Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2014

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΡΙΓΚΟΣ-ΒΑΣΙΛΗΣ ΗΛΙΑΔΗΣ

               ΜΟΡΦΑΙ ΠΑΛΑΙΜΑΧΩΝ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΡΙΓΚΟΣ

Μια μορφή πολυσύνθετη. Ένα μικρό επαρχιωτόπουλο που κατόρθωσε να γεμίση μια ζωή εβδομήκοντα οκτώ ολοκλήρων χρόνων με μια εκδήλωση και δράση αξιοθαύμαστη. Τραπεζικός υπάλληλος, επιχειρηματίας, βιομήχανος, παράγων της πόλεως του Πειραιώς, σημαντικός βουλευτής, γερουσιαστής, μια ζωή ανήσυχη προς πλείστες όσες κατευθύνσεις. Από την γενέτειρά του το Κρανίδι μικρό πτωχό παιδί, ξεκίνησε με κυριότερο εφόδιο μιαν φλογερή πίστη. Πίστευε από τα παιδικά του χρόνια, ότι η εργασία, η θέλησης, και η αποφασιστικότης νικούν πάντοτε εις την ζωήν. Την άλλη πλευρά την κοινωνική, την θεωρούσε πάντοτε άσχετη προς την δημιουργία μιας μεγάλης ή και μικροτέρας έστω φωτεινής σταδιοδρομίας. Αυτό το τρίπτυχο της πίστεώς του έγινε από τα πρώτα χρόνια το έμβλημα της ζωής του και η αλάθητη πυξίδα εις το μεγάλο ταξίδι της. Με μετριοφροσύνη πάντοτε αλλά δεν διστάζει να εμφανίζη δια τους νέους τον εαυτό του ως ένα υπόδειγμα των καρπών μιας εξορμήσεως και πορείας εις την ζωήν με την πίστιν την πλαισιωμένη πάντοτε από την εργατικότητα και την θεληματικότητα. Αλλά ό,τι διακρίνει πάντοτε τον Γεώργιο Στρίγκο υπήρξε η μεγάλη δημιουργική πνοή. Τον είλκυσε πάντοτε το καινούργιο. Την «πεπατημένην οδόν» την ακολούθησε μόνον όταν παρίστατο αναπόφευκτη ανάγκη. Ο καμβάς της επιχειρηματικής του δράσεως υπήρξε πάντοτε η δημιουργία του νέου. Δεν εδειλίαζε ποτέ, Συνεδύαζε πάντοτε την αποφασιστικότητά του με την μεγάλην τόλμη του. Ο στενός μικρουπολογισμός ήταν ξένος προς την ψυχοσύνθεσή του. Έτσι το μικρό φτωχό παιδί που εξεκίνησε από την γενέτειρά του το Κρανίδι, για να εγκατασταθή στον Πειραιά, κατόρθωσε πολύ γρήγορα να αναδειχθή ένας από τους σημαντικότερους παράγοντας του Ελληνικού επιχειρηματικού πνεύματος.
Ο Πειραιάς αριθμούσε τότε μόνον 25. 000 κατοίκους. Μ’ ένα κομπόδεμα που περιείχε ως μόνην περιουσία επτά χιλιάδες δραχμές, ο πατέρας του Στρίγκου, γυιός ενός εκ των μεγαλυτέρων αγωνιστών της Επαναστάσεως και προσωπικού φίλου του Γέρου του Μοριά, άνοιξε ένα μπακαλικάκι σε μια απομακρυσμένη γειτονιά της γείτονος. Ο Γεώργιος Στρίγκος εσπούδαζε στο Γυμνάσιο του Πειραιώς με συμμαθητήν του μεταξύ άλλων τον αλησμόνητο ποιητή Λάμπρο Πορφύρα-Δημήτριος Σύψωμος ήταν το πραγματικό του όνομα. Αλλά, άσχετα με τα τυπικά σχολικά του μαθήματα, ο μικρός μαθητής από το Κρανίδι αφιέρωνε τις περισσότερες διαθέσιμες ώρες του διαβάζοντας γεωγραφίες και βιβλία με ταξίδια. Ήταν ιδιαίτερη κλίσις του οι εξερευνητικές περιπέτειες. Και την εξυπηρετούσε την κλίσι του αυτήν διαθέτοντας και τα τελευταία ψιχία της μαθητικής του περιουσίας εις πενταροδεκάρες δια την αγοράν των βιβλίων του περιεχομένου αυτού. Το 1895, παιδί δεκαοχτώ ετών,
εισήλθε με διαγώνισμα ως δόκιμος άμισθος υπάλληλος εις την Τράπεζα των Αθηνών που την διηύθυνε ο Καλλέργης, ένας παλιός σιτέμπορος από την Ρουμανία και παλιός Χαβιαροχανίτης. Τριάντα δύο ήσαν οι υποψήφιοι, μεταξύ των οποίων πολλές προσωπικότητες του μέλλοντος. Αλλά η Τράπεζα είχε ανάγκη δύο. Και επέτυχε ο Στρίγκος και ο μετά ταύτα διευθυντής του Ωδείου Θεσσαλονίκης. Αλ. Καζαντζής. Η γεωγραφία, που τόσον αγαπούσε, συνετέλεσε εις την επιτυχία του. Εις το υποκατάστημα του Πειραιώς, που είχε μόνον επτά υπαλλήλους, ειργάζετο από τις 7 το πρωί ως τις 11 την νύχτα. Η εργατικότης του προκαλούσε τον θαυμασμόν των προϊσταμένων του. Και κάθε χρόνον εις την έκθεσιν επί του προσωπικού ο διευθυντής του υποκαταστήματος Πειραιώς Ιορδανόπουλος τον προέτεινε ως άξιον δια την θέσιν υποδιευθυντού. Αλλά όταν συνέβη να χηρεύση η θέσις του υποδιευθυντού και ενώ εθεωρείτο βέβαιος ο διορισμός αυτού, επροτιμήθη άλλος ευνοούμενος του διευθυντού.
Ο Στρίγκος επικράθηκε, αλλά δεν διετύπωσε παράπονο. Απλώς επήρε το καπέλο του και έφυγε από την Τράπεζα, αφήνοντας δι ενός γράμματος την παραίτησίν του. Λίγο μετά την παραίτησίν του το 1902, συνεταιρίσθηκε μαζί με τον επιζώντα ακόμη Φραγκιάδη και ίδρυσε στον Πειραιά εμπορικό γραφείο. Στο γραφείο αυτό για πρώτη φορά έκαμε την εμφάνισίν της εργαζομένη γυναίκα. Είχε προσληφθή ως δακτυλογράφος η κυρία Ιουλία, χήρα αδελφή του μουσικοδιδασκάλου Σπινέλη. Η παρουσία της γυναίκας σε γραφείο απετέλεσε φαινόμενο. Και πολλοί χωρίς να έχουν καμμιά απολύτως εργασία, έμπαιναν στα γραφεία για να δουν να εργάζεται σκυμμένη μπροστά στη γραφομηχανή Ράμιγκτον η κυρία Ιουλία.
Επικεφαλής ιδικής του εργασίας πλέον ο νεαρός Στρίγκος εκινήθη απολύτως με πνεύμα δημιουργικόν. Πρώτος αυτός εσκέφθη και εφήρμοσε αλλαγήν συστήματος εισαγωγής σιτηρών. Μέχρι τότε τα σιτηρά εισήγοντο με το πλέον απηρχαιωμένον σύστημα από την Τουρκίαν και την Ρωσσίαν, ιδίως από το Ταιγάνι. Ιστιοφόρα πηγαινοήρχοντο με φορτίο 200 τόνων σιτηρών Το γραφείον Στρίγκου-Φραγκιάδη αφού εξησφάλισεν αντιπροσώπους στην Ρωσία, στην Αργεντινή, στην Αμερική και στον Καναδά, άλλαξε από το 1905 τις αναλογίες των εισαγωγών από τα διάφορα Κράτη σε καλύτερες ποιότητες και χαμηλότερες τιμές. Έτσι από το 1905 έως το 1914 επρομήθευε το συνεταιρικόν αυτό γραφείον σιτηρά εις τας Αθήνας, τον Βόλον, τας Πάτρας, τας Καλαμάτας και σε άλλα μεγάλα κέντρα. Από το 1914 χωρίσας φιλικώς από τον κύριο Φραγκιάδη, επεδόθη εις βιομηχανικές επιχειρήσεις διεθνούς χαρακτήρος. Οι παραγγελίες του προκαλούσαν κατάπληξιν εις την Ελληνικήν αγοράν που ήταν συνηθισμένη με παραγγελίες εκατοντάδων τόνων.
Ο Στρίγκος προέβη εις την παραγγελίαν χιλιάδων τόνων καφέ και ευρισκόμενος στην Μασσαλίαν, έκλεισε μιαν παραγγελίαν 2.500 τόνων ρυζιού από την Ινδοκίναν, παραδομένα εντός τριμήνου, αλλά υπό τον όρον να εξεύρη αυτός το ατμόπλοιον προς φόρτωσιν. Μάταια ο Στρίγκος προσεπάθησε να εξεύρη πλοίον εις την Μασσαλίαν, το Λονδίνον και το Παρίσι. Ήταν η εποχή που υπήρχε μεγάλη έλλειψις και ζήτησις φορτηγών. Κατόπιν μόχθου πολλού, Άγγλος μεσίτης ανέφερεν εις τον ευρισκόμενον εις το Λονδίνον Γεώργιον Στρίγκον, ότι ένα ιστιοφόρον το «Μαρί Μπερνάρ», εξεφόρτωνε εις το Χόγκ-Κόγκ φιστίκια και θα ήταν ελεύθερο προς ναύλωσιν από τη την Σαϊγκόν. Αμέσως εναυλώθηκε έναντι 25.000 λιρών. Αλλά οι περιπέτειες που είχε το ιστιοφόρον αυτό έως όταν φτάση με το φορτίο του Ινδοκινέζικου ρυζιού υπήρξαν σωστές περιπέτειες Σεβάχ του Θαλασσινού. Έφτασε περί τα μέσα Ιανουαρίου του 1920 ύστερα από την παραγγελία που είχε δοθή τον Ιούνιο του 1919. Αλλά η εργασία αυτή απετέλεσε δια την επιχείρησιν Στρίγκου την καλύτερη τύχη. Το ρύζι επήρε αξία. Η Τεργέστη, η Ανατολή, η Πόλη και άλλα κέντρα ζητούσαν ρύζι. Έτσι η διάθεσις του φορτίου του «Μαρί Μπερνάρ» απέδωσε κέρδος χιλιάδων χρυσών λιρών.
Παρόμοια επωφελής ήτο η παραγγελία υπό του γραφείου Στρίγκου δύο φορτίων αλεύρων, τα οποία ο ίδιος ο Στρίγκος εξησφάλησε εις το Λονδίνον από το γραφείον της διαθέσεως τροφίμων, του οποίου προϊστατο ο κατόπιν Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Χούβερ. Υπό την επωνυμίαν «Γενική Εταιρεία Εμπορίου και Βιομηχανίας Ελλάδος» η επιχείρησις Στρίγκου εκινήθη υπό την πλέον ζωηράν δημιουργικήν πνοήν προς μεγάλας κατευθύνσεις. Η κατάστασις της μεταπολεμικής Γερμανίας με τας επαναστάσεις και τας πτώσεις της τιμής του μάρκου επέφερε τεραστίαν ζημιάν εις την επιχείρησιν Στρίγκου, διότι η «Γενική Εταιρεία Εμπορίου και Βιομηχανίας» είχε παραγγείλει εις εργοστάσια της Βρουνσβίκης μηχανήματα και σιλό αξίας 30.000.000 μάρκων, δια την πραγματοποίησιν σχεδίου ιδρύσεως μεγάλου παραλιακού κυλινδρόμυλου εις Πειραιά που θα απέδιδε 200.000 κιλά ανά κάθε εικοσιτετράωρο. Μολονότι δεν είχε καταβληθή το ποσόν της αξίας των παραγγελθέντων μηχανημάτων, τον Φεβρουάριον ο Στρίγκος ελάμβανε τηλεγράφημα του εργοστασίου, το οποίο τον επληροφόρει ότι, λόγω της υψώσεως των τιμών των πρώτων υλών και της πτώσεως του μάρκου, καθίστατο εντελώς αδύνατος η εκτέλεσις της παραγγελίας. Κάθε προσπάθεια δια να μεταπεισθή το εργοστάσιον απέβη άκαρπος. Η επιχείρησις εζημιώθη, αλλά περισσοτέρα ζημία ήταν η μη δημιουργία του μεγάλου αυτού ατμομύλου του Πειραιώς.
Αναφέραμε ολίγας από τας μεγάλης δημιουργικής πνοής επιχειρήσεις του Κρανιδιώτη βιομηχάνου. Ο Στρίγκος διετέλεσεν από του 1922 μέχρι του 1936 Γενικός Πρόξενος της Σουηδίας και εξελέγη επανειλημμένος δημοτικός σύμβουλος Πειραιώς, βουλευτής κατόπιν και καθ’ όλην την διάρκειαν της λειτουργίας της Γερουσίας εξελέγετο γερουσιαστής των Εμπορικών και Βιομηχανικών Επιμελητηρίων. Αναμεμιγμένος σε κάθε καινούργια επιχείρηση όπως της υδρογονώσεως, της κατασκευής ηλεκτρικών λαμπτήρων κτλ. Τώρα σε ηλικία εβδομήντα επτά χρόνων, αποτραβηγμένος από κάθε επιχείρησιν εξακολουθεί να μελετά και να ερευνά. Η μεγαλύτερη χαρά της ζωής του ήταν όταν έπεισε τον στρατηγόν Πλαστήραν και τον Αρχιεπίσκοπον Χρυσόστομον, το 1923, να επιβάλουν το Γρηγοριανόν ημερολόγιον. Ήταν μία από τις πολλές επιδιώξεις του το ζήτημα του ημερολογίου, όπως υπήρξεν αδυναμία του και η συλλογή παλαιών έργων τέχνης. Αυτήν την αγάπη του προς την Τέχνη την μαρτυρά το σπίτι του στην Κηφισιά και τον Πειραιά. Ένα από τα καλύτερα Ελληνικά σπίτια το Πειραιώτικο του Στρίγκου που δέχθηκε επισκέψεις και των πλέον υψηλών προσωπικοτήτων.

             Βασίλης Ηλιάδης, εφημερίδα «Το Βήμα της Κυριακής» 17/10/1954 σ.(5)


     
                  Το κείμενο αυτό, όπως και άλλα δημοσιογραφικά σημειώματα που ανακάλυψα για τον Γεώργιο Στρίγκο, σκόπευα να τα συμπεριλάβω στην σελίδα «Πειραϊκό Σεντούκι» για την εφημερίδα Κοινωνική, άλλου είδους εμπόδια και δυσκολίες, δεν μου έδωσαν την δυνατότητα να το δημοσιεύσω.
Δημοσίευσα το δικό μου πρώτο κείμενο για την Πινακοθήκη του, το οποίο θα ήτανε το εισαγωγικό για μια σειρά κείμενα πάνω σε Πειραιώτες Επιχειρηματίες. Το κείμενο αυτό της εφημερίδας το έχω δημοσιεύσει και στο Μπλόκ μου την προηγούμενη χρονιά, όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να το βρει.
Υπάρχουν και ορισμένα άλλα ενδιαφέροντα κείμενα για τον Πειραιώτη επιχειρηματία που ανακάλυψα σε Αθηναϊκή εφημερίδα, και δεν συμπεριλαμβάνονται σε βιβλίο που κυκλοφορεί για τον Γεώργιο Στρίγκο. Ο Πειραιάς, σε τέτοια θέματα είναι ακόμα αχαρτογράφητος.

Για την αντιγραφή Γιώργος Χ. Μπαλούρδος,
Πειραιάς 17/1/2014
                                    
      


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου