ΠΕΙΡΑΙΚΟ
ΣΕΝΤΟΥΚΙ
Ξεφυλλίζοντας παλαιές εφημερίδες του
Πειραιά στο Ιστορικό Αρχείο για το Πειραϊκό Σεντούκι
ανακάλυψα ένα κείμενο του
Πειραιώτη ποιητή Νίκου Καββαδία, μάλλον αθησαύριστο μέχρι σήμερα, το οποίο μας
δίχνει μια άλλη πλευρά του ποιητή, πεζογράφου, διηγηματογράφου αυτή του
κριτικού βιβλίων. Ο Καββαδίας ένας από τους πιο σημαντικούς δημιουργούς της
γενιάς του 1930 είναι μαζί με τον ποιητή Λάμπρο Πορφύρα και το Νίκο Χαντζάρα οι
σημαντικότεροι εκπρόσωποι της Πειραϊκής Σχολής-θα γράφαμε-την περίοδο των αρχών
του 21ου αιώνα έως την περίοδο της Κατοχής. Ευτυχώς και οι τρείς Πειραϊκές
αυτές πνευματικές σημαδούρες διασώθηκαν στο χρόνο και εξακολουθούν να συγκινούν
ακόμα και σήμερα τους αναγνώστες του ποιητικού λόγου. Ιδιαίτερα ο Νίκος Καββαδίας,
ο οποίος και μέσω της μελοποίησής του, δε διαβάζεται μόνο αλλά τραγουδιέται και
βρίσκεται στα χείλη αρκετών νέων της εποχής μας. Είναι ότι ο Εντγκαρ Άλλαν Πόε
για τους αγγλοσάξονες, ο Σαρλς Μπωντλαίρ ή ο Λωτρεαμόν για τους γάλλους για
τους σύγχρονους έλληνες νεολαίους.
Το κείμενο δεν αποθησαυρίζεται ούτε από
τον μελετητή του Guy(Michel) Saunier, στο μελέτημά του “Το ημερολόγιο ενός
τιμονιέρη-Αθησαύριστα πεζογραφήματα και ποιήματα” του Ν. Κ. Εκδ. Άγρα 2005,
ούτε αναφέρεται στη “Βιβλιογραφία 1928-1982 Ν. Κ.” που συνέταξε από το Ε.Λ.Ι.Α.
ο Κυριάκος Ντελόπουλος.
Επιμέλεια: Γιώργος
Χ. Μπαλούρδος
ΤΟ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟ 1932 ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ
Ένας χρόνος για έναν τόπον που κινείται,
ζει, αγωνιά, γυρεύει-προπάντος γύρευε-δεν είναι απλώς τριακόσια τόσα φύλλα του
ημεροδείχτη, είναι τριακόσιες εξήντα πέντε μέρες, γεμάτες κίνηση αναζήτηση,
ανησυχίες...
Είναι μέρες φεύγατες πια, που όμως είχαμε
την ηθική υποχρέωση να μη τις καταδικάσουμε να
πεθάνουν ένα μάταιο θάνατο που μόνο ντροπή θα μας έφερνε, αλλά να τις
χρησιμοποιήσουμε έτσι που να ζήσουν στη μνήμη. Ο Πειραιάς είναι η κατ' εξοχήν
ανήσυχη πόλις που αντλεί από την αέναη
άρρυθμη κίνηση του
πολύβοου λιμανιού της, την ακαταστασία των πόθων, το μικρόβιο της μετακινήσεως,
την αίσθηση της ζωής-αυτό περισσότερο από όλα-της πραγματικής ζωής, κι' όχι της
ζωής, των σαλονιών και των κοσμοπολίτικων μυθιστορημάτων. Γι' αυτό κύριο
χαρακτηριστικό κάθε πειραιώτικης εκδήλωσης, και ειδικά της λογοτεχνίας μας,
είναι η αναζήτηση.Είναι γνωστό το τι έχει δώσει για τη νεοελληνική λογοτεχνία
σε παληότερα χρόνια ο Πειραιάςώστε θάτανε άσκοπο ν' αραδιάσω ονόματα
χιλιοειπωμένα που τα ξέρει κι΄ο πιο αγράμματος πειραιώτης γιατ' είναι μεγάλα.
Σκοπός μου τώρα είναι να δω αν ο Πειραιάς θα εξακολουθήση να ζήση στη λογοτεχνία,
κι'
αν αυτά που έδωσε το 1932
δίνουν ελπίδες για τη ζωή του. Εδώ ας μου επιτραπή μια παρέμβαση.
Δεν ξέρω αν είμαι
κατάλληλος να καταπιαστώ με μια δουλειά που έχει σχέση με την κριτική και που
απαιτεί ώρας μελέτης. Φίλοι λόγιοι μου δίνουν το λόγο. Μα αν η γνώμη πως η
κριτική πρέπει νάναι αντικειμενική και ανεπηρέαστη, είναι απόλυτη και
αποκλειστική προεξοφλώ την αποτυχία μου.
Η φολολογική κίνηση του Πειραιά μου είναι
συμπαθητική ακόμη και στα σημεία που της αρνούμαι.
Μα και γενικά συμπαθητική πρέπει νάναι μια
κίνηση που έχει για χαρακτηριστικό κάποιο βαθύτερο, πιο ανθρώπινο ελατήριο κι'
όχι μονάχα τη ρηχή τάση να κάμη φιλολογία.
Τα βιβλία που κυκλοφόρησαν φέτος στον
Πειραιά γραμμένα από Πειραιώτες και τυπωμένα σε τυπογραφεία της πόλεώς μας
είναι πέντε, ο “Ίσιος Δρόμος” του Λεβάντα, οι “Πειραιώτικες Ειδήσεις”
του Σπάλα, “Οι Άνθρωποι της Κοκαϊνης” του Μαράκη, οι “Κουρασμένοι
που Βαδίζουν” του Χονδρόπουλου, οι “Στοχασμοί της Σάρκας και του
Ονείρου” του Θεοφίλου.
Πριν αρχίσω να κρίνω το βιβλίο του Λεβάντα
θάθελα να πω λίγα λόγια για τον άνθρωπο. Λόγια
που δε μου τα υπαγορεύει το συμφέρον αλλά το καθήκον.
Το 1920 ο Πειραιάς είχε να επιδείξη την
φιλολογία που είχε και στα 1910. Οι παλαιοί τον είχαν εγκαταλείψει και μόνον
ένας Πορφύρας “έσερνε τη βαρειάν αθυμία του στα βράχια της Φρεαττύδας και στις
σιωπηλές της ταβέρνες.”. Κάποιοι νέοι έγραφαν αλλά δεν είχαν το θάρρος και την υποστήρηξη να φανούν. Τότε
παρουσιάστηκε, παιδί σχεδόν, ο Λεβάντας, με τα μυωπικά μάτια του, την καλωσύνη του, προς τον Πειραιά και
τη φιλολογία(...) υπήρξεν ο ανορθωτής του φιλολογικού Πειραιά. Αμφιβάλλω αν
υπάρχη ένας από τους νέους που γράφουν στον Πειραιά που να μην οδηγήθηκε και να
μη δέχθηκε τις συμβουλές του Λεβάντα. Είναι ο πατέρας του φιλολογικού Πειραιά.
Ο “Ίσιος Δρόμος” είναι μια
συλλογή από δέκα διηγήματα. Καμμιά μανιέρα, κανένα κόλπο εντυπωσιακό. Σε παληά
λιτά καλούπια, έκλεισε τους καινούργιους μα και τους παντοτεινούς ανθρώπινους
καϋμούς. Τα διηγήματά του είναι αληθινά, ανθρώπινα, ρεαλιστικά. Βάνει μέσα σ'
αυτά πολύ από την καλωσύνη του. Διακρίνει κανείς μια προσπάθεια πολύ ειλικρινή
στον τρόπο που σκύβει πάνω από τους
ήρωές του, ανθρωπάκηδες ως επί το πλείστον που παιδεύονται, αγωνίζονται, ζουν
τη βασανισμένη ζωή της εποχής μας, τη ζωή του κοσμάκη. Ο σκοπός του, η έγνοια
του, είναι να μας μεταδώσει ένα μέρος απ' αυτήν τη συμπάθειά του, να μας
θυμήσει κάποιους σιωπηρούς ατελείωτους καϋμούς που φοβόταν μήπως μερικοί τους
αγνοήσουμε ή τους ξεχνάμε, Ο Λεβάντας
δεν κάνει τέχνη για την τέχνη. Συνδυάζει την τέχνη με το σκοπό.
Οι “Πειραιώτικες Ειδήσεις”
του Σπάλα είναι τραγούδια που μέσα του κλείνουν κάτι από το θόρυβο του
λιμανιού, από τους καπνούς των εργαστηρίων κι' από τα βάσανα των κοινών
γυναικών.
Είναι θέματα πρωτότυπα
και δυνατά. Όμως τ' αδικεί η διαπίστωσίς τους και η έλλειψις της αισθητικής στο
στίχο.
Οι “Κουρασμένοι που Βαδίζουν”
του Χονδρόπουλου είναι στα αληθινά πολύ κουρασμένοι και παραπατούν.
Αυτό όμως μας το λέει μ' ένα τρόπο πολύ
κοινό και κάπου βιασμένο. Δε φτάνει η συμπάθεια για τη φτώχεια και μια
ειλικρινής διάθεση για να γράψη κανείς.Τα διηγήματά του είναι πολύ τραβηγμένα,
η ψυχολογία του ρηχή, παιδική σχεδόν. Χειρίζεται όμως καλά τη γλώσσα κι' έχει
κάποια παρατηρητικότητα. Νομίζω πως έχει πολλά πράγματα να πη ο Χονδρόπουλος.
Κι' είμαι βέβαιος πως βρίσκοντας την φόρμα του θα γράψη αξιοπρόσεκτα.
Φτάνω στο Μαράκη. Τον θεωρώ λογοτέχνη με
αξία. Ξεκίνησε κι' αυτός με το Λεβάντα και δούλεψε σκεφτόμενος πρώτα τον
Πειραιά και κατόπιν τον ευατό του. Ένα βιβλίο του “στις Ομίχλες” που τόβγαλε το
1922 έδειξε ένα γερό ταλέντο μεστό από τότε. “Οι Άνθρωποι της Κοκαϊνης”
είν' ένα βιβλίο που διαβάζεται μ' αδιάπτωτο ενδιαφέρον, ένα βιβλίο γιομάτο από
ζωντανούς τύπους.
Οι περιγραφές των υπόπτων κέντρων του
λιμανιού πιστές και όχι κατά φαντασίαν γραμμένες. Πολλοί το είπαν
κοσμοπολίτικο-κάθε άλλο-, λίγοι όμως το επρόσεξαν πόσος Πειραιάς, αληθινός
Πειραιάς υπάρχει μες στις σελίδες του.
Ο Θεόφιλος εξέδωσε μια Συλλογή τραγούδια
του με τίτλο “Στοχασμοί της Σάρκας και του Ονείρου”
Η έμπνευσή του κάπως καθυστερημένη φανερώνει συναισθηματικά κοινά,
χιλιοτραγουδησμένα, ακόμη και στοιχεία φυσιολατρίας. Ο τρόπος που γράφει δεν
είναι καινούργιος
είναι όμως φυσικός και
ειλικρινής. Ο Θεόφιλος ξέρει τι θα πη ποίηση, και μπορεί να λέγονται τραγούδια
τα τραγούδια του. Ένα, δύο μάλιστα μπορούν να λέγονται και ποιήματα με τη
βαθύτερη σημασία της λέξεως.
Ακόμα κι' ο κ. Ντίνος Σούκας,
ένας απ' τους πιο διαλεκτούς εργάτες της σκέψης, μας έδωκε εφέτος απ' τις
στήλες των “Νέων Καιρών” το ρομάντζο του “Ένας επί πλέον Δον Κιχώτης” που
θάπρεπε ωρισμένως να εκδοθεί σε βιβλίο, για να εκτιμηθεί και πλατύτερα η
ξεχωριστή αξία του.
Αυτά είναι τα βιβλία. Άκουσα να μιλάνε
και για κάποιο βιβλίο του κ. Σκέντερη, δυστυχώς δεν μου δόθηκε ευκαιρία να το
διαβάσω. Εκτός όμως απ' αυτά η φιλολογική καλλιτεχνική κίνηση του τόπου μας
καθρεφτίζεται αρκετά καθαρά μέσα σε δύο ομαδικές εκδηλώσεις. Φιλολογική Στέγη
και Ρυθμός.
Η Φιλολογική Στέγη κλείνει
μέσα της, ό,τι εκλεκτό στοιχείο έχει σε φιφλολογία και γενικά σε καλλιτεχνία
καθώς και σε επιστήμη, ο Πειραιάς. Είναι μια συνέχεια του περιοδικού “Διανοούμενος”.
Στα γραφεία της Φιλολογικής Στέγης συζητούνται όλα τα μεγάλα ζητήματα που
απασχολούν τον σκεπτόμενο άνθρωπο και ο σκοπός της είναι η πνευματική ανάδειξις
της πόλεώς μας.
Η ιδέα της ιδρύσεως του Λαϊκού
Πανεπιστημίου την απασχολεί περισσότεροΤώρα τελευταία συνεβλήθη με τον κ.
Κουνελάκην, κι' ιδρύθηκε η “Καλλιτεχνική Σκηνή” κι' έτσι απέκτησε
ο Πειραιάς θέατρο πρόζας δικό του κάθε εβδομάδα.Οι δύο παραστάσεις που εδόθησαν
στο Δημοτικό αν δεν υπήρξαν σπουδαίαι ως προς την εκλογήν προσώπων (εξαιρέσει
του κ. Καλογιάννη, Αβδάλη και δίδος Εμμανουήλ) υπήρξαν ως κίνησις και ως απαρχή
μιας ευρύτερης μελλοντικής εργασίας που αναμφισβήτητα θα προκύψη.
Ο κ. Θεοχάρης με την
αισθητική αντίληψη αγωνίζεται. Επίσης εγκαινίασε τα “Boite” (Μπουάτ),
το παρισινό είδος
παραστάσεων σε μικρό χώρο, όπου είχαμε την ευτυχία ν' ακούσουμε μια μεγάλη καλλιτέχνιδα.
Ο κ. και η κ. Κροντηρά είναι
ένα καλλιτεχνικό ζεύγος αξιοθαύμαστο.
Από τον Οχτώβρη κυκλοφορεί το μηνιαίο
περιοδικό “Ρυθμός” με πολλές καλές διαθέσεις και υποσχέσεις. Έχει
για σκοπό και προορισμό του ν' αποβή ένα όργανο των Νέων, να φανερώσει την
εργασία τους, να τους διευκολύνει να παρουσιασθούν, να τους συγκεντρώσει. Στις
σελίδες του δημοσιεύτηκαν και γνωστοί λογοτέχνες, μεταξύ των οποίων και οι Καίσαρ
Εμμανουήλ ο πάνω απ' όλους ποιητής των ημερών μας. Νέους παρουσίασε ο
“Ρυθμός” το γερό ταλέντο του Αλεξίου, το λεπταίσθητο και μελαγχολικό Λιαρούτσο,
τον Σπανίδη με την ιδιότροπη έκφραση, τον Καρατζά
και τον Λαούρδα, το Μοσχόβη και μερικούς άλλους
στην πρόζα.
Και για να τελειώνω. Εφ' όσον υπάρχει ένας
Χαντζάρας, που η ανέκδοτη σειρά των νέων ειδυλίων του είνε
σπουδαία, και νέοι που πολλά υπόσχονται για αύριο, όχι μόνο θα ζη και θα
υπάρχει Φιλολογικός Πειραιάς για τον Πειραιά, αλλά και φιλολογικός Πειραιάς
για την Ελλάδα.
Νίκος Καββαδίας
εφημερίδα “Νέοι Καιροί”
ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ Κυριακή 1η Ιανουαρίου 1933 σ. 4
Σημείωση: Το αξιοπρόσεκτο και αθησαύριστο αυτό κείμενο του
Νίκου Καββαδία δημοσιεύτηκε στο πρώτο φύλλο-το Πρωτοχρονιάτικο(χωρίς
αρίθμηση)-της εφημερίδας 'Νέοι Καιροί” που διευθυνταί του ήσαν ο Γεώργιος και ο
Δημήτριος Πιτσάκης με διευθυντή σύνταξης το δημοσιογράφο και συγγραφέα Νίκο Ι.
Μαράκη. Στο φύλλο του Σαββάτου της 31/12/1932 γράφει Πειραιεύς έτος Δ αριθμός
376. Γραφεία Κολοκοτρώνη 37.
Το κείμενο αυτό του Καββαδία δημοσιεύεται
την ίδια χρονιά 1933 που εκδίδεται η πρώτη του ποιητική συλλογή “Μαραμπού” με
εισαγωγικό σημείωμα του Καίσαρος Εμμανουήλ από τις εκδόσεις του περιοδικού “Ο
Κύκλος”. Στις βιβλιοκρισίες αυτές της 4ης σελίδας του επετειακού φύλλου
απολαμβάνουμε ένα “Μαραμπού” ο οποίος όχι μόνο δείχνει ενήμερος για τα Πειραϊκά
εκδοτικά γεγονότα της εποχής του, αλλά κάνει και εύστοχες κρίσεις και
προβλέψεις για την πορεία των καλλιτεχνικών και πνευματικών πραγμάτων της
πόλης. Οι κρίσεις του για τους συγγραφείς και τα βιβλία τους είναι καίριες και
ουσιαστικές. Και, ας μη μας διαφεύγει ότι, ο Καββαδίας όχι μόνο είναι περίπου
συνομήλικος με αρκετούς από τους εκκολαπτόμενους συγγραφείς αλλά ο Χρήστος
Λεβάντας, ο Νίκος Χαντζάρας, ο Καίσαρ Εμμανουήλ και άλλοι έχουν εκδόσει βιβλία
τους και χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης τόσο στον Πειραϊκό χώρο όσο και πέραν
αυτού. Επίσης ας μη ξεχνάμε ότι ο Δήμαρχος του Πειραιά Τάκης Α. Παναγιωτόπουλος
την ίδια χρονιά 1931 που εκδίδονται τα “Ειδύλλια” του Νίκου Χαντζάρα απονέμει
για πρώτη και μοναδική φορά από Δημοτική αρχή το “αριστείο” του Δήμου σε
αρκετούς πνευματικούς δημιουργούς. Άρα η σχέση του Καββαδία με τους κρινόμενους
συγγραφείς είναι οικεία, φιλική και σεβαστική κατά κάποιον τρόπο. Και, ακόμα
ότι ο Καββαδίας είχε αρχίσει να δημοσιεύει στην εφημερίδα Πειραϊκόν Βήμα” το
1932 το μυθιστόρημά του “Η απίστευτη περιπέτεια του λοστρόμου Νακαχαναμόκο” οι
συνέχειες όμως έμεινα ατέλειωτες μια και το “Πειραϊκόν Βήμα” ανέστειλλε την
εκδοσή του. Στην ίδια εφημερίδα της 3 Απριλίου του1932 υπάρχει βιβλιοκρισία για
το ως άνω μυθιστόρημα του Νίκου Μαράκη πράγμα που μας φανερώνει ότι ο ποιητής
επανέρχεται στο βιβλίο του φίλου του συγγραφέα και δημοσιογράφου. Όπως και στα
περιοδικά “Ρυθμός” και “Διανοούμενος” πράγμα που αποδεικνύει τη στενή επαφή που
είχε ο ποιητής με τις πνευματικές ομάδες
της εποχής του.
Για την ιστορία αναφέρουμε ότι πάρα πολλοί
Αθηναίοι ποιητές δημοσιεύουν ποιήματά τους
στην εφημερίδα “Νέοι Καιροί” όπως ο Κωστής Παλαμάς, ο Στέφανος
Μαρτζώκης, ο Ιωάννης Πολέμης και άλλοι. Στην ίδια εφημερίδα και στην πρώτη
σελίδα υπάρχουν οι Σημειώσεις “Ημερολόγια και Νυχτολόγια από το παρελθόν” με
υπογραφή Ο Βιβλιοθηκάριος. Το κείμενο “Περασμένες Πρωτοχρονιές-Είκοσι πέντε
Άνθρωποι κι' εγώ” του Βασίλη Καστριώτη, ο δε Γερουσιαστής Γεώργιος Κ. Στρίγκος
γράφει “Από τα Παράδοξα του Πειραιώς”.
Την ίδια περίοδο σημειώνουμε ότι Δήμαρχος ήταν ο Μιχάλης Ρινόπουλος,ο οποίος
εκφράζει τις Ευχές του για το Νέο Έτος και ο σκηνοθέτης Μιχάλης Κουνελάκης
εγκαινιάζει την “Καλλιτεχνική Σκηνή”. Ο δε κινηματογράφος 'Σπλέντιτ' παίζει το
έργο “Οι Αδελφοί Καραμάζωφ”.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος,
πρώτη δημοσίευση εφημερίδα «Κοινωνική» Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2011 σελίδα 13, για
τη σελίδα «Πειραίκό Σεντούκι».
Πειραιάς 26/5/2013.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου