Δευτέρα 14 Οκτωβρίου 2024

Φρίντριχ Χαίλντερλιν, το ποίημα ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ και το ΕΛΕΓΕΙΟ

 

     R e q u i e m   Π ε ι ρ α ι ω τ ώ ν

Μνήμη  Γ Ι Α Ν Ν Η  Κ Ο Ν Τ Ο Υ

Μνήμη  Α Ν Τ Ω Ν Η   Σ Τ Α Υ Ρ Ο Π Ι Ε Ρ Α Κ Ο Υ

 

        «Όμως φίλε! Ερχόμαστε πολύ αργά. Ζουν βέβαια οι θεοί,

          Αλλά πάνω απ’ τίς κεφαλές ψηλά σε άλλον κόσμο.

          Ατέλειωτα ενεργούν εκεί και λίγο μοιάζει να προσέχουν,

          Αν  εμείς ζούμε, οι Ουράνιοι τόσο πολύ μας προστατεύουν

               εμάς.

          Ότι  πάντα δεν μπορεί ένα αδύναμο δοχείο να τους

  χωρέσει,

          Κατά καιρούς μόνο αντέχει ο άνθρωπος τη θεϊκή

             πληρότητα.

          Και να τους ονειρεύεται, αυτό είναι ύστερα η ζωή του.

    Αλλά κι η πλάνη βοηθά.

Όπως ο ύπνος,  και δυνατόν κάνει κάποιον η ανάγκη και

    η νύχτα,

          Ωσότου ήρωες αρκετοί μέσα στο χάλκινο λίκνο

              Μεγαλώσουν,

          Καρδιές δυνατές, όπως παλιά, κι όμοιες με τους

 Ουράνιους είναι.

          Βροντώντας φτάνουν τότε από ψηλά. Ωστόσο συχνά θαρρώ

          Πώς είναι καλύτερα να κοιμηθώ παρά έτσι χωρίς

             συντρόφους να είμαι,

          Και να περιμένω έτσι με λαχτάρα και τί να κάνω τότε

          και τί να πω, δεν

          Ξέρω, και προς τί να ‘σαι ποιητής αλήθεια σε τούτους

          τους άπορους καιρούς;

          Ωστόσο ετούτοι είναι, λες, όπως οι ιεροί του Θεού της

          Αμπέλου οι ιερείς,

          Πού από χώρα σε χώρα πορεύονται μέσα στην ιερή τη

          νύχτα».

          Φ. Χαίλντερλιν, «Άρτος και οίνος» μτφ. Αθανάσιος Λάμπρου, σ.48-49. 

          Διαβατάρικα πουλιά του θανάτου οι άνθρωποι, λαβωμένα περιστέρια φτερουγίζουν μέσα στους  σκοτεινούς Κήπους της Εδέμ, πληγωμένοι κύκνοι που φτιάχνουν τις φωλιές τους στα νησιά των σκιών των Μακάρων. Θρυμματισμένα οστά της Μνήμης Είδωλα. Άσαρκες φλέβες ελκυστικών ονείρων της ύπαρξης, αθώες και ταυτόχρονα πονηρές, επικίνδυνες περιέργειες της γλώσσας. Ανδραγαθήματα της Ομορφιάς και της Αμορφίας του Κόσμου, των παγίδων της χνάρια πάνω στην σκόνη και την άμμο του Χρόνου. Ευλογητός Συ Κύριε δίδαξόν με τα δικαιώματά Μου. Ματωμένα τολμήματα και αγωνίες πίστης αμφισβήτησης, λέξεων και της γλώσσας «ύβρις» της Ποίησης μνημειακά της τέχνης προτάγματα, οργισμένες περιέργειες της νόησης απέναντι στην Ιστορία της ανθρωπότητας οι Άνθρωποι, αυτά τα γονυπετή όντα της τύχης. Ελεήμονα όντα με ανατρεπτικές ιδέες και θέσεις άρνησης στην κοινή συγκατοίκησή τους στην Πολιτεία τοις Αγνώστοις Θεοίς. Περιφερόμενες ιδέες φρούδων ελπίδων, αγωνιστικής σοφίας περιπλανήσεις ανέλπιδης αιωνιότητας. Χρησμών κραυγές πόνου και μαρτυρίου. Ανεμόμυλοι αθωότητας των μυστικών θαυμάτων ζητιάνοι προφήτες, συγγραφείς αποκαλύψεων των νόμων της μητέρας τροφού και μοιρολογίστρας της Φύσης που ξέμαθε να θάβει τα δημιουργήματά της. Ποικιλίες μιάς χαμένης αλήθειας της αθωότητας. Μάρτυρες της Μνημοσύνης κοινών παθών και εμπειριών. Φοβισμένες της ευσέβειας άναρθρες φωνές, αναστολές ενστίκτων και χειρονομίες τυφλές μπρος στο μυστήριο της αγάπης, της αρρώστιας και του θανάτου. Συνομιλίες εν χρόνω προσδιορίσημες χθόνιες μονάδες της κοινής Μοίρας. Ξεκαπίστρωτοι έρωτες εποχών της νιότης κρίσιμων αποφάσεων και διλημμάτων. Εφηβικές ανατολές ανοίξεων μολυσμένων πηγών ηδονής, πρόσκαιρες ευλογίας συγκινήσεις, παρακοή αρχέγονων απαγορεύσεων των ορίων του έρωτα. Ανερμήνευτα θαύματα σωματικών επαφών μιάς άλλης αίσθησης. Πολεμοχαρείς ελεγείες αποκατάστασης της τάξης του σύμπαντος κόσμου που διασαλεύτηκαν οι ηθικές του κατηγορίες και τα είδη των αντιθετικών ζευγών της φυσικής λειτουργίας. Αιρέσεις της λογικής ύμνοι της ελευθερίας της σκέψης, συνέπειες της παρακοής των εντολών ενός αναφή θεού που κανιβαλλίζει ανθρώπινες υπάρξεις.  Πλάνες γνωριμίες σχέσεων, αισιόδοξης τυχαίων γνωριμιών συναντήσεις. Στιγμιαίες επαφές στους ανεμόμυλους καιρών δολοφόνων.  Αηδόνια που κελαηδούν τις αστοχίες τους πετώντας πάνω από τις χαράδρες των γήινων παθών του πανεύγενου παρελθόντος της μυροφόρας ερασμιότητας της νιότης. Ο χρόνος που ρέει ως δάκρυ και σπέρμα από φιλί σε φιλί από αγκαλιά σε αγκαλιά ως ροή αναζήτησης της άσπιλης αγάπης και συντροφικότητας. Πανάχραντα τα μυστήριά σου Κόσμε πληγές αγιάτρευτες, κομβόι απωλειών αγαπημένων προσώπων. Τρομαγμένα σπουργίτια οι Άνθρωποι κουρνιάζουν στις σπηλιές του έρωτα αναζητώντας στα τυφλά το μίτο του, εξάρσεις των αισθήσεων πάνω σε τεντωμένο σχοινί, στροβιλισμοί των σωμάτων τραύματα της ψυχής, νυχτερίδες συνειδήσεις, ανάποδοι κρεμασμένοι στεναγμοί πάνω στο θόλου της ζωής. Ανεξερεύνητες προθέσεις, σκοτεινές μορφές, μυστικές συναντήσεις, αινιγματικά βλέμματα, περιττώματα απελπισίας και πόνου. Ύμνοι και Αίνοι παρηγορίας Δοξαστικά και Μεγαλυνάρια των αφηγήσεων της Ποίησης. Ψευδαισθήσεις, ανακουφίσεις των λέξεων, της γλώσσας εκ των υστέρων φωτισμοί, σπινθηρισμοί του λόγου των υποσχέσεων παθήματα τραύματα επαναλαμβανόμενα. Ακτινοβόλες Σκιές του στροβίλου νου περιπλανήσεις, γαλήνιες σιωπές, συμψηφισμοί φορτίων της σταυρωμένης ευτυχίας των ανθρωπίνων σχέσεων και επαφών. Άμορφες φιγούρες, μορφές περιπλανώμενες μέσα στα σκοτεινά άλση, καταστάσεις μέθης στιγμιαίων λυγμών, στιγμών έκστασης ενοχών και ευαγγελισμοί παράκλητης ολοκλήρωσης. Βακχεύσεις της ιστορίας του πενθούντος βίου μας Σώματα. Τα συμφραζόμενα σχόλια μιάς δημόσιας συνομιλίας που δεν άρχισε ακόμα. Ανοιχτές εξομολογήσεις μιάς αλήθειας ζωής που φέρει δεκάδες άγνωστά μας ονόματα.  Γλαύκες πρόσκαιρης σοφίας κουρνιασμένες στα δαιδαλώδη ρουμάνια του χθόνιου έρωτα, αναπαυμένες στις χιονισμένες κορυφογραμμές του νύχτιου πόνου των στεφανωμένων οραμάτων. Εκστάσεις και Θρήνοι ονειρικών αναμνήσεων. Ευλογητός Συ Κύριε δίδαξόν με το αίνιγμά Μου. Ανάσταση θανάτου θεασάμενοι της έκστασης των πόνων, των λυγμών και των δακρύων της δικαίωσης, το χέρι της ευσπλαχνία που δεν μας άγγιξε ποτέ. Ώ απελπισμένες της νιότης ευτυχισμένες «τύψεις» μου ανεκπλήρωτων ερώτων αστραπιαίες των σωμάτων διασαλπίσεις της καρδιάς αψιμύθια λόγια. Προσδοκίες πόθων τρυφερών αναμνήσεων, μετέωρα πλησιάσματα, νοσταλγίες καταυγάζουσας έκστασης, βλέμματα εγκώμια μετέωρων υποσχέσεων, αντλήσεις θάρρους από συμβουλές φίλων. «Ώ φίλε! Ο κόσμος κείτεται μπρός μου φωτεινότερος απ’ ότι άλλοτε, και σοβαρότερος!...» γράφει ο ποιητής μην αναμένοντας την προσμονή του τέλους, την πνοή του θανάτου που κοντοπλησιάζει. Συνεχόμενες βασανιστικές μέριμνες η ζωή του ανθρώπου. Μεταμέλειες και αμοιβαίες συγχωρέσεις, ρίγη εμπνεύσεων και αντοχές έκπληξης. Ώ αγγίγματα σωμάτων μιάς τρέμουσας από συγκίνηση οικειότητας, ανάσες φιλιών πρόσκαιρης μακαριότητας, ηδονές γλυκύτητας υγρών των αισθήσεων, και απογοητεύσεων προβολές στο πέρασμα του χρόνου. Πρεσβείες του ουράνιου τόξου των συγκινήσεων, οπτασίες εκστάσεων, χαράς πληρότητας, λεπτότητα ασκήσεων του πνεύματος και της ηδονής σπουδαστήρια. Ο σάλος του φοβερού βήματος της μελλοντικής απώλειας εγγύς εστί. Ερμαφρόδιτη πραγματικότητα των φύλων της Ιστορίας. Σάρκες εκ της Σαρκός Πόλεως Πειραιώς, αυλάκια αίματος παρθενίας των Πειραϊκών χωμάτων, φωνές στεναγμοί του κάτω κόσμου της Πειραϊκής μνήμης-γης. Άγγελοι σκοτεινής ομορφιάς οι άνθρωποι, μελανά σημεία του Ουρανού. Ευλογητός Συ θάνατε δίδαξόν με τις μακάριες ενανθρωπήσεις Σου. Οδύνες λόγων και πράξεων οι Άνθρωποι, απελπισμένα όνειρα μιάς Μοίρας κωφής, τυφλής, άφυλης, πρωτόγονης, λάγνας, ηδονόσαυρης ιστορίας της Πόλης, εξακολουθητικές οπτασίες των επιλογών της. Πεταλούδες ψυχές ανευλόγητης παρηγοριάς, φτερουγίσματα απόηχοι κρίσεων- επιλογών όταν η Πόλη του Πειραιώς καθεύδει στις αγκάλες των νέων Πειραιωτών. Ερημιά της αγκαλιάς προστασίας της Παναγιάς Πόλεως Πειραιώς, της καρποφορούσας αναφοράς στωικά κηδεύοντας τα δικαιώματά μας. Πόλη του Πειραιώς των Πειραιωτών Πόλη, πανάρχαια λιθάρια του Θεμιστοκλή ασύμμετρες κυκλωτικές πέτρες και θαλάσσια αύρα, η τελούσα αενάως τα ενεργήματα της Ιστορίας της κατηχούμενης ζωής των παιδιών Σου. Όστρακα λείψανα των έμψυχων ακτογραμμών Σου ευεργεσιών κοινής Μνήμης. Ψυχές Πειραιωτών Φίλων, αλαλάζοντες στο φώς της ημέρας φωνές σπασμένων ήχων ψιθυρισμών συντροφιάς, ανεμόδαρτες νύχτες πυροφάνια του έρωτα. Κορυβαντιούν οι Πειραϊκές Ψυχές πάνω στα Μακρά Σου Τείχη. Θεομήτωρ του ελέους και της αγάπης αναπολούσα πληγή Μνήμη Μου.

     Και οι δύο νεαροί Πειραιώτες φίλοι έφυγαν για την άνω Πόλη Πειραιώς την δεκαετία του 1990. Ο Γιάννης Κοντός στην Ελλάδα, ο Αντώνης Σταυροπιεράκος στην ξενιτιά, τον μακρινό Καναδά.         

 

        Σ Τ Η Ν   Π Α Ν Α Γ Ι Α

Πολύ, ώ Παναγιά, υπέφερα για Σένα

και για του Γιού Σου τη χάρη,

από τότε πού άκουσα γι’ Αυτόν

στη γλυκειά μου νιότη.

Γιατί όχι μόνον ο Προφήτης

αλλά ακόμη κι οι υπηρέτες

κάτω απ’ την ίδια μοίρα στέκουν.

 

Αφού εμένα, που έτοιμος ήμουν

κάποια τραγούδια προς τον Ύψιστο,

προς τον Πατέρα, να τραγουδήσω,

να, μου τα κατέφαγε η θλίψη.

 

Κι όμως, ώ Ουράνια, κι όμως

να Σε γιορτάσω θέλω και κανείς

δεν θα ‘πρεπε να με κατηγορήσει

για την οικεία της μιλιάς μου ομορφιά,

γιά όσον καιρό εγώ μονάχος

πηγαίνω στους αγρούς, όπου άγριος

και άφοβος φυτρώνει ο Κρίνος,

όσο πηγαίνω προς το αδιάβατο,

πανάρχαιο στερέωμα του δάσους,

                του κόσμου της Δύσης-

 

και κυριάρχησε πάνω στους ανθρώπους,

αντί θεότητα άλλη, Αυτή,

η Αγάπη που τα πάντα λησμονεί.

 

Επειδή όφειλε κάποτε να ξεκινήσει

σαν γεννημένο μες στον κόρφο Σου

το θεϊκό Αγόρι και για χάρη του

κι ο γιός της φίλης, από βουβό πατέρα,

αυτός πού ονόμασαν Ιωάννη, ο τολμηρός,

που του δόθηκε η δύναμη της γλώσσας

                για να σημαίνει

 

και ο τρόμος των λαών

και οι βροντές

και τα κρημνιζόμενα ύδατα του Κυρίου.

 

Καλοί, βέβαια, είναι οι θεσμοί,

όμως σαν δράκου δόντια κόβουν

και σκοτώνουν τη ζωή, σαν με θυμό τους ακονίζει

ένας βασιλιάς ή και πιό παρακατιανός.

Όμως στους πιό αγαπημένους του Θεού

δόθηκε η Αταραξία. Και μ’ αυτήν πέθαναν κατόπιν.

Και τους δυό εκείνους, παρόμοια κι Εσύ

τούς είδες να πεθαίνουν, θεϊκά θρηνώντας

μέσα στη δυνατή ψυχή Σου.

 

Γι’ αυτό και παραμένεις,

κι όταν μέσα σε νύχτα ιερή

συλλογιέται κάποιος το μέλλον κι έγνοια

έχει γι’ αυτούς πού ξέγνοιαστοι κοιμούνται,

για τα παιδιά τα φρεσκοανθισμένα,

έρχεσαι Εσύ χαμογελώντας

και τον ρωτάς σαν τί φοβάται,

αφού Εσύ είσαι η Βασίλισσα.

 

Γιατί Εσύ ποτέ δεν κατορθώνεις

τις καρπερές ημέρες να φθονήσεις,

αφού από πάντα αγαπάς

να είναι οι Γιοί απ’ τις Μητέρες

πιό μεγάλοι. Και δεν σου αρέσει διόλου,

όταν το πιό Παλιό, πίσω κοιτάζοντας,

χλευάζει το πιό Νέο. Βέβαια, ποιός

δεν σκέφτεται με προθυμία

τους ακριβούς πατέρες, δεν διηγείται

τα έργα τους,

 

        όμως όταν συνέβη το Θρασύ

κι έδωσαν το σκάνδαλο οι αγνώμονες,

τότε, να, το βλέπει με χαρά της

η ατέλειωτη, δειλή για πράξεις, Μετάνοια

και το Παλιό μισεί τα Παιδιά.

 

Γι’ αυτό, Εσύ προστάτευέ τα,

ώ Ουράνια, αυτά

τα καινούργια βλαστάρια, κι όταν

έρχεται ο Βοριάς, είτε φυσά

φαρμακερή δροσιά ή και η ξηρασία

διαρκεί τόσο πολύ καιρό,

κι όταν αυτά ολάνθιστα βουλιάζουν

κάτω απ’ το τόσο κοφτερό Δρεπάνι,

καινούργια δώσε βλάστηση Εσύ,

 

ώστε ποτέ, ποτέ η δύναμη, έτσι μονότονη

και σ’ αδύναμα κλαδιά, κι εμένα τόσο δοκιμάζοντας,

να μη μου καταστρέψει τη νέα γενιά,

μα ισχυρή να είναι αυτή, ώστε να διαλέγει

απ’ τα πολλά ανάμεσα το Άριστο.

Δεν είναι τίποτε το Κακό. Πρέπει επιτέλους

αυτό το Ένα να το καταλάβω, όπως

κι ο αετός από αρπαγή καταλαβαίνει.

Αλλά κι οι άλλοι πρέπει. Ώστε να μή συγχύζουν

τη μαία πού την Ημέρα ξεγεννά,

έτσι λανθασμένα στην πατρίδα προσκολλημένοι,

χλευάζοντας την κάθε δυσκολία,

για να μή μένουν αιώνια

μέσα στη μήτρα της μητέρας.

Γιατί Μεγάλος είναι αυτός,

πού τους κληροδοτεί τον πλούτο.

 

Ναι, πρίν απ’ όλα, έτσι και ο καθείς

την άγρια Φύση να προστατεύει, την θεϊκά

φτιαγμένη με νόμο αγνό, πού απ’ αυτήν

και του Θεού τα παιδιά τον έχουν,

μ’ ευδαιμονία τριγυρνώντας κάτω από βράχια-

και σου ανθίζουν λιβάδια πορφυρά και σκοτεινές

πηγές, ώ Παρθένα, μα και στο Γιό κι ακόμα

και στους άλλους, ώστε να μην παίρνουν

με βία οι θεοί το μερτικό τους

απ’ αυτούς, σαν να ‘ταν δούλοι.

 

Όμως εκεί στα όρια, όπου υψώνεται

το Όρος των Οστών έτσι το λένε σήμερα,

αλλά σε αρχαία γλώσσα είναι τ’ όνομά του

Όσσα, και το Τωυτοβούργο εκεί είναι επίσης

και η χώρα τριγύρω γεμάτη

με ύδατα πνευματικά, αφού όλοι οι Ουράνιοι

Ναούς για τον εαυτό τους…

 

ένας Χειροτέχνης….

όμως σ’ εμάς, πού…

ώστε…

να μη φοβόμαστε τόσο τον φόβο!

Γιατί Εσύ, ώ Χαριτωμένη, δεν φοβάσαι-

 

        Όμως υπάρχει

ένα Γένος σκοτεινό, πού μήτε έναν ημίθεο

με προθυμία ακούει, μήτε και κάτι Ουράνιο,

είτε εμφανίζεται αυτό μ’ ανθρώπινη μορφή

είτε και άμορφο ανάμεσα στα κύματα,

αλλ’ ούτε και την όψη του αγνού τιμά, Αυτού

του πλησίον Θεού και πανταχού παρόντος.

 

Κι όμως αν οι ανίεροι

        μυριάδες κιόλας

        και θρασείς,

τί σε νοιάζουν εσένα, ώ Τραγούδι Αγνό;

Βέβαια εγώ, εγώ πεθαίνω, όμως εσύ

άλλο δρόμο παίρνεις και μάταια

θα ‘θελε να σ’ εμποδίσει οποιοσδήποτε Φθόνος.

 

Κι όταν κάποτε, στους καιρούς που θα ΄ρθουν,

συναπαντήσεις κάποιον αγαθό, τότε

χαιρέτησέ τον κι εκείνος θα σκεφτεί

πώς ήταν οι δικές μας μέρες

τόσο γεμάτες ευτυχία, τόσο γεμάτες πόνο.

Κι αυτό θα πάει απ’ αυτόν και σ’ άλλους.

Όμως κάτι ακόμη πρέπει να ειπωθεί.

Γιατί σχεδόν τόσο άξαφνα η Ευτυχία

θα μου ερχόταν, η μοναχική, ώστε

ανίδεος εγώ παρ’ όλη την περιουσία μου,

προς τους Ίσκιους θα στρεφόμουν.

Αφού, προς τί τα λόγια, μιά που Εσύ

χάρισες στους θνητούς, δοκιμάζοντάς τους,

          μιά Μορφή των θεών;

έτσι νόμισα, επειδή αποστρέφεται την ομιλία

όποιος θέλει να εξοικονομεί της ζωής το Φώς,

          που τρέφει τις καρδιές.

Κι εξάλλου από πολύ καιρό μας έδωσαν σημάδι

οι ίδιοι οι Ουράνιοι, για το πώς

πήραν τη Δύναμη απ’ τους Θεούς.

 

Αλλά εμείς όλο απαιτούμε απ’ τη δυστυχία

και για το θεό της νίκης τον ελευθερωτή

υψώνουμε σημαίες, γι’ αυτό κι Εσύ

μας έστειλες Γρίφους. Ιεροί είναι

αυτοί οι αστραφτεροί, όταν όμως οι Ουράνιοι

θέλουν να φαίνονται σαν κάτι το συνηθισμένο

και το θαύμα σαν κάτι το καθημερινό, όταν, λοιπόν,

καθώς σε αρπαγή οι Πρίγκηπες των Τιτάνων

ορμούν πάνω στις δωρεές της Μητέρας, τότε

                 ένας Υπέρτερος την βοηθά.

Σελίδες 169-174

 ΦΡΗΝΤΡΙΧ  ΧΑΙΛΝΤΕΡΛΙΝ

Από τον τόμο: Φρήντριχ  Χαίλντερλιν, ΠΟΙΗΜΑΤΑ.  Μεγάλη εκλογή σε τρία μέρη

Μετάφραση: Δημήτρης Θ. Γκότσης, εκδόσεις Αρμός, 7, 2002, σελ. 254, τιμή 15 ευρώ. [Επιλογή- Επιμέλεια-Σχεδιασμός Εξωφύλλου της Σειράς «Γέφυρες» Σωτήρης Γουνελάς].

 

 

--

            Ε Λ Ε Γ Ε Ι Ο

Σ’ αναζητώ την πάσα ημέρα μάταια παντού, παντούθε,

ρωτώ, πάλι ρωτώ, μα ανώφελα, τους σιωπηλούς τους δρόμους,

στα ύψη τα δροσόβολα σ’ αναζητώ, στους ίσκιους όλους

και στις πηγές’ το πνεύμα μου πλανιέται εδώ κι’ εκεί, παντούθε,

γαλήνη απογυρεύοντας’ καθώς το πληγωμένο ελάφι

που αναζητεί το γνώριμο τον ίσκιο του στο δάσος πέρα.

Μά η πράσινη στρωμνή δεν ημερεύει την καρδιά του,

του πόνου δεν τ’ αφήνουν οι κεντιές, γέρνει παντού θρηνώντας.

Δεν το βοηθεί η θέρμη του φωτός και της νυχτιάς η δρόσο

και μάταια βυθάει στου χείμαρρου το κύμα τις πληγές του.

Κι’ ως μάταια η γης το ιαματικό βοτάνι του προσφέρει

και την αιμάσσουσα πληγή αύρα καμμιά δεν την πρααίνει,

έτσι κι’ εμένα, αγαπημένοι μου, κανείς το μέτωπό μου

απ’ τόνειρο το επώδυνο δεν θα μπορούσε ναλαφρώσει.

                ΙΙ

Το ξέρω! Είναι ανώφελο θεοί του ζόφου, του θανάτου,

όταν αδράζετε τον άνθρωπο και τον κρατάτε δέσμιο,

όταν τον βασανίζεται μες στη φρικτή τη νύχτα, μάταιο

είναι να ορθώνεται κανείς ενάντια ή να σας ικετεύει

ή το πικρό, αυστηρό τραγούδι σας να το ακούει με απάθεια:

«Λησμόνησε, βυθίσου μες στη σιωπή’ πράος κοιμήσου!»

Μά ελπιδοφόρος χαρωπός σκοπός από μέσα μου αναβρύζει’

σ’ αυτό το πένθος, ώ ψυχή, ναρμονιστείς δεν θα μπορέσεις

κι’ όνειρα μες στον ύπνο σου το σιδερένιο ακόμη πλέκεις!

Γιορτές δεν έχω, όμως την  κόμη μου να στεφανώσω θέλω.

Δεν είμαι μοναχός; όμως πνοή απαλότατη μ’ αγγίζει,

πρόσχαρη, φιλική πού φθάνει από μακρυά’ κι’ ανθίζει

χαμόγελο ιλαρό στα χείλη μου’ κι’ εντός, βαθειά μου νιώθω

εκστατικός: είναι μακάριος και μες στον πόνο ακόμη!

                ΙΙΙ

Φώς της αγάπης! Ανάμεσα στους νεκρούς λάμπεις ακόμη,

ακόμη εικόνες του λαμπρού καιρού και μες στη νύχτα ανθείτε,

εράσμιοι κήποι και βουνά ροδόχροα απ’ το εσπέριο θάμβος,

ας είστε καλωσόριστα! και σεις του δάσους μονοπάτια,

μάρτυρες των μακάριων των ωρών και σεις ψηλάθε ώ άστρα

που μ’ αξιώσατε άλλοτε, συχνά, με το ιερό σας βλέμμα,

και ρόδα αξιολάτρευτα, σιωπηλά, τέκνα του Μάη

και κρίνα εσείς, πολλές φορές, που αναπολώ στη μόνωσή μου!

Οι άνοιξες περνούν και φεύγουν, το ένα κινεί το άλλο έτος,

γεννώντας, καταστρέφοντας, κυλάει βροντερός ο χρόνος

επάνω απ’ των θνητών τις κεφαλές’ μα απ’ των Μακάρων όχι!

Γιατί των αστεριών οι ημέρες και τα έτη, ώ Διοτίμα,

έχουν μ’ αιώνιους, μυστικούς δεσμούς, συνυφανθή μαζί μας!

                IV

Μα εμείς, θαυμάσια ταιριαστοί, καθώς οι ερωτευμένοι κύκνοι,

όταν στη λίμνη ακινητούν, ή όταν λικνίζονται στο κύμα

και χαίρονται καθώς θωρούν των αργυρών νεφών τους ίσκιους

μες στα νερά πού- δές!- γι’ αυτούς που πλέουν τα ρυτιδώνει,

έτσι βαδίζαμε κι’ εμείς στη γης’ κι’ αν ο Βορριάς ο άγριος

ο εχθρός των ζευγαριών, με γόους μας απειλούσε και με θρήνους

κι’ αν γύμνωνε απ’ τα φύλλα τα κλαδιά, κι’ η βροχή εκύλαε

σα χείμαρρος, εμείς χαμογελούσαμε ωστόσο πράοι

κάτω απ’ τη σκέπη του θεού, αναστρεφόμενοι μαζί του,

κι’ ήταν σ’ ένα τραγούδι αρμονισμένη, ειρηνικά, η ψυχή μας!

Τώρα το σπίτι μου ερημώθηκε, μου πήραν των ματιών μου

το φώς και χάνοντάς σε έχει τον ίδιο τον εαυτό μου χάσει.

Και σέρνομαι άθλιος, πολυπλάνητος, γύρω- ολογύρω, όμοιος

με ίσκιο, κι’ όλα για με καμμιά ουσία δεν έχουν πλέον.

                V

Να γίνω εορταστής; ύμνους με τους συντρόφους μου να πλέκω;

μα έρμος απόμεινα’ το θεϊκό στοιχείο μ’ έχει αφήσει.

Αυτή είναι η αναπηρία μου’ μαύρη κατάρα με τυλίγει

και παραλύει τους πόθους μου και χάμου με σωριάζει μόλις

αρχίζω κάτι’ αδρανεί το πνεύμα μου κι’ όμοιος με νήπιο

μένω άφωνος, βουβός’ και τρέχουν απ’ τα μάτια μου τα δάκρυα

και τα φυτά της γης και τα τραγούδια των πουλιών μου φέρνουν

θλίψη, μηνύματα χαράς των ουρανών κι’ ας προσκομίζουν.

Ριγεί, ριγεί το στήθος μου’ είναι άγονος, ψυχρός ο ήλιος,

σκότος απλώνει γύρω μου, νύχτες είναι οι αχτίδες του όλες.

Γυμνός, κενός ο ουρανός, καθώς της φυλακής ο τοίχος

το καταθλιπτικό το βάρος του κρεμάει, πάντα, επάνωθέ μου! 

                VI

Ώ νεότητα, αλλιώτικη πώς ήσουν σύ! Οι προσευχές μου

μήπως σε φέρουν πάλι εδώ; δρόμος δεν οδηγεί σε σένα;

Μήπως μ’ εμένα θα συμβεί ό,τι με τους νεκρούς εκείνους

που με όμμα λαμπερό, ζωηρό, στης ευωχίας το τραπέζι

είχαν στρωθεί κι’ αφού βακχεύθηκαν και χόρτασαν, κατόπιν

κάτω απ’ τους θρόους των αυρών και τους ανθούς της γης υπνώσαν

βουβοί, ώσπου να ανεγερθούν-του θαύματος η ώρα ως φτάσει-

για ν’ αρχίσουν στο χλοερό το χώμα να βαδίσουν πάλι;

Ώ! άγια πνοή γύρω απ’ τη λαμπρή μορφήν –ιδέστε- κυματίζει

καθώς η γιορτή εμψυχώνεται και της αγάπης ανεβαίνουν

τα κύματα κι’ ο ποταμός που θρέφουν οι ουρανοί, ο ζωοφόρος,

κυλάει βοερός κι’ αντιδονάει η γης κι’ η νύχτα απλώνει

τους θησαυρούς των άστρων της και στα ρυάκια πέρα

αποκαλύπτεται ο χρυσός, στραφτοκοπάει, στη γη ο θαμμένος!   

                VII

Όμως την ώρα πού βυθίζομουν, εκεί, στο σταυροδρόμι,

παρηγορώντας μ’ έστρεψες προς κάτι πλέον υψηλό, ωραίο’

ναι, συ μου δίδαξες στους ουρανούς μ’ ευλάβεια να προσβλέπω

κι’ εμπνέοντάς με, στους θεούς ύμνους χαρμόσυνους να πλέκω.

Θαρθείς, τέκνο των θεών, και πάλι να με χαιρετήσεις; θάρθεις

να μου μιλήσεις, καθώς έναν καιρό, για πράγματα εξαίσια;

Αλλοίμονο! Δεν ημπορώ παρά να κλαίω και να στενάζω

και το πανεύγενο το παρελθόν να σκέπτομαι μ’ οδύνη,

αφού σ’ απογυρεύω, μάταια, στης γης αυτής τους δρόμους

ώ πνεύμα προστατευτικό, χαρμόσυνο. Μάταια! Του κάκου!

Κι’ έτσι κυλούν και φεύγουν οι καιροί από την ώρα εκείνη,

πού ελπίζοντας, τριγύρω μας, φαιδρές λαμπύριζαν οι εσπέρες!  

                VIII

Λάμπεις, μοναδική, με το δικό σου φώς, ώ συ ηρωίδα

και συντηρεί τον έρωτά σου η υπομονή’ τον μεγαλύνει!

Δεν είσαι μοναχή! Έχεις συντρόφισσες γύρω, ολογύρω,

καθώς κατ’ απ’ τα ρόδα ανθείς πράη, πανήρεμη, του χρόνου’

και ο ίδιος ο Πατέρας, ναι, με τις γλυκόπνοες τις Μούσες,

με τρυφερά, τερπνά, λικνιστικά τραγούδια σε θωπεύει!

Αυτή είναι, ναί! Πνοή από τα πόδια ώσμε την κεφαλή τη ζώνει

κι’ οδεύει αβροπερπάτητη, καθώς ένα καιρό, η Ατθίδα

κι’ ως ραίνει ακόμη τους θνητούς απ’ το μέτωπό σου η αχτίδα,

ώ πνεύμα φιλικό, ευλογώντας, μου διαμηνάς ολούθε

να διαλαλήσω-άς είναι αυτοί που δεν πιστεύουν πλήθος-

αθάνατη είναι η χαρά’ διαβατικός ο πόνος είναι!

Και μέλλεται κάθε στιγμή-μ’ επιμονή το λέει η ψυχή μου-

μέρα λαμπρή, χρυσή για μας τους δυό, στο τέλος νανατείλει. 

                IX

Λοιπόν! Σε Σας, Ουράνιοι, ευχαριστήρια ναναπέμψω πρέπει

κι’ η προσευχή κινεί και του αοιδού σαλεύει- ιδού! το στήθος.

Καθώς όταν βαδίζαμε στους ηλιοφώτιστους τους λόφους

φλυαρώντας πανευδαίμονες, ενώ έγερνε ο ήλιος προς τη δύση,

έτσι και τώρα ένας θεός, χαρίζοντάς μου νιά ζωή, μου ψιθυρίζει.

Λοιπόν, να ζήσω θέλω, η χλόη λάμπει! κι’ απ’ τους λόφους

τους ασημιούς του Απόλλωνος, σκοπός, ωσάν από άρπα, ηχάει.

Έλα! Ήταν όνειρο! τα ματωμένα τα φτερά έχουν γιάνει,

ανανιωμένες λάμπουν οι ελπίδες, δες! Κάτι μεγάλο

απόμεινε σε μας να πράξουμε’ όποιος στη γη παρόμοια

αγάπησε, τους δρόμους που οδηγούν στο θεό θακολουθήσει.

Ώ σείς σεμνοπρεπείς της νεότης Ώρες οδηγοί ας σταθείτε,

και ιερά Προαισθήματα και σεις και Προσευχές ακόμη

ευλαβικές και σεις’ και Εμπνοές κι’ εσείς και Πνεύματα όλα

αγαθοποιά’ μαζί μας μείνετε ώσπου στον ίδιον όχθο,

εκεί όπου η πομπή είναι έτοιμη να κατεβεί των Μακαρίων,

εκεί όπου του Πατρός οι εξάγγελοι, οι αετοί και τάστρα, ορχούνται.

Εκεί όπου κατοικούν και εδρεύουν ο Έρωτας, οι Ήρωες και οι Μούσες-

ώσπου ναπαντηθούμε εκεί ή ακόμη εδώ, στη νήσο τούτη,

παντοτεινά που τη σκεπάζει η δρόσο, όπου οι φίλοι, οι οικείοι, όλοι,

άνθη συγκεντρωμένα σ’ έναν κήπο, περιμένουν, όπου

αυθεντικά είναι τάσματα και διαρκούν τους έαρος τα κάλλη

-για ναρχίσει ευφρόσυνος ο νέος κύκλος της ζωής μας!

Σελίδες 245-249

              FRIEDRICH   HOELDERLIN

Από τον τόμο:

Βασίλειος Ι. Λαζανάς, Friedrich Hoelderlin. Ο ΑΔΕΛΦΟΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ.- Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΤΗΣ ΕΡΩΤΙΚΗΣ ΟΔΥΝΗΣ.- Ο ΟΡΑΜΑΤΙΣΤΗΣ ΤΗΣ «ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ».  ΤΟ ΛΥΡΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ, εκδ. Αθήνα 1984, σ.334 δραχμές 500.

Σημειώσεις

      Το απόσπασμα που προτάσσεται στην αρχή του αφιερωματικού σημειώματος στα δύο αλησμόνητα Πειραιώτικα φιλαράκια που έφυγαν νωρίς, είναι από το Ελεγείο «ΑΡΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙΝΟΣ» (BROT UND WEIN) το οποίο είναι αφιερωμένο από τον λυρικό ποιητή «Στον Heinze», και προέρχεται, από το βιβλίο ΦΡΗΝΤΡΙΧ ΧΑΙΛΝΤΕΡΛΙΝ, ‘Υμνοι, ελεγεία και αποσπάσματα. Μετάφραση- Σχόλια ΘΑΝΑΣΗΣ ΛΑΜΠΡΟΥ, εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 2006, σ.206, 16, 72 ευρώ. Είναι το 7 ποίημα από τα 9 που εκπληκτικά μετέφρασε ο μεταφραστής Θανάσης Λάμπρου. Μια άλλη του μεταφραστική εκδοχή έχουμε από τον Θεόδωρο Άδραστο, στο βιβλίο: Martin Heidegger, Holderlin und das Wesen der Dichtung. Ο Χαίλντερλιν και η ουσία της ποίησης. Εισαγωγή, Μετάφραση: Θεόδωρος Άδραστος, εκδόσεις Υπερίων, Αθήνα, 1997, σ. 77. Επίσης, το «Ελεγείο» μεταφράζει ο έμπειρος μεταφραστής και ποιητής Άρης Δικταίος, βλέπε το βιβλίο Friedrich Holderlin, ΠΑΤΜΟΣ ΚΑΙ 30 ΑΛΛΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ. Πρόλογος- Μετάφραση-Σχόλια ΑΡΗΣ ΔΙΚΤΑΙΟΣ, εκδόσεις Αιγόκερως 1982, σ. 84-85. Στην μεταφραστική εκδοχή του Άρη Δικταίου ο πασίγνωστος στίχος που λειτουργεί πλέον ως «απόφθεγμα» στους ποιητικούς κύκλους, αποδίδεται: «και τι να κάμω, ως τότε, και τι να λέω, δεν ξέρω, και προς τι, άλλωστε ποιητής να ‘με σε πενιχρούς καιρούς;». Στην εξαιρετική και καλαίσθητη έκδοση των εκδόσεων Άγρα, Αθήνα 1996, βλέπε FRIEDRICH HOLDERLIN, ΕΛΕΓΕΙΕΣ, ΥΜΝΟΙ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ. Προλογικό σημείωμα, μετάφραση, σημειώσεις ΣΤΕΛΛΑ Γ. ΝΙΚΟΛΟΥΔΗ, ο εμβληματικός Χαιλντεριανός στίχος μεταφράζεται: «Και να προσμένεις τόσο, και τί να κάνεις τότε, τί να πεις, Δεν ξέρω, και προς τί άραγε να είσαι ποιητής σε χρόνους στερημένους;», σ. 53. Τρία χρόνια αργότερα το Νοέμβριο του 1999, οι παλαιές εκδόσεις Εξάντας κυκλοφόρησαν μία καλαίσθητη έκδοση υπομνηματισμένη του Ελεγείου, Brod und Wein. FRIEDRICH HOLDERLIN, ΑΡΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙΝΟΣ Μια ελεγεία, τρία σχεδιάσματα. Εισαγωγή BERNHARD GROETHUYSEN, Επίδειπνο MICHAEL  FRANZ, Μετάφραση, σημείωση, ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΟΥΤΣΟΥΡΑΔΗΣ. Στην δίγλωσση αυτή (αυτόνομη) έκδοση ας διαβάσουμε πώς αποδίδονται οι εμβληματικοί δύο αυτοί στίχοι: «Έτσι ανυπομονώ και τι στο μεταξύ να κάνω, τι να πω,/ Δεν ξέρω κι οι ποιητές προς τι σε τέτοιον άπορο καιρό;», σ. 53. Γυρνώντας το ποιητικό ρολόι πίσω, χάρη του συγκεκριμένου Ελεγείου και  Στίχου, δεν θα μπορούσαμε να λησμονήσουμε το σχεδίασμα της παραφραστικής φωνής του μοντέρνου ποιητή και μεταφραστή Τάκη Κ. Παπατσώνη. Συγκεκριμένα, στο βιβλίο που κυκλοφόρησε από τις γνωστές εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα, 9, 1993, βλέπε Τ. Κ. ΠΑΠΑΤΣΩΝΗ, FRIEDRICH  HOLDERLIN  1770   1843    1970  Εγκώμιο Τρείς Ύμνοι  Τρία Σχόλια, β΄ έκδοση. Στις σελίδες 65-74 περιέχεται η Ελεγεία ΑΡΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙΝΟΣ (BROT UND WEIN) Σχεδίασμα παραφράσεως. (Ο ορισμός είναι του ίδιου του έλληνα ποιητή). Στην σελίδα 71 διαβάζουμε: «….. Όμως σοφώτερο στής προσδοκίας το μεταξύ κρίνω να υπνώττω,/ παρά ασυντρόφευτος να μένω και εγκαταλελειμμένος να εγκαρτερώ’/ και ούτε τί να πράξω ή τί να πώ πρό της κενότητας αυτής του Αιώνος’/ σε τί ωφελούν των Μύθων οι Ποιηταί, σαν οι Καιροί δηλώνουν τόση Πενιχρότητα;/- Αλλά οι Ποιηταί, σαν τους Ιερείς,…..» σ. 71.

Ας δώσουμε τώρα τις σχετικές πληροφορίες για τα δύο βιβλία και τους έλληνες μεταφραστές από όπου ερανίζονται οι μεταφράσεις του Γερμανού λυρικού ποιητή Φρίντριχ Χαίλντερλιν (20/3/1770- 9/6/1843).

    Ο μεταφραστής Δημήτρης Θ. Γκότσης γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη το 1945 από γονείς μουσικούς. Σπούδασε Ιατρική στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της συμπρωτεύουσας. Μετεκπαιδεύτηκε και εργάστηκε στην πρώην δυτική Γερμανία. Στα ελληνικά γράμματα εμφανίστηκε το 1986. Εδώ και χρόνια ζει και εργάζεται στην Κύπρο. Είναι ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Λογοτεχνών Πάφου, μέλος της Ένωσης Λογοτεχνών Κύπρου και μέλος της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Λογοτεχνίας. Έργα του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, τα γαλλικά και τα γερμανικά. Έχει ασχοληθεί με τον ποιητικό λόγο και την συγγραφή θεατρικού έργου. Στις μεταφράσεις του περιλαμβάνονται τίτλοι ποιητικών έργων του σημαντικού ποιητή Ράινερ Μαρία Ρίλκε, «Τα Σονέτα του Ορφέα» (μαζί με τον Ανδρέα Πετρίδη) έκδ. Εταιρείας Λογοτεχνών Πάφου, Κύπρος 1995. Τις «Ελεγείες του Ντουίνο» εκδ. Αρμός-Αθήνα 2000.

     Η Εκλογή ποιημάτων του Φρήντριχ Χαίλντερλιν χωρίζεται σε 3 μέρη Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει 9 ποιητικές μονάδες των περιόδων 1797-1803. Το δεύτερο μέρος 29 ποιήματα (από το 1798 έως το 1841;. Ενώ το τρίτο μέρος 20 ποιητικές μονάδες των ετών 1799 έως (1807-8; 1822;). Από την τρίτη αυτή ενότητα προέρχεται και η ποιητική σύνθεση «Στην Παναγία» (1803), νούμερο 10 στην σειρά. Την αυλαία της Εκλογής των Ποιημάτων ανοίγει: «Σύντομη Γνωριμία με τον Ποιητή», σ.9-11. Το κείμενο «ΥΜΝΟΣ ΤΟΥ ΠΕΝΘΟΥΣ» (αντί Προλόγου), σ.12-20. (αφιερώνεται «Στη μνήμη του Χρήστου Μαλεβίτση). Μάρτιν Χαϊντεγγερ: «Πρόλογος στην ανάγνωση ποιημάτων του Χαίλντερλιν», σ.21-23. Ακολουθεί το ποίημα (εκτός κειμένου) «Τα δύο κομμάτια της ζωής», σ. 27. Ακολουθεί ο κύριος όγκος των Ποιημάτων, σ. 31-199. Ο τόμος κλείνει με το κείμενο «Ο αναγνώστης μεταφράζοντας για αναγνώστες (αντί Σημειώματος), σ.201-210. Μάρτιν Χάϊντεγγερ: «Προσημείωση στην επανάληψη της ομιλίας» (την 21η Ιουνίου 1943 στην «αυλή» του Πανεπιστημίου. Του Φράιμπουργκ ίμ Μπράισγκαου), σ.211-213. Ακολουθούν οι σελίδες 215-251, με τίτλο «Συνομιλώντας (αντί παραπομπών και σχολίων). Στις σελίδες 242-243 διαβάζουμε τα λεγόμενα για το ποίημα «Παναγία» (1803)¨΄. Ας αντιγράψουμε ένα απόσπασμα:

        «Και μας άφησες, Ποιητή, τον μεγάλο σου Ύμνο προς την Παρθένο Μαρία θραυσμένο, με χάσματα σε πολλά του μέρη. Λοιπόν, μές στον αγρό της Ευρώπης σου, μέσα στον πανάρχαιο, άγριο δάσος (τί παιγνίδι σου αυτό με το Uralter Wald= πανάρχαιο δάσος, που συνειρμικά οδηγεί στο Urwald= άγριο δάσος, ζούγκλα) της Δύσης σου, πηγαίνεις να την συναντήσεις, να βρεις τον άγριο κι άφοβο κρίνο, να τον υμνήσεις με την ποιητική σου γλώσσα. Γιατί Αυτή είναι η Αγάπη, που όλα τα λησμονεί, άρα τα δέχεται και τα συγχωρεί. Γι’ αυτό και ο Χριστός, το θεϊκό αγόρι, έπρεπε μέσα από Αυτήν να έρθει στον κόσμο, εφόσον του επέπρωτο μια μοίρα θανάτου, αφού αυτής η αγάπη υπερέβαινε τον φόβο μιάς τέτοιας μελλούμενης μοίρας. Γιατί η μητέρα δέχεται και αγαπά να ‘ναι ο Γιός της πιό μεγάλος. Ενώ οι παλιοί θεοί-πατέρες όχι’ κι έτσι μετανιώνουν, όταν ο νέος-Γιός τους οδηγείται στο θάνατο και άπραγοι μένοντας, δεν τον βοηθούν. Έτσι, Ποιητή, την επικαλείσαι ώστε αυτή να προστατεύει και των ανθρώπων τα παιδιά.

          Μ’ αυτόν τον τρόπο δεν θα λογαριάζουμε το Κακό κι άφοβα θα ερχόμαστε στον κόσμο. Και στη θεϊκή φύση γυρνώντας δεν θα μας παίρνουν πιά οι θεοί το μερτικό τους σαν να ‘μασταν δούλοι, αφού το θεϊκό εντός μας έγινε πιό αντιληπτό και συγγενικό μας με την ενανθρώπηση του Γιού της, με τη δυνατότητα του τόκου της. Τόκου από τη «σκοτεινή πηγή» του σπόρου της θεϊκής ουσίας, που κελάρυσε στο «πορφυρό λιβάδι» του ανθρώπινού της αίματος…..», σ.242.

Το ποίημα «ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ» σ. 120-126 περιλαμβάνεται και στον τόμο των εκδόσεων Καστανιώτη, 2006, σε μετάφραση Θανάση Λάμπρου που μνημονεύω παραπάνω. Ας δώσουμε ένα δείγμα 27 στίχων της μετάφρασης:

ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ

Για χάρη σου

Και για χάρη του γιού σου

Πόνεσα πολύ, ώ Παναγία,

Από τότε που στη γλυκιά η νιότη άκουσα γι’

Αυτόν’

Ότι όχι μόνο ο προφήτης,

Κι οι υπηρέτες

Κάτω απ’ την ίδια μοίρα στέκουν. Ότι επειδή

 

Έναν ύμνο για τον Ύψιστο,

Τον Πατέρα, να τραγουδήσω σκέφτομουν,

Αλλά ο καημός μου τον σπάραξε

Τον ύμνο

 

Ουρανία εσύ,

Εσένα θέλω να γιορτάσω και κανένας

Δεν πρέπει της λαλιάς την πάτρια ομορφιά

Να μου κατηγορήσει εμένα

Έτσι όπως μονάχος βγαίνω στα χωράφια

Εκεί πού αγριόκρινα ανθίζουν, άφοβα,

Στον άβατο

Πανάρχαιο θόλο

Τους δάσους,

       η Εσπερία,

 

                και πάνω στους ανθρώπους

Κυριάρχησε, αντί άλλη θεότητα, αυτή

Η αγάπη πού όλα κάνει να λησμονιούνται

 

Ότι άλλοτε ν’ αρχίσει έπρεπε

Όταν

……………………., σ. 120-121.

     Η ωραία έκδοση των εκδόσεων Καστανιώτη, εμπλουτίζεται με χρονολόγιο του ποιητή και φωτογραφικό ένθετο υλικό, καθώς και ξενόγλωσσο βιβλιογραφικό σημείωμα.

        Ευτύχησα να γνωρίσω από κοντά τον Κορίνθιο συγγραφέα, ποιητή και μεταφραστή Βασίλη Ι. Λαζανά, να συνεργαστώ μαζί του, να μου δώσει συνέντευξη (αναρτημένη τώρα και στην ιστοσελίδα μου). Ένα εργασιομανές μεγάλης ηλικίας άκληρο άτομο, το οποίο μετά τον θάνατο της συζύγου του, αφιερώθηκε με συγγραφικό πάθος στην γραφή μελετών και κυρίως, μεταφράσεις ποιητών της Γερμανικής φιλολογίας, κλασικής, ρομαντικής παράδοσης. Γκαίτε, Ερρίκος Χάινε, Ράινερ Μαρία Ρίλκε,  Νοβάλις, Χαίλντερλιν, Τόμας Μαν και αρκετοί άλλοι. Δημοσίευσε δεκάδες μικρές και μακροσκελείς μελέτες του, μεταφράσεις του, του γάλλου πεζογράφου Μαρσέλ Προύστ, της ποιήτριας Άννας ντε Νοάιγ, του Φράνς Κάφκα του αρχαίου  έλληνα επικού ποιητή Πίνδαρου, μελετήματα για σύγχρονους έλληνες ποιητές διαβάζουμε σε σύγχρονα φιλολογικά περιοδικά. Για τον Κωστή Παλαμά, τον Άγγελο Σικελιανό, τον Ρώμο Φιλύρα και άλλους. Η αναγνωστική του πολυμάθεια δεν τον άφησε αδιάφορο για τα λογοτεχνικά επιτεύγματα κληροδοτήματα της Αρχαίας Ελληνικής και Ρωμαϊκής γραμματείας. Μετάφρασε βιβλία Ρωμαίων ποιητών αλλά μεγάλη του μεταφραστική περηφάνια, υπήρξε η πολύτομη μεταφραστική δουλειά του πάνω στους Αρχαίους Έλληνες και Βυζαντινούς Επιγραμματοποιούς. Εργάστηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα και μετέφρασε το σύνολο των βιβλίων της Αρχαίας Παλατινής Ανθολογίας, με εισαγωγές και σχολιασμούς, από το 1971 και εντεύθεν οι αυτοτελείς θεματικά τόμοι κυκλοφόρησαν σε διάφορα-άτακτα διαστήματα. Τα βιβλία του τα εξέδιδε είτε ιδίοις αναλώμασι, ή ορισμένοι τίτλοι, κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις και το βιβλιοπωλείο Δημήτρη Παπαδήμα στην Αθήνα, επί της οδού Ιπποκράτους. (όπου παλαιότερα πρακτορεύονταν τα βιβλία του). Γνώριζε εκτός από τα Γερμανικά και πολύ καλά Αγγλικά και Γαλλικά. Για την εποχή του, είχε στην διάθεσή του πάρα πολλά χρήσιμα ξενόγλωσσα λεξικά και την πλούσια σε τίτλους Βιβλιοθήκη του εμπλούτιζαν τόμοι βιβλίων ξενόγλωσσων από διάφορες ευρωπαϊκές γλώσσες. Κυρίως των ποιητών και συγγραφέων που μετέφραζε αλλά και πολλά δοκίμια. Ακόμα και στις μεταφράσεις του, των αρχαίων ελληνικών κειμένων και ποιητών, «στηρίζονταν», συμβουλεύονταν σε μεγάλο βαθμό τις ξενόγλωσσες μεταφράσεις τους από σημαντικούς ευρωπαίους μελετητές και έγκυρους σχολιαστές της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Την «συνήθεια» να μεταφράζονται ή να αποδίδονται στα ελληνικά κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, να στέκονται δηλαδή οι μεταφραστές περισσότερο σε αλλόγλωσσους μεταφραστές και σχολιαστές, την έχουν υιοθετήσει αρκετοί έλληνες. Οι περιπτώσεις μας είναι γνωστές. Καλή και χρήσιμη φιλοδοξία του Βασίλη Ι. Λαζανά στάθηκε η επιθυμία του να κυκλοφορήσει ένα Index των κυριότερων μεταφράσεών του, λέξεων, όρων, ονομάτων, τοπωνυμιών του συνόλου των βιβλίων του. Θυμάμαι μετά την δεύτερη συνάντησή μας στην οικία του- διέμενε σε ένα ευρύχωρο σπίτι στη Νέα Χαλκηδόνα- και την πνευματική μας συνεργασία, μου είχε ζητήσει να συνεργαστούμε και να αναλάβω την ευθύνη μιάς παρόμοιας υφής και είδους αποδελτιωτική εργασία αυτόνομη σε τόμο. Η ιδέα του κατ’ αρχάς μου άρεσε, αλλά προβλήματα χρόνου και οικονομικά εκ μέρους μου, η απόσταση, απέτρεψε την συνεργασία μας και ο ίδιος, εγκατέλειψε το εγχείρημα ασχολούμενος με άλλες του δραστηριότητες. Οι πρώτες του εμφανίσεις στα ελληνικά γράμματα, έγιναν από τα μέσα της δεκαετίας του 1940, για την ακρίβεια, μετά των χρόνων απελευθέρωσης από τα ξένα γερμανικά στρατεύματα κατοχής και εισβολής. Το 1946 παρουσιάζεται με την ποιητική του συλλογή «Ένα πρωϊ με πένθος». Η συλλογή επανακυκλοφόρησε έξι χρόνια μετά, το 1952. Αρκετά χρόνια αργότερα, το 1980, κυκλοφόρησε την ποιητική του συλλογή «Μνήμη». Ο Βασίλης Ι. Λαζανάς, υπήρξε πέρα από ποιητής και μεταφραστής, δοκιμιογράφος και ένας πολύ καλός επιστήμονας στον τομέα των ερευνών του και των σπουδών του. Ενδιαφέρθηκε για έναν ιδιαίτερο τομέα υγείας ο οποίος απασχόλησε και απασχολεί και σήμερα μία μερίδα των ελλήνων συμπολιτών μας. Ατόμων με ειδικές ανάγκες ή ειδικές δεξιότητες όπως είναι η σύγχρονη ορολογία αν δεν λαθεύω. Όντας διοικητής μεγάλου ιδρύματος της πατρίδας μας, εξέδωσε το 1969 μια ενδιαφέρουσα αν και ειδική μελέτη. «Η παρουσία των κωφαλάλων στη νεοελληνική πεζογραφία». Ενώ, το 1984 συγκέντρωσε και κυκλοφόρησε μελέτες και άρθρα του σε έναν τόμο με τίτλο «Το πρόβλημα των κωφαλάλων» Μελετήματα. Παιδαγωγικά, ψυχολογικά, κοινωνιολογικά, ιστορικά, φιλολογικά, καλλιτεχνικά, νομικά κλπ. Αθήνα 1984. Πολλές από τις μεταφράσεις και την αρθρογραφία του τις διαβάζουμε στο παραδοσιακό λογοτεχνικό περιοδικό «Νέα Εστία», στη «Φιλολογική Πρωτοχρονιά» και σε πολλά άλλα. Αναλόγων πτυχών υγείας μελέτες και βιβλία- για τα παιδιά νεαρής ηλικίας- παρουσιάστηκαν τα κατοπινά χρόνια από τον συγγραφέα και ερευνητή Γεράσιμο Ρηγάτο. Βλέπε ενδεικτικούς τίτλους βιβλίων του για το Παιδί και την Παιδική ηλικία των αρρωστιών στην τέχνη από τις εκδόσεις Δωδώνη.

Ο εύρωστος στην χρήσιμη γνωριμία μας και ανάγνωση τόμος του Κορίνθιου Βασίλη Ι. Λαζανά που έχουμε μπροστά μας, και χρησιμοποιούμε τις μεταφράσεις και τους σχολιασμούς του στην επαφή μας με τον γερμανό λυρικό ποιητή Friedrich  Hoelderlin, είναι ένα πανόραμα πληροφοριών, βιογραφικών στοιχείων και εκτενών ή μικρών αποσπασμάτων από τις ποιητικές του συνθέσεις όπως αναφέρει ο τίτλος του. Κάθε ενότητα των 7 συμπεριλαμβανομένου και του «Επιλόγου» κεφαλαίων του αριθμημένα με λατινικούς αριθμούς πέρα από την μετάφραση του Βασίλη Ι. Λαζανά, περιλαμβάνει σχόλια και παρατηρήσεις, κρίσεις και θέσεις, απόψεις είτε δικές του, είτε ξένων ευρωπαίων μελετητών. Ενώ, στα κεντρικά κεφάλαια στις σημειώσεις των κάτω σελίδων, μνημονεύονται έλληνες μελετητές που ασχολήθηκαν και έγραψαν για τον λυρικό γερμανό ποιητή Φρήντριχ Χαίλντερλιν, όπως παραδείγματος χάρη ο παλαιός πολιτικός και πρώην πρωθυπουργός, συγγραφέας και διανοούμενος πατρινός καθηγητής κοινωνιολογίας Παναγιώτης Κανελλόπουλος με τις εξαιρετικές μελέτες και δημοσιεύματά του. Τόμους βιβλίων του.

Πρίν αντιγράψουμε τα Περιεχόμενα του ενδιαφέροντος βιβλίου-μελετήματος του Λαζανά, ας μας επιτραπεί να καταθέσουμε τα εξής. Η πρώτη μας επαφή με το έργο-την ποίηση του γερμανού λυρικού, προήλθε από δύο φιλολογικές πηγές. Η πρώτη, ήταν από το αφιέρωμα του περιοδικού «Νέα Εστία» για το έργο και την συμβολή του «Υπερίωνα» λάτρη του ελληνισμού και του ελληνικού φωτόλουστου χώρου, φιλέλληνα ποιητή. Η ποιητική σύνθεση «Πάτμος» και όχι μόνο, το κλασικό του και διάσημο έργο «Υπερίων ή ο Ερημίτης στην Ελλάδα», βλέπε την έκδοσή του από τις εκδόσεις Ηριδανός σε μετάφραση του Λαυρέντιου Γκέμερέϋ και επιμέλεια Δήμου Μαυρομμάτη, σελ. 310, Αθήνα χ.χ. η ενασχόλησή του με τον θεατρικό αρχαίο λόγο του τραγωδού Σοφοκλή φανερώνουν το διαρκές, αμείωτο ενδιαφέρον του γερμανού ρομαντικού ποιητή για την Ελλάδα, την χώρα μας και τις πνευματικές κληρονομιές της. Οι ποιητικές του συνθέσεις συζητιόνταν και διαβάζονταν ευρέως από τους νέους της γενιάς μας, και, κατά έναν παράξενο των αναγνωσμάτων μας χρόνων τρόπο, μας συνόδευαν στις ταξιδιωτικές μας περιπλανήσεις στα ηλιοφώτιστα νησιά του Αιγαίου πελάγους και της γνωριμίας μας μαζί τους. Η ποιητική φωνή του ανακαλούσε διαβάσματα μνήμης ελληνικής ομορφιάς των θεωριών του Περικλή Γιαννόπουλου. Ένας εσωτερικός ιστός-δίχως λογικής εξέτασης τεκμηρίωση και έρευνα-μας έφερνε σε επαφή με την ελληνική λαϊκή παράδοση και ομορφάδα της, την εθνική μας πολιτιστική κληρονομιά. Ανοιχτά και επαναλαμβανόμενα ζητήματα και ερωτήματα περί Ελληνικότητας που επανέρχονταν στην επιφάνεια, των προσδιοριστικών στοιχείων της ταυτότητάς μας, των αλλοιώσεων του χαρακτήρα μας-της άλογης και άναρχης τουριστικοποίησης και εμπορευματοποίησης των σύγχρονων καιρών της μοντέρνας Ελλάδος. Μια άλλοτε υπερβολική και άλλοτε λελογισμένη λατρεία της ελληνικής παράδοσης και της Ελληνικότητας, πού επανέρχονταν σαν παλιρροιακό κύμα μετά τους χαρακτηριστικούς ορισμούς και τα γραφόμενα της Γενιάς του 1930, των εκπροσώπων της. Μια Γενιά, η οποία δεν έφαγε και λίγη «λάσπη» από τις μεταγενέστερες γενιές ελλήνων λογίων και συγγραφέων για τις ιδέες, τις απόψεις της και τις θέσεις της, τους δικούς της συγγραφικούς αποκλεισμούς. Τόσο από το πολιτικό κάθετο αρνητικό μετερίζι της αριστεράς όσο και από μερίδα της λεγόμενης αστικής τάξης και των εκπροσώπων της. Των εχόντων μία επαμφοτερίζουσα φωνή και κρίση απέναντί της. Ο Φρήντριχ Χέλντερλιν ήταν εξίσου αγαπητός στις νεανικές καρδιές μας όπως η φωνή του Ράινερ Μαρία Ρίλκε, του Σίλλερ, του κραταιού Γκαίτε, άλλων ποιητικών φωνών της γερμανικής ρομαντικής παράδοσης, αλλά και του άγγλου επαναστάτη φιλέλληνα ποιητή Λόρδου Βύρωνα. Αλλά ας μην ξεμακρύνουμε. Μια δεύτερη πηγή γνωριμία μας- όσο και αν ακούγεται παράδοξο- υπήρξε η βιβλιογραφική μελέτη του βιβλιογράφου Λάμπρου Μυγδάλη: «ΕΛΛΗΝΙΚΗ  ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΧΕΛΝΤΕΡΛΙΝ (1903- 1976)» αριθμό 25 από τις εκδόσεις του περιοδικού Διαγώνιος, Θεσσαλονίκη, 4, 1977, σελ. 32, δραχμές 250 του Θεσσαλονικιού ποιητή και εκδότη Ντίνου Χριστιανόπουλου. Την γραφική επιμέλεια είχε ο σταθερός συνεργάτης του Χριστιανόπουλου, Κάρολος Τσίζεκ. Το μικρό τομίδιο περιέχει αριθμημένα λήμματα από μεταφράσεις ποιημάτων, μυθιστορημάτων, δραμάτων και Μελέτες-κρίσεις-πληροφορίες. Περιλαμβάνει ακόμα πρόλογο για τις βιβλιογραφικές εκδόσεις. Τις μεταγενέστερες δεκαετίες της ωρίμανσης των ταξιδιωτικών διαβασμάτων μας, νέοι τίτλοι ήρθαν να προστεθούν στην ελληνική μεταφραστική επικράτεια του Φρίντριχ Χαίλντερλιν, ενώ παράλληλα συναντούσαμε την ποίησή του σε διάφορα ελληνικά λογοτεχνικά περιοδικά.

      Πέρα από τον παραπάνω τόμο του Βασίλη Ι. Λαζανά που χρησιμοποιούμε στο παρόν σημείωμα, να υπενθυμίσουμε ότι οι λογοτεχνικές- φιλολογικές και μεταφραστικές εργασίες- και βιβλία που κυκλοφόρησε ο Λαζανάς, φτάνουν περίπου τα 30. Ανάμεσά τους συναντάμε και την έμετρη μετάφραση και σχολιασμό των διαφορετικών Ύμνων του αρχαίου επικού ποιητή Πινδάρου. Ενώ, οι Επιστημονικές εργασίες στα ελληνικά, τα γερμανικά και τα γαλλικά πλησιάζουν τους 10 τίτλους, από το 1965 όταν κυκλοφόρησε την εργασία του «Η επαγγελματική εκπαίδευσις των κωφαλάλων» ή τρία χρόνια αργότερα, το 1968, την «Η «Μιμική γλώσσα» και οι κωφάλαλοι». Ενώ το 1998 κυκλοφόρησε την μελέτη του «Η νομική θέσις των κωφαλάλων στο αρχαίο Αττικό- Ρωμαϊκό- Βυζαντινορωμαϊκό και το σύγχρονο Ελληνικό Δίκαιο». Για τις σοβαρές επιστημονικές του εργασίες βραβεύθηκε από την Ακαδημία Αθηνών το 1972 και του δόθηκε το Χρυσό μετάλλιο της πόλεως της Κορίνθου το 1982.

        Το 1998 ο Βασίλης Ι. Λαζανάς, εκδίδει ένα βιβλίο 128 σελίδων, είναι η δεύτερη ολοκληρωμένη εργασία πάνω στην ποίηση του Φρήντριχ Χαίλντερλιν στα ελληνικά. Τίτλος της: ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Ι. ΛΑΖΑΝΑΣ, Friedrich Holderlin, Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ. –ΤΡΑΓΩΔΙΑ-. ΜΕ ΕΚΤΕΤΑΜΕΝΑ ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ HOLDERLIN, ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ- ΣΧΟΛΙΑ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΙ ΞΈΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΡΑΓΩΔΙΑ- ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΗΣ ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ.

     Όσον αφορά τα ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ του τόμου από τον οποίο μεταφέρουμε στα Λογοτεχνικά Πάρεργα, τους Θρήνους του Μέμωνος για τη Διοτίμα (“Menons Kleagen um Diotima”), μνημονεύσαμε παραπάνω είναι τα εξής:

Ι., Η ΖΩΗ ΤΟΥ FRIEDRICH JOELDERLIN, 5-11

ΙΙ., ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, 13-38

ΙΙΙ., ΟΙ ΥΜΝΟΙ ΠΡΟΣ ΤΑ ΙΔΕΩΔΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ, 39-74

IV., WALTERSHAUSENIENA-NURTINGEN 1793-1795, 75-91

V., Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΩΡΙΜΟΤΗΤΗΤΑΣ (1796-1803)

        Α. Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΔΙΟΤΙΜΑΣ, 93-172

        Β., ΑΛΛΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ, 172-221

        Γ.,  ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ  ΕΛΕΓΕΙΑ, 221-255

        Δ., ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΥΜΝΟ, 255-306

VI., ΤΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΣΚΟΤΟΣ (1804-1843), 306-315

VII.,  ΕΠΙΛΟΓΟΣ, 317-320

 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ, 321.

ΞΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ (ΕΠΙΛΟΓΗ)

  Α΄. ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ, 322-323

  Β΄. ΓΕΝΙΚΕΣ ΘΕΩΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΙΣ, 323-324

  Γ΄. ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ, 324-326

  Δ΄. ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ, 326-330.

        Η σημαντική αυτή εργασία του Βασίλη Ι. Λαζανά, πάνω στο έργο του γερμανού λυρικού ποιητή Φρήντριχ Χαίλντερλιν βασίζεται κατά κύριο λόγο σε ξενόγλωσση βιβλιογραφία που είχε διαβάσει. Η ελληνική Βιβλιογραφία του Λάμπρου Μυγδάλη των εκδόσεων της Διαγωνίου, του στάθηκε όπως φαίνεται ως οδοδείκτης της αποδελτίωσης των ελλήνων μεταφραστών όπως τους καταγράφει στην σελίδα 321 ονομαστικά μόνο.  Όπως και νάχει, και τα δύο βιβλία του Βασίλης Ι. Λαζανά για τον Φ. Χαίλντερλιν είναι σημαντικές καταθέσεις στα ελληνικά. Στην σελίδα 237 και στο νούμερο 2 των σχολίων και σημειώσεών του όπως κάνει σε κάθε ποιητική ενότητα ή ποιητική μονάδα ο Λαζανάς, διαβάζουμε την είδος εισαγωγής στο ΕΛΕΓΕΙΟ ή ΘΡΗΝΟΙ ΤΟΥ ΜΕΝΩΝΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΟΤΙΜΑ. (να υπενθυμίσουμε ότι η ΔΙΟΤΙΜΑ είναι το γυναικείο πρόσωπο που προέρχεται από το Πλατωνικό Συμπόσιο).

Τα σχόλια καταλαμβάνουν τις σελίδες 237-245 και εξετάζουν ξεχωριστά τις 9 στροφές του έργου, των 130 στίχων.

Διαβάζουμε ενδεικτικά:

        «Η Ελεγεία: «Οι θρήνοι του Μένωνος για τη Διοτίμα», είναι ένα από τα παθητικότερα ελεγεία όχι μόνο της γερμανικής αλλά και της παγκόσμιας φιλολογίας. Γράφτηκε από τον Holderlin το 1799 και δημοσιεύθηκε στο Musenalmanach το 1802. Η πρώτη μορφή έφερε τον τίτλο «Ελεγείο» (Elegie), κατά την τελική όμως επεξεργασία θα αποκτήσει και τον οριστικό της τίτλο. Το ελεγείο είναι, προφανώς, εμπνευσμένο από τον θάνατο της Suzette Gontard, της αγαπημένης του, στην οποία ο ποιητής είχε δώσει το όνομα «Διοτίμα», σ’ ανάμνηση της Διοτίμας του Πλατωνικού Συμποσίου. Το ποίημα αυτό, που φθάνει σε ανυπέρβλητα ύψη λυρισμού, δεν είναι, βεβαίως, ιδιαίτερα σκοτεινό για όλους εκείνους που έχουν αναστραφεί με την ποίηση του μεγάλου Γερμανού ποιητή. Για τους λοιπούς όμως αναγνώστες παρουσιάζει, εν τούτοις, πολλά ασαφή σημεία. Για τους λόγους αυτούς δεν θεωρούμε άσκοπη, μιά, σε γενικότατες γραμμές, ανάλυση του ελεγείου……..».

     Ακολουθούν οι αναλύσεις των εννέα στροφών όπως γράψαμε και ο σχολιασμός τους από ξένους μελετητές τους οποίους μεταφέρει ο Λαζανάς. Από τους έλληνες, αναφέρει τρία ονόματα και σχετικά αποσπάσματα. Τον Τάκη Παπατσώνη, τον Παύλο Φλώρο και τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο από το αφιέρωμα της «Νέας Εστίας» 1 Δεκεμβρίου 1941.

     Αντιγράφουμε το σχετικό απόσπασμα με τις επισημάνσεις για τους συμβολισμούς που περικλείει η Διοτίμα, με τον λόγο του Παναγιώτη Κανελλόπουλου:

        «Ελληνικότατη μας τη λέει ο Χαίλδερλιν την ομορφιά της Διοτίμας του και πραγματικά ελληνική μας την παρουσιάζει ο Όνμαχτ (Landolin Ohnmacht) σε μιάν αλαβάστρινη μάσκα και σ’ έναν μπούστο, που αφιέρωσε στη μορφή της. Πνευματικά και ηθικά πολύ καλλιεργημένη μας τη λέει ο Χαίλδερλιν τη φύση της Διοτίμας του και πραγματικά ζηλευτή μας παρουσιάζει την καρδιά και την πνευματική της υπόσταση η ίδια η Διοτίμα στις επιστολές, που είχε απευθύνει στον ποιητή και πού δόθηκαν στη δημοσιότητα από μιάν εγγονή του αδερφού του Χάϊδερλιν μόλις στα 1920. Ας μη σταματήσουμε όμως περισσότερο στα βιογραφικά αυτά σημεία. Η Διοτίμα-κι’ αυτό πρό πάντων μας ενδιαφέρει-ζει αιώνια στο έργο του Χάϊλδερλιν «Υπερίων» και σε πολλά ποιήματά του. Αν η Διοτίμα του Σωκράτη ήταν μονάχα η ειρωνική περίφραση του ίδιου του εαυτού του (μιά σοφή αυτοειρωνία), η Διοτίμα του Χαίλδερλιν ήταν ταυτόχρονα φθαρτή και άφθαρτη, παροδική και αιώνια, ενσάρκωση της αγάπης, της ευγένειας, της ομορφιάς και του πνεύματος». Σ. 245.

    Περατώνοντας το σημείωμα αυτό αφιέρωμα μνήμης στους δύο παλαιούς φίλους πειραιώτες, εκτός από τους παραπάνω τίτλους βιβλίων που αναφέρω ας συμπληρώσουμε μερικούς ακόμα που γνωρίζουμε στην προσπάθειά μας να εμβαθύνουμε στην ποίηση και την σκέψη του λυρικού ποιητή Φρήντριχ Χαίλντερλιν. Στεκόμενοι περισσότερο στην μελέτη του γερμανού φιλόσοφου Μάρτιν Χάιντεγκερ-που αναφέρουμε πιο πάνω- που στην ουσία της είναι μία φιλοσοφική οπτική και στοχασμός πάνω στην ΠΟΙΗΣΗ στην καθολικότητά της και την αρχαιολογία της. Άλλοι τίτλοι: - Νέλλη Ι. Ανδρικοπούλου, ‘ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ «ΠΑΤΜΟ» ΤΟΥ ΧΑΙΛΝΤΕΡΛΙΝ», Αθήνα 1992. Ανάτυπο από το περιοδικό «Νέα Εστία» τχ. 1557/15-1992. –Friedrich  Holderlin, Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ, μετάφραση, πρόλογος, επιμέλεια: Έλενα Νούσια, εκδόσεις Μαραθιά, Αθήνα 1997, σ.190, τιμή 4160 παλαιές δραχμές. [ ενδιαφέρον ιδιαίτερο παρουσιάζουν οι σκέψεις του ποιητή στο κείμενο «Η οπτική γωνία από την οποία πρέπει να κοιτάζουμε την αρχαιότητα".] - Philippe Lacoue- Labarthe, Μετάφρασις και Το θέατρο του Holderlin. Μετάφραση: Βαγγέλης Μπιτσώρης, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 10,2008, σ. 166. (ο τόμος περιέχει και ελληνογαλικό Λεξιλόγιο). [γλωσσάρι εργασίας περιλαμβάνει και η έκδοση των εκδόσεων Υπερίων με την μελέτη του Μάρτιν Χάιντεγκερ]. –JEAN BEAUFRET, ΧΑΙΛΝΤΕΡΛΙΝ & ΣΟΦΟΚΛΗΣ, μτφ. ΙΩΑΝΝΑ ΑΒΡΑΜΙΔΟΥ, εκδόσεις Σαιξπηρικόν, Αθήνα 2010, σ. 66, τιμή 10 ευρώ. Την έκδοση σχεδίασε ο Γιώργος Αλισανόγλου.

        «ΑΙΝΙΓΜΑ ΕΙΝΑΙ Ο,ΤΙ ΑΝΑΒΛΥΖΕΙ ΚΑΘΑΡΟ»

                          Φρήντριχ Χαίλντερλιν

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς

14 Οκτωβρίου 2024