Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2015

Οδυσσέας Ελύτης

ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ
    Villa natacha

    Υπάρχουν στην ποίηση στοιχεία αιώνια κι ακατάλυτα, και τα στοιχεία αυτά ξαναγυρίζουν με τους καιρούς, μεταμορφωμένα κι αγνώριστα ίσως, μα στο βάθος πάντοτε ίδια. Ο συρρεαλισμός-και σ’ αυτό υπερέχει από τις προηγούμενες σχολές-απόρριψε απ’ την ποίηση όλα τα περιττά, όλα τα τεχνητά στοιχεία της, και προσπάθησε να κρατήσει ό,τι πιο πολύτιμο και πιο αληθινό απ’ την ουσία της. Δημιούργησε έτσι, μπορεί να πει κανείς, μια έκτη αίσθηση, την ποιητική, που δεν εξαρτάται από τις άλλες, μα τις έχει σκλάβες της. Δημιουργία καθαρά ρομαντική, που είχε συνέπεια τη λύτρωση των λέξεων από τις κοινές τους σημασίες, και, το σπουδαιότερο, την αποκάλυψη, μέσα στο ανθρώπινο πνεύμα, μιας χώρας άγνωστης και μεγάλης όπου εμπόδιζαν ως τώρα την είσοδο η λογική κι η γνώση.
    Ο Ελύτης ήταν από τους πρώτους στην Ελλάδα, κι ο μόνος ίσως, που αποδέχτηκε το συρρελισμό σ’ αυτή-την ευρύτερη, νομίζω-θεωρία του. Μερικοί άλλοι θέλησαν να την στενέψουν για να είναι περισσότερο συρρεαλιστές, μα, μου φαίνεται, απότυχαν, γιατί αντί να δώσουν νέα σημασία στις παλαιές λέξεις, έψαξαν να βρουν καινούργιες και εξεζητημένες που, γυμνές από ποίηση, κάνουν, σχεδόν, κωμική εντύπωση.
    Οι λέξεις του Ελύτη είναι οι πιο απλές, οι πιο καθημερινές, οι λέξεις της κουβέντας. Κι έτσι έπρεπε να είναι. Δεν είναι δυνατό να φανταστεί κανείς το υποσυνείδητο με λεξικά στη διάθεσή του για να βρίσκει τις λέξεις του. Μα οι καθημερινές λέξεις του Ελύτη, όχι μόνο παίρνουν χίλιες σημασίες, όχι μόνο αντηχούνε γεμάτες μουσική, μα έχουν ακόμα τη σπάνια δύναμη να μας δίνουν, με το δέσιμό τους σε φράσεις, εικόνες που κλείνουν όλη τη συγκίνηση κι όλη την ομορφιά κάποιον ονείρων……
Μήτσος Παπανικολάου,
περιοδικό Νεοελληνικά Γράμματα, τεύχος 72/16-4-1938   

Villa  natacha

I
Έχω κάτι να πω, διάφανο κι ακατάληπτο
Σαν κελαϊδητό σε ώρα πολέμου.
Εδώ, σε μια γωνιά που κάθισα
Να καπνίσω το πρώτο ελεύθερο τσιγάρο μου
Αδέξιος μες στην ευτυχία, τρέμοντας
Μήπως σπάσω ένα λουλούδι, θίξω κάποιο
πουλί
Και σε δύσκολη θέση, εξαιτίας μου, βρεθεί
ο Θεός.
Κι όμως όλα μου υπακούουν
Κι οι όρθιες καλαμιές και το γερτό καμπαναριό
Και του κήπου το στερέωμα όλο
Αντικαθρεφτισμένο μες στο νου μου
Ένα ένα ονόματα που ηχούν
Παράξενα μέσα στην ξένη γλώσσα: Phlox,
Aster, Cytise
Eglantine, Pervenche, Colchique
Alice, Fresia, Pivoine, Myoporone
Muguet, Bleuet
Saxifrage
Iris, Clochette, Myosotis
Primevere, Aubepine, Tubereuse
Paquerette, Ancolie και τα σχήματα όλα
Καθαρογραμμένα μες στα φρούτα: ο κύκλος,
το τετράγωνο,
Το τρίγωνο και ο ρόμβος
Όπως τα βλέπουν τα πουλιά, να γίνει απλώς
ο κόσμος
Ένα σχέδιο Πικασσό,
Με γυναίκα παιδάκι και ιπποκένταυρο.
Λέω: κι αυτό θα ‘ρθει. Και τ’ άλλο θα περάσει.
Πολύ δε θέλει ο κόσμος. Ένα κάτι
Ελάχιστο: σαν τη στραβοτιμονιά πριν από
το δυστύχημα
Όμως
Ακριβώς
Προς
Την αντίθετη κατεύθυνση
Αρκετά λατρέψαμε τον κίνδυνο κι είναι καιρός
να μας το ανταποδόσει.
Ονειρεύομαι μιαν επανάσταση από το
μέρος του Κακού και των πολέμων σαν
αυτή που έκανε από το μέρος του σκιό-
φωτος και των αποχρώσεων ο Matisse.
II
Όμως εκεί που δύο φίλοι
Μιλούν ή και σωπαίνουν-προπαντός τότε-
Τρίτο τίποτα δε χωρεί.
Κι όπως οι φίλοι, φαίνεται,
Και οι θάλασσες από μακριά επικοινωνούνε.
Φτάνει λίγος αέρας, μια σταλιά τριμμένης
Μες στα δάχτυλα σκούρας λυγαριάς και να:
Το κύμα; Είναι αυτό;
Είναι αυτό που σου μιλάει στον ενικό και λέει
«Μη με ξεχνάς» «μη με ξεχνάς»; Είναι
η Ανακτορία;
Ή μήπως όχι; Μήπως το νερό μόνο που τρέχει
Νύχτα μέρα στης Αγίας Παρασκευής το εκ-
κλησάκι;
Να ξεχάσεις τι; Ποιος; Τίποτα δεν ξέρουμε.
Όπως από βραδύς που κάτι σου έσπασε,
Μια φιλία παλαιή, μια θύμηση από φάρφουρο
Ξανά πόσο άδικα ήξερες να κρίνεις
Βλέπεις τώρα που ξημέρωσε
Κι έχεις πικρό, πριν από τον καφέ, το στόμα
Χειρονομώντας άσκοπα, μιας άλλης,
Ποιος ξέρει, ζωής, κάνεις ηχώ κι είναι απ’
αυτό που
(Ή μπορεί κι απ’ τη σκέψη
Κάποτε τόσο δυνατή που προεξέχει)
Αντικρύ σου, μεμιάς, πάνου ως κάτου ο καθρέ-
φτης ραγίζεται.
Λέω: τη μια στιγμή, τη μόνη
Που εάν φτάνει δε γνωρίζεις
Τα Γραμμένα ραγίζονται,
Και αυτός που δίνει, παίρνει.
Επειδή εάν όχι τότε θα
Πρέπει και ο θάνατος να θανατώνεται και η
φθορά
Να φθείρεται και το μικρό
Τριανταφυλλί που κάποτε
Στην παλάμη σου κράτησες βότσαλο και αυτό
Κάπου, χιλιετηρίδες μακριά, ν’ ανασυντίθεται.
Με σοφία και θάρρος. Picasso και Lau-
rens. Όλοι. Να πατήσουμε πάνω στην
Ψυχολογία στην Πολιτική, στην Κοινω-
νιολογία, ηλιοκαμένοι, μ’ ένα σκέτο άσ-
προ πουκάμισο.
ΙΙΙ
Άνθρωπε, άθελά σου
Κακέ-παρ’ ολίγο η τύχη σου άλλη.
Σ’ ένα έστω λουλούδι αντίκρυ αν ήξερες
Να πολιτεύεσαι
Σωστά, θα τα ‘χες όλα. Επειδή απ’ τα λίγα,
μερικές φορές
Κι από το ένα-έτσι ο έρωτας-
Γνωρίζουμε τα υπόλοιπα. Μόνο το πλήθος να:
Στο χείλος των πραγμάτων στέκει
Όλα τα θέλει και τα παίρνει και δεν του μένει
τίποτα.
Κιόλας έφτασε το απόγευμα
Γαλήνιο σαν της Μυτιλήνης ή μιας ζωγραφιάς
Του Θεοφίλου, ως πέρα το ΄Eze το Cap-Estel
Κόλποι όπου σιάχνει αγκαλιές ο αέρας,
Μια διαφάνεια τόση
Που τα βουνά τ’ αγγίζεις και τον άνθρωπο
Εξακολουθείς να βλέπεις
Που πέρασε ώρες πριν
Αδιάφορος, μα τώρα πρέπει να έφτασε.
Λέω: ναι, πρέπει να έχουν φτάσει
Ο πόλεμος στο τέρμα του και ο Τύραννος στην
πτώση του
Και ο φόβος του έρωτα μπρος στη γυμνή γυ-
ναίκα.
Έχουνε φτάσει, έχουνε φτάσει και μόνο εμείς
δε βλέπουμε
Παρά ψαύοντας ολοένα πέφτουμε στα φαντά-
σματα πάνω.
Άγγελε συ που κάπου εδώ γύρω πετάς
Πολυπαθής και αόρατος πιάσε μου το χέρι.
Χρυσωμένες έχουν τις παγίδες οι άνθρωποι
Κι είναι ανάγκη να μείνω απ’ τους απ’ έξω.
Επειδή και ο Αφανής, παρών αισθάνομαι πως
είναι,
Ο μόνος που τον ονομάζω Πρίγκηπα, όταν
Ήρεμα, το σπίτι
Αγκυροβολημένο μες στο ηλιοβασίλεμα
Βγάνει άγνωστες λάμψεις
Και σαν από έφοδο μια σκέψη,
Εκεί που για τ’ αλλού τραβούσαμε, αναπάντε-
χα, μας κυριεύει.

Villa Natacha
ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ
μ’ ένα πρωτότυπο σχέδιο του Picasso
μια έγχρωμη λιθογραφία του Laurens
και με κοσμήματα του Matisse
από το Verve
Τυπώθηκε στη Θεσσαλονίκη τον Ιούνιο του 1973
στις εγκαταστάσεις Κρόνος ΟΕ, με τσιγκογραφίες
του Αρίστου Παυλίδη, βιβλιοδεσία των αδελφών
Βαρουσιάδη και γραφική επιμέλεια του Δημήτρη
Καλοκύρη
έγιναν 111 αριθμημένα αντίτυπα εκτός εμπορίου
σε χαρτί Canson Ingres λευκό
των 100 γραμμαρίων
Copyright 1973: Οδυσσέας Ελύτης
Υπεύθυνος τυπογραφείου: Νίκος Σουρνόπουλος
Μοναστηρίου 207 Θεσσαλονίκη

    Ακριβώς όπως ο Καβάφης αισθάνθηκε ότι κάτω από άλλες συνθήκες, θα μπορούσε να εξελιχτεί σ’ έναν έξοχο ιστορικό, έτσι κι ο Ελύτης αισθάνθηκε ότι, αν είχε διδαχθεί τις αρχές σχεδίου σε μια νεαρή ηλικία, θα μπορούσε να εξελιχθεί σ’ έναν έξοχο ζωγράφο. Βέβαια, έφτασε να δει ότι η ποίηση, στις παραστάσεις, τους τόνους και τη συνθετική της δομή, περιέχει στοιχεία της ζωγραφικής και της αρχιτεκτονικής στην φωνητική της παρουσία και απόδοση, την ενορχήστρωση και τις φόρμες της μουσικής στο διάλογο, αφηγηματικό ή με μοντάζ, τεχνικές απ’ τις άλλες τέχνες.
    Η φαντασία του Ελύτη ήταν πάντα-κι εξακολουθεί να είναι-κατά πρώτο λόγο μοναδική. Απ’ τους πολύ πρώτους στίχους που έγραψε, («ο χρόνος είναι γλήγορος ίσκιος πουλιών/τα μάτια μου ορθάνοιχτα μες τις εικόνες του»), διαπιστώνει, πως με κανένα άλλο τρόπο δεν έχει παρακινηθεί να συλλάβει τα διανοητικά, συναισθηματικά και φυσικά φαινόμενα, παρά μόνο δια μέσου της  νοερής απεικόνισης και της φαντασίας του. Αυτό είναι που δίνει στην ποίησή του την εικονογραφική της ποιότητα, την απλότητά της (το χειροπιαστό), και την έλλειψη γενικότητας…
Kimon Friar,
«Από τη ζωγραφική στην ποίηση»,
περιοδικό Αιολικά Γράμματα τχ. 43-44/1,4,1978, σ.83
Σημείωση:
Το μικρό αυτό διαμαντάκι της ποίησης του Οδυσσέα Ελύτη, διαστάσεων 9Χ15,5 είκοσι μόλις σελίδων, εκδόθηκε στην Θεσσαλονίκη από το «τραμ», τον γνωστό εκδοτικό οίκο, που εξέδιδε και το ομώνυμο περιοδικό, το 1973 σε μια πολικά, δύσκολη χρονική περίοδο για την Ελλάδα.. Είναι ένα χάρμα οφθαλμών ποιητικό βιβλίο, θεσπέσιο τόσο όσον αφορά το ποιητικό του περιεχόμενο, όσο και στην εκδοτική του πρόταση.
    Τα τρία αυτά ποιήματα του νομπελίστα ποιητή Οδυσσέα Ελύτη, κυκλοφόρησαν ένα χρόνο πριν κυκλοφορήσει η ποιητική του συλλογή «Τα Ετεροθαλή», από τις εκδόσεις «Ίκαρος», 1974, με προμετωπίδα του ζωγράφου Νίκου Χατζηκυριάκου Γκίκα, η οποία περιλαμβάνει τα τρία ποιήματα της “villa natacha” στη δεύτερη σειρά, σελίδες 44-49, μετά την ποιητική σύνθεση «Θάνατος και Ανάστασις του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου» και πριν το ποίημα «Ελυτόνησος (κοινώς Ελυτονήσι).
Την ίδια χρονιά, ο ποιητής μεταφράζει το ονειρόδραμα «Νεραϊδα» του γάλλου θεατρικού συγγραφέα Ζαν Ζιρωντού, κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις της Εταιρείας Σπουδών Σχολής Μωραίτη, εκδίδει το μελέτημά του για τον λαϊκό ζωγράφο Θεόφιλο, «Ο Ζωγράφος Θεόφιλος», από τις εκδόσεις Αστερίας, καθώς και το ποίημά του «Ο Φυλλομάντης» από τις ίδιες εκδόσεις, που περιέχεται και αυτό, στην μετέπειτα σύνθεσή του «Τα Ετεροθαλή».
    Για την τρίπτυχη αυτή ποιητική σύνθεση του ποιητή, υπάρχει σχόλιο του μεταφραστή, δοκιμιογράφου και μελετητή της ελληνικής ποίησης, Κίμων Φράϊερ, στην εφημερίδα ‘Τα Νέα» της 22ας Ιανουαρίου του 1975, καθώς και αναδημοσίευση του ποιήματος ΙΙΙ «Άνθρωπε, άθελά σου…» στο λογοτεχνικό περιοδικό «Αιολικά Γράμματα», τχ. 19/1,2,1974, σελίδα 5, όπου ο εκδότης Γιώργος Βαλέτας γράφει και ένα μικρό κείμενο με τίτλο «Τρεις νέες δημιουργίες του Ελύτη»
    Ο ποιητής είναι ήδη γνωστός και καταξιωμένος τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό κοινό, ο μουσικοσυνθέτης Μίκης Θεοδωράκης έχει μελοποιήσει και κάνει ευρέως γνωστό στο πλατύ κοινό, το επικό-λυρικό συνθετικό του έργο το «Άξιον Εστί», διάφοροι έλληνες συνθέτες μελοποιούν την ποίηση του και, μεταφράζονται πλέον σε πολλές γλώσσες του εξωτερικού, οι ποιητικές του συλλογές. Την μετά την δικτατορία περίοδο(1974) έχει αρχίσει αργά και σταθερά, να γίνεται λόγος για το δεύτερο ελληνικό νομπέλ λογοτεχνίας, που δικαιωματικά ανήκει στον ποιητή Οδυσσέα Ελύτη, που του δόθηκε από την Σουηδική Ακαδημία το 1979.
    Οδυσσέας Ελύτης, ο  Έλληνας Holderlin της ελληνικής ποίησης, ο σαγηνευτής και μάγος του ποιητικού λόγου, ο μυστικός των ποιητικών μας ονείρων, ο αισθαντικός οδηγός των εκατοντάδων χρωματικών ποικιλιών και των άπειρων μυρουδιών του αιγαιοπελαγίτικου χώρου, ο φυλλομάντης των τόσο ορατών αόρατων φωνών της φύσης. 
Οδυσσέας Ελύτης, το χαροποιό και δροσερό σιντριβάνι της ελληνικής γλώσσας, ο ερμηνευτής άγγελος των κρυφών νοημάτων της, που, ο ποιητικός του λόγος ρέει, μέσα στις φλέβες του ελληνικού ποιητικού σώματος, έρχεται σταθερά και σιγαλά να μας σημάνει την παρουσία του και να μας προσφέρει τα αναστάσιμα ποιητικά του άνθη υπενθυμίζοντάς μας, πως ο αληθινός βιολογικός μας χρόνος, οφείλει να ακολουθεί τους μουσικούς τόνους την ποίησης. 
Ο Οδυσσέας Ελύτης, είναι ο ποιητής που περισσότερο μάλλον και από τον ποιητικό μας γενάρχη τον Διονύσιο Σολωμό, μας εισάγει στο φυσικό τοπίο της χώρας μας, μας παίρνει από το χέρι και μας ξεναγεί στα μυστικά μονοπάτια της ελληνικής επικράτειας, χωρίς έπαρση, χωρίς κομπασμό, χωρίς εθνικιστικές κορώνες, αλλά με την σοφία ενός σαμάνου, την διακριτική ματιά ενός μοναχού, την άπλα του βλέμματος που έχει ένας επιστήμονας που ερωτηματικά παρατηρεί το σύμπαν γύρω του και τις μυστικές του δυνάμεις. 
Ο Οδυσσέας Ελύτης, δεν ακρωτηριάζει το μεσογειακό τοπίο, δεν το επιμερίζει σε αρχαίο και νέο χώρο, αλλά το ενοποιεί, χρησιμοποιώντας το υφαντό της ποίησής του, το αναπλάθει με ποιητικό και ζωγραφικό τρόπο. Εικόνες ενθουσιαστικές, μυρωδιές πλατύφυλλες, αισθήσεις αρμπαρόριζα, στην άκρη των ιστορικών μας ηφαιστείων, οράματα αναγγελτήρια ζωής, περιγραφές βιωματικές, μεταφορές οικουμενικές, χρώματα-άσματα, ψηλαφίσεις της σκέψης, νοερά περπατήματα του νου, σχεδιαστικές αναφορές της όρασης, ψίθυροι πουλιών, φύλλων θροΐσματα, ροές πηγών, πελαγίσια βήματα βίου ελληνικού, σιγαλές ομιλίες των ανέμων, θεοί και νύμφες της θάλασσας, εκκλησάκια μοναχικά και μυστικά, κρυμμένα μέσα στην φεγγοβόλα λευκότητά τους, βιγλάτορες ενός πολιτισμού πανάρχαιου μύθου ζωής και παράδοσης, πεζούλια της μνήμης και των αμπελιών, ξανθά στάχυα σαν σπαθάτες κόρες, ψηλά κυπαρίσσια σαν λεβεντονιοί με το σταυρουδάκι του ήλιου στα δασιά τους στήθη, ιστορία και μύθος, παράδοση και ζωή, ποίηση και όραμα, συμμετρικά όλα αυτά και άλλα πολλά, συνθέτουν το γλωσσικό ποιητικό σύμπαν του Οδυσσέα Ελύτη. Φράσεις ποιητικές, λέξεις λυρικές, γλωσσικά σήματα πολυθρύλητα που έρχονται από τα βάθη της ελληνικής ιστορίας και πορεύονται μαζί της στο μέλλον.
    Αυτός είναι το δικό μας, μικρό ελληνικό φυλλαράκι ποιητικής μέντας, που προσφέρουμε δωρεά-φιλοξενίας στους ξένους ταξιδιώτες της Ελληνικής Γης.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη γραφή σήμερα, Σάββατο, 3 Οκτωβρίου 2015
Πειραιάς, 3/10/2015                           
   

                  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου