ΑΛΕΚΟΣ
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΙΔΗΣ
«Ένας νεκρός επιστρέφει»
Ο άνθρωπος που αγαπά την Τέχνη μεταφέρει
μέσα του την ιερή φλόγα, την φλόγα των Θεών και των Δαιμόνων, με την οποία
φωτίζει την πρόσκαιρη για όλους μας ζωή. Η ζωή χωρίς την πολυπρόσωπη
ψευδαίσθηση της Τέχνης μοιάζει με αχανή σκοτεινή σκηνή. Που πάνω της, χορεύουν
αλλοπαρμένες οι Ερινύες της Ιστορίας. Αλλά και η Τέχνη, χωρίς τον άκαμπτο και
ανελέητο μανδύα της ζωής είναι ένα είδωλο που δεν θα καταφέρει «ποτέ»να
αποκτήσει την υπόστασή του. Μόνον ο συγκερασμός αυτών των δύο (Τέχνης και Ζωής)
προσφέρει μια ιστορική οντότητα στα είδωλα της Τέχνης και τα μετατρέπει σε
λειτουργικά πρότυπα με τα οποία απελευθερώνονται έστω και προσωρινά, από την
σκληρή της ζωής πραγματικότητα.
Και από την άλλη,
η τέχνη βοηθά τον ιστορικό άνθρωπο, να μετατρέψει τις προσωπικές του Ερινύες σε
Ευγενείς Μούσες, ώστε να αφαιθεί απερίσπαστος στην πραγματοποίηση της δημιουργικής
του πνοής και εξέλιξης.
Η Τέχνη
δηλαδή, βοηθάει όσο της είναι δυνατό να μετατρέψει ο άνθρωπος την πραγματικότητα
σε όνειρο, αφού η ζωή, δεν του επιτρέπει να κάνει το όνειρο πραγματικότητα.
Το σφιχταγκάλιασμα
της τέχνης με την ζωή, μοιάζει με τον ρόλο που υποδύεται ο ηθοποιός πάνω στην
σκηνή, που ο θεατής δεν ξεχωρίζει εύκολα πότε είναι ο εαυτός του και πότε το πρόσωπο
που υποδύεται.
Αυτό το μπλέξιμο
των ρόλων, του πραγματικού που είναι η ζωή με το φανταστικό που είναι το
σαγηνευτικό παιχνίδι του λόγου, (λόγος= τέχνη) μας αναπαριστά ο γνωστός
Κερατσινιώτης θεατράνθρωπος Αλέκος Χρυσοστομίδης, μέσα στα πυκνά εύληπτα και
γεμάτα τρυφερότητα καλογραμμένα διηγήματά του. Ο πολυγραφότατος συγγραφέας έχοντας
αναλώσει την ζωή του στην θεατρική τέχνη,-και ιδιοκτήτης του γνωστού Θεάτρου
Χρυσοστομίδη στο Κερατσίνι-θα λέγαμε ότι οι παλμοί της καρδιάς του χτυπούνε με
το ρυθμό που πέφτουν οι διάφορες «ατάκες» πάνω στο πλατό-αφήνεται με την γοργή
γραφή του, σε ένα καλοστημένο παιχνίδι που μπερδεύει την ζωή με την σκηνή.
Με βοηθό τη
συγγραφική του τέχνη και την τεχνική της ηθοποιϊας του, ο Χρυσοστομίδης με
χαρακτηριστικές συνθέσεις αναπαριστά πάνω στην σκηνή του χαρτιού του, την
τραυματική μας καθημερινότητα, τα χαμένα οράματα, τις ειρωνικές του βίου αντιθέσεις,
και τις λαβωματιές της ψυχής που με τόσο πείσμα η Ζωή επιδαψιλεύει στο ανθρώπινο
ον.
Τα διηγήματά
του όμοια με μικρά θεατρικά μονόπρακτα, άλλοτε τα γράφει και άλλοτε τα
σκηνοθετεί ο ίδιος ο συγγραφέας κρατώντας τον πρωταγωνιστικό ρόλο για τον εαυτό
του.
Με λιτή γραφή, περιγράφει τις ενδόμυχες διεργασίες του
ψυχικού κόσμου των ηρώων του. Ο Λάμπρος, η Φαίδρα, ο Θοδωρής, ο Θάνος, ο Σταύρος,
και τα άλλα πρόσωπα των διηγημάτων του συγγραφέα, είναι άτομα που θα συναντήσουμε
συχνά στην διάρκεια του βίου μας και θα συναλλαγούμε μαζί τους. Μια που όλοι μας,
γνωρίζουμε καλά, ότι η κοινωνία στην πλειοψηφία της απαρτίζεται από εφήμερες,
πονεμένες, καταρρακωμένες, αλλά και εύθυμες, αντιφατικές, σκληρές και αδέξιες
ανθρώπινες υπάρξεις.
Γιαυτό με
μαεστρία ο συγγραφέας τις καταγράφει όπως ακριβώς είναι. Δεν τις μυθοποιεί ώστε
να αποκτήσουν είτε την αγιότητα του αδικημένου, είτε την σκανδαλώδη ευμάρεια
του βολεμένου, αλλά, με μέτρο, προσδιορίζει τις διαθέσεις, τις φιλοδοξίες, τα βάσανα,
τις ταλαιπωρίες, τις περιπέτειες, τα όνειρα, τις απραγματοποίητες επιθυμίες ή τις
ψεύτικες μάσκες που φορούν τα άτομα κατά την διάρκεια της ζωής των. Το συναίσθημα
επίσης, που βγαίνει από τις διάφορες ανθρώπινες καταστάσεις είναι συγκρατημένο.
Δεν υπερσκελίζει
την πλοκή της υπόθεσης, η δραματικότητα των συμβάντων διαχέεται μέσα στην αίσθηση
του χιούμορ που διαθέτουν. Αλλά και η ευθυμία μπολιάζεται με το συναίσθημα της θλίψης.
Γιατί μέσα
στο φουρτουνιασμένο ποτάμι αυτό που αποκαλούμε ζωή, τι άλλο είναι ο άνθρωπος
παρά ένα αψίκορο πλάσμα, που με σπειροειδή ανέλιξη και κυματοειδείς κοινωνικούς
σχηματισμούς και αγώνες οδηγείται στην απραξία του θανάτου, στο ζόφο της αγνωσίας
του υπερπέραν.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη δημοσίευση, εφημερίδα
«Η Φωνή του Πειραιώς» αριθμός 12965/14-Νοεμβρίου 1988.
Πειραιάς, Σάββατο, 19 Οκτωβρίου 2013.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου