Χ Ω Ρ Α
Τριμηνιαία έκδοση
Τέσσερα
χρόνια μετά την μεταπολίτευση του 1974 και η ελληνική λογοτεχνία βρίσκεται σε
άνθηση, εκατοντάδες μυθιστορήματα Ελλήνων και ξένων εκδίδονται, μεταφράζονται
έργα πολιτικά, ιστορικά, επιστημονικά, φιλοσοφικά, θρησκευτικά, κοινωνιολογικά,
τέχνης, δοκιμιακά, και άλλων επιστημών στον εκδοτικό χώρο, τον κύριο λόγο τον
έχουν τα ιστορικά βιβλία και οι μελέτες που αφορούν την περίοδο της επτάχρονης
δικτατορίας(1967-1974) και την αιματοβαμμένη περίοδο του εμφυλίου πολέμου στην
Ελλάδα. Εκατοντάδες αριστερής οπτικής και ερμηνείας βιβλία κυκλοφόρησαν τα
χρόνια αυτά, βιβλία ιστορικά, κοινωνιολογικά, πολιτικά, αυτοβιογραφικά,
βιογραφικά, μελέτες που ανέλυαν ελεύθερα την κρίσιμη για την χώρα αυτή περίοδο
που σημάδεψε τις επόμενες γενιές και οικοδόμησε το μετεμφυλιακό μας κράτος. Επίσης,
δεκάδες λογοτεχνικά περιοδικά έχουν αρχίσει να κυκλοφορούν σε όλη την
επικράτεια, αρκετά έχουν σταθεροποιήσει την έκδοσή τους και δημιουργώντας το κατάλληλο
κλίμα για την έρευνα και την μελέτη των λογοτεχνικών πραγμάτων τόσο των
παλαιότερων γενεών όσο και των σύγχρονων ρευμάτων, αργά και σταθερά σχηματίζουν
τους πρώτους πυρήνες του νέου αναγνωστικού κοινού. Την περίοδο αυτή, και για
αρκετά ακόμη ευτυχώς χρόνια, που ο κόσμος βρίσκονταν σε μια διαρκή εγρήγορση
όσον αφορά τα πολιτικά πράγματα στην χώρα, σε ένα επαναστατικό αναβρασμό όσον
αφορά τα διεθνή και σε μια μεγάλη πολιτιστική άνθηση, στην αγουροξυπνημένη
πολιτικά Ελλάδα, οι άνθρωποι έγραφαν και διάβαζαν ποίηση, η εκδοτική ποιητική
παραγωγή στην Ελλάδα υπήρξε την περίοδο αυτή πολύ μεγάλη, το ίδιο συνέβει και
με τα περιοδικά. Άνθρωποι με παιδεία και πολιτισμό, πολλοί από αυτούς είχαν
μάλιστα σπουδάσει και στο εξωτερικό, συγγραφείς που ήδη είχαν εκδώσει βιβλία
τους και ήσαν γνωστοί σε ένα μικρό κοινό, αποφάσιζαν μόνοι τους ή με την
συνδρομή μερικών φίλων τους να εκδώσουν και ένα λογοτεχνικό κυρίως περιοδικό.
Τα περιοδικά συνήθως τα εξέδιδαν με δικά τους έξοδα, αν ήσαν τυχεροί, κάποιος
εκδοτικός οίκος τους τα κυκλοφορούσε-διακινούσε, ή μέσω των διαφημίσεων των
νέων βιβλίων που οι οίκοι αυτοί εξέδιδαν στήριζαν οικονομικά τα περιοδικά, ή
ακόμα, υπήρχαν και οι περιπτώσεις εκείνες που παλαιοί εκδοτικοί οίκοι εξέδιδαν
μαζί με τα βιβλία τους και περιοδικά.
Συνεχίζοντας να καταγράφω τα περιοδικά αυτής
της περιόδου που είναι τα χρόνια των δικών μας εφηβικών χρόνων και κατεπέκταση
των πολιτιστικών και ιστορικών πραγμάτων των δικών μας γενεών, αναφέρω σήμερα
ένα περιοδικό κατά τη γνώμη μου αρκετά αξιόλογο, μόνο που από όσο εγώ γνωρίζω,
κυκλοφόρησε σε ελάχιστα τεύχη, ήταν πολύ η εκδοτική του παρουσία υπήρξε αρκετά
βραχεία.
Το περιοδικό αυτό ονομάζονταν «ΧΩΡΑ» και όπως
αναγράφονταν κάτω από τον τίτλο του ήταν τετραμηνιαίο. Το περιοδικό
πρωτοκυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του 1978 το πρώτο του τεύχος. Το δεύτερο τεύχος
του-παρά τις εξαγγελίες της εκδοτικής του ομάδας-κυκλοφόρησε τον Φεβρουάριο του
1979. Έκτοτε, τουλάχιστον εγώ δεν συνάντησα ξανά στα περίπτερα αυτό το
περιοδικό.
Οφείλω
να καταθέσω, ότι την περίοδο αυτή κάθε είδους περιοδικό ήταν εύκολο να το βρει
κανείς ή μέσα στον Ηλεκτρικό Σταθμό της Ομονοίας που υπήρχε ένας αρκετά
ενημερωμένος περιπτεράς, ή στην πλατεία Κάνιγγος και στα περίπτερα των αρχών
της οδού Σόλωνος ή Ακαδημίας. Τα περίπτερα της οδού Κάνιγγος ήσαν γεμάτα με
κάθε είδους περιοδικά, εκεί μπορούσες να αγοράσεις οτιδήποτε περιοδικό ήθελες,
και φυσικά, τα διάφορα βιβλιοπωλεία της Αθήνας είχαν αρχίσει να πωλούν από τα
ράφια τους και ορισμένους τίτλους περιοδικών, υπήρχαν επίσης από όσα η μνήμη
συγκρατεί και αρκετά πρακτορεία που διακινούσαν περιοδικά, ένα από αυτά θυμάμαι
ήταν απέναντι από τα Γραφεία του ΑΚΟΕ στην οδό Ζαλόγγου αριστερά, όπως έστριβες
από την Ζωοδόχου Πηγής και εκεί έβρισκες
πολλά παλαιά τεύχη περιοδικών. Περιζήτητοι τίτλοι περιοδικών θυμάμαι ήσαν τα
αφιερώματα της «Νέας Εστίας», το περιοδικό «Πρωτοπόροι», η «Επιθεώρηση Τέχνης»,
η «Διαγώνιος», «Το Τραμ», «Ο Χάρτης», «Η Καινούργια Εποχή», το «Θέατρο» και
πολλοί άλλοι.
Επανερχόμενος στην «ΧΩΡΑ» αναφέρουμε τα εξής:
Το
πρώτο τεύχος κυκλοφόρησε τον
Σεπτέμβριο του 1978.
Οι
διαστάσεις του περιοδικού ήσαν 18,5Χ 27, οι σελίδες και των δύο τευχών ήσαν 78,
το χρώμα του ήτα λευκό και με μεγάλα μαύρα γράμματα στο εξώφυλλο αναγράφονταν,
ο τίτλος του περιοδικού, οι συνεργάτες του και το νούμερο του τεύχους καθώς και
η ημερομηνία έκδοσης. Το οπισθόφυλλο ήσαν λευκό και στην κώχη του, αναφέρονταν
το νούμερο του τεύχους και ο τίτλος, το χαρτί ήσαν χοντρό και οι σελίδες είχαν
μεγάλο πλαίσιο. Το περιοδικό εκδίδονταν στο πολυτονικό σύστημα της εποχής, όπως
ανέφερα πρόθεση των εκδοτών ήταν το περιοδικό να είναι τετραμηνιαίο, δηλαδή 3
τεύχη τον χρόνο.
Το πρώτο τεύχος έχει λευκό χοντρό εξώφυλλο και
με μαύρα κεφαλαιογράμματα αναφέρονται ο τίτλος του, «ΧΩΡΑ» ακριβώς από κάτω με
κόκκινα μικρά «τετραμηνιαία έκδοση» και από την μέση και προς τα κάτω η πρόταση
«Είδηση για τον αναγνώστη» και ακολουθούν τα τρία ονόματα ελλήνων συγγραφέων
στα αριστερά και ακριβώς απέναντί τους τα κείμενα με τα οποία συμμετέχουν.
Αντώνιος
Ζέρβας Ο Ροθόδιχος
Κωστής
Παπαγιώργης Ο Νομοθέτης που αυτοκτονεί
Νίκος
Λεβέντης Ποιήματα
Μετά
από μικρή απόσταση από κάτω υπάρχει και το όνομα ξένου συγγραφέα με το κείμενό
του δίπλα.
Μαρσέλ
Προυστ Τι σημαίνει ύφος στον Φλωμπέρ
Στο
τέλος του εξωφύλλου και προς τα δεξιά, υπάρχει ο αριθμός «1» του τεύχους, με
κόκκινα μικρά γράμματα ο μήνας «Σεπτέμβριος» και δίπλα με μαύρα η χρονιά
«1978».
Στην
πρώτη μέσα σελίδα ξαναγράφονται τα ονόματα των συνεργατών και τα κείμενα με τα
οποία παρουσιάζονται και ακριβώς δίπλα οι σελίδες των παρουσιαζομένων.
Στην
δεύτερη αριστερή σελίδα προς το τέλος διαβάζουμε
Υπεύθυνος
κατά το νόμο, Γ. Κ. Ζέρβας, Βερανζέρου 5.
Συντακτική
επιτροπή Α. Ζέρβας, Ν. Λεβέντης, Κ. Παπαγιώργης.
Τυπογραφική
επιμέλεια: Ευγενία Πολιτοπούλου.
Τιμή
τεύχους Δρχ. 80.
Ετήσια
συνδρομή δρχ. 240, τεύχη 3. Συνδρομές εξωτερικού 10 $.
Εμβάσματα:
Κ. Α. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΚΟΡΩΝΗΣ 17, ΚΑΤΩ ΧΑΛΑΝΔΡΙ.
Στην σελίδα 3 ακολουθεί μια ανώνυμη(από την
συντακτική επιτροπή) δισέλιδη πρόταση του σκοπού της έκδοσης που αναφέρει τα
εξής:
«Στο χώρο αυτού που συμβατικά ονομάζουν
πνευματικό πολιτισμό, κάθε φορά που ο φιλισταισμός κάνει δυναμικά την εμφάνισή
του, το αποτέλεσμα είναι ίδιο και απαράλλακτο: το θέαμα της αθλιότητας. Η κρίση
δεν αγκαλιάζει μονάχα το ανέστιο πλήθος των γραμμάτων, αλλά έχει να κάνει με
μια παρακμή των ηθών πολύ βαθύτερη από την κατάσταση της παιδείας, της
καλλιέργειας ή της μόρφωσης. Η σύγχυση, ο τσαρλατανισμός και ο πληθωρισμός-της
ανάξιας γλώσσας μια και μιλάμε για την τέχνη του λόγου-επιβάλλονται σα φυσική
ατμόσφαιρα. Καρναβάλι της ανευθυνότητας! Ο ένας φέρνει τον τράγο και ο άλλος το
κόσκινο.
Οι ιδεολόγοι, πολιτικοί οι περισσότεροι, όχι
μόνο δίνουν το παρόν σε τούτο το προσκλητήριο, αλλά ζητούν και παίζουν τον
πρώτο ρόλο. Είτε μιλά για την ιστορία, είτε για τη λογική (της εξουσίας πάντα),
η γλώσσα της ηθικής ξέρει να σέρνει πίσω της την κουστωδία της ενοχής,
στιχοπλόκοι, λογοπλέχτες, γραφιάδες κάθε λογής, οι «πνευματικοί άνθρωποι»
εκλιπαρούν το συγχωροχάρτι, άλλοτε ατομικά και άλλοτε ομαδικά. Το δικαστήριο
έχει στηθεί: ποιος δικάζει όμως και ποιος δικάζεται;
Πριν από όλα οι ιδέες: ο άνθρωπος, η ιστορία,
η ελευθερία, η παράδοση και από κοντά οι υψηλότεροι τίτλοι: ποίηση, τέχνη,
φιλοσοφία. Καθώς υπάρχουν πολλοί τρόποι να θολώνονται τα νερά για να φαίνονται
βαθύτερα, όλοι οι κιβδηλοποιοί κυνηγούν προσχήματα γενικής παραδοχής και,
φυσικά, τα βρίσκουν στο πρόσωπο αυτού που καθημερινά εξευτελίζουν. Η
λογοτεχνία, ολοένα και περισσότερο, παύει να είναι αυτό που πιστεύουμε ότι
είναι: μάρτυρας της παρουσίας μας και η σκέψη, χάνοντας τη δύναμη του λόγου και
της σιωπής, παίρνει τη θέση του ανήλικου υπασπιστή στο πλευρό της πάντα
ενήλικης εξουσίας. Να ένα ασφυκτικά κατοικημένο παρόν.
Μέσα σ’ αυτόν τον ενορχηστρωμένο συγχρονισμό ή
αναχρονιστική αγάπη μιας γλώσσας, που επιμένει να μιλά και να γράφει επειδή
μιλούσε και έγραφε-παρατατικοί που αγκαλιάζουν την ιστορία ενός λαού-δε
σημαίνει αναγκαστικά την αναζήτηση ενός άλλου τόπου, μιας άλλης ΧΩΡΑΣ, άσυλο
για τους δραπέτες. Από τους νοσταλγούς του παρελθόντος εκείνο που λείπει είναι
οι νοσταλγοί του παρόντος που, σε πείσμα κάθε λογικής, γυρεύουν να φτάσουν εδώ
ακριβώς που είμαστε. Αλλά μόνο με τη σκέψη και την ποίηση;
Ερώτηση που βάζει σε κίνηση τον μηχανισμό της
περιφρόνησης. Ας πολλαπλασιάσουμε τις αφορμές: έρωτας του ωραίου, πίστη στη
γλώσσα, πίστη στην άποψη ότι όλες οι επαναστάσεις είναι επαναστάσεις ύφους.
Μόνο με τη σκέψη και την ποίηση; Όποιος ξέρει να ακούει εκείνον που προτείνει
σε όλους τους ποιητές να γράφουν πάνω από την πόρτα τους ότι η βλακεία περνά
παντού εκτός από την ποίηση, καταλαβαίνει τι πάει να πει να απαντάς-να
απαντάμε-Ναι.
Ο πληθυντικός, το εμείς, πάντα προβληματικό,
λογαριάζοντας τους συνεργάτες, όλους αυτούς που πασκίζουν να φυλάξουν την
ταυτότητά τους μέσα σε μια εποχή λήθης και διάλυσης, η αριθμητική θυμίζει
πιεστικά τον ιερομόναχο του Σολωμού. Με κριτήριο κείμενα και όχι πρόσωπα, αυτές
οι σελίδες μπορούν και θέλουν να αποδείξουν ότι δεν σκοπεύουν σε ατομικά
μανιφέστα, αλλά δέχονται, από παντού και απ’ όλους, κάθε γραφτό που αντιμάχεται
το νεοελληνικό λεξικό παραδεδεγμένων ιδεών και δείχνει ότι, και καλά, ορισμένα
πράγματα επιμένουν να υπάρχουν».
Η εκδοτική αυτή πρόταση των συντελεστών της
έκδοσης (μάλλον το ύφος και η πυκνότητα του κειμένου θυμίζει Κωστή Παπαγιώργη,
ή Αντώνη Ζέρβα) είναι νομίζω ακόμα και σήμερα επίκαιρη, Από τότε, οι ανώνυμοι
γραφείς, διαπιστώνουν τις κοινωνικές και λογοτεχνικές παθογένειες, μιλούν για
τσαρλατάνους, για κιβδηλοποιούς, για στιχοπλόκους, λογοπλέχτες, για Καρναβάλι
της ανευθυνότητας και άλλα πολλά. Επισημάνσεις καίριες, έστω και αν, γράφω αν,
μας φαίνονται κάπως υπερβολικές, και έχουν έναν τόνο «βαρύγδουπο». Το κείμενο
είναι αρνητικά διαπιστωτικό και πέρα όπως θέλουν να πιστεύουν οι γράφοντες από
την κουστωδία της ενοχής. Και η ερώτηση που θέτει είναι σαφής στην πρόθεσή της.
Μόνο «με τη σκέψη και την ποίηση» καταπολεμάτε η βλακεία που βρίσκεται παντού
και που όλους σε μικρό ή μεγάλο βαθμό ενδεχομένως να μας αγγίζει. Το σίγουρο
είναι πάντως όπως η Ιστορία μας έχει διδάξει, ότι το Κακό το πολεμάς και το
αντιμετωπίζεις, την Βλακεία όμως με τίποτε, μα με τίποτε δυστυχώς.
Στην Πέμπτη λευκή σελίδα, γράφεται το εξής:
«Απόσπασμα
από το μακρύ ποίημα ο ΡΟΘΟΔΙΧΟΣ»
Και
ακολουθεί το απόσπασμα του ποιήματος από την σελίδα 6 έως 18.
Με
την υπογραφή Αντώνης Ζέρβας 1974-1978.
Ο ποιητής, πεζογράφος και μεταφραστής Αντώνης
Ζέρβας, γεννήθηκε στον Πειραιά το 1953-, ήταν συνεκδότης του ως άνω βραχύβιου
περιοδικού και έχει τυπώσει τις εξής συλλογές και μελέτες από όσο γνωρίζω:
Το
1972, το βιβλίο «Τελχίνες» και «Τετράδιο», εκδόσεις Κέδρος
Το
1983, το βιβλίο «Η ανάσταση της κυρά-Τσίνης», εκδ. Καστανιώτης
Το
1987, το βιβλίο «Το βιβλίο των υπακοών», εκδόσεις Δόμος
Το
1990, το βιβλίο «Τα κουρσιμαία», εκδ. Καστανιώτης
Το
1994, το βιβλίο «Η ποιητική έδρα του Στέλιου Ράμφου»
Το
1996, το βιβλίο «Τα Άκτα. Το έπος της ομιλίας μας», εκδ. Ίνδικτος
Το
1998, το βιβλίο «Ορμές της αυτοπάθειας», εκδ. Ίνδικτος
Το
1999, το βιβλίο «Λογαριασμοί υπό την ουράνια αιωνομηδαμινότητα»
Το
2000, το βιβλίο «Μαρσέλ Προυστ, η νεκρώσιμη ιεροτελεστία της Βέρμας»
Το
2001, το βιβλίο «Μικρές και μεγάλες διάρκειες»
Το
2001, το βιβλίο «Επισκέψεις 2», εκδόσεις Ίνδικτος
Το
2003, το βιβλίο «Ο Βιβλίσκος, το μηδέν και η Ταβανίς»
Και
αρκετά άλλα αλλά που όπως αναγνωρίζουμε έχουν πολύ παράξενους τίτλους. Κείμενα
του Πειραιώτη δημιουργού, μπορεί να συναντήσει κανείς και στο περιοδικό
«Ίνδικτος», την «Συνέχεια» την «Ποίηση», το περιοδικό «Νέα Εστία», το περιοδικό
«η λέξη» και σε αρκετά άλλα, επίσης στις εφημερίδες «Κυριακάτικη Αυγή»
17/9/2006, «Η Καθημερινή» Κυριακή 11/3/2001 και συνέντευξη στον Πειραιώτη
δημοσιογράφο Νίκο Ξυδάκη 13/6/2004 κ.λ.π.
«Και
το σπίτι μου ακίνητο και τα παράθυρά μου/
πολύφυλλα
ανασαίνουν τη θέα σου/
Και το σπίτι μου κατασκότεινο για την επίσκεψη
και/
τα
παράθυρά μου τιμονεύονται προς το βυθό/
Τα πουλιά του σπιτιού μου σύροντας τους
αγέλαστους/
προγόνους
μου./
οι
κατερχόμενοι βηματισμοί/
Και το τραπέζι μου ζητώντας τη μορφή να δίνει
τη ζωή/
αθάνατη».
Στις σελίδες 19 έως 70 έχουμε το πρώτο μέρος
του εκτενούς δοκιμίου του συγγραφέα Κωστή Παπαγιώργη, «Ο Νομοθέτης που
αυτοκτονεί».
Το
κείμενο αυτό, που δημοσιεύεται εδώ για πρώτη φορά, είναι μια πολιτική ανάγνωση
και ερμηνεία του Πλατωνικού έργου. Το 1980, από τις εκδόσεις Κέδρος, ο
συγγραφέας εξέδωσε την μελέτη αυτή σε βιβλίο συμπληρωμένη και επεξεργασμένη.
«Ο
Σωκράτης παραδίνεται στο νόμο της πολιτείας που τον ανάθρεψε( τω δε νόμω
πειστέον) και δεν διστάζει στιγμή να υποταχθεί στην αδικία για χάρη της
δικαιοσύνης, να δώσει ζωή στην πόλη προσφέροντάς της, σφάγιο, τον εαυτό του.
Αυτοκτονία αλλόκοτη, ακόμη και στα μάτια των ίδιων των μαθητών του που μοιάζει
ληξιαρχική πράξη της ηθικής-δηλαδή της βίας. Μαιευτήρας σε όλη του τη ζωή,
επιμένει, και την τελευταία του στιγμή, ξεγεννώντας τον ίδιο τον εαυτό του αυτή
τη φορά, να φέρει στον κόσμο το απόλυτο κράτος δικαίου….».
Ακολουθούν
οι σελίδες 72 έως 74 με άτιτλα πεζό-ποιήματα του Νίκου Λεβέντη:
«μ’
άφησες μόνο, ν’ σ’ αναζητώ ενόσω ο θρήνος δεν ακούγονταν απόμακρη/
κίνηση
που σβήνει στη ζάλη έφευγα με το απελπισμένο μου πάθος οδηγό,/
αλλά
που οδηγεί η μνήμη της μορφής πάρεξ στο θάνατό σου που σ’ ολοκλήρωσε;/
θέλω
να ζήσω την έσχατη στιγμή να συγκεντρώσω τις εκλάμψεις καταλάμποντας/
ο
ίδιος σ’ αυτή την αβέβαιη μουσική, ένας δρόμος με παρασέρνει στο υγρό/
προσκέφαλο
ξαγρυπνώντας ξανάρχεται η εικόνα ο άλλος είναι απειλή και/
μέθη,
διστάζω θέλω να ζήσω άπειρα να σε τραγουδώ πριν σβήσω με την/
ιδανική
μορφή σου, χαίνει άδειο και κρύο τ’ άγνωστο και αδυνατώ ν’ ακολουθήσω/
εδώ
θα περιμένω την ανάστασή σου τ’ αναπαλμού σου την ανάσα να με/
ξυπνήσει
απ’ το βαθύ μου πόνο, μη γνωρίζοντας διέξοδο στην καταιγίδα/
όρμησα
αξεδιάκριτα, τον άνεμο και τη βροχή κάλεσα κοντά μου κι ο ουρανός/
στην
πρόσκληση έστελνε παραμυθία το γλυκό φως του».
Ο
ποιητής Νίκος Λεβέντης, έχει εκδώσει από τις Εκδόσεις των Φίλων την ποιητική
συλλογή «Κομιδή» το 1987 και το 2008 από τις εκδόσεις Ίνδικτος την
«Ποίηση(1971-2007).
Τέλος σε μετάφραση «Χ», έχουμε το δοκίμιο του
Μαρσέλ Προυστ, «Τι σημαίνει ύφος στον Φλωμπέρ», σελίδες 75-78.
«Υπάρχει
μια γραμματική ομορφιά (όπως υπάρχει μια ομορφιά ηθική, δραματική κλπ.) που δεν
έχει τίποτα να κάνει με την ορθότητα. Μια παρόμοια ομορφιά θα γεννούσε με
μεγάλο κόπο ο Φλωμπέρ. Βέβαια, αυτή η ομορφιά πιθανό να εξαρτιόταν ορισμένες
φορές από τον τρόπο που εφαρμόζονταν μερικοί συντακτικοί κανόνες. Και ο Φλωμπέρ
γοητευόταν όταν αναγνώριζε στους συγγραφείς του παρελθόντος, στο Μοντεσκιέ για
παράδειγμα, κάποια προήχηση του Φλωμπέρ…».
Ένα
ενδιαφέρον κείμενο περί λογοτεχνικού ύφους που αξίζει να το διαβάσει κανείς για
να δει πως ένας τεχνίτης αυτής της ψιλοβελονιάς της γραφής και των αναρίθμητων
λεπτομερειών βλέπει ένα άλλον μάστορα της Γαλλικής μυθιστορηματικής γραφής τον
Γουσταύο Φλωμπέρ.
Το δεύτερο
τεύχος του περιοδικού και μάλλον και το τελευταίο, κυκλοφόρησε τον Φλεβάρη
του 1979.
Το
τεύχος ακολουθεί δική του σελιδαρίθμηση. Έχει 73 σελίδες με ύλη και δύο λευκές,
και αυτό το τεύχος είναι σε πολυτονικό και στο ίδιο σχήμα. Μόνο ο τίτλος
αλλάζει και γίνεται μπολντ. Υπάρχει όμως, μία διαφορά, στο οπισθόφυλλο του
πρώτου τεύχους σημειώνονται τα ονόματα των συνεργατών και των κειμένων του
δεύτερου τεύχους αναγράφοντας τα εξής:
«Στο
επόμενο τεύχος της η Χώρα θα δημοσιεύσει:
1.
Νίκος Λεβέντης:
Μνημείο, πολύστιχο ποίημα.
2.
Κωστής
Παπαγιώργης: Η Μαγνησία.
3.
Αντώνιος Ζέρβας:
Μύθος και Τελετουργία, μελέτη στα Κάντο της Πίζας του Έζρα Πάουντ».
Στο παρόν όμως δεύτερο και τελευταίο τεύχος, ο
ποιητής και μεταφραστής Πειραιώτης Αντώνης Ζέρβας, δεν δημοσιεύει την μελέτη
του για τα Κάντο του Αμερικανού ποιητή Έζρα Πάουντ, αλλά μεταφράσεις του των:
Πάουντ, Γουϊλιαμς, Όλσον και Ρεμπώ.
Το τεύχος αρχίζει με το ποίημα ποταμός
«Μνημείο» του ποιητή Νίκου Λεβέντη σελίδες 4 έως 13, με υπογραφή (1976-1978)
Νίκος Λεβέντης.
Ένα
μακροσκελές ποίημα, ποίημα ποταμός, της μιας ανάσας, χωρίς σημεία στίξεως. Μιας
εσωτερικής πνοής ποίημα με ωραίες εικόνες και μια γλώσσα που ρέει παρόλο τον
τεράστιο όγκο του.
«Όταν
ανοίξω σταθερά το βήμα μου κι η θέλησή μου ελεύθερη/
στον
ίδιο της σκοπό ενθαρρύνοντας την ακολουθία/
όμαιμες
γενηές που σα σκιές πλανιώνται στο ξερό χορτάρι της πατρίδας/
αιώνια
επίκληση θρήνου μαρτυρικού ή καθαρή συνείδηση/
να
ξαναβρώ τη φωνή των προγόνων/
μακρυνή
ραγισματιά ο χτύπος της καμπάνας/
γερτοί
ώμοι κοιτάζοντας τη σιωπή τ’ ουρανού/
το
λευκό πρόσωπο και το βλέμμα της οδύνης/
χαιρετώ
και διαβαίνω σιωπηλά το στενό λιθόστρωτο/
οι
κήποι στο δειλινό κλείνουν το χρώμα τους/
όπως
φιλόστοργα με συγκρατούσε η ξένη γυναίκα στην απογευματινή ερημιά/
άσφαλτα
ακούω τον ίδιο ήχο της καμπάνας/
που
πηγαίνει η μακρόθυμη λύπη των άκληρων;/
ο
διχασμός της ζωής απ’ τη μικρόψυχη έχθρα…».
Στις
σελίδες 14 έως 21 έχουμε τις σελίδες «Από το ανέκδοτο ημερολόγιο» του Γιάννη
Μανούσακα.
«Τρίτη
16 Ιούλη του 1974
Μεγαλύτερο
έγκλημα ύστερ’ από την 21 του Απρίλη του 1967, εναντίον του Ελληνικού Έθνους
δεν γίνηκε μέχρι χτες που ανατράπηκε από τη χούντα ο πρόεδρος της Κυπριακής
δημοκρατίας Μακάριος. Χτες το μεσημέρι και ύστερα παρατηρούσα τους Αθηναίους να
κοιτάει ο ένας τον άλλο ερωτηματικά και μια παράξενη θλίψη είναι ζωγραφισμένη
στα πρόσωπά τους….».
Ακολουθούν
οι παράξενες μεγαλογράμματες σε στυλ αρχαίων επιγραμμάτων ποιητικές καταθέσεις
του Μανώλη Γρηγορέα, από την «ΑΘΛΗΣΙΣ»
«+ΤΗΣΝΥΧΤΑΣ—ΤΟΝΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΗΤΟΝΑΝΔΡΕΙΟΝ—ΤΗΣ/
ΗΔΟΝΗΣΠΙΣΤΕΥΣΕΚΑΙΔΩΚΕ—ΤΟΥΣΜΑΣΤΟΥΣΣΟΥ»
Σαν
μικρά ποιητικά σπαράγματα που διασώθηκαν πάνω στην λευκή σελίδα. Σελίδες 22 έως
32.
Ο
Χαράλαμπος Κωστόπουλος μας δίνει το πεζό απόσπασμα «Από τις εικόνες», στη μνήμη
της Αντωνίας Νεαμωνίτου
«…
κι’ έτσι ξαφνικά όπως ένας αέρας ανοίγει την πόρτα η γυναίκα μπαίνει και
θρυμματίζει την εικόνα του προφήτη που γιόρταζαν…» ένα κείμενο δυόμιση σελίδων
χωρίς ένα σημείο στήξις.
Ακολουθούν
τρία ποιήματα του Νίκου Ρέγκα, «Ελεγείο», «Κορίτσι», «Χαιρετισμός», σελίδες
36-37.
Κορίτσι
«Σαν
φίδι που σκορπάει τη λάμψη του στις φτέρες/
στο δρόμο μέσα λαχανιάζει το κορίτσι./
Λακτίσματα από φωνές και φώτα/
που το ποσό ορίζουν.»
Ακολουθεί
«Η ΜΑΓΝΉΣΙΑ» η συνέχεια της πολιτικής ανάλυσης του Πλάτων από τον Κωστή
Παπαγιώργη, σελίδες 38-60.
Ο
Κωστής Παπαγιώργης υπήρξε μια πολύ ιδιαίτερη και σημαντική περίπτωση στα
ελληνικά γράμματά μας, ασχολήθηκε όχι μόνο με την συγγραφή φιλοσοφικών
κειμένων, την κριτική παρουσίαση βιβλίων που κράτησε σε εφημερίδες και
περιοδικά, αλλά, υπήρξε και ο υπεύθυνος της Φιλοσοφικής σειράς των βιβλίων που
εκδόθηκαν από τις εκδόσεις Γνώση, καθώς και ο μεταφραστής πολλών βιβλίων. Ακόμα
θυμάμαι σε βιβλίο του, πως περίγραφε το πώς «δανειζόταν» διάφορα βιβλία από
βιβλιοθήκες της Γαλλίας που σπούδαζε και τα πετούσε από το παράθυρο για να τα
πουλήσει σε Γαλλικά παλαιοπωλεία και να ζήσει και να συνεχίσει τις σπουδές του.
Είναι αυτό που λένε ότι συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες, ακόμα και
στις πιο μορφωμένες. Υπήρξε ένα από τα δυνατά και λαμπερά μυαλά της ελληνικής
διανόησης, του ελληνικού σύγχρονου διαφωτισμού.
Ακολουθούν
οι μεταφράσεις του Πειραιώτη συν εκδότη, μεταφραστή και ποιητή Αντώνη Ζέρβα,
σελίδες 61-71.
Α.
από τον ΕΖΡΑ ΠΑΟΥΝΤ, «Από το Κάντο CXV»
Β.
από τον επίσης γνωστό Αμερικανό ποιητή Γουίλιαμ Κάρλος Γουίλιαμς, τρία
ποιήματα: «Μια νέγρα», το «Να τι πρέπει να πεις» και το «Τραγούδι».
Γ.
ακολουθούν οι πολυσέλιδες «Οι Αλκυόνες» του Τσάρλς Όλσον. και
Δ.
«Γράμμα από την πρωτεύουσα, η κυρία από το Σακανούκ στην κόρη της» του Ζακ
Ρουμπώ.
Τα
βιβλία είναι από:
(1) Ezra Pount: Drafts and
Fragments from Cantos CX-CXII, New Direction 1969.
(2) William Carlos Williams,
Selected Poems, New Directions 1969.
(3) Charles Olson, Selected
Writings, New Directions 1966.
(4) Jacques Roubaud: Le
sentiment des choses, Gallimard 1970.
Αναφέρω την βιβλιογραφία στην ξενόγλωσση μορφή
της, για να δούμε ο Πειραιώτης ποιητής και μεταφραστής, τι διάβαζε τότε, τι
μετέφραζε και έπειτα από πόσο χρόνο από
την έκδοση του έργου του εκάστοτε ποιητή. Σίγουρο πάντως είναι ότι σαν ποιητής
ο Πειραιώτης Αντώνης Ζέρβας μέσα στο έργο του, έχει αρκετές επιρροές από ξένους
δημιουργούς και ιδιαίτερα από τον μεγάλο Αμερικανό ποιητή Έζρα Πάουντ.
Τέλος,
το τεύχος κλείνει με ένα γράμμα του τρομερού παιδιού των Γαλλικών και όχι μόνο
Γραμμάτων, του θρυλικού Αρθούρου Ρεμπώ. Η μετάφραση είναι και πάλι του «Χ»,
(ίσως του Ζέρβα;) με τίτλο
«Γράμμα
του Ρεμπώ στην Αδελφή του Ισαβέλλα»,
Μασσαλία,
10 Ιουλίου 1891.
«…Είμαι
συνέχεια όρθιος, μα δεν πάω καλά. Ως τώρα έχω μάθει μόνο με τις πατερίτσες να
περπατάω, αλλά μου ναι αδύνατο ν’ ανέβω ή να κατέβω ακόμα κι ένα σκαλοπάτι.
Όταν βρεθώ μπροστά σε σκάλα με ανεβάζουν ή με κατεβάζουν σηκωτό. Είπα και μου
καναν ένα ξύλινο πόδι, πολύ ελαφρό, βερνικωμένο και με γνάφαλα, εξαιρετικά
φτιαγμένο (στοίχισε 50 φράγκα). Πάνε κάμποσες μέρες που το ‘βαλα και δοκίμασα
να συρθώ, κρατώντας πάντα τις πατερίτσες, αλλά ερέθισα το κομμένο μου πόδι και
άφησα το καταραμένο εργαλείο στην πάντα. Δεν θα μπορέσω με τίποτα να το
χρησιμοποιήσω προτού περάσουν δεκαπέντε με είκοσι μέρες, και τότε πάλι με τα
δεκανίκια για ένα μήνα και όχι παρά πάνω από μια ή δύο ώρες την ημέρα. Το μόνο
θετικό είναι που έχω τρία στηρίγματα αντί για δύο.
Ξανά λοιπόν με τις πατερίτσες. Τι βαρεμάρα, τι
κούραση, τι θλίψη άμα συλλογίζουμαι τα παλιά μου ταξίδια και πόσο ενεργητικός
είμουνα μόλις πριν πέντε μήνες πρωτύτερα! Που ‘ναι οι τρεχάλες στα βουνά, οι
ιππασίες, οι περίπατοι, οι έρημοι, τα ποτάμια και οι θάλασσες; Από σήμερα μια
ζωή κωλοσούρτης! Γιατί καταλαβαίνω πιά πως δεκανίκια ξύλινα ή μηχανικά πόδια
είναι σκέτη κοροϊδία, και δεν καταφέρνεις στο τέλος παρά να σέρνεσαι
κακομοίρικα χωρίς καμιά ελπίδα. Κι εγώ ότι είχα αποφασίσει να γυρίσω στη Γαλλία
για να παντρευτώ. Αντίο παντρειά, αντίο οικογένεια, αντίο μέλλον! Έφυγε η ζωή
μου, δεν είμαι πιά παρά ένα ακίνητο κούτσουρο.
….
Δεν μπορώ να σας πω τι θα κάνω, ακόμη είμαι πολύ άσχημα για να ξέρω και ο
ίδιος. Δεν είμαι καλά, το ξαναλέω. Τρέμω μη με βρει κανένα κακό.
….Μα
ο κυριότερος λόγος είναι που δεν καταφέρνω να κουνηθώ, δεν μπορώ, δε θα μπορέσω
πριν περάσει πολύς καιρός, και για να ‘μαι ειλικρινής, δε νιώθω γιατρεμένος
μέσα μου, και από ώρα σε ώρα περιμένω καμιά έκρηξη…
….όσο
ηλίθια και νάναι η ζωή, ο άνθρωπος θ’ αρπάζεται πάντα πάνω της…..».
Και μόνο αποσπάσματα να διαβάσει κανείς από το
γράμμα αυτό που ο Αρθούρος Ρεμπώ στέλνει στην αδελφή του, θα νιώσει μεγάλη
πίκρα για το τρομερό αυτό παιδί της ποίησης που φιλοδόξησε σαν έφηβος να αλλάξει όχι μόνο τον Γαλλικό αλλά τον
δυτικοευρωπαϊκό χάρτη της ποίησης. Αυτός ο ατίθασος, ο εγωιστής, ο αδάμαστος, ο
αριβίστας νέος, ο φυγάς θεόθεν και αλήτης της ζωής, που αναζήτησε μέσα από την
ερωτική του σχέση με τον ποιητή Πωλ Βερλαίν να οικοδομήσει ένα ποιητικό «σύμπαν»,
που αναζήτησε έναν δάσκαλο της ποιητικής γλώσσας στο πρόσωπο του Βερλαίν, αυτός
το φτωχό αγροτόπαιδο που όλος ο κόσμος των ονείρων κάποτε ήταν δικός του, αυτός
που μαγεύονταν με τα ταξίδια, που τα παράτησε όλα και έγινε δουλέμπορος στην Αφρικανική ήπειρο, αυτός που δεν παραδέχονταν κανέναν ποιητή παρά μόνον τον
εαυτό του, να βρίσκεται τώρα καθηλωμένος από την Μοίρα, με τεράστια κινητικά
προβλήματα, με κομμένο το ένα του πόδι μακριά από τους δικούς τους και να
προσπαθεί από την μία να κάνει καινούργια όνειρα για μια νέα αρχή στην ζωή του
και από την άλλη να μην μπορεί. Κάτι μέσα του να του το αρνείται. Αυτός που ενώ
μας έδωσε το σημαντικό του έργο που άλλαξε το ρου του ποιητικού λόγου, δεν ξανά
ασχολήθηκε με τον ποιητικό λόγο, λες και η Μοίρα τον είχε ταγμένο μόνο για
αυτό. Ευτυχώς που ο Πωλ Βερλαίν μας διέσωσε το έργο του. Όμως, καθώς γράφει το
«όσο ηλίθια και νάναι η ζωή, ο άνθρωπος θ’ αρπάζεται πάντα πάνω της», μας δίνει
αυτή την σπίθα ελπίδας, έστω και αν δεν την πιστεύει, έστω και αν φοβάται για
την δική του ζωή. Αυτός που από «χορευτής» της ποίησης έγινε ένας «σακάτης» της
ζωής.
Πραγματικά
το γράμμα αυτό του Αρθούρου Ρεμπώ(Artur Rimbaud) που μας μεταφέρει από την έκδοση της Πλειάδας(1972)
των έργων του Γάλλου ποιητή ο Πειραιώτης ποιητής Αντώνης Ζέρβας έξι χρόνια
μετά, είναι συγκλονιστικό, γιατί μας διδάσκει το πόσο επισφαλής και εφήμερη
είναι οποιαδήποτε καθημερινή φήμη, πως η
Μοίρα μας παίζει παράξενα παιχνίδια, πως ένα τυχαίο και απρόβλεπτο
γεγονός μπορεί να αλλάξει συλλήβδην την πορεία ενός καθημερινού ή καλλιτέχνη
ανθρώπου.
Ο
Αρθούρος Ρεμπώ στον ελληνικό χώρο είναι αρκετά γνωστός στους ασχολουμένους με
την ποίηση, τόσο οι «Εκλάμψεις», όσο και το «Μια εποχή στην κόλαση» έχουν
μεταφραστεί αρκετές φορές και σε διαφορετικές χρονικές περιόδους, ακόμα η
αλληλογραφία του με τον ποιητή Πωλ Βερλαίν είναι επίσης πολυμεταφρασμένη και
ιδιαίτερα τα γράμματα εκείνα που αφορούν την ερωτική σχέση των δύο αντρών.
Εδώ τελειώνει το ταξίδι στο βραχύβιο αλλά
ενδιαφέρον περιοδικό «ΧΩΡΑ», ένα περιοδικό, που παρά τις καλές προθέσεις της
συντακτικής του επιτροπής, παρά την ποιότητα και το επίπεδο της ύλης του, χωρίς
διαφημίσεις, χωρίς φωτογραφικό υλικό, δεν κατόρθωσε να επιβιώσει μέσα στην
μεγάλη πλημμυρίδα των άλλων εντύπων. Τα πρόσωπα όμως των εκδοτών του περιοδικού επιβίωσαν, δημιούργησαν και μας άφησαν σπουδαίο έργο, και άλλα εξακολουθούν να
δημιουργούν.
Και
ένα από τα σπουδαία αυτά παιδιά του Πειραιά στον χώρο της ποίησης είναι και ο
Αντώνης Ζέρβας.
Γιώργος
Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη
γραφή, σήμερα, Σάββατο, 27 Σεπτεμβρίου 2014.
Πειραιάς,
Σάββατο, 27 Σεπτεμβρίου 2014.