ΤΡΟΥΜΠΑ
Μια «παρεξηγημένη» περιοχή στο κέντρο του Πειραιά
Ο Πειραιάς πριν την δικτατορία των
συνταγματαρχών του 1967, και μετά, ήσαν μάλλον περισσότερο γνωστός για την
κακόφημη περιοχή που δέσποζε στο κέντρο της πόλης, στο κάτω μέρος της κεντρικής
λεωφόρου της σημερινής Ηρώων Πολυτεχνείου, και δεξιά από την εκκλησία του Αγίου
Σπυρίδωνος μέχρι σχεδόν την οδό Χαριλάου Τρικούπη, σιμά στον άλλο Ναό τον Άγιο
Νικόλαο. Οι γύρω δρόμοι οι παράλληλοι προς την κεντρική λεωφόρο και προς την
θάλασσα-την Μιαούλη- και οι μεταξύ τους κάθετοι, ήταν η δυσώνυμη περιοχή της
Τρούμπας, με την πολυχρωμία των εμπειριών της και την μυριόπνοη σωματική
ατμόσφαιρα της πελαγίσιας διασποράς των αισθήσεων που απέπνεε. Μιας οικοδομικής
περιοχής, στο κέντρο του λιμανιού με την πολύβουη και σφύζουσα ζωή του, που ήταν
συγκεντρωμένοι αρκετοί οίκοι ανοχής, πολλά μπαρ, δεκάδες καμπαρέ και μερικά
καφενεία. Η περιοχή αυτή πριν την δικτατορία έσφυζε από ζωή, ιδιαίτερα όταν ο 6ος
Αμερικάνικος στόλος έπιανε λιμάνι(ελλιμενίζονταν) στην περιοχή του Φαλήρου και
άρχιζε η κάθε λογής και ποιότητας διασκέδαση. Ένας ολόκληρος κόσμος με τα μικρά
ή μεγάλα προβλήματά του ζούσε και ανέπνεε από την έλευση του Αμερικάνικου
Στόλου, και των άλλων Ναυτικών Συμμαχικών δυνάμεων και από τα πληρώματα των
καραβιών. Με το που έρχονταν ο Στόλος άρχιζε ένας οργασμός δραστηριοτήτων,
σωματικός και εμπορικός. Οι διάφοροι πελάτες που ήσαν κυρίως ξένοι ναυτικοί
ήσαν η καλύτερη και πιο «κουβαρντού»πελατεία των διαφόρων σπιτιών με το κόκκινο
φωτάκι, των μπαρ και των καμπαρέ. Το δολάριο και τα άλλα ξένα νομίσματα
τροφοδοτούσαν την εμπορική κίνηση της περιοχής και όχι μόνο.
Η
ταινία «Ποτέ την Κυριακή»(1960) του Ζυλ Ντασέν, «Τα κόκκινα φανάρια»(1963) του
Βασίλη Γεωργιάδη,-σε κείμενο του συγγραφέα Αλέκου Γαλανού- η «Καλώς ήρθε το δολλάριο»(1967)
του Αλέκου Σακελάριου, και η « Τρούμπα 67» του Γρηγόρη Γρηγορίου, η
«Λόλα»(1964) του Ντίνου Δημόπουλου, καθώς και άλλες κινηματογραφικές ταινίες
του Ελληνικού κινηματογράφου, μας δίνουν ανάγλυφα την εικόνα της περιοχής την
εποχή εκείνη, και αποτυπώνουν η κάθε μία με το δικό της τρόπο την θεματολογία
του αγοραίου έρωτα και των προβλημάτων του.
Όταν
στις 5 Αυγούστου του 1967, ο δοτός δήμαρχος της δικτατορίας Αριστείδης
Σκυλίτσης αναλαμβάνει τα καθήκοντά του, σήμανε και το τέλος της σφύζουσας
ερωτικής και εμπορικής ζωής για την περιοχή της Τρούμπας. Ο δοτός δήμαρχος
αποφάσισε να απαλλάξει τον Πειραιά όπως έλεγε από την κακόφημη αυτή περιοχή, τα
διάφορα κακόφημα σπίτια έκλεισαν, οι κοπέλες της χαράς μεταφέρθηκαν είτε σε
άλλα σπίτια στην οδό Φυλής στην Αθήνα, είτε στην Επαρχία είτε στα διάφορα
φημισμένα χαμαιτυπεία της Αιγύπτου, η δε, Υγειονομική υπηρεσία της Τρούμπας που
εξέταζε τις εκδιδόμενες μεταφέρθηκε στα λουτρά του Παλατζιάν στην περιοχή του
Κερατσινίου. Ασφαλώς παρέμειναν μερικά κρυφά θα γράφαμε σπίτια στο Γιαχνί
Σοκάκι, στην οδό Σκουζέ, και στην Φίλωνος που εξυπηρετούσαν την προαιώνια
αντρική πελατεία, έστω και στα ζούλα.
Ο
Πειραιάς, μετά το επίσημο κλείσιμο της Τρούμπας, ασφαλώς γλύτωσε από ένα μέρος
του υποκόσμου που συγκεντρώνονταν και δραστηριοποιούνταν στην περιοχή αυτή,
αλλά σαν λιμάνι έχασε την ατμόσφαιρά του.
Η
δική μου γενιά, η γενιά που ανδρώθηκε μετά το τέλος της επτάχρονης δικτατορίας,
και της δημαρχιακής διακυβέρνησης του δοτού δημάρχου Πειραιώτη Αριστείδη
Σκυλίτση, γνώρισε την Τρούμπα προς τα τέλη της δεκαετίας του 1970, που ήδη είχε
εκπνεύσει η παλαιά της αίγλη. Θυμάμαι την μεγάλη αίθουσα του μπαρ Maxim στην οδό Φίλωνος, θυμάμαι το μπαρ John Bull,
θυμάμαι το μπαρ Άνεμος στην Νοταρά, θυμάμαι τους κινηματογράφους τον έναν στην
οδό Κολοκοτρώνη, και τον άλλον στην οδό δευτέρας Μεραρχίας που έπαιζαν ερωτικές
ταινίες, θυμάμαι το ξενοδοχείο της μιάς βραδιάς μέσα στην στοά σιμά στον Άγιο
Σπυρίδωνα, θυμάμαι το στέκι του Νίκου όπου μαζεύονταν όλες οι αδερφές ερωτικές
εν δράση δυνάμεις, θυμάμαι την πασαρέλα της οδού Φιλελλήνων, εκείνη της οδού
Σκουζέ και άλλα πολλά. Όμως ένα δεν θυμάμαι, τουλάχιστον όσον αφορά εμένα, ποτέ
δεν κινδύνευσα στην περιοχή της Τρούμπας, κανείς δεν με πείραξε ποτέ, κανέναν
δεν πείραξα ποτέ. Συνάντησα ξέμπαρκους ναυτικούς που ζητούσαν ερωτική παρέα
στον Τινάνειο Κήπο, συνάντησα καλλίγραμμους ναύτες που ήσαν σκνίπα, συνάντησα
παπατζήδες που έπαιζαν τον παπά πάνω σε έναν γκαζοτενεκέ, συνάντησα μια
πολυχρωμία ανθρώπινων τύπων που αναζητούσαν κάθε είδους εμπειρία, αλλά ποτέ δεν
κινδύνεψα. Ίσως το σουλάτσο μεταξύ των δύο ιστορικών εκκλησιών να μας
προστάτευε από τα κακά ζιζάνια, ίσως η εποχή, ίσως η νεανική μας ελπίδα να
ξόρκιζε το κακό, ίσως το πνεύμα εξορισμένης από τον Πειραιά Τρούμπας να μας
προστάτευε από το μελανό του σημείο, θέλοντας να μας επισημάνει το πόσο ήταν
λυπημένο που το απομάκρυναν από τον φυσικό του χώρο, που είναι το λιμάνι και ο
κόσμος του. Πάντως εγώ και η γενιά μου σαν έφηβοι μετά το τέλος της δικτατορίας
και προς τις αρχές του 1980 σταθήκαμε τυχεροί, ίσως επειδή οι Gay είναι ωραίοι ενώ οι άλλοι έχουν μόνο χρέη, ποιος ξέρει; Πάντως η Τρούμπα, δεν μας έβλαψε παρότι ακούγαμε για αυτήν πάρα
πολλά αρνητικά σχόλια, αντίθετα θα τολμούσα να πω, ότι μας άντρεψε, γιατί μας
έμαθε να προσέχουμε καθώς ερωτοτροπούσαμε με τον κίνδυνο, μας έμαθε να ακούμε
τις εμπειρίες των άλλων σαν νανουριστικό παραμύθι, μας εξοικείωσε με το
διαφορετικό, με το αλλόγλωσσο, το αλλόφυλο, το αλλόθρησκο, μας δίδαξε τι
σημαίνει ερωτικός καημός, τι ερωτική πλησμονή, τι σαράκι του έρωτα, τι ερωτικό
τάμα στον άγιο της πόλης. Η Τρούμπα, στάθηκε μεγάλο σχολείο για όσους διψούσαν
για εμπειρίες πρωτόγνωρες, αχαρτογράφητες, σκοτεινές που σε λυτρώνουν από τις
ενοχικές ευαισθησίες της οικογένειας, από τα δεσμά ενός κόσμου που αργά και
σταθερά πέθαινε και δεν γνώριζε πώς να ξεψυχήσει. Ήταν μαγεία όταν η ερωτική
ατμόσφαιρα ενώνονταν με την αρμύρα της θάλασσας, και τότε ξυπνούσαν όλα τα
περασμένα πνεύματα της πόλης, όλες οι σκιές που περπάτησαν στα στενά και
σκοτεινά αυτά σοκάκια, και σου ψιθύριζαν με τρυφερότητα, ζήσε, ζήσε, ζήσε, κάνε
ότι εμείς δεν προλάβαμε να γευτούμε, περπάτησε σε εμπειρίας μονοπάτια που εμείς
δεν περπατήσαμε, συνέχισε την ερωτική Ιστορία αυτής της πόλης, βάδισε στα ίχνη
λησμονημένων παθών, μην αφήσεις το κορμί σου να μαραγκιάσει από τα ξωτικά της
άρνησης και της απαγόρευσης, γεύσου, παραδώσου, προσφέρσου σε αυτούς που
οικοδομούν το πρόσωπο αυτής της πόλης, αυτούς που σχηματίζουν το διαχρονικό
παζλ της εικόνας της, εμείς θα σου παραστεκόμαστε, εμείς θα σε προφυλάξουμε από
τις Ερινύες που ξεβράζει το βουρκάρι του λιμανιού, θα σε καθοδηγούμε πως θα
αγαπήσεις την πόλη, που αργά και σταθερά γίνεται το σώμα σου, αυτό το
ερωτευμένο σώμα όλο επιθυμίες που είναι η πόλη σου, που είναι ο γενέθλιος τόπος
σου, αυτός που ξεπλένει τα σκοτεινά του σημεία μέσα από τις δικές σου
προσωπικές εμπειρίες, αυτός που σε νανουρίζει καθώς αναζητάς τον πόθο της
σωματικής επαφής της πόλης που έχει μεταλλαχθεί σε κάθε ανώνυμο πρόσωπο που
ζητά την συντροφιά σου, που αποζητά τα χείλη σου, που ονειρεύεται τα όνειρά
σου, που παίζει με τις επιθυμίες σου. Αυτή η Πόλη-Σώμα, υπήρξε κάποτε ο
Πειραιάς, μια πόλη και μια περιοχή που δεν φοβήθηκε να μας εκμυστηρευτεί τα
πανάρχαια μυστικά της, αυτά που είναι χουχουλιασμένα στις σκοτεινές σπηλιές των
Μακρών Τειχών της, αυτά που είναι φυλαγμένα σαν πολύτιμος θησαυρός μέσα στους
παλαιούς Νεώσοικούς της, αυτά τα ανεκτίμητα μαργαριτάρια της ερωτικής της
μνήμης που αντανακλώνται στο πάφλασμα των κυμάτων της, αυτά τα μη ορόμενα
μυστικά της πόλης που, σους, ας παραμείνουν μυστικά τώρα που η μαγεία της έχει
πέσει σε λήθαργο, τώρα που οι δημότες της Μήδισαν, τώρα που ο φτερωτός θεός του
έρωτα μετοίκησε σε νέα λιμάνια.
Τρούμπα, μια περιοχή και μια εποχή που
έμεινε μόνο στις τουριστικές καρποστάλ για ξένους αδιάφορους επισκέπτες για τα
παλαιά κλέη της.
Τρούμπα, μια περιοχή και μια
ατμόσφαιρα που έμεινε μόνο μέσα στο σεντούκι των αναμνήσεων αυτών που σιγά-σιγά
κλείνουν τον βιολογικό τους κύκλο.
Τρούμπα, μια περιοχή και ένας έρωτας που
έγινε στοιχειό περασμένων ειδυλλίων νεανικών ονείρων.
Και
όπως οι αναμνήσεις κουρνιάζουν τρυφερά μέσα στα σκοροφαγωμένα από τον χρόνο
ανθρώπινα σώματα, έτσι και η Τρούμπα φορώντας την κόκκινη-ερωτική ιστορική της
χλαμύδα σαν Πειραιώτισσα Αγία, σκεπάστηκε από την άμμο του χρόνου μέσα στην
ερημιά της σύγχρονης πόλης, έγινε κόκκος αναμνήσεων κάτω από την σύγχρονη
άσφαλτο που πάνω της περπατούν αδιάφοροι οι νέοι Πειραιείς, έγινε Σήμα-Σώμα που
πελαγίζει πίσω στο χρόνο, εκεί που δεν μπορούν να την βλάψουν οι ενοχές των
σύγχρονων Πειραιωτών, εκεί, που περιμένει το πλήρωμα για να κλώσει το νέο υφάδι
της ιστορίας της πόλης.
Για την περιοχή της Τρούμπας, έχουνε
γραφεί αρκετά άρθρα, τα οποία μας μιλούν περισσότερο για την αρνητική της
εικόνα, για τα κακόφημα στέκια της και τον λεγόμενο υπόκοσμο που δραστηριοποιούνταν
εκεί. Επίσης, γνωρίζουμε πλέον, ότι το όνομά της το πήρε από μια τρόμπα που
βρίσκονταν εκεί και ανεφοδίαζε με νερό τα καράβια.
Γνωρίζω
και έχω διαβάσει αρκετά κείμενα που αναφέρονται στην περιοχή της Τρούμπας,
πολλοί παλαιότεροι συγγραφείς του Πειραιά αλλά και νεότεροι έχουν αναφερθεί σε
αυτήν την περιοχή, μια που γειτνιάζει είτε με την εκκλησία του Αγίου
Σπυρίδωνος, είτε με τον Τινάνειο Κήπο, είτε με το πάλαι ποτέ Ρολόι-Δημαρχείο
του Πειραιά, είτε γιατί εκεί ξόδεψαν το χαρτζιλίκι τους. Επίσης, πάρα πολλά
ρεμπέτικα τραγούδια αναφέρουν στους στίχους τους την περιοχή. Αλλά και
συγγραφείς όπως είναι ο Νίκος Τσιφόρος, μας απεικονίζουν τον χώρο με μεγάλο
σεβασμό και αδιαμφισβήτητη μαγεία.
Εδώ,
θα αναφέρω μόνο δύο βιβλία τα οποία διάβασα πρώτος, όταν το 2009, ο βιβλιοπώλης
και εκδότης Αντώνης Τσαμαντάκης μου ζήτησε να διαβάσω το βιβλίο του συγγραφέα
Βασίλη Πισιμίση για την Τρούμπα. Πρώτα διάβασα το πρώτο βιβλίο για την Τρούμπα
που εκδόθηκε από την ηθοποιό της λαϊκής επιθεώρησης θρυλική Σπεράντζα Βρανά, «Η
Τρούμπα», εκδόσεις Τερζόγλου 2003. Κατόπιν μελέτησα το δεύτερο βιβλίο για την
περιοχή και την ιστορία της από τον συγγραφέα Βασίλη Πισιμίση, με τίτλο
«Βούρλα-Τρούμπα»-Μια περιήγηση στο χώρο του υποκόσμου και της πορνείας του
Πειραιά(1840-1968), εκδόσεις Τσαμαντάκη 2010, Τα δύο αυτά βιβλία θεωρώ ότι μας
δίνουν την ιστορική εικόνα της περιοχής και καθρεφτίζουν την ατμόσφαιρά της,
ιδιαίτερα αυτό του Βασίλη Πισιμίση είναι πιο τεκμηριωμένο και με πλουσιότερο
υλικό.
Εδώ, γράφω εν τάχει την δική μου μνημονική
θέση για την περιοχή της Τρούμπας, έτσι όπως εγώ και η γενιά μου την έζησε και
την περπάτησε, και, αναφέρω δύο κείμενα. Το ένα είναι το πρακτικό της δημοτικής
απόφασης του δοτού δημάρχου Αριστείδη Σκυλίτση να την «κλείσει» της 15 Ιουλίου
του 1968, και το άλλο, είναι ένα δημοσίευμα της εφημερίδας Το Βήμα της 13
Φεβρουαρίου του 1966, δύο χρόνια πριν την αλλαγή της φυσιογνωμίας της, το οποίο
μας δείχνει την εμπορική ακμή της συγκεκριμένης περιοχής.
Και
τα δύο δημοσιεύονται εδώ για πρώτη φορά.
* ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Πρακτικά
Δ. Σ. Π. της 18ης Συνεδρίας αυτού γενομένης την 15 Ιουλίου 1968
ημέρα Δευτέρα και ώραν 9. 30.
Έκθεσις του κυρίου Δημάρχου επί των
πεπραγμένων του Δήμου έτους 1967
γ) Απομάκρυνσις κακοφήμων οίκων περιοχής
Τρούμπας. Ο κεντρικός τομεύς της πόλεως, περιοχή Τρούμπας ως απεκαλείτο
αποτελεί τόπον ακολασίας διά των υφισταμένων κακοφήμων οικών και της εν αυτή
εγκαταστάσεως, παραμονής και εκθέσεως των ασέμνων γυναικών. Οι Πειραιείς οι
Οικογενειάρχαι και οι υγειώς σκεπτόμενοι πολίται δεν διήρχοντο των οδών του
τομέως αυτού, λόγω της υφισταμένης εκεί αντιχριστιανικής, αντικοινωνικής και εν
πάση περιπτώσει απαράδεκτον δια την κοινωνίαν του Πειραιώς καταστάσεως, η
συνέχισις της οποίας ήτο ανεπίτρεπτως. Κατόπιν συντόμων ενεργειών μας οι
κακόφημοι οίκοι εκλείσθησαν οριστικώς. Άπασαι αι άσεμναι γυναίκες
απομακρύνθησαν των οδών του εν λόγω κεντρικού τομέως της πόλεως, ούτο δε
εξέλειπεν το κοινωνικόν άγος εκ της περιοχής ήτις απαλαγμένη πλέον εκ των
αμαρτιών του παρελθόντος αφέθη ελευθέρα εις τους Πειραιείς.
σελίδα
5
* Οι εισπράξεις της Τρούμπας είναι όσες και
του… Ο. Λ. Π.
260. 000 δραχμές την ημέρα
Το «Χρηματιστήριο Αξιών» της Αμαρτωλής
περιοχής
Σε πραγματικό χρηματιστήριο έχει
εξελιχθεί η Τρούμπα η γνωστή και άγνωστη «αμαρτωλή» συνοικία του Πειραιώς. Οι
καθαρές καθημερινές εισπράξεις της-όσο και αν φανή απίστευτο-είναι γεγονός ότι
συναγωνίζονται τις καθημερινές εισπράξεις του πρώτου λιμενικού οργανισμού της
χώρας του ΟΛΠ, δηλαδή υπερβαίνουν τις 260.000 δραχμές περίπου. Αυτό είναι το
συμπέρασμα στο οποίο καταλήξαμε ύστερα από ειδική έρευνα στην περιοχή αυτή.
140
ΙΕΡΟΔΟΥΛΟΙ, 25 ΜΠΑΡ
Σήμερα, στο οικοδομικό τετράγωνο της
Τρούμπας, στεγάζονται και «εργάζονται»-σύμφωνα με τα στοιχεία της Υπηρεσίας
Ηθών της Αστυνομικής Διεύθυνσης Πειραιώς-140 Ιερόδουλοι, 16 καμπαρέ και 25
μπαρ, που συνθέτουν έναν δεύτερο οικονομικό «οργανισμό» με καθημερινά κέρδη
καταπληκτικά.
ΕΝΟΙΚΙΟ:
12.000 ΔΡΑΧΜΕΣ
Υπολογίζεται λοιπόν ότι οι 140 αυτές
«χαρακτηρισμένες»- γυναίκες που δέχονται αντί 55 δραχμών γύρω στις 15
«επισκέψεις» την ημέρα-εισπράττουν αυτές μόνο συνολικά 115.000 δραχμές
ημερησίως. Η Εφορία δεν τις φορολογεί. Τις φορολογούν όμως (κάθε επάγγελμα έχει
τα μυστικά του πολύ δε περισσότερο το επάγγελμα του αγοραίου έρωτος) οι
επινοικιαστές ή «προστάτες». Είναι αυτοί, που επινοικιάζουν πρώτοι τα σπίτια από
τους ιδιοκτήτες τα οποία επινοικιάζουν κατόπιν στις ιερόδουλους με το απίστευτο
ενοίκιο 300-400 δραχμών την ημέρα! Δηλαδή περίπου 9000-12000 δραχμές
εισπράττουν τον μήνα, απ’ τις οποίες αποκλείεται να πληρώνουν στους
ιδιοκτήτες-σύμφωνα με την γνώμη των ίδιων των γυναικών-περισσότερες από 3-4000
δραχμές τον μήνα.
Και να φαντασθή κανείς ότι υπάρχουν
πολλοί τέτοιοι ενοικιαστές στην Τρούμπα οι οποίοι διαθέτουν και 4 και 5 σπίτια
ο καθένας!
-
Την δεύτερη θέση στη σειρά των συντελεστών που διαμορφώνουν τον τεράστιο «προϋπολογισμό»
των 260.000 περίπου δραχμών που παρουσιάζει από ημέρα σε ημέρα το χρηματιστήριο
της Τρούμπας κατέχουν τα καμπαρέ. Συγκεντρώνοντας σχετικά στοιχεία που αφορούν την
κίνηση πελατών όλον τον χρόνο και τα διάφορα έξοδα που αντιμετωπίζουν, αποδοχές
προσωπικού και καλλιτεχνικών συγκροτημάτων, καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι και
τα 16 καμπαρέ που υπάρχουν θα πρέπει να συγκεντρώνουν την ημέρα καθαρό κέρδος
γύρω στις 96.000 χιλιάδες δραχμές.
Βεβαίως
ο αριθμός αυτός δεν είναι απόλυτος αλλά κυμαίνεται άλλοτε λιγότερο(όπως αυτή
την εποχή) και άλλοτε περισσότερο (όπως όταν επισκέπτεται τον Πειραιά ο
Στόλος).
Ας
σημειωθή δε ότι οι τιμές των ποτών που σερβίρονται στα καμπαρέ αυτά δεν
υπόκεινται σε αγορανομικό έλεγχο και εμφανίζονται κατά μεγάλο ποσοστό ανώτερες
από τις τιμές των ελεγχομένων καταστημάτων. Αρκεί να προσθέσουμε ότι τη μικρή φιάλη
της μπύρας (τιμή αγορανομίας 4,20)… την κοστολογούν προς 33 δραχμές, ενώ την
φιάλη το ουίσκι (180) προς 1000 δραχμές.
Τέλος, υπάρχουν και τα μπαρ και δεν
είναι λίγα. Είκοσι πέντε εργάζονται σήμερα και συνεχώς αυξάνονται. Κατά τους
μετριώτερους υπολογισμούς 50.000 δραχμές αντιστοιχεί το καθημερινό τους μερίδιο
από τον γενικό «τζίρο» των 260.000 δραχμών περίπου.
Ν. Ν.
εφημερίδα, Το
Βήμα 13/2/1966, σελίδα 7
Γιώργος
Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη
δημοσίευση, σήμερα, Σάββατο, 23 Αυγούστου 2014
Πειραιάς,
Σάββατο, 23 Αυγούστου 2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου