ΒΡΑΣΙΔΑΣ ΚΑΡΑΛΗΣ
Η μοναξιά του σύγχρονου διανοουμένου
«Τα σκεπτικά ποιήματα και το
τελετουργικό άσμα»,
ιδιωτική έκδοση-Πειραιάς,1988.
Ο Ζήσιμος Λορεντζάτος στην εισαγωγή
του για τον Άγγλο μυστικό ποιητή Ουίλλιαμ Μπλέηκ, γράφει πως:
«η ποίηση είναι προφητεία και ο
ποιητής σε όλες τις μεγάλες εποχές φέρνει για τους άλλους ή για λογαριασμό των άλλων το μήνυμα του Θεού».
Και, θα ήθελα να συμπληρώσω, ότι ο
καθένας μας ανάλογα με τα πιστεύω του, τις επιδιώξεις του, και την προσωπική του
φιλοσοφία μπορεί να χρησιμοποιήσει τη λέξη Θεός, σαν μια μεταβλητή ελευθερίας
και στη θέση της, να τοποθετήσει ή να προσθέσει οτιδήποτε εκείνος φρονεί.
Το ποιητικό βιβλίο του παιδικού
φίλου και συγγραφέα Βρασίδα Καραλή, αποτελείται από δύο ενότητες ποιημάτων.
«Τα σκεπτικά ποιήματα», μια,
συμπυκνωμένη περιγραφή των μικρών και μεγάλων λεπτομερειών του φιλοσοφικού
χώρου μέσα στον οποίον κινείται ο ποιητής και της οραματικής του πλοκής, και,
το «Τελετουργικό άσμα», που είναι μια συμπλεκτική αναφορά σε οικουμενικά
κοσμικά προπλάσματα, στους τέσσερεις Ευαγγελιστές, σε Γνωστικές αρχές και
δοξασίες, και σε «πρωτόλειες» θρησκευτικές τελετουργικές δοξασίες με κοινές
παγκόσμιες καταβολές.
Ο πολυσχιδής λόγος του είναι
δομημένος με τέτοιον τρόπο, ώστε κάθε πρόταση να παραπέμπει σε αφετηριακές
αφορμές τέτοιες, για μια επανερμηνεία του ποιητικού σώματος.
Είναι, μια βαθειά σημαντική και
δηλωτική γλώσσα-για να θυμηθούμε την αποφθεγματική ρήση του παππού μας σοφού
Ηράκλειτου- ούτε λέγει, ούτε κρύπτει, αλλά σημαίνει, που, η δυνατότητά της δεν
ταυτίζεται με την όποια αλήθεια αυτών που απεικονίζει αλλά, με την επισήμανση
και την καταγραφή του τρόπου με τον οποίον η ερμηνεία της αλήθειας αυτής
γίνεται κατανοητή και αποδεκτή από τον ίδιο της τον δημιουργό.
Μέσα από έναν προσωπικό
παραληρηματικό μονόλογο, αφουγκράζεται τις χθόνιες και υπερουράνιες φθονερές
δυνάμεις του Σύμπαντος, ( φοβερόν και φθονερόν το Θείον) και, προσπαθεί,
ισορροπώντας πάνω στον ιδεολογικό- ῑδεοσυμπαντικό ιστό της ατομικής του πορείας για να μας
καταστήσει κοινωνούς του δικού του οραματικού τέλους. Που, δεν είναι παρά το
πάνθεον των ένδοξων σκιών των προγόνων μας. Αφού, στην κυριολεξία, οι λέξεις,
οι έννοιες, οι συσχετισμοί και οι εικόνες της αισθητής πραγματικότητας που, με
σχολαστική ακρίβεια ανασυνθέτει ο Πειραιώτης ποιητής δεν είναι παρά ένας
ξορκισμός του ίδιου του λόγου της ανάπλασης της πραγματικότητας, και η
επιστροφή στην πρώτη λευκή αθωότητα, την αθωότητα της καθαρής πνευματικότητας.
Οι οραματικές του παραστάσεις,
προσεγγίζουν την πυριφλεγή φαντασία του ποιητή της Αποκάλυψης και των κατά
καιρούς επιγόνων του.
Με συσσωρευμένη γνωστική επάρκεια
και μια λυρική συναισθηματική ακτινοβολία, ρυτιδώνει τις πνευματικές σταθερές
του ατόμου, αφήνοντάς τον γυμνό και μονάχο μέσα σε ένα ζοφερό και άναρχο
γυαλιστερό και παγωμένο Σύμπαν. Όπου, τα στοιχεία που το συναποτελούν,
συναναγνωρίζονται και συμπλέκονται με τις αισθητικές αντένες του ποιητή και,
υιοθετούνται ως σημείο εκκίνησης για τον αποσυνάγωγο αναγνώστη.
Αλχημικές ορολογίες, θεωρίες των
αρχαίων Γνωστικών, θεολογικά σύμβολα, Πυθαγόρειες θεωρίες, Πλατωνικές έννοιες
και λαϊκές δοξασίες, αλληλοσχετίζονται και διαβαίνουν μπροστά από τις αισθήσεις
μας με ιλιγγιώδη ταχύτητα, θέλοντας να μας απορροφήσουν στην χοάνη του
παναδαμάτωρα χρόνου.
Αντικαθιστώντας την ασφαλή πίστη
μας με τον ξέφρενο και γοητευτικό χορό της φαντασίας του πνεύματος.
Όπου, η Ιστορία του Κόσμου, σαν
άλλη Σαλώμη πετά ένα-ένα τα πέπλα της και αποκαλύπτει τα κάλλη της μέσα στην
φωτοχυσία «του φωτός που αστραπωτό γλυκαίνει», στους οιστροβαρεμένους και
πνευματοπαρμένους θαυμαστές της.
Ο Βρασίδας Καραλής υποκαθιστά την
προφητική λαλιά των μεταφυσικών δασκάλων του και ιδιαίτερα, των Γνωστικών που
με υποταγή έχει μαθητεύσει σιμά τους, με την διανοητική πειθαρχία ενός
έγκλειστου σπουδαστή.
Τα αρχέτυπα σύμβολα που υιοθετεί
και χρησιμοποιεί με σαφήνεια Λευκό (με την σημασία που έδιναν στο χρώμα οι
αρχαίοι Βαβυλώνιοι ιερείς), Βασίλισσα Μητέρα, ο Ουροβόρος Όφις, και άλλα, δεν
είναι, παρά, οι αποκωδικοποιητικοί μηχανισμοί της ατομικής του ψυχοσύνθεσης
που, τον βοηθούν να επανερμηνεύσει τον χώρο γύρω του, αλλά και να του σταθούν
ευοίωνοι σύντροφοι στο ταξίδι της επιστροφής που με απεγνωσμένη σεμνότητα
επιζητά να τερματίσει. Ένας εξαντλητικός μοναχόδρομος ενός σύγχρονου νέου σε
ηλικία διανοουμένου που με ενόραση τυφλού προσπαθεί να απαλλάξει από τις
εφιαλτικές σκέψεις και μορφοποιημένες ιδεοληψίες που τον δυνάστευσαν από την
παιδική του ηλικία και τον φυλάκισαν στα
σκοτεινά ασκητικά κελιά της γνώσης. Και, ο οποίος, αναζητά σαν σκοτεινός
αλχημιστής, να μεταστοιχειώσει την εμπειρία του «στο μέγα ανθρώπινο Έργο».
‘Η όπως γράφει σχετικά σε ένα
ποίημά του ο D. H. Lawrence, συμπληρώνοντας τον λόγο του
Αποστόλου Παύλου:
«Είναι τρομερό να πέφτεις στα χέρια
του ζωντανού Θεού. Μα, είναι πολύ πιο τρομερό να πέφτεις από του ζωντανού Θεού
τα χέρια».
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος πρώτη δημοσίευση,
εφημερίδα
«Εξόρμηση» 9-Νοεμβρίου 1989
Πειραιάς 14 Ιουλίου 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου