Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2025

Πειραιώτες που έφυγαν για το μεγάλο ταξίδι

 

ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΕΦΥΓΑΝ

ΠΕΙΡΑΙΕΥΣ: όνομα κύριον, και ο λιμήν, και κλίνεται Πειραιέως, Πειραιώς, και η δοτική Πειραιεί και νήσος, όθεν τούνομα είληφεν από του διαπερνάν και ζήτει την τούτου ιστορίαν εν τω εμβαρός ειμι.

Βυζαντινό Λεξικό Σουϊδα

      Πέρασαν 20 χρόνια από την κυκλοφορία του βιβλίου μας «ΠΕΙΡΑΪΚΟ ΠΑΝΟΡΑΜΑ (1784-2005)» Πειραιάς 2006, ο Πειραιάς άλλαξε όψη, εξελίχθηκε, αναπτύχθηκε, μεγαλούργησε διαμορφώνοντας το μέλλον του υπερήφανα, θαρραλέα, τολμηρά προς την Τρίτη Χιλιετία. Η πρώτη αρτισύστατος Πόλις, αυτό το μικρό έρημο λασποχώρι, ο πετρώδης χώρος με τους λοφίσκους, ο βουρκότοπος δεν υπάρχει πια ούτε ως ομιχλώδη εικόνα πρώτης ανάμνησης των γηραιότερων γηγενών Πειραιωτών. Κάτι παλαιά κιτρινισμένα καρτ ποστάλ και ασπρόμαυρες σκοτεινές φωτογραφίες ξεχασμένες στα σεντούκια των ημερολογίων της πειραϊκής ιστορίας τον θυμίζουν χωρίς διάθεση νοσταλγίας. Ο Πειραιάς, η Πόλη μας, το Λιμάνι είναι ένας σύγχρονος και μοντέρνος Δήμος που έχει εδώ και καιρό αρχίσει να σχεδιάζει την νέα παράδοση των Δημοτών και του τοπίου του διαγράφοντας τα οραματικά τους ίχνη και θεμιτές φιλοδοξίες. Οι παλαιοί Πειραιώτες και οι Πειραιώτισσες-τα παιδιά της μεταπολίτευσης- μεγαλώσαμε κατά δύο δεκαετίες, λευκάνθηκαν οι κεφαλές μας και κύρτωσαν τα σώματά μας όπως θα έλεγαν οι παλαιότεροι χρονογράφοι. Ο Κόσμος του χθες ο Κόσμος του Αύριο. Ο παλαιός Καλλιτεχνικός και Πνευματικός Κόσμος του Πειραιά των δύο προηγούμενων αιώνων από την ίδρυση του Δήμου το 1835 έκλεισε τον κύκλο του, παραδίδοντας την σκυτάλη στις σημερινές πολύ νεότερες ηλικιακά γενιές των πειραιωτών δημιουργών οι οποίες οικοδομούν και σχηματίζουν με αργά και σταθερά βήματα την δική τους πορεία πνευματικών ενδιαφερόντων και καλλιτεχνικής παράδοσης. Οι πλείστοι της παλιάς γενιάς πριν την επταετία πεζογράφοι και λόγιοι, ποιητές και διανοούμενοι, καλλιτέχνες απέπλευσαν για το αιώνιο ταξίδι δίχως επιστροφή και μνήμη. Η Πόλη μας όμως, ο Πειραιάς, θα συνεχίζει να ταξιδεύει στο Χρόνο και στην Ιστορία υποδεχόμενη κάθε φορά όσους και όσες ακολουθούν οι οποίοι θα αφηγηθούν τις δικές τους μικρές σημαντικές ή ασήμαντες ιστορίες., στο εδώ πέρασμά τους.

          Στο σημείωμα αυτό στα Λογοτεχνικά Πάρεργα πριν εκπνεύσει το 2025 θεώρησα ότι θα άξιζε τον κόπο συνεχίζοντας την παράδοση της πειραϊκής πολιτιστικής ιστορίας και την ιστορία της Λογοτεχνικής Σχολής του Πειραιά να μνημονεύσω όσους Πειραιώτες και Πειραιώτισσες έφυγαν από κοντά μας μετά την έκδοση του «Πειραϊκού Πανοράματος» και κατόρθωσα να εντοπίσω, όχι απαραίτητα προερχόμενοι όλοι από τα πνευματικά και καλλιτεχνικά περιβάλλοντα. Στοιχεία και πληροφορίες άντλησα από τον έντυπο πειραϊκό τύπο, τα λογοτεχνικά περιοδικά (κυρίως την «Φιλολογική Στέγη Πειραιά»), και τα «Φυσιολατρικά". Η συνήθεια του παλαιού περιοδικού του ομώνυμου σωματείου να αφιερώνει στις τελευταίες σελίδες του σε όσους και όσες έφυγαν, πέθαναν εκείνη την χρονική περίοδο τόσο από τον Πειραιά όσο και πανελλαδικά είναι χρήσιμη δεξαμενή στοιχείων, και μάλιστα, όταν απλοί επιφανείς δραστήριοι πειραιώτες συγκαταλέγονται ανάμεσα στα πρόσωπα εκείνα που ταξίδεψαν για το αιώνιο ταξίδι πασίγνωστων και δοξασμένων πειραιωτών συγγραφέων, ποιητών, πεζογράφων, καθηγητών κλπ.

Στην μνήμη τους αυτός ο μικρός κατάλογος.

-ΓΕΩΡΓΙΑ ΦΕΡΛΕΜΗ- ΑΓΓΕΛΑΚΗ ιατρός. έφυγε το 2007 ήταν σύζυγος του πειραιώτη ποιητή και μεταφραστή, καθηγητή αγγλικών Ανδρέα Αγγελάκη.

-ΜΑΡΙΑ ΑΔΑΜ, ποιήτρια- μεταφράστρια έργων από την Νορβηγική γλώσσα, καθηγήτρια. (4/3/1938-28/2/ή 1/3/2022).

-ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ, συγγραφέας, δοκιμιογράφος, δραστήριο μέλος της πνευματικής κοινωνίας της Πόλης. (14/9/1949-7/7/2010)

-ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ, πανεπιστημιακός καθηγητής νεοελληνικής φιλολογίας στο πανεπιστήμιο Αθηνών. Δοκιμιογράφος, ποιητής, μεταφραστής κριτικός λογοτεχνίας (3/1/1946-27/11/2011).

-ΘΕΩΝΗ ΑΛΕΞΙΟΥ, φιλόλογος, συγγραφέας (1922-2012). Το βιβλίο της «Μονοπάτια του Ονείρου» που κυκλοφόρησε το 1987 προσέχθηκε

-ΕΙΡΗΝΗ ΑΛΙΦΕΡΗ, πολύ καλή ποιήτρια, μεταφράστρια. Ασχολήθηκε με θέματα της ελληνικής γλώσσας. (18/11/ 1946 -18/11/2009).

-ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΞΑΡΛΗΣ, (1918-2009). Δημοτικός Σύμβουλος Πειραιά σε αρκετές Δημαρχιακές περιόδους. Πρώτος πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας (1985-1989).

-ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΑΞΥΠΟΛΗΤΟΥ, (1973-2009). Δημοσιογράφος και εκδότρια της πειραϊκής εφημερίδας «Πειραϊκός και Αθηναϊκός Ανεξάρτητος».

-ΙΑΚΩΒΟΣ Γ. ΒΑΓΙΑΚΗΣ, μαθηματικός, συλλέκτης πειραϊκών ντοκουμέντων, συγγραφέας (8/8/1928-25/7/2018).

-ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ε. ΒΑΡΔΑΛΑΚΗΣ, μαθηματικός (14/5/1929- 2/12/2023

-ΖΗΣΗΣ ΧΡ. ΒΑΦΕΙΑΔΗΣ από την Αγριά του Βόλου. (2/5/ 1927 -12/10/2009). Ποιητής, διηγηματογράφος, συγγραφέας αρκετών βιβλίων.

-ΘΑΝΑΣΗΣ ΒΕΓΓΟΣ, εξαιρετικός ηθοποιός- σκηνοθέτης του ελληνικού κινηματογράφου (29/5/1927-3/5/2011). Θεωρείται ότι συμπεριλαμβάνεται στην πειραϊκή καλλιτεχνική παράδοση.

-ΧΡΙΣΤΟΣ ΒΛΟΝΤΑΚΗΣ, (1936-2012). Θεολόγος εκπαιδευτικός, παλαιός γυμνασιάρχης της Ελληνογαλλικής Σχολής “Saint Paul”. Σύζυγος της εικαστικού Φαλίτσας Βουρλέτου- Βλοντάκη.

-ΑΓΓΕΛΟΣ ΒΟΓΑΣΑΡΗΣ, καθηγητής, πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας, ποιητής (6/5/1925- 27/4/2006). Διετέλεσε πρόεδρος της «Εταιρείας Γραμμάτων και Τεχνών του Πειραιά» και ευεργέτης του «Πειραϊκού Συνδέσμου Πειραιώς». Δραστήριο μέλος της Πειραϊκής πνευματικής Κοινωνίας.

-ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΕΝΙΤΣΑΡΗΣ, ρεμπέτης, μουσικοσυνθέτης γνωστών επιτυχιών (15/6/1917- 11/5/2005). Στην περιοχή της Αγίας Σοφίας υπήρχε το μαγαζί του που πωλούσε ποτά.

-ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΓΙΑΝΝΟΥΛΑΤΟΣ, Αρχιεπίσκοπος Τυράννων και πάσης Αλβανίας. Πανεπιστημιακός, θεολόγος, συγγραφέας, μεταφραστής (4/11/1929-25/1/2025). Μία από τις φωτισμένες μορφές της ορθοδοξίας και της ελληνικότητας

-ΔΟΥΚΙΣΣΑ (ΦΩΤΑΡΑ) λαϊκή τραγουδίστρια με αρκετές επιτυχίες στο ενεργητικό της (8/2/1941- 30/9/2010).

-ΑΝΤΩΝΗΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ (1934-2007). Νομικός και λόγιος, με την σύζυγό του ίδρυσαν το Ινστιτούτο Ξένων Γλωσσών «Κυψέλη».

-ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ, παλαιοβιβλιοπώλης, ποιητής (1929-Μάρτης 2008). Το παλαιοβιβλιοπωλείο του βρίσκονταν επί της Καραολή και Δημητρίου, δίπλα στο κτήριο του ΟΤΕ Πειραιά.

-ΝΙΚΟΣ Α. ΖΑΧΑΡΙΟΥ, βαθύφωνος, ηθοποιός, (9/3/1923- 24/7/2007). Παρ’ ότι σπούδασε τη Νομική Επιστήμη τον κέρδισε ο χώρος της μουσικής

-ΑΝΤΩΝΗΣ ΖΕΡΒΑΣ, σημαντικός ποιητής και μεταφραστής (1953-2002). Δραστηριοποιήθηκε ποιητικά και πέρα των πειραϊκών πνευματικών κύκλων.

-ΝΙΚΟΣ ΖΗΛΟΣ (1920-2005) Μάχιμος δικηγόρος συνέβαλε στην ανέγερση του Πνευματικού Κέντρου της εκκλησίας του Αγίου Κωνσταντίνου και Αγίας Ελένης στο κέντρο του Πειραιά.

-ΓΙΑΝΝΗΣ ΖΟΥΓΑΝΕΛΗΣ, συγγραφέας, μουσικός. Εκδότης περιοδικού (31/12/1938- 18/8/2006).

-ΚΩΣΤΑΣ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ, καθηγητής της Γαλλικής Γλώσσας, συγγραφέας «Γαλλικής Γραμματικής και Συντακτικού». Ποιητής, μεταφραστής, τεχνοκριτικός, αντιστασιακός, δραστήριο μέλος της Πειραϊκής Λογοτεχνικής Σχολής (1919-1/4/2008). Ο πρώτος που κατέγραψε τους Εικαστικούς Καλλιτέχνες της Πόλης.

-ΡΟΥΛΑ ΚΑΚΛΑΜΑΝΑΚΗ, Δικαστικός, πολιτικός, (διετέλεσε υφυπουργός επί κυβερνήσεως του ΠΑΣΟΚ). Ποιήτρια, πεζογράφος (17/5/1936-5/1/2013).

- ΕΚΤΩΡ ΚΑΚΝΑΒΑΤΟΣ, Ψευδώνυμο του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗ. μαθηματικός, υπερρεαλιστής ποιητής, μεταφραστής (1920-9/11/2010).

-ΓΙΑΝΝΗΣ Α. ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ. Αξιόλογος ποιητής και στιχουργός, σεναριογράφος, θεατρικός συγγραφέας. Ασχολήθηκε και με την πολιτική (17/8/1946- 14/11/ 2015).

-ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΑΜΙΤΣΗΣ Δημοσιογράφος, καλός στιχουργός (31/10/1939- 3/11/2013). Οι στίχοι του που μελοποιήθηκαν προκάλεσαν αίσθηση για την ποιότητά τους.

-ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΛΛΙΤΣΗΣ (1938-2008). Θεολόγος, στενός συνεργάτης του παπά Γιώργη του Πυρουνάκη και του θεολόγου και αρθρογράφου Δαμιανού Στρουμπούλη. Διετέλεσε πρόεδρος και διευθυντής των «Κατασκηνώσεων Χαρούμενα Παιδιά- Χαρούμενα Νιάτα» που δημιούργησε ο π. Γ. Πυρουνάκης.

-ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΑΛΟΥΔΗΣ (1929-2008). Πρόεδρος για σειρά ετών (1960-1996) του «Συλλόγου Βιβλιοπωλών και Εκδοτών Πειραιά». Ο βιβλιοπώλης Γ. Καλούδης που το βιβλιοπωλείο του βρίσκονταν στην οδό Φίλωνος, δίπλα σχεδόν στην Πινακοθήκη του Πειραιά, ήταν ο εμπνευστής της διοργάνωσης κάθε χρόνο της Έκθεσης Βιβλίου του Πειραιά στο Πασαλιμάνι.

-ΜΑΡΘΑ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ (6/11/1939-18/9/2022). Πασίγνωστη ηθοποιός και χορεύτρια του σύγχρονου ελληνικού σινεμά. Δεν έπαυε να τονίζει ότι κατάγεται από τον Δήμο Κερατσινίου.

-ΘΥΜΙΟΣ ΚΑΡΑΚΑΤΣΑΝΗΣ. (8/12/1940- 30/6/2012). Αξιόλογη περίπτωση Αριστοφανικού ηθοποιού και σκηνοθέτη, της κλασικής σχολής και ερμηνείας του «ΘΕΑΤΡΟΥ ΤΕΧΝΗΣ» του Καρόλου Κουν.

-ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΣ (1923- 18/6/2013). Γνωστός και σημαντικός δημοσιογράφος και συγγραφέας της Πόλης. Ασχολήθηκε κυρίως με το Ναυτιλιακό ρεπορτάζ. Ποιήματά του και άρθρα του υπάρχουν σκόρπια στον πειραϊκό τύπο. Τα τελευταία χρόνια ασχολήθηκε με βιβλία που είχαν ως θέμα τους την «Ύδρα».

-ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ (1951-2013). Δραστήριος έμπορος και επιχειρηματίας. Διετέλεσε αντιπρόεδρος του «Εμπορικού Συλλόγου Πειραιώς 1980-1988», πρόεδρος του «Συνδέσμου Εμπορικών Αντιπροσώπων 1987-1988» και πρόεδρος του «Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς 1988-2013». Ασχολήθηκε και με τα Δημαρχιακά κοινά από την θέση του Δημοτικού Συμβούλου (1995-1998).

-ΜΑΝΤΩ ΚΑΤΣΟΥΛΟΥ- ΖΟΛΩΤΑ. Το γένος Πουλάκη. Γνωστή και αγαπητή φυσιογνωμία των πνευματικών κύκλων του Πειραιά. Γεννήθηκε στην Πάτρα 5/7/1929 και έφυγε στον Πειραιά 11/3/2019. Ήταν εκδότρια βιβλίων και του λογοτεχνικού περιοδικού «Αντιπαραθέσεις». Είναι δεκάδες οι ποιητικές συλλογές που εξέδωσε και τα δημοσιεύματά της στον πειραϊκό και όχι μόνο τύπο.

Κόρη της ήταν η ποιήτρια ΈΛΕΝΑ Ν. ΚΑΤΣΟΥΛΟΥ (Πάτρα 18/11/1950- Πειραιάς 19/6/2015).

Σύζυγός της Μαντώς (Διαμαντούλας) Κατσουλού ήταν ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΤΣΟΥΛΟΣ (14/11/1926-24/6/2011), συγγραφέας βιβλίων θρησκευτικού περιεχομένου.

-ΛΑΖΑΡΟΣ ΚΛΕΙΝΟΣ, (1921-2009). Πειραιώτης ζωγράφος και συγγραφέας

-ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΜΗΣ, (24/12/1937-5/1/2020). Δημοσιογράφος και πεζογράφος. Έγραψε βιβλίο και για τον παλαιό Πειραιά. Ανιψιός του πεζογράφου Χρήστου Λεβάντα, που τον μύησε στα μυστικά της δημοσιογραφίας. Δημοσιεύματά του βρίσκονται διάσπαρτα σε έντυπα του Πειραιά. Το τελευταίο του βιβλίο που εξέδωσε δεν το  έδωσε στο εμπόριο.

-ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ  ΚΡΙΑΡΑΣ, (15/11/1906- 23/8/2014). Γνωστός και αγαπητός πανεπιστημιακός δάσκαλος, συγγραφέας μελετών για την ποίηση του Κωστή Παλαμά και άλλων ελλήνων δημιουργών. Συντάκτης του πολύτομου «Μεσαιωνικού Λεξικού». Κυκλοφορεί τόμος με την «Εργογραφία και Βιβλιογραφία» του.

-ΣΠΥΡΟΣ ΚΟΥΣΟΥΡΗΣ (1939-2013). Γνωστός και δραστήριος βιβλιοπώλης και εκδότης. Εξέδωσε και βιβλία του Κώστα Θεοφάνους, που του συμπαραστάθηκε παρά τις διαφορετικές ιδεολογικές και πολιτικές αντιλήψεις τους. Κάπως «παρεξηγημένη» περίπτωση του Πειραιά. Για ένα διάστημα ήταν και πρόεδρος του Σωματείου ο «Φοίβος» στην περιοχή των Καμινίων.

-ΚΥΒΕΛΗ Α. ΚΩΣΤΕΑ, (1927-2012). «Θρυλική μορφή» του πολιτισμού του Πειραιά, σύντροφος του πειραιολάτρη Αργύρη Κωστέα, μητέρα της καθηγήτριας και ποιήτριας Περσεφόνης Α. Κωστέα.  Για μεγάλο διάστημα η Κυβέλη Α. Κωστέα υπήρξε η «ψυχή» του Ιστορικού Αρχείου της Πόλης όταν στεγάζονταν σε αίθουσες του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά.

-ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ Α. ΚΩΣΤΕΑ, (20/7/1948-19/3/2012). Καθηγήτρια γαλλικών, μεταφράστρια, ποιήτρια, δημοτικός υπάλληλος. Ποιήματά της βρίσκονται σκόρπια στον πειραϊκό τύπο. Διαφύλαξε το Αρχείο και το περιοδικό που εξέδιδε ο πατέρας της Α. Κωστέας. Στο «Πειραϊκό Λεύκωμα» του 2010 της εφημερίδας «Κοινωνική» η ποιήτρια εξιστορεί τα της οικογένειάς της και προσφοράς της στην Πόλη.

-ΣΤΑΥΡΟΣ ΛΑΓΚΑΔΙΑΝΟΣ. (6/4/1954-2017). Σπούδασε Νομικά αλλά τον κέρδισε η πεζογραφία. Έγραψε διηγήματα και εξέδωσε βιβλία που επαινέθηκαν για το στυλ της γραφής του και την θεματολογία του. Αρθρογράφησε σε πειραιώτικες και αθηναϊκές εφημερίδες όπως «Η Πρώτη» κλπ.

-ΦΛΩΡΑ ΚΑΤΩΓΑ- ΛΑΖΑΡΟΥ, (1934-2013). Πειραιώτισσα σοπράνο

-ΝΙΚΟΣ ΛΕΓΑΚΗΣ, (1938-2010). Γνωστός ιατρός των Καμινίων. Καθηγητής της Χειρουργικής στην Πανεπιστημιακή Σχολή Αθηνών. Αναμείχθηκε με τα κοινά, θέτοντας υποψηφιότητα σαν Δήμαρχος. Ίδρυσε την αυτόνομη δημοτική κίνηση «ΑΚΙΚΑΠ»

-ΚΩΣΤΑΣ ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ, (1910-2008). Τον αποκαλούσαν «ο αφανής ήρωας του Έπους του 1940», λόγω του τραυματισμού του. Δημοσιογράφος, διετέλεσε προϊστάμενος του Γραφείου Τύπου του Δήμου.

-ΡΕΝΑ ΜΑΝΤΑ, (1921-2012) πειραιώτισσα ποιήτρια «χαμηλής» ποιητικής ατμόσφαιρας. Ποιήματά της και Ποιηματάκια της διαβάζουμε στην «Φωνή του Πειραιώς» και αλλού.

-ΣΠΥΡΟΣ ΜΑΝΟΥΣΑΚΗΣ, (1925-2007). Φημισμένος, σημαντικός συλλέκτης ιστορικών αντικειμένων, σπάνιων ιστορικών εγγράφων και έργων, ιστορικών ντοκουμέντων του Πειραιά. Το όνομά του και η προσφορά του συζητούνταν θετικά στους πειραϊκούς κύκλους. Αν η μνήμη δεν με απατά έχουν διοργανωθεί Εκθέσεις για τον Πειραιά βασισμένες στο δικό του Αρχειακό υλικό.

-ΑΝΤΩΝΗΣ Σ. ΜΑΡΜΑΡΙΝΟΣ, (1912- Μάϊος 2006). Γνωστός δημοσιογράφος και συγγραφέας της παλαιάς εποχής του Πειραιά. Οι Πειραϊκές μελέτες του μνημονεύονται συχνά.

-ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΜΑΥΡΟΕΙΔΗ (25/6/1945-27/2/2022). Εργαζόμενη πειραιώτισσα στην εφημερίδα «Η Φωνή του Πειραιώς» με πνευματικά και καλλιτεχνικά ενδιαφέροντα.

-ΚΩΣΤΑΣ ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ (2/7/1930-22/8/2023). Γεννήθηκε στην περιοχή της Καστέλας. Διάσημος σχεδιαστής μόδας, με σχεδιαστική προτίμηση στην ελληνική λαϊκή παράδοση και φορεσιά. Ενδύματά του φορέθηκαν από διάφορες διασημότητες της ελληνικής μουσικής σκηνής και του ελληνικού κινηματογράφου. Κυκλοφορεί «Λεύκωμα» με την μοδιστρική ιστορία του.

-ΣΙΜΟΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ (1916-2010). Αντιστασιακός Εαμίτης συγγραφέας καταγόμενος από τα Άδανα της Μικράς Ασίας. Τα βιβλία που κυκλοφόρησε είναι οι προσωπικές του αναμνήσεις και αγωνιστικές πολιτικές δράσεις την περίοδο του ΕΑΜ της Κοκκινιάς και του Πειραιά.

-ΦΑΝΗΣ Χ. ΜΟΥΛΙΟΣ. Γεννήθηκε στην Θεσπρωτία (13/6 /1937 και απεβίωσε στο Τζάνειο Νοσοκομείο Πειραιά τον Σεπτέμβριο του 2020). Γνωστός δικηγόρος και συγγραφέας του Πειραιά, ποιητής και πεζογράφος του σύγχρονου ρεύματος του αντιμυθιστορήματος. (όπως και η πειραιώτισσα Κωστούλα Μητροπούλου). Βραβευμένος πεζογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Εξαιρετική διακριτική και σεμνή φωνή της Πόλης με συγγραφικά ανοίγματα πέραν της καθιερωμένης παραδοσιακής πειραϊκής θεματογραφίας.

-ΚΩΣΤΑΣ ΜΟΥΡΣΕΛΑΣ, (1-20/1/1931-15/7/2017). Πανελλαδικά γνωστός πεζογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Η τηλεοπτική σειρά «Βαμμένα Κόκκινα Μαλλιά» που βασίστηκε στο μυθιστόρημά του γνώρισε μεγάλη τηλεοπτική επιτυχία. Όπως παλαιότερα η σειρά «Εκείνος και Εκείνος» σε δικό του σενάριο. Με το δίδυμο Διαμαντόπουλου- Μιχαλακόπουλου. Στην φετινή θεατρική σεζόν το έργο επαναλαμβάνεται με άλλους συντελεστές.

-ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΚΟΥΡΗΣ (1916-2010) ποιητής παραδοσιακής παλαιάς ποίησης. Καθιέρωσε και το ψευδώνυμο «Δωρίων» δίπλα στο όνομά του.

-ΠΑΥΛΟΣ ΜΠΑΛΟΓΛΟΥ (17/2/1947-31/12/2021). Δραστήριο μέλος της «Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς» και των πνευματικών κύκλων του Πειραιά. Δεκάδες τα δημοσιεύματά του σε περιοδικά και εφημερίδες για χρόνια. Έγραψε μικρά σημειώματα για πειραιώτες λογοτέχνες, τεχνοκριτικές για εκθέσεις πειραιωτών ζωγράφων, μικρά κριτικά κείμενα και μελέτες για την ελληνική λογοτεχνία. Παραγωγικός μέχρι τα τελευταία του. Έδωσε και αρκετές ομιλίες.

-ΒΑΣΩ Α. ΜΠΑΛΟΥΡΔΟΥ (5/8/2023-12/2/2008).Γηγενής πειραιώτισσα, μοδίστρα.

-ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΠΑΡΚΟΥΛΗΣ, πασίγνωστος ηθοποιός (4/8/1936-23/8/2016). Ένας από τους ζεν πρεμιέ του ελληνικού κινηματογράφου.

-ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΡΜΠΑΡΕΣΟΣ (1948-2012). Ηθοποιός, μέλος της Θεατρικής ομάδας του Θεατρικού τμήματος της «Φιλολογικής Στέγης».

-ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΜΠΙΝΙΑΡΗΣ (1919-2009), ένας από τους αδερφούς Μπινιάρη. Μουσικός, διευθυντής Χορωδιών Νίκαιας, Σαλαμίνας κλπ. Μαζί με τον Γιώργο Τσαρή και τον Κώστα Παρασκευόπουλο ίδρυσαν το 1960 την «Χορωδία Πειραιώς».

-ΝΙΚΟΣ ΜΠΟΥΓΑΤΣΟΣ (1911-2006) συγγραφέας

-ΤΟΥΛΑ ΜΠΟΥΤΟΥ- ΣΟΥΒΑΛΙΩΤΗ (10/10/1921-1/9/ 2017. Γνωστή ιατρός αναισθησιολόγος με μεγάλη εμπειρία και πείρα στα ιατρικά της επαγγελματικά καθήκοντα. Ποιήτρια, διηγηματογράφος, πεζογράφος. Την τελευταία περίοδο της συγγραφικής της διαδρομής ασχολήθηκε με την συγγραφή θεατρικών έργων τα οποία παραστάθηκαν σε αθηναϊκές αίθουσες με επιτυχία. Υπάρχει ιστοσελίδα με το όνομά της και την συγγραφική και πνευματική της πορεία και πειραϊκές δράσεις. Δραστήρια και διαυγής πνευματικά μέχρι που έφυγε από την ζωή. Μεγάλο τραύμα της ζωής της η απώλεια του ιατρού γιού της Γιώργου Λαμπράκη, παιδί του Θόδωρου Λαμπράκη από τον πρώτο της γάμο.

-ΝΙΚΟΛΑΟΣ Λ. ΝΟΜΙΚΟΣ (1920-2005). Διετέλεσε πρόεδρος του «Ναυτικού Επιμελητηρίου Ελλάδος» (1978-1984)

-ΜΙΧΑΛΗΣ ΝΤΕΝΤΙΔΑΚΗΣ (1942-2015). Δραστήριος πολιτικά δημοτικός σύμβουλος Πειραιά από το 1986 έως το 2006. Επί δημαρχίας Παναγιώτη Φασούλα και Στέλιου Λογοθέτη διετέλεσε αντιδήμαρχος.

-ΧΡΗΣΤΟΣ ΝΤΟΥΝΗΣ (1935-2010) Παλαιός αρχηγός του Λιμενικού Σώματος (1987-1990). Συγγραφέας Ναυτιλιακών Συγγραμμάτων.

-ΣΠΥΡΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ (1925-2009). Πρόεδρος του «ΡΟΤΑΡΙΑΝΟΥ ΟΜΙΛΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ», αντιπρόεδρος του «Χατζηκυριάκειου» Ιδρύματος.

-ΜΕΝΕΛΑΟΣ Γ. ΠΑΛΛΑΝΤΙΟΣ (11/2/1914-9/8/2012). Σημαντικός μουσουργός, συνθέτης και διευθυντής Ωδείων. Ακαδημαϊκός και πρόεδρος της Ελληνικής Λυρικής Σκηνής (1974-1976). Καθηγητής στο «Ωδείο Αθηνών» την περίοδο 1964-1967. Ο Μενέλαος Παλλάντιος συνέθεσε έργα για παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου. Υπήρξε δάσκαλος του Μελωδού των Ονείρων μας Μάνου Χατζιδάκι. Μικρά βιβλία με σκέψεις και θέσεις του εκδόθηκαν από τον εκδοτικό οίκο του Κώστας Τσιρόπουλου «Ευθύνη». Προτομή του κοσμεί πεζόδρομο της Πόλης.

-ΒΑΣΙΛΗΣ Γ. ΠΑΠΑΗΛΙΟΥ (2/1/1933- Καλοκαίρι 2012). Δραστήριο μέλος- στέλεχος της «Φ.Σ.Π.» Το δεξί χέρι του τότε προέδρου της Γιάννη Χατζημανωλάκη. Πρόεδρος του Συλλόγου «Φίλων Μουσικής Πειραιώς».

-ΑΛΕΞΗΣ ΠΑΡΝΗΣ, Ψευδώνυμο του πεζογράφου ΣΩΤΗΡΗ ΛΕΩΝΙΔΑΚΗ. (24/5/1924-10/3/2023). Ποιητής, μυθιστοριογράφος, σεναριογράφος, θεατρικός συγγραφέας. Το έργο του «Το Νησί της Αφροδίτης» γυρίστηκε στην μεγάλη οθόνη με πρωταγωνίστρια την πειραιώτισσα τραγωδό Κατίνα Παξινού.

-ΕΛΛΗ ΠΑΠΠΑ (Σμύρνη 1922-2009). Σύζυγος του εκτελεσθέντος αγωνιστή της αριστεράς Νίκου Μπελογιάννη, συγγραφέας. Αδερφή της Διδώ Σωτηρίου. Για διάστημα διέμενε στην Κοκκινιά. Τα βιβλία της έχουν πολιτικό περιεχόμενο.

-ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΤΡΑΓΑΣ (1932-2008). Οικονομικός σύμβουλος επιχειρήσεων και για πολλά χρόνια Δημοτικός Σύμβουλος του  Πειραιά και πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου, και διευθυντής δημόσιων οργανισμών. Ραδιοφωνικός παραγωγός με θέματα Πειραϊκά. Το 2004 κυκλοφόρησε ο τόμος του «Μεγάλο Πειραίκό Λεύκωμα».

-ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΝΥΦΑΝΤΗ –ΠΑΥΛΑΚΗ (1927-2008). Σύζυγος του φιλόλογου και συγγραφέα Γιάννη Παυλάκη, Μαζί ίδρυσαν τα Πειραϊκά Εκπαιδευτήρια «Θεμιστοκλής»

-ΦΩΤΗΣ Α. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ (6/3/1930- 22/8/2025). Γηγενής Πειραιώτης. Από παλαιά πειραιώτικη οικογένεια που ο πατέρας του διατηρούσε στον μεσοπόλεμο μπακαλοταβέρνα που σύχναζε ο ποιητής Λάμπρος Πορφύρας.

-ΜΑΡΙΟΣ Β. ΠΛΩΡΙΤΗΣ (19/1/1919- 29/12/2006). Πολυτάλαντος πειραιώτης δημιουργός, σκηνοθέτης, θεατρικός συγγραφέας, σεναριογράφος, κριτικός κινηματογράφου, μεταφραστής, εκδότης, αρθρογράφος στον ημερήσιο τύπο. Έγραψε βιβλία για την τέχνη του Θεάτρου, τον άγγλο δραματουργό Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, και ευρύτερης θεματολογίας πάνω στην Τέχνη και τον Πολιτισμό.

-ΚΩΣΤΑΣ Γ. ΠΙΤΣΑΚΗΣ (1944-2012). Νομικός, τακτικός καθηγητής της ιστορίας του Δικαίου στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο της Θράκης. Βραβευμένος συγγραφέας από την Ακαδημία Αθηνών 1972 για την μελέτη του «Κωνσταντίνος Αρμενόπουλος- Πρόχειρον Νόμων ή Εξάβιβλος»,

-ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΑΥΤΟΠΟΥΛΟΣ (28/5/1924- 14/4/2025). Από τους σημαντικότερους κριτικούς και δοκιμιογράφους της αριστεράς. Κριτική φωνή δυνατή και εμπεριστατωμένη, τεκμηριωμένη στα συμπεράσματά της. Συγγραφέας κλασικών μελετών που κέρδισαν το στοίχημα με το χρόνο. Δυνατή πέννα και αγαπητή που προσέχθηκε από τα πρώτα του συγγραφικά βήματα μέχρι τα τελευταία του παραγωγικά ίχνη.

-ΛΟΥΚΙΑ ΡΙΚΑΚΗ, (14/7/1961- 28/12/2011). Γνωστή σκηνοθέτης, σεναριογράφος και συγγραφέας. Άφησε το θετικό στίγμα και πνεύμα της. Μεγάλη η καλλιτεχνική παραγωγή της.

-ΚΩΣΤΑΣ Γ. ΡΟΔΑΡΑΚΗΣ (28/8/1938-2/2/2014). Ποιητής, δοκιμιογράφος, τεχνοκριτικός από τα παλαιά προ δικτατορικά μέλη της «Φ.Σ.Π.». Εξαιρετικός ποιητής και σημαντική παρουσία. Τα τελευταία χρόνια επανεκτιμήθηκε και προβλήθηκε η πνευματική του, ποιητική προσφορά με αφιερώματα.

-ΜΑΝΟΛΗΣ Θ. ΡΟΥΝΗΣ (Καστανίτσα Αρκαδίας 1930 (;)- 4/10/2010). Δραστήριο μέλος της πειραϊκής πνευματικής κοινότητας. Ένας από τους συντελεστές της ανάπτυξης της πολιτιστικής ζωής του Πειραιά στην εποχή του. Εκδότης του περιοδικού «Ξεκίνημα» και Διοικητής του Αγίου Όρους (1964-1967). Διώχθηκε από την θέση του από το επτάχρονο στρατιωτικό καθεστώς. Συνέβαλε μαζί με τον Γ. Χατζημανωλάκη, τον Γιάννη Σκορδίλη και τον Γεώργιο Δρόσο στην έκδοση του «Πειραϊκού Λευκώματος» (1960). Χρήσιμο είναι το αφιέρωμα του περιοδικού «Φ. Στέγη» β’ περίοδο τχ. 25/ 7,8,9, 2010. Με κείμενα του Γ. Χ-ς και Δημήτρη Φερούση. Για διάστημα ταξίδεψε και διέμενε στον Καναδά και τις ΗΠΑ.

-ΠΑΥΛΟΣ ΡΟΔΙΤΑΚΗΣ (1948-3/6/2021). Δημοσιογράφος, ηθοποιός σε σκετς για παιδιά σε πάρτι και εορταστικές εκδηλώσεις.

-ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΟΥΣΣΟΣ (18/10/1953- Οκτώβριος 2012). Διευθυντής της Δημοτικής Πινακοθήκης Πειραιά. Μουσειολόγος.

-ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΣΗΜΙΤΗΣ (23/6/1936-5/1/2025). Σημαντική σύγχρονη πολιτική προσωπικότητα από τον Πειραιά. Το δικηγορικό γραφείο του πατέρα του ήταν από τα πιο γνωστά της Πόλης. Καθηγητής Εμπορικού Δικαίου, δημοκράτης αντιστασιακός πολιτικός, συγγραφέας. Πρωθυπουργός της Ελλάδας (1996-2004). Ο Κώστας Γ. Σημίτης ανήκει στην χορεία των πολιτικών που ανέδειξε το πρώτο Λιμάνι. Πολιτικές προσωπικότητες από τον Πειραιά-ανεξάρτητα από πιά ιδεολογική δεξαμενή και αν προέρχονταν- που πρόσφεραν στην χώρα και «δόξασαν» τον Δήμο. Οι Πειραιώτες πολιτικοί αναλογικά με άλλες γεωγραφικές περιφέρειες της πατρίδας μας δεν είναι και λίγοι.

-ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΜΠΑΛΟΓΛΟΥ- ΣΙΑΦΛΑ, (1948-2012). Νομικός σύμβουλος επιχειρήσεων. Αδερφή του γνωστού μας Παύλου Ρ. Μπαλόγλου, συζύγου του συγγραφέα Γεωργίου Β. Σιαφλά, προέδρου του Ομώνυμου Πολιτιστικού Ιδρύματος που ιδρύθηκε εις μνήμη της.

-ΝΙΚΟΣ ΣΚΑΡΑΚΗΣ, (1925-2010). Πειραιώτης ορθοπεδικός ιατρός, συγγραφέας. Η Πειραϊκή μοίρα το έφερε και έφυγε από την ζωή την ίδια περίοδο που χάθηκε και ο Χρίστος Αδαμόπουλος. Έγραψε εξαιρετικές ιστορικές και λογοτεχνικές μονογραφίες όπως αυτή για τον Καρμπονάρο επτανήσιο ποιητή Ανδρέα Κάλβο. Ως υπεύθυνος επί Φιλολογικών θεμάτων του «Πειραϊκού Συνδέσμου Πειραιώς» ο Νίκος Σκαράκης κυκλοφόρησε το περιοδικό «Πειραϊκά Γράμματα» τριμηνιαία λογοτεχνική έκδοση του «Πειραϊκού Συνδέσμου». Ο τίτλος ανακαλεί στην μνήμη μας το παλαιό πειραιώτικο περιοδικό του πολέμου και της κατοχής. Μετά τον θάνατο του Σκαράκη το τιμόνι της έκδοσης του περιοδικού ανέλαβε η θεατρική συγγραφέας και διηγηματογράφος Τούλα Μπούτου.

-ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΣΩΛΩΜΟΥ- ΧΑΤΖΗΙΩΑΝΝΟΥ, (5/12/1947- 30/7/2018). Βιβλιοπώλης του γνωστού και φιλόξενου βιβλιοπωλείου στην Πλατεία Κοραή «ΚΙΒΩΤΟΣ». Μεταφράστρια αμερικάνικης λογοτεχνίας και λογία, δημοκρατικών φρονημάτων άτομο, σύζυγος του μαθηματικού βιβλιοπώλη Δημήτρη Σολωμού. Τραγική μάνα η γνωστή μας Βαγγελίτσα έχασε το νεαρό σε ηλικία (25 χρόνων) παιδί της τον Βασίλη στις 28 Νοεμβρίου 2005. Ο Δημήτρης Σολωμός έφυγε τρία χρόνια μετά την Βαγγελίτσα, το 2021 νικημένος από την πανδημία που είχε απλωθεί πάνω από την ευρωπαϊκή ήπειρο.

-ΕΛΕΝΗ ΣΟΦΡΑ (Γενάρης του 1920- 2007). Ποιήτρια και ανθολόγος ασχολούμενη με την αρχαία ελληνική τραγωδία.

-ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΤΑΥΡΟΠΙΕΡΑΚΟΣ, (Πειραιάς 13/4/1960- Τορόντο Καναδά 12/7/1996). Κλασσικός φιλόλογος- λατινιστής. Κάτοικος στην περιοχή της Αγίας Σοφίας στα Μανιάτικα. Τέλειωσε το Πανεπιστήμιο των Ιωαννίνων και φοιτά για μετεκπαίδευση στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης περίοδο που ήταν καθηγητής ο Δημήτρης Μαρωνίτης. Τελειώνοντας τις σπουδές του έφυγε για τον Καναδά και εργάστηκε στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο όπου άφησε την τελευταία του πνοή δίχως να προλάβει να τελειώσει και εκδώσει τις εργασίες που ετοίμαζε.

-ΤΑΣΟΣ ΤΖΑΜΤΖΗΣ (1925-2009). Αρχιπλοίαρχος Εμπορικού Ναυτικού, συγγραφέας. Στο ενεργητικό του έχει πάνω από 16 τίτλους βιβλίων. Με γνωστότερο τίτλο βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών, «Τα Λίμπερτυ των Ελλήνων».

Σημείωση: Εδώ να αναφέρουμε το εξής: Στην Γενική Πειραϊκή Εκδοτική Εργογραφία και Βιβλιογραφία, συνήθως, δεν συμπεριλαμβάνονται τα βιβλία και τα λευκώματα, τα περιοδικά που έγραψαν και κυκλοφόρησαν κατά καιρούς Ναυτικοί συγγραφείς ή μέλη και καθηγητές Ναυτικών Σχολών. Είναι ένα άλλο αχαρτογράφητο ακόμα κεφάλαιο που συμπληρώνει την καθολική Πειραϊκή Βιβλιογραφία. Στην κατηγορία αυτή θα προσθέταμε και τα βιβλία που κυκλοφόρησαν οι Ιδιωτικές Τεχνικές Σχολές του Πειραιά.

-ΚΩΣΤΑΣ ΤΖΟΥΜΑΣ, (30/8/1944-25/6/2022). Γνωστός και καταξιωμένος έλληνας ηθοποιός, ραδιοφωνικός παραγωγός και συγγραφέας. Σε βιβλία των αναμνήσεών του αναφέρεται στα νεανικά του χρόνια στον Πειραιά.

-ΣΤΕΛΙΟΣ ΤΡΑΪΦΟΡΟΣ (3/9/1937-12/12/2021). Γνωστός δημοσιογράφος που δημοσιογραφικά δραστηριοποιήθηκε στην πόλη του Κερατσινίου και τον Δήμο Πειραιά. Δημοσιεύματά του διαβάζουμε σε διάφορες Πειραϊκές εφημερίδες.

-ΙΟΡΔΑΝΗΣ ΤΣΟΜΙΔΗΣ (1933-2006) Δεξιοτέχνης μπουζουξής,

-ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Ν. ΤΣΟΥΤΑΚΟΣ (19/2/1920-27/7/2011). Εργάστηκε ως δημοσιογράφος ενώ παράλληλα ασχολήθηκε και με την ποίηση εκδίδοντας αρκετές ποιητικές συλλογές. Εξέδωσε και μία τρίτομη «Ιστορία του Κερατσινίου»

-ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΕΡΟΥΣΗΣ (19/3/1929- 2024 (;)). Μία από τις ταλαντούχες και παραγωγικότερες γραφίδες της Πόλης μας. Πάντα ενεργός και μέτοχος στα πνευματικά και πολιτιστικά κοινά του Πειραιά. Νομικός και θεολόγος φανέρωσε από νεαρή ηλικία την θρησκευτική του κλίση και τα συγγραφικά του ενδιαφέροντα, που στρέφονται σχεδόν αποκλειστικά στην θεματολογία τους στην Χριστιανική Ορθόδοξη Γραμματεία. Εξέδωσε ποιητικές συλλογές και ιστορικά και θρησκευτικά μυθιστορήματα, παιδικό θέατρο και ιστορικές μονογραφίες. Υπήρξε συνεργάτης της Αποστολικής Διακονίας της Ελλάδος, εργάστηκε ακόμα στην ελληνική ραδιοφωνία και τηλεόραση. Οι τίτλοι των διαφόρων κατηγοριών των βιβλίων του πλησιάζουν τους σαράντα. Εκατοντάδες είναι σκόρπια και τα δημοσιεύματά του στον πειραϊκό και όχι μόνο τύπο αναμένοντας την αποθησαύρισή τους. Δυστυχώς έφυγε δίχως να γνωρίζουμε ακριβώς το πότε, λησμονημένος από το πειραϊκό αναγνωστικό κοινό. Αρκετά βιβλία του επανεκδόθηκαν και γνώρισαν επιτυχία.

-ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΥΤΡΑΣ (31/3/1936- 27/11/2021). Γνωστός και καταξιωμένος Πειραιώτης επαγγελματίας δημοσιογράφος άφησε «σχολή» με τα ρεπορτάζ και τις ανταποκρίσεις του, τα μικρά ημερήσια χρονογραφήματά του στον Πειραϊκό τύπο.

-ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ Ι. ΧΑΤΖΗΜΑΝΩΛΑΚΗ, (16/11/1967-3/5/ 2012). Ποιήτρια μία από τις δύο κόρες του Γιάννη Ε. Χατζημανωλάκη.

-ΓΙΑΝΝΗΣ Ε. ΧΑΤΖΗΜΑΝΩΛΑΚΗΣ (5/8/1933- 12/8/2018). Ο Τελευταίος ιστορικός του Πειραιά. Μετά τις σπουδές τους εργάστηκε στο Γραφεί Τύπου του ΟΛΠ από όπου συνταξιοδοτήθηκε. Τα πνευματικά του ενδιαφέρονταν φανερώθηκαν από τα νεανικά του χρόνια. Αγάπησε με πάθος τον Πειραιά και εκείνος του το ανταπέδωσε με την ίδια θέρμη. Έγραψε και κυκλοφόρησε μία σειρά από βιβλία που αφορούν την ιστορία του, την πνευματική του διαδρομή, τους δημάρχους του, την ιστορία του λιμένος Πειραιώς. Συγκεφαλαίωσε κατά κάποιον τρόπο, τις παλαιότερες εργασίες του Κώστα Ζουμπουλίδη, του Ιωάννη Μελετόπουλου, του Δημήτρη Θ. Σπηλιωτόπουλου για τους Δημάρχους της πρώτης εκατονταετίας. Συνέχισε και διεύρυνε τις πειραϊκές ιστορικές έρευνες και μονοπώλησε για αρκετές δεκαετίες από την θέση του προέδρου της «Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς» τα πολιτιστικά πράγματα της Πόλης. Υπήρξε ο δεύτερος-μετά τον δικηγόρο και ποιητή Γρηγόρη Θεοχάρη που την εμπνεύστηκε, ο μακροβιότερος πρόεδρός της. Ο Γιάννης Ε. Χατζημανωλάκης διαθέτοντας το ταλέντο του επαγγελματία δημοσιογράφου, καθαρό ύφος, λιτό λόγο, απλή γραφή, σαφήνεια διατύπωσης των συμπερασμάτων του, ακρίβεια σκέψης, αλλά και έναν εσωτερικό λυρισμό που συναντάμε σε κείμενά του όπου χρειάζονταν, έγραψε για τους πάντες και ανέδειξε αρκετές πειραϊκές φωνές και έργα. Διέσωσε εξακολουθητικά τις μικρές ιστορίες των καθημερινών πειραιωτών λογίων, συγγραφέων αλλά και απλών ανθρώπων του Πειραιά και συγγενικών τους προσώπων. Τα δημοσιεύματά του όπως έλεγε πάντα, ξεπερνούσαν τις 4.000 χιλιάδες. Φυσικά, συναντάμε και αρκετές επαναλήψεις στα γραπτά του και στα βιβλία που κυκλοφόρησε ιδίοις αναλώμασι ή του τα εξέδωσαν οι Δήμαρχοι της Πόλης. Ήταν το κέντρο αναφοράς όχι μόνο του Φιλολογικού Σωματείου που διεύθυνε αλλά και μεγάλου μέρους του πνευματικού κύκλου του Πειραιά. Το σύνολο σχεδόν του Πειραϊκού τύπου και των παλαιότερων και νεότερων φιλολογικών περιοδικών της Πόλης έχουν δημοσιεύσει μικρά ή εκτενή άρθρα του με την υπογραφή του, με τα αρχικά του, ή με ψευδώνυμο. Δημιούργησε έναν κύκλο φιλικών του ατόμων, μελών της Στέγης και συγγραφέων που θα σημειώναμε κατά κάποιον τρόπο, σχεδίασε τα σύγχρονα πολιτιστικά πράγματα του Δήμου. Κράτησε με «νύχια και με δόντια» την Πειραϊκή παράδοση ζωντανή, σε έργα, ονόματα, δραστηριότητες, πνευματικές κινήσεις και ενέργειες που άλλοι αδιαφόρησαν ή δεν ήσαν διατεθειμένοι να αναλάβουν. Διασώζοντας με τα συν και τα πλην το Φιλολογικό Σωματείο που προέδρευε για δεκαετίες διέσωσε και μεγάλο μέρος της ιστορία της Πόλης. Με τις στενογραφικές ή εκτενείς εργασίες του και τα βιβλία του κράτησε ζωντανή την φωνή και την μνήμη των Πειραιωτών της γενιάς του και αρκετών μεταγενεστέρων. Έδωσε διαλέξεις, ομιλίες, συμμετείχε σε πειραϊκά συνέδρια, βράβευσε και βραβεύθηκε από φορείς και άτομα για την μεγάλη του προσφορά προς τον Πειραιά, που, όπως έλεγε: «Είναι ένας έρωτας».

-ΧΑΡΗΣ ΧΡΟΝΗΣ (16/8/1934-19/4/2010). Ποιητής και αρθρογράφος πειραϊκών λογοτεχνικών θεμάτων. Από τα παλαιά μέλη του Σωματείου.

-ΜΑΝΩΛΗΣ Ε. ΧΡΙΣΤΟΥΛΑΚΗΣ (1924- Μάϊος 2021). Ιατρός καρδιολόγος και συγγραφέας. Με μεγάλη πολιτιστική δραστηριότητα. Ίδρυσε το «Ίδρυμα Μανώλη Χριστουλάκη» όπου βραβεύει κατ’ έτος νέους και νέες του Πειραιά που πέτυχαν στις εισαγωγικές εξετάσεις στις Ιατρικές Σχολές. Μεγάλη και η οικονομική συμβολή του στο Λαογραφικό Μουσείο του νησιού του την Κίμωλο τόπο καταγωγής του.

-ΑΛΕΚΟΣ ΣΤ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΙΔΗΣ (12/2/1921-10/6/2014). Γνωστός ποιητής μα κυρίως θεατράνθρωπος. Διατήρησε την φήμη του θεατρικού επιχειρηματία που του κληρονόμησε ο πατέρας του, στο Θέατρο που διατηρούσε στο Πασαλιμάνι. Τα νεότερα χρόνια άνοιξε την δική του θεατρική επιχείρηση στην περιοχή του Περάματος. Από το Θέατρο Χρυσοστομίδη πέρασαν όλα τα μεγάλα ονόματα της ελληνικής επιθεώρησης και του βαριετέ. Άφησε όνομα. Εκτός από ποίηση- αρκετές συλλογές- έγραψε και βιβλίο με τα « θεατρικά απομνημονεύματά του».

          Αυτά είναι τα Πειραϊκά γλαροπούλια που ταξίδεψαν για το άγνωστο ταξίδι μεταφέροντας τις ομορφιές του Πειραιά, την αρμύρα της θάλασσας του Πειραιά, τα ερωτικά μυστικά των «Παιδιών του Πειραιά» τα τελευταία 20 χρόνια. Πειραιώτες και Πειραιώτισσες που έχουν κατά νου πάντα τον στίχο του Αλεξανδρινού ποιητή:
«….Καινούργιους τόπους δεν θα βρεις, δεν θάβρεις άλλες θάλασσες.

Η πόλις θα σε ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς

τους ίδιους. Και στες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς’

και μέσα στα ίδια σπίτια αυτά θ’ ασπρίζεις.

Πάντα στην πόλι αυτή θα φτάνεις. Για τα αλλού- μη ελπίζεις-

δεν  έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό

Έτσι που τη ζωή σου ρήμαξες εδώ

στην κώχη τούτη την μικρή, σ’ όλην την γη την χάλασες.».

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς,

Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2025                    

Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2025

ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΕΝΝΑ ΤΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΩΤΩΝ

 

ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΣΤΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΛΑΪΚΗ ΚΑΙ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ  ΠΟΙΗΣΗ

του Σπυρίδωνος Γ. Μακρή

          Τα Χριστούγεννα, τη μεγάλη αυτή Δεσποτική γιορτή, που γιορτάζει όλος ο χριστιανικός κόσμος την 25η Δεκεμβρίου, δεν γιορτάζει η αρχαία χριστιανική Εκκλησία των τριών πρώτων αιώνων, επειδή έδινε μεγαλύτερη σημασία στο Σταυρικό θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού, που έφερε τη λύτρωση στην ανθρωπότητα. Αντί γι’ αυτήν γιόρταζε τότε την 6η Ιανουαρίου, την γιορτή των Επιφανίων, σαν ημέρα επιφανείας της θεότητας του Κυρίου στον κόσμο.

          Ο καθορισμός της 25ης Δεκεμβρίου, ως ημέρας εορτής των Χριστουγέννων, έγινε το πρώτο στη Ρώμη γύρω στο 335 μ.Χ. από τη Ρώμη διαδόθηκε τάχιστα σ’ όλη τη Δύση και αργότερα στην Ανατολή, όπου για πρώτη φορά γιορτάστηκαν τα Χριστούγεννα την 25η Δεκεμβρίου του 376 μ.Χ., όπως αναφέρει σε λόγο του ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.

          Γι’ αυτό η υμνολογία των Χριστουγέννων στη Βυζαντινή ποίηση αναπτύχθηκε από τον 5ο μ.Χ. αιώνα και έπειτα, οπότε χριστιανοί υμνογράφοι και μελωδοί, στο Βυζάντιο, συνέθεσαν ύμνους, πού εξυμνούσαν τη θεία ενανθρώπηση του Χριστού. Από τους πολλούς αυτούς ύμνους υπερέχει σε απλότητα και μεγαλοπρέπεια ο ύμνος, που συνέθεσε ο μέγιστος ποιητής του Βυζαντίου Ρωμανός ο μελωδός, που ήκμασε πιθανότητα τον 6ο μ.Χ. αιώνα και δίκαια ονομάστηκε «Πίνδαρος της ρυθμικής ποιήσεως». Ολόκληρος ο ύμνος αποτελείται από 24 στροφές (= οίκους), με προοίμιο (=κουκούλιο), το γνωστό κοντάκιο της γιορτής. «Η παρθένος σήμερον το υπερούσιον τίκτει…» που η επωδός (=εφύμνιον): «δι’ ημάς γάρ εγεννήθη παιδίον νέον κλπ.» επαναλαμβάνεται στο τέλος κάθε μιάς από τις 24 στροφές του ύμνου. Αλλά και ο γνωστός σε όλους «Ακάθιστος ύμνος», και αυτός έργο πιθανότατα του Ρωμανού, με 24 οίκους, αναφέρεται στα πρό, κατά και μετά τη γέννηση του Χριστού γεγονότα. Και οι δυό αυτοί ύμνοι του Ρωμανού είναι έργα της 2ης περιόδου της Χριστιανικής Υμνολογίας, πού είναι γνωστή ως περίοδος των Κοντακίων.

          Άλλο μεγαλούργημα της Βυζαντινής ποιήσεως των Χριστουγέννων είναι ο κανόνας του μελωδού Κοσμά, επισκόπου Μαϊουμά, κατά τον 8ο μ.Χ. αιώνα, στη Χριστού γέννηση, κατά την 3η περίοδο της χριστιανικής υμνολογίας-την περίοδο των Κανόνων. Αποτελείται από 8 ωδές με 2-3 τροπάρια κάθε μία, που το πρώτο, τον ειρμό της 1ης ωδής: «Χριστός γεννάται δοξάσατε… ενεπνεύσθη από λόγο του Γρηγορίου του Θεολόγου και τον ειρμό της 9ης ωδής «Μυστήριον ξένον ορώ και παράδοξον…» ενεπνεύσθη από λόγο του Χρυσοστόμου. Ο Κανόνας αυτός του Κοσμά και ο άλλος του συγχρόνου του, Ιωάννου Δαμασκηνού, ο ιαμβικός: «Έσωσε λαόν θαυματουργών Δεσπότης…» ψάλλονται μαζί στον όρθρο της εορτής.

          Εκτός από αυτούς τους ύμνους, υπέροχος ύμνος είναι και το δοξαστικό του εσπερινού «Αυγούστου μοναρχήσαντος επί της γης…», με τις θαυμάσιες αντιθέσεις του, έργο της μεγάλης ποιήτριας του Βυζαντίου, της Κασσιανής.

          Και αυτά ως προς την Βυζαντινή ποίηση των Χριστουγέννων. Αλλά και η λαϊκή μούσα ψάλλει το μέγα κοσμοϊστορικό γεγονός της «Χριστού γεννήσεως» στα γνωστά «Κάλλαντα», που από τόπο σε τόπο έχουν διάφορες παραλλαγές.

          Στην Αθήνα, εκτός από το γνωστό σε όλους μας: «Καλήν εσπέραν άρχοντες…», κατά την Τουρκοκρατία εψάλλετο την παραμονή και άλλο, που άρχιζε έτσι: «Χριστούγεννα, πρωτούγεννα, πρώτη γιορτή του κόσμου, οπού γεννήθη ο Χριστός να σώσει τους ανθρώπους».

          Τέλος, στη Νεοελληνική ποίηση υπάρχουν πολλά ποιήματα για τα Χριστούγεννα, πού άλλα εξυμνούν το κοσμοσωτήριο γεγονός, κι’ άλλα εικονίζουν τον οικογενειακό χαρακτήρα της γιορτής, ή δίδουν διδάγματα από τη γιορτή. Θα παραθέσουμε εδώ λίγα αποσπάσματα από ποιήματα γνωστών και αγνώστων νεοελλήνων ποιητών.

          Από το ποίημα «Χριστούγεννα» του Κωστή Παλαμά μεταφέρουμε μερικούς στίχους:

«Τί φώς και χρώμα και εμμορφιά να

σκέπαζε τ’ αστέρι

οπού στην κούνια του Χριστού τους

μάγους έχει φέρει…»

«Άχ, άχ, χριστουγεννιάτικο της φαμελιάς τραπέζι,

που ταίρι-ταίρι η όρεξη με την αγάπη παίζει».

«Τα ποτηράκια ηχούν γλυκά,

λαμποκοπούν τα πιάτα,

γύρω φαιδρά γεράματα και προκομμένα νιάτα».

          Και συνεχίζει τους στίχους ο ποιητής αναφέροντας τα φαγητά και τα πιοτά του οικογενειακού τραπεζιού. Έτσι ενώ στην αρχή, εξυμνεί τα της γεννήσεως του Χριστού, έπειτα εξεικονίζει θαυμάσια το χαρούμενο εορταστικό τραπέζι με τα πλούσια φαγητά ή ποτά και γενικά τον οικογενειακό χαρακτήρα της εορτής.

          Άλλο χριστουγεννιάτικο ποίημα είναι του Αχιλλέα Παράσχου, της παραμονής:

«Ήτο γλυκιά παραμονή εκείνης της ημέρας,

οπού καινούργιος δρόσιζε κόσμο παλιό αγέρας».

«Πού ο αγέννητος Θεός στη Βηθλεέμ γεννήθη,

και αναγάλλιασε η γη κι εντράπη και εφοβήθη».

   Σ’ αυτό ο ποιητής εξυμνεί τα αποτελέσματα, που έφερε στον κόσμο ή γέννηση «του αγέννητου Θεού» στη Βηθλεέμ, δηλ. καινούργιος αγέρας δροσίζει τον παλιό κόσμο, αναγαλλιάζει η γη.

          Από το ποίημα του Γεωργίου Σπ. Μακρή. «Τα Χριστούγεννα και οι φτωχοί», από τους 24 στίχους παραθέτουμε τους 8 τελευταίους, που είναι αποστροφή στους πλούσιους, να θυμηθούν τους φτωχούς:

          «Ώ πλούσιοι κι ευτυχισμένοι,

          σήμερα που ο Χριστός γεννάται

          ενθυμηθείτε πόσοι πεινασμένοι

          πεινούν κρυώνουν, μα κανείς δεν

          τους θυμάται».

          Χριστούγεννα ευτυχισμένα

          θάχετε σεις μέσα στα πλούτη,

          μα στα σπιτάκια τα δυστυχισμένα,

          πώς θα γιορτάσουν τα Χριστούγεννα

          ετούτοι;»

Στο ποίημα αυτό ο ποιητής, αφού στην αρχή ψάλλει τη φτωχική γέννηση «σε φάτνη αχυροστρωμένη» του Χριστού, «που θέλει οι άνθρωποι να ζούν αδελφωμένοι», στο τέλος ζητεί από τους πλούσιους να θυμηθούν τους φτωχούς.

          Από τα λίγα αυτά αποσπάσματα ύμνων και ποιημάτων των Χριστουγέννων κατανοούμε πόσο ενέπνευσε τους υμνογράφους και ποιητές το ανεπανάληπτο ιστορικό γεγονός της γεννήσεως του Χριστού στο ταπεινό σπήλαιο της Βηθλεέμ. Η γέννηση του Χριστού είναι πραγματικά το μεγαλύτερο γεγονός της παγκόσμιας ιστορίας και γι’ αυτό ενέπνευσε και εμπνέει τις ευγενείς ψυχές σε ύμνους και δοξολογία Αυτού, φρονηματίζει δε τις ευαίσθητες καρδιές σε αγάπη και φιλανθρωπία κατά τη μεγάλη γιορτή τ η ς α γ ά π η ς  τ ο υ Θ ε ο ύ  σ τ ο ν ά ν θ ρ ω π ο.

    ΣΠΥΡΟΣ Γ. ΜΑΚΡΗΣ

Περιοδικό «ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΣΤΕΓΗ» Χρόνος ΙΔ΄, Τόμος Δ΄. τεύχος 26/ Χειμώνας 1979, σελ. 281-283.

          ΝΥΧΤΑ  ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

του Κώστα Θεοφάνους

Ήταν εν’ αστέρι που ταξίδευε

Λαμπρό σαν ελπίδες των ανθρώπων

μέσα σε νύχτα μαύρη και αξημέρωτη.

Κ’ ήταν ένα Θείο Βρέφος που γεννήθηκε

μαζί με τις ελπίδες των ανθρώπων

μέσα στο χειμώνα και την παγωνιά.

Καθώς ανάσαινε το χνώτο του απλωνόταν

σα μιά παγκόσμια αστραπή

για να φωτίσει την ψυχή της οικουμένης.

Από τη φάτνη των αλόγων μιά φωνή

μυριόστομη φωνή και προαιώνια

καρφώθηκε στο σκοτεινό ουρανό,

βέλος διάπυρο:

«Ειρήνη! Ειρήνη!»

 

Την άκουσαν ποιμένες αγραυλούντες

κι αναθάρρεψαν.

Την άκουσαν πεινώντες και πεφορτισμένοι

κι αναγάλιασαν.

Την άκουσαν μωρά βυζασταρούδια

και σκιρτήσανε.

Την άκουσαν τα σήμαντρα του δάσους

κι αντιλάλησαν.

Την άκουσαν οι αιχμάλωτοι στα κάτεργα,

οι μελλοθάνατοι στις φυλακές,

οι ασθενείς και οδοιπόροι,

οι λαβωμένοι αητοί στα καταρράχια,

τ’ ανυπεράσπιστα δελφίνια του ωκεανού,

τα ορφανεμένα αηδόνια μεσ’ στα ρέματα,

τ’ απολωλότα ελάφια των δρυμών

και κόψανε μιάν ασημένια αχτίδα

από τ’ αστέρι εκείνο της Ανατολής

και τη φορέσαν στο λαιμό τους φυλαχτό,

και την υψώσανε σαν τρόπαιο νίκης:

«Ειρήνη! Ειρήνη!»

 

Τα σμήνη των αγγέλων τ’ Ουρανού,

τα σμήνη των αγγέλων του Καλού,

τα σμήνη των αγγέλων των Ανθρώπων

σήκωσαν στις φτερούγες τους το μήνυμα,

σπαθίσανε τα νέφη του μεσονυχτιού,

και σπείρανε το Λόγο τον πρωτάκουστο

στα πέρατα της οικουμένης.

 

Όμως πόσο αργούσε να φέξει κείνη η νύχτα!

Πόσο αργούσε να ξημερώσει στις καρδιές!

 

Κι ο Λόγος ο Καλός δε φύτρωσε από τότε.

Κοράκια από το χώμα τον ξεθάβουνε

και του κατασπαράζουν το χυμό.

Άγριο χαλάζι

του κρουσταλλιάζει τον ανθό μόλις θα δέσει.

Λίβας πυρπολητής τον κεραυνώνει

και τον αλέθει στις μυλόπετρες του ανέφικτου.

Για να μην ανθίσει, να μην ακουστεί

ο προαιώνιος πόθος:

«Επί γης ειρήνη!»

 

Ανέστιο, λαβωμένο και ανεκπλήρωτο,

το Μήνυμα πλανάται ανά τους αιώνες.

Χωρίς να βρίσκει χώμα να καρπίσει. Και το Βρέφος,

το Θείο Βρέφος σέρνει το σταυρό του,

και στρατιές αγγέλων σέρνουν το σταυρό τους,

και στρατιές ανθρώπων σέρνουν το σταυρό τους

Χωρίς να βρίσκουν τόπο να σταθούν και ν’ αναρτήσουν

το Αστέρι της Ανατολής.

Οι εποχές αναδιπλώνονται, και περιφέρουν

τα ματωμένα πέλματά τους. Οι οδοιπόροι της Ειρήνης,

οι στρατοκόποι της Αγάπης απελπίζονται.

 

Ώ, πόσο αργεί να φέξει τούτ’ η νύχτα!

Πόσο αργεί να ξημερώσει στις καρδιές!

 

Κι ωστόσο

κάθε που τ’ άστρο ταξιδεύει προς τη Βηθλεέμ

μέσα στη μαύρη νύχτα και στην παγωνιά,

κάθε που απ’ τη φάτνη των αλόγων εκτοξεύεται

του Θείου Βρέφους η προαιώνια φωνή,

σημαίνουνε χαρμόσυνα τα σήμαντρα της προσδοκίας

κ’ οι άγγελοι σαλπίζουνε το μήνυμα στην οικουμένη:

«Ειρήνη! Ειρήνη!»

 

Οι άνθρωποι στολίζουνε το δέντρο της ελπίδας τους,

στα μάτια των παιδιών αγιάζονται ανοιξιάτικοι ουρανοί,

στα χέρια των ποιμένων αφυπνίζονται τα όνειρα,

μυριάδες χείλη διψασμένα ψιθυρίζουν:

 

«Δε θ’ αργήσει να φέξει τούτ’ η νύχτα

Δε θ’ αργήσει να ξημερώσει στις καρδιές!».

    ΚΩΣΤΑΣ  ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ

Περιοδικό ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΣΤΕΓΗ τεύχος 22/ Χριστούγεννα 1974. Χρόνος Ι΄. σ. 163-164

ΠΑΙΔΙΚΕΣ  ΜΝΗΜΕΣ

     Κρητική ηθογραφία

του Βελισσάριου Μουστάκα

          Λίγα χρόνια είχαμε εγκατασταθεί στη Χώρα-άς μην είμαστε ποτέ κατεβασμένοι από το χωριό-κι  όταν σίμωναν χρονιάτικες μέρες το αναζητούσα με περισσότερη νοσταλγία.

          Άς ήταν τώρα με λιγότερες στερήσεις η ζωή μας… Αφού δεν είχα ψάλει τον Επιτάφιο και το Χριστός γεννάται, δοξάσετε στην εκκλησία πούχε βαφτιστεί ο πατέρας μου, τ’ αδέλφια μου, εγώ, αφού δεν ξεκίνησα μες στη νύχτα σαν τους Μάγους και τις Μυροφόρες, δεν μπορούσα να λογαριάσω τις μεγάλες μέρες. Λαμπρή χωρίς Ιούδα και Χριστούγεννα δίχως χιόνια στις καμινάδες των σπιτιών και στο καμπαναριό του Τίμιου Σταυρού; Ήμουν αθεράπευτα ρομαντικός που ήθελα το σχετικό διάκοσμο των αγίων ημερών. Έτσι θα μπορούσα να συνειδητοποιήσω καλύτερα το νόημα και το μήνυμα που μας έφερναν.

          Παραθαλάσσια η καινούργια πατρίδα και δεν έπιανε ποτέ χιόνι και γω λαχταρούσα σαβανωμένη την πλάση. Τα κυπαρίσσια να τρίζουν από το βάρος του χιονιού και το φεγγάρι να σεργιανά στα σύννεφα. Είχα αποφασίσει λοιπόν να κάνω Χριστούγεννα στο χωριό. Θα γύριζα στο προγονικό σπίτι. Στο τζάκι μας με τη γιαγιά και τα ξαδέρφια, θα ζέστανα τα όνειρα και θα έβλεπα στον «ανήφορα» τα καλλικατζαρούδια που χόρευαν.

Δεν άντεχε άλλη δοκιμασία η νοσταλγία μου.

          Άλλοι ξεκινούσαν απ’ την άκρη του κόσμου για να βρεθούν την άγια νύχτα στο χώρο των παιδικών αναμνήσεων και γιατί εγώ να μή βρίσκομαι εκεί που με χώριζε μόνο τρείς ώρες δρόμος…

          Με το κλείσιμο του σχολείου ανακοίνωσα την πεθυμιά μου. Παρακάλεσα θερμά…

          Χριστούγεννα κάνει όλος ο κόσμος στα σπίτια του, ήταν η αυστηρή απάντηση του πατέρα.

          Και συνέχισε: -Πού θα πάς μ’ αυτό το κατακαίρι. Το χιόνι θάχει κατεβεί στο χωριό…

          Και η μάνα συμπλήρωνε:

          -Και δω θα περάσουμε ωραία τα Χριστούγεννα. Γλυκά, παιχνίδια, η γιορτή του μπάρμπα σου. Στο χωριό θα πας παιδί μου ν’ αποκλειστείς μέσα, μέρες πούναι;

          Δεν ξέρω αν τα λόγια αυτά μου τάλεγαν για να μου «γυρίσουν τα μυαλά» ή άρχισε στο δικό των μυαλό να φυσαουρίζουν η «αστυφιλία» και να ξεχνούν την ποίηση και την αγνότητα του χωριού.

          -Και τα κάλαντρα; Θα χάσεις τα κάλαντρα, θυμήθηκε πάλι ο πατέρας.

          Τα κάλαντρα δεν θα τάχανα: μόνο που οι εισπράξεις των δεν θα γίνονταν παπούτσια ή ντρίλινα πανταλόνια. Θα γίνονταν μέσο για την πραγματοποίηση του χριστουγεννιάτικου ονείρου…

          Αξημέρωτα βγήκα στις ρούγες και στους δρόμους της μικρής πολιτείας. Ένιωθα την τσέπη μου να βαραίνει. Κάθε τόσο την άδειαζα και μετρούσα την «είσπραξη». Σε κάθε ήχο της κάθε δραχμής, ηδονιζόμουν σαν τον παπά, που ακούει να πέφτουν στο δίσκο της εκκλησίας τα δίδραχμα των πιστών. Πέντε δραχμές ακόμα θα έβγαζα το εισητήριο.

          Η ώρα περνούσα και άρχιζα ν’ ανησυχώ. Χτύπησα την πόρτα της θειάς και νονάς μου, και άρχισα με όσο ταμπεραμέντο διάθετε η φωνή μου:

          Καληνεσπέρα άρχοντες, αν είναι ορισμός σας, Χριστού τη θεία γέννηση να πω στ’ αρχοντικό σας. Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλει…».

          -Η νόνα πρόβαλε στο κεφαλόσκαλο:

          -Μπράβο παιδί μου και του χρόνου! Με το δίκιο της η μάνα σου θέλει να σε κάνει «Δεσπότη!!»

          Δεν ήξερε η φτωχή πώς η φωνή, δεν κάνει μόνο Δεσποτάδες. Χρειάζονται τόσα άλλα!!

-Μπράβο παιδί μου, ξαναδεφτέρωσε η νονά, και απόθεσε στη φούχτα μου, που έτρεμε κείνη την ώρα απ’ το κρύο και τη συγκίνηση, ένα δεκάρικο. Ένα ολόκληρο ασημένιο δεκάρικο. Τέτοιο λαβράκι δεν περίμενα…

          Φίλησα το χέρι της με πολλή θερμότητα και σεβασμό και κατέβηκα τρέχοντας δυό- δυό τα σκαλοπάτια του νοικοκυριού της.

          Σαν πέρασαν οι πρώτοι ενθουσιασμοί κατάλαβα πώς «η γενναιοδωρία» της νονάς ήταν καλόπιασμα για να τη βοηθούσα με μικροθελήματα στη γιορτή του θείου.

          Άς με περίμενε… Την ώρα που θα στρωνόταν το πλούσιο τραπέζι στη μεγάλη τραπεζαρία με συνδαιτημόνες τις «αρχές» της «μικράς κωμοπόλεως» -το δήμαρχο, τον Αστυνόμο, τον παπά- Γιάννη, τον Τελώνη, το Λιμενάρχη, τους συναδέλφους της δασκάλους με τις γυναίκες των- εγώ θα ρέμβαζα στην κουτσουροθρεμμένη φωτιά με τις κόκκινες, τις πράσινες και τις γαλάζιες ανταύγειες.

          Και θ’ άκουγα τη γιαγιά να διηγείται ιστορίες για Τούρκους, για Χριστούγεννα σκλάβων για το άστρο της γέννησης, για τους αγγέλους που είδε με τα μάτια της, όταν ήταν αγνή παιδούλα, ν’ ανεβοκατεβαίνουν στο χειμαδιό της μιάν άγια νύχτα.

          Πήγα στο κατάλυμα της παληάς δημαρχίας να μετρήσω τις εισπράξεις. Ξεπερνούσαν το εισιτήρια, το δίσκο και το κερί του Τιμίου Σταυρού και μούμειναν μερικές δραχμές για μικροδωράκια στα ξαδέρφια μου. Στο χωριό δεν χαραμίζουν τάλληρα και δίδραχμα για τέτοιες «ψευτιές».

          Πόσο είχα κλάψει για τέτοια άχαρα Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιές δίχως την ευδαιμονία του παιχνιδιού!!... Σ’ αυτό το σοκάκι κάθονταν συγγενικά πρόσωπα και οι εισπράξεις μου θ’ αυγάτιζαν. Τώρα θα μπορούσα να πάρω στην ξαδέρφη μου τη Γιωργία μιά κούκλα. Ορφανό το έρημο, από πού να περιμένει;

          Έτρεξα να προλάβω τ’ αυτοκίνητο του χωριού. Έφευγε στις 3. Μόλις το πρόλαβα. Με το Κατσουλάκι που μάθαινε μαραγκός διαμήνυσα στη μάνα μου, πώς πήγαινα να κάνω Χριστούγεννα στο χωριό.

          Στ’ αυτοκίνητο συνάντησα κι άλλους χωριανούς.

-Πώς τόπαθες και μας θυμήθηκες; Φύγατε απ’ το χωριό και ρίξατε πέτρα πίσω σας.

-Τί να πεθυμήσουν βέβαια, πετάχτηκε ο Λιαγιάννης, με παράπονο. Τη φτώχεια ή τη στερημένη ζωή μας;

Εγώ αναστέναζα βαθιά και λυπόμουν βαθύτατα για τον πόθο της φυγής- την αγιάτρευτη αρρώστια που έδερνε τη μικρή κοινωνία μας.

Σκοτείνιαζε σαν φτάσαμε στο Κατοχώρι. ‘Ως εδώ έφτανε ο δρόμος. Από κει μία ώρα πεζοπορία ως το χωριό! Με προεκλογικές υποσχέσεις δρόμοι και σκολειά δεν γίνονται…

Είχαν ανάψει απ’ ώρα τα λυχνάρια. Τα γουρούνια τα είχαν κρεμασμένα στα κελάρια και τα χριστόψωμα είχαν ξεφουρνιστεί σαν φτάξαμε στο χωριό. Μερικές παιδιάστικες φωνές μισοσβησμένες των καλαντριστάδων ακούγονταν στα Σφιγκιανά, μαζί με τ’ αλυχτίσματα σκύλων.

Το χωριό ετοιμαζόταν να υποδεχτεί το Χριστό που γεννιόταν απόψε. Πόση ευτυχία ένιωσα στην υποδοχή των δικών μου, στη χαρά των ξαδερφακιών μου για τα μικρά δώρα που φέρνουν μεγάλη χαρά, στη θαλπωρή του τζακιού πού ήταν φορτωμένο από θρύλους, παραμύθια, χριστουγεννιάτικες ιστορίες και λίγο χιόνι που γλίστρησε απ’ την καμινάδα.

Τη χριστουγεννιάτικη ευδαιμονία μου τη φαρμάκωσε το γεγονός πώς η λειτουργία φέτος έπεφτε στο Λούλο και κανείς απ’ το χωριό δεν θα πήγαινε στην Αγία Τριάδα.

Ήταν στα μαχαίρια γιατί το Σφιγκάκι που βγήκε δήμαρχος, μπόρεσε με τη βοήθεια «σύντεκνου» του βουλευτή να πάρουν απ’ το χωριό το σχολειό.

Και γώ πού δεν ήμουν «στα μαχαίρια» με τους Λουλιώτες κ’ ήθελα ν’ ακούσω πώς «η Παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει», έπρεπε να οδοιπορήσω μές στα χιόνια, κάτω απ’ τ’ άστρα, μές στη θεοσκότεινη νύχτα, σαν τους Μάγους και τους ποιμένες, να προσκυνήσω το νεογέννητο Χριστό.

Το Σκουμπάκι, που έκανε τον ψάλτη, σαν «τέως Πρόεδρος» της σχολικής Εφορίας που ο δήμαρχος διέλυσε, και σαν φανατικός Αλετρουβαριώτης, δεν θα πήγαινε στη «λειτουργία» των Λουλιωτών. Έτσι όλη η ψαλμουδιά θα έβγαινε απ’ τα χείλη μου απ’ τον «Πολυέλαιο» ως τους κανόνες με το «κάθισμα του Ρωμανού» η «Παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει», ως τα μεγαλυνάρια και τη δοξολογία. Ο μικρός Παπαδιαμάντης που από παιδί έκλεινα μέσα μου άρχιζε να ξυπνά…

Πώς όμως θα πήγαινα μόνος μες στο κρύο και τη σκοτεινιά; Χτύπησα σ’ όλα τα σπίτια, ζητώντας συντροφιά. Όλοι λυπόνταν γιατί είχαν νηστέψει και ήθελαν να κοινωνήσουν και ν’ ακούσουν τη λειτουργία.

Ο εγωισμός των όμως και το «κρητικό φιλότιμο» δεν έλεγε να δώσει τόπο στην οργή και άς ξημέρωνε τέτοια μέρα αγάπης και συγγνώμης.

Άρχισα να θλίβουμαι που θα έκανα Χριστούγεννα δίχως χριστουγεννιάτικη λειτουργία. Ήθελα να ψάλλω και να κοινωνήσω.

Τί θ’ άξιζε νάκανα Χριστούγεννα με τον παπά- Νταμπάκη και τους χωριανούς μου και να ‘ψελνα το «Χριστός γεννάται δοξάσατε Χριστόν εξ ουρανού απαντήσατε»!

Η «λάλη» μου με λυπήθηκε. Μούδωσε κουράγιο. Ετοίμασε μιά δάδα από κουρέλια που τα μούσκεψε στο λάδι. Βρήκε κ’ ένα ράσο για να μην ξεπαγιάσω και προσπάθησε να διασκεδάσει τους φόβους μου. Είχε το κουράγιο ν’ αποκηρύξει όλα τα παραμύθια, τις χριστουγεννιάτικες ιστορίες, τους θρύλους με τα φαντάσματα, τα καλλικατζαρούδια,  τ’ αερικά και τους καταχανάδες.

Μου μαρτύρησε πώς όλα τούτα είναι ψέματα που τάπλασε η φαντασία των προγόνων, και δεν πρέπει να τα φοβάμαι. Ύστερα βραδιά που είναι όλα μερεύουν και κουρνιάζουν στα σπλάχνα της γης.

Έτσι, ψυχωμένος τώρα, μπορούσα να ξεκινήσω, να μπω στα λιόφυτα τα θεοσκότεινα, ν’ ανέβω σε βουνά, να ροβολήσω στα ρέματα και στις χαράδρες σαν τους Μάγους και τους ποιμένες. Ή μήπως κι αυτοί είναι ψέματα;

-Άχ καημένη γιαγιά γιατί να γκρεμίσεις όλον αυτόν τον κόσμο του μύθου, της ονειροφαντασίας και της μαγείας που έκρυβα μέσα μου!!

Μα όχι δεν μπορούσε παρά νάναι αληθινοί οι «αγραυλούντες ποιμένες»,  οι άγγελοι με τις λύρες, τ’ αστέρια με την κεροδασιά τ’ ουρανού, οι Μάγοι που οδοιπορούσαν στην σκοτεινή νύχτα αναζητώντας το μικρό Χριστό. Μπορεί κιόλας να πέρασαν από το σταύλο του μπάρμπα μου απόψε και νάριξαν μιά ματιά στα ζωντανά.

Είχα δει κάμποσα όνειρα και είχα πάρει μερικούς ύπνους στο τζάκι δίπλα, που όλη νύχτα φεγγοβολούσε και σπίθιζε, όταν άκουσα το σήμαντρο της Αγίας Τριάδας. Χτυπούσε γλυκά μες στη σιγαλιά της νύχτας.

Άς χτυπάς έρημο, συλλογίστηκα και άς καλείς τον κόσμο όλο να γιορτάσει τη γέννηση του Θεανθρώπου. Αυτός κατέβηκε στη γη ανάμεσα σε άλογα και σε βόδια μα οι ψυχές των  ανθρώπων έγιναν τόσο σκληρές που δεν είναι άξιες να δεχτούν το μήνυμα της αγάπης και της συγγνώμης του.

Και ψιθύρισα: «Εσύ, Χριστέ μου, γεννήθηκες στον αχερώνα και συχώρεσες τους σταυρωτές Σου μα οι Αλετρουβιώτες δεν συχωρούν τους Λουλιώτες που τους άρπαξαν το σχολειό… Δεν καταδέχονται νάρθουν στην εκκλησιά να προσκυνήσουν Εσένα που απόψε γεννιέσαι».

…Χάλασε ο κόσμος, Θεέ μου! Χάλασε!! Άλλοι ξεκίνησαν από την Ανατολή, μήνες δρόμο, να ‘ρθουν με δώρα να πέσουν στα πόδια Σου. Και ένα μικρό παιδί, αψηφώντας τη βαρυχειμωνιά και το φόβο, ξεκινά ν’ ακούσει το «Χριστός γεννάται» και να δοξολογήσει με τους «εχθρούς» του χωριού του… τη γέννησή Σου.

     Το  φεγγάρι δεν είχε βγει ακόμα και ο δρόμος δεν ήταν εύκολος. Καθένας χαράζει μονοπάτια και κονταρίδες να πηγαίνει στα κτήματά του και πολλές φορές χάνεις τον πραγματικό δρόμο. Ένα κρύο δυνατό κατέβαινε απ’ την κορφή της Μαραθοκεφάλας που σε περουνιάζει ως το μεδούλι. Ο πάπυρος της γιαγιάς δεν άντεξε το βοριαδάκι. Πέρασα την «Αλυσουδερή» με τα πέντε πηγάδια. Αν ήταν μέρα θάβλεπα «κοπελιές» και «γράδες» με τις στάμνες στον ώμο.

          Ύστερα ανηφόρισα στην καστανιά και βρέθηκα στις μοναστηριακές ελιές. Τέσσερα- πέντε μονοπάτια, διασταυρώνονται. Πήρα το φαρδύτερο που θ’ μ’ οδηγούσε αμέσως στής «Παπαδιάς τ’ αλώνι» απ’ όπου θ’ αγνάντευα το χωριό και θα προσανατολιζόμουν.

          Όσο βάδιζα τόσο όμως και έμπαινα σε μιά χαράδρα με θεόρατες ελιές και πλατάνια. Ήταν ολοφάνερο πώς είχα χάσει το δρόμο, πώς βρισκόμουν στο ρέμα της Παναγιάς. Άκουσα το χείμαρρο που κατέβαινε από το βουνό. Ένας κρύος ιδρώτας με περίλουζε και ο φόβος μαζί με το κρύο περουνιάζει το φτωχό μου σαρκίο.

          Κάτι ιστορίες για σαραντάπηχους και τελώνια ήρθαν στο νού μου. Έκανα ν’ αρχίσω τις φωνές. Αυτό θάταν χειρότερο.

          Κοίταξα τον ουρανό π’ άρχισε να ξαστερώνει και να γεμίζει μ’ άστρα και άρχισα να ψέλνω όσα τροπάρια θυμόμουν απ’ τον παρακλητικό κανόνα.

          Άφησα το ρέμα κι άρχισα να σκαρφαλώνω στα βράχια, όταν μέσα στην απελπισιά μου, διάκρινα στην κορφή του αντικρινού βουνού φωτιές. Θάναι βοσκοί συλλογίστηκα με χαρά και άρχισα να φωνάζω.

          -Έ χωριανοί!! Βοήθεια, έχω χάσει το δρόμο.

          Ακούμπησα σ’ ένα βράχο και περίμενα απάντηση. Καμιά. Η απελπισμένη φωνή μου πνιγόταν στη βοή του χείμαρρου.

          Κουρασμένος, ολομούσκευτος, άρχισα ν’ ανεβαίνω το βουνό με οδηγό τη φωτιά που έμοιαζε με φεγγοβόλο μάτι της νύχτας. Σε λίγο βρισκόμουν στην κορυφή του Καστελιού, ανάμεσα σε βοσκούς που μ’ υποδέχτηκαν χαρούμενο.

          Ήταν το χειμαδιό ενός μπάρμπα μου. Βρήκα το «σιμοισοακάτορά» του το Μαθιό- βοσκό από μωροπαίδι-, το γιό του το Νικολή, σιόκαιρό μου και φίλο μου. Περίμεναν να ξημερώσει ακόμα για να ξεμαντρίσουν τα πρόβατα.

     Απόψε δεν κοιμόνταν, έμεναν ξάγρυπνοι, ανάμεσα στο ειρηνικό τους βασίλειο-πού και κείνο ξαγρυπνούσε-, μετρώντας τ’ αστέρια τ’ ουρανού, πίνοντας τσικουδιά και λέγοντας ιστορίες.

          Ήταν οι ίδιοι οι ποιμένες που «αγραυλούσαν» πρίν χιλιάδες χρόνια σε μιά πλαγιά της Βηθλεέμ. Και γώ ήμουν ένας μικρός μάγος που βάδιζα μες στο κατακαίρι και τη νύχτα για να προσκυνήσω το μικρό Χριστό.

          Αφού ξεμάργωσα στην κουτσουροθρεμμένη φωτιά και στη φλάσκα με την τσικουδιά, ξεκίνησα. Σύντροφο είχα το Νικολάκη. Ο Νικολάκης ήταν από τη Παναγιά και μπορούσε ν’ ακούσει το «Χριστός γεννάται» των Λουλιωτών.

          Βιαστήκαμε γιατί είχαμε αργήσει και ο καιρός έδειχνε πώς θα δυναμώσει.

     Σε λίγο αυγόριζε ο Λούλος και η εκκλησιά στη μεσοχωριά, που μόλις φωτιζόταν από λίγα καντήλια, τον πολυέλαιο και τα κεριά. Μές στην άγια νύχτα έβλεπες μερικά φώτα των οδοιπόρων που πήγαιναν ν’ ακούσουν την λειτουργία, και των σπιτιών καθώς ξυπνούσαν οι άντρες και τα παιδιά, για την εκκλησία. Οι γυναίκες, όσες είχαν κοινωνήσει, θα παρέμεναν στο σπίτι για τη χριστουγεννιάτικη σούπα.

          Όταν μπήκα στην Αγία Τριάδα νόμισα πώς βρισκόμουν στον παράδεισο. Προσκύνησα την ξεβαμμένη εικόνα του Δωδεκαβάγγελου με την Γένεση, άναψα το κερί μου και πρίν προλάβω ν’ ανεβώ στο στασίδι του ψάλτη πού ήταν άδειο-ο γέρο Μαζάνης μόνο κανοναρχούσε στη γωνιά- άρχισα τα «Μεγαλυνάρια», πού ήταν η σειρά τους.

          Ο παπά-Νικόλας βγήκε ξαφνιασμένος στην Αγία Πύλη για τον αναπάντεχο βοηθό του. Χάϊδεψε ικανοποιημένος την ολόλευκη γενειάδα του-πού είχε λευκανθεί, «εν Κυρίω»- μπήκε στο Ιερό και συνέχισε τη λειτουργία του.

          Ένιωθα τώρα την καρδιά μου να πλημμυρά από καλοσύνη και ευτυχία. Θάρρεψα πώς είχα σιμώσει στη φάτνη της Βηθλεέμ…

     ΒΕΛΙΣΣΑΡΙΟΣ  ΜΟΥΣΤΑΚΑΣ

Περιοδικό ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΣΤΕΓΗ, χρόνος ΙΔ΄, τόμος Δ΄. τχ. 26/Χειμώνας 1979., σ. 287-291.

Σημείωση:

          Στην τελευταία μας ανάρτηση στα Λογοτεχνικά Πάρεργα είχαμε γράψει και μιλήσει και αναρτήσει τις απόψεις μας για την δημόσια πνευματική εικόνα και το διηγηματικό και τεχνοκριτικό έργο του πειραιώτη διηγηματογράφου Βελισσάριου Μουστάκα. Ενός ταλαντούχου συγγραφέα από την Σούδα Χανίων της Κρήτης (29/6/1929- Πειραιάς 17/6/1985) ο οποίος μετά την μόνιμη εγκατάστασή του στην Πόλη μας, χάραξε με αγάπη τα εμπνευσμένα πνευματικά του ίχνη στην πόλη μας, τον Πειραιά. Μην έχοντας πλέον τις δύο συλλογές με τα «Διηγήματά του»- ώστε να δω ποια από τα δημοσιευμένα διηγήματά του περιλαμβάνονται στα δύο βιβλία του- περιοριστήκαμε στην συμμετοχή του στο περιοδικό «Φιλολογική Στέγη» του ομώνυμου Σωματείου που υπήρξε παλαιό μέλος του. Αποδελτιώσαμε τα δημοσιεύματά του, δίχως να δώσουμε δείγμα της γραφής του.

     Πλησιάζοντας οι Εορτές του Δωδεκαημέρου, Χριστούγεννα- Πρωτοχρονιά…, μεταφέρουμε στο παρόν σημείωμα τις ηθογραφικές του παιδικές αναμνήσεις από την Μεγαλόνησο. Επιλέξαμε το παρόν διήγημα πρώτον, γιατί η εορτή των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς είναι άμεσα συνδεδεμένη με τα παιδικά μας χρόνια και τις ευτυχισμένες ξέγνοιαστες αναμνήσεις. Στολισμός χριστουγεννιάτικου δένδρου με μπαμπάκι να θυμίζει χιόνι, μπάλες και άλλα μικρά στολίδια, πολύχρωμα μικρά λαμπιόνια και το άστρο στην κορφή, την φάτνη στην βάση. Προετοιμασία και πλάσιμο γλυκών και κουλουριών, στάλσιμο του ψητού φαγητού μέσα σε μαύρη μεγάλη λαμαρίνα να ψηθεί. Επικόλληση πάνω στα τζάμια των παραθύρων μικρών ασημοστολισμένων ζωγραφιών-τα γνωστά μας αγγελάκια-προσφορά και ανταλλαγή δώρων από μέλη της οικογένειας, ψαλμωδίες και δοξαστικά των εκκλησιών. Το Κοντάκιο του Ρωμανού του Μελωδού «Η Παρθένος σήμερον…..» που σιγοψιθυρίζονταν. Κατά μόνας ή με μικρές φιλικές παρέες επίσκεψη από γειτονιά σε γειτονιά και να λέμε τα Κάλλαντα και να μας φιλεύουν οι νοικοκυραίοι φοινίκια ή κουραμπιέδες και πενταροδεκάρες. Ο δεύτερος λόγος της επιλογής, στάθηκε η εσωτερική αναφορά του Β. Μουστάκα ο οποίος από μικρό  παιδί αγαπούσε τον κυρ Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη και το έργο του, και θεωρεί τον εαυτό του «έναν μικρό  Παπαδιαμάντη». Εκλεκτικές συγγένειες εκ μέρος ενός Κρητικού ηθογράφου διηγηματογράφου και λαογράφου που δηλώνει τις αναγνωστικές του προτιμήσεις και στιλ γραφής. (Εδώ να αναφέρουμε ότι απουσιάζει από τα διηγήματά του η Καζαντζακική παρουσία και φωνή). Δεν θέλησα να καταφύγω σε Λεξικό και να ερμηνεύσω τις Κρητικές του λέξεις και φράσεις. Τις αφήνω αυτούσιες όπως γράφονται μια και ούτε ο διηγηματογράφος θέλησε να μας τις εξηγήσει όταν δημοσίευσε τις παιδικές του μνήμες. Εξάλλου όσοι πειραιώτες έλκουν την καταγωγή τους από την «παντέρημη Κρήτη» όπως θα μας έλεγε ο Παντελής Πρεβελάκης, θυμούνται και γνωρίζουν οι λέξεις αυτές τι σημαίνουν.

     Για τον πειραιώτη Σπύρο Γ. Μακρή (1899- 9/8/1989) της γνωστής οικογένειας του ιερέα Γεωργίου Μακρή του αγίου Βασιλείου, στοιχεία και πληροφορίες έχουμε δώσει στην ανάρτησή μας της 18 Απριλίου 2021.

    Όσο για τον πειραιώτη καθηγητή Γαλλικών, ποιητή, μεταφραστή και τεχνοκριτικό, αγωνιστή δημοκράτη Κώστα Θεοφάνους (1919-1/4/2008), (προσφυγόπουλο από την Μικρά Ασία) έχουμε γράψει σε πειραϊκά έντυπα και έχουμε μιλήσει αρκετές φορές και έχουμε αναρτήσει δημοσιεύματά του και ποιήματά του στα Λογοτεχνικά Πάρεργα. Εδώ, επιλέξαμε ένα χριστουγεννιάτικο ποίημά του με αντιπολεμικό κλίμα. Το ζήτημα της παγκόσμιας «Ειρήνης» μεταξύ των ανθρώπων και των λαών της γης είναι ένα μοτίβο που απασχολούσε τον πειραιώτη ποιητή και τεχνοκριτικό, το συναντάμε στα ποιήματά του και στις δημόσιες αγωνιστικές πολιτικές εκδηλώσεις του. Του καταδικασμένου σε θάνατο από τους κατακτητές.

          Έδωσα τρία διαφορετικά δείγματα πειραιωτών δημιουργών με κοινό σημείο αναφοράς την εορταστική περίοδο.

          Ανοίγοντας το πρωί το ραδιόφωνο άκουσα τρείς ειδήσεις που μου αποτυπώθηκαν. Πρώτη: ενάμισι εκατομμύρια στρατιώτες και πολίτες έχουν σκοτωθεί μέχρι σήμερα στον πόλεμο Ρωσίας- Ουκρανίας. Δεύτερη μέχρι σήμερα έχουμε τεσσεράμισι εκατομμύρια Ουκρανών προσφύγων που εγκατέλειψαν την πατρίδα τους. Και Τρίτη το Ελληνικό Λιμενικό διέσωσε σκάφος κοντά στην Γαύδο με 545 μετανάστες. Θάνατος της μητέρας του κυρίου Βαγγέλη Μαρινάκη ευεργέτη της πόλης και πρώτου σε ψήφους εκλεγμένου δημοτικού συμβούλου για αρκετές τετραετίες. Να μιλήσουμε για τα οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά σκάνδαλα που ταλανίζουν την χώρα; Τον αγώνα των Αγροτών που συνεχίζεται.

Να ευχηθούμε Καλές Γιορτές;

Το πάρτι της ζωής συνεχίζεται με την εξτρίμ πάντα ενδυμασία του πειραιώτη κυρίου Λάκη Γαβαλά.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς

Παρασκευή 19/12/2025.                  

Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2025

Ο διηγηματογράφος Βελισσάριος Μουστάκας

 

ΒΕΛΙΣΣΑΡΙΟΣ  ΜΟΥΣΤΑΚΑΣ

(Σούδα Χανίων 29/6/1929- Πειραιάς 17/6/1985)

      Λυρικός διηγηματογράφος, χαρισματικός γραφιάς, άξιος εκπρόσωπος της Κρητικής ηθογραφικής πεζογραφικής παράδοσης. Γερή και ταλαντούχα αρθρογραφική πένα, τεχνοκριτικός με αξιώσεις, έκανε την πρώτη του (;) επίσημη δημόσια εμφάνιση στο λογοτεχνικό στερέωμα στα Κρητικά χώματα καταγωγής του στα Χανιά την δεκαετία του 1950 από τον Ραδιοφωνικό Σταθμό Χανιών στην εκπομπή «Λογοτεχνικό τέταρτο» αφήνοντας άριστες εντυπώσεις. Τα κείμενά του στις εφημερίδες «Νέα Εποχή» και «Εθνική» των Χανίων προσέχτηκαν και σχολιάστηκαν από τους Κρήτες αναγνώστες καθώς και οι συμμετοχές του σε τόμους της «Κρητικής Πρωτοχρονιάς», έντυπα της Μεγαλονήσου με πανελλαδική αναγνωστική «ακτινοβολία». Το εμπνευσμένο στίγμα της γραφής του το εμφάνισε και στην πόλη μας τον Πειραιά, με τα δεκάδες δημοσιεύματά του όταν μετοίκησε και εγκαταστάθηκε μόνιμα στο πρώτο Λιμάνι από το 1954 μέχρι τον θάνατό του, το Καλοκαίρι, 17 Ιουνίου 1985 στο «Τζάνειο Νοσοκομείο Πειραιά» έπειτα από σύντομη αρρώστεια. Εξίσου άριστες εντυπώσεις άφησε και στους λογοτεχνικούς και καλλιτεχνικούς κύκλους του Πειραιά σε όλο το διάστημα του βίου του, η καλοκάγαθη φυσιογνωμία του, το ήρεμο και πράο του χαρακτήρα του, η διακριτική αλλά έντονη παρουσία του, η συγγραφική του δημοσιογραφική εργατικότητα και η εν γένει πολιτιστική του δραστηριότητα και προσφορά στην Πόλη μας, σαν ένα από τα παλαιότερα σταθερά μέλη του Σωματείου της «Φιλολογικής Στέγης Πειραιά» την οποία υπηρέτησε με αυταπάρνηση και αφοσίωση από τις διάφορες θέσεις στις οποίες εκλέγονταν. Ως γενικός γραμματέας (1960-1964), ως αντιπρόεδρός της (1966-1972) και ως απλό μέλος. Βλέπε τεύχος 33/Καλοκαίρι 1985, σ.303 του ομώνυμου περιοδικού: «Βαρύτατο πένθος της «Στέγης»- Βελισσάριος Μουστάκας (1929- 17/6/1985)» και αποχαιρετιστήριο λόγο του τότε προέδρου Γιάννη Ε. Χατζημανωλάκη. Τα συγκινητικά αποχαιρετιστήρια λόγια που εκφωνήθηκαν την επομένη 18/6/1985 στην εξόδιο ακολουθία του στον Ιερό Ναό της Αγίας Σοφίας Πειραιά και τα θερμά χειροκροτήματα του συγκεντρωμένου πλήθους καθώς έβγαινε το κιβούρι από την Εκκλησία και συνοδευόμενο οδηγούνταν προς το κοιμητήριο της Ανάστασης για να ταφεί. Επιβραβευτικά ήταν και τα δημοσιεύματα που γράφτηκαν στον πειραϊκό ημερήσιο τύπο-μετά την αναγγελία του θανάτου του- και τα υπέγραφαν γνωστοί λόγιοι και συγγραφείς της Πόλης. Είναι όχι δεκάδες αλλά εκατοντάδες τα δημοσιεύματα του Βελισσάριου Μουστάκα στον πειραϊκό και όχι μόνο τύπο τα οποία παραμένουν ακόμα σκόρπια, διάσπαρτα, αθησαύριστα. Σταθερή ήταν η συνεργασία του με τις τοπικές εφημερίδες «Χρονογράφος», «Η Φωνή του Πειραιώς», «Ελληνική Ώρα», «Νέοι Σκοποί» και σε άλλα έντυπα καθώς και σε λογοτεχνικά περιοδικά του Πειραιά και της Κρήτης. Ο πειραιώτης λυρικός διηγηματογράφος- ηθογράφος με λαογραφικές φλέβες δεν έκοψε ποτέ τις επαφές του αν και διέμενε μόνιμα στον Πειραιά από το 1954 με την Κρήτη. Διατηρούσε σχέσεις με την Κρητική κοινότητα και τα Κρητικά σωματεία του Πειραιά. Όσοι έχουν διαβάσει τα δύο βιβλία με τα διηγήματά του που κυκλοφόρησε, τις πεζογραφικές συμμετοχές του στα διάφορα έντυπα και το περιοδικό «Φιλολογική Στέγη» διαπιστώνουν αμέσως ότι ο Χανιώτης συγγραφέας Βελισσάριος Μουστάκας δεν λησμόνησε ποτέ τις Κρητικές του ρίζες. Την προφορική του λαλιά που άκουσε και έμαθε από παιδί κοντά στους γονείς του και το οικείο περιβάλλον που μεγάλωσε. Την διάλεκτο και την ιδιαίτερη χρήση λαλιάς της Κρητικής προφοράς, ηχητικότητας λέξεων, χρωματικών εκφράσεων που ξεχωρίζουν αμέσως και υιοθετούσε στις συνομιλίες του. Λέξεις με ειδική ακουστική και ορθογραφική βαρύτητα και μουσικότητα, προερχόμενες από τα βάθη του Κρητικού γλωσσικού χρόνου της ιδιαίτερης παράδοσης και χρησιμοποιούσε εμπλουτίζοντας την γραφή του, τα Χριστουγεννιάτικα, Πρωτοχρονιάτικα, Πασχαλινά Διηγήματά του, τα ιστορικά του χρονικά (βλέπε ολοκαύτωμα του Αρκαδίου, αφιερωμένο στον Παντελή Πρεβελάκη) τα τεχνοκριτικά του σημειώματα και τα άλλα πεζά του των παιδικών και οικογενειακών του αναμνήσεων, συντάσσοντας πάντα την μικρή του ανθρώπινη περιπέτεια και αυτή των γενέθλιων χωμάτων του πινακοθήκη.

Ο Βελισσάριος Μουστάκας θεωρείται και υπήρξε κατά κοινή αποδοχή και ομολογία ο εμπνευστής της διοργάνωσης της πρώτης Έκθεσης Θαλασσογραφίας στην Πόλη μας από την «Φιλολογική Στέγη Πειραιώς» επί προεδρίας του ποιητή Γρηγόρη Θεοχάρη. Την περιπέτεια της πρώτης του συνάντησης με τον πρώτο πρόεδρο της ΦΣΠ-και με τον Α. Κωστέα- την περιγράφει σε κείμενό του 1965 και αναδημοσιεύεται στο αφιερωματικό τεύχος του περιοδικού της Στέγης. τχ. 43/1,2,3, 1988 "Η πεζογραφία του Γ. Θεοχάρη". Η σημαντική αυτή εικαστική κίνηση και εκθεσιακή παρουσία ήταν ενταγμένη μέσα στα πλαίσια του εορτασμού της διοργάνωσης εκδηλώσεων για την «Ναυτική Εβδομάδα» και πραγματοποιήθηκε στο Φουαγιέ του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά από 18 έως 30/6/1962 προσθέτοντας μεγάλη προβολή στο πρώτο Λιμάνι της χώρας και αίγλη στην Φιλολογική Στέγη Πειραιά. Του πιστώνεται επίσης και η μεταγενέστερη σημαντική του βοήθεια στην διοργάνωση και των κατοπινών Εκθέσεων Πειραιωτών Καλλιτεχνών μέχρι την απώλειά του. Συνολικά όπως αναφέρουν τα τεύχη του περιοδικού «Φιλολογική Στέγη» της πρώτης περιόδου και οι ανακοινώσεις και τα σχόλια στον τοπικό τύπο διοργανώθηκαν 24 Εκθέσεις μέχρι το 2008 που τερματίστηκε ο καλλιτεχνικός τους κύκλος και προσφορά στο φιλότεχνο και όχι μόνο Πειραϊκό κοινό. Η παρουσία του Β. Μουστάκα συναντάται σταθερά στην επιτροπή επιλογής των έργων μαζί με άλλα μέλη της Στέγης.

     Επιπρόσθετα, οφείλουμε να μνημονεύσουμε ότι έναν χρόνο πριν την πρωτοβουλία του Βελισσάριου Μουστάκα ως ενεργό μέλος της Φ.Σ., το 1961, ένας άλλος γνωστός στον πειραϊκό χώρο πειραιολάτρης, ο Αργύρης Κωστέας και η σύζυγός του Κυβέλη και ο πνευματικός κύκλος που είχε συγκεντρωθεί γύρω από αυτά τα παθιασμένα για την ιστορία και τον πολιτισμό της Πόλης μας άτομα, πρωτοστάτησε στην πρώτη υπαίθρια Έκθεση Πειραιωτών Καλλιτεχνών στους Κήπους της Τερψιθέας. Σε ειδικό διαμορφωμένο χώρο των Κήπων παρουσιάστηκαν σημαντικές Εκθέσεις με έργα σύγχρονων πειραιωτών κυρίως εικαστικών καλλιτεχνών και γλυπτών μιάς άλλης εικαστικής σπουδής και ματιάς. Παράλληλα με τις Εκθέσεις είχαμε και τις παρουσιάσεις Βιβλίων Πειραιωτών δημιουργών, όπως η μνήμη μας διατηρεί στις επισκέψεις μας μετά την μεταπολίτευση χρόνια δεκαετία του1980. Για τις Εκθεσιακές αυτές πρωτοβουλίες και δράσεις έγραψαν μεταξύ άλλων ο ποιητής Κώστας Ροδαράκης, ο Κώστας Θεοφάνους, ο Παύλος Μπαλόγλου, ο Βελισσάριος Μουστάκας, ο Στέλιος Γεράνης και όσοι ασχολήθηκαν με το Εικαστικό Πρόσωπο και παράδοση του Πειραιά, την διαχρονική προβολή του στα σχετικά δημοσιεύματά τους. Σε αυτήν την κατηγορία των τεχνοκριτικών της Πόλης μας στην οποία εντάσσονται και οι ομότιμοι πανεπιστημιακοί Μανόλης Βλάχος και Μάνος Στεφανίδης, ο ποιητής και μεταφραστής Κώστας Θεοφάνους. Ο πρώτος που κατέγραψε την Ζωγραφική διαδρομή και παράδοση του Πειραιά, ο γκαλερίστας Βαγγέλης Παυλόπουλος και η «Αίθουσα Τέχνης» του, εντάσσεται και η παρουσία του Βελισσάριου Μουστάκα δίχως πρόθεση σύγκρισης των εικαστικών τους σημειωμάτων και αποτιμήσεων των συμμετεχόντων έργων των καλλιτεχνών που έχουμε διαβάσει. Και κάτι ακόμα, στα παλαιά Πειραιώτικα πολιτιστικά στέκια της «ΣΤΟΑΣ» και του «ΝΩΕ», στο «Φουαγιέ» του Δημοτικού Θεάτρου, στην αίθουσα του Γαλλικού Ινστιτούτου και σε ορισμένους άλλους χώρους- όπως στην Δημοτική Πινακοθήκη μετά την μόνιμη εγκατάστασή της στο παλαιό κτήριο του Ταχυδρομείου επί της Φίλωνος- και σε άλλες του Δήμου αίθουσες (κάτω από το Δημαρχείο) διεξάγονταν τις προηγούμενες δεκαετίες σημαντικές Εκθέσεις που έφερναν το Πειραϊκό κοινό σε επαφή με έργα της διεθνούς πρωτοπορίας και εξέλιξης. Ονόματα γνωστά και αγαπητά στο διεθνές φιλότεχνο κοινό όπως αυτό του ισπανού Φραγκίσκου Γκόγια με τα σχέδιά του στο Δημοτικό Κτήριο επί της λεωφόρου Ηρώων Πολυτεχνείου, (απέναντι από την παλαιά ΕΥΔΑΠ) στου Βρυώνη. Να θυμηθούμε την αναδρομική έκθεση του θαλασσογράφου Κωνσταντίνου Βολονάκη στο Ναυτικό Μουσείο, του μπάρμπα Σπύρου Βασιλείου σε αίθουσες της σχολής «Ντιντάκτα», στο φροντιστήριο της γερμανικής γλώσσας του «Θωμά» επί της ΙΙ Μεραρχίας και στην μεγάλη και ευρύχωρη αίθουσα του παλαιού Γαλλικού Ινστιτούτου, πρώην οικία Στρίγκου και νυν ιδιοκτησία του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη που παρουσιάζονταν εικαστικές δημιουργίες και έργα καλλιτεχνών. Όπως και σε άλλους Δημοτικούς χώρους, στην πολιτιστική αίθουσα Κωσταράκου στα Καμίνια και σε ιδιωτικούς εκθεσιακούς χώρους που παρουσίαζαν τα έργα τους σύγχρονοι, νεότεροι και παλαιότεροι καλλιτέχνες και θαλασσογράφοι. Δυστυχώς, δεν θυμάμαι μετά από τόσες δεκαετίες το όνομα του πειραιώτη ζωγράφου στην στροφή της πλατείας Αλεξάνδρας στην Καστέλα και το μεγάλο σπίτι του πλημμυρισμένο από πίνακές του που εκθέτονταν προς πώληση που είχαμε επισκεφθεί μαζί με τον συγγραφέα Άγγελο Βογάσαρη. Θυμάμαι όμως τις επισκέψεις μας στο ατελιέ του ηθοποιού και ζωγράφου Μιχάλη Νικολινάκου και την εντύπωση που μου έκαναν τα σχέδια και τα έργα του, και επιπλέον μερικές ακόμα αίθουσες τέχνης στην Νίκαια που εκθέτονταν έργα του Τηνιακού, του χαράκτη Τάσσου και άλλων αριστερών δημιουργών της εποχής ή του Σταμάτη Λαζάρου, Αν δεν λαθεύω, σαν ερώτηση το θέτω, η εικαστική ιστορία του Πειραιά και των γύρω όμορων Δήμων όπως της Νίκαιας, της Δραπετσώνας, του Κερατσινίου, του Περάματος, του αγίου Ιωάννη Ρέντη δεν έχει χαρτογραφηθεί ακόμα στην καθολικότητά της και την εξέλιξή της. Και δεν εννοώ σαν καταγραφή των ονομάτων των καλλιτεχνών και των διαφόρων συμμετοχών τους σε ατομικές ή συλλογικές Εκθέσεις (αυτό έγινε από τον Κ. Θεοφάνους με επάρκεια στα βιβλία του που ανανέωνε σε στοιχεία και τα συμπλήρωνε διαρκώς, και τον υποφαινόμενο στο βιβλίο του «Πειραϊκό Πανόραμα», ούτε σε σύμμεικτες εκδόσεις γενικής ιστορίας των Δήμων), αναφέρομαι στην Εικαστική ιστορία και διαδρομή του Πειραιά, στις τεχνοτροπίες και σχολές που ακολούθησε, (καραβογραφία, νεκρά φύση, θαλάσσιο τοπίο, τοπιογραφία του Πειραιά, προσωπογραφία, οικιστική αποτύπωση, κλπ.) περιλαμβανομένης και της βυζαντινής αγιογραφίας,- στους νέους εικαστικούς δρόμους που άνοιξε- όπως έχει αποτυπωθεί στα Προγράμματα των Εκθέσεων, στα τεχνοκριτικά δημοσιεύματα, τα σημειώματα και δημοσιογραφικά σχόλια των εντυπώσεων που γράφτηκαν στον πειραϊκό τύπο, στα δελτία τύπου, σε βιβλία τέχνης κλπ. Σαν ξεχωριστή εικαστική πειραϊκή πρόταση και του ευρύτερου πειραϊκού χώρου σε σχέση με τις άλλες περιοχές και περιφέρειες της Ελλάδας, όπως αντίστοιχα μιλάμε και αναφερόμαστε για την Λογοτεχνική Σχολή του Πειραιά. Εξάλλου, η πόλη του Πειραιά, γέννησε μεταξύ άλλων σπουδαίων και σημαντικών ονομάτων έναν Κωνσταντίνο Βολονάκη, έναν Δημήτρη Πικιώνη, έναν Γιάννη Τσαρούχη, έναν Πάνο Αραβαντινό, έναν Βασίλη Θεοχαράκη, έναν Γιάννη Κουνέλλη, έναν Δημοσθένη Κοκκινίδη, έναν Βασίλη Λεμπεσόπουλο, έναν Σταμάτη Λαζάρου, έναν Γιώργο Μαυροϊδή, έναν Μουστάκα Ευάγγελο, έναν Μιχάλη Οικονόμου, έναν Σταμάτη Σκλήρη (ιερέας αγιογράφος), έναν Δημήτρη Τηνιακό, έναν Δημήτρη Σταματάκη και πολλούς άλλους Πειραιώτες καλλιτέχνες που δόξασαν την Πόλη και έκαναν υπερήφανους τους Πειραιώτες. Ποιος δεν θυμάται με νοσταλγία τα πολιτιστικά κέντρα «Νώε», «Στοά», την «Αίθουσα Τέχνης» και το «Πολιτιστικό κέντρο του Πειραιά» του Παυλόπουλου. Ο Πειραιάς ήταν πάντα παρόν όχι μόνο με την ναυτιλία, το εμπόριό του, την βιομηχανία του αλλά και τις καλές τέχνες.

     Δημοσιεύματα πολιτιστικών αναφορών του διηγηματογράφου Βελισσάριου Μουστάκα και τεχνοκριτικά του σημειώματα συναντάμε σε εφημερίδες και περιοδικά του Πειραιά της εποχής του όπως γράψαμε παραπάνω. Είναι αρκετά και χρήζουν θεωρώ ιδιαίτερου ενδιαφέροντος και της προσοχής μας. Ο Βελισσάριος Μουστάκας διετέλεσε ακόμα-σποραδικά- ανταποκριτής Πειραϊκών ειδήσεων στον «Αθηναϊκό» τύπο, στο Δημοσιογραφικό Εκδοτικό Συγκρότημα του αείμνηστου Χρήστου Λαμπράκη. Ο ίδιος, έδειχνε με ικανοποίηση αποκόμματα από τις εφημερίδες που φύλαγε σε όσους τον επισκέπτονταν είτε στην ημιυπόγεια κατοικία του στην οδό Ασκληπιού στην περιοχή της Αγίας Σοφίας –συνοικία που διέμενε και ο εκδότης του περιοδικού "πνευματική πορεία" ποιητής Δημήτρης Γιατράκος-είτε στο διαμέρισμα της πολυκατοικίας της οδού Χαντζάρα στην Φρεαττύδα κοντά στην Σουηδική Εκκλησία.

    Η καταγωγή των γονιών του Βελισσάριου Μουστάκα ήταν από τα Κεραμειά της Κρήτης, (αναφέρει το όνομα σε αρκετά κείμενά του) γεννήθηκε στην Σούδα Χανίων 29/6/1929 και έφυγε από κοντά μας στον Πειραιά 17/6/1985. Στον Πειραιά ήρθε από την Κρήτη το 1954 και εγκαταστάθηκε μόνιμα, επισκεπτόμενος την ιδιαιτέρα του πατρίδα που αγαπούσε και μιλούσε συχνά για αυτήν στις περιόδους των διακοπών του. Εργάστηκε ως διοικητικός υπάλληλος στο τεχνικό τμήμα (κατασκευής Σχοινιών και Τεντών) στον ΟΛΠ από όπου συνταξιοδοτήθηκε. Υπήρξε δραστήριο και ενεργό από τα πρώτα παλαιά μέλη της Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς από όποια θέση και αν ανέλαβε. Ήρεμος και πράος δεν μετείχε σε πνευματικούς διαξιφισμούς και σε εσωτερικές ή εξωτερικές «ίντριγκες» του Σωματείου και της Πόλης. Δεν ζήτησε επιβραβεύσεις όπως άλλοι με αυτοκολακευτική πρόκληση αναζητούσαν, στάθηκε πιστός στο καθήκον του ως συγγραφέας και μέλος της Φ.Σ.Π. «ποτέ από το χρέος μη κινούντες» όπως θα έλεγε και ο Αλεξανδρινός ποιητής Κωνσταντίνος Π. Καβάφης. Ενώ οι διάφοροι «Μήδοι» του Πειραιά, «κονταροχτυπιόντουσαν» σε διασπαστικές κινήσεις και αποφάσεις για προεδρία και θέσεις, απομακρύνοντας ένα μεγάλο ανθρώπινο πνευματικό δυναμικό της Πόλης έξω και πέρα από τα σύνορά της. Τον θυμάμαι σαν μικρό εργαζόμενο παιδί πόση υπομονή έδειχνε και στωικότητα απέναντι σε «παράξενους» συναδέρφους του όταν τον «πείραζαν» δεικτικά με τα σχόλιά τους, είτε για το Βενιζελικό του φρόνημα είτε γιατί σ’ αυτήν την ηλικία που ήταν ασχολούνταν ακόμα με την λογοτεχνία. Σκυφτός και ήρεμος πάντα, διακριτικός και κάπως δειλός, έκανε την δουλειά του σωστά χωρίς να επιβαρύνει τους συναδέλφους του και παράλληλα, είχε μαζί του πάντα στην τσάντα του ένα βιβλίο, ένα λογοτεχνικό περιοδικό, ένα απόκομμα εφημερίδας και ξεκλέβοντας λίγο χρόνο έριχνε καμιά ματιά, μιλούσε με ενθουσιασμό για το βιβλίο που διάβαζε, τον συγγραφέα που του άρεσε, θέλοντας να κάνει κοινωνούς των ωραίων πνευματικών πραγμάτων που συνέβαιναν στον Πειραιά ή στην πατρίδα του την Κρήτη τους γύρω του. Την επισκέπτονταν συχνά και έφερνε Κρητικά παξιμαδάκια και μας φίλευε, κρασί, λάδι και διάφορα άλλα σπιτικά γλυκίσματα. Κρητικοπειραιώτης μια άλλης εποχής και κοινωνικών αξιών άτομο με βαθειά στέρεα χριστιανική πίστη δίχως έπαρση, υπερηφάνεια και κακοβουλία, ανεξίκακος, αγαπούσε τα θρησκευτικά ήθη και εκκλησιαστικά έθιμα του νησιού του, θρησκεύονταν. Η εικόνα ενός ατόμου σαν να έβγαινε από σελίδες διηγημάτων του, όπου μας εξιστορεί προσωπικές του παιδικές αναμνήσεις και εμπειρίες, ιστορικά συμβάντα μελών της οικογένειάς του που τον σημάδεψαν (περίοδο της Γερμανικής εισβολής) εικόνες και παραστάσεις, καταστάσεις λαϊκών ανθρώπων που τους τσακίζει ο βαρύς και βαθύς ουσιαστικός πόνος της αδικίας των διπλανών τους, της ανελέητης και σκληρής μοίρας, ένας πόνος αβάσταχτος και άγριος σαν το Κρητικό τοπίο και την πετρώδη ομορφιά του. Ένα μαράζι ζωής αδικαίωτης όσο και άδικης μέσα σε βουβά άγχη, σιωπές αντοχής, «αβύσσους» υπομονής και καρτερίας καθώς όσα τραγικά και αν τους συμβαίνουν μέσα στα σπίτια τους και γύρω τους, θάνατοι, αρρώστιες, διαλύσεις αρραβώνων, βάσανα, ανεργία, θαλασσοπνιγμοί, χηρείες, ψυχικές αρρώστιες μοναχογιών, εκμετάλλευση από ισχυρούς γειτόνους, όσο και αν τους κοροϊδεύει ο περίγυρος, τους αποξενώνουν, τους περιθωριοποιούν κοινωνικά, οι ήρωες και ηρωίδες του αντλούν δύναμη από την βαθιά λαϊκή τους πίστη που τους κρατά όρθιους, τους δίνει ψυχικές αντοχές, ελεήμονης υπομονετικής καρδιακής διάθεσης. Είναι η αυθεντικότητα της χριστιανικής πίστης των λαϊκών και αγράμματων ατόμων της ελληνικής αγροτικής επαρχίας που δεν έχει ακόμα αμαυρωθεί από τους τεχνολογικούς καρπούς της αστικοποίησης. Παραμένουν περίκλειστες στα εθιμικά, κοινωνικά και θρησκευτικά πατροπαράδοτα κληροδοτήματά τους και οικογενειακών προδιαγραφών αγωγή.

     Ο Βελισσάριος Μουστάκας ασχολήθηκε αποκλειστικά με το μικρής φόρμας ηθογραφικό διήγημα με σαφείς χριστιανικές ορθόδοξες καταβολές και λαϊκής λαογραφίας θεματογραφία. Σκιαγραφεί με εξαιρετικού ρεαλισμού πινελιές χαρακτήρες ανθρώπων της υπαίθρου, αγρότες και αγρότισσες, πατεράδες και μανάδες, παπαδοκόρες και γιούς, με την κουζουλάδα τους ορισμένοι, που δεν έχουνε στον ήλιο μοίρα σε ένα μικρό και κλειστό χωριό, είναι ή γίνονται παίγνια κοροϊδίας από τους άλλους, τα παιδιά, αναζητώντας ανθρώπινη επαφή και συμπόνια. Το Λαογραφικό στοιχείο και το κλίμα του είναι έντονο στο έργο του, ευδιάκριτο με την πρώτη ματιά στα διηγήματά του, προσανατολίζει το βλέμμα του και «ορίζει» την γραφή του. Ο Βελισσάριος Μουστάκας δεν φτιάχνει ήρωες ή ηρωίδες άβουλους, στατικούς, άκομψους ακόμα και δείχνοντάς μας τους δείχτες της αρνητικής πλευράς του χαρακτήρα τους. Δεν αναλύει πλοκές, και όσες μας φωτογραφίζει με την τεχνική του λόγου και της γραφής του έμπνευσης, είναι μικρές, σαν σκετς από σύντομα επεισόδια μιας παρούσας συνεχώς ιστορικής παράδοσης της Κρητικής γης και των ανθρώπων της. Υφαίνει τις αφηγηματικές του μικρές ιστορίες περιγράφοντας χαρακτήρες σχεδόν δίχως μεγάλη δράση (εξαίρεση είναι τα ιστορικά πρόσωπα του ολοκαυτώματος του Αρκαδίου), όσα τους συμβαίνουν είτε είναι από τον Θεό σταλμένα είτε από την πατροπαράδοτη παράδοση ζωής και παιδαγωγίας των μεγαλύτερων, των γονιών, των μεγάλων αδερφών ή συζύγων. Οι ατομικές τους σχέσεις, οι μεταξύ τους διαμεσολαβήσεις δεν έχουν συνήθως καθαρό κοινωνικό πρόσημο, αθώα και αγαθής προαίρεσης πρόσωπα, αλλά είναι κοινωνικές αντιλήψεις και ενέργειες που εμφορούνται από ατομικό ή οικογενειακό ή κοινωνικό-οικονομικό συμφέρον. Οι καθαρές χωριάτικες φιγούρες που σχεδιάζει ο Βελισσάριος Μουστάκας διαθέτουν μία έμφυτη οργανική κίνηση στον χρόνο και τον τόπο από όπου κατάγονται. Εμφανίζονται δίχως φιλολογικά στολίδια και της τέχνης ψιμύθια, είναι αυτό που έχει γράψει ένας παλαιός και σημαντικός έλληνας κριτικός ο Κλέων Παράσχος, εξηγώντας μας τους κανόνες που έθεσε ο ίδιος στην γραφή του στην επιθυμία του να μας αφηγηθεί αποσπασματικά την αυτοβιογράφηση της ζωής του στο βιβλίο του «Βιογραφία», δηλαδή δεν «φιλολογικοποιούνται» οι περιγραφές του, οι αναμνήσεις του, το ύφος και οι αφηγήσεις του η γραφή του, το προσωπικό του ημερολόγιο. Το ίδιο βλέπουμε και στην εξομολογητική Κρητική γραφή του Βελισσάριου Μουστάκα, δεν έχουμε λαογραφική ή κοινωνική μυθοπλασία φιλολογικού τύπου και χαρακτηριστικών αλλά την αλήθεια της ζωής αψεγάδιαστης, τον πόνο των ζωών αληθινών ανθρώπων, "γήινων" καταγόμενων από την παντέρημη Κρήτη. Ένα μεγάλο νησί της Ελλάδος με τα δικά του ήθη και έθιμα, την μακραίωνη ιστορική και πολιτιστική του παράδοση, τις λαογραφικές-θρησκευτικές συνήθειες του. Τις σκληρές και ακαπίστρωτες αγωνιστικές περιπέτειες ζωής των Κρητικών που ταιριάζουν στην Κρητική λαϊκή ευλάβεια και ευσέβεια, την επιθυμία για απόλυτη ελευθερία μα και την σκληράδα ζωής της αγροτιάς του χωριού, του έφορου και άνυδρου βουνήσιου και καμπίσιου απάτητου τοπίου της. Ο Μουστάκας εμφανίζει άτομα ψυχικά και σωματικά τραυματισμένα, συνειδήσεις που παραπαίουν μεταξύ ανθρωπιάς και ανθρώπινης απαξίωσης. Άτομα αθώα που δεν σκιάζονται και με ειλικρίνεια εκδηλώνουν τις προθέσεις τους απέναντι στους άλλους είτε αυτές είναι θετικές είτε αρνητικές. Οι της ψυχής τους αναταράξεις διαμορφώνουν την φυσιολογία του χαρακτήρα τους, κρατώντας τους δέσμιους μέσα στην μικρή αγροτική κοινότητα και οικισμό. Νέοι και Νέες που επειδή έχουν κάποια κουζουλάδα υφίστανται αποκλεισμούς, απαγορεύσεις να μετέχουν στις χαρές της ζωής, στην αγάπη, την συντροφικότητα, την φιλία, τον έρωτα, τον γάμο και την δημιουργία οικογένειας. Ο πειραιώτης διηγηματογράφος με μαεστρία φωτογραφίζει ρήξεις και αντιδράσεις ψυχών αθώων και ευλαβών, αντιδράσεις απέναντι σε κατεστημένες κοινωνικές αντιλήψεις, σε σκληρές και απόλυτες επιλογές αντρικών μελών της οικογένειας απέναντι στις γυναίκες που δεν θεωρούνται ισότιμες με τα σκληροτράχηλα αρσενικά της οικογένειας, την πατρική ισχύ και λόγο, τις απόψεις του μεγάλου αδερφού ή των μπαρμπάδων τους. Μακραίονες ακλόνητες, παγιωμένες πατροπαράδοτες μέσα στην ιστορία αντιλήψεις, πρακτικές και συνήθειες που δεν ξεριζώνονται εύκολα, δεν απορρίπτονται από τους γεροντότερους. Η ζωή όμως ακόμα και του πιο αδύναμου, του πιο κοινωνικά ανίσχυρου δεν περιμένει, διεκδικεί μερίδιο δικαιωμάτων συμμετοχής στην κοινή συνύπαρξη, την αλληλεγγύη, την αγάπη, τον έρωτα, την φιλία, ζητά τα δίκια της άμεσα, γνήσια, αυθεντικά για κοινωνικότητα. Οι άντρες του Β. Μ. είναι μονοκόμματοι διαθέτουν μία Κρητική αγριάδα και αψάδα χαρακτήρα που όμως δεν φαντάζει φτιαχτή προέρχεται από μια παράδοση αλήθειας ζωής, λεβεντιάς, αρσενικής βεβαιότητας, παλικαροσύνης, μα και κουζουλάδας, ορεσίβιων κατοίκων της υπαίθρου, της αγροτιάς, μιάς άλλης παλαιότερων εποχών Ελλάδας. Ένας πανάρχαιος ιστός οικογενειακής κληρονομιάς και εθιμικής θρησκευτικής παιδαγωγίας, συνηθειών και αντιλήψεων υφαίνεται στον αργαλειό της γραφής του με διαφόρων χρωματισμών κλωστές και σχεδιασμούς όπως τους βίωσε και τους άκουσε από διηγήσεις μεγαλύτερων. Ανθρωπιάς και φιλόξενης ατμόσφαιρας, αλλά με διαφορετικό κοινωνικό στασίδι φιλοδοξιών και προτεραιοτήτων για τους άντρες και τις γυναίκες, ποτέ ισότιμα και ισόμοιρα. Οι βασανισμένες ζωές και οι σκληρές συνθήκες βίου των λαϊκών φτωχών ανθρώπων του υπερήφανου Κρητικού λαού, οι εθιμικές τους αντιλήψεις, οι όποιες αντιδράσεις στις μεταξύ τους σχέσεις περιγράφονται με τονισμούς και επιτονισμούς βαθειάς συγκίνησης, τρυφερού βλέμματος, διάθεση κατανόησης, χριστιανικής «ελεημοσύνης». Ο Βελισσάριος Μουστάκας με τις εξαιρετικές πινελιές του, την πλαστικότητα του ύφους του, την λυρική του φωνή και διάθεση, την ηθογραφική του εικονογραφία παρουσιάζεται μπροστά μας σαν ένας ώριμος και δόκιμος σύγχρονος διηγηματογράφος της εποχής μας, μία πνευματική φυσιογνωμία του Πειραιά προερχόμενη από τις μεταπολεμικές γενιές συγγραφέων και μετά την μεταπολίτευση του 1974, που παραμένει ακόμα ανθηρή και παρούσα στα πρώτα σκαλιά της τρίτης χιλιετίας της πειραϊκής λογοτεχνικής παράδοσης. Ο πρόωρος και ξαφνικός σχεδόν θάνατός του στέρησε την Πόλη από ένα άξιο μέλος του πνευματικού δυναμικού της που είχε πολλά ακόμα να προσφέρει.

     Στο έργο του Βελισσάριου Μουστάκα όπως και σε άλλων Κρητικών και όχι μόνο συγγραφέων, βλέπουμε ο εξωτερικός χώρος, το φυσικό περιβάλλον να διαμορφώνει μορφολογικά και να διαπλάθει τους κατοίκους που τον κατοικούν, τις συνειδήσεις τους. Δεν είναι άβουλοι οι λαϊκοί, φτωχοί και κατατρεγμένοι ήρωες και ηρωίδες του, αιμοδοτούνται από τις βαθιές ρίζες της γης των προγόνων τους. Οι ήρωές του και οι ηρωίδες του προέρχονται από φτωχές οικογένειες, παπαδοπαίδια, ορφανά, ένα γυναικομάνι με τις δικές του απαιτήσεις ζωής και απόλαυσης, με τους διαρκείς κοινωνικούς αποκλεισμούς και εθιμικές προλήψεις που επιβάλλει η κυριαρχία των αντρικών μελών των μικρών χωριών και αγροτικών κοινοτήτων. Οι γυναίκες του Μουστάκα είναι συνήθως παραδουλεύτρες, ψυχοκόρες, ορφανές, πλύστρες στα σπίτια των πλούσιων κυριών, πεθερές που ζητούν να αποκαταστήσουν τους γιούς τους παντρεύοντάς τους με υψηλή προίκα, ή τις κόρες τους αντίστοιχα από συμφέρον και ανέγγιχτες. Άντρες με τονισμένο ίσως και «υπερτονισμένο» το Κρητικό τους παρουσιαστικό και φρόνημα, της κλειστής οικογένειας που «μαντρώνουν» τα θηλυκά μέλη. Είναι οι διάφοροι κουζουλοί του χωριού που τους κοροϊδεύουν τα παιδιά και τους λυπούνται οι μεγάλοι. Ορφανά που αναζητούν την τύχη τους μην έχοντας στον ήλιο μοίρα. Μανάδες μαυροφορεμένες, χήρες που κάνουν ότι περνά από το χέρι τους να αποκαταστήσουν τα ταλαιπωρημένα και βασανισμένα παιδιά τους, φροντίζοντας ιδιαίτερα αυτά που έχουν κάποιο σωματικό ή ψυχικό πρόβλημα. Ο κόσμος του είναι οι μικρές γειτονιές και απόμακρες συνοικίες, τα χαμόσπιτα της Κρητικής επαρχίας και του χωριού που βρίσκεται ακόμα αποκομμένο από τις εξελίξεις και κοινωνικές αλλαγές που συμβαίνουν στα κεφαλοχώρια και τις μεγάλες πόλεις με τις μετακινήσεις των πληθυσμών και την τουριστική κίνηση, ανάπτυξη. Περίκλειστες μικρές κοινότητες ανθρώπων μέσα στην υλική τους αυτάρκεια. Απάνθρωπες καταστάσεις συμβαίνουν στις μικρές ατομικές τους δράσεις, αποκαρδιωτικές συνθήκες φτώχειας, ένας βασανιστικός καθημερινός βιοπορισμός. Συμπεριφορές αντί χριστιανικές και απάνθρωπες για τα άτομα των αστικών κέντρων. Πατρικά συμφέροντα που έρχονται σε αντίθεση με αγνές, αθώες προθέσεις νεανικού έρωτος και αγάπης, αποκατάστασης γυναικών που δουλεύουν ως ψυχοκόρες, ως πλύστρες και αγωγιάτισσες στα μεγάλα σπίτια, τα χωράφια για να φτιάξουν την προίκα τους μην μείνουν αστεφάνωτες, γεροντοκόρες, ανέγγιχτες από αντρικό χέρι. Νεαροί που εργάζονται κάνοντας θελήματα του ποδαριού για να βγάλουν το ψωμί τους, να παντρέψουν τις αδερφάδες τους, να ζήσουν την οικογένειά τους. Εργάζονται από την ανατολή ως τη δύση του ηλίου στα πατρικά ή ξένα χτήματα, καλλιεργώντας τα χωράφια, μαζεύοντας ελιές, πατώντας τους μούστους των αμπελιών, βόσκοντας τα πρόβατα, καλλιεργώντας το χώμα, άλλοι φεύγουν και ξενιτεύονται ως ναυτικοί, μπαρκάρουν στα μεγάλα ιστιοφόρα, τα ψαροκάικα, τις σκούνες για καλύτερη τύχη. Αδρές ανθρώπινες φιγούρες με ηλιοκαμένα χαρακτηριστικά, ροζιασμένα χέρια από την δούλεψη της γης, πρησμένα πόδια από την ορθοστασία, με χαραγμένα από την κούραση πρόσωπα που παλεύουν με την σκληρότητα της μοίρας και της φύσης που τους έλαχε να μεγαλώσουν, να ζήσουν, να αφήσουν την τελευταία τους πνοή. Πετρώδεις καρδιές όπως τα πετρώδη χώματα που γεννήθηκαν και ανατράφηκαν. Η αγριάδα του τοπίου διέπλασε τον χαρακτήρα τους και τις ψυχικές τους αντιδράσεις, ένα κοινωνικό πρόσωπο ζυμωμένο με σκληρότητα, πανάρχαιες προλήψεις συμπεριφορών, λαϊκές δεισιδαιμονίες που δυναστεύουν τις επιλογές τους, θρησκευτικές ατομικές συνήθειες που δεν άλλαξαν στο πέρασμα του χρόνου, οικογενειακές πατροπαράδοτες δοξασίες που τους κρατούν δέσμιους καθώς και τα παιδιά τους σε μια άλλη εποχή του χρόνου, κάπως «απροσάρμοστους» στις νέες κοινωνικές και εθιμικές και εκκλησιαστικές συνθήκες που ανατέλλουν στον αιώνα που καλπάζει αλλάζοντας τα πάντα είτε αθόρυβα είτε με κρότο. Ένα ηθογραφικό και λαογραφικό ταμπλό της Κρητικής γης – των Χανίων-και συνηθειών, καθημερινής νοοτροπίας ανθρώπων που σβήνει με την αργή αστικοποίηση και την τουριστική αξιοποίηση της επαρχίας, γκρεμίζοντας πανάρχαιες εθιμικές και κοινωνικές παραδόσεις αιώνων. Γεννήσεις, βαφτίσια, αρραβωνιάσματα, παντρολογήματα, βάσανα της ζωής,  δουλειές μεροδούλι μεροφάι στα χωράφια, ψαράδες ή ναυτικοί σε καράβια, προξενιά από οικονομικό συμφέρον, αρρώστιες και θάνατοι, χηρείες και πένθη, εκκλησιαστικές συμμετοχές και λαϊκά πανηγύρια και γλέντια, φιλοξενία, όλα όσα βιώνουν στον τυχαίο χρόνο στους κατοίκους της επαρχίας στον βιολογικό τους κύκλο ζωής που είναι και ο κύκλος των εποχών της Φύσης. Μέσα από όλα αυτά τα σκιώδη της ζωής όμως αποκαλύπτεται και η δύναμη της Κρητικής ψυχής, το Κρητικό αγωνιστικό φρόνημα, η Κρητική λεβεντιά εγκλωβισμένη μέσα σε ένα αμόλευτο από τα τεχνολογικά και επιστημονικά επιτεύγματα περιβάλλον, της Κρητικής φύσης και της σκληράδας της. Η ακτινογράφηση της σύνολης θεματογραφίας του και η ατμόσφαιρα της γραφής του και των χριστιανικών μηνυμάτων που εκπέμπει, της προσωπικής του ιδιοσυγκρασίας, θα μας πρόσφερε τα κριτικά εκείνα εχέγγυα ώστε να εντάξουμε τον Βελισσάριο Μουστάκα στα Χριστιανικά Γράμματα, σε αυτό το ρεύμα της ελληνικής γραμματείας που θητεύουν ονόματα και έργα με έντονη επίδραση στις συνειδήσεις των αναγνωστών και συγγραφέων. Η γλώσσα των πεζών του είναι ένα μείγμα δημοτικής και κρητικής διαλέκτου, λέξεις και φράσεις του τόπου καταγωγής του. Ορισμένα διηγήματά του τα συνοδεύει με ερμηνευτικές διευκρινίσεις. Τα πεζά του διαθέτουν έντονο το στοιχείο της προφορικότητας, είναι σαν να λέγονται σαν παραμύθι από τον παππού ή την γιαγιά κοντά στο τζάκι παρά ίσως για να αποτυπωθούν στην λευκή σελίδα. Διανθίζονται με λέξεις και φράσεις ιδιαίτερου ηχητικού χρωματισμού και προφοράς από το οικείο του περιβάλλον και τα νεανικά του ακούσματα. Παιδικές αναμνήσεις και εικόνες έντονα χαραγμένες στην συνείδησή του, οικογενειακές παραστάσεις και δραματικά γεγονότα, μυρωδιές και οσμές, χειρονομίες και εργασίες της υπαίθρου όπως τις βίωσε και διέσωσε η μνήμη του και τις μετέπλασε κατόπιν σε διηγηματική ύλη του μικρού του έργου. Δύο συνολικά βιβλία όλη και όλη η εκδοτική του παραγωγή. Το ένα είναι τα «Διηγήματα- Χριστουγεννιάτικα- Πρωτοχρονιάτικα- Πασχαλινά», με πρόλογο του κυρού Μητροπολίτη Κισάμου και Σελίνου κ. κ. Ειρηναίου (Γαλανάκη 10/11/1911-30/4/2013), σ. 131 έκδοση της Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς, Πειραιάς 1979 και το άλλο βιβλίο διηγημάτων του η «Θεομηνία», εκδόσεις Συντροφιά- Αθήνα 1983, σ.80. Δουλειές του συναντάμε στην Ανθολογία «Πασχαλινών» Διηγημάτων της Αποστολικής Διακονίας 2000 και σε πειραϊκά βιβλία. Έγραψαν για το έργο του-ο δημοκράτης Μητροπολίτης Κισάμου και Σελίνου, Ειρηναίος που προλόγισε το πρώτο βιβλίο του-ότι ήταν ένας «Παπαδιαμάντης» της Κρητικής γης. Ίσως με έναν τόνο υπερβολής και αγάπης προς τον σύντεκνο πατριώτη του πεζογράφο. Σίγουρα πάντως ο Βελισσάριος Μουστάκας με την ποιότητα της διηγηματικής του γραφής, το λαγαρό κρητικό του ύφος την μαεστρία της περιγραφικής του τεχνικής, την πέννα του βουτηγμένη πάντα στην ανθρωπιά και την διάθεση ορθόδοξης ελεημοσύνης, τον ξεκάθαρο πυρήνα των ανθρωπιστικών αναφορών του, την ορθόδοξη πίστη και ευλάβειά του, το είδος της θεματογραφίας που μας παρέδωσε, συγκαταλέγεται στους αξιόλογους ηθογράφους της παλαιάς ελληνικής πεζογραφικής παράδοσης με Κρητικές ρίζες. Καταβολές που αρχινάν από τον «Ερωτόκριτο» και φτάνουν μέχρι τον Νίκο Καζαντζάκη και τον Ιωάννη Κονδυλάκη, τον Παντελή Πρεβελάκη για να περιοριστούμε σε ενδεικτικά ονόματα. Και φυσικά, είναι ένας από τους αξιόλογους διηγηματογράφους της Πειραϊκής Λογοτεχνικής Σχολής.

      Έχαιρε όπως προαναφέραμε της εκτίμησης των πνευματικών κύκλων της Πόλης του Πειραιά σαν ένα ήσυχο, σεμνό, καλοκάγαθο, διακριτικό άτομο αφοσιωμένο στα πνευματικά του ενδιαφέροντά και τα καλλιτεχνικά πράγματα του Πειραιά.

Στο παρόν σημείωμα καταγράφουμε την κειμενική παρουσία του στο περιοδικό ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΣΤΕΓΗ.

ΤΕΥΧΗ

-6-7/7,8,1965, Χρόνος Α'. ΑΝΕΛΠΙΣΤΟΙ ΠΑΝΗΓΥΡΙΩΤΕΣ ΤΗΣ ΑΝΑΦΩΝΗΤΡΑΣ, 45-47 (από τα Γιορταστικά του διηγήματα).

-10-11/11,12,1965 Χρόνος Α΄. ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΦΙΛΙ., 82-83 (Χριστουγεννιάτικη διηγηματική ηθογραφία)

-12-15/1,2,3,4,1966. Χρόνος Β΄. Ο ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ Τ’ ΑΝΘΡΩΠΟΥ, 5-7, (Πασχαλινό διήγημα)

-18/2,1971. Χρόνος ΣΤ’. Αφιέρωμα (Φ.Σ.Π. Σαράντα χρόνια προσφοράς 1930-1970). ΣΤΑ ΠΑΛΙΑ ΧΑΝΙΑ, σ.144-146.

-19/3,1972. Χρόνος Ζ΄. (Αφιέρωμα στο 21). Η ΚΟΥΚΛΙΤΣΑ ΤΟΥ ΡΗΝΙΟΥ, σ. 233-235 (παιδικό)

-20/ Άνοιξη 1973. Χρόνος Η΄. ΡΑΓΙΣΜΕΝΕΣ ΚΑΜΠΑΝΕΣ, σ. 41-44 (Πασχαλινό διήγημα).

Σημείωση: Στις σελίδες «ΕΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΕΣ» Ο Βελισσάριος Μουστάκας παρουσιάζει κριτικά την 11 ατομική έκθεση της ζωγράφου Μαρίκας Μάγνη (μέλος της Φ.Σ.Π.) στην αίθουσα του «Παρνασσού» 11/2/-9/3/ 1973, σ. 103-104. Η συμμετοχή του συνεχίζεται με την παρουσίαση του λαογραφικού- ιστορικού περιοδικού «ΚΡΗΤΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ» μηνιαίο περιοδικό γραμμάτων και τέχνης που κυκλοφορεί στα Χανιά ο εκδότης Αλέξανδρος Δρουδάκης με διευθυντή σύνταξη τον Γεώργιο Καψωμένο., σ.109.

-21/ Πρωτοχρονιά 1974. Χρόνος Θ΄. ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΞΕΣΗΚΩΜΟΥ. Αφιερωμένο «Στον δημιουργό του «Κρητικού» και της «Παντέρμης Κρήτης» Παντελή Πρεβελάκη», σ.141-144.

-22/ Χριστούγεννα 1974. Χρόνος Ι. ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ, σ. 201-205. (Πρωτοχρονιάτικο διήγημα)

-23/Άνοιξη 1976 Χρόνος ΙΒ΄. Τόμος Δ΄. Η ΠΡΟΙΚΑ. Κρητική ηθογραφία. Σ. 51-53. (Πασχαλινό διήγημα). Με εξήγηση Κρητικών φράσεων στην εξιστόρηση της Ρουσιορήνης.

Σημείωση: Στις σελίδες των «ΕΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΤΕΧΝΩΝ» διαβάζουμε τις τεχνοκριτικές παρουσιάσεις για Εκθέσεις που πραγματοποιήθηκαν εκείνη την διετία. Ο Κώστας Θεοφάνους γράφει για τον Σταμάτη Λαζάρου και την Έκθεσή του 1976 στην Γκαλερί «Κρεωνίδη» στην Αθήνα. Και για την Έκθεση Έργων του έλληνα χαράκτη και ζωγράφου ΤΑΣΣΟΥ 1976 στο Φουαγιέ του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά. σ.65. Ο Βελισσάριος Μουστάκας γράφει για τρείς γυναίκες εικαστικούς που παρουσίαζαν τα έργα τους. Την ΜΑΡΙΚΑ ΜΑΓΝΗ στην αίθουσα («Παρνασσός 1975» και 1976) στην πλατεία Καρύτση στην Αθήνα. Την ΜΑΡΙΚΑ ΓΑΛΑΝΗ και την έκθεση που πραγματοποίησε 1975 στο Ατελιέ της και την ζωγράφο, γλύπτρια και κεραμίστρια ΒΑΝΙΩ (Άννα Τριανταφύλλου) στην αίθουσα του Δημαρχιακού Μεγάρου το 1975. Σ.65-66.

-24/ Άνοιξη 1977. Χρόνος ΙΓ΄. Τόμος Δ΄. Η ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ, σ. 109-112. [Το κείμενο συνοδεύεται με την εξής σημείωση: «Απόσπασμα από έτοιμη για έκδοση μελέτη».) από όσο γνωρίζω δεν κυκλοφόρησε. Θυμάμαι όμως την ομιλία που έδωσε ο Β. Μ. στον Φ.Ο. Πειραιώς στις 23/3/1977 με θέμα «Τα ελληνικά νησιά» και σλαϊτς του Παπαδημητρίου.

-25/ Άνοιξη 1978. Χρόνος ΙΓ΄. Τόμος Δ΄. ΤΟ ΚΡΗΤΙΚΟ ΤΖΑΚΙ σ. 212-219 (λυρική πεζογραφία)

ΤΟ ΚΡΗΤΙΚΟ ΤΖΑΚΙ, 212-214

-26/Χειμώνα 1979. Χρόνος ΙΔ΄ Τόμος Δ. ΠΑΙΔΙΚΕΣ ΜΝΗΜΕΣ Κρητική ηθογραφία, σ. 287-291.

27/Καλοκαίρι 1980. Χρόνος ΙΕ΄. Τόμος Δ΄. Στο τεύχος αυτό δεν έχουμε την πεζογραφική παρουσία του Β. Μ. Διαβάζουμε όμως στην σελ. 413 την βιβλιοκριτική του πειραιώτη ποιητή και κριτικού Αντώνη Α. Ζαρίφη για το βιβλίο του «Διηγήματα- Χριστουγεννιάτικα- Πρωτοχρονιάτικα- Πασχαλινά», εκδ. ΦΣΠ. 1979. (βλέπε και ανάρτηση στα Λ. Πάρεργα 2021).

Βιβλιοκριτική του Αντώνη Ζαρίφη, σ. 413 για το βιβλίο «Διηγήματα- Χριστουγεννιάτικα- Πρωτοχρονιάτικα- Πασχαλινά». Φιλολογική Στέγη Πειραιώς, 1979.

-29/Φθινόπωρο 1982. Χρόνος 17ος, Τόμος Ε΄. (ένθετο αφιέρωμα Ο Πειραιάς που δεν υπάρχει πια). ΣΑΝ ΕΡΘΕΙ Η ΣΕΙΡΑ ΜΟΥ… Αφιερωμένο «Στη μνήμη του θείου μου Κώστα Κατελάνου που δολοφονήθηκε από τους Γερμανούς», σ. 13-17. Είναι το εκτενέστερο διήγημά του στο περιοδικό.

-30/Δεκέμβρης 1983. Χρόνος 18ος, Τόμος Ε΄. Ο ΚΡΙΝΟΣ, σ.115-116 (απόσπασμα από ανέκδοτη εργασία του «Η Φιλοξενία στην Κρήτη»).

-33/Καλοκαίρι 1985. Χρόνος 20ος. Τόμος Ε΄. Στο τεύχος αυτό και στην σελίδα 303 μέσα σε πλαίσιο ανακοινώνεται ο θάνατος του Β. Μ. «ΤΟ ΒΑΡΥΤΑΤΟ ΠΕΝΘΟΣ ΤΗΣ «ΣΤΕΓΗΣ»» ΒΕΛΙΣΣΑΡΙΟΣ ΜΟΥΣΤΑΚΑΣ (1929-1985). Και αποχαιρετιστήριο φιλικό χαιρετισμό του Γ. Ε. Χ-ς. Επίσης, στην σ. 302 δημοσιεύεται από τον Σταμάτη Αποστολάκη βιβλιοκριτική για το βιβλίο του Β. Μ., «Θεομηνία» (διηγήματα), Αθήνα 1983.  

-34/10,11,12, 1985. Χρόνος 20ος, Τόμος Ε΄. 1835-150 χρόνια από την ίδρυση του Δήμου Πειραιά-1985.  Τ’ ΑΣΤΕΡΙ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΚΩΝ ΧΡΟΝΩΝ, σ. 344-347 (Χριστουγεννιάτικο διήγημα).

-43/1,2,3, 1988. Χρόνος 23ος, Τόμος ΣΤ΄, (αφιέρωμα στον Γρηγόρη Θεοχάρη). Η ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΓΡΗΓ. ΘΕΟΧΑΡΗ σ.217-220.

     Για την σταθερή προσφορά του στην ΦΣΠ και στα πειραϊκά γράμματα, ευρύτερα στην πνευματική εικόνα της Πόλης, ο Βελισσάριος Μουστάκας τιμήθηκε:

-Από την οργανωτική επιτροπή της 12ης Έκθεσης Θαλασσογραφίας που διοργανώθηκε από την ΦΣΠ με την συμπαράσταση του Δήμου, 30/6/-9/7/1981 στην αίθουσα του Δημαρχιακού Μεγάρου, απονεμήθηκε αναμνηστικό δώρο και τιμητικό δίπλωμα στον Β. Μ. ως εμπνευστή της πρώτης οργάνωσης της έκθεσης της Θαλασσογραφίας το 1962 και στην βοήθεια καθιέρωσης του θεσμού. Βλέπε και τχ. 28/Φθινόπωρο 1981, σ.505

-Βραβεύτηκε με τιμητικό δίπλωμα στις 11 Φεβρουαρίου 1983 από την Στέγη στα Γραφεία της επί της οδού τότε, Σωτήρου Διός 7. Για τον «αθόρυβο σκαπανέα της πνευματικής προκοπής» μίλησαν ο Γ. Ε. Χ-ς, ο πρόεδρος του «Ζήνωνα» Γιώργος Καρράς, ο Δαμιανός Στρουμπούλης, ο Γιάννης Παυλάκης, ο Σκουλαδάκης. Ποιήματά τους του αφιέρωσαν ο Στέλιος Μπινιάρης και ο Θ. Ζαφειρόπουλος, Η ηθοποιός Ε. Χατζηδουλή διάβασε την «κουκλίτσα του Ρηνιού». Ο Κρητικός λυράρης Διονύσης Μεταξάκης συνόδευσε με τα ριζίτικά του την εκδήλωση. Βλέπε σ. 162 του τχ.30/12,1983.

    Μετά τον θάνατο του αγαπητού διηγηματογράφου Βελισσάριου Μουστάκα, σύλλογοι και σωματεία, φορείς του Πειραιά διοργάνωσαν εκδηλώσεις στην μνήμη του.

-Βλέπε ετήσιο μνημόσυνο της ΦΣΠ. Με την συμπλήρωση ενός χρόνου από την απώλειά του, τέλεσε 18/6/1986 επιμνημόσυνη δέηση στον τάφο του στο  νεκροταφείο της Ανάστασης. Κατατέθηκε δάφνινο στεφάνι στην μνήμη του ενώ λόγο εκφώνησε ο Γ. Χ-ς, αποσπάσματα κειμένων του διάβασε η ηθοποιός Ε. Χατζηδουλή και ο παλαιοπώλης ποιητής Θανάσης Ζαφειρόπουλος απήγγειλε ποίημα στη μνήμη του. Επίσης, Ποίημα στην μνήμη του Β. Μουστάκα και του Λουκά Μουζάκη, σύνθεσε η ποιήτρια Στέλλα Κοντογιώργου- Λεωνιδάκη, «Μνήμη» δύο απόντων φίλων. Δες σ. 354 του τχ. 34/10,11,12,1985.

 Βλέπε «Κρητική αποσπερίδα» του Φυσιολατρικού Συλλόγου Πειραιώς ο «Ζήνων», 15/1/1987, με ομιλητές του τότε μητροπολίτη Κισσάμου και Σελίνου κυρού Ειρηναίου, του προέδρου της ΦΣΠ Γιάννη Ε. Χατζημανωλάκη, του Γιάννη Σκουλούδη και Γ. Παινεσάκη. Κείμενα του Β.Μ. διάβασαν ο ηθοποιός και ποιητής Γιώργος Μετσόλης και η ηθοποιός Ελευθερία Χατζηδουλή.

          Αυτά είναι σε γενικές γραμμές τα λογοτεχνικά και καλλιτεχνικά βαδίσματα του ακάματου διηγηματογράφου Βελισσάριου Μουστάκα και η παρουσία του στο περιοδικό «Φιλολογική Στέγη». Το όνομά του μνημονεύεται και στις υπόλοιπες διοργανώσεις εκθέσεων ανάμεσα στα άλλα των επιτροπών. Στις συνεδριάσεις για την εκλογή νέας διοίκησης της Στέγης και αναφορά σε ομιλίες του που έδωσε για πειραιώτες συγγραφείς. Το Αρχείο του νομίζω φυλάσσεται στο Ιστορικό Αρχείο του Δήμου.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς

17/12/2025