Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2014

ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ-ΣΟΥΚΑΣ

Ο ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ: Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ


     Το τελευταίο διάστημα η έγκριτη, παραδοσιακή και μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδα το «ΈΘΝΟΣ», προσφέρει στους αναγνώστες της κάθε Κυριακή, το έργο του μεγάλου και αναγνωρισμένου διεθνώς Κρητικού-Έλληνα συγγραφέα Νίκου Καζαντζάκη. Η προσφορά αυτή της εφημερίδας πρέπει να επαινεθεί, γιατί με τον τρόπο αυτόν, το ευρύ αναγνωστικό κοινό έχει πλέον την δυνατότητα να γνωρίσει το σημαντικό μυθιστορηματικό έργο του Καζαντζάκη και σε χαμηλή προσιτή τιμή.
Αξίζει να μνημονεύσουμε ότι και άλλες εφημερίδες το τελευταίο διάστημα προσφέρουν έργα Ελλήνων δημιουργών. Ενδεικτικά αναφέρω την εφημερίδα τα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» η οποία εκδίδεται στον Πειραιά και προσφέρει το έργο του κυρ Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, σε μικρούς αυτοτελείς τόμους πολύ εύχρηστους. Η εφημερίδα «Real News», η οποία τις δύο επίσης τελευταίες Κυριακές προσφέρει το έργο της αξέχαστης Διδώς Σωτηρίου, της αδερφής της Έλλης Παππά, της γυναίκας του Νίκου Μπελογιάννη. Την εφημερίδα «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», που άρχισε να δίνει με την εφημερίδα μετά τις μουσικές και άλλες σημαντικές μορφωτικά προσφορές της, Έλληνες ποιητές, ήδη μας έδωσε τον Κωνσταντίνο Π. Καβάφη-Από την φαντασίαν έως εις το χαρτί- με τις σημειώσεις του Γιώργου Σαββίδη και, ανθολόγηση, εισαγωγή του δημοσιογράφου-μεταφραστή και ποιητή Παντελή Μπουκάλα, μαζί με το κλασικό c.d. όπου η Έλλη Λαμπέτη διαβάζει Καβάφη και, συνεχίζοντας τις πολιτιστικές και μουσικές προσφορές της η παραδοσιακή εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ», μας προσφέρει και αυτή ανάμεσα στα άλλα, τα κλασικά παλαιά «Αναγνωστικά» των παλαιών μαθητικών χρόνων για να σταθώ σε ορισμένες από τις εφημερίδες και τις επιτέλους σημαντικές και ουσιαστικές προσφορές τους.
     «Σεμνός και ολιγογράφος σήμερα, είναι σχεδόν ξεχασμένος το ίδιο ξεχασμένα είναι και τα πέντε μυθιστορήματά του…, σημειώνει ανάμεσα στα άλλα ο συγγραφέας Φίλιππος Φιλίππου, για τον συγγραφέα της ναυτοσύνης Πειραιώτη Κώστα Σούκα, στην εφημερίδα «Η Αυγή» στις 26 Μαΐου του 1996, τριάντα πέντε χρόνια μετά τον θάνατό του.
      Και πράγματι, ο γεννημένος στον Πειραιά το 1894, και όχι το 1896 ή 1899 όπως γράφουν πολλοί, Κώστας Σούκας που έφυγε από κοντά μας στις 16 Απριλίου του 1981 και κηδεύτηκε την επομένη, Παρασκευή 17/4/1981 από τον ιερό Ναό του Αγίου Ισιδώρου του Β΄ νεκροταφείου Αθηνών,  είναι κάπως λησμονημένος σήμερα. Ασφαλώς στον χώρο του Πειραιά, δεν λησμονήθηκε, αρκετά συχνά αναφέρεται, αναδημοσιεύονται σκόρπια κείμενά του, ή αποσπάσματα από τα βιβλία του με κυριότερο την γνωστή «Θάλασσά» του και παλαιότερα έχω παρακολουθήσει αρκετές εκδηλώσεις στην μνήμη του.
Ενδιαφερόμενος για τα πολιτιστικά πράγματα του Πειραιά, μελετώ εδώ και χρόνια το έργο του, και συναντώ, σε αρκετά έντυπα και εφημερίδες-ιδιαίτερα στον Πειραϊκό χώρο-κείμενά του, που δεν είναι αμιγώς πάντοτε λογοτεχνικά, αν ανατρέξει κανείς στις εφημερίδες «Ο Χρονογράφος», η «Φωνή του Πειραιώς» για να αναφερθώ μόνο στις τοπικές, θα καταλάβει τι θέλω να πω. Όμως με το θέμα του Πειραιώτη Κώστα Σούκα, δεν έχω ανοίξει ακόμα συζήτηση, θα επανέλθω στο μέλλον.
     Εδώ, σημειώνω με την ευκαιρία της προσφοράς της εφημερίδας το «ΈΘΝΟΣ» τα εξής: Ο Πειραιώτης ποιητής και μυθιστοριογράφος Κώστας Σούκας, δημοσίευε κατά καιρούς διάφορα κείμενά του σε περιοδικά της εποχής του, όπως είναι παραδείγματος χάριν το περιοδικό «Πνευματική Πορεία», το περιοδικό «Ο Αιώνας μας», το περιοδικό «Νέα Εστία», τα «Σημερινά Γράμματα», η «Φιλολογική Στέγη» τα «Πειραϊκά Γράμματα» και αλλού.
Ανάμεσα στα διάφορα περιοδικά που κατά καιρούς δημοσίευσε ο Κώστας Σούκας, είναι και το γνωστό ετήσιο του Μαυρίδη «Φιλολογική Πρωτοχρονιά».
Στην Φιλολογική Πρωτοχρονιά συναντά κανείς αν δεν κάνω λάθος, ή τουλάχιστον αυτά που εγώ έχω αποδελτιώσει, 9 κείμενα του Πειραιώτη συγγραφέα.
Ο Κώστας Χαλδαίος όπως ήταν το ψευδώνυμο που χρησιμοποίησε, έχει τις εξής παρουσιάσεις στο περιοδικό:
Με το διήγημα ο «Μαύρος κι ο άσπρος», τόμος 7/1950, με τις μικρές δοκιμιακές του αναμνήσεις «Ο Καζαντζάκης : ο άνθρωπος» τόμος 15/1958, με το διήγημα «το παιδί» τόμος 17/1960, με το διήγημα «Ζωντανοί και πεθαμένοι» τόμος 19/1962, με το «Κρανίου Τόπος», τόμος 20/1963, με το «δέντρο της γνώσης», τόμος 26/1969, με το «ένας φτερωτός έρωτας», τόμος 28/1971 με τρία ποιήματά του σελίδες 317-318, τόμος 29/1972 και το διήγημα η «Τουνεζιάνα» , τόμος 34/1977.
      «Και όπως συμβαίνει συχνά, με όλους μας υποθέτω, όταν σκέφτηκα να ξαναδιαβάσω τη «Θάλασσα» με διέτρεξε ρίγος ανησυχίας: Θ’ αντέξει άραγε αυτή η παλιά αγάπη τη δοκιμασία του χρόνου;», σημειώνει σε ένα ενδιαφέρον κείμενό του ο κριτικός και δοκιμιογράφος Σπύρος Τσακνιάς για τον συγγραφέα «Ξαναδιαβάζοντας τη «Θάλασσα» του Κώστα Σούκα, δες περιοδικό «η λέξη» τεύχος 145-146/5,8,1998, σελίδες 366-369.
      Και επειδή θέλω να πιστεύω ότι οι παλιές αγάπες που είναι αιώνιες θα αντέξουν στον χρόνο, όπως το παλιό κρασί ή ένα αρχαίο γλυπτό, γιαυτό επαναφέρω ξανά το κείμενο αυτό του Κώστα Σούκα για τον Νίκο Καζαντζάκη.
        Το κείμενο καταλαμβάνει δύο σελίδες, 87 και 88, στο τέλος της δεύτερης σελίδας υπάρχει επίσης ένα ποίημα του ποιητή Κώστα Θρακιώτη με τον τίτλο «Το κορίτσι που ήρθε την Αυγή», και μια απόδοση του ποιήματος «Εις Εαυτόν» του αρχαίου ποιητή Ανακρέοντα, από τον Γιάννη Γ. Παπαγεωργίου.
Γράφει ο Πειραιώτης μυθιστοριογράφος και μη λησμονημένος για τον Καζαντζάκη:
    «Τώρα που η αγαπημένη του Κρήτη, αυτή η λύκαινα της Μεσογείου, εσκέπασε την νεκρική σορόν του, με το χώμα της, μπορούμε να πάμε πίσω μερικά χρόνια, για να δούμε τον άνθρωπο, πέρ’ από τον συγγραφέα-αυτόν τον Κρητίκαρο, ψηλόν, στητόν, όλο σβελτάδα κι’ απλότητα, με το αετήσιο βλέμμα. Τον πρωτογνωρίσαμε στο παραθαλάσσιο ιδιότυπο και γραφικώτατο σπίτι του, στην Αίγινα, χρωματισμένο με τα δύο κύρια χρώματα και των βιβλίων του: το μαύρο και το κόκκινο της φωτιάς.
       Μας είχε γράψει ένα ενθουσιασμένο γράμμα για το πρωτόλειό μας, τον «Αποστόλη Καρλά», που πρωτάρηδες ακόμη στα γράμματα βαθύτατα μας είχε συγκινήσει, όλο κοιτάζαμε αυτό το γαλάζιο μικρό χειρόγραφο, με τη λεπτή σαν βελόνη γραφή του και την γωνιώδη με τις μεγάλες ουρές υπογραφή του, που και στα τελευταία του γράμματα που έχουμε από το χέρι του, διόλου δεν έχει μεταβληθεί. Ο γραφικός του χαρακτήρας, δεν πρόδινε τον πολεμιστή αυτόν τον ιδεών, όπως υπήρξε ο Καζαντζάκης, αναζήτησε την αιτία των όντων και της ζωής, μπορεί μονάχα με την ακόρεστη διάνοιά του, με τον «σαρκοβόρο» νού του, ωστόσο η αναζήτησή του αυτή υπήρξε ακόρεστη και δεν τον εγκατέλειψε ποτέ ως την τελευταία πνοή του. Σε τρόπο ώστε σαν απελπισμένος ότι θα φτάσει ποτέ στο τέρμα της τρομακτικής αυτής αναζήτησης, μετέφερε το αίτημά του σε κείνο που το είπε σ’ ένα βιβλίο του: Τι είναι η Ελένη; ο αγώνας για την Ελένη, Δηλαδή δεν υπάρχει άλλος σκοπός στη ζωή παρά αυτή μονάχα η προσπάθεια για την προσπάθεια. Η προσπάθεια αυτή είναι κι όλο το νόημα της ζωής, μέσα απ’ τις «θέσεις» που αδιάκοπα μας διαφεύγουν ή μάλλον που τις ξεπερνάμε φτάνοντας τες και δεν υπάρχουν μόλις τις φτάσουμε.
     Με την επιστολή του, λοιπόν, στην τσέπη μας, ξεκινήσαμε ένα πρωί και τον συναντήσαμε στο Λιβάδι της Αίγινας, λιγάκι τρομαγμένοι απ’ την συγκίνηση. Ήταν όχι μόνον η συγκίνηση του πρωτάρη στα Γράμματα, όσο και για την επιβλητική φήμη του Καζαντζάκη.
      Ας έμοιαζε εκείνα τα χρόνια παραγνωρισμένος, ας γεννούσε βαθύτατες επικρίσεις το αντινομικό και μηδενιστικό της φιλοσοφίας του, κι η προσήλωσή του σε μια τραχύτατη γλώσσα, και το παρά πολύ ιδιωματικό λεχτικό του. Βγήκε, καθώς μας έμπασαν στο σπίτι του ένας άντρακλας πρώτο μπόι, και τόσος απλός με τις πρώτες κουβέντες του, που μας συνεπήρε. Ήταν η απλότητα προσωποποιημένη της αληθινής αξίας, που δεν παρουσιάζεται συνοφρυωμένη κι ακατάδεχτη. Ακούσαμε και το μακρόσυρτο γέλιο του, όταν επείραζε την γυναίκα του κ. Καζαντζάκη-Σαμίου, σε κάτι μικροδιαφωνίες τους, τάχα, για κάποιο φιλοσοφικοπολιτικό θέμα, που προέκυψε στη συνομιλία μας. Ήτανε η επομένη του Ισπανικού εμφυλίου πολέμου. Τον είχε παρακολουθήσει ο Καζαντζάκης σταλμένος από μιάν Αθηναϊκή εφημερίδα.
     Ο υποφαινόμενος ρωτούσε για τα βαθύτερα αίτια της νίκης του Φράνκο, εναντίον του νόμιμου δημοκρατικού καθεστώτος της πατρίδας του. Για τα αίτια της νίκης του σημερινού αυτού διχτάτορα, πέραν της γνωστής, χωρίς φειδώ, ενισχύσεως του στασιαστή από τον Χίτλερ και τον Μουσολίνι.
      Με εκείνη τη διαύγεια που είχε η απαράμιλη παρατηρητικότητά του, μας εξηγούσε τους βαθύτερους λόγους της ήττας-τους απέδιδε στο διχασμό του ίδιου του Κυβερνητικού Ισπανικού μετώπου και στη συνέχεια της συνομιλίας, μας επανέλαβε το «πιστεύω»του, ένα πιστεύω τραχύτατο σκληρού κι’ αδυσώπητου αγώνα του νού, για ν’ αποχτήσει την αληθινή πνευματική του ελευθερία.
Στις αφιερώσεις των βιβλίων του που μας χάρισε υπάρχει σύντομο αυτό το credo του Καζαντζάκη που περιέχεται στο κύριο φιλοσοφικό βιβλίο του, την «Ασκητική» σ’ αυτό το άγριο βιβλίο οδοιπορίας πνευματικής στο περιλάλητο Salvatores Dei.
     Στις αφιερώσεις του φανερώνεται αυτή η δραματική πνευματική του οδοιπορία: «Δεν πιστεύω τίποτα, δεν ελπίζω τίποτα, είμαι λεύτερος».
      Αλλά γι’ αυτά όλα, για την οδυνηρή και δίχως ελπίδα «πίστη» του, άλλοτε. Συνεχίζουμε την αφήγηση της πρώτης γνωριμίας μας με την απλή αυτή ψυχή, με την παιδική, θα την πούμε μεγαλοσύνη.
     Ήτανε Δευτέρα του Πάσχα μας κράτησε σε λιτότατο τραπέζι με χόρτα, γιατί δεν ανήκε στους κοιλιόδουλους, αλλά πραγματικά ήτανε ένας άνθρωπος λιγόφαγος καθαυτό ασκητικός. Κατά το απόγευμα ακούστηκε το κουδούνι της πόρτας και χύθηκε στο σπίτι μια μεγάλη παρέα νέων.
      Η συνομιλία γενικεύτηκε. Οι νέοι γύρευαν συγκινητικά απ’ τον μεγάλο στοχαστή μιάν απάντηση στα ερωτήματα που βασάνιζαν, κείνα τα χρόνια, την πνευματική νεότητα.
      Αλλά γύρευαν περισσότερο έναν αρχηγό, στο πρόσωπό του, παρά έναν διανοητήν όπως στάθηκε ο πιο γνήσιος Καζαντζάκης.
     Τότε με συνεπήρε μια ταραχή, καθώς αντίκρισα μια από τις πιο γνήσιες πλευρές του. Καθώς είδα μπροστά μου τη μορφή του ακέραιου πνευματικού ανθρώπου, που αρνιότανε να γίνει ένας κήρυκας εύκολων ιδανικών, που καταλήγουν στην αγορά κι’ ενθουσιάζουν όχι πιστούς, αλλά οπαδούς κομμάτων.
     Έφυγαν οι νέοι μ’ ολότελα ψυχραμένο τον ενθουσιασμό τους. Κι’ εμείναμε οι δυό μας ταραγμένος εγώ, συγκινημένος εκείνος, σαν νάχε δώσει μια δύσκολη μάχη. Του ψιθύρισα τη θλίψη μου για κείνο που σχεδόν άφωνα είχε εξελιχτεί μπροστά μας.
      Τον είδα πικραμένον, αλλά να μου απαντάει με δύο λέξεις, που φανέρωναν τον αμείλικτον αγωνιστή που δεν εγκαταλείπει το μετερίζι, της αλήθειας αδιάφορο αν θα γινόταν αντιπαθητικός. Και ήτανε ακόμη η εποχή που η πατρίδα του τον είχε καταδικάσει στη μοναξιά και στην παραγνώριση».

                                            Κώστας Σούκας

Περιοδικό «Φιλολογική Πρωτοχρονιά», τόμος 15/ 1958, σελίδες 87-88.

Σημείωση: όπως βλέπουμε στο σύντομο αυτό πέρασμα του Κώστα Σούκα από την Αίγινα και την συνάντησή του με τον Νίκο Καζαντζάκη, ο Πειραιώτης μυθιστοριογράφος, όχι μόνο πλησίασε με σεβασμό και εκτίμηση τον Κρητικό συγγραφέα, αλλά όπως φαίνεται αντάλλαξε και «αρκετές» επιστολές μαζί του. Το πρόβλημα των Επιστολών του Νίκου Καζαντζάκη είναι πολύ μεγάλο και δυσεπίλυτο μια, που ο Καζαντζάκης ήταν πολύ απλόχερος στις επιστολές του. Έγραφε σχεδόν στους πάντες που του έστελναν γράμματα. Αυτό δυσκολεύει πολύ την συγκέντρωση των επιστολών από και προς τον Νίκο Καζαντζάκη.
Ο Σούκας από ότι εγώ γνωρίζω, δεν επανήλθε σε γραπτό του στον Καζαντζάκη, ίσως υπάρχει κείμενό του σε πειραϊκό ή άλλο έντυπο, ή σε εφημερίδα, πάντως εγώ δεν το συνάντησα, χωρίς αν το αποκλείω.
      Από την ανάμνηση αυτή του Πειραιώτη Κώστα Σούκα, βλέπουμε ότι ο επίσης μυθιστοριογράφος, γνώριζε καλά το έργο του Κρητικού, καταλάβαινε την φιλοσοφία του, και ήταν γνώστης των περιπετειών του Νίκου Καζαντζάκη του ίδιου και του έργου του, ένα χρόνο μετά τον θάνατό του, και της αρνητικής στάσης που κράτησε ως συνήθως αυτή η χώρα, η μητριά πατρίδα μας, απέναντι τόσο στον Καζαντζάκη, όσο και στους διάφορους στοχαστές, ήρωες ή ευεργέτες που την βοήθησαν ή την ευεργέτησαν.  Εύκολα παρατηρούμε, ότι πρόσεξε επίσης τον τρόπο που υπέγραφε ο Καζαντζάκης και τι λέξεις χρησιμοποιούσε. Έχω ευτυχίσει να δω αρκετές φορές την υπογραφή του στο σπίτι του Κίμωνα Φράιερ, και πιστεύω ότι είναι τόσο εικαστικά όμορφες, όσο και ένας πίνακας, αν εξαιρέσουμε φυσικά την πολλές φορές μεγαλοστομία του. Ο Σούκας θεωρεί τον Καζαντζάκη έναν μεγάλο στοχαστή και φιλόσοφο ιδεών, και δεν έχει άδικο. Κατανοεί επίσης, την απέλπιδα προσπάθεια και αγωνία του βαθειά συνειδητού και γιατί όχι «θρησκευτικού» ανθρώπου που αγωνίζεται μέσα στο μέσα του και έξω του χάος να κάνει την ύλη πνεύμα και το πνεύμα ένα αιώνιο ελπιδοφόρο τίποτα. Ας μην μας διαφεύγει η ρήση του Ισπανού φιλοσόφου Μιγκελ ντε Ουναμούνο, που λέει ότι Πίστη χωρίς αμφιβολία είναι νεκρή πίστη, και του αγίου Αντωνίου που επίσης γράφει ότι, Το Ορθοδοξείν εστί το αεί σχοινοβατείν. Αυτή η προσπάθεια είναι που αξίζει και υποστήριξε μέχρι το τέλος του ο Νίκος Καζαντζάκης. Το ταξίδι για την Ιθάκη, που δεν σε γέλασε, που γράφει με τον ποιητικό μαγευτικό του τρόπο και ο Κωνσταντίνος Καβάφης.
    Ο Σούκας επίσης, τον περιγράφει και σαν φυσιογνωμία και δεν πέφτει έξω. Μας κάνει ακόμα λόγο για τις ερωτήσεις που του έκανε σχετικά με την ήττα των δημοκρατικών δυνάμεων στον Ισπανικό εμφύλιο πόλεμο. Ας μην ξεχνάμε την συνέντευξη που πήρε νομίζω για την εφημερίδα Καθημερινή(;) ο Καζαντζάκης από τον Μπενίτο Μουσολίνι, είχε προσπαθήσει να δει και τον Βλαδίμηρο Λένιν όταν επισκέφτηκε την τότε Σοβιετική Ένωση αλλά δεν το κατόρθωσε. Βλέπουμε δηλαδή, ότι και τον Πειραιώτη συγγραφέα τον ενδιαφέρει τόσο η ουσιαστική πολιτική, όσο και τα αδιέξοδα και οι αποτυχίες των διαφόρων επαναστάσεων και προσπαθειών των κοινωνικών αλλαγών της εποχής του και προγενέστερα.
     Εύστοχες είναι και οι παρατηρήσεις του και οι απόψεις του για την επίσκεψη των νέων στον Καζαντζάκη, που ως νέοι αναζητούν έναν οδηγό ηγέτη, έναν μπροστάρη της πολιτικής και όχι του πνεύματος που ήταν ο Νίκος Καζαντζάκης. Επίσης, για άλλη μια φορά όσοι τον επισκέπτονται μιλούν για τον ασκητικό τρόπο ζωής που ζούσε ο Καζαντζάκης. Ήταν πραγματικά ένας ασκητής, όπως έχω μάθει και από άλλες πηγές. Ένας άνθρωπος ταγμένος στον σκοπό του και στις ιδέες του. Μεγαλόστομος, αλλά καίριος και ουσιαστικός. Πομπώδης, αλλά βαθειά γνώστης της ανθρώπινης ψυχής και των ανθρώπινων αδιεξόδων. Μεγάλος συγγραφέας αλλά και πολύ δύσκολος και κακοτράχαλος όσον αφορά την γλώσσα που χρησιμοποιούσε, λες και το έκανε επίτηδες για να μας τυραννήσει από αγάπη ασφαλώς. Πρόβλημα που κατανοεί και ο Κώστας Σούκας.
     Η συνάντηση αυτή των δύο συγγραφέων, είναι πολύ ενδιαφέρουσα, όχι μόνο για να γνωρίσουμε τις όποιες επιρροές-αν υπάρχουν-στο έργο του Κώστα Σούκα από τα διαβάσματα του έργου του Νίκου Καζαντζάκη, αλλά και θα ήταν ακόμα πιο ενδιαφέρον να γνωρίζαμε τις απόψεις του Καζαντζάκη για τα πνευματικά πράγματα του Πειραιά.
   Θυμάμαι ακόμα, εδώ και αρκετά χρόνια, την ομιλία του Κίμωνα Φράιερ, είχαμε κατέβει από το σπίτι του στην Αθήνα, στην αίθουσα του Γαλλικού Ινστιτούτου, πρώην οικία Στρίγκου, νυν Ίδρυμα Λασκαρίδη-για τον Νίκο Καζαντζάκη, που είχε διοργανώσει η Φιλολογική Στέγη Πειραιώς.
Ανάμεσα στους άλλους θυμάμαι τον πατήρ Γεώργιο Πυρουνάκη, αυτήν την εμβληματική και σπουδαία πνευματική προσωπικότητα και τις συνομιλία που είχαμε κατόπιν, θυμάμαι την συχωρεμένη πια, σύζυγό του, Ελένη Σαμίου-Καζαντζάκη και αρκετούς άλλους.
Ο Πειραιάς έχει τιμήσει με τον τρόπο του αρκετές φορές τον Κρητικό συγγραφέα. Και άλλοι Πειραιώτες συγγραφείς έχουν ασχοληθεί με το έργο του. Από τους νεότερους αναφέρω, έναν σημαντικό ερευνητή και συγγραφέα του έργου του Νίκου Καζαντζάκη, το καθηγητή Πανεπιστημίου Βρασίδα Καραλή, που ασχολείται χρόνια με το έργο του.
Να θυμίσω ακόμα, την σπουδαία παράσταση με το έργο του «Χριστόφορος Κολόμβος», που είχαμε απολαύσει στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, από τον θίασο του Μάνου Κατράκη και άλλα.
      Ο Πειραιώτης Κώστας Σούκας, δεν μπορώ να πω αν λησμονήθηκε εκτός Πειραϊκού χώρου, σίγουρα όμως εντός αυτού δεν ξεχάστηκε. Ακόμα διατηρείται η συγγραφική του μνήμη ζωντανή και από αυτούς που ηλικιακά τον γνώρισαν αλλά και από άλλους που δεν τον πρόλαβαν. Το έργο του θεωρώ ότι θα μείνει στην ιστορία των Πειραϊκών Γραμμάτων, σαν ένας ακόμα σταθμός στην εξέλιξη της Πειραϊκής πνευματικής αυτοσυνειδησίας.
    Στο μέλλον, εύχομαι να είμαστε υγιείς και να έχουμε χρόνο, και αφού ξαναδιαβάσουμε όλο το έργο του να ασχοληθούμε πιο εμπεριστατωμένα μαζί του.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη δημοσίευση, Τρίτη, 18 Φεβρουαρίου 2014.
Πειραιάς, 18 Φεβρουαρίου 2014.       



                            

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου