ΛΑΖΛΟ Φ. ΦΟΛΝΤΕΝΥΙ
«Ο Ντοστογιέφσκυ διαβάζει Χέγκελ
στην Σιβηρία και κλαίει! …» εκδόσεις, Αρμός 2008,
μετάφραση Ευάγγελου Δ.
Νιανιού.
Η Ιστορία, θεωρώ, ότι δεν είναι ένα
επεξηγηματικό αντιστρατευομένων δρώντων δυνάμεων του ανθρωπίνου πνεύματος,
πεδίο αναφοράς μόνο. Ούτε ένα διαμεσολαβητικό πεδίο κατάθεσης, ανάμεσα στην
ανθρώπινη ύπαρξη και τα πολιτισμικά και πολιτιστικά επιτεύγματά της. Ένας αυτοσυντήρητος
και αυτοδικαιωτικός μηχανισμός του ανθρώπινου είδους απέναντι σε ένα ασταθές,
απροσδιόριστο και ασφαλώς εχθρικό συνήθως περιβάλλον. Και είναι ίσως άστοχο να
αντιμετωπίζεται μόνο σαν ένα υπερασπιστικό ή καταδικαστικό απριορίστικο
ερμηνευτικό μοντέλο της κάθε μορφής και απόχρωσης κοινωνικής παθογένειας. Και,
αναμφίβολα, δεν κατανοείται σαν μια αποκεκαλυμμένη αλήθεια-έτσι όπως
επιμεριστικά πολιτιστικά εκδηλώνεται στις διάφορες εκδοχές της εφαρμοστικότητάς
της-όλων ανεξαιρέτων των διαβαθμιστικών φιλοδοξιών του ανθρωπίνου όντος, που,
εκπορεύονται από τους εσχατολογικούς στόχους μιας θείας συμπαντικής πρόνοιας.
Το κανονιστικό σχέδιο μιας
μεταφυσικής αιτιατής αρχής όπως αποκαλύπτεται στην χρονικότητά της και
καθολικότητά της μέσα στον Κόσμο. Αλλά μάλλον, ένα περιέχον και ενίοτε
αναπάντητο ερωτηματικά ερευνητικό όλον, ενός συγκεφαλαιωτικού ενεργού κέντρου
ενδεχόμενων δράσεων που εκφράζονται από επιμέρους πολυποίκιλα τυχαία και
αστάθμητα συμβάντα, συμπλησιαζόμενα γεγονότα, και αινιγματικές καταστάσεις της
ανθρώπινης διαχρονικής εξέλιξης.
Και, σίγουρα, η Ιστορία είναι, μια
προσδιοριστική, οπωσδήποτε συσχετιστική και κάποτε-κάποτε διδακτική
κωδικοποίηση των επιμέρους βιολογικών και εμπειρικών της ζωής αληθειών του κάθε
ανθρώπινου υποκειμένου, ή φυλετικής ομάδας, ή εθνικής κοινότητας ξεχωριστά και
μοναδικά.
Συμπληρωματικά θα συμπληρώναμε ότι
είναι το απειροστικό συνεχές της ανθρώπινης συνείδησης-με οτιδήποτε αυτό
μεταφέρει εντός του-στην κοπιώδη και τραγικά άτυχηματική του προσπάθεια, για
την ανεύρεση του σταθερότερου δρόμου προς την ιστορική αθανασία.
Ο Ιστορικός δεν κάνει τίποτε άλλο,
από το να μετουσιώνει τις επιμέρους αλήθειες των κοινωνικών δραστηριοτήτων και
πνευματικών ποιοτήτων σε μια γενική αρχή ερμηνείας και αποτύπωσης της
καθολικότητας της ανθρώπινης εμπειρίας.
Ο Ιστορικός απομεταμφιέζει κάθε
μεταφυσικό γεγονός, και τις λανθάνουσες ή μη παραμέτρους του, που η ανθρώπινη
φαντασιακή δυναμική προβάλλει στην άγνωστη και τυχαία ενοποιητική αρχή του
Κόσμου, όποιο όνομα και αν της προσδώσουμε.
Αντίθετα, από την άλλη η πίστη, ή
ορθότερα το άλογο φανέρωμα των εσωτερικών ανησυχιών και φοβιών του ανθρώπου που
εκδηλώνεται μέσα από τις διάφορες διαδικασίες του Πιστεύειν και άλλων χρηστικών
παραμέτρων και μεταφυσικών του προσδοκιών, είναι μάλλον η πρυτανεύουσα μορφή
άμυνας του ανθρώπινου υποκειμένου τόσο απέναντι
στα ακατανόητα αδιέξοδα των ψυχικών δυσλειτουργιών, όσο και στην μη
επίτευξη ερμηνείας και ανοικειοποίησης του εξωτερικού περιβάλλοντος. Μια, που οι
θεμελιακές δραστηριότητες της Φύσης ούτε ιστορικοποιούνται, ούτε ηθικοποιούνται.
Απλά συμβαίνουν. Η πίστη και αναφέρομαι στην θρησκευτική, αποτιμητικά
ανακατασκευάζει τις προσωπικές μας νευρώσεις, τις μεταλλάσσει και τις στρέφει
προς ένα μεταφυσικό παν, σε μια ιερή κοσμιότητα πέραν της πλασματικής
ιστορικότητας του ενθάδε.
Η θρησκευτική πίστη τοιχίζει τον
άνθρωπο σε μια αξιολογική ελπιδοφορία ερμηνεύσιμων δεδομένων των πρόσκαιρων
επιθυμιών. Γιαυτό, και όσο πιο κανονιστική και δογματική είναι η μεταφυσική
αυτή ελπιδοφορία, τόσο πιο σκοτεινός και εξακολουθητικός είναι ο εξαναγκασμός
της ανθρώπινης συνείδησης, και συμβάλλει στην υιοθέτηση μιας κοινωνικής
προσαρμοστικότητας που από τη μία εσωτερικεύει παθητικά και ενοχικά την όποια
μορφή πνευματικής ή κοινωνικής βίας, της υφιστάμενης ιστορικής εξουσίας, και,
από την άλλη, θα φαντασιώνεται την απόσβεση των ενοχικών επιθυμιών στο όνομα
μιας επέκεινα αιώνιας λύτρωσης.
Το ιστορικό πρόσωπο του ανθρώπου
αμαυρώνεται για να αναδειχθεί εκείνο του πιστού. Θυσιάζονται τα δύο υπαρκτικά
ενδεχόμενα του ανθρώπινου όντος-η επιθυμία και η ελευθερία-που τροφοδοτούν το
Είναι του, μέσα στο ιστορικό γίγνεσθαι στο όνομα μιας διαχειριστικής της ζωής
του φοβερής και εχθρικής αρχής.
Η θρησκευτική πίστη, μάλλον,
συνθλίβει ασυγκατάθετα τη συνειδησιακή πολλαπλότητα της ανθρώπινης ύπαρξης,
έτσι όπως εκδηλώνεται και ανιχνεύεται μέσα στην ιστορία. Και αν η Ιστορία
ενσαρκώνει το έλλογο στοιχείο της ζωής, αυτήν την νομοτελειακή λογικότητα ή και
τυχαιότητα που, διέπει τον Κόσμο, η θρησκευτική πίστη με τον ευλύγιστο
κοινωνικά αποφατισμό της, καταβροχθίζει το ιστορικό παρόν, ώστε να οικοδομηθεί
ένα θεοφαντικό, ανιστορικό μέλλον.
Όμως το ερώτημα, για εμάς τους
απλούς πολίτες της νεωτερικής ιστορίας ή τους συνειδητούς πιστούς ενός
θρησκευτικού δόγματος, τους πρόσκαιρους μέτοικους της ζωής αυτής, παραμένει
ανοιχτό. Ο άνθρωπος στην Φύση οφείλει να προτάσσει την Ιστορία ή την Πίστη,
και, πως αυτό το ανθρώπινο αντιχάρισμα πραγματώνεται και πραγματοποιείται και
στις δύο του εκδοχές.
Ο προβληματισμός αυτός καθώς και τα
συνακόλουθα ερωτήματά του, από παλαιά απασχολούσαν τους καλλιεργημένους
ανθρώπους του Δυτικού κόσμου. Είτε στον χώρο της φιλοσοφίας, είτε της
πολιτικής, είτε στον χώρο της τέχνης και της επιστήμης γενικότερα. Ο
διανοούμενος και καλλιεργημένος άνθρωπος της Δύσης, προβληματιζότανε πάνω σε
παρόμοια ζητήματα. Και, τα προβλήματα αυτά, εντάθηκαν και παγιώθηκαν από την
στιγμή που ο Ευρωπαϊκός πολιτισμός διαμελίσθηκε στα δύο.
Από την μία η ορθολογιστική Δύση και
από την άλλη η μυστηριακή Ανατολή. Και η ιστορική βασανιστική αντιπαλότητα
μεταξύ των διαφόρων δογματικών εκδοχών του Χριστιανισμού, επικύρωσε το χάσμα
των διαφορετικών εκδοχών της παράδοσης και των πολιτικών και κοινωνικών
ανισοτήτων. Θεσμοθετήθηκε μια αρχέτυπη λογικότητα του υπαρκτικού γεγονότος της
ανθρώπινης ύπαρξης που ερμηνεύτηκε και οργανώθηκε μέσα στην ασφαλή αποδοχή της
ιστορίας, όπως δηλώθηκε κυρίαρχα στον δυτικό κόσμο από τον μεγάλο Γερμανό
φιλόσοφο Χέγκελ και το έργο του, «Φιλοσοφία της Ιστορίας» και διάφορους άλλους
μεταγενέστερους ιστορικούς. Και, από την άλλη στην ανατολή, υιοθετήθηκε η
κρατική θρησκευτική και εθνική εκκλησιαστική εκδοχή της ανθρώπινης ύπαρξης μέσα
στην ιστορία, όπως διαχρονικά εκφράστηκε με το έργο και την ζωή των διαφόρων
εκκλησιαστικών συγγραφέων και αγίων της ορθόδοξης παράδοσης.
Στην ανατολή, η ζωή δεν
προικοδωτείται πλέον από την ιστορική νομοτέλεια, αλλά από την νηπτική
αποφατική εσχατολογία της ορθόδοξης πίστης.
Και, αργά και σταθερά από τον
κυβερνήτη Νου του αρχαίου φιλοσόφου Αναξαγόρα, περάσαμε στον Θεό Λόγο.
Από την Φύση στην Ιστορία, από την
Ιστορία στην Τέχνη, και από εκεί στην Επιστήμη και την Τεχνολογία.
Οι προβληματισμοί αυτοί και οι
συνακόλουθες κοινωνικές διαφοροποιήσεις που προέρχονταν από τον διαφορετικό
τρόπο που αντιλαμβανόταν και ερμήνευε τον κόσμο ο άνθρωπος της ανατολής από τον
άνθρωπο της δύσης, δεν άφησαν αδιάφορο και ασυγκίνητο έναν από τους
μεγαλύτερους θεολόγους συγγραφείς του 20ου αιώνα, τον Ρώσο Φιοντόρ
Ντοστογιέφσκυ.
Αυτόν που με το έργο του ερεύνησε το
βάθος της προσωπικότητας του ανθρώπου στις πιο καίριες και αντινομικές της
πτυχές. Σε αυτόν που ερμηνεύοντας ορθά και φόβο τον λόγο του Εμμανουήλ, ιχνομύθησε
την ανθρώπινη Μοίρα με έλεος και συμπάθεια. Που, αυλάκωσε με το συγγραφικό του λόγο
κάθε ακατέργαστη ανθρώπινη συνειδησιακή αντίφαση.
Ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκυ είναι ο
συγγραφέας που εκφράζει περισσότερο και από τον προάγγελο Αλεξάντερ Πούσκιν και
από τον μυθιστορηματικά αρτιότερο Λέοντα Τολστόι, τη δημιουργική αγωνία και
απελπισία της Ρωσικής ορθόδοξης ψυχής.
Μέσα από την συνειδησιακή πολυφωνική
ελευθερία των ηρώων του, αναδεικνύεται το τραγικό μεγαλείο της ορθόδοξης
ανθρώπινης παρουσίας της σλάβικης φυλής. Η μυθιστορηματική του μαρτυρία μας
αποκαλύπτει περισσότερο αποκαλυπτικά και από τον Νικολάι Γκόγκολ, την συνεχή
σταθερά και ζωογόνα επιρροή της ορθόδοξης ευαγγελικής πνοής πάνω στη ρωσική
ιδιοσυστασία.
Και, αν ο Άντον Τσέχωφ, εξήγαγε στο
δυτικό κόσμο τις συνειδησιακές αντιπαλότητες και εκλεπτυσμένες υπαρξιακές
αγωνίες της ρωσικής αστικής κοινωνίας, ο Ντοστογιέφσκυ, άπλωσε τον ρωσικό
οικουμενισμό πέρα από τα όρια της σλάβικης ταυτότητας. Και είτε πλησιάζει
κανείς τον σημαντικό αυτό συγγραφέα με τα μάτια του Βλαδίμηρου Σαλαβιώφ, είτε
του Νικολάι Μπερντιάγιεφ ή του πατήρ Γεωργίου Φλωρόφσκυ, είτε από την άλλη, από
την σκοπιά του Βησσαρίωνα Μπελίνσκι ή του Μιχαήλ Μπαχτίν, το εξαιρετικό και προικισμένο αυτό ταλέντο, αυτός ο
φωτισμένος άνθρωπος, παραμένει ο καταπληκτικότερος φάρος αν θέλουμε να
γνωρίσουμε την εκπολιτιστική δύναμη της ορθόδοξης σλάβικης ψυχής. Ο δυτικός
άνθρωπος στο έργο του, ανακαλύπτει τον αθώο διονυσιασμό του, το εξαγνισμένο
πάθος για ζωή, τον ανενοχικό και λυτρωτικό μεταφυσικό του μηδενισμό και
ιστορικοποιείται μέσα από την εκκλησιαστική παράδοση της ορθόδοξης πίστης.
Ο μυθιστορηματικός λόγος του Φιοντόρ
Ντοστογιέφσκυ συνενώνει τη δραματική αθωότητα της ακατέργαστης ρώσικης ύπαρξης
με την πρωτόγνωρη και αυθεντική ελευθερία του χριστιανικού λόγου.
Για να κατανοήσουμε ασφαλέστερα το
έργο του, αλλά και το παρόν μελέτημα του Ούγγρου δοκιμιογράφου Λάζλο Φολντένυι,
οφείλουμε να μελετήσουμε το έργο του «Ομιλία για τον Πούσκιν», που κυκλοφορεί
από τον ίδιο εκδοτικό οίκο. Στο συγκεκριμένο μελέτημα ο Ρώσος συγγραφέας αναπτύσσει
τον ενοποιητικό του στοχασμό, για την σφοδρή διαμάχη μεταξύ Σλαβόφιλων και
Δυτικόφιλων διανοουμένων που για μεγάλο διάστημα ταλανίζει τη ρωσική
επικράτεια, μετά την καθοριστική μεταρρύθμιση του Μεγάλου Πέτρου και του Τσάρου
Αλέξανδρου του Β.
Αν κοιταχτεί από την σκοπιά μιας
άλλης πολιτιστικής πρότασης που κομίζει ο λόγος του Ντοστογιέφσκυ, τότε μάλλον
είναι κατά την γνώμη μου αρκετά παρακινδυνευμένη οποιαδήποτε σύγκριση-και
μάλιστα χωρίς εμφανή σημεία αναφοράς-μεταξύ των θέσεων που εκφράζει ο Ρώσος συγγραφέας
και εκείνων που απορρέουν από το σημαντικό και σπουδαίο έργο του Γερμανού
ρομαντικού φιλοσόφου Χέγκελ για την Ιστορία.
Ο Χέγκελ αρχιτεκτονεί ένα μάλλον
ιδεαλιστικό σύστημα ιστορικοποίησης του κόσμου, το κωδικοποιεί και το οργανώνει
σύμφωνα με τις αρχές της Γερμανικής φιλοσοφίας και των άλλων ρομαντικών ιδεών
που επικρατούσαν στην εποχή του. Ο Χέγκελ εντάσσει τον άνθρωπο μέσα στην
Ιστορία από την στιγμή που το άτομο έχει συνείδηση του ρόλου του μέσα σε αυτήν.
Είτε ως άτομο είτε ως κοινωνία, και έτσι το ερμηνεύει, προστρέχοντας στα
κυρίαρχα καταγωγικά γεγονότα της αυτοκαθοριστικής διαδρομής του μέσα στον
χρόνο. Το Παγκόσμιο Πνεύμα ως ενοποιητικός ενεργοποιητικός μηχανισμός της
ανθρώπινης περιπέτειας είναι εκείνο που ορίζει την Μοίρα της Ιστορίας.
Η πνευματική μονάδα του Λάιμπνιτς που
διέπει τον κόσμο μετετράπηκε στο αυτοκαθοριστικό πνεύμα του Χέγκελ. Ο Θεός
είναι πλέον η ίδια η Ιστορία στο διαχρονικό της φανέρωμα.
Αντίθετα στην ανατολή, ο ορθόδοξος
Ντοστογιέφσκυ δεν αποδιώχνει τον Θεό από το ιστορικό γίγνεσθαι, αλλά αρνούμενος
τον αποπνικτικό επιστημονισμό του δυτικού ανθρώπου, προτάσσει τις
«θαυματοποιές» και άρρητες εκδηλώσεις του ως φανέρωμα του λυτρωτικού του λόγου
της ανθρώπινης Μοίρας.
Στην καθ’ ημάς ανατολή η Ιστορία,
δεν ορίζεται από το αιώνιο Πνεύμα, των Πλατωνικών αποχρώσεων ιδεών, αλλά
προσδιορίζεται από τις απερρινόητες εκφάνσεις της θείας οντότητας. Ο Φιοντόρ
Ντοστογιέφσκυ μάλιστα, κάνει λόγο για έναν εκπολιτιστικό οικουμενικό ρόλο της
ορθόδοξης παράδοσης, που προέρχεται από τον τρόπο που αντιλαμβάνονταν την
παρουσία του Θεού στη ζωή τους οι Ρώσοι. Δηλαδή, τον διαφορετικό τρόπο που
ιστορικοποιούν τα καθημερινά τους συμβάντα. Έναν ρόλο της Τρίτης Ρώμης, που
τόσο γλαφυρά απεικόνισε στο σκηνοθετικό του έργο ο Σεργκέι Αϊζενστάιν.
Κάτω από αυτές τις ερμηνευτικές
προσεγγίσεις της Ιστορίας και της Πίστης, οι συσχετισμοί που κάνει ο Λάζλο
Φολντένυι-και χωρίς επαρκή στοιχεία-μου φαίνεται σίγουρα αναπόδεικτοι.
Η θέαση του ιστορικού κόσμου του
Ντοστογιέφσκυ είναι εντελώς διαφορετική από τον ιστορικό δυναμισμό στο έργο του
Χέγκελ.
Οι απόψεις του εκφράζουν ενδόμυχες
στοχαστικές θέσεις του ίδιου του Ούγγρου στοχαστή που τις προβάλλει στο έργο
του Ντοστογιέφσκυ. Και φυσικά, συνιστά την αντιθετική
αλήθεια εμπειριών ζωής δύο
διαφορετικών προσωπικοτήτων με εκ διαμέτρου διαφορετικές εκπαιδευτικές,
θρησκευτικές, και πολιτιστικές προσλαμβάνουσες.
Αν υπάρχει ένα κείμενο της δυτικής
σύγχρονης γραμματολογίας που μπορεί να συσχετιστεί με το έργο το Ντοστογιέφσκυ,
αυτό είναι το έργο του Όσκαρ Ουάιλντ, «Εκ βαθέων» το πέμπτο ευαγγέλιο όπως το
έχουν αποκαλέσει. Και, ασφαλώς ο Ντοστογιεφσκική Κόλαση, στον σύγχρονο κόσμο
μας, συναντάται τόσο στην ανατολή όσο και στη δύση, στο συγγραφικό έργο του
Τζωρτζ Όργουελ, σε αυτό του Πρίμο Λέβι, του Φρανς Κάφκα και σε άλλα έργα
σημαντικών δυτικών συγγραφέων.
Η ενεργητική ετερότητα της πίστης
του Ντοστογιέφσκυ, μας δυσκολεύει να αποδεχθούμε ότι μπορούσε να κατανοήσει το
ιστορικό σύστημα ερμηνείας του Χέγκελ, από μία απλή αναφορά που κάνει ο
Γερμανός φιλόσοφος για την Σιβηρία. Στο σημαντικό έργο του ο Χέγκελ αφήνει και
άλλους χώρους εκτός ιστορίας.
Στην δύση ο άνθρωπος δεν δεσμεύεται
από μεταφυσικές επιταγές, αγωνίζεται συνεχώς να αποκτήσει την περιπόθητη
πολιτική του ελευθερία, την κοινωνική του αυτονομία, θέλει να είναι το
ασφαλέστερο δρών υποκείμενο της ιστορίας. Στον ανατολικό χώρο, ο άνθρωπος
δεσμεύεται από την υπαρκτική του θεού αναγκαιότητα. Η ανθρώπινη περιπέτεια
λειτουργεί με θεολογικές αυτοάμυνες παρά ιστορικές.
Το σκηνικό των έργων του
Ντοστογιέφσκυ δεν είναι η Ιστορία, αλλά η συνείδηση που διαμορφώνει προσωπική
ιστορία. Και η συναίσθηση της προσωπικής θέσης του ανθρώπου μέσα στον χώρο ως
σχέση, ως επιθυμία οικουμενικής αδελφότητας στο όνομα της προσωπικής πίστης.
Στον Χέγκελ, το σκηνικό είναι η ίδια η ιστορία πέρα από το ιστορικό υποκείμενο,
μακριά από τις ενεργητικές Θεοδικίες του ανθρώπου της ανατολής που αποτρέπει
τις κάθε μορφής υπαρξιακές εκκοσμικεύσεις. Οι μονότροπες σκέψεις του
Ντοστογιέφσκυ όσον αφορά τον Δυτικό πολιτισμό, και ιδιαίτερα τις θέσεις των
δυτικόφιλων διανοουμένων της εποχής του, δεν θα πρέπει να μας προκαλούν
αποστροφή και σίγουρα, δεν μειώνουν την εμβέλεια του λόγου του. Πρέπει να
συσχετιστούν με τα ιστορικά γεγονότα της εποχής του και τις διάφορες
πνευματικές ζυμώσεις, και του συμβολικού προσδιορισμού της μητέρας Ρωσίας ως
Έθνους και ως Κράτους μέσα στην Ευρωπαϊκή χοάνη.
Ο Ρώσος συγγραφέας μπορούμε να
γράψουμε, ότι αιχμαλωτίζεται μάλλον σε μια ιεραποστολική επιθυμία
επανεκχριστιανισμού τόσο της πατρίδας του, όπως την ονειρεύτηκαν οι διάφοροι
στάρετς των αχανών ρωσικών στεπών, όσο και της δυτικής Ευρώπης γενικότερα.
Αγνοώντας κάθε άλλη ιστορική ή πολιτιστική παράμετρο των υπολοίπων λαών του
δυτικού κόσμου.
Η εσχατολογική πρόθεση του λόγου
του, όπως και των άλλων Ρώσων συγγραφέων, μας βοηθά να κατανοήσουμε και να ερμηνεύσουμε
τόσο το γιατί, οι Σλάβοι Ρώσοι αποδέχθηκαν τον κομμουνισμό μετά την επανάσταση
των Μπολσεβίκων το 1917, που η Ιστορία επανεμφανίστηκε στο προσκήνιο της
καθημερινής τους ζωής ενδεδυμένη με την αιματοβαμμένη αισθήτα της Μαρξιστικής
ιδεολογίας, όσο και το πώς κράτησαν ζωντανά τα στοιχεία εκείνα της παράδοσής
τους, που θα τους απελευθέρωναν από αυτήν την πολιτική και κοινωνική κρίση.
Σίγουρα, ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκυ δεν
θα αισθανόταν ευχάριστα στις ανοιχτές κοινωνίες του καιρού μας (με την σημασία
που δίνει ο Καρλ Πόπερ στο ανοιχτή), και στα τεράστια προβλήματα που αυτές
αντιμετωπίζουν όντας μέσα στη δίνη της Ιστορίας.
Όμως ο νηπτικός του λόγος γίνεται
παραμυθία της αγχωτικής και ταραγμένης νεωτερικής ζωής μας.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη δημοσίευση, περιοδικό,
«Πειραϊκά Γράμματα», τεύχος
62/1,2,3, 2010, σελίδες 37-41
Πειραιάς 29 Αυγούστου 2013
Πόλεμος πατήρ πάντων έγραψε ο
παππούς μας Ηράκλειτος.
Τα τύμπανα του πολέμου ηχούν
απειλητικά και φοβερά. Το ανθρώπινο είδος, ως συνέχεια του ζωικού βασιλείου που
είναι, μετά από τόσες χιλιάδες χρόνια ιστορίας και πολιτισμού δεν έμαθε να
επιλύει τις διαφορές του με ειρηνικά μέσα.
Φοβερόν το εμπεσείν εις χείρας Θεού
ζώντος.