Κυριακή 26 Απριλίου 2015

ΟΙ ΝΕΟΙ, ποιητική ανθολογία

Η ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ «ΟΙ ΝΕΟΙ»

     Κυκλοφόρησε πρόσφατα-2014-ο πρώτος τόμος των ποιημάτων του γνωστού κριτικού και ποιητή Τέλλου Άγρα, σε φιλολογική επιμέλεια της Έλλης Φιλοκύπρου από τις πάντα άρτια εκδοτικά εκδόσεις του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης.
    Ο Τέλλος Άγρας που το πραγματικό του όνομα ήταν Ευάγγελος Ιωάννου, γεννήθηκε το 1899 στην Καλαμπάκα και έφυγε από τυχαία αδέσποτη σφαίρα μέσα στην Κατοχή 1944, σε ηλικία μόλις σαράντα πέντε ετών. Έφυγε πάνω στην πιο δημιουργική στιγμή των χρόνων του αφήνοντας όμως πίσω του ένα μεγάλο σε όγκο και ποιότητα έργο. Κριτικές, δοκίμια, μελέτες, ποιήματα, μεταφράσεις, βιβλιοκριτικές παρουσιάσεις του είναι διάσπαρτες σε πολλά έντυπα, εφημερίδες και εγκυκλοπαίδιες της εποχής του, που παραμένουν-τουλάχιστον ένα μέρος από αυτά-ακόμα μάλλον άγνωστα στο ευρύ αναγνωστικό κοινό. Ο κυριότερος μελετητής του έργου του, ο ομότιμος πλέον καθηγητής Πανεπιστημίου των Ιωαννίνων και συγγραφέας Κώστας Στεργιόπουλος, επιμελήθηκε φιλολογικά τα «ΚΡΙΤΙΚΑ» του, τα οποία εκδόθηκαν από τις εκδόσεις Ερμής σε τέσσερεις τόμους από το 1980 έως το 1995. Ο πρώτος τόμος περιλαμβάνει τις μελέτες για τον Καβάφη και τον Παλαμά, Ερμής 1980, ο δεύτερος τόμος περιέχει Ποιητικά Πρόσωπα και Κείμενα, Ερμής 1981, ο τρίτος περιλαμβάνει τις Μορφές και Κείμενα της Πεζογραφίας, Ερμής 1984 και ο τέταρτος τα Γενικά και Ειδικά Θέματα, Ερμής 1995. Ο Κώστας Στεργιόπουλος έχει δημοσιεύσει και μια ενδιαφέρουσα μελέτη με τίτλο, «Ο Τέλλος Άγρας και το Πνεύμα της Παρακμής» εκδόσεις Βάκων 1967, β΄ έκδοση. Ο Ηπειρώτης φιλόλογος και συγγραφέας Γεώργιος Δ. Καψάλης έχει επιμεληθεί την έκδοση της «Νεανικής Αλληλογραφίας του Τέλλου Άγρα με τον Κώστα Αθ. Μιχαηλίδη» εκδόσεις Gutenberg 1998. Ο πολυτάλαντος, πολυγραφότατος ποιητής και δοκιμιογράφος Γιάννης Δάλλας επιμελήθηκε το βιβλίο «Ο Τέλλος Άγρας Εξομολογείται-Η Αλληλογραφία του με τη Μαρία Μακρή» εκδόσεις Γαβριηλίδης 2005.
Αυτόνομες μελέτες για το έργο του που έτυχε να έχω διαβάσει είναι οι εξής:
Μήτσος Λυγίζος, «Τέλλος Άγρας και ο Λυρικός Λόγος», από τις εκδόσεις του τυπογραφείου Μαυρίδη-Αθήνα 1941, Στέφανος Ροζάνης, «Τέλλος Άγρας-Η Γεωμετρία της Ποιήσεως», εκδόσεις Εστία 1991, Παναγιώτης Ε. Σταύρακας, «Τέλλος Άγρας», Αθήνα 1992, Νάσος Δετζώρτζης, «Μια Ανάγνωση του Τέλλου Άγρα», Γαβριηλίδης 1997 και Δημήτρης Νικορέτζος, «Γράμματα-Εξομολογήσεις του Τέλλου Άγρα στον Βελισσάριο Φρέρη» Εστία 1997(ανάτυπο του περιοδικού Νέα Εστία τχ. 1679-1680).
Εκατοντάδες είναι τα άρθρα και οι μελέτες για το έργο του που έχουν δημοσιευτεί σε βιβλία, συλλογικές μελέτες, περιοδικά και εφημερίδες, εδώ δεν θα κάνω αναφορά σε αυτά ούτε θα σχολιάσω την έκδοση των «Ποιημάτων» του, που χρειάζεται να μελετηθούν παράλληλα με το ποιητικό έργο άλλων ποιητών της γενιάς του, το σίγουρο πάντως είναι, ότι ο κριτικός και δοκιμιακός λόγος του Τέλλου Άγρα, έχει ακόμα και σήμερα πολλά να μας πει στην επανερμηνεία μας των δημιουργών της γενιάς του αλλά και παλαιότερων, τους οποίους και ο Τέλλος Άγρας καθιέρωσε με την κριτική του γραφίδα.
    Στην δημοσίευση αυτή, θα παρουσιάσω μια φημισμένη ποιητική Ανθολογία τόσο στην εποχή του όσο και αργότερα την γνωστή μας «ΟΙ ΝΕΟΙ» Από το έργο των Νέων Ελλήνων Ποιητών 1910-1920 που επιμελήθηκε ο Τέλλος Άγρας και εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο «Ελευθερουδάκης», Αθήνα 1922, χρονιά της τραγικής εθνικής συμφοράς για το ελληνικό κράτος αλλά και τον απανταχού ελληνισμό.
    Την Ανθολογία αυτήν την έχω σε φωτοτυπίες, που εδώ και πολλά χρόνια φωτοτύπησα από την Βιβλιοθήκη της Βουλής. Οι σελίδες της είναι 256 και οι διαστάσεις της 15Χ20 όπως τις μετρώ από το χαρτί της φωτοτυπίας, στην τελευταία λευκή σελίδα της αναφέρεται και το τυπογραφείο που εκδόθηκε, «Τύποις Κ. Καμινάρη & Π. Κυριακού-Σοφοκλέους 41».
Σελίδες ε΄ έως η΄ έχουμε τον «Πίναξ των Περιεχομένων»
Σελίδες θ΄ έως ιέ έχουμε τον «Πρόλογο στην Ανθολογία των Νέων» του επιμελητή Τέλλου Άγρα και από την 1 έως την 256 σελίδα έχουμε την παρουσίαση των ποιητών και των ποιητριών με αλφαβητική σειρά. Πριν την παρουσίαση των ποιημάτων υπάρχει μικρό ενδεικτικό βιογραφικό σημείωμα των δημιουργών και σε ορισμένους από αυτούς ασπρόμαυρη οβαλ φωτογραφία. Η παράθεση των ποιητών γίνεται με αλφαβητική σειρά. Την Ανθολογία «ΟΙ ΝΕΟΙ» αρχίζει ο εκ Ναυπάκτου  ποιητής Γεώργιος Αθάνας με το ποίημα «Ο πόνος της αγαπητικιάς» και κλείνει με το ποίημα «Απ’ τα Κρινάκια του Γιαλού» του Κύπριου ποιητή Γλαύκου Αλιθέρση.
Το σύνολο των ποιητών και ποιητριών που παρουσιάζονται είναι εβδομήντα(70), από αυτούς τέσσερεις (4) είναι γυναίκες. Οι δημιουργοί, είναι από όλα σχεδόν τα μέρη της Ελλάδας, από την περιοχή της Σμύρνης, ένας από την Κύπρο και τρεις από τον Πειραιά.
Γράφει ενδεικτικά στον πρόλογο του ο ποιητής, κριτικός και επιμελητής της Ανθολογίας Τέλλος Άγρας:
«Η Ποίησις είναι το πιο πρωτόγονο καλλιτεχνικό φαινόμενο, μα και το στεφάνωμα του έργου Τέχνης. Είναι η ανώτερή της ατμόσφαιρα, το καθαρό απόσταγμά της, το τέλος, ο ποιητικός αιθέρας που μετεωρίζεται απάνω από κάθε δημιουργία: για την ποίησι, αυτό αποτελεί όλο της το υλικό, αρχίζει εκεί που η άλλη Τέχνη τελειώνει. Είναι η αγνή ανάσα της ψυχής μέσα απ’ την ομορφιά, το ιλαρό φρόνημα που φυσάει απ’ το Πνεύμα.
Διπλό είναι το αισθητικό κριτήριο της Ποιήσεως: κριτήριο ουσίας και κριτήριο μορφής, συναισθηματικό ή ιδεολογικό το πρώτο, τεχνικό, φιλολογικό το δεύτερο. Το πρώτο είναι κριτήριο γενικό, κριτήριο ποσού, εντάσεως, δυνάμεως, βαθμού συγκινήσεων, πνευματικών ή συναισθηματικών, που ένα έργο Τέχνης περιέχει. Το δεύτερο είναι κριτήριο ειδικό, κριτήριο ποιού, δεξιότητος, κριτήριο επαγγελματικό, εγκεφαλικό. Γιατί το έργο της Τέχνης δεν αποτείνεται μόνο στο πνεύμα ή στην καρδιά, αποτείνεται και στον εγκέφαλο.
    Οι Ποιηταί της πρώτης κατηγορίας γράφουν από ακαταγώνιστη ανάγκη εξωτερικεύσεως, είναι το συγκεντρωτικό κάτοπτρον, όπου πέφτει η συνισταμένη ενός ατόμου, μιας κοινωνίας, μιας φυλής, μιας εποχής. Είναι το όργανο του δρόμου: μ’ αυτό η ψυχή του κόσμου παίρνει την έκφρασή της, μ’ αυτό αγαπάει και κλαίει, μ’ αυτό πονεί και ελπίζει, μ’ αυτό παρηγοριέται και ονειρεύεται. Ψυχές σε ζωηρό κραδασμό, από το πάθος ή το ιδανικό, την έκταση ή τον πόνο, τον στοχασμό ή την ανάμνηση, την ηδυπάθεια ή την μυστικοπάθεια, μεταδίδουν την δόνησή τους και στις άλλες, βίαιη, γόνιμη, ακατέργαστη, χτυπώντας απ’ ευθείας στη συγκίνηση νερά που θορυβούν σέρνοντας ρανίδες χρυσάφι κι αναστατωμένα με λάσπη…..» και παρακάτω:
     «Οι Ποιηταί της δεύτερης κατηγορίας έχουν και τον χαρακτήρα του εξ επαγγέλματος φιλολόγου, του ειδικού. Είναι κατασκευασταί ωραίων πραγμάτων, φιλολογικώς ωραίων ακαδημαικώς. «Άλλο ωμορφιά, και άλλο τελειότης» είπε ο Μορεάς. Αυτοί είναι οι ποιηταί της τελειότητος, δεν γράφουν συνθηματικά, υποκαθιστούν τον αναγνώστη, αντί ν’ αρκεσθούν ν’ ανακαλέσουν συναισθήματα, δημιουργούν συναισθήματα και βαθαίνουν την ανθρώπινη καρδιά, στάζουν μέσα στον εγκέφαλο το ωραίο, το συνειδητό ωραίο, το φαρμακερό ωραίο.
    Το βιβλίον αυτό, που παρουσιάζει η αξιέπαινη πρωτοβουλία, η αξιοθαύμαστη και συγκινητική του κ. Ελευθερουδάκη, και η επίμονη προσπάθεια και η πίστις προς τους νέους του χαλκέντερου Χρυσάφη, συγκεντρώνει την εργασία της Ελληνικής νεότητος της τελευταίας εικοσαετίας, νεότητος κυριολεκτικής και μεταφορικής. Μια τέτοια εργασία καθώς γίνεται για πρώτη φορά, δεν κατορθώνει βέβαια να παρουσιάση έναν αδρό χαρακτήρα της εργασίας των νέων, όμως οι προθέσεις τους είναι τόσο πολύμορφες, πολυποίκιλες και πολυσύνθετες, οι ομαδικές κατευθύνσεις και οι σχολές παρουσιάζουν τόσο λιγοστά φαινόμενα, ώστε μόνο σε μεροληπτική πρόθεση μπορούσε να οφείλεται κάθε άλλος χαρακτήρας επί του παρόντος. Δεν χρειάζεται μεγάλη πείρα για να αναγνωρισθούν αμέσως όλων των ειδών οι επιδράσεις, επιδράσεις οριστικές, πληρώσεις ενδιαθέτων τάσεων, μορφωτικές ενός ταλέντου-και επιδράσεις πρόσκαιρες, μορφικές, επιδερμικές, που οφείλονται στην απατηλήν αρτιότητα ωρισμένων προσώπων….» και συνεχίζει παρακάτω:
«Μετά τον ιδανικό Σολωμό, τον κλασσικό Κάλβο, τον ρουμελιώτη Βαλαωρίτη, την Εφτανησιακή εποχή, έρχεται άγονη ποιητική εποχή, ψευτορρωμαντισμού, ψευτοκλασσικισμού, ψυχρού διανοητισμού, όπου η Ποίησις σέρνεται ως το επίπεδο λογοπαιγνίου, ή το πολύ, άψογης κοσμικής ανουσιολογίας. Με την εμφάνιση της σχολής του Μεσολογγίου (Παλαμάς-ιδεολογία, Δροσίνης-ποικιλία σ’ εμπνεύσεις, Μαλακάσης-λυρισμός), νέο αίμα γεμάτο σφρίγος χάνεται στη φιλολογία, η εποχή αυτή είναι συνάμα εποχή ιστορικών αποκαταστάσεων, των παραγνωρισμένων ποιητικών φυσιογνωμιών του περασμένου αιώνος. Με την εγκατάσταση των αντιπροσώπων της στην Αθήνα, η σχολή μπορεί να ονομασθή Αθηναίκή. Παράλληλα η σχολή της Πόλης με τον Γρυπάρη, η Νεοεπτανησιακή (Μαβίλης κτλ.), και αργότερα φανερωμένη Αιγυπτιακή (Καβάφης), συνεισέφεραν πλούτο θεμάτων, τεχνοτροπιών, φραστικών μέσων. Μετά την πρώτη άνθηση της Αθηναϊκής σχολής, που, σε αναλογία με την εποχή μας, η ατμόσφαιρα του ενθουσιασμού ήταν δυσανάλογη με την αξία της, οι εξωτερικές επιδράσεις  άρχισαν να υποχωρούν και να περιορίζονται μόνον ως την αφομοίωσιν. Συνέχεια της σχολής αυτής, μάλλον βέβαια χρονολογική παρά ουσιαστική και ειδολογική, είναι η σημερινή κίνησις των νέων, είναι εδώ μέσα ένας πλούτος ονομάτων που διεκδικούν το μέλλον και την ιερή δάφνη, είναι άλλοι που ελπίζουν, είναι άλλοι που από τώρα έχουν την θέσι τους στον Νεοελληνικό Παρνασσό. Υπάρχουν εδώ μέσα σελίδες που θα υπέγραφαν οι μεγαλύτεροι ποιηταί μας και που μπορούν θριαμβευτικά να  υποστούν κάθε σύγκριση. Ο καιρός θα ξεχωρίση χωρίς νάχωμε απόλυτη εμπιστοσύνη στην κρίση του και στις ιδιότροπες παλιμβουλίες του, οφείλουμε να εμπιστευθούμε σ’ αυτόν.
Στον κύριο Ελευθερουδάκη και στον κύριο Χρυσάφη ανήκει η τιμή μιας ηρωικής χειρονομίας. Όσο για τους συνεργάτες της εκδόσεως, τον κύριο Παράσχο, τον κύριο Σταυρόπουλο, κ’ εμένα-θα μοιρασθούμε τον έπαινο ή την ευθύνη…».
    Μετέφερα εδώ το μεγαλύτερο μέρος του Προλόγου του Τέλλου Άγρα, θεωρώντας ότι με τον τρόπο αυτόν γίνεται κατανοητή η αιτία της έκδοσης μιας τέτοιας μορφής και είδους Ανθολογία. Ο Πρόλογος του Άγρα δεν μας αποκαλύπτει μόνο την αιτία της έκδοσης και την συμβολή της μέσα στο χρόνο που έρχεται, αλλά και τις θεωρητικές απόψεις του επιμελητή περί του τι είναι Ποίηση. Βλέπουμε ότι ο Άγρας χωρίζει σε δύο μεγάλες κατηγορίες το κριτήριο για τον ποιητικό λόγο, αυτό της «ουσίας» και αυτό της μορφής, και όπως αναφέρει, «συναισθηματικό ή ιδεολογικό» είναι το πρώτο κριτήριο, «τεχνικό, φιλολογικό» το δεύτερο. Ο διαχωρισμός αυτός που δεν είναι ούτε οριστικός ούτε απόλυτος ισχύει ακόμα και σήμερα με τις σχετικές ασφαλώς προσθαφαιρέσεις. Είναι ένας διαχωρισμός που ξεκινά από την Πλατωνική περίοδο και συνεχίζεται μέχρι των ημερών μας. Επικουρικά θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ότι, και στον χώρο της Θεολογίας επικρατεί αυτός ο διαχωρισμός μεταξύ ουσίας και μορφής. Στον ποιητικό λόγο διαχρονικά, ελάχιστοι δημιουργοί κατόρθωσαν να συνενώσουν αυτές τις δύο κατηγορίες κριτηρίων, θα γράφαμε ότι το πέτυχε ενδεικτικά αναφέρω, ο Δάντης, ο Γκαίτε σε ορισμένα του έργα, ο Τόμας Στερν Έλιοτ, ο Ράινερ Μαρία Ρίλκε και ορισμένοι άλλοι, στα καθ’ ημάς θεωρώ ότι το αποσπασματικό έργο του Διονυσίου Σολωμού μας δίνει την ελπίδα των στόχων του, σίγουρα ο Κωστής Παλαμάς σε ορισμένες ποιητικές του μονάδες, ο Άγγελος Σικελιανός επίσης-πέρα από την μεγαλοστομία και τον στόμφο του-ο Αιγυπτιώτης Κωνσταντίνος Καβάφης, ο Γιώργος Σεφέρης σε πολλά του ποιήματα και σε ορισμένες συλλογές του ο Οδυσσέας Ελύτης. Η περίπτωση του Γιάννη Ρίτσου θέλει πολύ έρευνα και συζήτηση, χωρίς να αποκλείουμε τίποτα.
Οι απόψεις του Τέλλου Άγρα-που έχει εκφράσει και σε άλλες του μεταγενέστερες μελέτες, είναι ενδιαφέρουσες για την εποχή τους, βλέπουμε να στέκεται με σεβασμό στην Επτανησιακή Σχολή και στην Αθηναϊκή και να δίνει βάρος και σε εκείνη του Μεσολογγίου. Ο Άγρας έχει ξεκάθαρη θέση για το ποιος είναι ο σκοπός και η λειτουργία της ποίησης τόσο μέσα στην ζωή μας όσο και μέσα στον χώρο της Τέχνης γενικότερα. Στον ποιητικό λόγο δίνει μια προεξάρχουσα θέση σε σχέση με άλλες μορφές τέχνης, θέσεις που απηχούν την Γαλλική φιλοσοφία περί του ποιητικού λόγου της εποχής του. Επίσης, μας κάνει λόγω για την φθίνουσα πορεία της ποιητικής έκφρασης κατά την περίοδο του λογιοτατισμού και των καθαρευουσιάνων. Περίοδος που ο λυρικός λόγος είχε υποστεί μια καθίζηση και επικρατούσε μια στομφώδη αρχαιολατρεία και μια πομπώδη ποιητική εθνοκαπηλεία, χωρίς να φυσικά να αγνοήσουμε και τις εξαιρέσεις. Οι επιλογές του Τέλλου Άγρα είναι και ηλικιακές και ουσίας, πιστεύοντας και ενθαρρύνοντας τις νέες ποιητικές φωνές να ακουστούν και να εκφράσουν τα καινούργια οράματα της εποχής τους που τους απασχολούν. Μια καινούργια εποχή αναδύεται στον ποιητικό λόγο, ο μοντερνισμός, έστω και αν μεσολαβεί η κυρίαρχη περίπτωση του Κώστα Καρυωτάκη στην ποίηση και η Μικρασιατική Καταστροφή στην ιστορία. Τα ποιήματα της Ανθολογίας αποπνέουν μια φρεσκάδα και μια νότα αισιοδοξίας εφάμιλλη των προγενέστερων παλιότερων δημιουργών. Ο ίδιος ο τίτλος της Ανθολογίας μας υποδηλώνει το ποιητικό εύρος των αισιόδοξων προθέσεων των δημιουργών, και την προσπάθεια να απεγκλωβιστούν από τις δεσμευτικές ποιητικές φωνές των παρελθόντων ετών που ακόμα κυριαρχούσαν και ποδηγετούσαν τα ποιητικά δρώμενα της εποχής. Φωνές αντρικές κατά κύριο λόγο, χωρίς να λείπουν και οι γυναικείες οι οποίες διασώθηκαν από τον χρόνο και μεταγενέστερα. Τιμή αποτελεί και η συμμετοχή του Πειραιώτη ποιητή και δημοσιογράφου Νίκου Χαντζάρα που εξέδωσε μόνο μία ποιητική συλλογή και για την οποία μίλησε επαινετικά ο Άγρας σε κείμενό του. Βλέπουμε ακόμα, χωρίς να γνωρίζουμε τον βαθμό βοήθειας που προσέφεραν, ότι συνεργάτες του Άγρα υπήρξαν τόσο ο Κλέων Παράσχος ένας επίσης καταξιωμένος κριτικός και ο ποιητής Γιώργος Σταυρόπουλος, καθώς και ο εκδότης.
    Η Ανθολογία αυτή της πρώτης περιόδου του μεσοπολέμου γνωρίζουμε ότι στάθηκε σταθμός στην εξέλιξη των επόμενων ποιητικών εμφανίσεων των συμμετεχόντων δημιουργών, είναι η πιο σημαντική της εποχής της με μεγάλη καλλιτεχνική βαρύτητα, δεν συμπεριλαμβάνεται μόνο σους καταλόγους των κατά καιρούς Ανθολογιών, αλλά μνημονεύεται ακόμα και σήμερα ως η σπουδαιότερη, και συγκαταλέγεται στα θετικά πνευματικά επιτεύγματα του Τέλλου Άγρα.
Ας δούμε τώρα τα πρόσωπα που συμμετείχαν στην Ανθολογία αυτή:
Από την Ναύπακτο ο Γεώργιος Αθάνας παρουσιάζεται με τρία ποιήματα  σ1-3.
Από το Ηράκλειο της Κρήτης ο Μ. Αναστασίου με το ποίημα Intermedium σ. 4-6
Από τα Τρίκαλα ο Κλαύδιος Μαρκίνας με τρία ποιήματα, σ.7-9
Από την Φιλιππούπολη ο Κώστας Βάρναλης με τα ποιήματα «Αλκιβιάδης», «Ορέστης» και ο «Εκλεκτός» σ. 10-12
Ο Αθηναίος Κωστής Βελμύρας, με απόσπασμα από την «Θυσία» σ. 13-17
Ο Σαμιώτης Γιάννης Βούλης, με τρία ποιήματα σ. 18-19
Ο Κρητικός Γιώργος Βρισιμιτζάκης, με δύο ποιήματα σ. 20-21
Ο Τριπολιτσιώτης Χρίστος Γερογιάννης, με τρία ποιήματα σ.22-25
Ο Μ. Δαμιράλης με ένα τους «Μαρμαράδες», σ.26-27
Ο Πατρινός Δημοσθένης Δημακόπουλος, με τους «Ρυθμούς» σ.28-30
Ο Μεσολογγίτης Ρήγας Γκόλφης, παρουσιάζεται με τέσσερα ποιήματα, σ. 31-36
Η ερωτική Κωνσταντινουπολίτισσα Θεώνη Δρακοπούλου, η θρυλική Μυρτιώτισσα, παρουσιάζεται με τρία ποιήματά της, το «Σε μια νεκρή», τις «Νεκρές» και «Voluptas» σ.37-40
Ο Αλέκος Δράκος, με ένα ποιήμα σ.41
Ο Κωνσταντινουπολίτης Άγγελος Δόξας, δημοσιεύει το «Χινόπωρο» και το «Ελεγείο», σ.42-44
Ο Πρωτευουσιάνος Αναστάσιος Γ. Δρίβας, γράφει τα «Μικρά Ελεγεία», σ.45-47
Ο Πολίτης Χρήστος Ευελπίδης, με άτιτλες ποιητικές μονάδες, σ.48-49
Ο επιμελητής της Ανθολογίας Τέλλος Άγρας παρουσιάζει τέσσερα ποιήματά του, σ.50-53
Η πεζογράφος Γαλάτεια Καζαντζάκη, πρώτη σύζυγος του Νίκου Καζαντζάκη παρουσιάζει το «Τραγούδι Α και Β» από «Τα τραγούδια του Θεού», το ποίημα «Η προσευχή», «Η Άνοιξη», «Στη Μάνα μας» και την «Δέηση», σ.54-58
Ο Σμυρνιός Λαίλιος Καρακάσης, το ποίημα «Χαριτωμένος Διάβολος», σ.59-60
Ο γεννημένος στην Ρουμανία θεοσοφιστής συγγραφέας Νίκος Καρβούνης με μια του μακροσκελή σύνθεση «το τραγούδι του νικημένου», σ.61-64
Ο Κώστας Καρυωτάκης παρουσιάζεται με τον «Γυρισμό», την «Αθήνα» και την «Πολύμνια», σ. 65-67. (υπάρχει λάθος στην αναφορά του μικρού του ονόματος)
Ο Αθηναίος Γιάννης Κοκκινάκης με τρία ποιήματα, σ.68-70
Ο Καρδιτσιώτης Διονύσιος Π. Κουκουρίκος, με τρία ποιήματα, σ.71-72
Ο Συριανός Λέων Κουκούλας με πέντε ποιήματα, σ.73-79
Ο Μυτιληνιός Μίλτος Κουντουράς με τέσσερα, σ. 80-82
Ο επίσης Μυτιληνιός Κώστας Κοντός με τα «ΑΝΘΙΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ», σ.83-84
Ο Στέφανος Μόρφης, με τρία ποιήματα, σ.85-87
Ο εξ Αγρινίου Αθανάσιος Κυριαζής παρουσιάζει την «Εκατόμβη», σ.88-91
Ο εκ Πηλίου Πέτρος Μάγνης παρουσιάζει τα «Φθινοπωριάσματα» και την «Μαρία η Μαγδαληνή», σ.92-94
Ο Νίκος Λαϊδης με τρία ποιήματα, σ.95-97
Ο Αθηναίος αυτόχειρας Ναπολέων Λαπαθιώτης μας δίνει την «Αυγή», «Τα Σαββατόβραδα», το «Εκάτης πάθη», το «Εαρινό» και το «Ω, οι αγάπες», σ.98-103
Ο Συριανός Μανώλης Μαγκάκης με πέντε ποιήματα, σ.104-106
Από την Αρκαδία ο Γιάννης Μαιναλιώτης, μας δίνει εννέα του ποιήματα, σ.107-111
Η Πρεβεζιώτισσα, μυθιστοριογράφος και ποιήτρια-η γνωστή περισσότερο από την σατιρική φωνή του Καρυωτάκη-Κλεαρέτη Δίπλα-Μαλάμου δίνει την «Σαλώμη», τις «Λεύκες» και την «Κούκλα Καραβιού», σ.112-114
Ο γεννημένος στον Πειραιά κριτικός Τίμος Μαλάνος, με τέσσερα ποιήματα, σ.115-118
Ο Απόστολος Μαμμέλης με τρία ποιήματα, σ.119-120
Ο επίσης γεννημένος στην Ρουμανία Απόστολος Μελαχρινός από τα «Απολυτίκια» και από τον «Απολλώνιο», σ.121-125
Ο Πρωτευουσιάνος Φάνης Μιχαλόπουλος, δίνει τους «Διαλόγους», σ.126-128
Ο Κερκυραίος Φώτος Γιοφύλλης, δημοσιεύει το ποίημα «Η Μπέλου», σ.129-131
Από την Λευκάδα ο Τάκης Μπαρλάς, δίνει την «Προσευχή των πεπεδημένων» και τα «Εισόδια», σ.132-136
Ο Κωνσταντινουπολίτης Όμηρος Μπεκές παρουσιάζεται με τέσσερα ποιήματα, σ.137-140
Η άγνωστη σε πολλούςποιήτρια Μαρία Μπόταση δημοσιεύει τις «Καμέλιες-Μενεξέδες» και την «Προσευχή του δάσους», σ. 141-142
Ο Αθηναίος Νίκος Χάγερ-Μπουφίδης, με τρία ποιήματα, σ.143-146
Ο Τηνιακός Γεώργιος Α. Νάζος, με τρία ποιήματα, σ.147-149
Ο Κωνσταντινουπολίτης συμβολιστής ποιητής Κώστας Ουράνης, με πέντε ποιήματα, σ.150-153
Ο Κερκυραίος Σπύρος Νικοκάβουρας, με τις «Στροφές», σ.154-156
Ο Γιάννης Οικονομίδης με τρία ποιήματα, σ.157-159
Ο Κορίνθιος Ρώμος Φιλύρας, με τρία ποιήματα, σ.160-161
Ο μοναχογιός του Κωστή Παλαμά, ο ποιητής Λέανδρος Παλαμάς παρουσιάζει δύο του ποιήματα, σ. 162-164.
Ο Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος, μυθιστοριογράφος, δοκιμιογράφος και ποιητής μας δίνει την «περασμένη ζωή», σ.165-166
Ο εξ Άργους Σπύρος Παναγιωτόπουλος μας δίνει δύο ποιήματα, σ.167-170
Ο Σμυρνιός Ανδρέας Παπαδόπουλος μας δίνει έξι ποιήματα, σ.171-174
Ο Ηπειρώτης δοκιμιογράφος, ανθολόγος και κριτικός Μάρκος Αυγέρης, μας δίνει την «Προσευχή Α και Β», σ.175-178
Ο Ευρυτάνας Τυμφρηστός, με τέσσερα ποιήματα, σ.179-183
Ο γεννημένος στην Ύδρα κριτικός και ποιητής Μήτσος Παπανικολάου δίνει τέσσερα ποιήματα, σ. 184-187
Ο μάλλον λησμονημένος Τάκης Παπατζώνης, δίνει την «Beata Beatrix», σ.188-189
Ο γνωστός κριτικός Κλέων Παράσχος, μας δίνει δώδεκα ποιήματά του, σ.190-196
Ο Νίκος Πετμεζάς-Λαύρας, μας δίνει δέκα έξι ποιήματά του, σ.197-206
(είναι ο δημιουργός με τα περισσότερα δημοσιευμένα ποιήματα)
Ο Αθηναίος Γ. Λ. Ροϊλος, δίνει δύο ποιήματα, σ.207-208
Ο Θρακιώτης Ιωσήφ Ραφτόπουλος, δίνει τέσσερα ποιήματα, σ.209-211
Ο Κορίνθιος θεατρικός συγγραφέας και μεταφραστής Βασίλης Ρώτας, δίνει επτά ποιήματα, σ.212-217
Ο Κερκυραίος Γεράσιμος Σπαταλάς, με τέσσερα ποιήματα, σ.218-227.
(υπάρχει και ένας ωραίος ποιητικός «Ιουλιανός» του Σπαταλά: «Στεγνός ο ασκητικός παπάς, τα τρίχινα ντυμένος, πνίγει την αίστηση κ’ αργά δοξάζει το σταυρό…»)
Ο πρώην πρόεδρος της πρώτης μεταβατικής Ελληνικής Δημοκρατίας μετά την επτάχρονη δικτατορία δικαστικός Μιχαήλ Δ. Στασινόπουλος με τρία ποιήματα, σ.228-230
Ο Αθηναίος Γεώργιος Θ. Σταυρόπουλος με τέσσερα ποιήματα, σ.231-235
Ο Μυτιληνιός Θρασύβουλος Σταύρου, με τρία ποιήματα, σ.236-238
Ο Γιάννης Στογιάννης από την Δράμα δημοσιεύει τρία του ποιήματα, σ.239-240
Ο Θεσσαλός Πάνος Ταγκόπουλος, μας δίνει τέσσερα ποιήματα, σ.241-244
Ο Γεώργιος Φτέρης, δίνει την «Πηνελόπη», σ.245-249
Ο Πειραιώτης ποιητής και δημοσιογράφος Νίκος Χαντζάρας μας παρουσιάζει στίχους του από την συλλογή του «Ειδύλλια», σ.250-255
Τέλος ο Κύπριος ποιητής Γλαύκος Αλιθέρσης, μας δίνει «Απ’ τα κρινάκια του γιαλού», σ.256.
    Αυτές ήσαν οι ποιητικές διαδρομές των εβδομήντα δημιουργών αντρών και γυναικών της ποιητικής ανθολογίας «ΟΙ ΝΕΟΙ» που επιμελήθηκε ο Τέλλος Άγρας και εκδόθηκε το 1922. Οι περισσότεροι νέοι της Ανθολογίας μας είναι γνωστοί και στα κατοπινά χρόνια μια και συνέχισαν να δημιουργούν. Όλοι τους σχεδόν έχουν γεννηθεί κατά τα τέλη του 19ου αιώνα η ηλικία τους κυμαίνεται μεταξύ 20-30 χρόνων. Πολλοί ασχολήθηκαν και άλλα είδη του λόγου, με μεταφράσεις, με την συγγραφή θεατρικών έργων, με την δημοσίευση κριτικών μελετημάτων κλπ. Ορισμένοι από αυτούς λησμονήθηκαν παντελώς. Η βεντάλια της καταγωγής των είναι μάλλον αρκετά μεγάλη, σημαντική θέση καταλαμβάνουν και εκείνοι που γεννήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, την Σμύρνη αλλά και τα νησιά του Ιουνίου. Οι γυναικείες φωνές μπορεί να μην είναι πολλές, μόνο τέσσερεις, αλλά είναι εξίσου σημαντικές με τις αντρικές, η Μυρτιώτισσα άφησε το ποιητικό της ίχνος μέχρι το θάνατό της, ευτυχής συγκυρία υπήρξε, η μελοποίηση στίχων της από τον μελωδό των ονείρων μας Μάνο Χατζιδάκι. Η Γαλάτεια Καζαντζάκη κατέχει σημαντική θέση στον χώρο της πεζογραφίας, και η Κλεαρέτη Δίπλα-Μαλάμου παρά το αρνητικό Καρυωτακικό ειρωνικό στίγμα που φέρει στον χώρο των γραμμάτων δεν έπαψε να δημιουργεί και να παράγει ενδιαφέρον έργο τόσο στον χώρο της ποίησης όσο και της πεζογραφίας. Τυχερός από τον χώρο του Πειραιά, στάθηκε ο ποιητής Νίκος Χαντζάρας, που η προσοχή του έργου του από τον Τέλλο Άγρα του πρόσφερε φήμη και ποιητική καταξίωση. Υπάρχουν και άλλοι δημιουργοί που συνδέθηκαν με τον Πειραϊκό χώρο, αλλά εδώ τους εντάσσω σύμφωνα με τον τόπο καταγωγής που τους αναφέρει ο επιμελητής. Για ορισμένους από αυτούς δεν υπάρχουν βιογραφικά ή άλλα στοιχεία, μας έδωσαν όμως υποφερτά ωραία ποιήματα. Πολλοί από τους τότε νέους ποιητές στα κατοπινά χρόνια έγιναν γνωστοί σε εμάς από άλλες τους συγγραφικές ασχολίες, όπως ο Βασίλης Ρώτας, ο Κλέων Παράσχος, ο Θρασύβουλος Σταύρου, ο Κώστας Βάρναλης και άλλοι. Από τον επιμελητή δεν αγνοήθηκαν και οι ποιητές που γεννήθηκαν εκτός Ελλαδικού χώρου.
    Κλείνοντας αναφέρω ότι, πράγματι, ο καιρός ξεχώρισε και επιβράβευσε την ποιητική αυτή Ανθολογία, αναγνώρισε την αξία των συμμετεχόντων νέων στο μεγαλύτερό τους μέρος και κράτησε στην επιφάνεια της ποιητικής λίμνης τα περισσότερα από τα ποιητικά αυτά νεανικά-τότε-νούφαρα.
Ο δε Τέλλος Άγρας, παρά την όχι και τόσο καλή του παρουσία στον χώρο της ποίησης, δεν παύει να είναι ένα οξύ και διεισδυτικό κριτικό πνεύμα που οι κρίσεις του ακόμα και σήμερα προκαλούν το ενδιαφέρον των ασχολουμένων με τα ελληνικά γράμματα.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη γραφή σήμερα, Κυριακή, 26 Απριλίου 2015
Πειραιάς, 26 Απριλίου 2015                        

                         

Σάββατο 25 Απριλίου 2015

Βιβλιογραφία για Καραγκιοζοπαίχτες

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΟΠΑΙΧΤΕΣ

     Έχοντας γράψει για την Πειραϊκή Σχολή του Καραγκιόζη, και έχοντας δώσει μια βιβλιογραφία μελετημάτων και αποκομμάτων εφημερίδων και περιοδικών που αναφέρονται στο Θέατρο Σκιών, δίνω εδώ μια ενδεικτική βιβλιογραφία για τους Καραγκιοζοπαίχτες, που έτυχε να συγκεντρώσω κατά την διάρκεια των μελετημάτων και των ερευνών μου για το Θέατρο Σκιών, αλλά κυρίως, μελετώντας την Ιστορική του διαδρομή μέσα στον χρόνο και τον ελληνικό χώρο. Πάνε χρόνια, που φιλολογικός σύλλογος στην Αθήνα είχε την καλοσύνη να με προσκαλέσει να δώσω μια διάλεξη για τον Καραγκιόζη, μικρό το ακροατήριο αλλά μεγάλο το πάθος του, γιαυτόν τον χάρτινο μαγευτικό μπαγαπόντη έλληνα ήρωα. Τον ήρωα των παιδικών μας χρόνων, τον πτωχό ήρωα, τον μάγο της κατεργαριάς που μάγευε μικρούς και μεγάλους για πάρα πολλά χρόνια, όταν η γενιά μου ψυχαγωγούνταν και διασκέδαζε από αυτές τις πολύχρωμες και «ξεβιδωμένες» χάρτινες φιγούρες που κρύβονταν πίσω από το λευκό σεντόνι των χαμένων ονείρων μας. Η φλόγα του κεριού που τρεμόπαιζε πίσω από το σεντόνι φώτιζε τα παιδικά μας μονοπάτια και οι σκιές των χάρτινων προσώπων γίνονταν τα δικά μας προσωπεία καθώς ανιχνεύαμε μέσα από τις ξεκαρδιστικές και πονηρές ιστορίες του τον δικό μας βηματισμό.
    Ο Καραγκιόζης και ο κόσμος που αντιπροσώπευε ανήκει ίσως πλέον στο παρελθόν, ανήκει ίσως στις σελίδες της ελληνικής θεατρικής τέχνης, ο ρεαλιστικός και μαγευτικός του κόσμος έχει αντικατασταθεί από έναν δολοφονικό κόσμο, ο σύγχρονος έλληνας άνθρωπος ακολουθεί άλλους ρυθμούς ζωής, ψυχαγωγείται από διαφορετικές πηγές, οι ελληνικοί καιροί έχουν αλλάξει αμετάκλητα, τα σημερινά αγόρια και κορίτσια διασκεδάζουν με τους μικρούς απρόσωπους ή γεμάτο βία και εκδικητικότητα ήρωες της τηλεόρασης, ούτε καν με τον πλουσιότερο σε δράση κόσμο του Μίκυ Μάους. Κάθε εποχή και τα οράματά της, κάθε γενιά και η ιστορία της, ο χρόνος και η μνήμη των μεταγενεστέρων είναι αυτή που θα διασώσει και την ιστορία του Θεάτρου Σκιών και ίσως, και την συνέχειά της.
Α
Αθηναίος Μάνθος,(Λιονέτης)
-Ελευθεροτυπία 2/1/1992,«Δεν έχετε το δικαίωμα να προσβάλλετε τον Καραγκιόζη»
-Χάρη Ποντίδα, «Μάνθος Αθηναίος, Σεράι είναι η εξουσία»(συνέντευξη)
-Ελευθεροτυπία 16/5/1994, «Ο Καραγκιόζης ζητάει στέγη»
-Ναταλί Χατζηαντωνίου, Ελευθεροτυπία 27/2/1995, «Εγώ, μόνο τους βουλευτές ή βουλιαχτές ξέρω!...»
-Φ. Μπ., Ελευθεροτυπία 25/9/1995, «Μια βδομάδα Καραγκιόζη»
-Ελευθεροτυπία 13/10/1997, «Μάνθος: Μας κοροϊδεύουν»
-Ο Ριζοσπάστης 24/9/2000, «Ο Καραγκιόζης τραγουδά ακόμη»
-Νίκος Κοταρίδης, Η Κυριακάτικη Αυγή 25/11/2001, «Ο καραγκιοζοπαίχτης Μάνθος Αθηναίος»
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», σ. 23
• Αβραάμ (Αντωνάκος),
-Σωτήρης Σπαθάρης, «Απομνημονεύματα», Αθήνα 1978, σ. 168
-Γιώργος Ιωάννου, «Ο Καραγκιόζης», Ερμής 1974
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», σ. 4
• Αγιομαυρίτης Ανδρέας,
-Γιώργος Ιωάννου. «Ο Καραγκιόζης», Ερμής 1974, τ. Α.,
-Σωτήρης Σπαθάρης, «Απομνημονεύματα», Αθήνα 1978, σ. 170
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», σ. 17
-Μιχαήλ Γ. Χατζάκης, «Ένας Λαμιώτης Καραγκιοζοπαίχτης», περιοδικό Φθιωτικά Χρονικά τόμος και χρόνος 4ος, Λαμία 1983, σ.180-
• Αποστολίδης Σωτήρης,
-Σωτήρης Σπαθάρης, «Απομνημονεύματα», Αθήνα 1978, σ. 164
-Γιώργος Ιωάννου, «Ο Καραγκιόζης», Ερμής 1974, τ. Α.
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», σ. 84
• Ασπιώτης Δημήτρης,
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», σ. 109_
-Άρης Μηλιώνης, «Σκιές στο φως των κεριών», Περί Τεχνών 2001 σ.33-
Β
• Βακάλογλου Αναστάσιος(Ορέστης),
-Γιώργος Μάμαης, Ριζοσπάστης 12/2/1998, «Πενθεί το Θέατρο Σκιών»
-Άρης Μηλιώνης, «Σκιές στο φως των κεριών», Περί Τεχνών 2001, σ. 63-
• Βουλτσίδης Γιάννης,
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», τ. Γ΄, σ.353
-περ. Αντί τχ. 646/24-10-1997, «Ο Καραγκιόζης ενοχλεί ακόμη!»
• Βασίλαρος, (Ανδρικόπουλος Βασίλης),
-Γιώργος Ιωάννου, «Ο Καραγκιόζης», Ερμής 1974 τ. Α, σ. 20
-Σωτήρης Σπαθάρης, Απομνημονεύματα», Αθήνα 1978 σ. 163
-Τζούλιο Καϊμη, «Καραγκιόζης ή η αρχαία κωμωδία στην ψυχή του θεάτρου σκιών», Αθήνα 1990, σ. 170
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», σ. 154
Γ
• Γενεράλης Σταμάτης,
-Η Καθημερινή 9/4/1997, «Έφυγε ο καραγκιοζοπαίχτης Στ. Γενεράλης»,
-Ελευθεροτυπία 9/4/1997, «Έσβησε στα 52 του ο καραγκιοζοπαίχτης Στάμος»,
-Η Αυγή 10/4/1997, «Φτωχότερο το Θέατρο Σκιών»
• Γεράσιμος Γιώργος,
-Τάκης Καλογερόπουλος, «Λεξικό Ελληνικής Μουσικής», Γιαλλέλη 1998, τ. Α, σ. 449-450)
• Γαβρήλος (Κόκκινος Γαβριήλ)
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», σ. 230
• Γαζέπης,(Γαζεπίδης) Φρίξος,
-Σωτήρης Σπαθάρης, «Απομνημονεύματα», Αθήνα 1978, σ. 136…
- Δημήτρης Παυλόπουλος, «Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», σ. 233
-Αθανάσιος Φωτιάδης, «Καραγκιόζης ο πρόσφυγας», Αθήνα 1977, σ. 257…
• Γράψας Διονύσης,
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», σ. 317
Δ
• Δεσύλλας Κυριάκος,
-Ελευθεροτυπία 5/8/1998, «Έφυγε» και ο καραγκιοζοπαίχτης Κυρ. Δεσύλλας»,
-Η Εποχή 13/9/1998, «Έφυγε ο φίλος και σύντροφος Κυριάκος Δεσύλλας»
• Δεδούσαρος(Δεδούσης) Θανάσης,
-Σωτήρης Σπαθάρης, Απομνημονεύματα», Αθήνα 1978, σ. 162
-Γιώργος Ιωάννου, «Ο Καραγκιόζης», Ερμής 1974, τ. Α.
-Γιάννης Τσαρούχης, περ. Θέατρο τχ. 10/1963, «Μάθημα αλήθειας…»
-Δημήτρης Παυλόπουλος, «Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», σ. 349
• Δεδούσαρος(Δεδούσης) Γιάννης,
-Αθανάσιος Φωτιάδης, «Καραγκιόζης ο πρόσφυγας», Αθήνα 1977, σ.241-
-Δημήτρης Παυλόπουλος, «Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», Μέλισσα 1997, τ. Α, σ. 348-  
• Δώριζας Πέτρος,
-Ο Ριζοσπάστης 27/8/1978, «Ο καραγκιόζης στο «βουνό»
Θ
• Θεοδωρόπουλος(Κεφάλας) Ντίνος, ή Καλογεράς,
-Σωτήρης Σπαθάρης, «Απομνημονεύματα», Αθήνα 1978, σ. 162
-Γιώργος Ιωάννου, «Ο Καραγκιόζης», Ερμής 1974
-Δημήτρης Παυλόπουλος, «Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», τ. Β, σ.8.
-Άρης Μηλιώνης, «Σκιές στο φως των κεριών», Περί Τεχνών 2001, σ. 105
Ι
• Ιατρίδης Γιάννης,
-Σωτήρης Σπαθάρης, «Απομνημονεύματα», Αθήνα 1978, σ. 73-
-Γιώργος Ιωάννου, «Ο Καραγκιόζης», Ερμής 1974, τ. Α΄
-Δημήτρης Παυλόπουλος, «Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», τ. Β΄,σ.41
• Ιωάννου Νίκος,
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», σ. 54 
Κ
• Καράμπαλης Κώστας,
-Γιώργος Ιωάννου, «Ο Καραγκιόζης», Ερμής 1974, τ. Α΄
-Σωτήρης Σπαθάρης, «Απομνημονεύματα», Αθήνα 1978, σ. 165
-Α. Μόλλα-Γοβάνου, «Ο Καραγκιοζοπαίχτης Α. Μόλλας», Αθήνα 1981, σ.42-
-Φ. Ν. Βογιατζής, «Το Θέατρο Σκιών στην Θεσσαλία», Καρδίτσα 1995, σ.34, κ.ά.
-Δημήτρης Παυλόπουλος, «Λεξικό Ελλήνων Λογοτεχνών», τ. Β΄, σ.143
-Στέλιος Λυδάκης, «Οι Έλληνες ναϊφ ζωγράφοι», Αθήνα 2002, σ.239
• Καράμπαλης Σπύρος,
-Ο Ριζοσπάστης 15/10/1992, «Πένθος στο Θέατρο Σκιών»
• Καράμπαλης Θέμης,
-Ελευθεροτυπία 29/8/1995, «Πέθανε ο καραγκιοζοπαίχτης Θέμης Καράμπαλης»
• Καπετανίδης Πάνος,
-Ρεπορτάζ: Γιάννης Α. Δημητριάδης, Τα Νέα 17/7/1993, «Ο Καραγκιόζης «ζει και βασιλεύει»
-Τα Νέα 27/6/1998, «Ο Καραγκιόζης ποτέ δεν πεθαίνει!»
-Νίκου Πηγάδα, Έθνος 4/8/1995, «Ο Καραγκιόζης αντεξουσιαστής»
• Κορφιάτης Βαγγέλης-(Βάγγος),
- Ο Ριζοσπάστης 19/8/1979, «Τα πρώτα βήματα στην τέχνη του Καραγκιόζη»
- Τα Νέα 17/7/1993, «Το πρώτο μεροκάματο σε ηλικία 13 ετών»
- Τα Νέα 22/1/2000, «Στη σκιά του Καραγκιόζη»
-Δημήτρης Παυλόπουλος, «Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», τ. Β΄, σ.266
-Σωτήρης Σπαθάρης, «Απομνημονεύματα», Αθήνα 1978, σ. 165
-Γιώργος Ιωάννου, «Ο Καραγκιόζης», Ερμής 1974
• Κούζαρος(Κούζης) Σπύρος,
-Δημήτρης Παυλόπουλος, «Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», τ. Β, σ. 280
-Σωτήρης Σπαθάρης, «Απομνημονεύματα», Αθήνα 1978, σ.167
-Γιώργος Ιωάννου, «Ο Καραγκιόζης», Ερμής 1974
-Α. Φωτιάδης, «Καραγκιόζης ο πρόσφυγας», σ. 259-
• Κουτσούρης Μήτσος,
-Δημήτρης Παυλόπουλος, «Λεξικό Ελλήνων Λογοτεχνών», τ. Β΄, σ.321
-Σωτήρης Σπαθάρης, «Απομνημονεύματα», Αθήνα 1978, σ. 168, κ.ά.
• Κρανιώτης Γεώργιος-(Νταμαδάκης Γιώργαρος),
-Δημήτρης Παυλόπουλος, «Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», τ. Β΄, σ. 326.
• Κυριαζής Χρήστος,
-Ελευθεροτυπία 7/4/1992, «Όταν ο Καραγκιόζης παίζει «Αντιγόνη»
• Κυριαζόπουλος Ανδρέας,
-Δημήτρης Παυλόπουλος, «Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», τ. Β΄, σ.340.
• Κώνστας Τάσος,
-Αδαμαντία Καρυοφύλλη, περ. Ραδιοτηλεόραση τχ. 1521/10-4-1999, «Ο
 Καραγκιόζης είναι ζωντανό θέατρο»
Μ
• Μελισσηνός Ιάσονας,
-Ελευθεροτυπία 3/11/1994, «Ο Καραγκιόζης έγινε… οικολόγος»
• Μέμαρος-(Χριστοδούλου Μέμος),
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», τ. Δ΄, σ. 467.
• Μακρής Κώστας,
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», τ. Γ΄, σ. 19
• Μάνος(Αθανασίου) Κώστας,
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», τ. Δ΄, σ. 40
• Μίμαρος,(Δημήτρης Σαρδούνης, ή Σαρντούνης),
- Τάκης Καλογερόπουλος, «Λεξικό της Ελληνικής Μουσικής», τ. 4ος, σ.128-129
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», τ. Γ΄, σ.125
-Στέλιος Λυδάκης, «Οι Έλληνες ναίφ ζωγράφοι», Αθήνα 2002, σ. 78,241
• Μιχόπουλος Παναγιώτης,
- Γ. Κ., Το Βήμα 11/3/1973, «Ο Καραγκιόζης σαν τέχνη δεν θα σβύση ποτέ…»
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», τ. Γ΄, σ.141
• Μόλλας Δημήτρης,(Παπούλιας)
-Μαρία Αδαμοπούλου, Η Κυριακάτικη Αυγή 13/7/1997, Δημήτρης Μόλλας- «Πίστεψε στη δύναμη της σκιάς»
-Μιχάλης Χατζάκης, Εξόρμηση 13/7/1997, «Αυτός που αγάπησε τον ξυπόλητο ήρωα»
-Ιωάννης Μ. Χατζηφώτης, Εξόρμηση 13/7/1997, «Μνήμη Δημήτρη Μόλλα»
-Δημήτρης Μόλλας, Εξόρμηση 13/7/1997, «Κατείχε γραφή κι ανάγνωση»
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», τ. Γ΄, σ.142
-Στέλιος Λυδάκης, «Οι Έλληνες ναϊφ ζωγράφοι», Αθήνα 2002, σ.241
-Μιχάλης Ιερωνυμίδης, «ο αθηναίκός Καραγκιόζης του Αντώνη Μόλλα», Χρήστος Δαρδανός 2003
-Δημήτρης Μόλλας, «Ο Καραγκιόζης μας-Ελληνικό Θέατρο Σκιών», Σύγχρονη Εποχή 2002
• Μουρελάτος Γιάννης-(Γιάνναρος),
-Χρύση Κοσμάτου, Ελευθεροτυπία 29/7/1991, «Άνθρωποι χωρίς μνήμη τίμησαν τον Καραγκιόζη»
-Ρεπορτάζ: Π. Θεοδωρακόπουλος, Τα Νέα 23/11/1993, «Ο Καραγκιόζης δάσκαλος»
-Τίνα Σιδέρη, Ελευθεροτυπία 24/6/1995, «Ο Άλλος στον Καραγκιόζη: Οι Τούρκοι, οι Γυναίκες»
-Έλλη Παπαχρήστου, Ελευθεροτυπία 24/6/1995, «Ένας μάγκας στου Ψυρρή»
-Σοφία Θεοδοσιάδου, Ελευθεροτυπία 24/6/1995, «Ο Καραγκιόζης σύγχρονος σαν την αρχαία τραγωδία»-
• Μπράχαλης(Βράχαλης) Γιάννης,
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», τ. Γ΄, σ.234
-Στέλιος Λυδάκης, «Οι Έλληνες ναϊφ ζωγράφοι», Αθήνα 2002, σ. 78,242
• Μπιλλίνης Χάρης,
-Ρούλα Γιακοπούλου, Έθνος 4/3/2000, «Ο νεότερος καραγκιοζοπαίχτης»
-Αλεξ. Παναγιωτάκης, Ελευθεροτυπία 19/10/2000, «Καραγκιοζοπαίχτης, ετών 17»
Ξ
• Ξάνθος ή Ξανθάκης Μάρκος,
-Βασίλης Αναγνωστόπουλος-Κώστας Φωτάκης, «Λεξικό Συγγραφέων», Πατάκης 2000, σ. 175
-Δημήτρης Κιτριώτης-Γιάννης Μυλωνάς, «Βιογραφίες-Εργογραφίες Ελλήνων Λογοτεχνών», Πατάκης 1983, σ. 248
Π
• Πετρόπουλος Βενεκάς,
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», τ. Δ΄, σ.32
• Πετρόπουλος Χαρίλαος,
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», τ. Δ΄, σ.32
Ρ
• Ράμμος Φώτιος,
-Στέλιος Λυδάκης, «Οι Έλληνες ναϊφ Ζωγράφοι», Ίδρυμα Παναγιώτη και Έφη Μιχελή 2002, σ.243
-Β. Ιερωνυμίδης, Η Καθημερινή-Επτά Ημέρες 3/1/1999
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», τ. Δ΄, σ.88
• Ρούλιας Γιάννης,
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», τ. Δ΄, σ.108
Σ
• Σπυρόπουλος Θανάσης,
-Μάχη Τράτσα, Το Βήμα 10/4/1994, «Ο καραγκιοζοπαίκτης κ. Θανάσης Σπυρόπουλος»
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», τ. Δ΄, σ.210
Τ
• Τσαούτος Γιάννης(Γιάνναρος),
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», τ. Δ΄, σ.321
Χ
• Χατζάκης Μιχάλης,
-Νάνσυ Νικ., Η Απογευματινή 12/7/1998, «Στο φως η διαδρομή του Καραγκιόζη»
• Χατζής Γιάννης,
-Βίκυ Χαρισοπούλου, Τα Νέα 27/12/2000, (συνέντευξη)-«Ο Καραγκιόζης δεν είναι
 μουσειακό είδος»
-Λάμπρος Λιάβας, «Από τον μπερντέ στο cd-Το Στοιχειό της Σαλονίκης από το Θέατρο Σκιών του Γιάννη Χατζή», εφ. Ελευθεροτυπία 18/6/2001
-«Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών», τ. Δ΄, σ.444
Ψ
• Ψαριανός (Δασκαλάκης) Χρήστος,
-Στέλιος Λυδάκης, «Οι Έλληνες ναϊφ ζωγράφοι», Αθήνα 2002, σ.245
ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΟΠΑΙΧΤΕΣ
-Φιλομήλα Δημολαϊδου, «Η ενασχόληση με τον Καραγκιόζη είναι το αγαπημένο χόμπι του Θέμη Δούκα, εφ. Μακεδονία 31/12/2006, σ.20
-Ιωάννα Κολοβού, Ο Ίσκιος του πληγωμένου Έλληνα», εφ. Η Βραδυνή 20/1/2002, σ.32-33
-Παναγιώτα Μπίτσικα, «Ήρθε η επόμενη γενιά»-(Άθως Δανέλλης/ Ηλίας Καρελλάς),
 εφ. Το Βήμα 3/11/1996,σ.8
-περιοδικό Πάμε Αθήνα τχ. 10/15-6-2000, σ.72, «Μικροί Καραγκιοζοπαίχτες»
-Στρατής Δούκας, «Το Θέατρο του Λαού, Ο Καραγκιόζης του Μόλλα», περιοδικό Φιλολογικά Χρονικά τχ.20-24/11,12,1944
-Τάκης Καλογερόπουλος, «Καραγκιοζοπαίχτες και μουσική», «Λεξικό της Ελληνικής Μουσικής», Γιαλλέλης 1998, τ. 3ος, σ.42-
*Στέλιος Λυδάκης,
 «Οι Έλληνες ναίφ ζωγράφοι», Ίδρυμα Παναγιώτης και Έφης Μιχελή 2002
(στο μελέτημα του Στέλιου Λυδάκη αναφέρονται οι εξής καραγκιοζοπαίχτες συνολικά:
Θεοδωρέλλης Θ. σ.239/ Καράμπαλης Κώστας σ.239/Μαρμαράς Γ. σ,241/ Μίμαρος σ.241/Μόλλας Δημήτριος και Α. σ. 241/Μπέκος σ. 241,78/Μπράχαλης Γ. σ. 242/ Νταντάης Γ. σ.242/Ράμμος Φώτιος σ.243/ Σπαθάρης Ευγένιος σ.244,κ.ά./ Σπαθάρης Σωτήρης, σ.244, 78, 81-/ Φωτεινός σ. 244/ Ψαριανός(Δασκαλάκης) Χρήστος σ. 245)
* Κώστας Στεφ. Τσιπήρας,
  «Ο Ήχος του Καραγκιόζη»-Συμβολή στη μελέτη της δημιουργίας και της εξέλιξης του ελληνικού λαϊκού Θεάτρου Σκιών», Νέα Σύνορα-Λιβάνη 2001
(ο συγγραφέας κάνει καταγραφή καραγκιοζοπαιχτών και των αλλαγών που επέφεραν στο Θέατρο Σκιών, τόσο στην θεματολογία του όσο και στα σκηνικά του μέσα)
* Αικατερίνη Μυστακίδου: εισαγωγή- μετάφραση-σχόλια,
  «Το Θέατρο Σκιών στην Ελλάδα και στην Τουρκία», KARAGOZ, Ερμής 1982
* Γιώργος Ιωάννου: επιμέλεια,
  «Ο Καραγκιόζης», Ερμής-τ. Α/1985, τ. Β/1979,τ.Γ/1972,(οι χρονιές αναφέρονται στις ανατυπώσεις των δύο τόμων)
* Σωτήρης Σπαθάρης,
  «Απομνημονεύματα» και η τέχνη του καραγκιόζη», Πέργαμος 1960,
(στις σελίδες 161 έως 173 αναφέρεται ονομαστικά σε καραγκιοζοπαίχτες, και σε καραγκιοζοπαίχτες που έβγαλαν στο σανίδι άλλοι καραγκιοζοπαίχτες).
* Σωτήρης Σπαθάρης,
  «Απομνημονεύματα και η Τέχνη του Καραγκιόζη», β΄ έκδοση Άγρα 1992
(σελίδες 168-179, αναφέρονται ότι και στην πρώτη έκδοση, όπου υπάρχουν και αρκετοί Πειραιώτες δάσκαλοι του Θεάτρου Σκιών)
* Άρης Μηλιώνης,
  «Σκιές στο φως των κεριών», επιμέλεια: Μίνα Νικολοπούλου, Περί Τεχνών 2001
(στην μελέτη αυτή από την Πάτρα υπάρχουν οι εξής βιογραφίες καλλιτεχνών του Θεάτρου Σκιών: Σωτήρης Ασπιώτης σ.33/Βασίλαρος σ.63/Γιάνναρος σ.73/ Θεοδωρόπουλος σ.105/ Σοφία Καλογερά-Θεοδωροπούλου σ.117/Ανδρέας Κυριαζόπουλος σ.121/Κωστάρος σ.127/Μακρής σ. 159/Μίμαρος, σ.165/ Κώστας Μουρελάτος σ. 183/Γιώργος Μπαλαμπάνης σ.205/Ορέστης σ.207

Υ.Γ.
Στον ενδεικτικό αυτό κατάλογο και βιβλιογραφία για τους Καραγκιοζοπαίχτες, δεν μετέφερα τα βιβλία και τις άλλες βιβλιογραφικές πληροφορίες που κατέθεσα στα άλλα δύο μελετήματά μου για το Θέατρο Σκιών στην Ελλάδα, που κατά καιρούς συγκέντρωσα, θεώρησα αυτονόητο ο όποιος ενδιαφερόμενος να ανατρέξει και στα άλλα κείμενα που έχω δημοσιεύσει, εξάλλου, το ένα μόνο κείμενο, το έχουν επισκεφτεί αν δεν κάνω λάθος πάνω από 170 άτομα; Δεν θέλησα επίσης να καταγράψω και τις αναφορές για τους Καραγκιοζοπαίχτες που συναντά κανείς και σε άλλα μελετήματα που έχω αναφέρει γιατί θα ξανά μετέφερα τα ίδια. Ενδεικτικά μόνο ονοματίζω ορισμένους τίτλους που έχουν το γενικό περίγραμμα των προσπαθειών, των δυσκολιών, των αντιξοοτήτων, της φτώχειας και της πείνας που αντιμετώπισαν οι λαϊκοί αυτοί άνθρωποι, μαστόροι, τεχνίτες μα πάνω από όλα λαϊκοί καλλιτέχνες, που προέρχονταν όλοι από λαϊκά στρώματα, γιαυτό και το ταλέντο τους ήταν πηγαίο, αυθεντικό, αληθινό, και κόμιζαν ανάγκες και αλήθειες ενός βίου που μάλλον δεν υπάρχει πια. Εύστοχα ο Γιάννης Βλαχογιάννης στο διήγημά του ονομάζει την τέχνη του καραγκιόζη, «της τέχνης τα φαρμάκια», όποιος διαβάσει μόνο αυτό το διήγημα θα κατανοήσει τις άπειρες δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι πάμπτωχοι αυτοί καλλιτέχνες αλλά και τις απλές καθημερινές χαρές που αποκόμιζαν από τις παραστάσεις που έδιναν στις αλάνες, τις πλατείες και τις φτωχογειτονιές, κάτω από τον ξάστερο ουρανό με το φως των κεριών, την μαγευτική λάμψη των χρωμάτων των χάρτινων ηρώων τους και προπάντων με το σεντούκι των ονείρων τους. Άνθρωποι μεροκαματιάρηδες της μιάς νύχτας, άνθρωποι που κόμιζαν ένα έστω κατεργάρικο βίο, σκανδαλιάρικο τρόπο ζωής, μπαγαπόντικη συμπεριφορά αυτού του τετραπέρατου ανέστιου καμπουράκου με την φαμίλια του, του συνειδητά άθεου και πλάνου πλάνητα, που γνώριζε πώς να ξεφεύγει τις κακοτοπιές πετυχαίνοντας στο τέλος να κερδίσει με τις κατεργαριές του μια φρατζόλα ψωμί για κείνον και τα παιδιά του. Η τέχνη του Καραγκιόζη μάλλον έχει πλέον παρέλθει, όπως και άλλα παραδοσιακά επαγγέλματα, οι κοινωνικές συνθήκες άλλαξαν, η αστικοποίηση αυθεντική ή νόθα έχει νοθεύσει το φρόνημα των λαϊκών ανθρώπων οι πολιτικές και οι ιστορικές αλλαγές που έχουν επέλθει στον ελληνικό χώρο είναι τεράστιες.
Απομένει μάλλον μόνο η μνήμη της μαγείας των εικόνων, του ηχοχρώματος των φωνών, η αίσθηση των παιδικών ξέγνοιαστων στιγμών που στο παρελθόν χουχούλιαζαν πάνω στην σκηνή του Καραγκιόζη. Εκείνο που απομένει είναι, η κοινωνική νοοτροπία και φιλοσοφία του ανυπόταχτου αυτού ανθρωπάκου που έγινε ίνδαλμα, ταυτότητα και τρόπος ζωής και συμπεριφοράς για τους σύγχρονους νεοέλληνες, όλους εμάς δηλαδή.
    Από την ενδεικτική αυτή βιογραφία, εξαίρεσα τα στοιχεία για την οικογένεια των Σπαθάρηδων όπως και των Χαρίδημων από τον Πειραιά που θα παραθέσω σε άλλο κείμενο ξεχωριστά.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη καταγραφή σήμερα, Σάββατο, 25 Απριλίου 2015
Πειραιάς, 25 Απριλίου 2015      

                 

Σάββατο 18 Απριλίου 2015

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 1949

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 1949

     Χίλια εννιακόσια σαράντα εννέα, η ελλάδα έβγαινε από τον εμφύλιο πόλεμο και έμπαινε στην δίνη των εσωτερικών διώξεων από πλευράς των νικητών. Μια παρατεταμένη χρονικά, εσωτερική πολιτική και κοινωνική αναστάτωση, που κράτησε μέχρι το χίλια εννιακόσια ογδόντα ένα, χρονιά πολιτικής αλλαγής που έγινε άρση των νομοθετημάτων της εμφύλιας εποχής. Από την μια το κράτος των νικητών και οι εσωτερικές πολιτικές και κοινωνικές διώξεις και κυβερνητικές του αγκυλώσεις εκ μέρος της συντηρητικής παράταξης, και από την άλλη, οι ηττημένοι πολιτικά και ιδεολογικά αριστερές δυνάμεις και οι λεγόμενοι «συνοδοιπόροι» τους που υφίστανται πλέον τα σκληρά αποτελέσματα της ήττας τους. Δυο ιδεολογικές ηγεμονίες κράτησαν τα σκήπτρα για  πάνω από σαράντα χρόνια, η κρατική-εθνική της επίσημης πολιτείας που αποφάσιζε για τους πάντες και τα πάντα είτε με τις εκλεγμένες νόμιμα κυβερνήσεις ή στρατιωτικές δικτατορίες, είτε αυτή της κομμουνιστικής αριστερής ιδεολογίας-που επικράτησε ελέω κυβερνητικών διώξεων- στον χώρο του πνεύματος της καλλιτεχνίας και εν μέρει της εκπαίδευσης. Πάντως για την Ιστορία και μόνο, και εις μνήμη όλων των νεκρών και από τις δύο πλευρές του εμφυλίου σπαραγμού, θα άξιζε κάποτε και στον ελληνικό χώρο, να εξεταστεί από ιστορικούς και άλλους επιστήμονες νηφάλια πολιτικά και ψύχραιμα ιδεολογικά, ο ρόλος και οι επιπτώσεις των επιλογών του «κόκκινου πατερούλη» της τότε παντοδύναμης κραταιάς χώρας του Κομμουνισμού, που στην γνωστή συμφωνία της Γιάλτας με τους ηγέτες των άλλων δυτικοευρωπαϊκών δυνάμεων, χώρισαν τον κόσμο σε σφαίρες επιρροής, και η χώρα μας υπέστη ιστορικά αυτό που υπέστη. Εκείνο που σε θλίβει και σε πικραίνει όταν μελετάς ιστορικά  και πολιτικά κείμενα εκείνης της περιόδου, είναι ότι εκ των υστέρων ασφαλώς, βλέπεις τα τραγικά παρατεταμένα πολιτικά λάθη των ηγετών και των δύο παρατάξεων που είχαν τεράστιες αρνητικές επιπτώσεις στην κοινωνική και προσωπική ζωή των ελλήνων, και σε θλίβει ακόμα περισσότερο, η άρνηση και η ανωριμότητα ακόμα και σήμερα των συμπατριωτών μας να κλείσουν τις πληγές της εμφύλιας αυτής διαμάχης και να κοιτάξουν το μέλλον, λες και η ιστορία σταμάτησε σε δικτατορικές εποχές και αμφότερες αιμοσταγείς ιδεολογίες. Δηλαδή, ελληνικές πολιτικές ιδεοληψίες σε όλο τους το καταστροφικό μεγαλείο. Αλλά όταν μια μεγάλη μερίδα των συμπατριωτών μας και ψηφοφόρων πιστεύει στους εξωγήινους, τι να πει κανείς; Να γελάσει με εμάς τα μειράκια της μεταπολιτευτικής εποχής, που διαβάζαμε Έριχ φον Ντένικεν, Πήτερ Κολόσιμο και Λόμψα Ράμπα(Το τρίτο μάτι) ή το γνωστό επιστημονικό περιοδικό «Αινίγματα του Σύμπαντος; Πάντως, κλείνοντας αυτήν την φλύαρη ιστορικά εισαγωγή και χαμογελώντας σήμερα, ο υποφαινόμενος, είχε παρακολουθήσει την ομιλία σε θέατρο των Αθηνών του Έριχ φον Ντένικεν και είχε δημοσιεύσει «επαναστατική»-τρομάρα του-επιστολή στο ως άνω περιοδικό για την ιστορικότητα του Ιησού, με την ευκαιρία της έκδοσης ενός βιβλίου του Νικόλαου Κόκκινου για το ιστορικό πρόσωπο του Ιησού Από τότε με κυνηγούσε το φάντασμα και τα αινίγματα  του εκκλησιαστικού και θρησκευτικού αυτού παγκόσμιου ιδεότυπου, που έδωσε ειρήνη και λύτρωση σε εκατομμύρια ψυχές, αργότερα το Σαιξπηρικό φάντασμα συνοδοιπόρησε με το άλλο.
    Μεγάλη εφεύρεση το φωτοτυπικό μηχάνημα οφείλω να το αναγνωρίσω, για αυτούς που δεν είναι συλλέκτες και δεν έχουν πάντα τις οικονομικές δυνατότητες για να αγοράσουν τα βιβλία που τους ενδιαφέρουν σε αυτές τις εξωφρενικές τιμές, και δεν υπάρχει συνήθως αποτελεσματική βοήθεια από πλευράς των δημόσιων βιβλιοθηκών.
Το «Λογοτεχνικό Ημερολόγιο 1949», είχε την καλοσύνη εδώ και χρόνια φιλικό μου πρόσωπο να μου το φωτοτυπήσει, γνωρίζοντας ότι με ενδιαφέρει το περιεχόμενο ενός βιβλίου ή περιοδικού και όχι τόσο το ίδιο το γνωστικό αντικείμενο. Από αυτές τις φωτοτυπίες θα αναφερθώ εδώ.
     Το ημερολόγιο έχει διαστάσεις 14Χ20 cm αν δεν λαθεύω, και οι σελίδες του είναι 160,-δέκα δεκαεξασέλιδα. Έχει κόχη που αναφέρεται ο τίτλος του, το οπισθόφυλλό του είναι λευκό, το δε εξώφυλλό του έχει φιλοτεχνηθεί από τον Γ. Γρηγόρη όπως αναφέρεται στην τελευταία σελίδα του κάτω από τα περιεχόμενά του.
Το «Λογοτεχνικό Ημερολόγιο 1949», εκδόθηκε από την Λογοτεχνική Γωνιά τον Δεκέμβριο του 1949, που βρίσκονταν στον οδό Σόλωνος 21στην Αθήνα., χωρίς να δίνονται άλλες πληροφορίες για τους εκδότες, το τυπογραφείο που εκδόθηκε, την τιμή του, τους συντελεστές της έκδοσης, τους συμμετέχοντες κλπ. Ενδεικτικά μόνο μπορούμε να εικάσουμε-και αναφέρομαι φυσικά μόνο στις πληροφορίες που μπορεί να αντλήσει κανείς από το ίδιο το έντυπο και όχι από άλλες εξωτερικές πηγές ή κρίσεις και σχολιασμούς-από το τελευταίο κείμενο με τίτλο «Το Λογοτεχνικό 1948» σελίδες 154-158 που υπογράφεται από τον Αλέξανδρο Αργυρίου, το οποίο αναφέρεται στα λογοτεχνικά πεπραγμένα των προηγούμενων ετών, και μας δίνει μια σφαιρική θεωρητική εικόνα για το που βαδίζει η ποίηση της εποχής του μετά το σπάσιμο της ρίμας από το μοντερνιστικό κίνημα και τους νέους ποιητές, την συνέχιση της παράδοσης από τους παλαιότερους ή την μείξη των ρυθμικών ειδών που υιοθέτησαν άλλοι, αλλά και γενικότερα, την λογοτεχνική και κριτική παραγωγή στην ελληνική λογοτεχνική επικράτεια. Μια αναδρομή σ' εκείνα τα χρόνια μέσα από τα διάφορα παραδοσιακά λογοτεχνικά περιοδικά, και τις μεταγενέστερες ιστορίες της λογοτεχνίας, κριτικό και δοκιμιακό λόγο της περιόδου αυτής, θα μας φανερώσουν το εύρος των δημοσιευμάτων, το πλήθος των εκδόσεων, τις ζυμώσεις και αψιμαχίες των συγγραφέων της εποχής πάνω σε θέματα ενδοκαλλιτεχνικά, τις διάφορες ξένες επιρροές-κυρίως από Άγγλους ή Γάλλους δημιουργούς, τις νέες προτάσεις και θεματολογία που κόμιζαν οι τότε νεοσσοί της ποίησης και της λογοτεχνίας, και σίγουρα, τι έμεινε μεταγενέστερα, από όλη αυτήν την προσπάθεια και πόσο μπόλιασε τους μετέπειτα δημιουργούς. Οι λογοτεχνικές γενιές μετά τον πόλεμο και τον επακόλουθο εμφύλιο διατηρήθηκαν στην πνευματική επικαιρότητα μέχρι την γενιά του 1970 πάνω κάτω, που άρχισαν να αναφύονται νέες ποιητικές, λογοτεχνικές και δοκιμιακές δυνάμεις που θα άλλαζαν το κοσμοείδωλο του ελληνικού λογοτεχνικού στερεώματος, χωρίς φυσικά να εξαντλήσουν τα αποθέματα των προηγούμενων γενεών ούτε και να τα παραμερίσουν εντελώς. Κάθε εποχή γεννά τους ποιητές και τους πεζογράφους της, τους διηγηματογράφους και τους κριτικούς της, τους ανθολόγους και τους ιστορικούς της καταγραφείς. Οι μνήμες των ανθρώπων όπως είναι φυσικό με το πέρασμα των χρόνων σβήνουν και έρχονται οι νέες παραστάσεις και τα γεγονότα να συμπληρώσουν τα καινούργια δεδομένα των ιστορικών, πολιτικών και κοινωνικών εξελίξεων. Πολλά από τα ονόματα που αναφέρει ο Αλέξανδρος Αργυρίου διασώθηκαν μέχρι σήμερα, και δεν εννοώ ως καταγραφή των προσώπων ή των έργων τους στις σελίδες των Ιστοριών της Λογοτεχνίας, αλλά εννοώ ότι εξακολουθούν να διαβάζονται από τους ελάχιστους έστω σημερινούς αναγνώστες της ποίησης ή της κλασικής λογοτεχνίας. Ίσως κάποιος να αναρωτηθεί αν είναι εύκολο και όχι τόσο χρονοβόρο στους σημερινούς γρήγορους και αντίξοους ρυθμούς ζωής που διανύουμε, να μελετήσει το πολύτομο(16 τόμοι) έργο του Κωστή Παλαμά, το πολυδαίδαλο έργο του Άγγελου Σικελιανού, ή το μιας άλλης παραδοσιακής κοινωνικής οπτικής και φιλοσοφίας εξάτομο έργο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, να γνωρίσει το έργο του μοντερνιστή Τάκη Παπατσώνη, τον Απόστολο Μελαχρινό, το δυσκολοχώνευτο έργο του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη, ή του Καίσαρος Εμμανουήλ και άλλων παλαιότερων δημιουργών που σημάδεψαν την εποχή τους, όμως ευελπιστώ, ότι η πλειάδα αυτή των εξαίρετων δημιουργών και των έργων που μας κληροδότησαν, δεν θα μείνει μόνο στις σελίδες των διαφόρων μελετημάτων ή σαν μια ακόμα επαγγελματική ασχολία για τους Πανεπιστημιακούς καθηγητές ή μετά πτυχιακούς ερευνητές, αλλά θα κεντρίσει το ενδιαφέρον των σημερινών αναγνωστών που θα μελετήσουν το έργο τους ή θα ασχοληθούν μαζί τους επανερμηνεύοντάς τους.
    Ας δούμε τι αναφέρει ο ιστορικός και κριτικός της λογοτεχνίας αείμνηστος Αλέξανδρος Αργυρίου:
«Το σαράντα οχτώ απέρχεται εν ειρήνη κι αν δεν βγαίναν τέσσερα πέντε περιοδικά που δίνουν ένα νεύρο στην πνευματική μας ζωή θα έλεγε κανείς ότι πάψαμε να υπάρχουμε. Τόσο μηδαμινός είναι ο απολογισμός μιας χρονιάς που φυσιολογικά έπρεπε ν’ αρχίζει να δίνει τους καρπούς της εποχής μας. Μα πώς να μη δικαιολογήσεις όλη την καθυστέρηση, όλη την έλλειψη διάθεσης, όταν η ίδια η ατμόσφαιρα των ημερών αποκλείει τη συγκέντρωση που είναι απαραίτητη για να δημιουργηθεί ένα στέρεο έργο; Κι ενώ τέσσερα χρόνια μετά το κλείσιμο του πολέμου έπρεπε ν’ αρχίζει η συγκομιδή των καρπών, δε βλέπουμε ούτε τα προμηνύματά της. Είναι να μη γέννησε, η εποχή, τα πρόσωπά της; Να μη δημιούργησε τους ανθρώπους της;
    Έτσι ή αλλιώς, δικαιολογημένα ή όχι, η παράταση της μεταβατικής περιόδου κατάληξε α μη λύσει κανένα από τα προβλήματα που ετοίμαζαν τη λύση τους.
    Η ποίηση εξακολουθεί την χωρίς κατάληξη πορεία της τα πεζογραφικά έργα κάνουν δειλά-δειλά την εμφάνισή τους πορευόμενα σε ευθεία γραμμή, τα κριτικά έργα είναι αποσπάσματα ενός σκελετού που λείπει το σύνολο του.
    Τι θα δώσει το αύριο, αν αυτή η αναμονή προμηνύει το καλλίτερο, είναι αναπάντητες απορίες.
    Ας καταμετρήσουμε όμως τα πράγματα για να συνεννοηθούμε. Δεκαπέντε χρόνια, περίπου πέρασαν από την εποχή που η ελληνική ποίηση διχάστηκε. Ένα μέρος συνέχισε την ελληνική παράδοση, δεν ξέρουμε αν αντλώντας δύναμη από τις αυθεντικές της ρίζες. Σήμερα από τον απολογισμό της παραδοσιακής ποίησης όλου του τελευταίου διαστήματος, πολύ λίγα πράγματα θα μας δικαιολογήσουν τη φανέρωσή τους. Κι όσο κι αν στην κατηγορία αυτή έχουμε ν’ αναφέρουμε ονόματα σαν του Σικελιανού, του Μελαχρινού, του Εμμανουήλ, του Παπατζώνη(του τελευταίου στο μεταίχμιο), φοβόμαστε ότι δυστυχώς μόνο σε αυτά θα περιοριστούμε. Δηλαδή η παράδοση συνέχισε τη δημιουργική της δράση με τα πολύ ισχυρά ταλέντα ετούτα, που κατά έναν τρόπο από ιδιοσυγκρασία συγγένευαν με τα νεώτερα πνεύματα που τροφοδοτούσαν το άλλο μέρος του διχασμού.
    Αυτό το άλλο μέρος, είτε από το ευρωπαϊκό φιγουρίνι αν θέλετε, είτε από εσωτερική κατάληξη(εξάλλου δεν είναι εύκολο να τα ξεχωρίσουμε) αφού διάλυσαν ένα ένα όλα τα στηρίγματα της παράδοσης ανοίχτηκαν σ’ ένα πέλαγος που κανείς δε γνώριζε που θα οδηγούσε.
    Στην αρχή το πράγμα έφερε έκπληξη, ύστερα ήρθε η αντίδραση, μα ταυτόχρονα άρχισαν και οι πρώτοι καρποί. Έτσι μαζί με τις αντιρρήσεις έφταναν και οι υποψίες ότι κάτι καλό ίσως μηνούσαν οι νέοι τρόποι. Από το σημείο τούτο άρχισε να δημιουργείται ένα μεγάλο κοινό(κάποιο κοινό υπήρχε δημιουργημένο σύγχρονα με τη νέα έκφραση, που σήμαινε την αναγκαιότητά της στη χρονική στιγμή της εμφάνισής της), που δικαιολογούσε στην ύπαρξη της νέας μορφής αλλά άρχιζε να την κάνει υπεύθυνη άσκηση και. Από περίπτωση, εκδήλωση ζωϊκή.
    Από τότε πέρασαν πολλά χρόνια. Η νέα έκφραση πέρασε αρκετά στάδια.. Το ένα είναι η αρχή. Το άλλο έφερνε τα μηνύματα. Το ακόλουθο μας άγγιζε την ψυχή.
    Όταν έγινε ο πόλεμος βρήκε την ποίηση σε κρίσιμο σημείο. Είχε πετύχει στο πρώτο της στάδιο, είχε κλείσει ένα φωτεινό κύκλο, αλλά άρχιζαν να εμφανίζονται και οι ουσιαστικές της δυσκολίες. Τα κείμενα που παρουσιαζόντουσαν δεν μπορούσε επ’ άπειρον να πορεύονται σε μήκος. Κυρίως όμως ένα μεγάλο ζήτημα άρχισε να επιβάλλεται. Η δραματική ένταση των ημερών μηδένιζε τα έργα που εξαντλόντουσαν σε πλήθος αυτοτελείς εντυπώσεις, έκανε φανερή την έλλειψη της δραματικής ουσίας από ένα μεγάλο μέρος της νέας μορφής. Και ακόμα ανεξάρτητα από την αρχική της εκπόρευση, η νέα ποίηση για να στερεωθεί, να δώσει ένα έργο ελληνικό και να μη διασκεδάζει σε ανεύθυνους δρόμους, έπρεπε να εξαρτηθεί από τις φυσικές ρίζες που ήταν η λαϊκή παράδοση με τον πλούτο της.
    Από τη ώρα εκείνη άρχισε ένα νέο πρόβλημα που ακόμη δεν βρήκε τη λύση του.
    Που είμαστε τώρα; Νομίζουμε ότι φτάσαμε σ’ ένα επικίνδυνο άκρο. Οι άξιοι δημιουργοί βασανίζονται και ελάχιστα δείγματα των βασάνων τους παρουσιάζονται. Μάλιστα παρατηρήθηκε και μια επιφύλαξη των δημιουργών να δώσουν το έργο τους, αντιμετωπίζοντας, ποιος ξέρει τι εσωτερικές απορίες.
    Από όσα ποιητικά έργα είδανε το φως της δημοσιότητας το 1948, θα ξεχωρήσουμε του κ. Γ. Θέμελη το «Γυρισμό», έργο με γερή βάση και ανήσυχα βήματα, της κ. Ζωής Καρέλλη, την «Εποχή του Θανάτου» που απασχολεί με μεταφυσικά θέματα ένα στίχο με λειτουργία εσωτερική, τον κ. Γ. Βαφόπουλο στην «προσφορά και τα Αναστάσιμα» που εκδηλώνει ποιητικούς τόνους αξιόλογους, τη «Χαμένη Βροχή» του κ. Ν. Καρύδη, ποιήματα που ο δημιουργός τους μέτρησε και μελέτησε τη συγκίνησή του και την αποδίδει σε μας με σωστή εκτίμηση, τον κ. Γ. Σφακιανάκη με τα «Τραγούδια της Αυγής», ένα βιβλίο διανοητικό, την εργασία του κ. Ν. Παππά. «Τα Παραμύθια του Υπνοβάτη», παλλόμενη, πληθωρική (με όλα τα συνακόλουθα) με προθέσει μεγάλες που προμηνάν το καλλίτερο μέλλον τους.
    Από τους νεότερους ξεχωρίζει ο κ. Ν. Αναγνωστάκης («Εποχές 2»)που δουλεύει με σκοτεινή διάθεση ένα δύσκολο στίχο, ο κ. Μ. Σαχτούρης, «Παραλλογές», με ποιητικές υπερρεαλιστικές εμπνεύσεις και γνήσιο αίσθημα, ο κ. Κ. Αθανασούλης με την «Ιχώρα», ο κ. Χ. Κολούρης, («Ιωλκός»), ο κ. Σαράντος Παυλέας, «Τραγούδι των Ωκεανών», ο κ. Τ. Μωραϊτης «Άρνηση».
    Με στίχους μετρικούς έδωσαν έργο, από τους παλαιότερους ο κ. Γ. Σταμπολής «Δειλινό στα ελληνικά ακρογιάλια», ο κ. Η. Μάλλωσης, ο κ. Σ. Μπολέτσης, ο κ. Γ. Μαιναλιώτης που όλοι εργάζονται άρτια τα γνωστά μοτίβα και έχουν μεγάλες προθέσεις κι από τους νεώτερους ένας με λαμπρό μέλλον, ο κ. Γ. Δάλλας (θρήνος για τον Λόρκα) με άξιες λυρικές επιτεύξεις, ο κ. Τ. Παππάς, (Τραγούδια του Παθανάρες) ένα μικρό βιβλίο με ποιητικά υλικά, ο κ. Ν. Ρυσσιανός στο «Σκουριασμένο νερό», που το διαποτίζει μια λεπτή ευαισθησία, ο κ. Ν. Πρόκος(Νήτη) με την εργασμένη μορφή, και ακόμα ένα νέος με γερή θεμελίωση και δυνατή έμπνευση ο κ. Ν. Βαλαωρίτης που στην «Τιμωρία των Μάγων» εργάζεται σε ελεύθερους αλλά και υπερρεαλίζοντες τονικούς στίχους.
     Εδώ κλείνουμε, χωρίς αξιόλογες παραλήψεις τον απολογισμό της ποιητικής παραγωγής του 1948….»
    Ακολουθεί η μνημόνευση της Πεζογραφίας αναφέροντας τα εξής:
«Η Πεζογραφία μας έχει πάθει και αυτή ένα διχασμό λιγότερο καταφανή από τον Ποιητικό. Η εσωτερική πεζογραφία που άνθισε τους τελευταίους καιρούς, η λυρική που φάνηκε αργότερα και τα ελάχιστα υπερρεαλιστικά κείμενα, έδειξαν ότι η πεζογραφία μας προβληματίζεται και αυτή αναζητώντας το νέο της δρόμο. Γι αυτή όμως χρειαζόταν ένα μεγαλύτερο χρονικό μήκος για να φανερώσει τους ώριμους καρπούς, το διάστημα της δοκιμασίας υπήρξε πολύ σύντομο και δεν άφησε να παρουσιάσει τίποτε σχεδόν το οριστικό. Στο μεταξύ και αυτή αντιμετώπισε ζήτημα ριζών και μια κατηγορία πεζογράφων ζήτησε στην ελληνική ιστορία τους μύθους που εύρυναν τον ορίζοντά της….» Και αναφέρεται ο Αργυρίου στους Παντελή Πρεβελάκη, Θανάση Πετσάλη-Διομήδη, Μ. Καραγάτση, Α. Αγγελόγλου, Α. Κοββατζή, Γ. Μαυροειδή, την Μ. Μητροπούλου, τον Ν. Νικολαϊδη, τον Μ. Λουντέμη, τον Στρατή Τσίρκα, την Κατίνα Παπά, τον Λουκή Ακρίτα και άλλους.
Τέλος, στον χώρο των μελετών αναφέρει τους Μ. Παπαϊωάννου, τον Μ. Χατζηδάκη, τον Ιωάννη Κακριδή, τον Β. Φράγκο και άλλους. Και κλείνοντας την γενική πληροφοριακή αυτή ανασκόπηση του 1948 ο Αργυρίου, κάνει λόγο και για το βιβλίο του Σωτήρη Πατατζή, «Μεθυσμένη Πολιτεία», και το βιβλίο της Μαργαρίτας του ποιητή Νικηφόρου Βρεττάκου, αναφέροντας ότι «σε μια εποχή που αδιαφορεί για το πνεύμα τουλάχιστον όσον οι χειρότερες περίοδοι του έστω, πολιτισμού».
    Όπως βλέπουμε από την γενική αυτή ανασκόπηση του Αλέξανδρου Αργυρίου, πάρα πολλά ονόματα από αυτά που αναφέρονται διασώθηκαν μέχρι των ημερών μας, άλλα λησμονήθηκαν, και ορισμένα από αυτά μας έδωσαν αξιόλογους εκδοτικούς καρπούς και στο χώρο του δοκιμίου κυρίως. όπως ο Γιάννης Δάλλας, ακόμα ο ποιητής Μίλτος Σαχτούρης που είχε μια ισχυρή παρουσία στο χώρο της ποίησης, ο Μανώλης Αναγνωστάκης που άφησε τα ίχνη του και πέραν των ορίων της συμπρωτεύουσας, ο Γιώργος Θέμελης με την σημαντική ποιητική δουλειά του, ο Γιώργος Βαφόπουλος με τις μελέτες και τις αναμνήσεις του, ο σημαντικός και αυθεντικός έλληνας υπερρεαλιστής ποιητής Νάνος Βαλωρίτης που εξακολουθεί να δημιουργεί ακόμα-και ευτυχώς- και άλλοι. Ο μελετητής ξεχωρίζει τόσο τους ποιητές όσο και τους πεζογράφους σε δύο κατηγορίες, τους παραδοσιακούς και τους νεότερους που ακολουθούν διαφορετική ρυθμολογία στους στίχους τους, που περιγράφουν άλλες ιστορικές και  κοινωνικές παραστάσεις μέσα στο έργο τους και αναζητούν νέους δρόμους για να εκφράσουν τις ευαισθησίες, τα όνειρά τους και τα κοινωνικά τους οράματα. Αξίζει να μνημονεύσουμε και την μνεία που κάνει στην γυναικεία παρουσία, όχι μόνο στο χώρο της ποίησης όπως είναι η Ζωή Καρέλλη αλλά και στον πεζό λόγο, αναφέροντας την σημαντική Κατίνα Παπά και άλλες γυναικείες φωνές.
    Ας δούμε τώρα εν τάχει τα περιεχόμενα του «Λογοτεχνικού Ημερολογίου» όπως αναφέρονται στις δύο τελευταίες σελίδες των περιεχομένων του.
Άγγελος Σικελιανός, Το τραγούδι του Μιχαήλ, ποίημα
Α. Θέρος, Στο Μέσαγρο στην Αμπολή, ποίημα.
Β. Ρώτα, Απ’ το ολάνοιχτο παράθυρο, ποίημα.
Χ. Νάτσιου, Ναρκισσισμός, γλυπτό.
Τ. Κ. Παπατζώνης, Το νησί του θησαυρού, εντυπώσεις.
Γ. Κόλλια, Το όνειρο δεν πέθανε, ποίημα.
Γ. Σταμπολή, Στοχασμοί για το Θεό και τη Φύση.
Χ. Γαννιάρη, Σε ένα παιδί, ποίημα.
Γ, Τρίκκη, Τ’ όμορφο όνειρο, λυρική πρόζα.
Φ. Γιοφύλλη, Αξιοπρέπεια, ποίημα.
Ν. Βρεττάκος, ο κορυδαλός του πρωινού, ποίημα.
Γ. Κοτζιούλας, Ηπειρώτικο Μοιρολόι για το ξεκοίλιασμα ενός Γερόγυφτου.
Γ. Σημηριώτης, Τι νάταν;-Ευτυχία, ποιήματα.
Ι. Μόραλης, Προσωπογραφία, ζωγραφική.
Έλλης Παπαδημητρίου, Εξιστόρηση, ποίημα.
Μίχου Κάρη, Τότε, δίχως Φεγγάρι…, διήγημα.
Πάνου Σπάλα, Η νιότη της Μαρίας, ποίημα.
Αν. Μαυρικίου, Το παιδί της κατοχής.
Τίλλας Μπαλή, Στο ακρότατο σύνορο, ποίημα.
Ιφ. Λαγανά, Ακουαρέλλα.
Σ. Σπαθάρη, Παλιές Αναμνήσεις, απομνημονεύματα.
Ι. Σπυρόπουλου, Λαϊκή Αγορά,
Κ. Ντάκου, Μπόρα.
Ν. Σφυρόερα, Η πείνα, ποίημα.
Τ. Βουρνά, Ο Μαρίνος Παπαδόπουλος-Βρεττός και το Εθνικόν του Ημερολόγιον, μελέτη.
Χ. Κουρσάρε δωδεκάχρονε, ποίημα
Τ. Σιωμόπουλου, Όνειρο, ποίημα.
Α. Βερβενιώτη, Huberd Pernot, μελέτη.
Νότη Ρυσσιανού, Οι μάντισσες, διήγημα.
Κ. Μαρκίνα, Οι Νεκροί μας, ποίημα.
Γ. Πολιτάρχη, Η γυναίκα, διηγήμα.
Βάσως, Ξυλογραφία.
Φ. Δέλφη, Ηλιόλουστη, θερμή μεσόγειος.
Βαν Γκόγκ, ο άνθρωπος μπρος στην αιωνιότητα.
Τ. Τσιάκου, Τέλος-Λεύκα, ποιήματα.
Α. Περαστικού, Ταξίδι στον Ακροπόταμο, εντυπώσεις.
Φ. Κατσίπη, Στροφές, ποίημα.
Κ. Καμπάνη, Ανοιξιάτικες Ώρες, ποίημα.
Δ. Γαλάνης, Το παιδί, σχέδιο.
Κ. Αλέπη, Πως γίνεται να σε αγαπώ-Για την αγάπη της δύναμης, ποιήματα.
Χ. Ρωμανού, Χριστούγεννα στο τρελλοκομείο, διήγημα.
Γ. Τσουκαλά, Αγάπη, ποίημα.
Σ. Χατζημιχελάκη, Εγκατάλειψη, διήγημα.
Γ. Σαραντή, Το τραγούδι των ταπεινών, ποίημα.
Τ. Βρεττάκου, Νεκρή Φύση.
Η. Μάλλωση, Η Νοσταλγία της Ψυχής, ποίημα.
Ν. Μουσούρη, ο Ανέκδοτος Συγγραφέας, διήγημα.
Στέλιος Γεράνης, Ρυθμός Γαλήνης, ποίημα.
Γ. Βερβενιώτη, Ιωάννης Λάσκαρις, μελέτη.
Α. Τσιριμπέα, Πύρινη Ρομφαία, ποίημα.
Σ. Δούκα, Οι Βιβλιοθήκες των Μοναστηριών, μελέτη.
Ν. Δασκαλόπουλου, Η κόρη του Αλετριού, ποίημα.
Γ. Γαβαλά, Νεκρή πολιτεία, ποίημα.
Σ. Πατατζή, Το Παιδί, διήγημα.
Γ. Γρηγόρη, Περιπλάνηση, ποίημα.
Λ. Παυλίδη, Ελεγείο σε αγαπημένο ποιητή, ποίημα.
Κ. Ζαμπαθά, Δε μαραθήκανε τα τριαντάφυλλα, διήγημα.
Π. Μελτέμη, Νηρηϊδες, ποίημα.
Γ. Φλιάσιου, Θρύλοι, ποίημα.
Ν. Σταυρόπουλου, Αναμνήσεις της Αυγής, διήγημα.
Ρενουάρ, η πηγή, πίνακας.
Φ. Ανατολέα, Τιτανική Συμφωνία, ποίημα.
Γ. Κότσιρα, Πλατεία Συντάγματος, ποίημα.
Π. Ντάλα, η αυτοκτονία της Γιουλίσκα, ποίημα.
Α. Λημναίου, Κεφαλή κόρης.
Α. Ζ. Βάρδη, Η Μπάμπω η Μαριούλα, ποίημα.
Χ. Γ. Ανυφαντή, Απόψε, ποίημα.
Ρ. Μανθούλη, Γιορτή, ποίημα.
Γιαν. Σπανόπουλου, Ελεγείο, ποίημα.
Γ. Δάλλα, Βρέχει, ποίημα.
Ειρ. Δανοπούλου, Ο Καντηλανάφτης, διήγημα.
Σ. Τζουβέλη, Πάρνηθα, ποίημα.
Κ. Χατιάδη, Η κυρά Σοφία, ποίημα.
Β. Λιάσκα, Εσπερινή σημαία, Λυρική πρόζα.
Α. Αργυρίου, Το Λογοτεχνικό σαρανταοχτώ, ανασκόπηση.
    Όπως βλέπουμε, η ύλη του περιοδικού είναι πολυποίκιλη και αρκετά ενδιαφέρουσα και αγγίζει τα όρια των πιο προοδευτικών περιοδικών της εποχής του. Συνεργάτες του είναι τόσο οι παραδοσιακοί συγγραφείς όσο και οι νεότεροι-τότε-δημιουργοί που στα κατοπινά χρόνια άφησαν σημαντικό συγγραφικό ίχνος. Υπερτερεί ο ποιητικός λόγος και το διήγημα, χωρίς να λείπουν και οι σχετικές μελέτες. Τα Απομνημονεύματα του Ευγένιου Σπαθάρη νομίζω ότι παρουσιάζονται για πρώτη φορά αν δεν κάνω λάθος. Η μελέτη του Στρατή Δούκα  για τις Βιβλιοθήκες των Μοναστηριών είναι επίσης ενδιαφέρουσα.. Από την περιοχή του Πειραιά συμμετέχουν ο συγγραφέας Πάνος Σπάλας, ο πεζογράφος Γιώργος Μ. Πολιτάρχης, η ποιήτρια Τούλη Βρεττάκου και ο ποιητής και κριτικός Στέλιος Γεράνης. Σημαντικές δημιουργικές φωνές του Πειραϊκού χώρου, με παρουσία στον ποιητικό λόγο, τον πεζό και τον δοκιμιακό. Οι κριτικές του ποιητή Στέλιου Γεράνη από όσο γνωρίζω δεν έχουν καταγραφεί. Η γυναικεία φωνή αντιπροσωπεύεται από την ποιήτρια Τίλλα Μπαλή, την δοκιμιογράφο Έλλη Παπαδημητρίου και άλλες. Έλληνες και Ξένοι εικαστικοί κοσμούν τις σελίδες του Ημερολογίου. Από τους ξένους, έχουμε τον Ρενουάρ και τον Βαν Γκογκ. Ο ιστορικός και κριτικός Τάσος Βουρνάς, γράφει μια ιστορική μελέτη αρκετά ενδιαφέρουσα. Το περιοδικό χωρίς να ανήκει στην αριστερή θα γράφαμε παράταξη, δημοσιεύει κείμενα πολλών αριστερών δημιουργών, τα οποία όμως δεν χρωματίζουν ιδεολογικά το ύφος του Ημερολογίου, αντίθετα, το εμπλουτίζουν δίνοντάς του μια ευρύτερη καλλιτεχνική προοπτική. Δεν κινείται θέλω να πω, μέσα στα «στενά» ιδεολογικά όρια που έχει η «Επιθεώρηση Τέχνης», ή οι «Πρωτοπόροι» για να μείνω σε δύο μόνο από τα αριστερής ιδεολογίας έντυπα. Ο διηγηματικός ακόμα λόγος αντιπροσωπεύεται με υποφερτά κείμενα..
    Μεγάλη η βεντάλια του ποιητικού και του πεζού λόγου του Ημερολογίου για την εποχή του, με σύγχρονες συμμετοχές της πνευματικής και καλλιτεχνικής ζωής του τόπου. Πρόσωπα που διακρίθηκαν στον τομέα τους και στην πνευματική τους δημιουργία., πρόσωπα που τα ίχνη τους τα συναντάμε και σε άλλα έντυπα της εποχής τους και μεταγενέστερα.
Δεν θέλησα να αναφέρω δείγματα του ποιητικού, του διηγηματικού ή του δοκιμιακού λόγου που μου άρεσαν καθώς μελετούσα το «Λογοτεχνικό Ημερολόγιο 48» γιατί πίστευα ότι όφειλα να μην ξεχωρίσω τα κείμενα, ανεξάρτητα από την «αξία τους», και να μην διαχωρίσω τους συγγραφείς σε αυτούς που ακόμα τους θυμόμαστε και σε αυτούς που τους έχουμε λησμονήσει, άλλου είδους μελέτες για τα Ημερολόγια, θα απαιτούσαν μια διαφορετική κριτική αντιμετώπιση και αναφορά.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη γραφή, σήμερα, Σάββατο, 18 Απριλίου 2015
Πειραιάς, Σάββατο, 18 Απριλίου 2015