Τρίτη 26 Αυγούστου 2014

ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΑ  ΜΝΗΜΕΙΑ  ΤΟΥ  ΠΕΙΡΑΙΑ

          Η ιστορία ενός τόπου, δεν γράφεται μόνο από τα μεγάλα σημαντικά γεγονότα ή τα ένδοξα κλέη των επιφανών του ανδρών, ούτε από τα κείμενα μόνο, των γνωστών και καταξιωμένων ιστορικών του. Η ιστορία ενός τόπου αποτελείται από τις εκατοντάδες ψηφίδες δραστηριοτήτων, γεγονότων, ανδραγαθημάτων, τυχαίων ή μη περιστατικών, ξαφνικών ιστορικών ανατροπών, και φυσικά των δεκάδων ειδήσεων που καταγράφονται στα ψιλά των εφημερίδων και από τις οποίες ειδήσεις και γεγονότα, οι ιστορικοί και ερευνητές του μέλλοντος, θα σχηματίσουν την εικόνα του, θα εξιχνιάσουν την εσωτερική του ιστορική διαδρομή. Η Ιστορία, γράφεται με πολλούς τρόπους, άλλοτε επίσημα και άλλοτε ανεπίσημα, όμως, δεν παύει να αποτελεί Ιστορία. Ανάλογα με την Σχολή θα γράφαμε που ακολουθεί ο Ιστορικός, θα επιλέξει το υλικό του και θα συγκροτήσει την γενική εικόνα της φυσιογνωμίας ενός τόπου, μιας περιοχής, μιας πόλης, ενός προσώπου, μιας μάχης, που ερευνά, όπως ανάλογα με την ατομική του ιδεολογία, τις προσωπικές του πολιτικές επιλογές θα χρωματίσει τα γεγονότα που εξετάζει και θα τα ερμηνεύσει κατά πως εκείνος πρεσβεύει. Αντικειμενική Ιστορία δεν υπάρχει, υπάρχει η προσωπική ματιά του Ιστορικού που ερευνά και καταγράφει, που εξερευνά και ερμηνεύει, που αμφισβητεί και αποδέχεται.
Κάτω από αυτό το πρίσμα για την καταγραφή της ιστορίας ενός τόπου, μιας πόλης, μιας χώρας, συνηθίζω να ξεφυλλίζω τις εφημερίδες και να προσέχω τα μικρά και για άλλους ασήμαντα γεγονότα, να διαβάζω τα ρεπορτάζ που άλλοι πριν εμού κατέγραψαν, και να προσπαθώ και εγώ με την σειρά μου να συνθέσω το ιστορικό παζλ της εικόνας ενός χώρου που ερευνώ, στην συγκεκριμένη περίπτωση, της πόλης του Πειραιά.
          Ακόμα και σήμερα, εν έτη 2014, τα έντυπα και οι εφημερίδες του Πειραιά δεν έχουν αποδελτιωθεί, δεν έχουν θεματοποιηθεί και ταξινομηθεί ώστε ο κάθε ερευνητής να ανατρέξει στο θέμα που τον ενδιαφέρει να οικοδομήσει τις μελέτες του και να διεξάγει τις έρευνές του. Και, το πιο ακατανόητο είναι ότι ακόμα και σήμερα, οι αρμόδιοι φορείς του δήμου της πόλης δεν συγκέντρωσαν το υλικό αυτό. Από την δεκαετία του 1980 που άρχισα να ερευνώ την ιστορία της πόλης του Πειραιά, διαπίστωσα ότι δεν υπάρχουν όλα τα σώματα των εφημερίδων, όλες οι χρονιές, του τοπικού τύπου, των τοπικών λογοτεχνικών περιοδικών ή άλλων εντύπων που εξέδωσαν κατά καιρούς οι διάφοροι φορείς, τα σωματεία, οι σύνδεσμοι, οι εκκλησίες και οι ενορίες τους, ή οι φυσιολατρικοί όμιλοι, αλλά και σε ατομικό επίπεδο διάφορα πρόσωπα. Ούτε στην Δημοτική Βιβλιοθήκη του Δήμου, που θεωρείται από τις μεγαλύτερες της χώρας, ούτε στο Ιστορικό Αρχείο της πόλης, ούτε σε άλλον δημοτικό χώρο έχει συγκεντρωθεί τα ανάλογο υλικό. Είναι κρίμα, γιατί κάποτε ο Δήμος πριν και μετά το πέρας της δικτατορίας (1967-1974) η πόλη έσφυζε από ζωντάνια, κοινωνικές δραστηριότητες και εμπορικό οργασμό και οι εκδηλώσεις πολιτισμού βρίσκονταν στην ημερήσια διάταξη.
          Τώρα πλέον η πόλη αφέθηκε στην αδιαφορία των δημοτών της, και οι παλαιοί πνευματικοί της στυλοβάτες, αυτοί που κατέγραφαν την ιστορία της, ένας-ένας κατεβαίνει από τα προπύργια της ζωής.
Άδηλο το μέλλον της πόλης, ακόμα πιο άδηλο το μέλλον ημών και υμών των δημοτών της.
          Ανιχνεύοντας τον πολιτισμό και την άνθηση του Πειραιά πριν την δικτατορία, μέσα από Πειραϊκές εφημερίδες στο παλιό Καπνεργοστάσιο στην Αθήνα, εδώ και χρόνια, κατέγραψα ορισμένα κείμενα που θεώρησα ότι θα έχουν κάποιο ενδιαφέρον για την ιστορία της πόλης. Ένα από αυτά είναι και αυτό που παραθέτω παρακάτω από την τοπική εφημερίδα «Η Φωνή του Πειραιώς» της 19 Ιανουαρίου του 1966, σελίδα 1-2, με την υπογραφή Ο Ρεπόρτερ. Με το ψευδώνυμο αυτό, συναντάμε τον συγγραφέα και δημοσιογράφο Σταμάτη Σταματίου από την Ναύπακτο του γνωστού μας Σταμ-Σταμ,που, δραστηριοποιήθηκε στην πόλη μας και υπάρχουν σποραδικά κείμενά του στον Πειραϊκό τύπο, όμως δεν μπορώ να το επιβεβαιώσω, οι « Ιστορίες του Χωριού» και άλλα του κείμενα που έχω διαβάσει δεν ταιριάζουν με το ύφος του παρόντος ρεπορτάζ.
Το κείμενο κατά κύριο λόγο, βασίζεται σε δήλωση διαμαρτυρίας του καθηγητή, ιστορικού και συγγραφέα Παρασκευά Ευαγγέλου( 1928-1989) του φιλολόγου, που μας διέσωσε μέσα από το τρίτομο «Πειραϊκό του Αρχείο», κείμενα που αφορούν την πόλη του Πειραιά κατά την Μεσαιωνική και μετέπειτα περίοδο. Αφορά την αγωνία και το ενδιαφέρον του Παρασκευά Ευαγγέλου για τα Αρχαιολογικά Μνημεία του Πειραιά τα οποία έχουν εγκαταλειφθεί στην τύχη τους από τις δημοτικές αρχές της εποχής του. Ας μην μας διαφεύγει ότι το Αρχαιολογικό Μουσείο του Πειραιά, θεμελιώνεται την χρονιά αυτή σε νέο κτήριο και με εντελώς σύγχρονες προδιαγραφές, όπου στεγάσθηκαν οι Αρχαιολογικοί Θησαυροί της πόλης που ανακαλύφθηκαν το 1959. Το Μουσείο, είχε ιδρυθεί το 1935. Ο Ρεπόρτερ ενστερνίζεται τις απόψεις του Ευαγγέλου-και πως ήταν δυνατόν να γίνει διαφορετικά-τις υιοθετεί αναφέροντάς τες και εκφράζει και την δική του αγωνία, εκφέροντας ερωτήσεις προς τις αρμόδιες δημοτικές αρχές και τους δημοτικούς συμβούλους. Ζητά να φροντίσουν τα Μνημεία του Πειραιά και να τα προστατεύσουν από την αργή καταστροφή.
Ας απολαύσουμε το κείμενο του Ρεπόρτερ και ας συμμεριστούμε τις ανησυχίες του, ο χρόνος της αδιαφορίας ή του ενδιαφέροντος είναι κοινός
και διαχρονικός:

                   Μέτρα για τους θησαυρούς της Πόλεως

ΝΑ  ΣΩΘΟΥΝ  ΤΑ  ΜΝΗΜΕΙΑ

Τα  Αρχαιολογικά Αντικείμενα του Πειραιώς να μην εγκαταλείπονται εις την τύχην των.

          Κάθε τόσο ακούονται διαμαρτυρίες ή μάλλον εκφράσεις αγανακτήσεως για την εγκατάλειψη των αρχαιολογικών μνημείων, που παρουσιάζεται στην πόλη μας. Ουδείς πράγματι ενδιαφέρεται από τους αρμοδίους για τις φθορές που επέρχονται είτε στα εναπομείναντα μνημειακά αρχαιολογικά κτίσματα είτε στα πολύτιμα ευρήματα που εξακολουθούν να βρίσκονται χωρίς την ανάλογη φροντίδα στον ανεπαρκέστατο χώρο του παλαιού μουσειακού κτιρίου και σε μια υπόγεια αποθήκη επί της οδού Κολοκοτρώνη. Δεν εκδηλούται επίσης ενδιαφέρον ούτε από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας για τις περιπτώσεις ευρημάτων κατά την διάρκεια εκσκαφής για θεμελιώσεις κτιρίων, ούτε για τις περιπτώσεις οικοδομήσεων σε σημείο που σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, ημπορεί να καλύπτουν κτίσματα των αρχαίων Πειραϊκών καιρών. Το δυστύχημα είναι, ότι μολονότι συνεχίζονται αυτές οι κραυγές διαμαρτυριών εξακολουθεί να εκδηλούται αδιαφορία, ακόμα και από τις αρμόδιες τοπικές αρχές. Δεν είδαμε παραδείγματος χάριν να απασχοληθεί ποτέ το Δημοτικό Συμβούλιο για το μεγάλο αυτό θέμα. Δηλαδή την ανάγκη οργανώσεως της φροντίδος για την περιφρούρηση των μνημειακών κτισμάτων, που υπάρχουν στην περιφέρειά μας και την ματαίωση οικοδομήσεων σε σημεία, όπου υπάρχει πιθανότης να καλύπτονται αρχαία οικοδομήματα περιγραφόμενα από τον Παυσανία, κ.λ.π.  Αλλά υπάρχει και το θέμα της ανεγέρσεως του νέου μουσειακού κτιρίου. Και γιαυτό δεν ακούσαμε οριστικές απόψεις ως προς την επιλογή του καταλληλότερου χώρου και την εκτίμηση των χρονικών προθεσμιών.
          Χαρακτηριστική για την παρατεινομένη αδικία της εγκαταλείψεως, είναι μία δημοσία καταγγελία, γινομένη προ ημερών παρά του καθηγητού Φιλολογίας κ. Παρασκευά Ευαγγέλου ασχολουμένου με την μελέτη των αρχαίων πειραϊκών μνημείων.
Την καταχωρούμε εδώ γιατί είναι λίαν εύγλωττη:
          «Ασχολούμενος με την μελέτη των αρχαίων μνημείων του Πειραιά, διαπίστωσα τα ακόλουθα: Ο Πειραιάς δεν έχει τραβήξει την προσοχή των αρχαιολόγων με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν βιβλία που να κατατοπίσουν τον ερευνητή-εκτός βέβαια από τις εργασίες του Ι. Δραγάτση και μερικών άλλων. Έτσι ο Πειραιάς έχει καταντήσει-από αυτήν την πλευρά-αντικείμενο των ερασιτεχνών. Η δεύτερη και ίσως σοβαρότερη διαπίστωση, ήταν ότι ο Πειραιάς έχει εγκαταλειφθή από την υπηρεσία της αρχαιολογίας. Σαν απόδειξη σας αναφέρω μερικά χαρακτηριστικά δείγματα της αδιαφορίας της υπηρεσίας, για τα οποία εγώ τουλάχιστον ένιωσα απογοήτευση.
          Στην Καλλίπολη στην θέση Σταυρός, υπήρχαν τα Θεόσπιτα, σπηλιές λαξευμένες στο βράχο που χρησίμευσαν σαν αρχαιότατες κατοικίες. Σήμερα ελάχιστα ίχνη διατηρούνται γιατί το μεγαλύτερο μέρος του βράχου κόπηκε και κτίστηκαν σπίτια. Τι μέτρα έλαβε για αυτά η υπηρεσία;  Πίσω από το σταθμό Λαρίσης στη Δραπετσώνα, βλέπουμε μέρος από το τείχος που έφτανε μέχρι την Ηετωνία(Σημερινό Σιλό), και δύο πύργους από τους οποίους η περιοχή πήρε το όνομα Καστράκι. Η άθλια κατάστασή τους δείχνει ανάγλυφα το ενδιαφέρον της υπηρεσίας.
          Στη διασταύρωση Φίλωνος-Χαριλάου Τρικούπη οι εργάτες που έσκαβαν για να θεμελιώσουν την νέα οικοδομή, βρήκαν θεμέλια ενός αρχαίου οικοδομήματος. Τους ρώτησα αν φάνηκε κανένας υπάλληλος της αρχαιολογικής υπηρεσίας, και μου απάντησαν-Ήρθαν μια μέρα δύο αρχαιολόγοι αλλά δεν ξαναφάνηκαν.
          Στο Πασαλιμάνι απέναντι απόν κινηματογράφο Παλλάς, χτίζεται μια πολυκατοικία. Ενδιαφέρθηκε καθόλου η υπηρεσία; Γιατί εκεί υπολογίζουν ότι ήταν η Σκευοθήκη του Φίλωνος. Δεν θα αναφέρω άλλα, γιατί είναι άπειρα. Εκείνο που προέχει είναι να δείξει άμεσο ενδιαφέρον η αρχαιολογική υπηρεσία, όχι μόνο για να σωθή ότι υπάρχει, αλλά γιατί υπάρχουν πολλές πιθανότητες να αποκαλυφθούν αξιόλογα ευρήματα. Παράδειγμα τα ευρήματα του 1959 στην γωνία Γεωργίου του Α΄ και Φίλωνος, που άλλα τα πήραν στην Αθήνα και άλλα τα πέταξαν κυριολεκτικά στο Μουσείο-ο Θεός να το κάνη Μουσείο-του Πειραιά. Είναι λοιπόν καιρός να ιδρυθή χωριστή Αρχαιολογική Εφορία στον Πειραιά και όχι μόνο Μουσείο. Νομίζω μάλιστα ότι πρέπει να προηγηθή, η Εφορία, γιατί αν υπήρχε θα είχε ενδιαφερθεί και για Μουσείο. Ωστόσο, μέχρι να γίνουν όλα αυτά-αν γίνουν-καλό θα ήταν να στέλνη η υπηρεσία έναν αρχαιολόγο 2-3 φορές την εβδομάδα, και να κάνει έναν έλεγχο στις οικοδομές. Είναι η πιο κατάλληλη στιγμή, γιατί ο Πειραιάς τώρα ανοικοδομείται. Ας ενδιαφερθούν λοιπόν όσο είναι ακόμα καιρός γιατί αν αφήσουν να φύγη αυτή η ευκαιρία θα είναι πλέον αργά.
          Μήπως όμως θα έπρεπε παράλληλα να ενδιαφερθούν κι οι δημοτικοί άρχοντες; Ας το εξετάσουν γιατί αξίζει τον κόπο».
          Άραγε θα απαντήσουν οι δημοτικοί μας άρχοντες στο ερώτημα που τίθεται από τον κύριο καθηγητή; Τι λένε οι κ. κ. δημοτικοί σύμβουλοι; Δεν νομίζουν ότι πρέπει να ορισθεί μια συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου προς πλήρη εξέταση του Μουσειακού προβλήματος και ακόμη και της περισώσεως των αρχαιολογικών ευρημάτων που τώρα έχουν εγκαταλειφθή σε ανεπαρκέστατους και ακατάλληλους χώρους; Χάνονται τα περίφημα Μακρά Τείχη. Χάνονται οι Νεώσοικοι. Χάνονται άλλα μνημειακά κτίσματα με τις φθορές, τις οικοδομήσεις κ.λ.π.
          Κάποια φροντίδα πρέπει να εκδηλωθή, κάποια στιγμή, πριν θρηνήσουμε πιο εκτεταμένες απώλειες και συμφορές σε μνημειακά στοιχεία.

                                                                             Ο  Ρεπόρτερ

Εφημερίδα «Η Φωνή του Πειραιώς» 19 Ιανουαρίου 1966, σελίδες 1 και 2.

Σημείωση: Όπως βλέπουμε τόσο η επιστολή καταγγελίας του καθηγητή και ιστορικού Παρασκευά Ευαγγέλου, όσο και η σχολιασμένη αναδημοσίευση από τον Ρεπόρτερ της εφημερίδας, μας φανερώνουν δύο πρόσωπα που δεν είναι απλώς λάτρεις του Πειραιά, αλλά και δείχνουν και έμπρακτο ενδιαφέρον για την ιστορία και αρχαιολογία της πόλης. Απευθύνονται στο Υπουργείο Παιδείας, γιατί εκεί τότε υπαγόταν η Αρχαιολογική Υπηρεσία. Το Υπουργείο Πολιτισμού, αν δεν κάνω λάθος, ιδρύθηκε επί δικτατορίας-(νομίζω υπουργός πολιτισμού ήταν ο γνωστός ιστορικός της λογοτεχνίας  Δημήτριος Τσάκωνας)-επίσης, υπουργός τότε Εμπορικής Ναυτιλίας ήταν ο Σιδερής Μαυριδόγλου. Δήμαρχος Πειραιώς, εκείνη την περίοδο ήταν ο γνωστός και καταξιωμένος ιατρός Γεώργιος Κυριακάκος, (1964-1967) (ο οποίος εκδιώχθηκε από την Δικτατορία), και, πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου(αποτελείτο από 31 δημοτικούς συμβούλους)  ήταν ο Παντελής Μέρτικας.
          Ο Ευαγγέλου, και ορθά, ζητά να ιδρυθεί Πειραϊκή Εφορία Αρχαιοτήτων η οποία θα επιληφθεί και τις ανεγέρσεως νέου αρχαιολογικού μουσείου σύγχρονων προδιαγραφών, και η οποία θα επιληφθεί και τις συντήρησης και διαφύλαξης των διαφόρων αρχαιολογικών ευρημάτων και κτηριακών οικοδομημάτων, κάτι που έγινε αργότερα. Πολλά όμως κτηριακά αρχαιολογικά στοιχεία χάθηκαν ή καταστράφηκαν την περίοδο της ανοικοδομήσεως των πολυκατοικιών στο κέντρο και την ευρύτερη περιοχή του Πειραιά. Σίγουρο πάντως είναι, ότι τα περισσότερα σώθηκαν και βρίσκονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη γραφή και αντιγραφή, σήμερα, Τρίτη, 26 Αυγούστου 2014
Πειραιάς, Τρίτη, 26 Αυγούστου 2014.                        

             

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου