Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2021

ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ROGER MILLIEX

 

          Ε Λ Λ Η Ν Ο Γ Α Λ Λ Ι Κ Α

ΑΦΙΕΡΩΜΑ  ΣΤΟΝ  ROGER  MILLIEX

MELANGES OFFERTS ‘A ROGER MILLIEX POUR SES CINQUANTE ANNEES DE PRESENCE GRECQUE.

ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ, Αθήνα 1990, σελίδες 808. Το κλαδί συκιάς (σινική μελάνη) που κοσμεί το εξώφυλλο είναι ένα έργο του Νίκου Χατζηκυριάκου Γκίκα σχεδιασμένο για το αφιέρωμα στον Roger Milliex. Μακέτα εξωφύλλου Αλέξανδρος Ίσαρης. Ο τόμος στοιχειοθετήθηκε και φωτογραφήθηκε σε 1000 αντίτυπα τον Σεπτέμβριο του 1990 στο τυπογραφείο του Άγγελου Ελευθερίου. Διαστάσεις 17,5Χ24. Ο τόμος εκδόθηκε με την οικονομική ενίσχυση του ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ και προεγγραφές συνδρομητών. σημερινή τιμή 10,14 ευρώ.

               Ο Φ Ε Ι Λ Η

     Έχουν συμπληρωθεί πενήντα χρόνια διαρκούς παρουσίας και ακαταπόνητης δραστηριότητας του Roger Milliex  στον ελληνικό χώρο. Το γόνιμο και ευεργετικό ενδιαφέρον του για τον ελληνισμό δεν περιορίστηκε στην κυρίως Ελλάδα, αλλά άφησε βαθιά ίχνη και στην Κύπρο, όπου υπηρέτησε για δώδεκα χρόνια. Μέσα σε δύσκολους καιρούς και αντίξοες συνθήκες, όπως το 1940-1941, και την Κατοχή, ο Roger Milliex αγωνίστηκε σαν γνήσιος Έλληνας στο πλευρό των ανθρώπων του τόπου μας. Η ενεργότατη συμμετοχή στα κοινά, η ευαισθησία, η γνώση και το αδιάπτωτο ενδιαφέρον του για τα ελληνικά πράγματα και για την επικοινωνία της γαλλικής με την ελληνική παιδεία καθιστούν ασφυκτικό για την περίπτωση του τον όρο του «φιλέλληνα».

     Ο τιμητικός αυτός τόμος αποτελεί παλαιά οφειλή της Εταιρείας προς τον  Roger Milliex. Τόσο ο ίδιος όσο και η άξια σύντροφός του Τατιάνα, υπήρξαν από τους πρώτους που ενθάρρυναν τη δημιουργία της Εταιρείας μας και περιέβαλαν το Ε.Λ.Ι.Α. με την εμπιστοσύνη τους, παραχωρώντας το προσωπικό του αρχείο, που συνεχώς εμπλουτίζεται με νεότερες προσφορές τους. Το αμείωτο ενδιαφέρον τους για τις δραστηριότητες της Εταιρείας μας εμπνέει, τροφοδοτεί και τιμά τις προσπάθειές μας.

     Η Εταιρεία Ε.Λ.Ι.Α. αισθάνεται ιδιαίτερη συγκίνηση που μπορεί σήμερα να αποδείξει εμπράκτως την οφειλή της προς το ζεύγος Milliex. «Ανδρών αγαθών έργω γενομένων, έργω και δηλούσθαι τάς τιμάς». Ο τιμητικός τόμος που παρουσιάζουμε σήμερα αποτελεί την ελάχιστη δημόσια αναγνώριση ενός έργου ζωής και ένα μικρό δείγμα της ευγνωμοσύνης μας.

                            ΜΑΝΟΣ  ΧΑΡΙΤΑΤΟΣ

 

       Ο πλούσιος σε ύλη και ογκώδης αφιερωματικός τόμος ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΑ, είναι μια ελάχιστη οφειλόμενη προσφορά σε έναν φιλέλληνα-έλληνα που ανάλωσε την ζωή του για το καλό της ελλάδας και του ελληνικού λαού. Υπήρξε ένας φάρος προσφοράς και προβολής της Ελλάδος στην Γαλλία. Μια πλατφόρμα επικοινωνίας και συνομιλίας Ελλήνων και Γάλλων σε περιόδους δύσκολους ιστορικά και για τους δύο λαούς. Καθηγητές, φοιτητές, στοχαστές, φιλόσοφοι, διανοούμενοι, συγγραφείς, ποιητές, ανθρώποι της τέχνης και του πολιτισμού και από τις δύο χώρες, πανεπιστημιακοί, ιστορικοί αντιστασιακοί και εξόριστοι ήρθαν κοντύτερα, αγωνίστηκαν από κοινού ενάντια στον φασισμό και τον ξένο κατακτητή. Ο Ροζέ Μιλλιέξ άνοιξε τα πνευματικά του σύνορα και έστησε γέφυρες μεταξύ Ελλάδος και Γαλλίας όχι μόνο στα δύσκολα και σκοτεινά χρόνια της Κατοχής αλλά, και στα κατοπινά χρόνια. Το ζεύγος Ροζέ και Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιέξ στάθηκαν μια ανοικτή και φιλόξενη πρεσβεία επικοινωνίας μεταξύ των δύο χωρών. Να προσθέσουμε, ότι στο αγωνιστικό και αντιστασιακό αυτό «πανηγύρι» προσέγγισης των δύο λαών συνέβαλαν και γάλλοι λόγιοι και διανοούμενοι όπως ο ποιητής Πώλ Ελυάρ, ο συγγραφέας και πολιτικός Αντρέ Μαρλώ, στις νεότερες δεκαετίες η γαλλίδα ακαδημαϊκός και λάτρης της αρχαίας λυρικής ποίησης Μαργαρίτα Γιουρσενάρ, η δασκάλα και σημαντική ιστορικός Ζακελίν ντε Ρομιλλύ, και άλλες επιφανείς προσωπικότητες των γαλλικών γραμμάτων. Κατά την περίοδο του πολέμου και της κατοχής και των χρόνων του εμφύλιου σπαραγμού και της επταετίας, εκατοντάδες έλληνες και ελληνίδες, (προερχόμενοι από τον χώρο της αριστεράς κυρίως, κυνηγημένοι, εξόριστοι), νέοι και νέες, φοιτητές, καλλιτέχνες και συγγραφείς βρήκαν φιλόξενο καταφύγιο στην πόλη του φωτός. Η Γαλλία τους δέχτηκε, τους περιέθαλψε, τους βοήθησε να ορθοποδήσουν, να σπουδάσουν και να σταδιοδρομήσουν επαγγελματικά σε διάφορους τομείς της επιστήμης και της παιδείας. Τους έκανε καθηγητές στις πανεπιστημιακές της σχολές, ηθοποιούς στις θεατρικές της σκηνές, παραγωγούς στους τηλεοπτικούς της δέκτες. Νίκος Σβορώνος, Ελένη Γλύκατζη- Αρβελέρ, Ροβήρος Μανθούλης, Κώστας Ζουράρης, Ιάνης Ξενάκης, Γιάννης Τσαρούχης, Νίκος Αλιάγας, Βασίλης Βασιλικός, Μελίνα Μερκούρη, Νίκος Πουλαντζάς, Κορνήλιος Καστοριάδης, Κώστας Αξελός, Κώστας Παπαϊωάννου, Μιμίκα Κρανάκη, Ανδρέας Φραγκιάς, Κώστας Γαβράς, Μέμος Μακρής, (βλέπε και το Μέμος Μακρής, "Αγαπητή Τατιάνα.. Επιστολές στην Τατιάνα Γκρίτση- Μιλλιέξ, εκδ. Ίκαρος 2003) Νίκος Καζαντζάκης και μια πλειάδα γνωστών μας ελλήνων και ελληνίδων, κατοίκησαν και σταδιοδρόμησαν στην χώρα του Φωτός και των Τεχνών, του Ουμανισμού και Διαφωτισμού, της Γαλλικής Επανάστασης και της Ναπολεόντειας νομοθεσίας, του Μάη του 1968 και του στρατηγού Ντε Γκωλ. Η Γαλλία υπήρξε πάντα μια σταθερή φίλη χώρα. Και το εδώ κεντρικό και τα παραρτήματα του Γαλλικού Ινστιτούτου φυτώρια πολιτισμού και παιδείας.

     Ο δίγλωσσος πολυσέλιδος Αφιερωματικός Τόμος χωρίζεται σε τέσσερεις ενότητες. Α΄ ενότητα: Οφειλές και οι Ευχαριστίες από τον εκδότη Μάνο Χαριτάτο, βραβευμένους γνωστούς μας ποιητές, Γιάννη Ρίτσο, Νικηφόρο Βρεττάκο, Μίλτο Σαχτούρη, που αφιερώνουν ποιήματά τους στον Μιλλιέξ. Του νομπελίστα Οδυσσέα Ελύτη που κεντά την προσωπικότητά του ανιδιοτελούς και ανεκτίμητης αξίας αυτού φιλέλληνα. Του τότε προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Γιώργου Βασιλείου, του θεατρικού συγγραφέα Γιώργου Σεβαστίκογλου, ο ποίος υπογράφει το «Γαλλικό Ινστιτούτο στα χρόνια της Κατοχής», του ιστορικού της ελληνικής λογοτεχνίας και του ελληνικού διαφωτισμού Κωνσταντίνου Θ. Δημαρά, του πειραιώτη δοκιμιογράφου και διευθυντή του περιοδικού «Νέα Εστία» Ευάγγελου Ν. Μόσχου και άλλων ελλήνων και ξένων συγγραφέων. Β΄ ενότητα: περιλαμβάνει τον κύριο όγκο των ελληνόγλωσσων και γαλλόφωνων δημοσιευμάτων. Μικρά ή εκτενή κείμενα και ανακοινώσεις, παλαιότερες επεξεργασμένες ομιλίες, τα οποία όπως είθισται σε έναν αφιερωματικό τόμο, δεν αναφέρονται απαραίτητα όλα στον τιμώμενο. Πολλά από τα κείμενα και τα ποιήματα είναι αφιερωμένα στον Roger Milliex. Δημοσιεύσεις πολυποίκιλες οι οποίες διερευνούν και εξετάζουν λογοτεχνικά, ιστορικά, επιστημονικά, γλωσσικά, ζητήματα του ελληνικού και ευρωπαϊκού διαφωτισμού. Θεμάτων της ελληνικής ποίησης και πεζογραφίας. Ενώ δεν λείπουν και τα κείμενα που αναφέρονται σε γάλλους φιλοσόφους και ποιητές. Όπως το κείμενο του Νάσου Δετζώρτζη για το ποίημα του φιλέλληνα Πωλ Ελυάρ, «Το ποίημα του Paul Eluard Μήγαρις έχω άλλο στο νου μου». Σημειώνει ο Δετζώρτζης: «Όταν, εδώ και κάμποσον καιρό, μου έγινε η τιμή να μου προταθεί να λάβω μέρος σ’ ένα Αφιέρωμα στον Roger Milliex, σκέφτηκα ότι η πιο adequate συμμετοχή μου θα  ήταν η δημοσίευση στον τιμητικό αυτό τόμο, με ορισμένες βέβαια αναπροσαρμογές, μιας ομιλίας μου στην Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας της Σχολής Μωραϊτη. Και τούτο γιατί η ομιλία αυτή αναφερόταν σε μια παλιά ιστορία, που είχε στο αρχικό της ξεκίνημα τον ίδιο τον Roger Milliex, και σημαδιακή κατάληξή της κάτι το απόλυτα συνάδον με την προσωπικότητά του: τη δημοσίευση σε ελληνική μεταγραφή, υπό γερμανική κατοχή, την 1ην Απριλίου 1943, ενός εγερτήριου ποιήματος του Paul Eluard, που είχε φτάσει λαθραία στα χέρια του Milliex αφού είχε συνεπάρει, με την ερωτική του δοξολόγηση της Ελευθερίας, την κατεχόμενη Ευρώπη…». Της καθηγήτριας και συγγραφέως Σόνιας Ιλίνσκαγια-Αλεξανδροπούλου, η οποία μας παρουσιάζει στο πεντασέλιδο περιεκτικό και ωραίο κείμενό της τις τρείς κορυφαίους μορφές της ελληνικής ποίησης: «ΚΑΒΑΦΗΣ-ΒΑΡΝΑΛΗΣ-ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ. ΤΡΙΑ ΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΡΕΑΛΙΣΜΟ (δεκαετία του ’20)».  Γράφει η Ιλίνσκαγια: «Η συσχέτιση των ονομάτων Καβάφης, Βάρναλης, Καρυωτάκης, το ξεχώρισμά τους απ’ το λογοτεχνικό σύνολο, η αναφορά σ’ αυτούς σχετικά με κάποιο κοινό παρανομαστή έχουν γίνει πολλές φορές και από πολύ παλιά. Είναι, θα έλεγα, πια ένας κοινός τόπος. Ας μνημονεύσουμε πρόχειρα τον Ι. Γρυπάρη που επισήμανε τον αντιπροσωπευτικό για την εποχή εκείνη χαρακτήρα του έργου τους. Η λ.χ. τον Μ. Λαμπρίδη με τη μελέτη του του Il gran Rifiuto (Καβάφης-Βάρναλης-Καρυωτάκης και η παρακμή). Σημεία κοινής αναφοράς είναι πάμπολλα, οι δυνατότητες μιας συγκριτικής ανάλυσης απεριόριστες και πολύ γόνιμες για την έρευνα.». Και συνεχίζει η μελετήτρια, «Η δική μας προσπάθεια θα στραφεί σε κάποια στοιχεία μεθοδολογίας των τριών ποιητών που μας επιτρέπουν, όπως ελπίζω, να μιλήσουμε για τη μετατόπισή τους προς το ρεαλισμό-μια κίνηση πρωτοποριακή όχι μόνο για τον Καβάφη που σαφώς προηγήθηκε από τις αρχές κιόλας του 20ου αιώνα, αλλά και για τον Βάρναλη και τον Καρυωτάκη που την έκαναν ο καθένας με δικό του τρόπο στον δημιουργικό χώρο. Στη δεκαετία του ’20 οι αναζητήσεις τους σε πολλά σημεία συμπορεύονται εκφράζοντας έτσι μια επιτακτική ανάγκη της ελληνικής λογοτεχνικής ζωής. Άλλωστε σ’ αυτό ακριβώς το στάδιο στην Ελλάδα γίνονται αρκετά σημαντικά βήματα προς αναγνώριση και κατανόηση της προδρομικής ποίησης του Καβάφη».  Για τον μαρξιστή ποιητή Κώστα Βάρναλη και ιδιαίτερα την ποιητική του σύνθεση «Η Μάνα του Χριστού» μας μιλά ο Γιώργος  Γ. Αλισανδράτος: «Η «ΜΑΝΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ» ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΒΑΡΝΑΛΗ» ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ. Μας λέει ο Αλισανδράτος: «Το θέμα των εμπνεύσεων και των κοινωνικών αυτών συμβόλων του Βάρναλη πρέπει να αποτελέσει κάποτε αντικείμενο ειδικής μελέτης, που θα έχει να προσφέρει πάρα πολλά στη διερεύνηση της ποιητικής και του όλου έργου του ποιητή των «Μοιραίων». Τέσσερεις φορές ο Χριστός αποτελεί κύριο θέμα στην ποίηση του άπιστου Βάρναλη: στο πρώτο μέρος του Φωτός που καίει, σε αντιπαράθεση με τον Προμηθέα δεσμώτη-είναι και οι δυό σταυρωμένοι, ο ένας στον Καύκασο και ο άλλος στο Γολγοθά-, στη «Μάνα του Χριστού» και στη «Μαγδαληνή», πάλι στο Φώς που καίει, και στους «Πόνους της Παναγιάς» στους Σκλάβους Πολιορκημένους (1927). Περιορίζομαι σήμερα στη «Μάνα του Χριστού», που είναι, το πιο συγκλονιστικό και το πιο παγκόσμιο ποίημα του Βάρναλη-πρόκειται για τη μάνα του αγωνιζόμενου ανθρώπου, τη μάνα του πόνου και του πάθους, η Εκάβη του Ευριπίδη είναι η  μάνα του πολέμου-και προσφέρω το φιλολογικό μου αυτόν έρανο για την ερμηνεία του». Οι σκέψεις του φιλόσοφου και διαφωτιστή Μοντεσκιέ, «Σκέψεις του Montesquieu επί της τεχνικής της καταρτίσεως των νόμων» εξετάζονται από τον Δημήτρη Κόρσο, ενώ ο Γιάννης Αγγέλου, γράφει το κείμενο, «ο Βολταίρος και οι Έλληνες λόγιοι του 18ου αιώνα». Αναφέρει μεταξύ άλλων ο Αγγέλου: «Δεν είναι πια ο Φρανσουά Μαρία Αρουέ, ο επονομαζόμενος Βολταίρος, είναι ολόκληρη σχολή, οι αθεϊστές μαθητές του, που τον ακολουθούν, του βολταιριανισμού η σκωπτική, δηλαδή άρνηση του θρησκευτικού φανατισμού, η αδιάλλακτη κριτική της Βίβλου, η αντιπαράθεση προς το ιερατείο, που απαιτεί να ασκεί και κοσμική εξουσία. Κι ο Βολταίρος είναι ο αρχηγός αυτής της σχολής. Έτσι σύντομα, αφού πρώτα οι Έλληνες λόγιοι της εποχής επικοινωνήσουν με τις ιδέες του, θα τον συγκαταλέξουν, κι αυτός ακόμα ο Ευγένιος Βούλγαρης, ο πρώτος μεταφραστής του, ανάμεσα στους «αναιδείς, φλύαρους και άθεους Φραγκομασώνους». Κι ωστόσο ο πόλεμος αυτός κατά του βολταιριανισμού, και προσωπικά και του Βολταίρου, θα περάσει από διάφορες φάσεις. Ο Βολταίρος είναι ήδη αγαπητός στους Έλληνες, που βρίσκονται κάτω από τον τούρκικο ζυγό. Σε επιστολή του προς τη Μεγάλη Αικατερίνη, που διαπραγματεύεται να υπογράψει συμφωνία ειρήνης με την Τουρκία, θα της γράψει, ανάμεσα στα άλλα, και τα παρακάτω: «Εάν κάμετε ειρήνην τί θα απογίνουν οι δυστυχείς μου Έλληνες;» Η στάση του αυτή θα υποχρεώσει την Αικατερίνη να παραδεχθεί ότι: «ο αντιπολεμικός Βολταίρος μεταβάλλεται, χάριν των Ελλήνων, σε φιλοπόλεμο».  Ο ιστορικός Τάσος Βουρνάς, εξετάζει την «Η πολιτική σαν κοινωνιολογική έννοια στη φιλοσοφία του νεοελληνικού διαφωτισμού». Το εικοσασέλιδο κείμενο χωρίζεται στα εξής κεφάλαια: 1. Η προϊστορία και η πρώτη μνεία της πολιτικής υπό την σημερινή της έννοια». 2. «Οι πρώτες ρίζες μιάς σύγχρονης έννοιας». 3. «Ο διασκευαστής Χριστόδουλος Ευσταθίου ο Ακαρνάν». 4. «Το ιερατείο αντιδρά». 5. «Ένας μαχητής ιδεών». 6. «Οι κατήγοροι». 7. «Πρόδρομος της ‘Ελληνικής Νομαρχίας’». 8. «Το Αθωνικό χειρόγραφο». 9. «Η πρώτη μελέτη για την πολιτική». Διαβάζουμε το «Η Ποιητική του Πλάτωνος στον Διάλογο ‘Φαίδρος’» του Κωνσταντίνου Ι. Δεσποτόπουλου, στο οποίο διερευνώνται οι απόψεις και οι θέσεις του αρχαίου φιλοσόφου, του φιλόσοφου των φιλοσόφων Πλάτωνα, για την Ποίηση και την αυστηρή και ορισμένες φορές απόλυτη αρνητική κριτική του για αυτήν.  Έχουμε κείμενα ειδικού και ξεχωριστού ενδιαφέροντος όπως του Άγγελου Αγγελόπουλου, «Η Πυρηνική Ενέργεια παράγοντας προσέγγισης καπιταλισμού και κομμουνισμού»  Το μελέτημα προέρχεται από το βιβλίο του “LAtome unira-t-il le monde?   Aspects econommiquees, sociaux et politiques”, Paris 1956. Το βιβλίο μεταφράστηκε σε διάφορες ευρωπαϊκές γλώσσες. Στα ελληνικά από την Μαρία Σβώλου με τίτλο «Η Ατομική Ενέργεια, Οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές απόψεις» και κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Δίφρος, Αθήνα 1957. Μοναχικό στέκει το δυσκολοδιάβαστο ακόμα και σήμερα κείμενο αφιερωμένο στον Ροζέ Μιλλιέξ του πεζογράφου, ψυχιάτρου και μεταφραστή Γιώργου Χειμωνά, «Συγκριτική Νευροψυχολογία. Η Νευροψυχολογική Διαφοροδιάγνωση Ψυχιατρικών και Νευρολογικών Νόσων». Κείμενο ιδιαίτερης αξίας αλλά μάλλον ίσως, να βρίσκονταν σε άλλον τόμο. Κατάθεση των περί οντολογίας σκέψεών του, διαβάζουμε από τον φιλόσοφο και θεολόγο Χρήστο Γιανναρά, στο «Έναυσμα περι-γραφής μιάς «κριτικής οντολογίας». Ευχάριστα διαβάζεται το κείμενο του Θάνου Κωνσταντινίδη για τον πεζογράφο-ορειβάτη Ανδρέα Καρκαβίτσα, με τις ωραίες περιηγητικές περιγραφές του, «Ο Ανδρέας Καρκαβίτσας στην κορυφή του Κισσάβου», άρθρο αφιερωμένο στον ορειβάτη, δάσκαλο και συγγραφέα Ροζέ Μιλλιέξ. Το άρθρο συνοδεύεται με επαρκή Βιβλιογραφία τεσσάρων σελίδων σχετικά με την ορειβασία και τις αναβάσεις στα ελληνικά βουνά. Ξεχωρίζουμε την εργασία της Ρίτσας Φράγκου-Κικίλια, «Ο Καζαντζάκης και η Γαλλία» στην οποία επισημαίνονται, «κατά το δυνατόν-οι «εξωτερικές» σχέσεις Καζαντζάκη- Γαλλίας και να χρησιμοποιηθούν ως βοήθημα για όποιον θα ήθελε να ασχοληθεί  ειδικότερα». Του γεννημένου στον πειραιά δημοτικιστή και λεξικογράφου Εμμανουήλ Κριαρά κείμενο (το οποίο στηρίζεται σε προγενέστερη ομιλία του καθηγητή στη Λευκωσία και τη Λάρνακα της Κύπρου, 1986), «Η Νέα Ελληνική στα κείμενα της ελληνικής γραμματείας από τον ενδέκατο αιώνα έως τις μέρες μας». Γενναία πάντα η προσπάθεια του καρποφόρου συγγραφικά άοκνου δημοτικιστή Κριαρά ο οποίος με σεμνότητα γράφει: «Κλείνοντας το κείμενό μου αυτό έχω τη συναίσθηση ότι μόνο περιορισμένα στοιχεία μπόρεσα να παρουσιάσω. Γι’ αυτό αμφιβάλλω αν έδωσα στον αναγνώστη μου σαφή εικόνα των προσπαθειών της ελληνικής διανόησης και των Ελλήνων λογοτεχνών και άλλων συγγραφέων για να δώσουν στο Έθνος ένα αξιόλογο γραπτό λόγο. Δυσάρεστο πάντως είναι ότι εξαιτίας της καθυστερημένης παιδείας μας πολλοί σήμερα δεν κατορθώνουν να το χρησιμοποιήσουν όπως επιβάλλεται. Όμως το γραπτόν αυτό λόγο έχομε χρέος να τον αγαπήσομε και να τον σεβαστούμε προάγοντάς τον σε λαμπρό εργαλείο πολιτιστικής δραστηριότητας». Το ερευνητικό κείμενο του ιστορικού της ελληνικής λογοτεχνίας Αλέξανδρου Αργυρίου, «Ένα ανεξόφλητο χρέος» μας εξομολογείται τα της προσωπικής του επαφής με τον Μιλλιέξ: «Αν στην Ελλάδα είμαστε όλοι αυτοδίδακτοι, όπως έλεγε ο Σεφέρης, (ο οποίος βρέθηκε έστω και σε μια κρύα κάμαρη να σπουδάζει στο Παρίσι του Μεσοπολέμου), αρκετοί-έχοντας και μη έχοντας-υπήρξαν ακόμη πιο αυτοδίδακτοι, για να παραφράσω τον Όργουελ.  Κάτι μπορεί να ξέρουν όσοι έμπαιναν ή βρίσκονταν στις πρώτες τάξεις των ελληνικών γυμνασίων, όταν έλαμψε ο σκοταδισμός (λέγεται;) της δικτατορίας του 1936, και η διδασκόμενη παιδεία έγινε ακόμη χειρότερη’ βλέπεις πάντα υπάρχουν περιθώρια για το χειρότερο. Ωστόσο συμβαίνουν και μερικά τυχερά». Και συνεχίζει ο Αλέξανδρος Αργυρίου για τον «ανεκτίμητο και ανιδιοτελή φιλέλληνα Ρ. Μ. και την αγάπη του για τα ελληνικά Γράμματα. «Το 1941 που πλέον, ο Ροζέ Μιλλιέξ γίνεται υποδιευθυντής του Γαλλικού Ινστιτούτου (μετά την ανάκληση από την κυβέρνηση του Βισύ του Οκτάβ Μερλιέ), θα αναπτύξει μια αντιστασιακή δράση, η έκταση της οποίας δεν μπορεί να φανεί, από σεμνότητα, στο Ημερολόγιο και μαρτυρίες του πολέμου και της κατοχής, που δημοσιεύθηκε τόσο καθυστερημένα (το 1982) για λόγους που οφείλονται στο μεταπολεμικό πολιτικό μας κλίμα.». Ο Αλέξανδρος Αργυρίου στέκεται σε ορισμένους χαρακτηριστικούς τίτλους λογοτεχνικών περιοδικών της περιόδου εκείνης, όπως η «Νέα Εστία» η «Πνευματική Ζωή», «που ερωτοτροπούσε λίγο με το καθεστώς» (εννοεί του Μεταξά), το «Νέον Κράτος» «Δεν συζητούμε βέβαια για το Νέον Κράτος, που διηύθυνε ο Άρ. Καμπάνης (άλλη θλιβερή περίπτωση) και τη Νεολαία, τα οποία ήταν ‘ανοιχτά όργανα’, αλλά πλήρωναν καλά τους συνεργάτες τους.» σημειώνει, ενώ αμέσως μετά αναφέρεται στο περιοδικό Τα Νέα Γράμματα «υπήρξαν ένα ‘κλειστό’ περιοδικό, υπό την έννοια ότι ακολουθούσαν μια προωθημένη αισθητική γραμμή (άσχετα με τις τυχόν αλλοπροσαλλοσύνες που τηρούσε μια πτέρυγα του περιοδικού)». Ενώ για Τα Νεοελληνικά Γράμματα με διευθυντή τον Δημήτρη Φωτιάδη, σημειώνει τα εξής ενδιαφέροντα: «τα Νεοελληνικά Γράμματα, υπήρξαν ένα ‘ανοιχτό’ περιοδικό σε ποικίλα ρεύματα, και δεν έθεταν κανένα περιορισμό στη συγκρότηση της ύλης τους. Επειδή μάλιστα η μορφή τους, και η συχνότητά τους τα έφερναν σε συνεχή επαφή με το κοινό τους, η επιρροή τους ολοένα και μεγάλωνε, με αποτέλεσμα να πουλάνε τη βδομάδα 8 με 9 χιλιάδες φύλλα, αριθμοί φανταστικοί εκείνα τα χρόνια για περιοδικά ποιότητας». Για τον γενάρχη της ελληνικής ποίησης Διονύσιο Σολωμό γράφει ο ποιητής και κριτικός Γιάννης Δάλλας, βλέπε «Μουσικήν Ποίει και Εργάζου. Η σημασία και η λειτουργία του ήχου στα ώριμα ποιήματα του Σολωμού». Μια εμπεριστατωμένη πολυσέλιδη ανάλυση-χωρίζεται σε τέσσερεις ενότητες-στην οποία διερευνά τα στάδια εξέλιξης της Σολωμικής ποίησης σε σχέση πάντα όπως μας λέει και ο τίτλος την Μουσική. Γράφει: «Έτσι η σολωμική ποιητική άγγιζε και υπερακόντιζε τη λυρική ταυτότητά της. Αποχαιρετούσε τη φιλοδοξία της για σύνθεση σπονδυλωτή, έστω και με αυτόνομα επεισόδια ενός είδους-του επικού και του δραματικού- ξένου πάντως προς τη λυρική της φύση. Τη φιλοδοξία της να ντύνεται απόλυτες ιδέες σε ιστορικά και περιστατικά του περιβάλλοντος παραδεδεγμένης σχετικότητας. Και να αρχίζει μάλιστα αντίστροφα, έμμονα λαξεύοντας τις επιφάνειες των υλικών για να φτάσει κάποτε στα εσωτερικά τους σημαινόμενα. Αποχαιρετούσε, με άλλα λόγια, ο ποιητής, μια προσπάθεια μακρόχρονη, την προσπάθεια της πρώτης ωριμότητας, που είχε αφήσει πίσω του ερείπια. Τώρα, αλλάζοντας-προς το παρόν;-ακόμη και τη γλώσσα του, συνελάμβανε πυρήνες λυρικούς των ιδεών και τους σάρκωνε στη σφαίρα τους, αυτόνομα. Σε μια σφαίρα που εξ ορισμού η σχετικότητα απουσίαζε. Και πού, ορατά, στο βάθος της η Μουσική πήγαινε να ταυτιστεί με τη Φιλοσοφία: η πραγματωμένη Μουσική με τη  βιωμένη μέσα του Φιλοσοφία. Και εκεί αποσυρμένος άκουγε την εντολή και δεν έπαυε, ως την υπερώριμη πνοή και εμπνοή του, να «ποιεί» εφαρμόζοντας τη ρήση που αποτέλεσε ως πρόσχημα σπουδής, την επίστεψη του τίτλου αυτού μελετήματος. Μουσικήν ποίει και εργάζου.». Αθήνα 1983, Γιάννενα 1988.  Ακόμα, έχουμε το περί αισθητικής κείμενο των Γιώργου Ι. Μουρέλου, «Παρατηρήσεις επάνω στον ψυχολογικό και τον αισθητικό χωρόχρονο», Το σχετικά με την αρχαιογνωσία της ευρωπαϊκής παιδείας κείμενο  του Αύγουστου Μπαγιόνα, «Κλασσική αρχαιότητα, εκπαίδευση και παιδεία κατά το γαλλικό διαφωτισμό» τον αιχμηρό πάντα λόγο γραφής του Κυριάκου Σιμόπουλου, «Ένα υπόμνημα στα αυστριακά αρχεία…», το κείμενο του πάντα σεβαστού και αγαπητού μας Νίκου Σβορώνου, «Μια χειρόγραφη ανθολογία (μισμαγιά) με τραγούδια ελληνικά και τούρκικα και δύο εθνικά στιχουργήματα». Με προσοχή διαβάζεται το γλωσσολογικής υφής άρθρο του Ιωάννη Θ. Κακριδή, «Ποικίλα Ελληνικά», ενώ για τα «Τριάντα χρόνια πνευματικής φιλίας Ροζέ Μιλλιέξ και Γιώργου Θεοτοκά» μας μιλά η Ελένη Τατσοπούλου-Πολυχρονοπούλου.  Ο πεζογράφος και δοκιμιογράφος Μήτσος Αλεξανδρόπουλος, στο «Ένα σπίτι στο Λονδίνο (ΟΡΣΕΤ ΧΑΟΥΖ)», κάνει λόγο για τον ρώσο γεννημένο στην Μόσχα 25/3/1812, εξόριστου στην Ευρώπη ποιητή Αλέξανδρου Γκέρτσεν.  Και όπως μας εξομολογείται: «ήταν παλιά επιθυμία να γράψω ένα βιβλίο γι’ αυτόν τον άνθρωπο, υπαγορευμένο από το αίσθημα εκείνο που μας κάνει ν’ ανταποδώσουμε μια φιλοξενία. Τρία-τέσσερα χρόνια έζησα στη σπίτι που γεννήθηκε στη Μόσχα…». Καλογραμμένο το εξέτασης κείμενο του πεζογράφου Ανδρέα Φραγκιά, «Μαρτυρίες συνείδησης», ο οποίος αναφέρεται και εξετάζει το «Ημερολόγιο» του Ροζέ Μιλλιέξ. Γράφει ο Φραγκιάς: «Στο ημερολόγιο ένας άνθρωπος υπάρχει μέσα στα γεγονότα. Παράλληλα όμως ζει κι ένας ολόκληρος κόσμος που άλλοτε τα δέχεται και κάποτε τα δημιουργεί. Ο πόλεμος ολόγυρα και η κατοχή είναι μόνα τους το μέγιστο γεγονός. Πολλά όμως ενδιάμεσα περιστατικά ανεβάζουν τη στάθμη και είναι παράγωγα, συνέπειες, βαθμοί έντασης του μεγάλου που επιβάλλει σκληρά το αδυσώπητο μέτρο του. Έτσι, οι φαινομενικά μικρές προσωπικές και ιδιωτικές στιγμές αποκτούν αλλιώτικο νόημα, γίνονται πτυχές του κυρίαρχου και αποκτούν ξεχωριστές διαστάσεις. Μέσα στο καθολικά μεγάλο, που είναι και ιστορικά μεγάλο, διακυβεύεται η μοίρα της ανθρωπότητας, παίζεται και η ομαδική ζωή, ενυπάρχει ο μαζικός θάνατος τόσο που ο ατομικός μοιάζει να μην λογαριάζεται. …».   Ο Ανδρέα Χριστοφίδης στο σύντομο διάγραμμά του για την Νεοελληνική ποίηση μετά το 1930, «Η Νεοελληνική Ποίηση μετά το 1930 (μια πρώτη προσέγγιση)», αρχινά με την εξής απαραίτητη αναγνωστική διαπίστωση. «Αν πρόκειται να καταλάβουμε με σχετική ακρίβεια τι έγινε με την ποίηση στην Ελλάδα μετά το 1920, χωρίς να καταφύγουμε απ’ ευθείας στα ίδια τα ποιητικά κείμενα, ο καλύτερος ίσως τρόπος είναι να μελετήσουμε το Διάλογο για την Ποίηση και τα Ανοιχτά Χαρτιά. Τα δύο αυτά βιβλία, όπως είναι γνωστό, καταγράφουν τις θεωρητικές προσεγγίσεις στο θέμα της ποιήσεως των δύο πρωταγωνιστών του ποιητικού μετασχηματισμού της δεκαετίας του 1930 του Γιώργου Σεφέρη και του Οδυσσέα Ελύτη. Στα κείμενα που περιλαμβάνονται στο Διάλογο για την ποίηση και τα Ανοιχτά Χαρτιά θα βρούμε το σκεπτικό για τους δύο δρόμους που ακολούθησε η ποίησή μας και που, ως ένα σημείο, συνεχίζονται ως τις μέρες μας….», Ο Χριστοφίδης δέχεται σαν οδηγό και κανόνα τα δύο αυτά βιβλία, ίσως, αξίζει να προσθέσουμε και έναν τρίτο ποιητή, (δίχως να αγνοούμε και την περίπτωση του δοκιμιογράφου και ποιητή Τάκη Παπατζώνη) παρά του ότι ακολούθησε έναν προσωπικό και μοναχικό μοντέρνο δρόμο φεύγοντας για την Αμερική, τον ποιητή και τα αισθητικά και κριτικά δοκίμια του Νικόλαου Κάλλας ή Νικήτα Ράντου.  Ο Γάλλος μαρξιστής φιλόσοφος Roger Garaudy, υπογράφει το  Hommage a Roger Milliex”. Ο Ροζέ Γκαρωντύ μας είναι γνωστός μεταξύ άλλων από παλαιότερες θέσεις του οι οποίες είχαν δημοσιευθεί στον ελληνικό τύπο. Ο Γκαρωντύ υποστήριζε ότι οι Περσικοί Πόλεμοι και οι ελληνικές εκστρατείες στην ανατολή ήταν καπιταλιστικοί επεκτατικοί πόλεμοι της Δύσης ενάντια στην Ανατολή. Θέσεις που ξεσήκωσαν θύελλα αντιδράσεων και δημοσιευμάτων. Υπάρχουν επίσης, τα γαλλόφωνα κείμενα του τόμου και εκείνα των ελλήνων που γράφτηκαν απευθείας στην γαλλική γλώσσα. Ορισμένες από τις μελέτες στα κατοπινά χρόνια, ολοκληρώθηκαν και επεξεργασμένες δημοσιεύθηκαν σε βιβλίο από τους συγγραφείς. 

Από τον Κατάλογο των Συνδρομητών,-πάνω από 210 άτομα- αναγνωρίζουμε τα ονόματα των Έφη Κυριλλοπούλου-Αιλιανού, Ανδρέα Βουτσινά, Στέφανου Διαλησμά, Josette Doron, Δημητρίου Α. Ζακυθηνού, του Μίκη Θεοδωράκη, του Μιχάλη Κακογιάννη, του Κωνσταντίνου Καλλιγά, του Κορνήλιου Καστοριάδη, του Γιάννη Κιουρτσάκη, του Πασχάλη Κιτρομηλίδη, του Ηλία Λαλαούνη, του Ασαντούρ Μπαχαριάν, της Μαρίας Σ. Φαφαλιού, του Κώστα Ν. Χατζηπατέρα και δεκάδων άλλων.

      Ένας χορταστικός τόμος, ένας τόμος ακόμα και σήμερα 31 χρόνια μετά την κυκλοφορία του που συγκινεί,, ξυπνά μνήμες, εγείρει ωραίες αναμνήσεις και γεγονότα, εικόνες μιας άλλης εποχής, ενδιαφέρον, με την ποιότητα των εργασιών, την ποικιλία της ύλης, το εύρος των θεμάτων, την προσωπική επαφή ελλήνων και ξένων συγγραφέων, επιστημόνων και ποιητών και την γνωριμία τους με τον δάσκαλο και φιλέλληνα Ροζέ Μιλλιέξ. Κείμενα λυρικά όπως αυτό του Οδυσσέα Ελύτη, ποιήματα αντιπροσωπευτικά ευχαριστιών ελλήνων ποιητών του βάρους ενός Γιάννη Ρίτσου, Νικηφόρου Βρεττάκου, του υδραίου Μίλτου Σαχτούρη. Λακωνικοί Χαιρετισμοί όπως του ιστορικού της ελληνικής λογοτεχνίας Κωνσταντίνου Θ. Δημαρά. Επιστημονικά, φιλοσοφίας. Διαφωτιστικά της προσφοράς της Γαλλικής Ακαδημίας-Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών που υπογράφει ο εξόριστος-τότε- Γιώργος Σεβαστίκογλου. Σύζυγος της πεζογράφου Άλκης Ζέης. Ας περιδιαβούμε με τρυφερή νοσταλγία και ένθερμη ακόμα διάθεση τα περιεχόμενα του τόμου και ας τιμήσουμε και τιμηθούμε από τον Έλληνα Ροζέ Μιλλιέξ και την ελληνίδα σύζυγό του. Και ας ευχηθούμε να παραμείνουν ανοιχτοί και ασυννέφιαστοι οι δημιουργικοί και παραγωγικοί αγωνιστικοί και ειρηνικοί ορίζοντες που χάραξε ο Ροζέ Μιλλιέξ στην επίγεια πολιτεία του. Οι νεότερες γενιές των ελλήνων και ελληνίδων να ενσκήψουν πάνω στις μαρτυρίες του, τα κείμενά του, τις διδαχές του, τον ειλικρινή θαυμασμό του για την χώρα μας, την οποία έκανε δεύτερη πατρίδα του. Την οικειοθελή αποστολή του και τους αγώνες του και να παραδειγματιστούμε σε καιρούς άξενους, άφιλους και διεθνιστικών σκοπιμοτήτων επιβαλλόμενων είτε από οικονομικά συμφέροντα είτε από ξεπερασμένες και πούρες ιδεολογικές σκοπιμότητες. Οφείλουμε εμείς οι γεννηθέντες σε αυτήν την πατρίδα Έλληνες και Ελληνίδες να γνωρίσουμε ή επαναπροσεγγίσουμε όλους αυτούς, άντρες και γυναίκες από την Ευρωπαϊκή και Αμερικάνικη ήπειρο, την Ωκεανία και τις άλλες περιοχές του πλανήτη, άτομα τα οποία βοήθησαν με τις ατομικές σωματικές και πνευματικές τους δυνάμεις, το ψυχικό τους φρόνημα, την όποια οικονομική τους βοήθεια στην απελευθέρωση αυτού του έθνους από ξένους και ντόπιους κατακτητές. Διέσωσαν και διακήρυξαν τον καθόλου ελληνικό πολιτισμό και ιστορία στα πέρατα της οικουμένης. Τα Ελληνικά Γράμματα και Παιδεία. Υπήρξαν πολίτες ξένων χωρών, άνθρωποι του πνεύματος και της τέχνης, καλλιτέχνες, ταξιδιώτες, περιηγητές που αγάπησαν και βοήθησαν με θέρμη, αποτελεσματικά περισσότερο μάλλον από ντόπιους συμπολίτες μας αυτήν την χώρα. Στο πάνθεο αυτών των προσωπικοτήτων συμπεριλαμβάνεται και ο Ροζέ Μιλλιέξ.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Α΄

-ΜΑΝΟΣ ΧΑΡΙΤΑΤΟΣ, ΟΦΕΙΛΗ, (UNE DETTE), 7-8

-ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΕΝΗΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΠΡΟΣΦΟΡΑΣ ΤΟΥ ROGER MILLIEX, 9-10

-ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Θ. ΔΗΜΑΡΑΣ, ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ, 11

     Ακολουθώντας την αρχαιότερη και ευγενέστερη παράδοση της γαλλικής παιδείας, ο Ρογήρος Milliex επίστευσε και έδειξε πάντοτε ότι η εκπαιδευτική σταδιοδρομία δεν είναι επαγγελματική ασχολία, αλλά είναι αποστολή. Εμφορούμενος από το πνεύμα τούτο απετέλεσε και αποτελεί ένα πολύτιμο κρικέλι που συνδέει δύο κατεξοχήν φίλιους πολιτισμούς, τον γαλλικό και τον ελληνικό. Όσοι από εμάς πιστεύουν ότι μια τέτοια σύνδεση είναι άκρως επιθυμητή για την Ελλάδα, πρέπει ανάλογα να τιμούν τον Ρογήρο Milliex. 5 Ιουνίου 1989.

-ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ, Ο ΞΕΝΟΣ, 12

-ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ, ΣΤΟΝ ΡΟΖΕ ΜΙΛΛΙΕΞ, 13

Αδελφέ μας Ροζέ,

πολύ μας αγάπησες,

πολύ σ’ αγαπήσαμε.

Πολλά δώρα μας έφερες.

Κι εμείς;-

Φτωχειά η Ελλάδα μας

ένα ρόδο μονάχα σου χάρισε,

το ρόδο του Απόλλωνα.

Κι εσύ

καλός μαντατοφόρος,

το περιέφερες σ’ όλη τη Γαλλία

ευωδιάζοντας

καρδιές και πνεύματα

με τόλμη και ποίηση.

Τώρα

-δεν ξέρω γιατί-

σε σκέφτομαι

μ’ ένα καναρίνι στον ώμο σου

κι ένα ποίημα του Μπωντλαίρ

στα γόνατά σου.

Και θα ‘θελα να σου φωνάξω

ένα μεγάλο «ευχαριστώ»

όμως φοβάμαι μη θίξω

τη σεμνή περηφάνεια σου.

Γι’ αυτό

Το ψιθυρίζω  στ’ αυτί της Τατιάνας

να σου το πει

μια νύχτα του αττικού Ιουνίου

με τη βουβή συμπαράσταση

των άστρων.

Ροζέ

σ’ ε υ χ α ρ ι σ τ ο ύ μ ε.

Αθήνα, Ιανουάριος 1988   

-ΜΙΛΤΟΣ  ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ, BATIR DES CHATEAUX EN ESPAGNE, 14

-J. M. DOMENACH, Ancien Directeur de la revue Esprit, POUR ROGER MILLIEX, 15

-ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ, ΤΟ «ΚΕΝΤΗΜΑ MILLIEX», 16

ΤΟ  «ΚΕΝΤΗΜΑ  MILLIEX»

    Στο μάκρος των τριών τελευταίων δεκαετιών, η δράση και τα γραφτά της Τατιάνας και του Roger Milliex επέτυχαν με συνεχείς διασταυρώσεις, αντιστίξεις και πνευματικές σταυροβελονιές,  να δημιουργήσουν  ένα κέντημα ελληνικό από τα πιο σπάνια στο είδος τους. Και ο καμβάς πάντοτε τα πάθη και οι καϋμοί του λαού μας.

     Μπαίνουν οι χρονιές η μία μέσα στην άλλη και από την Αθήνα, το Παρίσι, τη Λευκωσία, τη Γένοβα, τα νήματα τεντώνονται  για να σχηματίσουν και να μας αποκαλύψουν μιά ιστορία ζωής γεμάτη αγάπη, ευγένεια, ήθος. Ο καθένας μας βρίσκει τον εαυτό εκεί μέσα. Είτε τον θυμάται στα μαύρα χρόνια της Κατοχής να καταφεύγει στο Γαλλικό Ινστιτούτο για λίγη ανθρώπινη ζεστασιά’ είτε λίγο αργότερα στα χρόνια του εμφύλιου ν’ αναζητεί, κατατρεγμένους, μιάν ειλικρινή προστασία’ είτε πιό πρόσφατα, στα χρόνια της δικτατορίας, αυτοεξόριστος στην Κύπρο, ν’ ακούει από το στόμα τους έναν λόγο παρηγοριάς.

      Δεν ξέρεις αν η αγάπη του καλού Γάλλου για την Ελλάδα βρήκε στο πρόσωπο της Ελληνίδας τη ζωντανή γεωγραφία που ζητούσε ή αν αυτή διαμόρφωσε την οριστική φυσιογνωμία του ξένου που έφτασε να γίνει ελληνικότερος των Ελλήνων. Όπως και να ‘ναι, ο ένας έφτιασε τον άλλον και οι δύο, θα έλεγες, όλους εμάς μαζί. Πρόκειται για μια βαθιά και διηνεκή σ υ μ μ ε τ ο χ ή που εξαλείφει τα σημεία της αρμογής και μας αφήνει να δούμε καθαρό το αποτέλεσμα: ένα κέντημα στο τραπέζι του χρόνου, τόσο στερεό που να παραμένει για να το αγγίζουν και να το χαϊδεύουν οι μέλλουσες γενεές

-αυτές που θα συνεχίσουν τα όνειρά μας.

ΟΔΥΣΣΕΑΣ  ΕΛΥΤΗΣ 1977.

-FRANCOIS FONVIEILLE- ALQUER, DEUX JEUNES COMPAGNONS VONT DECOUVRIR LA GRECE (1936-1938), 17-18

-Α. Ε. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ,  ΤΑ 40 ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΡΟΖΕ ΜΙΛΛΙΕΞ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΩΡΟ, 19-20

-ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ Ν. ΜΟΣΧΟΣ, ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΣΤΟΝ ΡΟΖΕ ΜΙΛΛΙΕΞ, 21

-ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΒΑΣΤΙΚΟΓΛΟΥ, ΤΑ ΓΑΛΛΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ, 22-23

    Η Γαλλική Ακαδημία-έτσι λέγαμε το Γαλλικό Ινστιτούτο εκείνα τα χρόνια-ήταν πολύ πιο συμμαζεμένο κτήριο από το σημερινό επιβλητικό πολυδαίδαλο συγκρότημα. Εκείνα τα χρόνια-πριν 45 ακριβώς χρόνια-είχα γνωρίσει μέσω της Άλκης Ζέη (και την Άλκη Ζέη μέσω του κουκλοθέατρου της Σχολής Αηδονοπούλου) την Τατιάνα Γκρίτση και τελικά, μέσω της Τατιάνας, το σύζυγό της: ένα νεαρό γάλλο φιλόλογο ονόματι Ροζέ Μιλλιέξ,-λάτρη της Ελλάδας και της Τατιάνας, συναγωνιστή μας στον αντιφασιστικό αγώνα.

      Κατοχή, τρομοκρατία, νεκροί από την πείνα ξεχασμένοι ή πεταμένοι στους δρόμους,-πατριώτες κρεμασμένοι στους δρόμους,-κατάλογοι τοιχοκολλημένοι στους δρόμους με τα ονόματα των «εκτελεσθέντων εις αντίποινα», με αφορμή ή δίχως αφορμή, κάποια αντιστασιακή πράξη.

     Εδώ και 45 χρόνια μου έχει μείνει ανέπαφη στη μνήμη η εντύπωση που μου έκανε ο Ροζέ, με την πρώτη κιόλας γνωριμία μας: γελαστό ανοιχτόκαρδο πρόσωπο, μάτια γεμάτα ειλικρίνεια κι αγάπη και μια διάθεση, αδιόρατη, όμως έντονη, να καταλάβει, να βοηθήσει, να προχωρήσει αδίσταχτα, απερίσκεπτα θάλεγαν οι «μυαλωμένοι», σ’ αυτό που θεωρούσε, όχι, απλώς και μεγαλόστομα, χρέος και καθήκον, αλλά αναστήλωση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Έμφυτα όλα αυτά και τα ανάπτυξε και τα στέριωσε συντροφιά με την Τατιάνα.

     Θα μπορούσα να βάλω ομοιωματικά περιγράφοντας και την Τατιάνα. Θα πρόσθετα μονάχα την ηφαιστειακή εκρηκτικότητά της. Συντροφιά με τον Ροζέ αποτελούσαν κιόλο και πιο πολύ, με τα χρόνια, αποτελούν τους «Μιλλιέξ».

     Εκείνα τα χρόνια η «Γαλλική Ακαδημία» και το σπιτικό των Μιλλιέξ, μέσα στο περίβολο της Ακαδημίας, ήταν και μια ταπεινή ακαδημία, που οι καιροί της προσδίδανε σημασία και πατριωτική (χώρος λόγου χάρη παράνομων δραστηριοτήτων κατά του κατακτητή) και διαπαιδαγωγική. Μια «παιδεία» ιδιαίτερα σημαντική. Η μεταξική δικτατορία είχε ανοίξει το δρόμο στον ναζιστικό σκοταδισμό: διωγμός και φυσική εξόντωση καθενός και κάθε τι, όχι μόνο μαρξιστικό, προοδευτικό ή οτιδήποτε άλλο, πάρεξ χιτλερικό.

     Στο σπίτι των Μιλλιέξ γινόταν παράνομες συγκεντρώσεις, με συχνότητα ανάλογα με τις συνθήκες: διαλέξεις-συζητήσεις θεωρητικές, ιδεολογικές, μαθήματα πολιτικής οικονομίας. Ονόματα δεν θυμάμαι,-άλλωστε, για λόγους ευνόητους δε γινόταν συστάσεις κι αν αναφερόταν στην ανάγκη κάποιος, αναφερόταν με το παράνομο ψευδώνυμο του.

     Υπήρχε κι ένας δεύτερος τομέας δράσης: το θεατρικό εργαστήρι που στεγαζόταν σε μια από τις αίθουσες διδασκαλίας. Παράνομο κι αυτό, γιατί απαγορευόταν κάθε είδους συγκέντρωση και δεν πα νάλεγες πως μελετάς θέατρο. Και μελετούσαμε τωόντι θέατρο!

     Συνεργάτης τότε του Καρόλου Κουν, στο «Θέατρο Τέχνης», είχα έτοιμο υλικό από τα θεωρητικά διδάγματα των «μεγάλων» του σοβιετικού θεάτρου: Στανισλάφσκυ, Μέγιερχολντ, Βαχτάνγκοφ, που είχα μεταφράσει για τους μαθητές του. Το υλικό αυτό μελετούσαμε στη πράξη στο εργαστήρι της Γαλλικής Ακαδημίας: ασκήσεις και προτάσεις πρακτικές. Μια ομάδα καμιά δεκαριά νέοι, ηθοποιοί ή που αγαπούσαν απλώς το θέατρο. Ανάμεσα μας ο Ντίνος Ηλιόπουλος κι ο Ντίνος Δημόπουλος, με το ψευδώνυμο «Ντι και Νο», ο Μάνος Ζαχαρίας, η Ζωρζ Σαρή, η Κατερίνα Καχραμάνη, η Άλκη Ζέη, η ίδια η Τατιάνα και που-και-που έβρισκε λίγο καιρό, περαστικός «ακροατής» κι ο Ροζέ.

     Δε βάστηξε πολύ-ευτυχώς-αυτή η παράνομη καλλιτεχνική δραστηριότητα. Ευτυχώς-γιατί ήρθε η Απελευθέρωση. Μια άλλη περίοδος άρχιζε. Χωρίσαμε. Καθένας τράβηξε δικό του δρόμο. Δεν ξέρω αν συμβαίνει το ίδιο και με τους άλλους, για μένα πάντως η «περιπέτεια» της Γαλλικής Ακαδημίας σημάδεψε κι αυτή την πορεία μου στο θέατρο. Και, τώρα που το συλλογιέμαι, μου γνώρισε μια σπάνια ανθρωπιστική προσωπικότητα,-τον Ροζέ, του ζεύγους Τατιάνας και Ροζέ Μιλλιέξ.

-REYNALD DE SIMONY, UNE ACROPOLE DE CRISTAL Ode a L’ Amitie, 24-26

-VERCORS, LETINCELLE, 27-30

Β΄

-ΑΓΓΕΛΟΣ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ, Η ΠΥΡΗΝΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΥ, 31-36

-ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΓΓΕΛΟΥ, Ο ΒΟΛΤΑΙΡΟΣ ΚΑΙ  ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΛΟΓΙΟΙ ΤΟΥ 18ΟΥ ΑΙΩΝΑ, 37-41

-ΜΗΤΣΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΣ, ΕΝΑ ΣΠΙΤΙ ΣΤΟ ΛΟΝΔΙΝΟ (ΟΡΣΕΤ ΧΑΟΥΖ), 43-57

-ΓΙΩΡΓΟΣ Γ. ΑΛΙΣΑΝΔΡΑΤΟΣ, Η «ΜΑΝΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ» ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΒΑΡΝΑΛΗ. ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ, 59-85

-ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΡΓΥΡΙΟΥ, ΕΝΑ ΑΝΕΞΟΦΛΗΤΟ ΧΡΕΟΣ, 87-93

-ΤΑΣΟΣ ΒΟΥΡΝΑΣ, Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΑΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΝΝΟΙΑ ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΥ, 95-119

-ΛΕΑΝΔΡΟΣ ΒΡΑΝΟΥΣΗΣ, ΡΗΓΑΣ ΚΑΙ MARMONTEL, 121-157

-ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ, ΕΝΑΥΣΜΑ ΠΕΡΙ-ΓΡΑΦΗΣ ΜΙΑΣ «ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ», 159-164

-CLAUDE COLLIARD, Doyen honoraire de la Faculte de Droit Universite de Paris I, GREC CLASSIQUE, GRECE MODERNE ETERNITE D’ UM MESSAGE, 165-170

-ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΑΛΛΑΣ, ΜΟΥΣΙΚΗΝ ΠΟΙΕΙ ΚΑΙ ΕΡΓΑΖΟΥ. Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΚΑΙ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΗΧΟΥ ΣΤΑ ΩΡΙΜΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ, 171-192

-ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Ι. ΔΕΣΠΟΤΟΠΟΥΛΟΣ, Η ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΣΤΟΝ ΔΙΑΛΟΓΟ «ΦΑΙΔΡΟΣ», 193-204

-ΝΑΣΟΣ ΔΕΤΖΩΡΤΖΗΣ, ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ PAUL ELUARD ΜΗΓΑΡΙΣ/ΕΧΩ/ΑΛΛΟ/ΣΤΟ/ΝΟΥ/ ΜΟΥ, 205-233

-ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, ΕΡΓΑ ΚΑΙ (ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ) ΗΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΗΣΑΪΑ, 235-293

-ΑΛΕΞΗΣ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ,  NOBLE ET MALIGNE ERIS DANS LES GRANDS CENTRES CULTURELLS DE LA GRECE. REVOLUTION AU THEATRE DE DIONYSOS, 295-325

-MARIE ELIOU, LA PROBLEMATIQUE FEMININE DANS LES SCIENCES DE L’ EDUCATION, 327-339

-ROGER GARAUDY, HOMMAGE A ROGER MILLIEX, 342-346

-ΣΟΝΙΑ ΙΛΙΝΣΚΑΓΙΑ- ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΥ, ΚΑΒΑΦΗΣ-ΒΑΡΝΑΛΗΣ-ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ. ΤΡΙΑ ΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΡΕΑΛΙΣΜΟ (δεκαετία του ’20), 347-351

-ΙΩΑΝΝΗΣ Θ. ΚΑΚΡΙΔΗΣ, ΠΟΙΚΙΛΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ, 353-358

-ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ  ΚΟΡΣΟΣ, ΣΚΕΨΕΙΣ ΤΟΥ MONTESQUIEU ΕΠΙ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΕΩΣ ΤΩΝ ΝΟΜΩΝ, 359-366

-ILEANA C. KOTSONIS, LETTRE INEDITE DE SOPHIE MARBOIS. DUCHESSE DE PLAISANCE, 367-377

-ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Λ. ΚΟΤΣΩΝΗΣ, Ο ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ DENTZEL ΚΑΙ Η ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΑΝΤΑΡΣΙΑ ΣΤΗ ΔΥΤΙΚΗ ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ (1829), (ΑΥΤΟΓΡΑΦΟΣ ΕΚΘΕΣΙΣ ΤΟΥ), 379-407

-ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΡΙΑΡΑΣ, Η ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ. ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΝΔΕΚΑΤΟ ΑΙΩΝΑ ΕΩΣ ΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΜΑΣ, 409-422

-ΘΑΝΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Ο ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΡΚΑΒΙΤΣΑΣ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ ΤΟΥ ΚΙΣΣΑΒΟΥ, 423-437

-GEORGES  KOUMANTOS, LA CONNAISSANCE ET LES VALEURS, 439-445

-DEMETRIOS  LOUKATOS, FLEURS ET PLANTES DANS LES EGLISES ORTHODOXES GRECQUES OFFRANDES REDISTRIBUEES A DES FINS MAGICO- RELIGIEUSES, 447-460

-ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΜΑΖΑΡΑΚΗ, ΤΣΟΠΑΝΑΡΙΚΕΣ ΣΤΕΡΕΟΛΛΑΔΙΤΙΣΣΕΣ ΦΛΟΓΕΡΕΣ, 461-482

-Μ. Ι. ΜΑΝΟΥΣΑΚΑΣ, ΟΙ ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΤΟΥ ΡΗΤΟΡΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ (1607-1614) ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ (1614-1619) ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ (1620), 483-501

-PHOTINI  MATSOUKA, UNE LETTRE INEDITE DE MARCEL PAGNOL, 503-508

-ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ι. ΜΟΥΡΕΛΟΣ, ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΠΑΝΩ ΣΤΟΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΙΣΘΗΤΙΚΟ ΧΩΡΟΧΡΟΝΟ, 509-521

-ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΜΠΑΓΙΟΝΑΣ, ΚΛΑΣΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ, ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΠΑΙΔΕΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟ ΓΑΛΛΙΚΟ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟ, 523-547

-LARS NORGAARD, Ο ΑΔΑΜΑΝΤΙΟΣ ΚΟΡΑΗΣ ΚΑΙ Ο ΔΑΝΟΣ CHRISTIAN BASTHOLM, 549-560

-ΗΛΙΑΣ Χ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, ΣΤΟ ΣΤΑΘΜΟ, 561-563

-PIERRE PAPADOPOULOS, PROPOS SUR’ L’ AVENIR, 565-574

-ΜΑΝΟΛΗΣ ΠΑΠΑΘΩΜΟΠΟΥΛΟΣ, ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ ΣΤΟΝ «ΠΟΛΕΜΟ ΤΗΣ ΤΡΩΑΔΟΣ», Συμβολή Δ΄, 575-594

-MICHEL SAKELLARIOU, LA POLIS: ETAIT-ELLE OU NON UNE ESPECE D’ ETAT ?, 595-597

-ΝΙΚΟΣ ΣΒΟΡΩΝΟΣ, ΜΙΑ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ (ΜΙΣΜΑΓΙΑ) ΜΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΚΑ ΚΑΙ ΔΥΟ ΕΘΝΙΚΑ ΣΤΙΧΟΥΡΓΗΜΑΤΑ, 599-621

-ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ, ΕΝΑ ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΣΤΑ ΑΥΣΤΡΙΑΚΑ ΑΡΧΕΙΑ. Ο ΠΟΛΙΤΙΚΟΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ 1824-1825. Δημοκράτες, Ολιγαρχικοί και Ιερά Συμμαχία, 623-644

-ΕΛΕΝΗ ΤΑΤΣΟΠΟΥΛΟΥ- ΠΟΛΥΧΡΟΝΟΠΟΥΛΟΥ, ΤΡΙΑΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΦΙΛΙΑΣ ROGER MILLIEX-ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΟΤΟΚΑΣ, 645-675

-GEORGES TENEKIDES, de l’ Academie d’ Athenes, REFLEXIONS SUR LA FRANCOPHONIE EN GRECE, 677-688

-JEAN TUCOO-CHALA, UN DIPLOMATE PHILHELLENE ET ROMANTIQUE, EDOUARD GAUTTIER D’ ARC. VICE-CONSUL DE FRANCE A EGINE (1829-1830), 689-705

-ΑΝΤΡΕΑΣ ΦΡΑΓΚΙΑΣ, ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ, 707-714

-ΡΙΤΣΑ ΦΡΑΓΚΟΥ-ΚΙΚΙΛΙΑ, Ο ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ΚΑΙ Η ΓΑΛΛΙΑ, 715-750

-ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΕΙΜΩΝΑΣ, ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΝΕΥΡΟΨΥΧΟΛΟΓΙΑ. Η ΝΕΥΡΟΨΥΧΟΛΟΓΙΚΗ ΔΙΑΦΟΡΟΔΙΑΓΝΩΣΗ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΝΕΥΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΝΟΣΩΝ, 751-755

-ΑΝΔΡΕΑΣ ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΗΣ, Η ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ ΜΕΤΑ ΤΟ 1930 (μια πρώτη προσέγγιση), 757-765

Γ΄

Δ. ΚΟΚΚΙΝΙΔΗΣ, ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ROGER MILLIEX (1940-1989) ΕΠΙΛΟΓΗ, 767-777

Δ΄

ROGER MILLIEX, CORRESPONDANCE INEDITE CORAIS-GREGOIRE, 779-795

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΩΝ- LISTE DE SOUSCRIPTEURS,797-799

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ- TABLE DES MATIERES, Les titres marques par le signe representent des publications en langue grecque, 801-807       

              Ενδεικτικές κριτικές για την έκδοση

Α).  εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 27/1/1991

Δραστηριότητα 50 χρόνων

Προσωπικότητες των ελληνικών γαλλικών Γραμμάτων τιμούν τον Ροζέ Μιλλιέξ σ΄ ένα ειδικό τόμο-αφιέρωμα

     Έχουν συμπληρωθεί πενήντα χρόνια διαρκούς παρουσίας και ακαταπόνητης δραστηριότητας του Ροζέ Μιλλιέξ στον ελληνικό χώρο. Η Εταιρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου παρουσιάζει έναν επιβλητικό σε όγκο τόμο με 58 συμμετοχές σημαντικών προσωπικοτήτων των ελληνικών και γαλλικών γραμμάτων, οι οποίες είτε αναφέρονται στην προσωπικότητα και τη δράση του  Ροζέ Μιλλιέξ είτε καταθέτουν το δοκιμιακό έργο τους προς τιμήν ενός ανθρώπου ο οποίος σε όλες τις δύσκολες στιγμές και τις αντίξοες συνθήκες του τόπου-πολεμικές ή ειρηνικές-αγωνίσθηκε σαν γνήσιος Έλληνας.

     Η ενεργότατη συμμετοχή του Ροζέ Μιλλιέξ στα κοινά, γράφει στην εισαγωγή ο Μάνος Χαριτάτος του Ε.Λ.Ι.Α., η ευαισθησία, η γνώση και το αδιάπτωτο ενδιαφέρον του για τα ελληνικά πράγματα και για την επικοινωνία της γαλλικής με την ελληνική παιδεία καθιστούν ασφυκτικό για την περίπτωσή του τον όρο «φιλέλληνας».

     Στον τιμητικό τόμο για τον Ροζέ Μιλλιέξ συμμετέχουν, μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Γεώργιος Βασιλείου, οι Κωνσταντίνος Θ. Δημαράς, Νικηφόρος Βρεττάκος, Γιάννης Ρίτσος, Μίλτος Σαχτούρης, Οδυσσέας Ελύτης, Γιώργος Σεβαστίκογλου, Άγγελος Αγγελόπουλος, Αλέξανδρος Αργυρίου, Τάσος Βουρνάς, Γιάννης Δάλλας, Νάσος Δετζώρτζης, Ιωάννης Θ. Κακριδής, Εμμανουήλ Κριαράς, Γιώργος Κουμάντος, Νίκος Σβορώνος, Αντρέας Φραγκιάς, Γιώργος Χειμωνάς και Ανδρέας Χριστοφίδης.

     Ο  Δ. Κοκκινίδης δημοσιεύει μια επιλογή βιβλιογραφίας από το έργο του Ροζέ Μιλλιέξ (1940-1989): εκδόσεις βιβλίων, μελέτες και άρθρα δημοσιευμένα σε εφημερίδες και περιοδικά, κριτικές βιβλίων και άρθρα σε ποικίλα θέματα, οδοιπορικά και ταξιδιωτικά, επιστολές, συνεντεύξεις και μεταφράσεις.

     Στον τόμο περιλαμβάνεται, τέλος, ανακοίνωση του Ροζέ Μιλλιέξ για την ανέκδοτη αλληλογραφία του Κοραή με τον Αββά Γκρεγκουάρ, η οποία πραγματοποιήθηκε το 1989 με την ευκαιρία του εορτασμού των 200 χρόνων από τη Γαλλική Επανάσταση. Το εξώφυλλο κοσμείται από «Το κλαδί συκιάς», έργο του Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα που σχεδιάστηκε ειδικά για τον τιμητικό τόμο.

Β).  Του ΠΑΡΙ ΕΠΙΤΡΟΠΑΚΗ, εφημερίδα Η Αυγή 31/3/1991

ΡΟΖΕ ΜΙΛΙΕΞ: Ένα έργο-προσφορά ζωής

                «Πολλά δώρα μας έφερες…

                φτωχειά η Ελλάδα μας

                ένα ρόδο μοναχά σου χάρισε

                το ρόδο του Απόλλωνα…»

(Χαιρετισμός του Γ. Ρίτσου στο Ρ. Μιλλιέξ)

     Θα ‘ταν μάλλον αδύνατον, όσο κι αν προσπαθούσαμε να το συμπυκνώσουμε οριοθετώντας το μέσα στις λίγες αυτές γραμμές, το όλο αγάπη για τη ζωή και γεμάτο από Ελλάδα έργο του Ρογήρου Μιλλιέξ.

     Πενήντα τέσσερα χρόνια συμπληρώθηκαν από τότε που η σπάνια αυτή προσωπικότητα συνδέθηκε στενά με την Ελλάδα και ξεκίνησε να ζει αυτό που ο ίδιος ονομάζει «όμορφη περιπέτεια γεμάτη χαρίσματα αγάπης και φιλίας» και που ενώνει τις δύο του πατρίδες: τη «χώρα της κατηγορίας του χρόνου, του πάντα μικρού αριθμού και της Ιστορίας, την Ελλάδα, με τη γεννέτηρά του χώρα, τη Γαλλία».

    Αυτός ο γεμάτος θέληση και πείσμα υπέρμαχος του ελληνικού πολιτισμού, που βρίσκεται τόσα χρόνια συνεχώς στο προσκήνιο, ξεκίνησε 22 μόλις χρονών ως φιλόλογος, καθηγητής Αρχαίων Ελληνικών σ’ ένα ιδιωτικό λύκειο στο Παρίσι.

     Από το 1936 έως το 1975 διορίσθηκε δημόσιος υπάλληλος στο υπουργείο Παιδείας, αποσπασμένος στη Μορφωτική Υπηρεσία του υπουργείου Εξωτερικών για τη διάδοση της γαλλικής γλώσσας και παιδείας.

      Διορίσθηκε από τον Οκτάβιο Μερλιέ στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών στη Σίνα και αναδείχθηκε πνευματικός πατέρας χιλιάδων σπουδαστών για 23 ολόκληρα χρόνια και όχι μόνο στην Αθήνα αλλά και στη Λευκωσία και τη Τζένοβα.

     Το 1975 που αφυπηρέτησε και μετά την επταετή «παρένθεση», γύρισε στην Ελλάδα, όπου στρατεύτηκε τότε ανοικτά και για την Κυπριακή υπόθεση με πλήθος διαλέξεων σ’ όλη τη Γαλλία και πολυάριθμες συνεργασίες σε γαλλικές, κυπριακές και ελληνικές εφημερίδες μεταξύ των οποίων και στην «Αυγή». Τα χρόνια ’55-’59 με ανώνυμη αποστολή πληροφοριών ή κάτω από ψευδώνυμο, ενημέρωνε τους Γάλλους για τον συγκινητικό απελευθερωτικό αγώνα.

     Αποφασιστικής σημασίας στάθηκε η βοήθεια αυτού του βαθιά δημοκρατικού ανθρώπου στους αγώνες του λαού μας για δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη. Από τη θέση του στο Γαλλικό Ινστιτούτο βοήθησε πολλούς προοδευτικούς ανθρώπους και συνέβαλε στην κίνηση των ιδεών. Για τη δράση τους στον αντιδικτατορικό αγώνα στα χρόνια της επτάχρονης φασιστικής τυραννίας, η Χούντα των συνταγματαρχών επεφύλαξε στον Ροζέ Μιλλιέξ και στη σύντροφό του Τατιάνα, διωγμούς και διώξεις.

     Ελάχιστο φόρο τιμής στον άνθρωπο Μιλλιέξ αλλά και δημόσια αναγνώριση του γόνιμου και πολυεπίπεδα ευεργετικού του ενδιαφέροντος για την Ελλάδα, του δοκιμασμένου μέσα σε δύσκολους καιρούς και αντίξοες συνθήκες, αποτελεί η έκδοση από την εταιρεία Ε.Λ.Ι.Α. του τόμου-αφιέρωμα στον Ρ. Μιλλιέξ, «Ελληνογαλλικά». Για την εταιρεία που ακολούθησε το αρχαίο «Ανδρών αγαθών έργω γενομένων, έργω και δηλούσθαι τας τιμάς» αυτό το βιβλίο αποτελεί και ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Ροζέ και την Τατιάνα Μιλλιέξ που από τους πρώτους ενεθάρρυναν τη δημιουργία του Ε.Λ.Ι.Α.. το περιέβαλλαν με εμπιστοσύνη, παραχώρησαν το προσωπικό αρχείο του Ροζέ και εμπλουτίζουν συνεχώς την προσφορά τους.

     Στα «Ελληνογαλλικά» εξέχουσες προσωπικότητες του πολιτικού, λογοτεχνικού, ποιητικού και επιστημονικού χώρου καταθέτουν δοκίμια, μνήμες, χαιρετισμούς και ευχαριστίες στο μεγάλο Γάλλο φιλέλληνα δάσκαλο.

     Τα κείμενα που καλύπτουν 800 σελίδες, είναι χωρισμένα σε τέσσερις ενότητες. Στην πρώτη, μνήμες φίλων, ποιήματα και χαιρετισμοί συνθέτουν αυτόν τον «πανηγυρισμό» του απολογισμού που αρμόζει σ’ ανθρώπους όπως ο Ροζέ Μιλλιέξ.

     Ξεκινώντας, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Γ. Βασιλείου, τονίζει μεταξύ άλλων στο χαιρετισμό του: «Στον αγώνα που διεξάγει ο λαός μας για ελευθερία και δικαιοσύνη, έχει ιδιαίτερη την ανάγκη της συμπαράστασης των πνευματικών ανθρώπων και ο Ροζέ Μιλλιέξ αποτελεί υπόδειγμα για τη συμπαράσταση αυτή». Ακολουθούν κείμενα και ποιήματα από τους Κ. Θ. Δημαρά, Ν. Βρεττάκο, Γ. Ρίτσο, Μ. Σαχτούρη, Ο. Ελύτη, Ε. Ν. Μόσχο κ. ά.

     Στη δεύτερη ενότητα, η οποία περιλαμβάνει κυρίως, δοκίμια, γράφουν μεταξύ άλλων οι: Α. Αγγελόπουλος, Τ. Βουρνάς, Γ. Δάλλας, Κ. Ι. Δεσποτόπουλος, Ι. Θ. Κακριδής, Ε. Κριαράς και Γ. Μουρέλος.

     Ακολουθεί μια βιβλιογραφική επιλογή Ροζέ Μιλλιέξ (1940-1989) από τον Δ. Κοκκινίδη και τέλος στην Δ΄ ενότητα παρουσιάζεται μια προσωπική συμβολή του Ροζέ που, αν και αντίκειται στο πνεύμα ενός τέτοιου βιβλίου, όπως ο ίδιος μας λέει, αποτελεί δείγμα ευγνωμοσύνης από μέρους του σ’ όλους εκείνους που τον περιέβαλαν με την αγάπη τους, καθώς και πολύτιμη συμβολή στη μελέτη των σχέσεων των δύο χωρών την επαναστατική εποχή αλλά και του γαλλικού και γενικότερα ευρωπαϊκού Φιλελληνισμού.

     Πρόκειται για τη δημοσίευση πέντε ανέκδοτων επιστολών του Κοραή προς τον φωτισμένο ιερωμένο αββά GREGOIRE.

     Τα πέντε αυτά γράμματα-ντοκουμέντα αποτελούν τμήμα ενός σημαντικού αριθμού ανέκδοτων εγγράφων του H. GREGOIRE πού πρόσφατα παραχωρήθηκε στα Εθνικά Αρχεία (Α.Ν.) της Γαλλίας από την Ακαδημία των Επιστημών των Υπερπόντιων Κτήσεων και δεν αφήνουν αμφισβητήσεις για τη βαθιά και διαρκή φιλία και τις πνευματικοπολιτικές ανταλλαγές ιδεών ήδη από το 1810, μεταξύ του σοφού γιατρού Έλληνα πατριώτη Κοραή και του ρεπουμπλικάνου αββά   GREGOIRE, πρώην επισκόπου Βλεσόν, ενεργού μέλους των διαδοχικών συνελεύσεων 1789-1794, φίλου και προστάτη των καταπιεσμένων λαών και θερμού υποστηρικτή του Ελληνικού Έθνους ακόμα και κατά την εμπόλεμη περίοδο 1821-29.

     Τελειώνοντας αισθανόμαστε την ανάγκη να ευχαριστήσουμε θερμά και την «κατ’ οίκον δασκάλα» του Ροζέ, την άξια σύντροφο της ζωής του, την πεζογράφο, μεταφράστρια, δημοσιογράφο, την τιμημένη με το βραβείο του «Τάγματος των Ιπποτών Γραμμάτων και Τεχνών της Γαλλίας», Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιέξ.

     Όποιος έχει την τύχη να γνωρίσει από κοντά αυτούς τους ανθρώπους, εύκολα θα διαπιστώσει την πηγαία και γνήσια αγάπη τους για τη ζωή, την Ελλάδα, τους  νέους ανθρώπους, τις πρωτοποριακές θέσεις και ιδέες τους, σε θέματα πνευματικά και καλλιτεχνικά καθώς και την αποστροφή τους σε κάθε ψέμα, αδικία και εξαναγκασμό. Ροζέ και Τατιάνα Μιλλιέξ, σας ευχαριστούμε.

Γ).  της ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΣ  ΜΠΟΥΦΕΑ, εφημερίδα Η Καθημερινή 14/6/1991

Ένα αφιέρωμα αντίδωρο στον Μιλλιέξ

Ο «ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΕΡΟΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ» ΓΑΛΛΟΣ ΑΚΑΜΑΤΟΣ ΠΕΖΟΠΟΡΟΣ

     Τούτα τα χρόνια που η εικόνα της Ελλάδας τραυματίζεται μέσα μας, είναι παρήγορη η ακτινοβολία κάποιων ανθρώπων που την αγαπούν. Και δεν μπορεί να μην αναρωτηθεί κανείς αν η χώρα μας αξίζει τέτοια υπερβολική αφιέρωση, και μάλιστα από μη Έλληνες.

     Ο λόγος για τον Ροζέ Μιλλιέξ, έναν άνθρωπο που όχι μόνο έχει γράψει ιστορία, αλλά είναι και ο ίδιος ζωντανό κομμάτι της. Γεννημένος στη Μασσαλία το 1913, έρχεται στην Ελλάδα το 1936, ως καθηγητής της γαλλικής στο Γαλλικό Ινστιτούτο, όπου έγινε διευθυντής Σπουδών το ’41. Στην Κατοχή, η ζεστή ανθρώπινη παρουσία του, αλλά και η υλική συμπαράστασή του, είναι μνήμες νωπές για πολλούς, μαθητές του και μη. Το Ινστιτούτο γίνεται πνευματικός πόλος έλξης των νέων, που «μαζεύονταν» εκεί μέσα σαν τους πρώτους χριστιανούς στις κατακόμβες», κατά τη μαρτυρία του Παπατσώνη.

     Σ’ ένα ταξίδι του στη Γαλλία, στην καρδιά της κατοχής (Σεπτ. 1942-Ιαν. 1943), δίνει εφτά παράνομες διαλέξεις για το Αλβανικό έπος και την Αντίσταση των Ελλήνων, χαρακτηρίζει δε την Αθήνα «πρώτη αντιστασιακή πρωτεύουσα της Ευρώπης». Πραγματικό θείο δώρο στάθηκε για την Κύπρο ο διορισμός του εκεί ως μορφωτικού ακολούθου της Γαλλίας. Το Νησί, όπως το λέει, του χρωστάει τον πρώτο συστηματικό τουριστικό οδηγό, τις απαρχές και την εδραίωση της γαλλικής κουλτούρας, τη στήριξη του ελληνισμού και ένα τμήμα της παγκόσμιας ακτινοβολίας του.

                Ο  Μιλλιέξ  και  ο  Καμύ

    Ο Ροζέ Μιλλιέξ στέλνει πάνω από 250 δελτία-επιστολές σε συμπατριώτες του, ενημερώνοντάς τους για τον κυπριακό αγώνα και ζητώντας τους την ηθική και υλική συνδρομή τους. Κατόπιν δικής του εκκλήσεως, ο Καμύ γράφει τότε τη διαμαρτυρία του «Αποδώστε την Κύπρο στον Μ. Καραολή», που βρήκε μεγάλη απήχηση διεθνώς.

      Ο ακάματος πεζοπόρος και ορειβάτης Ροζέ Μιλλιέξ, από τους ελάχιστους που έχουν περπατήσει σπιθαμή προς σπιθαμή τούτο τον τόπο, βαδίζει χρόνια δίπλα μας, σεμνός υπερασπιστής των ελληνικών δικαίων. Κι αν, όπως έχει πει, ανακάλυψε ως αληθινό προορισμό του το ρόλο του συνδέσμου ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Γαλλία, μάλλον αντέστρεψε τους ρόλους. Αντί να κάνει κυρίως γαλλική «προπαγάνδα», έριξε το μεγαλύτερο βάρος της δράσης του στην προβολή του νεοελληνικού πνεύματος, ακολουθώντας αλλά κι υπερβαίνοντας το δρόμο που είχε ανοίξει ο προκάτοχός του Οκτάβιος Μερλιέ, δεδομένου ότι εκείνος και η σύζυγός του Μέλπω Μερλιέ-Λογοθέτη κινήθηκαν σε πιο περιορισμένο τομέα ενδιαφερόντων.

     Χρωστάμε πολλά στον Ροζέ Μιλλιέξ, αλλά εξίσου χρωστάμε και στην Τατιάνα Γκρίτση- Μιλλιέξ, τη συγγραφέα που στέκεται δίπλα του πενήντα χρόνια τώρα, «Δεν ξέρεις αν η αγάπη του καλού Γάλλου για την Ελλάδα βρήκε στο πρόσωπο της Ελληνίδας τη ζωντανή γεωγραφία που ζητούσε ή αν αυτή διαμόρφωσε την οριστική φυσιογνωμία του ξένου που έφτασε να γίνει ελληνικότερος των Ελλήνων», γράφει ο Ελύτης.

                    Τα  περιεχόμενα  του  τόμου

     Σ’ αυτόν λοιπόν τον άνθρωπο αφιερώνεται ευλαβικά από την Εταιρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου ο τόμος των «Ελληνογαλλικών», αντίδωρο στην εν γένει προσφορά του. Η Εταιρεία, που εξελίσσεται σε θησαυροφυλάκιο της πνευματικής μας κληρονομιάς, τιμά παράλληλα αυτόν και την αξία σύντροφό του, που ενθάρρυναν τη δημιουργία της και πρώτοι αυτοί της παραχώρησαν το πολύτιμο προσωπικό αρχείο τους.

     Στις 807 σελίδες του τόμου, 58 άνθρωποι των γραμμάτων, της τέχνης και της επιστήμης (Έλληνες και ξένοι), διατρανώνουν την αγάπη τους για τον Γάλλο δάσκαλο που «ντύθηκε φως κι έγινε Έλληνας» (Βρεττάκος). Οι εγκάρδιοι χαιρετισμοί της Α΄ ενότητας δίνουν την θέση τους στις σημαντικές μελέτες της Β’  ενότητας, που καλύπτουν φιλοσοφικά, λογοτεχνικά και ιστορικά θέματα. Αναφέρουμε ενδεικτικά:

     Γ. Αγγέλου: «Ο Βολταίρος και οι Έλληνες λόγιοι του 18ου αιώνα». Γ.Γ. Αλισανδράτος: «Η μάνα του Χριστού» του Κώστα Βάρναλη. Λ. Βρανούσης: «Ρήγας και Mermontel». Γ. Δάλλας: «Η σημασία και η λειτουργία του ήχου στα ώριμα ποιήματα του Σολωμού». Ν. Δετζώρτζης: «Το ποίημα του Πολ Ελυάρ «Μήγαρις έχω άλλο στο νου μου». Ρ. Φράγκου-Κικίλια: «Ο Καζαντζάκης και η Γαλλία». Υπάρχουν επίσης, ενδιαφέρουσες γλωσσολογικές μελέτες των Ι. Θ. Κακριδή, Ε. Κριαρά, και λαογραφικές των Δ. Λουκάτου, Δ. Μαζαράκη, ενώ η Ε. Τατσοπούλου-Πολυχρονοπούλου παρουσιάζει την ανέκδοτη αλληλογραφία Ροζέ Μιλλιέξ-Γ. Θεοτοκά. Με θέματα ψυχολογίας ασχολούνται ο Γ. Χειμωνάς και ο Γ. Μουρέλος, και ο Α. Αργυρίου με τα περιοδικά «Νεοελληνικά Γράμματα» και «Ελεύθερα Γράμματα» και τη ζωή του Μιλλιέξ στην Ελλάδα.

     Ο τόμος αποτελεί πανδέκτη σπουδών, και για τον απλό αναγνώστη και για τον απαιτητικό επιστήμονα. Στις τελευταίες ενότητες του αφιερώματος παρατίθεται επιλογή βιβλιογραφίας του Ρ. Μιλλιέξ από τον Δ. Κοκκινίδη, ο τιμώμενος δε συγγραφέας παρουσιάζει για πρώτη φορά πέντε επιστολές του Κοραή προς τον φωτισμένο ιερέα Gregoire. Το εξώφυλλο της καλαίσθητης έκδοσης κοσμείται από έργο του Ν. Χατζηκυριάκου –Γκίκα (Κλαδί Συκιάς), σχεδιασμένο ειδικά για το αφιέρωμα.

Δ). Του  ΔΗΜΗΤΡΗ  ΣΤΑΜΕΛΟΥ, εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 24/7/1991

             Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ  ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΡΟΖΕ  ΜΙΛΛΙΕΞ

      Φιλέλληνας στην πραγματική έννοια και διάσταση του όρου, νεοελληνιστής από τους σημαντικότερους ο Roger Milliex συμπλήρωσε ήδη πενήντα χρόνια αδιάκοπης και πολύτιμης δραστηριότητας στη χώρα μας. Και είναι δικαιολογημένο και το γεγονός της έκδοσης ειδικού αφιερώματος και ο γενικότερος θαυμασμός που απολαμβάνει, ιδιαίτερα ανάμεσα στους πνευματικούς ανθρώπους. Συνέχισε με το ίδιο πάθος και την ίδια δημιουργική αγάπη, στο Γαλλικό Ινστιτούτο το έργο του μεγάλου προκατόχου του, του Οκτάβιου Μερλιέ. Ο Ρ. Μιλλιέξ θεμελίωσε στη συνείδησή μας, στη συνείδηση του ίδιου του λαού μας, με συνέπεια, υπευθυνότητα και τόλμη, τη δημιουργική αγάπη που του ανταποδίδει την αφοσίωσή του στα δικά μας πάθη, στις αγωνίες μας και τις ελπίδες μας. Τόσο το συγγραφικό του έργο, αλλά και η πολύπλευρη και πολυποίκιλη δραστηριότητά του (αγωνίσθηκε όσο ελάχιστοι για την προβολή της νεοελληνικής λογοτεχνίας στη Γαλλία και υποστήριξε με αποφασιστικότητα τις ελληνικές υποθέσεις στον ευρωπαϊκό χώρο) τον εντάσσουν στις κορυφαίες ευρωπαϊκές προσωπικότητες που συνέδεσαν τη ζωή τους σ’ ένα γόνιμο, δημιουργικό δεσμό με την Ελλάδα.

     Είναι επομένως δικός μας άνθρωπος, μια που η συμπαράστασή του στον αγώνα για ελευθερία, αξιοπρέπεια και πολιτισμό, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο, έγιναν με το ελληνικό πάθος και την ευθύνη του πνευματικού ανθρώπου που πάντα τον διέκρινε. Διαβάζουμε στο αφιέρωμα: «Αδελφέ μας Ροζέ,/ πολύ μας αγάπησες/ πολύ σ’ αγαπήσαμε./ Πολλά δώρα μας έφερες/ Κι εμείς;/ Φτωχειά η Ελλάδα μας/ ένα ρόδο μονάχα σου χάρισε,/ το ρόδο του Απόλλωνα», λέει ο Γιάννης Ρίτσος (Ιαν. 1988) σε ποίημά του αφιερωμένο στον Ροζέ Μιλλιέξ. «Στο μάκρος των τριών τελευταίων δεκαετιών,-γράφει ο Οδυσσέας Ελύτης-η δράση και τα γραφτά της Τατιάνας και του Roger Milliex επέτυχαν με συνεχείς διασταυρώσεις, αντιστίξεις και πνευματικές σταυροβελονιές, να δημιουργήσουν ένα κέντημα ελληνικό από τα πιο σπάνια στο είδος του. Και ο  καμβάς πάντοτε τα πάθη και οι καημοί του λαού μας». Και ο Νικηφόρος Βρεττάκος στο ποίημά του «Ο ξένος», αφιερωμένο στον R. Milliex  θα πει πως «ντύθηκε φώς κι έγινε Έλληνας».

     Το αφιέρωμα στον Ροζέ Μιλλιέξ περιλαμβάνει σημαντικές φιλολογικές εργασίες, εκτός από αναφορές στο έργο του τιμώμενου. Από τις μελέτες που δημοσιεύονται στον τόμο: Αγγ. Αγγελόπουλου «Η πυρηνική ενέργεια παράγοντας προσέγγισης καπιταλισμού και κομμουνισμού», Γιανν. Αγγέλου «Ο Βολταίρος και οι Έλληνες λόγιοι του 18ου αιώνα», Γ. Γ. Αλισανδράτου «Η Μάνα του Χριστού του Κ. Βάρναλη», Λ. Βρανούση «Ρήγας και Marmontel», Κ. Ι. Δεσποτόπουλου «Η ποιητική του Πλάτωνος στο διάλογο «Φαίδρος», Ι. Θ. Κακριδή «Ποικίλα Ελληνικά», Ε. Κριαρά «Η Νέα Ελληνική στα κείμενα της ελληνικής γραμματείας από τον ενδέκατο αιώνα έως τις μέρες μας», Δ. Μαζαράκη «Τσοπανάρικες στερεοελλαδίτισσες φλογέρες», Μ. Ι. Μανούσακα «Οι περιπλανήσεις Αθανασίου του ρήτορος από την Κωνσταντινούπολη (1607-1614) στην Ιταλία (1614-1619) στο Παρίσι (1620)», Αυγ. Μπαγιόνα «Κλασσική αρχαιότητα, εκπαίδευση και παιδεία κατά τον γαλλικό  διαφωτισμό», Ν. Σβορώνου «Μια χειρόγραφη ανθολογία (μισμαγιά) με τραγούδια ελληνικά και τουρκικά και δύο εθνικά στιχουργήματα», Κυρ. Σιμόπουλου «Ένα υπόμνημα στα αυστριακά αρχεία. Ο πολιτικοκοινωνικός αγώνας στην Ελλάδα του 1824-1825», Α. Φραγκιά «Μαρτυρίες συνείδηση», Ρ. Φράγκου-Κικίλια «Ο Καζαντζάκης και η Γαλλία» κ. ά. Στον ίδιο τόμο μελέτες  και άρθρα Α. Αργυρίου, Τ. Βουρνά, Χρ. Γιανναρά, Γιαν. Δάλλα, Ν. Δετζώρτζη, Δ. Λουκάτου, Γ. Ι. Μουρέλου, Μ. Παπαθωμοπούλου, Γ. Χειμωνά κ. ά. Ο τόμος συμπληρώνεται με επιλογή βιβλιογραφίας του R. Milliex (1940-1990)  που επιμελήθηκε ο Δ. Κοκκινίδης και ένα άρθρο του ίδιου του Μιλλιέξ.

      Η έκδοση του τόμου αυτού ήταν και για ένα άλλο λόγο απαραίτητη, ως εκδήλωση αναγνώρισης της πολύτιμης προσφοράς του Ροζέ Μιλλιέξ στην Ελλάδα. Ο ίδιος διακρίνεται  για την υποδειγματική του σεμνότητα. Παρ’ ότι η συμβολή του στα εθνικά μας θέματα υπήρξε βασικής σημασίας, παρ’ ότι η πνευματική και πολιτιστική του προσφορά είναι μέρος του νεοελληνικού πνευματικού βίου, ποτέ δεν επεδίωξε να προβάλει αυτή του τη συμβολή, γιατί συνέδεσε τις δραστηριότητες και την ίδια τη δημιουργική του πνοή με τη βαθιά του αγάπη στην Ελλάδα. Η αφιέρωσή του ήταν ολοκληρωτική. Και στις αφιερώσεις αυτές το προσωπικό δικαιώνεται στο συνολικό. Έγινε όπως λέει ο Ελύτης «ελληνικότερος των Ελλήνων».

Ε). Του ΜΙΧΑΗΛ  ΡΟΥΣΣΟΥ, περ. ΣΥΓΧΡΟΝΑ  ΒΗΜΑΤΑ τεύχος 81/1, 1992, σ. 62-63

ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΑ, Αφιέρωμα στον Roger MILLIEX, (Melanges  offerts a Roger MILLIEX), Εταιρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, Αθήνα 1990, σελ. 808.

      Ο μεγάλου σχήματος πολυσέλιδος αυτός τόμος άξιζε στον εξαιρετικό Φιλέλληνα της εποχής μας. Φιλέλληνας, ο αγαπητός σε όλους τους Έλληνες (αλλά και Γάλλους) κύριος Roger Milliex, δεν είναι λιγότερο γνωστός σαν ένθερμος Φιλοκύπριος. Άνθρωπος του πνεύματος και των γραμμάτων, ο τιμώμενος Καθηγητής πλούτισε με την παρουσία του τη Χώρα μας, μορφώνοντας πολλές γενιές μαθητών του κατά τα πενήντα-τουλάχιστο-χρόνια της εκπαιδευτικής του δράσης στη διεύθυνση του πολιτιστικού και πνευματικού έργου του Γαλλικού Ινστιτούτου της Αθήνας.

     Με πολύ πιο παραστατική έκφραση παρουσιάζει σε λίγες γραμμές ο Μάνος Χαριτάτος τον καθαρό Φιλέλληνα κ. R. Milliex. Με τον απέριττο τίτλο «ΟΦΕΙΛΗ», στο όνομα των Ελλήνων, ο Μ. Χαριτάτος υπογραμμίζει: «Έχουν συμπληρωθεί πενήντα χρόνια διαρκούς παρουσίας και ακαταπόνητης δραστηριότητας του R. Milliex  στον ελληνικό χώρο. Το γόνιμο και ευεργετικό ενδιαφέρον  του για τον ελληνισμό δεν περιορίστηκε στην κυρίως Ελλάδα, αλλά άφησε βαθιά ίχνη και στην Κύπρο, όπου υπηρέτησε για δώδεκα χρόνια, Μέσα σε δύσκολους καιρούς και αντίξοες συνθήκες, όπως το 1940-41, και την Κατοχή, ο R. Milliex  αγωνίστηκε σαν γνήσιος Έλληνας στο πλευρό των ανθρώπων του Τόπου μας. Η ενεργότατη συμμετοχή του στα κοινά, η ευαισθησία, η γνώση (…) καθιστούν ασφυκτικό για την περίπτωσή του τον όρο του «φιλέλληνα». Ο τιμητικός αυτός τόμος αποτελεί παλαιά οφειλή της Εταιρείας Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, (Ε.Λ.Ι.Α.)». Συμπεραίνοντας, ο παρουσιάζων Μ.Χ. προσθέτει: «Ο τιμητικός τόμος που παρουσιάζουμε σήμερα αποτελεί την ελάχιστη δημόσια αναγνώριση ενός έργου ζωής και ένα μικρό δείγμα της ευγνωμοσύνης μας».

     Χαιρετισμό για τα πενήντα χρόνια προσφοράς του E. Milliex  έστειλαν διάφορες πολιτικές και πνευματικές προσωπικότητες της Ελλάδας, της Κύπρου, της Γαλλίας και άλλων χωρών. Σημειώνουμε μερικά ονόματα: Γιώργος Βασιλείου (Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας), Οδυσσέας Ελύτης, Κ. Θ. Δημαράς, Νικηφόρος Βρεττάκος, Γιάννης Ρίτσος, Μίλτος Σαχτούρης, J. M. Domenach (πρώην Διευθυντής του περιοδικού ESPRIT), Francois Fonvieille Alquier, Α.Ε. Μαργαρίτης, Ε. Ν. Μόσχος, και πάρα πολλοί άλλοι.

   Μελέτες διακεκριμένων συγγραφέων και ποιητών αφιερώνονται με ευγνωμοσύνη και θαυμασμό στην προσφορά του R. Milliex για τον Τόπο μας: Γιώργου Λιναρδάτου: «Η «Μάνα του Χριστού», (Κώστα Βάρναλη), Φιλολογικά Σημειώματα. Αλεξ. Αργυρίου: Ένα ανεξόφλητο Χρέος. Τάσος Βουρνάς: Η Πολιτική σαν κοινωνιολογική έννοια στη φιλοσοφία του νεοελληνικού διαφωτισμού. Λ. Βρανούσης: Ρήγας και Marmontel. Claude Lolliard, Grec Classique, Grece Moderne- Eternite d’ un Message. Κ. Ι. Δεσποτόπουλος: Η ποιητική του Πλάτωνος στον διάλογο «Φαίδρος».  Marie Eliou: La problematique femmine dans les sciences de l’ education. Ι. Θ. Κακριδής: Ποικίλα Ελληνικά. Ε. Κριαράς: Η Νέα Ελληνική. Αντρέας Φραγκιάς: Μαρτυρίες συνείδησης. Ρίτσα Φράγκου-Κικίλια: Ο Καζαντζάκης και η Γαλλία.

    Η επιλογή αυτών των μελετών, που η καθεμιά τους έρχεται σαν γνήσιο αφιέρωμα στον Δάσκαλο Roger Milliex, δεν δίνει παρά μια πενιχρή ιδέα του συνόλου. Στον τιμητικό αυτόν τόμο κρύβεται ολόκληρη βιβλιοθήκη! Γι’ αυτό το λόγο ακριβώς δε θα έπρεπε να λείψει από καμιά σοβαρή βιβλιοθήκη της Χώρας μας.

      Άνθρωποι σαν τον κ. R. Milliex δεν περνούν συχνά στον Τόπο μας. Γι’ αυτό, μαζί με όλους τους άλλους, η ομάδα σύνταξης του περιοδικού μας εκφράζει σύσσωμη (και από το σημείο αυτό εδώ) το ευχαριστώ και την ευγνωμοσύνη της στον μεγάλο Φιλέλληνα.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς, Παρασκευή, 26/11/2021.

  

 

Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2021

Συναντήσεις με τον γαλλομαθή Ανδρέα Παπανδρέου του Ροζέ Μιλλιέξ

ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΤΟΝ ΓΑΛΛΟΜΑΘΗ ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ

Μια μαρτυρία του φιλέλληνα Ροζέ Μιλλιέξ

Εφημερίδα  Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Κυριακή 7  Ιουλίου 1996, σ.30

     Τρείς από κοντά και προφορικές συναντήσεις και μία εξ αποστάσεως ανάμεσα στο πλήθος. Η πρώτη, αρκετά παλιά, αφού πραγματοποιήθηκε πριν από σχεδόν 60 χρόνια, είχε όμως 6 μηνών διάρκεια, τη διάρκεια δηλαδή ενός περίπου σχολικού έτους. Πραγματικά το Νοέμβριο του 1936, ένας 23 χρόνων  νεαρός Γάλλος πρωτοπάτησε-και με τι έξαρση!- τα ονειρεμένα χώματα, φρεσκο-διορισμένος στο Γαλλικό Ινστιτούτο της Αθήνας ως καθηγητής γαλλικής γλώσσας και φιλολογίας. Τότε, στη «Γαλλική Ακαδημία», καθώς λεγόταν από τον πολύ κόσμο το Ινστιτούτο, μόλις είχε δημιουργηθεί ένα ειδικό τριτοετές τμήμα για φοιτητές του ελληνικού πανεπιστημίου. Ανέλαβα εγώ ο αρχάριος την Τρίτη ομάδα, των πιο προχωρημένων στα γαλλικά φοιτητών.

     Με απασχόλησε πολύ η σκέψη να βρω, τουλάχιστον για μια φορά την εβδομάδα, μια προφορική άσκηση που να έλυνε τη γλώσσα των σπουδαστών μου. Και βρήκα μια λύση που απ’ την άλλη μεριά θα αποτελούσε για το νεοφερμένο ταξιδιώτη που ήμουνα μια πρώτη ιστορικογεωγραφική μύηση στον άγνωστό μου ακόμα τόπο. Ο κάθε φοιτητής θα συμμετείχε σε μια ομάδα όπου θα παρουσίαζε την ιδιαιτέρα ή προγονική του πατρίδα. Έπιασε, φαίνεται, το πείραμα. Ο φοιτητής μιλούσε πάνω στην καθηγητική έδρα κι εγώ καθόμουν στο βάθος της τάξης, κρατώντας σημειώσεις για να διορθώσω τα ενδεχόμενα γλωσσικά λάθη και για ν’ ανοίξω ένα διάλογο με τον ομιλητή και με τους συμφοιτητές του.

     Μια μέρα, λοιπόν, ο διευθυντής του Ινστιτούτου, ο αείμνηστος Octave Merlier που επρόκειτο να γίνει σύντομα ο πνευματικός μου πατέρας, μπαίνει στην τάξη μου για να διαπιστώσει αν τα καταφέρνει ο αυτοδίδακτος-στην τέχνη της διδασκαλίας της γαλλικής ως ξένης γλώσσας-συνεργάτης του και έρχεται να καθίσει δίπλα μου στην τελευταία σειρά καθισμάτων. Πάνω στην έδρα μιλάει ένα ψηλό, γερό, όλο αποφασιστικότητα, 19 χρόνων αγόρι και περιγράφει μια περιοχή της Πελοποννήσου, όπου δεν πρόλαβα ακόμα να πάω, και ένα πατρογονικό του χωριό, το Καλέντζι, που για πρώτη φορά βέβαια άκουγα το όνομά του. Τότε ο Merlier  μου ψιθυρίζει στο αυτί «ξέρετε, ο νεαρός που μιλάει είναι γιος ενός μεγάλου πολιτικού ανδρός, του Γεωργίου Παπανδρέου». Πράγματι θα μάθω γρήγορα ότι ο διευθυντής μας γνωρίζει καλά τον πατέρα του σπουδαστή μου, αφού συνεργάστηκε μαζί του, όταν ο άλλος ήταν υπουργός Παιδείας, και επεξεργάστηκαν μαζί το νόμο 4593 του 1930 βάσει του οποίου ιδρύθηκε το περίφημο «Κουρ σπεσιάλ» («Ειδικό τμήμα προπαρασκευής καθηγητών της Γαλλικής») όπου δίδασκε ο ίδιος ο διευθυντής μας και που θα δημιουργούσε αρκετές γενιές λαμπρών Ελλήνων εκπαιδευτικών και γενικά πνευματικών ανθρώπων. Έτσι από το στόμα του γιου του Γεωργίου Παπανδρέου, του Ανδρέα, ξεναγήθηκα νοερά τότε στην Αχαΐα, στον Ευρύμανθο που θα τον σκαρφάλωνα λίγα χρόνια αργότερα, στην Πάτρα που θα είναι η πρώτη μεγάλη πόλη της επαρχίας που θα επισκεφτώ στα Φώτα του ’37 και μου έγινε ιδιαίτερα αγαπητή. Ο Ανδρέας Παπανδρέου στάθηκε λοιπόν ένας από αυτούς τους εμπνευσμένους, πολλές φορές εμπνευσμένους νέους «ξεναγούς» μου, στην πρώτη, πρώτη μου θητεία στην Αθήνα. Ανεξίτηλη, δηλαδή, η παρθενική αυτή εμπειρία.

      Μετά τη σχολική αυτή συμβίωση του ’36-’37, έχασα για πολλά χρόνια τα ίχνη του νεαρού Αχαιού οδηγητή μου που έμαθα εκ των υστέρων την αστυνομική του περιπέτεια και την αποδημία του στην Αμερική. Κάποιος όμως μου είπε ότι η πρώτη επίσκεψη του νεαρού επαναστάτη, βγαίνοντας από τα γνωστά «γρανάζια» της μεταξικής Ασφάλειας, ήταν να καταφύγει στη Γαλλία, ως πατροπαράδοτη «γη ασύλου» (Terre dAsile). (Ακόμη και τούτη τη στιγμή είναι αριθμητικά η δεύτερη απ’ όλη την Ευρώπη, με όλες τις ντροπερές, ξενόφοβες διαθέσεις αρκετών-φευ!-κατοίκων και τις αφιλόξενες διατάξεις του κρατικού μηχανισμού…) Για να γυρίσουμε στον τότε τροτσκιστή Ανδρέα, δεν ξέρω κατά πόσο αληθεύει το πρωταρχικό αυτό σχέδιο για Παρίσι. Ας μου το διευκρινίσουν οι βιογράφοι του.

     Περνάνε τα χρόνια. Από το 1959, η δεύτερη μορφωτική μου αποστολή μ’ έχει γεωγραφικά απομακρύνει από το Κέντρο, αλλά όχι από την ψυχή του ελληνισμού, αφού μ’ έχει τοποθετήσει στην Κύπρο όπου μου χάρισε μια μοναδική, αδιάκοπη, 12 χρόνια συνέχεια (1959-1971), πνευματική, ιστορική ακόμη και περιηγητική έξαρση.

      Τακτικά όμως ταξιδεύω προς το κλεινόν άστυ που είναι και η γενέτειρα της Τατιάνας. Το ’64-’65, επειδή γνώρισα τον λαμπρό δημοσιογράφο, προοδευτικό και φιλέλληνα Eric Rouleau που κάνει χρέη προσωρινού ανταποκριτή της εφημερίδας “Le Monde” αντικαθιστώντας τον όχι τόσο συμπαθή μόνιμο ανταποκριτή, βρίσκω την ευκαιρία να δηλώσω με γράμμα μου στην εφημερίδα, την ικανοποίησή μου για την ευτυχή αλλαγή του τόνου των ανταποκρίσεων, σχετικά με την κυβέρνηση του Κέντρου και πιο ιδιαίτερα με τις «νεωτεριστικές» θέσεις του υπουργού Συντονισμού Ανδρέα Παπανδρέου. Μια μικρή, ανεπίσημη, σιωπηλή (ήμουν υπάλληλος του υπουργείου Εξωτερικών της Γαλλίας) συμμαχία που οπωσδήποτε  διέφυγε της προσοχής και του ενδιαφερόμενου παλαιού μαθητή μου.

      Ήρθε η τρίτη και τελευταία θητεία (1971-1974-1975), στη Τζένοβα της Ιταλίας όπου, «ανεπιθύμητοι» στην Ελλάδα, η Τατιάνα κι εγώ, περιμένοντας το νόστιμον ήμαρ, διασκεδάζουμε  τη νοσταλγία μας, αλωνίζοντας την ανεξάντλητη και όλο αντιχουντική αλληλεγγύη Ιταλία. Μια μέρα, το σημείωσα στο ημερολόγιό μου, ήταν ακριβώς στις 30 Απριλίου 1973, ενώ η Τατιάνα είναι στο Παρίσι, κοντά στους Έλληνες συνεξόριστους και συναγωνιστές της, βρίσκομαι στην ωραία μεσαιωνική και αναγεννησιακή Μπολόνια της επαρχίας Εμίλια. Είμαι εκείνη τη στιγμή ο μοναδικός τουρίστας στην περίφημη πλατεία, με τους επιβλητικούς κεκλιμένους πύργους Ασινέζι και Γκαριζέντα. Ξαφνικά, σαν από θαύμα, γεμίζει ολόκληρη με νέους παλλόμενους ανθρώπους και μεταμορφώνεται ξαφνικά σε νησίδα που μιλάει, φωνάζει, τραγουδάει ελληνικά. Είναι Έλληνες φοιτητές που βγαίνουν προφανώς από συλλαλητήριο και να που εμφανίζεται ο ρήτορας εμψυχωτής τους: ο Ανδρέας Παπανδρέου. Νιώθω τόσο ενωμένος μαζί μ’ αυτούς τους νέους αγωνιστές που τους φλόγισε το αντιδικτατορικό πάθος, που κάτι με καθηλώνει μέσα στο πλήθος, δεν θα πάω να χαιρετήσω τον αρχηγό του, για να μην εκμεταλλευτώ την παλιά μας σχολική συμβίωση, προτιμάω να παραμείνω έναν ανώνυμος, σιωπηλός, βουβός συναγωνιστής του.

     Το φθινόπωρο του 1975 έρχεται επιτέλους η ποθητή αφυπηρέτηση. Παρά την απορία μερικών συμπατριωτών μου ούτε μια στιγμή δεν μου ήρθε η επιθυμία να επιστρέψω οριστικά στην πρώτη μου πατρίδα: σπεύδω να γυρίσω στη δεύτερη, θετή, ακριβή πατρίδα όπου, αδέσμευτος πια, αποφασίζω να λάβω μέρος, ως ελεύθερος σκοπευτής, στους κοινούς αγώνες, ειδικά για το Κυπριακό.

     Αργότερα κάποιο βράδυ (δεν σημείωσα την ακριβή ημερομηνία) ο παλιός μας Κύπριος φίλος, ο ποιητής και μαχητής, Νίκος Κρανιδιώτης, τότε πρέσβης στην Αθήνα της Κυπριακής Δημοκρατίας, κάλεσε στο Ψυχικό για δείπνο τον Ανδρέα και την Μαργαρίτα καθώς και μένα . Έτσι, ύστερα από ίσως 40 χρόνια, η κυπριακή φιλοξενία μας προσφέρει την πολύτιμη αυτή επανασύνδεση. Μόλις εμφανίζεται το επίσημο ζεύγος, αρχίζω αμέσως το διάλογο.

     -Κύριε πρόεδρε, ήσαστε καλώς σπουδαστής μας στην οδό Σίνα. Αλλά φοβάμαι πολύ ότι τα γαλλικά σας πήγανε περίπατο και τα σκεπάσανε ολότελα τα αμερικάνικα, ιδίως αυτά της κυρίας Μαργαρίτας.

     Μου απαντάει απροσδόκητα ο Ανδρέας:

-Ε, λοιπόν, αγαπητέ μου δάσκαλε, το πίστευα και εγώ. Και να που μια μέρα βρέθηκα στη Γαλλία και οι σύντροφοί μας οι Γάλλοι σοσιαλιστές με βάλανε να μιλήσω σ’ ένα συλλαλητήριο. Και έκπληκτος διαπίστωσα ότι δεν είχα ξεχάσει τα γαλλικά που ήξερα και μίλησα.

     Ευχάριστη έκπληξη και του δασκάλου-του ανέκαθεν φανατικού διαδότη της εθνικής του γλώσσας.

     Η τελευταία, η πολύ σύντομη, μα ουσιαστική προσωπική συνάντηση, το 1987, θα είναι συνδεδεμένη μ’ ένα μήνυμα από τη γαλλική ποίηση. Σε μια προηγούμενη συνεδρίαση της Βουλής, ο πρωθυπουργός Παπανδρέου έχει αναφέρει δύο στίχους από το περίφημο παράνομο ποίημα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ  (Liberte) του Πωλ Ελυάρ (έτυχε να το πάρουμε το 1943 στην Αθήνα από το Αλγέρι και το διαβάσανε στη Νέα Εστία οι έκπληκτοι Αθηναίοι, στην ωραία μετάφραση του φίλου Νάσου Δετζώρτζη που κατάφερε να νικήσει και τους ενδοιασμούς του Ιταλού λογοκριτή. Οι δύο στίχοι λοιπόν, λίγο πριν από το τέλος του ερωτικού ύμνου του Ελυάρ στην «Ελευθερία» λέγανε:

                Η ζωή μου ξαναρχίζει

                χάρη στη δύναμη μιας λέξης.

     Λίγες μέρες αργότερα, ακριβώς στις 5 Ιουνίου του 1987, γίνονται, παρουσία του τότε προέδρου της Κύπρου Σπύρου Κυπριανού και του πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου, τα εγκαίνια του «Σπιτιού της Κύπρου». Φυσικά είμαι παρών στην οδό Ηρακλείτου για να παραστώ στην τελετή. Πυκνότατο πλήθος. Μόλις και μετά βίας στέκομαι όρθιος, στριμωγμένος στον τοίχο, αναμένοντας το πέρασμα των επισήμων. Σαν φθάνει ο πρωθυπουργός στο ύψος μου, λέω δυνατά στα γαλλικά:

                Et par le pouvoir dun mot, je recommence ma vie (χάρη στη δύναμη μιας λέξης η ζωή μου ξαναρχίζει).

     Ο Ανδρέας Παπανδρέου ξαφνιάζεται για ένα δευτερόλεπτο, κοντοστέκεται, το βλέμμα του με ανακαλύπτει μέσα στο πλήθος και με ρωτάει στα ελληνικά: «Δεν είναι ωραίο το ποίημα αυτό;». Συμφωνώ μαζί σας, κύριε πρωθυπουργέ, είναι πολύ ωραίο!

     Κι έτσι ύστερα από περίπου 50 χρόνια, έκλεισε ο κύκλος που είχε ανοίξει στη «Γαλλική Ακαδημία». Μια γεφυρούλα είχε ριχτεί ανάμεσα στο Καλέντζι της Αχαΐας κι ένα πάντοτε επίκαιρο μήνυμα της αντιστασιακής ποίησης της ΓΑΛΛΙΑΣ.

--

         Ο ΦΡΑΝΣΟΥΑ  ΜΙΤΕΡΑΝ «ΜΑΚΙΖΑΡ»

      Αντίσταση και αντιστασιακή διαπαιδαγώγηση

Ροζέ  Μιλλιέξ, εφημερίδα ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΑΥΓΗ   7/8/1994, σ. 20

     Σύμφωνα με ένα γαλλικό ρητό «τα ταξίδια μορφώνουν τα νιάτα». Αν κρίνω από δύο προσωπικές αποκαλύψεις που μου χάρισε ένα πρόσφατο ταξίδι στην πατρίδα-ισχύει το ρητό και για την, ας πούμε, ώριμη ηλικία…

     Διπλό στάθηκε το προσκύνημα, διπλή η επιστροφή στις πηγές (αυτό που λέμε με μια λέξη στα γαλλικά: Ressourcement), στη μεσογειακή φωκιανή γενέτειρα και στις βουνίσιες προγονικές μας ρίζες, στην περιοχή των Άλπεων. Έτυχε λοιπόν μια μέρα, στο ίδιο πρωινό μέσα, κάπου ανάμεσα στο Gap-πρωτεύουσα του νομού Hautes  Alpes και τη μεγαλύτερη πρωτεύουσα των Άλπεων Grenoble, στους πρόποδες της ψηλής, ακόμα τον Ιούνη χιονισμένης, οροσειράς του Devolvy, να ανακαλύψω διαδοχικά και σε ελάχιστη απόσταση μεταξύ τους δύο εντολές διαφορετικούς, αλλά για μένα το ίδιο εντυπωσιακούς και συγκινητικούς, τόπους. Ο ένας ήταν στην κοιλάδα του ποταμιού Buech που τραγούδησε με τόσο εξαίσιο τρόπο, επί τόπου, το 1974, ο τότε αυτοεξόριστος αδερφός μας, ο Νικηφόρος Βρεττάκος, ήταν το ορθόδοξο γαλλόφωνο μοναστήρι της Κοίμησης της Θεοτόκου, στη La Faurie. Αναπάντεχη η συνάντηση ενός Γάλλου ιερομόναχου Demetre που έμαθε αγιογραφία και φτιάχνει εικόνες και κατά τα άλλα διδάσκει φιλοσοφία σ’ ένα καθολικό λύκειο του Gap. Επίσης, είχε σπουδάσει αρχαία ελληνικά και τώρα μαθαίνει τη νεοελληνική. Αλλά ο πρώτος αυτός αλπικός σταθμός είναι έξω από το σημερινό μας θέμα.

      Το δεύτερο θέμα μου προσφέρθηκε, λίγα χιλιόμετρα από τη La Faurie, στο χωριό Montmaur που στέκεται στα 200 μ., κάτω από τα βράχια του Pic de Bure που φτάνουν τα 2.700. Εδώ υψώνεται ένας φημισμένος μεσαιωνικός πύργος που χρονολογείται από τον 14ον αιώνα, με πλούσιο και αδιάκοπο αρχοντικό παρελθόν, σε φρούριο στα σύνορα του Dauphine (με πρωτεύουσα τη Grenoble) και της Προβηγκίας. Ανάμεσα στις αριστοκρατικές οικογένειες που πέντε αιώνες διαδέχτηκαν εκεί, σημειώνει μια νεαρή αρχόντισσα Martine de Clermont dAmboise που είχε μερικές σταγόνες βυζαντινού αίματος, ως απόγονη των αυτοκρατόρων της Νίκαιας. Αλλά δεν ήρθα στο Montmaur για να κάνω μιαν αρχαιολογική επίσκεψη σ’ ένα επιβλητικό μνημείο που είναι καταγραμμένο στον επίσημο κατάλογο των ιστορικών μνημείων της Γαλλίας. Εκ των προτέρων είχα πληροφορηθεί ότι το κάστρο απέκτησε ένα πιο πρόσφατο τίτλο τιμής, κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, ως κέντρο, μάλιστα πρωτοποριακό κέντρο, Εθνικής Αντίστασης.

     Και να που, στο αριστερό μέρος της εισόδου του μεγαλοπρεπούς κτιρίου, διαβάζω μια μπρούτζινη επιγραφή αφιερωμένη στη μνήμη του ταγματάρχη Antoine Mauduit, αξιωματικό της Λεγεώνας της Τιμής, που από το 1942 ίδρυσε μέσα στον πύργο ένα από τα πρώτα κινήματα ένοπλου αγώνα εναντίον του κατακτητή και έπεσε το 1945 στη Γερμανία, θύμα της πατριωτικής δράσης.

     Από την ωραία, τεκμηριωμένη και εικονογραφημένη τουριστική μπροσούρα που έβγαλε ο τωρινός ιδιοκτήτης, ανακαινιστής και εμψυχωτής του πύργου κ. Raymond Laurens,  έμαθα εκ των υστέρων ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες για τη μαχητική πορεία του ήρωα Mauduit, κάτω από τον τίτλο «Ένας ιππότης του σύγχρονου κόσμου». Αρχές του ΄42 ανεβαίνει στο Montmaur ο Mauduit και σε μια πρώτη φάση το κάνει κέντρο φιλοξενίας για τους τέως Γάλλους αιχμαλώτους πολέμου που έχουν επαναπατρισθεί από τα γερμανικά στρατόπεδα αιχμαλώτων και από κει φροντίζει για τη δραπέτευση άλλων αιχμαλώτων. Στις 19 Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς προχωρεί στο καθαυτόν αντιστασιακόν αγώνα και μέσα στον ιερό ναό της La Salette-δημοφιλές στις Άλπεις προσκύνημα-ιδρύει το δίκτυο La Chaine (Αλυσίδα) που, ως θερμός χριστιανός, εχθρός της αντιχριστιανικής ιδεολογίας του ναζισμού, του δίνει για σκοπό «την ανόρθωση της Γαλλίας και την άμυνα του χριστιανικού πολιτισμού». Το φθινόπωρο του 1942 συγκεντρώνει στον πύργο μερικούς φίλους, μεταξύ των οποίων βρίσκεται ο τότε νεαρός, 26 χρόνων, Φρανσουά Μιτεράν, που μόλις το ‘σκασε από το γερμανικό στρατόπεδο αιχμαλώτων. Η ομάδα θεμελιώνει το «Εθνικό Κίνημα Αντίστασης Αιχμαλώτων Πολέμου» (MNPGD) που τη Διοικητική Επιτροπή του την απαρτίζουν τα τρία Μ: Mauduit, Mitterand, de Monjoie. Το Montmaur αποτελεί έτσι ένα από τα πρώτα «Μακί» που θα πυκνώσουν το 1943, όταν νέοι Γάλλοι που αρνιούνται να πάνε να δουλέψουν στη Γερμανία θα βγούνε στο κλαρί.

     Ο Mauduit όμως συλλαμβάνεται από τους Γερμανούς το Γενάρη του 1944 και στέλνεται στα πιο φρικτά στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Buchenwald, Dora, Bergen-Bensen. Εφήμερη γι’ αυτόν η χαρά της απελευθέρωσης, τελείως εξαντλημένος από τις κακουχίες πεθαίνει στις 9 Μαϊου 1945 στο νοσοκομείο του Sollingen. Μετακομιδή των οστών του στο Montmaur γίνεται το 1949 και ενταφιάζεται σε ένα λόφο της γαλλο-ρωμαϊκής αρχαιότητας, στο παρεκκλήσι της Αγίας Φιλομένης.

     Ο συναγωνιστής του Φρανσουά Μιτεράν, τότε συνεργάτης του Ντε Γκολ, ως υπουργός των παλαιών πολεμιστών και θυμάτων του πολέμου, τίμησε το 1945 τη μνήμη του αντάρτη-ήρωα Mauduit, υπογραμμίζοντας την επιδίωξή του να συμβάλει στη δημιουργία μιας σύνθεσης των χριστιανικών παραδόσεων της ιστορίας και της σύγχρονης, επαναστατικής περιόδου. Τον Αύγουστο του 1986, ως πρόεδρος πια της Δημοκρατίας, ανεβαίνει στο Montmaur ο πρώην μακιζάρ για να εγκαινιάσει τη μπρούτζινη αναμνηστική πλάκα και δηλώνει χαρακτηριστικά για τον συμπολεμιστή του Mauduit: «Στη ζωή μου δεν έχω συναντήσει πέντε άλλους ανθρώπους με μια παρόμοια ακτινοβολία».

     Το καλό είναι ότι δεν σταμάτησε με την επίσημη τελετή η τιμητική αναγνώριση του πατριωτικού του αγώνα.

      Το δωμάτιό του στον πύργο ο σημερινός ιδιοκτήτης το μετέβαλε σε Μουσείο Αντίστασης με αντικείμενα και ντοκουμέντα που απεικονίζουν τη δράση της οργάνωσης «Αλυσίδα» και που σχολιάστηκε στις ξεναγήσεις που γίνονται τακτικά το καλοκαίρι μέσα στον πύργο. Δυστυχώς η τουριστική σεζόν δεν έχει αρχίσει ακόμη σήμερα και ο πύργος παρέμεινε κλειστός. Κι έτσι θα στερηθώ τη συγκίνηση αυτουνού του προσκυνήματος, που κάθε χρόνο, στις 22 Αυγούστου, το εκτελούν οι παλαιοί συναγωνιστές του Mauduit.

     Ο κ. Laurens  κάνει και άλλο πιο ουσιαστικό αγώνα για τη διατήρηση της μνήμης του και για τη διαπαιδαγώγηση της ανίδεης καινούργιας γενιάς. Φέτος, την ημέρα ακριβώς που είμαστε στο Montmaur αλλά το απόγευμα, κάλεσε δύο τάξεις του Κολεγίου της κοντινής πολίχνης Veynes και ολόκληρο το δημοτικό σχολείο του Montmaur για να ενημερωθούν οι μαθητές κοιτάζοντας εκτεθειμένες τις εργασίες τις σχετικές με την Αντίσταση που ετοιμάσανε νέοι από τον τόπο, το νόμο, τη Γαλλία και την Ευρώπη. Του χρόνου, καθώς μου γράφει, με την ευκαιρία της 60ής επετείου του τέλους του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, η έκθεση θα είναι αφιερωμένη στον Γαλλικό Στρατό, μ’ ένα τμήμα για την ένοπλη Εθνική Αντίσταση.

      Τι λέτε, φίλοι Έλληνες αναγνώστες, δεν αποτελεί αυτή η μόνιμη διάθεση παράδειγμα προς μίμηση, σ’  όλες τις ευρωπαϊκές χώρες που γνώρισαν και ξένη κατοχή και ένοπλη αντίσταση; Και η Ελλάδα δεν είναι κατ’ εξοχήν και προνομιακά μια τέτοια χώρα;

Υ.Γ. Σπουδαία μέσα διαπαιδαγώγησης του κοινού και  ειδικά της νεολαίας, βέβαια με τη συνεργασία των εκπαιδευτικών, αποτελούν τα τοπικά ειδικά μουσεία. Τώρα τελευταία στη Λυών, στη θέση ακριβώς που η Γκεστάπο «λειτούργησε», άνοιξε ένα τέτοιο σημαντικό κέντρο ιστορίας της αντίστασης και των στρατοπέδων συγκεντρώσεως, με πλούσια ενθύμια και τακτικές δημόσιες εκδηλώσεις. Διαθέτει και ειδικό χώρο για τους νέους με κατάλληλη βιβλιοθήκη. Από το κέντρο πήρα έναν κατάλογο ιστορικών μουσείων από όλες τις επαρχίες της Γαλλίας, σε 70 πόλεις και πολίχνες. Από τα 70 αυτά μουσεία, παραπάνω από 30 είναι ρητά αφιερωμένα στην Αντίσταση και στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, αλλά παρουσιάζουν πιο γενικά τον πόλεμο 1940-1945 ή μίαν ιδιαίτερη φάση του πολέμου.

                                                           ΡΟΖΕ  ΜΙΛΛΙΕΞ       

Μια ξεχωριστή ανάμνηση:

      Ήταν η ανθοφορούσα και πολύκαρπη πνευματικά, καλλιτεχνικά, κοινωνικά και πολιτικά περίοδος μετά την δικτατορία. Των χρόνων της μεταπολίτευσης του 1974, όταν γνώρισα από κοντά το Ροζέ Μιλλιέξ μέσω της συζύγου του πεζογράφου Τατιάνας Γκρίτση- Μιλλιέξ, συνεργάτιδα μεταξύ άλλων εντύπων της παλαιάς πολιτικής δημοκρατικής εφημερίδας «Ελευθεροτυπία». Ήμουν σταθερός αναγνώστης των άρθρων και δημοσιευμάτων του ζεύγους Μιλλιέξ, όπου τα συναντούσα, των βιβλίων τους. Παρακολουθούσα την πνευματική και καλλιτεχνική τους διαδρομή.  Θαύμαζα το ελεύθερο φρόνημά τους, την ανθρωπιστική ανθρωπολογία των αγωνιστικών οραμάτων τους. Το ατιθάσευτο και ανεξάρτητο της σκέψης τους, η πρωτοποριακή προσωπικότητά τους, η για πάνω από μισό αιώνα μαχητικότητά τους, είχαν καταστήσει το ζεύγος Μιλλιέξ άξιο σεβασμού και τιμής στον ελληνικό και κυπριακό ελληνισμό. Και η έστω και μία ευτυχή συνάντηση μαζί τους, επαλήθευε ότι οι παλαιότερες γενιές και άτομα κατέθεταν και μνημόνευαν για τους δημοκρατικούς, αντιφασιστικούς τους αγώνες από την περίοδο του πολέμου και της κατοχής έως τα χρόνια της εφτάχρονης χούντας. Τα χρόνια της μεταπολίτευσης, ο πρώτος πυρήνας λογίων, ποιητών και συγγραφέων, μεταφραστών, σκηνοθετών είχε ιδρύσει το ΑΚΟΕ και παράλληλα κυκλοφορήσει το περιοδικό ΑΜΦΙ. Καλέσματα σε συγκεντρώσεις, ψηφίσματα, διαμαρτυρίες, συγκεντρώσεις υπογραφών, μικρές αλλά δυναμικές συγκεντρώσεις, ατέλειωτο κουβεντολόι και συσκέψεις σε σπίτια φίλων μοίρασμα φυλλαδίων και πώληση του πρώτου ιδιαίτερης ταυτότητας περιοδικού για τα δικαιώματα των αντρών και γυναικών ομοφυλοφίλων, του οποίου η κυκλοφορία του πρώτου τεύχους απαγορεύθηκε. (Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή του πρεσβύτερου, προσπάθεια ψήφισης του νομοσχεδίου Δοξιάδη, Αντιδράσεις και διαμαρτυρίες, πορείες).  Ένα πρωτόγνωρο με υψηλές κοινωνικές προσδοκίες για την εποχή εκείνη ακτιβιστικό κίνημα, μιας μικρής ομάδας ελλήνων μεγαλύτερων και νεαρών εφήβων τα οποία αποφάσισαν να αγωνιστούν και να κοινοποιήσουν το δικαίωμά τους στην ερωτική τους επιλογή, την σωματική τους αυτοδιάθεση, την σεξουαλική απελευθέρωση και ερωτική ελευθερία ελλήνων και ελληνίδων. Ιδιαίτερα των gay. Η πρωτόγνωρη για την ελληνική κοινωνία αυτή απελευθερωτική και «προκλητική» κίνηση αγκαλιάστηκε θετικά, υποστηρίχτηκε θερμά από μεγάλο μέρος ετεροφυλόφιλων προοδευτικών συγγραφέων, δημοσιογράφων, πανεπιστημιακών καθηγητών, καλλιτεχνών, άτομα της θεατρικής και έβδομης τέχνης. Το σοβαρό και ενθουσιώδες αυτό κίνημα για τα ελληνικά τότε της ελληνικής πολιτείας δεδομένα, κινούνταν στις παραμεθόριες παραδοσιακές πτυχές έκφρασης έρωτος της ελληνικής κοινωνίας. Μεταξύ της «αισχρής απόλαυσης» και της συγκαταβατικής καρικατουρίστικης φιγούρας και διακωμώδησης. Διαφοροποιούνταν από τους γενικούς ορίζοντες και κανόνες του ανεκτού και παραδεκτού, του επιτρεπτού για την μέση ελληνική οικογένεια, ερωτικών ρόλων. Και όμως, η ωραία και ειλικρινής αυτή προσπάθεια, να επαναλάβουμε, μικρής ομάδας προσώπων με διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό να δημοσιοποιήσουν τα δικαιώματά τους, συγκέντρωσε την περιέργεια και το ενδιαφέρον ελλήνων και ελληνίδων, ετεροφυλόφιλων, από όλα τα στρώματα του ελληνικού λαού και πνευματικού επιπέδου. Ανήκω στην δεύτερη φουρνιά των ατόμων που συμπαραστάθηκε στην κίνηση αυτή. Εκατοντάδες φορές είχαμε κατέβει στο υπόγειο της οδού Ζαλόγγου στην Αθήνα και συμμετείχαμε σε συζητήσεις, δράσεις, συνδράμαμε με το πενιχρό χαρτζιλίκι μας στα έξοδα της κίνησης και των εκδηλώσεών της. Την τύπωση αφισών και φυλλαδίων που σκορπούσαμε στους δρόμους και μοιράζαμε στους περαστικούς ανοίγοντας συζήτηση με ανεμελιά, τόλμη, ξενοιασιά, χωρίς ενοχοποιήσεις, δόσεις περηφάνιας, έντονης πολιτικοποίησης, κάτι που μόνο όταν είσαι έφηβος, νεαρός σε ηλικία, μπορείς να χαίρεσαι και να απολαμβάνεις δυναμικά, ριψοκίνδυνα, τολμηρά, παράτολμα, ενθουσιαστικά, δίχως να πολυσκέφτεσαι τις συνέπειες των επιλογών και πράξεών σου. Καθώς αγωνίζεσαι να σχηματίσεις την προσωπική σου ερωτική μυθοπλασία και εικόνα. Διαφορετική από τις θεμελιώδεις και κυρίαρχες κατηγοριοποιήσεις περί φύλου, έρωτος της κοινωνίας. Προσπαθούσαμε να «στρατεύσουμε» άτομα στον δίκαιο αγώνα μας. Δημιουργούσαμε ίσως μια άλλη κοινότητα έκφρασης και επιλογών. Αρνούμασταν την σωματική διγλωσσία. Πρεσβεύαμε το απρόβλεπτο της συνάντησης, το τυχαίο της επιλογής, την νομιμοποίηση της επιθυμίας. Την αποδοχή των ερωτικών συνδηλώσεων. Την περίοδο αυτή μετά το 21ο έτος της ηλικίας σου γινόσουν για την Πολιτεία ενήλικος και είχες δικαίωμα ψήφου. Τα μεταχουντικά εκείνα χρόνια, επικρατούσε ένα γενικό κλίμα ενθουσιαστικής συλλογικότητας, κοινής κοινωνικής διαθεσιμότητας και συναντίληψης στόχων και αγώνων. Ομαδικής αντιμετώπισης των κοινωνικών προβλημάτων και αδιεξόδων της ζωής. Όπως αντίστοιχα τα πολιτικά αντιμετωπίζονταν με την συμμετοχή σε κομματικούς και πολιτικούς σχηματισμούς. Η αδράνεια, η παθητικότητα, η ραθυμία απαγορεύονταν. Θεωρούνταν «ντροπή» η μη συμμετοχή στους κοινούς αγώνες, πορείες, διαδηλώσεις, για την εξέγερση του Πολυτεχνείου, της αμερικάνικης υποστήριξης στο τότε στρατιωτικό καθεστώς, στην επέμβαση και κατοχή ξένων της γείτονος χώρας στρατευμάτων στην Κυπριακή Δημοκρατία. Την νεότερη, τελευταία τραγωδία του ελληνισμού. Οι τότε νέοι και νέες, έφηβοι και έφηβες, ακόμα και της συντηρητικής παράταξης βρισκόμασταν στις κοινωνικές και πολιτικές επάλξεις. Ανεμίζαμε τις σημαίες της επανάστασης του καιρού μας. «Με σημαίες και ταμπούρλα» όπως μας τραγουδά ο ποιητής της Ρωμιοσύνης. Ο ελληνικός λαός έβγαινε από ένα πολιτικό και κοινωνικό τέλμα, η δικτατορία είχε καταρρεύσει κάτω από το βάρος της Κυπριακής τραγωδίας και οι έλληνες και ελληνίδες ήθελαν να αναπνεύσουν ποικιλοτρόπως, να σπάσουν τα μέχρι τότε στεγανά, να ανοίξουν τα φτερά τους στις αλλαγές που συντελούνταν στην ευρωπαϊκή ήπειρο, στον δυτικό κόσμο. Άτακτα, απειθάρχητα, με πολλά πισωγυρίσματα φιλοδοξούσαμε να αλλάξουμε και εμείς. Οι «φτωχοπρόδρομοι» Έλληνες. Οι νέοι καιροί επέβαλαν να διαρραγή η μονοσήμαντη και αποκλειστική παντοδυναμία της μίας παράδοσης έκφρασης και ζωής στο εσωτερικό της ελληνικής κοινωνίας, και των πολιτικών εκπροσώπων της. Ο άνεμος της ελληνικής ιστορίας φυσούσε ακατάσχετα και όποιοι κρύωναν-κρύωναν. Οι πνευματικοί άνθρωποι του τόπου, συγγραφείς, ποιητές, στοχαστές, δοκιμιογράφοι, εκδότες, μεταφραστές, εικαστικοί, ηθοποιοί, μουσικοί, καλλιτέχνες, διανοούμενοι, άτομα με δυό λόγια των γραμμάτων και των τεχνών της χώρας, (η πλειοψηφία τους προέρχονταν από την μεγάλη δεξαμενή της ανανεωτικής αριστεράς και της κεντροαριστερής παράταξης) δημοσιογράφοι και στελέχη εφημερίδων και περιοδικών, νεότερες γενιές πανεπιστημιακών καθηγητών, θεωρούσαν υποχρέωσή τους να συστρατευθούν, να συνασπιστούν, να υποστηρίξουν κάθε πρωτοπόρα και ανανεωτική κίνηση και εκδήλωση διαμαρτυρίας η οποία υποστήριζε το δικαίωμα στην διαφορετικότητα. Εφημερίδες και περιοδικά είχαν αρχίσει να διευρύνουν και να ποικίλλουν την ύλη τους με δημοσιεύματα, άρθρα, σχόλια, απόψεις, θέσεις, οι οποίες αφορούσαν τις σχέσεις των δύο φύλων, την ισότητα αντρών και γυναικών, τον σεξουαλικό προσανατολισμό, τα δικαιώματα των γυναικών και των ομοφυλοφίλων, τον ρόλο των γονέων μέσα στην σύγχρονη ελληνική οικογένεια, τα δικαιώματα των παιδιών, την εκπαίδευση και διαπαιδαγώγηση των νέων. Δημοσιεύονταν άρθρα για την υγιεινή διατροφή, το φυσικό περιβάλλον, (Κώστας Μπαζαίος), την θετική επίδραση του αθλητισμού στην ψυχική υγεία των ανθρώπων, την σχέση εκκλησίας-κράτους, τον ενδεχόμενο διαχωρισμό τους, την συνάντηση μαρξιστών διανοουμένων με χριστιανούς συναδέρφους τους, την συνομιλία του μαρξισμού με την ορθόδοξη χριστιανική πατερική παράδοση.  Ενημερωνόμασταν για την θεολογία της απελευθέρωσης στη νότιο αμερική. Εκατοντάδες  άρθρα και κείμενα δημοσιεύονταν για το γλωσσικό ζήτημα, την διγλωσσία μας, το μονοτικό, την γλωσσική «ανομία» της καθαρεύουσας που είχε επιβληθεί επί χούντας. Την ανάγκη αλλαγής του οικογενειακού δικαίου, την κατάργηση του θεσμού της προίκας και του πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων. Οι προοδευτικές εφημερίδες και έντυπα-αυτές που υποστήριζαν την κεντροαριστερή παράταξη, (πασοκ και ανανεωτική αριστερά) και ορισμένες σοβαρές και έγκυρου λόγου της κεντροδεξιάς, πρόσφεραν βήμα σε άτομα και φωνές, γραφίδες οι οποίες κόμιζαν κάτι καινούργιο και διαφορετικό, ανατρεπτικό, ακαμουφλάριστο,  για τα δεδομένα της ελληνικής παραδοσιακής κλειστής τότε κοινωνίας και πολιτικής σκηνής. Όλοι είμασταν συστρατευμένοι σε κάποιον σκοπό και στόχο. Όλοι φιλοδοξούσαμε να αλλάξουμε τους πάντες και τα πάντα. Να μηδενίσουν το πρόσφατο σκοτεινό παρελθόν, να γυρίσουμε σελίδα στην ελληνική κοινωνία, ιστορία και πολιτική.  Τα φύλλα των εφημερίδων ήταν γεμάτα από υποστηρικτικά άρθρα και κείμενα, κρίσεις συνεργατών τους σε κάθε τι μοντέρνο και πρωτοποριακό. Κυριότερος πυλώνας υποστήριξης και συμπαράστασης σε κάθε μικρό ή μεγάλο, ατομικό ή συλλογικό κίνημα απελευθέρωσης, υπήρξε κυρίως, η πολιτική εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ», με το μεγάλο και εκλεκτό επιτελείο και σταθερών ή έκτακτων συνεργατών της. Η ιστορία της έκδοσής της, δεν θα ήταν άστοχο μάλλον, αν γράφαμε ότι συμπορεύεται με την ιστορία των χρόνων της μεταπολίτευσης και των κεντρικών κοινωνικών και θεσμικών αλλαγών και επιλογών. Και ασφαλώς, των νιάτων και των οραμάτων της δικής μας γενιάς. Ο έντυπος λόγος στα μεταπολιτευτικά χρόνια διαμόρφωνε σκέψεις και ενέπνεε συνειδήσεις.

     Μία από τις συνεργάτιδες της πολιτικής αυτής εφημερίδας, υπήρξε και η αγωνίστρια και δημοκράτισσα, πολυδιαβασμένη, αντιστασιακή, αριστερή πεζογράφος Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιέξ σύζυγος του Ωραίου σαν Έλληνα Ροζέ Μιλλιέξ. Η Τατιάνα Γκρίτση Μιλλιέξ, ήταν μια γυναίκα με ανοιχτό μυαλό και ορίζοντες. Σκέψη ελεύθερη, πρόσωπο ανεξάρτητο, παιδεία στέρεα, εμφορούμενη από έναν αγωνιστικό πανανθρώπινο χαρακτήρα. Αυτό είναι εμφανές όχι μόνο στην προσωπική της πολιτική και κοινωνική διαδρομή από τα χρόνια της γερμανικής κατοχής και του πολέμου, των χρόνων της εθνικής αντίστασης, μα και στα εκατοντάδες δημοσιεύματά της, στην θεματική των έργων της στους χαρακτήρες που δομεί στα πεζά της. Η Μιλλιέξ στάθηκε ευνοϊκά απέναντι στην αμεταμφίεστη κίνηση- διαμαρτυρίας απελευθέρωσης της σεξουαλικής ταυτότητας των ελλήνων και ελληνίδων. Διάβαζα πάντα με ανυπομονησία και περιέργεια τα κείμενα και τα άρθρα της Γκρίτση- Μιλλιέξ στις εφημερίδες και τα περιοδικά. Τα κοινωνικά της, τις βιβλιοκριτικές της, τις τεχνοκριτικές της, τις επιφυλλίδες της, τα ταξιδιωτικά της σημειώματα, τα μελετήματα και διηγήματά της, τις μεταφράσεις της όπου τις συναντούσα. Την θαυμάζαμε και την σεβόμασταν για τους διαρκείς αγώνες που έδωσε και εξακολουθούσε να δίνει για τα ιστορικά δίκαια του ελληνισμού, (ελλαδικού και κυπριακού), την ένθερμη πάντα υποστήριξή της-όπως και του συζύγου της γάλλου δασκάλου Ροζέ Μιλλιέξ στην προβολή στην Γαλλία και το εξωτερικό γενικότερα του ελληνικού πολιτισμού και των γραμμάτων. Την έμπρακτη βοήθεια και φιλοξενία που πρόσφερε το ζεύγος Μιλλιέξ σε έλληνες κυνηγημένους και εξόριστους, φυλακισμένους, στις δύσκολες ιστορικές μέρες της χώρας μας την τελευταία πεντηκονταετία. Η Μιλλιέξ υπήρξε μιά θαρραλέα, τολμηρή, αυθεντική, υπερασπιστική γυναικεία γραφίδα. Η γραφή και αρθρογραφία της αγκάλιαζε πολλές πτυχές της κοινωνίας και της τέχνης. Προέρχονταν από την εαμική γενιά των συγγραφέων με την αγωνιστική πνοή και προοδευτικό αντιστασιακό λόγο.  Η Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιέξ με τον σύζυγό της Ροζέ Μιλλιέξ υπήρξαν από την εποχή του πολέμου και της κατοχής ακάματοι και σταθεροί υποστηρικτές, ουσιαστικοί συμπαραστάτες των Ελλήνων και της Ελλάδας στην Γαλλία. Πρόσφεραν στέγη και καταφύγιο σε κυνηγημένους και εξόριστους. Διέσωσαν κειμήλια του ελληνικού και κυπριακού πολιτισμού, διέδωσαν τα ελληνικά γράμματα. Κράτησαν αναμμένη την φλόγα της εθνικής αντίστασης απέναντι στον ξένο και τον ντόπιο κατακτητή. Η προσφορά του ζεύγους Μιλλιέξ έχει αναγνωριστεί και τιμηθεί εντός και εκτός ελλάδας. Σε κάποιο από τα δημοσιεύματά της, μίλησε επαινετικά, εμψυχωτικά για την νεανική και ακτιβιστική μας προσπάθεια. Της τηλεφώνησα να την ευχαριστήσω. Μου απάντησε ευγενικά και πρόσχαρα, μου ζήτησε αν ήθελα να με γνωρίσει από κοντά, να συζητήσουμε, του ότι ήμουν από τον Πειραιά, μου έδινε ένα επιπλέον «πλεονέκτημα», αφού το ζεύγος Μιλλιέξ διατηρούσε ευχάριστες εμπειρίες και αναμνήσεις από την πόλη και από πνευματικούς του ανθρώπους. Την επισκέφτηκα κρατώντας δύο βιβλία της. Χάρηκε που την γνώριζε και την διάβαζε ένας άγνωστός της νέος από την εργατούπολη του Πειραιά. Ο οποίος διάβαζε τα μυθιστορήματά της, τα διηγήματά της, ήταν ενήμερος της αρθογραφία της, παρακολουθούσε την πνευματική και αγωνιστική της διαδρομή. Μάλιστα, ο φουριόζος νεανίας έγραφε και πρωτόλεια ποιήματα. Στην πρώτη μας συνάντηση μου μίλησε μεταξύ άλλων και για την σχέση της με το πρώτο λιμάνι, τους πειραιώτες κατά την περίοδο της κατοχής και τα χρόνια της χούντας, ορισμένα πρόσωπά του. Στην συντροφιά μας παρευρίσκονταν και μία άλλη άγνωστή μου συγγραφέας ή μεταφράστρια (;) που δυστυχώς δεν θυμάμαι μετά από τόσες δεκαετίες το όνομά της. Εξάλλου ήμουν νέος και πολλαπλά επαναστατικός, και οι γλυκύτατες δύο γυναικείες υπάρξεις, αρκετά μεγαλύτερες μου, συγκαταβατικές, υπομονετικές, φιλόξενες. Πράγμα που με  έκανε να νιώθω κάπως άνετα, στο υπέροχο, ζεστό και κάπως «Μουσείο» αυτό σπίτι. Όταν αποχαιρετιστήκαμε την ρώτησα αν θα ήθελε να την επισκεφτώ ξανά κα να γνωρίσω και τον υπέροχο σύζυγό της Ροζέ Μιλλιέξ που απουσίαζε. Δέχθηκε πρόθυμα και φιλικά. Συμφωνήσαμε να συναντηθούμε και πάλι και να της πάω ορισμένα περιοδικά που της ανέφερα στην πρώτη συνομιλία μας. Στην δεύτερη επίσκεψή μου γνώρισα από κοντά αυτόν τον εξαίσιο και αξιοθαύμαστο γάλλο δάσκαλο, τον όχι απλά σταθερό φιλέλληνα, αλλά Έλληνα Ροζέ Μιλλιέξ. Ωραίο παρουσιαστικό, καλοκάγαθη προσωπικότητα, αυθεντικός χαρακτήρας, γαλατικής ευγένειας και παιδείας. Κάτοχος της ελληνικής ιστορίας και του ελληνικού πολιτισμού. Με ρώτησε για τις σπουδές μου, τα διαβάσματά μου, τα ενδιαφέροντά μου, για συγγραφείς και μεταφραστές του Πειραιά που γνώριζε και είχε συνεργαστεί, είχε βοηθήσει. Αν επιθυμούσα να μάθω γαλλικά. Του μίλησα για την μεγάλη και σημαντική προσφορά του Γαλλικού Ινστιτούτου στον Πειραιά στον πολιτισμό και τα γράμματα της πόλης μας. Στην διοργάνωση εκθέσεων, ομιλιών, διαλέξεων στις υπέροχες αίθουσές του.  Τον ρώτησα για τα χρόνια της Κατοχής, όταν ήρθε για πρώτη φορά νεότατος στην χώρα μας σαν δάσκαλος έπειτα από πρόσκληση του Οκτάβιου Μερλιέ, πρώτου διευθυντή της Γαλλικής Ακαδημίας όπως αποκαλούσαν τότε, το Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών στην οδό Σίνα. Τον παρακάλεσα να μου μιλήσει για την σχέση του με έλληνες αντιστασιακούς συγγραφείς, ποιητές που διέμεναν μόνιμα στην Γαλλία. Με δύο λόγια, ότι με έντονη περιέργεια και αρκετή φλυαρία ρωτούν οι νέοι όταν αντιλαμβάνονται ότι τα μεγαλύτερης ηλικίας άτομα που βρίσκονται απέναντί τους, τους διαθέτουν τον πολύτιμο χρόνο τους, είναι πρόθυμα και συγκαταβατικά, υπομονετικά και ευγενικά να τους απαντήσουν μέχρι εξαντλήσεως. Με φίλεψαν και έμεινα μαζί τους για κάμποση ώρα. Ήταν ένα φιλικό, ζεστό, παραγωγικό και «αποκαλυπτικό» απόγευμα, η συζήτηση μαζί τους. Είχα την χαρά και την τιμή να συνομιλώ με δύο δημοκρατικές, αγωνιστικές διά βίου προσωπικότητες, φινετσάτες φυσιογνωμίες με μεγάλη και στέρεα προοδευτική παιδεία.  Η ενασχόλησή μου με την τέχνη και την ποίηση, παράλληλα με την ακτιβιστική μου δράση, μου πρόσφερε ένα ακόμα θετικό στην αιτία της γνωριμίας μας. Γνωστά, αγαπητά, καταξιωμένα άτομα άνοιγαν το σπίτι τους, διέθεταν τον χρόνο τους σε έναν άγνωστο νέο θαυμαστή τους.  Ήταν τόσο ενθαρρυντικός και εμψυχωτικός στις κοινωνικές επιδιώξεις μας ο λόγος του Ροζέ και της Τατιάνας Μιλλιέξ σε έναν άγνωστό του ανήλικο νέο, ώστε δεν ήθελα να τους αποχωριστώ. Αυθεντικοί, αληθινοί, οικείοι, φιλόξενοι, καθόλου δήθεν, απροσποίητοι. Τα χρόνια που πέρασαν, ο ρεαλισμός της ζωής και των προβλημάτων της,  τροφοδότησε με άλλες ανάγκες την πορεία μας. Δύο επιστολές της μυθιστοριογράφου μου θύμιζαν την ωραία παρουσία τους και την ευτυχή συνάντησή μου μαζί τους. Δύο επίσης κατοπινά τηλεφωνήματα κράτησαν ζωντανή την εικόνα των δύο υπέροχων αυτών Ελλήνων στη μνήμη μου. Δεκαετίες αργότερα επιχείρησα να επικοινωνήσω τηλεφωνικώς μαζί τους και πληροφορήθηκα ότι η αγαπητή πεζογράφος Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιέξ ήταν άρρωστη (νομίζω με αλσχάιμερ (;)), στεναχωρήθηκα, πικράθηκα. Μια θλίψη με πλημμύρισε, ένα αίσθημα ματαιότητας της ζωής, της τέχνης, των αγώνων, της λογοτεχνίας. Όπως συνηθίζω, όταν έφυγε από κοντά μας, διάβασα και πάλι ορισμένα από τα βιβλία της ευελπιστώντας κάποτε να γράψω δυό λόγια για την συγγραφική της παρουσία. Άνοιξα έναν φάκελο και συγκέντρωνα αποκόμματα και άρθρα εφημερίδων για το έργο της. Τα χρόνια πέρασαν, και όλοι μας-οι ασχολούμενοι με τα ελληνικά γράμματα και τον πολιτισμό διαβάζαμε τα εξαιρετικά κείμενα τόσο της Τατιάνας όσο και του Ροζέ Μιλλιέξ που σποραδικά και άτακτα δημοσιεύονταν σε λογοτεχνικά έντυπα, εφημερίδες, της Ελλάδος και της Κύπρου. Αναζητούσα να βρω τρόπο να γράψω για την ευγενή παρουσία τους. Την ευκαιρία αρκετά καθυστερημένα, μου την πρόσφερε το διάβασμα της αυτοβιογραφίας της Μελίνας Μερκούρη. Τι θέλω να πω, σε έναν φάκελο είχα λησμονήσει ορισμένα δημοσιεύματα του Ροζέ Μιλλιέξ που είχαν δημοσιευθεί μετά την κυκλοφορία του τόμου «ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΑ». Ένα από αυτά τα κείμενα αναφέρονταν στην γνωριμία του δασκάλου των γαλλικών Ροζέ Μιλλιέξ με τον ηγέτη της αλλαγής και πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου ο οποίος υπήρξε μαθητής του τα κατοχικά χρόνια. Βλέπε Ροζέ Μιλλιέξ «Συναντήσεις με τον γαλλομαθή Α. Παπανδρέου». Μια μαρτυρία του φιλέλληνα Ροζέ Μιλλιέξ, εφημερίδα Η Καθημερινή Κυριακή 7/7/1996, σ. 30. Και ένα άλλο «συγγενικό» κείμενό του, το οποίο αναφέρεται στον επίσης σοσιαλιστή και αντιστασιακό πρώην πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας και φίλο της Ελλάδος Φρανσουά Μιτεράν, φίλο επίσης της Μελίνας Μερκούρη. Βλέπε Ροζέ Μιλλιέξ, «Αντίσταση και αντιστασιακή διαπαιδαγώγηση» εφημερίδα Κυριακάτικη Αυγή 7/8/1994, σ. 20. Δύο δημοσιεύματα που μεταφέρω παραπάνω.  Είχα επίσης διαφυλάξει και ορισμένες καλογραμμένες μαρτυρίες του οι οποίες φανερώνουν την αγάπη του για την ορθόδοξη ελληνική παράδοση, την αρχαιολογική επιστήμη κ. ά. Βλέπε Ροζέ Μιλλιέξ, «Ένα ορθόδοξο μοναστήρι στα βουνά της Γαλλίας» Μια αναπάντεχη συγκινητική παρουσία, εφημερίδα Ελευθεροτυπία, Πέμπτη, 6/10/1994, σ.56, και Ροζέ Μιλλιέξ, «Η μεγάλη αρχαιολογική έκπληξη της Μασσαλίας», εφημερίδα Το Βήμα 5/12/1993 κλπ. Κείμενα που δημοσίευσε ο Roger Milliex, ενώ είχε γίνει αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και μετά την έκδοση του αφιερωματικού τόμου «Ελληνογαλλικά», το 1990. Βλέπε επίσης, την γόνιμη και μεστή συνέντευξή του στον Σταμάτη Μαυροειδή στην εφημερίδα Κυριακάτικη Αυγή 19/10/1997, σ. 32, 34,«Η Αγάπη δεν θέλει αναγνώριση…» και διάφορα άλλα δημοσιεύματά του.

      Η προσφορά του Ροζέ Μιλλιέξ στην Ελλάδα υπήρξε πολύπλευρη, έμπρακτη και διαρκής για αρκετές δεκαετίες. Το ίδιο αποφασιστική ήταν η συμπαράστασή του στον αγωνιζόμενο για την ανεξαρτησία του από τους Άγγλους αποικιοκράτες Κυπριακό Λαό, και τα μεταγενέστερα χρόνια κατά την Τουρκική εισβολή και κατοχή. Η αυταπάρνηση και ο θαυμασμός που έτρεφε ο νεαρός δάσκαλος φιλέλληνας και αντιστασιακός, αντιφασίστας Γάλλος πατριώτης στα χρόνια της Κατοχής, στην Ελλάδα και τον δημοκρατικό λαό της, ο οποίος αντιστέκονταν στην βάρβαρη εισβολή του ιταλού και γερμανού κατακτητή, είναι κάτι το καταπληκτικό και αξιοθαύμαστο για ξένο λάτρη της ελλάδος και φιλέλληνα. Ο Ροζέ Μιλλιέξ συνδέθηκε όχι μόνο στενά με την δεύτερη πατρίδα του, που ένιωθε την ελλάδα αλλά, βοήθησε έμπρακτα δεκάδες έλληνες αντιστασιακούς κρύβοντάς τους, φυγαδεύοντάς τους, προσφέροντάς τους τρόπους διαφυγής από την σκλαβωμένη χώρα. Εκατοντάδες είναι οι μαρτυρίες απλών ανώνυμων μαθητών του στο Γαλλικό Ινστιτούτο. Ελληνόπουλα στα οποία μεταλαμπάδευσε όχι μόνο την γαλλική παιδεία και πνεύμα αλλά και το αντιστασιακό, δημοκρατικό φρόνημα. Η διαρκής αυτή στάση του, τον έκαναν αγαπητό και πρόσωπο κοινής αποδοχής και εμπιστοσύνης στην χώρα μας και στον πνευματικό της κόσμο και στην πατρίδα του την Γαλλία. Δάσκαλος με ζήλο, αυθεντικός λάτρης της ελληνικότητας, και του ελληνικού πολιτισμού, των ελληνικών γραμμάτων. Την βαθειά του πίστη στις ψυχικές δυνάμεις και πνευματική ρώμη του ελληνικού λαού. Ακόμα και την δεκαετία του 1990, δημοσιεύονταν στις εφημερίδες επιστολές παλαιών μαθητών του την περίοδο της κατοχής που εξυμνούσαν την προσφορά του Ροζέ Μιλλιέξ. Βλέπε Γιάννης Τσαχαγέας, «Ροζέ Μιλλιέξ» εφημερίδα Η καθημερινή 6/11/1994. Τον Ροζέ Μιλλιέξ και την Τατιάνα Μιλλιέξ περιέβαλαν με την εμπιστοσύνη τους γάλλοι σπουδαίοι καλλιτέχνες, όπως ο ζωγράφος Ανρί Ματίς, ζητώντας του να δωρίσει και εκείνος, μαζί με άλλους γάλλους εικαστικούς έργα τους (σαράντα δύο το σύνολο) σαν φόρο τιμής στον αγωνιζόμενο ελληνικό λαό ενάντια στον γερμανό κατακτητή, στην Εθνική Πινακοθήκη- Μουσείο Αλέξανδρου Σούτσου της Ελλάδος. Βλέπε Ηρώ Μαυροειδή, «Μια κατάθεση ψυχής… στην αποθήκη!», εφημερίδα Κυριακάτικη Αυγή 7/2/1999, σ. 37.

     Ο γάλλος δάσκαλος και υπάλληλος του υπουργείου εξωτερικών της Γαλλίας, ήρθε νεότατος στην Ελλάδα την περίοδο της Κατοχής, μετά από πρόσκληση του Οκτάβιου Μερλιέ-πρώτου διευθυντή του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών, να αναλάβει να διδάξει την γαλλική γλώσσα και να γνωρίσει αυτός ο φανατικός και ακαταπόνητος φιλέλληνας τις ομορφιές της Ελλάδας. Τα σημαντικά του αγωνιστικά και εκπαιδευτικά ίχνη, το ευεργετικό του ενδιαφέρον για την Ελλάδα, την Κύπρο, τον Ελληνισμό, κράτησε πάνω από μισό αιώνα, χαράχτηκαν στις μνήμες και τις συνειδήσεις εκατοντάδων ελλήνων και ελληνίδων. Εμψύχωσε τους έλληνες σε δύσκολες και αντίξοες ιστορικές συνθήκες και σε ειρηνικές περιόδους. Δίδαξε γενιές ελλήνων την μητρική του γλώσσα, βοήθησε και συμπαραστάθηκε ουσιαστικά και δημιουργικά κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής 1940-1941και στα μετέπειτα δύσκολα χρόνια του εμφύλιου σπαραγμού και μεταγενέστερα. Για την προσφορά και την δράση του βλέπε μεταξύ άλλων, το ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ-1, 28/10/1994, «Οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες». Η αστείρευτη αγάπη του για την δεύτερη πατρίδα του εκδηλώνονταν με πολλούς και ουσιαστικούς τρόπους. Το Μάρτιο του 1991 δίνει στην Ακαδημία Αθηνών την ομιλία με θέμα, «Φιλελληνικές εκδηλώσεις στη Γαλλία το 1897 στο πλευρό της επαναστατημένης Κρήτης». Βλέπε και ρεπορτάζ της Μικέλας Χαρτουλάρη, εφημερίδα Τα Νέα, Δευτέρα 18/3/1991. Ενώ Τα Νέα της 21/1/1994 μας πληροφορούν για την δωρεάν αντικειμένων της αρχαιολογικής συλλογής του ζεύγους Ροζέ και Τατιάνας Μιλλιέξ στο Μουσείο Μπενάκη. Η συλλογή αποτελείται από 17 κομμάτια της Προγεωμετρικής και Προκλασικής Περιόδου τα οποία το ζεύγος Μιλλιέξ αγόρασαν από την Κύπρο, μετά την τούρκικη εισβολή και κατοχή και τα μετέφεραν στην Ελλάδα με την συγκατάθεση των ελεύθερων Κυπριακών αρχών διασώζοντας τα από την καταστροφή και άλλες εμπορικές σκοπιμότητες. Μέχρι την αφυπηρέτησή του μα και κατόπιν, δεν έπαψε αυτός ο διαπρεπής γάλλος φιλόλογος και συγγραφέας να ενδιαφέρεται για την Ελλάδα και τα δίκαια του Ελληνικού Λαού. Να δείχνει την στέρεα και ανυστερόβουλη αγάπη του. Το 1982 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Θεμέλιο» το «Ημερολόγιο και μαρτυρίες του πολέμου και της κατοχής», σελίδες 184, δραχμές 220. Ένα βιβλίο σπονδυλωτών κειμένων και ομιλιών, το οποίο περιλαμβάνει την περίοδο 28-10-1940 έως 2/11/ 1944, του Ροζέ Μιλλιέξ, πρώην μέλος της Επιτροπής των Ελεύθερων Γάλλων της Αθήνας, πρώην μέλος του Ελληνικού Απελευθερωτικού Μετώπου, όπως υπογράφει ο γάλλος συγγραφέας. Περιλαμβάνει τον Πρόλογο,- Προσωπικό Ημερολόγιο 28/10/1940 έως 2/11/1944.- Αναδρομή στους δύο χειμώνες 1940-1942.-Οι Διανοούμενοι της Ελλάδας στην υπηρεσία της Αντίστασης.-Είδα τον Ελληνικό Λαό να αγωνίζεται εναντίον της τυραννίας.-ACROPOLE ’40.- Το Γαλλικό Ινστιτούτο τον καιρό του πολέμου.-Μια ομάδα γάλλων καθολικών στην Αθήνα.-Εν όπλοις αδελφοσύνη.-Επίμετρο. Οι μεταφράσεις των γαλλικών κειμένων έγιναν από τον συγγραφέα και καθηγητή Πέτρο Παπαδόπουλο και την μεταφράστρια πειραιώτισσα Ελένη Γαρίδη, της γνωστής μας από το Πέραμα οικογένειας του ποιητή και αγωνιστή Κώστα Γαρίδη.

     Ο γεννημένος στην Μασσαλία 4/7/1913 μορφωτικός ακόλουθος της Γαλλικής Πρεσβείας, άφησε την τελευταία του πνοή στην Αθήνα και την χώρα που αγάπησε, στις 7/7/2006. Ένα χρόνο μετά την απώλεια της αγαπημένης ελληνίδας συντρόφου του Τατιάνας Γκρίτση-Μιλλιέξ (1920-13/2/2005). Λαϊκός και λόγιος, δάσκαλος και φανατικός ορειβάτης, κράτησε πάντοτε ψηλά την βαθμίδα των αγωνιστικών του στόχων και συμπαράστασης προς τον ελληνικό λαό. Τα βιβλία και τα ανάτυπα του Ροζέ Μιλλιέξ πλησιάζουν τους 20 τίτλους, όπως καταγράφονται στην Επιλογή Βιβλιογραφίας Roger Milliex (1940-1989), από τον Δαμιανό Π. Κοκκινίδη, σελίδες 767-777, του τόμου «ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΑ», αφιέρωμα στον Ροζέ Μιλλιέξ, έκδοση-οφειλή του Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, Αθήνα 1990. Ο ίδιος μεταφραστής και βιβλιογράφος έχει συντάξει και την «Βιβλιογραφία Τατιάνας Γκρίτση-Μιλλιέξ» (1945-1996), εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1997. Να σημειώσουμε ότι το δεκαεξασέλιδό του, «Ο Ταΰγετος κ’ η σιωπή» εκδόθηκε το 1956 από τα Πειραϊκά Χρονικά του πειραιώτη Αργύρη Κωστέα. Επίσης, στην πρωινή πολιτική εφημερίδα Η Καθημερινή δημοσιεύει στις 2/3/1978 την βιβλιοκριτική του για την μελέτη του πειραιώτη ποιητή και αντιστασιακού, τεχνοκριτικού Κώστα Θεοφάνους, «Ντιντερό». Ενώ ο Κώστας Θεοφάνους φιλικά ανταποδίδει και γράφει για το βιβλίο μαρτυριών του Ροζέ Μιλλιέξ «Ημερολόγιο του  πολέμου και της Κατοχής», στην τοπική πειραϊκή εφημερίδα Ο Χρονογράφος 20/4/1983. Ενδιαφέρον παρουσιάζει και το ταξιδιωτικό του Ροζέ Μιλλιέξ «Πειραιάς- Μασσαλία. Τα δύο λιμάνια», στο περιοδικό Τουριστική Ζωή, Φθινόπωρο 1984. Ελάχιστο δείγμα του ενδιαφέροντος του Ροζέ Μιλλιέξ για την πόλη του Πειραιά, όπως και η αμέριστη βοήθειά του στους Πειραιώτες την περίοδο του βομβαρδισμού της πόλης μας. Ένα μάλλον αχαρτογράφητο κεφάλαιο από τους ερευνητές και λογοτέχνες και ιστορικούς του Πειραιά, της προσφοράς του ζεύγους Μιλλιέξ στην πόλη μας και τους ανθρώπους της. Την συμμετοχή του διαβάζουμε και στο «Αφιέρωμα στην Ελλάδα 1940-1944» που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Κέδρος 1980 Εκατοντάδες είναι οι συνεργασίες του σε γαλλικά περιοδικά και έντυπα, σε ελληνικές και κυπριακές εφημερίδες και περιοδικά, για γάλλους Λογοτέχνες, όπως η αγάπη του Πώλ Κλωντέλ, τον Ρομαίν Ρολάν, τον Σατωβριάνδος, τον Βίκτωρα Ουγκώ, τους έλληνες ποιητές, Διονύσιο Σολωμό, Κωστή Παλαμά, Άγγελο Σικελιανός, για εικαστικούς, όπως ο Παναγιώτης Τέτσης κλπ. Γράφει προλόγους σε ιστορικά και λογοτεχνικά έργα, βλέπε Ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης, μετάφραση του έργου «Πανούκλα» του Αλμπέρ Καμύ κ. ά. Αναφέρουμε ενδεικτικούς τίτλους εφημερίδων και περιοδικών που διαβάζουμε κείμενα, δοκίμια, μελέτες και άρθρα του. εφημερίδες: Η Αυγή, η Ελευθερία, η Καθημερινή, η Μεσημβρινή, η Πρώτη, Το Βήμα, η Χαραυγή, η Ελευθεροτυπία κ. άλλες. Τα περιοδικά Αντί, Ελεύθερα Γράμματα, Θερμοπύλες, Καινούργια Εποχή, Κυπριακές Σπουδές, Κυπριακά Χρονικά, Η Λέξη, Νέα Εστία, Νεανική Φωνή, Παιδεία και Ζωή, Πολιορκία (για τον ρώσο σκηνοθέτη Αντρέι Ταρκόφσκι) Τετράδιο, Τομές (το λογοτεχνικό περιοδικό του ποιητή Δημήτρη Δούκαρη που τους αφιερώνει τεύχος του) και σε αρκετά άλλα, στην Γαλλία, την Ελλάδα, την Κύπρο.

     Στο προσωπικό αυτό σεργιάνι στον Γάλλο δάσκαλο και φιλέλληνα Ροζέ Μιλλιέξ και την συνάντησή μου μαζί του, και της συζύγου του πεζογράφου Τατιάνας Γκρίτση Μιλλιέξ, και καθώς διαβάζω τον τόμο αφιέρωμα «ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΑ» και αντιγράφω βιβλιοκριτικές που γνωρίζω για να δημοσιεύσω στο δεύτερο σημείωμα στην μνήμη τους, αντιγράφω το ποίημα αφιέρωμα στον Roger Milliex του ποιητή Μίλτου Σαχτούρη, σελίδα 14 καθώς και το πραγματικά κεντητό κείμενο του Οδυσσέα Ελύτη για τον Ροζέ Μιλλιέξ, σελίδα 16.

BATIR DES CHATEAUX EN ESPAGNE

              στον Roger Milliex

   Εδώ και σαράντα χρόνια

ο θάνατος στέκει πλάι μου

είναι μι’ ασπροντυμένη  κοπέλα

κάθε μέρα μου ζυμώνει το  ψωμί

μαντάρει τις κάλτσες,

πού και πού ρίχνει μιάν κρυφή ματιά

και με κοιτάζει

 

Κι εγώ γράφω κόκκινους στίχους

χτίζω γκρεμίζω πύργους

στην Ισπανία

και περνάνε χρόνια και χρόνια

ασπρίζουν τα μαλλιά της κοπέλας

ασπρίζουν τα μαλλιά του θανάτου

κάθε μέρα που ζυμώνει το ψωμί

μαντάρει τις κάλτσες

κι’ όλο ρίχνει κλεφτές ματιές

ματιές α π ο ρ η μ έ ν ε ς

σε μένα

που ατάραχος πάντα χτίζω

γκρεμίζω πύργους

στην Ισπανία.

ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ, 27 Μαϊου 1986

--

ΤΟ  «ΚΕΝΤΗΜΑ  MILLIEX»

    Στο μάκρος των τριών τελευταίων δεκαετιών, η δράση και τα γραφτά της Τατιάνας και του Roger Milliex επέτυχαν με συνεχείς διασταυρώσεις, αντιστίξεις και πνευματικές σταυροβελονιές,  να δημιουργήσουν  ένα κέντημα ελληνικό από τα πιο σπάνια στο είδος τους. Και ο καμβάς πάντοτε τα πάθη και οι καϋμοί του λαού μας.

     Μπαίνουν οι χρονιές η μία μέσα στην άλλη και από την Αθήνα, το Παρίσι, τη Λευκωσία, τη Γένοβα, τα νήματα τεντώνονται  για να σχηματίσουν και να μας αποκαλύψουν μιά ιστορία ζωής γεμάτη αγάπη, ευγένεια, ήθος. Ο καθένας μας βρίσκει τον εαυτό εκεί μέσα. Είτε τον θυμάται στα μαύρα χρόνια της Κατοχής να καταφεύγει στο Γαλλικό Ινστιτούτο για λίγη ανθρώπινη ζεστασιά’ είτε λίγο αργότερα στα χρόνια του εμφύλιου ν’ αναζητεί, κατατρεγμένους, μιάν ειλικρινή προστασία’ είτε πιό πρόσφατα, στα χρόνια της δικτατορίας, αυτοεξόριστος στην Κύπρο, ν’ ακούει από το στόμα τους έναν λόγο παρηγοριάς.

      Δεν ξέρεις αν η αγάπη του καλού Γάλλου για την Ελλάδα βρήκε στο πρόσωπο της Ελληνίδας τη ζωντανή γεωγραφία που ζητούσε ή αν αυτή διαμόρφωσε την οριστική φυσιογνωμία του ξένου που έφτασε να γίνει ελληνικότερος των Ελλήνων. Όπως και να ‘ναι, ο ένας έφτιασε τον άλλον και οι δύο, θα έλεγες, όλους εμάς μαζί. Πρόκειται για μια βαθιά και διηνεκή σ υ μ μ ε τ ο χ ή που εξαλείφει τα σημεία της αρμογής και μας αφήνει να δούμε καθαρό το αποτέλεσμα: ένα κέντημα στο τραπέζι του χρόνου, τόσο στερεό που να παραμένει για να το αγγίζουν και να το χαϊδεύουν οι μέλλουσες γενεές

-αυτές που θα συνεχίσουν τα όνειρά μας.

ΟΔΥΣΣΕΑΣ  ΕΛΥΤΗΣ 1977.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς, Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2021