Τάκης Σινόπουλος
(Αγουλινίτσα
Ηλείας 17/3 /1917-Πύργος Ηλείας 26/4/1981)
«Τριγυρίζω
σαν κολασμένος στην κάμαρα και περιμένω. Μέσα στο κατακόκκινο μυαλό
πυρακτωμένες εικόνες, όλα τα βασανιστήρια της υποψίας, της ζήλειας, που διάβολο
γυρίζεις, με κοροϊδεύεις, με προδίνεις, μου λες ψέματα, είμαι δυό ώρες εδώ,
μπορούσες να τηλεφωνήσεις, να ξέρω, να. Επιτέλους έρχεσαι, δικαιολογίες,
προφάσεις, κάτι τέτοια τάχω μάθει πια. Διψάς,, πίνεις νερό κι αφήνεις κάτι
υπαινιγμούς, κάτι περίεργα δαγκωμένα λόγια. Ύστερα δηλώνεις ότι βιάζεσαι, τον
τελευταίο καιρό όλο βιάζεσαι, στο λέω κατάμουτρα, που θα τραβήξει ετούτη η
αχαλίνωτη λεηλασία; Η μέρα σκοτεινή-μια ερειπωμένη κάμαρα-έκρυβες τα μούτρα σου
στο μαξιλάρι. Η μέρα ένας γκρεμός αφώτιστος».
Κάθε φορά που με τον ηλεκτρικό περνώ
μπροστά από το κοιμητήριο του «Περισσού», και τον σταθμό της Νέας Ιωνίας,
έρχεται στο νου μου ο ποιητής, ο δοκιμιογράφος, ο μεταφραστής και
βιβλιοκριτικός, ο παθολόγος ιατρός Τάκης Σινόπουλος, ο πιο Σεφερογενής δημιουργός
της γενιάς του της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς.
Πάνε χρόνια τώρα-την περίοδο που
έγραφα κείμενα και βιβλιοκριτικές στις εφημερίδες και τα περιοδικά-που
επικοινώνησα ένα πρωινό, με την σύζυγο του Τάκη Σινόπουλου-την Μαρία-η οποία με
μεγάλη εγκαρδιότητα μου ζήτησε να συναντηθούμε. Είχα ήδη γράψει μια μικρή μελέτη
για τον ποιητή που είχε εκδοθεί από τον εκδοτικό οίκο Βιβλιογονία 1990, με
πρόλογο του καθηγητή Πανεπιστημίου Μιχάλη Μερακλή και επεξεργαζόμουνα ένα άλλο
προσχέδιο μελέτης για την ποίησή του, έτσι είχαμε ένα κοινό πεδίο συζήτησης.
Η όμορφη και ζεστή αυτή γυναίκα, μου ζήτησε να
ιδωθούμε στο σπίτι-μουσείο, ίδρυμα πλέον-του ποιητή.(Ναζλή 22 Περισσός 11142,
τώρα οδός Τάκη Σινόπουλου).
Και
ένα πρωινό, μετά από μια σύντομη τηλεφωνική συνεννόηση βρέθηκα στο σπίτι του
Τάκη Σινόπουλου.
Προσπάθησα στην ιδιωτική μου ζωή και
στην συγγραφική μου πορεία να μην δημοσιεύω κείμενα και να μην γράφω για θέματα
προσωπικά που αφορούν άτομα που είχα την χαρά και την τιμή να γνωρίσω στην
διάρκεια του βίου μου, δεν μου άρεσαν τα προσωπικά κουτσομπολιά, τα βαριόμουνα
και εξακολουθώ να τα βαριέμαι αφάνταστα, θεωρώ ότι οι άνθρωποι είμαστε αυτό που
είμαστε, τίποτα περισσότερο τίποτα λιγότερο και ο καθένας μας έχει το δικαίωμα
να διαθέτει το σώμα και την ζωή του όπως εκείνος θεωρεί σωστότερα, τα προσωπικά
ανήκουν στους πολύ στενούς μας φίλους, με ενδιέφερε όμως πολύ ο τρόπος σκέψης, η
δημόσια πολιτική και κοινωνική στάση καθώς και ο δημόσιος λόγος των ανθρώπων. Αυτός,
που οριοθετεί το πλαίσιο μέσα στο οποίο οργανώνονται τα διάφορα πολύχρωμα,
πολυποίκιλα και διαφορετικά ανθρώπινα σύνολα, αυτά τα άγνωστα και μαγευτικά
στίγματα του ανθρώπινου προσώπου. Γιαυτό, και όταν κάποια άτομα μου
εμπιστεύθηκαν μέρος του προσωπικού τους αρχείου, με μεγάλο σεβασμό και εν
γνώσει μου κατάστρεψα οτιδήποτε θεωρούσα ότι θα αμαυρώσει την μνήμη τους,
πιστεύοντας ότι το όποιο μελλοντικό αναγνωστικό κοινό, δεν θα χάσει τίποτα αν
δεν μάθει τα πάντα για την προσωπική ζωή των αγαπημένων τους δημιουργών.
Γιατί
άνοιξα τώρα αυτήν την παρένθεση και τα αναφέρω όλα αυτά, για έναν και μοναδικό
λόγο.
Θέλω
να γράψω όσο μπορώ πιο διακριτικά γίνεται, ότι η γυναίκα του ποιητή Τάκη
Σινόπουλου, αυτός ο υπέροχος ζεστός και τόσο ευαίσθητος άνθρωπος, είταν ένα από
τα πιο μελαγχολικά άτομα που γνώρισα στην ζωή μου, ελπίζω να μην είναι βαρύ αν
γράψω, ένα από τα πιο «δυστυχισμένα» που έχω γνωρίσει. Με ξενάγησε στο σπίτι
και τον κήπο του ποιητή, είδα από κοντά την μεγάλη βιβλιοθήκη του μιλήσαμε για
εκείνον και έμεινα μαζί της μέχρι αργά το βράδυ που πήρα το δρόμο προς τον Πειραιά,
τηλεφωνηθήκαμε αρκετές φορές και μου μιλούσε για τα προβλήματα που αντιμετώπιζε
με την άρρωστη-τότε μητέρα της.
Η
Μαρία Σινόπουλου που έφυγε τόσο σύντομα από την ζωή αρχές γενάρη του 1992 στα
σαράντα επτά της μόλις χρόνια-από ανακοπή καρδιάς- είχε σπουδάσει Αγγλική
Φιλολογία και εργαζόταν ως υπάλληλος στον ΟΤΕ, μετά τον θάνατο του ποιητή Τάκη
Σινόπουλου είχε αφοσιωθεί με αξιοζήλευτη αυταπάρνηση στην διατήρηση της μνήμης
και την διάσωση και διάδοση του έργου του ποιητή, ήταν μια φοβερά εύθραυστη και
ευαίσθητη γυναικεία παρουσία που έτρεφε μια υπερβολική αγάπη για τον σύζυγο και
ποιητή Σινόπουλο και που δεν την εξαργύρωσε ποτέ της. Μικρή κοπέλα ακόμα στα
είκοσι δύο της από το Αίγιο, γνωρίζεται με τον Σινόπουλο και μένουν μαζί
δεκαπέντε χρόνια μέχρι τον ξαφνικό του θάνατο, με υπομονή και προσωπική
αυτοθυσία προσηλώθηκε σε εκείνον και όσο εκείνος ζούσε και αργότερα. Μεγάλο της
προτέρημα και σπάνιο, υπήρξε όχι μόνο η σταθερή αφοσίωσή της στο έργο του, αλλά
και η παντελής έλλειψη ενδιαφέροντος για δική της προβολή, έμεινε στην αφάνεια
ηθελημένα σαν μια ανεπαίσθητη παρουσία που βάδισε μέχρι το ξαφνικό τέλος της
πάνω στα χνάρια του έργου εκείνου.
Δύσκολο
να μεταφέρω το κλίμα της συνάντησής μας, δεν είχα φανταστεί-τότε-ότι υπάρχουν
τόσο μοναχικά και «δυστυχισμένα» άτομα. Όταν κατάλαβε ότι αγαπούσα το έργο του
ποιητή, μου ανοίχτηκε με θέρμη και θλίψη, προθυμοποιήθηκε να μου δώσει ανέκδοτα
γραπτά και χειρόγραφα του ποιητή, δεν δέχθηκα, από σεβασμό αλλά και από μια παράξενη
στοργή που ένιωσα για αυτήν την θλιμμένη ύπαρξη, αντίθετα άκουσα και κατέγραψα
στην μνήμη μου πολλά στιγμιότυπα που αφορούσαν εκείνον.
Μου
μίλησε για την συγγραφική του συγγένεια με τον Γιώργο Σεφέρη, τον μεγάλο Άγγλο
ποιητή Τόμας Στερν Έλιοτ, τον Αμερικανό Έζρα Πάουντ και άλλους σημαντικούς δημιουργούς
που εξέφρασαν μέσα στο έργο τους την μεταπολεμική υπαρξιακή αγωνία, την έντονη
κοινωνική και προσωπική φθορά του νέου ανθρώπου, την αίσθηση της ερημιάς και
της ερήμωσης όπως τόσο δραματικά κατέγραψε με το έργο του «Έρημη Χώρα» ο Έλιοτ
αλλά και με την θεατρική του πένα ο Σάμιουελ Μπέκετ. Και ακόμα αν δεν είναι
άστοχο το παράδειγμα, ένα άνυνδρο, ξερό και λαβρογενές τοπίο σαν εκείνο που
δείχνει στο κινηματογραφικό έργο «Θεώρημα» ο σκηνοθέτης Πιέρ Πάολο Παζολίνι,
που καταφεύγει ο εργοστασιάρχης μετά την επαφή του με τον Άγγελο. Μια υπαρξιακή
αγωνία και αίσθηση ερημιάς, που διατρέχει θα γράφαμε όλη την μεταπολεμική ποίηση
πολύ έντονα, ένα προσωπικό και ορισμένες φορές συλλογικό κενό που δεν κατόρθωσε
να γεμίσει ούτε η μετέπειτα αλματώδης εξέλιξη της τεχνολογίας και της επιστήμης
που βοήθησαν ουσιαστικά τον νέο μεταπολεμικό άνθρωπο, ούτε οι διάφοροι μέχρι
σχεδόν το 1989 πολιτικοί και ιδεολογικοί αγώνες που έδωσαν πολλοί από τους
νέους λογοτέχνες μας ο καθένας από το δικό του μετερίζι.
Γράφει
εύστοχα ο Κίμων Φράϊερ στην μελέτη του για τον ποιητή:
«Έχει γίνει τώρα φανερό ότι σαν ποιητής
ο Σινόπουλος είναι ένας άνθρωπος με έμμονα πάθη, μονολιθικός, ένας άνθρωπος που
στέκεται πάνω στη γη, όχι με τη χάρη του Παρθενώνα, πάνω στην Ακρόπολή του,
αλλά σαν τις όρθιες πέτρες του
Στόνχεντζ, πάνω σε μιάν αφανισμένη πεδιάδα, πάνω σ’ ένα τοπίο θανάτου, ένα
τοπίο «ασάλευτο χαρακωμένο από μια θλίψη αγιάτρευτη/γυμνό σα λάβα πούχει πήξει
απίστευτα νεκρό», μια «ερημιά ατελεύτητη», όπου δεν έχεις «που ν’ ακουμπήσεις (…)
τη στεγνή καρδιά σου».
Ο
Σινόπουλος, όπως και άλλοι δημιουργοί, δημιούργησε ένα δικό του μυθικό σύμπαν στα
πρώτα του έργα και μια συμβολιστική γραφή που ήταν έντονα αναγνωρίσιμη. Ακόμα
και τα ερωτικά του ποιήματα εκφράζουν έναν τσακισμένο ψυχικά άνθρωπο, ένα τραυματισμένο
άτομο από τις ιστορικές καταστάσεις και τα γεγονότα της εποχής του. Ο έντονα
τραυματικός λόγος του, ασφαλώς θα είχε να κάνει και με το γεγονός της
εργασιακής του ιδιότητας ως γιατρού παθολόγου. Ο Σινόπουλος δεν υπήρξε ένας
αμέτοχος και ουδέτερος παρατηρητής των διάφορων γεγονότων της εποχής του, δεν
έκλεισε τα αυτιά του στις τραγικές ιστορικές και πολιτικές στιγμές που βίωσε η
γενιά του, οι αντίκτυποι των φοβερών αυτών συμβάντων πάλι δεν του νόθευσαν τα
πολιτικά του κριτήρια αντίθετα, διεύρυναν την ευαισθησία του και εδραίωσαν τις
αντιλήψεις του για το ανθρώπινο δράμα. Παρέμεινε διαρκώς πολιτικά και ιστορικά
θα γράφαμε παρών, δεν αρνήθηκε τις δημόσιες παρεμβάσεις ακόμα και όταν έβλεπε
ότι άρχισαν σιγά-σιγά να λιγοστεύουν οι κοινωνικές αυταπάτες της γενιάς του,
όταν άρχισαν να εξατμίζονται και τα τελευταία ψήγματα επαναστατικής ελπίδας της
γενιάς του και το δικό του βιολογικό απόσταγμα άρχιζε να φθίνει. Με τον
ποιητικό του λόγο, έστω και θρυμματισμένο ορισμένες φορές έτσι όπως φαίνεται
μέσα από τις ημερολογιακές του καταγραφές, δηλώνει το δικό του παρών τόσο μέσα
σε μια άξενη πλέον κοινωνία, όσο και μέσα σε ένα φοβερά ερημικό πλήθος. Γιαυτό
οι λέξεις του έχουν ένα ιδιαίτερο ειδικό βάρος, κουβαλούν ένα πολύ προσωπικό
φορτίο, δεν είναι στιλπνές που κάνουν την ποίηση να μοιάζει με αστραφτερό
φόρεμα πολυτελείας, δεν αντιπροσωπεύουν ξεκρέμαστες κοινωνικά ιδέες, δεν
εκφράζουν ποιητικές εικόνες αχαρτογράφητων εμπειριών, αλλά έχοντας εισπράξει το
φορτίο της ιστορικής τους εμπειρίας απεικονίζουν με συμβολικό τρόπο το αδιέξοδο
μιας εποχής που λύγισε κάτω από το βάρος τρομερών ιστορικών εμπειριών και τα
κλιμακωτά αδιέξοδα των ανθρώπων της.
Ο
Τάκης Σινόπουλος παίρνοντας την σκυτάλη από τον Γιώργο Σεφέρη ιχνογραφεί την
δική του ατομική ερημική και κατακερματισμένη πολιτεία, «όρθιος και μόνος μέσα
στην φοβερή ερημιά του πλήθους» για να θυμηθούμε παραλλάσσοντας λίγο, τον στίχο
του Μανόλη Αναγνωστάκη. Ένας βαθύς και οξύς υπαρξιακός λυρισμός διαπερνά την
ποιητική του δημιουργία και στις δύο της περιόδους, αντικατοπτρίζοντας ένα
όραμα μουντό, χωρίς έντονους χρωματικούς τόνους, απαισιόδοξο μέσα στον άδολο
λυρισμό του, χωρίς πάντα ασφαλιστικές δικλείδες ελπίδας και ανάσας ζωής, με έναν
εξομολογητικό λόγο γυμνό, καθαρό, απερίτεχνο, εσωστρεφή, με μόνη του ενδυμασία
την ιστορική του αλήθεια, που κατορθώνει με δεξιοτεχνία να εκφράσει τόσο
παραστατικά το διαχρονικά υπερβατικό στοιχείο του ελληνικού τοπίου ακόμα και
μέσα στον κατακερματισμό του.
«Και
τι θα πεις εσύ ο νεκρός, με τόσα χώματα στη γλώσσα;»
Βιβλία
του
-
«Μεταίχμιο», Αθήνα 1951, Ιδιωτική έκδοση
-
«Άσματα», Αθήνα 1953, Ιδιωτική έκδοση
-
«Η γνωριμία με τον Μαξ», Αθήνα 1956, Ιδιωτική έκδοση
-
«Ελένη», Αθήνα-Δίφρος 1957
-
«Μεταίχμιο Β΄, Αθήνα-Δίφρος 1957
-
«Η νύχτα και η αντίστιξη», Αθήνα 1959, Ιδιωτική έκδοση
-
«Το Άσμα της Ιωάννας και του Κωνσταντίνου», Αθήνα
1961, Ιδιωτική έκδοση
-
«Στροφή» 1931-1961, Αθήνα 1961
(ανάτυπο από τον τόμο «για τον Σεφέρη», 1961
-
«Η Ποίηση της Ποίησης», Αθήνα 1964, Ιδιωτική έκδοση
-
«Το Χρονικό» εκδόσεις, Αθήνα Κέδρος 1975
-
«Ο Χάρτης» εκδόσεις Κέδρος 1977/1981
-
«Μεταίχμιο» εκδόσεις Σ. Ζαχαρόπουλος 1984. εισαγωγή του καθηγητή και συγγραφέα
Μιχάλη Γ. Μερακλή.
-«Συλλογή
Ι (1951-1964)», εκδόσεις Ερμής 1976
-
«Συλλογή ΙΙ (1965-1980)», εκδόσεις Ερμής 1980
- «Νεκρόδειπνος»,
Αθήνα 1970, Ιδιωτική έκδοση (εκτός
Εμπορίου)
-
«Νεκρόδειπνος»(1962-1971), εκδόσεις Ερμής 1972
-
«Τέσσερα μελετήματα για τον Σεφέρη», εκδόσεις Κέδρος 1973/1984.
-
«Νυχτολόγιο», εκδόσεις Κέδρος 1978
-
«Πέτρες» εκδόσεις Κέδρος 1972/ 1982.
-
«Τέσσερα μελετήματα για τον Σεφέρη» εκδόσεις Κέδρος 1984. με Πρόλογο και
επιμέλεια του καθηγητή και ποιητή Νάσου Βαγενά.
-
«Παρατηρήσεις και Σχόλια πάνω στο ποίημα Το Άσμα της Ιωάννας και του
Κωνσταντίνου μετά την έκδοση του βιβλίου» 1 Δεκεμβρίου 1962. μεταγραφή και
Φιλολογική επιμέλεια Γιώργος Π. Σαββίδης Αθήνα 1987.
-
«Σημειώσεις για τα Άσματα (Ι-ΧΙ) 12-13 Απριλίου 1953. Μεταγραφή και Φιλολογική
επιμέλεια Γιώργος Π. Σαββίδης, ανάτυπο από το περιοδικό «Περίπλους», τεύχος
16/Χειμώνας 1988 Ζάκυνθος.
-
«Το Γκρίζο Φως» και οχτώ πίνακες. εκδόσεις Κέδρος 1995. και Δημήτρης Ν.
Μαρωνίτης, «Πρώτη Ανάγνωση».
- «Χρονικό
Αναγνώσεων», Βιβλιοκρισίες για τη μεταπολεμική ποίηση, εκδόσεις Σοκόλη 1999.
(με
μια ενδιαφέρουσα και πολυσέλιδη εισαγωγή των Ευριπίδη Γαραντούδη και Δώρας Μεντή
που είχαν και την φιλολογική επιμέλεια της έκδοσης).
-
«Ποιήματα για την Άννα» εκδόσεις Ερμής 1999
(με σημείωμα της Άννας Γεραλή)
Βιβλία
και περιοδικά για τον Τάκη Σινόπουλο
-
Κίμων Φράϊερ,
«Τοπίο θανάτου», εισαγωγή στην ποίηση του
Τάκη Σινόπουλου, εκδόσεις Κέδρος 1978.
(μετάφραση Νάσος Βαγενάς-Θωμάς Στραβέλης)
- Μιχάλης Πιερής,
*«Ο
χώρος και τα χρόνια του Τάκη Σινόπουλου», 1917-1981. σχεδίασμα βιο-εργογραφίας.
εκδόσεις Ερμής 1988
* «Ο ποιητής-Χρονικογράφος», μεταμορφώσεις
του αφηγητή στον Νεκρόδειπνο του Τ. Σ. εκδόσεις Ερμής 1988.
- Δημήτρης Πλατανίτης,
«Τρία δοκίμια για τον Σινόπουλο»,εκδόσεις
Σμίλη 1989
(Το όνειρο στην ποίησή του/Τα προσωπεία
του θανάτου/Η αγωνία της ποιητικής γραφής).
- Γιώργος Μπαλούρδος,
«Προσεγγίσεις στον ερωτικό λόγο. Άσμα
Ασμάτων-
Τάκης Σινόπουλος», εκδόσεις Βιβλιογονία
1990.
- Μαρία Στεφανοπούλου,
«Τάκης Σινόπουλος. Η ποίηση και η
ουσιαστική
μοναξιά», εκδόσεις Πορεία 1992.
(το βιβλίο διαιρείται σε τρία μεγάλα
μέρη. Α. «Η θέση του ποιητή στη
μεταπολεμική γενιά». Β. «Από το Σεφερικό λόγο σε μια ποίηση-μελέτη θανάτου» και
Γ. «Διερεύνηση των ορίων της ποιητικής γλώσσας».
- Ευριπίδης Γαραντούδης: εισαγωγή,
ανθολόγηση κειμένων
«Για τον Σινόπουλο»-Κριτικά κείμενα,
εκδόσεις Αιγαίον-Λευκωσία 2000.
εκδόσεις Αιγαίον-Λευκωσία 2000.
- περιοδικό «Αλφειός» Μάης 1996. Αφιέρωμα
στον
Τ. Σ. Ένοικος τώρα του παντοτεινού
κεκυρωμένος
- περιοδικό «Νέα Εστία» τεύχος 1805/11,2007.
- περιοδικό «Θεσσαλική Εστία» τεύχος 61/ τόμος
ΙΑ-ΙΒ
χρόνος 11ος
- περιοδικό «Σήμα» τεύχος 17/1977
- περιοδικό «Εποπτεία» τεύχος 52/11,1980
- περιοδικό «Αντί», τεύχος 205/14-5-1982
- περιοδικό «Νέο Επίπεδο» τεύχος 11/12,1991
- Αγαθή Γεωργιάδου,
«Ιδανικές φωνές κι αγαπημένες»
(Γιώργος Σεφέρης-Μανόλης Αναγνωστάκης-Μίλτος
Σαχτούρης-Τάκης Σινόπουλος), εκδόσεις Μεταίχμιο 2006.
Ενδεικτική
βιβλιογραφία
«Μιλώντας τόσο πολύ για την πείνα ξεχάσαμε
να προστατέψουμε το ψωμί.
Τώρα
στο ερμάρι τα ποντίκια χαίρονται τρομαχτικές ελευθερίες»
-
Αχιλλέας Κυριακίδη, επιμέλεια:
«Τ. Σινόπουλος-Εργογραφία-Δημοσιεύσεις,
Σχεδίασμα βιβλιογραφίας για τον Τ. Σ.», περιοδικό «Εποπτεία» τεύχος 51/11,1980,
σελίδες 872-891.
(«Ένας έσχατος λόγος:
«Μεγάλη
μελέτη για τη συχνότητα εμφάνισης του ονόματος
Ιωάννα στο ποιητικό έργο του Τάκη Σινόπουλου» σ. 872.
«Τ.
Σινόπουλος-Εργογραφία-Δημοσιεύσεις σ. 873-883.
Α. Βιβλία, Β. Βιβλία μεταφρασμένα, Γ. Ανθολογίες
Ελληνικές, Δ. Ανθολογίες Ξένες, Ε. Βιβλία Μικτά (Ελληνικά και Ξένα), Στ. Ελληνικά
Περιοδικά και Εφημερίδες(κατά χρονολογική σειρά από το 1937 έως το 1980), Ζ. Περιοδικά
Ξένα.
Σχεδιάσματα
Βιβλιογραφίας για τον Τάκη Σινόπουλο:
-Αναφορές σε Ελληνικά Βιβλία
-Αναφορές σε ξένα Βιβλία
-Περιοδικά κι’ εφημερίδες(Ελληνικά και Ξένα,
Σχόλια- κριτικές-δοκίμια-μελέτες) κατά χρονολογική σειρά από το 1947 έως το 1980.
σελίδες 884-891.
Σημείωση: παρότι είχα ανακαλύψει ορισμένα κείμενα που διέφυγαν της
προσοχής του συγγραφέα και μεταφραστή Αχιλλέα Κυριακίδη, θεωρώ ότι οι εργασίες
αυτές του Αχιλλέα Κυριακίδη για τον ποιητή Τάκη Σινόπουλο είναι πολύ χρήσιμες
και είναι η πρώτη βάση Εργογραφικών και Βιβλιογραφικών δεδομένων.
-
Ευριπίδης Γαραντούδης-Δώρα Μεντή, επιμέλεια:
«Εργογραφία-Βιβλιογραφία Τάκη Σινόπουλου(1980-1995),
περιοδικό «Αλφειός Μάης 1996.
Σημείωση: Την βάση του Αχιλλέα Κυριακίδη καλύπτει όσο είναι
δυνατόν-όπως και οι ίδιοι οι ερευνητές αναφέρουν- και η έρευνα των Ευριπίδη
Γαραντούδη- Δώρα Μεντή. Έκτοτε από όσο εγώ τουλάχιστον γνωρίζω, δεν έχει συνταχθεί
μια ποιο πληρέστερη Βιογραφία και αποδελτίωση κειμένων και κριτικών για τον
ποιητή.
-
Αλέξης Ζήρας,
«Τάκης Σινόπουλος», Παγκόσμιο Βιογραφικό
Λεξικό τόμος 9ος Εκδοτική
Αθηνών 1991
-
Μιχάλης Γ. Μερακλής,
Λήμμα στο Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Πατάκης
2007. (με βιβλιογραφικές παραπομπές).
-
Αλέξανδρος Αργυρίου,
«Α μεταπολεμική γενιά» τόμος 5ος,
εκδόσεις Σοκόλη 1990
«Ιστορία της Ελληνικής Λογοτεχνίας» τόμος 3ος,
εκδόσεις Καστανιώτης.
-
Χρήστος Μπουλώτας,
«Ο κύριος Τ. Σινόπουλος εν Περισσώ»,
περιοδικό Νέα Εστία τεύχος 1752/1,2003.
-
Νίκος Δαββέτας,
«Όψεις του εμφυλίου στην ποίηση του Τ. Σ.»
περιοδικό Νέα Εστία 1743/3,2003.
-
Παναγιώτης Νικολαίδης,
«Διάλογος με τους νεκρούς: Από τον Γιώργο
Σεφέρη στον Τάκη Σινόπουλο» περιοδικό Κονδυλοφόρος 1/2002.
-
Θεοδόσης Πυλαρινός,
«Τ. Σ. Χρονικό Αναγνώσεων» (βιβλιοκριτική),
περιοδικό Πόρφυρας τεύχος 94/4,2000
-
Χρήστος Ρουμελιωτάκης,
«Το χυμένο αίμα το σπαταλημένο», εφημερίδα
Η Αυγή 28/5/2006.
-
Ηλίας Γκρης,
«Ένας κατεξοχήν τραγικός ποιητής», εφημερίδα
Η Καθημερινή 14/5/2002
-
Σοφία Αδαμίδου,
«Ένοικος του παντοτινού κεκυρωμένος»,
εφημερίδα Ριζοσπάστης 16/12/2001
-
Μικέλα Χαρτουλάρη, Ρεπορτάζ:
«Μια περίφημη Κυριακή» αδημοσίευτο κείμενο…
εφημερίδα Τα Νέα 1/6/1996.
-
Μαρύ Θεοδοσοπούλου,
«Ο Τάκης Σινόπουλος και η Ιζαμπέλα Μολνάρ»,
εφημερίδα Η Εποχή 26/1/2003.
-
Βασίλης Καλαμαράς, επιμέλεια:
«Δεν ξέρουν τις γυναίκες οι ποιητές» Η συγγραφέας
Νίνα Κοκκαλίδου-Ναχμία…, εφημερίδα Κυριακάτικη 15/4/1997
-
Κώστας Βούλγαρης,
«Ποιητές κρίνουν ποιητές», βιβλιοκριτική για
«Χρονικό αναγνώσεων», εφημερίδα Η Αυγή 1/1/2000
-
Ανωνύμως (;)
Βιβλιοκριτική «Για τον Σινόπουλο», περιοδικό
Ο Πολίτης 77/6,2000
-
Βασίλης Στεριάδης,
«Η Τέχνη της Ανάγνωσης», εκδόσεις
Γαβριηλίδης 2004
- περιοδικό
Νέα Εστία τεύχος 1708/1,1999 βιβλιοκριτική για «Τάκη Σινόπουλο» ανθολόγιο
κειμένων.
Σημείωση: Η ενδεικτική και ισχνή αυτή βιβλιογραφία περιλαμβάνει
και κείμενα μετά το 1995 που τελειώνει εκείνη των Ευριπίδη Γαραντούδη και Δώρα
Μεντή.
«Δεν
ήταν μήτε το γέλιο/
μήτε το σκυλί στην πόρτα/
το σπίτι απέναντι στον τοίχο του/
έχει ένα απόγευμα».
Γιώργος
Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη
δημοσίευση, σήμερα Κυριακή, 6 Ιουλίου 2014
Πειραιάς,
Κυριακή 6 Ιουλίου 2014.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου