Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2018

Ρόμπερτ Φρόστ, ΒΡΑΔΥΝΟ ΣΤΑΜΑΤΗΜΑ ΚΟΝΤΑ ΣΕ ΧΙΟΝΙΣΜΕΝΟ ΔΑΣΟΣ


ΠΩΣ ΔΙΑΒΑΖΕΤΑΙ ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ
Κίμων Φράϊερ,
Τα τελευταία τριάντα χρόνια εμφανίστηκε στις Ενωμένες Πολιτείες μια σχολή λογοτεχνικής κριτικής, πού ονομάστηκε «Νέα Κριτική». Μεταξύ των κυριότερων εκπροσώπων της ήταν ο Ρόμπερτ Πέν Γουώρεν, ο Τζών Κρόου Ράνσομ, ο Άλλεν Τέιτ, ο Κλέανθ Μπρούκς και άλλοι. Η μέθοδος έγκειται όχι στο να πάρεις ένα ποίημα και ν’ αναζητάς μέσα του τη ζωή του ποιητή πού το έγραψε ή το κοινωνιολογικό υπόστρωμα απ’ όπου βγήκε το ποίημα αυτό ΄ αλλά να το αναλύσεις στίχο με στίχο και λέξη με λέξη, για ν’ αντλήσεις από μέσα του, αν είναι δυνατό, όλο του το νόημα. Σ’ αυτή τη σχολή ανήκα κι εγώ, όπως φάνηκε από τις 150 σελίδες με σημειώσεις και αναλύσεις που έγραψα σε μια ανθολογία Σύγχρονης Αμερικάνικης και Αγγλικής Ποίησης. Παράδειγμα στην Ελλάδα είναι ίσως η μετάφραση και η μελέτη του Γιώργου Σεφέρη για την «Έρημη Χώρα» του Τόμας Στερν Έλιοτ, ή η μετάφραση και η μελέτη του Αντώνη Δεκαβάλλε για τα «Τέσσερα Κουαρτέτα» του ίδιου Άγγλου ποιητή.
     Θα πάρω τώρα ένα μικρό ποίημα, απαλλαγμένο από κάθε ακαδημαϊκό βάρος, και θα το αναλύσω προσεχτικά. Το έγραψε ένας από τους μεγαλύτερους Αμερικανούς ποιητές, ο Ρόμπερτ Φρόστ, και ο τίτλος τους είναι «Βραδυνό σταμάτημα κοντά σε χιονισμένο δάσος». Άς δούμε πρώτα το ποίημα, χωρίς καμιά ανάλυση.
ΒΡΑΔΥΝΟ ΣΤΑΜΑΤΗΜΑ ΚΟΝΤΑ ΣΕ ΧΙΟΝΙΣΜΕΝΟ ΔΑΣΟΣ
Θαρρώ πώς ξέρω τίνος ειν’ τα δέντρα αυτά,
ο ίδιος όμως μένει στο χωριό μακριά ΄
δε θα με δει που σταμάτησα δώ πέρα
να δώ τα δέντρα του απ’ το χιόνι φουντωτά.

Το αλογάκι μου παράξενα κοιτά
πού στάθηκα μακριά απ’ ανθρώπου κατοικιά,
σε παγωμένη λίμνη ανάμεσα και δάσος,
στού χρόνου την πιο σκοτεινή αυτή νυχτιά.

Τα κουδουνάκια από τα χάμουρα χτυπά
και μην τυχόν κάναμε λάθος με ρωτά.
Μόν’ τ’ απαλού αγέρα ακούς το σάρωμα
και του χιονιού τα πούπουλα τα χνουδωτά.

Δασάκι όμορφο, βαθύ και σκοτεινό-
μά εγώ στο λόγο μου εντάξει θα φανώ,
κι έχω να κάνω δρόμο πρίν να κοιμηθώ,
κι έχω να κάνω δρόμο πρίν να κοιμηθώ.

      Είμαι βέβαιος για τα εξής: Παραδέχεστε αμέσως πώς το ποίημα αυτό είναι όμορφο και συγκινητικό και πώς, αν και νομίζετε πώς το καταλαβαίνετε, εντούτοις νιώθετε ανήσυχοι για κάποιους αντίλαλους που δεν τους έχετε συλλάβει καθαρά. Ένα καλό ποίημα, όσο δύσκολο κι αν είναι, πρέπει να μεταδίδει μια άμεση συγκίνηση ΄ πρέπει να χτυπήσει πρώτα την καρδιά και τα σπλάχνα πριν ανέβει στο κεφάλι. Αν όμως είναι αληθινά μεγάλο ποίημα, θ’ αντέξει κάθε λεπτομερή ανάλυση, και γι’ αυτό θα λάμψει ακόμα πιο πολύ. Το καλό ποίημα είναι σαν το κρεμμύδι: μπορούμε να το ξεφλουδίσουμε στρώμα με στρώμα ώσπου να φτάσουμε στην καρδιά του, εν τω μεταξύ όμως τα δάκρυα θα κυλούν στα μάγουλά μας απ’ την προσπάθεια. Ακόμα καλύτερη θα ήταν η εικόνα, αν χαρακτηρίζαμε το ποίημα σαν ένα είδος κοχύλι με σκληρό περίβλημα και καθαρή δική του μορφή. Το ρίχνουμε στη λίμνη του μυαλού του αναγνώστη. Στην αρχή δημιουργεί μια δυνατή εντύπωση με το διαπεραστικό του πέσιμο και το βαθύ του βύθισμα, αλλά η μεγαλύτερη μαγεία του έγκειται στον αδιάκοπο κυματισμό που προκαλεί στη φαντασία του αναγνώστη ΄ έναν κυματισμό που απλώνεται απεριόριστα στο υποσυνείδητο και τη φαντασία κάθε ανθρώπου.
     Επιφανειακά, τι λέει το ποίημα; Είναι χειμώνας και χιονίζει, πιθανώς στη Νέα Αγγλία, όπου ζούσε ο ποιητής. Επιστρέφει στο σπίτι του, οδηγώντας ένα αμάξι με άλογο, και σταματάει στο δρόμο ανάμεσα σ’ ένα μικρό δάσος και μια παγωμένη λίμνη, για να χαρεί την ομορφιά του χιονιού που πέφτει στα δέντρα. Το άλογό του παραξενεύεται πού σταμάτησαν μες στο κρύο και αδημονεί να ξεκινήσουν. Ο αμαξάς θα ήθελε να μείνει ακόμα λίγο σ’ αυτό το όμορφο μέρος, έχει όμως υποχρεώσεις και πρέπει να κρατήσει το λόγο του, κι έχει ακόμη να κάνει πολύ δρόμο μέχρι να φτάσει σπίτι του.
     Αν θέλουμε, μπορούμε να σταματήσουμε εδώ και να μην προχωρήσουμε πιο πέρα, μια και το ποίημα είναι αρκετά χαριτωμένο, ακόμα και στην επιφάνειά του, ιδίως με τον ωραίο του αγγλικό ρυθμό και με τις ρίμες του, πού υποβάλλουν το απαλό πέσιμο του χιονιού και τα κουδουνίσματα του αλόγου. Αμέσως νιώθουμε, έστω και χωρίς να καταλαβαίνουμε εντελώς, ότι υπάρχουν πολλές μυστηριώδεις αποχρώσεις. Ο πρώτος στίχος του ποιήματος μας ανησυχεί. Ο ποιητής λέει πώς δεν είναι αρκετά βέβαιος ποιανού είναι αυτό το δάσος, πού σταμάτησε να θαυμάσει, κι αισθανόμαστε πώς νιώθει κάπως ένοχος. Μας λέει ότι ο ιδιοκτήτης δε θα τον δει που στάθηκε εδώ γιατί δεν κατοικεί σ’ αυτή την άγρια ερημιά αλλά σ’ ένα σπίτι στο χωριό. Το δάσος τώρα αποχτάει για μας μυστηριώδεις και κάπως αλλόκοτες αποχρώσεις. Η φράση «να δω τα δέντρα του απ’ το χιόνι φουντωτά» μας κάνει τώρα να νιώθουμε ότι το δάσος πνίγεται σιγά σιγά σ’ ένα ονειρικό σάβανο πού μας ναρκώνει. Ξαφνικά, στη δεύτερη και τρίτη στροφή, η προσοχή περνάει από τον ποιητή στο άλογό του και η διάθεση και ο ρυθμός αποχτούν περισσότερη οξύτητα και αντικειμενικότητα. Ο ποιητής δεν το είχε θεωρήσει παράξενο να σταθεί εδώ μόνο και μόνο για να δει τα δέντρα σκεπασμένα απ’ το χιόνι, αλλά τώρα βλέποντας την απορία και την ανυπομονησία του αλόγου, καταλαβαίνει κι αυτός ότι κανείς δε θα ‘κανε στα καλά καθούμενα κάτι τέτοιο, και μάλιστα «στου χρόνου την πιο σκοτεινή αυτή νυχτιά». Μας κάνει εντύπωση ένα προαίσθημα ότι αυτή τη νύχτα η γη είναι πέρα για πέρα σκεπασμένη μ’ ένα σκούρο σάβανο. Νιώθουμε ανήσυχοι και ταραγμένοι. Κοντά σ’ αυτό έρχεται και το αδιάκοπο πέσιμο των αφράτων νιφάδων του χιονιού, το απαλό σάρωμα του ανάλαφρου αγέρα. Στον κόσμο απλώνεται πηχτή σκοτεινιά, το χιόνι πέφτει αναπόφευκτα, απαλά, σιγαλά, και μέσα σε μια ονειρική νάρκη, σκεπαζόμαστε κι εμείς εκούσια, σιγανά, νυσταγμένα. Πίσω από τη σκοτεινιά νιώθουμε μια άλλη σκοτεινιά. Κι ο ποιητής επίσης έχει πέσει σε ύπνο βαθύ, υπνωτισμένος από την ομορφιά και την ειρήνη που υπόσχεται το χιόνι που πέφτει. Ξαφνικά όμως ξυπνάει κι επανέρχεται στην πραγματικότητα της ύπαρξής του. Το δάσος τον τραβάει, θα ‘θελε να σταματήσει για πάντα σ’ αυτή τη σκοτεινή, βαθιά και σιωπηλή γαλήνη, σ’ αυτή την ομορφιά της λευκής καθαρότητας, όπου η πολύπλοκη ζωή πνίγεται σε μια λευκή και απέραντη αθωότητα. Όμως, μας λέει, έχει υποχρεώσεις, έχει δώσει το λόγο του και για να τον κρατήσει πρέπει να τραβήξει το δρόμο του. Μας λέει ότι έχει να κάνει πολλά χιλιόμετρα ακόμα προτού μπορέσει να δοθεί στον ύπνο κι όταν επαναλαμβάνει τη φράση άλλη μια φορά, σα μέσα σε μια μυστική και ονειρική νάρκη, ξαφνικά νιώθουμε-λες και ένα λουλούδι άνοιξε μεμιάς-ότι αυτό το απαλό σαν όνειρο πέσιμο του χιονιού, το σβήσιμο όλου του κόσμου, είναι το σύμβολο του θανάτου, που φαίνεται σα να υπόσχεται ειρήνη, σιωπή, αποχώρηση απ’ τα βάσανα και τις λύπες του κόσμου. Παρασυρόμαστε απ’ αυτή την υπόσχεση της αιώνιας ανάπαυσης και ειρήνης, αλλά συναισθανόμαστε επίσης ότι έχουμε πολλές υποχρεώσεις σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο, που πρέπει να τις κρατήσουμε, κι ότι πρέπει να κάνουμε ακόμα πολλά χιλιόμετρα πρίν δοθούμε στο καταπραϋντικό βάλσαμο του αιώνιου ύπνου. Ο ιδιοκτήτης του δάσους, που ζει σ’ ένα χωριό μακρινό, είναι βέβαια ο Θεός. Έτσι, το ποίημα μιλάει για την ειρήνη που φαίνεται πώς μας προσφέρει ο θάνατος και για τις υποχρεώσεις  που πρέπει να αντιμετωπίζουμε ακόμα στη ζωή προτού δοθούμε ολότελα στη αιώνια ανάπαυση.
Κίμων Φράιερ, ΠΩΣ ΔΙΑΒΑΖΕΤΑΙ ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ, μετάφραση Ντίνος Χριστιανόπουλος, στο βιβλίο του «ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ» μεταφράσεις, δ΄ έκδοση, εκδόσεις Διαγωνίου-Θεσσαλονίκη 1989, σ.89-94.
--
Σημείωση: αντιγράφω την σύντομη ανάλυση του ποιήματος του σημαντικού αμερικανού ποιητή Robert Frost, από τον δάσκαλο της ποίησης Kimon Friar, έτσι όπως δημοσιεύεται στο βιβλίο με τις μεταφράσεις του ποιητή από την Θεσσαλονίκη, Ντίνου Χριστιανόπουλου, «ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ». Το κείμενο του Φράϊερ, μας διδάσκει έναν τρόπο ανάλυσης ενός ποιήματος. Θεωρώ ότι ακόμα και στις μέρες μας, ο τρόπος αυτός ανάλυσης της «Νέας Κριτικής» όπως υιοθετήθηκε από ευρωπαίους και αμερικανούς κριτικούς και πολλούς ποιητές και πεζογράφους εξακολουθεί να παραμένει κανόνας εξέτασης του ποιητικού λόγου για πολλούς. Αντί άλλων δικών μου σχολιασμών, ανιχνεύοντας στο διαδίκτυο, ανακάλυψα και διάβασα την παρουσίαση της ποίησης του αμερικανού ποιητή από την κυρία Στέλλα Χατζημαρή, όπως την βρήκα στην ΦΙΛΑΝΑΓΝΩΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΡΟΥΣΙ.
Επικουρικά, αντιγράφω από το block ΕΧΩ ΕΡΘΕΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΕΙΡΙΟ, ποιήματα του αμερικανού ποιητή Ρόμπερτ Φρόστ 20/3/1874-29/1/1963, μεταφρασμένα από έλληνες δημιουργούς, όπως και του ποιήματος ΒΡΑΔΥΝΟ ΣΤΑΜΑΤΗΜΑ ΚΟΝΤΑ ΣΕ ΧΙΟΝΙΣΜΕΝΟ ΔΑΣΟΣ, ώστε ο όποιος ενδιαφερόμενος αναγνώστης της ποίησης και μεταφραστής, να έχει παράλληλα δείγματα μετάφρασης του ποιητικού λόγου και να κάνει ενδεχομένως τις όποιες συγκρίσεις ή σχολιασμούς. Ενδιαφέρον πάντως παρουσιάζει ότι το συγκεκριμένο ποίημα από την ομώνυμη συλλογή, προσέχτηκε από κριτικούς και ποιητές οι παράλληλες αυτές συνεξετάσεις της παρούσας μετάφρασης, από τον ποιητή Ντίνο Χριστιανόπουλος έως τον ποιητή Νίκο Φωκά και τους άλλους δεν έχουν να κάνουν μόνο με την διαχείριση και την χρήση της ελληνικής γλώσσας μόνο, αλλά, και με τις ξένες επιρροές πάνω στο πρωτογενές έργο των ίδιων των δημιουργών. Η μετάφραση της ποιήτριας Μελισσάνθης αξίζει την ιδιαίτερη προσοχή μας.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς, 11 Νοεμβρίου 2018

  



"Ποίηση είναι αυτό που χάνεται στη μετάφραση"


https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhH2bvSD3ivUHdV41fAV-PpgWgvztn6FRpU_X3-gQnegwGBy93HZXY2JNcXpcRdhw6oJnmRFtOPCh-eXVEVrRa7Cp8r7oOCNyPGQsX1JxIA0l4BIQ8hAXyw5gvDdbjYtd3rZCXl46UhOyg/s200/Robert-Frost-2-225x300.jpg
Ο Robert Lee Frost είναι ένας από τους μεγάλους αμερικάνους ποιητές του 20ουαιώνα και θεωρείται, μάλιστα, ανεπίσημα, εθνικός ποιητής της Αμερικής κερδίζοντας 4 βραβεία Πούλιτζερ για την ποίησή του. Αν και δεν κατάφερε να αποφοιτήσει από το παν/μιο Χάρβαρντ, 40 φορές τιμήθηκε με τον τίτλο του διδάκτορα από πανεπιστήμια της Αμερικής και διορίστηκε, μάλιστα, καθηγητής ποίησης στο Χάρβαρντ. [1]
Γεννήθηκε στον Σαν Φραντζίσκο το 1874 και πέθανε στη Βοστώνη το 1963. Ήταν γιος φτωχής αγροτικής οικογένειας κι έζησε σκληρά παιδικά και νεανικά χρόνια.
Η πρώτη του συλλογή «Η θέληση ενός παιδιού» δημοσιεύτηκε το 1913 στα 39 του χρόνια. ΆλλεςΒορειότερα της ΒοστώνηςΕικοσιπέντε ποιήματαNew Hampshire: A Poem With Notes and Grace Notes, Collected Poems, A Witness Tree.[2]
Η ποίησή του περιστρέφεται γύρω από τις πράξεις συνηθισμένων ανθρώπωνκαι, όπως φαίνεται από τους δραματικούς του μονολόγους, γνώριζε καλά τους ανθρώπους. Μολονότι έζησε στη Νέα Αγγλία, στο βιομηχανικό Χαμσάιρ, αδιαφόρησε για τα βιομηχανικά κέντρα των ΗΠΑ, δεν τον έλκυε η ζωή της πόλης, συναναστρεφόταν με απλούς αγρότες.
Απάντηση
Γειτονεύω τώρα με ασήμαντες φυτείες
και με μια μεγάλη  φάμπρικα επεξεργασίας καπνού
με πριονοκορδέλα που δουλεύει ολημερίς
σκίζοντας καυσόξυλα για το βαρύ χειμώνα
γειτονεύω μ’ ένα κοιλαρά αλλαντοποιό
και μ’ ένα ‘Ιδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων
κι ανάμεσα στους άψυχους ήχους που με κυκλώνουν
ανάμεσα στα σίδερα και στ’ ατσάλια
που διεκδικούν το μέλλον μου
ανάμεσα στον ομαδικό θόρυβο των ανθρώπων
που διεκδικούν την εύνοια της βροχής
που διεκδικούν την αμοιβή του ιδρώτα τους
που διεκδικούν τ’ αμερικάνικα παυσίπονα της τελευταίας αποστολής
ήρθε η ρομαντική φωνή σου
σαν ένα σύντομο απροσδόκητο ιντερμέτζο
ηχογραφημένη σε φθηνό χαρτί
με τον παλιό τρόπο
ήρθε η φωνή σου
πολύ αταίριαστη – αυτό σου λέω μονάχα –
εδώ που οι αναμνήσεις φθείρουν τις παραγωγικές δυνάμεις
εδώ που κ’ η βιομηχανία του έρωτα
βρίσκεται σε ακμή.
Μετάφραση: Βασίλης Κούλης

Ζαν Μιγέ, Οι σταχομαζώχτρες, 1848, Λούβρο
Ο Φροστ διακρίθηκε για τη ρίμα της γραφής του και για τον βαθύ φιλοσοφικό ρεαλισμό τουΧρησιμοποίησε, με μαεστρία, αγροτικές εικόνες προκειμένου να συνδιαλλαγεί με σύνθετα κοινωνικά και φιλοσοφικά ζητήματα. Η ποίηση της φύσης και της αγροτικής ζωής με τα «απλά» της υλικά - χωράφια, πουλιά, χιονισμένα δάση- χαρακτηρίζεται όχι τόσο από μια φιλοσοφική διάθεση αλλά περισσότερο από μια συγκίνηση η οποία προδιέθετε ευνοϊκά ακόμα και αναγνώστες δύσπιστους απέναντι στην ποίηση· ο ίδιος έλεγε: "Γράφουμε για πράγματα που βλέπουμε και γράφουμε σε τόνους που ακούμε". Περισσότερο από κάθε άλλον έδωσε ένα ψυχογραφικό πορτραίτο του αμερικάνου αγρότη. (Θυμίζει τη ρεαλιστική ζωγραφική του 19ου αιώνα των Γκουστάβ Κουρμπέ, Ζαν Μιγέ, Εντουάρ Μανέ).

Ένα ασήμαντο πουλί/A minor bird
Ευχόμουν κείνο το πουλί να πάει πιο πέρα·
να μη λαλεί μπροστά στο σπίτι μου ολημέρα.
Νοιώθοντας την υπομονή μου όλο πιο λίγη
χτύπησα τέλος τις παλάμες για να φύγει.
Μα τέτοιο πράμα εγώ να κάνω, τέτοιο πράμα!
Έφταιγε αυτό για τη φωνητική του γκάμα;
Σίγουρα κατιτί δεν πάει καλά μ’ εμένα
να διώχνω κάποιον που σφυρίζει ευτυχισμένα…
Μετάφραση: Νίκος Φωκάς

Δημοσίευσε κυρίως λυρικά και δραματικά ποιήματα. Ο ποιητικός του ρεαλισμός είναι φροντισμένος, επεξεργασμένος.  Κλειδί στην ποίησή του είναι η κουβέντα. Υποστηρίζει μια «ποίηση που μιλά», μάλιστα, ο ίδιος ορίζει την ποίηση ως τον «ήχο του νοήματος». Τηρεί αποστάσεις από τον μοντερνισμό των διασήμων συγχρόνων του όπως του Έλιοτ και του Πάουντ. Η ποίησή του, σοβαρή και πνευματώδης ταυτόχρονα, χαρακτηρίζεται από απλό ρυθμό, καθημερινή γλώσσα, πολλαπλούς συμβολισμούς και απαιτεί αδιάλειπτη εγρήγορση: μια ακοή ευαίσθητη, που να αντιλαμβάνεται τη δραματική λειτουργία των παύσεων.

Άχνη χιονιού/ Dust of snow
Ο τρόπος που ένα κοράκι
Τίναξε κατά πάνω μου
Την άχνη του χιονιού
Από ένα κωνοφόρο δέντρο
Έχει δώσει στην καρδιά μου
Μια αλλαγή διάθεσης
Κι έσωσε κάποιο κομμάτι
Μιας μέρας που είχα μετανιώσει.
Μετάφραση Κώστας Λιννός

Αφοσίωση/ Devotion
Αδύνατο η καρδιά να βρει
κάπου αφοσίωση πιο πολλή
απ’ όση έχει ο γιαλός στο κύμα·
χρόνια και χρόνια ακίνητος
ατέλειωτα και πληκτικά
ν’ ακούει την ίδια πάντα ρίμα.
Μετάφραση Κώστας Βαλεοντής

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEi-nUBE9Sj1-ilr6xMG0MoLov3M0Xw42BC2bZfYwZso4Uy-GUTdUJ_XBLMk1PJiW5hnhJMIWrVF9CEDSgv6Ay_JIUqdACBGKcOC_hybRotmomc_-8S1T7YKgMXkSmOfX8Se4lS8VSftBOg/s200/%25CE%25A6%25CF%2581%25CE%25BF%25CF%2583%25CF%2584.jpg

Όπως έχει αναφερθεί «λεπτός, απαλός, λυρικός, δίχως εξεζητημένα λαμπρά χρώματα, θαμπός και χαμηλόφωνος, ο γήινος αυτός ποιητής της νέας Αγγλίας, εκφράζει το αίσθημα της μελαγχολίας του χωρικού και της μοναξιάς του μπροστά στο θέαμα της φύσης του χωριάτη που μετράει τις ώρες με τα’ άστρα και τον ήλιο και διαπιστώνει τη ροή του χρόνου από την εναλλαγή των χρωμάτων στα δέντρα και στα σπαρτά».[3]



Φωτιά & Πάγος / 
Fire and Ice
Λεν ορισμένοι πως ο κόσμος στη φωτιά ίσως τελειώσει
Κι άλλοι στον πάγο πως θα λειώσει
Καθώς γνωρίζω από πόθο κι έχω νιώσει
Είμαι μ’εκείνους που μιλάνε για φωτιά
Όμως αν ήταν να χαθεί και δεύτερη φορά
Γνωρίζω κι από μίσος αρκετά
Ώστε να λέω πως για την καταστροφή
Είναι ο πάγος μια κατάληξη σωστή.
Μετάφραση Λητώ Σεϊζάνη 


https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjl29tONOEAjzFGIM5wdHwAW2UQVjK9p_7s8BbRvEUZQye8hEfuzhfXnijg9Q0gPvMbJ7rxWEegP4vOWFw1Zj5cxx1tjUjNGtXznM-P8XKVFl7_5-jYEXU3JEWcoN6ZlyBoQCZVApQIHjc/s200/2940014578646_p0_v1_s1200x630.jpg
Ο δρόμος που δεν πήρα/The road not taken
Ήταν δυο δρόμοι που αποκλίναν μες στο δάσος.
Μα δεν μπορούσα να τους πάρω και τους δύο

Χωρίς να γίνω ο ίδιος δύο∙ λυπημένα

Ακολουθούσα με το βλέμμα μου τον ένα

Για να τον χάσω μες στη χλόη σ’ ένα σημείο.

Πήρα τον άλλον κι έμοιαζε καλά να κάνω∙
Ίσως και να ’χε ένα δικαίωμα παραπάνω

Όντας πιο θαλερός, λιγότερο φθαρμένος,

Μ’ όλο που ως προς αυτό σχεδόν δεν διαφέραν∙

Ήταν κι αυτός περίπου εξίσου πατημένος.
Κι οι δυο ξετυλιγόνταν σκεπασμένοι ακόμη

Φύλλα πρωινά, ίδιοι απαράλλαχτοι, όμως

Κράτησα εγώ τον πρώτο για μιαν άλλη μέρα∙

Αν κι οδηγώντας σ’ άλλους δρόμους κάθε δρόμος

Επιστροφή δεν έχουν όσο ξέρω οι δρόμοι.
Θα λέω με στεναγμό σαν θα ’μαι πολύ γέρος,

Βρήκα δυο δρόμους που αποκλίναν σ’ ένα μέρος

Και πήρα αυτόν που ’χε περπατηθεί πιο λίγο

(χωρίς να θέλω και τον άλλον ν’ αποφύγω)∙

Κι άλλαξε αυτό για πάντα τη ζωή μου.
Μετάφραση: Νίκος Φωκάς

Σταματώντας στο δάσος ένα χιονισμένο βράδυ/ Stopping by the woods on a snowy evening
Σταματώντας στο δάσος ένα χιονισμένο δειλινό
Νομίζω ότι ξέρω ποιανού δάσος είναι αυτό
Κι όμως το σπίτι του είναι στο χωριό
Έτσι δεν θα με δει να σταματώ εδώ
το δάσος του γεμάτο από χιόνι για να δω.
Το μικρό μου άλογο
με θεωρεί παράλογο
Ούτε μια φάρμα κοντά
ανάμεσα στα δέντρα και στην παγωμένη λίμνη
Το πιο σκοτεινό απόγευμα του χρόνου
είναι σιμά.
Της σέλας τα κουδούνια χτυπά
σαν να με ρωτά
αν σκέφτομαι σωστά
Ο μόνος άλλος ήχος
ο αγέρας και οι νιφάδες του χιονιά.
Το δάσος είναι ωραίο
βαθύ και σκοτεινό
Αλλά εγώ
έχω υποσχέσεις που κρατώ
Και χιλιόμετρα να κάνω
πριν αποκοιμηθώ.
Και χιλιόμετρα να κάνω
πριν αποκοιμηθώ
Απόδοση Μαρία Ροδοπούλου

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgBY-fK7Cu9sFKT2ni9pinarMmiCGYpF3zjELw_RuL0uyhXL-eLoo0viLOIGpcH3JbUUA4SlNwR8UYVP33es7AZIOVYNOGbo2FXTIHRPvoFA_n0gfwJgnDSmNHYuhk5k_XV2mszEjF6PDo/s200/RobertFrost.jpg
Πηγές:
·         Μπούμη Ρίτα και Νίκος Παπάς, επιμ, Νέα παγκόσμια ποιητική ανθολογία. Αθήνα: Διόσκουροι,  τ.Γ.,  σ.1188. (Βασίλης Κούλης)
·         Φροστ Ρόμπερτ, Εικοσιπέντε ποιήματα, μετ. Νίκος Φωκάς. Αθήνα: Δελφίνι, 1997.
·         http://fractalart.gr/robert-frost/ (Κώστας Λιννός)
·         http://logocafe.blogspot.gr/2012/08/blog-post_9516.html?m=0 (Νίκος Φωκάς)
·         http://peopleandideas.gr/2013/02/01/robert-frost-fire-and-ice (Λητώ Σεϊζάνη)
·         http://www.sodeia.net/2013/10/robert-frost.html (Μαρία Ροδοπούλου)

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhbw6EZpgOCaNQER1mkZqber1LB92NuDHazof9w5WUbXj53H1dh8kD1foZYTJMDNYUAs_N74ThUE4Sacb96x43313RhfeeWx8HFgS_zEVAi-NOWt8rUjh7BHV_AjOp96o9e-zO2XiK6y8o/s200/Frost-NH.jpg


Η παρουσίαση και συζήτηση για την ποίηση του Ρόμπερτ Φροστ έγινε στη Λέσχη Ανάγνωσης Αμαρουσίου, τη Δευτέρα 12 Φεβρουαρίου 2018.
https://lesxianagnosismaroussi.blogspot.gr/2018/02/jerome-david-salinger.html



[1] Ο John Kennedy, στην ορκωμοσία του οποίου (1961) ο Frost έδωσε ένα ποίημα, δήλωσε: «Έχει κληρονομήσει στο έθνος του αθάνατους στίχους από τους οποίους οι Αμερικανοί θα κερδίζουν για πάντα χαρά και κατανόηση».
[2] Μια πολύ ενδιαφέρουσα παρουσίαση είναι αυτή του Διονύση Καψάλη για το ποίημα του Φροστ "Mending a wall" http://stigmalogou.blogspot.gr/2014/06/mending-wall.html(α' μέρος), http://stigmalogou.blogspot.gr/2014/07/mending-wall.html (β' μέρος).  "Πριν χτίσω έναν τοίχο θα ρωτούσα/τι κλείνω μέσα ή τι κλείνω απέξω/και ποιον ενδεχομένως θα προσβάλλω…. "
[3] Νέα παγκόσμια ποιητική ανθολογία, επιμ. Ρίτα Μπούμη και Νίκος Παπάς. Αθήνα: Διόσκουροι, τ.Γ, σ.1186.

Δημοσιεύτηκε 23rd February από τον χρήστη Στέλλα Χ.
  
7 


nicodemosBlogger



ΕΧΩ ΕΡΘΕΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΕΙΡΙΟ   

 

ΡΟΜΠΕΡΤ ΦΡΟΣΤ

ΡΟΜΠΕΡΤ ΦΡΟΣΤ [ROBERT FROST (1874-1963)]: Σταματώντας στο δάσος ένα χιονισμένο βράδυ
Ποιανού είναι τα δάση αυτά, θαρρώ πως ξέρω.
Αν κι είναι η κατοικία Του πέρα στο χωριό.
Δεν θέλει να με δει στα δάση του να στέκω
το χιόνι που πυκνώνει να θωρώ.
Παράξενα που τ’ αλογάκι μου θα νοιώθει
να στέκει – δίχως νά ’ναι φάρμα εδώ κοντά –
ανάμεσα απ’ τα δάση και την παγωμένη λίμνη
στου χρόνου την πιο σκοτεινή νυχτιά.
Τα κουδουνάκια από τα χάμουρα τινάζει
μήπως λαθέψαμε σαν να ρωτά.
Μόνο το σάρωμα ακούγεται του ανέμου
κι οι νιφάδες που στρώνονται απαλά.
Ωραία, βαθιά και σκοτεινά τα δάση οπού ’ναι.
Μα έχω υποσχέσεις να εκτελέσω εδώ
κι ωσότου κοιμηθώ έχω να κάμω δρόμο
κι έχω να κάμω δρόμο ωσότου κοιμηθώ.
Μετάφραση: Μελισσάνθη
ΡΟΜΠΕΡΤ ΦΡΟΣΤ [ROBERT FROST (1874-1963)]: Σταματώντας στο δάσος ένα χιονισμένο βράδυ
Θαρρώ πως ξέρω τίνος το δάσος είναι αυτό.
Το σπίτι του όμως είναι πιο πέρα, στο χωριό.
Δε θα με δει να σταματώ και να κοιτάζω εδώ
το δάσος του, στρωμένο ως είναι με το χιόνι.
Μα στο μικρό μου τ’ άλογο θα φάνηκε πολύ
παράξενο να σταματά μακριά από κάθε φάρμα,
μπροστά στο δάσος και κοντά στην παγωμένη λίμνη,
απόψε το πιο σκοτεινό του χρόνου βράδυ.
Δίνει στη σέλα μια σπρωξιά, χτυπάνε τα κουδούνια,
για να ρωτήσει, μη τυχόν έγινε κάποιο λάθος.
Κι όξω απ’ αυτό δεν αγροικάς παρά τ’ ανέμου μόνο
τ’ ανάλαφρο το φύσημα και το χνουδάτο χιόνι.
Το δάσο είναι όμορφο πολύ, βαθύ και σκοτεινό.
Μα πρέπει να κρατήσω τις υποσχέσεις μου.
Κι έχω να κάνω μίλια πολλά πριν κοιμηθώ.
Κι έχω να κάνω μίλια πολλά πριν κοιμηθώ.
Μετάφραση: Δημήτρης Οικονομίδης
ΡΟΜΠΕΡΤ ΦΡΟΣΤ [ROBERT FROST (1875-1963)]: Μια νύχτα χιονισμένη μες στο δάσος
Ξέρω τίνος είναι αυτά τα δάση
μα στην πόλη εκείνος μένει χρόνια
και δεν θα με δει αν θα σταματήσω
να τα ιδώ καθώς γιομίζουν χιόνια.
Τ’ αλογάκι μου ίσως ξαφνιαστεί:
σταματά κανείς μακριά από φέρμες,
μπρος στην παγωμένη λίμνη αυτή,
μες σε τέτοιες νύχτες μαύρες κι έρμες;
Τ’ άλογό μου τώρα χρεμετίζει
σαν να με ρωτά μην τάχα σφάλλω.
Ο άνεμος το χιόνι στροβιλίζει
– μόνο αυτό είν’ που ακούς και τίποτ’ άλλο.
Σύσκια και βαθιά δάση, είστε ωραία
– το λόγο μου όμως πρέπει να κρατήσω,
και πριν κοιμηθώ πολύ έχω δρόμο
δρόμο έχω πολύ πριν σταματήσω.
Μετάφραση: Φ. Ηλιάδης
ΡΟΜΠΕΡΤ ΦΡΟΣΤ [ROBERT FROST (1874-1963)]: Κάνοντας στάση απόβραδο κοντά σε δάση
Τίνος είναι τα δάση αυτά, θαρρώ το ξέρω.
Ωστόσο μένει στο χωριό, κι ενώ το στρώνει
δεν θα το μάθει πως σταμάτησα εδώ πέρα
να δω που σκέπασε τα δάση του το χιόνι.
Στ’ αλογατάκι μου θα μοιάζει ξένο πράμα
που σταματώ καθώς δεν βλέπει γύρω σπίτι
τούτο το πιο σκοταδερό του χρόνου βράδυ
δίπλα σε δάση και μια παγωμένη κοίτη.
Δίνει ένα σείσμα στα κουδούνια της σαγής του
ρωτώντας μήπως έχει γίνει κάποιο λάθος.
Πέρα απ’ αυτό μόνο το θρόισμα των νυφάδων
κι ο άνεμος θωπευτικός από το βάθος.
Χαριτωμένα, σκοτεινά, πυκνά τα δάση
μα εγώ ’χω ακόμα μίλια εμπρός μου για να φτάσω
κι έχω ένα πλήθος υποσχέσεις να τηρήσω
πριν πέσω για να κοιμηθώ, να ξαποστάσω.
Μετάφραση: Νίκος Φωκάς
ΡΟΜΠΕΡΤ ΦΡΟΣΤ [ROBERT FROST (1874-1963)]: Άστρα
Πώς συναθροίζονται αναρίθμητα
πάνω από τους σωρούς το χιόνι
που φτάνει ως τα μισά των δέντρων μας
όταν ο αέρας το σαρώνει!
Σάμπως να νοιάζονται τη μοίρα μας
καθώς τραβούμε βήμα βήμα
πάνω στο χιόνι για να φτάσουμε
ως την ανάπαυση, ως το μνήμα.
Κι όμως χωρίς αγάπη ή εχθρότητα
κοιτούν με βλέμμα απόν στο χώρο
σαν μιας θεάς από άσπρο μάρμαρο
χωρίς της όρασης το δώρο.
Μετάφραση: Νίκος Φωκάς
ΡΟΜΠΕΡΤ ΦΡΟΣΤ [ROBERT FROST (1874-1963)]: Ανάμεσα στα φυλλοβόλα
Από κει που μας δίναν τη σκιά τους τα φύλλα
όπως κάθε εποχή, νάτα πάλι ένα στρώμα
σε μια μίμηση στρώματος καστανού που ’χει σπάσει
και σαν πέτσινο γάντι ταιριάζει στο χώμα.
Πριν τα φύλλα και πάλι τρυφερά ξεμυτίσουν
και προβάλουν στα δέντρα για να γίνουν μεγάλα
είναι ανάγκη να πέσουν κι άλλα φύτρα ν’ ανέβουν
είναι ανάγκη να λιώσουν για ν’ ανέβουνε τ’ άλλα.
Πρέπει πρώτα λουλούδια στην κοπριά τους να βγούνε
και χορούς εκεί πάνω να στήσουν – αχ όπως
κι αν τα πράματα γίνονται σε κόσμους άλλους
στον δικό μας τον κόσμον αυτός είναι ο τρόπος.
Μετάφραση: Νίκος Φωκάς
ΡΟΜΠΕΡΤ ΦΡΟΣΤ [ROBERT FROST (1874-1963)]: Τώρα κλείσ’ τα παράθυρα
Τώρα κλείσ’ τα παράθυρα και κάνε τα λιβάδια να σιωπήσουν:
αν είναι ανάγκη για τα δέντρα, άσ’ τα να πηγαινόρχονται·
πουλί τώρα πια δεν κελαηδεί κι αν κελαηδεί
ας πούμε πως έχασα.
Θα περάσει καιρός πριν φανούν και πάλι οι βάλτοι
θα περάσει καιρός πριν απ’ το πρώτο πουλί:
κλείσε λοιπόν τα παράθυρα να μην ακούς τον άνεμο,
μόνο κοίτα τα πάντα ν’ ανεμοδέρνονται.
Μετάφραση: Νίκος Φωκάς
ΡΟΜΠΕΡΤ ΦΡΟΣΤ [ROBERT FROST (1874-1963)]: Μια φούχτα χιόνι
Μια φούχτα χιόνι στη γωνία
που θα ’παιρνα αν δεν είχα κρίση
για ένα χαρτί παρασυρμένο
που ’χει από τη βροχή κολλήσει!
Πυκνοπιτσιλισμένη κόλλα,
μοιάζει σαν έντυπη σελίδα
φυλλάδας με παλιές ειδήσεις
που πήρε ο αέρας και δεν είδα.
Μετάφραση: Νίκος Φωκάς
ΡΟΜΠΕΡΤ ΦΡΟΣΤ [ROBERT FROST (1874-1963)]: Μεσοκαλοκαιριάτικη τσίχλα
Ζωηρός, οξύς τραγουδιστής – ποιος δεν τον ξέρει;
ένα αυγουστιάτικο πουλί που ξαναδίνει
φωνή στο δάσος μετά τρίμηνη γαλήνη:
λέει πως τα φύλλα όλο γερνούν· το καλοκαίρι
ως προς την άνοιξη για τ’ άνθη πως είναι ό,τι
το ένα προς το δέκα, αφού περάσει η πρώτη
ανθοφορία των κερασιών, κοπάσει η δίνη
από τα πέταλα που πέφτουν, και πως νέα
έρχεται δίνη σε πλατύστρατο κι αλέα
από τα φύλλα τα στεγνά και διψαλέα.
Θα ’ταν σαν τον κοκκινολαίμη ή σαν τον σπίνο
στο λάλημά του αν δεν το πρόδινε μια γνώση
ανθρώπου ή θα ’μενε ίσως άφωνο κι εκείνο.
Όμως με λόγο ανθρώπινο να πει γυρεύει,
θέλοντας στο τραγούδι νόημα να προσδώσει,
τι να το κάνεις κάτι που όλο λιγοστεύει;
Μετάφραση: Νίκος Φωκάς
ΡΟΜΠΕΡΤ ΦΡΟΣΤ [ROBERT FROST (1874-1963)]: Ο φόβος του σπιτιού
Το μάθημά τους το ’χαν μάθει, ήτοι
πάντα τη νύχτα όταν γυρίζαν σπίτι
στην ερημιά, κι ήταν το σπίτι δίχως
φωτιά και φωτισμό, σαν σκέτος τοίχος,
ξεκλείδωναν την πόρτα δίχως βιάση
να δώσουν τον καιρό για να το σκάσει
αν κάποιος ήταν μέσα, όταν σαν νύξη
θ’ άκουγε το κλειδί που πάει ν’ ανοίξει…
Και προτιμώντας τα έξω τα σκοτάδια
από την μέσα σκοτεινιά (την άδεια;)
μάθαν ν’ αφήνουν διάπλατη τη θύρα
ώσπου να βρούν ν’ ανάψουν τον λαμπτήρα.
Μετάφραση: Νίκος Φωκάς
ΡΟΜΠΕΡΤ ΦΡΟΣΤ [ROBERT FROST (1874-1963)]: Αποσπασματικό γαλάζιο
Γιατί, έτσι αποσπασματικό το γαλανό
τόσο μας συγκινεί σ’ ένα άνθος στο λιβάδι,
ένα πουλί, τα δυο της μάτια, ένα πετράδι,
ενώ προσφέρεται άπλετο στον ουρανό;
Αφού δεν είναι ουρανός (ακόμα) η γη,
αν και για μερικούς σοφούς έχει ήδη γίνει,
κι είναι ο ουρανός ψηλά, τόσο μακριά από κείνη,
ο πόθος μας γι’ αυτόν σ’ αυτά μας οδηγεί.
Μετάφραση: Νίκος Φωκάς
ΡΟΜΠΕΡΤ ΦΡΟΣΤ [ROBERT FROST (1874-1963)]: Ένα ασήμαντο πουλί
Ευχόμουν κείνο το πουλί να πάει πιο πέρα·
να μη λαλεί μπροστά στο σπίτι μου ολημέρα.
Νοιώθοντας την υπομονή μου όλο πιο λίγη
χτύπησα τέλος τις παλάμες για να φύγει.
Μα τέτοιο πράμα εγώ να κάνω, τέτοιο πράμα!
Έφταιγε αυτό για τη φωνητική του γκάμα;
Σίγουρα κατιτί δεν πάει καλά μ’ εμένα
να διώχνω κάποιον που σφυρίζει ευτυχισμένα…
Μετάφραση: Νίκος Φωκάς
Advertisement

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου