Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2014

Δ. ΣΟΛΩΜΟΣ

Ως πολίτης ετέρου Ονείρου,
η αλληλογραφία του Διονυσίου Σολωμού


     Αν το επίπεδο ενός πολιτισμού διακρίνεται στο ύφος των επιστολών του, όπως έγραφε ο κλεινός Φρειδερίκος Νίτσε, τότε ποιο είναι το επίπεδο της σημερινής υπερκαταναλωτικής κοινωνίας κατά τον Louis Armand ή κοινωνία της αφθονίας κατά τον Τζων Κένεθ Γκαλμπρέιθ;
      Στην εποχή του e-mail, της κινητής τηλεφωνίας και της τηλεομοιοτυπίας ποια θέση κατέχει η παραδοσιακή επιστολογραφία; Ο σημερινός άνθρωπος ο τεχνοτροπικός κατά τον Μπρεζίνσκι ενδιαφέρεται για επιστολές των: Αλκίφρονος, Παύλου, Μακιαβέλλι, Σέλεϊ. Ονειροπολεί διαβάζοντας την αλληλογραφία των: Αρθούρου Ρεμπώ-Πωλ Βερλαίν, Πωλ Κλωντέλ-Αντρέ Ζιντ, Πωλ Ελυάρ-Γκαλά, Σατωμπριάν-μαντάμ Ρεκαμιέ; Βρίσκει ενδιαφέρον στα επιστολικά γραφόμενα του Ζαν Πωλ Σαρτρ, του Φρειδερίκου Σοπέν, του Κωστή Παλαμά, του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, του Γιώργου Σεφέρη, του Νίκου Χατζηκυριάκου Γκίκα, του Μπουζιάνη;
      Από την άλλη, οι διάφορες επιστολογραφίες είναι έργα με «λογοτεχνική αξία ή σκανδαλοθηρικές εκδόσεις»; Αναρωτιέται ο ανώνυμος συντάκτης κειμένου της εφημερίδας «Το Βήμα 26/1/1992.
     Τα επιστολογραφικά κείμενα αφορούν τους αναγνώστες, όλους εμάς, ή είναι ένας περιορισμένος και κλειστός θα λέγαμε διάλογος μεταξύ του Επιστολογράφου και του παραλήπτη, που δεν έχουμε δικαίωμα να εισχωρήσουμε στις ιδιαίτερες προσωπικές τους στιγμές;
   Ιχνομυθείται το έργο ενός λογοτέχνη μέσα από την αλληλογραφία του και πόσο;
    Απομυθοποιεί ή αλληλογραφία ή προβάλλει την προσωπικότητα του γράφοντος ή του παραλήπτη;
    Επιτρέπεται και υπό ποιους όρους η «μετακίνηση κειμένων από τον ιδιωτικό στον δημόσιο χώρο; Μήπως αυτό συνιστά παραβίαση του απορρήτου των επιστολών και του συνετού ρητού τα εν οίκω μη εν δήμω»; αναρωτιέται στο ενδιαφέρον κείμενό του «Νεοελληνική Επιστολογραφία», ο κύριος Χ. Π. Καράογλου πάλι στην εφημερίδα «Το Βήμα» της 1-Αυγούστου 1993. Την ίδια απορία εκφράζει και ο κυρός Λίνος Πολίτης στην εισαγωγή της έκδοσης σελίδα 6, «Ανήκουν και οι επιστολές-οι ιδιωτικές προς τους συγγενείς και τους φίλους-στο έργο ενός ποιητή…».
     Η Αλληλογραφία του Διονυσίου Σολωμού, κυκλοφόρησε το 1991 από τις εκδόσεις Ίκαρος σε επιμέλεια, μετάφραση και σημειώσεις του αλησμόνητου δασκάλου Λίνου Πολίτη. Είχε προηγηθεί μια μικρότερη έκδοση στα 1956 από τις εκδόσεις Εστία. Το χρονικό των Σολωμικών εκδόσεων εύκολα κανείς το ανακαλύπτει στην ογκώδη για τον ποιητή Βιβλιογραφία.
      Μείζον εκδοτικό γεγονός αποτέλεσε η έκδοση του Γ΄ τόμου των Απάντων του ποιητή, έγραψε το γνωστό πολιτικό περιοδικό «Αντί» τεύχος 471/1991, στερνό και ώριμο έργο του Λίνου Πολίτη το αποκάλεσε ο καθηγητής Δημήτρης Μαρωνίτης(δες «Διαλέξεις», σελίδα 12). Ο κριτικός και συγγραφέας Μισέλ Φάις, στην εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος» της 30-Ιουνίου 1991, έγραψε ότι η Σολωμική Επιστολογραφία έχει μεταβληθεί πλέον σε ιστορικό τεκμήριο και αναπόσπαστο μέρος του καθαρά δημιουργικού έργου του ποιητή.
      Με την έκδοση ασχολήθηκαν ενδεικτικά αναφέρω τους εξής μελετητές:
Άγγελος Αγγέλου, περιοδικό «Ρέμβη» τεύχος 8/1992
Γιάννης Κουβαράς, εφημερίδα, «Η Καθημερινή» 24/12/1991
Παναγιώτης Μαστροδημήτρης, περιοδικό «Η λέξη» τεύχος 142/1997
Παναγιώτης Μουλάς, περιοδικό «Σημείο» τεύχος 1/1992 και,
Νίκος Μπακουνάκης, περιοδικό Marie Claire τεύχος 34/1991.
      Σε τι αναφέρονται αυτές οι 147 επιστολές του Σολωμού που απευθύνονται στους συγγενείς, τους φίλους και γνωστούς του ποιητή;
Τι μας αποκαλύπτεται στα 41 αυτά συγγραφικά χρόνια, από το 1815 όταν ο ποιητής ήταν 17 χρονών, ως τον Αύγουστο του 1856 έξι μήνες πριν τον θάνατό του;
     «Όλα δίνονται με αρετές πεζογράφου, το αρχοντικό σπίτι, δύο διαφορετικές χρονικές στιγμές του χαρακτήρα του αφηγητή ως παιδιού και ως ενήλικου και τον χαρακτήρα του γέρου κόντε.» σημειώνει στην εισαγωγή σελίδα 560, των 24 επιλεγμένων καταπληκτικά μεταφρασμένων επιστολών ο κύριος Στυλιανός Αλεξίου.
Ο Πανεπιστημιακός και συγγραφέας Παναγιώτης Μουλάς, στην ενδιαφέρουσα μακροσκελή κριτική του, ταξινομεί το σύνολο του έργου σε προβλήματα που πριμοδοτούν την φωνή του ανθρώπου, του ποιητή και του πολίτη, σελίδες 298-299.
    Ο φιλόλογος και κριτικός της λογοτεχνίας Γιάννης Κουβαράς, διαμερισματοποιεί τις επιστολές εκείνες που θεματικά σε πολύ γενικές γραμμές μας αποκαλύπτουν τα αισθητικά και τα ανθρώπινα ενδιαφέροντα του ποιητή, σελίδες 15-20.
Τέλος, στην αξιοπρόσεχτη και πρωτότυπη εργασία του καθηγητή Πανεπιστημίου και μελετητή Παναγιώτη Μαστροδημήτρη για την Αλληλογραφία, ο ερευνητής επισημαίνει θέματα, και θέτει προβλήματα-ερωτήματα, που αξίζει να ερευνηθούν σε βάθος. Ο κύριος Μαστροδημήτρης στέκεται σε εκείνες-τις ελάχιστες επιστολές-που μας φανερώνουν τις αισθητικές αναζητήσεις και ενδείξεις προβληματισμού του Σολωμού. Νύξεις ή σύντομες καταγραφές, που υποδηλώνουν την απόπειρα ανεύρεσης γηγενούς αισθητικής και τις προϋποθέσεις της λειτουργικότητάς της την εποχή εκείνη και στις υπάρχουσες ιστορικές και πολιτικές συνθήκες. Το θέμα που εστιάζει την προσοχή του ο καθηγητής Μαστροδημήτρης είναι αρκετά ενδιαφέρον.
   Εμείς όμως δεν θα σταθούμε σε αυτό, θα έπρεπε να χρησιμοποιήσουμε μια άλλη ερμηνευτική μέθοδο που θα μας ξεστράτιζε. Θα σταθούμε στα απλά καθημερινά προβλήματα και γεγονότα, στις απλές ασχολίες και ιδιαίτερα, σε εκείνα τα σημεία που ίσως πέρα από τα λάθη μας, μας αποκαλύπτουν τον άνθρωπο Σολωμό περισσότερο, παρά τον ποιητή. Έχοντας αποδελτιώσει με περισσή επιμέλεια όλες εκείνες τις λέξεις και τις έννοιες που συχνά επαναλαμβάνονται μέσα στο σύνολο έργο, που θα κούραζε και θα χρειάζονταν αρκετές σελίδες για να αναφερθούνε όλες οι παρατηρήσεις, καταφεύγουμε σε προσεγμένες «γενικεύσεις» με σεβασμό και διάκριση προς εκείνον.
     Μακάριοι οι εν ποιήσει αποθνήσκοντες. Μια ρήση που ταιριάζει απόλυτα με τον ποιητή του Έθνους των Ελλήνων.
Σπάνια η ιστορία μιας ποιητικής δημιουργίας θεωρήθηκε «σπουδαιότερη» από τους μεταγενέστερους από την ιστορία του ίδιου του Έθνους.
      Ο Σολωμός παρέμεινε σε όλη του την ζωή ένας «απαλός και κάπως θηλυκότροπος αισθηματίας», έγραφε ο ποιητής Κωστής Παλαμάς. Μια μάλλον μελανζιανών αποχρώσεων στο επίπεδο του ιδανικού εραστή προσωπικότητα. Που οι εσωτερικές της συγκρούσεις την καθήλωσαν σε μια «παλιμπαιδίστικη» αυτό-αναφορικότητα, δεκτική μόνο στις φαντασιακές της προθέσεις και όχι στις ενστικτώδεις παρορμήσεις της. Ίσως έτσι μπορούμε να κατανοήσουμε την φοβερή ανταγωνιστικότητα μεταξύ της αποσεξουαλικοποιημένης ζωής του ποιητή και την συνέχιση και διάχυση της ερωτικής αντιπαράταξής του στο μεγαλόβουλο αλλά μισοκάμωτο έργο του.
Από την μία ο δημιουργός που «οι ελπίδες της πατρίδος δεν εματαιώθησαν» κατά τον Ιούλιο Τυπάλδο και όχι μόνο, και από την άλλη, ο άνθρωπος που γράφει στον αδελφό του πάμπολλες φορές:«εγώ τη μοναξιά, όπου ζω τώρα και κάμποσα χρόνια, δε θα την αφήσω παρά μονάχα όταν αφήσω και τη ζωή ίσια-ίσια που θα θαφτώ ολοένα και πιο πολύ μέσα της, και αυτό μου δίνει κάποια παρηγοριά, καθώς και την απόλυτη συναίσθηση για το καθήκον μου.» γράμμα 95, σελίδα 348. Και «εύκολα όμως μπορεί να δει κανείς πόσο μερικά δυσάρεστα περιστατικά όσο και να κρατούν πολύ, δεν θα μπορέσουν ποτέ να μ’ εμποδίσουν να ζω τη δική μου ζωή, με τα δικά μου μέσα και με το δικό μου τρόπο.» γράμμα 112, σελίδα 379.
      Η τραγωδία ενός εν αμφιβόλω ρόλου; Ο εν σπαραγμό καλλιτέχνης και ο εν διαλύσει άνθρωπος. Ο ανθρωποφοβικός χαρακτήρας και η ανθοφορούσα ως λογοτεχνικός ιδεότυπος καλλιτεχνική του συνείδηση. «Ας μην παραγνωρίζουμε ότι η ιδιωτική ζωή του Σολωμού, ήταν μέχρι χτες εξαιρετικά ομιχλώδης, άκαμπτη, όπως η ακινησία ενός μαρμαρένιου ανδριάντα, εξαϋλωμένη και αγιοποιημένη όπως ταιριάζει σε έναν Εθνικό ποιητή», σημειώνει ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Νίκος Μπακουνάκης.
       Σπάνια η αλληλογραφία ενός συγγραφέα μας αποκαλύπτει τόσα για έναν ανθρώπινο χαρακτήρα παρά την κρυπτική του πρόθεση και την αποσπασματική του διάθεση και συνοπτική του αναφορά. Με την ίδια κάπως κουραστική μάλλον έκπληξη ποζάρει συνεσταλμένα στον καθρέπτη της εξομολογητικής του κατάθεσης, επιτρέποντάς μας να εξερευνήσουμε πίσω από τις πνευματικές και ψυχολογικές του περσίδες την αργόσυρτη μόνο λιτανεία του σπαραγμού του αλλά, και των ιδανικών του στόχων, ως ποιητής.
«Η αλληλογραφία του Σολωμού συνθέτει τη γνησιότερη εσωτερική βιογραφία του…, και προσφέρει ένα πορτραίτο ψυχής έξω από τις διαθλαστικές παραμορφώσεις των επικριτών του και την αχλή των θυμιαμάτων των θαυμαστών του», γράφει ο καθηγητής και συγγραφέας Γιάννης Κουβαράς, σελίδα 15.
      Μεγαλόψυχος όπως το επέβαλλε η κοινωνική του θέση και η «καθολική» του θρησκευτική παιδεία. Άτολμος καθώς τον έπνιγε η βαρειά οσμή της οικογενειακής του περιπέτειας. Συνεσταλμένος και ευγενικός από αγωγή αλλά και επιφυλακτικότητα. Απόμακρος από πρόθεση θέλοντας να αποκτήσει την ψυχική του γαλήνη και ισορροπία, κάτι που μάλλον, δεν κατάφερε ποτέ. Μονήρης δια βίου προσπαθώντας να επουλώσει τα εσωτερικά του τραύματα, τις συναισθηματικές του ρωγμές που ορισμένα μέλη της οικογένειάς του με υστερικό πείσμα κράτησαν ανοιχτά μέχρι το τέλος σχεδόν της ζωής του. Και εκείνος πάλι, κράτησε τα μυστικά του. Ακριβοθώρητος νέος, προστάτεψε τον προσωπικό του μύθο με ευλάβεια. Στάθηκε απόμακρος με αποφασιστικότητα και κράτησε μακριά οτιδήποτε δεν τον ενδιέφερε, περιορίζοντας ασφυκτικά τα ενδιαφέροντά του σε σημείο που να προβληματίζει. Αφοσιώθηκε με ονειρικό πάθος στο επιβαλλόμενο από τις ιστορικές συνθήκες και άλλες συγκυρίες Εθνικό του Χρέος και υποτάχθηκε στην Μοίρα του αναζητώντας την αλήθεια της ύπαρξής του στο τολμηρό ιδανικό του, που άλλοι μάλλον εμφύσησαν μέσα του και εκείνος πρόθυμα αποδέχθηκε. Μεταθέτοντάς το στη θεία Πρόνοια όταν άλλοι περίμεναν επί ματαίω.
     Ο πόθος του για μόνωση, του έχει γίνει φυγανθρωπία, γράφει ο ιστορικός Κωνσταντίνος Θ. Δημαράς. Εκτός και αν ισχύει ο λόγος του καθηγητή και ιστορικού της λογοτεχνίας Παναγιώτη Μαστροδημήτρη ότι ο «Σολωμός διείδε ότι η έως τότε λογοτεχνική παραγωγή δεν εξασφάλιζε μιαν ουσιαστική δημιουργική μεταμόρφωση των λογοτεχνικών συμβάντων που υπήρχαν», σελίδα 98. Αλλά το μεγάλο Όραμα δεν μας το προσφέρουν μόνο οι Εθνικοί ποιητές, αλλά και οι άλλοι. Και απόδειξη ότι, οι μεταγενέστεροι ακολούθησαν τους δικούς τους δρόμους, και αργά και σταθερά ακόμα και σήμερα προσπαθούμε να βρούμε την εθνική μας αυτοσυνειδησία, την κρατική μας ταυτότητα και γλωσσική μας ισορροπία. Ιστορία και παράδοση πολλές φορές συγκρούονται έστω και αν η πολιτική επιδιώκει το αντίθετο για δικούς της ιδιοτελείς λόγους. Και η Τέχνη πάλι, πριν καλά-καλά αφομοιώσει ασθμαίνοντας μιμείται οτιδήποτε το Ευρωπαϊκό θέλοντας να σταθεί επάξια στις σύγχρονες συνθήκες και όχι «καμπούρα» από το βάρος παλαιών ανδραγαθημάτων που ίσως και να μην της ανήκουν.
     Ο Σολωμός, ο δημιουργός αυτός της Εθνικής μας ποιητικής Αιγιαλίτιδας υπέταξε το θέλημά του με χριστιανική αυταπάρνηση περιδιαβαίνοντας μάλλον αμέριμνος τον λογοτεχνικό κήπο της Γεθσημανής του, εν ονόματι της Εθνικής του αποστολής, του Χρέους. Με ρομαντική και ίσως «διανοουμενίστικη φενάκη» τόκισε τον ρόλο του Εθνικού αλλά ταυτοχρόνως και πίστωσε την λογοτεχνική ιστορία υπέρ του. Τόκος εν καλώ ή ριψοκίνδυνη επιτυχία; Έκτοτε, το Εθνικό Σολωμικό ομόλογο αυξάνει συνεχώς την αξία του.
     Ο Σολωμός παγιδεύτηκε μάλλον σε μια ιδεαλίζουσα ποικιλόμορφη ευθραυστότητα προσπαθώντας να απαλλαγεί από μια ρομαντική και κλασικίζουσα μπαλαφαρία που δέσποζε στις ημέρες του. Αυτός ο ευαίσθητος αλλά διαλυμένος έφηβος κατέφυγε μάλλον σε έναν ιδεαλιστικό «μανιερισμό» με αποτέλεσμα την αυτοδιάψευση, πέρα από τις καλές προθέσεις. Με παράτολμες θέσεις και σκόρπια γλωσσικά οράματα αποδέχθηκε τον ρόλο του Εθνικού ποιητή, σε σημείο μάλλον να υποκρίνεται και στον ίδιο του τον εαυτό. Γιαυτό και μια φανταχτερή στάση απομονωτισμού και λανθάνοντος εγωισμού πλημμυρίζει την αλληλογραφία, και μια συγκρατημένη αλλά υπονοούσα πολλά εξομολογητική διάθεση, εκείνου που το έργο έμεινε «ένα αρχιπέλαγος από λυρικές κορυφώσεις», κατά τον ποιητή και δοκιμιογράφο Γιώργο Θέμελη.
Μια, ας μου επιτραπεί η έκφραση, μονομανιακή πόζα μοναξιάς επανέρχεται συχνά στα γράμματα του εφήβου που επεδίωξε και κατόρθωσε να γίνει ο Δάντης του Ελληνικού Παρνασσού. Μια επαναλαμβανόμενη καθαρτική επισήμανση της ψυχογραφικής του διάθεσης, ακόμα και αν ο ίδιος προσπαθεί μέσα από υπεκφυγές και μισόλογα να αποτρέψει.
Η θερμοκρασία της Επιστολικής του φωνής, αποκρύπτει ακόμα και τις ευτυχέστερες στιγμές του. Όμως νιώθουμε την περιρρέουσα ατμόσφαιρα του προβλήματος και την συγκαλυπτική της διάθεση. Συνήθως η ομορφιά και η πνευματική συγγένεια προλειάνει το έδαφος για την ανθρώπινη αποδοχή από τον ίδιο τον ποιητή, και ασφαλώς, την αποδοχή του ρόλου του. Και αθέλητα, έρχεται στο νου μας ένα άλλο κολασμένο από φως παιδί, ένας έφηβος του έρωτα, ο Αρθούρος Ρεμπώ και η πορεία του, ή πάλι αναλογιζόμαστε την περιπλάνηση ενός άλλου ρομαντικού, του τρυφερού, ευαίσθητου ποιητή Νοβάλις.
      Πάνω από είκοσι(20) φορές η λέξη μοναξιά, γαλήνη, ηρεμία, συναντάται στην Σολωμική αλληλογραφία, στον «μόνο μεγάλο ποιητή μας του Έθνους», κατά τον Πάνο Καραβία. Και άλλες πέντε περίπου φορές υποδηλώνεται είτε ως διάθεση, είτε ως κατάσταση. Ενδεικτικά αναφέρω τα εξής γράμματα: 22,52, 57, 58, 66,69,72,78,82,83,95,98,99,101,104,113,120,122,126, 131,136. Γράμματα σταλμένα στον αδελφό του Δημήτριο, τον Γαλβάνη, τον Μαρκορά, τον Στράνη και τον Διοικητή της Ζακύνθου.
«…Θα ερχόμουν στη Ζάκυνθο(όταν τελειώσω με την υπόθεσή μου), θα έπρεπε όμως ν’ αφήσω εδώ τη γαλήνη μου, κι εγώ θέλω να την έχω μαζί μου ως τον τάφο», γράφει το μονήρες αυτό άτομο σε γράμμα προς τον Δημήτριο, σελίδα 224, και σε γράμματα προς τον Ιωάννη Γαλβάνη, «ο μοναχός άνθρωπος είναι πάντα κοντά σε κάποια μεγάλη τύχη, στην οποία η γυναίκα είναι εμπόδιο» σελίδα 305.
 «Από τη μοναχική σιωπή της μελέτης μου στο σπίτι, όπου βάζω όλη μου την προσοχή για να πετύχω κάποιον έπαινο για την πατρίδα και για τον εαυτό μου». Γράμμα 52, σελίδα 162.
     Μια παράξενη πράγματι παλινωδία απαισιοδοξίας και μουντής ατμόσφαιρας επανέρχεται σαν αφρισμένο κύμα και νοτίζει την αλληλογραφία σε σημείο που ξενίζει.
Το συναίσθημα αυτό το βιώνει κανείς παρά το συχνοαναφέρει. Το διακρίνει με διακριτικότητα παρά το προβάλλει με επιμονή.
Και πάλι σε γράμμα του προς τον αδελφό του Δημήτριο: «Εγώ τη μοναξιά, όπου ζω τώρα και κάμποσα χρόνια, δε θα την αφήσω παρά μονάχα όταν αφήσω και τη ζωή, ίσια-ίσια που θα θαφτώ ολοένα και πιο πολύ μέσα της, και αυτό μου δίνει κάποια παρηγοριά, καθώς και την απόλυτη συναίσθηση για το καθήκον μου. Με στενοχωρεί που δεν μπορώ να σου γράψω περισσότερα γι’ αυτό το θέμα. Μένω.» σελίδα 348. Λες και έγραφε την διαθήκη του και κρατούσε τις πρέπουσες αποστάσεις από πρόσωπα και γεγονότα που τον τρόμαξαν και τον έκαναν καχύποπτο και επιφυλακτικό.   
Και έρχεται στο νου ο εξομολογητικός λόγος του κυρ Αλέξανδρου ή ακόμα ο εκλεπτυσμένος επιστολικός λόγος του Γιώργου Σεφέρη.
Οι επιστολές του Σολωμού, έχουν συνήθως μια εγκάρδια ουδετερότητα όσον αφορά τους άλλους και τα προβλήματά τους, που δίνουν την θέση τους στις παράξενες φιλοφρονήσεις ή στις ελεγχόμενες αιχμές και καθοδηγητικές συμβουλές ή υποδείξεις. Άλλοτε πάλι, είναι πολύ κόλακας, ή καταφεύγει σε άκαιρες φιλοφρονήσεις, ή βλέπουμε μια υπερβολική κάπως ευγένεια και αβροφροσύνη. Όμως οφείλουμε να είμαστε συγκαταβατικοί ή κάπως λιγότερο αυστηροί, «σε έναν πλάστη λόγων και ρυθμών», όπως έχει γράψει ο κριτικός της γενιάς του 1930 Αντρέας Καραντώνης, που αναίτια υπέφερε στην προσωπική του ζωή αλλά συνειδητά φιλοδόξησε την δόξα του.
      Μέσα από τα συνοπτικά και σφικτά συνήθως ιδιωτικά του γράμματα φωτίζεται: το άγχος, η αγωνία, οι θλίψεις, οι υποψίες του, οι φοβίες του, τα βιοποριστικά του αδιέξοδα, οι οικονομικές του δυσκολίες, η δυσπραγία του, οι μετακινήσεις του στην εξοχή, οι οπτικές του παρατηρήσεις, η τάση του για μόνωση, η αγάπη του προς τα αμάξια και το καλό παλιό κρασί, σε σημείο επικίνδυνο, η τρυφερότητα που έτρεφε προς την μητέρα του, αλλά και την αλλαγή της στάσης του απέναντί της, την ενδιαφέρουσα διάθεσή του προς τις ανιψιές του. Η αδιαφορία του για προβλήματα των άλλων, ή του έξω κόσμου, η άρνηση του να βοηθήσει τον Γεώργιο Τερτσέτη, η ευδιάκριτη θρησκευτικότητά του, η εσωστρέφεια του, η ηθικολογία του, τα βιβλία που δανείζεται, το ενδιαφέρον του για τα ποιήματά του και την ποιητική τέχνη γενικότερα κ.λ.π. Άλλες ψηφίδες που ξεχωρίζουν και υποδηλώνουν τον ψυχισμό του είναι: Η ελεήμονα ορισμένες φορές διάθεσή του απέναντι στους άλλους, η συγχωρητική του διάθεση απέναντι σε αυτούς που ου γάρ οίδασι τι ποιούσι, ή μάλλον γνώριζαν το ακριβές μέγεθος της Σολωμικής περιουσίας. Η μεγαλόπρεπη απλότητά του όσον αφορά τις συνθήκες κάτω από τις οποίες διαβίωνε, οι διακριτικές του αρετές, η αποφυγή κοινωνικών σκανδάλων, οι συνειδησιακές του κάθε είδους ηδονές, η στατική ορισμένες φορές διαπραγμάτευση των καθημερινών γεγονότων της ζωής του, που με επαναληπτική αποδεικτικότητα φανερώνουν το ήθος των προθέσεών του, τέλος, οι στερεότυπες και «ιδιαίτερες» απόψεις του και μισο-αποκρύψεις των σκέψεών του.
    Αν και για να θυμηθούμε τον Μαρίνο Σιγούρο: «Κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Σολωμός ήρχισε πάλι να πίνη. Είναι αναμφισβήτητο ότι ο ποιητής είχε καταντήσει αλκοολικός… και συνεχίζει ο Σιγούρος στο περιοδικό «Παναθήναια», «ο αλκοολισμός προ παντός ίσως και άλλαι παθολογικαί αλλοιώσεις επέφεραν την συγκέντρωσιν του πάθους στον εγκέφαλον. Τον είχε καταλάβει μια ψυχική δειλία και δια να την αποδιώκη κατέφευγεν εις τα ποτά». Τραυματισμένη οικογένεια, τραυματισμένη ζωή, πληγωμένη ύπαρξη.
Χρήσιμο πάντως είναι, να μελετήσουμε προσεχτικά το βιβλίο «Ο άγνωστος Σολωμός» του Κώστα Καιροφύλα, πριν την ανάγνωση των Επιστολών του, θα μάθουμε πολλά και διάφορα για το δοξασμένο αυτό τέκνο της Ζακύνθου.
      Συχνότερες αναφορές έχουμε επίσης και σε θέματα που αφορούν την συνήθειά του για τον οίνο, την διαρκή αναζήτηση και εξεύρεση χρημάτων-δανεικών, πάρα πολλές φορές(κάτι που είχε επισημάνει και ο παλαιός καθηγητής πανεπιστημίου και μελετητής Νικόλαος Τωμαδάκης). Αλλά και, τις παρακλήσεις του να του μεταφράσουν οι φίλοι του αποσπάσματα ή κομμάτια από διάφορους συγγραφείς που τον ενδιέφεραν. Εδώ, θέλω να τονίσω, ότι πέρα από τις παραπομπές και τα διάφορα σημεία μέσα στο έργο του, δεν έχουμε μάλλον μια σαφή εικόνα «ολοκληρωμένων μελετών» του Διονυσίου Σολωμού, ούτε στο χώρο της φιλοσοφίας, ούτε στο χώρο της λογοτεχνίας. Δεν γνωρίζουμε αλήθεια τι έργα είχε διαβάσει του Γκαίτε, του Σίλλερ κ.λ.π. Σε ένα μακροσκελές γράμματα του στον Ιωάννη Γαλβάνη, γράμμα 82, σελίδα 289, εκθέτει τις απόψεις του για τον κοινωνικό θεσμό της προίκας, τον θεσμό του γάμου, τα παιδιά, την οικογένεια ειδικότερα.
    Σε άλλα μας ξεδιπλώνει τις απόψεις του για την φιλία, γράμμα 85 σελίδα 318 και τις κατά καιρούς διάφορες αρρώστιες και μικροατυχήματά του. Παρότι ζει στην εξοχή, αξιοπερίεργο είναι, ότι δεν υπάρχει μια αναφορά στο φυσικό περιβάλλον, ή άλλη εικόνα που θα μας θύμιζε τον ποιητή του Γ΄ σχεδιάσματος, ή των άλλων εικόνων που συναντάμε στο πλούσιο και γεμάτο λυρισμό έργο του. Ούτε μια οσμή θυμαριού ή ευωδία λουλουδιού, έναν χρωματισμό της φυσικής χλωρίδας, από αυτόν τον ποιητικά τόσο «φυσιολάτρη» λες και κατοικούσε σε ερημικό τοπίο.
     Πάνω από εφτά φορές, ο Σολωμός ζητά να καταστραφούν τα γράμματα ή να καούν. «… και ακόμα, να σε παρακαλέσω, προτού μπάσεις τη γυναίκα σου στο σπίτι σου, να κάψεις αυτό το γράμμα. Η περιέργεια είναι ένα από, τα μικρά ελαττώματα των γυναικών» σελίδα 297. Εκφράζει επίσης την υποψία ότι παρακολουθείται η αλληλογραφία του, βλέπε γράμματα 29,82, 88, σημείωση του Λίνου Πολίτη, 124,116,97,108, κ.λ.π.
Επίσης τις απόψεις του για την Πατρίδα, γράμματα 52, 127, για το Χρέος του ανθρώπου και το δικό του, γράμματα 16,96, γράφει προς τον Γεώργιο δε Ρώσση, «Μπορείς να είσαι βέβαιος πως η επιμονή σας αυτή με κάνει να νιώθω πιο πολύ το χρέος μου…» σελίδα 87 και παρακάτω «… Κι έξω από αυτό, δε θέλω να περάσει από το μυαλό κανενός, πως την ώρα που νικούν οι δικοί μας στο Μαραθώνα, εγώ κάθομαι και τραγουδώ για ένα βοσκόπουλο ξαπλωμένο στο νεκροκρέβατο» και άλλα που φωτίζουν τον ίδιο τον Σολωμό περισσότερο από το έργο του.
Διακρίνουμε επίσης μια τάση μοιρολατρείας που την αναγάγει στην θεία πρόνοια, στην οποία αναφέρεται πάρα πολλές φορές.
      Σε τι, δεν αναφέρεται η Αλληλογραφία;
Ο ποιητής και πολίτης αυτός ενός ετέρου Ονείρου, δεν μας μιλά καθόλου για τα συγκλονιστικά ιστορικά και πολιτικά γεγονότα της εποχής του. Η απελευθέρωση της Ελλάδας αναφέρεται μετά από αρκετά χρόνια. Αποσιωπά εντελώς τα πολιτικά γεγονότα και τις εξελίξεις, τα πολεμικά γεγονότα ως αμιγώς ιστορικά γεγονότα και όχι ως ποιητικά προπλάσματα.
 Αν και όπως λέει ο ίδιος, σε υπόμνημα του προς τον Λόρδο Μεγάλο Αρμοστή Φρ. Άνταμ, Κέρκυρα 7/7/1829 «Προηγουμένως όμως επιτρέψτε μου να πω πως είκοσι χρόνια τώρα δεν ασχολούμαι με τίποτ’ άλλο παρά με την σπουδή, από την οποία, αν όχι άλλο, έμαθα να ζω έντιμα στις πράξεις και στα λόγια, και είναι ανάγκη να το πω αυτό εδώ, ώστε να σκεφτείτε πως δεν είναι πιθανό ότι μπορώ εγώ τώρα ν’ αρχίσω να πουλώ λόγια ψεύτικα, και μάλιστα μπροστά σε Σας.  Και συνεχίζει στο ίδιο γράμμα, «… πως αυτός χρησιμοποιεί τα λόγια για να ζει, και εγώ ζω για να χρησιμοποιώ τα λόγια σύμφωνα με τις επιταγές της Ηθικής, στα δύο της μέρη: το θεωρητικό δηλαδή και το πρακτικό» γράμμα 54, σελίδες 172-173. Και επίσης, σε γράμματα του προς τον Ιωάννη Γαλβάνη 85, σελίδα 318, ανάμεσα στα άλλα γράφει τα εξής: «και από τους φίλους δέχομαι τις πράξεις της καρδιάς με το ίδιο σταθερό φρόνημα με το οποίο κι εγώ, αν δινόταν η περίπτωση, θα έκανα το ίδιο απέναντί τους. και παρακάτω «Εγώ εδώ, ανάμεσα στους σημαντικούς ανθρώπους όχι μόνο δεν έχω ούτε έναν που να μου είναι εχθρός, παρά μου εκδηλώνουν τη φιλία τους, μιλώ για τους μεγάλους του τόπου, γιατί από τους μεγάλους υπαλλήλους δεν γνωρίζω κανέναν, ούτε και θέλω να γνωρίζω. Για την υπόθεσή μου δεν έχω ανάγκη από προστασίες».
Δεν σχολιάζει τα κοινωνικά γεγονότα της Επτανήσου, δεν αναφέρεται σε ομοτέχνους του, ούτε καν στον Ανδρέα Κάλβο που ζουν την ίδια χρονική περίοδο και έχουν κοινούς τόπους περιδιάβασης, μόνον στον Αθανάσιο Χριστόπουλο κάνει μνεία, «Σου στέλνω με τον κύριο Γαήτα το βιβλιαράκι του Χριστόπουλου…» γράφει σελίδα 212, αυτό ίσως υποδηλώνει την τεράστια καλλιτεχνική του ανασφάλεια.
Αν και ζητά να διαβάσει τον «Φάουστ» του Γκαίτε δες Ιταλικό γράμμα στον Λουδοβίκο Στράνη, σελίδα 110. Μιλά ελάχιστα για τις γλωσσικές του προτιμήσεις και τα γλωσσικά θέματα που αλλού των απασχολούν, και σχεδόν  καθόλου για την ποιητική του Δημιουργία, με εξαίρεση περισσότερο τον «Ύμνο». Πράγμα που μας υποψιάζει για την ηθελημένη πρόθεση της επιστολικής αναφοράς.
«Υ. Γ. Ο Ιππότης Βούλτσος έφερε εδώ τη μετάφραση του κυρίου Σέρινταν από τον Ύμνο μου, αν όλες οι μεταφράσεις ου ξέρω πως έχουν γίνει, μοιάζουν μ’ αυτήν, εγώ μπορώ να πιστεύω πως είμαι κανένα από κείνα τα τέρατα που τα περιφέρουν οι τσαρλατάνοι σ’ όλον τον κόσμο για να βγάλουν το ψωμί τους, κάνοντας τον να διασκεδάζει. Τα έργα μου εγώ θα τα τυπώσω ή στη Γαλλία ή στην Αγγλία, και θα λάβω τα μέτρα μου ώστε να μη με κακομεταχειριστούν με τον ίδιο τρόπο, τουλάχιστον στην πρώτη μετάφραση». Γράφει σε γράμματα του, Νούμερο 76 σελίδα 259, προς τον μουσικοσυνθέτη Νικόλαο Μάντζαρο.
      Ο ποιητής Κώστας Βάρναλης, στο μελέτημά του «Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική», γράφει ανάμεσα στα άλλα, ότι «Για να ναι μεγάλος ο Σολωμός(και για την ακρίβεια, μεγαλύτερος από τον Παλαμά!) έπρεπε να ‘ναι αμετάβλητος. Όντας αμετάβλητος δείχνει μεγάλη καλλιτεχνική φύση και στέριο νου», και παρακάτω «Για ‘να ναι, ακόμα μεγάλος ο Σολωμός, έπρεπε να ‘ναι και ηθικά άρτιος και πάντα συνεπής με τον εαυτό του. Δεν έπρεπε να ‘χει ατέλειες και ήσκιους. Να ‘ναι ολάκερος καμωμένος από φως, όπως η Μιράντα της Τρικυμίας του Σαίξπηρ», σελίδα 20,22.
    Από τα εκατοντάδες αυτά γράμματα αξίζει ιδιαίτερα την προσοχή μας οι επιστολές που απευθύνονται στον Νικόλαο Μάντζαρο, τον Γεώργιο Τερτσέτη και φυσικά τον αδελφό του.
«Είναι είκοσι ένα χρόνια που σαν σήμερα η Ελλάδα έσπασε τις αλυσίδες. Η μέρα αυτή του Ευαγγελισμού είναι μέρα για χαρά και για δάκρυα. Χαρά για τα μελλούμενα, δάκρυα για τη σκλαβιά την περασμένη.
Και για το σήμερα τι να πω; Η διαφθορά είναι τόσο γενική, κι έχει ρίζες τόσο βαθιές, που σε κάνει να σαστίζεις. Μόνον όταν τα αίτια της διαφθοράς εξολοθρευτούν πέρα ως πέρα, θα μπορέσουμε να ‘χουμε μια ηθική αναγέννηση. Τότε το μέλλον μας θα είναι μεγάλο, όταν όλα στηριχτούν στην ηθική, όταν θριαμβεύσει η δικαιοσύνη, όταν τα γράμματα καλλιεργηθούν όχι για μάταιη επίδειξη, παρά για το όφελος του λαού, που έχει ανάγκη από παιδεία και από μόρφωση όχι σχολαστική. Τότε θα έχουμε-ή μάλλον θα έχουν τα παιδιά μας-μια ηθική αναγέννηση και το μέλλον θα είναι μεγάλο». Σελίδα 370, και ακόμα, « Για τις γλώσσες μπορεί να πει κανείς αυτό που λέει ο Μακιαβέλλης για όλους τους ανθρώπινους θεσμούς, πως δεν υπάρχει δηλαδή σωτηρία, όταν υπάρχει διαφθορά, παρά μόνο αν ξαναγυρίσουμε στις αρχές. Οι δάσκαλοι της Ελλάδας γυρίζουν πίσω, αυτό δεν είναι ξαναγύρισμα στις αρχές. Χαίρομαι να παίρνονται για ξεκίνημα τα δημοτικά τραγούδια, θα ήθελα όμως, όποιος μεταχειρίζεται την κλέφτικη γλώσσα, να τη μεταχειρίζεται στην ουσία της και όχι στην μορφή της, με νιώθεις; Κι όσο για την ποίηση, πρόσεξε καλά, Γιώργη μου, γιατί βέβαια καλό είναι να ρίχνει κανείς τις ρίζες του πάνω σ’ αυτά τα χνάρια, δεν είναι όμως καλό να σταματά εκεί, πρέπει να υψώνεται κατακόρυφα. Δεν ξέρω αν φανέρωσα καλά την σκέψη μου, έτσι βιαστικά που γράφω. Η κλέφτικη ποίηση είναι όμορφη και ενδιαφέρουσα καθώς μ’ αυτήν παράστησαν ανεπιτήδευτα οι Κλέφτες τη ζωή τους, τις ιδέες τους και τα αισθήματά τους.
Δεν έχει το ίδιο ενδιαφέρον στο δικό μας στόμα, το έθνος ζητά από μας το θησαυρό της δικής μας διάνοιας, της ατομικής, ντυμένον εθνικά…»σελίδα 254 και τα δύο γράμματα απευθύνονται στον Γεώργιο Τερτσέτη. Ιδιαίτερα το δεύτερο, Νούμερο 75 είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον.      
      Δεν γράφει Ελληνικά αυτός ο νεοσσός Δάντης των Ελλήνων. Αυτός που πάλι γράφει σε γράμμα του «…. και κοίταξε γράφοντας να μη βάζεις τα μανικέτια, παρά να ρίχνεις στο χαρτί ελεύθερα ό,τι σου έρχεται, σαν να κουβεντιάζαμε», σελίδα 255.
Αν εξαιρέσουμε λοιπόν τις απόψεις του για την γλώσσα και για μια αισθητική θεωρία όπως διακρίνονται και καταγράφονται σε ορισμένες επιστολές του, τίποτε άλλο δεν φανερώνει τον μελλοντικό Εθνικό ποιητή.
     Οι περισσότερες από τις επιστολές του έχουν μια πομπώδη ευγένεια και μια υπερβολική απαντητική διάθεση, κάτι που θυμίζει αμυδρά γράμματα του Νίκου Καζαντζάκη με την μεγαλοστομία του και τον κάπως διδακτικό του τόνο, αλλά και τον πεποιημένο ερωτικό επιστολικό λόγο του Άγγελου Σικελιανού προς την δεύτερη σύζυγό του Άννα Σικελιανού.
Ξεχωρίζουν ακόμα, τα γράμματα που απευθύνονται στην μητέρα του, που είναι πλήρης τρυφερότητας, παραπόνων, ικεσιών και βαθειάς παιδικής θλίψης, για να μην πω κατάθλιψης από την ακατονόμαστη συμπεριφορά της.
Θεωρώ ότι, τα γράμματα αυτά θα άξιζε να σχολιαστούν ξεχωριστά και με άλλες προδιαγραφές, πέρα από αυτές που αφορούν τα προβλήματα της γλώσσας, της αισθητικής, της ηθικής, της ελληνικής παράδοσης, του ατομικού του χρέους. Είναι γράμματα που φωτίζουν την αγκυλωτική επίδραση της καταστροφικής μητρικής παρουσίας πάνω του, δια βίου και του διαμόρφωσαν κατασταλτικά την μετέπειτα προσωπική του πορεία.
       Μυστικοπάθεια ή χαλιναγωγημένος αισθησιασμός διακρίνεται στο Σολωμικό επιστολικό και εν γένει έργο.
Πειθαρχημένη πορεία ανοδική προς την δόξα ή μοναδικότητα ενός μοναχικού που δύσκολα κατανοούμε την επιλογή του;
Αινιγματική φύση ή απλά αδιάφορη μέσα στις τόσες άλλες;
Εθνικός από ανάγκη ή από αξία;
Διαζευκτικά ερωτήματα, σολωμικά τεχνάσματα της μοίρας μας στολίδια με λογισμό και όνειρο.
Παιχνίδια της ανάγνωσης καθώς διαβάζουμε ή μάλλον σεργιανίσαμε την Σολωμική αλληλογραφία, ενός ατόμου που όπως θα έγραφε ο Γιώργος Σταματόπουλος: «οι αλληλογράφοι είναι οι άνθρωποι που επιμένουν να διαφυλάσσουν τις στιγμές τους και το μανικό τους πένθος».

Ενδεικτική Βιβλιογραφία:
-Εύβουλος,
επιστολές, ένα είδος που εκλείπει, εφημερίδα Το Βήμα 19/7/1992
-Χ. Λ. Καράογλου,
Νεοελληνική επιστολογραφία, εφημερίδα Το Βήμα 1/8/1993
-Γιώργος Σταματόπουλος,
Επιστολογραφίας εγκώμιο, εφημερίδα Κυριακάτικη 22/7/1997
-Ανωνύμως,
Έργα με λογοτεχνική αξία ή σκανδαλοθηρικές εκδόσεις; Εφημερίδα Το Βήμα 26/1/1992
-Κώστας Βάρναλης,
Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική, εκδόσεις Κέδρος 2000
-Σπύρος Νοταράς,
Κάποτε η αλληλογραφία, εφημερίδα Η Αυγή 18/10/1981
-Λίνος Πολίτης,
Ο Σολωμός στα γράμματά του, Αθήνα 1956
-Λίνος Πολίτης,
Γύρω στο Σολωμό, Αθήνα 1985
-Λίνος Πολίτης: επιμέλεια-μετάφραση-σημειώσεις
Αλληλογραφία-Άπαντα Διονυσίου Σολωμού, τόμος τρίτος, εκδόσεις Ίκαρος 1991.
-Στυλιανός Αλεξίου: επιμέλεια-εισαγωγές
Δ. Σ. Ποιήματα και Πεζά, εκδόσεις στιγμή 1994
-Στυλιανός Αλεξίου,
Σολωμιστές και Σολωμός, εκδόσεις στιγμή 1997
-Εμμανουήλ Κριαράς,
Ο Διονύσιος. Σολωμός. Ο βίος και το έργο του, χ.χ.
-Π. Καραγιώργος,
Έξι άγνωστα γράμματα του Σολωμού, 1976.
-Κωστής Παλαμάς,
Άπαντα, τόμος 6ος.
-Παναγιώτης Μαστροδημήτρης,
Η νεοελληνική σύνθεση, 1999 και, περιοδικό η λέξη τεύχος 142/1977.
-Γιάννης Κουβαράς,
Επί πτερύγων βιβλίων, τόμος Α΄, 1995 και εφημερίδα Η Καθημερινή 24/12/1991.
-Παναγιώτης Μουλλάς,
Περιοδικό Σημείο, τεύχος 1/1992.
-Νίκος Μπακουνάκης,
Περιοδικό Marie Claire, τεύχος 34/1991
-Άγγελος Αγγέλου,
Περιοδικό Ρέμβη, τεύχος 8/1992.
-Μισέλ Φάις,
Εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος, 30/6/1991.
-Σωκράτης Καψάσκης,
α). στοιχεία βιογραφίας Διονυσίου Σολωμού, 1998 και β) η ιδεολογική και πολιτική διαμόρφωση του Διονυσίου Σολωμού, 1991.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη δημοσίευση, περιοδικό «Οδός Πανός», τεύχος 105-106/ Σεπτέμβριος-Δεκέμβριος 1999, σελίδες 80-89.
Πειραιάς, Σάββατο, 25 Ιανουαρίου 2014.
   
       
            
                             

                        

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου