Δευτέρα 27 Ιουλίου 2015

η ταινία PRIDE

PRIDE
Matthew  Warchus

     Κυριακή, η ζέστη έξω και μέσα στο σπίτι ανυπόφορη, τα δύο μικρά ανεμιστηράκια δεν βοηθούν στην περιπέτεια της ανάγνωσης, τα συχνά ντους δροσίζουν για λίγο το σώμα μέχρι ξανά η καυτή λαύρα να κλείσει τους πόρους. Ο στίχος του Γερμανού ποιητή Βόλφ:
«Μάζεψα λουλούδια/
Και μ’ ένα φτερούγισμα σε σένα,/
Τάσφιξα πάνω στην καρδιά μου/
Χίλιες φορές!»
για λίγο, απωθεί την λαύρα που μπαίνει από τ’ ανοιχτό παράθυρο, μια δροσερή ανάσα που λιγώνει ακόμα περισσότερο το μέσα του κορμιού που αρνείται να παραδοθεί στα φαντάσματα του χρόνου που το κυκλώνουν απειλητικά. Διέξοδος; η επιθυμία για έξοδο, για μια περιδιάβαση στους δρόμους της γενέθλιας πόλης, στα έρημα σοκάκια των αναμνήσεων, στις πλατείες των κρυφών επιθυμιών, στις στάσεις των λεωφορείων που κάποτε οδηγούσαν στην ερωτική χαύνωση, στα μεγάλα νεοκλασικά κτίρια που σκιάζουν την πόλη του Πειραιά προσφέροντάς της μεγαλοπρέπεια, ιστορικό κύρος, ανάμνηση αρχοντιάς, περιπέτεια ζωής φυλαγμένη στα οικογενειακά σεντούκια της χαμένης δόξας των παλαιών Πειραιωτών.
Η Πόλη έρημη, φτωχικά ντυμένη εδώ και αρκετές δεκαετίες, «κατεστραμμένη» από λανθασμένες δημοτικές και πολιτικές επιλογές, ατενίζει την φθορά και την πτώση της κυκλωμένη από την θάλασσα, αυτό το φουρτουνιασμένο θαλάσσιο στοιχειό που της υπενθυμίζει ότι κάποτε ήτο νήσος. Μοναχικό και φωτεινό, περίλαμπρο και μαγνητικό, ηλιόλουστο και συννεφιασμένο, στέκει βουβό το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά στο κέντρο της πόλης, σαν βηματοδότης που δεν μπορεί μόνος του να δώσει ζωή πιά, σε μια πόλη που έπαψε να αναπνέει από αυθεντικότητα. 
«Ο κόσμος είναι τόσο ωραίος μ’ όλη τη φρίκη του, και θάταν σίγουρα πιο ωραίος, αν δεν τον βάραιναν οι αδύναμοι και οι δειλοί», 
φωνάζουν από τις σπηλιές του χρόνου οι σκιές των προγόνων. Έλα τώρα, κάνε τον κύκλο σου από την γαλαρία της ζωής, ταξίδεψε σιγαλά χωρίς δάκρυ χωρίς πίστη χωρίς αγωνία για τα μελλούμενα, χωρίς υποψία θανάτου αλλά και ζωής, νιώσε την συγκίνηση που αφήνει πίσω της η ένδοξη κάποτε ιστορία της Πόλης, τώρα, που βρίσκεται σε λήθαργο, και αρνείται να μεταγγίσει με τα περασμένα μεγαλεία της τους νέους κατοίκους της.
    Καθώς περπατούσα την περιφερειακή λεωφόρο της Καστέλλας, και η μνήμη ταξίδευε πίσω στο χρόνο τον συντροφικά προσωπικό, το βλέμμα έστρεψε δεξιά και έπεσε σε μια φωτεινή έγχρωμη επιγραφή που έγραφε: «Cine βοτσαλάκια». Έστριψα δεξιά και κατέβηκα τον μικρό φιδίσιο δρόμο προς την παραλία, από μακριά ακούγονταν ξένη ρυθμική μουσική που συνόδευε τους παφλασμούς των κυμάτων του Μικρολίμανου. Ο πανέμορφος αυτός θερινός κινηματογράφος, συνορεύει με την πλαζ βοτσαλάκια, όπου δεκάδες άτομα διασκέδαζαν. Ο Cine βοτσαλάκια δανείστηκε από την πλαζ το όνομά του, αυτό όμως, δεν τον εμποδίζει να προσφέρει στους επισκέπτες του την ζεστασιά του χώρου, την δροσιά της ατμόσφαιρας, τον διακριτικό ήχο των ανθρώπινων πελμάτων καθώς περπατούν πάνω στο λευκό μικρό χαλικάκι του που είναι στρωμένος, την μυρουδιά των λουλουδιών που κοσμούν τους τείχους του, τα μικρά τραπεζάκια που είναι διάσπαρτα στον χώρο ανάμεσα στα καθίσματα, την συντροφιά των μικρών γατών που ισορροπούν με αγωνία και περιέργεια κοιτώντας τους θεατές, πάνω στον πέτρινο τοίχο, και φυσικά, αν ο θεατής είναι τυχερός, την μεγάλη σκοτεινή αινιγματική λαμπερή καρποφόρα μητέρα, την Σελάνα. Αυτήν που σε μαγεύει με τα ερωτικά της μάγια αιώνες τώρα χωρίς να ζητά ανθρώπινα ανταλλάγματα, παρά μόνο το εσωτερικό σου βλέμμα, αυτό που καταυγάζεται αέναα από το φως της. Ένα φως που φωτίζει την λευκή οθόνη των ονείρων μας και τους ήρωες της έβδομης τέχνης, αυτής της αυθεντικής και βαθειά κοινωνικής λαϊκής τέχνης των τελευταίων δύο αιώνων της ανθρώπινης ιστορίας.
Περιμένοντας στην σειρά, έκοψα εισιτήριο και μπήκα μέσα αναμένοντας ν’ αρχίσει η παράσταση απολαμβάνοντας την θερμή ομορφιά του χώρου και της καλοκαιρινής θαλάσσιας δροσερής αύρας.Ο κόσμος πολύς.
     Το έργο, ήταν η γνωστή κοινωνική και πολιτική κωμωδία Prideτου άγγλου σκηνοθέτη Matthew Warchus. Βασισμένη σε αυθεντικά πολιτικά γεγονότα που ταλάνισαν την Αγγλία την περίοδο της πρωθυπουργίας της σιδηράς κυρίας, της Μάργκαρετ Θάτσερ, την δεκαετία του 1980, η ταινία του Μάθιου Γουόρτσας, αναπαριστά τον αγώνα μιας «ομάδας ομοφυλόφιλων Λονδρέζων ακτιβιστών που φτάνει σε μια μικρή πόλη της Ουαλίας, για να συμπαρασταθεί σε μια χούφτα απεργών ανθρακωρύχων και στις οικογένειές τους, που πεισματικά αντιστέκονται στην Θατσερική πολιτική της εποχής εκείνης» γράφει το πρόγραμμα. “Lesbians and Gays SUPPORT THE MINERS”    
Η ταινία γυρίστηκε το 2014 και είχε μεγάλη επιτυχία όπου προβλήθηκε. Πρωταγωνιστούν οι γνωστοί Άγγλοι ηθοποιοί Μπίλ Νάι, Άντριου Σκοτ, Ντομινίκ Γουέστ, Ιμέλντα Στάντον, Πάντι Κονσιντάιν, Τζόζεφ Γκίλγκαν και άλλοι.
    Η ταινία είναι πραγματικά υπέροχη. Το χιούμορ, φανερό ή αδιόρατο διατρέχει σχεδόν όλη την ταινία, η κοινωνική σάτιρά της είναι συνυφασμένη με την πολιτική καταγγελία, έχει απέραντη κοινωνική ευαισθησία και μια ανθρωπιά που τσακίζει κόκαλα, οι χαρακτήρες των ηρώων της είναι αυθεντικοί, καλοσχεδιασμένοι και προπάντων αληθινοί, ο σκηνοθέτης με αφορμή αυθεντικά γεγονότα της περιόδου εκείνης, δημιουργεί ήρωες αληθινούς, πολιτικά δραστήριους, ακτιβιστές ομοφυλόφιλους και ομοφυλόφιλες που αγωνίζονται-πληρώνοντας το κόστος της επιλογής τους αυτής-να συγκεντρώσουν χρήματα και άλλα είδη για να βοηθήσουν τους απεργούς ανθρακωρύχους. Ο Matthew Warchus, πατώντας πάνω στα χνάρια της βρετανικής σχολής της κωμωδίας(δες «Άντρες έτοιμοι για  όλα») στήνει μια δραματική θα λέγαμε κωμωδία που σατιρίζει πρόσωπα, καταστάσεις, θεσμούς, πολιτικές συμπεριφορές, ομοφυλόφιλους και ετεροφυλόφιλους, άντρες και γυναίκες, μικρούς και μεγάλους, οικοδομώντας μια ταινία γεμάτη συμπόνια, γεμάτη ανθρωπιά, γεμάτη αλληλεγγύη παρά τις εγγενείς δυσκολίες και τις πατροπαράδοτες θρησκευτικές και εθιμικές αγκυλώσεις. Η αφέλεια της ματιάς και η διστακτικότητα της αντιμετώπισης των Gay από τους ανθρακωρύχους της περιοχής της Ουαλίας, συμβαδίζει με την εξυπνάδα, την ανθρωπιά και τον ακτιβίστικη συμπεριφορά των Ομοφυλόφιλων και των Λεσβιών που αντιμετωπίζει ο καθένας του και η κάθε μια της τα δικά του-της προσωπικά προβλήματα συνειδητοποίησης της ερωτικής τους επιλογής και πολιτικής στάσης απέναντι στα κοινωνικά προβλήματα της χώρας τους και των άλλων μειονοτικών ομάδων. Ο σκηνοθέτης Μάθιου Γουόρτσας πλησιάζει τους χαρακτήρες του με διακριτικότητα , θερμή ματιά και απεριόριστη συμπάθεια, δεν δημιουργεί χαρακτήρες εκ του μηδενός, αλλά δανείζεται κοινωνικές, πολιτικές και ατομικές συμπεριφορές των συμπατριωτών του εξατομικεύοντας τον κάθε χαραχτήρα ξεχωριστά και όλους μαζί σε μια  εικονογραφία της εποχής και των προσώπων της. Η αλληλοκατανόηση μεταξύ των μελών της Ομοφυλόφιλης και Λεσβιακής Ομάδας και μεταξύ των κατοίκων του μικρού χωριού της Ουαλίας, είναι οι ράγες που πάνω τους κυλά η πολιτική αυτή κωμωδία, το χιουμοριστικό δράμα όλων των εμπλεκομένων μερών, και αυτών που επιθυμούν να βοηθήσουν και να συμπαρασταθούν στους διωκόμενους πολιτικά συμπατριώτες τους αλλά και των επαρχιωτών και «άβγαλτων ερωτικά» συμπατριωτών τους που με διστακτικότητα στην αρχή, αλλά με κέφι, ζωντάνια, ανθρωπιά και κατανόηση αργά και σταθερά δέχτηκαν την βοήθεια από την παράξενη αυτή ομάδα των νέων ανθρώπων. Η συνειδητοποίηση έρχεται σιγά-σιγά καθώς τα προβλήματα και οι δυσκολίες αναφύονται και ζητούν λύσεις. Οι Ομοφυλόφιλοι και Ομοφυλόφιλες ακτιβιστές και ακτιβίστριες αντιμετωπίζουν τα ίδια προσωπικά αδιέξοδα στην συνειδητοποίηση και εμπέδωση της ερωτικής τους ταυτότητας όπως και της αποδοχής τους από το άμεσο οικογενειακό τους περιβάλλον. Οι μικρή κλειστή ορεσίβια κοινωνία της Ουαλίας, έχει και αυτή τα δικά της αδιέξοδα. Περιτειχισμένη από τις μακραίωνες οικογενειακές και εθιμικές της παραδόσεις ζει απομονωμένη από τα κοινωνικά τεκταινόμενα των μεγάλων πόλεων, η συνειδητοποίηση θα έρθει όταν από μια μικρή παρανόηση θα δεχτούν την ομάδα των νέων ακτιβιστών και ακτιβιστριών στον χώρο τους και θα τους προσφέρουν οικονομική βοήθεια για τις οικογένειές τους. Το σενάριο της ταινίας είναι σφιχτό και κατανοητό, τα πλάνα υπέροχα, οι συγκρούσεις μεταξύ των ανθρώπων δημιουργούν τις απαραίτητες δομές αποδοχής εκατέρωθεν των μελών και κατανόησής τους, Η επίδραση του άγνωστου και του διαφορετικού θα φέρει αναστάτωση όχι μόνο στην κοινότητα των Ουαλών, αλλά και στις μεταξύ τους σχέσεις, μυστικά που ήσαν κρυμμένα θα αποκαλυφτούν χωρίς τυμπανοκρουσίες, εσωτερικές προσωπικές ενοχές θα φέρουν αρνητικές αντιδράσεις, λησμονημένα όνειρα θα αναδυθούν στην επιφάνεια και θα ζητήσουν εκπλήρωση, ξεχασμένες επιθυμίες προσωπικής αυτοδιάθεσης θα ενεργοποιηθούν και θα ζητήσουν την εκπλήρωσή τους όχι μόνο μέσω της αποδοχής του διαφορετικού-άλλου που εισβάλει ξαφνικά στην μικρή τους κοινότητα, αλλά θα ζητήσουν δρόμους χειραφέτησης οικογενειακής και προσωπικής. Τα τραγούδια είναι υπέροχα, οι άνθρωποι ξανά μαθαίνουν να τραγουδούν και να χορεύουν βρίσκοντας ξανά την χαμένης τους ανθρωπιά και αλληλεγγύη. Τίποτα το προπαγανδιστικό, τίποτα το δημαγωγικό, τίποτα το αντικοινωνικό, ούτε από την από εδώ πλευρά ούτε από την άλλη, όλα δεμένα στα δικά τους σαρκαστικά και τραγικά αδιέξοδα που η μοίρα της ζωής τα έδεσε, μέχρι την ώρα που η ακτιβιστική συμπεριφορά ανθρώπων με κοινωνική ευαισθησία και πολιτική δράση, η ενεργητική στάση απέναντι σε καθαρά πρακτικές απαιτήσεις της ζωής, η ριζοσπαστική συμπεριφορά μειονοτήτων με ερωτικό διαφορετικό προσανατολισμό θα φέρει την λύση, ή μάλλον θα προτείνει νέες μορφές αγώνα και πάλης, συμπόρευσης όλων με όλους.
Φρέσκα πρόσωπα, γεμάτα νιάτα και αισιοδοξία, κέφι και βουβό λυγμό, σαρκασμό και απεριόριστο χιούμορ, σοβαρότητα και επικίνδυνη διάθεση,  κοινωνικό ριζοσπαστισμό και αφέλεια, ανθρώπινες άστοχες αντιδράσεις και κοινωνική ελαφρότητα, συλλογική ευθύνη και ατομική πρωτοβουλία, χωρίς διδακτισμούς, χωρίς προκαταλήψεις, χωρίς στείρες επαναστατικές ιαχές εντεύθεν κακείθεν, η ταινία “Pride” του Άγγλου σκηνοθέτη Matthew Warchus είναι μια μικρή όαση ευαισθησίας και κοινωνικής αλληλεγγύης σε μια εποχή, που τα πάντα ή σχεδόν τα πάντα έχουν ψευτίσει, έχουν γίνει ένα ακόμα φτηνό ιλουστρασιόν προϊόν στα ράφια και τις αποθήκες της νεκρωμένης μας συνείδησης.
    Η αληθινή, ουσιαστική και ιστορικά έντονα πολιτικά προσδιορισμένη των αρνητικών πλευρών της Αγγλικής κοινωνίας, την Θατσερική περίοδο, και η ποιητική διάθεση των χαρακτήρων των ηρώων και ηρωίδων όχι μόνο του έργου αλλά και της ίδιας της ζωής, είναι η πραγματική αξία της ταινίας που δημιούργησε ο σκηνοθέτης.
Και καθώς έπεφταν οι τίτλοι του τέλους, στην οθόνη παρουσιάζονταν οι κατοπινές πραγματικές της ζωής εξελίξεις των αληθινών ηρώων, είτε αυτών που ανήκαν στην κοινότητα των Lesbians and Gays, είτε αυτών που ανήκαν στην κοινότητα των Miners.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη γραφή σήμερα, Δευτέρα, 27 Ιουλίου 2015
Πειραιάς, 27/7/2015                                       

                            

Σάββατο 25 Ιουλίου 2015

ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ

ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ
Ερμούπολη Σύρου 25/1/1940-Αθήνα 23(;)/5/2015

    Εντελώς τυχαία, στο Internet, έμαθα ότι απεβίωσαν δύο σημαντικοί άνθρωποι των γραμμάτων, ο πεζογράφος και εικαστικός Νίκος Χουλιάρας και η ηθοποιός και ποιήτρια Αγγελική Ελευθερίου. Τον Νίκο Χουλιάρα, τον θυμάμαι προς τα τέλη της δεκαετίας του 1980, σε γνωστό τυπογραφείο της Αθήνας, να «διορθώνει» τα τυπογραφικά δεκαεξασέλιδα βιβλίου του, τον αναγνώρισα αμέσως, από το ωραίο και κάπως σεβάσμιο παρουσιαστικό του. Μου πρόσφερε το βιβλίο του (Μια ιστορία του μακρύ χειμώνα)-με αφιέρωση, μιλήσαμε για λίγο για το έργο του και τον ξαναθυμήθηκα στην γνωστή ωραία εκπομπή «σαν παραμύθι», αν θυμάμαι σωστά, που στην αρχή της έδειχνε το χαμογελαστό πρόσωπό του. Το μυθιστόρημά του «Ο Λούσιας», στην εποχή του, έκανε μεγάλη εντύπωση και συζητήθηκε ευρέως. Στο διάβα των αναγνωστικών μου ενδιαφερόντων, κάποτε, διάβασα τα εξής βιβλία του:
«Ζωγραφικά Κείμενα» Κέδρος 1978, «Ο Λούσιας» Κέδρος 1980, «Το μπακακόκ» Κέδρος 1982, «Ζωή την άλλη φορά» Νεφέλη 1985, «Το άλλο μισό» Νεφέλη 1987, και το «Μια Ιστορία του μακρύ χειμώνα» Νεφέλη 1990.
    Ήταν 16 Μαΐου του 1987, όταν μια μικρή και ζεστή παρέα θεατρόφιλων, που αποτελούνταν από την Γιάννα, την Μαίρη, τον Κώστα, τον Φώτη και εμένα, παρακολουθήσαμε για πρώτη φορά την θρυλική παράσταση «Ο Ήχος του Όπλου» της Λούλας Αναγνωστάκη στο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν. Η σκηνοθεσία ήταν του Κάρολου Κουν, βοηθός σκηνοθέτης ο Μίμης Κουγιουμτζής, η μουσική επιμέλεια  ήταν της Ρηνιώς Παπανικόλα και τα σκηνικά-κουστούμια του Γιώργου Πάτσα .Τον Γιαννούκο τον ερμήνευε ο Χρήστος Τσιρτσής, τον Μιχάλη τον υποδύονταν ο Στράτος Τζώρτζογλου, την Φανή η Λίλιαν Δημητρακοπούλου, την Κάτια η Ρένα Πιττακή, την Μαρίκα η Αγγελική Ελευθερίου, και τον Ηλία ο Μίμης Κουγιουμτζής. Γιατί αναφέρομαι σ’ αυτήν την σημαντική και αξέχαστη θεατρική παράσταση του Θεάτρου Τέχνης, γιατί εκεί για πρώτη φορά, παρακολούθησα το υποκριτικό ταλέντο της ηθοποιού και ποιήτριας Αγγελικής Ελευθερίου. Μια δυναμική παράσταση(σταθμός)-που παρακολούθησα δύο φορές-και που όλοι οι ηθοποιοί ήσαν τέλειοι, άντρες και γυναίκες.
    Αρκετά χρόνια αργότερα, συγκεντρώνοντας στοιχεία για την γυναικεία ποιητική περιπέτεια στην Ελλάδα, τηλεφωνήθηκα μερικές φορές, με την ποιήτρια Αγγελική Ελευθερίου. Εντύπωση μου έκανε ο οικείος τόνος της, η ζεστασιά της φωνής της, το πρόσχαρο ύφος της και γενικά, το ευγενικό ηχόχρωμα της φωνής της, μου άφησε την εικόνα ενός ατόμου βαθιά ευαίσθητου και ρομαντικού. Όταν της ανέφερα ότι την γνώριζα και ως ηθοποιό, συγκινήθηκε και με ευχαρίστησε θερμά.. Της είπα, ότι μου ήταν γνωστή και η ποιητική της παρουσία, και στο εμπόριο, είχα βρει και αγοράσει τις συλλογές της.
Με ευχαρίστησε, και ζητώντας μου την διεύθυνση, μου ταχυδρόμησε σε σύντομο χρονικό διάστημα, μια μικρή θερμή επιστολή και ορισμένες φωτοτυπίες από κριτικές για το έργο της. Στην μνήμη της ευαίσθητης, σεμνής και διακριτικής αυτής γυναικείας ηθοποιού και ποιήτριας, αντιγράφω εδώ την επιστολή της, τα βιβλία της που γνωρίζω και κατέχω, και ελάχιστες κριτικές που κατόρθωσα να συγκεντρώσω για το έργο της, και μερικές σκέψεις για το έργο της καθώς το ξαναδιαβάζω.
Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ
                                                             Αθήνα 25 Ιανουαρίου 2001
    Αγαπητέ μου κύριε Μπαλούρδο.
Σας ευχαριστώ που είχατε την καλοσύνη να συμπεριλάβετε και δικά μου γραπτά στην επίπονη εργασία σας-και συγνώμη για την καθυστέρηση, κριτικών κειμένων κλπ., που σας έλειπαν.
Είναι κι άλλα που δεν βρίσκω λόγω μετακόμισης και βαρύτατου πένθους.
Από ότι θυμάμαι μια κριτική στο «πλανόδιο» του Νίκου Λάζαρη για το «Αργά τ’ απόγευμα»’96-97(;) και του Γιώργου Βέη στο περιοδικό «Διαβάζω», για το ίδιο βιβλίο τον ίδιο καιρό. (Μπορεί και να τα έχετε;)
Σας ευχαριστώ και πάλι.
Συγχωρήστε μου την αμέλεια μου
Με ευχές για σας και τα βιβλία σας
                                                    Με την αγάπη μου
                                                    Αγγελική Ελευθερίου
                                                   Μεσσηνίας … Αθήνα-Αμπελόκηποι

ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ
-Μια γυναίκα, Κέδρος 1978
-Ωδίνες, Κέδρος 1982
-Αργά τ’ απόγευμα, Καστανιώτης 1990
-Από τότε, πλανόδιο 1996
-Θα καπνίζω, Γαβριηλίδης 2004
-Μια άδεια θέση, Γαβριηλίδης 2011
-Όταν μιλώ με τα παιχνίδια μου, Γνώση 1983 (παιδικό βιβλίο)
ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΣΕ ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ
- «Ωδίνες», περιοδικό η λέξη τχ. 12/2,1982
- «Αυτός που ζωές του αφιερώθηκαν», περιοδικό η λέξη τχ.62/2,3,1987
- «Θριαμβικοί και λυπημένοι/ περνάμε μες στον κόσμο….,
  περιοδικό πλανόδιον τχ.10/7,1989
- Μνήμη Νίκου Σκυλοδήμου/Αυτή η γυναίκα/ Πίσω από μιαν αυλαία/ Δε θα ‘χει μείνει τίποτα/Τα σώματά σου, περιοδικό πλανόδιον τχ.2/Άνοιξη 1987
-Ένα σπίτι(Μια μέρα ξαφνικά της είπα να φύγει. Ήταν απόγευμα φθινόπωρο με την ψιλή βροχή. Δύο γυναίκες στο πεζοδρόμιο μπροστά στο σπίτι….), 
περιοδικό πλανόδιο τχ. 6/Άνοιξη 1988   
ΚΡΙΤΙΚΕΣ
Τάσος Λειβαδίτης, «Μια γυναίκα», εφημερίδα Η Αυγή 22/4/1979. Τώρα και στο βιβλίο του «Έλληνες ποιητές», εκδόσεις Καστανιώτης 2005, σ.80-82
   Αρχίζω από κει που θα τελείωνε κανείς το μικρό του κριτικό σημείωμα, απ’ το συμπέρασμα. Ναι, είναι θαυμάσια ποιήματα. Κείμενα χωρίς τίποτα το ξεχωριστό, το εξωραϊστικό, το μεγαλόσχημο. Αλλά με πόσο αυθορμητισμό, με πόση αλήθεια και πόση απόγνωση. Όλο το βιβλίο, οι εντυπώσεις, τα βιώματα, τα αισθήματα μιας γυναίκας απ’ τη μίζερη καθημερινή της ζωή-που παίρνουν όμως διαστάσεις τραγωδίας. Της σύγχρονης τραγωδίας της βουβής, χωρίς ολολυγμούς, αλλά με ήρεμα αναστενάγματα που σκοτώνουν. Τα πράγματα δοσμένα όπως είναι, μισερά ή ασήμαντα, αλλά τόσο αποκαλυπτικά στη καταγραφή της μονοτονίας τους…….
Δεν συναντά κανείς συχνά ποιήματα τόσο απογυμνωμένα από «ποίηση» αλλά με τόση ποίηση…..
Δήμητρα Παυλάκου, «Αργά τ’ απόγευμα», εφημερίδα Η Αυγή 16/12/1990
  Έργα και ημέρες
  «Γιατί μου παρασταίνετε τον ήλιο,
  ποιόν ήλιο παρασταίνετε
  σ’αυτήν εδώ την πίσσα;»
                    Τάκης Σινόπουλος: Ο Χάρτης
    Το βιβλίο της, έγραφε: Αγγελική Ελευθερίου: «Αργά τ’ απόγευμα» και με παγίδεψε στη σαγήνη της ανάγνωσης, μιας ζώσης ποιήτριας. Είχε καιρό να μου τύχει. Τα ΚΤΕΛ του νομού Αττικής πρέπει να μου έχουν υποχρέωση. Πηγαινοέρχομαι ξεροσταλιάζοντας στις προθήκες μέχρι λιποθυμίας. Συνέζευξα λοιπόν τους απόηχους της ποίησης του Τάκη Σινόπουλου με τον ζωντανό ψίθυρο της Ελευθερίου και βρήκα την αρμονία αμέσως. Άρχισε να επενεργεί πάνω μου, ξεθάβοντας «με τα νύχια της πρόσωπα αγαπημένα» όπως η γυναίκα της σελίδας εννιά. Ποίηση σωματογενής, αισθητικών αντανακλάσεων, εσώτερων διεργασιών, μονήρης, μ’ ένα εφιαλτικό εγερτήριο χρονικής διαστολής, που ξαφνιάζει.
   Δεν ξέρω, μου θύμισε το μύθο του Νάρκισσου και της Ηχούς. Εκείνος πεθαίνει, όμως τα γράμματα παραταγμένα σε λέξεις θνησιγενείς και η Ηχώ απαντά πάντοτε με τη φωνή της.
    Ποια είναι η ποιήτρια δεν ξέρω, για κανέναν απ’ όσους τόσα χρόνια λαμβάνω σήματα και σημαίνοντα δεν ξέρω το παραμικρό……  
Δήμητρα Παυλάκου, «Από τότε», εφημερίδα Η Αυγή 20/4/1997
  Η προσευχή της σκιάς
«Ουκ έστι χρεία βαττολογειν, αλλ’ εκτείνειν τας χείρας»
                                                        Άγιος Μακάριος
Τα σπίτια συνήθως σωπαίνουν. Τα κλειδαμπαρώνεις και φεύγεις γι’ αλλού. Όταν επιστρέφεις περιμένουν ανυπόμονα τους ήχους σου. Σκοτεινιά υγρασία, σκόνη, εγκατάλειψη είναι τα μέσα τους, για να σου πουν πόσο τους έλειψες. Έτσι είναι τα σπίτια. Οι ποιητές τ’ ακούνε. Ξέρουν τι σημαίνει η επίμονη σταγόνα της βρύσης που στάζει, το κρύο σώμα των τοίχων, τα σκεπασμένα σαν νεκροί έπιπλα. …..
    Η ερημιά είναι ένας από τους τόπους της Αγγελικής Ελευθερίου. Οι τόποι της είναι πολλοί. Άνθρωποι που λοξοδρόμησαν, ατέλειωτη σιγή, πλάνες που αφήνουν τη φράση τους στη μέση, κρύο, νηστεία, προσευχή. Η ψυχή της ποίησής της φθέγγεται με τρόπο υπόκωφο και υπομειδιώντα. Έτσι η η ερμηνεία δεν χαρίζεται στον αναγνώστη, πρέπει να την ξεκλειδώσεις με προσοχή μη σπάσει το κλειδί, πρέπει να διέλθεις εκ συγγενικού βιώματος, μιας ζωής που η γλώσσα να διαχειρίζεται με τρόπο αψευδή. Τα ποιήματά της αναμοχλεύουν τα αναληθή. Κι όπως λέει κάπου ο Levy, η ερμηνεία του γεγονότος δεν αποτελεί κατ’ ανάγκην και αναζήτηση του πραγματικού του νοήματος. Η αλήθεια της συλλογής αυτής στρατοπεδεύει σ’ αυτό που αισθάνεται η δημιουργός.
    Η ζωή της δεν είναι κάτι το παρατηρήσιμο, το αντικειμενικό. Είναι ένα είδος ενδιαιτήματος. Κάποια πράγματα γλίστρησαν από το καλώς έχειν της ζωής και η προσωπική ιστορία της ποιήτριας μπαίνει τελικώς σε λέξεις…..  
Ρεγγίνα Παγουλάτου, «Μια γυναίκα», εφημερίδα Η Πρωινή 17/8/1979, μαζί με το βιβλίο του αδελφού της ποιητή και στιχουργού Μάνου Ελευθερίου «Τα όρια του Μύθου»
  Μόλις που κάνω γνωριμία με τη γραφή των αδερφών ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ, χάρη στο φίλο μου Ρήγα που μου τη δάνεισε. Ας τους πάρουμε με τη σειρά:
  Αισθάνεσαι να σε περιζώνει η γοητεία του απλού λόγου της Αγγελική Ελευθερίου. Τίποτα βροντερό και ψεύτικο. Καμιά έξαρση με σχήματα φανταχτερά και τυμπανοκρουσίες παρομοιώσεων. Όλα απλά σαν την καθημερινότητα και αβίαστα, φυσιολογικά, σαν το τρεχούμενο νερό….  
Νίκος Λάζαρης, «Αργά τ’ απόγευμα», περιοδικό πλανόδιο τχ. 14/6,1991,σ.109-112
  Καμιά φορά ένα ποιητικό βιβλίο μας θέτει-ξανά-μπροστά στο ερώτημα, με πόσες λέξεις γράφονται τα ποιήματα……
Οι σκέψεις αυτές είχαν ως ερέθισμα το βιβλίο της Αγγελική Ελευθερίου Αργά τ’ απόγευμα. Το βιβλίο αυτό σε μια πρώτη ανάγνωση μας δημιουργεί μια πλαστή εντύπωση. Οι λέξεις είναι λίγες, οι εικόνες και οι μεταφορές μετρημένες δεν υπάρχουν εδώ τα εντυπωσιακά λεκτικά ευρήματα ή εκείνο το ποσοστό της-τεχνητής- εξυπνάδας που συναντάμε όλο και πιο συχνά σε αρκετές ποιητικές συλλογές του καιρού μας. Όταν, όμως, κλείσουμε το βιβλίο κι επανέλθουμε  αργότερα σ’ αυτό (κι έχουμε λόγους να το κάνουμε, αφού ορισμένοι στίχοι ως δια μαγείας μας εντυπώνονται στο μυαλό), βλέπουμε ότι υπάρχουν ποιήματα, ικανά να μας χαρίσουν εκείνο το είδος της ξεχωριστής ευχαρίστησης, που μόνο τα κείμενα που δημιουργούνται από μιάν αδήριτη ανάγκη, μπορούν να μας προσφέρουν.
Ανωνύμως, «Ωδίνες μιας γυναίκας», εφημερίδα Το Βήμα 5/6/1983
  Πολλές αφορμές υπάρχουν για ν’ ασχοληθεί κανείς με την Αγγελική Ελευθερίου, μόνο που η ίδια αποφεύγει τη δημοσιότητα και τις δηλώσεις. Κι όχι από μετριοφροσύνη ή από σεμνότητα, αλλά γιατί την ενδιαφέρει η ουσία αυτού που κάνει
Ήσυχη κι αθόρυβη μα ιδιαίτερα δημιουργική, η Αγγελική Ελευθερίου γεννήθηκε στη Σύρα και τα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια ήρθε στην Αθήνα. Γράφτηκε στην Σχολή του Καρόλου Κουν και τέλειωσε έχοντας δώσει σε όλους την εικόνα μιας λαμπρής ηθοποιού, μόνο που για λόγους οικογενειακούς, δεν έπαιξε πέρσι στο θέατρο. Παντρεμένη με το Γιώργο Σκούρτη έζησε μαζί του στη Γαλλία ως πριν μερικά χρόνια….
Ωτοβλεψίες, «Μια γυναίκα που ενθουσιάζει», εφημερίδα Τα Νέα ;
  ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΕΝΘΟΥΣΙΑΖΕΙ, Είναι η Αγγελική Ελευθερίου, που το πρώτο της βιβλίο με τίτλο «Μια γυναίκα-σε έκδοση του Κέδρου-ενθουσιάζει πραγματικό όσους το διαβάζουν Μικρά κομμάτια απ’ τη ζωή μιας γυναίκας με απλότητα, ποίηση καθημερινής ζωής….
Στάθης Ιω. Δρομάζος, «Λόρκα: Ματωμένος γάμος» στο θέατρο Ρεματιάς Χαλανδρίου, μετάφραση Νίκος Γκάτσος, σκηνοθεσία Σπύρος Βραχωρίτης,
θεατρική κριτική, εφημερίδα  Η Καθημερινή 30/8/1982, σ. 13
 «….Στην παράσταση δέσποσε η Αγγελική Ελευθερίου στο ρόλο της Μάνας. Χρόνια μακριά από το θέατρο μπήκε στο στίβο με καταπλήσσουσα ορμή, ευαισθησία και πλαστική δύναμη. Είναι μεγάλος ο «όγκος» των τριών νεκρών και είναι πολλή η δίψα για αίμα στην ισπανική ψυχή. Ο έρωτας της ζωής είναι τόσο μεγάλος όσο ο έρωτας του θανάτου. Αυτή τη «μοίρα» την έδωσε η Αγγελική Ελευθερίου με το πένθος των ξεριζωμένων, με το πείσμα της υποβόσκουσας φοβίας και εκδίκησης. Με άλγος και πάθος ζωής. Ήταν μια «μαινάδα» πένθιμης μνήμης και υλοζωικής φιλαρέσκιας….»
Μιχάλης Γ. Μερακλής, «Σύγχρονη Ελληνική Λογοτεχνία»(1945-1980), μέρος πρώτο-ποίηση, εκδόσεις Πατάκη 1987, σ. 306
Αλέξης Ζήρας-Θεοδόσης Κοντάκης, λήμμα, «Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνία», εκδόσεις Πατάκη 2007, σ.612
«Από τις ελεγειακές φωνές της νεότερης ποίησής μας, εμφανίστηκε όψιμα, αλλά με ποιήματα που εντυπωσίασαν αμέσως για την ικανότητά της να βγάζει προς τα έξω την ψυχική ατμόσφαιρα της καθημερινότητας, έτσι ώστε από τις μικρολεπτομέρειες και τις ασημαντότητες να σχηματίζεται η τραγική αίσθηση της ζωής. Ποιητικές αφηγήσεις οι πρώτες συλλογές της Ελευθερίου, χωρίς όμως η λιτή και απλή έκφρασή της υπαρξιακής οδύνης να ηχεί μελοδραματικά. Ακόμα, κυρίαρχος είναι ο ρόλος της μνήμης, ως προθάλαμος προς την αυτογνωσία. Εντοπισμός της φθοράς σε έναν κόσμο που περιγράφεται με δωρική λιτότητα, αν και η φαντασίωση και το όνειρο, που έρχονται και επανέρχονται στην ποίησή της, συνήθως αποτελούν σκηνογραφίες του ενός και μόνου εσωτερικού δράματος».
Γιώργος Βέης, περιοδικό Διαβάζω τχ. 261/17-4-1991, σ.65-67
  Για το «Αργά τ’ απόγευμα» μαζί με την ποιητική συλλογή
  της Ρούλας Θεολόγου «Φρυκτωρίες»
  Ο τρόμος της κάθε μέρας
  Μετά τις δύο πρώτες ποιητικές συλλογές της Αγγελικής Ελευθερίου, που συνοψίστηκαν στα βιβλία «Μια γυναίκα» και «Ωδίνες», κυκλοφόρησε πέρσι η Τρίτη της ποιητική συλλογή….
Η συσταλτική, ευκρινής γραφή των τριάντα δύο άτιτλων σύντομων, κατά κανόνα, και αμιγώς εγωκεντρικών ποιημάτων, που απαρτίζουν το έργο αυτό, παρέχει την δυνατότητα στην Αγγελική Ελευθερίου να ανταποκριθεί ικανοποιητικά στις απώτερες επιδιώξεις της. Οι στίχοι κεκαθαρμένοι από περιττά συγκινησιακά βάρη, διατηρούν ακέραιη την αμεσότητα των πολλαπλών κλιμακώσεων, που παρουσιάζουν σε όλη την έκταση της ποιητικής συλλογής, οι βιωματικές ενίοτε, αδιέξοδες καταστάσεις…..

* Θα ‘ρθεις μια μέρα που δε θα σε περιμένω
   η καρδιά μου θα χτυπάει κανονικά
   και το κρεβάτι θα ‘ναι άστρωτο
   η φούστα μου και τα μαλλιά μου
   θα ‘ναι βρεμένα απ’ τα νερά το καλοκαίρι
   αν πάλι είναι χειμώνας θα ‘χω ριγμένο απάνω μου
   το μαύρο σάλι της γιαγιάς μου
   ακούω μια πόρτα
   δεν ξέρω αν κλείνει ή αν ανοίγει
   στο σάλι μπορεί να ‘χουνε μπλεχτεί και λίγες άσπρες τρίχες
   εχτός και καμιά μέρα
   χωρίς καθόλου ήλιο κάτσω και τα βάψω
   δε θέλω αλλά μπορεί
   μια άλλη τέτοια μέρα σου λέω παρά λίγο
   ύστερα έκλαψα καμπόσο άργησα κι από τη δουλειά
   τη μέρα εκείνη καθάρισα την τσάντα μου
   από παλιά χαρτιά κι ονόματα
   λούστηκα και πήγα μόνη στο σινεμά
   ήτανε πρώτη φορά και το σημείωσα
   θα ‘ρθεις το ξέρω μόλις βγεις
   ένα πρωί
   και θα ‘ναι μάλλον Κυριακή δέκα περίπου η ώρα
   θα πιούμε ήσυχα καφέ δίχως πολύ να συζητάμε
   ύστερα θα πας να φας στη  μητέρα σου
   μια άλλη μέρα
   ήσυχα πάλι
   θα μου μαθαίνεις των δαχτύλων τη σιγουριά
   και μην ξεχνάς το στόχο θα μου λες
   κάτσε ας είναι οι πόρτες ανοιχτές
   όταν θα ‘ρθεις.
                             Από τη συλλογή «Μια Γυναίκα»

* Όλη τη νύχτα
   Χτυπούσε το παράθυρο
   Μαύρες φτερούγες
   Χτυπάει ακόμα.
* Νύχτα εκκλησιών απόψε
   Άφωνη νύχτα
   Φωλιά Ψυχών.
   Ξαφνικά ένας θόρυβος
   Σα να τσαπίζουν κήπο
   ΄Η να ανοίγουν τάφο
* Σβήνω το φως
   Κάθε βράδυ
   Και καπνίζω.
   Περιμένω
   Από παράθυρο σε πόρτα.
   Περπατώ
   Μεγάλες αποστάσεις.
   Αλλάζω συνοδοιπόρους
   Από σκέψη σε σκέψη.
   Συνομιλώ με όνειρα
   Και με χτυπήματα φλεβών.
   Με την ανάμνηση του έρωτα.
   Και ξενυχτώ
   Τον διακεκομμένο ύπνο
   Των φιλενάδων μου.
   Σβήνω το φως
   Και καπνίζω
                          Από τη συλλογή «Αργά τ’ απόγευμα»

* Με τη σπατάλη επέζησε
                  ----
 * Τέτοιες στιγμές
    θυμάμαι τη φίλη μου
    Ενταφίαζε την κάμαρά της
    Και κοιμόταν για μέρες
    Τέτοιες στιγμές ήθελα να ‘μαι εκείνη
    Εγώ
* ΤΗΝ ΩΡΑ που τυχαία κοίταξα
   το ρολόι, θα ‘φευγες
   Η ώρα είναι του κόσμου
   εδώ είναι ερημιά
   και η ψυχή μου.
* ΠΕΡΙΜΕΝΑ
   Όταν δεν είχα
   τίποτα να περιμένω
   το πρόσωπο γυρνώντας
   κι απ’ την άλλη.
                            Από τη συλλογή «Από τότε»

* ΣΕ σκέφτομαι πάντα
   Στην κορυφή μιας σκάλας
   Όπως εσύ τον πατέρα σου
* ΚΑΙ να ξανάβρισκες
   Όπως τους τόπους
   Τους ανθρώπους
* ΚΟΙΤΑΖΑ τη θάλασσα
   Και με ηρεμούσαν
   Τα βουνά
* ΔΕΝ έσβησα το φως
   Μήπως και δε χτυπήσει
   το τηλέφωνο
* ΟΤΑΝ η ηθοποιός
   Θα  έπαιζε
   Ένα μεγάλο ρόλο
   Εμένα έκλεισε η φωνή μου
   Μπροστά σ’ ένα αόρατο κοινό
   ………………………………….
   Κι εκείνο το όνειρο
   Ότι ξεχνάει τα λόγια της
* ΑΠΟ την εγκατάλειψη
   Αρρωσταίνει η καρδιά
* ΤΟΣΟΣ αέρας
   Κι εσύ
   Χωρίς ανάσα
* ΦΟΒΑΜΑΙ
   Μη με χτυπήσει
   Κάποια απ’ τις λέξεις
   Που θα πεις
                             Από τη συλλογή «Θα Καπνίζω»

     Αυτός είναι ο ποιητικός κόσμος της ηθοποιού και ποιήτριας Αγγελικής Ελευθερίου, που έφυγε πριν μερικούς μήνες από τη ζωή. Ένας ποιητικός λόγος κοφτός, αψύς, λιτός, βιωματικός, μιας τραγικής γυναικείας συνείδησης που όμως τρέφει μέσα του, κάποια έσχατη κρυφή ελπίδα, ένας λόγος που υφίσταται την υπαρξιακή καταφορά μέσα στην ερωτική και συντροφική έρημο της εποχής μας. Μια ποίηση που δεν ηθικολογεί, δεν μελοδραματοποιεί, δεν κλαψουρίζει την απουσία του Άλλου, του ερωτικού συντρόφου που πάντοτε είναι απών ενώ είναι παρών σωματικά, μια ποίηση που δεν είναι βέβαιη για τίποτε άλλο, εκτός από την άμεση εμπειρία της στιγμής της καταγραφής της. Στίχοι που παρηγορούν με τις χαρές που τους παρέχει η διαρκώς σε εγρήγορση μνήμη, που συνθέτει ποιητικά τον ερωτικό κόσμο που βρίσκεται σε διάλυση, σε κρίση, σε οργανωμένη συντροφική ορφάνια, σε πένθιμη κατάσταση, ένας ερωτικός αισθησιασμός που αποκτά την πλήρωση με το μόνο πράγμα που ίσως να είμαστε σίγουροι, τη ζωή του αισθήματος. Τα ποιητικά νοήματα στέκονται σαν μικρές άνυδρες αλλά ευαίσθητες νησίδες στον ωκεανό της πλησμονής, του πένθους. Εικόνες εγκατάλειψης που οδηγούν όμως σε μικρή ποιητική μέθεξη, σε έναν απροσποίητο γυναικείο ερωτισμό που θέλγει καθώς θυμάται και θυμίζει και σε εμάς, τα  παρελθόντα δρώμενα μιας γυναίκας που πάσχει αλλιώς, που διατηρεί ακόμα και μέσα στους διαδρόμους της μεταγενέστερης αφήγησης της μνήμης την ζωτικότητά της, την φρεσκάδα της, τον μαγευτικό γυναικείο λυρισμό της. Μια προσωπική ποίηση που αγγίζει τις παρυφές της τραγωδίας καθώς κυνηγά την χίμαιρα του έρωτα μέσα από τις απλές καθημερινές πράξεις, μέσα σε απλά καθημερινά γεγονότα, σε κινήσεις ερωτικής προσέγγισης ατελέσφορες.
     Ο ποιητικός λόγος της Αγγελικής Ελευθερίου, με βουβό σπαραγμό θρηνεί τον χαμό των οικείων της προσώπων που δεν πεθαίνουν, των καθημερινών στιγμών της που συνεχίζονται μέσα στις σελίδες των ποιητικών της συλλογών, του χώρου, που με βλέμμα στοργικό περιγράφει και τειχίζει τα πρόσωπα με συμπάθεια και ευαισθησία. Και είναι, σαν ένα ανοιχτό μαυσωλείο ζωντανών μνημών πολυκατοικημένο, που η αντρική παρουσία είναι διαρκώς παρούσα σαν ένα ερωτικό φάντασμα που γυρνά να διεκδικήσει τα δικαιώματά της, ένας κόσμος αφηγηματικού-ορισμένες φορές- παραληρήματος, μιας γυναικείας ανάσας που μελαγχολεί και συντηρεί τα αποκαΐδια του έρωτά της. Ο άτιτλος κόσμος των ποιημάτων της, ο μικρός και κοφτός, που έχει κάτι από τα χάϊ-κου, ο κόσμος του καπνού και του πένθους, ο κόσμος της λησμονιάς και της ήρεμης απόγνωσης, της ελπιδοφόρας καθημερινότητας και της τραγικής εμβίωσης, του μάταιου της ανθρώπινης ερωτικής συμβίωσης, της θλιβερής επίγνωσης του σκοτεινού στίγματος της ανθρώπινης μοίρας, μας επαναφέρει στο νου το πρωταρχικό ερώτημα σχετικά με την λειτουργία της ποίησης, είναι δηλαδή ο ποιητικός λόγος ένα προσωπικό αμάρτημα που δεν θα καθαρθεί ποτέ, ή μήπως η μνήμη του ανθρώπου είναι η καταδικαστική ύβρις της ζωής του;

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη γραφή σήμερα, Σάββατο, 25 Ιουλίου 2015
Πειραιάς, 25/7/2015
Υ. Γ. πολιτικό υστερόγραφο των καιρών μας.
Τώρα που η επανάσταση συμβιβάστηκε, η αντεπανάσταση πληρώνει το τίμημα της κατεστραμμένης ζωής όλων μας.
Για αυτούς που ψήφισαν Ναι, και δεν τους έστειλαν ακόμα εξορία στην Αίγινα. Την νήσο των πιο έξυπνων αριστερών οικονομολόγων.                
  
  
  
        



Τρίτη 21 Ιουλίου 2015

Βάρναλης Κώστας

Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΗ

     Περνώντας στο μπλοκ μου μια ενδεικτική βιβλιογραφία για τον αγωνιστή ποιητή της κομμουνιστικής αριστεράς Κώστα Βάρναλη, σκέφτηκα να περάσω μερικά κείμενα για τον Σωκράτη από διάφορους συγγραφείς, που κατά την γνώμη μου, ταιριάζουν με το έργο του Κώστα Βάρναλη. Κείμενα που καυτηριάζουν την πολιτική και την κοινωνική κατάσταση της αρχαίας Αθηναϊκής δημοκρατίας, και που ακόμα και σήμερα, είναι επίκαιρα και μπορούμε να αντλήσουμε στοιχεία για να ερμηνεύσουμε την σύγχρονη πραγματικότητα. Θεωρώ ότι ένας δημιουργός, είναι πέρα και πάνω από κόμματα και ιδεολογίες, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχει πολιτική ή ιδεολογική ταυτότητα ο ίδιος, ή δεν μπορεί να αλλάξει στρατόπεδο, σημαίνει ότι αν αγκυλώσει το έργο του σε ένα ορισμένο ιδεολογικό πλαίσιο, δεν θα χάσει η ιδεολογία που με συνέπεια ακολουθεί, αλλά το ίδιο του το έργο. Το έργο τέχνης, δεν είναι βιταμίνες για να τις παίρνουν οι εξαθλιωμένοι και οι αδικημένοι του Κόσμου τούτου, ένα έργο Τέχνης είναι κλασικό, γιατί είναι πέρα και πάνω από την καθαυτό πολιτική που ενέχει μέσα της το στοιχείο της αναπόφευκτης φθοράς της, είναι πολιτικό με την έννοια, ότι απεικονίζει το οντολογικό πρόβλημα του ανθρώπου διαχρονικά στην προσπάθεια προσαρμογής του μέσα στο υπάρχον κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον και όχι επειδή εικονογραφεί ταξικούς αγώνες, ιδεολογικές συγκρούσεις, κομματικές δοσοληψίες, εμφύλιες συρράξεις, πολιτικούς καιροσκοπισμούς, και κάθε είδους οικονομικές εκμεταλλεύσεις. Το έργο Τέχνης-ακόμα και το πιο στενά πολιτικό-δεν μπορεί να αλλάξει συνειδήσεις, να αποτρέψει ιστορικά γεγονότα, να διαμορφώσει πολιτικές αποφάσεις, να σταματήσει πολεμικές συγκρούσεις, να επαναπροσδιορίσει τις κοινωνικές εξελίξεις, το έργο του Πάμπλο Πικάσσο «Γκουέρνικα» παραδείγματος χάρη εκ των υστέρων μας αποκαλύπτει τις φρικτές καταστροφές και τα εγκλήματα που επέφερε στην Ισπανική κοινωνία ο εμφύλιος πόλεμος, οι φαλαγγίτες, με αρχηγό τον στρατηγό Φράνκο, κυβέρνησαν την Ισπανία και μετά το πέρας του εμφύλιου σπαραγμού. Το πτώμα του Ισπανού ποιητή και θεατρικού συγγραφέα Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, δεν βρέθηκε ποτέ. Αλλά ακόμα και ο δικός μας, «Επιτάφιος» του Περικλή, γράφτηκε μετά τα εμφύλια ελληνικά καταστροφικά γεγονότα για την Αθηναϊκή Δημοκρατία, τι άλλο μας δείχνουν τα έργα των αρχαίων τραγικών, οι κωμωδίες του Αριστοφάνη, παρά την μεταγενέστερη σάτιρα, στηλίτευση και κριτική των κακώς πολιτικών κειμένων της εποχής εκείνης, και του δουλοκτητικού συστήματος της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Μας παρουσιάζουν την συνεχή διαπάλη μεταξύ των ολιγαρχικών και των λεγόμενων δημοκρατικών, την φωτογράφηση της ανθρώπινης φύσης του αρχαίου ανθρώπου, σε όλο του το θνητό μεγαλείο, αλλά και πολιτική πτώση, την προσπάθεια επικράτησης του ανθρώπινου δικαίου έναντι του θεϊκού ή το αντίθετο, με αποτέλεσμα την τελική εξουθένωση της ανθρώπινης ύπαρξης. Η ανθρώπινη όμως φύση είναι η αυτή ανά τους αιώνες.
Το ζώον-άνθρωπος,-διαχρονικά μέσα στην Ιστορία- παραμένει άπληστο, δολοφονικό, ύπουλο, κακόβουλο, επικίνδυνο, εκδικητικό, μπαμπέσικο, κυριαρχικό, δημαγωγικό, βίαιο, αστράτευτο ανθρωπιστικά, είτε έχει προλεταριακές περγαμηνές είτε κομίζει αστικές δάφνες, ένα ανερμάτιστο κοινωνικά ζώο, που προσπαθεί συνεχώς να επιβιώσει μέσα σε ένα φυσικό περιβάλλον που είτε το φοβάται είτε τον επιβουλεύεται, είτε τον καταστρέφει τελειωτικά και αμετάκλητα. Ο χρόνος παραμονής του πάνω σ’ αυτόν τον άγνωστο και εχθρικό πλανήτη, είναι τόσο μικρός, που καμία ιδεολογία όσο δίκαιη κοινωνικά και αν είναι δεν μπορεί να την αυξήσει. Η αινιγματική του παραμονή είναι πεπερασμένη. Η αρχαία ελληνική παράδοση πρόσφερε στο άτομο-πολίτη την δύναμη του Λόγου και της Δικαιοσύνης, του δίδαξε το ευ αγωνίζεστε και το ευ θνήσκειν για την κοινή του Εστία που ήταν το Κράτος. Όμως, από την άλλη, το Κράτος και η Βία βαδίζουν μαζί, γράφει στον «Προμηθέα Δεσμώτη» ο Αισχύλος, και είναι η αιτία της σταύρωσης στον Καύκασο του Προμηθέα. Ούτε οι πολεμικές συρράξεις σταμάτησαν, ούτε οι εμφύλιες εκμεταλλευτικές συγκρούσεις, η μία Πόλη πολεμούσε ενάντια στην Άλλη, χωρίς να ενδιαφέρει τους πολίτες τους, ούτε το ανθρωπιστικό μήνυμα της διδασκαλίας του Σωκράτη, ούτε τα φιλοσοφικά Πλατωνικά Ιδεώδη, ούτε ο φόβος των αρχαίων Θεών. Ο Μέγας Αλέξανδρος-μεταγενέστερα- παρά το ότι είχε δάσκαλο τον Αριστοτέλη, επεκτατικούς πολέμους διεξήγαγε για να στεριώσει την φήμη και την δυναστεία του, και η Μακεδονική πολιτικά σκεπτόμενη κοινωνία της εποχής του, ζούσε σε μια ατέλειωτη εσωτερική διαμάχη επικράτησης των διαφόρων φατριών. Ο Ομηρικός Οδυσσέας, είναι ο πιο ύπουλος δολοπλόκος της αρχαιότητας,(δεν είναι άδικη η σκιαγράφησή του από τον Ευριπίδη στο έργο του «Τρωάδες»)  παρ’ όλα αυτά, θαυμάζεται σαν παγκόσμιο σύμβολο της πάλης του ανθρώπου για περιπλάνηση.
Οι Αρχαίοι Σοφιστές,-οι πρώτοι επαγγελματίες δάσκαλοι-προσπάθησαν να επαναπροσδιορίσουν αλλιώς τα διάφορα πολιτικά προβλήματα όμως δεν τα κατάφεραν, άφησαν όμως συνεχιστές. Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία αργότερα,-που συνέχισε σε μεγάλο βαθμό την Ελληνική πολιτική παράδοση, παρά την συγκρότηση ενός οικουμενικού Δικαίου της Πολιτείας, ήταν γεμάτη φαγωμάρες, προσωπικούς αυτοκρατορικούς διαξιφισμούς, κοινωνικές έριδες,  δολοφονικούς τσακωμούς μεταξύ των αντιμαχόμενων παρατάξεων ή οικογενειών. Θαυμάζουμε σαν έργο αρχιτεκτονικού μεγαλείου το Κολοσσαίο εμείς σήμερα, αλλά πόσες χιλιάδες ανθρώπινες υπάρξεις θανατώθηκαν μέσα στην αρένα του και κατασπαράχθηκαν από άγρια θηρία, το ξεχνάμε και το παραβλέπουμε. Η Χριστιανική θρησκευτική ιδεολογία-σαν μεσσιανική πανανθρώπινη πίστη-έμπασε με τα κείμενα, τις παραβολές της και την διδασκαλία της, τον δούλο-ως πράγμα για τους αρχαίους- και τον κατατρεγμένο και πολιτικά διωκόμενο άνθρωπο μέσα στην Ιστορία σαν ισότιμο μέλος της κοινωνίας με τον ισχυρό και τον πλούσιο, και οικοδόμησε έναν παγκόσμιο Ιδεότυπο προβολής του ανθρώπινου αδιεξόδου, πόνου και αδικίας μέσα στον χρόνο, τουλάχιστον στον Δυτικό κόσμο, και πάλι όμως, ο Ιστορικός άνθρωπος, δεν έπαψε παρά το ότι θεωρητικά ήταν αδερφωμένος και ισότιμος με τον συνάνθρωπό του, στο όνομα ενός παγκόσμιου πατέρα Θεού, να τον πολεμάει μέχρις εσχάτων, να τον εκμεταλλεύεται, να τον δολοφονεί, να αναζητά τρόπους να τον εξαφανίσει από προσώπου γης. Ο Κόσμος, αρδεύει τους χυμούς της ύπαρξής του από το αίμα του Ανθρώπου διαχρονικά και σταθερά, κατακόμβες θυμάτων οικοδομούν τα μεγαλεία της Τέχνης που οι μεταγενέστεροι θαυμάζουν μέσα στην διάρκεια της ιστορίας και του πολιτισμού. Ο Μαρξισμός, γνήσιο παιδί του δυτικού διαφωτισμού, πάνω στην βία, τον πόλεμο, τις εσωτερικές έριδες, τις διώξεις, την αδικία στηρίχτηκε και απόκτησε δύναμη και ισχύ, για να οικοδομήσει το δικό του κράτος δολοφόνο της ανθρώπινης πολιτικής περιπέτειας. Αστοί μορφωμένοι και πολιτικά υποψιασμένοι διανοούμενοι είναι αυτοί, που σχημάτισαν την θολή εικόνα της Μαρξιστικής πραγματικότητας., δηλαδή της δήθεν εξάλειψης της ανθρώπινης αδικίας από τις μαρξιστικές-προλεταριακές αρχές. Κανείς δεν μίλησε από την από εδώ πλευρά, ότι οι μαρξιστικές αρχές στάζουν αίμα και βία. Διαβάστε την ιστορία της Ρωσικής επανάστασης και των αγώνων επικράτησής της και θα φρίξετε από τα εγκλήματα των κόκκινων επαναστατών. Η προλεταριακή τάξη δεν είναι άμοιρη κοινωνικών εγκληματικών ευθυνών, ούτε στάθηκε λιγότερο δολοφονική έναντι των αντιπάλων της, απλά, η αστική τάξη διαμορφώθηκε από τα καλλιτεχνικά της επιτεύγματα στο βαθμό που αυτά δεν αμφισβητούσαν την δική της κυριαρχία. και κάλυπταν διαχρονικά τις πολιτικές και κοινωνικές της ανομίες. Η διαφορά ενός πολιτισμένου από έναν απολίτιστο είναι, ότι, όταν δύο απολίτιστοι έχουν αγεφύρωτες διαφορές βγάζουν τα όπλα τους και αλληλοσκοτώνονται, ενώ όταν δύο πολιτισμένοι έχουν διαφορές, σπαταλούν χρόνο σε ατέλειωτες συζητήσεις και αφού κουραστούν να συζητούν, βγάζουν και εκείνοι τα όπλα και αλληλοσκοτώνονται επίσης.
Η ανθρώπινη φύση είναι η αυτή και στον καπιταλισμό και στον μαρξισμό, το ατομικό συμφέρον είναι το ίδιο και στον αστό και στο προλετάριο. Ο πεζογράφος Ονόρε ντε Μπαλζάκ, ο Βίκτωρ Ουγκώ και άλλοι συγγραφείς,  με το έργο τους μας έδειξαν την ταξική αδικία, πριν οι κομμουνιστές συγγραφείς και θεωρητικοί μας μιλήσουν για αυτήν. Τα έργα Τέχνης για να επανέλθω, επαναλαμβάνουν και φωτογραφίζουν κάτι το οποίο δεν εξαλείφθηκε ποτέ, γιατί όταν εξαλειφθεί η ανθρώπινη εκμετάλλευση και η αδικία του ανθρώπου από τον συνάνθρωπό του, τότε τα δημιουργήματα της Τέχνης θα πάψουν να μας είναι χρήσιμα, ή θα αποφλοιωθούν από το ιδεαλιστικό ή θρησκευτικό μεγαλείο με τα οποία τα έχουμε επενδύσει.  
    Μέσα σε αυτό το πλαίσιο μιας υποτυπώδους κοινωνικής ερμηνείας, θεωρώ ότι το έργο του Κώστα Βάρναλη είναι πιο στενά πολιτικό από εκείνο του άλλου αγωνιστή ποιητή και ιδεολογικού του συντρόφου του Γιάννη Ρίτσου. Η σατιρική φλέβα που διατρέχει όλο του το έργο, το καθιστά διαχρονικό και όχι η μαρξιστική του ματιά, ή η προλεταριακή του προπαγάνδα, που ούτως ή άλλως είναι ξεπερασμένη από τα ιστορικά μεταγενέστερα γεγονότα. Ο Βάρναλης, όταν καταπιάνεται με την πολυσύνθετη και πολλές φορές επικίνδυνη κοινωνικά ανθρώπινη φύση και τις εσωτερικές της συγκρούσεις μας δίνει στίχους που αντέχουν στον χρόνο και τροφοδοτούν με μηνύματα την ελληνική ποίηση ακόμα και σήμερα, γιατί τις στιγμές αυτές, δεν επιμερίζει τον ανθρώπινο αγώνα σε ταξικό ή τον εντάσσει σε μια διαρκή ταξική διαπάλη, αλλά σε παγκόσμια αγωνία επικράτησης του «Φωτός που Καίει» μέσα του. Οι «Διχτάτορες» που ούτως ή άλλως καιροφυλακτούν και στις ταξικές και τις λεγόμενες αταξικές κοινωνίες είναι πάντοτε παρόντες. Η Σατιρική ματιά και ερμηνεία είναι αυτή που όταν πρυτανεύει κριτικά μέσα στο λογοτεχνικό και ποιητικό του έργο αρχιτεκτονούν το καλλιτεχνικό του κοσμοείδωλο, και όχι τόσο μάλλον η ιδεολογία του, γιατί, αν δεχτούμε ότι ο ιδεολογικός του λόγος κατά-στρατηγεί την σάτιρά του ακόμα και σήμερα, τότε μπορεί να ισχυριστεί ο αναγνώστης του ότι σβήνοντας η πολιτική του ιδεολογική στράτευση, παύει να έχει αξία και το έργο του. Υπάρχουν έργα που παρότι ανδρώθηκαν μέσα στην μαρξιστική θεωρία και πολλές φορές αυτήν και μόνον αυτήν καθρέπτιζαν μέσα τους,-βλέπε αυτό το άχαρο πράγμα που καλούνταν «σοσιαλιστικός ρεαλισμός»-κατόρθωσαν να ξεκαντραριστούν από αυτήν και να αντέξουν στον χρόνο, κι αυτό έγινε ίσως, και πέρα από τις προσωπικές προθέσεις και του ίδιου του συγγραφέα, που όταν δημιουργούσε, άλλα είχε στη σκέψη του. Ας κοιτάξουμε το έργο του σπουδαίου ποιητή Τάσου Λειβαδίτη, του πεζογράφου Ζήσιμου Σκάρου, του βάρδου ποιητή Γιάννη Ρίτσου, του πεζογράφου Νίκου Καρβούνη, του θεατρικού συγγραφέα Βασίλη Ρώτα και άλλων μαρξιστών διανοούμενων και θα κατανοήσουμε τι έμεινε από το ογκώδες αγωνιστικό τους έργο, και ποιοι το μνημονεύουν ακόμα. Πάντως σίγουρα, «Τα παιδιά της ΚΝΕ που λένε στη ζωή το μεγάλο Ναι». Αντίθετα, αν δούμε την συγγραφική πορεία λογοτεχνών της «αστικής παρακμής» όπως θα αποκαλούσε ένας θεωρητικός κριτικός της αριστεράς το έργο του διηγηματογράφου Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, του ποιητή Κωνσταντίνου Καβάφη, του αστού ποιητή Γιώργου Σεφέρη, του αστού πεζογράφου και θεατρικού συγγραφέα Άγγελου Τερζάκη, του πληθωρικού Νίκου Καζαντζάκη, του πεζογράφου Μ. Καραγάτση, του ποιητή Οδυσσέα Ελύτη και πολλών άλλων, αμέσως θα κατανοήσουμε το αγωνιστικό και πανανθρώπινο μεγαλείο της συγγραφικής τους τέχνης, και την επικαιρότητα του έργου τους. Ο Μαρξισμός εγκλώβισε πολλά δημιουργήματα μέσα σ’ ένα στενάχωρο και αδιέξοδο πλαίσιο μιας ορισμένης εποχής και πολιτικής διαδρομής, ήταν το αναγκαίο αποτέλεσμα μιας προσωπικής επιλογής του ίδιου του μαρξιστή συγγραφέα, παρά μια ανάγκη της ίδιας της συγγραφικής του πορείας. Όπως και να έχει όμως, ένα έργο τέχνης είτε ανήκει στην από εκεί πλευρά είτε στην από εδώ, δεν κατόρθωσε ούτε τον κόσμο ν’ αλλάξει ούτε να βελτιώσει δραματικά την ανθρώπινη φύση μέσα στην ιστορία. Τα  λογοτεχνικά εκείνα κείμενα που λειτούργησαν ως οικουμενική παραμυθία, διαχρονικοί καταλύτες ήταν μόνο τα θρησκευτικά κείμενα των διαφόρων θρησκευτικών δοξασιών, ανώνυμα ή επώνυμα. Αυτά και μόνον αυτά προσέφεραν στον πιστό αναγνώστη τους τις εφεδρικές δυνάμεις επαναπροσδιορισμού της ζωής τους και του τρόπου σκέψεώς τους, τουλάχιστον σε μεγαλύτερη πληθυσμιακή ανθρώπινη ποσότητα από τα άλλα, τα θύραθεν. Κανένας νεαρός ερωτευμένος δεν άλλαξε τον τρόπο που ερωτεύεται μια νέα κοπέλα, επειδή διάβασε την «Αισθηματική Αγωγή» του Γουσταύου Φλωμπέρ, κατέφυγε όμως στην κατά μόνας διαβίωση, μετά την ανάγνωση Χριστιανικών ή Βουδιστικών μυστικών ιερών κειμένων. Ακόμα και ο αγώνας της μη βίας του Μαχάτμα Γκάντι, ανδρώθηκε μέσα σε ένα πλαίσιο αγγλικής αποικιοκρατικής πολιτικής και όχι μέσα στο πατροπαράδοτο πλαίσιο των καστών της Ινδικής παράδοσης. Το ίδιο μπορούμε να γράψουμε και για τον αγώνα που διεξήγαγε για την απελευθέρωση των αφροαμερικανών στις ΗΠΑ, ο Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ, μέσα στην καπιταλιστική ρατσιστική πραγματικότητα του καιρού του διεξήχθει, με τα ενδεικτικά συν και τα πολλά πλην της. Θέλω να πω, ότι, επανερχόμενος στο αρχικό διαπιστωτικό ερώτημα, η Τέχνη δεν βοήθησε όσο θέλουμε να πιστεύουμε-εμείς οι ρομαντικοί-το ανθρώπινο είδος στην καλυτέρευσή του-ιδιαίτερα η μαρξιστική-απλά διεύρυνε τους αισθητικούς ορίζοντες της ανθρώπινης ύπαρξης στον αγώνα της να απεικονίσει όσον το δυνατόν αποτελεσματικότερα την φύση γύρω της. Η απομάγευση του κόσμου που προήλθε από τον μοντερνισμό, τα επιτεύγματα της επιστήμης και της τεχνολογίας και ιδιαίτερα την μαρξιστική ιδεολογία επέφερε ένα καθοριστικό χτύπημα στην Τέχνη γενικότερα, ο άνθρωπος μπορεί να υπάρξει και χωρίς τα καλλιτεχνικά του δημιουργήματα. Η Τέχνη πλέον είναι ένα παραδοσιακό παίγνιο μέσα στο διάβα της οικονομικής πραγματικότητας.
Αν αληθεύουν τα ως άνω, τότε, και το έργο του Κώστα Βάρναλη έκλεισε τον ιστορικό του κύκλο ως ένα μαρξιστικής πνοής έργο που σημάδεψε τους συγγενείς ιδεολογικά ανθρώπους της εποχής του και άφησε τα βαθειά του ίχνη στις γραμματολογίες.. Όμως είναι έτσι; Ποιος μπορεί να πει με βεβαιότητα αν το μαρξιστικής ερμηνείας έργο του ποιητή αντέχει σε έναν μεταμαρξιστικό κόσμο; Σε έναν κόσμο και τους αναγνώστες του που σημαδεύτηκαν από τα αρνητικά σημάδια της μαρξιστικής κυβερνητικής πρακτικής και ιδεολογικής παραμόρφωσής του με τα γνωστά μας αποτελέσματα; Θέλω να πω, ποιοι νέοι και νέες σήμερα διαβάζουν Κώστα Βάρναλη, όπως κάποτε η δική μας γενιά.; Ποιους γονιμοποιεί το έργο του, πέρα από μεμονωμένες μονάδες ερευνητών, ή μελετητών των πανεπιστημιακών σπουδαστηρίων; Ποιοι εκτός από τον πολιτικό χώρο του κομμουνιστικού κόμματος, επιθυμούν να μελετήσουν ακόμα το έργο του σατιρικού αυτού ποιητή; Και αν ναι, τι θα ζητήσουν από αυτό, τι απαντήσεις θα πάρουν αν πάρουν και τι θα απορρίψουν;
    Σκέψεις που ήρθαν στο νου, καθώς ξαναδιάβαζα την «Αληθινή απολογία του Σωκράτη» για να δω, τι μας άφησε στο αναγνωστικό της πέρασμα.
Οψόμεθα σε μια μεταμαρξιστική ανάγνωση ενός μεταμοντέρνου σατιρικού και στηλιτευτικού στις πολιτικές προθέσεις του κειμένου, καθώς τα μελτέμια της οικονομίας παρασέρνουν όλους μας στην δίνη ενός αδιεξόδου που κατά την δική μου κρίση, σίγουρα, ούτε η μαρξιστική ξεπερασμένη πλέον ιδεολογία μπορεί να δώσει λύση.
ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
• ΣΚΗΝΗ 24η
ΦΩΝΗ ΣΩΚΡΑΤΗ:
Άντρες Αθηναίοι, σεις οι οποίοι με καταδικάσατε, να ξέρετε ότι στο μέλλον θα κατηγορείστε ότι θανατώσατε άδικα το Σωκράτη, άντρα σοφό, κι ας μη θεωρώ εγώ τον εαυτό μου ότι είναι. Να ξέρετε ακόμη ότι δεν καταδικάστηκα από έλλειψη επιχειρημάτων, αλλά από έλλειψη αναισχυντίας. Διότι δεν ήθελα να πω στην απολογία μου λόγια αρεστά κι ευχάριστα σ’ εσάς, ούτε μ’ ακούσατε να κλαίω και να οδύρομαι, αλλά να σας ζητώ αντί για τιμωρία αμοιβή κι αντί για φυλακή ή πρόστιμο σας ζήτησα να με ταΐζετε εφ’ όρου ζωής στο Πρυτανείο, διότι αυτό επίστεψα ότι αξίζω εγώ, που σε ολόκληρη τη ζωή μου δεν ησύχασα, αλλά, παραμελώντας όλ’ αυτά που εσείς θεωρείτε σπουδαία-την απόκτηση χρημάτων, την πολιτική καριέρα, τις συκοφαντίες και τις μηχανορραφίες-ανάλωσα τη ζωή μου στο να σας αφυπνίζω απ’ τη νάρκη της αμάθειας, να σας νουθετώ και να σας προτρέπω όχι προς τα υλικά αγαθά, αλλά προς την πνευματική και ηθική βελτίωσή σας και εν γένει να ελέγχω συνεχώς τις αδικίες και ανομίες σας, ως εάν ο θεός με είχε προσκολλήσει πάνω σας σαν μύγα. Και δε μετανοώ καθόλου γι’ αυτού του είδους την απολογία. Θα μετανοούσα, αν μπρος στον κίνδυνο του θανάτου σας κολάκευα και σας εκλιπαρούσα. Διότι πιστεύω, άντρες Αθηναίοι, ότι όχι μόνο εγώ, αλλά κανείς δεν πρέπει να σκέφτεται πως ν’ αποφύγει πάση θυσία το θάνατο. Και προσέξτε, μήπως δεν είναι αυτό το δύσκολο, αλλά το άλλο, το πώς δηλαδή ν’ αποφύγει κανείς την κακία, μια και η κακία τρέχει γρηγορότερα από το θάνατο, και ιδού εγώ, γέρος και δυσκίνητος, στα δίχτυα του θανάτου, οι δε κατήγοροί μου, σαν νέοι και ευκίνητοι, στα δίχτυα της κακίας. Αλλά προσέξτε, άντρες Αθηναίοι, εσείς που με καταδικάσατε επειδή σας ενόχλησα ελέγχοντας τη ζωή σας, γιατί μη νομίζετε πως με το να θανατώνετε αθώους θα γλιτώσετε απ’ αυτούς που θα ελέγχουν τις άδικες πράξεις σας. Από δω και πέρα θα είναι πιο πολλοί αυτοί-και οι μαθητές μου, αλλά κι άλλοι-και σαν νεότεροι που θα ‘ναι, η κριτική τους θα είναι εντονότερη και η αγανάκτηση σας μεγαλύτερη. Και να ‘στε σίγουροι ότι δεν έχω κανένα απολύτως παράπονο για την ψήφο σας, ει μη μόνο επειδή, ρίχνοντας την καταδίκη σας στην κάλπη, νομίζατε ότι μου κάνατε κακό, ενώ αντίθετα μου κάνατε καλό, μια και πιστεύω πως δεν έζησα τυχαία, ούτε τυχαία θα πεθάνω. Μια μόνο μικρή παράκληση, άντρες Αθηναίοι… Τους γιούς μου θα ήθελα να τους εκδικηθείτε πικραίνοντας τους με τον ίδιο τρόπο που σας πίκρανα κι εγώ, όταν τους δείτε να ενδιαφέρονται μονάχα για το χρήμα κι όχι για την αρετή, όταν τους δείτε να μη φροντίζουν για τα σωστά και τα δίκαια κι όταν τους δείτε να παριστάνουν ότι είναι κάτι ενώ δε θα ‘ναι τίποτα… Και τώρα ας πηγαίνουμε. Εγώ για να πεθάνω κι εσείς για να ζήσετε. Και ποιος θα πάει στο καλύτερο, μόνο ο θεός το ξέρει.
         Γιώργος Σκούρτης, «η δίκη του Σωκράτη», εκδόσεις Πατάκη 1992 σ. 119-121
• ΕΠΙΛΟΓΟΣ
«Αντί να πιή το κώνειο ο Σωκράτης, το ήπιαν, με το δικό του στόμα, οι Αθηναίοι. Όσα τους προείπε ότι θα πάθουν, συνέβησαν και το Άστυ πισωδρόμησε τόσο, ώστε δεν ακουγόταν στους κατοπινούς αιώνες, παρά σα Φιλοσοφική Σχολή. Αλλά και αν ξέπεσε η Αθήνα, φύλαξε μέσα της την προφητική σοφία του Σωκράτη, αρκετό αντάλλαγμα για τον χαμό της. Δυό γενιές μετά τον θάνατό του οι συμπολίτες του του έχτισαν ναϊδριο, το «Σωκρατείον», και του στήσανε χάλκινο άγαλμα. Δίπλα σε δροσερή βρύση είδε αυτό το ίδρυμα, όχι μακρυά από την αγορά, ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Μαρίνος.
   Ο Σωκράτης, κι αν πέθανε, απόμεινε πάντα ζωντανός. Σαν τον Βούδα, σαν τον Ιησού Χρηστό, γεννήθηκε για να εμποδίση τους ανθρώπους να ζήσουν τη συνηθισμένη τους ζωή. Όπως εκείνοι, ρίχτηκε με αδάμαστη θέληση προς το σκοπό του και, ίδιος μετεωρίτης, κάηκε μόνος του από την τριβή. Βίος και διδασκαλία του ήταν δύο απαράλλαχτα πράματα, αξεχώριστα, κι΄ όσοι τον γνωρίσανε δεν μπόρεσαν να πούνε ποιο τους έκανε μεγαλύτερη εντύπωση-τα λόγια ή το έργο του. Ίδια η διδαχή του με τον άνθρωπο Σωκράτη, μα ο άνθρωπος στάθηκε μεγαλύτερος από ό,τι κι αν είπε. Δε γίνεται ύπαρξη θνητή να φτάση κοντύτερα απ’ αυτόν την Αρετή. Μήτε ο βιασμός του όχλου, μήτε τυράννων απειλές, μήτε καν φοβέρα θανάτου τόνε λύγισε. Όταν πέθανε τούτος ο ήρωας της ζωής, έσβησε μια μεγάλη καρδιά που αγάπησε την ανθρωπότητα όσο κανένας πριν από αυτόν. Έρριξε ιδέες που δεν αποφάνθηκαν τότε, μα που ολοένα απλώνουν, λες και όγκος μεγάλος έπεσε και τάραξε νερά κοιμισμένης λίμνης. Ο Σωκράτης σκέφτηκε και βρήκε τόσα πράγματα, ώστε έγινε η κεντρική εστία του ελληνικού στοχασμού. Πριν από αυτόν υπήρχε φιλοσοφικό χάος. Με τις αμφιβολίες του Σωκράτη θεμελιώθηκε η φιλοσοφία. Εξ αιτίας του δημιουργήθηκαν όλες οι φιλοσοφικές σχολές. Πρώτα με τους μαθητές του, Πλάτωνα, Αρίστιππο, Αντισθένη κι Ευκλείδη, που καθένας τους ξεκίνησε από διάφορες ιδέες του Δασκάλου. Αργότερα βγήκαν ο Επίκουρος, οι Στωϊκοί, οι Ελεάτες, Αριστοτέλης, Νεοπλατωνικοί, Πύρρων, Κορνεάδης, Επίκτητος, όλοι εγγόνια του. Με το να βρη τους «επακτικούς λόγους και το ορίζεσθαι καθόλου»(«η από των καθ’ έκαστον επί τα καθόλου έφοδος») στερέωσε τη σύγχρονη επιστήμη. Ούτε ο ίδιος φαντάστηκε πόσες αλήθειες κατηχούσε. Κανένας άλλος δεν επηρέασε τη σκέψη του δυτικού κόσμου όσον αυτός. Η λευκή φυλή δε θα ήταν ότι είναι σήμερα δίχως τον Σωκράτη. Η αξίωσή του να έχουμε οδηγό την εσωτερική φωνή της συνείδησης, για να βρούμε σε τούτη τη ζωή τον ουρανό, χωρίς Θεία Χάρη, αλλά με μόνη μια τέτοια προσπάθεια να πετύχουμε τη Λύτρωση, τον κάνει πρωτομάρτυρα μιας νέας πίστης, ισάξιας με το Χριστιανισμό. Τα δόγματα του, χάρη στα δίδυμα αστέρια, Πλάτωνα κι Αριστοτέλη, δεν άργησαν να κατακτήσουν τη Μεσόγειο και απ’ αυτήν να ξαπλωθούν σ’ όλο τον κόσμο. Η διάδοσή τους αποτέλεσε το σπουδαιότερο γεγονός όσο νάρθη ο Χριστός. Την εποχή που ξεκίνησε ο Χριστιανισμός, δύο δυνάμεις κυβερνούσαν την οικουμένη-το ελληνικό πνεύμα και η ρωμαϊκή αυτοκρατορία, δύο δυνάμεις ολότελα διαφορετικές. Στην αρχή οι Απόστολοι και ο Άγιος Παύλος οδήγησαν τη νέα θρησκεία κοντά στην Ελλάδα. Τα Ευαγγέλια ελληνικά γράφηκαν. Οι Έλληνες τότε, σκλάβοι της Ρώμης, φτωχοί και παραμελημένοι, βαφτίζονταν συνέχεια, γιατί αγάπησαν το Χριστιανισμό, που τους θύμιζε Σωκράτη, τους θύμιζε τα λόγια του, πως τα εγκόσμια ειν’ ασήμαντα μπροστά στην καλλιέργεια της ψυχής. Μα, όταν ξαπλώθηκε ο Χριστιανισμός, βρέθηκε στην ανάγκη να οργανωθή και να πειθαρχήση τις σκόρπιες ομάδες των πιστών του. Τότε υποχρεώθηκε η Εκκλησία να παρατήση το ελληνικό πνεύμα και να προτιμήση τα συστήματα της Ρώμης-ένωση, απολυταρχία, δύναμη.
Ο Χριστός είπε: «Μάθετε την αλήθεια κι η αλήθεια θα σας ελευθερώση». Τέτοια λόγια τα καταλάβαινε κάθε Έλληνας, μα ήταν ακατάληπτα για τους Ρωμαίους, που δε συνήθιζαν, ως μάζα, νάχουνε γνώμη αλλά μόνο τυφλή υπακοή.
Ο Σωκράτης όπως ο Χριστός, θέλησε κάθε άνθρωπος να πλησιάζη μόνος του τοΘεό, μα η Εκκλησία απαγόρεψε νάχη καθένας δική του γνώμη κι άρχισε να φυλακίζη και να σκοτώνη όσους αιρετικούς, αντίθετα από το Ελληνικό πνεύμα, αντίθετα από τη θέληση του Χριστού. Σήμερα ο κόσμος άλλαξε, άρχισε πάλι να συλλογιέται και να διαλέγη. Ήρθε ο καιρός να ξαναθυμηθή τον ξεχασμένο λόγο του Σωκράτη, ελάχιστα διάφορο από τα λόγια του Χριστού. Κλήμης, ο μεγάλος Αλεξανδρινός θεολόγος συγκρίνει το Σωκράτη με τον Ιησού και δεν τους βρίσκει παρά ομοιότητες. Ο Έρασμος προσευχόταν στο όνομα του Αγίου Σωκράτη “ Sancte Socrates ora pro nobis»-και ο Βολταίρος αποκαλούσε τον Ιησού «Σωκράτη της Γαλιλαίας». Υπερβολές. Ο Σωκράτης δεν έλαβε εντολή να ευαγγελιστή νέο Θεό, αλλά να κάνη καλύτερους τους ανθρώπους με τη λογική. Δε στάθηκε θρησκευτικός αναμορφωτής. Ωστόσο ο τεχνολογικός πολιτισμός, που προσκυνάει την Ύλη και το Μηδέν, θα αναγκάση την ανθρωπότητα να στραφή προς ένα μίγμα ελληνοχριστιανικό, που θα ισορροπήση τα υλικά αγαθά με τα πνευματικά  και τα ηθικά. Και, τότε, ίσως ξαναζωγραφιστή στις εκκλησίες, όπως γινόταν στην Ελλάδα τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους το πρόσωπο του Σωκράτη, με φωτοστέφανο, γύρω στο κεφάλι, αυτού του Πρόδρομου του Ιησού στα Έθνη, που πριν απ’ όλους ένιωσε τη νοσταλγία της αγάπης».
         Χρήστος Ζαλοκώστας, «Σωκράτης-Ο Προφήτης της Αρχαιότητας», εκδόσεις Εστία χ.χ. σελίδες 349-351
• ΚΡΙΤΩΝ
«είχε δίκιο ο Κρίτων. Ο θάνατος του Σωκράτη στάθηκε το κορύφωμα της ίδιας του της ζωής. Μιας ζωής που την είχε αφιερώσει στην έρευνα και τη μελέτη των πνευματικών και ηθικών προβλημάτων του ανθρώπου. Έτσι, όχι μόνο η ζωή αλλά και ο θάνατος κατεκύρωσε με τον πιο απόλυτο τρόπο τη διδασκαλία του. Γιατί την ακολούθησε σαν πρόσωπο ως την τελευταία του στιγμή. Είμαι σίγουρος πως οι άνθρωποι θα τον θυμούνται για πολύν καιρό ίσως… κάποτε… ύστερα από χρόνια πολλά να βρεθεί και κάποιος Άλλος, που να κηρύξει τα ίδια μεγάλα λόγια, όπως ο Σωκράτης: την Αρετή, το Δίκαιο, την Πίστη για τη μεταθανάτια ζωή. Εύχομαι να ρθει κάποτε αυτός ο Άλλος και να μιλήσει στις καρδιές των ανθρώπων. Και ας ελπίσουμε πως δεν θα τον ποτίσουν κι αυτόν με το κώνειο, που πότισαν τον Δάσκαλό μου».
         Κώστας Κροντηράς, «Ο Δάσκαλός μου ο Σωκράτης», εκδόσεις Ατλαντίς χ.χ., σελίδα 174
• ΠΑΡΑΜΎΘΙΑ;
«Αι λοιπόν θα σας πω κι ένα παραμύθι, για να ξεκουραστείτε! Μια φορά κι έναν καιρό οι κλέφτες της πρώτης πολιτείας του κόσμου, αφού πλουτήσανε αρκετά, αποφασίσανε να ταχτοποιήσουνε τη ζωή τους. Μπλοκάρανε το λοιπόν τους φτωχούς της πολιτείας κι αφού τους μαζώξανε στην πλατεία είπανε: Ψηλά τα χέρια! Θέλουμε το καλό σας. Δεν θα σας πάρουμε τα φκιάρια, τους κασμάδες, τα σκερπάνια, τα δισάκια και  τα ζεμπίλια σας με το ψωμοτύρι, τα τρύπια σας πουκάμισα με τις ψείρες και τις απάτωτες καλύβες σας, που κάνουνε νερά, σα βρέχει. Είσαστε λέφτεροι!- (ψηλά τα χέρια!) Λέφτεροι να ζείτε κατά το κέφι σας, να κερδίζετε, να κάνετε κομπόδεμα, να μεθάτε, να χορέβετε, να γεννοβολάτε και να πεθαίνετε. Εμείς θα σας μάθουμε τις… αλήθειες! Θα σας δώσουμε πλούσια κι ασθαντική καρδιά, θα σας δώσουμε κι αθάνατη ψυχή. Κι όποιος από σας του γουστάρει, θα μπορεί να γράφει ποιήματα, να σκαρώνει θεωρίες και να δοξάζεται! Ο κυρίαρχος λαός θα σαστε σείς! Εμείς μονάχα θα σας κουμαντάρουμε. Θα φροντίζουμε για την ασφάλεια της ζωής, της τιμής και της παρουσίας σας-μ’ ένα λόγο για τη λεφτεριά σας. Σεις θα δουλέβετε, καταπώς θέλετε κι ότι θέλετε κι όποτε θέλετε. Εμείς υα σας δίνουμε δουλειά, φτάνει να βρίσκεται, και σεις θα μας δίνετε τα κόπια σας. Και για να μη θαρρέψετε πως σας αδικούμε, θα πλερώσουμε κ’ εμείς το ίδιο δόσιμο στο Κράτος,-στον εαφτό μας!
‘Κ’ εσείς κ’ εμείς θα χουμε πάνου από τα κεφάλια μας τους ίδιους τους θεούς, που θα προστάζουν εσάς να δουλέβετε και να μην τρώτε κ’ εμείς να καθόμαστε και να τρώμε. Κι εμείς κι εσείς θα χουμε πάνου από τα κεφάλια μας τους ίδιους νόμους, που εμείς θα σας τους δίνουμε κ’εσείς θα τους ψηφίζετε σα βουλεφτάδες και θαν τους εφαρμόζετε σα δικαστάδες ενάντια στον εαφτό σας. Και για να μην πλακώνουν απ’ άλλες στεριές και θάλασσες κουρσάροι και κλέφτες ν’ αρπάζουνε το υστέρημά σας και να παίρνουνε σκλάβους κ’ εσάς και τις γυναίκες σας και τα παιδιά σας, θα σας αρματώσουμε, θα σας γυμνάζουμε, για να μπορείτε να διαφεντέβετε τους θεούς σας, τον εαφτό σας κι εμάς, δηλαδή την πατρίδα. Να σκοτώνεστε σεις και να ζούμε εμείς. Κι επειδή μοναχοί σας δε θα μπορούσατε να σκεφτείτε το συφέρο σας και να φυλάξετε τον εαφτό σας, θα σας αναγκάζουμε με το ζόρι(ψηλά, τα χέρια!). Ένα πράμα μονάχα σας απαγορέβουμε: να κλέβει ο ένας τον άλλονε. Γιατί μπορεί να κλέψετε κ’ εμάς»…..
         Κώστας Βάρναλης, «Η Αληθινή Απολογία του Σωκράτη», εκδόσεις Κέδρος 1974, σελίδες 62-63.
    «Θεό, Θεό, Θεό δεν σε λένε/ κεριά, κεριά, κεριά δεν σου καίνε/ αλλά τα  λό, τα λό, τα λόγια σου καίνε/και ακό, ακό, ακόμα τα λένε/ Σωκράτη εσύ Σούπερ Σταρ,….»
Τραγουδούσε κάποτε στην Γιουροβίζιον η τραγουδίστρια Ελπίδα.
Με τα κείμενα αυτά θέλησα να δώσω μια πολύ γενική εικόνα για τον Σωκράτη με την ευκαιρία της ανάγνωσης του έργου του ποιητή Κώστα Βάρναλη «Η Αληθινή απολογία του Σωκράτη», χρησιμοποίησα κείμενα που γνώριζα και είχα μελετήσει και θεωρώ ότι ταιριάζουν με το έργο του Βάρναλη στον γενικό σχεδιασμό της εικονογράφησης του πρώτου Χριστού. Δεν ανέφερα αποσπάσματα από ιστορικά και φιλοσοφικά μελετήματα που γνωρίζω από έλληνες και ξένους ερευνητές γιατί θα έπρεπε να κάνω άλλη μελέτη για την προσωπικότητα του Σωκράτη, ενώ ο στόχος μου ήταν το έργο του Κώστα Βάρναλη.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη γραφή, σήμερα, Τρίτη, 21 Ιουλίου 2015
Πειραιάς, 21/7/2015.

Μέρα καύσωνα, καθώς οι έλληνες αρνούνται να αλλάξουν, να εκσυγχρονιστούν, και να περιορίσουν την κακή πλευρά του εαυτού μας. Κρίμα, που η πολιτική ανευθυνότητα των πολιτικών-που απαίτησαν το δημοψήφισμα-έφερε αυτό το τραγελαφικό οικονομικό και πολιτικό αποτέλεσμα, εν έτη 2015.  

Δευτέρα 20 Ιουλίου 2015

ΚΥΠΡΟΣ 2015

ΚΥΠΡΟΣ 2015

    Σαράντα ένα χρόνια πέρασαν από τότε που η Τουρκία, εισέβαλε, σκλάβωσε και υπέταξε το βόρειο τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, την «Γαίαν την φερέκαρπον όσην έζωκε περίχθων ωκεανός… και γλαυκήν με θάλασσαν απηκριβώσατο Κύπρος…» για να παραφράσω ένα αρχαίο επίγραμμα ενός Θεσσαλονικέα επιγραμματοποιού. Σαράντα ένα χρόνια και ακόμα δεν κατορθώθηκε να βρεθεί μια βιώσιμη πολιτική λύση στην Κυπριακή τραγωδία, να αποχωρήσουν τα τουρκικά στρατεύματα κατοχής από την μεγαλόνησο, να επιστρέψουν στις εστίες των προγόνων τους οι πρόσφυγες, να πάψουν οι γεωγραφικές διαχωριστικές γραμμές να χωρίζουν τις δύο κοινότητες, να επανενωθούν οικογένειες, να δοθούν τα λείψανα των Κυπρίων σκοτωμένων αγωνιστών στους οικείους τους, να ανθίσουν επιτέλους ξανά μετά από τέσσερεις δεκαετίες τα άνθη της ειρήνης και της ευημερίας και για τις δύο κοινότητες, να μπορέσουν να ζήσουν ειρηνικά και αδερφωμένα χωρίς ξένες αποικιοκρατικές επεμβάσεις, χωρίς τα στρατεύματα κατοχής της γείτονος χώρας, χωρίς θρησκευτικές διαχωριστικές γραμμές. και άλλου είδους κοινωνικούς αποκλεισμούς, χωρίς Buffer Zone, για κανέναν. Η μεγαλόνησος έχει μία ταυτότητα, την Κυπριακή, δεν μπορεί να είναι μια ανεξάρτητη χώρα με δύο πατρίδες.
Η πολιτική, γεωγραφική και ανθρώπινη τραγωδία του κυπριακού ελληνισμού που άρχισε στις 15 Ιουλίου του 1974, με την επέμβαση του Τουρκικού Κράτους εναντίον της ανεξάρτητης Κυπριακής Δημοκρατίας, εξαιτίας ασφαλώς του πραξικοπήματος εναντίον του τότε προέδρου και αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄, από άφρονες έλληνες πραξικοπηματίες, και κυπρίους πετεινόμυαλους πολιτικούς, και την ανοχή των τότε ισχυρών δυνάμεων της Δύσης (ΗΠΑ, Μεγάλη Βρετανία)αλλά και της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, είναι καιρός να πάρει ένα τέλος. Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών ιδρύθηκε για να λύνει τα προβλήματα μεταξύ των κρατών και όχι για να διατηρεί τις όποιες εθνικές διενέξεις, ή να θεωρεί Δίκαιο, «Δίκαιον ουκ άλλο τι ή το του κρείττονος συμφέρον».  Πρόσφυγες, δεν έχουν μόνο τα μουσουλμανικά κράτη της μεσογειακής λεκάνης αλλά και η Κύπρος, που ζει εδώ και σαράντα ένα χρόνια κάτω από την στρατιωτική επαγρύπνηση των κατακτητών. Στην Κύπρο, ο χρόνος κυλάει πιο αργά από τις άλλες χώρες της μεσογείου, τα κτιριακά και τα ανθρώπινα προσφυγικά ερείπια παραμένουν μάρτυρες βιγλάτορες της συνεχιζόμενης τραγωδίας, φαντάσματα μνήμης μιας ένοπλης καταστροφής που χώρισε μια  ελεύθερη χώρα αναίτια στα δύο, λείψανα ενός πολιτισμού που καταστράφηκε με την εισβολή, που εξανάγκασε απλούς ανθρώπους να φύγουν από τις πατρογονικές τους εστίες, που άνοιξε αιμάτινο ρήγμα στο ενιαίο σώμα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και, το πιο παράξενο από πολιτικής απόψεως, η Κυπριακή Δημοκρατία να είναι ισότιμο μέλος της Ευρωπαίκής Ένωσης,, ενώ ταυτόχρονα να παραμένει υποδουλωμένη στα ξένα στρατεύματα κατοχής.
    Οι κύριοι υπαίτιοι και από τις δύο πλευρές έχουν φύγει από την ζωή, οι νέοι ηγέτες εντεύθεν κακείθεν φοβάμαι ότι αρέσκονται στο επί σαράντα ένα χρόνια Status Quo. Θεωρώ, ότι όσο ο καιρός περνά, τόσο δυσκολεύουν οι συνθήκες επιλογής επίλυσης της κυπριακής τραγωδίας. Ο Κυπριακός πόνος συνεχίζεται.
Όμως, η δική μου γενιά εξακολουθεί να  θυμάται.
ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΤΑΣΗ
Το σπίτι της Άννης
«Στα ερείπια της Πομπηϊας, μπορεί κανείς να διαβάσει σε ορισμένες προσόψεις: σπίτι του Φαύνου, της Ποππαίας, του Μενάνδρου.
Στην παλαιά οδό Αγίου Γεωργίου διαβάζει κανείς σε μια από τις προσόψεις: Σπίτι της Άννης. Άννη Κούπη, μια Ελληνοκύπρια, ήταν στο σπίτι της όταν ξέσπασαν οι μάχες. Με την ανακοίνωση για κατάπαυση του πυρός, εκείνη αποφάσισε να μείνει αντί να φύγει με όλη την οικογένειά της, που αναζήτησε καταφύγιο στον Νότο. Έζησε έτσι χρόνια, απομονωμένη στην απαγορευμένη ζώνη, όπου ανεφοδιαζόταν καθημερινά με τρόφιμα από τους στρατιώτες του ΟΗΕ, οι οποίοι την είχαν αναλάβει με στοργή. Πέθανε το 1991σε ηλικία 91 ετών και επέζησε με αυτό τον τρόπο δεκαεπτά χρόνια στην πόλη-φάντασμα, αποκηρυγμένη από την οικογένειά της, η οποία την απαρνήθηκε γιατί δεν της συγχώρεσε το γεγονός ότι έθεσε τον εαυτό της υπό την κηδεμονία του ΟΗΕ. Αποστάτρια; Ασφαλώς όχι. Αντάρτισσα; Ακόμα λιγότερο. Ας πούμε ότι θέλησε να γίνει ένα με το σπίτι της, παρά να τελειώσει τη ζωή της στην ανωνυμία ενός προσφυγικού καταυλισμού».
     Το κείμενο είναι από το βιβλίο του Γάλλου συγγραφέα Jacques Lacarriere, «Λευκωσία-Η Νεκρή Ζώνη», εκδόσεις Ολκός 2003, μετάφραση Βούλα Λούβρου, σελίδα 19.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη γραφή σήμερα, Δευτέρα, 20 Ιουλίου 2015
Πειραιάς, 20/7/2015, Σαράντα ένα χρόνια μετά                 

      

Σάββατο 18 Ιουλίου 2015

Κώστας Βάρναλης

ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ
(Μπουργκάς Βουλγαρίας 14/2/1884-Αθήνα 16/12/1974)

«Είταν η χώρα των Ιδεών, ω άντρες Αθηναίοι! Κι όποιος μπει σ’ αφτήνε μια φορά παθαίνει το δυστύχημα του Τειρεσία, που είδε την Παλλάδα κατάγυμνη. Στραβώνεται για πάντα!»

    Το τελευταίο διάστημα, η κυριακάτικη παραδοσιακή εφημερίδα «Το
Βήμα», προσφέρει στους αναγνώστες της, τις Αριστοφανικές Κωμωδίες στις γνωστές στους παλαιότερους, μεταφράσεις του δάσκαλου, ποιητή και μεταφραστή Κώστα Βάρναλη.
    Πάνε αρκετές δεκαετίες τώρα, που μια εφηβική παρέα ερωτύλων κουλτουριάρηδων από τον Πειραιά,-που το πήγαιναν το γράμμα- περιδιαβαίνοντας τους δρόμους της Πλάκας, συνάντησε μια ξάστερη καλοκαιρινή βραδιά σε ένα μικρό υπόγειο κουτουκάκι, τον αγωνιστή ποιητή της αριστεράς Κώστα Βάρναλη. Ένα μάλλον κοντούλικο, γεμάτο ζωντάνια, κέφι, μπρίο και φοβερά σατιρολόγο, που δεν άκουγε καλά, ασπρομάλλικο γεροντάκι που κάθονταν μαζί με άλλα άγνωστα σε μας άτομα-δεν θυμάμαι τα ονόματά τους-τα οποία κουτσοπίνοντας και τσιμπολογώντας τραγουδούσαν τραγούδια αντάρτικα, αντιστασιακά της περιόδου της Κατοχής και μεταγενέστερα. Αμέσως αναγνωρίσαμε τον φημισμένο ποιητή, σκύψαμε όλη η τρελοπαρέα του Πειραιά και του φιλήσαμε το χέρι, και σίγουρα συνεσταλμένοι, ντροπαλοί και με μεγάλη αμηχανία, προσπαθήσαμε ν’ ανοίξουμε συζήτηση κυρίως μαζί του. Μας βρήκαν ένα τραπέζι κοντά στην παρέα του ποιητή, μας κέρασε δυό μποτίλιες ρετσίνα και έπιασε συζήτηση μαζί μας, ιδιαίτερα χάρηκε όταν του είπαμε ότι είμασταν όλοι από τον Πειραιά και την ευρύτερη περιοχή του. Μας είπε-θυμάμαι-ότι, κατέβαινε αρκετές φορές στο Μικρολίμανο
(παλαιότερα Τουρκολίμανο) μαζί με την παρέα του και έτρωγε φρέσκο ψάρι και άλλα εύγευστα θαλασσινά εδέσματα , του άρεσαν και οι οικογενειακές ταβερνούλες μέσα στην θάλασσα του Φαλήρου που υπήρχαν τότε. Είχε μια ιδιαίτερη αδυναμία στην πόλη μας, από τότε γνώριζα-είχα διαβάσει-ότι, σαν δάσκαλος, είχε διδάξει στον Πειραιά, όταν σαν νέος δάσκαλος-αρχές του 20ου αιώνα, άρχιζε την επαγγελματική του σταδιοδρομία, ο ίδιος μας δήλωσε, ότι με αρκετούς μαθητές του Πειραιώτες της εποχής εκείνης επικοινωνούσε ακόμα, παρά την μεγάλη του ηλικία. Μιλήσαμε για πολλά και διάφορα, αλλά, ακούσαμε με πολύ ενδιαφέρον και χαρά ακόμα περισσότερα, που δεν θυμάμαι μετά από τόσες δεκαετίες λεπτομέρειες, θυμάμαι όμως, και το αναφέρω γελώντας ακόμα και σήμερα, ότι μας πείραζε έχοντας διαισθανθεί προς τα πού έκλεινε η πορεία της μελλοντικής ερωτικής μας ζωής. Φεύγοντας μετά από ώρα και μάλλον ψιλομεθυσμένοι από την περιβόητη Πλακιώτικη ρετσίνα αλλά γεμάτοι ενθουσιασμό, του φιλήσαμε και πάλι το χέρι, και στην επιστροφή μας για τον Πειραιά με τον ηλεκτρικό, γινόταν το σώσε με τα πειράγματα μεταξύ μας, αποκαλώντας ο ένας τον άλλο με τα ονόματα των μουσών που μας είχε δώσει ο σατιρολόγος ποιητής, και με την υπόσχεση, να αγοράσουμε και να μελετήσουμε το έργο του, του το οφείλαμε πλέον, ανεξάρτητα αν ορισμένα άτομα από την τότε εφηβική παρέα δεν ήθελαν να διαβάσουν κομμουνιστές δημιουργούς. Μια τρυφερή ανάμνηση που ακόμα και σήμερα, θυμόμαστε χαμογελώντας, όποτε η τύχη το φέρνει και συναντιόμαστε. Αργότερα, με τον θάνατό του, θεωρήσαμε χρέος μας να πάμε όλη η παρέα να προσκυνήσουμε την σωρό του στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης των Αθηνών, βρεθήκαμε οι τρείς από την παρέα, ο Κώστας, ο Δημήτρης και εγώ. Ο γράφων αυτό το κείμενο μετά από τόσα χρόνια, ακολούθησε το ξόδι μέχρι το Α. Νεκροταφείο, οι άλλοι έφυγαν. Η μνήμη συγκρατεί την παρουσία του Πειραιώτη ποιητή Νίκου Καββαδία και την γνωριμία μου μαζί του, την παρουσία του πεζογράφου Κώστα Ταχτσή, την διακριτική παρουσία του σκηνοθέτη Καρόλου Κουν και άλλων πνευματικών ανθρώπων και καλλιτεχνών της εποχής. Η περίοδος  εκείνη, είναι η αρχή της γνωριμίας μου πιο συστηματικά με το ποιητικό, μεταφραστικό και δοκιμιακό του έργο. Με ορισμένα άτομα από την παρέα εκείνης της εποχής, τον Αντώνη, τον Κώστα, τον Γιώργο που γνωρίσαμε τον ποιητή σε εκείνη την περιβόητη ταβέρνα, παρακολουθήσαμε το έργο-16/4/1977 στο Θέατρο Βεάκη-,«Η αληθινή απολογία του Σωκράτη» σε σκηνοθετική επιμέλεια Γιώργου Λαζάνη, επιμέλεια κειμένων: Κ. Σκαλιόρα, σκηνικά Ιωάννας Παπαντωνίου(αφιέρωμα στον Κ. Βάρναλη με την ευκαιρία της παράστασης στη Λαϊκή Σκηνή του Θεάτρου Τέχνης).
Πάντοτε διάβαζα έκτοτε, τα ποιήματά του και τις μελέτες που γράφτηκαν για το έργο του, τον μνημόνευσα αργότερα, διαβάζοντας τα «Απομνημονεύματά του», καθώς συγκέντρωνα πληροφορίες και στοιχεία για τους πνευματικούς δημιουργούς εκείνους που παρότι δεν ήσαν Πειραιώτες, έζησαν, εργάστηκαν στον Πειραιά, ή αναφέρονται σε αυτόν μέσα στο έργο τους, καθώς ετοίμαζα την μελέτη μου για το «Πειραϊκό Πανόραμα». Ο ποιητής Κώστας Βάρναλης είχε αναπτύξει φιλικές σχέσεις με αρκετούς Πειραιώτες δημιουργούς της εποχής του μεσοπολέμου, αρκετοί Πειραιώτες δημιουργοί τον αναφέρουν στις αναμνήσεις τους, ή στο έργο τους, σίγουρα ο Κώστας Βάρναλης, πέρα από τις ζεστές κοινωνικές σχέσεις που δημιούργησε με τους Πειραιώτες διανοούμενους «δεν δέθηκε» με την πόλη μας,-όπως λόγου χάρη, ο ποιητής Νικηφόρος Βρεττάκος-κατέβαινε όμως αρκετά συχνά και για πολλά χρόνια στις ψαροταβέρνες της πόλης και απολάμβανε την θαλάσσια ατμόσφαιρα του χώρου. Παλαιότερα, νομίζω, στο εργαστήρι σπίτι στου Μάριου Βαϊάνου, ή στο σπίτι του ποιητή Γιάννη Ρίτσου, είδα φωτογραφίες του Κώστα Βάρναλη σε ψαροταβέρνες του Πειραιά, δεν θυμάμαι ακριβώς που, γιατί τότε που της είδα δεν είχα αρχίσει να ασχολούμαι με την συγκέντρωση πολιτιστικών στοιχείων για την πόλη. Το στοίχημα όμως μαζί του το κέρδισα, όχι με το πόσες φορές είχε επισκεφτεί την πόλη μας, ή το πόσο χρονικό διάστημα έμεινε ως δάσκαλος στην πόλη μας, αλλά με την ανάγνωση του έργου του, το οποίο η γενιά μου, γνώρισε από τις γνωστές εκδόσεις Κέδρος.
Σαν μια οφειλή σε αυτόν τον σπουδαίο αγωνιστή ποιητή, καταγράφω εδώ, χωρίς να εξαντλώ τις πληροφορίες και τα στοιχεία που παραθέτω, μια μικρή ενδεικτική βιβλιογραφική αναφορά που είχα συγκεντρώσει για τον Κώστα Βάρναλη.
«Ολάκερος κόσμος! Απεραντοσύνη της ασκήμιας, ήγουν της αλήθειας! Με πιάνει ζάλη και τα μελίγγια μου χτυπάνε σα σφυριά. Παράξενο πράμα! Βλέπουμε θεούς, ιδέες, ονείρατα, περασμένα, μελλούμενα, και δε βλέπουμε τη μύτη μας, ω άντρες Αθηναίοι! Τώρα καταλαβαίνω, πως αληθινά σοφός είναι εκείνος που καταφέρνει να τήνε ιδεί και να την καταλάβει.»

ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ
-Η αληθινή απολογία του Σωκράτη, Κέδρος 1975
-Φιλολογικά Απομνημονεύματα, Κέδρος 1980
-Κηρήθρες, Κέδρος 1985
-Πυθμένες, Κέδρος 1985
-Προσκυνητής, Κέδρος 1988
-Αισθητικά-Κριτικά
-Άνθρωποι-Δικτάτορες
-Ποιητικά-Ελεύθερος Κόσμος, 1956,1957,1957
-Ευριπίδου-Βάκχαι,(μετάφραση) Γεώργιος Φέξης 1910
-Κινέζικα Τραγούδια(μετάφραση), Λωτός 1993
-Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική, Κέδρος 2000
-Σκλάβοι Πολιορκημένοι(επιμέλεια: Γιάννης Δάλλας), Κέδρος 1990
-Το Φως που Καίει(επιμέλεια: Γιάννης Δάλλας), Κέδρος 2003
-Φέιγ Βολάν της Κατοχής, Καστανιώτης 2007
«Να κ’ οι τρανοί σταρέμποροι και καραβοκυρέοι του Πειραιά, τα καλαδέρφια οι Σαρανταδάχτυλοι(όνομα και πράμα!), που καταφέρνουνε και γίνονται κάθε χρόνο «σιτοφύλακες», για να κανονίζουν αφτοί την τιμή των γεννημάτων, των αλεβριών και του ψωμιού και να κοντρολάρουνε τα ζύγια των αλλωνών, μπας κ’ είναι ξύκικα»

ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ
• Μ. Μ. Παπαϊωάννου,
  Ο μέγας Βάρναλης, Κέδρος 1958
• Μενέλαος Λουντέμης,
  Ο κονταρομάχος, Δωρικός1976
• Βάσος Βαρίκας,
  Κώστας Βάρναλης-Κώστας Καρυωτάκης, Πλέθρον 1978
• Παντελής Απέργης,
  Τρία Πρόσωπα(Εμμανουήλ Ροΐδης/Κωνσταντίνος Π. Καβάφης/Κ. Β.),
  Ιωλκός 1980
• Μανόλης Λαμπρίδης,
  Η ταξική συνείδηση στο έργο του Βάρναλη, Ύψιλον 1982
• Σπύρος Γκίνης,
  Ιδεολογία και αισθητική στον Κώστα Βάρναλη, Γλάρος 1982
• Νίκος Χελιώτης,
  Βάρναλης-Σικελιανός, Αθήνα 1984
• Λουτσία Μαρκελέζι Λούκα,
  Συμβολή στην εργογραφία του Βάρναλη, Κέδρος 1984
• Μ. Μ. Παπαϊωάννου,
  Κώστας Βάρναλης-μελέτες, Σύγχρονη Εποχή 1984
• Στέλιος Γεράνης,
  Κώστας Βάρναλης, σάτιρα, ποίηση…, Σύγχρονη Εποχή 1985
• Στάθης Μάρας,
  Ιδεολογία και Ποίηση, Καστανιώτης 1986
• Θανάσης Μουσόπουλος,
  Ο κλασικός της Ρωμιοσύνης, Θουκυδίδης 1986
• Γιάννης Δάλλας,
  Η δημιουργική δεκαετία στην ποίηση του Κ. Β., Κέδρος 1988
• Ανδρέας Λεντάκης,
  Ρωμανός ο Μελωδός-Κώστας Βάρναλης και Στρατευμένη Τέχνη,
  Δωρικός 1991
• Μ. Μ. Παπαϊωάννου,
  Προσκυνητής Κώστας Βάρναλης, Βιβλιοσυνεργατική 1991
• Παναγιώτης Ε. Σταύρακας,
  Κώστας Βάρναλης, Αθήνα 1993
• Γιάννης Ζαρογιάννης,
  Η πρώιμη ποίηση του Βάρναλη και ο Σολωμός, Λωτός 1997
• Γιάννης Δάλλας,
  Η σημασία και η χρήση ενός συμβόλου. Η «Μαϊμού» στα κείμενα του
  Κώστα Βάρναλη, Γαβριηλίδης 2003
• Αγαθή Γεωργιάδου,
  Ιδανικές φωνές κι αγαπημένες…(Παλαμάς/Καβάφης/Σικελιανός/Κ. Β.),
  Μεταίχμιο 2006
• Μιχάλης Σταφυλάς,
  Ο ποιητής μας Κώστας Βάρναλης, Πνευματική Ζωή 21/χ.χ.
• Τα Πενηντάχρονα του έργου του Κώστα Βάρναλη, Κέδρος 1982
• Κώστας Βάρναλης, 10 χρόνια από το θάνατό του, Υπουργείο
   Πολιτισμού 1984
«Δε με νοιάζει, που ξεμπερδεύω σήμερα με τη μπαμπεσιά των νόμων, όπως δε θα μ’ ένοιαζε να σας άδειαζα τη γωνιά μετά λίγους μήνες ή χρόνια με το θέλημα της Φύσης. Σας χρωστάω και χάρη… Φέβγοντας με παράτα και σάλπιγγες από το να Τίποτα για το άλλο Τίποτα κάνω γούστο να κοροϊδέβω και εσάς και τον εαυτό μου. Τι τα θέλετε! Κρίνω θα πει κοροϊδέβω.»
ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ
• περιοδικό Αντί τχ. 308/17-1-1986
   Η Αριστερά και ο Κώστας Βάρναλης-Μια μικρή αναδρομή
   γράφουν:
  -Μήτσος Αλεξανδρόπουλος, Μια ανάμνηση και λίγες σκέψεις για το
   έργο του.
  -Γιώργος Κατηφόρης, Οχτώ Στίχοι.
  -Lucia Marcheselli-Loucas, Βάρναλης και σοσιαλιστικός ρεαλισμός.
• περιοδικό Ο Πολίτης τχ.71/1,3,1986
   γράφουν:
   -Κώστα Βάρναλη, άγνωστα και δυσεύρετα κείμενα
   -1928 Μια συνέντευξη του κ. Βάρναλη στο περιοδικό «ΓΛΑΥΚΑ» του
    Πειραιά αριθ. φ. 5-6
   -Θεανώ Ν. Μιχαηλίδη, Το Αρχείο Βάρναλη
   -Γιάννης Δάλλας, «Το φως που καίει». Η γένεση ενός ποιήματος και
    μιας ποιητικής.
   -Κ. Γ. Κασίνης, Παλαμικά μαργινάλια στο Σολωμό χωρίς μεταφυσική
    του Βάρναλη.
   -Γεωργία Λαδογιάννη, Βάρναλης-Θεοτοκάς ιδεολογικές αντιπαραθέσεις
• Αφιέρωμα στον Κώστα Βάρναλη,
   Νεοελληνικός Λόγος 1975-1976, Κέδρος 1977
• Νέα Εστία τχ. 1163/1975
• Πνευματική Ζωή τχ.115-116/1997
• Τομές τχ 1/1975
• Αιολικά Γράμματα τχ. 25/1975
«Σας χρειαζόταν ένα θύμα… όχι για να μάθουνε τα παιδιά σας ν’ αγαπάνε την αρετή, μα να φοβούνται τη δημοκρατία. Σας χρειαζόταν ένα θύμα πολύ μεγάλο, για να πλερώσει τα κακουργήματα της χτεσινής τυραννίας και να φράξει το δρόμο του ξαναγυρισμού της»
             
Βιβλιογραφικά Άρθρα
Α
• Α.,
  Ποιητή, μας έμαθες όλη την αλήθεια…, και δεν μας πρόδωσες ποτέ.
  εφημερίδα Αθηναϊκή 18/12/1974
• Ανωνύμως,
  Ο διανοητής του λαού, Η Βραδυνή της Κυριακής 10/12/2002
• Ανωνύμως,
  «Άτταλος Γ΄» στο Λυκαβηττό, Τα Νέα 11/8/1978
• Ανωνύμως,
  Με τις ευχές όλων μας. Καλύτερα ο ποιητής Κ. Βάρναλης, Ο Ριζοσπάστης 8/12/1974
• Ανωνύμως,
  Μνήμη Βάρναλη, Ελευθεροτυπία 16/12/1976
• Ανωνύμως,
  Βελτιώθηκε η κατάσταση του Βάρναλη, Η Αυγή 8/12/1974
• Ανωνύμως,
  Στην εκδήλωση του «Παλλάς» ακούστηκε ηχογραφημένη η φωνή του
  Κώστα Βάρναλη, Τα Νέα 25/5/1993
• Ανωνύμως,
  Οι δημοσιογράφοι τίμησαν τον Βάρναλη, Ελευθεροτυπία 25/5/1993
• Δημήτρης Αγγελάτος,
  «Με τρόπο μικτό και νόημα»-Η καταγωγή των ιδεών και της τέχνης του
  Σολωμού και η ερμηνεία τους από τον Κ. Βάρναλη,
  Η Καθημερινή 24/5/1998
• Τάκης Αδάμος,
  Η Λογοτεχνική Κληρονομιά μας. (από μια άλλη σκοπιά), τόμος Β,
  Ποιητές, Καστανιώτης 1980
• Νάσος Αθανασίου,
  (Για την αντιγραφή από την «Πρωϊα» του 1944 στο «ΕΝΑ» του 1991)
  Κώστας Βάρναλης, πενήντα δύο χρονώ!. περ. Ένα τχ.26/26-6-1991
• Σούλα Αλεξανδροπούλου,
  Μαρτυρίες και καταγραφές του Κώστα Βάρναλη.
  Ελευθεροτυπία 11/5/1980
• Έλλη Αλεξίου,
  «Υπό εχεμύθειαν» ο έρωτάς της με τον Βάρναλη…
  της Φάνης Πετραλιά, Το Βήμα 24/1/1977
• Έλλη Αλεξίου,
  Η Έλλη Αλεξίου για τον Κώστα Βάρναλη, Τα Νέα 14/5/1984
• Έλλη Αλεξίου,
  Η Έλλη Αλεξίου για τον Κώστα Βάρναλη
  του Γιάννη Διακογιάννη, Τα Νέα 14/5/1984
• Ιγνάτιος Αλεξίου,
  Μαρτυρίες για τον Κώστα Βάρναλη,
  περ. Πνευματική Ζωή τχ.121/7,8,1998   
• Παντελής Απέργης,
  Τρία Πρόσωπα, (Ε. Ροϊδης/Κ. Π. Καβάφης/Κ. Βάρναλης) Ιωλκός 1980
• Αλέξανδρος Αργυρίου,
  Ο Προσκυνητής του Κώστα Βάρναλη. Ένα μείζον ποίημα και η
  Φιλολογική του αποκατάσταση, Η Καθημερινή 30/10/1988
• Αλέξανδρος Αργυρίου,
  Αναψηλαφήσεις σε δύσκολους καιρούς, Κέδρος 1986
• Κώστας Ασημακόπουλος,
  Ένα ανέκδοτο ποίημα του Κώστα Βάρναλη, περιοδικό
   Τομές 34,35/3,4,1978
Β
• Γιώργος Βαλέτας,
  Δύο χρόνια από το θάνατο του Κ. Βάρναλη. Η Αναστύλωση,
  Ο Ριζοσπάστης 19/12/1976
• Βάσος Βαρίκας,
Συγγραφείς και Κείμενα, Ερμής 2003
• Γιώργος Βελουδής,
  Σολωμικός Βάρναλης, Το Βήμα 28/12/1975, και,
  (Αθυρόστομος κι αμίμητος…), από αφήγηση του Βασίλη
  Λαμπρολέσβιου
• Γιώργος Βελουδής,
  Οι αισθητικές δοκιμές του Κώστα Βάρναλη, Το Βήμα 19/12/2004
• Παναγιώτης Βήχος,
  Φασιστογραφούν, συκοφαντούν το Βάρναλη, Νέα Προοπτική 24/2/1996
• Ελένη Βοϊσκου,
  Γεμάτος σφρίγος κι εφηβική τόλμη, Ελευθεροτυπία 30/5/1976
• Ελένη Βοϊσκου,
  Μνήμη Κώστα Βάρναλη, Ελευθεροτυπία 12/12/1976
• Αντώνης Βουγιούκας(σκηνοθέτης),
  Γεύση από τον Βάρναλη στη Γαλλία
  Ανταπόκριση από το Παρίσι της Ήρας Φελουκατζή, Τα Νέα 25/1/1980
• Κώστας Βούλγαρης: ανθολόγος του μήνα,
  Ποιητικό Ανθολόγιο. «Το φως που καίει», Η Αυγή 1/3/2001
• Τάσος Βουρνάς,
  Σπονδή στο νωπό τάφο του Δασκάλου. Μια πρώτη αποτίμηση ενός
  μεγάλου έργου, Η Αυγή 22/12/1974
• Τάσος Βουρνάς,
  Ο Βάκχος της Ελληνικής Ποίησης, περ. Ο Ταχυδρόμος τχ.2/8-1-1981
Γ
• Δημήτρης Γιάκος,
  Κώστας Βάρναλης, Εξόρμηση 4/6/1993
• Δημήτρης Γιάκος,
  Χριστουγεννιάτικη μνήμη Κώστα Βάρναλη, Εξόρμηση 25/12/1994
• Ελένη Γκίκα,
  Βάρναλης ο αγωνιστής ποιητής, Έθνος 12/9/1999
• Δημήτρης Γκιώνης,
  Ένας δικτάτορας στο Λυκαβηττό, Ελευθεροτυπία 17/8/1978
• Δημήτρης Γκιώνης,
  Ο Βάρναλης των κατατρεγμένων, Ελευθεροτυπία 23/5/1993
• Δημήτρης Γκιώνης,
  «Η Μάνα του Χριστού», Κυριακάτικη 8/4/2001
• Δημήτρης Γκιώνης,
  Λίγο είναι ο θάνατος; Ελευθεροτυπία 19/12/2009
• Δημήτρης Γκιώνης,
  Κώστας Βάρναλης, ο ρεπόρτερ, Ελευθεροτυπία 15/4/2006
• Δημήτρης Γληνός,
  Βάρναλης: Ο ποιητής του λαού, Ο Οδηγητής 18/12/1974
• Δημήτρης Γληνός,
  Βάρναλης, ο επαναστάτης, Η Αυγή 22/12/1974
• Ζάνος Γουγουτάς, (επιστολή από ΗΠΑ),
  Να θυμηθούμε τον μεγάλο Βάρναλη, Τα Νέα 22/4/1991
Δ
• Ν. Δ.,
  Ο Κώστας Βάρναλης, Ελευθεροτυπία 16/12/1976
• Κ. Δρ.,
  Κώστας Βάρναλης, πέντε χρόνια απ’ το θάνατό του,
  Εξόρμηση 23/12/1979
• Γιάννης Δάλλας,
  «Χρέος σου με τα χέρια σου να σηκωθείς». Επανεκδίδονται οι «Σκλάβοι
  Πολιορκημένοι» του Κ. Β., σε φιλολογική επιμέλεια του Γιάννη Δάλλα,
  της Αγγελικής Κώττη, Κυριακάτικος Ριζοσπάστης 14/4/1991
• Γιάννης Δάλλας,
  Κώστας Βάρναλης, στον τόμο Σάτιρα και πολιτική στη νεώτερη ελλάδα, Εταιρεία Σπουδών Μωραίτη 1979
• Γιώργος Δανιήλ,
  Ανακομιδή, Εστία 1991
• Φώτης Δημητρακόπουλος,
  Ο Νεοελληνισμός στη Λογοτεχνία, Καστανιώτης 1990
• Στάθης Δρομάζος,
  Νεοελληνικό Θέατρο-Κριτικές, Κέδρος
Ε
• Αριστούλα Ελληνούδη,
  20 χρόνια λείπει ο «Οδηγητής», Ριζοσπάστης 11/12/1994
• Αριστούλα Ελληνούδη,
  Ο αειμακάριστος ποιητής-οδηγητής, Ο Ριζοσπάστης 15/11/1998
• Αριστούλα Ελληνούδη: κείμενα-επιμέλεια
  Αφιέρωμα Κώστας Βάρναλης, Ο Ριζοσπάστης Δεκέμβρης 1998, σ.15.
Ζ
• Γιώργος Ζεβελάκης,
  Κώστας Βάρναλης, Φέιγ Βολάν της Κατοχής(προδημοσίευση).
  Από την «Εισαγωγή» του Γιώργου Ζεβελάκη,
  περ. Ο Πολίτης τχ.156/6,2007
• Αλέξης Ζήρας,
  Λήμμα στο Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Πατάκη 2007
Ι
• Σόνια Ιλίνσκαγια,
  Επισημάνσεις. Από την πορεία της ελληνικής ποίησης του 20ου αιώνα, Πολύτυπο 1992
• ΙΦ,
  Η αληθινή απολογία του Σωκράτη. Το κορυφαίο έργο του Βάρναλη από
  τον Χρήστο Καλαβρούζο, Η Απογευματινή 30/8/1998
Κ
• Νίκος Καραντηνός,
  Ο ποιητής του «Οδηγητή»(πύρωνε τις καρδιές μας), Κυριακάτικος
  Ριζοσπάστης 25/2/1996
• Νίκος Καραντηνός
  Ο Χρονογράφος Κ. Βάρναλης(25 χρόνια από το θάνατό του),
  Κυριακάτικος Ριζοσπάστης 19/12/1999
• Νίκος Καραντηνός,
  Κ. Βάρναλης(ο δάσκαλος, ο ποιητής, ο δημοσιογράφος), Κυριακάτικος
  Ριζοσπάστης 16/12/2001
• Νίκος Καραντηνός,
  Στο στέκι του Κ. Βάρναλη(Ψηλά στη Δεξαμενή),
  Ο Ριζοσπάστης 8/9/2002
• Αντρέας Καραντώνης,
  Νεοελληνική Λογοτεχνία-Φυσιογνωμίες, τ. 2ος, Δ. Παπαδήμας 1977
• Γεώργιος Κατηφόρης,
  Κλασική αρχαιότητα κι Έλληνες μαρξιστές. Γληνός-Βάρναλης: δύο
  αντίθετες απόψεις, Τα Νέα 22 έως 26/6/1981
• Φάνης Κλεάνθης,
  Αφιέρωμα στον Βάρναλη, Τα Νέα 4/2/1977
• Φάνης Κλεάνθης,
  Ο Βάρναλης θα ζη πάντα στη καρδιά του λαού, Τα Νέα 17/12/1974
Λ
• Γεωργία Λαδογιάννη,
  Η φωνή των κειμένων, Ο Ριζοσπάστης 28/3/1999
• Γεωργία Λαδογιάννη,
  Ο Βάρναλης διαβάζει Όμηρο, Ο Ριζοσπάστης 14/12/1999
• Κώστας Λαζανάς,
  Πλεύσις του Κ. Βάρναλη (ποίημα)
• Γιώργος Α. Λεονταρίτης,
  Για τον ποιητή Κώστα Βάρναλη, Η Καθημερινή 22/5/1993
• Γιώργος Λεονταρίτης,
  Ο Βάρναλης, Η Αυγή 23/12/1984
• Ηλίας Χ. Λεφούσης,
  Μνήμη Κώστα Βάρναλη, περ. Θεσσαλική Εστία τχ.13/1,2,1975
• Γιώργος Λιάνης,
  Απόψε η βραδυά Κώστα Βάρναλη, Τα Νέα 16/12/1975
• Γιώργος Λιάνης,
  Φωνή Βάρναλη κατά Τυράννων. «Ατταλος Γ» από το Θέατρο Κύπρου,
  Τα Νέα 16/8/1978
• Γιώργος Λιάνης,
  Βάρναλης: ένας πανανθρώπινος ποιητής,
  περ. Ο Ταχυδρόμος τχ.1082/1-1-1975
• Γιώργος Λιάνης: επιμέλεια,
  Κώστας Βάρναλης, Η Ζωή μου, Τα Νέα 18-22/12/1979
• Γιώργος Λιάνης,
  Ανταποκρίσεις από την Λογοτεχνία, Νέα Σύνορα-Λιβάνη 2005
• Παναγής Λορεντζάτος, Κ. Βάρναλης, περιοδικό
  Νέα Εστία τχ.1753/2,2003
• Μενέλαος Λουντέμης,
  Βάρναλης, ο κοντατομάχος, Η Αυγή 22/12/1974
• Μήτσος Λυγίζος,
  Τομή στο Σύγχρονο Θέατρο, Δωδώνη 1985
Μ
• Αλέκος Μακρόπουλος,
  Ο Βάρδος που αγάπησε τη θάλασσα και τη γυναίκα,
  Ελευθεροτυπία 7/12/1975
• Λάμπρος Μάλαμας,
  Στον Κώστα Βάρναλη(για τα 10 χρόνια από το θάνατό του),
  Περ. Ελεύθερο Πνεύμα τχ. 54/10,11,1984
• Τίμος Μαλάνος,
  Ο Καβάφης και ο Βάρναλης, περ. Το Περιοδικό μας τχ.5/11,1958
• Σπύρος Μαρκαντώνης,
  Ο αείμνηστος Βάρναλης, Ο Ριζοσπάστης 12/4/1987
• Παναγιώτης Δ. Μαστροδημήτρης,
  Νεοελληνικά-Μελέτες και Άρθρα, τόμοι Α, Β, Γ, Γνώση 1984-1988
• Τάκης Μενδράκος,
  Στον Κώστα Βάρναλη, Η Αυγή 22/12/1974
• Μιχάλης Μερακλής,
  Για τον Βάρναλη, Κυριακάτικος Ριζοσπάστης 11/10/1992
• Μιχάλης Μερακλής,
  Η σάτιρα του Βάρναλη, Κυριακάτικος Ριζοσπάστης 18/12/1992
• Θεανώ Μιχαηλίδου,
  Φωτιά της κόλασης που ασάλευτον κρατεί με, Τα Νέα 8/11/1999
• Αντώνης Μοσχοβάκης,
  Κώστα Βάρναλη από τον Θ. Ο. Κ., Άτταλος Γ΄ Κυπριακή αποκάλυψη,
  Ελευθεροτυπία 7/9/1978
• Θανάσης Μουσόπουλος,
  Κώστας Βάρναλης: ο κλασικός της Ρωμιοσύνης,
  περ. Γιατί τχ.114/12,1984
• Παντελής Μπουκάλας,
  Ο Βάρναλης του λυρισμού και της σάτιρας, Η Καθημερινή 13/12/1994
• Μιχάλης Μπουρμπούλας,
  Εκάς οι βέβηλοι!, Ο Ριζοσπάστης 27/3/1996
• Ν. Μπ.,
  Η Αληθινή απολογία του Σωκράτη, περιοδικό Γυναίκα τχ. 709/16-3-1977
Π
• Βάϊος Παγκουρέλης,
  Ο Βάρδος της Λευτεριάς, περ. Επίκαιρα τχ. 334/25-12-1974, και,
  Αποχαιρετισμός, του Τάκη Μενδράκου
• Κώστας Παπαγεωργίου,
  Μονόλογοι και χειρονομίες, Αλεξάνδρεια 2003
• Παύλος Παλαιολόγος,
  Τιμές σε ποιητή, Το Βήμα 19/12/1974
• Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη,
  Ένα δάκρυ για τον μεγάλο μας ποιητή, Η Αυγή 22/12/1974, και,
  Επίγραμμα στον Κ. Βάρναλη, της Γεωργίας Δεληγιάννη-Αναστασιάδη
• Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη,
  Ο Βαρναλικός Σωκράτης, Ο Ριζοσπάστης 19/12/1976
• Θανάσης Παπαθανασόπουλος,
  Λογοτεχνικά Μελετήματα, Θουκυδίδης 1982
• Μ. Μ. Παπαϊωάννου,
  Επίκαιροι οι «Μοιραίοι», Ο Ριζοσπάστης 8/1/1995
• Μ. Μ. Παπαϊωάννου,
  Διαχρονικός και πάντοτε επίκαιρος, Κυριακάτικ. Ριζοσπάστης30/5/1993
• Μ. Μ. Παπαϊωάννου,
  Ο Βάρναλης κι η γύρω του σιωπή, Κυριακάτικ. Ριζοσπάστης 20/12/1992
• Κώστας Παρορίτης,
  «Το φως που καίει, περιοδικό Ο Νουμάς τχ. 768/15-11-1922
• Δήμητρα Παυλάκου,
  Μα τον Κύνα. 60 χρόνια από την «Αληθινή απολογία του Σωκράτη»,
  Η Αυγή 24/11/1991 
• Βασίλης Πεζερίδης,
  Ένα πρότυπο πνευματικού ανθρώπου, Ο Ριζοσπάστης 24/12/1978
• Γιώργος Κ. Πηλιχός,
  Κώστας Βάρναλης, Τα Νέα 14/12/1974
• Βασίλης Πλάτανος,
  Ο αγωνιστής Κώστας Βάρναλης, Η Αυγή 27/10/1986
• Βασίλης Πλάτανος,
  Η Αθήνα κήδευσε χθες τον αγωνιστή ποιητή, Τα Νέα 19/12/1974
• Μαριλένα Πολιτοπούλου,
  Με «Άτταλο Γ΄» του Βάρναλη. Ο Κυπριακός θίασος απόψε στο
  Λυκαβηττό, Τα Νέα 17/8/1978
• Μαριλένα Πολιτοπούλου,
  Ήταν δύσκολο να είσαι γυναίκα του Βάρναλη, περ. Ο Ταχυδρόμος τχ.1129/18-12-1975
• Ο Παρασκήνιος,
  Η κυρία Σοφία Παπανδρέου και ο Κώστας Βάρναλης, περ.
  Ο Ταχυδρόμος 11/12-3-1981
• Ο Παρατηρητής,
  Ο Βαρναλικός Σωκράτης στη σκηνή, Η Αυγή 13/2/1977
Ρ
• Γιάννης Ρίτσος,
  Το επικήδειο ποίημα του Γιάννη Ρίτσου, Η Αυγή 22/12/1974
• Πέτρος Ρούσος,
  Κώστας Βάρναλης, ο ποιητής του λαού, Ο Ριζοσπάστης 18/12/1974
Σ
Γιώργος Σαββίδης,
  Για τον «Προσκυνητή» του Κ. Βάρναλη, περ.Ο Πολίτης τχ.86/12,1987,
  και, Από τα «Σημειωματάρια» του Κ. Β.
• Γιώργος Π. Σαββίδης,
  Ένας Δάσκαλος Βαρβάτος, Το Βήμα 28/12/1974
• Γιώργος Π. Σαββίδης,
  Γένεση και αναβίωση του «Προσκυνητή» του Βάρναλη,
  Το Βήμα 6/3/1988
• Χάρης Σακελλαρίου,
  Παθολογία της Πνευματικής Ζωής, Φιλιππότης 1983
• Νίκος Σαραντάκος,
  Στα εγκαίνια της κοριτσίστικης ελικιάς, Η Αυγή 20/11/2011
• Δημήτρης Σέρβος,
  28 χρόνια από το θάνατο του μεγάλου ποιητή, Οδηγητής 8/12/2002
• Ηλίας Σιμόπουλος,
  Η Ένωση Συγγραφέων της Σοβιετικής Ενώσεως για τον Κώστα Βάρναλη
  Το Βήμα 21/12/1974
• Κωστής Σκαλιώρας,
  Αφέντες, δούλοι και τελώνια, Το Βήμα 29/12/1974
• Φίλιππος Σμπόρος,
  Ανακοίνωση Επιστολικού Δελταρίου του Κώστα Βάρναλη. Από την
  Αργαλαστή στην Αλεξάνδρεια, περ. Ελευσίς τχ.9-10/1996
• Απόστολος Σπήλιος,
  Βάρναλης, Η Αυγή 18/12/1974
• Μιχάλης Σταφυλάς,
  Η σάτιρα του Βάρναλη, Εξόρμηση 21/9/1997
• Κώστας Στεργιόπουλος,
  Η πνευματική παρουσία κι η ποίηση του Βάρναλη,
  περ. Νέα Δομή τχ.7/1-12-1976,και στο «Περιδιαβάζοντας» τόμος Α, Κέδρος 1982
• Κώστας Στεργιόπουλος,
  Λήμμα, στην Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάνικα 1984
• Κώστας Στεργιόπουλος,
  Η Ελληνική Ποίηση-Η ανανεωμένη παράδοση, Σοκόλη 1990
Τ
• Δημήτρης Τσάκωνας,
  Λογοτεχνία και Κοινωνία στο Μεσοπόλεμο, Κάκτος 1987
• Δημήτρης Τσάκωνας,
  Ιδεαλισμός και Μαρξισμός στην Ελλάδα, Κάκτος 1988
• Στρατής Τσίρκας,
  Κώστας Βάρναλης, Το Βήμα 18/12/1974
Χ
• Κώστας Χαρδαβέλλας,
  Σήκω, αγωνίσου, Απογευματινή 16/11/1974
• Δημήτρης Χατζής,
  Κώστας Βάρναλης, περ. Αντί τχ. 11/25-1-1975
• Φούλα Χατζιδάκη,
  Ήλιος στοιχειακής ανθρωπιάς, Η Αυγή 22/12/1974
• Σοφιανός Χρυσοστομίδης,
  Ο Προφητικός Βάρναλης, περ. Αντί τχ. 524/25-6-1993, και,
  Η Δήλωση του Κ. Β. στη «Δημοκρατική Αλλαγή»
• Σοφιανός Χρυσοστομίδης,
  Ο «συνάδελφός μας» Κώστας Βάρναλης, Η Κυριακάτικη Αυγή   18/12/1994, και, Λόγια που καίνε «Μεσσιανική πολιτική», χρονογράφημα
  του Κώστα Βάρναλη στην Αυγή της 4/3/1958
• Ο Ριζοσπάστης 20/8/1976, (δεν αναγνωρίζω το όνομα του θεατρικού κριτικού), «Άτταλος ο Γ»
«Έκανε μεγάλο καλό στην πολιτεία. Γι αυτό δεν είδε χαίρι… Έζησε και πέθανε στην ψάθα…»

Ο Θάνατός του
• Η Αυγή 12/12/1974
  Σήμερα ο λαός κηδεύει τον Κώστα Βάρναλη. Τα νιάτα τιμούν τον νεκρό ποιητή. «Θα εμπνέει και θα οδηγεί πάντα το λαό μας». Η παρέα χωρίς το δάσκαλο. Δηλώσεις των: Έλλη Αλεξίου, Μανόλης Αναγνωστάκης, Τάσος Βουρνάς, Νικηφόρος Βρεττάκος, Μίκης Θεοδωράκης, Βάσω Κατράκη, Φώντας Κονδύλης, Μάριος Πλωρίτης, Γιάννης Ρίτσος, Βασίλης Ρώτας, Αντώνης Σαμαράκης, Κώστας Ταχτσής, Στρατής Τσίρκας, Δημήτρης Φωτιάδης, Θ. Δ. Φραγκόπουλος.
• Ο Ριζοσπάστης 12/12/1974
  Το ρεπορτάζ κάλυψαν οι: Αιμιλία Υψηλάντη, Βένια Γονατοπούλου, Δήμητρα Κοκκοτάκη.
  Ο Βάρναλης ζει. Υπάρχουν δηλώσεις των: Γιάννης Ρίτσος, Νικηφόρος Βρεττάκος, Δημήτρης Φωτιάδης, Μάριος Πλωρίτης, Έλλη Αλεξίου, Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη, Βασίλης Ρώτας, Τάσσος, Γιάννης Σκαρίμπας, Νίκος Παππάς, Χρήστος Λεβάντας, Λούλα Αναγνωστάκη, Γιώργος Στεφανάκης, Δημήτρης Κατσικογιάννης, Μιχάλης Γ, Μερακλής, Κυριάκος Σιμόπουλος, Λιλή Ιακωβίδου, Γιώργος Μεϊμαρίδης, Βούλα Δαμιανάκου, Γιάννης Μαγκλής, Σόλων Γρηγοριάδης, Ηλίας Σιμόπουλος.
(ανάμεσα στα ονόματα συναντάμε και τα ονόματα των Πειραιωτών, του πεζογράφου και δημοσιογράφου Χρήστου Λεβάντα και του θεατράνθρωπου και σκηνοθέτη Μάριου Πλωρίτη)
• Το Βήμα 17/12/1974
  Πέθανε τη νύχτα ο Κώστας Βάρναλης
• Τα Νέα 17/12/1974
  Τιμήθηκε και πέθανε ο Κώστας Βάρναλης
• Τα Νέα 18/12/1974
  Τελευταίος ασπασμός στον Κώστα Βάρναλη
• Ο Ριζοσπάστης 18/12/1974
  Όλοι στην κηδεία του λαϊκού ποιητή. Όλη η Ελλάδα αποχαιρετά σήμερα τον Κώστα Βάρναλη
• Οδηγητής 18/12/1974
  Ανακοίνωση του Κ.Σ. της ΚΝΕ για τον θάνατο του ποιητή Κ. Βάρναλη
• Το Βήμα 19/12/1974
  «Αθάνατος» ετάφη ο Κώστας Βάρναλης. Εκτός από το ρεπορτάζ, υπάρχει το συλλυπητήριο τηλεγράφημα του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή και επιστολή του πεζογράφου Στρατή Τσίρκα.  
• Χριστιανική 21/12/1974
  Ο Θάνατος του Κώστα Βάρναλη. Έφυγε ο τελευταίος της παλαιάς μεγάλης φρουράς. Η συνεργάτης της εφημερίδας «Χριστιανική» Κική Παπά, ρωτά για τον ποιητή τους: Παναγιώτη Κανελλόπουλο, Γεώργιο Μαύρο, Μελίνα Μερκούρη, Μάνο Κατράκη, Λαίδη Φλέμιγκ, Λιλή Ιακωβίδη.
«Μονάχα που δε με τιμωρήσατε γιατί παρέβηκα το Νόμο, μα γιατί στάθηκ’ ανίκανος να πατήσω απάνου του και να περάσω! …
«Αδικεί Σωκράτης ασθενής ων, άτε πένης… Τίμημα Θάνατος!». Αφτό θα πρέπει να λέγ’ η μήνυση.
Αν με δικάζατε ένας ένας χωριστά, ω άνδρες Αθηναίοι, θα μ’ αθωώνατε, τόσοι πολλοί, δεν μπορείτε… Όσο πιότεροι κολλάνε συναμεταξύ τους και κάνουν πλήθος, τόσο λιγότερ’ η κρίση τους και πιότερη η κάκητα.»

Βιβλιοκριτικές για το έργο του
• Χρήστος Μπουλώτης,
  «Τα κινέζικα του Κώστα Βάρναλη. Η Αυγή της Κυριακής 3/10/2004
• Αμάντα Μιχαλοπούλου: επιμέλεια,
  «Κινέζικα τραγούδια», Η Καθημερινή 20/12/1992
• Δημήτρης Γιάκος,
  Αγωνιστικής πορείας συνέχεια…, Εξόρμηση 23/3/1997
• Κώστας Σταματίου,
  Ο αληθινός Βάρναλης, Τα Νέα 24/7/1982
• Νινέττας Κοντράρου-Ρασσιά,
  «Πυθμένες», Έθνος 4/10/1985
• Κώστας Τσαούσης,
  Όταν η σάτιρα γίνεται γροθιά, Έθνος 16-6-1991
• Κώστας Τσαούσης,
  Ο Βάρναλης πριν διαβάσει Μάρξ, Έθνος 5/6/1988
• Κώστας τσαούσης,
  Ρωμανός και Βάρναλης, Έθνος 4/8/1991
• Κώστας Τσαούσης,
  Ο Ανθρώπινος πόνος της Παναγιάς, Έθνος 11/8/1991
• Ανωνύμως,
  Οι πρώτοι στίχοι του Κ. Βάρναλη, Έθνος 23/10/1985
• Γιάννης Χατζημανωλάκης,
  Στέλιος Γεράνης, «Κώστας Βάρναλης», περιοδικό
  Φιλολογική Στέγη τχ. 37-38/Φθινόπωρο 1986
• Χρήστος Λεβάντας,
  «Οι άνθρωποι», περιοδικό Το Περιοδικό μας τχ. 7-8/1,2,1959
• Τάκης Μενδράκος,
  Φιλολογικά Απομνημονεύματα, περιοδικό Επίκαιρα τχ.656/26-2-1981
• Ανωνύμως,
  Ανδρέας Λεντάκης, «Ρωμανός ο Μελωδός και Βάρναλης, Επικαιρότητα 25/8/1991
• Απόστολος Σαχίνης,
  Τετράδια Κριτικής, σειρά 8η, Εστία 1993
• Ανωνύμως,
  Η Βιβλιοθήκη του Κώστα Βάρναλη, Πριν 26/7/1998
• Ανωνύμως,
  Το άσβεστο φως του Βάρναλη, Ο Ριζοσπάστης 4/11/2007
« Ο λαός, Άμα λοιπόν του πάρεις την ελπίδα του τίποτα, του παίρνεις το παν! Και σε ξεσκίζει!»

Ενδεικτικά Κείμενά του
• περιοδικό Γυναίκα τχ.654/5/2/1975, Ο ποιητής και η Γυναίκα
• Ο Ριζοσπάστης 13/4/1996, Αφέντες και δούλοι
• Ο Ριζοσπάστης 16/4/1978, Οι υλικοί όροι της Τέχνης
• Ο Ριζοσπάστης 25/3/1978, Το πικρόν ποτήριον
• Ο Ριζοσπάστης 19/12/1976, Πως γνώρισα τον Γκόρκι
• Ο Ριζοσπάστης 19/12/1976, Αυτοβιογραφικά
• Ο Ριζοσπάστης 18/12/1977, Φορμαλισμός και παρακμή
• Η Αυγή 5/2/1978, Τέχνη και Πολιτική
• Η Αυγή 5/2/1984, Μ’ αρέσει η απτή πραγματικότητα μαζί με το γλυκό και τον καφέ

     Γράφοντας την μικρή αυτή βιβλιογραφική αναφορά για τον ποιητή Κώστα Βάρναλη, μου ήρθαν στον νου μερικές σκέψεις από το έργο του Παύλου Μάτεσι, «Εξορία», εκδόσεις Εστία 1982.
Οι σκέψεις του συγγραφέα, μεταφραστή και θεατρικού συγγραφέα Παύλου Μάτεσι, θεωρώ ότι ταιριάζουν με την ατμόσφαιρα του έργου του Κώστα Βάρναλη, «Η αληθινή απολογία του Σωκράτη», από όπου είναι και όλα τα αποσπάσματα που παραθέτω, αλλά, φωτογραφίζει και την πολιτική και ιδεολογική σήψη τόσο όλου του ελληνικού πολιτικού συστήματος του καιρού μας, όσο και την σημερινή μας πολιτική και εθνική παθογένεια σαν λαός.
Μιλά ο Θανάσης: Μας έγινε μια θεόρατη αδικία Μάρθα. Όταν αδικιέται ολόκληρος λαός, κάπου μέσα σου, γίνεσαι ανάπηρος. Δεν σου περσεύει αγάπη ν’ αγαπήσεις ένα άτομο… να το ευτυχήσεις μονάχος. Η ευτυχία σου εξαρτάται από την ευτυχία του διπλανού σου.
Τα παιδιά μας κάνουν ένα λάθος: βάνουν τη ζωή τους παραπάνω από τη ζωή.
Μαρία: Εμείς τα μάθαμε. Δεν πειράζει, άστα. Τέτοιο κράτος τέτοιοι πολίτες. Δεν είχαμε με τι άλλο να πολεμήσουμε το κράτος. Του χαρίσαμε πολίτες άχρηστους»
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη γραφή σήμερα, Σάββατο, 18 Ιουλίου 2015
Πειραιάς, 18/7/2015