Κυριακή 6 Απριλίου 2014

ΜΑΚΙΑΒΕΛΛΙ ΝΙΚΟΛΟ

ΝΙΚΟΛΟ  ΜΑΚΙΑΒΕΛΛΙ
(Φλωρεντία 3/5/1469-Φλωρεντία 22/6/1527)

                            Χαιρετισμούς στον Νάσο Βαγενά

Η διαχρονική, συγγραφική και πολιτική εκδίκηση ενός ρεαλιστή σχεδιαστή πολιτειολόγου.

               Μέρος Α

            Σπάνια πολιτικός στοχαστής στην ιστορία του Δυτικού πολιτισμού δεν αντιμετωπίστηκε τόσο αρνητικά και αντιφατικά, δεν έγινε η αιτία διαχρονικά να γραφούν εκατοντάδες άρθρα σε βάρος του, δεν δέχθηκε τόση άρνηση το πρόσωπό του, δεν έγινε το πρότυπο του πολιτικού αμοραλισμού, του πολιτικού καιροσκοπισμού, της πολιτικής ιδιοτέλειας, δεν κατασυκοφαντήθηκε το έργο του, δεν απαγορεύτηκαν τα βιβλία του, και δεν παρερμηνεύτηκαν «σκοπίμως» οι απόψεις του πάνω στην Τέχνη του Κυβερνάν ιδιαίτερα, από τους σχολιαστές εκείνους που ερωτοτροπούσαν ιεροκρυφίως με τις πολιτειακές του θέσεις. Αλλά, και από ηγέτες όλου του πολιτικού φάσματος και ιδεολογιών, που έκαναν ότι περνούσε από το χέρι τους για να εφαρμόσουν τις Μακιαβελλικές αρχές και αξίες κατά την διάρκεια της διακυβέρνησής τους. Μακιαβελλιστής, Μακιαβελλισμός, Μακιαβελλικός βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη της πολιτικής ορολογίας όταν θέλουμε να μιλήσουμε αρνητικά για κάποιον που ασχολείται με την τέχνη της πολιτικής, ή είναι ήδη πολιτικός. Σκάνδαλο ιστορικό, αποτελεί κατά κανόνα η αμαύρωση της φήμης του, του προσώπου του περισσότερο, αλλά και του έργου αυτού του Φλωρεντιανού Γραμματέα και πολυγραφότατου συγγραφέα, που, έτσι και αλλιώς, λίγοι τον διαβάζουν ή έχουν μελετήσει σποραδικά τις σκέψεις του ενώ οι περισσότεροι τον αγνοούν και εκείνον και το μεγαλύτερο μέρος των πραγματειών του. Από πολλούς, πολιτειολόγους και μη, χρησιμοποιήθηκε ως «ιδεολογική βαλβίδα», όπως αναφέρεται ο όρος από έναν μελετητή του έργου του τον Ζωρζ Μουναί, δες τον πρόλογο του Μάριου Βερέττα, στην μετάφραση του έργου του J. F. Duvernoy για το έργο του Μακιαβέλλι, εκδόσεις Άπειρον χ.χ. Αυτός που σίγουρα υπήρξε επίγονος του Αριστοτέλη, εννοώ των πολιτικών απόψεων και θεωριών του αρχαίου Έλληνα φιλοσόφου, αλλά και πρόδρομος γιατί όχι, και του Άνταμ Σμιθ της ανοιχτής-προκαπιταλιστικής κοινωνίας και οικονομίας, αλλά και σίγουρα, της πειραματικά κομμουνιστικής του Καρλ Μαρξ, έγινε το μαύρο πρόβατο των πολιτικών αναλύσεων.
 «Η θεωρία του Μακιαβέλη δεν ήταν, στον καιρό του, ένα πράγμα καθαρά ‘των βιβλίων’, ένα μονοπώλιο απομονωμένων στοχαστών, ένα απόκρυφο βιβλίο που κυκλοφορεί ανάμεσα στους μυημένους. Το ύφος του Μακιαβέλη δεν είναι ενός ανθρώπου που γράφει συστηματικές πραγματείες, σαν αυτούς που υπήρχαν στον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση, κάθε άλλο, είναι το ύφος ενός ανθρώπου της δράσης, ενός που θέλει να παρακινήσει σε δράση, είναι το ύφος κομματικού ‘μανιφέστου’», αναφέρει ο Αντόνιο Γκράμσι στο βιβλίο του «Για τον Μακιαβέλλη, για την πολιτική και για το σύγχρονο κράτος», εκδόσεις Ηριδανός χ.χ., σελίδα 19, μετάφραση Φ. Κ.
   Η εντυπωσιακή ελλειπτικότητα των γνώσεών μας για το έργο του αλλά και την πολιτειακή και φιλοσοφική σκέψη του γενικότερα, συναγωνίζεται την αντίστοιχη άγνοια της μη αποδοχής των θεωριών και θέσεών του και ίσως, γιαυτό συναντάμε τόσες αντιφατικές θέσεις για την σύνολη πολιτική και συγγραφική παρουσία του. Η αρνητική μυθική αχλή με την οποία περιέβαλαν το άτομό του «περισσότερο» παρά τον τρόπο με τον οποίο συγκροτεί την πολιτική και πολιτειακή του ιδεολογία και τακτική διακυβέρνησης, ανήκει στην διεθνή προβληματική ιστορική ερμηνευτική της Δυτικής πολιτειακής ανάλυσης, μια και αναλώνεται και συνηθέστερα μένει, σε επιμέρους πτυχές των Μακιαβελλικών διδαχών, (βλέπε το πασίγνωστο και πολυμεταφρασμένο έργο του «Ηγεμόνας») παρά εξετάζει το ευρύτερο ιστορικό και πολιτικό πλαίσιο αναφορών και επιδιώξεων, των κατακερματισμένων στην εποχή του μικρών αυτόνομων περιοχών και βασιλείων της τότε μη ενοποιημένης Ιταλικής χερσονήσου, μέσα στο οποίο εντάσσεται το καθόλου της πολιτικής του σκέψης και προβληματικής ανάλυσης. Ίσως γιατί, ο ευδιάκριτος κοινωνικός του αντικομφορμισμός έρχεται σε αντίθεση ή υποσκάπτει την αμφίβολη πολιτική ηθική των εκάστοτε κρατούντων και των κυβερνητικών τους θέσεων για την εξουσία. Κατάπληξη άλλοτε πάλι προκαλεί, η εφαρμογή των πολιτειακών αρχών του μεγάλου Αναγεννησιακού στοχαστή τόσο από ηγέτες και καθεστώτα φιλελεύθερα που υιοθετούν τον άκρατο μερκαντιλισμό, των ανοιχτών κοινωνιών όπως θα έλεγε και ο Καρλ Πόπερ, των Καπιταλιστικών καθεστώτων, όσο και των κλειστών μέχρι πρόσφατα κοινωνιών των πειραματικά Κομμουνιστικών, που όπως η ιστορία απέδειξε, απέτυχαν φρικτά και με φοβερό κόστος και τίμημα για τους ανθρώπους.
Ο Μακιαβέλλι, υπήρξε ο πρώτος που προσπάθησε να εφαρμόσει την «ρεάλ πολιτίκ» στην εποχή του, για να θυμηθούμε και τον σημαντικό στον καιρό του Σοσιαλδημοκράτη Γερμανό πολιτικό Βίλλυ Μπράντ.  Ο δραματικός αυτός πραγματιστής-που ταλαιπωρήθηκε στην πολιτική του σταδιοδρομία και στον προσωπικό του βίο, διείδε αυτό που ιστορικά είναι το ανθρώπινο πολιτικό ή μη ζώο. Ένα άπληστο οικονομικά, ανεξέλεγκτο ηθικά, εμφραγματικό θεολογικά, ανάπηρο υπερασπιστικά, φίλαυτο πολιτικά, προβληματικό στοχαστικά, πτωχό το πνεύματι διαλεκτικά,  εγωτικό κοινωνικό Όν. Έτσι όπως εύστοχα το απεικόνισε ο ζωγράφος Ιερώνυμος Μπος, αλλά, και στις μέρες μας ο Φράνσις Μπέικον. Και για να χρησιμοποιήσουμε έναν Βεμπεριανό όρο, αυτό το «προλεταριάτο των καταναλωτών», που αναζητά και εφευρίσκει στην ιστορική του πορεία χιλιάδες δικαιολογίες για να επιβάλει ανόητα την κυριαρχία του, τόσο πάνω στο φυσικό περιβάλλον-που το δημιούργησε και το τρέφει-(τον κοινό μας οίκο), όσο και στα άλλα έμβια πλάσματα γύρω του. Μήπως όμως ένας σύγχρονός μας ποιητής και στοχαστής, ο Πωλ Βαλερύ δεν είπε ότι «Η πολιτική είναι η τέχνη του να εμποδίζεις τους ανθρώπους να ανακατεύονται με ό,τι τους αφορά», και «Το Κράτος-φίλος όλων μας, εχθρός του καθενός μας χωριστά», δες Βαλερύ, «Επιλογή από το έργο του» εκδόσεις στιγμή 1996, σελίδα 39, μετάφραση Χαρά Μπανάκου-Καραγκούνη. Αυτές οι στοχαστικές απόψεις του ποιητή πόσο Μακιαβελλικές ή μη Μακιαβελλικές είναι άραγε;
         Από την εποχή που ο λεγόμενος πατέρας της ιστοριογραφίας Θουκυδίδης, (νίκησε στα λογικά σημεία της αφήγησης τον ηθικολόγο-λαογράφο παραμυθά Ηρόδοτο), μας δίδαξε το πώς συμπεριφέρεται το ανθρώπινο Όν μέσα στην Ιστορία, τόσο σε καιρό ειρήνης όσο και σε περιόδους αλληλοσπαραγμού, και ακόμα, από την εξαγνιστική-θεολογική  ιδεαλιστική Πλατωνική περιγραφή των ανθρωπίνων παθών(όπως αναφέρονται στην Πλατωνική Πολιτική Ουτοπία) και τον εξορθολογισμό τους από τον πρώτο φυσικό επιστήμονα τον Αριστοτέλη, Και, από το πολιτειακό σύστημα αναφοράς της Ουράνιας μεταφυσικής Πολιτείας του Ιερού Αυγουστίνου ως την Ουτοπική πολιτεία του Τόμας Μουρ, και του Καμπανέλα, αλλά και μέχρι το Κοινωνικό Συμβόλαιο του Ζαν Ζακ Ρουσσώ, και από τους Ευρωπαίους κατακτητές της Αμερικάνικης Ηπείρου, μέχρι τα πολιτικά δικτατορικά συστήματα και καθεστώτα του Αδόλφου Χίτλερ, του Ιωσήφ Στάλιν, του Χουάν Περόν, του Φραντσίσκο Φράγκο του Μπενίτο Μουσολίνι του Μεσοπολέμου, ή των συγχρόνων μας Πολ Ποτ, Μάο Τσετούγκ, ή του Πολωνού Γιαρουζέλσκι, του Ρουμάνου Τσαουσέσκου και άλλων ηγετών της πρώην Ανατολικής Ευρώπης, και τα μονοκομματικά αστικά καθεστώτα της λεγόμενης άμεσης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, ο Κόσμος κυβερνάται με ή χωρίς αποδοχή, σύμφωνα με τις Μακιαβελλικές αρχές. Αρχές που τόσο συχνά μεγαλοποιούνται από εκχυδαϊστές του πολιτικού λόγου και της εφαρμόσιμης υπεροχής της κυβερνητικής τους αναποτελεσματικότητας και υστερόβουλης ωμότητάς τους.
«Ο Μακιαβέλλι έχει πεθάνει εδώ και πάνω από τετρακόσια πενήντα χρόνια, αλλά το όνομά του συνεχίζει να ζει ως παράδειγμα πανουργίας, διπλοπροσωπίας και εφαρμογής της κακής πίστης στις πολιτικές υποθέσεις… Γύρω από το όνομά του Μακιαβέλι έχει συσσωρευθεί τόσο πολλή κακή φήμη, που η μομφή για μακιαβελισμό εξακολουθεί να αποτελεί σοβαρή κατηγορία στον τρέχοντα πολιτικό διάλογο», αναφέρει στην εισαγωγή του ο Κουέντιν Σκίνερ για τον «Μακιαβέλι», εκδόσεις νήσος 2002, μετάφραση Κώστας Αθανασίου. 
Από τα δίπολα κυβερνητικά ζεύγη της Πλουταρχικής βιογραφικής ιστοριογραφίας, τα ένδοξα αμοραλιστικά αυτοκρατορικά πρόσωπα της Σαλούστειας αφήγησης, από τον ακριβή στην αφηγηματική του ικανότητα και περιγραφή χαρακτήρων ιστορικό Πολύβιο, έως την Απόκρυφη ιστορία του βυζαντινού Προκοπίου, και τις εξαγνιστικές ιστορικά οικογενειακές αναφορές της Άννας Κομνηνής, ο Κόσμος στροβιλίζεται μέσα στις ίδιες Μακιαβελλικές πολιτικές σταθερές και πολιτειακές αρχές. Και από τις καιροσκοπικές θρησκευτικές πρακτικές αρκετών θρησκευτικών ηγετών της ιστορίας (δες πολιτικές πρακτικές και ενέργειες του Πολωνού Πάπα Βοϊτσίλα), ως τις ιδεαλιστικές προτροπές μιας ουράνιας ιεραρχίας και τις θυσιαστικές στάσεις ζωής αρκετών μεγάλων Μυστών της μεταφυσικής ο Κόσμος θεσμοθετείται μέσα στην αχνάδα της Μακιαβελλικής πολιτειακής φιλοσοφίας και πολιτικής συμπεριφοράς.
     Ο σπουδαίος αυτός στοχαστής-και ας τον αποκαλούσε «δολοφονικό Μακιαβέλλι» ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, (τα έργα του Σαίξπηρ είναι έντονα χρωματισμένα από τις Μακιαβελλικές αρχές) βρίσκεται στο κατώφλι των χρόνων της Αναγέννησης και των νέων πολιτειακών αρχών, ο Μισέλ Φουκώ αναφέρει ότι ο «Μακιαβέλι σημειώνει το τέλος μιας εποχής, ή ότι μεσουρανεί σε μια στιγμή…» και στέκεται στα ριζά των καινούργιων ανακαλύψεων και των νέων φιλόδοξων ατομικών επιτευγμάτων και κοινωνικών οραμάτων, των νέων πολιτικών ηθικών αξιών, των πρωτοφανέρωτων πνευματικών οραμάτων, των γεωγραφικών εξερευνήσεων, των εκατοντάδων επιστημονικών και τεχνολογικών ανακαλύψεων και εφευρέσεων, (ο Γαλιλαίος, ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι, ο Τζορντάνο Μπρούνο, ο Μιχαήλ Άγγελος, ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, και άλλες μεμονωμένες πνευματικές ισχυρές μονάδες άρθρωσαν την δική τους φωνή, πλήρωσαν το τίμημα, αλλά αρχιτεκτόνησαν τα μετέπειτα επιστημονικά και πολιτικά μετά μεσαιωνικά χρόνια), φιλοδόξησε και πέτυχε με το έργο του να μας εικονογραφήσει το πολικό άτομο, τον Ηγεμόνα, τον Κυβερνήτη, όχι όμως μέσα στην πνευματική φιλοσοφική του ψευδαίσθηση την τόσο σκοτεινή και γεμάτη θεολογικές κυστίτιδες από πολλές πλευρές, όπως μας τον οικοδόμησε ο Μεσαιωνικός Θεοκρατικός Κόσμος(Δυτικός και Ανατολικός), αλλά όπως μετά από αρκετούς αιώνες ο Ευρωπαϊκός πολιτικός πολιτισμός θα εφαρμόσει στην καθημερινή πολιτειακή πρακτική του(στην μετά Καρλομάγνεια εποχή),πριν και μετά, τους δύο μεγάλους Παγκόσμιους Πολέμους.
Είναι αυτός ο στοχαστής, που θεωρούσε ότι η πολιτική επιστήμη απογυμνωμένη από κάθε μύθο, «το θεωρείν τα πολιτικά» πρέπει να είναι προσανατολισμένη στο με κάθε μέσον και σκοπό «πράττειν τα πολιτικά»  όχι στηριζόμενη τόσο στον αστερισμό της κυβερνητικής ανοχής ή της παραδιδόμενης από τους αρχαίους Έλληνες και Ρωμαίους κυβερνητικής δημοκρατικής παράδοσης, όσο στην κατά περίσταση κυβερνητική βίαιη και εξαναγκαστική πολιτική επιλογή που θεωρούσε ότι διατηρεί την συνοχή της πόλης, εξασφαλίζει τα γεωγραφικά και πολιτικά της σύνορα και διαμορφώνει το ύψιστο καθήκον των πολιτών του να ανήκουν, σε μια ενιαία ομογενοποιημένη συμπαγή κρατική ή εθνική οντότητα.
Ευκολότερα συναντάμε αν ανασκοπήσουμε την Ιστορία τα κοινά πολιτικά και πολιτειακά σημεία και τις κοινωνικές και νομικές πρακτικές που υιοθέτησαν στον πολιτικό στίβο οι ηγέτες του Παγκόσμιου στερεώματος με τις αρχές, θέσεις και αξιωματικές θεωρίες και πολιτικούς σχεδιασμούς του αινιγματικού και πολιτικά κατατρεγμένου αυτού προσώπου της Φλωρεντίας, παρά το αντίθετο.
«Βεβαίως στον Μακιαβέλι η ιστορία παραμένει εγκλωβισμένη στο εσωτερικό μιας νατουραλιστικής οπτικής: ο κόσμος ταυτίζεται με τον εαυτό του και όλα τα πράγματα αναπαράγονται περιοδικά (Λόγοι, Ι, 39, ΙΙ προοίμιο). Αλλά ο Μακιαβέλι ήταν ο πρώτος που τοποθέτησε στο κέντρο του λόγου του την ακατέργαστη πραγματικότητα του παρόντος ως πολιτικό πρόβλημα που πρέπει να βρει πρακτική λύση. Τα μέσα που εγκωμιάζει ο Ηγεμόνας-η ωμότητα, η ισχύς και ο δόλος-δικαιώνονται από την παρούσα αναγκαιότητα, δηλαδή τη θεμελίωση ή τη διατήρηση του κράτους». Σημειώνει ο Μισέλ Σενελλάρ στο βιβλίο του «Μακιαβελισμός και κρατική σκοπιμότητα», εκδόσεις Εστίας 1997, σελίδα 15 μετάφραση Δημήτρης Αθανασάκης.
Και εδώ, θα μπορούσαμε ίσως να επαναφέρουμε το αρχαίο ερώτημα, αν είμαστε με την απόφαση της Αντιγόνης ή του Κρέοντα; Αλλά αυτό σηκώνει μια άλλου είδους συζήτηση. Πάντως ο Ζακ Ανουιγ το έχει θέσει με θεατρικό τρόπο νομίζω το θέμα αυτό.
Σίγουρα μπορούμε να πούμε ότι, σταθερότεροι οπαδοί των Μακιαβελλικών αρχών δεν ήσαν τόσο, οι έτσι και αλλιώς δικτάτορες ηγέτες μέσα στο ιστορικό πολιτικό πάνθεον που αντικαθρεπτίζονται πάνω στις απολυταρχικές του ιδέες, όσο αυτοί που εκλέγονται και εξακολουθούν να εκλέγονται με νόμιμα δημοκρατικά μέσα. Οι δημοκράτες ηγέτες,(οι ενός ανδρός αρχή) είναι οι πρώτοι και καλύτεροι θιασώτες της Μακιαβελλικής Ηγεμονικής κυβερνητικής πολιτικής, οι σκιαγραφόμενοι τόσο αδρά και παραστατικά στον πασίγνωστο και αξεπέραστο «Ηγεμόνα» του.
      Εύστοχα και με μεγάλη ειλικρίνεια δεν έχει φωτογραφήσει τους τάχατες δημοκρατικούς μας κοινοβουλευτικούς μας ηγέτες ο Σταγειρίτης παππούς μας Αριστοτέλης στα «Ηθικά Ευδήμιά του»;
«Οι πολλοί των πολιτικών ουκ αληθώς τυγχάνουσι της προσηγορίας, ου γαρ εισί πολιτικοί κατά την αλήθειαν, ο μεν γαρ πολιτικός των καλώς εστί πράξεων προαιρετικός αυτών χάριν, οι δε πολλοί χρημάτων και πλεονεξίας ένεκεν άπτονται του ζην ούτω…».
       Ο «κατ’ αλήθειαν πολιτικός» για να χρησιμοποιήσω πάλι την Αριστοτελική ορολογία, αναζητείται από παλαιοτάτων χρόνων μέσα στην πολιτειακή και πολιτική ιστορία, και δεν είναι εννοιολογικός πολιτικός ορισμός του Φλωρεντιανού.
       Ποτέ δεν υπήρξε πραγματική και ουσιαστική πολιτική Δημοκρατία, πάντοτε είχαμε Κοινοβουλευτικές «φίλιες Δημοκρατικές δικτατορίες» από την μία, ή Στρατοκρατικές δικτατορικές διακυβερνήσεις από την άλλη. Είτε είναι κανείς Ευρωλιγούρης σύμφωνα με τον ευφυή χαρακτηρισμό του Κώστα Ζουράρη, είτε είναι Βυζαντινοεπαίτης όπως ονομάζω τους λάτρεις και θιασώτες της καθ’ ημάς Θεοκρατικής και Φεουδαρχικής Ανατολής, διαπιστώνει αβίαστα το αδιέξοδο των πολυπληθών και πολύπλευρων οχλοδομημένων Ευρωπαϊκών Δημοκρατιών. Με λύπη και απόγνωση διαπιστώνει και ανακαλύπτει το πόσο δίκαιο είχε στις πολιτειακές του σκέψεις ο Φλωρεντιανός Γραμματέας και στοχαστής, αυτός που πριν από τον κλεινό Κάρολο Δαρβίνο, και από τον Παυλώφ-και τα όμορφα σκυλάκια του-διερεύνησε την ανθρώπινη φύση και την πολιτική πρακτική του ζώου-άνθρωπος. Ακόμα και ο Μαρξισμός, στην πιο ατελή μορφή της εφαρμοσμένης του πολιτικής και διακυβέρνησης, τις Μακιαβελλικές θεωρίες εφάρμοσε στην πράξη στα κράτη που επιβλήθηκε με την βία προς δόξα της αργόσχολης κρατικοδίαιτης εργατικής τάξης και της ιδεολογικής κρατικής νομενκλατούρας και των σωτήριων αιματοβαμμένων πολιτικών τους επιλογών. Μπορεί οι θεωρητικοί ηγέτες του Μαρξισμού να στάθηκαν αρνητικά απέναντι στο φαινόμενο του Μακιαβελλισμού, όμως όποιος παλαιότερα είχε διαβάσει τα πρακτικά των Δικών στην Μόσχα, και δει τις πολιτικές πρακτικές των Κομμουνιστών ηγετών ανά τον κόσμο θα κατανοήσει τι θέλω να πω. Άλλωστε αυτά τα έχουν αναλύσει και περιγράψει ορθότερα άλλοι κοινωνιολόγοι και πολιτειολόγοι εδώ και χρόνια.
Ποιος ηγέτης του Δυτικού και όχι μόνο κόσμου δεν καταδίκασε τον Μακιαβέλλι την ίδια στιγμή που ακολουθούσε εξακολουθητικά τις πολιτικές του διαπιστώσεις.
«Η ηθική του Μακιαβέλλι είναι η καθαρότητά του, είναι η ίδια η ωμότητά του» και παρακάτω «Ο Μακιαβέλλι εξακολουθεί να ενοχλεί γιατί σκαλίζει με το νυστέρι στο πολιτικό σώμα του δυτικού πολιτισμού, απογυμνώνοντας την ίδια την φύση των πραγμάτων-την πραγματικότητα της πολιτικής και της ζωής. Η απογύμνωση αυτή είναι μια κορυφαία ηθική πράξη, αφυπνίζει τα νεύρα και τις συνειδήσεις των πολλών. Ηθικό, είναι το αποκαλυπτικό», σημειώνει εύστοχα στα προλεγόμενα του βιβλίου «Η χειραγώγηση του όχλου-Οι συνωμοσίες» του Νικολό Μακιαβέλλι εκδόσεις Ροές 2007, μετάφραση Σπύρος Δενδρινός, ο δημοσιογράφος και μεταφραστής Αλέξανδρος Βέλιος.
      Είμαστε όλοι σαν πολιτικά όντα Μακιαβελλικοί, έστω και αν δεν θέλουμε κατά βάθος να το παραδεχθούμε, και ίσως πολύ περισσότερο και από τον ίδιο τον Φλωρεντιανό Γραμματέα που έζησε σε μια δύσκολη και ρέουσα ιστορικά εποχή και σε ένα κατακερματισμένο και με πολλά βασίλεια Ιταλικό χώρο.
         Πριν μερικές δεκαετίες, η πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας η Μάργκαρετ Θάτσερ δεν είπε αυτή την συγκλονιστική ιστορικά και πολιτικά φράση: «δεν υπάρχουν πλέον κοινωνίες, υπάρχουν τα άτομα και οι οικογένειές τους», μήπως αυτή η πολιτικά ορθή ρήση εμάς τους Έλληνες μας θυμίζει τίποτα; Γιατί τα Απομνημονεύματα των Αγωνιστών του 1821 μας αποκαλύπτουν του λόγου το αληθές της Βρετανίδας συντηρητικού πολιτικού.
      Ο Νικολό Μακιαβέλλι, προσομοιάζει με τον ήρωα του μυθιστορήματος του Μπορίς Βιάν, «Ο Ψυχοβγάλτης». Και σαφώς συγγενεύει με τον τρόπο που ο Αυστριακός συγγραφέας Στέφαν Τσβάιχ  βιογράφησε τον ραδιούργο αρχηγό της Γαλλικής αστυνομίας Ιωσήφ Φουσέ. Άλλες ιστορικές και πολιτειακές συνθήκες, παράλληλοι όμως δρόμοι κυβερνητικής πολιτικής. Ο διπλωμάτης Ταλλευράνδος εφάρμοσε τις ίδιες πολιτικές διπλωματικές πρακτικές με τον σύγχρονό μας Χένρυ Κίσσιγκερ.
Αλλά και στον θρησκευτικό μεταφυσικό χώρο, αν ανατρέξουμε στις πολιτειακές αξίες των μεγάλων θρησκευτικών και θεολογικών μυθολογικών και παραμυθιακών δοξασιών, θα ανακαλύψουμε ότι η δομή και η οργάνωση των ιεραρχικών τους τάξεων από το ανώτατο Ον που δέχονται ως αφετηρία έως τον τελευταίο πιστό(;) της Ουράνιας βασιλείας, η πολιτειακή τους πρόταση στη μεσσιανική ουτοπική τους διάρθρωση στηρίζεται σε Μακιαβελλικές διδαχές πριν τον Μακιαβέλλι. Ένα Εγωτικό, αλαργινό, ανικανοποίητο και αδιάφορο υπέρτατο Ον, που επιβάλλει τις απόψεις του και τις αρχές του όχι προς όφελος του πιστού ποιμνίου του, αλλά προς δόξα και τιμή της παμφάγου οντολογικής του επικράτησης.
     Ο Μακιαβέλλι καλύτερα ίσως ακόμα και από τον «Λεβιάθαν» του Χομπς  μας έδειξε την διαχρονική διαδρομή του εξόριστου και διαρκώς πολιτικά ακυριάρχιτου ατόμου που ενστικτωδώς γνωρίζει ότι ο αγωνιστικός δρόμος προς την διαρκή Δημοκρατία των πολλών, δεν είναι παρά η επικράτηση των θέσεων του ενός. Αυτό του αποκάλυψαν οι μελέτες του πάνω κυρίως στην Ρωμαϊκή και όχι μόνο πολιτική και κυβερνητική διακυβέρνηση. Η επικράτηση της θέσεως του ενός, σαν το αντίπαλο πολιτικό δέος της κοινοβουλευτικής δικτατορίας της μάζας ή του «όχλου». Αν δεν είναι βαρύς ο πολιτικός χαρακτηρισμός για μια μάζα που άγεται και φέρεται σαν ένα κοπάδι αγράμματων και μη σκεπτόμενων ανερμάτιστων πολιτικά και οντολογικά ψηφοφόρων προς δόξα ανεπάγγελτων αλλά επαγγελματιών πολιτικών και καρεκλοκένταυρων ιδιοτελώς φερόμενων διοικούντων οπαδών τους. Ουσιαστική Πολιτική Δημοκρατία ποτέ δεν υπήρξε μέσα στην ανθρώπινη ιστορία. Ούτε ως ευκταία πολιτική ή πολιτειακή επιλογή, ούτε ως μεσσιανική μεταφυσική σωτηριώδη πρόταση, πολλώ μάλλον, ως αντιπροσωπευτική πολιτική πρακτική εφαρμογή.
Η Δημοκρατία, είναι το αδιέξοδο των μη εφαρμόσιμων ενδόμυχων πολιτικών και κοινωνικών επιλογών μας. Το ατελέσφορο της Ονειρικής Πολιτειακής Ουτοπίας μας. Μια Νεφελοκοκκυγία βασισμένη σε κατά συνθήκη πολιτειακά αξιώματα και αρχές. Είναι το αναγκαίο κακό των αδιάφορων και ωχαδελφικών πολιτικών αν-επιλογών μας.
Η Δημοκρατία είναι το καλύτερο πολιτικό σύστημα για αυτούς που δεν γνωρίζουν τι σημαίνει Δημοκρατία, και αυτούς που ποτέ δεν πίστεψαν ότι θα λυθούν τα προβλήματά τους και θα καλυτερεύσει η ζωή τους με το πολίτευμα αυτό. Γιαυτό και παρατηρούμε μέσα στην Ιστορία να μιλάνε για Δημοκρατία αυτοί, που όχι μόνο που συνήθως ωφελούνται ποικιλότροπα και οικονομικά από το πολίτευμα αυτό, αλλά και αυτοί που δεν θέλουν η μεγάλη μάζα των ψηφοφόρων να συνειδητοποιήσει τα αδιέξοδά της. Αυτοί που ταυτίζουν την δημοκρατία με το Κράτος που οι ίδιοι διοικούν ή το περιούσιο Έθνος που τυγχάνει να ανήκουν.
Πολύ διδακτικά δεν μας το περιγράφει ο Θουκυδίδης που τόσο επικαλούμαστε και κοκορευόμαστε ημείς και υμείς για αυτόν:
«Πάντων δ’ αυτών αίτιον αρχή η δια πλεονεξίαν-Αίτιον δε όλων τούτων ήτο η επιθυμία της αρχής από πλεονεξίαν και φιλοδοξίαν, εκ των οποίων εξεπήγαζε και η σπουδή προς επικράτησιν δια παντός μέσου εν περιπτώσει διαμάχης. Διότι οι αρχηγοί των κομμάτων εις τας πόλεις δίδοντες εις τα κόμματά των ευπρεπείς ονομασίας, οι μεν από την προτίμησιν της ισονομίας του πλήθους, οι δε από την προτίμησιν της σώφρονος αριστοκρατίας, έλεγον μεν ότι εφρόντιζον δια τα κοινά, έβλεπον όμως αυτά ως έπαθλα προσωπικών αγώνων.  Αγωνιζόμενοι δε να υπερισχύσουν αλλήλων με κάθε τρόπο ετόλμησαν να πράξουν τα χείριστα και επεδίωκον να καταστήσουν τας τιμωρίας ακόμη μεγαλυτέρας, διότι επέβαλλον αυτάς όχι κατά την απαίτηση του δικαίου και του συμφέροντος της πόλεως, αλλά θέτοντες ως όριον την τυχόν παρεχομένην εκ της τιμωρίας ευχαρίστησην εις το κόμμα…»
Δες βιβλίο Γ΄ παράγραφος 82, μετάφραση Π. Ξιφαράς.
    Αλλά και οι μεγάλες πληθυσμιακά μάζες των πολιτών-ψηφοφόρων αρνούνται πεισματικά να καλυτερεύσουν πολιτικά και κοινωνικά την ζωή τους με ουσιαστικό και αποτελεσματικό τρόπο. Αρέσκονται στην εφήμερη οντολογική τους μικρότητα, την ενταλματική ευαισθησία τους, και την διανοητική αγραμματοσύνη τους. Οι μεγάλες μάζες κουράζονται να σκέπτονται, τους ταλαιπωρεί να θέσουν σε αμφισβήτηση τα πολιτικά λεγόμενα του πολιτικού τους ηγέτη, κοινώς τους αρέσει να «παραμυθιάζονται». Εφευρίσκουν χιλιάδες δικαιολογίες για να μην αγωνιστούν να πάρουν την τύχη της ζωής τους στα χέρια τους.
«Η δημιουργία κι η εδραίωση του πολιτικού ήθους είναι έργο και της άσκησης και της αγωγής. Όπως σε γενικό επίπεδο οι νόμοι περιορίζουν την ανθρώπινη φύση, έτσι και στα επιμέρους οι έμφυτες ατέλειες και τα ελαττώματα μπορούν να χαλιναγωγηθούν με την άσκηση» και «Οι τάσεις της εποχής φτάνουν στην προσωπικότητα διαμέσου περιστατικών ζωής ατομικών, συγκεκριμένων, καθημερινών, διαμέσου των χίλιων επαφών της κάθε ώρας με μια χειροπιαστή πτυχή της κοινωνίας…», αναφέρει στην κατατοπιστική και πολύτιμη εισαγωγή του στην μετάφραση του έργου του Νικολό Μακιαβέλλι του δίτομου έργου, ο φιλόσοφος και πολιτικός στοχαστής Τάκης Κονδύλης, δες «Έργα», Νικολό Μακιαβέλλι, δίτομη έκδοση, εκδόσεις Κάλβος 1971, εισαγωγή-επιλογή-μετάφραση Τάκης Κονδύλης. (Μια έκδοση εφάμιλλη των Ευρωπαϊκών εκδόσεων χρήσιμη, πολύτιμη και αξεπέραστη ακόμα και σήμερα για τις Μακιαβελλικές σπουδές και όχι μόνο).
    Και επανερχόμενος, γιατί Δημοκρατία δεν σημαίνει παραίτηση στην κοινοβουλευτική εκπροσώπηση και ψηφοφορία ανά τετραετία, αλλά συνεχή και διαρκή αναζήτηση νέων μορφών διακυβέρνησης που δεν θεσμοθετούν κάστες ή οικογένειες κυβερνόντων, απαθών πολιτικά, αδιάφορων πολιτειακά και αγράμματων μη σκεπτόμενων κυβερνωμένων, αλλά διαρκή επαναπροσδιορισμό των πολιτικών μας επιλογών και ιδεολογικών μας θέσεων, συνειδητοποίηση του τι σημαίνει καθημερινή αγωνιστική πολιτική πρακτική, κοινωνική απελευθέρωση με πολιτικά μέσα τόσο σε προσωπικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο, τι σημαίνει ατομικό και τι συλλογικό όραμα για την πολιτεία και την ζωή, τόσο στον μικρόκοσμο της πρόσκαιρης και τυχαίας ζωής μας όσο και στον ιστορικό μακρόκοσμο της ανθρώπινης εξέλιξης.
Αυτό που με άλλους όρους θα ονομάζαμε υπέρβαση της πολιτικής αδιαφορίας μας, και ότι Πολιτική Δημοκρατία είναι η μυσταγωγούσα θεωρία των πολιτών, η ενεργούμενη πολιτική τους κοσμοθεωρία. Όμως η «κατάρα» του Δημοκρατικού πολιτεύματος είναι, ότι οι όποιοι συνειδητοί πολίτες του-αυτή η μικρή πάντα μαγιά-θα είναι πάντα καταδικασμένη στην δια της ψήφου αδιέξοδης πολιτικής εκπροσώπησης των μεγάλων αδιάφορων μαζών. Αυτών που αναπαράγουν μόνο τις ατομικές τους φοβίες στην κονίστρα της δημοκρατικής τους πρόθεσης, και εναποθέτουν τα αδιέξοδά τους στο απόσκιο της δήθεν συμμετοχικότητάς τους, καθώς ορέγονται όχι φιλόσοφους και δίκαιους ηγεμόνας(κατά Θείο Πλάτωνα) αλλά δημοκόπους κομματικούς εκμεταλλευτές, ομφαλοσκόπους της δικής τους πολιτικής ανεπάρκειας.
     Ο Φλωρεντιανός Νικολό Μακιαβέλλι, αυτός ο προάγγελος της μελλοντικής νεωτερικής καπιταλιστικής διακυβέρνησης των λαών, σαν συγγραφέας και στοχαστής, σαν πολιτικός αναλυτής και ιστορικός ερμηνευτής, κρίνεται και καταδικάζεται ή επιβραβεύεται, απορρίπτεται και στηλιτεύεται συνήθως από αυτούς που έχουν διαβάσει μόνο το γνωστότερο βιβλίο του «Ο Ηγεμόνας», ούτε καν την πραγματεία του «Η Τέχνη του Πολέμου», που είναι η συμπλήρωση θα λέγαμε κατά κάποιον τρόπο του Ηγεμόνα του, χωρίς την ανάγνωση των χρήσιμων για την ιστορική ερμηνεία του συνόλου του έργου του «Επιστολών του», και άλλα του κείμενα που συμπληρώνουν το παζλ της πολιτικής του ερμηνευτικής και ολοκληρώνουν τον πολιτειακό και ιστορικό σχεδιασμό της εποχής του και της χώρας του. Το περισσότερο δουλεμένο έργο του είναι η ατελείωτη εργασία του για την Ιστορία της πατρίδας του της Φλωρεντίας,  αλλά και το θεατρικό του έργο όπως είναι ο «Μανδραγόρας» δεν υπολείπεται ενδιαφέροντος ακόμα και στις μέρες μας, αν κάποιος θελήσει να το σκηνοθετήσει. Ο αρχαίος Ρωμαίος ιστορικός Σαλλούστιος, σε κάποιο σημείο του έργου του για την ιστορία της Ρώμης, αναφέρει ότι ο ιστορικός οφείλει να είναι ωφέλιμος και χρήσιμος, να επιλέγει το υλικό εκείνο που θα του προσφέρουν τις δύο αυτές απαραίτητους στιγματισμούς, ώστε να μπορεί να εξάγει με την σειρά του ερευνώντας τα παλαιότερα ιστορικά γεγονότα όχι μόνο τα ωφέλιμα και χρήσιμα στους αναγνώστες συμπεράσματα, αλλά και να εξάγει ηθικά και διδακτικά διδάγματα. Ο Μακιαβέλλι εφάρμοσε την ρήση αυτή του Ρωμαίου ιστορικού μέσα στις ιστορικές και πολιτικές του εργασίες αβίαστα και εξακολουθητικά. Ο Μακιαβέλλι επιδιώκει όχι τόσο να αλλάξει τα γεγονότα της εποχής του, όσο να μας φανερώσει τι θα συμβεί στο πολιτικό στίβο αν επικρατήσουν αυτές οι κινητήριες δυνάμεις ή αν επικρατήσουν οι αντίθετές τους. Ο ανθρώπινος παράγοντας με τα θετικά και τα αρνητικά του, παίζει μεγάλο ρόλο μέσα στο έργο του, καθώς επίσης, και η οικονομική τάξη στην οποία ανήκει. Ο ίδιος στην προσωπική του ζωή, συνεργάστηκε με διαφορετικά καθεστώτα της πατρίδας του αναγκασμένος να επιβιώσει και να θρέψει την πολυμελή οικογένειά του. Όμως ο στόχος του υπήρξε ένας, η διατήρηση της ενότητας της Φλωρεντιανής διοίκησης.
Ο «Ηγεμόνας» του, που τόσο εύστοχα γλωσσικά έχει μεταφράσει στην χώρα μας ο Νίκος Καζαντζάκης, είναι ένα σύγγραμμα απαραίτητο προς ανάγνωση όχι μόνο από κάθε διπλωμάτη αλλά και σε κάθε πολιτικό νεολαίο ή σκεπτόμενο άτομο που δεν θέλει να μείνει στην διάρκεια του πολιτικού του βίου κοινωνικά απαθής, απόκληρος της οραματικής πολιτικής του συνείδησης. Ο «Ηγεμόνας» όμως παρότι έχει τόσο συκοφαντηθεί μέσα στον χρόνο, δεν είναι ούτε το σύγγραμμα-πανάκεια για κάθε πολιτική επιλογή στην καθόλου τέχνη του Κυβερνάν, ούτε το άπαν της πολιτικής φιλοσοφίας των Ηγετών. Έστω και αν ιστορικά από αυτό το βιβλίο μεταλαμπαδεύτηκε στην πολιτική σκηνή το σύνολο σχεδόν πνεύμα του συγγραφέα. Επίσης, το μελέτημα αυτό, δεν είναι η μόνη πολιτική διαθήκη του Φλωρεντιανού στοχαστή προς εμάς. Λίγοι ίσως ενδιαφέρονται να ξεχωρίσουν ότι ο Μακιαβέλλι, δεν είναι ένας κοσμοπολίτης στοχαστής της εποχής του, δεν ευαγγελίζεται την κατάργηση των κοινωνικών διακρίσεων, δεν είναι οπαδός του αρχαίου πολιτικού στοχαστή του Φίλωνα, που πρέσβευε την θεωρία του κοσμοπολίτη ανθρώπου, που πατρίδα του είναι ολάκερη η Οικουμένη, πολύ πριν μιλήσουν γιαυτό οι διάφοροι πεπαιδευμένοι στοχαστές της Αναγέννησης. Ούτε πάλι, μπορούμε να τον εντάξουμε στους λεγόμενους «ιδρυτές πατέρες» που ανήκουν οι επαναστάτες πολιτικοί και κυβερνητικοί ηγέτες και στοχαστές της Αμερικάνικης επανάστασης, που πέτυχαν και συγκρότησαν μια νέα τάξη πραγμάτων απαλλαγμένοι από παραδοσιακές πολιτικές επιταγές του παρελθόντος και της γηραιάς ηπείρου από όπου προέρχονταν.
     Είναι από τους πρώτους, που έδωσαν μια ψυχολογική χροιά στην αντίληψή μας για την ιστορία στα νεότερα χρόνια. Ο ανθρώπινος χαρακτήρας με ότι αυτό συνεπάγεται στα θετικά ή αρνητικά των ιστορικών συμβάντων, είναι το ερμηνευτικό όχι μόνο υπόστρωμα της ιστορίας, αλλά και της πολιτικής γενικότερα.
    Η αναγκαιότητα της ιστορικής αφήγησης δεν προσπορίζει το υλικό της από τις ένδοξες μάχες ή τις μεγάλες ηθικές αρχές των ιστορικών διαδραματιζόμενων γεγονότων, αλλά από τα πάθη τα εν διαρκή εξελίξει ανθρώπινων μονάδων την δεδομένη στιγμή. Ο Φλωρεντιανός δεν περιγράφει όπως ο Χομπς σαν τέλειος αρχιλογιστής θα λέγαμε, τα διάφορα κυβερνητικά οικονομικά δεδομένα που απαιτούνται για την ορθή και σωστή ευμάρεια μιας πολιτείας. Οι κοινωνικές συνθήκες, διαμορφώνονται από πάθη και ορμές της ανθρώπινης πορείας μέσα στην ιστορία, και στο συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο. Φαίνεται σαν η βιολογία να προσδιορίζει την ιστορία, στην προσπάθειά της να ερμηνεύσει την ανθρώπινη πολιτική φιλοδοξία. Και ασφαλώς, δεν είναι ένας γνωμολόγος ηθικιστής όπως ήταν ο Λαροσφουκό, πόσο όμως αλήθεια ουσιαστική είναι η ρήση του Λαροσφουκό που αναφέρει: «Αυτό που η κοινωνία αποκαλεί είναι στο πιο μεγάλο μέρος του, ένα απλό φάντασμα καμωμένο από τα πάθη μας, του δίνουμε ένα ευυπόληπτο όνομα ώστε να μπορούμε έτσι να κάνουμε ό,τι θέλουμε ατιμωρητί». Δες βιβλίο του «Αξιώματα ή Αφορισμοί», εκδόσεις Άρκτος 1993, μετάφραση Γιώργος Ίκαρος Μπαμπασάκης.
    Ο Νικολό Μακιαβέλλι με την μεγάλη του εμπειρική πείρα που είχε αποκτήσει ως ενασχολούμενος μετά της πόλεώς του, μπορεί μεν να απέρριπτε την Παπική εξουσία, να αρνιόταν τον ρόλο της θρησκείας στην άσκηση της πολιτικής διακυβέρνησης, να μην δεχόταν αρκετά στοιχεία διακυβέρνησης και διοίκησης της μέχρι τότε πολιτικής παράδοσης, όμως εξακολουθούσε να φορά τον αρχαίο Ρωμαϊκό χιτώνα.
   Δεν κράτησε ακόμα, μια στοχαστική ουδέτερη υπεροχή που θα του εξασφάλιζε ίσως και περισσότερα οικονομικά κέρδη στην άσκηση των καθηκόντων του, και περισσότερη διάρκεια στα διοικητικά του αξιώματα. Και ίσως ήταν μάλλον ο πρώτος, που διανοήθηκε μια πολιτική επανάσταση στηριζόμενος σε αρχές του Ρωμαϊκού ιμπέριουμ των προγόνων του που θεωρούσε ότι χρειαζόταν εκείνη την στιγμή η Φλωρεντία. Ήταν ο πρώτος που άλλαξε τις κυβερνητικές μεθόδους ή προσπάθησε να συμβουλεύσει τους ιθύνοντες  της εκάστοτε πολιτικής διακυβέρνησης της πολιτείας της Φλωρεντίας, να αλλάξουν τους κανόνες του παιχνιδιού του πολιτεύεσθαι σε όφελος περισσότερο ενός ισχυρού ηγεμόνα, που θα ήταν πολιτικά εφικτό να κρατήσει την συνοχή της πολιτείας ακέραια. Δεν δεχόταν την ευπάθεια της πολιτικής αρχής που οδηγούσε στον κατακερματισμό της συνοχής του κοινωνικού συνόλου, αλλά και τον σίγουρο κίνδυνο του χασίματος της κρατικής πολιτειακής αυτοτέλειας από ξένες και αλλόφυλες δυνάμεις. Δες κατάληψη ολιγοήμερη της Φλωρεντίας από τον Κάρολο τον Η της Γαλλίας. Ας μην μας διαφεύγει ότι την περίοδο που έζησε ο Μακιαβέλλι η Ιταλική χερσόνησος σπαρασσόταν από εντόπιους πολέμους μεταξύ των διαφόρων βασιλείων, δουκάτων και με την Παπική εξουσία. Η Ιταλία υπήρξε για πολλά χρόνια μια κατακερματισμένη σε μικρές ναυτικές ή μη πολιτείες χώρα, αν και από την εποχή του ποιητή-προφήτη Δάντη (1265-1321), άρχιζε σιγά-σιγά και δειλά, η αφύπνιση του Ιταλικού έθνους, και η προσπάθεια ενοποίησης και αυτοπραγμάτωσης της ιστορικής Ρωμαϊκής συνείδησης των Ιταλών. Η πολιτική του θέση, δηλαδή στην προσπάθεια ενοποίησης των κατακερματισμένων πολιτειών τον έφερε κοντύτερα στην ανερχόμενη εθνικά δύναμη που ήταν η Γαλλία, παρά σε άλλες δυνάμεις της εποχής του όπως αυτής της κατακερματισμένης Γερμανίας.
Ο Μακιαβέλλι, μέσα στην χαώδη κατάσταση, την τόσο ρευστή πολιτική προοπτική και επικίνδυνη ιδεολογική θολούρα της εποχής του, ονειρεύτηκε τον ρεαλιστικό σχεδιασμό μιας ισχυρής κυβερνητικής αρχής που μπορεί να ήταν κατακριτέος σαν πρόθεση, «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», όμως για εκείνον σαν πολίτη μιας μικρής πολιτείας-κράτος, σαν πολιτειακό παράγοντα και σαν άτομο με έντονη την ιστορική ερμηνευτική ματιά, την δεδομένη ιστορική χρονική στιγμή δεν ήταν άχρηστη και καιροσκοπική μιας τέτοιας ηθικής βαρύτητας πολιτική επιταγή, μπροστά στον κίνδυνο να χαθεί το πολιτικό του αλλά και γεωγραφικά και ιστορικά πολιτικό του όραμα για μια ενωμένη και ισχυρή όχι μόνο Φλωρεντία, αλλά και Ιταλία. Μήπως το ίδιο δεν έπραξαν και, ο επαναστάτης Ροβεσπιέρος με την τρομοκρατία του; ο Βλαδίμηρος Λένιν με τον Μπολσεβικισμό του; ο Μέγας Πέτρος με την εσωτερική πολιτική του εναντίων των Βογιάρων; Ο Μάο Τσετούνγκ  με τον Μαοϊσμό του και την πολιτιστική του επανάσταση; Οι ηγέτες της Αμερικάνικης ανεξαρτησίας και ενοποίησης πως άραγε έπραξαν; Για να μην αναφερθούμε και στο αμαρτωλό Βυζάντιο, αυτήν την Θεοκρατική Μεσαιωνική Τυραννία που κυριάρχησε για τόσα χρόνια και τις φανερές και αφανέρωτες πολιτικές συνομωσίες των διαφόρων Αυτοκρατόρων και στρατιωτικών ηγετών. Εκεί και αν δεν αντικρίζουμε Μακιαβελλικούς ηγεμόνας σε όλη την πολιτική, στρατιωτική, θρησκευτική και κοινωνική γκάμα των δικτατορικών αποχρώσεων και των αμοραλιστικών τους πρακτικών. Η δεκτικότητα των Ορθόδοξων Κοινοπολιτειών σε προ-μακιαβελλικές Ηγεμονικές πολιτικές και θρησκευτικές πρακτικές ελέω Θεού, είναι παροιμιώδεις. Σύμφωνα με τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Αντώνιο τον Δ (1389) «ο κράτιστος και άγιος αυτοκράτωρ είναι ορθοδοξότατος και πιστότατος και πρόμαχος της εκκλησίας και δεφένστωρ και εκδικητής». Δες περιοδικό «Ιστορικά» τεύχος 10/6,1989, σελίδα 33. Αλλά και η Αρχαία Ελληνική Δημοκρατία που στηρίζονταν, τι μας δείχνουν η τέχνη του Θεάτρου, της Ποίησης, των Ιστοριογραφικών αναφορών; Αν διαβάσουμε προσεκτικά «Την Ελληνική Νομαρχία» πέρα από τις δημοκρατικές της και φιλελεύθερες για την εποχή της απόψεις, δεν υπάρχουν έστω σποραδικά ψήγματα Μακιαβελλικών δοξασιών; Μήπως ο τραγικά άτυχος και τόσο πολιτικά σημαντικός για το Ελληνικό ζήτημα κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας, αυτός ο φωτισμένος και διορατικός ηγέτης δεν εφάρμοσε στο μικρό διάστημα της διακυβέρνησής του μια συγκεντρωτική αυταρχική πολιτική, που έγινε η αιτία και του φυσικού του χαμού;
Το καθ’ αυτόν έργον ευ ποιείν είναι πολύ δύσκολη πολιτική υπόθεση, και για τους άρχοντες και για τους αρχόμενους για να είμαστε δίκαιοι. Το πολιτικό δίλημμα θα παραμένει πάντα ανοιχτό για όλους τους ενασχολούμενους με τα κοινά. Δυσχερής πολιτική δημοκρατία, ή αναποτελεσματική εν δυνάμει ελεύθερη διακυβέρνηση και πειραματική οχλοκρατική λαοκρατία. Η πολιτική του άρχειν καθ’ εαυτό είναι πάρα πολύ δύσκολη υπόθεση. Προ υπόθεση της Δημοκρατίας είναι και πάλι αυτό που λέγει στα «Πολιτικά» του ο παππούς μας Αριστοτέλης: «επεί δε πολίτου και άρχοντος την αυτήν αρετήν είναι φαμεν και του αρίστου ανδρός. Τον δ’ αυτόν αρχόμενον τε δεν γίγνεσθαι πρότερον και άρχοντα ύστερον…».
      «Ο Μακιαβέλλι, φαίνεται, ολόκληρος είνε ένα σκοτεινόν και ανατριχιαστικόν αίνιγμα, ένα χονδροειδές συνονθύλευμα απρεπείας και όλων των σχετικών προς την απρέπειαν ιδιοτήτων, ένα συμπίλημα γενικώς πάσης φύσεως αντινομιών, Εγωισμός και γενναιοφροσύνη, σκληρότης και καλωσύνη, σατανική πονηρία και αγαθότης, ειδεχθής κατάπτωσις και μεγαλειώδης έξαρσις, η πλέον γλοιώδης και έρπουσα κολακεία και δειλία και ταυτοχρόνως γενναίος ιπποτισμός και ηρωισμός υπερήφανος, ιδού πια αντίθετα συναισθήματα διαρκώς εμφανίζονται εις ολόκληρον το έργο του. Η ανωτέρω έκφρασίς μου αντιπροσωπεύει την εικόνα των συγγραμμάτων του.».
Αυτά αναφέρει για τον συγγραφέα ο Macaulay στο έργο του «Ο Μακιαβέλλι», εκδόσεις Κ. Γκοβόστη χ.χ. σελίδα 7, μετάφραση Λ. Παυλίδης. Πολύ σκληρές και αρνητικές εκφράσεις, αλλά ένα ενδιαφέρον βιβλίο με ορθές παρατηρήσεις και ενδιαφέρουσα σημεία ανάλυσης.
       Πόσο αλήθεια δημοκρατικός κυβερνήτης-ηγεμόνας-θα γινόταν ο Φλωρεντιανός στοχαστής και συγγραφέας αν του δινόταν από την Τύχη ή την Μοίρα η δυνατότητα να κυβερνήσει την πόλη της Φλωρεντίας την γενέτειρα πόλη του, με την τεράστια διπλωματική και πολιτική εμπειρία που είχε αποκτήσει κρατώντας κυβερνητικά αξιώματα; Θα εφάρμοζε άραγε τις συμβουλευτικές αρχές του Ηγεμόνα του; θα υιοθετούσε τις διαλλακτικότερες πολιτικές αρχές, τις αναζητούσες θεσμικές προτροπές που μας μιλά στο έργο του για τον Τίτο Λίβιο;
     Τα άτομα που συστηματικά απορρίπτουν τον Μακιαβέλλι δεν έχουν κάνει τον κόπο να μελετήσουν και το υπόλοιπο έργο του που δεν είναι και μικρό. Ούτε ακόμα, έχουν παρακολουθήσει την εξέλιξη και την σχεδιαστική διαστρωμάτωση της πολιτικής του σκέψης, δεν έχουν αναζητήσει τι κρύβεται πίσω από την αλληγορική εικόνα της πολιτικής περιγραφής του ιστορικού του προτύπου, δεν διανοούνται τι ήθελε να αποκαλύψει ο συγγραφέας μέσα από την τόσο τρανταχτά αρνητική εικόνα του Ηγεμόνα που τόσο κυνικά σκιαγραφείται στην έτσι και αλλιώς κρυπτική αλλά τόσο πραγματιστική αυτή σκιαγράφηση και έκδηλη στις προθέσεις της γραφή, καθώς μας δείχνει συμβουλευτικά τον τρόπο που οφείλει να ακολουθήσει για να κρατήσει την Ηγεμονία του.
     Όμως, εύλογα γεννάται το ερώτημα, σε ποιες περιπέτειες του προσωπικού του βίου είχε μπλεχθεί, τι προβλήματα αντιμετώπιζε αυτός και η οικογένειά του με τις συχνές πολιτειακές μεταβολές της γενέτειρά του Φλωρεντίας, τι ανάγκασε τον συγγραφέα να εκφραστεί με αυτόν τον τρόπο. Τι πολιτικές ανάγκες ακολουθούσε στις ιστορικές αυτές στιγμές ώστε να αποφασίσει να ασχοληθεί με την συγγραφή ενός κρυπτο-αντιφατικού βιβλίου; Τι προσπαθεί να μας φανερώσει και τι να μας αποκρύψει φοβούμενος για την ίδια του την προσωπική ζωή ή την πολιτική ή διοικητική καριέρα; Είχε κατανοήσει ο ίδιος τα ερμηνευτικά αδιέξοδα που θα οδηγούσαν την ανάγνωσή του; ή μήπως αυτό επεδίωκε στα εσώψυχα του πολιτικού του είναι; Μήπως δεν είναι μόνο παράγωγο ατομικής εκδίκησης προς τους Μεδίκους  το βιβλίο αυτό; Και ο μεγάλος Δάντης, δεν τοποθετεί στην «Κόλαση» πρόσωπα της εποχής του; Ο Ηγεμόνας, ένα βιβλίο που το παραγκώνισαν από πολύ νωρίς, το απαγόρευσαν, το κατέκριναν με πολύ σκληρούς χαρακτηρισμούς, και το απέρριψαν από την έκδοσή του μέχρι των ημερών μας, ως ανάρμοστο της πολιτικής τους ηθικής οι πολιτικοί και πολιτειολόγοι στοχαστές που κόπτονται τόσο ευχάριστα και τόσο κραυγαλέα για τα πολιτικά δικαιώματα. Ας μην μας διαφεύγει, ότι ένα μέρος από τα συγγραφικά του έργα, ο Μακιαβέλλι τα έγραψε κατά παραγγελία ή και ίσως για να προκαλέσει το ενδιαφέρον των ανθρώπων της εποχής του, ίσως ακόμα και για να κρατηθεί στην πολιτική επιφάνεια, και να μετέχει δια βίου στα πολιτικά παιχνίδια της εποχής και του τόπου του, και λιγότερο σίγουρα για να αποκομίσει οικονομικά οφέλη. Το σταθερό συγγραφικό του ύφος, φαίνεται στις δημηγορίες των ιστορικών του βιβλίων, στις επιστολές του που εικονογραφεί τα πολιτικά παιχνίδια και τις δικές του αμφισβητήσεις, στον σαρκασμό και την ειρωνεία των θεατρικών του έργων, στην σατιρική του διάθεση σε ορισμένα του ποιήματα ή επιγράμματα, στην σκωπτική εν γένει γραφή του, και το πώς μας περιγράφει τις συνήθειες, τα πιστεύω, την αγραμματοσύνη και τις δεκάδες προλήψεις και θρησκευτικές αγκυλώσεις των συμπολιτών του. Σαν πολιτικός άντρας και σαν συγγραφέας αφουγκραζόταν τα δεκάδες ανθρώπινα πάθη και τις καιροσκοπικές δοσοληψίες των συγχρόνων του με μεγαλύτερη ευαισθησία έστω και αν κρατούσε μια φαινομενική ψυχρή απόσταση και δεν φανέρωνε άμεσα ή έκρυβε τεχνηέντως τα συναισθήματά του για πολιτικά πρόσωπα της εποχής του. Ήταν φυσικό να είναι απαισιόδοξος πολύ περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον θεωρητικό στοχαστή που, εκ του κρατικού ασφαλούς καυτηρίαζε τα κακώς πολιτικά τεκταινόμενα, εκείνος με την πολύχρονη εμπειρία και πείρα του, έβλεπε τις πολιτικές και διοικητικές αντιφάσεις από τα μέσα, έβλεπε ξεκάθαρα τις ιδιοτελής συμπεριφορές των ανθρώπων, τις ύπουλες και κρυφές προσπάθειές τους για να διατηρήσουν τα μικροσυμφέροντά τους ή την όποια εξουσία τους. Διέβλεπε σχεδόν πάντα την ισχυρή δύναμη της διπλής ερμηνείας αυτών που πρέσβευε, δεν ξεχώρισε ποτέ την θέση του από τους συμπολίτες του, κάτι που δεν το αναφέρουν συνήθως οι επικριτές του, ακόμα και όταν σε μεγάλη ηλικία ερωτεύθηκε μια μικρότερή του και όχι του δικού του επιπέδου γυναίκα, δεν το έκρυψε και δεν φοβήθηκε να της αφιερώσει και έργο του. Ήταν λογικό και ίσως πολιτικά ορθό να είναι κυνικός όταν έβλεπε καθαρά, τι εφάρμοζαν στην πράξη και την πολιτική πρακτική τους οι κατά καιρούς ηγεμόνες και κυβερνήτες, και τι έλεγαν στο πόπολο. Μήπως δεν καρκινοβατούσε σε όλη του την «διπλωματική» κυβερνητική σταδιοδρομία ανάμεσα σε οικονομικά άπληστους, ιδιοτελείς και ψεύτες κυβερνήτες και αξιωματούχους;
Στο βιβλίο του «Η ζωή του Καστρούτσο Καστρακάνι», εκδόσεις Άρκτος 1993, σε  μετάφραση της συγγραφέως Σώτης Τριανταφύλλου, υπάρχει μια ωραία παρατήρηση: «Είδε χαραγμένο στα λατινικά πάνω από τη θύρα ενός σπιτιού: ο θεός προφυλάσσει το σπίτι αυτό από τους κακούς. «Τότε θα πρέπει, είπε, «ο κύριος αυτού του σπιτιού να μη μπαίνει ποτέ».
Αυτή δεν είναι η αλήθεια της τότε και της σημερινής μας καθημερινής και πολιτικής ζωής;
      Ο σημαντικότερος ίσως από τους διαφωτιστές, ο Βολταίρος, κάνει μια εύστοχη παρατήρηση στα απομνημονεύματά του, γράφει: «ο βασιλιάς της Πρωσίας, λίγο καιρό πριν από τον θάνατό του πατέρα του, αποφάσισε να γράψει κατά των αρχών του Μακιαβέλλι. Εάν ο Μακιαβέλλι είχε έναν πρίγκιπα για μαθητή, το πρώτο πράγμα που θα τον συμβούλευε θα ήταν να γράψει εναντίον του…». δες «Απομνημονεύματα», εκδόσεις Ολκός 1994, μετάφραση Π. Πανταζή.
Αυτός, σαν ενεργός πολίτης και σαν εργαζόμενος και ασχολούμενος με τα κοινά της πόλης του, με την εμπειρική και την πνευματική του παιδεία, ήταν αναγκασμένος να συμβιβάζεται με κυβερνήτες, πρίγκιπες, βασιλείς και άλλους αξιωματούχους που όχι μόνο στέκονταν κατώτεροι των ιστορικών και πολιτικών περιστάσεων αλλά και σαν πολιτικές και ηθικές προσωπικότητες ήταν ίσως σίγουρα κατώτεροί του, ή τουλάχιστον ήταν ανώτερος σε πολλές από αυτές, και το πρόβλημα ήταν, ότι δυστυχώς εξαρτιόταν από αυτούς και στην κοινωνική του σταδιοδρομία και στα καθημερινά βιοποριστικά του προβλήματα.
     Ο Νικολό Μακιαβέλλι, είναι ένας από τους συγγραφείς εκείνους που η προσωπική του ζωή σμιλεύτηκε από μια άρνηση από την Ιστορία, χωρίς να μας αφήσει επίσης πολλά στοιχεία της οικογενειακής του ζωής από όπου κατάγονταν, ή να έχουμε ξεκάθαρες ενδείξεις προσωπικών του λαθών. Εκτός αν σκοπίμως τα απέκρυπτε. Ήταν πάντοτε προσεκτικός και ίσως και διακριτικός όσον αφορά τα του οίκου του. Οι Επιστολές του, δεν μας αποκαλύπτουν χάσματα στην φιλοσοφική του κοσμοθεωρία. Και ίσως αξίζει να προσεχθεί, ότι αυτός ο συστηματικός αρνητής της εμπλοκής της θρησκείας και της εκκλησίας-μιλάμε για την Καθολική εκκλησία, και το Παπικό πανίσχυρο κράτος-στην πολιτική ζωή, (διαφορετικές απόψεις εξέφραζε ο Σαβαναρόλα), αυτός που σε μια φοβερή εποχή με έμμεσο τρόπο αρνήθηκε τον Χριστιανισμό, το πώς πέθανε, ποιες ήταν οι τελευταίες του επίγειες στιγμές, σύμφωνα με την μαρτυρία που μας αφήνει ο γιος του. Αυτός που δεν πίστευε σε μια Θεϊκή ανώτατη αρχή, δεν πίστευε σε άλλη ζωή, στα τέλη του βίου του εξομολογήθηκε και κοιμήθηκε έχοντας συντροφιά έναν ιερέα. Άραγε, αυτές τις τελευταίες του στιγμές φιλοσοφούσε περί πολιτικής εκείνες τις στιγμές, έκανε δηλαδή μια αληθινή και ουσιαστική συζήτηση φιλοσοφικού περιεχομένου για τα μετά τον θάνατο; ή απλά κουρασμένος και φοβερά ταλαιπωρημένος αλλά και οικονομικά εξαθλιωμένος από την ενασχόλησή του με τα κοινά, θέλησε να εναποθέσει μέρος των πρακτικών του στην εξομολογητική του πρόθεση;
Παράξενα παιχνίδια μας επιφυλάσσει η Μοίρα.
Τη να ερμηνεύσει κανείς, την πρόθεση, ή την αποτελεσματικότητα της ατομικής πράξης.
Μήπως προφητικά μας φανερώνει ότι ο εκκολαπτόμενος αστικός πολιτισμός δεν στηρίζεται πλέον στα προσωπικά κριτήρια του παλαιού ατόμου, αλλά στην εμπράγματη ερμηνεία των γεγονότων και των ιστορικών συμβάντων; Η σχετική απολυτότητα των θεωριών του, ποιόν φωτογραφίζουν περισσότερο, τον εαυτό του σαν πολιτικό ενεργό πρόσωπο ή τα πρόσωπα με τα οποία ήρθε σε επαφή στη δεκατετράχρονη ενασχόληση του με τα κοινά. Οι απόψεις του αναπαριστούν αναγεννησιακά ανθρώπινα πρότυπα και συμπεριφορές, ή ανάγονται στην πνευματική τραπεζική του παρακαταθήκη και πόσο; Και ασφαλώς την προσωπική του ιδιοσυγκρασία;
Γράφει: «Μόλις πέσει το βράδυ, γυρίζω σπίτι και μπαίνω στο γραφείο μου και στο κατώφλι πετάω από πάνω μου τα καθημερινά ρούχα, πούναι γιομάτα λάσπη και λέρα, και βάνω φορέματα και αυλικά και ντυμένος καθώς ταιριάζει μπαίνω στις αρχαίες αυλές των αρχαίων ανθρώπων, όπου γίνομαι καλόδεχτος και τρέφομαι από την τροφή εκείνη πούναι μονάχα δική μου και που γι’ αυτήν γεννήθηκα εκεί μέσα δεν ντρέπομαι να μιλάω μαζί τους και να τους ρωτάω την αιτία των πράξεών τους, και εκείνοι, όντας καλόγνωμοι, μου αποκρίνονται και για τέσσερις ώρες δεν νιώθω κανένα βάρος, απολησμονώ κάθε θλίψη, δεν φοβάμαι τη φτώχεια, δε με σκιάζει ο θάνατος, ολόκληρος τους δίνομαι…».
     Αλήθεια, υπάρχει ωραιότερη θεατρική σκηνή από αυτήν που μας περιγράφει ο Φλωρεντιανός, μας αποδεικνύει κάτι άλλο εκτός από την σπαρακτική περιπέτεια ενός ανθρώπου παθιασμένου με το πολιτικά εφικτό, αλλά και το αδιέξοδο μιας βασανισμένης ψυχής, καθώς φιλοδόξησε στον βίο του να εναρμονίσει τις επαμφοτερίζουσες πολλές φορές απόψεις του με το κοινό καλό της πατρίδας του. Η ηθική, η προσωπική ή η πολιτική, στα άτομα, σαν μια πρακτική εφαρμοσμένη κοινωνικά επιστήμη, έχει αξία μόνο αν οι φυσικές τους καταβολές και οι εθιμικές τους υποχρεώσεις δεν τους δυναστεύουν σε σημείο ώστε να αποκλείουν την προσωπική τους βελτίωση, αυτοσκοπός συνήθως είναι ή γίνεται αυτό που αγαπάει κανείς, και αυτό σηκώνει μεγάλη συζήτηση.
      

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη δημοσίευση, περιοδικό Οδός Πανός, τεύχος 138/10,12,2007.
Πειραιάς, Κυριακή, 6 Απριλίου 2014.

Υ. Γ. Το κείμενο αυτό για τον Νικολό Μακιαβέλλι, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό, είναι πολύ μεγάλο, και καθώς το γράφω στον υπολογιστή, το ξαναγράφω και το συμπληρώνω, και  γιαυτό σκέφτηκα να το σπάσω, και να το δημοσιεύσω σε δύο ή τρία μέρη,  ελπίζω, τεχνικά να γίνεται.                       

                                                               

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου