ΔΗΜΟΤΙΚΟ
ΘΕΑΤΡΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
Ξεφυλλίζοντας εδώ και χρόνια παλαιές πειραϊκές εφημερίδες,
ανακάλυπτα κείμενα παλαιών Πειραιωτών συγγραφέων οι οποίοι αναφέρονταν στα
διάφορα και ποικίλα προβλήματα που αντιμετώπιζε το πολιτιστικό στολίδι της
πόλης μας, το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Πολλοί θίασοι κατά καιρούς από όλη την
Ελλάδα, ήθελαν να ανεβάσουν τα έργα τους στην περίλαμπρη σκηνή του, αλλά και
μεμονωμένοι καλλιτέχνες-από όλους τους χώρους της τέχνης-όπως επίσης και
αρκετοί Πειραιώτες, ελάχιστοι όμως υπήρξαν οι Πειραιείς θεατρικοί συγγραφείς,
οι οποίοι είδαν τα έργα τους να παρουσιάζονται από την σκηνή του. Ίσως επειδή,
δεν υπάρχουν αρκετοί αναγνωρισμένοι θεατρικοί συγγραφείς από την πόλη μας. Πέρα
όμως από αυτό, το ειλικρινές ενδιαφέρον για το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά όλων των
πνευματικών ανθρώπων της πόλης, είναι συνεχές και αδιάκοπο.
Πάρα πολλά έχουν γραφτεί για το κόσμημα αυτό της πόλης που
στέκει πολιτιστικός φάρος στο κέντρο της από την χρονιά της οικοδόμησής του,
έχουν γραφεί εκατοντάδες άρθρα, έχουν κυκλοφορήσει δεκάδες βιβλία, έχει γίνει
γραμματόσημο των ΕΛΤΑ, κοσμεί η εικόνα του αρκετά εξώφυλλα βιβλίων και
περιοδικών, έχουν γυριστεί ντοκιμαντέρ για την πολιτιστική του πορεία,
αναφέρεται από σημαντικούς καλλιτέχνες οι οποίοι στην διάρκεια της
καλλιτεχνικής τους σταδιοδρομίας είχαν την χαρά να παίξουν στην σκηνή του. Το
Εθνικό Θέατρο Ελλάδος είναι μάλλον εκείνος ο πολιτιστικός φορέας, ο οποίος έχει
μεταφέρει έργα του στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, περισσότερο από κάθε άλλον
Θεατρικό Οργανισμό, αλλά και χορευτικά συγκροτήματα, ορχήστρες ή μουσικοί
φορείς παρουσίασαν το έργο τους σε αυτό. Μετά τους δύο σεισμούς και τις
καταστροφικές ρωγμές που υπέστη, άρχισε η κοπιώδη προσπάθεια της επισκευής του.
Στις μέρες μας, η λειτουργία του έγινε και πάλι εφικτή, και αρκετοί θίασοι
παρουσιάζουν το έργο τους. Οι δημότες του Πειραιά, έχουν πλέον την δυνατότητα
να το επισκεφτούν και να παρακολουθήσουν τις παραστάσεις που τους ενδιαφέρουν.
Εκείνο που ακόμα δεν υπάρχει για αυτό, είναι μια οργανωμένη συστηματική και
άρτια παραστασιογραφία που να μας δίνει την συνολική εικόνα των παραστάσεων που
παραστάθηκαν σε αυτό, μια έρευνα που να μας φανερώνει πόσοι εικαστικοί
παρουσίασαν το έργο τους στο φουαγιέ του, πόσες άλλου είδους εκδηλώσεις επίσης.
Από όσο γνωρίζω, υπάρχουν εργασίες και έρευνες που έγιναν όσον αφορά τις
θεατρικές παραστάσεις αλλά δεν έχουν κυκλοφορήσει στο εμπόριο, μόνο το Εθνικό
Θέατρο, έχει αποδελτιώσει τις παραστάσεις του σε αυτό.
Εδώ, δεν θα αναφερθώ στα βιβλία που κυκλοφόρησαν τα
τελευταία χρόνια για αυτό, αλλά θα αντιγράψω δύο κείμενα που είχα συναντήσει
στην εφημερίδα «Νέοι Καιροί» την περίοδο του μεσοπολέμου.
Στους τοπική εφημερίδα «Νέοι Καιροί», στις εξής ημερομηνίες, υπάρχουν τα κάτωθι κείμενα:
-«Επιστολαί περί του
Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά», του Νίκου Μαράκη, στις 29/10/1932, στην πρώτη
σελίδα.
-«Γιατί το Δημοτικό Θέατρο
Πειραιά δεν πρέπει να βγη σε δημοπρασία», του συνεργάτη μας κυρίου Νίκου Ι.
Μαράκη, στις 1/11/1932, στην πρώτη σελίδα.
-«Το ζήτημα του Δημοτικού
Θεάτρου Πειραιά», του Γρηγόρη Ν. Θεοχάρη, στις 2/11/1932, στην πρώτη σελίδα.
-«Η Δημοπρασία του Δημοτικού
Θεάτρου», ρεπορτάζ από την εφημερίδα, στις 1/12/1932 στην πρώτη σελίδα, και
στις 2/12/1932 σελίδα 2.
-«Ενεκρίθη κατ’ αρχήν η
παραχώρησις του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά», ρεπορτάζ της εφημερίδας της 20/12/1932
σελίδα 1.
Και ακόμα, το ρεπορτάζ της
21/11/1932 σελίδα 1, «Το Εθνικόν Θέατρον και τα Ελληνικά Έργα».
Οι «Νέοι Καιροί», ήταν μια καθημερινή πολιτική εφημερίδα η
οποία είχε ιδρυθεί πριν τέσσερα χρόνια, το 1928 με διευθυντές τους Γεώργιο και
Δημήτριο Ζ. Πιτσάκη, τα γραφεία της βρίσκονταν στην οδό Κολοκοτρώνη 37 και τα
τυπογραφεία της στην οδό Τσαμαδού 43. Διευθυντής Σύνταξης της ήταν ο Πειραιώτης
συγγραφέας Νίκος Ι. Μαράκης, ο οποίος, υπογράφει και τα κύρια άρθρα της
εφημερίδας.
Διαβάζοντας κανείς σήμερα τα
διάφορα άρθρα που κατά καιρούς δημοσίευσε στην εφημερίδα, αντικρίζουμε έναν
δημοσιογράφο και συγγραφέα, που γνώριζε καλά τα θέματα που εξέταζε και
στηλίτευε με την δημοσιογραφική του πένα, είχε άποψη, είχε θέση και δεν δίσταζε
να την εκφράσει όπως έκανε και με την συνεργασία του σκηνοθέτη Μιχάλη Κουνελάκη
με την Φιλολογική Στέγη Πειραιά εκείνη την περίοδο. Ας δούμε χαρακτηριστικά
παρακάτω τι γράφει:
Στις 22/12/1932 παρουσιάζεται
στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά το έργο «Αγάπες» του Αυστριακού Αρθούρου Σνίτσλερ,
από την Καλλιτεχνική Σκηνή που είχε δημιουργήσει ο Μιχάλης Κουνελάκης.
«Ο κύριος Κουνελάκης, αν δεν
απατώμαι εγκαινίασε προ μιας εβδομάδος τις παραστάσεις της «Καλλιτεχνικής
Σκηνής», την οποία διευθύνει με σκοπό να φέρη το πολύ κοινό σε μια άμεση επαφή
με το Θέατρο πρόζας. Έχω τη γνώμη πως είναι καθηγητής πως μπορεί να είναι
άριστος σκηνοθέτης και δάσκαλος βλάπτει όμως τον εαυτό του εμφανιζόμενος στη
σκηνή εφ’ όσον δεν είναι μεγάλος ηθοποιός… Από την Καλλιτεχνική Σκηνή
περιμένουμε κάτι καλύτερο. Άλλωστε, και η Φιλολογική Στέγη Πειραιώς που
συνετέλεσε στη δημιουργία έχει υποσχεθεί πάρα πολλά για την προσπάθεια αυτή. Ας
φροντίση τουλάχιστον να μας ικανοποιήση…».
Αλλά και νωρίτερα, την Πέμπτη
15/12/1932 με αφορμή το ανέβασμα στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά 14/12/1932 του
έργου του Ρώσου συγγραφέα Φιοντόρ Ντοστογιέφσκυ «Ο Θειόκας Ονειρεύτηκε» από την
Καλλιτεχνική Σκηνή του Κουνελάκη σε συνεργασία με την Φιλολογική Στέγη,
αναφέρει ενδεικτικά τα εξής:
«Νομίζω πως η εκλογή της
κωμωδίας αυτής του Ντοστογιέφσκυ για έναρξη παραστάσεων του συγκροτήματος της
Καλλιτεχνικής Σκηνής δεν υπήρξε επιτυχής…».
Όπως βλέπουμε από τα δύο αυτά ενδεικτικά αποσπάσματα, ο
Νίκος Μαράκης δεν έμεινε ικανοποιημένος ούτε με την συνεργασία της Φιλολογικής
Στέγης με τον σκηνοθέτη Μιχάλη Κουνελάκη, ούτε με το ανέβασμα του συγκεκριμένου
έργου, αλλά ούτε και με την ηθοποιία του ίδιου του σκηνοθέτη και μεταφραστή και
ιδρυτή της Καλλιτεχνικής Σκηνής. Απαιτείται άλλου είδους έρευνα για να
γνωρίσουμε εκ των υστέρων, γιατί ο Νίκος Μαράκης αλλά και άλλοι πνευματικοί
άνθρωποι του καιρού του, ήσαν αρνητικοί απέναντι στην προσπάθεια αυτή του νέου
δασκάλου και σκηνοθέτη Μιχάλη Κουνελάκη, και της συνεργασίας του με την
Φιλολογική Στέγη Πειραιά.
Για τον Μιχάλη Κουνελάκη έχω
συγκεντρώσει στοιχεία και θα γράψω μια κάποια στιγμή για αυτόν. Όμως ας
επανέλθουμε στον Μαράκη, ο Νίκος Μαράκης και σε άλλες στιγμές εκφράζει τις
αρνητικές του απόψεις για θέματα που αφορούν την πόλη μας και για τις διάφορες
πνευματικές και καλλιτεχνικές προσπάθειες που γίνονταν στον καιρό του, το ίδιο
κάνει και τώρα όσον αφορά το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά και την χρήση του.
Ο δεύτερος αρθογράφος σχετικά με το Δημοτικό Θέατρο, είναι
ο Γρηγόρης Ν. Θεοχάρης, ο γνωστός ποιητής και συγγραφέας του Πειραιά. Ο
Γρηγόρης Θεοχάρης όπως είναι γνωστό, υπήρξε ο πρώτος πρόεδρος της Φιλολογικής
Στέγης Πειραιά. Και εκείνος εκφράζει τις ενστάσεις του για την λειτουργία
χρήσης του Δημοτικού Θεάτρου.
Δήμαρχος εκείνη την περίοδο
στον Πειραιά ήταν ο Μιχάλης Ρινόπουλος.
Οι δε τρεις γνωστοί Πειραϊκοί
Κινηματογράφοι πρόβαλαν εκείνες τις ημέρες τα εξής:
Το Καπιτόλ, την ταινία
«Μαλτέζικο Μαχαίρι»,
Το Σπλέντιτ, την ταινία «Οι
Αδελφοί Καραμάζωφ» κα,
Το Χάι Λάιφ, την ταινία «Οι
Επιδρομείς του Βυθού».
Ας απολαύσουμε τα κείμενα για το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά
ξεκινώντας από τον τότε πρόεδρο της Φιλολογικής Στέγης και ποιητή Γρηγόρη
Θεοχάρη:
ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ
«Τις στήλες των «Νέων Καιρών»
απασχόλησε το ζήτημα της διαθέσεως του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιώς, ζήτημα
αναμφιβόλως από τα πιο σοβαρά στην πνευματική και καλλιτεχνική ζωή της πόλεώς
μας. Ο φίλος λογοτέχνης κύριος Νίκος Μαράκης έθεσε τόσο καλά τα πράγματα και
θάπρεπε οι απόψεις του να ενισχυθούν από κάθε καλλιτέχνη και διανοούμενο
Πειραιώτη που δεν μπορεί παρά να ενδιαφέρεται για την τύχη του καλλιτεχνικού
μας Ναού.
Η «Φιλολογική Στέγη» από καιρό μελέτησε το ζήτημα πλατειά
και ύστερα από συνεννόησιν με τον καθηγητήν της Δραματικής κύριον Κουνελάκη,
του οποίου οι πόθοι ταυτίζονται μ’ αυτούς της Φιλολογικής Στέγης, αποφάσισε την
οργάνωση σειράς παραστάσεων δισεβδομαδιαίων με σκοπό ορισμένο, την από σκηνής
αισθητική διαπαιδαγώγηση του εργατικού κυρίως λαού του Πειραιώς, με βάση ένα
σοβαρό καλλιτεχνικό συγκρότημα του οποίου την καλλιτεχνική διεύθυνση θα
αναλλάβη ο κύριος Κουνελάκης.
Ήδη υπεβλήθη στη Δημαρχιακή Επιτροπή σχετική αίτηση για την
παραχώρηση του Δημοτικού Θεάτρου για δυο παραστάσεις την βδομάδα, μια
απογευματινή Πέμπτη και μια βραδυνή Σάββατο, Πιστεύουμε η Δημαρχιακή Επιτροπή
να εκτιμήση κατάλληλα την προσπάθεια και να προβή εις την παραχώρηση του
Θεάτρου.
Μέχρι σήμερα οι διάφοροι θίασοι που στεγάσθηκαν κατά
καιρούς στο Δημοτικό Θέατρο, δεν απέβλεπαν παρά στον εύκολο πλουτισμό,
αδιαφορώντας για την αισθητική τροφή που προσέφεραν στους Πειραιώτες. Οι
εξαιρέσεις είναι ελάχιστες. Και τούτο οφείλεται στην έλλειψη της θέσεως ενός
σκοπού για το Δημοτικό Θέατρο.
Η παραχώρησης του κανονίσθηκε πάντα ανάλογα με το νόμο της
προσφοράς και της ζητήσεως για να καταλήξει πιθανόν στην πλειοδοτική
δημοπρασία, για να πεισθούμε πως ο Πειραιάς είναι… εμπορική πόλις!
Και άλλοτε τονίσαμε, ότι περισσότερο από την ασφαλτόστρωση
ενός οποιουδήποτε δρόμου προέχει το άνοιγμα ενός πνευματικού δρόμου για το λαό
του Πειραιώς, λαό κατά την μεγάλη του πλειοψηφία εργατικό, στερημένο από κάθε
πνευματική τροφή, από κάθε πνευματική ξεκούραση.
Αυτό κυρίως πρέπει να πάρουν για αφετηρία οι συλλογισμοί της
Δημοτικής Αρχής που θα καταλήξουν σε μιάν απόφαση ορισμένη αλλά και υπεύθυνη.
Οι παραστάσεις που η «Φιλολογική Στέγη» με τη συνεργασία
του κυρίου Κουνελάκη, ανεξάρτητα από τη Σχολή του, αποφάσισε να οργανώσει εκεί
ακριβώς θα τείνουν. Εξευρέθηκαν βέβαια τρόποι που θα γίνη δυνατή η προσέλκυσις
των εργατικών τάξεων. Και το ρεπερτόριο καταρτίζεται τέτοιο που να επιτυγχάνει
ο σκοπός των παραστάσεων αυτών, η αισθητική διαπαιδαγώγηση του εργατικού μας
κυρίως λαού. Τα έργα διαλέγονται ανάμεσα σε εκείνα που τα θέματά τους είναι παρμένα
μέσα από τη ζωή της εργατικής και μικροαστικής τάξεως, γιατί μόνο τέτοια έργα, σκηνές
μέσα απ’ την ίδια του τη ζωή, μπορεί να νιώσει ο εργάτης μας και νιώθοντάς τα,
με την καλλιτεχνική τους πνοή, θα μπορέσουν οι αισθητικώς ατροφικοί πνεύμονές
του να αναπνεύσουν λίγο οξυγόνο απολυτρώσεως».
Γρηγόρης Ν. Θεοχάρης, εφημερίδα «Νέοι Καιροί»
2/11/1932
Παρουσίασα πρώτο το κείμενο του Γρηγόρη Θεοχάρη, γιατί μας
φανερώνει τις επιθυμίες, τους στόχους και τα οράματα που είχε τότε για την
καλλιτεχνική και πνευματική ανάπτυξη του Πειραιά, ο ποιητής και πρόεδρος της
Φιλολογικής Στέγης. Ο Θεοχάρης κάνει μερικές σωστές επισημάνσεις. Αναφέρεται
για τη χρήση του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά από καλλιτεχνικούς θιάσους που είχαν
μόνο τους σκοπό το οικονομικό κέρδος, κάνοντας λόγο για τους νόμους της
προσφοράς και της ζητήσεως της αγοράς, κάνει λόγο για τον εργατικό κόσμο του
Πειραιά και το τι πνευματική τροφή χρειάζεται για την καλλιέργειά του και την
ουσιαστική του ψυχαγωγία αλλά και την πνευματική του ξεκούραση. Οι απόψεις του
απηχούν θα σημειώναμε, για την σημασία της θεατρικής αγωγής και της αισθητικής
παιδείας του λαού, έτσι όπως τις εξέφραζαν τότε οι θιασώτες της αριστερής
ιδεολογίας, αλλά και αυτών που ακολουθούσαν την Μπρεχτική θεατρική αγωγή. Ο λαός χρειάζεται ένα απλό κατανοητό θέατρο
που θα τον βοηθήσει να ανέβει πνευματικά, χρειάζεται έργα απλά, κατανοητά και
εύπεπτα. Στην επιθυμία του αυτή ο Γρηγόρης Θεοχάρης που απευθύνεται στην
Δημαρχιακή Επιτροπή, βρήκε συμπαραστάτη έναν νέο και ξενοσπούδαστο θεατρικά
τότε δάσκαλο του θεάτρου και σκηνοθέτη τον Κωνσταντινουπολίτη Μιχάλη Κουνελάκη.
Δυστυχώς η συνεργασία αυτή δεν καρποφόρησε, αλλά και όπως φαίνεται και από το
κείμενο του Νίκου Μαράκη, δεν άρεσε. Παρότι μιλά επαινετικά για τα κείμενα του
Μαράκη, αυτός στέκεται αρνητικά απέναντι στο έργο του Κουνελάκη. Κύριος είδε
για ποιο λόγο. Το θέμα όμως είναι ότι αυτή η συνεργασία για την ανύψωση της
αισθητικής παιδείας του Πειραικού λαού δεν είχε αίσιο τέλος. Δεν χρειάζεται να
αναφέρουμε ότι, οι απόψεις του Γρηγόρη Θεοχάρη πρέπει να εξέφραζαν και τις
απόψεις της υπόλοιπης ομάδας των διανοουμένων της Φιλολογικής Στέγης. Αξίζει
κάποτε να γίνει μια συστηματική έρευνα για την προσφορά των ανθρώπων εκείνων
στην εποχή τους, και το πόσο επηρέασαν τα καλλιτεχνικά και πνευματικά πράγματα
της εποχής τους.
Ας δούμε τώρα το κείμενο του
ΝίκουΜαράκη:
ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΒΓΗ ΣΕ
ΔΗΜΟΠΡΑΣΙΑ
«Ελέχθη και αυτό. Ότι δηλαδή
το Δημοτικό Θέατρο Πειραιώς θα βγη σε δημοπρασία και θα παραχωρηθή σε αυτόν που
θα προσφέρη τα περισσότερα. Η ενοικίασις δηλαδή του Δημοτικού Θεάτρου θα βγη
στο σφυρί, σα να πρόκειται περί εκποιήσεως αχρήστου υλικού, ή σαν να πρόκειται
για την ενοικίασιν του φόρου σφαζομένων ζώων.
Δεν ξέρω σε ποιόν οφείλεται η έμπνευσις
αυτή, μα θα μου επιτραπή να την χαρακτηρίσω ως πολύ ατυχή, το ολιγότερο. Γιατί
τα Δημοτικά Θέατρα δεν εκτίσθησαν δια να προσφέρουν εις την πλάστιγγα του
προϋπολογισμού το βάρος των εις την μερίδαν των εσόδων. Τα Δημοτικά Θέατρα
εδημιουργήθησαν δια να στεγάζουν αξιόλογα θεατρικά συγκροτήματα, είτε πρόζας,
είτε ελαφρού ή σοβαρού μουσικού θεάτρου είναι αυτά. Να τα στεγάζουν δια να
προσφέρουν εις τους δημότας θέαμα εκλεκτό με φθηνό εισιτήριο. Αυτός είναι
ακριβώς και ο λόγος δια τον οποίον εκδηλώσαμε την δυσφορία μας προχθές από τις
στήλες αυτές για την αδικαιολόγητη αναβολή της παραχωρήσεως του Δημοτικού
Θεάτρου εις έναν από τους τόσους θιάσους που το εζήτησαν δια σειράν
παραστάσεων. Αποδείξαμε τότε με αριθμούς ότι η παραχώρηση του Δημοτικού, όχι
μόνο ζημία δεν θα ήταν για το ισχνότατο δημοτικό μας ταμείο, αλλά και
ελάφρυνσις αυτού, από τα έξοδα μισθοδοσίας προσωπικού, φωτισμού κλπ., τα οποία
και τώρα που είναι κλειστό το Θέατρο, πληρώνονται, και τα οποία θα ανελάμβανε
να πληρώση ο στεγαζόμενος θίασος.
Δυστυχώς
όμως η Δημαρχιακή Επιτροπή μέχρι της στιγμής τουλάχιστον, δεν έσπευσε να λάβη
μίαν οιανδήποτε απόφασιν. Το δε ζήτημα παραμένει εκκρεμές. Γιαυτό το λόγο το
συγκρότημα Φιλιππίδη-Κυριακού-Στυλιανοπούλου, το οποίον είχεν υποβάλη αίτησην
παραχωρήσεως του Δημοτικού Θεάτρου επί το αζημίωτον, διελύθη, αφού οι θιασάρχαι
δεν μπορούσαν να κρατήσουν περισσότερο τους ηθοποιούς, με την πρόβλεψη μιας
θεατρικής εργασίας, η οποία ίσως θα ήρχιζε τον… Ιανουάριο, εποχήν δηλαδή κατά
την οποίαν τα μέλη της Δημαρχιακής Επιτροπής θ’ απεφάσιζαν να δώσουν μια σαφή
και κατηγορηματικήν απάντησιν. Εξάλλου το συγκρότημα Σβορώνου-Βασιλάκη
ηναγκάσθη να στεγασθή προσωρινώς εις ένα χειμερινό θέατρο των Αθηνών, εν αναμονή
της απαντήσεως, ενώ οι κ.κ. Δράμαλης και Οικονόμου ετοιμάζουν μια τουρνέ στην
Κρήτη. Έτσι κινδυνεύει να μείνει ο Πειραιάς τον χειμώνα αυτόν χωρίς θίασο, εξ
αφορμής μιας εσφαλμένης αντιλήψεως, ότι… πρέπει να βγη σε δημοπρασία το
Δημοτικό.
Μα ας μιλήσουμε πιο συγκεκριμένα για το ζήτημα αυτό, το
οποίον τόσο σκανδαλωδώς ανεφύη εφέτος. Το Δημοτικό Θέατρο έχει 265 χιλιάδων
δραχμών το χρόνο έξοδα. Δια να εκτεθή εις Δημοπρασίαν πρέπει ο τελευταίος
πλειοδότης να καταβάλη τα έξοδα αυτά τα οποία αντιστοιχούν με δραχμάς 1500
ημερησίως, λαμβανομένου πάντοτε υπ’ όψιν ότι η σαιζόν δια θεατρικήν εργασίαν
χειμερινής περιόδου είναι εξάμηνος. Μα ποιος επιχειρηματίας μπορεί να βγη με
αυτό το υπέρογκο ημερήσιο ενοίκιο; Κανείς. Θα αναγκασθή λοιπόν να κάνη δύο
πράγματα. Ή να καταρτίση θίασο από ηθοποιούς εβδόμης τάξεως ή θα καθιερώση ένα
υπέρογκο εισιτήριο, απρόσιτον εις τους συνδημότας.
Και εις τας δύο αυτάς όμως περιπτώσεις η εκπροσωπούσα τον
Δήμον Επιτροπή θα υπέχη μίαν ευθύνην. Διότι το Θέατρον αποτελεί πνευματική
τροφήν δια τον λαόν και είναι η φθηνοτέρα του διασκέδασις.
Ιδιαίτερα μάλιστα στις σημερινές δύσκολες οικονομικές
στιγμές που περνάμε, το θέατρο με το φθηνό εισιτήριο, είναι μία διέξοδος από
τις καθημερινές σκοτούρες της ζωής και συντελεί εν μέρει και αυτό εις την
διατήρησην της κοινωνικής ισορροπίας, χρησιμοποιούμενο ως ασφαλιστική δικλείς
κατά τας περιστάσεις της δυστυχίας. Απόδειξις αι λαϊκαί παραστάσεις που
καθιερώθηκαν στο Παρίσι και το Βερολίνο με δωρεάν είσοδο για τους ανέργους και
με εισιτήριον ενός μόνο φράγκου δια τον λαόν.
Το πείραμα αυτό της ενοικιάσεως του Δημοτικού Θεάτρου δια
δημοπρασίας εις επιχειρηματίας εγένετο και εις την Σύρον και εις την Κέρκυρα.
Απέτυχε όμως οικτρώς. Οι διάφοροι επιχειρηματίαι δια να βγάλουν τα έξοδά τους
και να εξασφαλίσουν ένα κέρδος ανάλογο αναγκάσθηκαν να δημιουργήσουν «θεατρικά
μπουλούκια» και να ορίσουν εισιτήριον απρόσιτο, πράγμα το οποίον και αυτούς
εζημίωσε και κατακραυγή κατά των δημοτικών αρχών προεκάλεσε.
Εκτός αυτών όμως, ποιος εγγυάται ότι ο Α ή Β επιχειρηματίας
ο οποίος θα ενοικίαζε το Θέατρον θα εδέχετο να το παραχωρήση δια μίαν ή δύο
εσπέρας εις τον Πειραϊκόν Σύνδεσμον λόγου χάριν ή την δραματικήν Σχολήν του
κυρίου Κουνελάκη κλπ. χωρίς να ζητήση 40% επί των εισπράξεων, ποσοστό βέβαια υπέρογκον,
και εξ αφορμής του οποίου θα εματαιούτο μια καθαρώς Πειραϊκή καλλιτεχνική
εκδήλωσις;
Δια τους λόγους αυτούς και δια πολλούς άλλους ακόμη, το
ζήτημα της Δημοπρασίας δεν είναι τόσον απλούν όσον εξ αρχής φαίνεται. Και η
Δημαρχιακή επιτροπή οφείλει να το σκεφθή σοβαρώς.
Το Δημοτικόν Θέατρον πρέπει να δοθή εις θίασον ανεγνωρισμένης
καλλιτεχνικής αξίας και με ορισμένον εκ των προτέρων ρεπερτότιον.
Διαφορετικά τίποτα το καλόν
δεν πρόκειται να βγη δια τον Πειραιά».
Νίκος Ι. Μαράκης, εφημερίδα
«Νέοι Καιροί» 2/11/1932 σε. 1
Όπως βλέπουμε από το παρόν κείμενο του Νίκου Μαράκη, οι
ενστάσεις του για την δημοπρασία του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά την εποχή εκείνη
από τους αρμόδιους δημοτικούς φορείς, είναι και αιτιολογημένη και στηρίζεται
τόσο σε οικονομικά όσο και σε καλλιτεχνικά επιχειρήματα, όπως επίσης, βλέπουμε
να είναι ενημερωμένος για το τι συμβαίνει τόσο στο εξωτερικό, Γαλλία και
Γερμανία-που είχαν αρχίσει από τότε να έχουν μια άλλη διαφορετική πιο λαίκή
θεατρική πολιτική για τον λαό-αλλά και τι συμβαίνει εντός της χώρας,
αναφερόμενος στα δύο μεγάλα Δημοτικά Θέατρα,
της Σύρου και της Κέρκυρας. Οι απόψεις του δεν στηρίζονται μονομερώς σε
καλλιτεχνικά κριτήρια αλλά λαμβάνει υπόψη του και τις οικονομικές δυσκολίες.
Από την μία κατανοεί ότι χρειάζεται να είναι φτηνό-και έτσι πρέπει-το εισιτήριο
για τον πολύ κόσμο-τον λαό- γιατί μια θεατρική παράσταση του προσφέρει
ψυχαγωγία και πνευματική ξεκούραση, και από την άλλη κατανοεί ότι τα έξοδα ενός
θιασάρχη είναι πολλά και ότι αν δεν έχει και εκείνος κέρδος, θα αναγκαστεί να
συνεργαστεί με καλλιτέχνες δεύτερης και τρίτης κατηγορίας. Οι απόψεις του ακόμα
ότι μια καλή θεατρική παράσταση συντελεί στην κοινωνική ισορροπία και είναι μια
«ασφαλιστική δικλείς σε καιρούς δυστυχίας» όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, είναι
πολύ καίριες και νομίζω ακόμα και σήμερα επίκαιρες, σε περιόδους οικονομικής
και πνευματικής εξαθλίωσης που διανύουμε. Αλλά εκτός από τις θέσεις αυτές που
εκφράζει με σαφήνεια ο Μαράκης, επισημαίνει και τον κίνδυνο για την Πειραϊκή
κοινωνία, όπου πολύ ορθά αναφέρει ότι κανείς ιδιώτης επιχειρηματίας δεν θα
δεχόταν να παραχωρήσει το Δημοτικό Θέατρο σε καλλιτεχνικό θίασο είτε του
Πειραϊκού Συνδέσμου, είτε της τότε δραματικής σχολής και του θιάσου του Μιχάλη
Κουνελάκη, είτε ακόμα και για άλλες εκδηλώσεις.
Οι τελευταίες θέσεις του Νίκου Μαράκη που εκφράσθηκαν πριν
82 χρόνια, είναι μεν κατάλληλες για την τότε εποχή αλλά θεωρώ ότι δεν είναι για
τους σημερινούς καιρούς όσον αφορά την καλλιτεχνική ταυτότητα του Δημοτικού
Θεάτρου. Από τα χρόνια της επτάχρονης δικτατορίας και του δοτού της δημάρχου
του Πειραιά Αριστείδη Σκυλίτση, το Δημοτικό Θέατρο έφτασε στο σημείο να
παραχωρείται και στην κουτσή Μαρία κατά το κοινός λεγόμενο, η αυτή πολιτική
διατηρήθηκε και μετά την μεταπολίτευση, κάθε ένας σύλλογος ή ομαδούλα
καλλιτεχνίζουσα μπορούσε να κάνει τις εκδηλώσεις της στον χώρο του Δημοτικού
Θεάτρου, αυτό δεν είναι κατ’ ανάγκη κακό-το γράφει ένας Πειραιώτης που έτυχε
μια στιγμή στην πνευματική του σταδιοδρομία να μιλήσει στις αίθουσές του-εγκυμονεί
όμως αρκετούς κινδύνους καλλιτεχνικής
ισορροπίας. Ακόμα θυμάμαι το πόσες ημέρες ψάχναμε να βρούμε εισιτήριο-και πάλι
βρήκαμε όρθιοι για να παρακολουθήσουμε την παράσταση της Μιμής Ντενίση
«Θεοδώρα», αντίθετα, οι παλαιότερες παραστάσεις των «Μονόπρακτων» με την Έλλη
Λαμπέτη δεν είχαν συγκεντρώσει τόσο κόσμο. Η δε παράσταση του έργου του Ζαν
Ζενέ σε σκηνοθεσία της Ρούλας Πατεράκη από όσο θυμάμαι, ήμασταν 5 ή έξι
άτομα-ένα από αυτά ήταν ο Πειραιώτης θεατράνθρωπος και συγγραφέας Νίκος Αξαρλής,
μπορεί να το επιβεβαιώσει. Θέλω να πω με αυτά, ότι σήμερα, μπορεί να γεμίζει ο
περίλαμπρος και ανακαινισμένος χώρος του Δημοτικού Θεάτρου με τις τηλεοπτικές
εκπομπές του κυρίου Λάκη Λαζόπουλου, και όχι με άλλες καλλιτεχνικές προτάσεις
δες εκείνη του ηθοποιού Αιμίλιου Χειλάκη, αλλά το πρόβλημα της καλλιτεχνικής
του ταυτότητας όπως επίσης και της οικονομικής του αυτοτέλειας παραμένει παρόν.
Γιαυτό κάποτε σε κριτική μου είχα γράψει ότι το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά οφείλει
να βρίσκεται κάτω υπό την σκέπη του Υπουργείου Πολιτισμού ή να παραχωρηθεί με
τις ανάλογες Πειραίκές ισορροπίες και συμβάσεις σε μεγάλο οικονομικά χορηγό. Τα
έξοδα λειτουργίας του, στις μέρες μας που η οικονομική κρίση και η ανεργία
μαστίζει και την πόλη του Πειραιά, δεν είναι μάλλον εύκολο να τα βαστάξει μόνον
ο Δήμος, με τα υπέρογκα έξοδά του και τις ανάγκες του. Σήμερα πρωτεύει για τον
απλό καθημερινό δημότη η ασφαλτόστρωση και η καθαριότητα, ο φωτισμός και η
επιχειρηματικότητα, οι καλές και τακτικές συγκοινωνίες, παρά μάλλον οι μεγάλες
παραστάσεις που θα μας προσφέρει το Δημοτικό μας Θέατρο μία ή δύο φορές το
χρόνο. Και όπως έχω ξανά αναφέρει, δεν αρκεί μόνο το αρχιτεκτονικό αυτό
στολίδι, χρειάζεται σεφ όσον οι καιροί το απαιτούν να επαναλειτουργήσουν και
άλλα θέατρα, να ανοίξουν οι παλαιές κινηματογραφικές αίθουσες.
Ένας παλαιός Πειραιώτικος
κόσμος αργά και σταθερά πεθαίνει, και λες και παρασέρνει μαζί του οτιδήποτε
καλλιτεχνικό και πνευματικό δημιούργησε. Οι νεότεροι ηλικιακά δεν ενδιαφέρονται
ή οι λίγοι που ενδιαφέρονται δεν επαρκούν και ούτε έχουν τα μέσα για να
συνεχίσουν την παράδοση. Μπορεί κάποιος να αντιτείνει ότι αυτό συμβαίνει και
στις άλλες πόλεις της Ελλάδας, και αυτό ίσως είναι αλήθεια, αλλά ο γράφων εδώ
μεγάλωσε, εδώ έζησε και κατοικεί ακόμα, και αυτή η ρημαδόπολη τον ενδιαφέρει. Οι
Καινούργιοι Καιροί θα δείξουν προς τα
πού θα γείρει η πλάστιγγα.
Δυστυχώς δεν έχω και τις άλλες δημοσιεύσεις του Νίκου
Μαράκη, μια εσωτερική μετακόμιση μου τις εξαφάνισε και έτσι δεν βρίσκω το χρόνο
σαν καθημερινός βιοπαλαιστής που και εγώ είμαι, να επισκεφτώ το Ιστορικό Αρχείο
της πόλης με το συγκεκριμένο μικρό ωράριο που είναι ανοιχτό-αυτό είναι ένα άλλο
μεγάλο πρόβλημα για όλους τους ερευνητές ή μελετητές της Πειραίκής ιστορίας,
πρέπει να είσαι ή συνταξιούχος, ή φοιτητής, ή αργόσχολος για να έχεις τέτοιο
ωράριο και πολύ γερό στομάχι για να αντέξεις τα εντός αυτού αδιέξοδα- και δεν
μπορώ να τις μεταφέρω εδώ.
Όμως θεωρώ, ότι έστω και με τα δύο αυτά κείμενα εκείνης της
εποχής, τόσο του Γρηγόρη Θεοχάρη όσο και του Νίκου Μαράκη, φωτίζουμε έστω και
«λειψά» τα θέματα που αφορούσαν και τότε το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, αλλά και
τις απόψεις, θέσεις και όραμα που είχαν οι τότε πνευματικοί άνθρωποι του
Πειραιά, τόσο για την λειτουργία του Δημοτικού μας Θεάτρου όσο και για την
καλλιτεχνική παρουσία και πορεία αυτής της πόλης.
ΥΓ. Και για τους Πειραιώτες
θεατρόφιλους δες ενδεικτικά, την εφημερίδα «Χρονογράφος» της 13/8/1951 «Τα
πρώτα θέατρα του Πειραιά» και «Φωνή του Πειραιώς» 24/6/1954 το κείμενο του Σ.
Σαραντάκου, «Το πρώτον Πειραϊκόν θέατρον» είκοσι χρόνια μετά.
Οψόμεθα.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη δημοσίευση, σήμερα,
Παρασκευή, 24 Οκτωβρίου 2014
Πειραιάς, Παρασκευή, 24
Οκτωβρίου 2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου