Δευτέρα 9 Δεκεμβρίου 2013

ΣΟΦΟΚΛΗΣ-ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΕΠΙ ΚΟΛΩΝΩ

ΣΟΦΟΚΛΗΣ

«ΟΙΔΙΠΟΥΣ  ΕΠΙ  ΚΟΛΩΝΩ»

      Η αρχαία τραγωδία απεικονίζει όχι μόνο την πραγματικότητα γύρω μας, αλλά μας διδάσκει και το πώς θα μπορούσε να είναι, αν οι ενέργειες και οι πράξεις Θεών και Ανθρώπων ήταν διαφορετικές.
      Προκαλεί θαυμασμό και έκπληξη, πως μια αγροτική εορτή «ζωικού αλαλαγμού» κατόρθωσε να μεταπλάσσει το χάος της ψυχής σε κοσμική αρμονία.
Να οργανώσει τον κόσμο, και να τροφοδοτήσει την κοινή εμπειρία των ανθρώπων-για την ζωή και το θάνατο-με νέες εκφραστικές μορφές και νέα γονιμοποιά σύμβολα. Μας μαθαίνει το πώς μια ατομική ή ομαδική θρησκευτική ικεσία και τελετουργικό, κάνει χειροπιαστό το σύμπαν γύρω μας μέσα από την οπτική του διάσταση στις διάφορες εκδοχές του.
       Τα αρχέτυπα σύμβολα αφήγησής της είναι οι πολλαπλές στρωματογραφικές κλίμακες του ψυχικού μας κόσμου, οι διαμετρικά αντίθετες πολλές φορές τάσεις των συναισθηματικών μας εκκενώσεων.
Σωματοποιώντας τις άλογες κοσμικές δυνάμεις τις εξαγνίζει, τις απεγκλωβίζει από τις «θεϊκές τους προδιαγραφές», τις απτοποιεί, τις καθιστά οικειέστερες στην ανθρώπινη συνείδηση, χρησιμοποιώντας ένα σύστημα ομαδικής αλληλεγγύης οργανωμένων συναισθημάτων και κοινωνικού εξαγνισμού. Με τον τρόπο αυτό ο άνθρωπος υπερβαίνει την μοίρα του ή τουλάχιστον επιδιώκει να την υπερβεί και να χαλιναγωγήσει τα ασύνειδα ψυχικά φαινόμενα του βίου του, καθώς η ΄Υβρις συνεχώς καραδοκεί.
        Προμηθέας, Οιδίποδας, Απολλώνιος ο Τυανέας, ποια από τις τρεις θεήλατες αυτές προσωπικότητες είναι ο Έλληνας Χριστός, ο Λυτρωτής του Κόσμου;
    Ποιανού η μορφή συγκεφαλαιώνει την οικουμενική ανθρώπινη πραγματικότητα, την καθολική συνείδηση όλων μας, και θεματοποιεί την οιστρήλατη φύση του ανθρώπου και τα σεπτά του πάθη;  Ποιανού ο βίος και το έργο εισχωρούν στην καθαρότητα του Είναι;
Μια, και των τριών η ευλαβική παλικαριά φωτογραφίζει και με φως και με θάνατο την ζωή όλων μας.
     Ο «Οιδίποδας επί Κολωνώ», ανήκει στην τραγική πινακοθήκη των προσωπικοτήτων της Σοφόκλειας δραματουργίας. Είναι ένα από τα ζεύγη των καρτερικών αυτών χαρακτήρων, που μας άφησε ο μεγάλος τραγικός ως παρακαταθήκη ζωής.
Είναι το κύκνειο άσμα ενός ανθρώπου που μεταφέρει μόνος του, όλο το βάρος της οδύνης της γενιάς του. Μιας πολύπαθης γενιάς, στιγματισμένης από την «κατάρα»των Θεών.
Είναι το σύμβολο του ηρωικού ανθρωπισμού, του δωρικού ιδεώδους της αρετής στον Χρυσό Αιώνα του Περικλέους. Η ζωή του περικλείεται από έναν μυστικό λόγο που σκοτώνει και μία υπερβολή έπαρσης που τυφλώνει.  Ο Τύραννος που εν αγνοία του φορτώνει δεινά μια ολόκληρη πόλη, ζητά τώρα ως κουρασμένος γέρων άσυλο στην γενέθλια γη του.
Σκοπός του, λίγο πριν φύγει αποθεωμένος από τον μάταιο τούτο κόσμο, να κάνει την φρικτή εικόνα της ζωής του μέσα μας πιο τρομακτική και να μας ξυπνήσει το έλεος και τον φόβο των Θεών, δηλαδή την ευλάβεια.
Ο Οιδίποδας έχει συνείδηση της ευγενικής καταγωγής του-όπως και κάθε άνθρωπος κατ’ εικόνα-και κατ’ επέκταση του χρέους που απορρέει από την καταγωγή αυτή.
     Η Ηλέκτρα, η Αντιγόνη, ο Θησέας, ο Πολυνείκης, και άλλοι δευτερεύοντες ήρωες του Σοφοκλή, είναι ηρωικά εκμαγεία παιδείας, και συγκλίνουν μάλλον στον χαρακτήρα του Οιδίποδα.
Είναι χαρακτήρες συνεπείς προς τα ιδανικά της γενιάς τους, γιαυτό και η θυσία τους είναι άμετρη και διαχρονική. Είτε πρωτεύει η σωφροσύνη της ζωής, είτε η καρτερικότητα της θυσιαστικής προσφοράς-των παθών τους, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο, η συλλογική Ανάσταση όλων μας.
Οι ιερές ιστορίες της ζωής τους προεικονίζουν τον Χριστιανικό μύθο. Μια αλυσιδωτή εμπειρία κοινής μνήμης που με οδηγό την ποιητική δημιουργία φθάνει μέχρι τις μέρες μας.
     Είχα την τύχη να παρακολουθήσω δύο φορές τον «Οιδίποδα επί Κολωνώ» ερμηνευμένο από τον μεγάλο θεατράνθρωπο, Αλέξη Μινωτή. Τον σύζυγο της μεγάλης τραγωδού Κατίνας Παξινού, της Πειραιώτισσας. Η επιβλητική του παρουσία, είναι αποτυπωμένη βαθειά μέσα μου.
Ο Αλέξης Μινωτής, λάξευσε την ακατέργαστη θεατρικά ψυχή μας και της έδωσε μία μορφή και μια κατεύθυνση-όσον αφορά ιδιαίτερα την συγκεκριμένη τραγωδία-έτσι, είναι μοιραίο η σύγκριση μαζί του, και η ίσως, η μεροληπτική μας θέση. Ο Μινωτής προσδιόρισε τον συγκεκριμένο ρόλο με τόση μαεστρία και τόσο μεγάλο θεατρικό μέγεθος, που δύσκολα έκτοτε άλλος ηθοποιός που θα αποτολμήσει να ανεβάσει το έργο αυτό θα γίνει μάλλον αποδεκτός και θα αποφύγει την σύγκριση μαζί με τον μεγάλο αυτό θεατράνθρωπο.
     Ο Πειραιώτης ηθοποιός Δημήτρης Παπαμιχαήλ, μάλλον τράβηξε υπέρμετρα την σκηνοθετική γραμμή προς το δικό του εκφραστικό αναμφισβήτητο ταλέντο, έτσι, όπως ήταν αναμενόμενο η παράσταση έκανε «κοιλιά». Και μάλιστα όταν ο ηθοποιός τρέκλιζε επειδή τα είχε τσούξει. Η παράσταση αποψιλώθηκε από την τραγική της υπόσταση, έχασε την ευκρίνεια των μηνυμάτων της, και χάθηκε η ισορροπία των διαφόρων επιπέδων της.
   Η φωνή του Πειραιώτη ηθοποιού ήταν μονόηχη από την αρχή του έργου μέχρι το τέλος του, ένας ήχος, μια μονότονη μονόχορδη ερμηνεία που δεν απέδωσε την τραγικότητα του Σοφόκλειου ήρωα.
Καμία ηχητική η εκφραστική απόχρωση, κανένα ηχητικό ημιτόνιο, η άρθρωση του λόγου του δύσκολα προσδιόριζε την ποιότητα και το τραγικό μέγεθος του ρόλου του. Αντί για πόλος τραγικότητας, έγινε κέντρο άσκοπης περιφοράς πάνω στην σκηνή. Οι κινήσεις του ήταν τόσο άχαρες και ανοργάνωτες που πραγματικά δεν καταλαβαίναμε τι ήθελε να μας δείξει ο ηθοποιός. Ο Πειραιώτης ηθοποιός, δεν κατάστρεψε μόνο την καλλιτεχνική του υστεροφημία, αλλά και την αρχαία τραγωδία.
Το Βεάκειο παρότι ήταν γεμάτο, αντέδρασε ώριμα, οι θεατές έφευγαν από το Θέατρο σιγά και σταθερά χωρίς να μπορούσαν να εξηγήσουν πως ένας ηθοποιός του κύρους του Δημήτρη Παπαμιχαήλ, έφτασε σε αυτό το επίπεδο.
      Τα μουσικά όργανα, το σαξόφωνο επί σκηνής, θύμιζε σίγουρα νυχτερινό τζαζ κλαμπ, την ίδια εντύπωση άφηνε και το «χρυσό» δέντρο.
Αντί η χαρακτηρολογία να βοηθήσει την δραματική ιδέα και την θεατρική λειτουργία, εγκλωβίστηκε στην ογκώδη αλλά όχι υποβλητική παρουσία του κεντρικού ήρωα, ώστε, οι δευτερεύοντες χαρακτήρες, οι δορυφόροι του κεντρικού ήρωα της τραγωδίας να χάσουν το στίγμα τους.
     Η πορεία του Οιδίποδα θυμίζει την Ομηρική πορεία του Οδυσσέα, και είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της συγγραφικής δραματουργίας του Σοφοκλή.
Είναι η θέωση ενός βασανισμένου και πληγωμένου ανθρώπου, η αγιοποίησή του λίγο πριν τελευτήσει. Είναι ο Ιώβ της ελληνικής θρησκείας.(τηρουμένων ασφαλώς των πολιτιστικών αναλογιών και των ιστορικών συνθηκών).
Πουθενά δεν δόθηκε η αίσθηση αυτή στην παράσταση.
     Ο Χορός από σύναξη γερόντων, μετετράπηκε σε ομάδα ξεμπράτσωτων νέων.
Η Αντιγόνη-που είναι ο τελευταίος οδηγός του τυφλού πατέρα της-στέκονταν άβολα και αμήχανα δίπλα του, πάνω στην σκηνή, μην έχοντας καν προσωπικό ύφος, θεατρική ταυτότητα μέσα στην σκηνοθετική φόρμα της παράστασης.
Το σκηνικό απουσίαζε, να θυμηθούμε το ανάλογο σκηνικό για  ένα άλλο ανέβασμα του έργου από τον επίσης Πειραιώτη ζωγράφο Γιάννη Τσαρούχη;
Η μουσική υπόκρουση δεν πρόσφερε τον ανάλογο θρηνητικό τόνο στην παράσταση.
Οι δύο χορικοί ύμνοι χάθηκαν πριν προλάβουν να αποδοθούν.
Ξεχώρισε ο Θησέας, αν και φώναζε υπέρμετρα, υποφερτός κάπως ήταν ο ρόλος του Άγγελου, που έφερε το μήνυμα για το τέλος του Οιδίποδα.
     «Οίους δει εποίει» τους ανθρώπους δημιούργησε ο
Σοφοκλής.
Εμείς;

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη δημοσίευση, εφημερίδα, «Η Φωνή του Πειραιώς», Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 1998, σελίδες 5,7.
Πειραιάς, Δευτέρα, 9 Δεκεμβρίου 2013.


                 

          

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου