτελεσμάτων της Μεταφραστικής τέχνης τους. Τι εντύπωση και αίσθηση μας αφήνει το τελικό ποιητικό αποτέλεσμα στην μετάφραση ή απόδοσή του στα ελληνικά που έχουμε μπροστά μας και διαβάζουμε, πέρα από τις όποιες γλωσσικές μας ενστάσεις ή υφολογικές παρατηρήσεις που μπορούμε και έχουμε κάθε δικαίωμα-σαν αναγνώστες -να προβούμε στην ρυθμική στίχων του ή επιλογή μέτρων του που υιοθέτησε. Αν μας επιτρέπονταν θα λέγαμε ότι τα μεταφραστικά μοντέλα αλλάζουν από εποχή σε εποχή, αλλά αυτό χρειάζεται άλλου είδους συζήτηση μεταξύ των αρμοδίων και πεπειραμένων μεταφραστών που, πολλές φορές ο μεταφραστικός μόχθος τους μένει αδικαίωτος και λησμονημένος και φυσικά απλήρωτος.

          Συμπληρωματικά να αναφέρουμε και τα εξής:

Ο Ιάκωβος Πολυλάς θεωρείται ο πρώτος που μετέφρασε τα Σαιξπηρικά έργα «Άμλετ» και «Τρικυμία στα ελληνικά, γράφοντας και σχετικές μελέτες. Βλέπε: -«Αμλέτος» τραγωδία Σαικσπείρου. Έμμετρος μετάφρασις Ιακώβου Πολυλά με Προλεγόμενα και κριτικές σημειώσεις. Εν Αθήναις1889 εκ του Τυπογραφείου Αδελφών Περρή. –«Η Τρικυμία» δράμα του Ουλιέλμου Σεϊκσπηρ. Μετάφρασις Ι. Πολυλά Κερκυραίου, Κέρκυρα, 1855. Τυπογραφείον Σχερία. Βλέπε επίσης τον τόμο της σειράς Νεοελληνική Βιβλιοθήκη. «ΠΟΛΥΛΑΣ ΑΠΑΝΤΑ» Πανομοιότυπη επανέκδοση με συμπλήρωμα από ανέκδοτα έργα. Αναστύλωσε ο Γιώργος Βαλέτας, εκδόσεις Ν. Δ. Νίκα, Αθήνα 1959, σ. 520. (α΄ έκδοση 1950). Τον Σεπτέμβριο του 2000 οι δυσεύρετες πλέον εκδόσεις «ΙΔΕΌΓΡΑΜΜΑ», εκδίδουν έναν πολυσέλιδο τόμο, 354 σελίδες, με τίτλο: «ΑΜΛΕΤΟΣ ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΣΑΙΚΣΠΕΙΡΟΥ». Επιμέλεια Μετάφρασις ΙΑΚΩΒΟΥ ΠΟΛΥΛΑ. Εισαγωγή ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΥΧΡΟΝΑΚΗΣ. Φιλολογική Επιμέλεια ΜΑΡΑ ΓΙΑΝΝΗ. Προμετωπίδα ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ. Ενώ πριν δέκα χρόνια, τον Απρίλιο του 2015 στην σειρά Νεοελληνική Βιβλιοθήκη του «Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη» κυκλοφορεί τον τόμο 470 σελίδων. ΙΑΚΩΒΟΣ ΠΟΛΥΛΑΣ, «ΤΑ ΚΡΙΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ». Φιλολογική επιμέλεια Θεοδόσης Πυλαρινός. Το κούτσικο (δύο σελίδων) φιλολογικό κείμενο του Ιάκωβου Πολυλά με τίτλο «Η Ποιητική μετάφρασις», δημοσιεύεται στις σελ. 306-307 στην έκδοση του Γιώργου Βαλέτα, και έχει άμεση σχέση με την μετάφραση από τον Πολυλά της Γ΄ Ελεγείας  Βιβλίο Α΄, του Λατίνου ποιητή Αββίου Τιβούλου. Δες και «Μικρά Μεταφράσματα» σελ. 481-483. Ο Γιώργος Βαλέτας συνοδεύει την έκδοση των «Απάντων» του Ιάκωβου Πολυλά με Εισαγωγή για τη Ζωή και το Έργο του και με την σχετική Εργογραφία και Βιβλιογραφία. Στην νεότερη έκδοση από τις εκδόσεις του «Ιδρύματος του Κώστα και της Ελένης Ουράνη», το μικρό φιλολογικό «ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ» δημοσιεύεται χτενισμένο από τον επιμελητή Θεοδόση Πυλαρινό στις σελίδες 239-240 και  ακολουθεί η μετάφραση του Γ΄ Ελεγείου του Ρωμαίου ποιητή Άλβιου Τιβούλλου. Σχετικά με την Σαιξπηρική μεταφραστική περιπέτεια να υπενθυμίσουμε ότι στην Ελλάδα γνωρίζουμε μία μετάφραση του «Μάκμπεθ» του 1843 που έγινε από τον βαρόνο Ανδρέα Θεοτόκη. Δίχως να παραγνωρίζουμε και τις Σαιξπηρικές μεταφράσεις του Δημητρίου Βικέλα. Βλέπε την καλογραμμένη εργασία του Κωνσταντίνου Α. Τρυπάνη, «Ο Σαίξπηρ και το Νεώτερο Ελληνικό Θέατρο». Στο «Ουίλλιαμ Σαίξπηρ» τέσσερεις διαλέξεις, Αθήνα 1945. Από τον Πειραϊκό χώρο ένας από τους ηγέτες του Δημοτικιστικού κινήματος στην Ελλάδα, ο Αλέξανδρος Πάλλης, απέδωσε τον «Έμπορο της Βενετιάς».

          Όσον αφορά τα Σαιξπηρικά «ΠΟΙΗΜΑΤΑ» ΚΑΙ ΤΑ «ΣΟΝΕΤΑ» ας δώσουμε ενδεικτικές σχετικές πληροφορίες.

Α. ΠΟΙΗΜΑΤΑ-  Β. ΣΟΝΕΤΑ

1., ΠΟΙΗΜΑΤΑ. Εισαγωγή-Μετάφραση- Σημειώσεις: ΒΑΣΙΛΗ ΡΩΤΑ-ΒΟΥΛΑΣ ΔΑΜΙΑΝΑΚΟΥ. Εξώφυλλο: Γιώργος Πάτσας. Εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 8, 1977, σ. 152.

[Περιλαμβάνει: -Αφροδίτη και Άδωνης –Ο Βιασμός της Λουκρητίας- Ο Ποθοπλάνταχτος Προσκυνητής- Σονέτα σε διάφορες Μουσικές Νότες- Ο Φοίνικας κι η Τρυγόνα].

2., Ποιήματα του Σαίξπηρ. ΤΑ ΣΟΝΕΤΑ.- ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΚΑΙ ΑΔΩΝΗΣ.- ΦΟΙΝΙΚΑΣ ΚΑΙ ΤΡΥΓΟΝΑ. Πρόλογος- Μετάφραση με Ομοιοκαταληξία. ΘΕΟΔΟΥΛΟΣ Μ. ΠΑΝΤΑΖΗΣ, εκδόσεις Αθήνα-  Λευκωσία, 1999, σ. 96

[ στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου και στο οπισθόφυλλο παρουσιάζονται φωτογραφίες εξωφύλλων βιβλίων και ενδεικτικές κριτικές για Σαιξπηρικούς τίτλους που ο Κύπριος Θ. Μ. Πανταζής έχει γράψει, μεταφράσει ή διασκευάσει. Όπως «ΆΜΛΕΤ», «ΟΘΕΛΛΟΣ», «ΙΟΥΛΙΟΣ ΚΑΙΣΑΡΑΣ», «ΟΝΕΙΡΟ ΘΕΡΙΝΗΣ ΝΥΧΤΟΣ» «Ο ΒΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΛΟΥΚΡΗΤΙΑΣ», «ΤΑ ΣΟΝΕΤΑ ΤΟΥ ΣΑΙΞΠΗΡ», «Η ΚΩΜΩΔΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΕΞΗΓΗΣΕΩΝ», «ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΑΙΞΠΗΡ», «ΟΥΙΛΛΙΑΜ ΣΑΙΞΠΗΡ: Η Ζωή και το έργο του»]

3., Ποιήματα του Σαίξπηρ. Ο ΒΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΛΟΥΚΡΗΤΙΑΣ. Μετάφραση με ρίμα (Με βάση το πρωτότυπο αγγλικό κείμενο): ΘΕΟΔΟΥΛΟΣ Μ. ΠΑΝΤΑΖΗΣ, εκδόσεις Στέφανος Δ. Βασιλόπουλος, Αθήνα 1998, σ. 60.

4., ΤΑ ΣΟΝΝΕΤΑ. Μετάφραση ΒΑΣΟΥ ΧΑΝΙΩΤΗ, Αθήνα 1970, σ. 96.

[Περιλαμβάνει τα 154 Σαιξπηρικά Σονέτα, δίφυλλο Πρόλογο και Σημειώσεις].

5., ΤΑ ΣΟΝΕΤΑ. Εισαγωγή-Μετάφραση- Σημειώσεις: ΒΑΣΙΛΗ ΡΩΤΑ-ΒΟΥΛΑΣ ΔΑΜΙΑΝΑΚΟΥ. Εξώφυλλο: Γιώργος Πάτσας. Εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 1, 1978, σ. 176.

[Η έκδοση περιλαμβάνει και τα 154 Σονέτα]

6., ΣΟΝΕΤΑ. Εισαγωγή-Επιλογή- Μετάφραση: ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΑΛΕΞΙΟΥ, εκδόσεις Στιγμή *, Αθήνα 3, 1989, σ.54.

[ Ο Στυλιανός Αλεξίου αφιερώνει το βιβλίο "To the Dark Lady". Η έκδοση περιλαμβάνει 26 Σονέτα. *Το βιβλίο εκδόθηκε εκ νέου, β΄ έκδοση 5, 1989, σ. 50, με Πρόλογο στην β΄ έκδοση και σε μεγαλύτερο σχήμα. Από τον ίδιο εκδοτικό οίκο. V, XII, XV, XVI, XVIIIC XIX, XXII, XXIII, XXVII, XXIX, XXX, XXXI, XXXVII, XLIII, XLIV, LII, LXI,LXV, LXXI, LXXIII, LXXVI, LXXVII, XCVII, CIV, CXXVIII, CXXXII.].

7., 25 ΣΟΝΕΤΑ. Μετάφραση-Επίμετρο: ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΚΑΨΑΛΗΣ, εκδόσεις Άγρα, Αθήνα 11, 1998, σ. 64.

[Βλέπε και ξέχωρη ανάρτηση της 27/1/2023. Περιλαμβάνει τα εξής: I, II, III, IV, V, VI, VIII, XVIII, XXVI, XXIX, XXX, L, LIII, LXV, LXXI, LXXII, LXXIII, LXXIV, LXXV, LXXVI, XCIV, XCVII, CV, CVI, CXXVIII.].

8., ΣΟΝΕΤΑ. Μετάφραση- Εισαγωγή: ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΜΠΑΜΠΟΥ- ΠΑΓΚΟΥΡΕΛΗ, εκδόσεις αΝεΜοΔείΚΤηΣ, Αθήνα 12, 2005, σ. 110. (δίγλωσση έκδοση)

[Περιλαμβάνει τα Νούμερα: 1, 2, 8, 15, 18, 23, 27, 28, 30, 31, 35, 36, 39, 40, 41, 42, 47, 55, 56, 57, 58, 61, 62, 64, 71, 87, 89, 91, 92, 93, 94, 95, 96, 97, 104, 107, 109, 113, 116, 117, 120, 129, 130, 132, 137,138, 144, 147, 151, 154] 

9., WILLIAM SHAKESPEARE, SONNETS, ΤΑ ΣΟΝΕΤΑ. Εισαγωγή- Μετάφραση: ΛΕΝΙΑ ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΥ, (δίγλωσση έκδοση), εκδόσεις Gutenberg, 2016, σ. 344.

[Περιλαμβάνει και τα 154 Σονέτα. Προσέχουμε τις ενότητες της Εισαγωγής, "Ποιός είναι ο κύριος Γ.Χ. (Mr. W.H.) στον οποίο αφιερώνει ο Thomas Thorpe το έργο; Ενώ αφήνει ανοιχτό το ερώτημα: "Αν υποθέσουμε ότι ο νεαρός άνδρας υπήρξε, είχε ο Σαίξπηρ ολοκληρωμένες ερωτικές σχέσεις μαζί του; Ήταν ο ποιητής ομοφυλόφιλος;" σ. 10. Η μεταφράστρια αφιερώνει την μετάφραση "στη μνήμη του ποιητή Δημήτρη Αρμάου, που πρώτος την εμπιστεύτηκε". Επίσης, 45 Σονέτα δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά στο περιοδικό "Ποιητική" τχ. 13/Άνοιξη-Καλοκαίρι 2014. Για την βοήθειά τους ευχαριστεί ακόμα τους Δημήτρη Μαρωνίτη και τον Παναγιώτη Ιωαννίδη.]

10., ΟΥΙΛΛΙΑΜ ΣΑΙΞΠΗΡ, ΣΟΝΕΤΑ. Μετάφραση- Σημείωμα: ΕΡΡΙΚΟΣ ΣΟΦΡΑΣ, σχεδιασμός εξωφύλλου: Μάρω Κατσίκα, γ΄ έκδοση, εκδ. αντίποδες, 2021, σ. 80. (α΄ 2018).

[Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν- πέρα από την μετάφραση- τα Σημειώματα σ. 61-75 του μεταφραστή Ερρίκου Σοφρά. Η έκδοση είναι δίγλωσση. Στις πρώτες σελίδες έχουμε την ελληνική μετάφραση των Σονέτων, και έπονται τα Σονέτα στην αγγλική γλώσσα. Τα Νούμερα είναι τα εξής: 1, 18, 20, 29, 30, 34, 55, 57, 60, 61, 66, 71, 73, 87, 90, 94, 97, 107, 116, 121, 126, 129, 130, 138.]

      Ακόμα,  μεταφράσεις  Σαιξπηρικών Σονέτων και Ποιημάτων έχουμε του Άγγελου Δόξα στην «Ελληνική Δημιουργία» τχ.1/ 15-2-1948, «Ο θρίαμβος του θανάτου». Του Νικόλαου Ποριώτη, στα «Πειραϊκά Γράμματα» τχ. 5/11, 1942, «Ο Φοίνικας και η Τρυγόνα». Ακόμα, σε μετάφραση Κώστα Κουτσουρέλη έχουμε «9+1 Σονέτα» στο περιοδικό «Ποίηση» τχ. 18/Φθινόπωρο-Χειμώνας 2001. Ενώ στην έμμετρη ομοιοκατάληκτη μετάφραση του Ρόη Παπαγγέλου έχουμε το Σονέτο  CXXXVIII.βλέπε περιοδικό «Φιλολογική Πρωτοχρονιά» τόμος 60ος/ 2003. Κλπ.

          Τέλος, να σημειώσουμε ότι οι μεταφράσεις των Βασίλη Ρώτα- Βούλα Δαμιανάκου, επανεκδόθηκαν από τον εκδοτικό οίκο «Επικαιρότητα» σύνολο τόμων 39.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς,

Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2025

 

                                                                                                                                                    

Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2025

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΛΛΑΤΟΣ Αθήνα 1937-2025

 

       ΔΗΜΗΤΡΗΣ  ΚΟΛΛΑΤΟΣ

(Αθήνα 9/6/1937- Αθήνα 30/1/2025)

        Κινηματογραφιστής, ηθοποιός και σκηνοθέτης, θεατρικός συγγραφέας, ποιητής, διηγηματογράφος, πολιτευτής, τηλεοπτικός σχολιαστής, αντισυμβατικός και δραστήριος, πολιτικοποιημένος έλληνας, ενεργός πολίτης. Διαπρύσιος αμφισβητίας με έντονη δημόσια παρουσία και κοινωνική δράση, ακραίο πολλές φορές λόγο, επικαιρικών σκοπιμοτήτων του πολιτικού και οικονομικού συστήματος διακυβέρνησης της χώρας μετά την μεταπολίτευση, των κυβερνητικών θεσμών και ελληνικών κυβερνήσεών. Υπέρμαχος υποστηρικτής της πανάρχαιας ιστορικής ελληνικότητας της περιοχής της Θράκης, και της κρούσης του κινδύνου μουσουλμανοποίησής της- «τουρκοποίησής της» από τις αθηναιοκεντρικές ελληνικές κυβερνητικές αβελτηρίες, άστοχους πολιτικούς σχεδιασμούς και διπλωματικές κινήσεις. Βλέπε την ταινία του «Αλέξανδρος και Αϊσέ» 1998. Κυρίως όμως, ο αντισυμβατικός μέχρι τέλους Δημήτρης Κολλάτος υπήρξε σκηνοθέτης θεατρικών παραστάσεων και μεγάλων και μικρών αυτοβιογραφικών του ταινιών, βραβευμένων στο εξωτερικό (Γαλλία) και στην Ελλάδα, στο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου στην Θεσσαλονίκη στα μέσα της δεκαετίας του 1960. Η  πρώτη επίσημη αναγνώρισή του έρχεται με το Βραβείο των κριτικών σκηνοθεσίας, σεναρίου και μουσικής (Γιάννης Μαρκόπουλος), στην πρώτη του μεγάλη ταινία «Ο θάνατος του Αλέξανδρου» όταν προβλήθηκε το 1966 στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Χαρακτηριστική έμεινε η θετική γνώμη για την ταινία του Μάνου Χατζιδάκι, (ως μέλος της επιτροπής) όπως έγραφαν οι εφημερίδες της εποχής, παρά τις αρνητικές κρίσεις άλλων μελών, όπως του φιλόσοφου Ιωάννη Θεοδωρακόπουλου. Τιμητική διάκριση ερμηνείας έτυχε και  η ταινία του «Η ζωή με τον Άλκη» το 1989, ενώ ειδικό βραβείο έλαβε και το «Κόκκινο τριαντάφυλλο σου έκοψα» το 1993. Ταινία που αναφέρεται στην αυτοκτονία της γαλλίδας συζύγου του και ηθοποιού Αρλέτ Μπωμάν, μητέρας των δύο παιδιών του. Στην Γαλλία όπου διέμενε σκηνοθέτησε το «Το Συμπόσιο» 1972 βασισμένο στο Πλατωνικό έργο και τις αντιλήψεις των αρχαίων ελλήνων για τον έρωτα. Γύρισε επίσης το ντοκιμαντέρ «Η Γαλλία του Ζισκάρ» 1977, μια περιδιάβαση στην φίλη χώρα περίοδο προεδρίας του Γάλλου προέδρου Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν. Επίσης τις ταινίες: «Νίκος Μέρτης» και «Ψάχνοντας για την Πηνελόπη» και οι δύο το 1980, τέλος, την επόμενη χρονιά 1981 γυρίζει το έργο «Ο άγιος της Πρεβέζης», βασισμένο σε ένα επίκαιρο των χρόνων εκείνο ερωτικό σκάνδαλο ιεράρχη της Επτανήσου.

Στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης πρωτοπαρουσιάστηκε με την βραβευμένη μικρού μήκους ταινία «Αθήνα Χι Ψι Ξι» 1962, ενώ το 1964 βραβεύεται η ταινία του «Ελιές» βασισμένη σε διηγήματά του τα οποία κυκλοφόρησαν με τον ίδιο τίτλο. Επανεκδόθηκαν το 1978 από τις εκδόσεις Πλειάς. Εμφανίστηκε στα γράμματα το 1956 με την ποιητική του συλλογή «Δέκα ερωτικά ποιήματα». Το 1975 πάλι από τις εκδόσεις Πλειάς κυκλοφορεί το θεατρικό του «Η γυναίκα του Σωκράτη».  Σαν θεατρικός σκηνοθέτης εμφανίστηκε την περίοδο 1959-1960 ιδρύοντας το «Πειραματικό Θέατρο Τσέπης» όπου παραστάθηκαν πρωτοποριακά έργα για την εποχή τους όπως του Ευγένιου Ιονέσκου, του Χάρολντ Πίντερ, του Σάμιουελ Μπέκετ και άλλων. Συνεργάστηκε με ηθοποιούς όπως η εξαιρετική Μαριέττα Ριάλδη, ο ηθοποιός που έκανε καριέρα στο εξωτερικό Σπύρος Φωκάς, ο Βαγγέλης Καζάν, ο Κώστας Καραγιώργης, ο Κώστας Μποζώνης, (που έφυγαν νωρίς), η Τζένη Ζαχαροπούλου, ο καλλικέλαδος Γιώργος Μούτσιος, ο Βασιλάκης Καϊλας, η γαλλίδα Αρλέτ Μπωμάν, (σύζυγος του Δ.Κ.) ο Βάσος Ανδρονίδης  και άλλοι. Κατά την διάρκεια των χρόνων της διαμονής του στην Γαλλία ανέβασε αρχαία ελληνική τραγωδία (Ευριπίδης), έργο του ρώσου Άντον Τσέχωφ και άλλους θεατρικούς συγγραφείς.  

    Η Φιλμογραφία και Θεατρική παραστασιογραφία του Δημήτρη Κολλάτου ο οποίος διέπρεψε στην Πόλη του Φωτός όπου διέμενε κατά την περίοδο της επταετίας και όχι μόνο, δεν υπήρξε μεγάλη και ίσως τόσο σημαντική, σε σχέση με άλλους άντρες και γυναίκες έλληνες σκηνοθέτες της γενιάς του εκείνες τις δεκαετίες, που άρχιζε να ανθίζει ο νέος ελληνικός σύγχρονος κινηματογράφος ο οποίος άνοιγε τα φτερά του με την καινούρια θεματολογία του, τον σύγχρονο κινηματογραφικό του λόγο, τις επιδράσεις και επιρροές του από τα ξένα ρεύματα, την φρέσκια του ματιά, την ανάδειξη νεότερων ηλικιακά ηθοποιών και άλλων συντελεστών της έβδομης τέχνης, την σπουδή του σε ζητήματα που αφορούσαν την πρόσφατη ελληνική πολιτική ιστορία και κοινωνία. Ο Κόσμος τις δεκαετίες αυτές ήταν ακόμα διχασμένος ανάμεσα στο δυτικό και ανατολικό μπλοκ, η δε ελληνική πολιτική σκηνή και κοινωνία βίωναν την σκληρή νομοθεσία και αποκλεισμούς του εμφύλιου τραύματος. Το ίδιο διχασμένοι ήσαν και οι έλληνες λόγιοι και καλλιτέχνες οι οποίοι είχαν χωριστεί σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα. Όπως και νάχει πάντως, οι σκηνοθετικές κινηματογραφικές και θεατρικές του δουλειές δεν πέρασαν καθόλου απαρατήρητες, έκαναν αίσθηση, προκλήθηκε ντόρος όταν προβλήθηκαν στις κινηματογραφικές αίθουσες ή παραστάθηκαν στις θεατρικές σκηνές. Προκάλεσαν ποικίλες αντιδράσεις και σχόλια, ένα σούσουρο απόψεων από τους κριτικούς του σινεμά αλλά και το ευρύ κινηματογραφόφιλο κοινό, δημιούργησαν ένα κλίμα «άρνησης» απέναντί του, βλέπε τις κριτικές του θεωρητικού του κινηματογράφου Βασίλη Ραφαηλίδη, για τον ερασιτεχνισμό του και για τις αντοχές του κινηματογραφικού του οπλοστασίου. Ορισμένες λογοκρίθηκαν για τις σκανδαλολογικές τους προθέσεις. Θεωρήθηκαν για μερίδα ειδικών «σκάνδαλο», προκλητικές και κραυγαλέες στην γραφή και τα μηνύματά τους, ένιωσαν αμηχανία απέναντι σε πλάνα και εικόνες, καταστάσεις τους καθόσον διαπραγματεύονταν θέματα ταμπού των ηθικών αξιών και αρχών της ελληνικής κλειστής κοινωνίας και οικογενειακών σχέσεων για πρώτη φορά στην μεγάλη οθόνη ή την θεατρική σκηνή. Το πρωτοποριακό περιεχόμενο των δύο εξ αυτών πρώτων του αυτοβιογραφικών ταινιών ξάφνιασε, εξέπληξε θετικά και επαινέθηκαν τα αυτοβιογραφικά στοιχεία και συμβάντα του βίου του, της οικογένειάς του που στηρίζονταν το υλικό των ταινιών και αναδείκνυε με συγκινητικό τρόπο, βλέμμα πικρό αλλά και σκληρό, με έντονα φορτία λυρισμού και ανθρωπιάς, υπομονής, προσωπικής του καρτερίας και εγκαρτέρησης.  Ο Κολλάτος θέλησε να μας μιλήσει για το σταυρό της Ζωής που του επεφύλαξε η Μοίρα να σηκώσει. Μας κοινοποίησε με αξιοπρέπεια και θάρρος, τόλμη και ειλικρίνεια μέσω του κινηματογραφικού του φακού ζητήματα και προβλήματα ιατρικής και ατομικής ψυχολογίας φύσεως και επιλογών της δικής του οικογένειας και του ατομικού του βίου στάσεις. Προσέχθηκε επίσης και η δραματικότητα των ρόλων που ενσάρκωνε μαζί με την γαλλίδα σύζυγό του και τον μεγάλο του γιο, ηθοποιό Αλέξανδρο. Ο Δημήτρης Κολλάτος, στην καλλιτεχνική του σταδιοδρομία δεν ερμήνευσε ρόλους προερχόμενους από κινηματογραφικούς στιλιζαρισμένους κώδικες, προπλάσματα μυθιστορηματικών ιστοριών, ατομικές συγκρούσεις και υπερβάσεις τραυματισμένων ή ατσαλάκωτων χαρακτήρων ηρώων, δεν ακολούθησε κινηματογραφικά βαδίσματα εθιμικής κοινωνικής σεναριογραφίας, «πιασάρικες» λύσεις εύπεπτες και αποδεκτές από τα κοινωνικά στρώματα. Τύπους αναγνωρίσιμους είδωλα λαϊκής ηθογραφίας, αυτοσυντηρούμενα μεγέθη ατομικών ρυθμών τραγικότητας ερμηνευτών, ή ιατρικών αντιλήψεων δεδομένα και κρίσεις ρόλων, θέσεις και απόψεις άγνοιας της ελληνικής κοινωνίας για τα άτομα με ειδικές ανάγκες, όπως ήταν και ο μικρότερος γιός του, ο Άλκης, που έπασχε από Αυτισμό. Η λογική των δύο του πρώτων ταινιών, και υποκριτική του ερμηνευτική είχε σκοπό να μας μιλήσει για το πώς οφείλουμε να αντιδρούμε και να συμπεριφερόμαστε απέναντι σε ακραίες καταστάσεις και φαινόμενα όπως είναι η αυτοχειρία μελών της οικογένειάς μας και οι σωματικές και ψυχικές αρρώστιες συγγενικών μας, διπλανών μας προσώπων, στην συγκεκριμένη περίπτωση τον Αυτισμό, της μη άνετης και πλέριας επικοινωνίας του ατόμου με το περιβάλλον και τους γύρω του, του κλεισίματος στον εαυτό της ανθρώπινης ύπαρξης. Στην μη ιδρυματοποίησή του, του εγκλεισμού του δηλαδή σε κρατικά άσυλα, αλλά στην όποια θεραπευτική αγωγή και συνύπαρξη μέσα στην ίδια την οικογενειακή εστία ισότιμα, με τις δικές του ιδιαίτερες ανάγκες και φροντίδα. Ο Δημήτρης Κολλάτος θέλησε και με τις δημόσιες δράσεις και ενέργειές του να κινητοποιήσει και άλλα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας που αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα, να ενεργοποιήσει τους κρατικούς θεσμούς στην υποστήριξη με όποιον τρόπο τις ελληνικές αυτές οικογένειες που αντιμετώπιζαν παρόμοια προβλήματα. Απέφυγε την παγίδα της αυτολύπησης και βγαίνοντας μπροστά διεκδίκησε τα αστικά και ανθρώπινα αυτονόητα δικαιώματά του για τον γιό του και τα άλλα άτομα. Ήρθε σε σύγκρουση με κατεστημένες αντιλήψεις και εμπόδια στον στόχο του, δεν λύγισε, πάλεψε ουσιαστικά και πλείστες φορές μονάχος του. Η μεγάλη οθόνη ήταν το έδαφος που καλλιέργησε και φανέρωσε τις σκέψεις και αποφάσεις του, επιλογές του και τις στάσεις του για ζητήματα τέτοιας υφής. Την αλήθεια της ζωής του, της δικής του της συζύγου του και του μεγάλου του γιού, του Αλέξανδρου που υποδύθηκε τον μικρότερό του αδερφό στις ταινίες του. Δύσκολα και κακοτράχαλα τα μονοπάτια που βάδισε μέχρι που έφυγε ο αυτιστικός γιός από ανακοπή πριν την δική του, χθεσινή απώλεια.

     Οφείλουμε στην μνήμη του, να καταθέσουμε και τα εξής. Δεν είχαν όλες οι ταινίες του θετική ανταπόκριση από το κοινό και τους κριτικούς. Αν θα χωρίζαμε χάριν εργασίας σε δύο περιόδους την καλλιτεχνική του και κοινωνική του συνεισφορά, θα γράφαμε ότι η δεύτερη σκηνοθετική κινηματογραφική και θεατρική παραστασιογραφία του κάνει μάλλον κοιλιά σε σχέση με την πρώτη. Προκάλεσε αρνήσεις για την απλοϊκότητα χειρισμού των θεμάτων του, της προκλητικότητας των επικαιρικών καθαρά προθέσεών του, της χαλαρής του και κάπως σκανδαλολογίας της ματιάς του και της τηλεοπτικής παρουσίας και εικόνας του, των δημόσιων σχολιασμών του. Ο Δημήτρης Κολλάτος αυτήν την περίοδο ένιωθε αποκλεισμένος από το κατεστημένο, γι' αυτό και η φωνή του ήταν ακατέργαστη, επιθετική, ακραία, μονοσήμαντη. Αναφέρονταν σε πράγματα που γνώριζε ότι θα προκαλέσουν αντιδράσεις, εχθρότητες. Θεωρήθηκε ότι αντιπροσωπεύει μία πλευρά του ελληνικού  κινηματογράφου χαλαρή, ξεπερασμένη, λαϊκίστικη, όχι σοβαρή και η κριτική του ματιά πάνω σε θέματα που απασχόλησαν την εποχή των χρόνων της Αλλαγής μετά το 1981 και μετέπειτα, όπως ήταν ο θεσμός της εκκλησίας, της δικαιοσύνης, των οικονομικών παραγόντων (εφοπλιστές) κλπ., και των όποιων σκανδάλων πληροφορούμεθα από την ειδησεογραφία του τύπου, εξετάζονταν κάτω από ένα βλέμμα που έχανε την ποιότητά του, με τον κραυγαλέο τρόπο διεκδίκησης του δίκιου των απόψεών του. Δίχως να παραβλέπουμε ασφαλώς τις παλαιότερες θετικές κρίσεις και απόψεις για το έργο του, τις επίσημες κινηματογραφικές βραβεύσεις του για την σύνολη σκηνοθετική συνεισφορά του. Οι θεατρικές του παραστάσεις ήσαν «κόκκινο πανί». Ήταν ο πρώτος, αν δεν κάνω λάθος που παρουσίασε πάνω στην θεατρική σκηνή Αντρικό Γυμνό αν δεν με απατά η μνήμη από την παράσταση που είχα παρακολουθήσει «Ένας Έλληνας σήμερα», μα και σε άλλες του παραστάσεις. Οι ταινίες του Δημήτρη Κολλάτου δεν προβλήθηκαν σε πολλούς κινηματογράφους όμως όποτε προβάλλονταν το κοινό έδειχνε ενδιαφέρον. Ορισμένες από αυτές,  προβλήθηκαν παλαιότερα και από την δημόσια τηλεόραση.

      Συμπερασματικά θα σημειώναμε, ότι η παρουσία του Έλληνα καλλιτέχνη Δημήτρη Κολλάτου αυτά τα 50 περίπου χρόνια, υπήρξε θετική στην αποτίμησή της τόσο στο επίπεδο και τους χώρους της έβδομης τέχνης και των θεατρικών παραστάσεων όσο και στους στίβους των κοινωνικών αγώνων για αλλαγή των αντιλήψεων της ελληνικής κοινωνίας και στερεότυπα, τα όποια προσωπικά του επιλογικά της δημόσιας εικόνας του λάθη και απόλυτες μονομέρειες  θα λησμονηθούν στον χρόνο αν δεν έχουν ήδη ξεχαστεί. Θα μείνουν μόνο οι αρνητικές και θετικές αποτιμήσεις των έργων του με τα οποία ασχολήθηκαν και μας μίλησαν οι ειδικοί της κινηματογραφικής τέχνης.

    Θα κλείσουμε το σημείωμα με τρείς αντίθετες κρίσεις για ταινίες του. Η μία, η κάθετα αρνητική είναι του θεωρητικού και κριτικού του κινηματογράφου Βασίλη Ραφαηλίδη, την διαβάζουμε στην εφημερίδα «Δημοκρατική Αλλαγή» 28/9/1966, δες τον 5ο τόμο του βιβλίου του «Λεξικό Ταινιών» Με κριτικές του Βασίλη Ραφαηλίδη. Ξένες ταινίες συμπλήρωμα Α-Ω. Ελληνικές ταινίες, εκδόσεις Αιγόκερως, Αθήνα 1983, σελίδες 102-103. Για την ταινία «Ο θάνατος του Αλέξανδρου» (1966). Η κινηματογραφική κριτική μεταφέρεται και στο βιβλίο Βασίλης Ραφαηλίδης, «Ελληνικός Κινηματογράφος» Κριτική 1965-1995, εκδόσεις Αιγόκερως, Αθήνα 1995, σελίδα 11. Στον ίδιο τόμο, διαβάζουμε και την δεύτερη αρνητική κριτική του για την ταινία «Η ζωή με τον Άλκη» που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Έθνος» 4/6/1989. Δες σελίδες 200-204. Η επόμενη κρίση που περιγράφει την ατμόσφαιρα των αντιδράσεων είναι του ιστορικού του ελληνικού κινηματογράφου Γιάννη Σολδάτου, «Ιστορία του Ελληνικού Κινηματογράφου» τόμος 1ος, 1900-1967, 10η έκδοση, εκδόσεις Αιγόκερως, Αθήνα 2002. Η τρίτη τέλος, η θετική είναι του πανεπιστημιακού φιλόλογου και μεταφραστή Βρασίδα Καραλή όπως δηλώνεται στο  αξιόλογο μελέτημά του Βρασίδας Καραλής, «Μια ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου» μετάφραση Αχιλλέας Ντελλής, εκδόσεις Δώμα/ βιβλία στην Αθήνα, 2012. Βλέπε σελίδες 177, 181, 190, 314, 323. Αντιγράφουμε:

          ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΛΛΑΤΟΣ, Ο θάνατος του Αλέξανδρου (1966):

Λυπούμαστε πολύ που είμαστε υποχρεωμένοι να πενθήσουμε τον «θάνατο» ενός νεαρού σκηνοθέτη που στο παρελθόν έδωσε δύο εξαιρετικά ενδιαφέροντα δείγματα κινηματογραφικής γραφής. Ο Δημ. Κολλάτος άνθρωπος αναμφισβήτητα ανήσυχος, δεν κατορθώνει να δώσει στην ανησυχία του αυτή μια διέξοδο περισσότερο σοβαρή, πιο υπεύθυνη και προβληματισμένη.

     Ο θάνατος του Αλέξανδρου προσπαθεί να πλησιάσει ένα ασύλληπτα δύσκολο θέμα, το οποίο πολύ διστακτικά θα τολμούσαν να αγγίξουν πεπειραμένοι και περισσότερο από τον Κολλάτο καλλιεργημένοι δημιουργοί.

          Η φιλοσοφική διερεύνηση ενός προβλήματος που έχει σχέση με τον πρόωρο αναπότρεπτο θάνατο-ο Αλέξανδρος της ταινίας πεθαίνει από λευχαιμία-αν δεν αποκτήσει την απόλυτα αναγκαία βαρύτητα που απαιτεί το δυνάμει τραγικό αυτό θέμα, πολύ εύκολα θα μπορούσε να ξεπέσει σε μια φτηνή αυτοψυχανάλυση σχετική με την στάση του δημιουργού απέναντι στο πρόβλημα και να πάρει μια χροιά εύκολου ξορκισμού ή ψευδοηρωικής πρόκλησης του θανάτου.

          Ο Κολλάτος υποπτευόμαστε πως το μόνο που είχε στο νου του όταν γύριζε αυτήν την ταινία ήταν να κάνει μια τετριμμένη ψευδοφιλοσοφική επίδειξη κυνισμού περί ματαιότητας του κόσμου τούτου και τα παρόμοια.

          Όμως με τέτοιου είδους ξόρκια δεν λύνονται τα μάγια που θάκανε πολύ καλά αν προτού επιχειρήσει, το εκ των προτέρων χαμένο εγχείρημα διάβαζε προσεχτικότερα ένα μεγαλοφυές έργο σχετικό με το ίδιο θέμα: Το Μαγικό βουνό του Τόμας Μαν.

          Τότε θα καταλάβαινε ίσως πως όσο αληθινή και αν είναι η ιστορία του πρόωρου θανάτου ενός συμπαθητικού νεαρού (που υποδύεται ανεπιτυχώς ο ίδιος), δεν είχε το δικαίωμα να την πλησιάσει με τόση αφέλεια και τέτοιον απάνθρωπο κυνισμό. Είναι αδύνατο να καταλάβουμε γιατί επέλεξε ένα τόσο δύσκολο θέμα για την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία. Ίσως γιατί νόμισε πώς η επιτυχία κατακτάται  με την «επιθετική στρατηγική» που εφάρμοσε ο Όρσον Γουέλλες στον Πολίτη Καίην. Ο Γουέλλες όμως ήταν- και είναι- ιδιοφυής και ο δυναμικότατος Κολλάτος αν εζήλωσε την δόξα του έκανε μάλλον λάθος. Το μόνο που μας μένει είναι να του ευχηθούμε μεγαλύτερη επιτυχία, μεγαλύτερη προσοχή και πιο υπεύθυνη εκλογή του θέματος της δεύτερης ταινίας του.

          ΒΑΣΙΛΗΣ  ΡΑΦΗΛΙΔΗΣ

          Ο θάνατος του Αλέξανδρου

     Ο Δημήτρης Κολλάτος, με τον Θάνατο του Αλέξανδρου σόκαρε, για δεύτερη χρονιά μετά τις Ελιές (1964), τους θεματοφύλακες του ηθικού κατεστημένου. Ο Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος, ακαδημαϊκός και πρόεδρος της Κριτικής Επιτροπής του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης δήλωσε:

Και ο ρεαλισμός έχει όρια. Ένας άρρωστος από λευχαιμία, που πεθαίνει σε λίγα λεπτά, βάζει τη γυναίκα του να γυμνωθεί εντελώς, και προχωρεί σε πλήρη σεξουαλική ομιλία μαζί της. Αυτά ξεπερνούν κάθε αντοχή.

Όταν απαγορεύτηκε η προβολή της ταινίας στις αίθουσες, ο Τ. Γεωργίου, υπουργός Προεδρίας της κυβέρνησης απάντησε σε πρόκληση του Κολλάτου:

          Ο έλληνας νοικοκύρης δεν πρέπει να δει αυτή την ταινία. Οφείλω να προστατεύσω τον ελληνικό λαό από το φίλμ σας.

Ο Κολλάτος προχώρησε πέρα από το δικαίωμα της καλλιτεχνικής του έκφρασης και έφτασε στην επιθετικότητα και την πρόκληση, γνωρίζοντας τα όρια του έλληνα νοικοκύρη και ακριβώς αυτά τα όρια έγιναν ο στόχος του, ορισμένες φορές ακόμα και σε βάρος της ισορροπίας του έργου του.

    Ο Γιάννης Καλλιόρης, περιγράφοντας την «άστοχη» κατά την άποψή του προκλητικότητα στη σκηνή του πορνείου, κατέληξε στην κριτική του παρουσίαση της ταινίας στην Επιθεώρηση Τέχνης (Νοέμβριος 1966).

          Η ψυχολογική όμως ένδεια της διατύπωσης έδωσε την εντύπωση πώς η επιδίωξη ήταν μάλλον να «καταπλαγούν οι αστοί», παρά να αποσπαστεί από τη συγκεκριμένη πράξη η αλήθεια της.

Ο Τύπος ασχολήθηκε αρκετά με τον Θάνατο του Αλέξανδρου και στο σύνολό του ήταν θετικός έως εγκωμιαστικός.

    Θέμα της ταινίας, που θυμίζει τον Θάνατο του παλληκαριού του Παλαμά, είναι ο άδικος θάνατος του νέου άνδρα από λευχαιμία, ένας θάνατος πάντα άδικος και παράλογος, έστω και αν είναι το λογικό επακόλουθο της ζωής. Αυτή η παράλογη λογική, αυτό το ακατανόητο- και όμως, απόλυτα φυσικό- πέρασμα από τη ζωή στο θάνατο, διέπει τη θεματική προβληματική του Κολλάτου. Ο Αλέξανδρος προσπαθεί να κρατηθεί στη ζωή, τόσο με τα φλας μπακ, που επαναφέρουν στη μνήμη του τις πλέον ζωντανές στιγμές του, όπως αυτήν της μύησής του στην ερωτική πράξη στο πορνείο, όσο και με την απόπειρά του σ’ αυτή την ύστατη στιγμή να κάνει έρωτα με την γυναίκα του. Αν τα καταφέρει, σημαίνει πως ζει: διαφορετικά, είναι ήδη κλινικά νεκρός. Σ’ αυτό το σημείο, ο Κολλάτος κινήθηκε σε δύσκολα και απωθημένα, τόσο στη ζωή όσο και στην τέχνη, σημεία ισορροπίας. Ήταν πολύ σκληρή η δοκιμασία που αποπειράθηκε να εκθέσει στην οθόνη. Η απόπειρα του Αλέξανδρου είναι μάταιη. Ο θάνατος έρχεται και οι φίλοι του νεκρού αδυνατούν να συλλάβουν τον παραλογισμό του συμβάντος.

          Στο επίπεδο, της κινηματογράφησης, ο Κολλάτος δούλεψε με συνεχή γκρο πλάνα, που κάλυψαν το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας και όχι σπάνια κούρασαν το θεατή. Ακόμα, οι κινήσεις της μηχανής περιορίστηκαν στις μίνιμουμ ανάγκες, και η προτεραιότητα δόθηκε στο κατ που εξυπηρέτησε τη σκληρότητα του θέματος, όπως και η φωτογραφία του Αριστείδη Καρύδη- Φουκς.

          ΓΙΑΝΝΗΣ  ΣΟΛΔΑΤΟΣ

    Στο κεφάλαιο: «ΔΟΞΑ ΚΑΙ ΠΤΩΣΗ: 1960-1970»

      Μια άλλη σημαντική ταινία από αυτά τα δύο αξέχαστα χρόνια (1965 έως 1967), ήταν το Ο θάνατος του Αλέξανδρου του Δημήτρη Κολλάτου (1966), μια ανεξάρτητη παραγωγή του ίδιου του σκηνοθέτη, ο οποίος είχε ήδη γυρίσει δύο ταινίες μικρού μήκους. Η ιστορία αφορούσε έναν νεαρό που πέθαινε από λευχαιμία στο νοσοκομείο. Καθώς βρίσκεται στην επιθανάτια κλίνη του, ζητά από τη σύζυγό του να του κάνει έρωτα, μια πράξη που γίνεται καταλύτης για την ανάδυση αναμνήσεων από την παιδική και την εφηβική ηλικία του. Η ταινία ήταν μια από τις καλύτερες διερευνήσεις της θνητότητας στο ελληνικό σινεμά. Μέσα από κοντινά και στατικά πλάνα, ο Κολλάτος απεικονίζει το θάνατο και τις επιπτώσεις του στους ζωντανούς, καθώς το σώμα εκφυλίζεται, ενώ το μυαλό είναι ακόμα δραστήριο και γεμάτο ζωή. Η μουσική του Γιάννη Μαρκόπουλου, με την αυστηρή λιτότητά της, ενίσχυσε τα οδυνηρά συναισθήματα του πρωταγωνιστή με λεπτότητα και διακριτικότητα. Ήταν μία από τις πιο ανθρώπινες και εξανθρωπιστικές ταινίες που γυρίστηκαν ποτέ, μια ταινία που προκάλεσε γνήσια συναισθήματα στο κοινό της μέσω της απεικόνισης της αδυσώπητης σκληρότητας του θανάτου που χιμά πάνω σ’ έναν καθημερινό, συνηθισμένο, κοινό άνθρωπο. Ήταν το κινηματογραφικό ισοδύναμο του Θανάτου του Ιβάν Ίλιτς του Τολστόι και αντιπροσώπευε μία ακόμη μοναδική περίπτωση στον ελληνικό κινηματογράφο. Λίγο μετά την παραγωγή της ταινίας, ο Κολλάτος κατέφυγε στη Γαλλία, όπου η αναθεωρητική του απεικόνιση του resistancialisme προκάλεσε έντονες αντιδράσεις και διαμάχες.», σ. 181.

          Στην σελίδα 314 γράφει ο συγγραφέας για την ταινία «Η Ζωή με τον Άλκη»:

Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στη Ζωή με τον Άλκη του Δημήτρη Κολλάτου, ένα συγκινητικό και καθαρτήριο αυτοβιογραφικό «εικονογραφικό δοκίμιο» για τη ζωή ενός πατέρα με αυτιστικό παιδί. Η ταινία αποκαλύπτει τη σημειολογική σύγχυση στην επικοινωνία των αυτιστικών παιδιών με τους γονείς τους, ενώ χαρτογραφεί τους παράξενους κώδικες και τα απροσδόκητα σύμβολα που εφευρίσκει ένας πατέρας που αγαπά το παιδί του, προκειμένου να επικοινωνήσει μαζί του μέσα στην απομόνωση του αυτισμού.

Και τελειώνει την οδοιπορία του ο Βρασίδας Καραλής στην ταινία του Δημήτρη Κολλάτου, «Κόκκινα τριαντάφυλλα….» γράφει σελίδα 323:

          Η ανεξάρτητη παραγωγή του Δημήτρη Κολλάτου Κόκκινο τριαντάφυλλο σου έκοψα ήταν ένας συγκινητικός αυτοβιογραφικός στοχασμός πάνω στην αυτοκτονία της συζύγου του σκηνοθέτη και στη ζωή με τον αυτιστικό γιο του, καθώς προσπαθεί να ανακτήσει τον χαμένο χρόνο βλέποντας τις παλιές ταινίες που είχαν γυρίσει μαζί.

          ΒΡΑΣΙΔΑΣ ΚΑΡΑΛΗΣ

      Όπως διαπιστώνουμε και οι τρείς κριτικές φωνές μας παραπέμπουν σε κλασικά κείμενα της ξένης ευρωπαϊκής και ελληνικής λογοτεχνίας. Τόμας Μαν, Λέων Τολστόι και Κωστής Παλαμάς, πράγμα που μας φανερώνει την κινηματογραφική παιδεία του σκηνοθέτη και διηγηματογράφου Δημήτρη Κολλάτου, όσο και την σχέση μεταξύ λογοτεχνίας και σινεμά, την συνομιλία με διαφορετικούς κάθε φορά τρόπους κώδικες επικοινωνίας μεταξύ τους. Από την άλλη, αυτός ο «δογματικός» κριτικός της Μαρξιστικής καθαρότητας στην πολιτική και την τέχνη, ο Βασίλης Ραφαηλίδης στην κριτική του για την ταινία «Η Ζωή με τον Άλκη» στο πρώτο μισό της κριτικής του μνημονεύει τον ιατρό Κλώντ Μπερνάρ και τις θέσεις του για την μη διαφορά μεταξύ του υγιούς ατόμου και του ασθενούς. Τα δυσδιάκριτα όρια μεταξύ υγείας και ασθένειας, αναφέροντας και ορισμένα άλλα ονόματα της «υπαρξιακής ψυχιατρικής» όπως το όνομα του Ρόναλντ Λαίνγκ και του Ντέιβιντ Κούπερ. Για δε την ταινία γράφει μεταξύ άλλων στην σελίδα 202:

          «Η ταινία του Δημήτρη Κολλάτου Η ζωή με τον Άλκη που στάθηκε αφορμή για τα παραπάνω, είναι ένα εξαιρετικά πολύτιμο ντοκουμέντο. Κι αυτό, άσχετα απ’ την όποια αισθητική αξία της ταινίας, που δεν είναι το πρώτο που θα ενδιέφερε τον νοήμονα θεατή σ’ αυτή τη συγκεκριμένη περίπτωση. Γιατί ο Κολλάτος είναι πατέρας ενός αυτιστικού παιδιού, του Άλκη. Και γιατί έχει την τύχη να’ χει κι  ένα άλλο παιδί με αξιοπρόσεκτο υποκριτικό ταλέντο, τον Αλέξανδρο. Στο φιλμ ο Δημήτρης Κολλάτος παίζει τον εαυτό του, και ο γιος του Αλέξανδρος παίζει τον αδερφό του τον Άλκη. Αυτό σημαίνει πώς οι δύο πρωταγωνιστές  γνωρίζουν πάρα πολύ καλά τι σημαίνει αυτισμός, και συνεπώς μπορούν να αναπαραστήσουν τη συμπεριφορά του αυτιστικού με απόλυτη ακρίβεια και πειστικότητα, πράγμα που, βέβαια, καθεαυτό δε συνιστά τέχνη. Όμως, η αναπαράσταση του αυτισμού μέσα από ένα είδος αναγκαστικού, θα έλεγα, «σινεμά βεριτέ», που θα το ζήλευε ο Ζαν Ρους ή ο Έντγκαρ Μορέν, τοποθετείται αυτόματα πέρα απ’ το αισθητικό γεγονός, στην περιοχή του ντοκουμέντου…….»

        Αξίζει από την μεριά μας να σημειώσουμε ότι θα άξιζε η δημόσια τηλεόραση μέσα στην σειρά των ελληνικών κινηματογραφικών της επαναλήψεων, να επαναπροβάλει τις ταινίες του διηγηματογράφου και σκηνοθέτη, σεναριογράφου και ηθοποιού αντισυμβατικού Δημήτρη Κολλάτου.

Τέλος, πρόσφατα έφυγαν από κοντά μας ένας άνθρωπος του κινηματογράφου και συγγραφέας ο δημοσιογράφος Ιάσων Τριανταφυλλίδης, και ο συγγραφέας και επιμελητής εκδόσεων, αρθρογράφος Γιάννης Η. Χάρης, ένα ταγμένο άτομο στην διδασκαλία και την φροντίδα της ελληνικής γλώσσας και της προφορικής και γραπτής εκφραστικής της.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς,

Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2025.              

  

Τετάρτη 29 Ιανουαρίου 2025

Χρήστος Γιανναράς, Γόνιμος απελπισμός

 

Γ ό ν ι μ ο ς   α π ε λ π ι σ μ ό ς

Του Χρήστου Γιανναρά

Εφημερίδα Η Καθημερινή Κυριακή 16/6/1996

          Γενικές εκτιμήσεις μπορεί να απηχούν αυθαιρεσία και επιπολαιότητα. Μπορεί να υπηρετούν σκοπιμότητες, φανερές ή έμμεσες. Μπορεί και να προϋποθέτουν κριτική αφομοίωση πληροφοριών και σύνθεση συναγωγής συμπερασμάτων- διεργασίες δυσπρόσιτες στους πολλούς.

          Το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα έχει καταρρεύσει, τα κόμματα αυτοδιαλύονται: είναι αυτή μια συμπερασματική εκτίμηση που βεβαιώνεται όλο και πιο συχνά στις ιδιωτικές συζητήσεις, αλλά παρακάμπτεται ή αποσιωπάται στον δημόσιο λόγο. Είναι αυθαίρετη και επιπόλαιη κρίση; Υπηρετεί κάποιες σκοτεινές σκοπιμότητες; Ή απλώς προϋποθέτει απροκατάληπτη οξυδέρκεια, ψυχολογική αφοβία και συνδετικό συμπερασμό-διεργασίες δυσπρόσιτες στους πολλούς;

          Δύο συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες είναι φυσικό να εμφανίζουν ισχυρές αντιστάσεις στην παραδοχή μιάς τέτοιας γενικής εκτίμησης: οι επαγγελματίες της πολιτικής και η εμπορική δημοσιογραφία. Οι πρώτοι, για λόγους κυρίως ψυχολογικούς- είναι πολύ δύσκολο σε κάθε άνθρωπο να παραδεχτεί ότι απέτυχε στο επάγγελμά του, αποδείχθηκε ανίκανος ή μέτριος. Η δεύτερη κοινωνική ομάδα θα αρνηθεί μια τέτοια γενική εκτίμηση, γιατί αλλιώς «εκλείπει η ελπίς της εργασίας αυτών»: η εμπορική δημοσιογραφία συντηρείται με τη διαιώνιση της κατάρρευσης, τις εσωκομματικές ίντριγκες, τα συντροφικά αλληλομαχαιρώματα, τα σκάνδαλα, τη μικρόνοια και ανεπάρκεια στον πολιτικό χώρο.

          Τη μεγάλη πλειονότητα των πολιτών δεν υπάρχει λόγος να τη φοβίζει η κατάρρευση του πολιτικού μας συστήματος, η αυτοδιάλυση των υπαρχόντων κομμάτων. Είναι οδυνηρή η διαπίστωση, αλλά μπορεί να αποδειχθή οδύνη τοκετού. Τα πολύ τελευταία χρόνια στην Ελλάδα-ιδίως μετά τη συντριβή των ισχυρών ιδεολογικών παραισθήσεων- μοιάζει να έχει συντελεστεί κάτι εξαιρετικά θετικό: Γίνεται συνειδητό στους πολίτες το ποιοτικό χάσμα που χωρίζει τις κοινωνικές δυνάμεις αυτού του τόπου από τις λεγόμενες πολιτικές δυνάμεις. Η ελληνική κοινωνία έχει αξιόλογο αποθεματικό ανθρώπινης ποιότητας, δοκιμασμένο στο στίβο του διεθνούς ανταγωνισμού- επιστημονικό, επιχειρηματικό, καλλιτεχνικό στίβο. Προσωπικότητες χαρισματικής οξύνοιας, ακέραιου ήθους, ανιδιοτελούς φιλοπατρίας. Πού απέχουν συνειδητά από την πολιτική, γιατί δεν διανοούνται το συμφυρμό με τα πλεονάζοντα στις κομματικές αυλές κωμικά αναστήματα και ευτελή συμφέροντα.

          Αν μπορούσε να γεφυρωθεί το ποιοτικό χάσμα κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων στην Ελλάδα, θα ζούσαμε πραγματική νεκρανάσταση. Αλλά ποιος καταλύτης μπορεί να επενεργήσει για να συσπειρώσει την ανθρώπινη ποιότητα του τόπου σε καινούργια σχήματα συγκροτημένων κομμάτων; Ούτε θεωρητικά κίνητρα, ούτε η οξύτητα των αναγκών, ούτε ο πόνος για τη δύσμοιρη πατρίδα αρκούν, αν λείπει ο συσπειρωτικός καταλύτης. Η δική του απουσία διαιωνίζει ανέλπιδα την πολιτική κρίση.

          Το ανέλπιδο των σημερινών πολιτικών προοπτικών μας ίσως να συγκροτεί μια κάποια ελπίδα. Αν η ανελπισία γίνει συνειδητή, μπορεί να είναι αφετηρία για μια απρόβλεπτη και απροκαθόριστη ενεργοποίηση της κοινωνικής δυναμικής- να λειτουργήσει σαν καταλύτης για τη συσπείρωση της ποιότητας. Γι’ αυτό και την καθολικευμένη επίγνωση της συντελεσμένης κατάρρευσης του πολιτικού μας συστήματος τη φοβούνται περισσότερο από καθετί άλλο, οι σημερινοί επαγγελματίες της πολιτικής και η εμπορική δημοσιογραφία.

          Μεταθέτουν την εκτίμηση της πραγματικότητας σε ψευτοδιλήμματα «απαισιοδοξίας» ή «αισιοδοξίας», δηλαδή στο επίπεδο άκριτων ψυχολογικών παρορμήσεων. Όσο ο λαός «αισιοδοξεί», συνεχίζει και να ψηφίζει τους ολοφάνερα αποτυχημένους, να επενδύει παραισθησιογόνες «ελπίδες» διαδοχικά από το ένα «κόμμα εξουσίας» στο άλλο. Σαν να μη βλέπει τα ολοφάνερα ο λαός: ότι το πολιτικό σύστημα έχει καταρρεύσει, ότι είναι ανίκανο να αυτοανανεωθεί, ανίκανο να ανταποκριθεί σε στοιχειώδεις καίριες ανάγκες άμυνας, διπλωματίας, οργάνωσης του κράτους, διαχείρισης της οικονομίας. Ποιος, στον κοινωνικό στίβο, θα εμπιστευόταν την ευθύνη έστω και του ελάχιστου μικρομάγαζου σε κραυγαλέα αποτυχημένους διαχειριστές; Όμως στην πολιτική τα κριτήριά μας αλλάζουν και αναθέτουμε σε αποδεδειγμένα ανίκανους τη ζωή μας και τη ζωή των παιδιών μας, τις τύχες μιας πατρίδας που σάρκωσε πανανθρώπινη πρόταση πολιτικού για τρεισήμισι χιλιάδες χρόνια.

          Ζωτική ελπίδα είναι ο καθολικός συνειδητός απελπισμός των πολιτών από το σημερινό πολιτικό σκηνικό. Να διαλυθεί και η παραμικρή ψευδαίσθηση ότι από τα υπάρχοντα σήμερα κόμματα είναι δυνατό να προκύψει «αλλαγή» ή «ειρηνική επανάσταση». Ακόμη και αρχηγοί που ξεκίνησαν με τις αγαθότερες προθέσεις, ακόμη και τα αξιότερα στελέχη των κομμάτων, καταπόθηκαν στην χοάνη της φθοράς του συστήματος- εξουδετερώνονται και αχρηστεύονται μέσα στις ανίατα παγιωμένες νοοτροπίες και πρακτικές. Δεν κατορθώνουν, ούτε οι πιο προικισμένοι, όχι τη φορά της εσωκομματικής αποσύνθεσης να ανακόψουν, αλλά ούτε να αλλάξουν έστω την ξύλινη γλώσσα του πολιτικού τους λόγου, το κωμικό αρχηγικό ύφος, τον ψεύτικο στόμφο της φωνής, τη νηπιώδη λογική της αυτοδιαφήμισης.

          Να δείχνουμε με το δάχτυλο κάποια «στελέχη» και δελφίνους της εξουσίας, όταν εμφανίζονται στην τηλεόραση, και  να λέμε στα παιδιά μας: Πρόσεξε, μην καταντήσεις έτσι ποτέ, είναι ο έσχατος ευτελισμός του ανθρώπου. Αν οι Τούρκοι μας επιτεθούν, δεν θα πολεμήσεις γι’ αυτούς, αλλά για το αρχοντικό σου όνομα του Έλληνα, για τον πολιτισμό του Γένους σου. Η βλαχαδερή μας πολιτική τον αγνοεί, όμως, μπορεί να ξαναλειτουργήσει σαν πανανθρώπινη ελπίδα.

ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ

  ΥΓ. Παρακολουθήσαμε όλοι μας στις ειδήσεις, τις πολυπληθείς συγκεντρώσεις την περασμένη Κυριακή σε όλη την Ελλάδα για το δυστύχημα των Τεμπών, 57 άτομα, και θυμηθήκαμε και τους νεκρούς της πυρκαγιάς στο Μάτι, πάνω από 100 έμψυχα σώματα, τους νεκρούς στις πλημμύρες στη Μάντρα, πάνω από 20, και ούτω κάθε εξής. Είδαμε τον πόνο και την θλίψη στα πρόσωπα των συγγενών και φίλων, την οργή και την έλλειψη εμπιστοσύνης των συγκεντρωμένων στους κρατικούς θεσμούς, και ιδιαίτερα την δικαιοσύνη. Χαρήκαμε γιατί πέρα από κομματικές τοποθετήσεις και ιδεολογικές του καθενός πεποιθήσεις, προθέσεις, ο κόσμος, οι νεότερες ηλικίες των πολιτών βγαίνουν ακόμα στους δρόμους και διαδηλώνουν ειρηνικά τα αυτονόητα σε άλλες αστικές δημοκρατίες δικαιώματά τους, την αγανάκτησή τους, τα πολιτικά ή κοινωνικά «θέλω» των ονείρων τους. Μια μεγάλη αλυσίδα Ελλήνων και Ελληνίδων διαφόρων ηλικιών που χάθηκαν και εξακολουθούν να χάνονται τόσο απρόσμενα και άδικα σε καιρό ειρήνης, σε αυτό το ανάλγητο και εχθρικό κράτος την Ελλάδα που όλοι μας ζούμε. Φορολογούμενοι Πολίτες κάθε ηλικίας και φύλου που φεύγουν από αυτήν τη ζωή αδικαίωτοι, ταλαιπωρημένοι, έρημοι, βασανισμένοι,  παντελώς αβοήθητοι. Και αρκετές φορές, στους αγώνες της πολιτικής περιπέτειάς τους σπιλωμένοι αρνητικά από την επίσημη όποια κρατική εξουσία. Το πολιτικό σύστημα ως κυβερνητικό και αντιπολιτευτικό σώμα, έρχεται και παρέρχεται, αλλάζει με τις νόμιμα εκλογές, τα προβλήματα όμως των Ελλήνων πολιτών και όσων διαμένουν και εργάζονται σε αυτήν την χώρα παραμένουν ως σκληρό παρόν.

     Διαβάζω συχνά τις πολιτικές επιφυλλίδες και τα δημοσιευμένα πολιτικά σχόλια του φιλόσοφου και διανοητή καθηγητή αείμνηστου Χρήστου Γιανναρά που έφυγε πριν σχεδόν έξι μήνες από κοντά μας, και διαπιστώνω για άλλη μία φορά την δική του αγωνία και έγνοια ως ενεργός πολίτης για αυτήν την δύσμοιρη πατρίδα και ακόμα πιο δύσμοιρους κατοίκους της. Προσπαθώ να απαντήσω στο ερώτημα-δίλημμα, αν ο πολιτικός λόγος ενός έλληνα διανοούμενου, λογίου και συγγραφέα πολίτη εκφράζει την ιστορική αλήθεια της δημοκρατίας των χρόνων που ζούμε, ή ο πολιτικός εξαγγελτικός λόγος των επαγγελματιών πολιτικών μας, και ο κυνικός ρεαλισμός τους.

Η επιφυλλίδα που αντιγράφω δίνει ίσως την απάντηση;     

Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2025

ΤΑ ΣΑΙΞΠΗΡΙΚΑ ΣΟΝΕΤΑ

 

10  ΣΑΙΞΠΗΡΙΚΑ  ΣΟΝΕΤΑ

Μεταφρασμένα από τον Άγγελο Σ. Παρθένη

ΣΟΝΕΤΟ 1

Τα πιο όμορφα πλάσματα ποθούμε να πληθαίνουν

κι έτσι το ρόδο της ομορφιάς ίσως δε μαραθεί

καθώς με τον καιρό τα ωριμότερα πεθαίνουν

η μνήμη τους, στον τρυφερό βλαστό τους ίσως κρατηθεί:

Μα στα λαμπερά σου μάτια είσαι δέσμιος εσύ

στη φλόγα του φωτός σου την ουσία σου καίγοντας

πείνα προκαλώντας, που αφθονία έχει εκεί

εχθρός σου ο εαυτός σου, σκληρός για σε μένοντας.

Εσύ, του κόσμου τώρα το στολίδι το πιο δροσερό

και κήρυκας της παράφορης άνοιξης μοναδικός

απόλαυση, καρπούς θάβεις στο μπουμπούκι σου το κλειστό

και με την τσιγκουνιά σπαταλιέσαι, άγαρμπος τρυφερός:

    Τον κόσμο λυπήσου, αλλιώς αχόρταγος αφήσου

    το μερτικό του κόσμου στον τάφο πάρ’ το μαζί σου.

           9/12/2024

Sonnet I

From fairest creatures we desire increase,

That thereby beauty's rose might never die,

But as the riper should by time decease,

His tender heir might bear his memory:

But thou contracted to thine own bright eyes,

Feed'st thy light's flame with self-substantial fuel,

Making a famine where abundance lies,

Thy self thy foe, to thy sweet self too cruel:

Thou that art now the world's fresh ornament,

And only herald to the gaudy spring,

Within thine own bud buriest thy content,

And, tender churl, mak'st waste in niggarding:

   Pity the world, or else this glutton be,

   To eat the world's due, by the grave and thee.

ΣΟΝΕΤΟ 2

Όταν χειμώνες πολλοί την όψη σου θ’ απειλούν*

αυλάκια στης ομορφιάς σου τον αγρό σκάβοντας

της νιότης σου η πανώρια στολή, που όλοι κοιτούν

κουρέλι θα ‘ναι τότε, αξία μικρή έχοντας:

Κι αν τότε σ’ ερωτήσουν, πού είναι σου η ομορφιά

τι πλούτο απ’ τις σφριγηλές μέρες έχεις κρατήσει

στα μάτια σου τα σκαμμένα, να πεις, βρίσκονται βαθιά

άχρηστοι έπαινοι, ντροπή που τα ‘χει αφανίσει.

Κι αξία πιο μεγάλη δε θα ‘χε η ομορφιά σου

αν μπορούσες να πεις, ‘Τούτο μου τ’ όμορφο παιδί

στο λογαριασμό μου θα μπει, για τα γηρατειά μου’

η ομορφιά του δείχνοντάς σου τη διαδοχή.

    Γέρος όταν θα ‘σαι, νέο θα σε κάνει αυτό

    και το αίμα το ψυχρό θα το δεις ζεστό.

                25/3/2024

*forty winters: Στην Ελισαβετιανή εποχή ο μέσος όρος ζωής ήταν τα 35 χρόνια. Οπότε τα 40 θεωρούνταν η είσοδος στα γηρατειά. Έτσι προτίμησα να το μεταφράσω: ‘χειμώνες πολλοί΄.

Sonnet II

When forty winters shall besiege thy brow,

And dig deep trenches in thy beauty's field,

Thy youth's proud livery so gazed on now,

Will be a totter'd weed of small worth held:

Then being asked, where all thy beauty lies,

Where all the treasure of thy lusty days;

To say, within thine own deep sunken eyes,

Were an all-eating shame, and thriftless praise.

How much more praise deserv'd thy beauty's use,

If thou couldst answer 'This fair child of mine

Shall sum my count, and make my old excuse,'

Proving his beauty by succession thine!

   This were to be new made when thou art old,

   And see thy blood warm when thou feel'st it cold.

ΣΟΝΕΤΟ 3

Στον καθρέφτη κοίτα και πες στη μορφή που θ’ αντικρίσεις

τώρα η ώρα, η μορφή άλλη να δημιουργήσει

που την αναβίωσή της αν τώρα δε ξαναστήσεις

τον κόσμο ξεγελάς και μάνα κάνεις να δυστυχήσει.

Ποια είναι αυτή, με κοιλιά άσπαρτη, ωραία τόσο

που τ’ όργωμα θα περιφρονήσει, τη δική σου σπορά;

Και ποιος είναι κείνος, νάρκισσος κι ανόητος καμπόσο

που τάφος θα γίνει για κάθε μελλοντική του γενιά;

Της μάνας σου είσαι ο καθρέφτης και σε σένα αυτή

της άνοιξής της τον όμορφο Απρίλη ανακαλεί·

κι απ’ των γηρατειών σου τα παράθυρα θα δεις στρωτή

παρά τις ρυτίδες, τη χρυσή σου εποχή να καλεί.

    Αν ζήσεις όμως έτσι που δε θα θυμούνται πια σένα

    μόνος πεθαίνεις, κι η μορφή σου πεθαίνει με σένα.

            9/12/2024

Sonnet III

Look in thy glass and tell the face thou viewest

Now is the time that face should form another;

Whose fresh repair if now thou not renewest,

Thou dost beguile the world, unbless some mother.

For where is she so fair whose uneared womb

Disdains the tillage of thy husbandry?

Or who is he so fond will be the tomb

Of his self-love, to stop posterity?

Thou art thy mother's glass and she in thee

Calls back the lovely April of her prime;

So thou through windows of thine age shalt see,

Despite of wrinkles, this thy golden time.

   But if thou live, remembered not to be,

   Die single and thine image dies with thee.

ΣΟΝΕΤΟ 4

Σπάταλη ομορφιά, γιατί χαραμίζεις πραγματικά

στον εαυτό σου, της ομορφιάς σου την κληρονομιά;

Κληροδοτεί η Φύση, δε χαρίζει, δίνει δανεικά

και δανείζει ειλικρινά, σ’ αυτούς με λεύτερη καρδιά:

Όμορφε τσιγγούνη, γιατί κακομεταχειρίζεσαι

το γενναιόδωρο δώρο, που σού ‘δωσε να το δώσεις;

Τοκογλύφε δίχως κέρδος, πως διαχειρίζεσαι

κεφάλαιο τέτοιο, κι αδυνατείς να επιβιώσεις;

Γιατί κάνοντας παιχνίδι με τον εαυτό σου μόνο

τον γλυκό σου εαυτό ο ίδιος θα εξαπατήσεις:

Κι όταν η Φύση δείξει της απόλυσής σου το χρόνο

τι λογαριασμό αποδεκτό πίσω σου θ’ αφήσεις;

   Αδιάθετη η ομορφιά, στον τάφο σου θα χαθεί

   αν όμως τη διαθέσεις, κληρονόμος σου θα σταθεί.

          9/12/2024

Sonnet IV

Unthrifty loveliness, why dost thou spend

Upon thy self thy beauty's legacy?

Nature's bequest gives nothing, but doth lend,

And being frank she lends to those are free:

Then, beauteous niggard, why dost thou abuse

The bounteous largess given thee to give?

Profitless usurer, why dost thou use

So great a sum of sums, yet canst not live?

For having traffic with thy self alone,

Thou of thy self thy sweet self dost deceive:

Then how when nature calls thee to be gone,

What acceptable audit canst thou leave?

   Thy unused beauty must be tombed with thee,

   Which, used, lives th' executor to be.

ΣΟΝΕΤΟ 5

Οι ώρες που το έπλασαν, ευγενικά δουλεύοντας

τ’ όμορφο βλέμμα που τα μάτια μαγεύει αληθινά

το ίδιο αυτό, ως δυνάστες οι ίδιες οδεύοντας

θα τ’ αδικήσουν, που σωστά ξεχωρίζει ειλικρινά·

γιατί ο χρόνος ακούραστος το καλοκαίρι ωθεί

στον απαίσιο χειμώνα, όπου και τ’ αποτελειώνει

πάγος χυμούς παγώνει, τα χλωρά φύλλα έχουν χαθεί

ερημιά παντού, η ομορφιά τυλιγμένη στο χιόνι:

Τότε, αν τ’ απόσταγμα του καλοκαιριού δε δοθεί

υγρό φυλαγμένο, σε κλειστό δοχείο από γυαλί

η ομορφιά μα κι η επίδρασή της όλη θα χαθεί

κι αυτή και κάθε μνήμη από την εικόνα της δηλαδή.

    Ανθοί αποσταγμένοι, που χειμώνας τους πετυχαίνει

    χάνουν τη μορφή· η ουσία τους γλυκιά παραμένει.

           21/7/2024

Sonnet V

Those hours, that with gentle work did frame

The lovely gaze where every eye doth dwell,

Will play the tyrants to the very same

And that unfair which fairly doth excel;

For never-resting time leads summer on

To hideous winter, and confounds him there;

Sap checked with frost, and lusty leaves quite gone,

Beauty o'er-snowed and bareness every where:

Then were not summer's distillation left,

A liquid prisoner pent in walls of glass,

Beauty's effect with beauty were bereft,

Nor it, nor no remembrance what it was:

   But flowers distilled, though they with winter meet,

   Leese but their show; their substance still lives sweet.

ΣΟΝΕΤΟ 6

Μην αφήσεις τον κουρελή χειμώνα να βανδαλίσει

το καλοκαίρι σου, προτού αποστάξεις το χυμό σου:

φιάλη φτιάξε· προτού ο θησαυρός αυτοκτονήσει

της ομορφιάς, διάσωσε κάπου τον εαυτό σου.

Παράνομος ο τόκος δεν είναι, και να προχωρήσεις

που σ’ όποιον πρόθυμα τον πληρώνει, χαρά του αφήνει·

κι από σένα εσύ, έναν άλλο να δημιουργήσεις

ή δέκα αντί έναν, δέκα φορές χαρά να δίνει·

δέκα φορές πιο ευτυχής θα είσαι απ’ όσο τώρα

αν οι δέκα σου σ’ απεικονίσουν δέκα πάλι φορές:

Και τι θα κάνει ο θάνατος, όταν φθάσει η ώρα

πεθαίνοντας επιζείς στις γενιές τις μελλοντικές.

    Παρά είσαι ωραίος, πάψε σένα μόνον να ποθείς

    στο χάρο, στα σκουλήκια κληρονόμους, μην αφεθείς.

            26/3/2024

Sonnet VI

Then let not winter's ragged hand deface,

In thee thy summer, ere thou be distilled:

Make sweet some vial; treasure thou some place

With beauty's treasure ere it be self-killed.

That use is not forbidden usury,

Which happies those that pay the willing loan;

That's for thy self to breed another thee,

Or ten times happier, be it ten for one;

Ten times thy self were happier than thou art,

If ten of thine ten times refigured thee:

Then what could death do if thou shouldst depart,

Leaving thee living in posterity?

   Be not self-willed, for thou art much too fair

   To be death's conquest and make worms thine heir.

ΣΟΝΕΤΟ 7

Δες την ανατολή, μόλις σηκώσει επιβλητικά

πύρινο κεφάλι το φως, τα μάτια επάνω στη γη

τη νιόβγαλτη παρουσία του προσκυνούν σεβαστικά

τα βλέμματα τους στη μεγαλειότητά του την ιερή·

και σαν ανεβεί τη μεγάλη τ’ ουρανού ανηφοριά

τη γερή νιότη στη μέση ηλικία θυμίζοντας

βλέμματα ακόμη λατρεύουν τη δική του ομορφιά

στ’ ολόχρυσο προσκύνημά του μ’ αυτόν συμβαδίζοντας:

Κι όταν με άρμα βαρύ, απ’ της ανηφόρας την κορφή

σαν τα ισχνά γηρατειά, γέρνει απ’ τη μέρα μακριά

τα μάτια (υπάκουα πριν), έχουν αλλού τώρα στραφεί

απ’ τη χαμηλή του πορεία μακριά, σ’ άλλη μεριά:

    Έτσι κι εσύ, που πίσω το μεσημέρι σου θ’ αφήσεις

    αθώρητος θα σβήσεις, εκτός κι αν γιο-ήλιο γεννήσεις.*

            26/3/2024

*Στην αγγλική γλώσσα η λέξη son= γιος είναι ομόηχη με τη λέξη sun= ήλιος. Με δεδομένο ότι το ποίημα περιγράφει την πορεία του ήλιου απ’ το ξημέρωμα μέχρι τη δύση χωρίς ν’ αναφέρει τη λέξη ‘ήλιος’, στο couplet που προτρέπει τον νεαρό ν’ αποκτήσει γιο, προτίμησα να μεταφράσω ‘γιο-ήλιο’ τη λέξη son για να φανεί η σχέση της με τη λέξη sun.

Sonnet VII

Lo! in the orient when the gracious light

Lifts up his burning head, each under eye

Doth homage to his new-appearing sight,

Serving with looks his sacred majesty;

And having climbed the steep-up heavenly hill,

Resembling strong youth in his middle age,

Yet mortal looks adore his beauty still,

Attending on his golden pilgrimage:

But when from highmost pitch, with weary car,

Like feeble age, he reeleth from the day,

The eyes, 'fore duteous, now converted are

From his low tract, and look another way:

   So thou, thyself outgoing in thy noon

   Unlooked on diest unless thou get a son.

ΣΟΝΕΤΟ 8

Η μουσική είσαι, κι ακούς τη μουσική θλιμμένα;

Η γλύκα τη γλύκα κι η χαρά τη χαρά ευχαριστεί:

Γιατί αγαπάς λοιπόν ό,τι δέχεσαι λυπημένα

ή αλλιώς κρατάς μ’ απόλαυση ό,τι σε δυσαρεστεί;

Αν η αρμονία, όπου ζευγαρώνουν ταιριάζοντας

ήχοι καλά συγκερασμένοι, σου ηχεί άσχημα στ’ αυτί

είναι γιατί σε μαλώνει γλυκά, που μόνος παίζοντας

τα μέρη χαλάς, ενώ πρέπει να συμμετέχεις σ’ αυτή•

πρόσεξε πώς η χορδή, σύζυγος της άλλης τρυφερά

η μια την άλλη χτυπά, από κοινού αντηχώντας•

μοιάζουν με πατέρα και παιδί και μάνα όλο χαρά

όλοι μαζί ένα, αρμονικά τη νότα τραγουδώντας•

    ήχος δίχως λόγια πολυφωνικός και μοιάζει ένας

    για σε τραγουδά: ‘Μονάχος δεν είσαι παρά κανένας.’

              11/12/2024

Sonnet VIII

Music to hear, why hear'st thou music sadly?

Sweets with sweets war not, joy delights in joy:

Why lov'st thou that which thou receiv'st not gladly,

Or else receiv'st with pleasure thine annoy?

If the true concord of well-tuned sounds,

By unions married, do offend thine ear,

They do but sweetly chide thee, who confounds

In singleness the parts that thou shouldst bear.

Mark how one string, sweet husband to another,

Strikes each in each by mutual ordering;

Resembling sire and child and happy mother,

Who, all in one, one pleasing note do sing:

   Whose speechless song being many, seeming one,

   Sings this to thee: 'Thou single wilt prove none.'

ΣΟΝΕΤΟ 9

Φοβάσαι μη και της χήρας σου τα μάτια υγράνεις

και τον εαυτό σου σπαταλάς, εργένης να ζήσει;

Αχ, αν σου συμβεί και δίχως απόγονο πεθάνεις

σα γυναίκα δίχως ταίρι ο κόσμος θα σε πενθήσει

ο κόσμος θα ‘ναι η χήρα σου, και πάντα θα θρηνεί

που πίσω δεν άφησες σχήμα της μορφής σου κανένα

όταν κάθε χήρα, μπορεί εύκολα ν’ ανακινεί

στα μάτια των παιδιών της, του άντρα της την εικόνα:

Όλα όσα έξοδα ο σπάταλος στον κόσμο κάνει

τσέπες αλλάζουν συνεχώς, κι ο κόσμος το γλεντά

της ομορφιάς όμως το ξόδεμα σε τέλος φθάνει

κι αδιάθετη όποιος έτσι την κρατά, τη χαλά:

    Αγάπη γι’ άλλους η καρδιά αυτή δε φιλοξενεί

    όταν τέτοια ντροπή φονική στην ίδια προξενεί.

                23/2/2024

Sonnet IX

Is it for fear to wet a widow's eye,

That thou consum'st thy self in single life?

Ah! if thou issueless shalt hap to die,

The world will wail thee like a makeless wife;

The world will be thy widow and still weep

That thou no form of thee hast left behind,

When every private widow well may keep

By children's eyes, her husband's shape in mind:

Look what an unthrift in the world doth spend

Shifts but his place, for still the world enjoys it;

But beauty's waste hath in the world an end,

And kept unused the user so destroys it.

   No love toward others in that bosom sits

   That on himself such murd'rous shame commits.

ΣΟΝΕΤΟ 10

Ντροπή! Μην τ’ αρνηθείς: δεν έχεις αγάπη για κανένα

και για τον εαυτό σου, τόσο απερίσκεπτος είσαι.

Παραδέξου αν θες λοιπόν, πολλοί αγαπούν εσένα

μα εσύ κανένα δεν αγαπάς, και φανερό είναι·

γιατί σ’ έχει κυριέψει μίσος τέτοιο φονικό

που δε παύεις κόντρα στον εαυτό σου να συνωμοτείς

ζητώντας να ρημάξεις τον οίκο τον όμορφο αυτό

που μόνος σου πόθος πρέπει να ‘ναι καλά να τον κρατείς:

Ω, άλλαξε σκέψη, κι ίσως αλλάξω την άποψή μου!

Μίσος να φιλοξενείς, κι όχι αγάπη ευγενική;

Καταδεκτικός να ‘σαι και καλός, σαν την ύπαρξή σου

ή για σε τουλάχιστον, δείξε τάση συμπονετική:

    Για την αγάπη μου, πλάσμα από σένα κάνε ένα

    κι ίσως η ομορφιά συνεχίσει σ’ αυτό και σε σένα.

             11/12/2024

Sonnet X

For shame deny that thou bear'st love to any,

Who for thy self art so unprovident.

Grant, if thou wilt, thou art beloved of many,

But that thou none lov'st is most evident:

For thou art so possessed with murderous hate,

That 'gainst thy self thou stick'st not to conspire,

Seeking that beauteous roof to ruinate

Which to repair should be thy chief desire.

O! change thy thought, that I may change my mind:

Shall hate be fairer lodged than gentle love?

Be, as thy presence is, gracious and kind,

Or to thyself at least kind-hearted prove:

   Make thee another self for love of me,

   That beauty still may live in thine or thee.

--

       Μεταφραστικές προτάσεις

         «Τα λόγια που έγραψε ο Μπέν Τζόνσον για την πρώτη έκδοση, το Πρώτο Φόλιο όπως έχει καθιερωθεί να λέγεται, είταν πραγματικά κολακευτικά, αν και κάπως συμβατικά στην πατριωτική τους έξαρση. Έγραψε: «Θρίαμβος. Βρετανία μου! Έχεις κάποιον να δείξεις που Αυτόν οι  σκηνές της Ευρώπης όλης πρέπει να προσκυνάνε». Ο Τζόνσον όμως στεφάνωσε το εγκώμιό του για τον Ουίλλιαμ Σαίξπηρ με ένα στίχο που βγήκε από την καρδιά του και που είναι πέρα για πέρα σωστός: «Αυτός δεν ήταν μιάς εποχής, παρά για όλους τους καιρούς».

      Louis B. Wright, Ο ΣΑΙΞΠΗΡ ΚΑΙ Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ. Μετάφραση Αλέξανδρος Κοτζιάς, εκδ. Ηριδανός, Αθήνα, (1990), σελ.170

 

                        Νούμερο 1

Τα ωραία πλάσματα ποθούμε να βλασταίνουν,

Της ομορφιάς ποτέ το ρόδο να μη σβήνει,

Κι ώριμα πια, όταν σαπίζουν και πεθαίνουν,

Σ’ έναν απόγονο η μνήμη τους να μείνει.

Λατρεύεις μόνο του ματιού στου την αχτίνα,

Τη φλόγα συντηρείς, μα δαπανάς εσένα,

Εκεί που υπάρχει αφθονία φέρνεις πείνα,

Στον εαυτό σου εχθρός, δε θες οίκτο κανένα.

Του κόσμου αν είσαι δροσερό στολίδι τώρα

Κι όπως ο κήρυκας της άνοιξης γιορτάζεις,

Μες στο μπουμπούκι θάβεις του καρπού τα δώρα,

Γλυκέ φιλάργυρε, σωρεύοντας ρημάζεις.

    Αυτό που οφείλεις δώσε, ασ’ την απληστία!

   Εσύ κι η μαύρη γη αν το φάτε, αμαρτία.

Μετάφραση ΕΡΡΙΚΟΣ ΣΟΦΡΑΣ, σ. 9. Στο ΟΥΙΛΛΙΑΜ  ΣΑΙΞΠΗΡ, ΣΟΝΕΤΑ μετάφραση Ερρίκος Σοφράς, γ΄ έκδοση, εκδ. Αντίποδες, 2021.

      Πριν δύο χρόνια, στις 23 Ιανουαρίου 2023 στα Λογοτεχνικά Πάρεργα, αναρτήσαμε 30 Σαιξπηρικά Σονέτα του άγγλου δραματουργού Ουίλλιαμ Σαίξπηρ (Στράτφορντ 23/4/ 1564- 23/4/1616) σε ανέκδοτη μετάφραση του ποιητή και μεταφραστή Άγγελου Σ. Παρθένη, παράλληλα, προβήκαμε σε σχετικό σχολιασμό για τα Σονέτα. Δώσαμε χρήσιμες (θέλω να πιστεύω) πληροφορίες, μεταφέραμε στοιχεία, ονόματα μεταφραστών τίτλους βιβλίων, αντιγράψαμε ενδεικτικές μεταφράσεις που γνωρίζαμε. Όσοι καταπιάστηκαν από τον προηγούμενο αιώνα, με την μετάφραση των Σαιξπηρικών Σονέτων στα ελληνικά, δεν μετέφεραν πάντα το σύνολο corpus των Σαιξπηρικών ποιημάτων, μπορούμε όμως πλέον να εντοπίσουμε τα μεταφραστικά ίχνη, την διαδρομή, στις μέρες μας με μεγαλύτερη άνεση, καθώς έχουν αναπτυχθεί οι Σαιξπηρικές σπουδές στην Ελλάδα. Η γενιά πάντως των νέων φιλαναγνωστών μετά την πολιτική μεταπολίτευση του 1974, γνώρισε και διάβασε το σύνολο θεατρικό και ποιητικό έργο του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ μέσω των μεταφράσεων του δημοτικιστή ποιητή και θεατρικού συγγραφέα Βασίλη Ρώτα και της συζύγου του Βούλας Δαμιανάκου από τις εκδόσεις «Ίκαρος». Κλασικές και σημαντικές οι μεταφράσεις αυτές από έναν έμπειρο έλληνα ποιητή και μεταφραστή. Για τις Σαιξπηρικές μεταφραστικές εργασίες του Βασίλη Ρώτα, πληροφορίες αντλούμε από τον δεύτερο τόμο του βιβλίου του, «θέατρο και γλώσσα (1925-1977)», Πρόλογος Βούλα Δαμιανάκου εκδόσεις «Επικαιρότητα», Αθήνα 1986, στις σελίδες «Μεταφράζοντας Σαίξπηρ». Διαβάζουμε σχετικά: «Η λεπτομερέστερη εξέταση της ιστορίας μας δείχνει πώς οι έξοχες διάνοιες, οι μεγάλοι ποιητές και καλλιτέχνες, οι σοφοί και οι επιστήμονες αφθονούν σε μια πολιτισμένη κοινωνία, σ΄ έναν λαό που σιγά-σιγά δημιούργησε καλούς όρους ζωής, καλή αγωγή και γενικά πρόοδο. Η περίπτωση του Σαίξπηρ είνε ακόμη ένα παράδειγμα. Δεν κατέβηκε από το φεγγάρι η ωραία και έξοχη αυτή ανθρώπινη μορφή, παρά είναι γέννημα και θρέμμα ενού προοδευτικού πολιτισμού, μιάς προχωρημένης κοινωνίας. Ο Σαίξπηρ είνε παιδί της μεγαλύτερης άνθησης που βρήκε η Αναγέννηση στο έδαφος της Αγγλίας, τέκνο μιας μεγάλης εποχής, της Ελισσαβετιανής, καρπός μιας κοινωνίας καλλιεργημένης που αγάπησε την ελευθερία, υποστήριξε την παιδεία και την επιστήμη και βρήκε ευχαρίστηση στην τέχνη και στο θέατρο.» σ. 372.., ενώ στην σ. 402 αρχινά το Σαιξπηρικό κεφάλαιο λέγοντάς μας: «Πολλοί κατάκριναν τον Σαίξπηρ πώς δεν έχει ούτε πίστη, ούτε αρχές, επειδή πουθενά δε βεβαιώνει θετικά και καθαρά έναν «κανόνα πίστεως», ούτε παρουσιάζει μιαν «εικόνα θεότητος» σαν δείγματα δικών του ατομικών πεποιθήσεων και λατρείας. Αυτά δε τα πρόσωπά του, είτε άγιοι είνε είτε κακούργοι, και πολλά είνε κακούργοι, τα ντύνει με τόσην αίγλη μεγαλείου είτε χάρης, σαν να τ’ αγαπάει και νάνε, αυτός τουλάχιστον, με το μέρος τους.». Επικουρικά, για τις μεταφράσεις του Ρώτα δες και την διαφωτιστική εργασία της αναπληρώτριας καθηγήτριας στο τμήμα Αγγλικής Λογοτεχνίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Τίνα Κροντήρη με τίτλο «Η μετάφραση ως μορφή οικειοποίησης: ο Σαίξπηρ στη δημοτική του Βασίλη Ρώτα» σ. 143-167, στον τόμο «Η προσαρμοστικότητα του Σαίξπηρ» Συλλογή Δοκιμίων. Επιμέλεια Τίνα Κροντήρη, εκδόσεις “Ergo”, 5, 2005, σ.208.. Διαβάζουμε σχετικά: «Ο Ρώτας στόχευε σ’ έναν Σαίξπηρ που θα μπορούσε να ενσωματωθεί στην εθνική λογοτεχνία και να συμπεριληφθεί στο βασικό θεατρικό ρεπερτόριο. Ταυτόχρονα πίστευε, όπως φαίνεται, ότι με τη χρήση μιας εμπλουτισμένης αν και ιδιόρρυθμης, δημοτικής γλώσσας στη μετάφραση του μεγάλου αναγεννησιακού ποιητή θα προωθούσε τη λαϊκή κουλτούρα, διαφωτίζοντας κάποιες παραμελημένες παραδόσεις της. Το τρίπτυχο της αφοσίωσής του στη δημοτική γλώσσα, στο λαϊκό θέατρο, και στον Σαίξπηρ εντάσσονται στο ίδιο σοσιαλιστικό και ρομαντικό όραμα, που ήταν η εδραίωση της κοινωνικής ισότητας, και η εξάλειψη της διαχωριστικής γραμμής μεταξύ «υψηλής» και «χαμηλής» κουλτούρας, μεταξύ πόλης και επαρχίας. Βοήθησε άραγε η οικειοποίηση του Σαίξπηρ στην πραγμάτωση του οράματος αυτού; Ένας τρόπος να απαντήσουν σε αυτή την ερώτηση είναι να αξιολογήσουμε τον αντίκτυπο που είχε η μετάφρασή του.», σ. 161.

     Τα τριάντα Σονέτα που έχουμε ήδη αναρτήσει, αποτελούν μέρος των 154 συνολικά που έγραψε ο Ουϊλλιαμ Σαίξπηρ (Shakespeare’s Sonnets) τα οποία είδαν το φώς της δημοσιότητας για πρώτη φορά το 1609 από τον εκδότη Thomas Thorpe στο Λονδίνο. Είναι η πρώτη έκδοση η επονομαζόμενη Quarto. Δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα για την γραφή τους, -τα χειρόγραφα βρέθηκαν άτακτα και αταξινόμητα χωρίς οδηγίες από τον δημιουργό τους- δεν είναι ευδιάκριτο ακόμα ούτε το πρόσωπο στο οποίο ο εκδότης των Σονέτων τα αφιερώνει, Mr. W. H. Οι Σαιξπηρολόγοι εικάζουν ότι είναι άτομο προερχόμενο από το στενό φιλικό περιβάλλον του ελισαβετιανού ποιητή και θεατράνθρωπου. Δεν μας είναι επίσης γνωστό, ούτε αν ο ίδιος ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ τα έδωσε προς δημοσίευση λίγα χρόνια πριν τον θάνατό του (1616), ούτε αν είναι εκείνος που όρισε την σειρά δημοσίευσή τους ή αυτή έγινε σύμφωνα με την κρίση του εκδότη. Ο Χρήστος Εμμ. Αγγελομάτης σε άρθρο του στο περιοδικό «Νέα Εστία» έτος Ζ΄ τόμος 13ος, τεύχος 152/ 15 Απριλίου 1933, σ.418 -422, «ΤΑ ΣΟΝΝΕΤΑ ΤΟΥ ΣΑΙΞΠΗΡ- ΜΕ ΠΕΝΤΕ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ» γράφει σχετικά:

     «Όλες οι μελέτες καταλήγουν στο συμπέρασμα πως ο Σαίξπηρ δεν έγραψε τα σοννέτα με σκοπό να τα δημοσιεύση΄ κι’ ακόμα σαν άρχισαν να τυπώνονται ούτε θέλησε καν να τα φροντίση ο ίδιος. Η έκδοση έγινε από κάποιον εκδότη σαν επιχείρηση.»  Ενώ παρακάτω αναφέρει: «Ο Thorpe όμως, ποιούς λόγους είχε, χωρίς την άδεια του ποιητή, να βγάλη το βιβλίο αυτό, με τα σοννέτα κατά το πλείστον χωρίς σειρά και με μια μυστηριώδη αφιέρωση; Όπως φαίνεται, ο Thorpe υποκινήθηκεν από τους αντιπάλους του Σαίξπηρ, που ήθελαν έτσι να εκθέσουν και τον ποιητή, αλλά και τους φίλους και θαυμαστές του και προ πάντως τον ισχυρό προστάτη του. Κι’ έτσι είδαν το φώς τα σοννέτα του Σαίξπηρ, που αποτελούν μοναδικό στολίδι της αγγλικής λογοτεχνίας. Τα σοννέτα αυτά ο Σαίξπηρ τάγραψε στο διάστημα πολλών ετών, ανάλογα με τα αισθήματά του, πολλά μάλιστα στην εποχή που εγκατέλειπε το θίασό του και επέστρεφε στο Στράτφορδ, κάθε χρόνο, με την ιδέα, ίσως, να τα προσφέρη στον προστάτη του, πού τόσα δείγματα του έδωσε προστασίας.».

      Όπως βλέπουμε η τύχη των Σονέτων, τα ποιήματα αυτά παγκόσμιο κληροδότημα, δεν διήλθαν από συνηθισμένους διαύλους καθιερωμένης εκδοτικής πρακτικής της λογοτεχνίας. Ορισμένα Σονέτα πάλι, φαίνεται να είναι «εμβόλιμα» ανάμεσα στην σειρά που μας παραδόθηκε το όλο σώμα. Το ύφος δεν συνάδει με τα υπόλοιπα. Δύο είναι τα κεντρικά πρόσωπα, οι μορφές που φιλοτεχνεί ο συγγραφέας στον σονετικό του λόγο, ο νεαρός και όμορφος δανδής και η μαύρη κυρία (Dark Lady) γύρω από τα οποία έχει δημιουργηθεί ένα «μυστήριο». Ίσως και αυτό το «μυστήριο» να είναι και η αναγνωστική αίγλη που μας ελκύει ακόμα περισσότερο στην ανάγνωσή τους. Οι μελετητές του Σαίξπηρ μας υπενθυμίζουν, ότι πλείστα από τα πρόσωπα που φωτογραφίζονται και περιλαμβάνονται στο Σαιξπηρικό έργο, βρίσκονται ακόμη εν ζωή, διατηρεί φιλικές σχέσεις, συνεργάζεται, κάτι που κάνει τον ποιητή προσεκτικότερο και επιφυλακτικότερο στους χαρακτηρισμούς του. Αναζητά τρόπους και τεχνάσματα για να εκφράσει τις ιδέες και τις σκέψεις του ως ένας άριστα καταρτισμένος και καλλιεργημένος επαγγελματίας γραφιάς. Ας μην λησμονούμε ότι ο ελισαβετιανός ποιητής έγραφε διαρκώς και δημοσίευε, παράσταινε πάνω στο σανίδι τις εξαιρετικές ιστορίες του όχι κατά την σχόλη, (τον ελεύθερό του χρόνο) αλλά, για να ζήσει και να θρέψει την οικογένειά του (την κατά επτά χρόνια μεγαλύτερη σύζυγό του Άννα Χάθαουαίη, την κόρη τους Σωσάννα, και τα δίδυμα παιδιά του Χάμνετ και Ιουδήθ) να φροντίσει τα άτομα του θεατρικού θιάσου που ήταν «εταίρος». Μέτοχος δηλαδή και συνιδρυτής θεατρικών σχημάτων, το Θέατρο που συν- ίδρυσε ονομάζονταν «ΣΦΑΙΡΑ». Τα έξοδα ήταν μεγάλα, όταν μάλιστα είχε εκδηλωθεί την περίοδο αυτή η πανδημία της πανώλης και οι συμπατριώτες του απέφευγαν τους συνωστισμούς και τις πανηγυριώτικες συγκεντρώσεις, και οι ηθοποιοί και άλλοι συντελεστές έμειναν άνεργοι. Ο Σαίξπηρ το διάστημα αυτό, έχοντας αποσυρθεί στα 47ου του χρόνια, θα γράφαμε από την «ενεργό υπηρεσία» ως ηθοποιός και επαγγελματίας συγγραφέας, έχει αποσυρθεί στην εξοχική κατοικία του στο «Νιού Πλέης» το επονομαζόμενο «Μεγάλο Σπίτι» και ζει με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς του, την γυναίκα του, τις κόρες, τους γαμπρούς του, τα φιλικά του πρόσωπα που τον επισκέπτονται. Εξάλλου οι μνήμες του από την αγγλική επαρχία μέχρι τα είκοσι χρόνια του είναι έντονες, πριν φύγει για το πολύβουο Λονδίνο. Το Στράτφορντ ον Έιβον ένα κεφαλοχώρι της αγγλικής επαρχίας δεν απέχει παρά δυό μέρες πορεία από την αγγλική πρωτεύουσα. Ενώ ο πατέρας του έμπορος και κτηματίας είχε διατελέσει δημοτικός σύμβουλος και δήμαρχος του Στράτφορν. Είναι η τελευταία περίοδος του βίου του, ο τελευταίος κύκλος της ζωής του, νιώθει κουρασμένος και μάλλον παραγνωρισμένος ως επαγγελματίας θεατρικός γραφιάς από το σινάφι του και τον κόσμο. Για μικρή χρονική περίοδο, αυτός ο δεξιοτέχνης και στυλίστας της γραφής είχε αγνοηθεί από τους συγχρόνους του, τα γραπτά του είχαν λησμονηθεί, πουληθεί σε θιάσους που συνεργάστηκε, βρίσκονταν καταχωνιασμένα σε υπόγειους χώρους θεατρικών σχημάτων ή σε χώρους της κατοικίας του, η φήμη του δεν ήταν η κατοπινή που γνωρίζουμε, η παγκόσμια σημερινή του. Ορισμένοι στενοί και πιστοί του φίλοι τον τιμούσαν ακόμα και αυτοί φρόντισαν να μην λησμονηθεί το όνομά του, να μην χαθούν τα γραπτά και τα σκόρπια, διάσπαρτα χειρόγραφά του. Ελάχιστοι ποιητές και λόγιοι που τον επισκέπτονταν και ενδιαφέρονταν ουσιαστικά για την συγγραφική του τύχη. H προστάτιδα της θεατρικής τέχνης, η “Virgin Queen”,  η τελευταία της δυναστείας των Τυδώρ, η ισχυρά Βασίλισσα Ελισάβετ η Α΄ με την σιδερένια πυγμή που έμελλε στην ιστορία της Αγγλίας να συνενώσει τα διάφορα γεωγραφικά κομμάτια της Νήσου σε Αυτοκρατορία, έχει πεθάνει (24/3/1603). Στον αγγλικό θρόνο έχει ανέλθει ο προτεστάντης γιός της Μαρίας Στιούαρτ ο Ιάκωβος ο Στ΄ της Σκωτίας ως Ιάκωβος ο Α’ της Αγγλίας, όπως είχε προφητεύσει η απαγχονισμένη από την ξαδέρφη της μητέρα του Βασίλισσα της Σκωτίας. Η Ελισαβετιανή περίοδος σαν θεατρική σκηνή συνόψιζε και εμπεριείχε όλους τους συμβολισμούς και τις μυστικές αλληγορίες του μεσαιωνικού κόσμου, του σύμπαντος όπως τον οραματίστηκε το θρησκευτικό όραμα του Δάντη. Οι ιστορικές συνθήκες της εποχής όπως αντίστοιχα και οι θεατρικές, προσδιορίζονται από το “Elizabethan Settlement”, δηλαδή, από έναν πολιτικό και θρησκευτικό συμβιβασμό στον οποίο είχε προβεί το Στέμμα, η άκληρη Βασίλισσα, μεταξύ των παλαιών φεουδαρχικών ισχυρών δυνάμεων αυτές που υπηρετούσαν το Παλάτι, της παλαιάς αριστοκρατίας επίσης πιστής στη Μοναρχία, με την ανατέλλουσα τότε αστική-επιχειρηματική και εμπορική τάξη-που άρχισε να σχηματίζεται εκείνα τα χρόνια, χωρίς όμως να έχει αποκτήσει πολιτικό προσδιορισμό και την κοινωνική και πολιτική αξία που κατάχτησε τους μεταγενέστερους αιώνες. Ο Κόσμος ο μετά Ελισαβετιανός θα ήταν διαφορετικός, έμπαινε σε νέες της ιστορίας περιπέτειες, το ίδιο και το Θέατρο και οι «υπηρέτες» του.

          Νούμερο 10

«Ντροπή που δεν τ’ ομολογείς: δεν αγαπάς κανένα’

Ούτε για το ίδιο σου το εγώ να προνοείς δε θές!

Μπορείς να το παραδεχτείς: πολλοί αγαπούν εσένα,

Αλλ’ ότι εσύ δεν αγαπάς, αυτό είναι προφανές.

Ναι, κάποιο μίσος φονικό τόσο σε κυριεύει,

Πού αδίστακτα εναντίον σου έχεις συνωμοτήσει,

Τούτο τ’ ωραίο οίκημα να ερειπωθεί γυρεύεις,

Ενώ με πόθο θα ‘πρεπε να το διατηρήσεις.

Ώ, άλλαξε εσύ τη σκέψη σου, ν’ αλλάξω κι εγώ γνώμη!

Να ζει το μίσος σε πιο ωραίο σπίτι απ’ την αγάπη;

Γίνε γλυκός, γίνε αυτό πού η όψη σου δηλώνει.

Τον εαυτό σου ελέησε έστω, και κάνε κάτι.

Κάνε για την αγάπη μου μια εικόνα του εαυτού σου,

Ώστε σε σένα η ομορφιά να ζει και στους δικούς σου.»

Μετάφραση ΛΕΝΙΑ ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΥ, σ.41. στο William Shakespeare, ΤΑ ΣΟΝΕΤΑ. Εισαγωγή- Μετάφραση Λένια Ζαφειροπούλου, δίγλωσση έκδοση, εκδ. Gutenberg, 2016.

       Το παιχνίδι που έπαιξε η Μοίρα στον φανατικά αυτόν επαγγελματία θεατράνθρωπο των μπουλουκιών, τον Ουϊλλιαμ Σαίξπηρ, υπήρξε ίσως «απρόβλεπτο». Ο «λευκός κύκνος του Έιβον», σύμφωνα με τον στίχο του φίλου του ποιητή Μπέν Τζόνσον, η σπουδαία αυτή φυσιογνωμία των αγγλικών γραμμάτων οικουμενικών διαστάσεων δραματουργός, συνιδρυτής και «εταίρος» θεάτρου και θιάσου του λόρδου αρχιθαλαμηπόλου, επαγγελματίας ηθοποιός και θεατρικός συγγραφέας, ποιητής, ακούραστος ευφυής γραφιάς από τους ενδοξότερους του κόσμου μας, δεν πρόλαβε να δει πριν φύγει από την ζωή σε νεαρή σχετικά ηλικία μόλις 52 χρονών, τα έργα του τυπωμένα, να διαβάζονται από τους συμπατριώτες του στην λευκή σελίδα. Φρόντισαν για την διάσωσή τους και την εκδοτική τους τύχη δύο φίλοι και συνεργάτες του ηθοποιοί, ο Τζών Χέμινγκ και ο Χένρυ Κόντελ, οι οποίοι είχαν συμμετάσχει σε παραστάσεις με έργα του και θυμόντουσαν τα κείμενα από μνήμης. Του το όφειλαν άλλωστε, ο Σαίξπηρ είναι ο ανακαινιστής της θεατρικής τέχνης της εποχής του, δεν ήταν απλά ένας χαρισματικός θεατράνθρωπος μια ταλαντούχα θεατρική γραφίδα που εμπλούτιζε παλαιότερες θεατρικές λαϊκές ιστορίες και διηγηματικές παραστάσεις, αλλά, ήταν αυτός που συνέβαλε και στην ανάπτυξη και τελειοποίηση των θεατρικών τεχνικών μέσων, στην καλύτερη οργάνωση του παιξίματος των ηθοποιών, των εκφραστικών τους μέσων, τον εμπλουτισμό της σκηνής με σκηνικά, ζωγραφισμένες παραστάσεις. Τα σοβαρά θεατρικά κείμενα χρειάζονταν και το ανάλογο θεατρικό περιβάλλον. Για να είμαστε όμως ακριβέστεροι, είδε να κυκλοφορούν το 1593 και 1594 δύο εκτενή λυρικά του ποιήματα που του έδωσαν φήμη, «η Αφροδίτη και Άδωνις» και «η Αρπαγή της Λουκρητίας». Ο συγκεντρωτικός τόμος με έργα του, το πρώτο «φόλιο» όπως αποκαλείται, τυπώθηκε στις 8/11/1623. Τόσο τα 36 θεατρικά του (οι τραγωδίες του, τα ιστορικά του δράματα, οι κωμωδίες του, τα «ύστερα ρομάντζα» του κατά τον διαχωρισμό του Χάρολντ Μπλούμ, βλέπε την μελέτη του, «Σαίξπηρ Η επινόηση του ανθρώπου» εκδ. Gutenberg, Αθήνα 2023),  όσο και τα Ποιήματα και τα Σονέτα του κυκλοφόρησαν μετά τον θάνατό του. Έκτοτε, εδώ και τέσσερεις αιώνες, τα έργα του αποτελούν παγκόσμιο κτήμα του ανθρώπινου πολιτισμού- φημισμένο μνημείο αναφοράς της πνευματικής κληρονομιάς της ανθρωπότητας. Οι επαναλαμβανόμενες μεταφράσεις τους στις περισσότερες γλώσσες της υφηλίου συναγωνίζονται εκείνες της Βίβλου. Το αναγνωστικό ενδιαφέρον είναι μεγάλο. Κάθε θεατρική σεζόν και θεατρικό φεστιβάλ περιλαμβάνει στο ρεπερτόριό του απαραίτητα έργα του Ουϊλλιαμ Σαίξπηρ. Είναι διαχρονικός, κλασικός, υπεριστορικός και πολυπολιτισμικός ο λόγος και οι ιδέες του, δεν περιτειχίζεται στα σύνορα της γηραιάς Αλβιόνος. Είναι χιλιάδες οι μελέτες, τα άρθρα, τα δημοσιεύματα, οι μεταφράσεις, τα βιβλία που εκδίδονται, που κυκλοφόρησαν και εξακολουθούν να κυκλοφορούν είτε για την ζωή του, είτε για την εποχή του, είτε για τα θεατρικά του έργα, την ποιητική του παρουσία. Οι αναλύσεις, οι σχολιασμοί και επαναξιολογήσεις ακόμα και οι ερμηνευτικοί διαξιφισμοί είναι συχνοί και έντονοι. Τα έργα του αποτελούν αναγκαία και απαραίτητη πολύχυμη ύλη διδασκαλίας για τις Θεατρικές Σχολές, την Θεατρική παιδεία και σπουδές απανταχού της γης, για διδάσκοντες και διδασκόμενους, ηθοποιούς και σκηνοθέτες.

            Νούμερο 3

Όταν κοιτώ πώς κάθε τι που μεγαλώνει

μόνο για μιά μικρή στιγμή στο τέλειο μένει,

και πώς το σύμπαν τούτο εικόνες μόνο κλείνει

που μυστικά τ’ αστέρια τις επηρεάζουν’

 

όταν κοιτώ πώς οι άνθρωποι είναι σαν λουλούδια

πού ο ίδιος ουρανός τα ζει και τα σκοτώνει,

κομπάζουν για την ομορφιά τους και πεθαίνουν,

κ’ η μικρούλα τους θέση χάνεται απ’ τη μνήμη’

 

η σκέψη τότε της αστάθειας αυτής

αντίκρυ μου σε στήνει πάμπλουτο από νιάτα,

ενώ η φθορά κι ο σπάταλος Καιρός πασχίζουν

της νιότης σου τη μέρα να την κάμουν νύχτα.

 

Κ’ εγώ, σε πόλεμο με τον Καιρό για σένα,

απ’ την αρχή σμιλεύω εκείνα που σου παίρνει.

Μετάφραση ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ  ΑΛΕΞΙΟΥ, σ. 23. Στο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, ΣΟΝΕΤΑ. Εισαγωγή- επιλογή-μετάφραση Στυλιανός Αλεξίου, εκδ. στιγμή 1998. 

     Ο ποιητής και μεταφραστής Άγγελος Σ. Παρθένης εξακολούθησε να επεξεργάζεται το σύνολο του σώματος των 154 Σονέτων μέχρι αυτά να πάρουν την μεταφραστική εικόνα και οριστική μορφή όπως ο ίδιος επιθυμούσε. Η προγενέστερη ποιητική του εμπειρία, το γλωσσικό του ένστικτο, η αντίληψή του για την λειτουργία της ποιητικής έκφρασης, η αγάπη του για την Σεφερική ποίηση την δωρικότητα και λιτότητα της γλώσσας του νομπελίστα ποιητή, οι αναγνώσεις του για μακρό διάστημα του πρωτότυπου αγγλικού κειμένου, το διάβασμα μελετών άγγλων Σαιξπηριστών, ασχολούμενων ειδικά με τα Σονέτα και την Ποίησή του, τον τροφοδότησαν με την εγκυρότητα των εφοδίων εκείνων-γλωσσικά κριτήρια, αίσθηση της χρήσης της ελληνικής γλώσσας- ώστε να μας προσφέρει τις ικανοποιητικές μεταφραστικές του εργασίες, αυτές που έχουμε δει μέχρι σήμερα και διαβάσει. Επεξεργάστηκε πάμπολλες φορές, ξανά και ξανά τα τελευταία χρόνια τις μεταφράσεις των Σονέτων σε διάφορες γλωσσικές αποτυπώσεις και εκφραστικές εκδοχές τους, μέχρι αυτές να πάρουν την οριστική τους μορφή, να ολοκληρωθούν ως ποιητικό των ημερών μας αποτέλεσμα. Σεβάστηκε τον Σαιξπηρικό λόγο, ακολούθησε το πυκνό και σε σημεία του σκοτεινό ύφος του, τον ρυθμό και μέτρο της γλώσσας στην πρωτότυπη αγγλική της αφήγηση. Οι ασχολούμενοι με την ποιητική παράδοση, από την εποχή του Πετράρχη έως τον μάγο γλύπτη και ποιητή Μιχαήλ Άγγελο που συνέθεσε Σονέτα και τους άγγλους ποιητές της Αναγέννησης σημαντικούς εκπροσώπους της τέχνης της Σονετογραφίας, (αντίστοιχα και οι γάλλοι ομότεχνοί τους) γνωρίζουν ότι το Σονέτο, σαν αυτοτελές είδος του ποιητικού λόγου, διαπραγματεύεται και εικονογραφεί ζητήματα τόσο του ιδιωτικού βίου όσο και του δημόσιου χώρου. Είναι μία ποιητική φόρμα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, καθόλου παραγνωρισμένη από τους ποιητές, ας φέρουμε στο νου μας τους δεκάδες έλληνες ποιητές που ασχολήθηκαν, την θεματολογία, τους κανόνες της, την σταθερή σπουδή της για την ανθρώπινη φύση, τον χαρακτήρα και την ψυχογράφηση της ανθρώπινης προσωπικότητας σε όλες τις εκφάνσεις και δηλώσεις της ταυτότητάς της. Όπως είναι τα Σονέτα του Σαίξπηρ.

          Νούμερο 8

Μουσική ακούς, γιατί με θλίψη ακούς τη μουσική;

Η χαρά αγαπάει τη χαρά, το γλυκό δεν πολεμάει το γλυκό,

Γιατί εσύ αγαπάς εκείνο που δεν σε ευχαριστεί,

Ή δέχεσαι ευχάριστα ό,τι σου είναι ενοχλητικό;

Αν συμφωνία πιστή ήχων σε μελωδία

Ταιριαστά ενωμένων, σου προσβάλλει το αυτί,

Απλά με γλύκα σε μαλώνει, που την αρμονία

Ταράζεις με αποχή από το μέρος που σου αντιστοιχεί.

Άκουσε πώς η μια χορδή γλυκά με την άλλη ταιριασμένη,

Και στη σειρά σε αμοιβαία διάταξη χτυπούν,

Λες κι είναι παιδί, πατέρας και μητέρα ευτυχισμένη,

Πού, όλοι ενωμένοι, μια χαρούμενη νότα τραγουδούν.

    Ένα τραγούδι δίχως λόγια, είναι πολλοί, μα μοιάζουν ένας,

   Κι αυτό σου τραγουδούν: «Μόνος θα είσαι κανένας».

Μετάφραση ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΜΠΑΜΠΟΥ- ΠΑΓΚΟΥΡΕΛΗ, σ. 15. Στο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, ΣΟΝΕΤΑ. Μετάφραση Χριστίνα Μπάμπου- Παγκουρέλη, εκδόσεις αΝεΜοΔείΚΤηΣ, 2005.

   Αν ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ στα θεατρικά του έργα μεταξύ άλλων διαπραγματεύτηκε προβλήματα της συνείδησης των ανθρώπων (τις σκοτεινές και φωτεινές, τις ομιχλώδεις πτυχές της) της εποχής του, μία ευρεία πινακοθήκη βασιλιάδων, ραδιούργων αξιωματούχων, διεκδικητών του θρόνου και της εξουσίας, αριστοκρατών και ατόμων προερχόμενων από τα λαϊκά στρώματα του αγγλικού λαού, εμπόρων και γλεντζέδων λαϊκών ατόμων, με τα πιστεύω τους, τις δεισιδαιμονικές τους, τις προλήψεις τους, την οικονομικής τους απληστία και φιλαργυρία, τα πάθη και τις ζήλιες τους, τους έρωτες και τις αντιζηλίες τους, τις οινοποσίες τους και τις ιπποτικές τους αξίες, τις πολιτικές τους δραστηριότητες και απόψεις, στα Σονέτα και τα Ποιήματά του άνοιξε διάπλατα τα «δωμάτια» της ψυχή του και των αισθήσεών του, των προσωπικών του επιθυμιών ως φίλος, εραστής, άτομο, λόγιος και στοχαστής. Αποκάλυψε την ιδιοσυγκρασία του χαρακτήρα του, τα μυστικά της συνείδησής του, εμφώλευσε ψυχικές του καταστάσεις και συναισθήματα, τριγμούς της συνείδησής του, προβληματισμούς και ερωτήματα της σκέψης του, στεναγμούς του βίου του μέσα στους στίχους και τις στροφές του Σονετικού λόγου. Αποτύπωσε ότι ένιωθε και έκρυβε μέσα του υιοθετώντας την χρήση μίας δίσημης και αινιγματικής γλωσσικής εκφραστικής, μία γλώσσα που τείνει στην αποφθεγματικότητα και την παροιμιακή ρήση, γεμάτη υπονοούμενα και νοηματικές ισορροπίες, υποδηλώσεις, αποκρύψεις και μεταμφιεσμένες αποκαλύψεις. Άφησε πίσω του μιά διλημματική γραφή με την ιδιαίτερη πολυσημία της η οποία φιλοτεχνεί έχοντας το βλέμμα και την παρατηρητικότητα ενός λαϊκού λογίου τα εσώψυχά του, τις μύχιες σκέψεις του, τις πεποιθήσεις του, τις κρυφές ελπίδες και όνειρά του, τους νοσταλγικούς οραματισμούς του, τις αξίες του, τους ενδέχεται κοινωνικά απαγορευμένους έρωτές του, (ερίζουν οι γνώμες αν είναι αρσενικό ή θηλυκό το φύλο με το οποίο είναι ερωτευμένος ή είναι και από τα δύο φύλα) τις αισθητικές του αντιλήψεις, τις προτιμήσεις του απέναντι στο φαινόμενο που ονομάζουμε ζωή, την περιπέτειά της, την Φύση ολάκερη. Μας καταθέτει υπαρξιακούς του προβληματισμούς, οντολογικά του διλήμματα, ερωτηματικά περί της ανθρώπινης ύπαρξης και ουράνιων δυνάμεων, τις μεταφυσικές του προθέσεις. Ο Σαιξπηρικός λόγος αγκαλιάζει τους πάντες και τα πάντα, η φωνή του είναι κοινή και διαχρονική, υπερεθνική, πολυπολιτισμική. Επικοινωνεί μαζί μας στον μέλλοντα χρόνο μέσω της νηφάλιας παρατηρητικότητάς του, της πάντα αναγνωρίσιμης φωνής του, του στοχασμού του. Της κομψής αν και αινιγματικής αυτοαναφορικής καθόλου περίπλοκης γραφής του. Σίγουρα αν εξετάσουμε εν συνόλω το έργο του, διακρίνουμε αρκετές επαναλήψεις μέσα σε αυτό, συναντάμε εικόνες, φράσεις, αράδες, προτάσεις, λέξεις, στίχους, σκέψεις, θέσεις, ιδέες που επαναλαμβάνονται τόσο στον ποιητικό όσο και στον θεατρικό του λόγο, κάτι σύνηθες και εύλογο σε δημιουργούς και μάλιστα τέτοιου μεγέθους. Τα Σονέτα- κατά την άποψή μας- είναι ένα είδος ώριμου και γεμάτο σοφία Συμβουλευτικού οδηγού προς τους καλλίγραμμους και καλοφτιαγμένους «ερωτευμένους» νέους, ενός ατόμου μιάς ηλικίας που απόλαυσε τις χαρές της ζωής, έζησε τις ευτυχισμένες και μη στιγμές της, τα πάθια και τους καημούς του έρωτα, τις προδοσίες και απορρίψεις της, και την χαίρεται πλέον μέσω των αναμνήσεων του, γυρίζοντας πίσω τους δείχτες του ρολογιού του αντλώντας θύμησες, παραστάσεις, συμβάντα. Θυμήσου Σώμα γράφει ο Αλεξανδρινός ποιητής. Ο παμπόνηρος γέρων της Αλεξανδρείας της οδού της «απωλείας». Τα Σονέτα, είναι γεμάτα έκδηλες ή έμμεσες ποιητικές συμβουλές αγωγής και υπενθύμισης, παροτρύνσεις ενός ηλικιακά μεγαλύτερου προς έναν νεότερό του, που «χλιμιντρίζει» ερωτικά σαν νιόβγαλτο αλογάκι, πέρα από φύλο, ηθικές αντιλήψεις και αρχές, κοινωνικές δοξασίες, εθνότητα και φυλή καταγωγή ατόμων, επιλογή, θρησκεία, τάξη, οικονομικό υπόστρωμα. Ο λόγος του Ουϊλλιαμ Σαίξπηρ δεν αναμετράται με τον λόγο άλλων ομοτέχνων του παρά μόνο με τον ίδιο τον εαυτό του. Δεν μπορούμε εύκολα ίσως και πετυχημένα να τον συγκρίνουμε με έναν άλλον πετυχημένο και τιμημένο επαγγελματία γραφιά των χρόνων του όπως ήταν ο Κρίστοφερ Μάλροου, ή άλλους γνωστούς μας επαγγελματίες γραφιάδες θεατρικών έργων, όπως το απαιτούσαν οι καλλιτεχνικές ανάγκες ψυχαγωγίας και διασκέδασης των ανθρώπων της εποχής. Η γραφή του, δεν έχασε και ούτε πρόκειται να χάσει κάτι από την αξία και ανεκτίμητη σημασία της όσα χρόνια και αν περάσουν, ανεξάρτητα αν αποτυπώνει την συγκεκριμένη ιστορικότητα της εποχής του, τις αντιλήψεις και συμπεριφορές της αγγλικής κοινωνίας, τις πολιτικές πρακτικές συμπατριωτών του, ζωγραφίζει με έντονη χρωματική ποικιλία, και ακόμα εντονότερες σκιές πορτραίτα χαρακτήρων ανθρώπων που βλέπει και παρατηρεί, σχολιάζει γύρω του. Ο Σαίξπηρ δεν εκστασιάζεται με αυτά που πέφτουν στην ακτίνα της όρασής του, δεν αντιδρά σπασμωδικά, δεν στρέφει το βλέμμα του με «αηδία», έχει επίγνωση της ανθρώπινης συνείδησης, αγκαλιάζει σαν φιλόστοργος «κλώσα» τους πάντες με την μεγαλοσύνη και μικροψυχία τους, τις αρετές και τις μικρότητές τους, τις πονηρίες και τις κυνικές συμπεριφορές τους, το βάθος των παθών τους και του ελέους τους, την στενοκεφαλιά τους και την ζωντάνια, την φρεσκάδα, την ομορφάδα που τους έχει προικίσει η Φύση. Ψυχομετρά ατομικές αντοχές και κινήσεις αντρών και γυναικών στην καθολικότητά τους, στις προθέσεις και αποφάσεις τους. Παρατηρεί τις επιδράσεις και αντιδράσεις τους στην ροή του χρόνου, φωτίζει τις καταστάσεις που τους επιφυλάσσει και τους μπλέκει η Μοίρα στα διάφορα πεδία της ατομικής και συλλογικής τους Ιστορίας. Τους καθορίζει η κληρονομική τους καταγωγή, ο ρόλος της πολιτικής και οικονομικής τάξης από την οποία προέρχονται και είναι ταγμένοι να υπηρετήσουν, να διατηρήσουν να συνεχίσουν. Όλα είναι σχεδιασμένα και λειτουργούν σαν ένα κουρντισμένο ρολόϊ στο έργο του. Σαν μία έμψυχη σειρά αλληλοσυνδεόμενων ακολουθιών εξελίξεων και δράσεων. Μπολιάζει τις σκέψεις μας με τραγικά και χιουμοριστικά αποκαλυπτικά συμβάντα που, παρ’ ότι αναμένεις ότι θα συνέβαιναν σου προκαλούν έκπληξη, θαυμασμό, περιέργεια, ταυτόχρονα δείχνοντάς μας το ενιαίο της ζωής και των αστάθμητων παραγόντων της, του σύμπαντος Κόσμου, είναι σαν να μας υπενθυμίζει το αρχαίο του ποιητή Μενάνδρου, ότι «τίποτα το ανθρώπινο δεν του είναι ξένο». Η ανθρώπινη φύση παραμένει η ιδία πέρα από τις ηθικές και μεταφυσικές επιταγές του πολιτισμού μας. Ο Σαιξπηρικός λόγος είναι πανανθρώπινος, διαπολιτιστικός, υπερ-ιστορικός λόγος κατανοητός και αναγνωρίσιμος σε κάθε ανθρώπινο αυτί και ύπαρξη, ανεξαρτήτου φυλής, εθνικότητας, φύλου, χρώματος, πίστης, κοινωνικών επιλογών, ομιλούμενης ή γραπτής μητρικής γλώσσας. Υπερβαίνει ακόμα και την ερμηνεία του στο σημερινό παρόν μας. Είναι ο λόγος μιάς ποιητικής ιδιοφυΐας, οι σκέψεις ενός πολυμήχανου νου, οι ιδέες ενός ταλαντούχου επαγγελματία συγγραφέα, οι θέσεις ενός θεατρικού δημιουργού των ένδοξων χρόνων της Ελισάβετ της Α΄ για το αιώνιο παιχνίδι της περιπέτειας της ανθρωπότητας έξω και πέρα από τον πύργο της Βαβέλ. Μία γραφή που ιχνογραφεί είτε με μελανά χρώματα είτε με φωτεινά την διαρκή μεταβλητότητα της ανθρώπινης φύσης, τις αντιδράσεις και επιδράσεις της στον χρόνο και στην ιστορία βιωμένης αλήθειας της. Τις λαμπρές και αχνές πλευρές της ανθρώπινης προσωπικότητας και ποιοτήτων της. Τα πεταρίσματα και διλήμματα του στοχασμού και της βούλησης, τις θέσεις του Ποιητή για έναν Κόσμο που διαρκώς ένιωθε να αλλάζει και μαζί του ο όλος Άνθρωπος. Ένα παιχνίδι μεταξύ της αλήθειας και του ψέματος ως προτάσεις επιλογών ζωής και συνύπαρξης των ανθρώπων. Της ερωτικής απάτης και της πλήρωσης, των χαρών και της προδοσίας, της εσωτερικής γαλήνης και της εξωτερικής παρενδυσίας των ανθρώπων. Του κεφιού και της λαγνείας. Της αντιμετώπισης του φαινομένου του θανάτου ως αναπόσπαστης κατάστασης μέσα στα πλαίσια της βιολογικής εξέλιξης και της στάσης μας απέναντί του. Της τραγικότητας της ανθρώπινης ύπαρξης και της κάθαρσης όπως μας την δίδαξαν οι αρχαίοι έλληνες τραγωδοί και ιδιαίτερα ο αιώνιος Αισχύλος αλλά και ο ρεαλισμός της γραφής του Ευριπίδη, στην αψιμυθίωτη παρουσία και εκδηλώσεις της. Ζεύγη προσωπικοτήτων και χαρακτήρων στα ιστορικά τους φανερώματα, φυσιογνωμιών όπως τα αναγνωρίζουμε στους Βίους παραλλήλους του αρχαίου ιστορικού Πλούταρχου.

Το έργο του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ (του συγγραφέα ηθοποιού που έγραφε τα κείμενά του, ύφαινε τις ιστορίες και μυθοπλασίες του βασιζόμενος στα φυσιογνωστικά χαρακτηριστικά και την παρουσία-ανάγκες του ηθοποιού με τον οποίο συνεργάζονταν) άπτεται- εμπεριέχει τόσο τα πνευματικά και αξιακά κληροδοτήματα του αρχαίου παγανιστικού κόσμου όσο και του μονοθεϊστικού χριστιανικού. Ο Κόσμος όλος είναι μία μεγάλη Σκηνή όπως πρεσβεύει, και ο Ποιητής κινεί διαρκώς τα νήματα των ερμηνευτών πίσω από τις κουίντες, παρατηρώντας προσεχτικά και καταγράφοντας τις θετικές και αρνητικές αντιδράσεις ημών των θεατών. Όλοι μας είμαστε μέλη αυτού του θιάσου, αυτή είναι η ακτινοβολία του λόγου και της σκέψης του. Ο Σαίξπηρ είναι ταυτόχρονα συγγραφέας, σκηνοθέτης, ερμηνευτής και θεατής των έργων του και αυτό που με προσωπικές δυσκολίες αλλά επιτυχώς κατόρθωσε είναι το συγκλονιστικό, το αριστουργηματικό, το μεγαλειώδες αυτό που ξεπερνά την ανθρώπινη αναγκαιότητα και φαντασία. Αυτό το ξεχωριστό το διαφορετικό και όμως τόσο όμοιο της δικής μας Εικόνας. Ο Σαίξπηρ βλέπει και την Εικόνα και το Είδωλό της πάνω στον καθρέφτη και μας περιγράφει την κλίμακα προσλήψεών της, η περιγραφική του δεινότητα είναι κάτι το αξιοθαύμαστο, οι λυρικοί του τόνοι επιβλητικοί, ο σαρκασμός του σκληρός, τα πλάνα με τα αστεία του, ακόμα και οι "χοντράδες" του, οι ευτράπελες στιγμές του έχουν μεγάλη ζωντάνια, φρεσκάδα, δροσιά. Είναι έξυπνοι και όχι «εξυπνακίστικες» διδαχτικές διδαχές, οι φράσεις του είναι κοινές καθημερινές των ανθρώπων ρήσεις παιδευτικής αγωγής και θυμοσοφίας. Οι χαρακτήρες του δεν έχουν εντοπιότητα, (παρ’ ότι προέρχονται) δεν αφορούν συγκεκριμένες κατηγορίες και ομάδες ατόμων, δεν λειτουργούν ως εκπρόσωποι ενός έθνους και της ιστορίας του, προφητικοί επίγονοι καμιάς πίστης ή δοξασίας, είναι πλασμένοι από το προζύμι της αιωνιότητας της ανθρωπότητας εν κινήσει, στις ράγες της ιστορίας και του χρόνου. Είναι το ανθρώπινο ον στην βιολογική του φανέρωση μέσα στην Φύση, στις εκδηλώσεις των ενστίκτων του και των βουλήσεών του, των κινήσεών του εντός των τειχών του Πολιτισμού. Οι Σαιξπηρικοί Ήρωες δεν είναι επινοημένοι Άνθρωποι, φιγούρες μιάς ευφάνταστης σκέψης και φαντασίας ενός εμπνευσμένου συγγραφέα, είναι Άνθρωποι με την αλήθεια των φανερωμάτων της φύσης μέσα τους, των σκοτεινών ενστίκτων τους που δεν μπορούν εύκολα να απαλλαγούν και της ποιότητας της προσωπικότητάς τους, των συναρπαστικών στοιχείων της ταυτότητάς τους. Την καλοβουλία και κακοβουλία τους, της εμπειρικής σοφίας και της καθημερινής βλακείας τους, των αρετών και των αστοχιών τους, της πίστης και απιστίας τους, είναι ο όλος άνθρωπος στην υπερβολή και το μέτρο της καθολικότητάς του. Εύστοχα μαστορεμένοι, υπολογισμένα δομημένοι, επιβλητικά παρουσιασμένοι, σχεδιασμένοι να κεντρίσουν το ετερογενές, ανομοιογενές ακροατήριό τους καθώς τους παρακολουθεί πάνω στη σκηνή, δεν μπορούμε να τους περιορίσουμε αποκλειστικά και μόνο εντός της πολιτιστικής αναφοράς, των ορίων της αγγλικής συνείδησης και ταυτότητας, της ευρωπαϊκής ιστορίας ακόμα και του δυτικού πολιτισμού, της λευκής, της μαύρης ή όποιας άλλης φυλής. Οι Ήρωες του Σαίξπηρ διαθέτουν οικουμενικά χαρακτηριστικά μιάς κοσμικής- συμπαντικής αυθεντικότητας. Είναι πρωτότυπα και αντίγραφα μαζί, όπως τα καθημερινά των ανθρώπων λογοπαίγνια που δεν ξεχωρίζεις ποια η αλήθεια και ποιο το ψέμα, που αρχινά η συμβουλή και πότε αρχίζει ο σαρκασμός και η διακωμώδηση. Αυτή η φαντασμαγορία της τραγικότητας με την κωμική όψη της ζωής. Αν ζούσε σε προγενέστερους αιώνες από αυτούς που έζησε και έδρασε, έγραψε, ο Ουϊλλιαμ Σαίξπηρ περίοδο Αναγέννησης, θα μπορούσε μέσα στο παγκόσμιο μυθικό ασυνείδητο να ήταν το σύμβολο ενός δημιουργού Θεού που φτιάχνει αενάως τον Κόσμο από την αρχή και σε εξέλιξη. Ένα σχέδιο γεμάτο αιφνιδιασμούς και ανατροπές, αβέβαιες υλοποιήσεις ενός καλοκουρδισμένου ρολογιού με τα πιο απλά και φθαρμένα υλικά του κόσμου τούτου και της παράδοσής του. Τα πάντα μέσα στο έργο του ακόμα και η παρουσία της Μοίρας (Αισχύλεια καταβολή) βρίσκονται σε μια διαρκή ροή αλλαγών και μεταλλαγών. (σταθερός απόηχος της Ηρακλείτειας ρήσης). Ο ποιητής είναι ιερουργός και μαζί ιερουργούμενος όπως κάθε ανθρώπινη ύπαρξη γύρω του. Καμία σιγουριά, καμία βεβαιότητα, τα πάντα κινούνται σε μία διαρκή ρευστότητα, κάθε ατομικότητα και κάθε πληθυσμιακότητα. Ο άνθρωπος είναι ευάλωτος και ανασφάλιστος, ελάχιστες φορές αυτοκίνητος, ανυπεράσπιστος απέναντι στις δαιμονικές δυνάμεις της γενεσιουργού φύσης και παράλληλα στην ευρηματική και αποκαλυπτική γραφή του Ποιητή. Ο Σαίξπηρ, δεν κομίζει καινούργιες προφητείες, αναδεικνύει τις ανεπίγνωστες στις ανθρώπινες καταστάσεις υπάρχουσες. Ας μου επιτραπεί να εκφράσω κάτι τολμηρό και αρκετά ριψοκίνδυνο, σεβόμενος τις αντιλήψεις πίστεως των άλλων, αν θελήσουμε να διαβάσουμε όλα τα βιβλία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης ίσως, ενδέχεται, κάποια από αυτά να μας κάνουν να κλείσουμε τις σελίδες τους απογοητευμένοι και κουρασμένοι. Να θεωρήσουμε την ύλη και το ύφος του συγγραφέα ανιαρό και αδιάφορο, αν όμως θελήσουμε να διαβάσουμε τα έργα του Ουϊλλιαμ Σαίξπηρ κανένα δεν θα μας φανεί βαρετό, αδιάφορο, μπορεί επαναληπτικό σίγουρα, αλλά θα κρατήσει τεντωμένες τις αντένες της αναγνωστικής μας περιπέτειας, θα μας συναρπάσει, ακόμα και αν είναι κάπως προβληματική η μετάφρασή τους. Ίσως, μόνο με τα λαϊκά της εκκλησίας συναξάρια μπορούμε να τα συσχετίσουμε. Αν δεν κάνω λάθος.

          Νούμερο 6

Ναι, μην αφήσεις το σκεβρό χέρι του κρύου χειμώνα

να σβήσει έτσι το θέρος σου πρίν στάξεις το χυμό σου

σ’ ένα μπουκάλι άρωμα’ πρίν σκοτωθεί μονάχη,

της ομορφιάς σου πλούτισε, κάπου, το θησαυρό σου.

 

Αυτός ο τόκος φοβερή τοκογλυφία δεν είναι

κι’ όλοι τον θέλουν πρόθυμα για να ευτυχήσουν’ πλάσε

κι’ εσύ για το συμφέρο σου έν άλλον εαυτό σου

για να μπορείς δέκα φορές ευτυχισμένος νάσαι.

 

Δέκα φορές θάσαι ευτυχής σαν απ’ τον εαυτό σου

πλάσματα δέκα γεννηθούν να μοιάζουν της μορφής σου.

Κι’ ο θάνατος τι θα μπορεί να κάμει όταν θα φύγεις,

πού σ’ απογόνων σου μορφές θα ζεις, που θα επιζήσουν;

 

Μην λες αλλοιώς, η νειότη σου κατάκτηση μην γίνει

του χάρου και των σκουληκιών κληρονομιά απομείνει.

Μετάφραση ΒΑΣΟΥ ΧΑΝΙΩΤΗ, σ. 13. Στο ΣΑΙΞΠΗΡ, ΤΑ ΣΟΝΝΕΤΑ, μετάφραση Βάσου Χανιώτη, εκδ. Αθήνα 1970.

     Τα 10 ανέκδοτα Σονέτα που μας απέστειλε για δημοσίευση στην ιστοσελίδα μας ο ποιητής Α. Σ. Παρθένης (και στάθηκαν μία ακόμη αφορμή να ξεδιπλώσουμε τις σκέψεις μας για την συγγραφική του παρουσία) στην ολοκληρωμένη τελική τους μορφή, προέρχονται από το «πρώτο μέρος» των Σονετικών συνθέσεων του Ουϊλλιαμ Σαίξπηρ ενώ τα προηγούμενα από το «δεύτερο». Τα Σονέτα είναι άτιτλα και φέρουν λατινικούς αριθμούς, δεν συνοδεύονται από φιλολογικούς ή άλλους σχολιασμούς ή παραπομπές παρά ελάχιστες όπου το απαιτεί ο αναγνωστικός σεβασμός. Δεν θα ήταν επαινετική υπερβολή αν σημειώναμε (και για άλλους φυσικά έλληνες Σαιξπηρικούς μεταφραστές) ότι ποιητικές μεταφράσεις έργων τέτοιου μεγέθους και βαρύτητας, σημασίας και ποιότητας, ξεχωριστής θέσης που κατέχουν στην ιστορία της παγκόσμιας λογοτεχνικής κληρονομιάς υπερ-ιστορικά και διαχρονικά όπως είναι τα Σαιξπηρικά Σονέτα, είναι ένας δυσθεώρητος και δύσκολος ίσως και παρακινδυνευμένος μόχθος για όσους τον αποπειρούνται. Μια επιθυμητή μεταφραστική φιλοδοξία «αναμέτρησης δυνατοτήτων και αντοχών» με αβέβαιες αναγνωστικές αποδοχές από το ευρύ κοινό και ενδέχεται και την κοινότητα των επαγγελματιών ή ερασιτεχνών μεταφραστών αποδοχή. Όσοι αποπειρούνται την μετάφρασή τους, την απόδοσή τους στα ελληνικά, δεν έχουν να κάνουν μόνο με έναν ογκόλιθο συγγραφέα της παγκόσμιας λογοτεχνικής γραμματείας και θεατρικής παράδοσης, όπως είναι ο άγγλος δραματουργός, αλλά, με μια γραφή πολιτισμικών κωδίκων και αξιών, παντελώς διαφορετικών από τις δικές μας του 21ου αιώνα. Έναν ποιητικό λόγο με τους δικούς του γλωσσικούς κώδικες, τις μυστικές του νοηματικές υποδηλώσεις, τα λεκτικά και φωνητικά του σήματα πολλά από τα οποία δεν χρησιμοποιούνται στις μέρες μας στην αγγλική γλώσσα. Το διαφορετικό ηχητικό άκουσμά τους. Τις άμεσες ή έμμεσες πραγματολογικές δηλώσεις μια άλλης εποχής, την έκθεση διαφορετικών ρυθμών ζωής, πολιτισμικής πραγματικότητας. Αυτά δεν αναιρούν την υπερ-ιστορικότητα του Σαίξπηρ που αναφέραμε παραπάνω. Ο Έλληνας μεταφραστής τους (και των δύο φύλων) έχει να αντιπαλέψει με πολλές της γραφής εσωτερικές δυνάμεις της αγγλικής γλώσσας, λέξεων μονοσύλλαβων ή δισύλλαβων στην ελληνική εκδοχή τους σε ένα λεξιλόγιο πολυσύλλαβων ελληνικών λέξεων με άλλους ρυθμούς και ηχητικές ισορροπίες, μετρικότητα και μελωδίας ρυθμών των στίχων. Η νοηματική ολιγάρκεια της αγγλικής γλώσσας πρέπει να μεταφερθεί στο άπλωμα των λέξεων της ελληνικής χωρίς αυτό να φαίνεται στα μάτια του αναγνώστη. Οι κανόνες προέρχονται από διαφορετικές δεξαμενές χρήσης λέξεων, φωνητικών σχημάτων εκφράσεις συνεννόησης και κατανόησης του λόγου από το ευρύ κοινό, της ομιλούσας χρήσης της γλώσσας.  Έχει να αντιμετωπίσει την αινιγματική δισημία της περιγραφής αναφορικά με το φύλο του προσώπου που απεικονίζεται, περιγράφει, απευθύνεται με συμπάθεια, τρυφερότητα, γλυκύτητα λόγου και πικρής μελαγχολίας, νοσταλγικής διάθεσης, το οποίο δεν είναι πάντα ευδιάκριτο. Δεν εξαντλείται μέσα στα βιολογικά όρια του φύλου του. Είναι τυλιγμένο σε μία αχλή ελεγχόμενης απροσδιοριστίας, ίσως εσκεμμένης. Ποιόν νεαρό απεικονίζουν τα Σονέτα και ποια είναι η μυστηριώδης μαύρη κυρία που κυριαρχεί στα μισά σχεδόν από αυτά; Ο Σονετικός λόγος και το άφθαρτο και ζωντανό, θαλερό φρέσκο της εικονογραφίας του είναι το καθρέφτισμα των αξιών και θεωρήσεων για την ζωή, τον κόσμο, τον χρόνο, την φθορά και τον θάνατο, την ομορφιά, τα νιάτα και τα γηρατειά όπως τα αντιλαμβάνονται οι αρχαίοι έλληνες φιλόσοφοι και μεταλαμπαδεύτηκαν στους ανθρώπους της αναγέννησης και του ουμανισμού στην Δύση. Και αυτό το ποιητικό μοντέλο δεν μπορεί να το αποδομήσει ο έλληνας μεταφραστής στην δική του εργασία.

          Νούμερο 4

Άσωτα όμορφος, γιατί να σπαταλήσεις

στον εαυτό σου όση πήρες ομορφιά;

Απ’ το γενναίο κληροδότημα της φύσης

μόνο οι απλόχεροι δανείζονται αδρά.

Την αφθονία που σου εδόθη για να δώσεις

πώς αχρηστεύεις σαν χρυσάφι μυστικό,

που διαχειρίζεσαι αμύθητες πιστώσεις

για να ‘χεις άθροισμα ζωής παθητικό;

Κι αν συναλλάσσεται μ’ εσένα μόνο, κλέβεις

του εαυτού σου τη γλυκιά περιουσία’

κι όταν η φύση σ’ απολύσει και κατέβεις,

τι θ’ απομείνει για να κλείσεις τα βιβλία;

Τόση αμέριστη ομορφιά παίρνεις στο μνήμα,

πού αν τη διαθέσεις, ζωντανό θ’ αφήσεις κτήμα.

Μετάφραση ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΚΑΨΑΛΗΣ, σ. 12. Στο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, 25 ΣΟΝΕΤΑ, Μετάφραση-Επίμετρο Δονύσης Καψάλης, εκδ. Άγρα 1998

Ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ υπερβαίνει τα καθιερωμένα κράσπεδα της λογοτεχνίας, θεωρείται και δικαίως, ένας από τους μεγάλους όλων των εποχών, ισότιμος με τους αρχαίους έλληνες συγγραφείς και ποιητές, εφάμιλλος των κλασικών ρωμαίων  λογοτεχνών. Η μόρφωσή και η αγάπη του για τους αρχαίους έλληνες συγγραφείς- ποιητές, τραγωδούς και ιστορικούς είναι εμφανής σε κάθε συγγραφικό βηματισμό του. Τα θεατρικά του έργα δεν είναι συνέχεια- ανασκευή μόνο των παλαιών Χρονικών της αγγλικής ιστορίας, δεν μεταπλάθουν παλαιότερα μυθιστορηματικά ή θεατρικά μοτίβα- βλέπε έργα του Κρίστοφερ Μάρλοου, ιταλών συγγραφέων, τα Πλουταρχικά ζεύγη, όλα αυτά και άλλα τα εμπεριέχουν ενώ δημιουργούν την δική τους καλλιτεχνική αυτοτέλεια και διαδραστικότητα. Είναι ένα αρμονικό κράμα πολλών παραδόσεων. Τα έργα του αν στέκει η παρομοίωση είναι ένα σε διαρκή λειτουργία «εργοστάσιο» ιδεών, θέσεων, θεωριών, προβληματισμών, ερωτημάτων, υπαρξιακών και οντολογικών διλημμάτων, στρατηγικών σχεδιασμών και ανατροπών, απρόβλεπτων εξελίξεων. Ένα εκπαιδευτήριο συνειδήσεων, αγωγής ψυχών ισορροπίας ανθρώπινων αντοχών και εκπλήξεων. Ποτέ δεν χορταίνεις να τα διαβάζεις και να επανέρχεσαι σε αυτά. Κάθε φορά που τα πλησιάζεις ανακαλύπτεις και κάτι καινούργιο, διαφορετικό που σου είχε ξεφύγει στην πρώτη ανάγνωσή τους. Σε διδάσκουν, σε διαφωτίζουν και ας έχουν περάσει αιώνες από την δημοσίευσή τους. Ή όπως το έγραψε ο Γιαν Κοττ: «Ο Σαίξπηρ είναι όπως ο κόσμος ή όπως η ζωή. Κάθε εποχή βρίσκει σ’ αυτόν ό,τι γυρεύει και ό,τι θέλει να δεί», σ. 17. Ας το επαναλάβουμε, ο Σαιξπηρικός λόγος έμμετρος ή πεζός, είναι λόγος διλημματικός, διφορούμενος, αμφίσημος, συμβουλευτικά διπλωματικός, άλλοτε κρυπτικός. Θρεμμένος μέσα σε κοινωνικές απαγορεύσεις και θεολογικά αξιακά προτάγματα, αλλά και ένας λόγος ελευθερίας και ανεξαρτησίας της ανθρώπινης ατομικότητας, απλώματος της σκέψης, των οραμάτων μιάς νέας ακηδεμόνευτης ζωής. Του ατομικού εγώ της ταυτότητάς μας.

          Νούμερο 2

Όταν σαράντα χειμώνες το φρύδι σου συλήσουν

Και σ’ αυλακώσουνε βαθιά του κάλλους το λιβάδι

Της νιότης η περήφανη, περίβλεπτη στολή σου

Θάν’ ένα φύκι ασήμαντο, σκισμένο απολειφάδι.

 

Τότε σαν σε ρωτήσουνε που πηγ’ η ομορφιά σου,

Και των μερών των χαρωπών που ‘ναι όλ’ οι θησαυροί,

Μόνο θα πεις με τη βαθιά χωμένη τη ματιά σου,

Φευγάτο παίνεμα ήτανε κι αχόρταγη ντροπή.

 

Παίνεμα πόσο θ’ άξιζε το κάλλος κι η χαρά σου,

Αν μπόραγες ν’ αποκριθείς «Τ’  όμορφο αυτό παιδί μου

Είναι η ίδια μου η ζωή και η δικαίωσή μου.»

 

Την ομορφιά του δείχνοντας, γέννημα της δικιάς σου,

Τη νιότη θα ξανάβρισκες στων γηρατειών το χιόνι,

Θα θέρμαινες το αίμα σου, που νιώθεις να παγώνει.

Μετάφραση ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΑΛΚ. ΠΑΪΠΕΤΗΣ, σ. 118 στο Στέφανος Αλκ. Παϊπέτης, Τα τραγούδια του κόσμου που αλλάζει, εκδ. περί τεχνών, 2004.

     Στο παρόν σημείωμα, το τρίτο για τα Σαιξπηρικά Σονέτα (βλέπε και 27/1/2023 για τις μεταφράσεις του ποιητή Διονύση Καψάλη) στα Λογοτεχνικά Πάρεργα αναρτούμε 10 ολοκληρωμένες μεταφράσεις των δέκα πρώτων Σαιξπηρικών Σονέτων που είχε την καλοσύνη να μας αποστείλει και εμπιστευτεί ο αρχιτέκτονας ποιητής και μεταφραστής Άγγελος Στυλιανού Παρθένης. Αντιγράφοντας και ορισμένες άλλες μεταφραστικές προτάσεις εξίσου αγαπητές. Οι μεταφραστικές αυτές παραλληλίες σκοπό έχουν-κατά την κρίση των Λογοτεχνικών Πάρεργων-όχι να συσχετιστούν και αξιολογηθούν Σαιξπηρικές μεταφράσεις αλλά να βοηθήσουν άντρες και γυναίκες αναγνώστες της πειραϊκής ιστοσελίδας που θα ενδιαφερθούν να διαβάσουν τα δέκα αυτά Σαιξπηρικά Σονέτα στην αγγλική γλώσσα και στην σημερινή, την σύγχρονη ελληνική εκδοχή τους από τον Άγγελο Σ. Παρθένη, στην καλύτερη κατανόηση της εργασίας του, να τα απολαύσουν χωρίς δυσκολίες παρά την παρέλευση τόσων αιώνων από την πρώτη τους γραφή από τον άγγλο ποιητή, ή και  να διαφοροποιηθούν από τις γλωσσικές και υφολογικές επιλογές του. Όπως καλά γνωρίζουμε και μας έχουν τονίσει οι μελετητές του Σαίξπηρ, τα Σονέτα στο σύνολό τους δεν έχουν όλα μία ομοιομορφία ή θεματική ενότητα στην εικονογράφηση τους. Ο επεισοδιακός τους χαρακτήρας, το μη εμφανές πάντα των εσωτερικών συναισθημάτων που εκφράζει ο ποιητής προς το πρόσωπο που απευθύνεται, η εμμεσότητα της ερωτικής πρόσκλησης, το διφορούμενο της δυναμικής της περιγραφής, το έντονο φορτίο της δραματικότητάς τους και ο εσωτερικός λυρισμός τους, οι μελαγχολικοί τους τόνοι, το γνώριμο στην εποχή του σκηνικό, η απαισιόδοξη διάθεσή τους, το αμφίβολο του φύλου που απευθύνονται, το φιλικό-συντροφικό κλίμα που τα διακρίνει, η ειλικρίνεια της σκοπιμότητας της εξομολόγησης, τα κεκαλυμμένα και σκοτεινά νοήματα της γλώσσας, το άπλωμα και το βάθος της προσωπικής απογοήτευσης, ο μετεωρισμός των αισθημάτων και άλλες εσωτερικές της σύνθεσής τους δυσκολίες, παρά την αναμφισβήτητη συγκίνηση και τρυφεράδα που αποπνέουν γίνονται δύσκολα κατανοητά από το αναγνωστικό φιλότεχνο σημερινό κοινό που τα διαβάζει σε μετάφραση. Τα Σαιξπηρικά Σονέτα δεν έχουν την γλωσσική ή θεματική καθαρότητα που έχουν τα Σονέτα παραδείγματος χάρη των χρόνων της Αναγέννησης των υπόλοιπων άγγλων Σονετογράφων, στους οποίους είναι εμφανές το φύλο ή και το όνομα του προσώπου στο οποίο απευθύνονται. Ορισμένα τους αισθανόμαστε όταν τα διαβάζουμε, ότι έχουν κάτι από αυτήν την τεχνική της φόρμας του θεατρικού δραματουργού λες και είναι εν κινήσει πλάνα θεατρικών σκηνών εσωτερικού μονολόγου. Ενώ υπάρχουν και Σονέτα που αισθανόμαστε ότι τα πλάνα των σκηνών συνεχίζονται, αφήνεται ανοιχτή η νοηματική τους εκδοχή είτε αυτή έχει να κάνει με το ερωτικό συναίσθημα είτε με ζητήματα αισθητικής, το πλατωνικό θέμα της ομορφιάς, είτε με οντολογικά και υπαρξιακά ουσιώδη θέματα όπως είναι η στάση μας απέναντι στον χρόνο και την φθορά που επιφέρει σε όλους και όλα τα πράγματα γύρω μας. Τα Σαιξπηρικά Σονέτα δεν έχουν την ευληπτότητα των Σονέτων του πρώτου διδάξαντα το ποιητικό αυτό είδος, του Πετράρχη, ο λόγος τους σε σημεία είναι διφορούμενος, σκοτεινός, αμφίσημος, συμπεριληπτικός παλαιότερων ευχάριστων αναμνήσεων του ποιητή. Γι’ αυτό και παρά την λαμπρότητα που εκπέμπουν ή την αντίστοιχη μελαγχολία και θλίψη δεν έχουν όλα τους την ίδια αναγνωστική ατμόσφαιρα. Είναι όμως ένας ποιητικός λόγος υψηλός, υψηλής ποιότητας έμπνευσης  όπως είναι και άλλες συγγραφικές δημιουργίες του Σαίξπηρ. Και σίγουρα συγκαταλέγονται στην κατηγορία των κλασικών έργων της παγκόσμιας ποιητικής παράδοσης.

      Πώς το εξέφρασε ο ζωγράφος και επιστήμονας Λεονάρντο Ντα Βίντσι*: “La bocca nha morti piu che l coltello”, «Το στόμα σκοτώνει πιο πολλούς από το μαχαίρι», Αυτή είναι η θεατρική και ποιητική φωνή του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ.

*στον τόμο «Σαίξπηρ ο Σύγχρονός μας», του Γιάν Κοττ, πρόλογος Πήτερ Μπρουκ, μετάφραση Αλέξανδρος Κοτζιάς, εκδόσεις Ηριδανός 1970 σ. 319.   

   Εκείνο όμως που τελικά οφείλουμε να υπενθυμίσουμε είναι ότι βλέπουμε κάθε γενιά ποιητών και μεταφραστών να μας προτείνει τις δικές της μεταφραστικές εκδοχές πρόσληψης ξένων αλλόγλωσσων κειμένων και έργων. Κάθε εποχή διαμορφώνει και δημιουργεί την γλώσσα της, τους ποιητές, τους μεταφραστές της, τελικά τους ίδιους τους αναγνώστες της.

     Το μόνο που μας απομένει είναι να χαρούμε την μεταφραστική πρόσκληση και να οσμιστούμε το άρωμα του πρωτοτύπου.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Γράφτηκε το τρίμηνο Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου 2024- Ιανουαρίου 2025

Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2025

Κοιμήθηκε ένας ουσιαστικά αυθεντικός ορθόδοξος χριστιανός των ημερών μας ιεράρχης, ο μακαριστός πειραιώτης αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος Γιαννουλάτος. Σπάνια εμβληματική και χαρισματική μορφή, δυναμική και ελεήμονα προσωπικότητα του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας. Το ανθρωπιστικό και φιλανθρωπικό του έργο πολύπλευρο, εξακτινώνεται σε πολλές ηπείρους και φυλές ανθρώπων πέρα από θρησκείες και δόγματα. Σημαντικός πανεπιστημιακός δάσκαλος και συγγραφέας, ειρηνοποιός και δραστήριος ιεραπόστολος, μέγας ανακαινιστής της εκκλησίας της γειτονικής χώρας, μειλίχιος σαν συνομιλητής, πατρικός και παρηγορητικός. Ένας δίχως εισαγωγικά άγιος άνθρωπος.