Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2025

Μνήμη ιερή Αλέξη Μινωτή- Γιάννη Ρίτσου

 

Μνήμη ιερή Αλέξη Μινωτή- Γιάννη Ρίτσου

                 Μοίρα Ελληνική και της Τέχνης το έφερε, και δύο από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες του ελληνικού Θεάτρου και της Ελληνικής Ποίησης έφυγαν την ίδια ημέρα και την ίδια χρονιά. Ο σπουδαίος ηθοποιός και σκηνοθέτης Αλέξης Μινωτής 8/8/1900- 11/11/1990 και ο επίσης σπουδαίος έλληνας ποιητής Γιάννης Ρίτσος 1/5/1909- 11/11/1990. Δύο μεγάλοι του σύγχρονου ελληνικού πνεύματος και της τέχνης του προηγούμενου αιώνα που η παρουσία και το έργο τους σημάδεψαν ανεξίτηλα τα καλλιτεχνικά πράγματα στην χώρα μας. Δεν διανοούμαστε να φανταστούμε πώς θα ήταν το Ελληνικό Θέατρο χωρίς την παρουσία του ηθοποιού και σκηνοθέτη, συγγραφέα Αλέξη Μινωτή και πόσο φτωχά θα ήταν τα Ελληνικά Γράμματα, η Ελληνική Ποίηση δίχως την Γραφή του ποιητή της Ρωμιοσύνης Γιάννη Ρίτσου. Δύο μεγάλα καλλιτεχνικά μεγέθη που υπηρέτησαν με αυτοθυσία και αυταπάρνηση ο καθένας από την μεριά του τον τομέα της Τέχνης του που διακόνησαν. Ο ένας σφυρηλάτησε με ιερό πάθος την τέχνη του Θεάτρου και ο άλλος με ιερό μένος την τέχνη της Ελληνικής Ποίησης. Ποιοί έχουν παρακολουθήσει θεατρικές παραστάσεις Αρχαίας Τραγωδίας, Σαιξπηρικών Δραμάτων ή Σύγχρονων με τον Αλέξη Μινωτή και δεν θυμούνται ακόμα και ριγούν με την παρουσία του πάνω στη Σκηνή, δεν έχουν αγαπήσει ακόμα περισσότερο την μαγεία του Θεάτρου. Ποιοί έχουν πιάσει στα χέρια τους ποιητικές συλλογές, έχουν διαβάσει Ποιήματα του Γιάννη Ρίτσου και δεν έχουν αγαπήσει την Ελληνική Ποίηση, δεν έχουν αισθανθεί τις μυστικές εκρήξεις θαυμάτων της ελληνικής γλώσσας.  Δύο σπουδαίες προσωπικότητες του ελληνικού πολιτισμού που διέθεταν το θείο χάρισμα να μαγεύουν ψυχές και αισθήσεις. Παρουσιάζουν την Ζωή στην ολότητά της όχι ως μία κινούμενη σκιά που μας λέει ο άγγλος δραματουργός Ουϊλλιαμ Σαίξπηρ αλλά σαν μία διαδοχική αγωνιστική –θυσιαστική πορεία αυτογνωσίας. Οι ερμηνείες του Αλέξη Μινωτή και ο ποιητικός λόγος του Γιάννη Ρίτσου είναι μία «διαλεκτική» κίνηση στην αέναη ροή του χρόνου του Ελληνικού Πολιτισμού.

«Όχι πώς δεν θυμάμαι πιά,- θυμάμαι ακόμα’ μονάχα που οι αναμνήσεις

δεν είναι πιά συγκινημένες,- δε μας συγκινούν- απρόσωπες, γαλήνιες,

καθαρές ως τις πιο ματωμένες γωνιές τους.

Μόνον μία κρατάει ακόμη έναν αγέρα γύρω της, ανασαίνει.»

                Γιάννης Ρίτσος, «ΕΛΕΝΗ», εκδ. Κέδρος 1970.

 

ΠΡΟΣΩΠΟ -  ΠΡΟΣΩΠΕΙΟ

ΚΑΤΙΝΑΣ  ΠΑΞΙΝΟΥ  -  ΑΛΕΞΗ  ΜΙΝΩΤΗ

ΤΙΜΗΣ  ΚΑΙ  ΑΓΑΠΗΣ  ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ

ΤΕΤΡΑΔΙΑ  ΕΥΘΥΝΗΣ ΝΟΥΜΕΡΟ  32/4, 1993, σ. 140

                ΕΝΑΣ  ΔΙΔΥΜΟΣ  ΑΣΤΕΡΙΣΜΟΣ

                Φυσιογνωμίες υψηλές-κλειδιά πολύτιμα και πολύσημα για την κατανόηση και ερμηνεία του Νέου Ελληνισμού, εκάλυψαν και κατέλαμψαν με την πολυδύναμη, ασύγκριτης γνησιότητας, σοβαρότητας και βούλησης παρουσία τους το μεγαλύτερο μέρος του εικοστού μας αιώνα η Κατίνα Παξινού και ο Αλέξης Μινωτής.

                Δωρηματοδέκτες καλόμοιροι της αθάνατης Γενιάς του Τριάντα, και δωρεοδότες προς την ένδοξη αυτή Γενιά, αλλά και προς τις κατοπινές, ως τις μέρες μας τις ταραγμένες, γενιές, επλαστούργησαν με το θεόδοτο υλικό της ύπαρξής τους δυό μορφές- σύμβολα αναγέννησης, ανανέωσης και γόνιμης προώθησης της αρχαίας ελληνικής θεατρικής παράδοσης και υψώθηκαν σε υποδείγματα αφιέρωσης, αυταπάρνησης και αφοσίωσης στον αείζωο θεατρικό λόγο, τον λόγο που αποκαλύπτει το μυστικό του ανθρώπου μέσα στο μυστήριο του κόσμου.

                Τους τιμούμε σήμερα με μνήμη, με καρδιά και με νου συγκινημένο, φωτεινό, σκεπάζοντας τα τίμια ονόματά τους με σμύρτα, ελιόφυλλα και δάφνες της Πατρίδας μας.

                  Η «ΕΥΘΥΝΗ»

-ΓΙΑΝΝΗΣ  ΒΑΡΒΕΡΗΣ, 60-63,  ΕΝΑΣ ΗΘΟΠΟΙΟΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ-  ΥΛΟΜΑΝΗΣ ΤΕ

                «…. Κι ο Μινωτής συνόψισε βιολογικά την ιστορία του αιώνα του και τη θεατρική αισθητική της εποχής του. Κι όχι μόνο τη συνόψισε αλλά και την συνόψιζε με το σπινθηροβόλο και ευέλικτο εκείνο πνεύμα που άνετα μεταπηδούσε επί πτερύγων σοφίας, αιχμηρότητας και γλαφυρότητας από μνήμες του 1919 σε μνήμες του 1979, του 1955, του 1934 και πάει λέγοντας.

                Ωστόσο όμως, το μεγάλο κέρδος απ’ αυτή την ανατροφή δεν υπήρξε τελικά το ευτελές, «κεραμεούν και φαύλον» της οικείωσης μ’ ένα τόσο ρωμαλέο πνευματικό θεριό, όσο η δυνατότητα που σου δινόταν να ολοκληρώσεις την εικόνα του καλλιτέχνη επικουρούμενος από τις ανθρώπινες πτυχές του. Γιατί ακριβώς ο Μινωτής, ως ηθοποιός και σκηνοθέτης, υπήρξε προϊόν του Μινωτή πνευματικού πυρήνα και καθημερινού ανθρώπου της κοινής πείρας. Τοκετός σκέψεων και επισκέψεων, επί αοράτων και ορατών.

                Άκουγα συχνά πώς ο Μινωτής προσοικειώνεται τους ρόλους μέσω του ενστίκτου. Ποτέ δεν το πίστεψα. Απλούστατα, το ένστικτό του τον οδηγούσε στους ρόλους οι οποίοι έτεμναν δικές του ιδιοσυγκρασιακές περιοχές.  Άλλο θέμα τώρα αν η φιλόδοξη, υψιπετής ιδιοσυγκρασία του μαγνήτιζε και μαγνητιζόταν από ρόλους-μεγέθη, από ρόλους που ξεπερνούσαν τα μέτρα και τα μέτρια, από μορφές που ασφυκτιούσαν στην επανάπαυση και διψούσαν για το αινιγματικό απόλυτο του ψυχολογικού ή του μεταφυσικού ερωτήματος. Σ’ αυτούς μόνο τους όγκους αφυπνιζόταν το «ένστικτο»  και συνακόλουθα το καλλιτεχνικό ενδιαφέρον του ιερού αυτού τέρατος. Εκεί αναπαυόταν: στην ανειρήνευτη πάλι με τη Σφίγγα. Μπορούμε να θεωρήσουμε τυχαίο το επίμονο τροπισμό του προς θεατρικές μορφές που επικυρώνουν την ανθρώπινη μεγαλοσύνη και τη συνδιαλλαγή με τη θέωση; Έρρεπε μανικά προς αυτές, επειδή αυτές τολμούν να πατήσουν το κατώφλι της ύβρεως. Γιατί τί άλλο παρά μιά βεντάλια ύβρεων σε διαφορετικά ιστορικά μήκη και αισθητικά πλάτη είναι ο Οιδίπους –βασιλεύς ή απλούς  στρατιώτης της εξόδου στο άλσος του Κολωνού-, ο «Πατέρας», οι του Απολύτου εραστές Άμλετ και Λήρ, ο «Λοχαγός του Κέπενικ» του Τσουκμάγιερ, ο Τζών Γαβριήλ Μπόρκμαν, ή ο –σχεδόν αυτοψυχογραφικός του «Καρδινάλιος της Ισπανίας» του Μοντερλάν;

                Τί άλλο από εντρύφηση στη διάτρητη του τραγικού υπήρξαν οι ρόλοι αυτοί; Η πνευματική σκευή και ψυχοσύνθεση του Μινωτή αναζητούσε, εξεμαίευε θα ‘λεγα, το τραγικό, ακόμα κι’ όταν το υπέρτατο τούτο στοιχείο της υπόστασης μόνο κατ’ ίχνη εντοπιζόταν………..»

-ΛΕΩΝΙΔΑΣ Ν. ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, 48-49,  Η ΓΟΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ Παράσταση και μύθος

-ΠΕΤΡΟΣ  ΓΛΕΖΟΣ, 17-19, ΔΥΟ  ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΙ

-ΝΤΙΝΟΣ  ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ, 41-47,  ΕΞ  ΟΙΚΕΙΩΝ…

-ΘΑΝΟΣ  ΚΩΤΣΟΠΟΥΛΟΣ, 52-53,  ΑΛΕΞΗΣ  ΜΙΝΩΤΗΣ

                Τον πρωτοθαύμασα στον ρόλο του Ήμπεν, στο θεατρικό έργο του Ο’ Νήλ: «Πόθοι κάτω από τις λεύκες» Και είχα πει μέσα μου: «Τί ιδανικός ηθοποιός!» Ύστερα,  ο θαυμασμός μου μεγάλωσε, όταν τον είδα Μάρκο Αντώνιο στο αριστούργημα του Σαίξπηρ: «Ιούλιος Καίσαρ». Είχα προσέξει από την αρχή πόσο συγκροτημένος, οργανωμένος,  μεθοδικός ηθοποιός ήταν. Πρώτη φορά έβλεπα  έναν τόσο τέλειο ηθοποιό. Όλα του, η φωνή του, η κίνησή του, η έκφρασή του, η εσωτερικότητά του και η πλαστική εξωτερική έκφραση, αποδίδονταν, σε κάθε ρόλο, θαυμάσια. Ακόμα- είχα προσέξει- πώς η κάθε λέξη που πρόφερε είχε χρώμα, νόημα, βάρος’ ήταν φορτισμένη η αίσθηση κι’ ενταγμένη στον ρυθμό του ρόλου και της παράστασης. Εκθαμβωτικός ηθοποιός ο Μινωτής, πρόβαλε μπροστά μου αδιάκοπα- δηλαδή σ’ όλα τα χρόνια της συνεργασίας και στη Σκηνή, σαν το πιο επεξεργασμένο μέταλλο, πολύτιμο βέβαια, του Ελληνικού Θεάτρου.

                Τα χρόνια περνούσαν. Μέσα σ’ ένα περίλαμπρο Εθνικό Θέατρο που τόχαν φωτίσει με το εξαίσιο φώς τους ο Πολίτης, ο Ροντήρης, ο Μινωτής έπαιζε τον ένα μεγάλο ρόλο κατόπιν του  άλλου: Πέερ Γκύνντ στο ομώνυμο έργο του Ίψεν, Όσβαλντ στους «Βρυκόλακες» του Ίψεν, ‘Αμλετ, Ριχάρδος Γ΄, Ερρίκος Δ΄, Σάϋλωκ στον «Έμπορο της Βενετίας», Μάκβεθ και Βασιλιάς Πηρ (στα έργα του Σαίξπηρ που προανέφερα….] Πρίγκηπας του Χόμπουργκ στο ομώνυμο έργο του Κλάϊστ, Φιλοκτήτης, Οιδίπους Τύραννος και Οιδίπους επί Κολωνώ στις τραγωδίες του Σοφοκλή, Προμηθέας στον «Προμηθέα Δεσμώτη» του Αισχύλου κι ένα σωρό άλλοι ρόλοι από τον Παγκόσμιο κλασικό και σύγχρονο δραματολόγιο, συνέθεταν-και θα συνθέτουν, πάντα στη μνήμη μας- τον πολύμορφο και πολύχρωμο πίνακα των υπέροχων δημιουργών του Μινωτή.

                Και κοντά σ’ αυτούς τους ρόλους και σ’ αυτούς τους συγγραφείς, άλλες περίφημες ερμηνείες ρόλων, στα έργα των: Γκάλσγουωρθυ, Μπέρναρ Σω, Ο’ Νηλ, Ουάϊλντ, Ντύρενματ, Μπέκετ, Λόκα’ και των Ελλήνων: Σπύρου Μελά, Παντελή Χόρν, Δημήτρη Μπόγρη και άλλων.

                Και δεν φώτισε μόνο την Ελληνική Σκηνή με τις ερμηνείες του και τις σκηνοθεσίες του, αλλά, μαζί με τον Ροντήρη, δόξασαν την πατρίδα μας στην Ευρώπη και την Αμερική. Ναι. Ο Ροντήρης κι’ ο Μινωτής, παρουσιάζοντας στο εξωτερικό τις αρχαίες τραγωδίες: Ιππόλυτος, Ηλέκτρα, Εκάβη, Μήδεια, Οιδίπους Τύραννος, Οιδίπους επί Κολωνώ, Φοίνισσες, Αντιγόνη καθώς και τον Άμλετ του Σαίξπηρ, έδειξαν στους άλλους λαούς της γης, πώς το Ελληνικό Θέατρο δεν θα πάψει ποτέ ν’ αποτελεί έναν ισχυρό φάρο προσανατολισμού στις παγκόσμιες θεατρικές επιτεύξεις κι’ αναζητήσεις.

-ΝΕΣΤΟΡΑΣ  ΜΑΤΣΑΣ, 64-66,  Ο ΙΕΡΟΣ ΚΛΗΡΟΣ: ΜΙΚΡΟ ΔΟΞΑΣΤΙΚΟ ΓΙΑ ΔΥΟ ΜΥΣΤΕΣ

-ΜΕΝΕΛΑΟΣ  ΠΑΛΛΑΝΤΙΟΣ, 9-16, ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΞΙΝΟΥ- ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΙΝΩΤΗ

                «Υπάρχουν φορές, σπάνια βέβαια, που συναντούμε στη ζωή περιπτώσεις ανθρώπων, που αν επιχειρούσαμε ν’ αναφερθούμε σε χαρακτηριστικά περιστατικά του βίου και του έργου τους, ειλικρινά δεν θα ξέραμε από πού ν’ αρχίσουμε και που να τελειώσουμε. Και τούτο, γιατί η ίδια η προσωπικότητά τους, η μέχρις εσχάτων έντονη παρουσία τους και η πλούσια δράση τους πάνω στο έργο, που η φύση τους ανάθεσε να επιτελέσουν στο πέρασμά τους από τη ζωή, ανατρέπουν μέσα μας ακόμα και τη χρονολογική σειρά των γεγονότων που σφράγισαν την πολύχρωμη σταδιοδρομία τους. Εκεί που η μνήμη μας φέρνει στην πιό πρόσφατη επιτυχία τους, ξαφνικά και χωρίς κανένα συνδετικό στοιχείο θυμόμαστε μιάν άλλη τους παλιότερη αλλά εξίσου  σπουδαία εκδήλωση. Ξαναγυρίζει στα αυτιά μας ένας χαρακτηριστικός λόγος τους, αναπολούμε μιάν άκακη παραξενιά τους, μιάν εύθυμη τους νότα στη φιλική συντροφιά, ακόμα και τις ιδιοτροπίες και τη γκρίνια τους.

                Η αναστάτωση αυτή στη σειρά των γεγονότων είναι μοιραία και αναπόφευκτη, όταν πρόκειται για φυσιογνωμίες έντονες, στον θεατρικόν ιδίως χώρο, όπου η επαφή με τον άνθρωπο είναι άμεση’ εκεί όπου η ανάσα του ενσαρκωτή του μεγάλου ρόλου αγγίζει το κοινό, φέρνοντάς το σε επικοινωνία με το πνεύμα του δημιουργού αυτού του ρόλου’ εκεί όπου ο υψηλός ποιητικός λόγος μεταδίδει με  ρίγος στον θεατή από τον διάμεσον εκείνο, που λέγεται ηθοποιός, που λέγεται πρωταγωνιστής.

                Είχα την ευτυχή ευκαιρία να συνδεθώ καλλιτεχνικά με τον Αλέξη Μινωτή και την Κατίνα Παξινού από το 1952, όταν μου ζήτησαν να γράψω τη μουσική στην «Εκάβη», πάνω στην πολύ ωραία ποιητική μετάφραση του Απόστολου Μελαχρινού. Λίγα χρόνια πρίν, το 1949, είχε προηγηθεί η σύνθεση της μουσικής μου στην τριλογία «Ορέστεια», του Αισχύλου, σε μετάφραση Ιωάννου Γρυπάρη, που ανέβηκε τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού από το Εθνικό Θέατρο, με σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη……».

-ΔΗΜΗΤΡΗΣ  ΠΟΤΑΜΙΤΗΣ,  54-59, ΠΡΟΣΕΥΧΗ  ΕΝΟΣ  ΜΑΘΗΤΗ

-ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ, 78-79,  ΥΠΟΘΕΣΗ  ΖΩΗΣ

-ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ, 80-85,  Η  ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ

                «….. Τους συγγραφείς του θεάτρου, λόγου χάρη, πρέπει να τους διακρίνουμε σε συγγραφείς-τεχνικούς και σε συγγραφείς- διανοούμενους. Έχουμε κάθε συμφέρον να κάνουμε έτσι αν θέλουμε να είμαστε μέσα στα πράγματα. Συγγραφείς- τεχνικοί είναι εκείνοι που έχουν κατά κύριο λόγο το ένστικτο της σκηνής, συνοδευόμενο βέβαια από τη σχετική πείρα, που είναι απλό συμπλήρωμα του πρώτου. Συγγραφείς- διανοούμενοι είναι εκείνοι που έχουν τη φιλοδοξία της σκηνής’ αυτοί πού, όπως θα έλεγαν παλαιότερα, το έργο τους «όζει λυχνίας». Και μιλώ για τους συγγραφείς επειδή, από όλους τους λειτουργούς του θεάτρου, αυτοί, θέσει, βρίσκονται  στο μεταίχμιο ανάμεσα πράξη και θεωρία. Δεν μιλώ για τους καθαρά θεωρητικούς, που  έτσι η αλλιώς είναι τοποθετημένοι στο αντίθετο στρατόπεδο’ ας πούμε απαλότερα «στην άλλη όχθη». Ο γνήσιος άνθρωπος του θεάτρου, κι’ άς μη μιλάει, μυρίζεται αμέσως τον παρείσακτο……».

«Πολεμιστής του χαρακώματος ο Μινωτής- γι’ αυτουνού το βιβλίο πρόκειται- μπαρουτοκαπνισμένος, θα είταν άδικο αν κρινόταν για ό,τι δεν είναι μήτε θέλει να είναι. Έπιασε κι’ έγραψε ένα βιβλίο απαύγασμα της πείρας μιάς ολόκληρης ζωής που είταν υπηρεσία στη ζώνη των πρόσω. «Εμπειρική θεατρική παιδεία» το λέει…….»

-ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΑΤΣΟΣ, 75-77, ΑΛΕΞΗΣ ΜΙΝΩΤΗΣ

                «…….Ο Μινωτής μιλάει ελληνικά. Προφέρει ελληνικά.  Αγαπά την ελληνική γλώσσα και την θάλπει και την εκστομίζει έτσι που κάθε λέξη να αποδίδη όλη τη γεύση της, το χυμό της. Όταν μάλιστα λέει στίχους, χωρίς να φαίνεται, τραγουδάει. Ο ρυθμός υποστηλώνει τη λέξη. Την αξιοποιεί στο έπακρο. Και αυτό είναι δουλειά του ηθοποιού. Διότι ο ηθοποιός στο κοινό δεν μαθαίνει μόνο νοήματα. Του μαθαίνει και γράμματα. Η λέξη, και πιο πέρα η φράση, υπάρχουν ανάμεσα σε δύο σιωπές. Και οι σιωπές, και αυτές σημαίνουν κάτι. Πρέπει να ξέρης να τις ορίζεις και να τις δίνεις, όπως και το λόγο σου, με όλο σου το κορμί.

                Ο τυφλός Οιδίποδας, όταν τον ενσαρκώνη ο Μινωτής, δεν κάνει καμμιά κίνηση, ούτε με το στόμα του, μα ούτε και με την κόρη του οφθαλμού, που φυσικά δεν κάνει ο τυφλός. Έχει πείσει τον εαυτό του ότι είναι τυφλός.

                Αλλά ας προχωρήσουμε στα ενδότερα. Κάθε έργο είναι ένα απόσπασμα, παρμένο από τη συνεχή ροή της πραγματικότητας. Έχει  επομένως ένα «πρίν», μιά προϊστορία που δεν λέγεται ευθέως, αλλά που πρέπει να συναχθή, διότι το απόσπασμα που βλέπομε είναι φορτωμένο με αυτό το πρίν. Χάρις άλλωστε και σε αυτό το πρίν παίρνει μεγαλύτερες διαστάσεις και μεγαλύτερο βάθος. Πρέπει και αυτό να το μεταδώση όχι μόνο ο δημιουργός αλλά και ο ηθοποιός. Όταν ο Μινωτής μπαίνει στη σκηνή, είτε παίζει αρχαίους, είτε Ibsen, είτε Shakespeare, τον αισθάνεσαι πώς μπαίνει φορτωμένος από ιστορία.  Συνεχίζει κάτι που δεν είδαμε.  Όπως, στην ώρα της κάθαρσης, βλέπομε ξαφνικά όχι μόνο τα πρίν αλλά το μετά, το πέρα από το τέλος……»

-ΚΩΣΤΑΣ Ε. ΤΣΙΡΟΠΟΥΛΟΣ, 67-71, ΚΑΤΙΝΑΣ ΠΑΞΙΝΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΑ

-ΚΩΣΤΑΣ Ε. ΤΣΙΡΟΠΟΥΛΟΣ, 72-74,  ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΕΞΗ ΜΙΝΩΤΗ

                «Αν, αποτραβηγμένος στην σιωπηλή όχθη του κόσμου, επιχειρήσει κάποιος στοχαστικός να κατανοήσει τον άνθρωπο, τον ηθοποιό τον σκηνοθέτη, τον συγγραφέα Αλέξη Μινωτή, οφείλει να εγκύψει στο δραματολόγιο που διερμήνευσε στο μάκρος μιάς ζωής ζωντανής και οραματικής. Γιατί τότε θα εννοήσει και θα κατανοήσει, πώς, ένα σπάνιου μεγέθους τάλαντο/ χάρισμα κατόρθωσε η ψυχή αυτή να το σφυρηλατήσει και να το μορφοποιήσει μέσα στο άδυτο του υποβλητικού χυμευτικού εργαστηρίου που συνιστά το έργο των κορυφαίων τραγικών και δραματικών πλαστουργών του παγκοσμίου θεάτρου……»

-ΘΕΟΦΙΛΟΣ Δ. ΦΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΣ, 34-39,  ΜΑΘΗΜΑ  ΕΥΨΥΧΙΑΣ

                «….. Εκείνο που εξηγεί το μυστικό της επιτυχίας του, πρίν από οτιδήποτε άλλο,  είναι το ότι υπήρξε ένας τόσο υπεύθυνος άνθρωπος του Θεάτρου. Δεν είχε ποτέ του «απόψεις», δεν επεδίωξε ποτέ του «ρήξεις» και «τομές», λέξεις τόσο της μόδας σε σημερινούς σκηνοθέτες, πού, και με την ορολογία τους και μόνο, αποκαλύπτουν τις εχθρικές τους διαθέσεις για το κείμενο που κατ’ ευφημισμόν «προβάλλουν». Ο Μινωτής, σαν σκηνοθέτης ή ηθοποιός, δεν ζήτησε ποτέ του την «απομυθοποίηση» (άλλος τέτοιος όρος της μόδας, σήμερα). Πλησίαζε το έργο με μελέτη, σοβαρότητα, και  έναν νηφάλιο εμπειρισμό. Έχτιζε την παράσταση αβίαστα και μεθοδικά, όπως οι παλαιοί μαστόροι κατασκεύαζαν ένα ψηφιδωτό: δοκιμάζοντας, αφήνοντας, ξαναπιάνοντας, συνταιριάζοντας εδώ ή εκεί την μία ψηφίδα με την άλλη, έχοντας μόνο το γενικό όραμα στις αδρές γραμμές του μέσα του, αφήνοντας τις λεπτομέρειες να σχηματισθούν από μόνες τους, οργανικά, μέσα από το κείμενο και την εμπειρία της προσαρμογής του. Ο ίδιος έλεγε πώς ήτανε ένας εμπειροτέχνης του θεάτρου, και το βιβλίο του που μας άφησε, αυτόν τον τίτλο έχει: «Εμπειρική Θεατρική Παιδεία». Πίστευε στην ικανότητα της μαστοριάς του, όχι στα σχήματα προκάτ που διαπλέκονται σήμερα στο θέατρο. Και ήξερε να δαμάζει τις περιπέτειες του πειραματισμού μέσα σ’ ένα ορθογώνιο πνεύμα πρακτικότητας.» ………………………..

-ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ  ΦΩΤΕΑΣ, 50-51, ΤΟ  ΤΑΜΕΝΟ  ΖΕΥΓΑΡΙ

-ΕΛΕΝΗ  ΧΑΤΖΗΑΡΓΥΡΗ, 20-21,  ΟΙ ΔΥΟ ΤΟΥΣ

-ΜΑΡΙΑ  ΧΟΡΣ, 22-33, ΠΑΞΙΝΟΥ- ΜΙΝΩΤΗΣ

ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ  ΓΝΩΜΩΝ ΓΙΑ  ΤΗΝ  ΚΑΤΙΝΑ  ΠΑΞΙΝΟΥ

-Παναγιώτης  Κανελλόπουλος, 86

-Κάρολος  Κουν, 86-87

-Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος, 87-88

-Μαρία Περικλή Ράλλη, 88-90

-Αιμίλιος Χουρμούζιος, 91

ΑΝΘΟΛΟΓΗΣΗ  ΓΝΩΜΩΝ  ΓΙΑ  ΤΟΝ  ΑΛΕΞΗ  ΜΙΝΩΤΗ

-Αλέξης Διαμαντόπουλος, 92-93

-Παναγιώτης Κανελλόπουλος, 93

                Ο Αλέξης Μινωτής δεν είναι μόνον ο έξοχος ενσαρκωτής των πιό σημαντικών προσώπων του παγκόσμιου θεατρικού ρεπερτορίου. Δεν είναι μόνον ο δεινός σκηνοθέτης. Είναι και πνευματικός άνθρωπος υψηλής στάθμης. Το ταλέντο του δεν είναι απλώς έμφυτο. Είχαμε στην Ελλάδα ηθοποιούς (και των δύο φύλλων) με ισχυρότατο έμφυτο ταλέντο. Ο Μινωτής, όμως, δεν έπαψε ποτέ να ελέγχει αδιάκοπα και να αναμορφώνει τα έμφυτα χαρίσματά του με οδηγό τη γενικότητα πνευματική παιδεία του, που και αυτήν αγωνιζόταν πάντοτε να τη συμπληρώνει, να τη διευρύνει. Την ευρύτητα της παιδείας αυτής τη μαρτυρεί ο λαμπρός γραπτός λόγος του. Έγινε έτσι μέγα παράδειγμα για τους νέους ηθοποιούς.

-Ευάγγελος Π. Παπανούτσος, 93-94

                Παρακολουθώ επί μακρά σειρά ετών την καλλιτεχνική δράση του Αλέκου Μινωτή, ως ηθοποιού και ως σκηνοθέτη, και τη γνωρίζω πολύ καλά. Γιατί αγαπώ το Θέατρο, ασχολήθηκα με τα προβλήματά του κατά τη θητεία μου στο Υπουργείο της Παιδείας και έγραψα γι’ αυτό όχι μόνο στα αισθητικά μελετήματα, αλλά και όταν πρίν από κάμποσα χρόνια κρατούσα τη θεατρική στήλη του «Βήματος» για τις παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου. Τότε είχα διατυπώσει, μαζί με το θαυμασμό μου, και μερικές διαφωνίες μου με ορισμένες ερμηνείες του Μινωτή. Τώρα που αναπολώ τη μακρόχρονη και πολύμοχθη εργασία του στις Εθνικές μας Σκηνές, οφείλω (και το κάνω με μεγάλη ευχαρίστηση) να αναγνωρίσω την πολυδιάστατη και σημαντικότατη προσφορά του στην προαγωγή αυτής της υψηλής Τέχνης.

                Ό,τι χαρακτηρίζει αυτή την προσφορά είναι όχι μόνο το γνήσιο και πολυμελές τάλαντο του Μινωτή, η δεινή του ικανότητα να ερμηνεύει χαρακτήρες μεγάλης κλίμακας από ολόκληρο το δραματολόγιο της ιστορίας του Θεάτρου, από την αρχαία Ελληνική τραγωδία και το νεότερο ευρωπαϊκό Θέατρο έως τα έργα της σύγχρονης πρωτοπορίας, αλλά και η βαθιά θεατρική του καλλιέργεια που τον οδηγεί να δίνει στις ερμηνείες του τον παλμό αλλά και το μέτρο της ιδιοτυπίας τους, της ιστορικής και της πνευματικής τους ταυτότητας.

                Τούτο το τελευταίο επιθυμώ να το τονίσω ιδιαίτερα.  Ζούμε τελευταία (στον διεθνή αλλά ιδίως στον εθνικό θεατρικό μας χώρο) μιαν εποχή αυθαιρεσιών που έχουν μετονομαστεί σε μεγαλοφυείς πρωτοβουλίες και τείνουν να εξαφανίσουν κάθε ίχνος ύφους- κάποτε και καλαισθησίας- από το Θέατρο. Ο Μινωτής δεν έπεσε σ’ αυτήν την παγίδα του άκριτου μοντερνισμού. Τόσο σαν ηθοποιός όσο και σαν σκηνοθέτης ξέρει να κρατάει τις ερμηνείες του στο επίπεδο της καλλιτεχνικής και της ιστορικής αυθεντικότητας.

Για όλους αυτούς τους λόγους τιμώ  και θαυμάζω το έργο του. Αποτελεί αναμφισβήτητα μιά σελίδα στην ιστορία του Θεάτρου μας.

-Μάριος Πλωρίτης, 94

                Αν για τους άλλοτε Αθηναίους ειπώθηκε πώς «αντί να μιμούνται τους άλλους ήταν εκείνοι παράδειγμα για μίμηση»- «παράδειγμα μάλλον αυτοί όντες ή μιμούμενοι ετέρους» -, ο Αλέξης Μινωτής, ο κορυφαίος  «μίμος», αποτελεί σίγουρα «μέγα παράδειγμα», σε μιά χώρα και σ’ ένα χώρο όπου τα παραδείγματα δεν πλεονάζουν. Παράδειγμα αφιέρωσης στη Σκηνή και «μανίας» για τη Σκηνή ενός ανθρώπου που δεν αποζεί απ’ το Θέατρο, αλλά ζει το Θέατρο και ζει το για το Θέατρο, το σκέφτεσαι και το «σκάπτει» αδιάκοπα, το βιώνει και το επιβιώνει, το λειτουργεί και δεν λειτουργεί χωρίς αυτό.

                Δύναμη και μέγεθος ήταν η πρώτη εντύπωση απ’ τις νεανικές και ώριμες σκηνικές δημιουργίες του Μινωτή. Μιά πιό διεισδυτική ματιά, ωστόσο, μιά δεύτερη «ανάγνωση» τους,  σου αποκάλυπτε πόση στόχαση, πόση «επιστημονική» ανάλυση, πόση άσκηση και πόση ασκητική υπήρχαν πίσω απ’ αυτό που φάνταζε «ασύνειδη» παρόρμηση και αυθόρμητος χείμαρρος. Μια «όσμωση», όπου ένα πλούσιο ταλέντο οργανωνόταν απ’ τη νηφάλια σκέψη, κι όπου η σκέψη μεταπλαθόταν σε παλμική ζωή απ’ το ταλέντο…»

Παντελής Πρεβελάκης, 95

Νίκος Χατζηκυριάκος- Γκίκας, 95

ΚΡΙΤΙΚΑ  ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ

Για τον «Οιδίποδα Τύραννο» του Σοφοκλή

Έγραψαν:

-Laurence Gilliam, “Observer” 1951, 96

-Jacques Lemarchand, Le Figaro Littteraire, Samedi, 30.7.1955, 96-98

Για την «Επίσκεψη της γηραιάς Κυρίας» του Ντύρενματ

Έγραψαν:

-Μάριος Πλωρίτης, Ελευθερία 1961, 99

-Carlo Teppon, “Tempo” 5.10.1963, 99-100

Για το «Ταξίδι μακριάς μέρας μέσα στη νύχτα» του Ο’ Νήλ

Έγραψαν:

-Μάριος Πλωρίτης, Ελευθερία 1965, 100

Για τον «Πατέρα» του Στρίντμπεργκ

Έγραψαν:

Γιάννης Χατζίνης, «Νέα Εστία» 1968, 101-102

ΚΕΙΜΕΝΑ  ΤΗΣ  ΚΑΤΙΝΑΣ  ΠΑΞΙΝΟΥ

-«Για το παράδοξο του Ντιντερό έχω απάντηση απλή ίσως, αλλά γνησία νομίζω….», 103

-Απόσπασμα από συνέντευξη της Κ. Παξινού που δημοσιεύτηκε στους “Times του Λονδίνου στις 11.4.1996, 104

-Απόσπασμα από συνέντευξη της Κ. Παξινού που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Daily Mail” του Λονδίνου στις 11.4.1996, 104-105

ΚΕΙΜΕΝΑ  ΤΟΥ  ΑΛΕΞΗ  ΜΙΝΩΤΗ

-«Η εμπειρία της ψυχής», 106-113

-ΗΘΟΠΟΙΟΣ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑ, 113-119

-Ο ΗΘΟΠΟΙΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ, 119-121

-Η ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ  ΗΘΟΠΟΙΟΥ, 121-122

-ΘΥΜΑΜΑΙ…, 123-124

-ΚΡΗΤΙΚΗ ΟΜΟΛΟΓΙΑ, 125-126

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΤΙΝΑΣ ΠΑΞΙΝΟΥ- ΑΛΕΞΗ ΜΙΝΩΤΗ

1930-1990, 127-134

Αναγγελία και διαφήμιση του κινηματοθεάτρου “Rivoli” της Νέα Υόρκης για το έργο «Για ποιόν χτυπά η καμπάνα» με τους Κ. Παξινού, Γκάρυ Κούπερ και Ίνγκριντ Μπέργκμαν,135

Για την αντιγραφή

γ.χ.μ.

Πειραιάς

Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2025

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου