ΖΑΝ ΠΩΛ ΣΑΡΤΡ
«Κεκλεισμένων των Θυρών»
Θέατρο οδού
Κεφαλληνίας
Ζαν Πωλ
Σάρτρ (1905-1980). Ένας από τους σημαντικότερους φιλοσόφους της εποχής μας,
άνθρωπος τόσο της θεωρίας αλλά και το κυριότερο, της κοινωνικής δράσης και
ιδιαίτερα της πολιτικής. Το έργο του και η ίδια του η ζωή υπήρξαν σταθμός και
σημείο αναφοράς για τα πολιτιστικά και πολιτικά δρώμενα όχι μόνο της Γαλλίας
αλλά παγκοσμίως για πολλές δεκαετίες και αρκετές γενιές.
«Η
κόλαση είναι οι άλλοι», αυτή η παροιμιώδης ρήση του-όπως και τόσες
άλλες-που αναφέρεται στο παρόν θεατρικό έργο, μόνο με τον παραμυθιακό λόγο «Ο
Θεός αγάπη εστί» των θρησκειολογικών μύθων μπορεί να συγκριθεί.
Η πρώτη ρήση
αντιπροσωπεύει την σύγχρονη ιστορική και οντολογική μας επίγνωση, η δεύτερη που
προέρχεται από το παρελθόν την συλλογική κοινωνική αναμνησιακή υπόμνηση.
Δύο θέσεις παραδείσια κολασμένες σαν την συνείδηση του
ανθρώπου.
Ρηξικέλευθος πάντα σαν στοχαστής και φιλόσοφος, έστρεφε πάνω του τα φώτα
της δημοσιότητας, και όχι αδίκως, με τις πρωτοποριακές θέσεις που εξέφραζε, τις
ουσιαστικές και απελευθερωτικές για τους ανθρώπους κοινωνικές του δηλώσεις.
Ήταν πάντοτε όπως ο ίδιος έλεγε στα χαρακώματα της πρώτης πολιτικής και
κοινωνικής γραμμής. Ένα άτομο που ήταν πάντα «έσω έτοιμος» να υπερασπίσει κάθε
κοινωνική αδικία, και να σταθεί κοντά σε αυτούς που διώκονταν είτε για
πολιτικούς είτε για κοινωνικούς, είτε για ερωτικούς είτε για κάθε άλλου είδους
διάκριση.
Ο Ζαν Πωλ
Σαρτρ με το τεράστιο και σημαντικό έργο του, επαναπροσδιόρισε το ερμηνευτικό κοινωνικό
μας βλέμμα, αναδιάταξε τις μέχρι τότε αξιολογικές κοινωνικές αρχές και σταθερές
του αστικού καθεστώτος, οι συνεχείς παρεμβάσεις του στα πολιτικά και κοινωνικά
πράγματα και οι καταλυτικές κρίσεις και επικρίσεις του στο υπάρχον σύστημα
διακυβέρνησης και διεθνούς πολιτικής, με την σταθερή και ακλόνητη πάντα
στράτευσή του στην πλευρά της απόλυτης Ελευθερίας, τον έκανε να μοιάζει σαν την
αρχαία αλογόμυγα που ενοχλεί τα κακώς κείμενα των ανθρώπων, όπως μας δίδαξε ο αιώνιος
Σωκράτης.
Μας δίδαξε με την προσωπική του στάση και τις
κοινωνικές και πολιτικές του παρεμβάσεις, τον δρόμο για να κατακτήσουμε την
ατομική μας Ελευθερία. Την προσωπική μας Ελευθερία που δεν εξαγοράζεται με
κανέναν σταυρικό λύτρο λύπης καμιάς μεταφυσικής ιδεολογίας, αλλά με την συνεχή στράτευση
και συστράτευση στους καθημερινούς κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες και την
προσωπική μας στάση και ευθύνη απέναντι στην κοινωνία και τους άλλους.
Για τον
Γάλλο στοχαστή, φιλόσοφο, πολιτικό άντρα και συγγραφέα,(ας μην μας διαφεύγει
ότι αρνήθηκε το Νομπέλ λογοτεχνίας που του απονεμήθηκε) προτεραιότητα έχει η
ίδια η ύπαρξη του κάθε ανθρώπου και όχι η παρουσία του.
Ο Υπαρξισμός του, όπως καταγράφεται, ως φιλοσοφικός
τρόπος σκέψης και ανάλυσης, στο μνημειώδες έργο του «το Είναι και το Μηδέν»,(κυκλοφορεί
από τις εκδόσεις Παπαζήση) σε άλλα του φιλοσοφικά βιβλία, το μυθιστόρημά του
«Ναυτία» και σε αρκετά Θεατρικά του έργα, δεν είναι ένας ακόμη ακαδημαϊκός
φιλοσοφικός τρόπος σκέψης ανάλυσης και ερμηνείας του «Είναι», αλλά μια
συστηματική αποδοκιμασία και απόρριψη των Ευρωπαϊκών δεδομένων αστικών
πολιτιστικών σταθερών στοιχείων και φιλοσοφικών σημείων αναφοράς που καθηλώνουν
την ανθρώπινη ύπαρξη, ποδηγετούν την σκέψη της σε μια νηπιακή και ανώριμη
θεώρηση των πολύπλοκων προβλημάτων του κόσμου. Αξιών και αρχών που ελέγχουν τις
συνειδήσεις των ανθρώπων προσδιορίζουν τις κοινωνικές τους όποιες πρωτοβουλίες
και τελικά σκλαβώνουν την ίδια του την ύπαρξη.
Ο μεγάλος
αυτός αμφισβητίας ακολουθώντας το έργο του Δανού υπαρξιστή φιλοσόφου Κίρκεγκορ
αλλά συγχρόνως και διευρύνοντάς το με την συνεχή κριτική του στάση, την ζέουσα
προσωπική του ανησυχία και φυσικά τον διαρκή κοπιώδη προσωπικό του αγώνα(μαζί
με την σύντροφο της ζωής του Σιμόν ντε Μποβουάρ, ποτέ δεν παντρεύτηκαν)
αγωνίστηκε να απαλλάξει το ανθρώπινο ον από τις μεταφυσικές του φοβίες και
ιδεολογικές-πολιτικές του αγκυλώσεις.
Για τον
Σαρτρ, η συνειδητή επιλογή των πράξεών μας, παίζει καθοριστικό ρόλο για την
θέση και την στάση μας μέσα στο κοινωνικό σύνολο αλλά και στον αγώνα μας για
την προσωπική μας Ελευθερία.
Παραφράζοντας το Καρτεσιανό Cogito, θα γράφαμε ίσως όχι αδίκως, «Επιλέγω άρα Υπάρχω».
Μια επιλογή ουσιαστική που προϋποθέτει επαναστατική εγρήγορση, φιλοσοφική ενατένιση,
στοχαστική διαύγεια, πολύπλευρη και συστηματική παιδεία, και σίγουρα την ατομική
μας δράση και υπευθυνότητα απέναντι στα πολιτικά και κοινωνικά προβλήματα της
εποχής μας και του καθενός μας ξεχωριστά.
Μια συνειδητή επιλογή για πάντα σε εγρήγορση
συνειδήσεις που είναι η μοναδική απάντηση στην ανθρώπινη μοίρα και θανατηφόρο
πεπρωμένο όλων μας.
Ο Σαρτρ, μελετά
τον εν ζωή θάνατό μας και ερμηνεύοντας τον σκιαγραφεί τον τρόπο της προσωπικής
μας γενικά Ελευθερίας.
Αποδεχόμενοι ιστορικά και αμετάκλητα πλέον ότι ο
Θεός-Πατέρας δεν υπάρχει (αν υπήρξε ποτέ πέρα από την φαντασία των ανθρώπων,
γιατί αυτός των θρησκειών και εκκλησιών είναι ο πάντρε-πατρόνε)) που σημαίνει
ότι θρυμματίσαμε τον συλλογικό μας πολιτιστικό καθρέπτη της συνείδησής μας,
πάνω στον οποίο προσπαθούσαμε κοινωνικά και ατομικά να καθρεπτίσουμε το
ελπιδοφόρο είδωλο της κοινής μας διαδρομής ή και να προβάλλουμε ακόμα αντιστραμμένη
την εικόνα του Είναι μας, κλείσαμε τις στρόφιγγες της συλλογικής μας
αισιοδοξίας και αναφοράς, έχοντας πλέον ως μόνη διέξοδο τον διπλανό μας, τον
άλλον έστω και ως κολασμένη εμπειρία, έστω και αν η σχέση μας αυτή ακρωτηριάζει
την προσωπική μας Ελευθερία.
Όμως, μήπως
και ο Ζαν Πωλ Σαρτρ, αυτό δεν έπραξε με το επαναστατικό του έργο και την συνεχή
επαναστατική και ανατρεπτική κοινωνική και πολιτική του δράση, και την δυναμική
και συνεχή του παρουσία στα διάφορα κοινωνικά χαρακώματα όπως ό ίδιος του άρεσε
να λέει;
«Θυσίασε» ένα μέρος της δικής του Ελευθερίας για να
βοηθήσει τους άλλους
Ο Σαρτρ εκτός από ένας αντιεξουσιαστής φιλόσοφος
υπήρξε και ένας σημαντικός λογοτέχνης όπως ήσαν και άλλοι στοχαστές και
διανοούμενοι της εποχής του: ο Αντρέ Μαλρώ, αυτός ο σπουδαίος συγγραφέας και
άνθρωπος της Τέχνης και λάτρης των εικαστικών τεχνών, υπήρξε για ένα διάστημα
και υπουργός πολιτισμού του στρατηγού Ντε Γκωλ, ο τόσο γρήγορα χαμένος
συγγραφέας και υπαρξιστής Αλμπέρτ Καμύ, αυτός ο Σίσυφος της εποχής του, ο
Γκαμπριέλ Μαρσέλ, επίσης φιλόσοφος και στοχαστής και αρκετοί άλλοι.
Στον Ελλαδικό χώρο, μάλλον στους λογοτέχνες που
φιλοσοφούν θα εντάσσαμε τους: Νίκο Καζαντζάκη, αυτόν τον πολυπράγμονα συγγραφέα
και στοχαστή, τον πολιτικό και συγγραφέα Παναγιώτη Κανελλόπουλο, με την
σημαντική του Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, τον Άγγελο Τερζάκη αυτόν τον
συγγραφέα και εκλεκτό θεατράνθρωπο, τον φιλόσοφο και πολιτικό Κωνσταντίνο
Τσάτσο (ποιος δεν θυμάται από το ραδιόφωνο το έργο του «Διάλογοι σε μοναστήρι)
και άλλοι.
Ο Ζαν Πωλ
Σαρτρ χρησιμοποιώντας θεατρική φόρμα θα λέγαμε ότι εκλαΐκευσε για το ευρύ
κοινό, τις μεγάλες μάζες, τις φιλοσοφικές του ιδέες και προβληματισμούς.
Στρατευμένος πάντα «στους δρόμους της Ελευθερίας»,
οδηγεί τους χαρακτήρες του στην άκρα επίγνωση και συνειδητοποίηση των όποιων
επιλογών τους και πράξεών τους. Τους οδηγεί στο απόλυτο υπαρξιακό αδιέξοδο, για
να συνειδητοποιήσουν( αυτό το σε επίγνωση ελθείν) την κατάστασή τους και να
ζητήσουν άλλες ανοιχτότερες λύσεις και διεξόδους.
Ο Σαρτρ ιχνογραφεί συνειδήσεις ανθρώπων που παλεύουν
και με αγωνία και πολύ κόπο προσπαθούν να κοινωνήσουν με άλλες συνειδήσεις. Τα
«Βρώμικα χέρια», «οι Μύγες», «Η πόρνη που σέβεται» και άλλες του θεατρικές
προτάσεις, σπονδυλώνουν το τεράστιο και δυσεπίλυτο πρόβλημα της Ηθικής
Ελευθερίας που συνεχώς διαπραγματεύεται.
Στο
«Κεκλεισμένων των Θυρών», που γράφτηκε το 1943, εποχή δύσκολη και τραγική για
τον Ευρωπαϊκό πολιτισμό και την Ευρωπαϊκή ήπειρο γενικότερα, έχουν ήδη
προηγηθεί το έργο του «οι Μύγες» και το ιστορικό «το Είναι και το Μηδέν» καθώς
και το μυθιστόρημά του «η Ναυτία» διαπραγματεύεται και πάλι το θέμα των
ανθρωπίνων σχέσεων στα αδιέξοδά τους. Οι ήρωες, δημιουργούν σχέσεις
κατακτητικές μεταξύ τους, δημιουργούν αντιπαλότητες, γεννούν ανταγωνιστικές
καταστάσεις, αδιαφορούν ο ένας για τον άλλον, είναι καχύποπτοι και κακόπιστοι.
Στο
μονόπρακτο αυτό έργο, διακρίνουμε τις ταραγμένες συνειδήσεις τεσσάρων προσώπων.
Μέσα σε ένα άδειο δωμάτιο, συναντώνται τέσσερεις
νεκρές υπάρξεις, δύο άντρες και δύο γυναίκες. Το γκαρσόνι, σαν άλλος ψυχοπομπός,
οδηγεί τις άλλες τρεις υπάρξεις στο δεσμωτήριό τους. Τον Ζόζεφ Γκαρσέν, έναν
ανασφαλή συγγραφέα που αναζητά την αυτοεπιβεβαίωση του στα μάτια της Εστέλλα. Η
Εστέλλα Ριγκώ, μια αδιάφορη για μεταφυσικές ανησυχίες κομψή και φιλάρεσκη
γυναίκα που επιθυμεί τον Ζοζέφ για να επιβεβαιώσει την γυναικεία της ταυτότητα.
Και, η Ινές Σεράνο, μια δυναμική γυναικεία παρουσία που ποθεί την Εστέλλα και
απορρίπτει τις προτάσεις του Ζοζέφ.
Μέσα στο άδειο δωμάτιο που είναι καταδικασμένοι να
συνυπάρξουν το κάθε άτομο ξεχωριστά λειτουργεί σαν καθρέπτης για τον άλλον, για
την παρουσία του άλλου.
Έχουμε τρεις ανεκπλήρωτες επιθυμίες, τρεις δεσμώτες
της συνείδησης του άλλου.
«Ο δήμιος, είναι ο καθένας από εμάς για τους άλλους»
γράφει στο έργο ο Σαρτρ. Η κακοπιστία και η αντιπαλότητα μεταξύ τους είναι
πρόδηλη, και από την αρχή αντιλαμβανόμαστε το αδιέξοδο της συγκατοίκησής τους.
Ο Σαρτρ, ανιχνεύει
συνειδησιακές καταστάσεις ανθρώπων που ευνουχίζονται στον αγώνα τους για
επικοινωνία. Οι άνθρωποι του Σαρτρ, δρουν ακόμα και στις πιο ακραίες μορφές των
αδιεξόδων τους, στις πιο άγονες επιδιώξεις τους. Γίνονται μάρτυρες της ίδιας
τους της κρίσης ακοινωνησίας, ή κριτές των συνειδήσεων των άλλων, πράγμα που μοιραία
εγκιβωτίζει την δική τους Ελευθερία.
Το έργο
είναι, μια διλημματική πρόταση αδιεξόδου. Είναι γεμάτο από λεκτικές
«καραμπόλες», από αμοιβαίες λεκτικές πληγές στο παιχνίδι αυτό των νεκρών
υπάρξεων, που, μόνο να θυμούνται πλέον μπορούν.
Τρεις καθρέπτες που καθρεπτίζουν μοναχικές
συνειδήσεις, και μας υποδηλώνουν με τον ποιο κατηγορηματικό τρόπο το ατελέσφορο
της επικοινωνίας.
Στην Κόλαση, οι άνθρωποι είναι πλάτη με πλάτη, γράφει
ο αββάς Μακάριος στο έργο του, όμως η
Κόλαση, στο δικό του έργο, είναι εδώ, παρούσα μας λέει ο πολιτικός αββάς Ζαν
Πωλ Σαρτρ, πρόσωπο προς πρόσωπο.
Οντολογικά
προβλήματα αιωνίων αναζητήσεων, προβλήματα αισθητικής φύσεως αναλύονται,
ψυχολογικές επίσης καταστάσεις ερμηνεύονται και καταγράφονται στο έργο αυτό, με
εύληπτο και σαφή θεατρικό τρόπο από τον μεγάλο συγγραφέα και ανανεωτή της
Ευρωπαϊκής φιλοσοφικής παραδόσεως. Ένα έργο δύσκολο αλλά όχι δυσνόητο.
Τα πάθη τα ανθρώπινα, ο πόθος που κρυφοκαίει, ο φόβος
της αποκάλυψης, το ανέλπιδο των όποιων εγχειρημάτων, η μοναξιά που τους
πλημμυρίζει αναδύονται από τον λόγο της επικοινωνίας πάνω στο θεατρικό σανίδι.
Καθρέπτης καθαρτήριος δεν υπάρχει. Καθρέπτης των υπάρξεων αυτών είμαστε εμείς,
εμείς οι θεατές της παράστασης, πράγμα που ίσως σημαίνει ότι τα πρόσωπα
«εξαγνίζονται» από εμάς την στιγμή εκείνη, την στιγμή που και εμείς
αναγνωρίζουμε σε αυτά τα δικά μας αδιέξοδα, την δική μας ανελευθερία.
Θεατρικό σημαίνον και Θεατρικό σημαινόμενο ταυτίζονται
στο θεατρικό παιχνίδι αναζήτησης της απόλυτης τραγικής μας Ελευθερίας.
Έτσι στήνεται ο καμβάς και διατηρούνται οι κανόνες του
παιχνιδιού. Στην διλημματική πρόταση αν η Ελευθερία (μας) ανήκει στους άλλους,
τον διπλανό μας ή σε εμάς. Στην επιλογή του ήρωα ή την θέση-όποια και αν είναι
αυτή, θεατή.
Η
σκηνοθεσία του έργου είναι του κυρίου Σοφοκλή Πέππα, άψογη σκηνοθετική γραμμή,
χωρίς μεγαλόστομες θεατρικές κινήσεις, με μέτρο και σωστή κρίση, σκηνοθέτησε με
ακρίβεια και σαφήνεια ως προς τις επιδιώξεις της παράστασης τους ηθοποιούς.
Οργάνωσε τα πρόσωπα κάτω από το άγρυπνο «βλέμμα του συγγραφέα»με συνέπεια και έντονα
συντονισμένες σωστές σκηνοθετικές οδηγίες.
Οι ηθοποιοί λειτουργούσαν ομαδικά, σαν μια καλά
οργανωμένη ορχήστρα για να αποδώσουν το δύσκολο αυτό έργο και ευτυχώς.
Ο ηθοποιός κύριος Κώστας Τριανταφυλλόπουλος, ως Γκαρσέν,
ήταν ακριβής μέσα στο ρόλο του, στιβαρός στο παίξιμο, με το ρωμαλέο
παρουσιαστικό του, ανδροπρεπής και λιπόψυχος όπου το ζητούσε ο ρόλος, χωρίς
ακίσματα και άκαιρα λυγίσματα φωνητικά ή της κίνησης ή των χειρονομιών.
Η ηθοποιός κυρία Μαρία Πρωτόπαππα ως Εστέλλα μας
έδειξε το αιώνιο θηλυκό μέσα στην ακιζόμενη κοκεταρία του, ασύγγνωστο των
διεργασιών που γίνονταν γύρω του. Στρωτές και ελεγχόμενες κινήσεις,
μελαγχολικούς τόνους της μοιραίας παρουσίας, απεγνωσμένη διάθεση για επαφή,
καθαρές γραμμές ερμηνείας αναδύθηκαν από το σωστό παίξιμο της ηθοποιού.
Η ηθοποιός κυρία Σμαράγδα Σμυρναίου ως Ινές, ήταν
άκρως αποκαλυπτική, δεν μας ξάφνιασε καθόλου, για όσους γνωρίζουν την συνέπειά
της το ήθος της ως ηθοποιού, και το μεγάλο της ταλέντο. Σαφής απέναντι στις
προθέσεις του ρόλου της, δωρική στο παίξιμό της, προτρεπτική και συνεργάσιμη με
τους άλλους ρόλους, δεν ενσάρκωσε απλώς, αλλά ήταν η Ινές.
Ο γνωστός και έμπειρος ηθοποιός κύριος Γιώργος
Βελέντζας, ως Γκαρσόν ήταν άψογος και ορθά οργανωμένος, στον μικρό του ρόλο και
μάλλον του ταίριαζε γάντι.
Η μουσική επένδυση του ποιητή και στιχουργού Δημήτρη
Ιατρόπουλου, ήταν συνοδευτική της υπόθεσης, έδενε με την παράσταση,
λειτουργούσε.
Οι φωτισμοί του κυρίου Σάκη Μπιρμπίλη, βοήθησαν ώστε
να δημιουργηθεί η πρέπουσα ατμόσφαιρα μέσα στην οποία κινούνταν οι κολασμένες
αυτές υπάρξεις.
Τα σκηνικά και τα κουστούμια του Άγγελου Αγγελή,
ακριβή, και μέσα στο ευρύτερο σκηνοθετικό πλαίσιο και σχεδιασμό.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη δημοσίευση, εφημερίδα, «Η Φωνή του Πειραιώς»
αριθμός φύλλου 16.539/ Τρίτη 11 Ιουνίου 2002, σελίδα 4.
Πειραιάς, Κυριακή, 1 Δεκεμβρίου 2013.
Υ. Γ. Καλό μας μήνα, και από τις πασίγνωστες «ΛΕΞΕΙΣ»
του, εκδόσεις Αρσενίδης χ.χ. μετάφραση Κώστας Σταματίου τα εξής:
«Η κουλτούρα
δεν σώζει τίποτε και κανένα, δεν δικαιώνει. Ωστόσο, είν’ ένα προϊόν του
ανθρώπου: προβάλλεται πάνω της, αναγνωρίζει σ’ αυτήν τον εαυτό του, μονάχα
αυτός ο κριτικός καθρέπτης του προσφέρει την εικόνα του».
--
«Γλιστράτε θνητοί, μη στηριζόσαστε πουθενά.
Αυτό που μ’
αρέσει στην τρέλλα μου, είναι που με προστάτεψε, απ’ την πρώτη μέρα, απ’ τους
πειρασμούς της «Ελίτ»: δεν πίστεψα ποτέ τον εαυτό μου ευτυχή κάτοχο ενός
«ταλέντου», μόνη μου έγνοια ήταν να σωθώ-μ’ άδεια χέρια κι’ άδειες τις
τσέπες-χάρη στη δουλειά και στην πίστη. Μεμιάς η καθαρή μου αυτή εκλογή δεν
με ύψωνε πάνω από κανένα, δίχως
εξοπλισμό, δίχως σύνεργα, ρίχτηκα ολόκληρος στη δουλειά για να σωθώ ολόκληρος.
Αν βάλω την αδύνατη Σωτηρία στην αποθήκη των αχρήστων τι απομένει; Ένας
ακέραιος άνθρωπος, καμωμένος απ’ όλους τους ανθρώπους, που αξίζει όσο όλοι και
που είναι ίσος με οποιονδήποτε».
Και, για τους γαμπρίζοντες πρώτου, δεύτερου, τρίτου
φύλου, που θέλουν να ντυθούν το νυφικό της συζυγίας, ο Ζαν Πωλ Σαρτ και η Σιμον
ντε Μπωβουάρ, συζούν μαζί για 40 χρόνια και δεν παντρεύονται για λόγους αρχής,
γιατί θεωρούν τον «αστικό γάμο» καθαρή σύμβαση.
Τα αποσπάσματα είναι από τις σελίδες 282,283,284 και
292.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου