Κυριακή 9 Ιουνίου 2013

π. Γεώργιος ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ

Πατήρ Γεώργιος Μεταλληνός

«Σύγχυση, Πρόκληση, Αφύπνιση», εκδόσεις Αρμός 1995


    
                       ΕΓΕΡΤΗΡΙΑ ΣΑΛΠΙΣΜΑΤΑ


     Ο πατήρ Γεώργιος Μεταλληνός σαν ιερέας, γεωργεί ανελλιπώς την Ελληνική Εκκλησία με πίστη, τιμιότητα και αυταπάρνηση, διακονώντας το πλήρωμά της με ζήλο, φιλανθρωπία και σεμνότητα. Σαν ιστορικός, της Εκκλησιαστικής ιστορίας και των Πατερικών κειμένων οι απόψεις του γίνονται δεκτές με σεβασμό ανεξάρτητα αν υπάρχουν επιμέρους διαφωνίες με αυτές. Και, σαν ερευνητής της Ελληνικής ιστορίας-παράδοσης και εν γένει Ελληνικής αυτοσυνειδησίας, οι σκέψεις του και τα γραπτά του διαβάζονται με προσοχή, τα λόγια του προσέχονται με σεβασμό, και αποτελούν μέρος των πυλώνων της ιστορικής έρευνας.
Τα βιβλία του διαβάζονται ευχάριστα, είναι αρκετά κατανοητά-για το ευρύ και αμύητο κοινό- και τροφοδοτούν με ακριβή πάντα στοιχεία την ιστορική ερευνητική βιβλιογραφία.
     Στο νέο του βιβλίο «Σύγχυση, Πρόκληση, Αφύπνιση», που ο τριμερής τίτλος του από την αρχή μας υποδηλώνει το αντικείμενο της ερευνητικής του κατάθεσης, χρησιμοποιώντας διάφορα «εγερτήρια σαλπίσματα» ερμηνευτικού περιεχομένου, επιδιώκει να αφυπνίσει το ορθόδοξο πλήρωμα της Εκκλησίας να τονώσει την χαλαρότητα του θρησκευτικού του πιστεύω και να προάγει ξεκαθαρίζοντας ιστορικές και εκκλησιαστικές αστοχίες το φρόνημά του. Σχολιάζει την ιδεολογική σύγχυση της εποχής μας, την κατακερματισμένη συνείδηση των ανθρώπων και την συγκεχυμένη ταυτότητα του Νεοέλληνα μέσα σε ένα ραγδαία εξελισσόμενο και αβέβαιης προοπτικής Βαλκανικό και Ευρωπαϊκό χώρο.
     Το «ιδιαίτερο» χαρακτηριστικό της συνθετικής του σκέψης και ερευνητικής του κατάθεσης-όπως και αρκετών άλλων ιερωμένων ή λαϊκών ορθόδοξων ερευνητών- είναι η προσπάθεια μεταστοιχείωσης όλων των εκφράσεων και καταβολών της ορθόδοξης πατερικής παράδοσης της καθ’ Ανατολής σε ένα αιώνιο λειτουργικό παρόν. Και, η ιεραποστολική επιδίωξη εμβάπτισης των παλαιών ιστορικών στοιχείων και παραδοσιακών συστατικών και τρόπου ζωής της προχριστιανικής Ελλάδας στην αναγεννημένη ζωή που, κατά τον συγγραφέα και ερευνητή, είναι η αλήθεια του Βιβλικού λόγου και οι διαχρονικές αξίες της πατερικής και ερμηνευτικής παράδοσης.
Ο επαναπροσδιορισμός της παράδοσης προς μια αγιοτριαδική ερμηνεία. Θεός, Άνθρωπος, Συνάνθρωπος. (δες σελίδα 166).
Είναι η θεολογική ερμηνεία της ιστορίας όπου, κινητήριος δύναμή της είναι ο Ιδεότυπος της Εκκλησίας που είναι ο Χριστός. Γι’ αυτό και φρονεί ότι, δεν σώζεται η Ορθοδοξία από τον Ελληνισμό, αλλά ότι ο Ελληνισμός σώζεται διαχρονικά μέσα στην Ορθοδοξία. (δες σελίδα 129). Μια «μεταφυσική» ερμηνεία της παράδοσης και κατ’ επέκταση, της ίδιας της Ιστορίας, που προτάσσει τον καινούργιο ιστορικό χρόνο έναντι του φυσικού και, το βίωμα της πίστης έναντι του περιβάλλοντος χώρου και της όποιας ιδεολογικής ή κοινωνιολογικής ερμηνείας των ιστορικών γεγονότων. Μια ερμηνεία αρκετά διαδεδομένη στον Ελλαδικό χώρο, η οποία αντικρίζει στο πολιτιστικό γεγονός-των πράξεων κάθε πιστού- την υλοποίηση μιας μοναδικής και ανεπανάληπτης αξίας και την ολοκλήρωση μιας Σωτηριολογικής ελπίδας εντελώς διαφορετικής από αυτήν που αναζητούμε στην Αιώνια νομοτέλεια της Φύσης.
Μιας διαφορετικής εμβέλειας και στοχοθεσίας παράδοση από αυτήν που προέρχεται από την Κλασσική μας Κληρονομιά και τους ιστορικούς σταθμούς της Αρχαίας προ χριστιανικής Ελλάδας.
Που, δεν αναζητά το πνεύμα της αληθείας της στο χώρο του αντικειμένου, στο εξωτερικό μας περιβάλλον με ότι αυτό συνεπάγεται, που έχει την δυνατότητα να αμφιβάλλει για όλα εκτός από την πραγματικότητα και ορθολογικότητα του αντικειμένου κόσμου, αλλά που όμως στο όνομα της πίστης και οτιδήποτε απορρέει από αυτήν, επιτρέπει στο πνεύμα ή αν θέλετε στην ψυχή της παράδοσης να ριζώσει στα βάθη της υποκειμενικότητας. Δηλαδή, να βιωθεί. Που προσκυνά τον Χριστοκεντρικό τρόπο ζωής και όχι τον Ανθρωποκεντρικό. Που αρνείται την Ατομικότητα για να εγκολπωθεί την Συλλογικότητα. Που αποστρέφεται την ενδοκοσμική ευδαιμονία για να υιοθετήσει τον ασκητικό αναχωρητισμό. Υιοθετεί την θεοκεντρική και θεονομική ζωή της κοινότητας και στέκεται αρνητική στην κοινωνική-ιδεολογική δικαιοσύνη και τις ατομικές προσπάθειες του ατόμου των μεγάλων μη θεοκεντρικών κέντρων που προάγουν την ατομική ηθική έναντι της εύγλωττης φιλευσπλαχνίας της ευχαριστιακής σύναξης.
Για τον συγγραφέα πατήρ Γεώργιο Μεταλληνό, όπου απουσιάζει η συνείδηση του Άκτιστου δεν υπάρχει ούτε Ορθοδοξία, ούτε Ρωμιοσύνη (δες σελίδα 165). Γι’ αυτό και το κείμενό του το διακρίνει μια «φοβολαγνεία» εναντίον του Εξευρωπαϊσμού της Ελλάδος. Γράφει: «Εξευρωπαϊσμός όμως σημαίνει αναγκαστικά εκφράγκευση, μετάσταση δηλαδή του συνόλου του εθνικού βίου στον τρόπο ζωής της φραγκικής και μεταφραγκικής Ευρώπης» (δες σελίδα 85). Αν αυτές οι διαπιστωτικές επισημάνσεις για τον εκσυγχρονισμό της άμοιρης Ελλάδος δεν είναι ανέφικτοι φραστικοί σκοποί, που αποπνέουν «υπανάπτυξη», τότε, πάσχουν μάλλον ας μου επιτραπεί η έκφραση από μια στατική ιδεοληψία και έχουν το βάρος μιας θρησκευτικής ιδιοσυχνότητας της ιδεολογίας της πόλωσης.
Γιατί, το να αποδώσει κανείς το χάρισμα της ιστορικής πρόβλεψης στην ορθόδοξη αστική τάξη, είναι μάλλον πράξη ανεπίτρεπτης φιλοσοφικής ελεημοσύνης.
Το Βυζάντιο απέθανε, όχι ο Μέγας Παν.
     Με ύφος κάπως χαλαρό αλλά αρκετά εύληπτο και σαφή, και απόψεις βέβαια, σταθερά προσανατολισμένες μόνο όσον αφορά την πατερική παράδοση και τα κείμενά της, με γλώσσα οφείλουμε να τονίσουμε αρκετά στρωτή, ανάλαφρη όπου χρειάζεται χωρίς νοηματικούς σκοπέλους ή υφολογικές ακροβασίες, δεν θωπεύει την Ελληνική παράδοση έχοντας ένα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων υπ’ όψιν του, ή ένα προσεκτικά σχεδιασμένο χρονοδιάγραμμα κατακτήσεώς της, δεν επιθυμεί να ανανεώσει τα στοιχεία της ή να τροποποιήσει τις υπάρχουσες σταθερές της κάτω από το πρίσμα ενός κοινωνιολογικού σχετικισμού. Αλλά, υιοθετώντας έναν Ορθόδοξα φορτισμένο γνωσιολογικό «υποκειμενισμό» επιλέγει και συντάσσει ορισμένα από τα στοιχεία του συνόλου σώματός της σε μια Ορθόδοξη Χριστιανική Τελεολογία.
      Η ευφορία όμως που αποπνέει η διαπιστωτική αυτή ορθόδοξη προσέγγιση, κυοφορεί μια υπερτροφική τυραννική οπτική, η οποία δεν τεμαχίζει μεν την παράδοση χρησιμοποιώντας μια ορθόδοξη ταξινόμηση, αλλά με μια αυστηρά προσδιορισμένη δογματική εσχατολογία, και που την συνθλίβει από την αναγκαστική παρέμβαση ενός αλλοεθνούς Δημιουργού του Σύμπαντος, έστω και ως Σαρκωμένου Λόγου, μέσα στο ευρύτερο Ελληνικό γίγνεσθαι. Και εντείνει ασφαλώς την όποια συνειδησιακή υπανάπτυξη και περιθωριοποίηση των Ελλήνων εκείνων που δεν ασπάζονται το ορθόδοξο δόγμα και δεν αποδέχονται την παράδοσή του.
(σε άλλες του μελέτες ο πατήρ Γεώργιος Μεταλληνός αποκαλεί το σώμα αυτό της θύραθεν της ορθοδοξίας παράδοσης, των ανθρώπων δηλαδή που δεν ασπάζονται τον χριστιανισμό και τα  πιστεύω του, το «αβάπτιστο» μέλος του Ελληνικού σώματος).
 Σημειώνει στην σελίδα 119. « Έλληνες μη ορθόδοξοι είναι και σήμερα σχήμα οξύμωρο στη συνείδησή μας».
      Έτσι όμως η αδηφάγος υπερτροφία της ορθόδοξης δογματικής προκαλεί αναιμικά συμπτώματα στα συγγενή μεν, αλλά αλλόμορφα  και μη ομοούσια πνευματικά κύτταρα της μη Χριστιανικής Ελληνικής ιδιοπροσωπίας.
    Πρέπει να τονίσουμε ότι, υπάρχει μια Αρχαιοελληνική εκπολιτιστική ιδιοσυγκρασία μέσα στο σύνολο διαχρονικά σώμα της Ελληνικής επικράτειας και παράδοσης, που αρνείται να βαπτιστεί, και που δεν βλέπει την ζωή σαν τραγικό δράμα, ως «Ελλάς Πάσχων».Ούτε και σαν μια αιώνια μοιρολατρική πτωτική διαδικασία, αλλά σαν μια αυτοαναπτυσσόμενη και εξελισσόμενη Ιερή Τυχαιότητα της φυσικής διαδικασίας η οποία αποκλείει κάθε παρέμβαση οποιουδήποτε Δημιουργού ή άλλης μεταφυσικής Δύναμης.
 Και με αυτήν την Ιερή Τυχαιότητα είναι μπολιασμένο το σώμα του Ελληνισμού- έτσι όπως το διακρίνουμε και σε πολλά Δημοτικά μας τραγούδια, έστω και αν σκόπιμα και λανθασμένα στην Αρχαία-αλλά τόσο σύγχρονη στάση αυτή ζωής- δίνουμε τον υποτιμητικό τίτλο της Ειδωλολατρίας. (δες σελίδα 84). Αλλά και όταν πάλι θεωρούμε δαιμονική μια αρκετά μεγάλη ιστορική περίοδο της Ελληνικής Ιστορίας. Γράφει: «Η αρχαιότητα κρατούσε δέσμιο τον άνθρωπο στις παγίδες του διαβόλου» (δες σελίδα 55). Μόνο ως νωθρή ερμηνευτική προσέγγιση μπορεί να λεχθεί αυτό. Φοβάμαι ότι δεν μπορούμε να αναφερόμαστε  ή να ερευνούμε την Ελληνική ιδιοσυγκρασία του Έλληνα, και να μιλάμε με τέτοιους αφοριστικούς όρους για μια τόσο μεγάλη ιστορική περίοδο του Ελληνισμού-πάνω από 4000 χρόνια-και να την αποκαλούνε ειδωλολατρεία.
Λες και δεν ζούσαν εν αληθεία, οι άνθρωποι αυτοί, δεν κοινωνούσαν μεταξύ τους, δεν πέθαιναν με δόξα και τιμή αλλά και με προσωπική γαλήνη, και λες και δεν μας κληρονόμησαν τίποτε το δημιουργικό πίσω τους. Ούτε το Ελληνικό Θαύμα που είναι ο Παρθενώνας, (ως στάση ζωής και έκφρασης), ούτε τα ιερά κείμενα της Αρχαίας Τραγωδίας που αποτελούν διαχρονικά σύμβολα της Ευρωπαϊκής γραμματείας, ούτε ένα πολύπλοκο και πολύμορφο μυστηριακό τελετουργικό που πηγάζει είτε από τα Ερμητικά Κείμενα, είτε από τα Ορφικά, είτε από την επικρατούσα τότε θρησκευτική δοξασία του Θεού Διονύσου ή του Απόλλωνα.
    Ενώ, αντίθετα, τα μυθολογικά πρότυπα της Εβραϊκής ιστορίας και μυθολογίας να τα περιβάλλουμε με τόση ανοχή και φιλευσπλαχνία. Και μάλιστα από Έλληνες ουσιαστικά μορφωμένους ερευνητές και ερμηνευτές της παράδοσης.
     Παραγνωρίζουμε φοβάμαι ότι, η παλαιά μη χριστιανική παράδοση με τους Εκπολιτιστές Θεούς της, κυρίαρχους ή μικρότερους, όπως ο Θεός Απόλλων, η Θεά Αθηνά, ο Μέγας Θεός Διόνυσος, και ο Μέγας Παν (ο Πανταχού, Πάντα, Παρών), οι Μούσες, η Θεά Περσεφόνη, και άλλες Θεότητες του Ελληνικού Θρησκευτικού πανθέου, μας υπενθυμίζουν μέχρι σήμερα την ανυπότακτη, πολλαπλότητα της Φυσικής Ζωής, όπως θα έγραφε ένας σημαντικός σύγχρονος στοχαστής ο Κώστας Παπαίωάννου.
Η Παλαιά παράδοση στρεφόταν με υπερηφάνεια προς το ατομικό Είναι, και όχι γονυπετής προς το μεταφυσικό δέον του αλάστορος λαού. Οι άνθρωποι της παράδοσης αυτής, στοχάζονταν με θάρρος και τόλμη και θαύμαζαν την ανερμήνευτη συνήθως τελειότητα και άπιαστη ομορφιά των διαφόρων ειδών και μορφικών εκφράσεων του κόσμου και της ζωής και δεν μοιρολογούσαν την αποσυνθεμένη μορφή τους.
     Το Τόξο και η Λύρα υπήρξαν τα διαχρονικά και αιώνια σύμβολα αρμονίας των μοναχικών πτήσεων του Ελληνικού πνεύματος, αυτού που τόσο επιπόλαια και άκριτα ονομάζουμε Ειδωλολατρικό.
Ο Προσωκρατικός προφητισμός μας δίδαξε την σωτήριο αρετή της  Ανθρώπινης Γνώσης και Παρατήρησης και όχι οι «εκφυλισμένες» ιερεμιάδες. Οι Έλληνες ενατένιζαν με ρομαντική ορμή την φύση και την ζωή και δεν υπέκυπταν στην φθορά της με ευκολία. Το Θείο, δεν τους κατέτρωγε αλλά τους εμπλούτιζε την συνείδηση.
Ας θυμηθούμε τι έγραφε σε ανάθημα στο Μαντείο των Δελφών. «Γνώριζε-μάθε τον εαυτό σου ώστε να μην χρειάζεται να μάθεις βίαια από τον Θεό Απόλλωνα». Σε εμάς έμεινε μόνο το Σωκρατικό «γνώθι σε αυτόν».
     Ο ερμηνευτικός αυτός ιστορικός μονισμός του ιστορικού και συγγραφέα πατήρ Γεωργίου Μεταλληνού, καθώς και ένα αστείρευτο σύνδρομο Ευρωπαϊκής καταδίωξης της ένδοξης μας Ρωμιοσύνης,-που δυστυχώς κατατρέχει τους περισσότερους Ορθόδοξους χριστιανούς ερευνητές, λες και η Ευρώπη, είναι μια λιτανεία φαντασμάτων που ουρλιάζουν πάνω από το σώμα-πτώμα της Ρωμιοσύνης, καταδικάζει ενίοτε την σκέψη του μέσα στα ασφυκτικά όρια μιας «Εθνοκεντρικής» θρησκευτικά τονισμένης προοπτικής. Και, σίγουρα εμποδίζει το Noverim te, Noverim me.
Ευτυχώς όμως οι Έλληνες δεν είναι Βυζαντινοθεούδηδες.
Η, με επαναλαμβανόμενη έκπληξη του Χριστοκεντρικού ουμανισμού του Εθνικού μας λόγου-της παράδοσης που επικαλείται ο συγγραφέας, δεν αναιρεί τις αντηχητικές πνοές και την  καθημερινή πρακτική των Ορθόδοξων Ελλήνων των πιστών της Νόμο κρατούσης Εκκλησίας. Ο άκρατος και άκριτος παρεμβατισμός της πίστης σε κάθε έκφραση και επιλογή του ανθρώπου εμποδίζει όχι μόνο την θριαμβολογική εξύμνηση της ίδιας της ζωής, αλλά και στραγγαλίζει κάθε ατομική προσπάθεια.
Την ατομική εαυτότητα του κάθε Ρωμιού.
    Το ζητούμενο που ίσως διαφεύγει στον συγγραφέα του παρόντος βιβλίου δεν είναι μια οποιαδήποτε διαφορετική προσέγγιση της κοινής μας (ασφαλώς) παράδοσης, ή έστω η επιλεκτική χρήση ορισμένων στοιχείων της μέσα στην Ελληνική κοινωνία, αλλά η ανατροπή της αντίληψής της για την σχέση του Έλληνα με αυτήν. Μέσα σε μια διαχρονική ιστορική οικονομία.
Του κάθε Ανθρώπου με την Φύση όχι ως κορωνίδα, αλλά σαν συνέχεια των άλλων έμβιων Όντων, και απαραίτητη εξέλιξη της φυσικής νομοτέλειας.
Βλέπε άλλες, διάφορες απόψεις του συγγραφέα στο κεφάλαιο «Κοινωνικότητα χωρίς Κοινωνία» σελίδα 31.
    Γιατί προς το «Ανθρωπεύεσθαι» για να θυμηθούμε και τον Ιερό Πλωτίνο, δεν οδηγούμεθα μόνο από τον δρόμο της Χριστοκεντρικής πίστης, ή αν θέλετε μέσα από το Χριστιανικό περί Αναστάσεως Όνειρο, αλλά και μέσω του δρόμου της Τέχνης όπως φρονούσαν οι Αρχαίοι ημών Έλληνες πρόγονοι και αρκετοί μεταγενέστεροι σύγχρονοι στοχαστές.
Το Θείο, έχει πολλούς τρόπους για να μας φανερώσει το πρόσωπό του, αλλά και άλλους τόσους για να μας το αποκρύψει.
Το πρόβλημα σε μια μη «θεοφανική» σύγχρονη παράδοση της Ελληνικής κοινωνίας δεν είναι μάλλον η συμμετοχή τόσο στο καθολικό Είναι της παράδοσης αυτής, όσο η Ελευθερία της απεξάρτησης από αυτήν, η υπέρβασή της. Ο σύγχρονος-σημερινός τρόπος ερμηνευτικής της προσεγγίσεως που δημιουργεί το περιεχόμενό της πέρα από τα δύο κληρονομικά σκέλη της, το Αρχαίο και το Ορθόδοξο χριστιανικό. Ποιο θα είναι αυτό; Ασφαλώς θα είναι τέτοιας έκτασης και ποικιλίας όσοι και οι τρόποι πλησιάσματός της.
      Και αποστολή του μελλοντικού ερευνητή και ερμηνευτή της παράδοσης του τόπου του και των αξιών της δεν είναι η ανεύρεση του Επέκεινα της όποιας Εθνικής αλήθειας, αλλά η επικύρωση της μόνης αλήθειας του να δημιουργεί κάθε άνθρωπος ξεχωριστά και συλλογικά την δική του παράδοση. Πέρα από θρησκευτικά σχήματα, θεολογικές συναισθηματολογίες, παραδοσιακές εσχατολογίες, θεραπευτικές αγωγές ψυχής, και την όποια ευλογημένη σωτηριολογική βία των Θεών. Αν φυσικά υπάρχει ακόμα το Ανθρώπινο Είδος.
     Κάτω από αυτήν την προοπτική μάλλον δεν μπορούμε να μιλάμε για πολιτιστική ταυτότητα του Νεοέλληνα.
Ο Έλληνας δεν είχε ποτέ μια και μόνο ταυτότητα. Πρότυπό του ήταν ο Οδυσσέας. Ήταν ανέκαθεν ταξιδευτής και περιπλανώμενος. Πλάνης, φυγάς θεόθεν και αλήτης.  Ήταν ο σταυρωμένος στους τέσσερεις πνευματικούς ορίζοντες Προμηθέας.
Ο Έλληνας αυτό που πίστευε συνήθως ήταν η ατομική του Εαυτότητα.
Ο αυστηρά προσωπικός του τρόπος που αντιλαμβάνονταν τον Κόσμο σαν κόσμημα, και τον Πάσχοντα Θεό του ως σταυρωμένο σώμα της ασύνορης πατρίδας του.
Όσο για τον συγκερασμό των δυτικών με τα ανατολικά στοιχεία που αντιμάχονται πάνω στο σώμα της παράδοσης, την λύση μάλλον, την έχει δώσει η Ελληνική Μουσική.
Στην Ελληνική Μουσική παρατηρούμε μια ανατολική ενορχήστρωση δυτικών ρυθμών, ή αν θέλετε μια δυτική ενορχήστρωση ανατολικών μελωδιών. Η κοσμοπλάστρα μουσική μάλλον έχει λύσει το πρόβλημα που τόσο απασχολεί τους ερευνητές.
Και, σίγουρα, την συνένωση των διαφορετικών στοιχείων δεν μας την προσέφεραν μέχρι σήμερα ούτε η Θρησκεία ούτε η Φιλοσοφία.
     Τέλος θα ήθελα να επισημάνω ότι είναι αρκετά παρακινδυνευμένο να χρησιμοποιείται ο όρος ά-θεος, με τόση μεγάλη ευκολία. Και ασφαλώς ά-θεος δεν μπορεί να ονομαστεί αυτός που δεν ασπάζεται το Εβραιοχριστιανικό δόγμα, ούτε ασφαλώς και ανθέλληνας. Είναι αρκετά επισφαλές να αποκαλούμε Έλληνες μόνο τους Ορθόδοξους. Οι λέξεις αυτές είναι τόσο ρευστές, και σχετικές μέσα στο σώμα της Ελληνικής παράδοσης τουλάχιστον για το Σοφά Παιδιά του Έλληνες που κατάγονται από τον Δευκαλίωνα και την Πύρρα.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πρώτη δημοσίευση, εφημερίδα «Εξόρμηση», Κυριακή 28-Μαΐου 1995 σελίδα 21

Σημείωση: Με τον πατέρα Γεώργιο Μεταλληνό με δένει μια βαθειά θέλω να πιστεύω εκτίμηση. Και από μέρος μου μια βαθειά ευγνωμοσύνη και ένας αληθινός σεβασμός. Θαυμάζω το εύρος των ιστορικών του και θεολογικών του γνώσεων και ζηλεύω την μνήμη του. Ασφαλώς εδώ και χρόνια γνωρίζει ότι ακολουθώ διαφορετικά μεταφυσικά πιστεύω από εκείνον. Όμως δεν παύει να μας δένει η κοινή πίστη και αγάπη γι’ αυτήν την έρημη χώρα. Μια χώρα με μακραίωνη ιστορία και πολιτισμό, και, που δεν έχει ακόμα λύσει τον εσωτερικό της πνευματικό διχασμό. Πέρα όμως από τα αδιέξοδα αυτά η Ορθοδοξία σαν τρόπος έκφρασης και παράδοσης είναι πιο κοντά στην Αρχαία αντίληψη περί Ανθρώπου, παρά παραδείγματος χάριν η Μουσουλμανική Θρησκεία και παράδοση ή η Ευαγγελική καθηκοντολογία.
Στον απομαγευμένο και σύγχρονο κόσμο που ήδη ζούμε και δημιουργούμε σίγουρα υπάρχει θέση ακόμα στις ψυχές των Ελλήνων για τα διδάγματα τόσο της Αρχαίας παράδοσης, πέρα από σωβινισμούς και εθνοκεντρισμούς, όσο και της Ορθόδοξης συνέχειά της, πέρα από Ορθόδοξους δογματισμούς και τυπολατρίες και τον αδιέξοδο κληρικαλισμό της και την γεροντολαγνεία της.

Πειραιάς 9 Ιουνίου 2013.           
                 
                       

                                 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου