Σ Τ Ε Φ Α Ν Τ Σ Β Α Ϊ Χ
Γενική Επισκόπηση του έργου του
Μεγάλη, σταθερή η αναγνωστική μας αγάπη
για τα δεκάδες έργα του δημοφιλούς και παγκοσμίως αναγνωρισμένου,
πολυδιαβασμένου συγγραφέα, βιογράφου, δημοσιογράφου, διηγηματογράφου, ακάματου
εργάτη του πνεύματος, δημοκράτη πολίτη, πολύγλωσσου Αυστριακού μυθιστοριογράφου
και ποιητή Στέφαν Τσβάϊχ (Stefan Zwig) Αυστροουγγαρία- Αυστρία 28/11/1881-
Πετρόπολις, Ρίο ντε Τζανέιρο Βραζιλία 22/2/1942. Στην εξαιρετική ερευνητική
δουλειά των Παναγιώτη Κ. Τσούκα και Εβελίνα Πλ. Περράκη, «ΣΤΕΦΑΝ ΤΣΒΑΪΧ ΚΑΙ
ΕΛΛΑΔΑ», εκδ. Κάκτος, Αθήνα, 2002, σ. 190, στο δεύτερο μέρος του βιβλίου τους
στην «ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ ΣΤΕΦΑΝ ΤΣΒΑΪΧ» σελίδες 135-184 καταγράφονται 82 τίτλοι βιβλίων
του αυστριακού συγγραφέα μεταφρασμένοι στα ελληνικά. Αποδελτιώνονται οι πρώτοι
μεταφραστές και μεταφράστριες 82 γενικών τίτλων, οι ελληνικοί εκδοτικοί οίκοι,
οι χρονιές που κυκλοφόρησαν τα βιβλία (όπου αναφέρονται), ενώ δίνονται και οι
δεύτερες, ή τρίτες ή οι πολλαπλές επανεκδόσεις των αρχικών τίτλων από διαφορετικούς
μεταφραστές και εκδοτικούς οίκους στην χώρα μας από την περίοδο των αρχών του μεσοπολέμου μέχρι την
χρονιά έκδοσης του «Κάκτου». Μένουμε έκπληκτοι με το μεταφραστικό και εκδοτικό
ενδιαφέρον σε διαφορετικές χρονικές περιόδους μέχρι σήμερα. Μια σύντομη
περιπλάνηση σε βιβλιοπωλεία και παλαιοπωλεία στο διαδίκτυο θα συναντήσουμε
νεότερους τίτλους και μεταφράσεις του από σύγχρονους εκδοτικούς οίκους, πολλοί
από αυτούς εξαντλημένοι. Η ταξινόμηση των κεντρικών τους τίτλων, μας βοηθά, να αναγνωρίσουμε
στατιστικά ποιοι από αυτούς υπήρξαν οι περισσότερο αγαπητοί στο ελληνικό κοινό,
από ποιό συγγραφικό είδος (φιλολογικές μελέτες, ιστορικές, πολιτικές βιογραφίες,
εξερευνητών μονογραφίες, αλληλογραφία κλπ.), ποιοι οι έλληνες και ελληνίδες
μεταφραστές. Βλέπε παραδείγματος χάρη την περίπτωση του ποιητή Γιώργου
Κοτζιούλα, του Κώστα Λ. Μεραναίου, της εγκατεστημένης στην Γαλλία Μιμίκας
Κρανάκη, του πεζογράφου Γιάννη Μπεράτη, του ποιητή Νικηφόρου Βρεττάκου
συγγραφείς γνωστοί μας οι οποίοι ασχολήθηκαν επαγγελματικά ή μη (;) με την
μετάφραση και γνωριμία μας των βιβλίων του Σ. Τσβάϊχ. Να υπενθυμίσουμε το
μεταφραστικό επιτελείο εκείνων των χρόνων του εκδοτικού οίκου «Γκοβόστη», του
«Γεωργίου Φέξη», των εκδόσεων «Ο Κεραμεύς» κλπ.. Χρήσιμος αποδελτιωτικός
κατάλογος-παρά τα όποια αναμενόμενα κενά πληροφοριών-για τους λάτρεις
αναγνώστες του αυστριακού συγγραφέα αν συνυπολογίσουμε ότι στην αποδελτίωση
συμπεριλαμβάνονται και τίτλοι έργων του οι οποίοι επαναμεταφράστηκαν
μεταλλαγμένοι ή αντλήθηκαν από κεφάλαια έργων του και εκδόθηκαν αυτόνομα, μόνα
τους ή μαζί με άλλα κείμενά του. Χρηστικός οδηγός για όσους θα ήθελαν να
διαβάσουν πρωτίστως, ή να συντάξουν μία σύγχρονη και πληρέστερη βιογραφία της
παρουσίας του στα ελληνικά. Οι νεότερες εκδόσεις του στην Ελλάδα, μετά την
μεταπολίτευση του 1974, συνοδεύονται με μικρές εισαγωγές, σημειώσεις, σχόλια,
και με ξενόγλωσση, συνήθως γερμανόγλωσση βιβλιογραφία. Οι παλαιές εκδόσεις «Ο
Κεραμεύς», «Γκοβόστη», «Οι φίλοι του Βιβλίου» αλλά και οι λαϊκές εκδόσεις του
«Ρομάντσου» και των εκδόσεων «Μαρή» όπως δείχνουν τα παρατιθέμενα στοιχεία,-και
οι τίτλοι που έχουμε από παλαιότερα προμηθευτεί και έχουμε διαβάσει- έδειξαν
ιδιαίτερη προτίμηση στην συγγραφική του παραγωγή. Οι συνεχείς και
επανειλημμένες εκδόσεις και επανεκδόσεις- και μεταφράσεις- των έργων του,
φανερώνουν περίτρανα την μεγάλη και διαρκή διάδοση των βιβλίων του σε διαφορετικές
χρονικές περιόδους στην Ελλάδα. Μια ευρωπαϊκή παγκοσμίως πολυδιαβασμένη λογοτεχνική
παρουσία, αγαπητή στους έλληνες αναγνώστες και αναγνώστριες. Ίσως αυτό να μην είναι
τυχαίο στην ιστορία της ανάγνωσης στην χώρα μας, στο τι δηλαδή αναζητά
αναγνωστικά το κοινό, τι βιβλία διαβάζουν και διάβαζαν οι ανώνυμες φτωχές
οικογένειες ή οι χαμηλότερες οικονομικά τάξεις εκείνα τα χρόνια «συστηματικότερα».
Η αναγνωστική αυτή πρακτική- όπως και άλλων λογοτεχνών- είναι μία συνήθεια η
οποία προέρχεται από τα κάτω (την βάση θα λέγαμε με πολιτικούς όρους) και όχι
μία ατομική επιθυμία ενός έλληνα λογοτέχνη ή εκδότη ο οποίος αφού διάβασε τα
βιβλία του Τσβάϊχ και του άρεσαν, θέλησε να τα γνωρίσει στο ελληνικό κοινό. Θα
άξιζε να αναφέρουμε και πάλι ως παράδειγμα, ποιους ποιητές και πεζογράφους
αγαπούσε ο Κωστής Παλαμάς, μεταγενέστερα ο Γιώργος Σεφέρης, ο Τάκης Παπατσώνης,
ο Άγγελος Σικελιανός, ο Γιάννης Ρίτσος, ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Αντρέας Καραντώνης,
ο Νίκος Καζαντζάκης, ο Γιώργος Θεοτοκάς κλπ., ποιους μετέφρασαν και τι απήχηση
είχαν οι ποιητές- πεζογράφοι αυτοί στο ελληνικό κοινό. Αν «ταυτίστηκαν» τα
γούστα και οι προτιμήσεις των ποιητών και κριτικών με αυτό της ελληνικής
κοινωνίας. Ας φέρουμε στο νου μας την περίπτωση της πεζογράφου αισθηματικών
μυθιστορημάτων της Ιωάννας Μπουκουβάλα Αναγνώστου και άλλων λαϊκών αναγνωσμάτων,
που, αναφέρει σε βιβλίο του ο Χάνος, ή τα λαϊκά αναγνώσματα των περιοδικών
«Φαντάζιο», «Πάνθεον», «Ρομάντζο» ή εκδόσεων των ημερήσιων εφημερίδων. Στο
διαδίκτυο, θα συναντήσει ο όποιος ενδιαφερόμενος, πληρέστερα σύγχρονα
εργογραφικά δελτάρια και άλλες ξενόγλωσσες πληροφορίες για τον Στέφαν Τσβάϊχ.
Στο δικό μου σημείωμα (έχω συντάξει και
αναφερθεί και άλλοτε στον Σ. Τ. βλέπε πχ. ποιήτρια Βαλμόρ) με αφορμή το
πρόσφατο διάβασμά μου της μικρής μελέτης του Τσβάϊχ για τον ρομαντικό γερμανό
ποιητή Φρήντριχ Χαίλντερλιν, στηρίζομαι στην ατομική μου ενδεικτική εργογραφία
και των βιβλίων του που γνώριζα από παλαιά, με ενθουσίασαν και τα αγάπησα όταν
τα πρωτοδιάβασα κέντρισαν την προσοχή μου. Βρήκα ενδιαφέρον το προσωπικό του
ύφος, το στιλ της γραφής του, την λαϊκότητα αλλά όχι τον λαϊκισμό του λόγου του, την επιλογή της θεματογραφίας του, την διαπραγμάτευση των θεμάτων του, τις
καλλιτεχνικά ενδεδυμένες προσωπογραφίες του, την δημιουργία φιλολογικών
χαρακτήρων, την διλημματικότητα των συμπερασμάτων του, την καθαρή και με μεγάλη
σαφήνεια της μάλλον δημοσιογραφικής του γλώσσας, την «διπλωματικότητα» των
επιχειρημάτων του, το νηφάλιο ξεδίπλωμα των συμπερασμάτων του, την κατανόηση
των επιλογών των ηρώων και ηρωίδων του, την άριστη σύζευξη Ποίησης με την
Ιστορία. Και φυσικά, την ανάδειξη της Μοίρας και του ατομικού Πεπρωμένου το
οποίο διαμορφώνει και ζυμώνει τις ζωές, τις επιλογές και τις πράξεις των
εκλεκτών ιστορικών υποκειμένων τα οποία γίνονται πρώτη ύλη, μεταφέρονται ως
ηρωικά και άλλα πρότυπα στις σελίδες των δεκάδων βιβλίων του. Είναι τέτοιο το
εύρος και το πλάτος των ιστορικών και φιλολογικών ενδιαφερόντων του Στέφαν
Τσβάϊχ, των κοινωνικών του αναλύσεων και ψυχολογικών της ανθρώπινης συνείδησης
αναζητήσεων, που, χρειάζεται ο σύγχρονος επαρκής αναγνώστης δεκάδες
αναγνωστικές και ερευνητικές εργατοώρες αφοσίωσης, να ενσκήψει με αγάπη στα
μεταφρασμένα στα ελληνικά βιβλία του, πολλώ δε μάλλον αν είναι γερμανομαθής και
μάλιστα, όταν ο ίδιος ο αυστριακός μελαγχολικός συγγραφέας επέλεξε συνειδητά να
δώσει τέλος στην ζωή του. Το αμείωτο ενδιαφέρον των ελλήνων αναγνωστών πάντως
προκαλεί κατάπληξη για έναν ευρωπαίο του μεσοπολέμου συγγραφέα του
προηγούμενου αιώνα, αν τον συγκρίνουμε με λογοτέχνες ολκής της ευρωπαϊκής-
αγγλοσαξονικής και όχι μόνο παράδοσης (άγγλους, γάλλους, αμερικανούς, νότιο
αμερικανούς) οι οποίοι αναγνωρίστηκαν από πολύ νωρίς-τα πρώτα τους βήματα στην
χώρα μας- αγαπήθηκαν, μεταφράστηκαν από έλληνες ποιητές και πεζογράφους κατ’
επανάληψη, δημοσιεύτηκαν δεκάδες μελέτες για αυτούς. Επηρέασαν την γραφή και το ύφος των
νέων ποιητών και πεζογράφων. Σχηματικά θα σημειώναμε ότι, θα μπορούσαμε να
δημιουργήσουμε στατιστικά, ανάλογους ποιητικούς, πεζογραφικούς, τόπων και χωρών
καταγωγής πνευματικούς κύκλους. Τους γαλλόφιλους, τους αγγλόφιλους, τους
ρωσόφιλους, τους γερμανόφιλους, τους αμερικανόφιλους, τους ιταλόφιλους κλπ.
Γνωστοί στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό γινόντουσαν και γίνονται και οι περιπτώσεις
εκείνες των λογοτεχνών άλλων ηπείρων οι οποίοι έχουν κερδίσει το Νόμπελ ή άλλα
διεθνώς αναγνωρισμένα Βραβεία. Στην προώθηση της φιλαναγνωσίας-ας το
επαναλάβουμε μνημονεύοντάς το- βοήθησαν τις παλαιότερες δεκαετίες και οι
σελίδες των πολιτικών εφημερίδων, τα λαϊκής ανάγνωσης περιοδικά πέρα από τα
αμιγώς λογοτεχνικά και φιλολογικού ενδιαφέροντος έντυπα. Όπως αναφέρουν στο βιβλίο τους ο Παναγιώτης Κ.
Τσούκας και η Εβελίνα Πλ. Περράκη, στις σελίδες 187-190 «Βιβλία και αναφορές»
έχουν κυκλοφορήσει 3 ακόμα τίτλοι μελετών για το έργο και την παρουσία του
Στέφαν Τσβάϊχ. Αντιγράφουμε από την σελίδα 187: Α) Νίκος Μαραγκός: Στέφαν Τσβάϊχ. Ο θρύλος
ενός ανθρώπου και η αγωνία μιας εποχής. Εκδόσεις: Πέτρος Πατσιλινάκος, Αθήνα
1956. Β) Leopold Stern: Στέφαν Τσβάϊχ. Ο άνθρωπος. Ο συγγραφέας- Η τραγική του
αυτοκτονία. Μετάφραση Αγ. Βασιλικού, εκδόσεις Ο Κεραμεύς. Γ) Παύλος Μαρινάκης:
Καιροί, τόποι, άνθρωποι. Περιλαμβάνεται το κεφάλαιο «Στέφαν Τσβάϊχ- Ο
Ευρωπαίος» (σελ. 150-189), Αχαϊκές εκδόσεις, Πάτρα 1998. Οι υπόλοιπες
βιβλιογραφικές πληροφορίες προέρχονται από τις καθημερινές σύγχρονες
εφημερίδες. Την «Ελευθεροτυπία», «Τα Νέα», την «Εποχή», το περιοδικό
«Οικονομικός Ταχυδρόμος», οι συντάκτες κάνουν επίσης μνεία για την Θεατρική
παράσταση με έργο του Σ. Τ. τον Μάρτιο του 1999 στο θέατρο «Θησείον». Το πρώτο
πολυσέλιδο μέρος του χρήσιμου βιβλίου περιλαμβάνει σ. 14-131 ένα εύρωστο και
επαρκές Χρονολόγιο της ζωής και συγγραφικής διαδρομής του αυστριακού αυτόχειρα
συγγραφέα εμπλουτισμένο με φωτογραφικό υλικό από τον βίο του και εξωφύλλων
βιβλίων του. Όπως πολύ ορθά γράφουν στο «Εισαγωγικό σημείωμα» ο πάρεδρος του
Συμβουλίου της Επικρατείας Παναγιώτης Κ. Τσούκας και η δικηγόρος Εβελίνα Πλ.
Περράκη: «Ο Στέφαν Τσβάϊχ δεν ήρθε ποτέ στην Ελλάδα. Το έργο
του, όμως, βρίσκεται εδώ όσο λίγων ξένων συγγραφέων. Πολλοί εκδοτικοί οίκοι και
άλλοι τόσοι μεταφραστές το μετέφεραν στη γλώσσα μας και στη χώρα μας για να το
προσφέρουν σε ένα ευρύ αναγνωστικό κοινό που ποτέ δεν κουράστηκε, από το 1934
μέχρι σήμερα, να υποδέχεται θερμά κάθε νέο έργο του μεγάλου Αυστριακού
συγγραφέα».
Ο
αντιφασίστας πολυτάλαντος, ακάματος, Εβραϊκής καταγωγής αυστριακός λογοτέχνης,
βλέποντας την άνοδο και επικράτηση του ναζισμού στην πατρίδα του, την κατάληψη
της Αυστρίας από τις γερμανικές ναζιστικές δυνάμεις κατοχής και την ενσωμάτωσή της στη Γερμανική επικράτεια, την άνοδο και επικράτηση του Χίτλερ στην εξουσία,
την έναρξη και την συνέχιση του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, την αρχική
αποτυχία των ειρηνικών δυνάμεων της ευρωπαϊκής ηπείρου να πετύχουν τον τερματισμό
του, τις διπλωματικές ανακολουθίες και γεωγραφικά και οικονομικά συμφέροντα
άλλων ευρωπαϊκών κρατών, και θεωρώντας, απαισιόδοξα, ότι οι πολεμικές εξελίξεις
ήσαν σκοτεινές και αμφίβολων τελικών πολιτικών αποτελεσμάτων στο Ευρωπαϊκό
έδαφος, αυτοεξορίστηκε, εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Νότιο Αμερική
και συγκεκριμένα στη μακρινή Βραζιλία, όπου υπήρχε έντονη η παρουσία του
γερμανικού στοιχείου. Η Βραζιλία όπως ο ίδιος γράφει σε βιβλίο του «Βραζιλία. Η
χώρα του μέλλοντος» μτφ. Β. Ροδόπουλου, εκδ. Νέες Εκδόσεις, Αθήνα 1955, έγινε η
δεύτερη πατρίδα του. Βλέπε επίσης σχετικά πρόσφατο ντοκιμαντέρ στη δημόσια τηλεόραση για τα
τελευταία χρόνια της ζωής του. Στο οικογενειακό τους σπίτι μαζί με την δεύτερη
γυναίκα του την Λόττε πήραν από κοινού την απόφαση να αυτοκτονήσουν,
απογοητευμένοι από τις διεθνείς εξελίξεις. Στις 22 Φεβρουαρίου 1942 ταξιδεύουν
μαζί για το αιώνιο ταξίδι γράφοντας μία αποχαιρετιστήρια επιστολή προς τις
αρχές της Βραζιλίας. Την ημερομηνία αυτή- πρίν 82 χρόνια- κλείνει ο επίγειος
κύκλος ενός από τους πολυδιαβασμένους και πολυμεταφρασμένους ευρωπαίους
συγγραφείς. Η μελαγχολική του φύση, η θλιμμένη προσωπικότητα του Στέφαν Τσβάϊχ,
η δημοκρατική και ελεύθερη συνείδησή του, η ατίθαση και πάντα φιλοπερίεργη
σκέψη του, η επίσημη θέση του ως καθηγητής, το ειλικρινές ενδιαφέρον του για
την ειρηνική και δημοκρατική πορεία της ανθρωπότητας, η φιλομάθειά του, ο ρόλος
του ως διανοούμενου και λογίου, η φιλειρηνική του πάστα, όλα όσα συνθέτουν με
δυό λόγια τον χαρακτήρα και την προσωπικότητά του, δεν τον εμπόδισαν να δώσει
τέλος στην ζωή του. Να προσφέρει παράταση χρόνου στις προσωπικές του ελπίδες,
να διαισθανθεί στο πως θα εξελίσσονταν τα πράγματα στο ευρωπαϊκό έδαφος, που θα
οδηγούνταν οι στρατιωτικές και πολιτικές εξελίξεις. Δεν πρόλαβε να δει τα συμμαχικά
στρατεύματα λίγο καιρό αργότερα να νικούν τις δυνάμεις του άξονα, να τις
συντρίβουν, να επέρχεται η πολυπόθητη ειρήνη. Να τερματίζεται ο Δεύτερος
Παγκόσμιος Πόλεμος και να γεννιέται, εδραιώνεται ο νέος σύγχρονος Κόσμος των
δύο ιδεολογικών και κοσμοθεωριών στρατοπέδων. Να οικοδομείται το μέλλον του
μεταπολεμικού σύγχρονου ανθρώπου και πολιτισμού πάνω στα ερείπια και τις
στάχτες της παλαιάς γηραιάς Ηπείρου. Οτιδήποτε μας κληροδότησε με τα βιβλία και
τα γραπτά του, τις αναμνήσεις και δημοσιεύσεις του, τις περιπλανήσεις του στις
ζωές και τον βίο των μεγάλων στιγμών της Ιστορίας και των Προσώπων που την
διαμόρφωσαν, στην προ μοντέρνα εποχή της ανθρωπότητας ο Στέφαν Τσβάϊχ, αυτές οι
καταπληκτικές βιογραφίες του, οι εξαιρετικές μονογραφίες του για λογοτεχνικές,
ιστορικές, πολιτικές, φιλοσοφικές, εξερευνητικές, μουσικές και άλλες μορφές,
όχι μόνο του ευρωπαϊκού πολιτισμού, έμειναν τα αγαπημένα του και αγαπημένα μας
αναγνωστικά καταθετήρια στην κατανόηση των μηχανισμών της Ιστορίας και την
εξέλιξη του παγκόσμιου Πνεύματος. Ας το τονίσουμε και πάλι, την σύνδεση της
Ποίησης (της λογοτεχνικής γραφής) με την Ιστορία και την αλήθεια των γεγονότων
της. Ο Στέφαν Τσβάϊχ δημιουργεί «φιλολογικούς χαρακτήρες» όπως ο ίδιος αναφέρει
στο βιβλίο του για τον Φρήντριχ Χαίλντερλιν, προεκτείνοντας την σκέψη του, την
ορθή επισήμανσή του, θα αποδεχόμασταν από την μεριά μας ότι πέρα από
φιλολογικούς, δημιουργεί και ιστορικούς, φιλοσοφικούς, πολιτικούς,
ταξιδιωτικούς, ψυχογραφικούς, κοινωνικούς χαρακτήρες, επεκτείνει την πινακοθήκη
των πορτραίτων του, την διευρύνει και σε άλλους τομείς της ζωής και της
ιστορίας, την εμπλουτίζει σπουδάζοντας τις εσωτερικές και εξωτερικές εξελίξεις
και αναμορφώσεις του Παγκόσμιου Πνεύματος σε κίνηση. Ο Τσβάϊχ θέτει τους ήρωες και
τις ηρωίδες του ενώπιων του Πεπρωμένου τους οι οποίες καθορίζονται από αυτό. Είτε
προέρχονται από βασιλικές δυναστείες, είτε από κύκλους της φιλοσοφίας και της
επιστήμης, Έρασμος, Νίτσε, Φρόϋντ, των ταξιδιωτικών εξερευνήσεων, Μαγγελάνος,
είτε τους χώρους της συγγραφικής τέχνης,- τους κατασκευαστές του σύμπαντος όπως
χαρακτηριστικά μας λέει- καθώς ασχολείται με τις περιπτώσεις του Ονόρε ντε
Μπαλζάκ και του Κάρολου Ντίκενς, οι ήρωές του είναι τα πραγματικά σύμβολα, κεντρικά
πρόσωπα της ανθρώπινης Ιστορίας και Πολιτισμού στην καθολικότητά τους. Όπως
είναι οι αντίστοιχες πολιτικές μορφές και ένδοξοι τραγικοί ήρωες της
Σαιξπηρικής θεατρικής τέχνης, του Ελισαβετιανού δραματουργού που αρχιτεκτονεί
στις εκατοντάδες συγγραφικές μικρολεπτομέρειες των αφηγήσεών του την νέα
περίοδο του πολιτισμού και της ιστορίας της ανθρωπότητας, ως ερμηνευτές ρόλων
πάνω στο θεατρικό σανίδι, ως κομπάρσοι καθοδηγούμενοι από την σκοτεινή και
αινιγματική Μοίρα το προσωπικό τους Πεπρωμένο. Ο χορός των ηρώων του Στέφαν
Τσβάϊχ δεν προέρχεται μόνο από τις ανώτερες κοινωνικά και πολιτικά ή
στρατιωτικά τάξεις, τις βασιλικές κάστες, αγκαλιάζει και στέκεται και στις
αντιδράσεις, τα διλήμματα, τους φόβους, ψυχολογικούς ενδοιασμούς, συνειδησιακές
ενοχές και ανακολουθίες απλών καθημερινών γυναικών και ανδρών, ατόμων προερχομένων
από αυτό που ονομάζουμε Λαό. Τα πρόσωπά του παρελαύνουν με την ίδια ισοτιμία
εξέτασης και αποτίμησης στα μυθιστορήματα και τα διηγήματά του, τις νουβέλες
του, τα έργα του. Άτομα ανώνυμα όμως μοναδικά μέσα στο δεδομένο χρονικό και
ιστορικό πλαίσιο που εμφανίζονται, έχοντας την δική τους βούληση, υψώνοντας την
δική τους φωνή απέναντι στο περιβάλλον τους, στο προσωπικό τους καθοριστικό
πεπρωμένο, τον περίγυρό τους. Ατομικότητες οι οποίες αντιμετωπίζουν καίρια
διλήμματα, μεταφέρουν μέσα τους μεταιχμιακά άγχη, κουβαλούν σταυροδρόμια
συνειδησιακών επιλογών, παραλήψεις και μεροληψίες της ιστορίας και, όταν
έρχεται η ώρα να λάβουν τις κρίσιμες αποφάσεις τους, τις οριακές, ακραίες, δύσκολες,
μη αναστρέψιμες για τους ίδιους ή τους ανθρώπους που κυβερνούν και ελέγχουν,
τότε αποκτούν την δραματικότητα που τους επιφυλάσσει η Μοίρα, ανεβαίνουν στο
βάθρο της τραγικότητας που τους αναλογεί από την συμμετοχή τους στα ιστορικά
δρώμενα. Όταν έρχεται η κρίσιμη, οριακή στιγμή να απελευθερώσουν, αφήνοντας
«ελεύθερο» το δαιμονιακό στοιχείο που κουφοβράζει εντός τους, αυτή η σπίθα
επαναστατικής ανάσας που γίνεται το εφαλτήριο και ο τροφοδότης των αποφάσεών και των επιλογών τους. Φωτεινές ή ομιχλώδεις, σκοτεινές ή σκιώδεις μορφές της
ιστορίας που γίνονται πρώτη ύλη στα βιβλία του. Πρόσωπα ραδιούργα που
μηχανορραφούν, δολοπλοκούν, επιβιώνουν πανούργα με κάθε πολιτική-επαναστατική
αλλαγή και κατάσταση, βλέπε τον ευφυή δολοπλόκο Ιωσήφ Φουσέ αρχηγό της Γαλλικής
Αστυνομίας. Αποδέχονται το σκοτεινό μοιραίο για την ίδια τους την ζωή λάθος της
κληρονομικής τους γενιάς, βλέπε Βασίλισσα των Σκώτων Μαρία Στιούαρτ. Το άλτερ
έγκο του διαζευτικού θηλυκού ζεύγους Στιούαρτ- Ελισάβετ της Αγγλίας η Α΄. Ή πάλι, οδηγούνται στην λαιμητόμο με την
έπαρση «χιλίων βασιλικών καρδιναλίων» όπως λέει ο λαός, βλέπε την Μαρία
Αντουανέτα, αρνούμενη να αποδεχτεί την λανθασμένη επιλογή των βασιλικών της
αντιλήψεών και διακυβέρνησης κατά την Γαλλική επαναστατική περίοδο. (αληθινή ή
όχι η φράση, «ας φάει ο λαός παντεσπάνι όταν πεινάει», έμεινε παροιμιώδης στις
σελίδες του θρύλου της Ιστορίας). Διαβάζουμε για τους μπροστάρηδες ήρωες οι
οποίοι συγκεφαλαιώνουν τους μύχιους πόθους και τα όνειρα, τους πατρογονικούς
οραματισμούς ενός ολόκληρου ξεριζωμένου και κατατρεγμένου μέσα στην Ιστορία
λαού έθνους, του Εβραϊκού, ο οποίος ποθεί να επιστρέψει στην Γη της Επαγγελίας
του, βλέπε Μενοράχ. Ποίηση και Ιστορία ενιαίες προϋποθέσεις της εξέτασης της
ανθρωπότητας, κοινές δεξαμενές ύλης στην συγγραφή της Καλλιτεχνικής του
Δημιουργίας. Τα συγγραφικά του παραδείγματα
είναι πολλά, δίχως να παραβλέπουμε και τις οριακές εκείνες προσωπικότητες που
οδηγούνται στην αυτοχειρία, βλέπε τον τραγικό βίο του Χάινριχ Κλάϊστ, στην
τρέλα, βλέπε τον μεγάλο φιλόσοφο και ποιητή-προφήτη Φρειδερίκο Νίτσε. Τον
δάσκαλο που όπως θα εκφραζόντουσαν οι σημερινοί νέοι στην δική τους διάλεκτο,
«έκαψε τα γκάζια του μυαλού, της σκέψης του». Άλλες ερημικές προσωπικότητες, οδηγούνται
στην αυτοαπομόνωση, στο κλείσιμο στον εαυτό τους, βλέπε την περίπτωση του
ονειροπόλου ρομαντικού φιλέλληνα ποιητή Φρήντριχ Χαίλντερλιν ο οποίος τα μισά
περίπου χρόνια της ζωής του τα πέρασε αυτοέγκλειστος, μην έχοντας αρμονική επαφή
με το περιβάλλον, αφήνοντάς μας όμως, σημαντικές ποιητικές καταθέσεις, ποιήματα
στην αιωνιότητα. Προσωπικότητες πέραν των ορίων του μέτρου που θέτουν στον βίο
τους οι καθημερινοί ανώνυμοι άνθρωποι, το πλήθος, ο λαός. Αυτών που θραύουν τα
σύνορα μεταξύ λογικής και παραλόγου, μεταξύ οράματος και πραγματικότητας,
ακροβατούν ανάμεσα στις φωτεινές και στις σκοτεινές δυνάμεις του σύμπαντος
γραμμές ισορροπίας. Τα οριακά άτομα με τις «διπλές» συνειδήσεις σκοτεινών και
φωτεινών πλευρών της. Οι ποιητές-χορευτές όπως θα έλεγε και ο Νίτσε, του οποίου
τα συγγραφικά και της σκέψης του βαδίσματα ακολούθησαν πλήθος ευρωπαίων και
ελλήνων διανοητών και λογοτεχνών. Κλασική η περίπτωση του δικού μας Νίκου
Καζαντζάκη. Των ατόμων που διαχωρίζονται από την Φύση, αρνούνται να αποδεχτούν
ότι αποτελούν μέλος της, των τραγικών προσωπικοτήτων που αμφισβητούν επί ματαίω
την Μοίρα τους. Αυτών που οδηγούνται από το Πεπρωμένο τους να ερμηνεύσουν και
να κατανοήσουν τον Κόσμο αλλιώς, πέρα από τα ανθρώπινα «συνηθισμένα» μέτρα και συμβάσεις. Που
ακολουθούν τον δύσκολο, κακοτράχαλο, αινιγματικό, διλημματικό ρόλο μέσα στην
κοινωνία, τον κόσμο, το σύμπαν που τους έλαχε από νωρίς. Ανάμεσα στην
Πινακοθήκη των Ηρώων του Στέφαν Τσβάϊχ υπάρχουν και οι περιπτώσεις εκείνες της
οίησης των προσωπικοτήτων της ιστορίας και του πολιτισμού, εκείνων των
φυσιογνωμιών που οδηγούνται σε αυτό που οι αρχαίοι έλληνες ονόμαζαν «Ύβρις». Κανένας
μάντης Τειρεσίας δεν μπόρεσε να αποτρέψει τον δρόμο τους προς την
αυτοκαταστροφή, καμία φωνή της Κασσάνδρας να σταματήσει, να ηρεμήσει τις
ταραγμένες συνειδήσεις τους. Προσωπικότητες «απροσάρμοστες» μέσα στο Φυσικό περιβάλλον
που βρέθηκαν. Μοναχικοί περιπατητές μέσα στην Κοινωνία, μοναχικές υπάρξεις,
ερημίτες περιδιαβαίνουν την Φύση, την Κοινωνία, είναι οι «Λύκοι της Στέπας»
όπως τους ιχνομύθησε ένα άλλος γερμανός συγγραφέας ο Έρμαν Έσσε. Είναι οι
διαχρονικές εξαιρέσεις προσωπικότητες που χάραξαν τα ίχνη τους στους νεότερους
ιστορικούς χρόνους ως επαναστάτες, ως ποιητές-προφήτες, ως
οραματιστές-φιλόσοφοι προερχόμενες από ένα πολιτισμικό πλαίσιο του αρχαίου
ελληνικού και ρωμαϊκού κόσμου αναφορών. Είναι τα τραγικά πρόσωπα μέσα στην
Ιστορία, είναι οι Άνθρωποι των κινητήριων δυνάμεων των τροχών της. Οι Καρλαϊκοί
Ήρωες της μίας και της άλλης πλευράς της ανθρωπότητας στα ενιαία της
καθολικότητάς της ερμηνευτικά σχήματα. Όπως ο αρχαίος έλληνας ιστορικός, ο
βιογράφος Πλούταρχος, εικονογραφεί στους «Βίους Παράλληλούς του» ιστορεί και
εξιστορεί με δίκαιη κρίση και τους δύο φημισμένους και ένδοξους άνδρες των δύο
εχθρικών στρατοπέδων, έτσι και ο λογοτέχνης και φιλίστωρ Στέφαν Τσβάϊχ
καλλιεργεί αντιθετικά ζεύγη και τα αντιμετωπίζει με την ίδια δίκαια οπτική, μας
τα παρουσιάζει με την ίδια εξεταστική ακεραιότητα και δικαιοσύνη. Δεν υπάρχουν
ίσως νικητές ή ηττημένοι εφόσον και οι μεν και οι δεν «δεσμεύονται» και
καθοδηγούνται από τους ιστούς της Μοίρας, την «πλεκτάνη» του Πεπρωμένου τους
που απλώνεται στον χώρο της ωμής πραγματικότητας και στον χώρο των ιδεών. Είναι
ακριβοδίκαιος στις θέσεις του και μάλλον μελαγχολικά συγκαταβατικός, με δόσεις
πικρίας και νοσταλγικής διάθεσης για αυτό που χάθηκε που απωλέσθηκε ως ευκαιρία
λύτρωσης. Εξετάζει, ανιχνεύει, ιχνομυθεί, διερευνά, φωτίζει με το ίδιο
ενδιαφέρον και θερμό ζήλο κάθε προσωπικότητα με την οποία έρχεται σε επαφή, την
σπουδάζει με την ίδια ζέση μέσα στις σελίδες των βιβλίων του. Τον ενδιαφέρει
όπως ο ίδιος μας δηλώνει στο προεισαγωγικό του σημείωμα για τον γερμανό
ρομαντικό ποιητή Φρήντριχ Χαίλντερλιν, το δαιμονιακό στοιχείο που υπάρχει,
κρυφοκαίει μέσα στον άνθρωπο, αυτήν την κινητήρια εξεγερτική δύναμη, διεγερτική
ορμή δημιουργίας που καλλιεργεί τις προϋποθέσεις εκείνες και τα εφαλτήρια
ερεθίσματα των εκδηλώσεων, των αποφάσεών του, της ανάπτυξής της ατομικότητάς
του, της ώθησής της ανθρώπινης φθαρτής και πρόσκαιρης ανθρώπινης φύσης να
πετάξει προς τα ουράνια με τα φτερά του Ίκαρου, την επιθυμία του ανθρώπου να
βουτήξει στα τάρταρα με όποιο τίμημα, την αυτό-καταστροφή του ως μέγιστο μάθημα
αυτογνωσίας, στην ανάδειξη του Παγκόσμιου Πνεύματος. Είναι οι τραγικότητες της
Ιστορίας, οι προσωπικότητες-ήρωες του Στέφαν Τσβάϊχ έχουν την στόφα της
Καρλαϋκής Ηρωολατρείας, θυμίζουν κατά μία άλλη ερμηνευτική, στοιχεία της πλευράς
του ελληνικού Ζορμπακικού ήρωα του συγγραφέα Νίκου Καζαντζάκη. Είναι ήρωες της
ζωής πρωτίστως παρά της μυθοπλασίας. Η μυθοπλασία χτίζει ένα επιπλέον μυθικό
κλίμα προσέγγισής τους κάτι που ενδέχεται να μην μπορεί να πράξει η ψυχρή και
αδέκαστη Ιστορία.
Οι απόψεις
του Στέφαν Τσβάϊχ για τον ποιητή Φρειδερίκο Χαίλντερλιν στην δεδομένη εξέταση
όπως φαίνεται-κατά την γνώμη μου- επηρέασαν και την οπτική του ποιητή και
μεταφραστή μοντερνιστή Τάκη Παπατσώνη στις γνωστές του μελέτες και κρίσεις για
τον γερμανό ρομαντικό ποιητή. Για να σταθούμε σε ένα χαρακτηριστικά
παραδείγματα έλληνα δημιουργού που έζησε και έδρασε την ίδια πάνω κάτω περίοδο
που κυοφορήθηκαν τα συγγραφικά επιτεύγματα του Τσβάϊχ. Ένας συγγραφέας ο οποίος
από τις αρχές των δύο δεκαετιών του προηγούμενου αιώνα έχει αρχίσει να γίνεται
παγκοσμίως γνωστός και αγαπητός και να κατακτά το αναγνωστικό κοινό στην δε
χώρα μας να αποκτά «ακολούθους».
Και με ποιο είδος και κατηγορία της
συγγραφικής τέχνης δεν έχει καταπιαστεί, δεν έχει ασχοληθεί αυτός ο
πολυγραφότατος και διάσημος συγγραφέας του μεσοπολέμου του 20ου
αιώνα. Ενδέχεται όπως υποστηρίζεται από τους εκατοντάδες παγκοσμίως μελετητές
του έργου του, να είναι ο πλέον πολυμεταφρασμένος και διαβασμένος, αγαπητός και
φημισμένος στο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο κοινό δημιουργός της εποχής του,
αφήνοντας πίσω ακόμα και ομοτέχνους του οι οποίοι βραβεύθηκαν με το Νόμπελ. Τα συγγραφικά
του ίχνη είναι διάσπαρτα, συνεχή, εντονότατα και δραστικά. Η παρουσία του
παραμένει ακόμα ζωντανή, ενεργή στις συνειδήσεις των αναγνωστών και των λογοτεχνών. Οι μεταφράσεις των βιβλίων του πολυπληθείς σε κάθε ήπειρο, κάθε
αναγνωστική γενιά αναζητά να γνωρίσει το έργο του. Νέες, σύγχρονες
μεταφραστικές δυνάμεις και γραφίδες ασχολούνται με τις δημιουργίες του,
στέκονται σε βιβλία του τα αποδίδουν, τα μεταφέρουν στην δική τους μητρική
γλώσσα, εμπλουτίζοντάς τα με σχόλια, σημειώσεις, χρήσιμες πληροφορίες. Στην
Ελλάδα, όπως προαναφέραμε, από τις αρχές της δεκαετίας του 1920 μεταφράστηκε
στα ελληνικά ο λόγος του. Πρώτη όπως δηλώνουν οι σελίδες των λογοτεχνικών
περιοδικών η ποιητική και κατόπιν η πεζογραφική του τέχνη. Παραμένει ο πιο
δημοφιλής συγγραφέας στην χώρα μας, (έστω των προηγούμενων γενεών) ξεπερνώντας συγγραφείς
όπως ο γερμανός Γκαίτε, ο γάλλος Μαρσέλ Προύστ, ο Ονόρε ντε Μπαλζάκ, η αγγλίδα
συγγραφέας Βιρτζίνια Γουλφ, ο πεζογράφος Κάρολος Ντίκενς, ο ιταλός θεατρικός
συγγραφέας και πεζογράφος Λουϊτζι Πιραντέλο, ο γερμανός Τόμας Μαν, ο ποιητικός
νεανίας Αρθούρος Ρεμπώ, ο ρώσος Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι. Ο αυστριακός συγγραφέας
Στέφαν Τσβάϊχ-είναι επίσης γνωστότερος και δημοφιλέστερος άλλων αυστριακών όπως
ο Ρόμπερτ Μιούζιλ- κατατάσσεται εδώ και χρόνια από την κοινή γνώμη στους
Κλασικούς συγγραφείς της ανθρωπότητας, με την διαχρονική εμβέλεια και επιρροή
της γραφής τους. Σε αυτούς που παρήγαγαν-κατασκεύασαν το δικό τους συγγραφικό
γούστο και στυλ διαχρονικά και διαμόρφωσαν εποικοδομητικά την τεχνική της
γραφής και το στιλ άλλων συγγραφέων. Τα βιβλία του γίνονται μπεστ- σέλλερ κατά
έναν παράξενο τρόπο. Αν και είναι μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού οι
αυτόνομες μελέτες που κυκλοφόρησαν στην ελληνική βιβλιαγορά για το έργο του,
βλέπε παραπάνω, τα βιβλία του, ιδιαίτερα αυτές οι εξαιρετικές ιστορικές του και φιλολογικές του μονογραφίες, οι πολιτικές του βιογραφίες, γίνονται ανάρπαστες
από το αναγνωστικό κοινό από την πρώτη στιγμή που θα πέσουν στα χέρια σου.
Είναι περισσότερο αγαπητές από τις αντίστοιχες βιογραφίες και ιστορίες κρατών
του γάλλου βιογράφου συγγραφέα Αντρέ Μωρουά, που έχουν κυκλοφορήσει στα
ελληνικά.
Έργα
του Στέφαν Τσβάϊχ έχουν μεταφερθεί με επιτυχία και στον κινηματογράφο. Βλέπε
την κλασική ασπρόμαυρη παραγωγή «Μαρία Στιούαρτ» με την αμερικανίδα σπουδαία
ηθοποιό Κάθριν Χέμπορτ, στον ρόλο ενός εκ των δικαστών της τον υποδύεται ο συγγραφέας
του αντιθεάτρου Αντονέν Αρτώ. Η ταινία πρόσφερε μεγαλύτερη δημοσιότητα στον ήδη
γνωστό συγγραφέα. Τον δημιουργό του αυτοβιογραφικού βιβλίου «Ο Χθεσινός
Κόσμος», ο «Ιωσήφ Φουσέ», ο «Ονόρε ντε
Μπαλζάκ», ο «Φρήντριχ Χαίλντερλιν», της εκπληκτικής νουβέλας «Σύγχυση Αισθημάτων» (προάγγελο θεματικά αρκετών ομοερωτικών βιβλίων). Του στιλίστα της
δοκιμιακής τέχνης «Μονταίνιου», της «Μαρίας Αντουανέτας», της «Μαρίας Στιούαρτ»
(την έχει μεταφράσει ο ποιητής Γιώργος Κοτζιούλας για τις εκδόσεις του
«Ρομάντσου» 1956), του «Ρομάν Ρολλάν (με τον «Ζαν Κριστόφ» του), Ο Άνθρωπος και
το έργο του», (έχει μεταφραστεί από τον ποιητή Νικηφόρο Βρεττάκο), του ρώσου
«θεολόγου»-ανατόμου της σλαβικής ψυχής «Φιοντόρ Ντοστογιέφσκη» (μεταφρασμένο
για τις εκδόσεις Γκοβόστη από τον Κώστα Μεραναίο). Του «Σταντάλ» και του άτυχου
οριακού «Χάινριχ Κλάϊστ» (της «Σπασμένης Στάμνας», παραστάθηκε στα ελληνικά από
τον σκηνοθέτη και ηθοποιό Λευτέρη Βογιατζή) μεταφρασμένη μονογραφία από τον
Αλέξη Καρρέρ για τον ίδιο εκδοτικό οίκο. Ο Τσβάϊχ στην εξέταση του έργου του
Φρήντριχ Χαίλντερλιν, παραλληλίζει τις οριακές ζωές- υπάρξεις του Χαίλντερλιν,
του Κλάϊστ και του Φρειδερίκου Νίτσε με τις συμπερασματικές του διαπιστώσεις.
Συνέθεσε ακόμα μελέτες για τον κλασικό πεζογράφο «Ονόρε ντε Μπαλζάκ»
μεταφράστηκε στα ελληνικά εξαιρετικά από τον πεζογράφο Γιάννη Μπεράτη, τον
άγγλο ανατόμο της αγγλικής κοινωνίας και παιδικής ηλικίας στις εργασιακές τους
σχέσεις και εθιμικές συνήθειες της αγγλικής κοινωνίας «Κάρολο Ντίκενς»
μεταφερμένο στα ελληνικά από τον Κωστή Λ. Μεραναίο. (Μια ελληνική μεταφραστική
φωνή η οποία έχει αφήσει πίσω της μεγάλη μεταφραστική παρακαταθήκη βιβλίων). Η
γαλλοτραφής και γαλλομαθής πεζογράφος Μιμίκα Κρανάκη μεταφράζει το μυθιστόρημά
του, Ιούλιο του 1945, «Ανυπόμονη Καρδιά». Δεκαετίες αργότερα, 2017, η
πεζογράφος Σώτη Τριανταφύλλου γράφει την εισαγωγή και μεταφράζει την «Έκκληση
προς τους Ευρωπαίους», ενώ ο Δημήτρης Δημοκίδης μεταφράζει το 2019, το «Μια
συνείδηση ενάντια στη βία. Καστελιόν κατά Καλβίνου» και εκ νέου, την «Σύγχυση
Αισθημάτων» για τις εκδόσεις «Ροές» 2003. Ο Λεωνίδας Παυλής και ο Πολύβιος
Βοβολίνης μεταφέρουν για τις εκδόσεις «Ο Κεραμεύς» το «Μυστικό της
Καλλιτεχνικής Δημιουργίας» και «Ο Κόσμος της Τέχνης.
Ντάντε-Γκαίτε-Ρενάν-Τολστόι- Γκόρκυ» αντίστοιχα. Ο εκδότης και συγγραφέας
Δημήτρης Κωστελένος μεταφράζει για τις εκδόσεις «Γλάρος» την μελέτη του Τσβάϊχ,
«Ο Φρόϋντ και η Ψυχανάλυση» το 1980, πέντε χρόνια μετά την πτώση της χούντας. Η
μελέτη του «Φρειδερίκος Νίτσε. Ο Παιδαγωγός της Λευτεριάς» κυκλοφορεί δίχως
χρονολογία έκδοσης από τις κάπως πρόχειρες εκδοτικά και τυπογραφικά λαϊκές
εκδόσεις «Μαρή» Η Μαρία Αγγελίδου, μεταφράζει το πολυδιαβασμένο του «Οι Μεγάλες
Ώρες της Ανθρωπότητας» για τις εκδόσεις «Πατάκη», (αρκετά κεφάλαια του βιβλίου
έχουν κυκλοφορήσει αυτόνομα τις προηγούμενες δεκαετίες). Οι εκδόσεις «Ροές- “Printa”, το 2006 επανακυκλοφορούν το βιβλίο
«Ο Κόσμος του χθές. Αναμνήσεις ενός Ευρωπαίου». Ας κλείσουμε την σύντομη αυτή
ενδεικτική περιδιάβαση σε βιβλία του αυστριακού συγγραφέα που έχουμε διαβάσει,
με τον τόμο Ανθολόγιο, Εννέα ιστορίες, «Ο ονειροπόλος κύριος Τσβάϊχ» σε
ανθολόγηση, εισαγωγή και μετάφραση της Γιώτας Λαγουδάκου για τις εκδόσεις
«Μεταίχμιο» 2015.
82 συνολικά οι τίτλοι του (ενδέχεται και
παραπάνω) που γίνονται ανάρπαστοι είτε με τον αρχικό τους τίτλο είτε παραλλαγμένοι.
Αφηγήσεις που παρουσιάζονται ενιαίες στις καινούργιες κυκλοφορίες τους.
Μυθιστορήματα, Νουβέλες, Διηγήματα, Ποίηση, Μονογραφίες, Βιογραφίες, Ιστορικές
μελέτες, Επισκοπήσεις των ιστορικών και πολιτιστικών συμβάντων και γεγονότων
του Αιώνα του, Θέατρο, Κριτικές, Επιστολογραφία και Ημερολογιακές καταθέσεις,
τίποτα δεν ξέφυγε από το βλέμμα και την γραφίδα του καθηγητή της φιλοσοφίας
Στέφαν Τσβάϊχ, από το πλούσιο και πολύχρωμο πανόραμα της σκέψης του, των ιδεών
του, των εποπτικών περιπλανήσεών του. Τα έργα του δηλώνουν την στόφα του
συγγραφέα, το ταλέντο του, την εργατικότητά του, την διερευνητική του ματιά.
Μια ευρέων θεμάτων ιστορική, φιλολογική λαϊκή, προσιτή και στον πλέον αδαή
αναγνώστη, έγκυρη και τεκμηριωμένη σε στοιχεία και πληροφορίες, λεπτομέρειες
«εγκυκλοπαίδεια» η συγγραφική παρουσία του ταλαντούχου αυστριακού. Τα βιβλία
του, παρά του ότι έχουν έναν ισχυρό λαϊκό αναγνωστικό χαρακτήρα, είναι δηλαδή
δοκίμια και ιστορικές μελέτες, μονογραφίες γραμμένες, προσαρμοσμένες όσον αφορά
την γλώσσα και το ύφος την τεχνική τους, την θεματογραφία τους, στην λαϊκή ψυχή
και μάλλον αναγνωστική «αντίληψη», παραμένουν επιμορφωτικά στα ευρεία στρώματα του λαού.
Έχουν την φόρμα λαϊκών ευρείας αναγνωστικής «κατανάλωσης» συγγραφικά προϊόντα παρά την δημοσιογραφική τους ατμόσφαιρα και τεχνική γραφής, δεν χάνουν κάτι από- να
το επαναλάβουμε- την εγκυρότητά τους, την τεκμηριωμένη βιβλιογραφικά
επεξεργασία τους, την επιστημονική σπονδύλωσή τους. Εξάλλου, ας το
υπενθυμίσουμε, αυτού του είδους τα λαϊκά αναγνώσματα ζητά με βουλιμία το
αναγνωστικό κοινό της εποχής του. Αυτά τα λαϊκά ιστορικά και πολιτικά ρομάντζα
διαβάζουν και οι Έλληνες και οι Ελληνίδες αναζητώντας γέφυρες να ερμηνεύσουν την δική τους πολιτική και ιστορική,
κοινωνική πραγματικότητα. Τις σημαντικές μικρολεπτομέρειες της Ιστορίας και των
σημαντικών προσωπικοτήτων της σε μία ευρύτερων λαϊκής αποδοχής προσέγγιση. Οι
αντιξοότητες της ζωής τους, οι ταραγμένες, θυελλώδεις, σκοτεινές δεκαετίες των
ευρωπαϊκών γενικευμένων πολεμικών γεγονότων κάνει τους ανθρώπους να στραφούν
προς την Ιστορία, να θέλουν να την κατανοήσουν, να δικαιολογήσουν ή καταδικάσουν
τις πολιτικές ή στρατιωτικές προσωπικότητές της και ενέργειές τους. Όχι όμως
της επίσημης Ιστορίας μπλεγμένη μέσα σε θεωρητικά «πανεπιστημιακά» σχήματα και
σχηματικές ιδεολογικές περικοκλάδες. Οι ευρωπαίοι και έλληνες πολίτες αυτής της
εποχής είναι πολιτικά και κοινωνικά υποκείμενα της Ιστορίας ενεργά, δρώντα των
Ιστορικών στιγμών και αλλαγών που βιώνουν, ζούνε και διαμορφώνουνε εκόντες
άκοντες ομού, σαν λαός. Γεύονται και υπομένουν τα αποτελέσματά της αγωνιζόμενοι
να τα ανατρέψουν. Αν ανατρέξουμε στις εφημερίδες εκείνων των χρόνων θα δούμε τα
εκατοντάδες λαϊκά δημοσιεύματα τα οποία γράφονται από σημαντικούς και
καταξιωμένους λόγιους συγγραφείς και αφορούν πολιτικούς, βασιλείς,
στρατιωτικούς ηγέτες, κοινωνικούς επαναστάτες, εφευρέτες, ταξιδευτές και
περιηγητές, λαϊκά ρομάντζα κρυφών ερώτων βασιλιάδων ή ηγετών με θνητές,
καζανόβες κρυφά είδωλα. (Παρενθετικά, ποιος δεν θυμάται από την γενιά μου, το
«λάβ στόρυ» που δημοσιευόταν σε συνέχειες στις σελίδες της εφημερίδας «Η
Βραδυνή» μεταξύ Εύας Ντουάρτε- Περόν και του προέδρου Χουάν Περόν, την ζωή και
τα έργα του «Κόμη Δράκουλα» κλπ). Ακόμα και οι νέοι και νέες της δικής μας
γενιάς μετά την μεταπολίτευση, «κατηχούμασταν» στην πρόσφατη και παλαιότερη
ελληνική και παγκόσμια Ιστορία μέσω αυτών των λαϊκών αναγνωσμάτων τα οποία
διαβάζαμε σε λαϊκά έντυπα, περιοδικά και εφημερίδες ευρείας δημοσιότητας. Μια
παράδοση που ξεκινά από τα «Ληστρικά μυθιστορήματα» αν δεν λαθεύω. Ας φέρουμε
στο νου τα βιβλία που έχουν γραφεί για τον Μακεδόνα στρατηλάτη Μέγα Αλέξανδρο,
την Γαλλική Επανάσταση, τον Μεγάλο Ναπολέοντα, τον Λόρδο Βύρωνα και τους
κρυφούς έρωτές του, και τόσους άλλους θρύλους του παγκόσμιου πολιτισμού. Ακόμα
και για μεγάλες προσωπικότητες της Τέχνης της Αναγέννησης έχουν γραφεί λαϊκές
μυθιστορηματικές βιογραφίες. Μιχαήλ Άγγελος, Λεονάρντο Ντα Βίντσι, για τον
πατέρα της θεωρίας της Σχετικότητας Άλμπερτ Αϊνστάιν και τόσους άλλους
διαμορφωτές και ευεργέτες της Ιστορίας της Ανθρωπότητας και του Πολιτισμού.
Αυτή, η για τους επίσημους ιστορικούς «παραδοξότητα» στάθηκε ο «άλλος πόλος»
γνωριμίας μας με τις αλήθειες και την τραγικότητα των περιπτώσεων της επίσημης
Ιστορίας. Τι είναι τα θρησκευτικής θεματολογίας βιβλία του Τζοβάνι Παπίνι; Παρά
λαϊκά αναγνώσματα με διδακτικό «κατηχητικό» του χριστιανικού ποιμνίου
περιεχόμενα, για τον Θεού, τον Σατανά κλπ. Ορισμένοι τίτλοι βιβλίων του Νίκου
Καζαντζάκη, τα Πειρατικά μυθιστορήματα του Γιώργου Λεονάρδου ακόμα και το
Παπαδιαμαντικό μυθιστόρημα της ζωής και των ιδεών του πρώτου έλληνα φιλοσόφου
μετά την Άλωση Γεώργιου Γεμιστού Πλήθωνα. Δεν συναγωνίζεται η αχλύ του Μύθου με
την ιστορική πραγματικότητα της ζωής και των δημοκρατικών αλλαγών που επέφερε
στην ευρωπαϊκή συνείδηση η αυτοκρατορική στρατιωτική παρουσία του Μεγάλου
Ναπολέοντος, ακόμα και μετά την ήττα του στο Βατερλό; Παρά την σημαντική ταινία
του ιταλού σκηνοθέτη- ποιητή Πιέρ Πάολο Παζολίνι, «Το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο» η
μεγάλη μάζα των θεατών στρέφουν το ενδιαφέρον τους, ας μας επιτραπεί, στην
δακρύβρεχτη ευφάνταστη «σαπουνόπερα» του Φράνκο Τζεφιρέλι, τα χολιγουντιανά
ιστορικά χριστιανικά έπη. Τι απήχηση είχαν τα τελευταία χρόνια τα γαλλικά
ιστορικά μυθιστορήματα της γαλλίδας συγγραφέως Κλεμάν, τα σημαντικά έργα
ιστορικής μυθοπλασίας της Μαργαρίτας Γιουρσενάρ. Τα παραδείγματα πολλά στην
ιστορία της παγκόσμιας και ελληνικής γραμματείας. Ο μυθιστορηματικός λόγος
σπονδυλώνει με την δική του επιχειρηματολογία και οπτική την αναγνωστική μας
παράδοση εξίσου ισάξια με τις επίσημες ιστορικές δέλτους από τους καθιερωμένους
αμιγώς ιστορικούς συγγραφείς. Αν το αναγνωστικό κοινό στην διαμόρφωση της
γνώμης του είναι περισσότερο ευάλωτο και «ανυπεράσπιστο» απέναντι στα κυρίαρχα
διδάγματα της επίσημης Ιστορίας σε σχέση με την προτίμησή του στα λαϊκά
αναγνώσματα, είναι ένα άλλο ζήτημα αξιολόγησης και έρευνας.
Ο
Στέφαν Τσβάϊχ πέτυχε εύστοχα να κάνει την Ιστορία και το έργο πολλών δημιουργών
της, γενικής εικόνας του Πολιτισμού που τον διαμόρφωσαν, κτήμα σε μεγάλες
αναγνωστών πληθυσμιακές κοινότητες (για να μην γράψω μάζες). Ας μου επιτραπεί,
έχοντας εκφράσει τις θετικές θέσεις μου χιλιάδες φορές, το μεγάλο αναγνωστικό
κοινό μπορεί να υπερηφανεύεται για την κληρονομιά του ιστορικού Θουκυδίδη όμως
τους μηχανισμούς της αρχαίας ιστορίας και λειτουργία της δεν την διδάσκεται
τόσο από το έργο του, αλλά από άλλες λαϊκές ή απλούστερες πηγές ενημέρωσης. Ο
Θουκυδίδης είναι σχολείο για διπλωμάτες και ιστορικούς όχι για τον λαό είτε
προέρχεται από τις λαϊκές κωμωδίες του Αριστοφάνη είτε από τα λαϊκά πανηγύρια
του Γεωργίου Σουρή, του Θεάτρου Σκιών, του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη συγγραφική
παράδοση. Ο Στέφαν Τσβάϊχ κάλυψε τα ράφια βιβλιοθηκών λαϊκών οικογενειών μπήκε σε σπίτια του ανώνυμου, απλού λαού, δίχως φυσικά να αγνοούνται τα βιβλία
του από λόγιες υπάρξεις, διανοούμενους και συγγραφείς, καθηγητών και ιστορικών
τραπέζια, ευρύτερης εκπαιδευτικής μόρφωσης άτομα. Στάθηκαν ένα είδος ιστορικής
και της λογοτεχνίας αγωγής αν δεν λαθεύω. Είναι ο συγγραφέας για όλα τα μέλη
της οικογένειας ανεξαιρέτως, του επιπέδου τους. Αν στατιστικά ανατρέξουμε
σε παλαιότερους και σύγχρονους εκδοτικούς οίκους, σε παλαιοπωλεία που
καταλήγουν πλήθος Βιβλιοθηκών μετά τον θάνατο των ιδιοκτητών τους, θα
διαπιστώσουμε την πληθώρα των «μη διαθέσιμων» τίτλων του, των εξαντλημένων βιβλίων του που δεν βρίσκουμε εύκολα με την πρώτη ή δεύτερη αναζήτηση, και
αυτό κάτι σήμαινε και σημαίνει για τα ελληνικά αναγνωστικά δεδομένα.
Αναγνωρίζεται
το ταλέντο του και το χάρισμα της γραφής του από πολλές πλευρές και χώρους
ανάγνωσης. Οι αναγνώστες του εμπιστεύονται την γραφή του, δεν αμφιβάλλουν για
τα φιλολογικά και ιστοριογραφικά του συμπεράσματα. Αποδέχονται ότι η Ποίηση και
η Ιστορία σύμφωνα με την αντίληψή του και συγγραφική του τακτική οφείλουν να
εξετάζονται από τους συγγραφείς ενιαία. Σαν οι δύο όψεις της ίδιας μορφής του
ανθρωπίνου πνεύματος και της παγκόσμιας συνείδησης. Τίποτα το διανοουμενίστικο
στον λόγο του, τίποτα σκοτεινό στις θέσεις και συμπεράσματά του, ο Τσβάϊχ
μερινά για εμάς αναγνωστικά πριν από εμάς όσο και αν μοιάζει υπερβολική αυτή η
διατύπωση, απευθύνεται δηλαδή άμεσα στον αναγνώστη τόσο στο θυμικό όσο και στη
λογική του, δίχως να του αφήνει περιθώρια αμφισβήτησής του. Μπορεί να μην σου
πάει αναγνωστικά αλλά δεν μπορείς εύκολα να αμφισβητήσεις την πλοκή, εξέλιξη,
διαπραγμάτευση, ανάδειξη της ιστορικής αλήθειας. Το ύφος του είναι νηφάλιο,
ειρηνικό, νοσταλγικό, κάπως μελαγχολικό και απαισιόδοξο, δεν χάνει όμως την
ευστοχία του. Η γλώσσα του είναι στρωτή, κυλά ήρεμα, δεν κάνει κοιλιές, δεν
κορυφώνεται σε νοηματικούς δαιδάλους, έχει την δημοσιογραφική σαφήνεια, την
απλότητα, την ρεπορταριζίστικη μορφή ενταγμένη στον ιστορικό και της
μυθοπλασίας λόγο και έκφραση. Ακόμα και αν οι ελληνικές μεταφράσεις δεν
πετυχαίνουν πάντα το στόχο τους, ξεφεύγουν από τα μεταφραστικά πλαίσια που
επιβάλλουν οι «καλές μεταφραστικές αποδόσεις» της εποχής σε μία άλλη γλώσσα,
βλέπεις ότι οργανώνονται εσωτερικά ομαλά, σε αυτό τις βοηθούν τα ίδια τα κείμενα
του Τσβάϊχ, το στιλ και ύφος του, τα πρωτότυπα έργα «καθοδηγούν» κρατάν το
τιμόνι της μετάφρασής του μεταφραστή τους. Η γλωσσική ρυθμολογία του συγγραφέα
μεταφέρεται φυσικά ανάλογα και με τα λογοτεχνικά, ποιητικά εφόδια των
μεταφραστών και τις άλλες αντοχές τους. Οι επεξεργασίες των μοτίβων του
ακολουθούν μία σταθερότητα στην ερμηνευτική γραμμή τους, στην ανάδειξη της
προσωπικότητας του ήρωα στις μεταιχμιακές του στιγμές, αυτές που αγωνίζεται να
απαλλαγεί ή καταπλακώνεται η ιστορία της ζωής του από το Πεπρωμένο του. Ας μην
φοβόμαστε και κουραζόμαστε να το επαναλαμβάνουμε. (Άλλωστε και ο ίδιος ο
συγγραφέας επανέρχεται υπενθυμίζοντάς μας σε αρκετά βιβλία του). Αυτό που
αποκαλούμε προσωπικό μονοπάτι της Μοίρας του καθενός. Εδώ κατά την αναγνωστική
μου κρίση, οι αληθινοί ήρωές του προσομοιάζουν με τους ήρωες της αρχαίας
ελληνικής τραγωδίας, διαθέτουν τα στοιχεία εκείνα, τα ανερμήνευτα και
αινιγματικά-εκ των Θεών-τα οποία ζυμώνουν την προσωπικότητά του, πλάθουν τον
χαρακτήρα του, ορίζουν τις πράξεις του, πληρώνοντας ασφαλώς το όποιο τίμημα στο
τέλος. Ο Ήρωας δεν είναι απλά μία Ιστορική μονάδα στο χρόνο ανεξάρτητη, αλλά
είναι μία Τραγική μονάδα στην αιωνιότητα που τον και την διαμορφώνει. Η μυθοπλαστική
του γραφή προσαρμόζεται και περιέχει την ιστορική αλήθεια δίχως να αλλοιώνει
τον πυρήνα της, δεν καλύπτει της επίσημης ιστορίας επιχειρηματολογίες, την
εξυψώνει μέσα στον τραγικό της μύθο διατηρώντας όμως την ιστορική της
ρεαλιστική πραγματικότητα και βάση, τον νατουραλισμό της αποδοχής της πυρήνα. Ο
Τσβάϊχ, δεν ξεφεύγει από τις γραμμές της Ιστορίας αντίθετα τις λειαίνει για να
κυλίσει ανετότερα το πεζογραφικό του τρένο. Ορισμένες φορές, οι μελαγχολικοί
και της απαισιοδοξίας του τόνοι διαισθάνεσαι ότι λειτουργούν συγγραφικά κάπως
«πρωτόγονα», δηλαδή σαν ο συγγραφέας παρά τις προσωπικές του μελέτες και
διαβάσματα, να νιώθει «νεοφώτιστος», «τυφλός», «ανυπεράσπιστος» μπρος στις
παγίδες της Ιστορίας και της Μοίρας. Οραματίζεται τον παλαιό Κόσμο σαν μεγάλα
ανακυκλούμενα εικονογραφικά πλάνα τα οποία κλείνουν σταδιακά τον κύκλο τους
μέσα στις βίαιες συμπληγάδες του καλπάζοντος καινούργιου Κόσμου της απομάγευσης
των αρχαίων πολιτισμικών παραδόσεων και κοινωνικών αλλαγών και απορρίψεων
παλαιών κανόνων και αξιών. Διαλύονται οι αρχές της συνοχής του, αμαυρώνονται οι
αξίες του, καταστρέφονται οι ιστοί της πολιτικής του αρμονίας, ανατρέπονται οι
ηθικές του αναφορές, γκρεμίζονται πανάρχαιοι κανόνες και δοξασίες,
απορρίπτονται οι παλαιότερες παραδοσιακές ψυχικές του ανάγκες και σταθερές της
συνείδησής του. Τα σύμβολά του και είδωλά του, οι πανάρχαιοι σωτήρες και
δικαστές Θεοί του. Ο Στέφαν Τσβάϊχ οικοδομεί τους φιλολογικούς του χαρακτήρες
μέσα σε έναν νέο μοντέρνο ρευστό κόσμο ο οποίος έχει αρχίσει να απομαγεύεται
και να ασπάζεται ήρωες απρόσωπους, άμυθους, άμορφους, άφεγγους, τερατώδεις,
φρικιαστικούς, είδωλα άγρια, καταστροφικά, μορφές χωρίς ρίζες προσωπικής
ιστορίας, αισθάνεται να γεννιέται ο νέος μοντέρνος άνθρωπος, ο άνθρωπος των
μηχανών και της τεχνολογίας, των άξενων μεγαλουπόλεων, των ανθρώπων της μη
Φύσης, των δίχως συγκεκριμένο χαρακτήρα, ταυτότητα, ωριμότητα, κοινή συνείδηση
και συμπεριφορά. Έρμαιο κάθε πολιτικού, στρατιωτικού, επαναστάτη, θρησκευτικής
δοξασίας λαοπλάνου και αιματοβαμμένου
ιδεολόγου. Καρικατούρες ανθρωπισμού αναφύονται από παντού, ένα φαουστικό,
διαμονιακό πνεύμα κυριαρχεί στις συνειδήσεις και τις ψυχές, τις πράξεις και τις
ενέργειες των νέων της Ιστορίας ατόμων- πολιτών, των σύγχρονων ανθρώπων του
παραπαίοντος Κόσμου. Είναι οι νέες αρχές της Ιστορίας, της επανεγγραφής της ως
βίωμα χωρίς αντίκρισμα. Ο άνθρωπος μετέωρος μεταξύ του μεγάλου ναι και του
μεγάλου όχι της προσωπικής του ζωής και ιστορίας για να θυμηθούμε τον λόγο του
Αλεξανδρινού ποιητή Κωνσταντίνου Π. Καβάφη. Είναι η αντικοινωνικότητα των ρόλων
της Ιστορίας και της Λογοτεχνίας πριν αποκτήσουν την κοινωνικότητα του
καινούργιου ρόλου τους απέναντι στην Κοινωνία, την Φύση στην «ακρωτηριασμένη»
τους διάσταση.
Από την πρώτη στιγμή που θα έρθεις σε επαφή
με τα βιβλία του μαγεύεσαι, σε προσκαλούν σε ένα ταξίδι στο παρελθόν που έχεις
μπροστά σου. Ανοίγεις συνομιλίες μαζί τους καθώς τα διαβάζεις, ταυτίζεσαι ή όχι
με τους πραγματικούς ήρωές του που ήδη έχουν φανερώσει το πραγματικό τους πρόσωπο
μέσα στην Ιστορία, το γεγονός αυτό είναι αδιαπραγμάτευτο, δεν αλλάζουν οι
πράξεις και οι επιλογές των ηρώων, έχουν συντελεστεί, δεν αναιρούνται, δεν
μπορούν να διαψευστούν. Το κουβεντολόι μας γίνεται με τον μύθο που στήνει ο
πεζός λόγος, ο λόγος της λογοτεχνίας και όχι ο ανδριάντας της ένδοξης ιστορίας.
Ο εκ των υστέρων της λογοτεχνίας ή βιογραφίας φωτισμός τους αποσκοπεί μόνο στην
καλύτερη κατανόηση των τότε επιλογών τους, αυτά που είχαν προσδιοριστεί στον
βιολογικό χρόνο τους από το εκάστης φυσιογνωμίας Πεπρωμένο της. Ένας κόσμος ολόκληρος με τα πολλαπλά του επίπεδα
περνά μπροστά από τα μάτια μας. Τα πεζά του έχουν πλοκή, δράση, κίνηση. Ο ίδιος
διαθέτει κρίση και ιστορικό και φιλολογικό ένστικτο, του τι ακριβούς είναι
καίριο, ουσιώδες και τι περιττό, ώστε να κεντρίσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη.
Να θελήσει να μπει μέσα στο μεδούλι της
ιστορικής του μυθοπλασίας. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς βιβλιοφάγος για να
του αρέσουν τα βιβλία του, αρκεί να διαβάζει έστω και σποραδικά ιστορικά βιβλία
και να ενδιαφέρεται για ζητήματα πολιτισμικής γραμματείας, την συγγραφική παράδοση
της ανθρωπότητας. Πολυπρόσωπα τα έργα του, δραστήρια και ενεργά από την αρχή
της ιστορίας μέχρι το τέλος της τα πρόσωπα των ηρώων του, είναι παρόντα είτε
στο προσκήνιο είτε στις κουίντες. Οι μυθοπλασίες του είναι ακριβή ψυχογραφήματα
της ανθρώπινης προσωπικότητας, των λαβυρίνθων της συνείδησης πραγματικών
ανθρώπων. Ο Στέφαν Τσβάιχ υιοθετεί ένα είδος λογοτεχνικής ψυχανάλυσης,
ανατέμνει τις συνειδήσεις των ηρώων του, βουτά στα βάθη της ψυχής τους κοιτά τα
ύψη των αναβάσεών τους. Στέκεται με εξαιρετική μαεστρία τόσο στην εξωτερική
παρουσία τους και αντιδράσεις τους, κοινωνικές δεσμευτικές αντιλήψεις αντρών
και γυναικών πέρα από την εποχή που τις κυοφόρησε όσο και στις εσωτερικές
μεταπτώσεις τους, συνειδησιακούς τους δισταγμούς και υπαρξιακά τους διλήμματα.
Συνήθως βάζει το άτομο, το εξετάζει σε σχέση με το οικείο του περιβάλλον, τους
άλλους γύρω του, την φύση. Τα έργα του διακρίνονται για αυτό που θα ονομάζαμε
έντονη κινητικότητα της ανθρώπινης συνείδησης, ίσως και στην ρευστότητά της
στην τάση της προς την ανεξαρτησία, ελευθερία προερχόμενη από την καλώς
εννοούμενη δαιμονιακή τους φύση. Τα άτομα δεν είναι απαθή απέναντι στο
κοινωνικό τους περιβάλλον, κρίνουν και αντιδρούν, αμφισβητούν ή απορρίπτουν,
στέκονται ερωτηματικά απέναντι σε κατεστημένες των οικογενειών τους εθιμικές
και άλλες συνήθειες, αντιλήψεις και της εξουσίας κανόνες. Οι σκιαγραφήσεις του
στρέφονται τόσο σε μικρά όσο και σε μεγάλα πλάνα της ζωής, της ιστορίας και της
επιστήμης. Κανένα από τα συγγραφικά του μοτίβα δεν μας είναι ξένο, αδιάφορο,
ανιστόρητο, δεν προκαλεί την απόλυτη αποστροφή μας, ίσα- ίσα τα πρόσωπα μας
είναι ελκυστικά ακόμα και κατά την πτώση τους, την όποια «καταστροφή» τους από
μηχανισμούς της Μοίρας ή ανθρώπινων κύκλων της εξουσίας μηχανορραφίες. Είναι η
παρουσία του ανθρώπου και της προσωπικότητάς της στην ολότητά της απέναντι στο
μεγάλο σύνολο ανθρώπων, που είναι «αναγκασμένος» να συνυπάρχει, ή επιλέγει να
γίνει ερημίτης. Πληγωμένη ή μη, δικαιωμένη ή όχι, βασανισμένη και τυραννισμένη
μέσα στον κοινωνικό περίγυρο που ζει και την διαμορφώνει η συνείδησή του, ο
ιστός της ανθρώπινης παρουσίας βρίσκεται διαρκώς σε μία αμάχη με το περιβάλλον,
σε έναν αναβρασμό κατεδαφίσεων και απορρίψεων, δημιουργικών αμφισβητήσεων. Η
συγγραφική του φωνή είναι πολύηχη δίχως να είναι κραυγαλέα ή πολεμοχαρής, είναι
νηφάλια ήρεμη στις κριτικές της αποτιμήσεις. Οι συλλογισμοί του σαφείς και
εύλογοι, οι δραματικές του διαπιστώσεις προέρχονται από την αληθινή ζωή των
δρώντων ατόμων στο ιστόγραμμα του παρελθόντος της Ιστορίας και της εποχής τους.
Η γραφή του είναι ιστοριοκεντρική και ψυχολογοκεντρική θα γράφαμε ταυτόχρονα,
δίχως οι εξεταστικές προεκτάσεις της να επικαλύπτουν η μία την άλλη. Προβάλλει
στις σελίδες των βιβλίων του ισχυρές προσωπικότητες και δευτερεύοντες φιγούρες ηρώων με ισχυρή
όμως θέληση, με τους έντονους φωτισμούς του χαρακτήρα τους, τις σκιές τους, την
ανωριμότητά τους και την σοφία τους μέσα στην απλότητά τους.
Ο Κόσμος
αλλάζει και μαζί του και το συγγραφικό δικό του σύμπαν. Ακολουθεί τις εξελίξεις
και τις μεταφέρει στις σελίδες των έργων του, ο ίδιος σαν άτομο και ενεργός
πολίτης νιώθει τα αδιέξοδά του. Την έλλειψη προσαρμογής του. Σημαδιακές
προσωπικότητες της Ιστορίας και των Γραμμάτων περνούν πανοραμικά μπροστά από τα
μάτια μας λες και διαβάζουμε «κινηματογραφικά πλάνα». Θέλω να πω, ότι έχει κάτι
από την κινηματογραφική τεχνική η γραφή του, μια μορφή σεναριακότητας αν στέκει
ο όρος, όπως και τα μυθιστορήματα του έλληνα λογοτέχνη Νίκου Καζαντζάκη. Είτε
τα έργα του είναι μυθοπλασίες είτε βιογραφούν μορφές μεγάλων ευρωπαίων
πεζογράφων έχουν την ίδια συνειδησιακή επισκόπηση. Συνεξετάζει συγγραφείς,
Φρήντριχ Χαίλντερλιν, Κάρολο Ντίκενς, τον αρχηγό της γαλλικής αστυνομίας Ιωσήφ
Φουσέ με άτομα ισχυρά της γαλλικής επανάστασης. Αναστήματα και μεγέθη της
παγκόσμιας λογοτεχνικής παράδοσης διαχρονικά και ανεπανάληπτα, Τζαίημς Τζόϋς τα
οποία δεν έχει λησμονηθεί το όνομά τους, ούτε έχουν αποκαθηλωθεί από το οικουμενικό
πάνθεον της αναγνωστικής συνείδησης και εκτίμησης του κόσμου. Κάθε βιβλίο του
«κάνει πάταγο», αγαπιέται από τις πρώτες του σελίδες όταν κυκλοφορήσει.
Διαβάζεται μονορούφι, απνευστί, γίνεται νοερά σύντροφος του αναγνώστη για ένα
διάστημα, παραμένει ενεργή η ατμόσφαιρά του στην μνήμη του. Οι κορυφές και οι
πεδιάδες της ψυχολογίας της ψυχής του ανθρώπου, οι εξώστες και τα υπόγεια της
ανθρώπινης συνείδησης, οι διαμορφωτικοί παράγοντες του χαρακτήρα του,
αποτυπώνονται στην σκέψη μας με απλό, κατανοητό και καθόλου στριφνό, αλλά
εύληπτο τρόπο, λαγαρό ύφος και στρωτή γλώσσα. Λάτρης του πατέρα της Ψυχανάλυσης
Σίγκμουντ Φρόιντ, μεταφέρει στα έργα του τις αρχές και τις ερμηνείες της
ψυχαναλυτικής επιστήμης που εκείνα τα χρόνια αναζητούσε τρόπους διάδοσης και
ευρείας αποδοχής από τους επιστημονικούς κύκλους και το μεγάλο ανήσυχο κοινό.
Υπάρχει σχετική αλληλογραφία μεταξύ των δύο γερμανόφωνων συγγραφέων. Να
σημειώσουμε ότι οι διαφόρων ειδών συγγραφείς και δημιουργοί των αρχών του
προηγούμενου αιώνα και της μεσοπολεμικής περιόδου, πειραματίζονταν στα έργα
τους και μετέφεραν τις αρχές και τους κανόνες τις «κλινικές» θέσεις,
συμπερασματικές ιδέες της ψυχανάλυσης. Ήταν μαζί με το κίνημα του υπερρεαλισμού
το πλέον διαδεδομένο επαναστατικό ρεύμα, των θεωριών της επιστήμης εκείνης της
εποχής, ενός κόσμου που άλλαζαν οι δομές του και οι προσληπτικές παραστάσεις
του, η συνολική του εικόνα για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ο
ανθρώπινος μύθος της κυριαρχίας πάνω στην Φύση αντικαθιστά τον μύθο της Θεϊκής
παρουσίας μέσα σε αυτήν. Απομαγεύονταν στα σημεία και τα πνευματικά όριά του. Ένας
Κόσμος ο οποίος προσπαθούσε να λησμονήσει τα φρικτά και καταστροφικά
αποτελέσματα του Μεγάλου Πολέμου, του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ οι πιο
διορατικοί και προφητικοί διανοούμενοι και λόγιοι καλλιτέχνες και επιστήμονες,
από τους εκφραστές του παλαιού της παράδοσης Κόσμου, διέβλεπαν, προφήτευαν την
επικείμενη καταστροφή, διάλυση που πλησίαζε με τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η
Δημοκρατία της Βαϊμάρης δεν έμελλε να διαρκέσει για πολλά χρόνια, ούτε να
γίνουν αποδεκτές οι ελευθεριάζουσες καλλιτεχνικές της εκδηλώσεις, η ξέγνοιαστη
διάθεση και ανέμελη ατμόσφαιρα των πάσης φύσεως καλλιτεχνών και δημιουργών
ατομική ζωή. Ο αρχέγονος ρομαντισμός και φυσιολατρία, η λατρεία της, έφταναν
στο όριά τους και στο αργό τέλος τους. Το ίδιο ίσχυε και για τις εθνικές
μειονότητες που βρίσκονταν στο ευρωπαϊκό έδαφος, όπως η Εβραϊκή- Ιουδαϊκή, στο Γερμανικό έδαφος είχαν γεννηθεί και κυοφορήσει πολλά των επιστημών
και των τεχνών, της φιλοσοφίας και της λογοτεχνίας αναστήματα, ταλέντα και
διάσημες προσωπικότητες ωφέλιμοι ευεργέτες της ανθρωπότητας.
Τίποτε το συμβατικό δεν συναντάμε στα έργα
του Στέφαν Τσβάιχ, τίποτα το ψεύτικο, μικροί και μεγάλοι ήρωες, άντρες και
γυναίκες κινούνται και δρουν μεταφέροντας την δική τους αλήθεια, κομίζουν τα
ατομικά ή συζυγικά τους πεπρωμένα, την όποια πορεία της μοίρας τους, τα
αδιέξοδά τους, τις επιλογές τους, τις πληγές και τα λάθη τους. Ίσως και την
χαμένη της ζωής προοπτική τους. Η αποτίμηση από τον συγγραφέα είναι ενιαία σε
όλη την σειρά των μεγάλων ή μικρών σκηνικών του, πλάνων του, εικόνων του, των
παραστάσεών του, των ανθρώπινων πορτραίτων του. Σαν να βρισκόμαστε σε ένα
παλαιό γοτθικό κάστρο και καθώς ανεβαίνουμε την μεγάλη ξύλινη σκάλα για να
μεταβούμε στον πάνω όροφο που βρίσκεται η παγκόσμια βιβλιοθήκη, αντικρίζουμε
και μας αντικρίζουν τα πορτραίτα των ηρώων-μορφών της ιστορίας του κάστρου
κρεμασμένα στους τοίχους. Η πεζολογική του γλώσσα διαθέτει μεγάλα φορτία
ποιητικού λυρισμού δεν ξεπέφτει σε ποταπές μικρολεπτομέρειες κουτσομπολίστικης
δημοσιογραφικής υφής αναφορές. Δεν τον ενδιαφέρουν τα κοινωνικά ντεσού όσο τα
ιστορικά που προάγουν την εξέλιξη της αφήγησης. Ο Στέφαν Τσβάϊχ «ανταμείβει» θα
λέγαμε τους ήρωές του πλάθοντάς τους σε σύμβολα συνειδήσεων οικουμενικών
διαστάσεων πέρα από τον χρόνο της εμφάνισής τους στο προσκήνιο της παλαιότερης παρουσίας στους στην Ιστορία. Τα ντύνει με μία πανοπλία καθαρής γνησιότητας,
χυμώδους αποχρώσεων βιώματα που δημιουργούν, χτίζουν, καλλιεργούν την δική τους
ιστορία και ταξίδι ζωής. Οι συγγραφικές του αντλήσεις προέρχονται κυρίως από
τις δεξαμενές της Ιστορίας, η γραφή του έλκει τις θερμές καταβολές της από τα
σπλάχνα της, τις δράσεις της, τα αποτελέσματά της, τις επιλογές της. Ιστορία
και Ποίηση- Ψυχανάλυση είναι οι κύριοι ενωτισμοί της συγγραφικής δημιουργίας
πυλώνες του Στέφαν Τσβάϊχ. Ο άνθρωπος στην γενικότερη εξέτασή του οφείλει να
σκύψει μέσα του για να ανακαλύψει τις όποιες κρυφές πτυχές του εαυτού του και
να τις αποδεχτεί, να παλέψει με την Μοίρα του, με τις Ερινύες του και όπου βγει
επαναφυλτράρωντάς τες. Ούτως ή άλλως, ο Κόσμος από την δημιουργία του είναι
απάνθρωπος, ανελέητος, εχθρικός, σκοτεινός απέναντι στη γυμνή και ανυπεράσπιστη
μονάδα που λέγεται Άνθρωπος, γιομάτος πληγωμένες νίκες και αιματοβαμμένα
επιτεύγματα. Οι Θεοί έχουν αποτραβηχτεί στα απλησίαστα και σκοτεινά τους
δώματα, αδιαφορούν για την όποια έκβαση της μάχης και διαμάχης μεταξύ των
ανθρώπων, τα κοινωνικά τους συστήματα, τις ιδεολογικές αψιμαχίες, την πίστη ή
απιστία τους. Η αμάχη συνεχίζεται σταθερή και αμείωτη, ποιος θα υπερνικήσει-
επικρατήσει άδηλον εστί. Παρά τα κατά περιόδους πισωγυρίσματα του Ανθρώπου όμως,
παρά τις ιστορικές καθυστερήσεις στην επίτευξη των στόχων και φιλοδοξιών του, η
ακλόνητη πίστη στην κατάφαση της Ζωής συνεχίζεται. Έστω και μπροστά στο χείλος
του μεγάλου και σκοτεινού Τίποτα που ενστερνίζεται και πιστεύει ο δικός μας
συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης, η σπουδή στην ανθρώπινη περιπέτεια εξακολουθεί
από τους μεγάλους και κλασικούς συγγραφείς σαν ένα είδος σπονδής απέναντι στην
καθενός και κάθε μιάς μας Μοίρα.
Πρόσφατα, διαβάζοντας την ποίηση του
γερμανού ρομαντικού ελληνολάτρη ποιητή Φρήντριχ Χαίλντερλιν, ανακάλυψα σε παλαιοπωλείο
σε σχετικά φτηνή τιμή, 15 ευρώ, την παλαιά μελέτη του Στέφαν Τσβάιχ,
«Χαίλντερλιν» Ο λάτρης της Ελληνικής γης, σε μετάφραση Κωστή Μεραναίου και Π.
Καλαντζή, από τις παλαιές εκδόσεις «Ορίζοντες», Αθήνα χ.χ. σελίδες 142. Μια
καλογραμμένη μελέτη για τον γερμανό ποιητή η οποία, ακόμα και σήμερα, θεωρώ ότι
έχει αρκετά να μας πει για τον βίο και την ποίηση του Φρήντριχ Χαίλντερλιν,
παρά του ότι έχουν εκδοθεί αρκετές αξιόλογες ξενόγλωσσες και ελληνικές
σύγχρονες μελέτες και μοντέρνες μεταφράσεις των ποιημάτων του από διάφορους
εκδοτικούς οίκους. Η οριακή προσωπικότητα και το ποιητικό και θεατρικό έργο του
Φρήντριχ Χαίλντερλιν «Ο θάνατος του Εμπεδοκλή» επίσης δεν ξεχάστηκαν, από τις
επόμενες γενιές. Τα των τελευταίων μηνών διαβάσματά μου και αναρτήσεις σημειωμάτων
μου έχουν θέλω να πιστεύω μία συνάφεια μία νοηματική επεξηγηματική ενότητα
προσέγγισης της παρουσίας του Νίκου Καζαντζάκη, του Όσβαλντ Σπέγκλερ, του
Δάντη, του Φρήντριχ Χαίλντερλιν, του Στέφαν Τσβάϊχ, ίσως και του Άγγελου
Σικελιανού, οι έλληνες και ξένοι συγγραφείς αυτοί του προηγούμενου αιώνα,
μοιάζει να έχουν μία συναντίληψη των αδιεξόδων και των προβλημάτων του Κόσμου,
(τους) που ραγδαία αλλάζει παρασύροντας τα πάντα στην βουερή πτώση του.
Πρόσωπα, είδωλα, ήρωες, θεούς και δαίμονες, αξίες και θέσφατα, τρόποι και
συνήθειες παλαιάς λατρείας, κοσμοείδωλα παλαιότερων εποχών. Ορισμένοι μιλούν
για το τέλος της τραγωδίας, δηλαδή το τέλος της ολοκλήρωσης των διδαγμάτων και
ηθικών προταγμάτων του παλαιού κλασικού κόσμου. Ο τραγικός ήρωας ότι είχε να
διδάξει και επιτελέσει μέσα στην Ιστορία το έπραξε με θετικά ή αρνητικά
αποτελέσματα. Σήμερα στις μεταμοντέρνες εξισώσεις της ζωής δεν έχει θέσει ο
άνθρωπος της αρχαίας τραγωδίας, είναι μία ανάγλυφη ανάμνηση μέσα στα μουσεία
των αρχαίων σπασμένων αγαλμάτων, των αρχαίων φωταγωγημένων για τουριστικούς
λόγους ναών, παραμένει κουρνιασμένος σε κάποιο στασίδι ενός βυζαντινού
αλειτούργητου ναού. Ο παλαιός, ο Χθεσινός Κόσμος πέθανε, τι έμεινε, οι
εξιστορήσεις των κλασικών συγγραφέων, τα βιβλία τους, τα έργα τους τα οποία μας
θυμίζουν αυτό που κάποτε υπήρξε και τώρα δεν υπάρχει πια. Την φύση μέσα στον
άνθρωπο και τον άνθρωπο μέσα στην φύση. Και αυτό μας υπενθυμίζει τόσο ο ποιητής
Φρήντριχ Χαίλντερλιν όσο και η πίστη περί του ανθρώπινου Πεπρωμένου φωνή του
Στέφαν Τσβάϊχ.
Το μικρού
μεγέθους βιβλίο του Στέφαν Τσβάιχ δεν περιλαμβάνει Περιεχόμενα, η ύλη του
χωρίζεται με κεφαλαίους τίτλους ανάλογα με την εξέταση. Από την μεριά μου αναφέρω τους γενικούς τίτλους και τις
αντίστοιχες σελίδες του βιβλίου.
Χ Α Ι Λ Ν Τ
Ε Ρ Λ Ι Ν- Ο ΛΑΤΡΗΣ ΤΗΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΗΣ Μετάφραση: Κ.
ΜΕΡΑΝΑΙΟΥ- Π. ΚΑΛΑΝΤΖΗ Εκδόσεις ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ, ΑΘΗΝΑ Χ.Χ. σελίδες 140. Διαστάσεις
13,5Χ 19 Τύποις: Σ. & Α. ΣΟΦΙΚΙΤΗ, Εμμανουήλ Μπενάκη 42.
-Ο ΑΓΩΝΑΣ ΜΕ
ΤΟ ΔΑΙΜΟΝΑ. ΠΡΟΟΙΜΙΟ, 4-12. Το Προοίμιο του οποίου προτάσσεται η ρήση: «Όσο με
πιό μεγάλη δυσκολία ελευθερώνεται ένας θνητός, τόσο πιό πολύ μας συγκινεί» CONRAD FERDINANTD MEYER, με μαύρα γράμματα στην μέση του
κειμένου διαβάζουμε: «Έμαθα να ζω, θεοί δώστε μου καιρό» του Γκαίτε. Ακολουθεί
ο κύριος κορμός του έργου, σελίδες 13-100 με τον γενικό τίτλο ΧΑΙΛΝΤΕΡΛΙΝ. Της
μελέτης προηγούνται δύο μικρά αποσπάσματα του Φ. Χ. από το θεατρικό του έργο «Ο
Θάνατος του Εμπεδοκλή». Έχουμε- ΤΟ ΙΕΡΟ ΚΟΠΑΔΙ, 13-19. –ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ, 19-26.-
Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΤΥΒΙΓΚΗΣ, 26-30.-Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ, 30-38.- Ο ΜΥΘΟΣ ΤΗΣ
ΠΟΙΗΣΗΣ, 38-46.-ΦΑΕΘΩΝ Ή ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΜΟΣ, 47-56.-Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ, 56-59.
–ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟ ΣΥΝΑΠΑΝΤΗΜΑ, 60-73.- ΔΙΟΤΙΜΑ, 74-81.- ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΑΗΔΟΝΙΟΥ ΣΤΟ
ΣΚΟΤΑΔΙ, 81- ΥΠΕΡΙΩΝ, 84-92. –Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΕΔΟΚΛΗ, 92-100. Η έκδοση
συνοδεύεται και με μία μακροσκελή μελέτη ενός εκ των μεταφραστών, του γνωστού
μας Κωστή Μεραναίου με τίτλο «Η ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΧΑΙΛΝΤΕΡΛΙΝ» σελίδες 101-142, η
οποία χωρίζεται με την σειρά της στα εξής κεφάλαια: -Η ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΧΑΙΛΝΤΕΡΛΙΝ,
101-113, -ΤΟ ΓΚΡΕΜΙΣΜΑ ΣΤΟ ΑΠΕΙΡΟ, 113-122.- ΠΟΡΦΥΡΩΜΕΝΑ ΕΡΕΒΗ, 122-131.-
ΣΚΑΡΝΤΑΝΕΛΛΙ, 131-137. –ΜΕΤΑΘΑΝΑΤΙΑ ΑΝΑΣΤΑΣΗ, 137-140.
Στην γενική επισκόπηση της συγγραφικής
παρουσίας του αυστριακού συγγραφέα Στέφαν Τσβάϊχ, μεταφέρω μόνο τα περιεχόμενα
των ενοτήτων του μελετήματός του για τον Φρήντριχ Χαίλντερλιν, σε επόμενο
σημείωμα θα αντιγράψω σελίδες του.
Γιώργος Χ.
Μπαλούρδος
Πειραιάς
Τρίτη 29
Οκτωβρίου 2024.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου