Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2014

Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ

          Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ


     Ο Ποιητής είναι ένας οικοδόμος. Όπως ο οικοδόμος με την καθοδήγηση με την καθοδήγηση του αρχιτέκτονα-μηχανικού, οικοδομεί μέσα στο-μικρό χάος-του εξωτερικού χώρου που εργάζεται, έτσι και ο ποιητής με οδηγό την σκέψη του, τις ιδέες του, την πνευματική καλλιέργεια αρχιτεκτονεί με τις λέξεις-τα γλωσσικά αυτά σήματα και σύμβολα την άβυσσο του αχαρτογράφητου χώρου που υπάρχει γύρω του και εντός του.
     Για να υποτάξει ή χαλιναγωγήσει όμως τις άλογες δυνάμεις που τον πολιορκούν, ή να μας κοινοποιήσει τις όποιες ιδέες του, χρειάζεται να γεμίσει τη φαρέτρα της σκέψεις του με λέξεις. Δεν έχει μάλλον τόσο σημασία το ποιόν αυτών των λέξεων, ούτε αν είναι ορθογραφικά και τόσο ορθές μάλλον, όσο να αποτυπώσει με μεγάλη ακρίβεια το όραμά του και να εκφράσει ορθότερα τις ιδέες του. Οι λέξεις είναι τα μικρά βέλη με τα οποία ο ποιητής στοχεύει τις όποιες ιδέες του και τις μετατρέπει σε εν δυνάμει πράξεις, σε ενεργές πράξεις όσο αυτό είναι δυνατόν. Και ανάλογα με την ευστοχία και την μαεστρία του, οι πράξεις του επιτυγχάνουν ή όχι. Τα βέλη είναι εκατοντάδες και από διάφορα υλικά κατασκευασμένα, εκτοξεύονται προς τα «πουλιά» ιδέες και όποιο πετύχει τον στόχο του, όμως η προετοιμασία και οι συγκέντρωση των βελών είναι η ίδια.
     Οι λέξεις, είναι μικρά κενά σημεία πάνω στο λευκό χαρτί που ο ποιητής γεμίζει με τις παραστάσεις των αισθητήριων οργάνων του, με το όποιο όραμά του, με τις ιδέες που του δημιουργούνται είτε από την ίδια την ζωή του είτε από την ανάγνωση κειμένων που αφορούν τον πολιτισμό και την ζωή γενικότερα. Έτσι τα μικρά αυτά σημεία, οι μικρές κουκίδες γίνονται σύμβολα επικαιρικά ή διαχρονικά. Και ενώ οι μικρές αυτές κουκκίδες δεν έπαιζαν και μεγάλο ρόλο στο οπλοστάσιο του δημιουργού, ξαφνικά μετά την σύλληψη μιας ιδέας ενός οράματος, αποκτούν μια αβάσταχτη σημασιολογική βαρύτητα τέτοια, που αρκετές φορές φτάνει στο σημείο να συνθλίψει και τον ίδιο τον δημιουργό.
    Ας μην μας διαφεύγει ότι, ούτε η φύση χρησιμοποίησε και χρησιμοποιεί όλα τα κατάλληλα υλικά για να παράσχει και να εξακολουθεί να παράγει ζωή, ο συνδυασμός και η μεθοδολογία είναι αυτά που φέρνουν το ποθητό αποτέλεσμα και αυτά σε περιορισμένη κλίμακα και με αβέβαιες χρονικές προδιαγραφές.
      Το παιχνίδι αυτό των σημείων, για να επανέλθω, μετατρέπεται σε μαγεία των συμβόλων για αυτούς που έχουν παρόμοια «ποιητική πετριά φάει» με τον δημιουργό. Με τα μικρά αυτά σύμβολα-αντίθετα από τους ζωγράφους που χρειάζονται περισσότερα χρωματικά σύμβολα για να αποτυπώσουν τους ερεθισμούς τους και να γίνουν κατανοητοί-ο ποιητής θα επιδιώξει να συσχετίσει τις ετερογενείς δυνάμεις που αιωρούνται στο σύμπαν και να τις φέρει σε αρμονική συνύπαρξη καθώς, και να εγκλωβίσει τις δυνάμεις της φαντασίας του και του ψυχικού του κόσμου μέσα σε αυτές της φύσης και το αντίστροφο.
      Για την όποια επιτυχία αυτής της σχέσης το άτομο, είναι ανάγκη να ονοματίσει τα αντικείμενα. Και όχι απλώς να τους δώσει ένα όνομα, αλλά να τα κατονομάσει με σχολαστική ακρίβεια, από εδώ αρχίζει και το ξεκαθάρισμα και η επιλογή των κατάλληλων λέξεων. Να δώσει δηλαδή στα πράγματα γύρω του και μέσα του που παραμένουν βουβά φωνή, και να τους δώσει επίσης μια σταθερή θέση μέσα στον ευμετάβλητο χωρόχρονο και τυχαίο περιβάλλον και, να οικοδομήσει ένα αισθητικό πεδίο βολής από όπου θα τα παρατηρεί και θα τα επεξεργάζεται.
       Σκοπός του είναι-όπως και κάθε ανθρώπου από την στιγμή της γέννησής του με τον δικό του τρόπο-η αναγωγή σε ένα πολυεδρικό σύστημα αναφοράς από όπου, κάθε φορά που θα παραστεί ανάγκη θα καταφύγει για να ερμηνεύσει, κατανοήσει και τιθασεύσει τα φυσικά φαινόμενα και τα αντικείμενα τα οποία είναι κατά κάποιον τρόπο βουβά ή χρειάζονται να ανακαλύψουμε την δική τους «γλώσσα» για να μπορέσουμε να συνυπάρξουμε μαζί τους. Το όνομα κάθε πράγματος που επιλέγει ο δημιουργός, είναι ένα δόκανο με το οποίο προσπαθεί να παγιδέψει το είναι του αντικειμένου, και παγιδεύοντας το, το εντάσσει σε ένα ευρύτερο οργανικό σύστημα προτάσεων που ικανοποιεί τις βασικές και νοητικές και φυσικά, τις κοινωνικές του ανάγκες επιβίωσης. Κάθε όνομα-πράγμα πλέον, βρίσκεται σε αλληλεξάρτηση με τα υπόλοιπα και όλα μαζί με τον δημιουργό. Με αυτόν τον τρόπο, τα πράγματα ασκούν μια ιδιαίτερη κοινωνική λειτουργικότητα.
      Προσπαθώντας όμως ο ποιητής, να αποκωδικοποιήσει τα αντικείμενα και να τα εντάξει στον κόσμο του με έναν νέο κώδικα ερμηνείας, αυτοπαγιδεύεται. Τα «νέα» ονόματα των αντικειμένων τον παρασέρνουν σε ένα μονομερές σύστημα ερμηνείας του εξωτερικού χώρου. Θέλοντας να τα αγκυλώσει και να τα ταξινομήσει  για να τα καταστήσει πιο εύχρηστα αφήνεται να παρασυρθεί και να μαγευτεί από αυτά σε μια ανισομερή για αυτόν σχέση. Ας θυμηθούμε τους συντρόφους του Οδυσσέα.
      Οι λέξεις είναι μια συνομοταξία παραστάσεων, που ο όποιος δημιουργός τις χρησιμοποιεί για να συσχετίσει:
α) Την Ιδέα που έχει το άτομο για τα πράγματα με αυτά τα ίδια τα πράγματα, με το βαθύτερο Είναι τους δηλαδή. Αρκετές φορές τα αντικείμενα δεν ταυτίζονται με τις ιδέες που έχουμε σχηματίσει για αυτά, και αυτό συμβαίνει γιατί αλλάζει όχι μόνο η εμπειρία του υποκειμένου που τα παρατηρεί, αλλά και η λειτουργική σχέση που έχει μαζί τους. Αλλάζοντας η βιολογική, πνευματική και ψυχική κατάσταση του παρατηρητή, μεταβάλλεται και η σχέση του με τα αντικείμενα. Όλα όπως η ιστορική εμπειρία δείχνει είναι ρευστά και ευμετάβλητα μέσα στο χωρόχρονο, τίποτα δεν παραμένει σταθερό και ίσως και σαφές για μεγάλο διάστημα.
β) Την εικόνα-παράσταση-των πραγμάτων μέσα του με την περιγραφή του χώρου που αυτά καταλαμβάνουν γύρω του.
Γιατί, εκτός από τις άμεσες παραστάσεις, έχουμε και τις έμμεσες. Μια «μυθική» περιγραφή ή μια περιγραφή από ένα άτομο που ο τρόπος σκέψης του απέχει από τον δικό μας, μπορεί να μας μεταδώσει μια παράσταση ενός αντικειμένου εντελώς διαφορετική από την ίδια την παράσταση που έχει στην πραγματικότητα το αντικείμενο. Αλλά και το σχήμα, η φόρμα, ο όγκος, το χρώμα του αντικειμένου αυξομειώνεται ανάλογα με την δική μας βιολογική ή ψυχική κατάσταση που βρισκόμαστε.
    Γιατί μάλλον, δεν υπάρχει «αντικειμενικός» χώρος γύρω μας που τον καταλαμβάνουν τα αντικείμενα, αλλά αντικείμενα και χώρος είναι αποτέλεσμα των δικών μας συγκεκριμένων ιστορικών νοητικών και φαντασιακών διεργασιών και ερμηνειών. Τα πράγματα καταλαμβάνουν έναν χώρο γιατί και εμείς αντίστοιχα καταλαμβάνουμε έναν άλλον χώρο κοντύτερα ή λιγότερο κοντά σε αυτά. Και έτσι, χρειάζεται ή θεωρούμε ότι χρειάζεται να τα εντάξουμε σε ένα πεδίο, οικείο για εμάς, για να μπορούμε όχι μόνο τα ελέγξουμε ή τα επεξεργαστούμε άλλα και να τα ελέγξουμε. Αν τα ίδια τα αντικείμενα είχαν την δυνατότητα θα μας εν έτασσαν αυτά μέσα στα δικά τους όρια χώρου για να μας επεξεργάζονται με τον δικό τους τρόπο. Το ίδιο μήπως δεν θα συνέβαινε και με τους προγόνους μας, τα άλλα είδη ζώων;
Η Θέση του χώρου τους, μεταβάλλεται, όταν μεταβάλλεται η θέση του παρατηρητή.
γ) Την ανάμνηση της χρησιμότητά τους, με την μεταβαλλόμενη λειτουργικότητα που αποκτούν αυτά, στην διάρκεια μιας περιόδου. Τα αντικείμενα εκ πρώτης όψεως ίσως από μόνα τους δεν έχουν καμιά λειτουργικότητα, την αποκτούν μόνον όταν μας είναι ευχρησιμοποίητα στο κοινωνικό περιβάλλον μας. Αυτό δεν αναιρεί τα της προηγούμενης κατηγορίας, γιατί και ο παρατηρητής και το παρατηρούμενο αντικείμενο βρίσκονται σε μια διαρκή σχέση αλληλεξάρτησης. Μπορεί το «πάνω χέρι», να το έχει το έλλογο ζώον ο άνθρωπος, αυτό δεν σημαίνει όμως σε μια διαφορετικής υφής οργάνωσης της σκέψης και της φαντασίας μας δεν θα πρυτάνευαν οι δυνάμεις των πραγμάτων. Ο άνθρωπος δεν είναι «η κορωνίδα της φύσεως» που έγραφαν οι παλαιοί, αλλά ένας κρίκος
μέσα στην αλυσίδα και εξέλιξη της τυχαίας συμπαντικής ζωής.
      Και επανερχόμενος, το σύστημα αυτό των κατά ανθρώπινη σύμβαση συμβόλων, βοηθάει τον ποιητή να αποκωδικοποιήσει την ετερότητα των αντικειμένων και να αποδώσει με γενικές ή ειδικότερες εικονικές ή λεκτικές παραστάσεις, όχι μόνο την ουσία αυτή κάθε αυτή του αντικειμένου, αλλά και την τραγική διάσταση του αισθήματος που πλημμυρίζει τον παρατηρητή, καθώς προσπαθεί να το ερμηνεύσει.
     Γιαυτό και ίσως ο δημιουργός οφείλει να αποκοπεί από τα ονόματα, και να ξαναγεννηθεί μέσα από τις σχέσεις των πραγμάτων και τις ιδέες που σχηματίζει γι αυτά.
Σίγουρα πολύ θα αντιτείνουν ότι αυτό είναι ένας κακοχωνεμένος Πλατωνισμός, αλλά ένα είναι βέβαιο πάντως, ότι οι σχέσεις μας με τα πράγματα που στέκουν βουβά γύρω μας έχει την ίδια βαρύτητα με τις σχέσεις που δημιουργούμε μεταξύ μας.
     Κύριο όργανο εξωτερίκευσης και κοινοποίησης του ποιητή είναι η γλώσσα με το όποιο φορτίο εμπειριών και ιστορικών οραμάτων αυτή κουβαλά μέσα της. Και η γλώσσα, μάλλον δεν μπορεί να ονοματίσει τα πράγματα επακριβώς, πάντα κάτι ξεφεύγει, πάντα κάτι παρερμηνεύετε, πάντα κάτι μένει-και ευτυχώς-κρυφό. Η γλώσσα ονοματίζει ή αγωνίζεται να ονοματίσει τις οραματικές ή ονειρικές παραστάσεις του υποκειμένου που την χρησιμοποιεί. Αυτό που το επιθυμητό του ατόμου προσπαθεί να ονοματίσει θέλοντας να μας το κάνει γνωστό. Αφού η γλώσσα, οδηγεί τον λόγο μόνο μάλλον μέχρι τις αιμάσσουσες παρυφές του βιώματος.
Η γλώσσα εγκλωβίζει την ουσία των πραγμάτων μέσα στους μηχανισμούς της και μας δίνει μάλλον μόνο το περίγραμμά τους. Όπως αντίστοιχα η σιωπή απεγκλωβίζει το όραμα και οριοθετεί την ελευθερία των πραγμάτων.
Όμως ποιος άνθρωπος μέσα στην Ιστορία δεν υπήρξε φιλόδοξος; Ακόμα και οι πιο μεγάλοι Άγιοι, υπήρξαν τόσο φλύαροι και μας άφησαν, τόσα πολλά χρήσιμα αλλά και άχρηστα κείμενα και γραπτά, που δεν μπορείς να αποφύγεις τον πειρασμό και να μην τους μοιάσεις τουλάχιστον στην μεταφυσική φλυαρία τους.
    Και συνεχίζοντας την δική μου φλυαρία, ο άνθρωπος αντί να προτιμήσει την ελευθερία που παρέχει η σιωπή, προτίμησε τον λόγο, αλλά ο Λόγος, του προσέφερε την ανελευθερία των (ονομάτων)μαζί με την αιωνιότητα της Ύπαρξής του.
    Έτσι δημιουργήθηκε ο Πολιτισμός και χάθηκε η Φύσις. Και η θαυμάσια ανθρώπινη φλυαρία παρήγαγε την Ιστορία του Κόσμου. Αλλοιώθηκαν τα πράγματα, αλλά κερδήθηκε το νοησιαρχικό Σύμπαν.
      Ένα Σύμπαν, που περικλείει σε μια πολιτισμική δαιδαλώδη αιωνιότητα, ονόματα, πράγματα, παραστάσεις, οράματα, ιστορίες, τον ίδιο τον δημιουργό άνθρωπο.
Και αυτός είναι ο μεταπτωτικός-για να χρησιμοποιήσω έναν θεολογικό όρο-κόσμος. Ο Κόσμος των νοησιαρχικών σχέσεων, των μετα-ονομάτων και πραγμάτων. Ο Μέγας σιωπηλός Νους, ή Μέγας Νους του Ποιητή.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη δημοσίευση, περιοδικό,
«Φιλολογική Στέγη», τεύχος 49,50,51/ Άνοιξη 1990, σελίδες 131-132.
Πειραιάς, Σάββατο, 18 Ιανουαρίου 2014.

Υ.Γ. Και η ανθρώπινη φλυαρία-και ασφαλώς και η δική μου-συνεχίζεται ακάθεκτη μέσα στον Χρόνο και τα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας.
Άραγε ο Θάνατος είναι και αυτός φλύαρος;
Έτσι, για να θυμηθούμε την συγκλονιστική σκηνή από το έργο του Σουηδού σκηνοθέτη Ίνγκμαρ Μπέργμαν, «Έβδομη Σφραγίδα», που δείχνει τον Ιππότη και τον βοηθό του να επιστρέφουν στην πατρίδα τους και στον γυρισμό τους συναντούν έναν νεκρό ή καλύτερα έναν σκελετό. Και ρωτάει ο Ιππότης τον υπηρέτη που κατεβαίνει από το άλογο για να τον δει, «Τι σου είπε;» Και ο υπηρέτης του απαντά: «Ήταν πολύ λαλίστατος» εννοώντας τον πεθαμένο.
    Αλλά και για τα σύγχρονα νέα άτομα, αυτά που δεν τους λέει τίποτα ο παλαιός πολιτισμός, να θυμίσω την γνωστή διαφήμιση με τις αλκαλικές μπαταρίες; Που ένας ανθρώπινος σκελετός στέκει στην παραλία και τα γουόκμαν στα αυτιά του εξακολουθούν να παίζουν μουσική;
Γιαυτό επαναλαμβάνω, άραγε ο Θάνατος είναι και αυτός φλύαρος;

      Σύντομα όλοι μας θα μάθουμε.                           

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου