Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2018

Η κομμουνιστική πίστη του ποιητή Γιάννη Ρίτσου


Γιάννης Ρίτσος 1/5/1909-11/11/1990

Η κομμουνιστική πίστη του ποιητή

του Μιχάλη Μερακλή,
εφημερίδα Κυριακάτικος Ριζοσπάστης 8 Νοεμβρίου 1992, σ.92

Νιώθω μεγάλη συγκίνηση να γράφω για τον Γιάννη Ρίτσο. Τώρα που δεν είναι μαζί μας. Η φιλολογική και συντροφική σχέση που είχε καλλιεργηθεί ανάμεσα σε εκείνον και σε μένα, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, μου επιτρέπει να εκφράσω τον απεριόριστο θαυμασμό μου για τη μεγάλη ποίησή του και συγχρόνως, για παραδειγματική ιδεολογική συνέπεια και την κομμουνιστική πίστη του αλησμόνητου φίλου.
      Έχουν πολλά πει, και συνεχίζουν να λένε, για το ασυμβίβαστο ποίησης και ιδεολογίας. Ο ισχυρισμός αυτός είναι φιλοσοφικά αστήρικτος γιατί η ποίηση είναι μια από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις ιδεολογίας.
      Σοβαρότερος θα μπορούσε να είναι ο ισχυρισμός, πώς υπάρχει ασυμβίβαστο από την ειδική άποψη, ότι η ποίηση είναι ο χώρος της ελευθερίας ενώ η πολιτική ιδεολογία είναι δεσμευτική, περιορίζει την ελευθερία. Η ιδεολογία επιστρατεύει, οδηγεί σε ένα στρατόπεδο, η ποίηση ελευθερώνει, ώστε ο χαρακτηρισμός στρατευμένος ποιητής να αποτελεί στο βάθος μια αντίφαση.
     Ο Γιάννης Ρίτσος έρχεται, ακριβώς με το έργο του, με το έργο της ζωής του και με το έργο της ποίησής του, να δόσει μιάν απάντηση στο πρόβλημα του στρατευμένου ποιητή, που κατ’ αρχήν φαίνεται, όπως είπα, αντιφατικό και αυτοαναιρούμενο.
      Ο Ρίτσος αποφάσισε ελεύθερα, αυτοπροαίρετα, να ενταχθεί σε μιαν ορισμένη ιδεολογία και ακόμα πιο ειδικά σε μια συγκεκριμένη κομματική έκφραση αυτής της ιδεολογίας: εντάχθηκε στο ΚΚΕ. Και πειθάρχησε, στις θεμελιώδεις αρχές και εντολές του. Συγχρόνως όμως κράτησε για τον εαυτό του το δικαίωμα μικρών απειθαρχιών.
     Οι νέοι της ΚΝΕ δεν θα ξέρουν, ότι πολύ νωρίς, στη δεκαετία του 1930, ο Ρίτσος επικρίθηκε αυστηρά από τους συντρόφους του, γιατί τα ποιήματά του όπως έλεγαν, δεν ευθυγραμμίζονταν πάντα με τα αιτήματα της ταξικής πάλης και γιατί έκανε όπως έλεγαν ακόμα, παραχωρήσεις, προς τη φθαρμένη και την παρηκμασμένη αστική τάξη. Ο Ρίτσος έμεινε, στον ογδοντάχρονο βίο του, πολλές φορές μόνος. Κι όχι μόνο εξαιτίας των αντιπάλων της ιδεολογίας του. Έμεινε μόνος γιατί, έχοντας συμφωνήσει για την πλήρη ταύτισή του με τις αρχές του Κόμματος πάνω στα μεγάλα ζητήματα της κοινωνικής αλλαγής, δεν εννοούσε να ταυτιστεί και σε αρνητικές στάσεις απέναντι σε πράγματα πού, ενώ δεν έχουν αρνητικές επιπτώσεις στα μεγάλα κοινωνικά ζητήματα-όπως λανθασμένα πολλοί σύντροφοι νόμιζαν ή και ακόμα νομίζουν-είναι εντούτοις ζωτικής σημασίας για το άτομο κάποτε-ιδίως για έναν ποιητή για την πληρότητα της εσωτερικής του ζωής. Όπως πχ. η ομορφιά καθεαυτήν-ενός λουλουδιού, ενός σώματος, αντικειμένου,-χωρίς την αναζήτηση μιάς πρακτικής ωφέλειας και χωρίς καμία ταξική συσχέτιση. Ή όπως η ελευθερία του να ομολογείς, ότι πολλές φορές βγαίνει από τα πράγματα και από τα γεγονότα της ζωής ένα μυστήριο, που θέλεις να το πλησιάσεις και να το χαρείς ως μυστήριο, χωρίς άλλες εξηγήσεις, μεταφυσικά. Ή όπως το δικαίωμά σου να εκφράζεις την κόπωσή σου ή και μια κρίση απιστίας, όταν αυτή έχει, σε κάποιες δύσκολες ώρες, πλεονάσει μέσα σου και κάτι τέτοιο μπορεί να σε ανακουφίζει.
      Έγραφε ο Ρίτσος πχ. το 1957, δηλαδή μετά και τη μεταξική δικτατορία και τον πόλεμο και την Κατοχή και την Αντίσταση και τις εξορίες και τα Μακρονήσια:
Τις νύχτες
κάποιος χτυπάει τα ρόπτρα στις
πόρτες,
αναστατώνει τον κόσμο ΄
σηκώνονται ν’ ανοίξουν ΄ τίποτα
μονάχα τα γυμνά ΄
κλαδιά του σκοταδιού
κι η γυμνή θάλασσα με τη σπασμένη
πεντάφλα
ενός άστρου.
Οι καμπάνες σημαίνουν μονάχες πέρα
από τα μεσάνυχτα
και τα φαντάσματα κάνουν οριστική
κατοχή
στα παλιά βυρσοδεψεία.
     Εδώ δεν υπάρχει τίποτα από όσα σκληρά ιστορικά, κοινωνικά, ταξικά έζησε ο ποιητής και ζήσαμε. Εδώ υπάρχει ένα, πέρα από τα ιστορικά, κοινωνικά, ταξικά, μυστήριο. Και το μυστήριο αυτό, άρεσε στον άκαμπτο αγωνιστή, στον εξορισμένο, καταδιωγμένο για τα δίκαια του λαού του, Ρίτσο. Αυτό το δικαίωμά του, να του αρέσουν και πράγματα που δεν τα ενέκρινε και πάντως δεν τα είδε ποτέ με συμπάθεια η άτεγκτη, και πολλές φορές σαν από κλίβανο περασμένη κομματική γραμμή, ο Ρίτσος το υπερασπίστηκε με υπομονή, αλλά και επιμονή σχεδόν μοναδική. Γι’ αυτό έζησε ανάμεσα στη μοναξιά-θελημένη και αθέλητη-και στην αγωνία του για τον κόσμο. Στις επικρίσεις των συντρόφων για ιδεολογικές παρεκκλίσεις ή νοθεύεις, ότι έφθειρε την αγωνιστικότητά του στην ικανοποίηση κάποτε-ή και πολλές φορές-μικρών και ασήμαντων αναγκών, τους απαντούσε ήρεμα.
Δεν μας εξευτελίζουν οι μικρές
ανάγκες μας ΄
αυτές μας σώζουν μάλιστα ΄
μας δίνουν ένα έδαφος πάλι να πατήσουμε,
να μείνουμε όρθιοι, να δουλέψουμε,
κι η γνώση τους κι η αποδοχή τους
είναι η νέα αδελφοσύνη μας,
είναι η αρχή της βαθιάς ελευθερίας μας
είναι η αγία εκείνη ειλικρίνεια,
η πρώτη κι ύστατη του ανθρώπου,
τόσο που κάποτε
μπορείς να κλάψεις από τρυφερότητα
για αυτή σου την ομολογία,
για αυτή σου την ταπείνωση,
για αυτή την περηφάνεια που γεννήθηκες, και θα πεθάνεις,
γιαυτό σου το έργο που ξεκίνησε
από αυτές τις ανάγκες σου
να προσφερθεί στις ανάγκες των άλλων
στις αιώνιες ανάγκες του ανθρώπου-
αιώνιο έργο.
      Και αμέσως μετά τους στίχους αυτούς, απευθυνόμενος στους συντρόφους πάντα, κατά τη συνήθειά του άλλωστε, πάντα να καταλήγει στους συντρόφους, μετά την ήρεμη, αλλά σταθερή και ακλόνητη έντασή του ότι δεν έβλεπαν και εκείνοι και πράγματα που θα ήταν καλύτερα να τα βλέπουν, μετά τη διακριτική, αλλά επίμονη διδαχή του για την αξία αυτών των πραγμάτων, καταλήγει-και στο ποίημα αυτό του 1959, το πολύ σημαντικό και για το πρόβλημα της αριστερής ιδεολογίας και των ορίων της, που έχει τον τίτλο «Η γέφυρα»-στην ξεκάθαρη ομολογία και «με καθάρια συνείδηση» όπως λέει ότι «σ’ αυτούς» ανήκει, στους συντρόφους, στο Κόμμα, πως εκεί μέσα βρίσκει την πλήρωσή του, τη δικαίωση της ζωής του:
Κάθε φορά ξαναγυρνάω κοντά σας-
κι είναι μια χαρά για μένα
να ξέρω πως με περιμένετε, να ξέρω
την ωραία υπομονή σας
και τη βαθύτητα της εμπιστοσύνης
σας. Λοιπόν αφήστε με
να ξαναπώ τ’ άρθρα της πίστης μας με
την απλή
ιερατικότητα μαθητευομένου,
με το γλυκύ ενθουσιασμό του νέου
προσήλυτου που αποστηθίζει
τ’ άρθρα ζωής γραμμένα με μεγάλα
κόκκινα γράμματα
στην πρόσοψη της ιστορίας και του
ορίζοντα:
Πιστεύω, πώς η πρώτη δικαιοσύνη
είναι η σωστή διανομή
του ψωμιού.
Πιστεύω, πώς η πρώτη πρόοδος είναι
η αύξηση της παραγωγής
ψωμιού για όλους
Πιστεύω, πως το πρώτο χρέος μας
είναι η ειρήνη.
Πιστεύω πως η πρώτη ελευθερία μας
δεν είναι η μοναξιά μας
αλλά η συντροφικότητά μας ΄ όσο για
τ’ άλλα,
πάντα θα υπάρχει καιρός και για
κείνα,
μα από κει και πέρα.
     Ο Γιάννης Ρίτσος λοιπόν, είναι ένα πρότυπο ένταξης και ακόμα, δημιουργικής λειτουργίας, του ενταγμένου μέσα στον οργανισμό του Κόμματος: Είναι αυτός που διδάσκει τον τρόπο να μένει ο οπαδός ή το μέλος του Κόμματος πιστός και ζωντανός και ελεύθερος συγχρόνως: μένοντας μέσα ή κοντά στο Κόμμα, μην εγκαταλείποντάς το στις δύσκολες ώρες, βοηθώντας να ξεπεράσει τις δυσκολίες και με την καλόπιστη άσκηση κριτικής και ακόμα συμμεριζόμενος την ευθύνη στη διάπραξη των λαθών.
     Πρέπει να προσέξουμε αυτό το τελευταίο-την παραδοχή της συνυπευθυνότητας. Γιατί είδαμε στις αλλόκοτες μέρες μας όχι οπαδούς ή απλά μέλη, αλλά κορυφαία στελέχη, τα οποία για να φτάσουν στην κορυφή, ασφαλώς θα είχαν γνωρίσει και αποδεχθεί την ιστορία και του εθνικού και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, τους είδαμε να εκφράζουν τον αποτροπιασμό τους για τα έργα, ας πούμε, του σταλινισμού και για της σταλινικής νοοτροπίας μεθοδεύσεις του Κόμματος, στις οποίες, αν μη τι άλλο, θα πρέπει να είχαν συμμετάσχει. Τώρα έγιναν οι πιο άτεγκτοι και αμείλικτοι κήνσορες. Αλλά δεν είναι δυνατό να είναι τίμια και πειστική η κριτική τους, παρά τα εύσημα αξιοπιστίας και εντιμότητας, που τους απονέμει, η αστική αντικομμουνιστική υστερία των ημερών μας.
     Ο Ρίτσος, που έζησε και πέθανε μέσα στο Κόμμα μπορεί να ασκήσει με τη δική του κριτική, ευεργετική, αληθινά ανανεωτική και προοδευτική επίδραση φτάνει να κατανοηθεί αυτή η κριτική, χωρίς περιορισμούς πια σε τυποποιημένα και ανενεργά συνθήματα και συναισθηματολογίες, που τώρα πλέον δεν πείθουν και δεν επηρεάζουν πραγματικά κανέναν.
Μιχάλης Μερακλής
Σημείωση:
Συμπληρώνονται 28 χρόνια από την εκδημία του ποιητή της Ρωμιοσύνης Γιάννη Ρίτσου. Στην πάντα άσβεστη μνήμη του, αντιγράφω χωρίς πολλά σχόλια το κείμενο ενός παλαιού του συντρόφου και φίλου του, του ομότιμου καθηγητή πανεπιστημίου Μιχάλη Μερακλή. Ένα κείμενο που μας μιλά για την σχέση της ποίησης με την ιδεολογία, και πως αυτή η σύζευξη φαίνεται μέσα στο έργο του Γιάννη Ρίτσου. Μας μιλά για την σχέση του πάντα παρών στους κοινωνικούς αγώνες ποιητή, με το κόμμα στο οποίο εντάχθηκε και υπηρέτησε με αυτοθυσία, πολλές φορές σε βάρος της ίδιας του της ποιητικής δημιουργίας. Ο Ρίτσος, στάθηκε πιστός σύντροφος μέχρι τέλους στο ΚΚΕ ακόμα και όταν το κόμμα που εντάχθηκε και υπηρέτησε με συνέπεια και αυταπάρνηση, τον αρνήθηκε στα πρώτα του βήματα και αν δεν κάνω λάθος, τον διέγραψε για προσωπικές της ζωής του επιλογές. Πράγματα γνωστά που ανήκουν πλέον στην ιστορία της ελλάδας του προηγούμενου αιώνα, και είναι καλό να τα θυμόμαστε. Στα μετά την επτάχρονη δικτατορία χρόνια, επικρίθηκε για πολλές ποιητικές του συνθέσεις που υμνούσαν το κόμμα και την ιδεολογία που υπηρετούσε. Εκείνος, δεν κάμφθηκε, εξακολούθησε να γράφει και να υμνεί τα παιδιά της ΚΝΕ. Όμως ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος, δεν είναι μόνο αυτό, ένας δηλαδή κομματικός ποιητής, ένας στρατευμένος ποιητής, αυτή είναι μία πλευρά της ποίησής του. Το έργο του, είναι τόσο μεγάλο και ενδιαφέρον και ακόμα ανεξερεύνητο, που θα χρειαστούν χρόνια για να αναλυθεί και να ερευνηθεί όπως πραγματικά του αξίζει.
Ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος, είναι ίσως ο μόνος από τους ποιητές της κόκκινης ιδεολογίας, που βασανίστηκε και ταλαιπωρήθηκε τόσο πολύ στον ατομικό του βίο. Φυλακές, εξορίες, κατ’ οίκον περιορισμό, απαγορεύσεις των έργων του. Ο προσωπικός του βασανιστικός βίος, αντικατοπτρίζει θα λέγαμε, την σύγχρονη πολιτική ιστορία της ελλάδας με τα θετικά της και τα πολλά αρνητικά του. Παρά τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε από νέος, στάθηκε πάντα μπροστάρης και μαχητής, κοντά στον αγωνιζόμενο ελληνικό λαό. Είναι ίσως, ο πολυγραφότερος ποιητής της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Μόνο ο ποιητής Κωστής Παλαμάς μπορεί να συγκριθεί μαζί του. Το ογκώδες και πολύστικτο έργο του είναι πολυστρωματικό, διαθέτει από κοιτάσματα απύθμενου λυρισμού έως υπερρεαλιστικούς πυρήνες που διαχέονται μέσα στις ποιητικές του εικόνες. Τα δε υλικά της ποίησής του, είναι από τα πιο αυθεντικά λεκτικά λαϊκά υλικά που διαθέτει η ελληνική γλώσσα στην διαχρονία της. Ο Γιάννης Ρίτσος στάθηκε ο μεγάλος πλάτανος της αριστερής διανόησης, που, κάτω από τον ίσκιο του ξεκουράστηκαν και βρήκαν την φωνή τους πολλοί νεότεροι ποιητές ομοϊδεάτες του ιδεολογικά. Μόνο που, υπήρξε τόσο βαρύς και πυκνός αυτός ο ίσκιος της προσφοράς και της καλλιτεχνικής του δημιουργίας, που επισκίασε πολλούς ισάξιους συντρόφους του πνευματικούς δημιουργούς. Αυτό όμως, είναι ένα άλλο θέμα προς διερεύνηση μέσα στην ελληνική γραμματεία. Τα κατά καιρούς ψελλίσματα για το ως άνω θέμα παραμένουν ένα ακόμα ανοιχτό ερώτημα.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς, 12 Νοεμβρίου 2018           


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου