Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2013

ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΚΩΣΤΑΣ

Η  ΠΟΙΗΣΗ  ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ  ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ

Κριτική προσέγγιση στην τελευταία του ποιητική συλλογή «Κύκλοι Επάλληλοι»

      Οι Κύκλοι επάλληλοι του Πειραιώτη ποιητή Κώστα Θεοφάνους είναι εφιαλτικό και συνάμα ελπιδοφόρο ποιητικό βιβλίο.
Αποτελείται από τρεις όμορες θεματικά και συναισθηματικά ποιητικές ενότητες, τις Γαλλικές του μεταφράσεις, τις κατά καιρούς μελοποιήσεις και ένα ευσύνοπτο Υστερόγραφο του ποιητή.
     Με μελαγχολικό και σιγαλόφωνο ύφος, χαρμολυπική θα γράφαμε διάθεση και μια πλούσια πανδαισία εικόνων που λάμπουν μέσα στον χρόνο της ποιητικής κατάθεσης χαρτογραφεί την μεταφυσική αναζήτηση της ατομικής του αλήθειας που βρίσκεται πίσω από τις ποιητικές μορφές και τα λεκτικά σχήματα που συναρθρώνουν τον τεράστιο πλούτο και ποικιλία των εικόνων.
     Με μια χυμώδη λεκτική καρποφορία να πλημμυρίζει τις ενότητες, μια εκπληκτική ποικιλομορφία χρωμάτων που αποτυπώνονται με μαεστρία, έντονων και φορτισμένων συναισθηματικά μεταφορών και αλληγοριών, ευδιάκριτων και επαναλαμβανόμενων συμβόλων, και, σίγουρα μαγευτικών αισθήσεων και ακόμα ένα πλήθος στοχαστικών σημαινόμενων, ο Πειραιώτης ποιητής, μεταφραστής, δοκιμιογράφος και εικαστικός κριτικός Πειραιωτών δημιουργών, εικονογραφεί την ιστορική του πορεία που είναι ταυτοχρόνως και η μοίρα της γενιάς του. Μιας γενιάς έντονα πολιτικοποιημένης, ενταγμένης στην Εθνική Αντίσταση εναντίων του αλλόφρονα Γερμανού κατακτητή και κατόπιν ενταγμένη άμεσα κυρίως ή έμμεσα στην αριστερή αντίσταση ενάντια στην αστική τάξη της χώρας. Για ένα όραμα τόσο επισφαλές κοινωνικά, για ένα άδειο πουκάμισο όπως έγραψε για άλλους λογοτεχνικούς λόγους ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης.
Ανασύρει στην επιφάνεια του βλέμματος αλλά και της μνήμης τα χαοτικά ερέβη του λευκού της συνείδησης ενάντια στο μαύρο της ιστορικής μοίρας και το γκρίζο της ανθρώπινης προσαρμογής.
    Ο ποιητικός του λόγος δεσμευτικά αυτοβιογραφικός-όπως είναι κάθε αυθεντικός βιωματικός λόγος-αποκρυσταλλώνει την κοχλάζουσα άνοιξη των δραματικών γεγονότων που έζησε ο ίδιος ως παιδί, έφηβος και άντρας αργότερα και που όχι μόνο σημάδεψαν βασανιστικά και προσδιόρισαν την κατοπινή διαδρομή του, ως πολίτη, οικογενειάρχη και πατέρα, αλλά και ως συγγραφέα-αλλά και ξεδιπλώνει τα τόσο καθοριστικά εφιαλτικά επακόλουθα των πολύπλοκων και σκοτεινών καταστάσεων που προέρχονταν από τα πολεμικά και μεταπολεμικά χρόνια, και διείσδυσαν και πλειοδότησαν τις κατοπινές κοινωνικές του επιλογές και πολιτικές αποφάσεις της ωριμότητά του.
Το ηθικό επίσης περιεχόμενο της ποίησής του το οποίο διαπλάθει και διαμορφώνει το αισθητικό της αποτέλεσμα, φορτίζεται μονότονα και βασανιστικά από την σκοτεινή εκείνη περίοδο τόσο στον Ελλαδικό χώρο όσο και στον Ευρωπαϊκό γενικότερα.
Μια δύσκολη και ταραγμένη και αιματοβαμμένη ιστορική περίοδο, που οι νεκροί της εποχής εκείνης ακόμα συνομιλούν με παντοειδείς τρόπους μαζί μας, αποκαλύπτοντάς μας το ατομικό τους ήθος και το μεγαλείο του προσωπικού τους ηρωισμού.
      Χρησιμοποιώντας μια εκφραστική κλίμακα έντονα δραματική και μέσα από ευεξήγητους λυρικούς τόνους σχεδιάζει το ευρύτερο πλαίσιο στο οποίο εναποθέτει τις υπαρξιακές του διακυμάνσεις, τις ψυχολογικές του έντονες μεταπτώσεις, τους στοχαστικούς του πυρήνες μέσα στο ποιητικό σώμα, τις φοβερά έντονες και μονοσήμαντες ιδεολογικές του αναφορές, τις δια βίου πολιτικές και κομματικές του σταθερές επιλογές, τους όποιους φιλοσοφικούς του οραματισμούς και τους διάφορους και ξεκάθαρους κλυδωνισμούς της στιγματισμένης συνειδησιακά προσωπικότητάς του. Καθώς επίσης και τις τόσο ζοφερές μνήμες και δυναστευτικές παραστάσεις της τραυματισμένης ζωής του, που προέρχονται από εκείνη την μέλαινα εποχή.
Εύκολα ο αναγνώστης συναντά τις ψυχολογικές καταδύσεις και αναδύσεις του, καθώς και των μετακατοχικών ιστορικών κλιμακώσεων της ζωής του, τις ισχυρές πτωτικές διαθέσεις του και την ανορθωτική του επιθυμία μέσω των ποιητικών λεκτικών αναφορών και οραμάτων.
     Η φαντασία του είναι εύρωστη παρότι έχουν παρέλθει πλέον οι χρόνοι και βρίσκεται στας δυσμάς του βίου του, η ματιά του σταθερά εικαστική και η σύνολη ατμόσφαιρα του ποιητικού του φορτίου μεταλλάσσεται με εκπληκτική ταχύτητα, αποκαλύπτοντας την τονική διαύγεια του ποιητικού υλικού. Οι πλούσιες και γεμάτες συναισθηματική σπιρτάδα εικόνες του ξετυλίγονται με κινηματογραφική ταχύτητα και ο ποιητικός του χρόνος ρέει αβίαστα καθαρός και ανεξάρτητα από τις ιστορικές μνημονικές στάσεις και πολιτικές οπισθοδρομήσεις.
    Ο Κώστας Θεοφάνους, με τις μακρόστιχες συνήθως αλλά και ελάχιστες βραχύστιχες ελεγειακές του συνθέσεις του, κατά βάθος διερευνά την ουσία της ύπαρξης των ανθρώπων σε συνάρτηση με τις πνευματικές και πολιτικές διαστάσεις του συγκεκριμένου χώρου και της αντίστοιχης χρονικής σκοτεινής περιόδου, όπως και τις απρόοπτες και αναπάντεχες ιστορικές της μεταλλαγές.
     Ου υπαρξιακής υφής γλωσσικοί του τόνοι που νοτίζουν εσωτερικά το ποιητικό σώμα και το ολοκληρώνουν με βασανιστική επιμονή, εφορμούν από τις οδυνηρές και εναγώνιες καταστροφικές ιστορικές στιγμές του πολέμου, της κατοχής, και του μετέπειτα εμφυλίου που τόσο άδοξα και τραυματικά ακολούθησε και των παραπληρωματικών δύσκολων και σκληρών κοινωνικών γεγονότων και πολιτικών αναταραχών στα μετέπειτα πέτρινα χρόνια.
Κοινωνικές καταστάσεις και ταραχές και ιστορικές αδιέξοδες επιλογές που προσδίδουν στην ποίησή του πολιτική διάσταση αλλά και έντονους κομματικούς χρωματισμούς, ενώ διαμορφώνουν ταυτόχρονα και το ευρύτερο ατμοσφαιρικό της περιβάλλον.
      Τα ιστορικά γεγονότα υποδηλώνονται άλλοτε άμεσα και αποκαλυπτικά και άλλοτε γίνονται σε μας ορατά και διακριτά κάτω από το βάρος της ποιητικής ερμηνείας και τον απλόχερα ιχνογραφημένο συμβολισμό τους.
Τα δραματικά αυτά συμβάντα-που βίωσε ένα ολόκληρο Έθνος για αρκετά χρόνια-ενώ από την μία πρυτανεύουν την θρυμματισμένη συνείδηση του δημιουργού και την καθιστούν δέσμια ενοχικών οραμάτων, από την άλλη εξακτινώνονται μέσα σε μια πλούσια κατεργασμένη και φωτόλουστη καλοκαιρινή θα σημειώναμε εικονοποιϊα, έτσι ώστε το ιστορικό υλικό και η αλήθεια που αυτό κομίζει να αποπλένεται όσο το δυνατόν από το αρνητικό του φορτίο, να αποκτά δηλαδή ρωγμές ανάσας και χαραμάδες απαραίτητης ελπίδας.
     Στην ποίηση του Πειραιώτη ποιητή Κώστα Θεοφάνους, ανιχνεύουμε την σπαρακτικά τραυματική συσσωρευτική εικονοποιϊα μνημονικών εντυπώσεων, που η θεραπευτική τους αγωγή οφείλεται στην έντονη επεξεργασία που υφίστανται μέσα στο χωνευτήρι των εικόνων του φυσικού περιβάλλοντος, τις καλοκαιρινές συνήθως περιόδους.
Επισημαίνουμε εδώ, το μεγάλο «κοντράστ» ανάμεσα στον εσωτερικό χώρο του ποιητή και τον εξωτερικό της μετέπειτα περιγραφής του. Άλλοτε πάλι, δημιουργείται από τα ίδια τα συνταρακτικά ta εφιαλτικά γεγονότα μια ατμόσφαιρα Καφκικής υφής.
     Η θεματογραφία του είναι συνήθως περιορισμένη, δεν υπάρχει μεγάλη ποικιλία θεμάτων, περιστρέφεται κατ’ εξακολούθηση γύρω από τον ιστορικό και πολιτικό αυτόν άξονα. Ο λόγος του πλέει μέσα σε μια σκηνική δραματικότητα και στοχαστική ανακύκλωση του γλωσσικού υλικού. Πίσω από την γραφίδα όμως του ποιητή, στέκει η καθαρή ματιά του εικαστικού κριτικού.
Το εικαστικό βλέμμα του Θεοφάνους δίνει άλλη διάσταση στο ποιητικό το ξεπερνά, το υπερσκελίζει, οι λέξεις αποκτούν άλλον συμβολισμό, υπηρετούν την ευρύτερη σύνθεση, την ολότητα του ποιητικού οράματος και όχι τις επιμέρους αναφορές του.
     Η γλώσσα του στρωτή, χωρίς να αποφεύγει τα δάνεια στοιχεία πέραν της Δημοτικής, ολισθαίνει σε ορισμένα σημεία σε λεκτικούς ακροβατισμούς και ιδιότυπους λεκτικούς τύπους. Με την διάσπαση επίσης της πυκνότητά της, ξεφεύγει εν μέρει από τους στρωτούς σχεδιασμούς του γραπτού λόγου και αποκτά την υφή του προφορικού αφηγηματικού λόγου. Ενός λόγου σπάνια αιχμηρού, χωρίς κόχες, που εναλλάσσει το προσωδιακό με το τονικό κατά κύριο λόγο, μέλος. Ο ρυθμός του είναι έντονος και εσωτερικός συνήθως διατρέχει το ποιητικό σώμα και κάνει τις λέξεις να ηχούν ευχάριστα, τουλάχιστον στις περιπτώσεις εκείνες που είναι και οι περισσότερες, που ο Θεοφάνους δεν αρνείται να τιθασεύσει το ποιητικό υλικό. Άλλοτε, παρασυρμένος από το λαμπερό οίστρο των εικόνων του αφήνει να του ξεφύγει η ροή του λόγου, και οι λέξεις καταντούν κουρασμένα σχήματα της νοηματικής εκφοράς τους.
     Σε άλλες επίσης περιπτώσεις, αισθανόμαστε μια μουσική χασμωδία κατά την εκ δίπλωση των φράσεων που αποτρέπουν τον μέγιστο βαθμό συγκίνησης στον αναγνώστη. Σε άλλες στιγμές, καταφεύγει σε μια ακατάσχετη και αδικαιολόγητη ποιητική ρητορεία, συνήθως όταν επιδιώκει να μας κοινοποιήσει τον καταχρηστικό πολιτικό του λόγο μέσα από παρωχημένα λεκτικά μηνύματα και αμφισβητούμενα πολιτικά μοντέλα διακυβέρνησης και πολιτικού πατριωτισμού. Όταν όμως το βλέμμα του στρέφεται προς την πανίδα και την χλωρίδα του φυσικού περιβάλλοντος και τις πολύοσμες και πολύχρωμες οσμές της γίνεται μαγευτικός και ιδιαίτερα όταν συγχωνεύει τις εξομολογητικές του μαρτυρίες με το βλέμμα αυτό.
     Η στιχουργική ευκολία του Θεοφάνους, είναι αξιοζήλευτη αλλά και επικίνδυνη. Η ζωγραφική του γλώσσα αποπνέει ένα ευωδιαστό καλοκαιρινό αναφέρω ξανά αεράκι, με δεκάδες έντονες μυρωδιές και πολύχρωμες αισθήσεις.
    Ποιήματα όπως: «Φύγανε όλοι» σελίδα 109, «Ζευγάρωμα» σελίδα 112, «ο ήλιος και οι άνθρωποι» σελίδα 100, «Οι φίλοι μου» σελίδα 89, «Μια κηλίδα από παπαρούνες» σελίδα 79, «Μόνο όταν…» σελίδα 60 και άλλα, που η όρασή του εστιάζεται στο επερχόμενο και αναπόφευκτο τέλος του καθενός μας και το δικό του, είναι εστίες ποιητικής παρηγοριάς.
     Σε εποχές που οι άνθρωποι λησμονούν την μνήμη τους και κατ’ επέκταση την ελευθερία τους, σε περιόδους που τα άτομα αγνοούν και αδιαφορούν ακόμα και για τους προσωπικούς αγώνες της ίδιας τους της φάρας, αλλά ταυτόχρονα έχασαν και τον τρόπο της αξιοπρέπειας του ατομικού τους θανάτου, δηλαδή του ήθους της ζωής των ο ποιητικός λόγος σαν και αυτόν του Θεοφάνους προσφέρει ακόμα ανάσα παρηγοριάς και συντροφιάς.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη δημοσίευση, περιοδικό,
«Φιλολογική Στέγη», τεύχος 2/Χριστούγεννα 2004, δεύτερη περίοδος, σελίδες 69-72.

                         ΠΕΙΡΑΙΑΣ

                          (ακουαρέλα)


Θερινό πρωινό
Πάνω απ’ την πόλη.
Ασημένιο βραχιόλι
Σε θαμπό ουρανό.
Κάτω οι άνθρωποι
Κινούνται αργά.
Ρεύματα νωθρό σιγοκυλά,
Πλοία και τόποι.
Ως ξημερώνει
βαριά αχλή,
βρόχος που σφίγγει η αναπνοή
και πέρα ο ήλιος όλο ψηλώνει.
Σε λίγο η νάρκη θα παραλύσει
μ’ ένα της χάδι κάθε πνοή.
Ραστώνη, ρ΄θυμη φωνή
θ’ ανακυλήσει.
Το καλοκαίρι παρελαύνει,
δρόμοι, πλατείες, ακρογιαλιές,
Κρυφοφιλήματα και αγκαλιές,
εν’ αχνορόδινο στεφάνι.

Κώστας Θεοφάνους
(Το ποίημα αυτό δεν περιλαμβάνεται στη συλλογή «Κύκλοι Επάλληλοι».
Περιοδικό, «Φιλολογική Στέγη», τεύχος 2/Χριστούγεννα 2004, σελίδα 71.

  Πειραιάς, Σάββατο, 23 Νοεμβρίου 2013.   


                                     

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου