Τετάρτη 31 Αυγούστου 2016

Concrete Poetry- Poesia Concreta

Συμπόσιο συγκεκριμένης ποίησης
“Poesia Concreta”- “Concrete poetry”
         της Έρσης Λάγκε
  
     Η συγκεκριμένη ποίηση, όπως μπορεί να μη γνωρίζουν στην Ελλάδα, είναι η προσπάθεια της συνειδητής χρησιμοποίησης του υλικού της γλώσσας. Δηλαδή όχι η μεταχείρησή του για την παραπέρα φραστική πιά επικοινωνία με έννοιες. Η προσπάθεια κατάβασης στα πρώτα λιθάρια της δομής του λόγου κι η ανάλυση του στα επιμέρους δομικά του στοιχεία, τα γράμματα, τους φθόγγους, τις λέξεις και τις συλλαβές.
     Όπως λέει ο Πιέρ Γκαρνιέ, «η συγκεκριμένη ποίηση» δηλώνει το πέρασμα σε μια νέα  βαθμίδα κουλτούρας. Μ’ αυτήν ο άνθρωπος απαλλάχτηκε από την ίδια του την ομιλία. Είναι ανόητο το να παρατηρεί κανείς τη «συγκεκριμένη ποίηση» σαν τμήμα μιας ορισμένης γλώσσας(γερμανικά, γαλλικά, κινέζικα). Οι γλώσσες είναι ένα θεσμικό-χωρικό πλησίασμα κι η συγκεκριμένη ποίηση δεν δημιουργείται από τους ιδιωματισμούς τους, αλλά από τα κοινά τους σημεία. Η σημασία της συγκεκριμένης ποίησης δεν είναι η αλλαγή που φέρνει στην καθομιλουμένη, αλλά η μετουσίωση την οποία προκαλεί στο σύνολο της γλωσσικής επικοινωνίας. Ό,τι προσθέτουμε σαν ολότητα στην ομιλία μας, είναι η τωρινή μας διανοητική κατάσταση κι αυτή αποτελείται από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αστραπιαίες συγκοινωνίες και διαστήματα. Σ’ αυτή λοιπόν τη βάση ολοκληρώνεται η διεργασία μας για και με τη γλώσσα, σε μια φόρμα του σημερινού ανθρώπου που πιά ταυτίζεται με το Διάστημα».
    Κι η Ιλζε Γκαρνιέ συμπληρώνει για το πώς διαβάζεται μια τέτοια λογοτεχνία: «Η ανάγνωση με τη συνηθισμένη έννοια είναι μια χρονική διαδικασία, λέει όπως άλλωστε και το γράψιμο. Όμως το γραφτό, ενώ το γράψιμο παραμένει φυλακισμένο στη χρονική του διάσταση, γίνεται φόρμα στο χώρο. Από αυτό το γεγονός, παίρνει η «οπτική ποίηση» τις συνέπειές της. Η μετουσίωση του χρόνου σε χώρο γίνεται εδώ κύρια, αμετάκλητη και τελεσίδικη διαδικασία. Η ανάγνωση της «συγκεκριμένης ποίησης» είναι μια κίνηση προς την κατεύθυνση του χώρου, μέσα στον οποίο βρισκόμαστε, ακόμα και αν δεν μας έχει γίνει συνειδητό. Η ανάγνωση ήτανε ίσαμε τώρα μια σιγουριά από τον έξω κόσμο, απόκοβε την απευθείας επαφή στη σιωπή του αναγνωστηρίου, εκεί όπου μπορούσε κανείς γαλήνιος να συνδιαλλαγεί με τις καταιγίδες του κόσμου. Με τη «συγκεκριμένη ποίηση» ο αναγνώστης, αντίθετα, ξαναγκρεμίζεται στο χώρο. Αν η ανάγνωση ήταν μέχρι τώρα κάτι το ξένο προς το εγώ του αναγνώστη, με τη «συγκεκριμένη ποίηση» γίνεται απωθητική. Η ανάγνωση φωτίζεται από τη γλώσσα, η οποία, εξορισμένη πίσω στην ύλη της, γίνεται δυσανάγνωστη, γιατί δεν έχει πιά καμία αξία χρήσης. Γι’ αυτές τις αιτίες είναι δύσκολο ή μάλλον σχεδόν αδύνατο να «διαβάσει» κανείς ένα τέτοιο κείμενο».
    Στο Μπήλεφελντ ιδρύθηκε πριν πέντε χρόνια, με πρωτοβουλία του τοπικού Πανεπιστημίου, από 30 συγγραφείς, το αποκαλούμενο «Συμπόσιο Νέας Ποίησης», που εξελίχθηκε σήμερα σ’ έναν από τους σημαντικότερους χώρους συζήτησης συγγραφέων» όχι Μπέστ-σέλερς.
    Η αρχή βρίσκεται στην δεκαετία του 50 μ’ εκδόσεις από μικρότερους εκδοτικούς οίκους, στους οποίους η κριτική δίνει λιγότερη προσοχή. Αυτή η λεγόμενη μη αφηγηματική λογοτεχνία, ξεπερνά τα όρια της καθιερωμένης «φραστικής», ας πούμε, λογοτεχνίας, χρησιμοποιώντας για επεξήγηση ή και ολοκλήρωση ακουστικά, χορευτικά και άλλα οπτικά μέσα. Δίνω ένα παράδειγμα: «Σόμπα κάρβουνου» (δηλαδή μια σόμπα που καίει κάρβουνο). Ζωγραφίζεται πάνω σε χαρτί μια σόμπα φτιαγμένη από κομμάτια κάρβουνο, στη δεύτερη εικόνα βλέπεις να της βάζουν φωτιά, ενώ στην τρίτη έχει πιά σωριαστεί σ’ αποκαΐδια, κυριολεκτώντας, στην έκφραση «σόμπα κάρβουνου».
    Άλλο παράδειγμα: Ζωγραφίζουμε με τη λέξη μήλο,  μήλο, μήλο, το σχήμα του μήλου και στην άκρη αντί για τη λέξη μήλο, βάζουμε τώρα ένα σκουλήκι.
    Δηλαδή αντλεί απ’ όλες τις τέχνες οικειοποιούμενη τις δυνατότητες τους για ν’ ανοίξει νέες διαστάσεις και ίσως-ίσως νέα λογική.
    Σ’ έναν κόσμο όπου η τέχνη του κινηματογράφου δανείστηκε απ’ όλες τις άλλες, αποσβήνοντας ή παρακάμπτοντας τα όριά τους, πήραν και οι υπόλοιπες τέχνες αλλότρια στοιχεία, μπαίνοντας σε ξένες περιοχές. Έβαλε η ζωγραφική υπότιτλους μέσα ή πλάι σε πορτραίτα και τα τοπία της, ή μουσική τίναξε κραυγές έναρθρες ή άναρθρες στις συγχορδίες της κι η λογοτεχνία άρχισε να χορεύεται, να ζωγραφίζεται ή και να τραγουδιέται.
     «Η συγκεκριμένη ποίηση, λέει ο Γερμανός Ζίγκφριντ Σμίτ, (ποιητής) έχει δοκιμάσει στα καλύτερα κείμενά της να στοχεύσει σε δύο σημεία: α) στον πειραματισμό και β) στην κατανόηση του θέματος. Μόνο με την ένωση των δύο αυτών παραγόντων μπορεί, λέει, να επέλθει η επικοινωνία.
     Αντίθετα, είναι πάντα στείρα εκεί όπου έχει απομονώσει μια απ’ τις δύο αυτές απόψεις. Όμως σε μια ενσυνείδητη παράλειψη και των δύο παραγόντων, παρουσιάζονται δυνατότητες για παραπέρα εξέλιξη, της συγκεκριμένης ποίησης, σε μια ιδεατή πιά μορφή.
    Η ιδεατή ποίηση από την άλλη μεριά, περιέχει δύο πάλι αρχές της συγκεκριμένης ποίησης: α) την αρχή της γενεολογίας της γλώσσας και β) την αρχή της ολοκλήρωσης. Όμως η λειτουργία της νόησης τέτοιου είδους, δεν είναι πιά με τα απλά αποτελέσματα ικανοποιημένη. Η προσάρτηση ιδεατών κειμένων σε σύστημα ερμηνείας παραμένει γι’ αυτό ενέφιχτη.
     Η μη προσάρτηση και μη κατανόηση τέτοιων οπτικο-χορευτικών έργων, απασχολεί τον αναγνώστη-παρατηρητή και τον κάνει συνδημιουργό και συμπαίκτη ενός αισθητικού συμπλέγματος διττής, επικοινωνίας.
     Τρείς είναι οι τρόποι της επαφής που ολοκληρώνονται: Γνώση του έργου, αυτογνωσία και νοητική εμπειρία.
     Ιδεατά κείμενα πραγματώνουν τις σύνθετες δυνατότητες της επικοινωνίας και της σημασιολογίας. Κάθε ιδεατό κείμενο, λοιπόν, δείχνει ένα πυρηνικό Σύμπαν πού το κύριο χαρακτηριστικό του είναι ο γλωσσικός διάλογος».
• Στο διάστημα από τις 13 ως τις 16 του Μαίου που μας πέρασε, οργανώθηκε με πρωτοβουλία του Ινστιτούτου Γκαίτε ένα πολύ ενδιαφέρον συμπόσιο με θέμα τη συγκεκριμένη ποίηση. Στο συμπόσιο αυτό, που συμμετείχαν 45  συγγραφείς διαφόρων εθνικοτήτων (Γάλλοι, Γερμανοί, Αυστριακοί και Άγγλοι), θίχτηκαν ιδιαίτερα θέματα σχετικά με την οπωσδήποτε όχι και τόσο γνωστή στον τόπο μας μορφή ποίησης-τη συγκεκριμένη. Μιά σύνοψη των όσων διατυπώθηκαν σ΄ αυτό το συμπόσιο αποτελεί το κείμενο που ακολουθεί.
Περιοδικό ΓΡΑΜΜΑΤΑ και Τέχνες, αριθμός φύλλου 6, Ιούνιος 1982, σελίδα 17.

Σημείωση: Το ειδικό αυτό κείμενο της ποιήτριας και συγγραφέως Έρση Λάγκε, σκέφτηκα να  μεταφέρω στο bloc μου, μια που πιστεύω, πως παρουσιάζει ακόμα και σήμερα ενδιαφέρον, αν και πολύ ειδικό, διότι δεν υπάρχουν πολλοί έλληνες ποιητές και ποιήτριες που ασχολήθηκαν και έγραψαν συγκεκριμένη ποίηση, η περίπτωση του Βολιώτη ποιητή και πεζογράφου Μιχαήλ Μήτρα, ενός από τους εκπροσώπους της γενιάς του 1970, ίσως είναι η πιο σημαντική εξαίρεση, αν δεν κάνω λάθος, είναι αυτός που έφερε την οπτική ποίηση στην Ελλάδα, με το έργο του και τις εκθέσεις του. Εκτός από τον Μιχαήλ Μήτρα που συναντάμε σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά ποιήματά του της συγκεκριμένης «σχολής», βλέπε ενδεικτικά, περιοδικό «Νέο Επίπεδο», κλπ, η συγγραφέας και ποιήτρια Έρση Σωτηροπούλου, έχει γράψει  ποιήματα που ανήκουν στην συγκεκριμένη ποίηση, η ποιήτρια Ελένη Μουρέλου, η ποιήτρια και πεζογράφος Έρση Λάγκε, και ορισμένοι άλλοι σποραδικά. Το 1985 σε επιμέλεια Κώστα Γιαννουλόπουλου από τις εκδόσεις Νεφέλη, κυκλοφορεί η  «Ανθολογία συγκεκριμένης ποίησης», που περιλαμβάνει κυρίως ξένους ποιητές, αλλά και έξι έλληνες. Το 2005 από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφόρησε το «ΛΕΞΙΚΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΟΡΩΝ» σε μετάφραση Γιάννα Δεληβοριά και Σοφία Χατζηιωαννίδου, του M. H. Abrams, στην σελίδα 455- υπάρχει λήμμα για την συγκεκριμένη ποίηση. Επίσης,  ο Γρηγόρης Πασχαλίδης στο «ΛΕΞΙΚΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ» 2007, του ίδιου εκδοτικού οίκου, σελίδα 2097 υπογράφει το λήμμα για την συγκεκριμένη ποίηση. Τέλος, οφείλουμε να επισημάνουμε το κατατοπιστικό και χρήσιμο μελέτημα της φιλολόγου και συγγραφέως Μορφίας Μάλλη για το θέμα με τίτλο «Στους «αστερισμούς» της Συγκεκριμένης Ποίησης».-Μια σύντομη χαρτογράφηση», σελίδες 139-157, όπου, εξετάζει την ευρωπαϊκή-αμερικάνικη αλλά και την ελληνική πορεία και εξέλιξη της συγκεκριμένης ποίησης, ανά  την υφήλιο, στο περιοδικό «σύγκριση» τεύχος 16/11,2005, περίοδος δεύτερη. Στο ίδιο τεύχος, ξεχωρίζει μεταξύ άλλων και η μελέτη του Δ. Αρμάου για τις «Ελληνικές μεταφράσεις της Θείας Κωμωδίας», και της Έρης Σταυροπούλου το κείμενο «Η εικόνα της Αμερικής στην ελληνική λογοτεχνία του 19ου αιώνα. Ανάμεσα στον εξωτισμό και την ουτοπία».

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς Τετάρτη, 31 Αυγούστου 2016

ΥΓ. Παναγιά μου, συγχώρα με, παρθένα Παναγιά όπως θα τραγουδούσε και η Βούλα Πάλα, τους άφρονες εμάς πολίτες, που δεν ψηφίσαμε τον κυρ Αλέξη τον ψευτο-καλυβήτη, τον τυχοδιώκτη πολιτικό καρεκλομπούρμπουλα της πρώτης φοράς ψευτιάς κυβέρνησής μας, που δεν τον πιστέψαμε, και δεν τον ψηφίσαμε, ούτε στις εκλογές ούτε στο δημοψήφισμα. Εμάς που μας αύξησε το όριο συνταξιοδότησης, εμάς που μας επέβαλε φόρους που δεν μας αναλογούν σαν χαμηλόμισθοι του ιδιωτικού τομέα, εμάς που διατήρησε τον ΕΝΦΙΑ, εμάς, που είναι κ...  και βρακί με τον Ολανδρέου τον πιο άχρηστο Γάλλο πολιτικό, εμάς που δεν χειροκροτήσαμε τον ξαφνικό έρωτά του με την κακιά μάγισσα Άντζελα, που έριξαν τα βάρη στον Νιμπελούγκεν υπουργό οικονομικών, που μέχρι το πρόβλημα της υγείας του επικαλέστηκαν για να μας πείσουν, αυτοί, οι μη ρατσιστές, οι ξενοσπούδαστοι κουλτουριάρηδες, ότι φταίει για το κακό χάλι της οικονομίας, θυμάστε τι έλεγε στην εκπομπή του ο κυρ Λάκης, το φερέφωνο της προπαγάνδας τους; που δεν πιστέψαμε τίποτα από όσα μας έλεγαν, γιατί το πολιτικό ψέμα κραύγαζε στα μάτια τους. Αυτοί, που συνεργάστηκαν με την δεξιά για να βγάλουν δεξιό πρόεδρο, αυτοί, που συνεργάστηκαν με τους ψεκασμένους για να πάρουν την εξουσία, αυτοί, που φλερτάρουν με τον άγιο Βασίλη των κεντρώων για να παραμείνουν στην εξουσία με κάθε τίμημα, εμάς, που δεν τους αγαπήσαμε όπως λέει ο κυρ Αλέξης ο ψευτο-πινοκιάρχης, μας ζητά να πληρώσουμε για ένα σπίτι του 1943 με μούχλα και υγρασία, και με άλλα προβλήματα, 372 ευρώ ΕΝΦΙΑ, γιατί; Επειδή κάποιοι αριστεροί εργάτες άφησαν στα παιδιά τους ένα ξυλόσπιτο; Ποια η διαφορά τους από τον Βενιζέλο που πρώτος αυτός για ένα χρόνο-τάχα μου-επέβαλε τον ΕΝΦΙΑ; Αλλά θα  μου πεις, εδώ ο νομπελίστας μας ποιητής υποστήριξε το κόμμα του κυρ Αντωνάκη, την Πολιτική Άνοιξη, για τους καρεκλοκένταυρους ατζαμήδες, τα παιδιά του Στάλιν θα μιλάμε τώρα;                       

Κυριακή 28 Αυγούστου 2016

ΕΙΡΗΝΗ ΑΛΙΦΕΡΗ

ΕΙΡΗΝΗ ΑΛΙΦΕΡΗ
(Πειραιάς 18 Νοεμβρίου 1946- Αθήνα 18 Νοεμβρίου 2009)
«Το φανάρι του κάβου
ο Έρωτας
κι η Κυρά-Παναγιά
θα συντρέξουν.»
     Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες γυναικείες ποιητικές φωνές της πόλης του σύγχρονου Πειραιά είναι και η ποιήτρια Ειρήνη Αλιφέρη. Γεννήθηκε στον Πειραιά στις 18 Νοεμβρίου του 1946 και έφυγε από κοντά μας στο Αττικό Νοσοκομείο την ημέρα των γενεθλίων της το 2009. Μεγάλωσε στην περιοχή της Καλλίπολης του Πειραιά και σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, συνεχίζοντας κατόπιν τις σπουδαίες της στο Πανεπιστήμιου του Νότινγχαμ και του Ρέντιγκ στην Αγγλία, επιστρέφοντας στην γενέθλια πόλη της κατοικεί στην οδό Υψηλάντου 132, και Ακτή Μουτσοπούλου 44 μετέπειτα, όπου εργάζεται επαγγελματικά ως καθηγήτρια αγγλικών, είτε στο Γραφείο της είτε σε διάφορα Φροντιστήρια στον Πειραιά. Παράλληλα, ασχολείται συστηματικά με την ποίηση, εκδίδοντας μέχρι την ημέρα που έφυγε από κοντά μας, έξι ποιητικές συλλογές, και μία ολιγοσέλιδη μελέτη τριών δεκαεξασέλιδων το 1978 στον Πειραιά «Τη Γλώσσα μου έδωσαν Ελληνική», τίτλος που παραπέμπει άμεσα και φανερά στον ποιητή Οδυσσέα Ελύτη. Στο μικρό αυτό μελέτημα της η φιλόλογος και ποιήτρια, εκθέτει τις απόψεις της για το γλωσσικό ζήτημα στην εποχή μας, και την γλωσσική επάρκεια των νεοελλήνων, η ειδίκευσή της κατά την διάρκεια των σπουδών της στο εξωτερικό σε θέματα και προβλήματα που άπτονται του χώρου της Γλωσσολογίας της προσθέτει τα αναγκαία εκείνα εφόδια στην εξέταση του θέματος. Ασχολείται ενδεικτικά αναφέρω, με το θέμα των συνωνύμων που συναντώνται μέσα στον πλούτο της ελληνικής γλώσσας, της πολυσημίας των λέξεων και των αναφορών τους, των αντωνύμων, των διαφόρων σύγχρονων λεκτικών ιδιωμάτων κλπ., ενώ δημοσιεύει σποραδικά μικρά μελετήματα που αφορούν το θέμα, όπως το «Ένα σχόλιο για τη γλώσσα», δες περιοδικό  Φιλολογική Στέγη τχ. 34/10,12,1985, σ.349. 
     Την ποιήτρια Ειρήνη Αλιφέρη, είχα την χαρά να γνωρίσω από κοντά από πολύ νωρίς, καθώς είχα βρει στις προσθήκες των παλαιοβιβλιοπωλείων τις πρώτες της ποιητικές συλλογές, που με συγκλόνισαν. Οι συλλογές της, είναι από τις περιπτώσεις εκείνες που όσο και να στις πωλήσει ο παλαιοπώλης αξίζουν τα χρήματά τους. Και ήταν μεγάλη η χαρά μου, όταν μέσα στα ογδόντα περίπου άτομα του Πειραιά που παραβρέθηκαν στην πρώτη μου λογοτεχνική διάλεξη στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά,-στις γνωστές πνευματικές εκδηλώσεις που διοργάνωσε στην πόλη μας ο τόσο πρόωρα φευγάτος και αυτός, λογοτέχνης Χρίστος Αδαμόπουλος-βρίσκονταν και η ποιήτρια Ειρήνη Αλιφέρη. Στην ίδια σειρά εκδηλώσεων, του ΠΟ.ΚΕ.ΔΗ.Π. είχε μιλήσει και εκείνη 7/2/1989, με θέμα «Διαθλάσεις του ποιητικού λόγου». Η κοινή μας αγάπη για την ποιητική δημιουργία του Οδυσσέα Ελύτη μας έφερε πιο κοντά, καθώς και η κοινή εκτίμηση για τον πειραιώτη ποιητή Ανδρέα Αγγελάκη και Χρίστο Αδαμόπουλο που ήσαν και προσωπικοί της φίλοι. Ο χρόνος κύλησε γρήγορα στον Πειραιά, η γνωριμία μου και με άλλους πνευματικούς δημιουργούς της πόλης, με έκανε να θαυμάσω ακόμα περισσότερο την ποιητική της φωνή, και να εκτιμήσω το πρόσωπο-γυναίκα Ειρήνη Αλιφέρη, που στάθηκε σχεδόν απόμακρη από τα φώτα της Πειραϊκής πνευματικής δημοσιότητας κατά την διάρκεια του σύντομου βίου της. Ευαίσθητη και ρομαντική, τρυφερή και ονειροπόλα, σοβαρή ποιήτρια και καλή καθηγήτρια αγγλικών, κάπως αυτοκαταστροφική στην προσωπική της ζωή, η φιλόλογος και ποιήτρια Ειρήνη Αλιφέρη μας έδωσε εξαίρετους ποιητικούς στίχους που έμειναν στον χρόνο και μας συγκινούν ακόμα, συνεχίζοντας την άξια λόγου γυναικεία πειραϊκή ποιητική παράδοση της πόλης, και η ευαίσθητη φωνή της, δικαίως ξέφυγε από τα στενά «επαρχιώτικα» όρια του Πειραϊκού χώρου. Σχεδόν όλα τα ποιήματα και των έξη συλλογών της είναι μια διαρκής ανοιχτή συνομιλία με την τέχνη της Ποίησης. Η λέξη Ποίηση και Ποίημα επαναλαμβάνονται διαρκώς μέσα στους στίχους της. Η Ποίηση συμπλέκεται αρμονικά με τα προσωπικά της βιώματα και αδιέξοδα και εκφράζει με τον καλύτερο τρόπο το όραμα και τους στόχους της ζωής της. Η Ποίηση, είναι η ατομική της θρησκεία που με ευλάβεια και σεβασμό προσεύχεται. Γράφει στο ποίημα «Συγγένεια» της συλλογής της «Ενδοσκόπιον»
ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ
Τον αντίχειρα
τον μέσο και το δείχτη
για να κάνω το σταυρό μου.
Τον αντίχειρα
το μέσο και το δείχτη
για  να πιάσω το μολύβι μου.
Συγγενεύουν στενά
ο Θεός μου και η Ποίηση.
Ποίημα καθαρά αυτοβιογραφικό που εκφράζει με τον ακριβέστερο τρόπο την φιλοσοφία της ζωής της. Και συνεχίζει εύστοχα στο άτιτλο ποίημα της συλλογής της «Φωτοσκιάσεις»:
Θεέ μου
για λίγους γράφω
και Σύ
μου τους κάνεις λιγότερους.
 Η Ειρήνη Αλιφέρη, αυτή η μικρή το δέμας νεραΐδα των δρόμων της Πόλης του Πειραιά, έζησε για την Ποίηση, τροφοδότησε με τα ατομικά της βιώματα τον ποιητικό λόγο και μας άφησε στίχους βαθειάς γυναικείας ευαισθησίας, λυρισμού και τρυφερότητας. Ποιήματα αισθήματα και συναισθήματα, που αποτυπώνουν ανάγλυφα τις εσωτερικές της ανησυχίες, τους προβληματισμούς, τους στοχασμούς, τα αδιέξοδα ζωής και έρωτος, και άγχη μιας ατομικής διαδρομής που αφιερώθηκε με πάθος στην υπεράσπιση του ποιητικού λόγου. Που για εκείνη, δεν είναι παρά η αληθινή νομοθέτηση του βίου των ανθρώπων σε όλες του τις εκφάνσεις. Λέξεις βιώματα προσωπικής διαδρομής ζωής, που υμνούν ή προσεύχονται στον ποιητικό λόγο, που δοξάζουν ή ζητούν την συντροφιά του ποιητικού λόγου, που εξομολογούνται σε αυτόν ή ζητούν την παραμυθία της παρηγοριάς του. Η εικόνα των εμπειριών της ζωής της ταυτίζεται με την εικόνα της ποίησης και βαπτίζεται μέσα στην καθαρότητά της. Οι λέξεις που χρησιμοποιεί, οι δικές της «Λέξεις χρυσόμυγες» έχουν η καθεμία την ιδιαίτερή τους σημασία, σηκώνουν το βάρος των προσωπικών της αδιεξόδων, της νοσταλγίας των ερωτικών της διαψεύσεων, της διαρκούς παρούσας ευπρόσδεκτης μνήμης «της διαρκούς παρούσας απουσίας», χωρίς όμως να λυγίζουν ή να κάμπτονται, αλλά, εικονίζουν με σαφήνεια την γυναικεία μελαγχολία και πρόσκαιρη παραίτηση των ονειροπολήσεών της. Καθώς εκείνος, ετοιμάζει την επιστροφή του για να «ενσαρκώσει το λόγο/στου χαρτιού μου/την κατάλευκη αμμουδιά». Ο Έρωτας δεν κατονομάζει το αντρικό πρόσωπο, δεν περιγράφει το αντρικό σώμα, δεν θωπεύει τα αντρικά μέλη, που η ερωμένη αντίζηλος θάλασσα τα γεύτηκε με πάθος, «αντίζηλή μου η θάλασσα/ που σε παίρνει αγκαλιά/ξεδιάντροπα μπροστά μου», ενώ εκείνη με αρμυρή μελαγχολία στα χείλη ψιθυρίζει,
«Νόστος και άλγος
Ψιθύριζα
σε μια γλώσσα που κανείς δεν μιλάει
αν δεν έχει ερωτευθεί όπως εγώ.
 Η νοστ’ αλγία.»,
δεν διαψεύδεται από το σαράκι της ζήλειας, αυτόν τον ανοίκειο νόστο, γιατί η ματιά της, λούζεται «στην βυσσινάδα του απόβραδου», λούζεται σκορπίζεται με χάρη μέσα σε κυματισμούς θαλάσσης, η φλόγα του μετατρέπεται σε ευωδία λουλουδιών, σε ανοιξιάτικη ανθοφορία, καλοκαιρινό απόγευμα, σε χρώματα «χαμαιλέοντες των αισθημάτων», και σε νοσταλγικούς ψιθύρους που οδηγούν κατευθείαν στο λευκό αειπάρθενο χαρτί της ποιητικής κατάθεσης, σε ήχους νοσταλγικούς «αυτά τα άκακα ερπετά του αέρα». Τα ποιήματά της είναι συνήθως μικρής φόρμας, μικρής εκπνοής ποιητικοί πυρήνες που αποτυπώνουν με μεγάλη ενάργεια την σαγηνευτική της εκμυστήρευση.
«Λευκό παντελονάκι για χαρτί
και μπλέ πουκαμισάκι για μελάνι
Έφηβος ο στίχος καλοκαίριασε».
Λυρικά ποιήματα γεμάτα ρυθμό και χαροποιό μουσικότητα που, κάθε στίχος τους, είναι και μια αποκαλυπτική εικονοποιία. Εικόνες μιας επαναλαμβανόμενης παρθένας ματιάς που δεν χορταίνει να συνάζει εμπειρίες, να γεύεται φυσικά χρώματα, να αισθηματοποιεί καταστάσεις χωρίς να αισθηματολογεί, όπως συνήθως συμβαίνει σε πολλές ποιητικές καταθέσεις της γυναικείας γραφής για να δηλώσει την παρουσία της. Η έμπνευσή της δεν είναι  ακατανόητη, δεν προέρχεται από έναν άλλο κόσμο, έναν κόσμο σκοτεινών σκιών, θρυμματισμένων προσωπικών της συναισθημάτων, γιατί, βρίσκει την πλήρωσή της μέσα στο ίδιο το ποιητικό γεγονός, στην ίδια την επιθυμία της να μετατρέψει την έμπνευση σε ποιητική αφήγηση, σε ποιητική γαλήνια ματιά που αντηχεί το εξαγνισμένο βάθος της ανθρώπινης εμπειρίας, με έναν λόγο γεμάτο κατανόηση, γεμάτο νοσταλγική χαρά, ποιητική διεισδυτικότητα που, δεν ξαφνιάζει γιατί προέρχεται από το ίδιο το γεγονός της Ποίησης. Η ποιητική δημιουργία είναι το ελπιδοφόρο φίλτρο, το εξαγνιστικό κρησάρισμα των σκοτεινών στιγμών του βίου. Είναι η δική της προσωπική συγγραφική Μήτρα:
Η ΜΗΤΡΑ
Φτιάχνω καινούργια ποιήματα
τον τελευταίο καιρό
που εγκαταστάθηκε στη μήτρα μου
μια κόλλα χαρτί
κι εσύ με το ζεστό μολύβι σου
αποθέτεις χειρόγραφα
τα σπέρματα των στίχων
μιάν υπόσχεση ποίησης
την ισόβια μου εγκυμοσύνη.
 Τα μελανώματα της ερωτικής απόρριψης της ζωής καθώς ο χρόνος κυλά, ενσωματώνονται αρμονικά με τα χρώματα του ουράνιου τόξου της Φύσης, γίνονται λίπασμα παραμυθίας για να γεννηθούν οι νέες ποιητικές καταθέσεις της. Στίχοι καθαρής λεκτικής ομορφιάς, χωρίς παραγεμίσματα ιδεατών αναφορών, χωρίς να φορτώνονται με βαθυστόχαστες ιδέες, χωρίς να ρέπουν στην συνήθη σύγχρονη μας πεζολογία ή αφελή κοινωνική κριτική και θεωρία, μας αποκαλύπτουν τον εσώτερο χαρακτήρα μιας δημιουργού που τόλμησε-τουλάχιστον στον Πειραϊκό χώρο-να υπερασπιστεί με τον βίο της τον ποιητικό λόγο. Επανέφερε στην επιφάνεια την «παλαιά ρομαντική άποψη» της «αγνής και καθαρής ποίησης» που στέκει συνήγορος της ζωής του καθενός μας, ευφρόσυνο κουκούλι ποιητικής παρηγοριάς, παντάνασσα Παναγιά Ποίηση του ελέους και της ερωτικής παρθένας ματιάς. Η δομή των ποιητικών της συνθέσεων είναι ευανάγνωστη ακόμα και στον πιο αδαή περί τα ποιητικά θέματα αναγνώστη, η ενσωμάτωση λέξεων με ειδικό βάρος και ιδιαίτερη ποιητική φυσιογνωμία, θα σημειώναμε, που χρησιμοποιεί, ερανίζονται από την μεγάλη ποιητική δεξαμενή, εν μέρει του Οδυσσέα Ελύτη, εν μέρει από τη βρυσομάνα πηγή του Διονυσίου Σολωμού, αλλά κυρίως, από την κλασική μουσική ρυθμολογία ενός Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπάχ, ενός Βιβάλντι, ενός κονσέρτου του Σεργκέι Ραχμάνινωφ, ή ενός ακούσματος του «Χαμόγελου της Τζοκόντας» του μελωδού των ονείρων μας Μάνου Χατζιδάκι, οδηγούν αυτό  καθεαυτό το ποιητικό γεγονός, σε ένα ποιητικό λειτουργικό τύπο πρωτότυπο και με σαφή προσανατολισμό, συμπληρώνοντας με τον ορθότερο τρόπο την μορφή και την σύλληψη της ποιητικής ιδέας. Οι λέξεις της, έχουν άμεση και στενή σχέση με τον χώρο της μουσικής, η ίδια η ποιήτρια μας αποκαλύπτει την σχέση αυτή, χωρίς να διστάζει ή να φοβάται ότι θα ξενίσει στα αυτιά μας η σύγκριση αυτή. Συνθέτει ακόμα και μακροσκελή ποιήματα «ΣΕ ΣΟΛ  ΔΙΕΣΗ»
ΤΟ ΑΝΤΙΚΛΕΙΔΙ
Αμφιβολία καμμιά.
Έχει ο Μπάχ αντικλείδι.
Μπαίνει κρυφά στο σπίτι μου
και βλέπει τα χαρτιά  μου.
Αλλοιώς δεν εξηγείται
να μοιάζουνε τόσο πολύ
τα ποιήματά του
με τη μουσική μου.
Και από τις «Δεκάξη στιγμιαίες φωτογραφίες»
Τι όμορφη διαδρομή
από τα δικά σου λόγια
στην Ενάτη.
•Όποτε λούζομαι με Ποίηση
μυρίζουν τα μαλλιά μου Μουσική.
• Μόλις μπήκε το πιάνο
στη θέση του
μαράθηκαν τα δάχτυλά μου.
•Αγκαλιά:
Μετακομίζει η θάλασσα
από την παλάμη σου
σε μια φυλλωσιά κιθάρες.
Μικρές ποιητικές πνοές, που φέρνουν στη σκέψη τον κόσμο των Χάι-Κάι, ποιητικά αποσπάσματα των μικρών μελτεμιών της ζωής, εικόνες στιγμιότυπα λυρικής ματιάς, περιπλάνηση στον κήπο των ποιητικών διαθέσεων, σιγανό ρυάκι ποιητικής ομορφιάς που μέσα του σελαγίζουν οι τέσσερεις εποχές της ζωής μας. Σπινθήρες ποιητικής ομορφιάς και προσωπικής νοσταλγίας.
«…αγάπη, βότσαλό μου μωβ»
     Η ποίηση της Ειρήνης Αλιφέρη, δεν προέρχεται από εγωτικά γυναικεία καπρίτσια, δεν πηγάζει από τα μαραμένα άνθη ενός παιδικού γυναικείου εφηβικού λευκώματος, δεν παράγεται από την αβάσταχτη θλίψη ενός χαμένου έρωτα, αλλά από μια φυσική αναγκαιότητα, την αναγκαιότητα Ζωής και Ονείρων της ίδιας της Πειραιώτισσας δημιουργού. Που, επιλέγοντας ένα στενό περιθώριο, «εμείς παλεύουμε/να γράψουμε στίχους» όπως γράφει η ίδια. Η έντασή της, αντιστοιχεί στα διάφορα κατά καιρούς στάδια ζωής της ίδιας της ποιήτριας, γιαυτό και ο λόγος της δεν παρουσιάζει ίχνος διανοητικότητας, ακόμα και η συλλογή της «Ιουλιανή η Παραβάτισσα», παρά τον εμπλουτισμό της με λέξεις και εικόνες, μεταφορές και συγκρίσεις που ανοίγουν την βεντάλια των προηγούμενών της ποιητικών συλλογών, δεν παύει να κινείται μέσα στον χώρο της προσωπικής λυρικής νοσταλγίας και εξομολόγησης. Συνεχίζει την ανοιχτή διαρκή της συνομιλία με την Ποίηση. Η Ποίησή της, συνομιλεί διαρκώς με την Ποίηση
ΚΑΘΑΡΗ ΔΕΥΤΕΡΑ
Κι ο χαρταετός μου Ποίηση
Κύριε των Δυνάμεων
Περιμένει στα χέρια μου
πότε θα φυσήξεις Ουρανό.
Και η συνομιλία της με την Ποίηση συνεχίζεται
ΦΩΣ ΜΟΥ
Το σκοτάδι ανθίζει
στα ξερά παράθυρα.
Πρέπει να επιπλώσω τη σιωπή.
Θα  σε φορέσω κατάστιχα
Για ν’ ανατείλει ο Λόγος.
Και το Δημοτικοφανές με το διπλό δίστιχο
ΔΗΜΟΤΙΚΟ
-Πάρτε μου δέντρα τα φτερά
για ν’ αποκτήσω ρίζες.
-Πάρτε πουλιά τις ρίζες μου
να φύγω πιά απ’ το χώμα.
Και το επίσης αυτοβιογραφικό
ΣΤΟ ΓΚΡΙΖΟ ΠΟΥ ΕΙΜΑΙ
Στο γκρίζο που είμαι
θέλω να υπερέχει το λευκό.
Αποκηλιδώνοντας το φως
θέλω να λέω πως γράφω.
Να σπαράσσει η νύχτα
σα μαυρόψαρο
στην πετονιά του καλημέρα
όχι να με κατασπαράζει
απ’ αυγή σ’ αυγή.
Σκακιέρα παράλογη:
νάχουνε τα λευκά την πρώτη κίνηση
κι όλο τα μαύρα να με βγάζουν μάτ.
Και μια ακόμα ποιητική ηλιαχτίδα κοσμογραφική δροσοσταλιά ζωής
ΚΟΣΜΟΓΡΑΦΙΑ
Αχινός πλανόδιος
στο βυθό του σύμπαντος
αγκυλών’ η Γή
τους εφήμερούς της αναβάτες.        
Έργα της:
• ΙΔΙΟΜΕΛΑ, εκδόσεις Ίκαρος 1972, σ.70
ΝΟΣΤΑΛΓΗΣΑ
Νοστάλγησα τους φίλους μου
νοστάλγησα τους φίλους μου πού βλέπω
κάθε μέρα.
Έχουν μεταναστέψει
Στη δική τους Ανταρκτική.
Η ΕΠΑΛΗΘΕΨΗ
Επαληθεύτηκαν οι φοβίες
μέσα στο τετράδιο των Μαθηματικών
όπου ο έρωτας
υποτιθέμενο σημείο ωμέγα
αποδείχτηκε
τόπος γεωμετρικός
ανάμεσα σε δύο ανθρώπινα όντα
ανισοσκελή.
• ΑΠΟΔΕΙΠΝΑ, εκδόσεις Ίκαρος1973, σ.52
ΧΡΕΟΣ
Χρωστώ στίχους στους φίλους μου
και  χάδια στους εχθρούς μου.
ΛΟΓΟΣ ΚΑΛΟΣ
Γαλανομάτης Άγγελος
στην άκρη τ’ ουρανού
λόγος καλός
στις άκρες των χειλιών σου.
Καλοκαιριάζει.
• ΤΑ ΠΑΛΙΜΨΗΣΤΑ, Ίκαρος 1974, σ.48
ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΟ
Εσύ κατοικείς στο  μολύβι μου.
Κάθε φορά που γράφω
συγυρίζω το δικό σου σπιτικό.
ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΟΥ ΤΕΛΕΙΩΝΕ
Το τελευταίο βιβλίο μου τέλειωνε
σ’ ένα δίεση σόλ.
Θάθελα να το ξαναγράψω.
Μόνο για να τονίσω τη λεπτομέρεια
πως πρέπει ν’ ακουστεί με σουρτίνα.
• ΕΝΔΟΣΚΟΠΙΟ, εκδόσεις Ίκαρος 1981, σ. 62
• Ιουλιανή η Παραβάτισσα, Πειραιάς 1985, σ.47
• ΦΩΤΟΣΚΙΑΣΕΙΣ, Πειραιάς 2003, σ.48
ΜΝΗΜΗ
Μνήμη
καρφίτσα σκουριασμένη
τρύπησες το βλέμμα μου.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη γραφή σήμερα, Κυριακή 28 Αυγούστου 2016
Πειραιάς 28/8/2016

ΑΡΓΑ
Αργά τις νύχτες
βάζω μυστική μπουγάδα
πλένω τα σεντόνια της σφαγής.
Μέχρι να γίνει μέρα
Δαμάζω βράχους κατάστηθους
ξυπνώ τον κόσμο
που τολμά και κουβεντιάζει
για το μεροκάματο.

Κυριακή 21 Αυγούστου 2016

Ποιητική Τέχνη

ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ
    
     Ξεφυλλίζοντας εν τάχει παλαιά περιοδικά για να αποδελτιώσω ποιήματα της αγγλίδας ποιήτριας Έντιθ Σίτγουελ, βρήκα τα σκόρπια ελάχιστα τεύχη που είχα της «Ποιητικής Τέχνης» και των τριών περιόδων, τα καταγράφω για όσους ενδιαφέρονται για την ύλη των παλαιών λογοτεχνικών περιοδικών. Εκτός από τις γνωστές μελέτες που έχω αναφέρει σε παλαιότερες μελέτες μου για τα περιοδικά, δεν γνωρίζω να κυκλοφορεί ειδική μελέτη για το συγκεκριμένο περιοδικό, ούτε αν έχουν αποδελτιωθεί τα τεύχη του. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, παρουσιάζει η «ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ» της «ποιητικής τέχνης», όπου πρωτοπαρουσιάζονται(;) ποιητικές φωνές από όλον τον κόσμο και φυσικά από την ελλάδα, όπου οι νέοι τότε έλληνες ποιητές και ελληνίδες ποιήτριες μετέφραζαν συγγενικές τους φωνές, ή ποιητές φωνές που τους «πήγαιναν» ή θεωρούσαν ότι είχαν κάτι να πουν, στους νέους λογοτέχνες και αναγνώστες της εποχής τους. Ας μην ξεχνάμε ότι, δεν είχαν περάσει πολλά χρόνια από τότε που η Ελλάδα είχε απελευθερωθεί από το ναζιστικό και φασιστικό ζυγό και ήταν ακόμα μια κατεστραμμένη υλικά, οικονομικά αλλά και σε έμψυχο δυναμικό χώρα, ήταν ανοιχτές οι πληγές του εμφύλιου σπαραγμού, που ήρθε να αποτελειώσει ότι ελάχιστο είχε απομείνει όρθιο μετά την Ναζιστική Γερμανική Κατοχή στο ελληνικό έδαφος. Χιλιάδες έλληνες και ελληνίδες της αριστερής ηττημένης παράταξης κατέφευγαν στις χώρες του τότε ανατολικού μπλοκ, που βρίσκονταν κάτω από την κομμουνιστική σταλινική μπότα, οι πιο «τυχεροί» έφευγαν για τις χώρες της κεντρικής ευρώπης ή της αμερικής, ενώ ένα μέρος του ελληνικού πληθυσμού που είχε λάβει ενεργό μέρος στην στρατιωτική εμφύλια αιματοβαμμένη σύρραξη με την πλευρά του δημοκρατικού στρατού, και ηττήθηκε, κατέφυγε στα βουνά της επαρχίας, εξορίστηκε σε άγονα νησιά ή φυλακίστηκε ή οδηγήθηκε στα στρατοδικεία που στήθηκαν από την πλευρά της νικήτριας συντηρητικής παράταξης, που είχε πλέον την διαχείριση της εξουσίας. Είναι αρκετά ενδιαφέρον μετά την παρέλευση τόσων δεκαετιών, και την ραγδαία αλλαγή των πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών του νέου αιώνα και χιλιετίας, καθώς ανατρέχεις σε παλαιά λογοτεχνικά περιοδικά της περιόδου εκείνης, να βλέπεις τις γενιές της εποχής εκείνης, τον νεανικό ελληνικό ανθό που είχε σακατευτεί με την εισβολή της ναζιστικής λαίλαπας, και τις κακουχίες της κατοχής που ακολούθησε, αλλά και τσακιστεί από την εμφύλια αδελφοκτόνο διαμάχη που ακολούθησε, και επίσης, οι πριν από αυτές γενιές, είχαν αφήσει το σωματικό σφρίγος της ζωής των και τα όνειρά τους στα χαρακώματα του πρώτου παγκόσμιου πολέμου, τους βαλκανικούς πολέμους, τις εσωτερικές δικτατορικές κυβερνήσεις, και ταλαιπωρηθεί από την μικρασιατική καταστροφή, και κυνηγηθεί από την δικτατορία του Μεταξά, αυτοί οι νέοι και οι νέες, που οι δυνάμεις τους βρίσκονταν σε κάμψη, τι πνευματικά και καλλιτεχνικά ενδιαφέροντα είχαν. Τι έγραφαν, τι δημοσίευαν, τι μετέφραζαν, ποιους λογοτέχνες ή ποιητές αγαπούσαν, τι θεωρίες καλλιεργούσαν, τι γλώσσες μιλούσαν, ποιο ήταν το όραμά τους για την πατρίδα τους και για τους ίδιους, ποιες οι πνευματικές τους ανησυχίες και αναζητήσεις, πως αντιμετώπιζαν τις καλλιτεχνικές προηγούμενες από αυτές γενιές, σε ποια ευρωπαϊκά κράτη ταξίδευαν ή επέλεγαν να σπουδάσουν, ποιος ήταν ο βαθμός της κριτικής τους επάρκειας και αντιμετώπισης των νέων θεωριών που αναπτύσσονταν στο διεθνές καλλιτεχνικό στερέωμα, τι πολιτική και ιδεολογική στάση διατήρησαν μετά την λήξη του εμφύλιου σπαραγμού, ποια ήταν η μετέπειτα πορεία τους, και τι σε γενικές γραμμές νέο και πρωτοποριακό ήθελαν να κομίσουν στα ελληνικά γράμματα, με την δημιουργία τους και τις επιλεγμένες μεταφράσεις τους ξένων δημιουργών. Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι, βλέπουμε να υπάρχει μεγάλη συμμετοχή γυναικών δημιουργών της εποχής στις σελίδες των περιοδικών, να επικρατεί μια ανεκτικότητα σε ερωτικά θέματα, μια και το άστρο του Κωνσταντίνου Καβάφη μεσουρανούσε στο ποιητικό στερέωμα, αλλά και εκείνο του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, του Μήτσου Παπανικολάου, του πειραιώτη Νίκου Χαντζάρα και πολλών άλλων, με διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό, η Καρυωτακική αυτοκτονία να είναι αινιγματικά παρούσα στις συνειδήσεις τους, και, όπως ήταν ίσως φυσικό, να εκδίδονται λογοτεχνικά περιοδικά τα οποία εξέφραζαν και συμμετείχαν σε αυτά, είτε από την πλευρά της νικήτριας πολιτικής παράταξης και των ανθρώπων που την στήριζαν και των πνευματικών δημιουργών της, είτε από την άλλη πλευρά, της νικημένης και κυνηγημένης και των δημιουργών εκείνων που συμμετείχαν στα πολιτικά δρώμενα της περιόδου εκείνης, είτε ακολουθούσαν το χαμένο και προδομένο όραμα της κομμουνιστικής επανάστασης, χωρίς να έχουν ιδέα δυστυχώς ή δεν ήθελαν να παραδεχτούν το πόσο απάνθρωπο και απολυταρχικό δικτατορικό ήταν το καθεστώς της πρώην Μέκκας του Κομμουνισμού. Ο διχασμός, εκτός από πολιτικός και ιδεολογικός εξακολούθησε να υφίστανται και στον πνευματικό και καλλιτεχνικό χώρο για πολλές δεκαετίες αργότερα, μέχρι το 1989, που έπεσε το τείχος του Βερολίνου, και σποραδικά μέχρι των ημερών της πτώχευσης της χώρας μας. Τώρα που εξ αιτίας των οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών, δεν εκδίδονται περιοδικά στο βαθμό που κυκλοφορούσαν τα προηγούμενα χρόνια.
    Και κλείνοντας αυτήν την μικρή εισαγωγή και πριν καταγράψω το περιοδικό «ποιητική τέχνη», άραγε, θα είχε ενδιαφέρον να γνωρίζαμε πως οι ιστορικοί του μέλλοντος των ελληνικών γραμμάτων θα κατέγραφαν την εποχή μας 2016, από πού ο ιστορικός της λογοτεχνίας θα αντλούσε στοιχεία, μια και δεν εκδίδονται πλέον τα περιοδικά  που εκδίδονταν, πως θα ταξινομούσε τα ενδιαφέροντα των όποιων σύγχρονών μας αναγνωστών και πνευματικών δημιουργών, και σε τελική ανάλυση, θα καταγράψει το τέλος εποχής για τον ποιητικό λόγο; Βγήκαμε δηλαδή σαν άτομα από το ποιητικό σπήλαιο και αποκτήσαμε καινούργια ενδιαφέροντα και ασχολίες, ή η Ζωή κύκλους κάνει, και οι μελλοντικές γενιές θα σκαλίσουν τα δικά τους ποιητικά έπη στις συνειδήσεις των νέων ανθρώπων που ακολουθούν, και περιμένουν και αυτές, να χαραχτούν από τα νέα ποιητικά όνειρα;
ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ
ΜΗΝΙΑΙΑ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΠΟΙΗΣΗΣ
Αλληλογραφία, βιβλία, εμβάσματα: Φώτης Λάσιος, ταχυδρομική Θυρίς 519 Αθήνα
Καλλιτεχνική  Συνεργασία: Νίκος Μουκέλλης
Συνδρομές: ετήσια 15.000 δραχμές. Εξάμηνη: 10.000 δρχ. Εξωτερικού: 6 δολάρια
Τυπογραφεία: Α. Ν. Μαυρίδη, Θεμιστοκλέους 11 Αθήνα
Διαστάσεις 17Χ24
Διευθυντής Φρίξος Ηλιάδης
• Έτος Α, τόμος Ι, τχ. 2/Αύγουστος 1947, δρχ. 1500
   ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ
-στο περιθώριο
-Το δεύτερο τεύχος της «Ποιητικής Τέχνης» κυκλοφορεί με μεγάλη καθυστέρηση κι αιτία είνε η έλλειψη δημοσιογραφικού χάρτου. Οι αναγνώστες μας ας έχουν υπ’ όψιν τους ότι, όσο να διευθετηθεί η ανωμαλία αυτή, είνε πιθανές παρόμοιες καθυστερήσεις.
-Η «Ποιητική Τέχνη» έχει μέσα στο πρόγραμμά της την έκδοση «ειδικών τευχών» αφιερωμένων σε ένα μόνο ποιητή, ή σε μια μόνο χώρα, είτε σε μια εποχή ή σχολή.. Τα τεύχη αυτά θα έχουν πλούσια εικονογράφηση, και  θα  είναι πολύτιμα φιλολογικά ντοκουμέντα. Ετοιμάζονται ήδη τα τεύχη Μπωντελαίρ, Χάϊνε, Ρεμπώ, Καβάφη κ.α.
    Στην σελίδα του «περιθωρίου»  δημοσιεύεται το σονέτο, μεταφρασμένο από τα ιταλικά, «Γελούν τα ρυάκια…», το οποίο ανήκει στον ιταλού δικτάτορα Μπενίτο Μουσσολίνι
ΓΕΛΟΥΝ ΤΑ ΡΥΑΚΙΑ
Γελούν τα ρυάκια μες την χλόη
την ανθισμένη
Και με το λάγγεμα τρεμίζουνε
της νέας
Ημέρας, ενώ η Άνοιξη ντυμένη
Τη χρυσοπράσινη προβάλλει,
φορεσιά της.
Γελούν τα ρυάκια. Και να
εκείνη απ’ αγνάντια
Με τα πιο ωραία της
τραγούδια φτάνει ξαφνιασμένη.
Τ’ άνθη που λάμπουν σαν διαμάντια
Χαϊδεύει με τα κρινοδάχτυλά της.
Γελούνε τα ουρανόχρωμα ρυάκια.
Δεν άκουσα, άνοιξη, απ’  τα φαιδρά σου χείλη
Ποτέ, μια μουσική γλυκειά, ως εκείνη.
Γελούν τα γάργαρα γαλάζινα ρυάκια
Κι’ είνε σα να γρικάς μες στον αχό τους
Μια μελωδία δικιά σου, ώ
Μπουκκερίνι!
 

-Ε. Χ. ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ
-Σημείωμα του μεταφραστή Α. Πρωτοπάτση
-Ευστράτιος Χ. Αθανασιάδης (Μυτιλήνη 1875-), «Λυρικά»
-Α. Πρωτοπάτσης, «Διάλογος»
-SAN FRANCESCO D’ ASSISI,1182-1226,
«Ο Ύμνος των πλασμάτων»
-Giovani PASCOLI,1855-1912,
«Ο πεσμένος ιδρύς», μτφ. Νίκος Τωμαδάκης
Ο πεσμένος ιδρύς
Όχι ίσκιο-τον κορμό του τώρα ο ιδρύς απλώνει
Νεκρό και δε μαλώνει πιά με τις ανεμοζάλες.
Περνά ο λαός και λέει: «Το βλέπω τώρα: είταν μεγάλος!»
--
Κρεμιούνται δώθε-κείθε απ’ την ψηλή κορφή του
Οι φωλίτσες των πουλιών, γιατί άνοιξή ‘ναι.
Περνά ο λαός και λέει: «Το βλέπω τώρα: είταν ωραίος!»
--
Καθένας τον παινά, καθένας κόβει. Προς το  βράδυ,
Καθένας με το  μάτσο το βαρύ τραβάει το δρόμο
Μα στον αέρα κλάψιμον ακούς του μαύρου σπίνου,
Όπου γυρεύει τη φωληά του και δεν θα την εύρει.
-Giuseppe UNGARETTI,1888,
«Η φωτισμένη δρόσος», «Στρατιώτης», «Ουρανός και θάλασσα», «Παράθυρο στη θάλασσα»
Η φωτισμένη δρόσος
Η γη τρεμίζει
Από ηδονή
Κάτω από έναν ήλιο
Ευγενικών
Ορμών.
Ουρανός και Θάλασσα
Φωτίζομαι
Από άπειρο.
Παράθυρο στη θάλασσα
Κιγκλίδωμα αύρας
Για ν’ ακουμπήσω τη μελαγχολία μου
Απόψε.
-Georges RODENBACH,1855-1898-ΒΕΛΓΙΟ,
«Επίλογος», μτφ. Κ. Γ. Καρυωτάκης
Επίλογος
Φθινόπωρο είναι, βρέχει να και ο χρόνος όλο σβύνει!
Η νιότη σβύνει, σβύνεις, ω προσπάθεια ευγενική,
Που μόνο εσέ θα σκέφτομαι πεθαίνοντας σεμνή
Προσπάθεια, να περάσουμε και το Έργο μας να μείνη.
--
Άχ! πάει κι’ αυτή που μ’ έθρεψεν ελπίδα η πιο μεγάλη,
Μάταιο σαν άλλα ονείρατα, τ’ όνειρο πάει κι’ αυτό,
Όλα περνούν, οι πόθοι μας περνούν, ένα βουϊτό.
Περνούμε τέλος οι ίδιοι εμείς για νάρθουν αύριον άλλοι.
--
Γυρλάντα, η δόξα εμάδησε κι’ είνε οι γιορτές φευγάτες
Μόνο πικρία μένει σ’ εκείνον πούχε ονειρευτεί
Πολύ να μην επέθαινε και λίγο να σωθή
Και κάπως να τον αγαπούν, χρόνοι καιροί διαβάτες!
--
Αλλοίμονο! Με ρόδο τον εαυτό μου παρομοιάζω,
Με ρόδο που μαραίνεται και γίνεται χλωμό!
Αίμα δεν τρέχει θάλεγε κανείς πως φυλλορροώ…
Κι’ αφού πιά τώρα ενύχτωσε,-για θάναο νυστάζω. 
-Dmitrij Sergeevic MEREZKOVSKIJ,1865-ΡΩΣΣΙΑ,
«Ο Σακυαμούνι»
-Oscar Vladislas de Lubics MILOSZ,1877-1929-ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ,
«Τρίζει γλυκά…», «Και πρίν απ’ όλα…», μτφ. Μήτσος Παπανικολάου
-Robert BROWNING,1812-1889, ΑΓΓΛΙΑ,
«Μια ελαφριά γυναίκα», μτφ. Λέανδρος Παλαμάς
-Thomas Stearns ELIOT, 1888,
«Χορικό» από την τραγωδία Murder in the Cathedral, μτφ. Γιώργος Σεφέρης
-ΟΜΗΡΟΣ ΙΧ αιών π.χ.
Σκύλλα και Χάρυβδις (Οδύσσεια Μ. 234-259), μτφ. Ιάκωβος Πολυλάς
-ΠΙΝΔΑΡΟΣ 521-441 π.χ.
Εις ηλίου έκλειψιν, μτφ. Σίμος Μενάρδος
-ΚΑΣΣΙΑΝΗ ΙΧ αιών μχ.-ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ
Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις…, μτφ. Κωστής Παλαμάς
-Edgar Allan POE, 1809-1845,-ΗΝΩΜΕΝΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ
Όνειρο μέσα σε όνειρο, μτφ. Α. Πρωτοπάτσης
Όνειρο μέσα σε όνειρο
Έλα, το μέτωπο να σου φιλήσω
Και τώρα πούνε να σ’ αφήσω
Τούτο άσε να σου μολογήσω:
Οι μέρες μου, εσύ τόκρινες σωστά,
Ένα όνειρο ήταν μοναχά
Μ’ αν έφυγε η ελπίδα πέρα
Μες σε μια νύχτα ή σε μια μέρα,
Σ’ ένα όραμα, είτε σε κανένα,
Κι έτσι δε χάθηκε για μένα;
Ό,τι  θωρεί κανείς ή μοιάζει τάχα
Είναι όνειρο μες σ’ όνειρο μονάχα.
--
Στέκω μες στη βοή, τη ζάλη
Σε κυματόδαρτο ακρογιάλι
Και μες στο χέρι μου κρατώ
Σπυριά απ’ τον άμμο το χρυσό-
Τι λίγα κι’ όμως πως γλυστράνε
Απ’ τα δάχτυλα και στα βάθη πάνε
Ενώ πικρά τα δάκρυά μου κυλάνε!
Θέ μου! Να τα χουφτιάσω δε μπορώ
Μ’ ένα σφίξιμο πιότερο γερό;
Να μη γλυτώσω-Θιός! Δεν είνε κρίμα
Καν ένα από τ’ αλύπητο το κύμα;
Ό,τι θωρούμε ή μοιάζουμε είνε τάχα
Όνειρο μέσα σε όνειρο μονάχα;
Annabel Lee, μτφ. Νίκος Καρβούνης
Ο Ισραφέλ, μτφ. Βασίλειος Καθάρειος
-NOVALIS, 1772-1801-ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Ύμνος, μτφ. Λέων Κουκούλας
-Henryk IBSEN, 1828-1906
Σόλβεϊγ (Από τον Πέερ Γκύντ), μτφ. Όμηρος Μπεκές
Ακόμα ένα χινόπωρο κι’ ένα χειμών’ ακόμα
Κι’ αν φύγει ακόμα η άνοιξη, το θέρο κι’ αν πιαστεί.
Θα σε προσμένω πάντα εδώ με την ψυχή στο στόμα
Και θα με βρεις αγάπη μου, στο λόγο μου πιστή…
--
Όπου κι’ αν πας, ο Κύριος να σου βλογάει το χέρι.
Και  να σου δίνει τη χαρά σε δρόμο ταπεινό!
Ως να’ ρθρεις θα σε καρτερώ σ’ ένα γλυκό καρτέρι,
Κι’ αν με προσμένεις να ‘ρθω εγώ, θάρθω στον ουρανό!
Έκαψε τα Καράβια του, μτφ. Στέφανος Δάφνης
Στο άστρο, μτφ. Β.
-Rabindranath TAGORE, 1861-1941-ΙΝΔΙΕΣ
Από τον «Κηπουρό», μτφ. Κ. Καρθαίος
Όλοι οι δεσμοί μου…, μτφ. Γεώργιος Δροσίνης
Όλοι οι δεσμοί μου…
Όλοι οι δεσμοί μου κόπηκαν
Τα χρέη μου πληρωμένα.
Διάπλατη ανοίγει η πόρτα μου
Και φεύγω για τα ξένα.
--
Όσοι περνούν την άχαρη
Ζωή, να λογαριάζουν
Στη σκόνη το χρυσάφι τους
«Γύρισε»! μου φωνάζουν.
--
Μα εγώ έχω ζώσει τ’ άρματα
Και το σπαθί ακονίσει
Το χώμα σκάφτει ο Μαύρος μου
Με βιά να ξεκινήση.
--
Καταχτητής ακράτητος,
Στη σκοτεινιά, στον ήλιο.
Θα πάω να βρω το θρόνο μου
Και το παλιό βασίλειο.
-Tran Van TUNG, 1915-ΑΝΝΑΜ
Ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο
Ανάμεσα στη ζωή και στο  θάνατο αρμενίζω
Η ζωή είναι τόσο όμορφη! Πώς να την αφίσης!...
Ο θάνατος τόσο γλυκός! Πώς να τον αποφύγης!..
Ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο αρμενίζω.
Θέλω να ζήσω και δεν ζω.
Θέλω να πεθάνω και δεν πεθαίνω.
--
Ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο, αρμενίζω.
Η ζωή, Θεέ μου, για να με διώξη, δεν έχει
τόση φρίκη.
Ο  θάνατος για να με τραβήξει, δεν έχει
τόση γοητεία!
--
Γι’ αυτό ζω κι’ ονειρεύομαι τον θάνατο.
Τον θάνατο που απολυτρώνει…
Και πεθαίνω μένοντας ζωντανός.
Πάνω στη γη, ανάμεσα στους ανθρώπους.

Μαζί σου καρδιά μου
-Στις σελίδες των «Σημειωμάτων», ο Φώτης Λάσιος γράφει για τον θάνατο του Αντώνη Πρωτοπάτση Τετάρτη 16/4/1947. Επίσης έχουμε στοιχεία για «τα ποιήματα του τεύχους», για την «εικονογράφηση του τεύχους», στήλες για τα «νέα βιβλία», τον «τύπο», και την «αλληλογραφία».
Οι σελιδαρύθμιση γίνεται και με αριθμούς και με τα γράμματα της αλφαβήτου (τουλάχιστον του τεύχους που έχω)
Κασσιανή
Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις…
Κύριε,  γυναίκα αμαρτωλή, πολλά,
Πολλά, θολά, βαριά τα κρίματά μου.
Μα, ω Κύριε, πως η θεότη σου μιλά
Μες στην καρδιά μου!
--
Κύριε, προτού σε κρύψει η εντάφια γη
Από τη δροσαυγή λουλούδια πήρα
Κι’ απ’ της λατρείας την τρίσβαθη πηγή
Σου φέρνω μύρα.
--
Οίστρος με σέρνει ακολασίας….Νυχτιά,
Σκοτάδι αφέγγαρο, άναστρο με ζώνει,
Το σκοτάδι της αμαρτίας φωτιά
Με καίει με λιώνει.
--
Εσύ που από τα πέλαα τα νερά
Τα υψώνεις νέφη, πάρε τα. Έρωτά μου
Κυλάνε, είνε ποτάμια φλογερά
Τα  δάκρυά  μου.
--
Γύρε σ’ εμέ! Η ψυχή μου πως πονεί!
Δέξε με Εσύ που δέχτηκες και γείραν
Άφραστα ως εδώ κάπου οι ουρανοί
Και σάρκα επήραν
--
Στάχραντά Σου τα πόδια, βασιλιά
Μου Εσύ, θα πέσω και θα στα φιλήσω
Και με της κεφαλής μου τα μαλλιά
Θα στα σφουγγίσω
--
Τάκουσεν η Εύα μες στο  αποσπερνό
Της παράδεισος φως ν’ αντιχτυπάνε.
Κι’ αλαφιασμένη κρύφτηκε… Πονώ.
Σώσε, έλεος κάνε.
--
Ψυχοσώστ’ οι αμαρτίες μου λαός
Τ’ αξεδιάλυτα ποιος θα ξεδιαλύση;
Αμέτρητό σου το έλεος, ο Θεός!
Άβυσσο η κρίση.
                   Κωστής Παλαμάς

Σημείωση: κράτησα την ορθογραφία και την στίξη των κειμένων της εποχής, και δεν θέλησα να διορθώσω τα όποια ορθογραφικά λάθη. Τα λάθη, αυτά που εντάσσονται οργανικά σε ένα κείμενο, δίνουν ζωντάνια στην ανάγνωσή του, είναι οι μικροί αναγκαίοι σκόπελοι που κάνουν τον αναγνώστη να προσέξει το κείμενο.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς, Κυριακή 21 Αυγούστου 2016
Καθώς η υφήλιος περιμένει την τελετή λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων

ΥΓ. Χαρακτηριστικό δείγμα της έκπτωσης των αξιών της εποχής, και της συνολικής μας σαν χώρας και έθνους πτώχευσης, είναι, ότι ένα μεγάλης ηλικίας άτομο, η δικαιοσύνη τον αφήνει σχετικά ελεύθερο, και το ίδιο, το κυριότερο και πιο ανίερο είναι, που επιρρίπτει την ευθύνη στους νεκρούς που εκείνο οδήγησε στον πνιγμό. Η χώρα αυτή, δεν μπορεί να επιβιώσει με τους πανηγυρισμούς των μεταλλίων, όταν το έγκλημα στον τόπο μας δεν τιμωρείται. Καιρός, να πάψουν να διδάσκουν την απολογία του Σωκράτους στα σχολεία, ας διδάσκουν την βιογραφία του Πάμπλο Εσκομπάρ.