Τετάρτη 22 Ιανουαρίου 2014

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ

Λίγα λόγια αγάπης για τα Σολωμικά μάγια και θαύματα


      Μακάριοι οι εν ποιήσει αποθνήσκοντες.
Μια ρήση που ταιριάζει απόλυτα με τον ποιητή του Έθνους των Ελλήνων. Σπάνια η ιστορία μιας ποιητικής δημιουργίας θεωρήθηκε «σπουδαιότερη»-από τους μεταγενέστερους-από την ιστορία του ίδιου του Έθνους.
     Ο Διονύσιος Σολωμός υπήρξε το ζητούμενο Εθνικό, ιδεολογικό κέντρο αναφοράς για τους κατοίκους του νεοσύστατου κράτους. Ο υψηλόφρων οραματιστής των ιδεωδών της εθνοφυλετικής μας καθαρότητας. Ο «ηγήτωρ» του κρατικού μεγαλείου. Ο απώτερος ευκταίος πλέον στόχος της τρομακτικής αγραμματοσύνης και γλωσσικής μας πενίας. Η προτεινόμενη συμπλεγματική μας συνείδηση κατωτερότητας απέναντι στα τρανταχτά κλέη των Ευρωπαίων. Οι πολιτικοί και οι διπλωμάτες των τότε Μεγάλων Δυνάμεων και οι διάφοροι διανοούμενοι Φιλέλληνες, βοήθησαν στην ίδρυση του Ελληνικού Βασιλείου.
    Ο Φωριέλ, μας μίλησε πρώτος για τα Δημοτικά μας τραγούδια.
Ο Φαλμεράϊερ,-έστω και με αρνητικό τρόπο-μας ανάγκασε να στραφούμε προς την δική μας ιδιαιτερότητα και να αναζητήσουμε τα μύχια και τα ιερά της αυτοσυνειδησίας μας.
Ο Αδαμάντιος Κοραής και η προσπάθειά του ήταν ένα αναγκαίο ευτυχώς κακό του παρελθόντος.
Η απωθημένη αρχαιοελληνική μεγαλαυχία μας, και οι βυζαντινολογούντες κέρβεροι, μας ώθησαν στο να αναζητήσουμε τον Έλληνα Δάντη στο μεταίχμιο μιας νέας εποχής, την στιγμή που ο λαϊκός μας πολιτισμός και η γλωσσική του ευαισθησία ασφυκτιούσε κάτω από το βάρος μιας απερίγραπτης συνειδητής περιφρόνησης.
     Κανείς μάλλον, από τους πνευματικούς δημιουργούς της εποχής του δεν θα μπορούσε να αντέξει αυτόν τον καταβροχθικό ρόλο, ακόμα και πέρα από τις δικές του φιλοδοξίες.
     Ο Ερωτόκριτος και η άλλη Κρητική παράδοση, τα λαϊκά συναξάρια και μαρτυρολόγια, τα σπαρακτικά των λαϊκών Ομήρων παραμύθια και τραγούδια, τα κάθε είδους και θεματολογίας Δημοτικά άσματα, παρέμεναν επιδεικτικά άγνωστα για του πένητες νεοαστούς του νεοϊδρυθέντος Βασιλείου.
      Ο φυσικός χρόνος στέρησε από τον κραταιό Κωστή Παλαμά, τον θεμελιωτή της ποιητικής διαλεκτικής σκέψης μας, την θέση του Εθνικού ποιητή, και ίσως καλύτερα. Ποιο καλά Προμηθέας, παρά Επιμηθέας. Ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης πελαγοδρόμησε στα μονοπάτια μιας πομπώδους πατριδολατρίας, ο Αθανάσιος Χριστόπουλος ψυχομάχησε μέσα στα Βουκολικά του όνειρα, ο Ιωάννης Βηλαράς ήταν ισχνός, ο Γιάννης Ψυχάρης πεποιημένος, ο Ανδρέας Κάλβος αποσιωπήθηκε ακόμα και από τον μεγαλοαστό Σολωμό,-μέχρι να τον ανακαλύψει ο Κωστής Παλαμάς-αφού δεν ήταν ευκολοχώνευτη η γλωσσική του υπερβολή και ο μάλλον άκαιρος γλωσσικός και εκφραστικός του παλιμπαιδισμός. Αρχαιολατρεία μήτηρ αλλά και μητριά.
    Άλλοι πάλι, χάθηκαν είτε από τις σκουριασμένες της καθαρεύουσας λαιμητόμους, είτε αφέθηκαν με επιτήδευση στα ντιλετάντικα του ρομαντισμού οράματα.
       Ο Διονύσιος Σολωμός είχε τις προϋποθέσεις για να γίνει Εθνικός ποιητής, κατά την κρίση της ιθύνουσας εξουσιαστικής τάξης ή ομάδας της εποχής του.
     Ήταν πλούσιος, από αριστοκρατική οικογένεια, τρομερά συντηρητικός στις πολιτικές του επιλογές, τα μάλα θρήσκος, αναμφισβήτητα Δυτικοτραφής. Ο ιδανικότερος νεανίας για την πτωχή πλην τιμία και μιξοελεύθερη Ελλάδα. Η Ελληνίς κόρη ηύρε την τύχη της.
     Τι είναι όμως το Σολωμικό έργο, ασφαλώς δεν είναι ο τροχαϊκός πολύστροφος μόνο Ύμνος προς την Ελευθερία. Ο ρέων αυτός παιάνας δεν είναι ότι καλύτερο για μια εθνική ποίηση, εφ’ όσον η απελευθέρωση πλέον επιτεύχθηκε. Οι περισσότεροι μελετητές συμφωνούν-διαφωνώντας μεταξύ τους-ότι το Σολωμικό έργο είναι ένα ανολοκλήρωτο και κατακερματισμένο μεγαλούργημα.
     Ηρωικά σπαράγματα το έργο του Σολωμού, ανολοκλήρωτα ερειπωμένα μεγαλεία μιας ευυπόληπτης και «ευφάνταστης» Επτανησιακής προσωπικότητας που η νωχελικότητα και η διστακτικότητα την απέτρεψαν από το να ολοκληρώσει τις φιλοδοξίες της. Απέλπιδη-θεμιτή για την εποχή της-προσπάθεια να συγκεράσει την θύραθεν αισθητική (Ιταλική, Γερμανική, κ.λ.π.) με την ακοίμητη Μακρυγιαννική καντήλα της χώρας.
      Ο Σολωμός, φιλοδόξησε να οικοδομήσει μια άλλη ουτοπική ποιητική χώρα, παραγνωρίζοντας ότι, η πραγματική του πατρίδα είχε ανάγκη από άλλα πιο πρακτικά αγαθά και απλά ιδανικά. Η λαϊκή φιλοσοφία της πατρίδας του ήταν ιστορικά μπολιασμένη από μια εμπράγματη λαϊκή μεταφυσική, γιαυτό δεν αποδέχονταν εύκολα τις απροσπέλαστες φιλοσοφικές αλήθειες των διαφόρων στην εσπερία σπουδασμένων.
      Το Σολωμικό έργο, είναι η πρώτη απόπειρα του επαναστατημένου νεοέλληνα να συναρθρώσει ότι του επέτρεπε το ακατέργαστο και μπερδεμένο πολλές φορές ένστικτό του. Ο Σολωμός περιμάζεψε σκόρπιες εμπειρίες για να οικοδομήσει έναν ερειπωμένο πύργο. Τον κύκλωσαν και τον παγίδευσαν οι θλίψεις και τα ταραγμένα οικογενειακά του χρόνια και αυτόν, και το έργο του, σαν την μέλισσα το άνθος που το μαραγκιάζει από την πολλαπλή αναρρόφηση των χυμών του. Λες και σαν να μην έχουν τέλος τα βάσανα των ανθρώπων θα πει, ένας πραγματικά φτωχός και απλός καλλιτέχνης αργότερα από την Σκιάθο.
Μες την ανεμοζάλη της σκέψης του ενστερνίστηκε τον ρόλο τον Δαντικό για την φτωχή και μίζερη πατρίδα του. Και ποιος καλλιτέχνης όμως δεν θα ζήλευε την τύχη του Δάντη Αλιγκιέρι ή του Ομήρου; Όμως ο ίδιος, για άλλους προσωπικούς λόγους παρέμεινε στο πουργκατόριο της φυλής και της τέχνης του, στον παράδεισο έμπασε μόνο ορισμένα λεκτικά και εκφραστικά σπαράγματα-και δεν είναι και λίγο αυτό-από έργα όπως: «Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», «Ο Κρητικός», «Ο Λάμπρος» κ.λ.π.
Και ας μην παραγνωρίζουμε την τεράστια πάλη του Σολωμού για την τέλεια έκφραση, την τελειότητα της τέχνης σε κάτι που αργότερα επανέρχεται ο Κωστής Παλαμάς, ο Κωνσταντίνος Καβάφης και ο νεότερος Γιώργος Σεφέρης.
     Ένας χαλιναγωγημένος αισθησιασμός αναβρύζει από το έργο του, ένα υπόλοιπο ιστορικής ανάμνησης που δεν αρκεί μάλλον πάντα για να πάρει τη θέση της ζύμης για τη νέα σοδειά.
      Οι διάφορες σχεδιαστικές στρωματικές απεικονίσεις του Σολωμικού έργου, η πειθαρχημένη αυτή φωταγωγία που μας ηλεκτρίζει-μέχρι σημείου βραχυκυκλώματος-μοιάζει μάλλον με απώθηση του ίδιου του προβλήματος που γεννά η εκφορά της μέσα στην Τέχνη, έχει ως αποτέλεσμα την μεταμφίεση του προβλήματος έστω και με φωτοστέφανο. Το πρόβλημα παραμένει κατακερματισμένο μέσα στην ουράνια φωτοχυσία του και την ιδανική του πρόθεση.
Η αγιότητα πολλές φορές, είναι ένα ωραίο σάβανο για κάθε είδους χρήση.
     Οι συγκεκριμένες θεματικά στρωματικές απεικονίσεις του Σολωμικού έργου  δεν ολοκληρώνουν την οραματική προοπτική ενός λαού ασφαλώς της γενιάς του και άλλων όχι όμως εσαεί. Τα παραδείγματα του Ρωμανού του Μελωδού, του Οδυσσέα Ελύτη, του Κωστή Παλαμά, μας υποδηλώνουν το πεπερασμένο της ιδανικής μας επάρκειας. Ο χρόνος ως καταλύτης θάνατος, άλλα τυρβάζει για την μικρή μας ιστορία.
      Η πειθαρχημένη Σολωμική φωταγωγία που θαμπώνει τους αναγνώστες, μοιάζει σαν να επιδιώκει να απωθήσει τον ίδιο της τον εαυτό.
     Ο μετέπειτα Μακρυγιάννειος λόγος μας υπενθύμισε πως «έχει γαρ Θεός έκδικον όμμα», γιαυτό σύναπτε συμφωνία με τους άγιους, αντίθετα από τον Σολωμό, που παραγνώριζε ή δεν ήθελε να αποδεχθεί ότι «το θείον παν εόν φθονερόν τε και ταραχώδες», γιαυτό ίσως δεν εξευμενίζεται εύκολα.
     Δεν ανοίγουν συχνά τα φιλάνθρωπα σπλάχνα της αυτού αγαθότητας για να μπορέσουν να βυζάξουν μαρτυρικά τα κατατρομαγμένα άτομα όπως ήταν ο Διονύσιος Σολωμός, και κάθε ευαίσθητη ύπαρξη, όπως όλοι μας, όσοι τουλάχιστον το επιζητούν.
     Μακάριοι οι εξομολογούντες τα σπαράγματα της δικής τους τραγωδίας ποιητές, ίσως έτσι αποσταθεροποιηθεί κάποτε στο μέλλον το οικοδόμημα της Θείας μανίας, και οικοδομηθεί με τα ίδια υλικά, ο ανθρώπινος οικείος πύργος της Βαβέλ μας.
     Έως τότε Solomicus est, legitur, legitur, legitur, με υπνωτική διάθεση και διάκριση για τον δικό μας θάνατο.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη δημοσίευση, εφημερίδα,
«Η Φωνή του Πειραιώς», Παρασκευή 9 Ιουλίου 1999, σελ. 5.
Πειραιάς, Τετάρτη, 22 Ιανουαρίου 2014.


                                     

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου