Δευτέρα 25 Απριλίου 2022

Μνήμη ποιητή Τάκη Σινόπουλου

 

       Μνήμη Τάκη Σινόπουλου

Πύργος 17 Μαρτίου 1917- 25 Απριλίου 1981

 

 Ν Ε Κ Ρ Ο Δ Ε Ι Π Ν Ο Σ

      ΓΙΑ  ΤΟΝ

ΤΑΚΗ  ΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ

     (προσωπικό)

Του ΓΙΑΝΝΗ ΚΟΝΤΟΥ, σελίδα 181-182

ΧΡΟΝΙΚΟ ’81. Γράμματα-τέχνες ‘82

Σεπτέμβρης 1980- Αύγουστος 1981

12ος τόμος. Ετήσια έκδοση του Καλλιτεχνικού Πνευματικού Κέντρου «ΩΡΑ»

                Πεθαμένος στα δύσκολα χρόνια

                μιά μέρα ξαφνικά που αντίκρισε

                τις κόκκινες οξιές πιο χαμηλά

                το σπίτι του πνιγμένου στον ποταμό.

                                                                Μεταίχμιο

     Ανήμερα Λαμπρή, έφυγες, χάθηκες, έσβησες, δεν άντεξε η καρδιά σου, πέθανες (το λένε με χίλιους τρόπους). Δεν θα σε δω ποτέ πιά, ρούσο, γεμάτο άντρα, χαμογελώντας ή νευριάζοντας. Με την τσάντα του γιατρού στο χέρι, με τα ποιήματα πάντα και παντού. Με το κρασί, με το φαϊ, με τη Μαρία, με τα ποιήματα, με τους ποιητές, με τα βιβλία.

     Όταν σε πρωτοείδα-πάνε έντεκα χρόνια-αρχίσαμε να μιλάμε κι από τότε δεν σταματήσαμε ποτέ. Με έμαθες πράγματα και τέχνες και ζωή. Πλησίασες τους τότε νέους ποιητές, όσο κανείς της γενιάς σου. Ώριμος ποιητής με τον Νεκρόδειπνο, τις Πέτρες, το Χρονικό, τον Χάρτη, το Νυχτολόγιο, και την προηγούμενη δουλειά σου. Μιά πορεία αιμάτινη. Αυτό το καλοκαίρι δεν θα διαβάσω πάλι τα ημερολόγια του Κάφκα, θα σου γράψω αυτά τα λόγια-έτσι ανακατωμένα, έτσι ασύνδετα-όπως είναι η ζωή μου σ’ αυτή τη βρώμικη πόλη. Όταν έγινε επταψήφιο το τηλέφωνό σου και μπήκε η μονάδα μεταξύ δεύτερου και τρίτου αριθμού, και εγώ έκανα λάθος δύο ολόκληρες μέρες και δεν μπορούσα να σε πιάσω και με πείραζες «ρε Γιάννη, μή παθαίνεις άγχος». Σε είχα συνδέσει πολύ με το μέρος που έμενες. Τα χαμηλά σπίτια, τα οικεία-μακριά από το κέντρο-με τα εγκαταλειμμένα εργοστάσια, λίγα φώτα και έναν ουρανό μαύρο σεντόνι να τινάζει αστέρια, πάντα χειμώνας, να βρέχει-πιό κει το τρίτο νεκροταφείο με τη φίλη μου την Ελπίδα χρόνια στο χώμα-πιό δώθε η γέφυρα και ο Βασίλης να μου κάνει παρέα μέχρι να βρεθεί ταξί. Το σπίτι σου όμως μισό μέτρο κάτω από το δρόμο ήτανε το αποκούμπι μας-κόσμος δροσίστηκε, έφαγε, μίλησε, είδε και θυμάται. Η αυλή και γύρω πέτρες, χώμα, ακροκέραμα, αστερίες, ξερές ρίζες και πέτρες, πέτρες και ποιήματα. Μέσα στο σπίτι πάλι ποιήματα, αντικείμενα, βιβλία και το καύκαλο μιάς χελώνας στο γραφείο σου. Στο βάθος ένα άλλο σπιτάκι, το ιατρείο σου και παλιότερα απ’ έξω μιά άσπρη σκύλα δεμένη με αλυσίδα και μετά ένα πουλί σε κλουβί, μιά ελιά, ένα μαρμάρινο τραπέζι. Αναπάντεχα εμφανιζότανε ο Νίκος Καχτίτσης ή ακουγότανε για λίγο ο φίλος σου του Πύργου, ο Γιώργης Παυλόπουλος ή βρισκότανε δίπλα μας ο Ν. Γ. Πεντζίκης με τη Θεσσαλονίκη του. Όταν ήρθε ο δεύτερος και με βρήκε λίγες μέρες μετά το κακό, βγήκε στους δρόμους, τον ρωτούσα λεπτομέρειες. Γυρνούσαμε στο μαγκανοπήγαδο  της Αθήνας- Ακαδημίας, Ιπποκράτους, Πανεπιστημίου, Σταδίου-σαν παλιάλογα με σκεπασμένα μάτια, και κλαίγαμε. Νερό δεν βγάζαμε. Ξηρασία. Αν ήξερες τα ποτάμια της πατρίδας σου καλά. Τώρα δεν σε ακούει κανείς. Τοπίο θανάτου ή πετρωμένη θάλασσα τα μαύρα κυπαρίσσια, όπως γράφεις και αρχίζεις το πρώτο σου βιβλίο το Μεταίχμιο. Και κείνο το Μεγάλο Σάββατο να λέω στην παρέα μου συνέχεια το ελάτε να πετάμε πέτρες’ να περάσουνε τα χρόνια, μαζί με τ’ όνομά σου και το βιβλίο σου την Ποίηση της Ποίησης. Πρίν τρείς μέρες με πήρες τηλέφωνο για να με χαιρετήσεις. Πήγαινες για Πάσχα στον Πύργο σου. Σημάδι περίεργο. Πάντα έφευγες μερικές μέρες και όταν επέστρεφες έπαιρνες τηλέφωνο ή σε έβλεπα τον ίδιο: «Να έλειπα λίγες μέρες, τι κάνεις;». Χαμόγελο ρούσο και πάντα ρούχα σε ανοιχτά χρώματα και στο χέρι η τσάντα με τα βιβλία. Χρόνια μιλούσαμε-δεν σταματήσαμε ούτε μ’ αυτό που συνέβη- ποιήματα, βιβλία, τσακωμοί, αγάπες, προσωπικά. Ενώ ήσουνα άνθρωπος με πάθος και άναβες με το παραμικρό, όταν σου έλεγα τα προβλήματά μου, κυρίως τα συναισθηματικά, τις αγωνίες μου, προσπαθούσες να με ηρεμήσεις και να μου δώσεις κουράγιο. Όταν η συζήτηση γυρνούσε στην ποίηση τιναζόσουνα, πάθαινες, τεντωνόσουνα και άρχιζες όπως στο βιβλίο σου Η Ποίηση της Ποίησης ή όπως γράφεις στις Πέτρες, σκυθρωπή περηφάνια που είχαν’ εκείνες οι λέξεις. Βοηθούσες, συνέχεια βοηθούσες. Πολλοί επώνυμοι ποιητές και πεζογράφοι της μεταπολεμικής και της νεώτερης γενιάς είχανε εσένα συμπαραστάτη στη λογοτεχνική τους ζωή. Πέρασες σκληρά χρόνια. Η Ελλάδα σμπαράλια, πόλεμος, Κατοχή και το χειρότερο ο Εμφύλιος. Από τη μιά μεριά να συμμετέχεις και από την άλλη η ποίηση, ποίηση. Και να θέλεις να δημοσιεύσεις και να βγάλεις βιβλίο. Η αλήθεια είναι ότι η γενιά σου πέρασε πολύ δύσκολα χρόνια για να βγάλει το κεφάλι της έξω να πει το λόγο της ανάμεσα στις σφαγές. Τώρα αλλάξανε βέβαια τα πράγματα και υπάρχει μιά κρούστα «πολιτισμού» που όμως όποτε θέλουν τη σπάνε οι κρατούντες. Τα ήξερες καλά τα χιλιάδες πρόσωπα της εξουσίας. Τη βία, την έχθρα για τα πνευματικά πράγματα και τους ανθρώπους που τα δημιουργούν. Γι αυτό είχες μιά υπερευαισθησία για ό,τι γινότανε γύρω από το χώρο μας και από μέσα προς τα έξω. Συμμετείχες παντού, ήσουνα διαθέσιμος για όλους, αν και ήξερες καλύτερα από όλους την κατάσταση της υγείας σου. Φορές φαινόσουν έτοιμος να καταρρεύσεις-τοιχογραφία σε παλιά εκκλησία- σου μιλούσα κανονικά χωρίς να δείχνω τίποτα από τον πόνο μου, αλλά έχωνα τα νύχια στο κρέας με τρόμο. Φορές έδειχνες καλύτερα, αλλά εσύ ήξερες πολύ καλά την πορεία της καρδιάς σου. Όλα αυτά μετά εκείνο το γερό χτύπημα τον Αύγουστο του εβδομήντα τέσσερα. Το γράφεις καθαρά στο Χάρτη: Καταλάβαινα η πληγή αρχίζοντας από το/ γκρίζο του μυαλού πέρναγε πίσω από το δεξί μου αυτί,/ λόξευε ανάμεσα στα κόκαλα του αυχένα, για να καταλήξει/ στη γωνιά της ωμοπλάτης, εκεί όπου ο σκοτεινός/ γιατρός εντόπιζε την προσοχή του. Ήθελες να ζήσεις όμως, αλλά απαγορευόντουσαν πολλά πράγματα. Είχες πλάι σου τον φύλακα άγγελο τη Μαρία που έκανε ό,τι μπορούσε για να σε προφυλάξει. Θυμάσαι ήμαστε σε ταβέρνα, καθόμαστε, η Μαρία κάτι πήγε να δει στην κουζίνα. Μου λές: «Κοίτα πότε θα γυρίσει» και ανάβεις τσιγάρο. Μετά από ένα λεπτό βρέθηκα με ένα τσιγάρο στο χέρι σύν το δικό μου. Οι ποιητές είναι παιδιά γιατί αλλιώς δεν θα μπορούσαν να συλλάβουν όλο το εύρος της ζωής. Τραβάω την κλωστή της μνήμης κι όλο κόβεται. Ξεχνιέμαι σε γεγονότα και στίχους. Γράφεις στο Νεκρόδειπνο: Μιά μέρα είδε το μούτρο του εντοιχισμένο ανάμεσα στις/ πέτρες του σπιτιού. Έχω πεθάνει θα πεθάνω, συλλογίστηκε. Αλλού είσαι ένας επιζών και μας λες μέσα από τη νύχτα και την αντίστιξη: Βασανισμένο πρόσωπο τώρα βασανισμένο/ ανάμεσα σε δύο βουνά ανατέλλοντας/ σε τούτη τη ρωγμή διψώντας. Στο Χρονικό: Από δω και μπρός (όσο μπορείς) οι λέξεις μία /μία/ό,τι γυμνό και αδέκαστο μπορείς να δώκεις.

     Ήσουνα από ευγενές μέταλλο, γι’ αυτό δεν σε άγγιζε ποτέ η σκουριά. Η στάση σου στην τελευταία δικτατορία, ατόφια και ρομαντική μαζί. Να σωθεί η αξιοπρέπεια αυτού του τόπου, από εκείνο τον κατακλυσμό της βίας: Σήμερα βρίσκομαι γωνία Πατησίων και απογεύματος, γράφεις και θυμάμαι. Τα γεγονότα άρχισαν να ξεχνιούνται ή έχουν ξεχαστεί ήδη-όπως γίνεται συνήθως-αλλά αυτοί που ξέρουν δεν ξεχνούν. Τα ποιήματά σου ποτάμια. Ονόματα σκοτωμένων συντρόφων, η πατρίδα τσακισμένη, το πρόσωπό σου ξερό, καμένο, να περιέρχεται τον τόπο και το χρόνο, η γυναίκα σκοτεινή και φευγάτη και άλλα πολλά. Τοιχογραφίες της ζωής η μία πάνω στην άλλη και να τις ξεκολλάει ο αέρας της ιστορίας, να τρομάζουμε και να μαθαίνουμε. Και πάνω απ’ όλα η αγωνία της γλώσσας. Ήσουνα και είσαι ο ποιητής της γενιάς σου που πάλεψε τόσο πολύ και τόσο επώδυνα με την ύλη της γλώσσας και προχώρησες τα ποιητικά στατικά πολύ πέρα από ό,τι νομίζουν ή βλέπουν οι σχολιαστές σου και οι κριτικοί. Μάθημα για τους νεώτερους και αυτούς που αρχίζουν τώρα να γράφουν και να μπαίνουν στη μεγαλύτερη περιπέτεια της ζωής τους, αν είναι αποφασισμένοι. Ναι, υπήρξες και υπάρχεις για μας ένας αποφασισμένος της τέχνης και της ζωής. Γιατί τα δύο αυτά πάνε μαζί-όσο και αν θέλουν μερικοί να τα ξεχωρίσουν ή να τα απομακρύνουν. Πίστευες μέχρι εξαντλήσεως στη φιλία. Και αυτή η εριστικότητα και η ντομπροσύνη σου μαζί με την αγάπη και το πλησίασμα αν και αντίθετα φέρναν μιά ισορροπία ειλικρίνειας. Πέρυσι μου έφερες χαιρετισμούς από την παλιά μου αγάπη-με άκρα συνωμοτικότητα. Τα καλύτερα λόγια τα είπε για σένα σε σχέση με μας τους νέους της παρέας σου ο Μιχάλης από το Λονδίνο. Τώρα η Μαρία διψασμένο πουλί χωρίς δάσος. Μη νομίζεις ότι στα γράφω αυτά επειδή πέθανες-όπως λένε- σου μιλάω για να μή φοβάμαι τη νύχτα. Καλοκαίρι και είμαι σ’ ένα χωριό κοντά στη Λάρισα. Κοντά στο ποίημά σου Μικρό φορτηγό νεκροταφείο. Με την ένδειξη Κοζάνη-Λάρισα. Είμαι στο σταθμό, γυρεύω το ποίημα και σένα. Θα καθίσω εδώ και θα σε περιμένω, λέγοντας συνέχεια τα λόγια αυτά από το Νεκρόδειπνο μέχρι να φύγει όλος ο κόσμος και να έρθεις μαζί με το ποίημα. Τάκη:

Δάκρυα πολλά με καίγανε, μονάχος κι έγραφα, τί ή-

μουν εγώ, μιλώντας έτσι με,

χρόνια και χρόνια ζωντανεύοντας χαμένα πρόσωπα, κι

απ’ τα παράθυρα έμπαινε

δόξα, χρυσό σκοτεινιασμένο φώς, τριγύρω μπάγκοι

και τραπέζια και

παράθυρα, καθρέφτες ως τον κάτου κόσμο. Κι ήρθανε

ο ένας μετά τον άλλο ξεπεζεύοντας,

ο Πορποράς, ο Κονταζής, ο Μάρκος, ο Γεράσιμος

……………………………

Πώς μές στην έρημη εκκλησιά, μ’ άνθη πολλά

στολίζεται ο ανώνυμος, μυρώνεται ο νεκρός.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΝΤΟΣ, Καλοκαίρι ’81 Αθήνα-Μεταξοχώρι  Αγιάς

Λίγα ακόμα.  

Το συγκινητικό κείμενο του ποιητή Γιάννη Κοντού, το οποίο αντέγραψα από τον 12ο τόμο του ετήσιου «ΧΡΟΝΙΚΟΥ» 1982, μεταφέρθηκε και στον τόμο Γιάννης Κοντός, «ΤΑ ΕΥΓΕΝΗ ΜΕΤΑΛΛΑ»  (Στοιχεία Βιογραφίας). Πεζά Κείμενα, εκδόσεις Κέδρος 1994, σελίδες 28-32. Στην μεταφορά του ο ποιητής, αφιερώνει το κείμενο «στη Μαρία» σύζυγο του Τάκη Σινόπουλου και, το απόσπασμα από το «Μεταίχμιο» συμπληρώνεται με το «Εκείνος ο Φίλιππος», Μεταίχμιο. Στον τόμο «ΤΑ ΕΥΓΕΝΗ ΜΕΤΑΛΛΑ», Στοιχεία Βιογραφίας. Πεζά Κείμενα, τόμος Β΄, εκδ. Κέδρος 2005, σελ. 82-83 υπάρχει το κείμενο «Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΕΡΙΣΣΟ» το οποίο μνημονεύει τον ποιητή Βασίλη Στεριάδη, (ποιητή- κριτικό φίλο τόσο του Σινόπουλου όσο και του Κοντού) και είναι αφιερωμένο «στον Τάκη Σινόπουλο». Ενώ, στην σελίδα 111-112, δημοσιεύεται το κείμενο «Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΤΑΚΗΣ ΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ» γραμμένο Αύγουστος 2004 στο Μεταξοχώρι. Να προσθέσουμε ακόμα ότι στην σελίδα 180 του «ΧΡΟΝΙΚΟΥ», δημοσιεύται ανώνυμα μαζί με την φωτογραφία του Τάκη Σινόπουλου, μικρό βιογραφικό του και εργογραφία του ποιητή. Την χρονιά (1981) που έφυγε ο ποιητής Τάκης Σινόπουλος είχαμε και την απώλεια του πεζογράφου Δημήτρη Χατζή, του Αλκιβιάδη Γιαννόπουλου και του Πόλ Νόρ.  Ο Θανάσης Θ. Νιάρχος γράφει το κείμενο «Αλκιβιάδης Γιαννόπουλος» (Ένας διαχρονικός πεζογράφος) (Αθήνα 1896-1981) σελ.177-178. Ο Γιώργος Δ. Παγανός δημοσιεύει την «ΜΝΗΜΗ ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΑΤΖΗ» ( Γιάννενα 1914-21/7/1981) σελ. 183-187, ενώ, στην σελίδα 179 του «ΧΡΟΝΙΚΟΥ» δημοσιεύεται ανωνύμως, συνοπτικό κείμενο για την απώλεια του Νίκου Νικολαϊδη, όπως ήταν το πραγματικό όνομα του ΠΩΛ ΝΟΡ. (Αθήνα 1899-23/4/1981).

Δευτέρα του Πάσχα 25 Απριλίου 2022.

Του αγίου Γεωργίου του τροπαιοφόρου.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος 

Μεγάλη Πέμπτη 21 Απριλίου, έφυγε από κοντά μας ένα από τα αξιοπρεπή και καλοκάγαθα άτομα του Πειραιά. Ο Άγγελος Μαρκοπουλιώτης (1965-21/4/2022). Ο Άγγελος ήταν αυτό που ο λαός λέει, καλή πάστα ανθρώπου. Το όνομά του ταίριαζε στον χαρακτήρα του. Στην εφηβική του ηλικία ορφάνεψε από πατέρα και βγήκε στην βιοπάλη έχοντας να φροντίσει την μητέρα του. Εργάστηκε ως υπάλληλος για αρκετές δεκαετίες στο βιβλιοπωλείο του Αντώνη Τσαμαντάκη, όταν ακόμα αυτό βρίσκονταν στην Στοά Θεολόγου στο κέντρο του Πειραιά. Στα κατοπινά χρόνια όταν ο εκδότης και βιβλιοπώλης άνοιξε το δεύτερο βιβλιοπωλείο του στην οδό Καραολή και Δημητρίου 43 και Καραϊσκου γωνία, ο Άγγελος, μετακόμισε στο καινούργιο κατάστημα. Όταν έκλεισαν τα βιβλιοπωλεία Τσαμαντάκη, ο Άγγελος Μαρκοπουλιώτης άνοιξε το δικό του βιβλιοπωλείο τον "Νέο Κύκλο". Με την οικονομική κρίση, το βιβλιοπωλείο δεν άντεξε τα υπέρογκα έξοδα και έκλεισε. Στο βιβλιοπωλείο εργάζονταν και οι δύο παλαιοί υπάλληλοι ο Σπύρος και ο Παναγιώτης. Όμως η μοίρα, έπαιξε άσχημο παιχνίδι στον καλοκάγαθο Άγγελο. Προσβλήθηκε από την κακιά αρρώστια η οποία τον τυράννησε για μεγάλο χρονικό διάστημα. Τελευταία φορά, προς τα τέλη Δεκεμβρίου, εισήχθη στο Νοσοκομείο όπου και άφησε την τελευταία του πνοή. Όλο το διάστημα της αρρώστιας του τον φρόντιζαν στην οικία τους το ζεύγος Αντώνη και Βούλα Τσαμαντάκη οι οποίοι από νεαρό ακόμα τον είχανε στην δούλεψή τους. Αποτελούσε μέλος της οικογένειάς τους, μαζί με τα δυό τους παιδιά τον Χάρη και την Μαρία. Η εξόδιος ακολουθία έγινε στο νεκροταφείο του Σχιστού, ενώ η σορός του μεταφέρθηκε στην Εύβοια για αποτέφρωση σύμφωνα με την επιθυμία του Άγγελου. Ας είναι η στάχτη του πειραϊκό λίπασμα ήθους, εντιμότητας, ευγένειας και καλοσύνης όπως υπήρξε στον επίγειο μικρό βίο του ο Άγγελος Μαρκοπουλιώτης.      

Παρασκευή 22 Απριλίου 2022

Νάσος Βαγενάς, Δώδεκα αυτονόητες αλλά λησμονημένες θέσεις για τη φιλολογία και την κριτική

ΔΩΔΕΚΑ ΑΥΤΟΝΟΗΤΕΣ ΑΛΛΑ ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΡΙΤΙΚΗ

                      στους εν γένει αλεξανδρινούς

-Λογοτεχνική κριτική είναι η πράξη του κρίνειν τα λογοτεχνικά κείμενα.

-Κρίνειν σημαίνει αξιολογείν: διαπίστωση αν ένα κείμενο έχει λογοτεχνική αξία και πόση, και αιτιολόγηση αυτής της διαπίστωσης.

-Λογοτεχνική αξία είναι εκείνο που δίνει λογοτεχνική υπόσταση σ’ ένα κείμενο: η λογοτεχνικότητα.

-Η λογοτεχνικότητα μετριέται με τον βαθμό και την ένταση της συγχώνευσης του σημαίνοντος με το σημαινόμενο, σε συνδυασμό με το βάθος και το πλάτος των σημαινομένων.

-Όλα τα άλλα είναι φιλολογία.

-Η φιλολογία είναι απαραίτητη για την κριτική.

-Η περισσότερη φιλολογία σήμερα δεν γνωρίζει ότι είναι φιλολογία.

-Η περισσότερη κριτική σήμερα δεν γνωρίζει ότι δεν είναι κριτική.

-Η φιλολογία είναι επιστήμη. Η κριτική δεν είναι.

-Η κριτική είναι απαραίτητη για τη φιλολογία.

-Η φιλολογία που δεν περιέχει κριτική δεν είναι φιλολογία.

-Η κριτική που δεν περιέχει φιλολογία δεν είναι κριτική.

ΝΑΣΟΣ  ΒΑΓΕΝΑΣ, περιοδικό Χάρτης δίμηνο περιοδικό. Χρόνος τέταρτος. Αθήνα, τεύχος 19/ Φεβρουάριος 1986, σελ. 61

       ΜΙΑ  ΠΟΙΗΤΡΙΑ  ΣΤΟ  ΣΥΝΤΑΓΜΑ

Δεν είμαι πιά δόντια ή λέξεις, αλληγορίες του θανάτου,

σπασμένα αγγεία, τρύπιες μεμβράνες τώρα

κι άδειες σάλπιγγες πεταμένες στο δρόμο,

με τα υγρά γύρω χυμένα να μυρίζουν θεό,

θειάφι ώρες-ώρες να σκεπάζει τα μάτια μου,

τα πόδια μου βγάζουν ρίζες, δε με πιστεύεις,

δεν είμαι πιά δόντια ή λέξεις,

κάτι που γρυλίζει στο σκοτάδι,

τόσα χρόνια δεν το ‘χω συνηθίσει ακόμα,

παλιά τριμμένη γλώσσα στο στόμα ενός άλλου,

πού πίστευα μέχρι το τέλος για δικό μου,

η μύτη μου κάθε χρόνο αλλάζει κι οι ρόζοι στα χέρια,

κολασμένα μυστικά που με βασανίζουν ακόμα,

παλιές σκουριασμένες βλεφαρίδες,

παλιά καρφίτσωνα τους εραστές, τώρα ίσκιους

και πιό μέσα λιμνούλες υπνωτικών,

πού καθρέφτισαν όνειρα επιληπτικών,

κάποια έντονα χρώματα, αυτό το κόκκινο θα με φάει,

λόγια που πήρα στα σοβαρά και μ’ αφάνισαν,

μισώ πιά τις μεταφορές, λίγα επίθετα μου κρατούν συντροφιά,

πράσινες φλέβες που γυαλίζουν στο φώς,

η υπεροψία της ζωής κι ο δόλος των νεκρών,

και κάποια άλλα θέματα, σε πολλούς άρεσαν,

το λιμάνι κι η πόλη μ’ έπνιγαν πάντα,

μεθύσια ως το πρωί, κάποτε πήγα στην Αμερική,

Σικάγο πρώτα, ύστερα Νέα Υόρκη, δουλειές του ποδαριού,

κάποιες μεταφράσεις, εφιάλτες μ’ άγρια αιωνόβια δέντρα,

πού κρέμαγαν ληστές, στο τέλος έβαζα φωτιά

στο βάθος του μυαλού μου, σκισμένες σημαίες του εμφύλιου,

χιλιάδες χέρια να μ’ αγγίξουν, να ξυπνάω,

το πλοίο να με φέρνει πάλι πίσω στην πατρίδα,

τα τελευταία γενέθλια, σάπιο χώμα

κι όμως βγάζω ρίζες, δεν έχω πιά δόντια ή λέξεις,

ποιήματα που μου πήραν μέσ’ απ’ τα χέρια μου,

κάτι λαϊκά τραγούδια είναι δικά μου και δυό παιδιά,

αυτή η βραχνάδα στη φωνή,

με παίρνουν γι’ άντρα στο τηλέφωνο,

είναι λίγες νύχτες ακόμα, πού αλλάζοντας πλευρό,

νιώθω το σώμα μου υποτακτικό,

να μπαίνει ξανά στο θαύμα ακμαίο,

μ’ όλους τους πόρους ανοιχτούς και πρόθυμους για όλα,

γλιστρώντας ως την άκρη των κινδύνων,

εκεί που καθαρό χρυσάφι αναβλύζει από παντού,

δε φοβάμαι να κολυμπήσω ως το βράχο,

εκεί που ακούγονται οι φωνές,

το πρωί τα θυμάμαι όλα,

αγύριστο κεφάλι ήμουνα μιά ζωή,

ο καφές, το τσιγάρο, το δωμάτιο να γεμίζει φώς,

δεν αντέχω τόσο φώς, μου πονάνε τα μάτια,

εδώ στην πλατεία ξεχνιέμαι λίγο,

έχω ξεχάσει πολλά ποιήματα,

δεν έμεινε τίποτα πιά, το στόμα μου αδειάζει,

δεν έχω δόντια ή λέξεις, ως την άκρη των κινδύνων

μ’ έχει φέρει η γλώσσα κι ακόμα παίζω μαζί της,

λεξικά της φθοράς, λέω ότι θα μείνω μιά μέρα εκεί,

στον τόπο, γυρνώντας το κλειδί στην πόρτα,

μεσημέρια που βρέχει, το ’39, όλο θυμάμαι,

το χειμώνα πρίν τον πόλεμο, κάποτε σηκώθηκα δίχως φωνή,

τότε ήταν, το ’39,

νόμιζα ότι μιλούσα, χειρονομίες, μιά ένεση,

το ξανάπαθα λίγα χρόνια μετά, φοβάμαι,

κανένας δεν μου λέει την αλήθεια,

πάντα έγραφα τη νύχτα, δε θυμάμαι πιά

την πρώτη φορά, αυτός ο πόνος, οι ρευματισμοί,

οι νέοι δεν έχουν ρυθμό, όχι όλοι,

δεν έχω φωτογραφίες, το κεφάλι μου,

τόση ώρα, τόσες φορές, το απότομο σκοτείνιασμα,

να με συγχωρείς, αργά τ’ απόγευμα να σκοτεινιάζει

σε λαϊκά νοσοκομεία, εκεί έγραψα πολύ,

έχω φυλάξει ένα μαξιλάρι από ‘κει,

δεν ξαναβγάζω βιβλίο, τα σωθικά μου βγαίνουν ένα-ένα,

κουράστηκα, μην ακούς κανέναν,

θα σε ξαναδώ, κρυώνω Αύγουστο μήνα,

δεν είναι οι ρευματισμοί, λές να βρέξει,

από πού έρχεται τόσο θειάφι,

δε με βαρέθηκες ακόμα,

όλα έρχονται καταπάνω μας, τα ίδια πάλι,

μιά εφημερίδα να κρύψω το πρόσωπό μου,

μιά εφημερίδα να κρύψω το πρόσωπό μου,

όλα σταμάτησαν ξαφνικά, δυό φορές την ίδια μέρα,

τα χάπια μου, λίγο καθαρό νερό,

πες του να φέρει λίγο καθαρό νερό,

έτσι μπράβο, όλα αρχίζουν να κινούνται πάλι,

θα πάω για ύπνο, από τώρα, κουράζομαι πολύ τελευταία,

καλό βράδυ.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ, περιοδικό Χάρτης δίμηνο περιοδικό. Χρόνος τέταρτος. Αθήνα, τεύχος 19/ Φεβρουάριος 1986, σελ. 45-46.

     «Εξαγοραζόμενοι τον καιρό» της Ποίησης

     Αντιγράφω σε αυτό το σημείωμα πρώτα το παιχνίδι των «Δώδεκα αυτονόητων αλλά λησμονημένων θέσεων για τη φιλολογία και την κριτική» του ποιητή και θεωρητικού της λογοτεχνίας Νάσου Βαγενά από το περιοδικό «Χάρτης». Διαβάζοντας τις 12 αυτές ρήσεις- θέσεις ενός πρωτίστως ποιητή και μεταφραστή της ποίησης, καθηγητή, προσπάθησα να κατανοήσω τι θέλει να μας πει με τις 12 εν ήδη «αποφθέγματος» θέσεις του. Τι είναι αυτό που εκείνος γνωρίζει και αγνοούμε όλοι εμείς οι ασχολούμενοι είτε με την φιλολογία είτε με την κριτική. Και αν αποδεχτούμε τα λεγόμενά του, πως μπορούμε να συνδυάσουμε την φιλολογία με την κριτική. Και αν συνδυαστούν, η κριτική αποκτά πλέον τα εχέγγυα της επιστήμης;  Ή η φιλολογία απεκδύεται μέρος της εγκυρότητάς της. Μήπως είναι «ταυτολογία» οι δύο τελευταίες θέσεις του «Η φιλολογία που δεν περιέχει κριτική δεν είναι φιλολογία» και «Η κριτική που δεν περιέχει φιλολογία δεν είναι κριτική». Ή μήπως είναι ένα Μπορχεσιανό του παιχνίδι των λέξεων; Μία φωνή που επαναλαμβάνει αντίστροφα ο μικρός παπαγάλος που βρίσκεται ελεύθερος πάνω στο τραπέζι του συγγραφέα και τον παρακολουθεί να αγωνίζεται να λύση προβλήματα έκφρασης και μυστικών τεχνικών της γλώσσας και της γραφής, ενώ εκείνος, σκαρφαλώνει υπερηφάνως στον ώμο του κουτσουλώντας την μισοτελειωμένη σελίδα του γραπτού του. Κάτι που καταστρέφει την «λογοτεχνικότητα» του κειμένου και αποδιοργανώνει τις σκέψεις του δημιουργού. Που βρίσκεται η αλήθεια, στην αυθεντικότητα της φωνής ή την καθαρότητα του αντίλαλου της. (Ποιητής- Κριτικός). Ας αφήσουμε το ερώτημα ανοικτό σαν τα αφανέρωτα μυστικά του άλλου κόσμου που δεν μας εξιστόρησε ο Λάζαρος κατά την επάνοδό του, εκ νέου, στο φως της ημέρας. Γιατί γαρ τεταρταία εστί πλέον η γραφή του ανθρώπου.

     Μεγάλη Παρασκευή σήμερα, δηλαδή βιώνουμε μία κατάσταση φθοράς και αφθαρσίας, ματαιότητας και αιωνιότητας. Έναν μετεωρισμό μεταξύ σκότους και φωτός. Μία αμάχη Λόγου και Ζωής. Θανάτου και Ποίησης. Με κέρδος την απαντοχή που μας προσφέρει η παρηγορητική εκκλησιαστική γλώσσα του ποιητικού λόγου. Δηλαδή η ανθρώπινη οντολογία της κοινωνίας των σχέσεων που παραμένει ακόμα μυστήριο ανεκπλήρωτο. Θέλησα την μεταιχμιακή αυτή μέρα, να ενώσω τις φωνές δύο ποιητών της Γενιάς του 1970. Δύο κριτικές και ποιητικές φωνές με αντίληψη μάλλον διαφορετική. Πειραματίστηκα. Έχοντας κατά νου τις 12 θέσεις του ενός ποιητή διαβάζω την ποίηση του άλλου, ευχόμενος, να μην αλλοιώνω  είτε τα κριτικά είτε τα ποιητικά νοήματά τους.

      Έχοντας παρακολουθήσει περισσότερο την κριτική διαδρομή του διπλωμάτη ποιητή Γιώργου Βέη, δηλαδή γνωρίζω και έχω διαβάσει τα κριτικά του σημειώματα τα οποία βρίσκονται διάσπαρτα στα διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες της τελευταίας πεντηκονταετίας, και αγνοώντας το σύνολο των ποιητικών του συλλογών που έχουν κυκλοφορήσει, θεωρώ παρακινδυνευμένο να διατυπώσω σφαιρική γνώμη και κρίση για το έργο του. Τι θέλω να πω, διαβάζοντας το καλογραμμένο και ευρηματικό μακροσκελές ποίημά του «Μια ποιήτρια στο σύνταγμα» το οποίο δημοσιεύθηκε στο αρεστό σε όλους μας περιοδικό που εξέδιδε ο ποιητής, εκδότης και σχεδιαστής εξώφυλλων Δημήτρης Καλοκύρης, «ΧΑΡΤΗΣ» πριν 36 χρόνια, δεν μπορώ να εντοπίσω το χρονολογικό στίγμα του ποιήματος. Δηλαδή, αν το ποίημα προέρχεται ή συμπεριλαμβάνεται σε συλλογή του ποιητή ή είναι ανέκδοτο. Αν περιελήφθη σε μεταγενέστερη χρονικά συλλογή του. Αν συγγενεύει με άλλες ποιητικές του μονάδες που μας συγκινούν εξίσου. Όμως διαπίστωσα διαβάζοντάς το, ή αν θέλετε διαισθάνθηκα αμέσως, ότι άριστα μπορεί να παρασταθεί ο θεατρόμορφος αυτός μονόλογος πάνω στη σκηνή (μαζί με άλλους θεατρικούς ποιητικούς μονολόγους). Και ακόμα, ότι έχει αρκετές-εσωτερικές συγγένειες με την γνωστή ποιητική σύνθεση του Γιάννη Ρίτσου, «Η Σονάτα του Σεληνόφωτος». Τα εσωτερικά στοιχεία της αφήγησης του ποιήματος του Γιώργου Βέη εύκολα μπορούν να συσχετιστούν με αυτά της σύνθεσης του Γιάννη Ρίτσου. Ανακαλύπτουμε ένα κοινό κλίμα διαπραγμάτευσης των προβλημάτων της ζωής, μια σπουδή πάνω στο φαινόμενο της γυναικείας εξομολόγησης, μία κοινής ατμόσφαιρας εικονοποιία, αναπόλησης, περασμένης σωματικής δόξας, διάθεσης αυτοαναφοράς θετικών στιγμών ζωής. Ανθρώπινης κατάστασης που, παρακολουθείται, στην ροή του χρόνου. Υπαρξιακής αγωνίας, φθοράς του σώματος και των συναισθημάτων. Ένας ατομικός χρόνος που έπαψε να ρέει πια. Τρυφερότητα βλέμματος, εκ νέου επιθυμία για άγγιγμα, επαφή. Επικοινωνία με την θερμότητα της ζωής των αισθημάτων που πηγάζουν ακόμα, τώρα που το περιβάλλον σταμάτησε να κοχλάζει ελπίδα. Αναψηλάφηση του χώρου, αυτοβιογράφηση της ζωής μέσω της ακτινογραφίας των λέξεων.  Εγκατάλειψη του «εγώ» μέσα στην τοπιογραφία της ποίησης. Ενασχόληση με την ποίηση και τριβή με το καθημερινό, αναζήτηση του αιώνιου. Η τυπολογία του χαρακτήρα της γυναίκας, η ηλικία, το ενδιαφέρον της για την ποίηση, οι τονισμοί και επιτονισμοί της εξομολογητικός της φωνής, τα περασμένα στιγμιότυπα της ζωής της, ο υγρός λόγος της, οι ποιητικές της ανάσες και απογοητεύσεις, οι διαψεύσεις, ακόμα και η «βραχνάδα της φωνής της» που της αλλοιώνει το φύλο, δηλώνουν τις ποιητικές γέφυρες. Οι προσωπικοί της εφιάλτες, οι πολυποίκιλες χειρονομίες που άφησε στον χρόνο, η πένθιμη θεατρουργία της μνημονικής της αναπόλησης, με δύο λόγια, οι του βίου της κραδασμοί και σκοτεινοί φωτισμοί, ανακαλούν το έργο του Ρίτσου και ίσως αμυδρά, τα μονόπρακτα των γυναικείων τραγικών φωνών του Ζαν Κοκτώ. Αυτό το φωνητικό προσκύνημα της αφήγηση προς τον άγνωστό τους αναγνώστη. Ο Ξένος, είτε είναι ο νεαρός της εργατικής τάξης, ο ρωμαλέος Άλλος (που περπατά κυνικά και αδιάφορα δίπλα μας), είτε ο έρωτας Άγγελος από το πουθενά στην ταινία «Θεώρημα» του ποιητή και σκηνοθέτη Πιέρ Πάολο Παζολίνι, που φεύγει και πάλι απρόσμενα και ξαφνικά όπως μας επισκέφτηκε, κοινωνεί μαζί μας μόνο μέσω της Ποίησης, της Τέχνης. Το αποτέλεσμα της ανολοκλήρωτης Δημιουργίας. Εμείς οι αναγνώστες, οι θεατές, τα πολιτικά δρώντα υποκείμενα της επερχόμενης επανάστασης μέσα στην Ιστορία, οι εσαεί λαβωμένοι από τις σαΐτες του έρωτα και της μοναξιάς άτομα, διάσπαρτοι μέσα στην ουράνια και επίγεια κοινωνία του χρόνου, οι παίζοντες άτακτα με τα παιχνίδια της γλώσσας, τις λέξεις, μπορούμε μάλλον να συμφωνήσουμε με τον λόγο του ποιητή Γιώργου Βέη, «…Ως την άκρη των κινδύνων μ’ έχει φέρει η γλώσσα κι ακόμα παίζω μαζί της,….». Που σημαίνει ότι η Ποίηση, η Τέχνη στον σχεδιασμό και οραματισμό της, είναι μία μυητική επικίνδυνη εμβάπτιση στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ», για όλους μας, τους άγευστους των δώρων της….

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ

Περιοδικό ΧΑΡΤΗΣ-ΔΙΜΗΝΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ. ΧΡΟΝΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΣ. ΤΕΥΧΟΣ 19. ΑΘΗΝΑ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 1986. Διεύθυνση Ειρήνης 8, Νέα Πεντέλη.

 Έκδοση, Διεύθυνση: Δημήτρης Καλοκύρης, Ελένη Καλοκύρη.

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Γιώργος Χουλιάρας, Θανάσης Χαρμάνης.

ΣΥΝΤΑΞΗ: Τάσος Δενέγρης, Νάσος Θεοφίλου, Αχιλλέας Κυριακίδης, Η. Χ. Παπαδημητρακόπουλος, Έλλη Σκοπετέα.

Γραμματεία: Έρα Σαββαϊδου. Τυπογραφική επιμέλεια κειμένων: Μαρία Κυρτζάκη. Στοιχειοθεσία: Φωτόγραμμα ΕΠΕ, Σόλωνος 130. Φωτογράφηση-Μοντάζ: Αφοί Πίνα, Βαλτετσίου 45. Εκτύπωση: Άγγελος Ελεύθερος, Νιρβάνα 80 Τρείς Γέφυρες. Βιβλιοδεσία: Α. Ευταξιάδης- Γ. Ιωσηφίδης, Θεσσαλονίκης 130, Καλλιθέα. Τιμή τεύχους 250 δρχ. Συνδρομή για ένα χρόνο (έξι τεύχη) 1500 δρχ. διαστάσεις 13Χ21

ΣΤΙΓΜΑΤΑ

Συνταγές: Η. Χ. Παπαδημητρακόπουλος, Γιώργος Χρονάς, Ηλίας Πετρόπουλος, Βασίλης Λαμπρόπουλος, Γιώργος Χουλιάρας, Αχιλλέας Κυριακίδης, Αναστάσης Βιστωνίτης (4-25)

ΓΡΑΜΜΑΤΑ

Βασίλης Κ. Καλαμαράς, Νάνος Βαλαωρίτης. Σημ. του «Χάρτη» (26-27)

ΚΕΙΜΕΝΑ

Νίκος Καχτίτσης: Τρία Γράμματα στον Γιώργη Παυλόπουλο (28-42) σημειώσεις του Γιώργη Παυλόπουλου (41-42)

Ηλίας Πετρόπουλος: Κάθε περιπέτεια έχει τα μυστικά της (43-44)

Γιώργος Βέης: Μια ποιήτρια στο Σύνταγμα(45-46)

Νίνα Αγγελίδη, Κάρλος Σπινέδι: Συζήτηση με τον Ερνέστο Σάμπατο. Μετάφραση Τάσος Δενέγρης (48-53) *Αυτή η συζήτηση με τον Ερνέστο Σάμπατο έγινε ειδικά για τον Χάρτη.

Φίλιπ Λάρκιν: Ποιήματα. Annus Mirabilis (55) από τα «Ψηλά Παράθυρα». III, XVIII, XXVI, ΑΥΓΗ (56) από το «Βορινό Πλοίο». Μετάφραση Χάρης Βλαβιανός.

Τάσος Χατζητάτσης: Οι Μπίνοι (57-58), Πότνα Ρέα (59-60)

Νάσος Βαγενάς: Δώδεκα αυτονόητες αλλά λησμονημένες θέσεις για τη φιλολογία και την κριτική (61)

Ματσούο Μπασό: Επίσκεψη στο Ιερό Κασίμα (63-68)-Μετάφραση Γιώργος Κεχαγιόγλου- Αριστέα Παρίση.

Ηλίας Κουτσούκος: Πιθανό χρονολογικό ντοκουμέντο (69)

Κάρλος Φουέντες: Άουρα* (70-101). Μετάφραση Χουάν Ρομπίσκο- Μελίνα Παναγιωτίδου.

*Άουρα: Αύρα: η ενέργεια που εκπέμπει ο άνθρωπος υπό μορφή ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων. Ιδιότυπη αίσθηση που προηγείται του παροξυσμού επιληπτικών ή υστερικών.

ΚΛΙΜΑΚΕΣ

Αθηνά Γεωργαντά: Συμπληρωματικά για τον Ροΐδη (103-104)

Δημήτρης Δημητριάδης: Το Δράμα του Σύμπαντος. Μια γραπτή ομιλία για το Θέατρο* (105-115). Στον Γιάννη Κ.

*Το κείμενο αυτό διαβάστηκε σε μία άλλη, πιό σύντομη και λιγότερο ολοκληρωμένη μορφή, στο Διεθνές Συμπόσιο Αρχαίου Δράματος (Δελφοί, 15.6.1985)

ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

Γράφουν: Ελένη Καλοκύρη, Αχιλλέας Κυριακίδης, Η. Χ. Παπαδημητρακόπουλος

Οι συνεργάτες του τεύχους (123).- Αλφαβητικό ευρετήριο συνεργατών (τεύχη 13-18) σελ. 124-127.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς, 22 Απριλίου 2022

Πόσο διαφορετική θα ήταν η ατμόσφαιρα της σημερινής ημέρας δίχως το «Ω, Γλυκύ μου Έαρ»    

 

Τετάρτη 20 Απριλίου 2022

Η ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΠΕΝΘΟΥΣ. ΠΑΣΧΑ 2022

 

              Π Α Σ Χ Α  2 0 2 2

Η  τελετουργία του πένθους

 

Ε  Σ Τ Α Υ Ρ Ω Μ Ε Ν Ο Σ

Ύστερα από μια περιπλάνηση σ’ ένα παραθαλάσσιο νεκροταφείο, βρέθηκα στο σπίτι μου που βρισκόταν στην πλαγιά ενός λόφου. Μπαίνοντας στο ατελιέ μου είδα επάνω στο τραπέζι έναν πελώριο Εσταυρωμένο, που ήταν ξαπλωμένος ανάσκελα, ανάμεσα σε χειρόγραφα, μολύβια, γομολάστιχες και ακουαρέλες. Ήταν ξύλινος και του έλειπαν τα χέρια του. Ένιωσα μια παράξενη έλξη για εκείνο το γλυπτό, μια έλξη που κατέληξε σε ακατανίκητη επιθυμία. Καθώς έσκυβα για να το φιλήσω, διαπίστωσα ότι τα μεγάλα του ματόκλαδα ανοιγόκλειναν διαρκώς. Ήταν τα μάτια ενός ζωντανού ανθρώπου, που ήταν θλιμμένα και υγρά. Τρόμαξα και άρχισα να περιφέρομαι σαν τρελός μέσα στο σπίτι, ανάβοντας όλα τα φώτα και βάζοντας δίσκους στο πικάπ. Άρχισα να τηλεφωνώ σ’ εκείνους που θεωρώ φίλους μου. Δεν απαντούσε κανείς. Ύστερα από αμέτρητες προσπάθειες, κάποιος σήκωσε το ακουστικό, αλλά όταν άκουσε την ιστορία μου, είπε πως ήταν πολύ απασχολημένος και δεν είχε χρόνο να ασχοληθεί μαζί μου. Κατέβηκα στο ισόγειο όπου βρίσκεται το υπνοδωμάτιό μου. Έξω φυσούσε ένας δαιμονισμένος αέρας. Τα δέντρα έγερναν προς το χώμα και τα καπέλα των περαστικών κατρακυλούσαν στην άσφαλτο. Ξαφνικά άρχισε να βρέχει δυνατά και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα οι δρόμοι γέμισαν νερά, το νερό μπήκε στο δωμάτιο-ήμουν απελπισμένος. Τα βουρκωμένα μάτια του Χριστού σκάλιζαν ασταμάτητα το μυαλό μου, κι εκείνη η θλίψη που εμφανιζόταν ανάμεσα στα κινούμενα ματόκλαδα, γυάλιζε όλο και πιο πολύ. Ένιωσα ολομόναχος στον κόσμο. Με κατέκλυσε μια απερίγραπτη ερημιά και όταν είδα το νερό να ανεβαίνει σκαρφαλώνοντας στο σώμα μου, έμεινα ακίνητος σαν πετρωμένος. Εκείνη τη στιγμή ξύπνησα.

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ  ΙΣΑΡΗΣ, ΟΝΕΙΡΟΛΟΓΙΟ- ΟΝΕΙΡΑ 1981-2017, εκδόσεις Στερέωμα, Αθήνα 2018, σ.75-76.

ΒΗΘΛΕΕΜ- ΓΟΛΓΟΘΑΣ

Φάτνη και σαρκοφάγος

ο μικρός παίζει με το σταυρό

κλωτσάει την πέτρα από τον τάφο

    και ο Ιωσήφ έξω κουστωδία

    η Σαλώμη πιστοποιητικό

    αν είν’ αφίλητη η Παναγιά

   -κλίνη εδώ κλίνη ο Λάζαρος

     κλίνη κάτω και ο Άδης-

κι ο Λογγίνος εξέταση για τη ζωή

    ο Ηρώδης Πιλάτος νίπτει

τας χείρας στο αίμα των βρεφών

ο Χάρος πεσμένος οι Μάγοι γονατιστοί

     και το φώς το μικρό φώς το μεγάλο

Βηθλεέμ Γολγοθάς απόσταση μερικά χρόνια.

 

                Η πίκρα νοστιμεύει την αιωνιότητα

            το κρύσταλλο διαιωνίζει τη μορφή

            δεν είναι τόπος μαύρες σκιές και στάλες

            μόνο κόκκαλα λευκά σε άσπρα σεντόνια.

ΒΑΛΤΕΡ  ΠΟΥΧΝΕΡ, ΑΛΑΤΙ ΣΤΟΝ ΑΝΕΜΟ, ΠΟΙΗΣΗ, εκδόσεις Όταν, Αθήνα, 2020, σ. 34

  ΣΥΝΟΙΚΙΑΚΟ  ΚΟΙΜΗΤΗΡΙ

Δεν πρέπει νάναι πάνω από τριάντα τάφοι

στεγνοί από χρόνια και σφραγισμένοι οριστικά

αφού δεν συνεχίζεται η συμβίωση με τους νεκρούς

σε απόσταση και θαλπωρή συνοικίας.

Άλλοτε οι ταφόπετρες σαν παντζούρια παραθύρων

άνοιγαν κι’ έκλειναν ανανεώνοντας την επαφή

και στην αυλή δεν έμπαινε μόνο τυχαίος διαβάτης

για να διαβάσει ως ουδέτερος αρχαιόφιλος

λησμονημένες ευχές, υποσχέσεις και όρκους.

Φαίνεται, όπως δεν άντεξαν τα μικρομάγαζα των φτωχών

στον κολεκτιβισμό του σούπερ-μάρκετ

έτσι αναγκάσθηκαν κι’ οι νεκροί ν’ ακολουθήσουν

την ανωνυμία αχανών παραμέτρων…

       Sydney- Ashfield 29-5-88

ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ Σ. ΧΑΡΚΙΑΝΑΚΗΣ, ΕΝ ΓΗ ΑΛΛΟΤΡΙΑ, ΙΙΙ, εκδόσεις Ερμής, Αθήνα 1996, σ.168

Κ Ο Ι Μ Η Τ Η Ρ Ι Ο

Το κυπαρίσσι

στη μάντρα του νεκροταφείου

χλωρός οβελίσκος

σημαδεύει τον τόπο

Στην περίμετρο γύρω

τυφλότητα ασβέστη

χαυνώνει τον κάμπο

 

Τα ψυχοσάββατα

λάδι και στάρι

ο χαλκός της καμπάνας βραχνός

λαλεί

δισταγμό ως την παύση

 

Κι όλο μετά

ησυχία του σήμαντρου

σταλάζει

στα λευκά χαμομήλια

περίσκεψη

 

Η κοίμηση των σιωπηλών

στο περιβόλι

αρδεύει

γαλήνιο φύτρο

συνέχειας

ΘΕΟΝΗ ΚΟΤΙΝΗ, Ο ΧΡΟΝΟΣ ΕΙΝΑΙ, εκδόσεις Μελάνι 2020, σ. 23   

Ρ Ο Υ Μ Π Λ Ι Ω Φ

Στον δικό μου Γολγοθά πάντα χιονίζει. Περνούν ιππείς και ξυλοπόδαροι, ανάβουν φωτιές να ζεσταθούν, την ίδια ώρα που ένα μαύρο άλογο πνίγεται στο ποτάμι. Κάποιος με φωνάζει «Σεργκέι», τον αγνοώ.

     Αλλά λίγο πρίν με καρφώσουν στον σταυρό, σκύβοντας για να πιώ μια χούφτα χιόνι, βλέπω ότι στην πινακίδα με τ’ όνομά μου γράφει «Βαραββάς». Σκέφτομαι πώς από χθες, πού σε περίμενα, έχει ήδη μεσολαβήσει ένας αιώνας.

     Είναι πάλι πρωί, ψάχνω στο μισοσκόταδο τα κλειδιά κι ένας ακόμη πετεινός βεβαιώνει πώς ήμουν πάντοτε

μιά

χειρονομία άρνησης

για κάθε σου

ελπίδα.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΓΓΕΛΗΣ, ΠΑΝΤΑ ΒΡΕΧΕΙ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΙ ΤΟΥ ΣΚΥΛΟΥ, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα, 2022 σ.38

ΘΡΙΑΜΒΙΚΟΣ Ο ΠΟΝΟΣ ΤΟΥ

-ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟ ΠΑΣΧΑ-*

έκρυβες όλο το κεφάλι πίσω από το δάχτυλο

να μη τον δεις αμνό που ετοιμαζόταν

για την αιματηρή θυσία του

κόκκινα νύχια άσπρα αυγά τ’ άδεια του μάτια

τα όμορφα αγαπημένα βλέφαρα κλειστά

σα να κοιμότανε’

 

πόνος ο πλέον καταντούσε συνεχής

κάθε μοιραία κίνηση δεινός σου υπογραμμίζει

βιασύνη τώρα δε χρειάζεται καθώς

ο τελετάρχης παραμένει σταθερός

-χάσκει το τέλος ολοστρόγυλλο

κλείνει η θυσία στο λαιμό

(μα χαμογέλα: πρέπει)

 

τριγύρω θριαμβεύει η ανάσταση αν-

αίτια συνθλίβοντας το ήδη νεκρό σου πάσχα

*Ο τίτλος ανήκει στον ποιητή Κώστα Θ. Ριζάκη.

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΥΣΟΥΛΑ, ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΗ ΠΛΗΝ ΕΡΗΜΟΣ. ΠΟΙΗΜΑΤΑ, εκδόσεις Κουκκίδα 2018 σ.20

Κ Υ Β Ε Ι Α

Στην αποκυλισμένη πέτρα

του άδειου τάφου Σου

παίξαμε ζάρια την απιστία μας.

ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΜΑΪΝΑΣ, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΕΠΙΛΟΓΗ,  Επιλογή και επιμέλεια Καίτη Χιωτέλλη, εκδόσεις Ακρίτας 2001, σ.116

 [Τι είναι ο θάνατος αν όχι εκείνη η νύχτα]

Τι είναι ο θάνατος αν όχι εκείνη η νύχτα

με τα φτερά σου να διπλώνεις κουρασμένα

και το κεφάλι να γέρνεις στο στήθος

μέχρι που πια να μη με βλέπεις’

αν όχι τα χέρια σου ανήμπορα ν’ ανοίγουν

κι ανάμεσά τους να ξεφεύγω

σαν έμβρυο που άκαιρα αποσπάστηκε

από τη μητρική απαλοσύνη.

Τι είναι ο θάνατος αν όχι αυτό το βάρος

που ξαφνικά οι λέξεις αποχτούν’

κι ο θάνατός μου τι ήταν αν όχι αυτή η έκλειψη

όπως μαχαίρι να ακροβατεί στο στήθος μου.

ΜΑΡΙΑ ΛΑΪΝΑ, ΣΕ ΤΟΠΟ ΞΕΡΟ [ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1970-2012], εκδόσεις Πατάκη 2015, σ.17

ΑΝΕΚΔΟΤΑ

    ΙΙΙ

Κάμνω τη θητεία μου στη λύπη,

Δαρμένο δέντρο της ακροποταμιάς

πεθαίνω μέσα στη μνήμη σου

κηδεύομαι μέσα στην περιφρόνησή σου.

ΜΑΤΘΑΙΟΣ ΜΟΥΝΤΕΣ, Η ΑΝΤΟΧΗ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ. Είκοσι έτη μετά, επιμέλεια έκδοσης- Πρόλογος: Νίκος Δαββέτας, εκδόσεις Πρώτη Ύλη 2020, σ.87

 [Άτιτλο]

Ο θόλος μαύρος

από το πολύ σου φώς

Ο θάνατος

«αναστάσιμη οδύνη»…

ΚΩΣΤΗΣ ΜΟΣΚΩΦ, ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΡΩΤΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ. ΠΟΙΗΜΑΤΑ, εκδόσεις Καστανιώτη 1989, σ.38

     ΝΕΚΥΟΣΤΟΛΕ

Οδήγησε αυτή την τάλαινα ψυχή

στο νησί των Μακάρων

Φιλεύσπλαχνε

τώρα που το Σώμα

η νύμφη ανύμφευτη Μάννα Γης

 το σκεπάζει

Παράκλητε

Θνητοφάγε

Λόγε

γ. χ. μ. 2022

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς.

Πάσχα Ονείρων Πάσχα 2022

Κυριακή 17 Απριλίου 2022

Πειραιά, αγάπη μου... της Δανάης Στρατηγοπούλου- Χαλκιαδάκη

            Πειραιά, αγάπη μου…

Της Δανάης Στρατηγοπούλου

Περιοδικό Πολιτιστική Πράξη, τεύχος 14/Σεπτέμβριος 1993, έτος Δ΄, σελίδες 48-49

     Αρχίζω από το τέλος. Από το τέλος ενός τραγουδιού του Νικολάκη μου του Γούναρη: «Είσαι στον κόσμο Πειραιά το πιο όμορφο λιμάνι». Τώρα θα μου πείτε: Αυτά, Δανάη, τα ‘παν κι άλλοι, τα ‘πε πρώτα-πρώτα εκείνος ο λεβέντης ο Θεμιστοκλής. Και ποιανού τα ‘πε; Του αλλουνού απίθανου λεβέντη, του Περικλή. Κι εκείνος «μπήκε» αμέσως στο νόημα. Τα ‘πε και ο Ιππόδαμος. Μα τι με νοιάζει εμένα παιδί μου, αν τα ‘παν τόσοι και τόσοι άλλοι; Εμένα με νοιάζει τι λέω εγώ και τι μ’ αρέσει εμένα.

      Ε, λοιπόν, εμένα μ’ αρέσει ο Πειραιάς! Το ‘χω πει, το ‘χω δηλώσει και τραγουδιστά, το ‘χω υπογράψει, πως πάνω απ’ όλες τις πόλεις μας αγαπάω τον Πειραιά, όλο τον Πειραιά, με τα αρχαία του, τα νέα του, τα χιλιονόματα λιμανάκια, πηγαδάκια, βουναλάκια, χαντάκια, τις δόξες του, απ’ το Δημοτικό, το παταράκι του «Ακροπόλ» και το ταβερνάκι του Αλεβιζάκη μέχρι το Χατζηκυριάκειο και τον Άγιο Νείλο του. Όλα του τ’ αγαπάω, και πάνω απ’ όλα τους Πειραιώτες του, που είναι παιδιά φίνα και ντόμπρα κι αγαπάνε ή δεν αγαπάνε, αλλά δίχως τσιριμόνιες, τερτίπια και σου ‘πα-μού ‘πες…

      Είχα πολλές φορές την ευκαιρία να χορτάσω, να χαρώ αυτή την αρετή των Πειραιωτών μου όταν τραγουδούσα στο «Σηράγγιον», δηλαδή στη Σπηλιά του Παρασκευά, ή σ’ ένα βαριετέ που το λέγανε «Μισσούρι», ή στο θεατράκι που ‘παιζε ο Λάμπρος ο Ζούνης, καθώς και στο Δημοτικό με τον Αρέτα. Και ακόμα-για να θυμηθώ μερικές συγκινητικές στιγμές- όταν έκανα φιλολογική συντροφιά με τον… Άδωνι της εποχής εκείνης, τον συγγραφέα Μήτσο Βασιλειάδη, λίγο αργότερα με τον Μίμη Τραϊφόρο, τις λίγες παραστάσεις με τον Αττίκ στο «Παλλάς» ή μια ιστορική μουσικοφιλολογική βραδιά στο Δημοτικό με τον αξέχαστο Θεόδωρο Συνοδινό, που μίλησε για τη ζωή του Αττίκ κι εγώ τραγούδησα τα καλύτερά του τραγούδια.

     Παλαιότερα, λοιπόν, που κατέβαινα στο Πασαλιμάνι, ζήλευα τους Πειραιώτες που είχαν ένα Πασαλιμάνι που δεν είχαμε εμείς οι Αθηναίοι. Λατρεύω βέβαια τη θάλασσα, αλλά δεν μιλάω ούτε για Καβούρια, ούτε για Βούλες, ούτε για Σούνια και για νησιά. Μόνο για τον Πειραιά μιλάω.

     Υπάρχουν όμως κι άλλοι πολλοί λόγοι που αγαπάω τους Πειραιώτες μου. Εκείνοι είχανε τιμήσει τον Καραϊσκάκη με πλατείες και γήπεδα και τον Αττίκ με δρόμους…

     Είπα παραπάνω για νησιά. Κι όμως αγαπάω ένα νησί: τον Πειραιά! Τι με κοιτάτε περίεργα; Τα κιτάπια λένε πως ο Πειραιάς ήτανε-λέει-νησί, γι’ αυτό και το όνομα «Πειραιεύς» είναι παρμένο απ’ το ρήμα «Περαιόω», πού θα πει «περνάω κάποιον με βάρκα από τη μιαν ακτή στην απέναντι, διαπορθμεύω. Μάλιστα. Όπως βλέπετε, έχω βαλθεί να σας μάθω τι είναι ο Πειραιάς σας, αν βέβαια περιμένατε: εμένα για να μάθετε τα αμπελοχώραφά σας.

      Πρέπει όμως να μάθετε, πώς τη βαθμολογία της ανθρωπιάς και της γενικής ψυχοπνευματικής στάθμης ενός πληθυσμού την κάνουμε εμείς οι καλλιτέχνες. Λοιπόν, το πειραιώτικο κοινό έχει πάρει «άριστα» με όλα τα δυνατά θαυμαστικά που μπορούνε να δοθούνε, γιατί έχει ανεπτυγμένη την ευαισθησία για το «Καλόν» στην ανώτατη βαθμίδα, αλλά και γιατί αγαπάει και πονάει τους καλλιτέχνες «όπως τους πρέπει», δηλαδή σαν να ‘ναι παιδιά που θέλουνε αγάπη και κανάκεμα.

       Έτσι νιώθουνε οι Πειραιώτες, γιατί είναι οι πιο αγνοί από ‘μας τους Αθηναίους. Οι Πειραιώτες είναι τρυφεροί. Κι όσο λυτρώνονται από την κάποια αντιπάθεια τους για τους Αθηναίους, τόσο πιο ξεκούραστοι επιδίδονται στη συναισθηματική αυτοκαλλιέργεια.

     Όπως και να ‘χει το πράγμα, εγώ ζήτησα απ’ το κοινό μου το πειραιώτικο επανειλημμένα να με κάνουνε δημότισσα Πειραιώς, γιατί-πώς να γίνει;- αυτή η κουκκιδίτσα που ‘χει στη γήινη σφαίρα γεωγραφικό πλάτος 37,56΄ και μήκος 28,39΄ είναι για μένα ο τόπος που θα ‘θελα να ζούσα.

      Και θα ‘θελα να περνάω τα ήσυχα δειλινά μου στο Πασαλιμάνι, τις φουρτουνιασμένες ώρες στην πλατεία Αλεξάνδρας, και τα βραδάκια στο λόφο που ήταν άλλοτε ο ναός της Αρτέμιδας-εκεί που σήμερα το λένε προφήτη Ηλία.

     Κι όλοι αυτοί οι ρομαντικοί περίπατοι ν ‘χουνε ακομπανιαμέντο τους το μουρμούρισμα της θάλασσας, το βουητό της ζωντανής πολιτείας, κάπου-κάπου καμιά περικοπή από τον Λεβάντα, τον Βελιώτη και τον Σούκα, και καμιά στροφή εκείνου του μελένιου, του πολυλατρεμένου που σου φέρνει δάκρυα στα μάτια, του Πορφύρα.

ΔΑΝΑΗ  ΣΤΡΑΤΗΓΟΠΟΥΛΟΥ, περιοδικό Πολιτιστική πράξη τεύχος 14/9,1993, σελ.48-49.

                   Σχετικά με την Δανάη Στρατηγοπούλου

      Το σεμνό, σοβαρό, μετρημένο, καλλιεργημένο μουσικά και καλλιτεχνικά νέο κορίτσι από το Μεταξουργείο (σπούδασε μουσική, έπαιζε πιάνο, έμαθε κιθάρα, υπήρξε καθηγήτρια φωνητικής στο Ωδείο), με το ένδοξο ιστορικό και λόγιο, φιλελεύθερο οικογενειακό της παρελθόν και από τους δύο γονείς της και τους παππούδες της, η πολύγλωσση δημοσιογράφος (γνώριζε και μιλούσε άπταιστα όπως την μητρική της γλώσσα γαλλικά, αγγλικά και ισπανικά), μεταφράστρια, στιχουργός και συνθέτρια, η άβγαλτη τραγουδίστρια που βρέθηκε από τύχη, μετά από μία εργασιακή της δύσκολη περιπέτεια να τραγουδά στην περίφημη «Μάντρα» του Αττίκ, του Κλέωνα Τριανταφύλλου, και έγινε έκτοτε πασίγνωστη, και η πιο αγαπημένη, χιλιοτραγουδισμένη από εκατομμύρια έλληνες και ελληνίδες διαχρονικά, ερμηνεύτρια και συνθέτρια, στιχουργός του καλού και ποιοτικού ελαφρού τραγουδιού, ακούει στο όνομα ΔΑΝΑΗ. Η δοξασμένη Δανάη μουσικογραφήθηκε ως Μούσα του Αττίκ από τυχαία συγκυρία. Ο πρώτος που αναγνώρισε το ταλέντο της και παρότρυνε τους γονείς της και την ίδια να συνεχίσει τις μουσικές της σπουδές, ήταν ο λυρικός τενόρος Πέτρος Επιτροπάκης, ένθερμος θιασώτης της Αθηναϊκής καντάδας και του ευρωπαϊκού μουσικού πολιτισμού, αρνητής των αμανοειδών μουσικών μακρόσυρτων της ανατολής ακουσμάτων. Το μουσικό-τραγουδιστικό της πεπρωμένο ξεκινά με ένα «μπιλιετάκι» που της δίνει ο συνάδερφος της δημοσιογράφος και μουσικός Κώστας Μπέζος. Εργάζονται και συνεργάζονται και οι δύο στην ίδια εφημερίδα και αντιμετωπίζουν κοινά προβλήματα και δυσκολίες. Μεταξύ της νεαρής μεταφράστριας και δημοσιογράφου Δανάης και του νέου σε ηλικία ευθυμογράφου, σκιτσογράφου και μουσικού Κώστα Μπέζου αναπτύσσεται ειλικρινή και ανυστερόβουλη φιλία, αμοιβαίος σεβασμός. Μία ουσιαστική προστασία και φροντίδα εκ μέρος του δημοσιογράφου προς την ταλαντούχα τραγουδίστρια συνάδελφό του. Εκείνος την παροτρύνει, γνωρίζοντας την αγάπη της για την μουσική και το τραγούδι, να πάει να την ακούσει ο φίλος και συνεργάτης του, ανιχνευτής νεανικών τραγουδιστικών ταλέντων Αττίκ. Ο Αττίκ συνεργάζεται με τις δικές του ήδη νεαρές μουσικές μούσες και είδωλα, όπως είναι η Λουίζα Ποζέλι και η Ρίτα Δημητρίου, και ετοιμάζεται για μουσική περιοδεία, ένα μουσικό τουρνέ  στην Καβαφική κοσμοπολίτικη Αλεξάνδρεια και άλλες πόλεις της Αιγύπτου όπου ανθεί και διαμένει ελληνικός πληθυσμός και συνέχεια στην Βασιλεύουσα. Η Δανάη άτολμα και δειλά, διστακτικά και φοβισμένα επισκέπτεται το «ιερό τέρας» της τότε ελληνικής μουσικής σκηνής και λαϊκής διασκέδασης μέσα στον μουσικό του «ναό». Την θρυλική «Μάντρα» του στην Πλατεία Κολιάτσου. Ο έμπειρος και πολυάσχολος Αττίκ δέχεται το νεαρό και άβγαλτη κορίτσι, διαβάζει το σημείωμα του φίλου και συνεργάτη του μουσικού και αποφαίνεται αρνητικά για τη νεαρή τραγουδίστρια που έχει μπροστά του. Η ταραγμένη και απογοητευμένη Δανάη ετοιμάζεται να φύγει, όταν στην πόρτα, συναντά τον προστατευτικό μέντορά της Κώστα Μπέζο και του εκθέτει τα καθέκαστα. Εκείνος της ζητά να τον συνοδεύσει στον Αττίκ. Ο Αττίκ έπειτα από στιχομυθία με τον μουσικό συνεργάτη του ζητά από το νεαρό κοριτσόπουλο να τραγουδήσει. Η Δανάη κάθεται στο πιάνο και τραγουδά. Ο αρνητής Αττίκ ενθουσιάζεται, υποκλίνεται στην παρουσία της, της ζητά να ανεβεί στο πάλκο της «Μάντρας» και της προτείνει επίσης, να μεταβεί μαζί με το θίασό του αμισθί, στην επερχόμενη περιοδεία του στο εξωτερικό καλύπτοντάς της μόνο τα έξοδα διατροφής και διαμονής της. Ζητώντας της να αλλάξει ενδυματολογικά και εμφανισιακά πρίν ανεβεί πάνω στην σκηνή. Η Δανάη, έπειτα από μικροσυμβιβασμούς και συζητήσεις αποδέχεται την πρόταση. Μην διαθέτοντας όμως τις ανάλογες γυναικείες τουαλέτες που απαιτούν οι δημόσιες εμφανίσεις, ούτε τα αναγκαία ποσά καταφεύγει σε μία παράτολμη και ριψοκίνδυνη για την υπερηφάνεια της και κοινωνικό της πρεστίζ ενέργεια. Αποφασίζει και κτυπά την πόρτα του σπιτιού της μεγάλης ελληνίδας θεατρίνας Μαρίκας Κοτοπούλη. Την επισκέπτεται στην περιοχή του Ζωγράφου που διαμένει και κτυπώντας την πόρτα της, όταν βγαίνει στο πλατύσκαλο η ίδια η ιέρεια του Ελληνικού Θεάτρου συνομιλεί μαζί της, και της ζητά να της χαρίσει ή να της δανείσει μία τουαλέτα της ώστε να εμφανιστεί στην σκηνή. Η Μαρίκα Κοτοπούλη αποδεικνύεται όχι μόνο μια σημαντική ηθοποιός του ελληνικού κλασικού θεάτρου αλλά και μία γυναίκα με καλοσύνη και ανυστεροβουλία. Μπάζει την μικρή Δανάη στο σπίτι της και φροντίζει με την γυναικεία πείρα και κοκεταρία που διαθέτει να ντύσει, σουλουπώσει ενδυματολογικά την νεαρή τραγουδίστρια. Μαντήλι για το κεφάλι, ακριβή τουαλέτα η οποία ταιριάζει στις σωματικές αναλογίες της και καλύπτει τις όποιες ατέλειες σύμφωνα με την καθοδήγηση της έμπειρης Μαρίκας, ένα ζευγάρι παπούτσια. Έχοντας πλέον εμφάνιση «φιγουρίνι η νεαρή τραγουδίστρια είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει το ελληνικό μουσικόφιλο κοινό και τις άλλες μουσικές φωνές της «Μάντρας» του Αττίκ. Η κιθάρα με την οποία εμφανίζεται και την συνοδεύει είναι και πάλι δώρο του ανθρώπου που πίστεψε στο μεγάλο ταλέντο της και την ενεθάρρυνε, του μουσικού Κώστα Μπέζου ο οποίος με το συγκρότημά του «Τα Άσπρα Πουλιά» ψυχαγωγούσε το κοινό με τις χαβάγιες του. Στην «Μάντρα» λοιπόν ενός ευαίσθητου καλλιτέχνη, ψυχαγωγού του αθηναϊκού και ευρύτερα ελληνικού κοινού, του στιχουργού, αυθεντικού διασκεδαστή και καλαίσθητου, εξαίρετου «μουσικού αυτιού» ζυμώθηκε και θα σημειώναμε μορφώθηκε μουσικά και ίσως και εμφανισιακά η πάντα ασυμβίβαστη, χειραφετημένη και σοβαρή, δυναμική τραγουδίστρια Δανάη. Πολυτάλαντη προσωπικότητα, δημοκράτισσα και αγωνίστρια, πολυταξιδεμένη και πρέσβειρα του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού στο εξωτερικό (την μακρινή Χιλή), καθηγήτρια της ελληνικής λαογραφίας στο Πανεπιστήμιο του Σαντιάγκο επί Σαλβαντόρ Αλλιέντε, πολυγραφότατη, έχει μεταφράσει και κυκλοφορήσει πάνω από 50 τίτλους δικών της βιβλίων, αναμνήσεων, ποιημάτων, παιδικών, αφηγήσεων, και έχει γράψει τους στίχους για περισσότερα από 300 τραγούδια τα οποία έχουν μουσικά επενδύσει σημαντικοί έλληνες τρυφεροί συνθέτες όπως ο Μίμης Πλέσσας και έχουν ερμηνεύσει ερμηνευτές βεληνεκούς ενός Τώνη Μαρούδα, Κώστα Χατζή, Μαρινέλλα, η ίδια η Δανάη και πολλοί άλλοι και άλλες νεότεροι ερμηνευτές. Πολλά της τραγούδια έχουν γίνει μεγάλες επιτυχίες και συνεχίζουν να επανερμηνεύονται από νεότερους έλληνες συνθέτες και τραγουδιστές. Βελούδινη φωνή, καθαρή, ερωτικά παραμυθένια, απαλή, ήρεμη, νοσταλγική, ατόφια, πηγαία, αισθησιακή, έδεσε με το μουσικό όραμα του σπινθηροβόλου και σκανταλιάρη, χωρατατζή, δυστυχώς αυτόχειρα Αττίκ, και απετέλεσε τον κύριο κρίκο μιάς αλυσίδας γυναικείων φωνών οι οποίες αναδείχθηκαν από το Σχολείο της «Μάντρας». Δανάη, Λουίζα Ποζέλι, Νινή Ζαχά, Μιτσούκο, Λίντα Άλμα, Καλή Καλό, Καίτη Οικονόμου (Ντιριντάουα), Ζωή Τσις, Γυναικείες ερωτικές και αισθαντικές φωνές οι οποίες υπήρξαν οι «Δουλτσινέες» του φωτισμένου μουσικά και καλλιτεχνικά αυτού προσώπου, που προσπάθησε και πέτυχε να μεταφέρει στην ελληνική μουσική και ψυχαγωγική επικράτεια της Αθήνας ότι σημαντικότερο και αξιολογότερο υπήρχε στον καιρό του στην ευρωπαϊκή, ιδιαίτερα Γαλλική μουσική καλλιτεχνική σκηνή που ο ίδιος είχε θητεύσει. Στην «Μάντρα» σύχναζαν και συνεργάζονταν όχι μόνο γυναικείες φωνές αλλά και πνευματικοί άνθρωποι της εποχής. Ο σεναριογράφος, ποιητής και σκηνοθέτης Αλέκος Σακελάριος, ο Πειραιώτης στιχουργός και μουσικός Μίμης Τραϊφόρος, ο ποιητής Χρήστος Πύρπασος, ο ποιητής Κωστής Κοκόροβιτς, ο ηθοποιός και κομφερασιέ Γιώργος Οικονομίδης, ο περιβόητος Ζαζά, ο Φώτος Γιοφύλης, ο  θεατρικός συγγραφέας Παντελής Χορν, ο γεννημένος στην Σαλαμίνα θεατρικός συγγραφέας Δημήτρης Μπόγρης, ο Θεόδωρος Συνοδινός, ο Γιώργος Γιαννακόπουλος και άλλοι γνωστοί καλλιτέχνες και άνθρωποι του θεάτρου, της μουσικής και της διανόησης. Σε αυτό το περιβάλλον με τον κοσμοπολίτικο αέρα του ευτύχησε να εργαστεί ως τραγουδίστρια, συνθέτρια και στιχουργός η Δανάη.

     Για την στιχουργική καλλιέργεια και συνθετική δεινότητα της Δανάης σημειώνει η Πόπη Μαγουλά-Γαϊτάνου στο πλούσιο σε χρήσιμες πληροφορίες και επεξηγήσεις βιβλίο της, «Δανάη» σελίδα 86: «Σε μία άλλη έκφραση της Τέχνης. Αποτύπωσε με μελάνι κάτω από τα ανάποδα μαύρα μπαστουνάκια του πενταγράμμου, τους δικούς της στίχους. Και τους άφησε να ξεχυθούν με βελούδινη φωνή, στέρεα. Διανθισμένη από λαρυγγικές βαριασόνες στα σύμφωνα και ψιθυριστά στα φωνήεντα, η Δανάη κατάφερε να μαγεύει τον κόσμο, να τον κάνει να χαίρεται, να τον παρασέρνει να ξεχνιέται και να τραγουδάει.». Ενώ στην προηγούμενη σελίδα, 84 η συγγραφέας του βιβλίου μας μεταφέρει έναν σχολιασμό, μία κρίση για την τραγουδίστρια την οποία λέγεται ότι είπε στον Χρήστο Χαιρόπουλο ο δημοσιογράφος και αρθρογράφος της εφημερίδας «Η Καθημερινή» Γεώργιος Βλάχος, ο Γ.Α.Β.: «Κατά την γνώμη μου Λαλάκη, το ωραιότερο προϊόν του τόπου μας δεν είναι ούτε το λάδι, ούτε ο καπνός, ούτε η σταφίδα. Αλλά το ελαφρό ελληνικό τραγούδι, που μια Δανάη το έκανε σημαία…». Ενώ διαβάζουμε και πάλι την κρίση του Χρήστου Χαιρόπουλου που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Μακεδονία» 18/12/1937, όπως την αναδημοσιεύει η Πόπη Μαγουλά-ΓαΙτάνου στο βιβλίο της, σε,.111: «Η Δανάη έχει μία φωνή σαν την εμφάνισή της. Απαλή, γλυκιά, βελουδένια. Ευγενική, συγκρατημένη, ακολουθώντας απόλυτα τους νόμους της μουσικής αισθητικής. Όταν προχωρεί με την κιθάρα της για να σταθεί να τραγουδήσει, σας δίδει την εντύπωσιν μιας ιέρειας. Χωρίς θεατρινισμούς, χωρίς υπερβολές, χωρίς κραυγές, δίδει στο τραγούδι της όλο τον κραδασμό και όλη τη συγκίνηση και τους παλμούς του είναι της. Είναι η πιο τέλεια τραγουδιστική γυναικότητα. Είναι ένα αέρινο ερωτικό «ίσως», που έρχεται να ξεψυχήσει στ’ αφτιά μας σαν θωπευτικό κυματάκι, ενώ έχει ξεκινήσει από το ψυχικό πέλαγος σαν τρομαχτικός αισθησιακός κυκλών… Η Δανάη ξεπηδάει τα στενά ελληνικά όρια για να προπαγανδίσει σε ξένους ορίζοντες, σαν φλογερή απόστολος, αυτό που πιστεύει και λατρεύει μέσα από τον απέραντο ψυχικό της πλούτο. Το ελαφρό τραγούδι της Ελλάδος».

Η Δανάη είχε αρχίζει την εργασιακή της σταδιοδρομία ως «δημοσιογραφάκι» μας λέει στις αναμνήσεις της, όταν μόλις 22 χρονών αρχινά να εργάζεται σε μία εφημερίδα όχι και τόσο γνωστή, μικρής κυκλοφορίας την «Ελληνική», το 1935 την οποία εξέδιδε ο συγγραφέας, ποιητής και εκδότης Γιώργος Τσουκαλάς, γνωστός μας και από την μελέτη του για τον ποιητή του μεσοπολέμου Ναπολέοντα Λαπαθιώτη. Την ίδια χρονιά θα αρχίσει και η συνεργασία της με τον Αττίκ έως στις 28 Αυγούστου 1944 όταν ο Αττίκ αποφασίζει να βάλει τέρμα στην ζωή του, μετά από την βίαιη κακομεταχείριση και ταπείνωση που υπέστει ο έλληνας αρτίστας από έναν γερμανό εισβολέα στρατιώτη που συνάντησε τυχαία στο δρόμο. Λίγο πριν «φέξει ο ήλιος της ελευθερία» θα μας πει ο ποιητής και σκηνοθέτης, συνεργάτης της «Μάντρας» Ορέστης Λάσκος. Χρήσιμα στοιχεία και πληροφορίες για τον γεννημένο στην Αίγυπτο εξαίρετο μουσικοσυνθέτη, ταλαντούχο Κλέων Τριανταφύλλου αυτόν τον πρωτοπόρο έλληνα καλλιτέχνη αντλούμε εκτός από την μελέτη της Πόπης Μαγουλά- Γαϊτάνου και από το βιβλίο που έγραψε για τον δάσκαλό της η Δανάη, εκδόσεις Εστία 1986 και από τις διάφορες συνεντεύξεις και ομιλίες της.

Τραγουδίστρια, μουσικός, συνθέτρια, στιχουργός, μεταφράστρια, συγγραφέας, ποιήτρια, εικαστικός, δημοσιογράφος, «εμπνεύστρια τίτλου εγκυκλοπαίδειας, ΔΟΜΗ», καθηγήτρια λαογραφίας σε πανεπιστήμιο της νοτίου αμερικής και μεταφράστρια Δημοτικών Τραγουδιών, πολύγλωσση και πολυτάλαντη καλλιτέχνιδα, συνεργάτης και φίλη ποιητικών μεγεθών ενός Πάμπλο Νερούδα, ενός Γιάννη Ρίτσου. Σύζυγος, μητέρα, γιαγιά, φίλη, αδερφή, σύντροφος κόκκινη αγωνίστρια, κυνηγημένη από τις σκοτεινές δυνάμεις της εποχής, αλλά πάντα αισιόδοξη και δυναμική. Δανάη Στρατηγοπούλου-Χαλκιαδάκη (Αθήνα 8/2/1913-Ραφήνα 18/ 1/ 2009). Χρησιμοποίησε στην σταδιοδρομία της δύο ψευδώνυμα, Αργυρώ Καλλιγά και Ελένη Σοφιανοπούλου. Υπήρξε ένα μουσικό ανόθευτο, αυθεντικό μεθύσι στην εποχή της, ένα λαμπερό αστέρι στο μουσικό στερέωμα του ελαφρού ποιοτικού ελληνικού τραγουδιού. Μιά όμορφη γυναίκα γειωμένη στην ποιότητα και την προσφορά. Όλος ο βίος της υπήρξε μία πολυκύμαντη περιπέτεια. Τραγουδά στα Ολύμπια και γίνεται χαμός, η γυναίκα η οποία τέλειωσε μία Εμπορική Σχολή, ασχολήθηκε ενεργά με την δημοσιογραφία, έζησε τα παιδικά της χρόνια με τους γονείς της στην Πόλη του Φωτός, το αγαπημένο της Παρίσι, αργότερα στην μακρινή Χιλή, γίνεται εξώφυλλο σε μουσικά περιοδικά της εποχής της. Τιμάται και βραβεύεται αλλά πάντα παραμένει απλή, φιλική, οικεία, ακόμα και όταν δεν της ήρθαν όλα ρόδινα στην ζωή της. Το αγωνιστικό της φρόνημα ήταν πάντα ακμαίο, οι αντοχές της μεγάλες, όταν έχασε πολύ νωρίς τον άντρα και πατέρα της κόρης της δημοσιογράφο  Γιώργο Χαλκιαδάκη. Η ξακουστή και λατρευτή μούσα του Αττίκ, η κιθαρωδός ερμηνεύτρια, διατηρούσε στενές επαφές με τον Πειραιά και τους Πειραιώτες οι οποίοι της ανταπέδιδαν την αγάπη και την λατρεία, από την περίοδο που εργάζονταν σε γνωστό μαγαζί της πόλης μας στην περιοχή της Καστέλλας. Όταν κατέβαινε στην Πόλη και τραγουδούσε στην «Σπηλιά του Παρασκευά», το «Δημοτικό Θέατρο» και άλλους συναυλιακούς  χώρους του Πειραιά.  Ναι, γράφω κατέβαινε στον Πειραιά, όπως μας λέει και ο μέγιστος παιδαγωγός Αριστοκλής, εξακολουθούμε να λέμε εμείς οι Πειραιώτες από την αρχαία εποχή όταν κατέβαινε στον Πειραιά με τους μαθητές του ο αρχαίος φιλόσοφος Πλάτων, ο έλληνας παιδαγωγός αισθήσεων και ερωτικών αισθημάτων. Η Δανάη η πειραιώτισσα (δίχως εισαγωγικά) αγαπούσε το πρώτο λιμάνι (νησί), τα χώματά του. Περπάτησε εκατοντάδες απογεύματα στις ακτογραμμές του ονειροπολώντας , απόλαυσε τα ηλιοβασιλέματά του στις πειραιώτικες βεγγέρες της σιγοψιθυρίζοντας τραγούδια που τον υμνούσαν. Έφαγε και διασκέδασε στις ψαροταβέρνες του μικρολίμανου και του Φαλήρου με συνεργάτες και φιλικά της πρόσωπα. Την φίλευαν πειραιώτες ψαράδες ψάρια για να ταΐσει την μοναχοκόρη της και τον άρρωστο άντρα της. Από το διάραχο του λόφου του προφήτη Ηλία αγνάντευε το Σούνιο, μαζί με τον Μαρούδα θα τραγουδούσαν το «τι είναι αυτό που το λένε αγάπη….» πριν το ακούσει και το ερμηνεύσει η ιταλίδα σταρ του κινηματογράφου Σοφία Λώρεν. Θα έμενε ξάγρυπνη μέχρι το λυκαυγές, δίνοντας αυτόγραφα σε αμούστακα πειραιωτόπουλα θαυμαστές της. Άκουσε τους πειραιώτικους παιδικούς αλαλαγμούς στους χωματόδρομους του Πειραιά, τους κοριτσίστικους ερωτικούς αναστεναγμούς στην Λεωφόρο Σωκράτους, που βάδισε στην μοναδική επίσκεψη του στην πόλη μας ο αλεξανδρινός ποιητής Κωνσταντίνος Π. Καβάφης. Μύρισε τις αζαλέες στα μπαλκόνια των πειραιώτικων νεοκλασικών που ζωγράφισε ο πειραιώτης δάσκαλος Γιάννης Τσαρούχης. Έσκυψε και μάζεψε ανθάκια από τις ρωγμές των βράχων της Πειραϊκής ακτής απαγγέλλοντας στίχους του Λάμπρου Πορφύρα. Εμπνεύστηκε στίχους της από την πειραϊκή ατμόσφαιρα. Συνταξίδευσε με το πειραιώτικο σκαρί συντροφιά με τον πεζογράφο Κώστα Σούκα, τον διηγηματογράφο και δημοσιογράφο Χρήστο Λεβάντα, τον ποιητή Νίκο Βελιώτη. Ίσως και να παρακολούθησε παράσταση του Θεάτρου Σκιών στην πειραϊκή μάντρα στο Πασαλιμάνι, λαϊκές θεατρικές παραστάσεις σε καφενεία του Πειραιά. Να έκλαψε ως χειραφετημένη, ελεύθερη γυναίκα και πολιτική αγωνίστρια ακούγοντας τις εκμυστηρεύσεις των γυναικών της χαράς στις Πειραιώτικες Λαμαρίνες. Να συμπαραστάθηκε στο μετανάστη πληρωμένο έρωτα των γυναικών της Τρούμπας. Μουσικά πλακόστρωτα πειραϊκά βαδίσματα μιάς άλλης εποχής και κλίματος. Υπεραξίες πειραικής μνήμης και ζωής. Μελωδικές συναστρίες επώνυμων και ανώνυμων φωνών στον Πειραιά που άφησαν εποχή. Ευτύχησα να παρευρεθώ σε ορισμένες τιμητικές εκδηλώσεις στο πρόσωπό της, στην μουσικό και καλλιτέχνιδα κόρη της Ειρήνη Λήδα Χαλκιαδάκη. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2000, από τα σποραδικά τηλεφωνήματά μας, τις τηλεφωνικές συζητήσεις μας, μου έλεγε με υπερηφάνεια και χαρά ότι διατηρούσε ακόμα ζωντανές τις πειραϊκές της μνήμες, διατηρούσε φιλικές επαφές με Πειραιώτες και Πειραιώτισσες ποιητές και λογοτέχνες. Επικοινωνούσε μαζί τους, την επισκέπτονταν στην οδό Ελευθερίου Βενιζέλου… στο σπίτι της στην Ραφήνα όπου έμενε με την οικογένειά της. Πρόσωπα του Πειραιά αλληλογραφούσαν μαζί της. Να αναφέρουμε ενδεικτικά τον πειραιώτη ποιητή και μεταφραστή Ανδρέα Αγγελάκη του οποίου στίχους του είχε τραγουδήσει η Λήδα Χαλκιαδάκη, κόρη της Δανάης, μαζί με τον τραγουδιστή σύζυγό της Σπύρο Βλασσόπουλο, στον γνωστό δίσκο. Την επαφή της με την ποιήτρια και εκδότρια Μαντώ Κατσουλού. Γράφει ο φάκελος με τα δύο βιβλία της που μου είχε στείλει: «Για τον Γιωργάκη Μπαλούρδο, με την πολύ ευγενική φροντίδα της κας Μαντώς Κ. Ζολώτα. Ευχαριστώ Δανάη». Τον δικηγόρο και ποιητή, δοκιμιογράφο Δημήτρη Πιστικό και ορισμένους άλλους λόγιους και μουσικόφιλους πειραιώτες. Δανάη, αρχαίο μυθικό όνομα με σύγχρονες προεκτάσεις. Μελωδική, τρυφερή, αισθαντική η φωνή της συγκίνησε και εξακολουθεί να συγκινεί με το ηχόχρωμά της, τις μελωδικές της συνθέσεις, τις εκατοντάδες ερμηνείες της. Δανάη, ένα ανοιχτό βιβλίο μουσικών και πολιτιστικών εμπειριών της σύγχρονης Ελλάδας. Έζησε από κοντά, συνεργάστηκε, με ελληνικές μουσικές φυσιογνωμίες θρύλους της εποχής της. Συνθέτης, δασκάλα της μουσικής και στιχουργός από τις σπάνιες. Ανέδειξε και βοήθησε αρκετές γυναικείες μουσικές φωνές να βρουν το δρόμο τους. Έχει συνθέσει και γράψει πάνω από 300 τραγούδια, τα περισσότερα έγιναν γνωστές και αγαπητές επιτυχίες, άγγιξαν τις καρδιές ελλήνων και ελληνίδων. Βρέθηκαν και εξακολουθούν να βρίσκονται ακόμα στα χείλη ελλήνων που αγαπούν την ποιοτική μουσική το ποιοτικό τραγούδι. «Αν σ’ αρνηθώ αγάπη μου…». Πριν ξεσπάσει η λαίλαπα με τα καψουροτράγουδα και τους ανατολίτικους των χαρεμιών αμανέδες και τουρκοτσιφτετέλια. Τα χανουμάκια και γιουσουφάκια μουσικής των αργιλέδων. Πολυτάλαντη καλλιτέχνις με στέρεα μουσική παιδεία, πολύγλωσση (γνώριζε και μιλούσε και μετέφραζε από τα γαλλικά τα ισπανικά τα αγγλικά). Γύριζε σαν αρχαία ιέρεια στις παραλίες της Ραφήνας μαζεύοντας πέτρες και ζωγράφιζε πάνω τους τα όνειρά της. Όπως ο Γιάννης Ρίτσος εικονογραφούσε πάνω στις θαλασσινές Σαμιώτικες κροκάλες τους αρχαίους ερωτικούς του αναστεναγμούς, η κόρη του αριστερού ποιητή Κώστα Γαρίδη, Μπέττυ τα άνθη της. Όπως οι παλαιές πειραιώτισσες αντάρτισσες με μικρές μπουκιές ζύμης ψωμιού έπλαθαν άνθη για τις μπουτονιέρες στα πέτα των αντρών, σαν καρφίτσες-στολίδι στα ταγιέρ, τα ντεπιεδάκια των γυναικών. Φυλλοβόλα χρόνια πολιτισμού μιάς άλλης γενιάς ελλήνων και ελληνίδων πειραιωτών. Δανάη Στρατηγοπούλου-Χαλκιαδάκη, ένας ούριος μουσικός άνεμος που δρόσισε γενιές ελλήνων και ελληνίδων ψυχές. Δυναμική παρουσία, ανεξάρτητη γυναίκα, ελεύθερη, προοδευτική, τολμηρή, θαρραλέα, χειραφετημένη προσωπικότητα, κομμουνίστρια. Κυνηγημένη από το πολιτικό κατεστημένο και σύστημα της εποχής της. Πολλά και διαφορετικά επεισόδια ο βίος της, η καλλιτεχνική της διαδρομή, δεν έσκυψε τον αυχένα της στα κελεύσματα των ισχυρών της εποχής της και το πλήρωσε για μεγάλο διάστημα με τον μουσικό της αποκλεισμό από κάθε δημόσιο μέσο. Έζησε μία ζωή ποιοτική δίχως να επιδιώξει τον πλούτο. Αυτοεξορίστηκε σε άλλη ήπειρο την περίοδο της επταετίας. Της απαγόρευσαν να τραγουδήσει δημόσια τα πέτρινα χρόνια μετά τον εμφύλιο. Μιά προικισμένη και με στέρεα μουσική παιδεία καλλιτέχνις, ένα αριστερών πεποιθήσεων άτομο. Αντιστασιακή, αγωνίστρια ελληνίδα άφοβη, κυνηγήθηκε αλλά ποτέ δεν ξεστράτισε από τους στόχους και τα οράματα που αποφάσισε να υπηρετήσει. Έχαιρε του σεβασμού και του θαυμασμού μεγάλου μέρους του ελληνικού λαού. Την περίοδο της Κατοχής, ως γνήσια δημοκρατικών φρονημάτων ελληνίδα πατριώτισσα, βοήθησε και συμπαραστάθηκε σε Έλληνες που βρίσκονταν στην παρανομία λόγω των αντιστασιακών τους δράσεων και ενεργειών ενάντια στον ξένο εισβολέα, γερμανό κατακτητή. Οι μαρτυρίες μας είναι γνωστές. Η φωνή της σίγησε για μεγάλο διάστημα όχι όμως και οι μουσικές μνήμες των ελλήνων και ελληνίδων που την είχαν ακούσει ή εξακολουθούσαν να την ακούν και την αγαπούσαν. Η φωνή της μελωδική, πηγαία, ζεστή, βελούδινη, αυθεντική, συδαύλιζε ψυχές. Η μουσική της καλλιέργεια από τις σπάνιες, ερμηνεύτρια και   συνθέτρια με κοινωνικό και μουσικό ήθος, αθόλωτο. Ο κριτικός θεάτρου και δάσκαλος Κώστας Γεωργουσόπουλος, στην εκδήλωση της παρουσίασης της βιογραφίας της από τις εκδόσεις «Άγκυρα», του βιβλίου «ΔΑΝΑΗ» Το αηδόνι του έρωτα της συγγραφέως Πόπης Μαγουλά- Γαϊτάνου στην Στοά του Βιβλίου 22 Απριλίου 2002, σε μιά κατάμεστη από φίλους και θαυμαστές της αίθουσα, είπε μεταξύ άλλων για την ερμηνεύτρια, μουσικό και στιχουργό, αειθαλή Δανάη:  «Η Δανάη, δεν είναι απλώς μια πηγαία φωνή, ένα αρτεσιανό φρέαρ, αλλά στους χαρακτηριστικούς  χρωματισμούς της φωνής της, αναγνωρίζουμε την αίσθηση της μουσικής ιστορίας της χώρας μας... Δεν είναι μόνο μία σπουδαία φωνή αλλά ένας μουσικός πολιτισμός». Εξίσου θερμά και επαινετικά ήσαν και τα λόγια του αγαπημένου εξίσου σημαντικού, τρυφερού μουσικοσυνθέτη Μίμη Πλέσσα, τα λόγια της τραγουδίστριας και ποιήτριας Γιοβάνας η οποία διάβασε ποίηση της Δανάης. Οι χειρονομίες αγάπης των παρευρισκόμενων στο πρόσωπό της ήταν έκδηλες, όχι μόνο από το ελληνικό κοινό που παρευρίσκονταν αλλά και από τα επίσημα πρόσωπα της Χιλιανής πρεσβείας τα οποία είχαν έρθει στην παρουσίαση, να τιμήσουν την ελληνίδα πρέσβειρα του ελληνικού πολιτισμού στην μακρινή χώρα τους. Ας μην λησμονούμε, ότι την περίοδο της επταετίας (1967-1974) η Δανάη αυτοεξορίστηκε στην μακρινή και ταλαιπωρημένη πολιτικά αυτή χώρα της νοτίου αμερικής, την Χιλή. Την περίοδο της διακυβέρνησης της Χιλής από τον εκλεγμένο μαρξιστή πρόεδρό της Σαλβαντόρ Αλλιέντε, η Δανάη δίδαξε στο Πανεπιστήμιου του Σαντιάγκο, έδωσε ομιλίες, διοργάνωσε μουσικές εκδηλώσεις, μετέφρασε ελληνική δημοτική και λόγια ποίηση, διαδίδοντας την ελληνική λαϊκή μουσική και παράδοση, τον ελληνικό λαϊκό πολιτισμό στην μακρινή χώρα. Μετέφρασε δημοτικά τραγούδια και δίδαξε λαογραφία και λαϊκό πολιτισμό στους Χιλιανούς. Γνώρισε από κοντά και έγινε φίλη του βραβευμένου με το νόμπελ λογοτεχνίας κομμουνιστή ποιητή και διπλωμάτη Πάμπλο Νερούδα, του οποίου το ποιητικό Έπος «Κάντο Χενεράλε» (το «Γενικό Τραγούδι» όπως η χαρακτηριστική στεντόρεια και αντιστασιακή φωνή του Μάνου Κατράκη ακούγονταν να μας λέει στην γνωστή συναυλία μετά το 1974 του Μίκη Θεοδωράκη, με ερμηνευτές τον Πέτρο Πανδή και την Μαρία Φαραντούρη) μετέφρασε εξαιρετικά στα ελληνικά η Δανάη Στρατηγοπούλου. Η μετάφραση αυτή από τα ισπανικά, η οποία κυκλοφόρησε το 1973/1974 σε τρείς τόμους από τις εκδόσεις «Γκούντεμπεργκ» υπήρξε ένας μεταφραστικός άθλος. Σπάνια περίπτωση η τραγουδίστρια και στιχουργός Δανάη, αναμετρήθηκε με ένα ογκώδες πολύτομο έργο (11 τόμοι) μιάς άλλης παράδοσης, μιάς άλλης γλώσσας και των εσωτερικών μυστικών της. Μετέφερε τον αγωνιστικό παλμό και αγέρα του Χιλιανού ποιητή στην ελληνική γλώσσα εκπληκτικά. «Τιθάσευσε» γλωσσικά και νοηματικά έναν φουρτουνιασμένο ποιητικό ωκεανό της ποιητικής παράδοσης των λαών της λατινικής αμερικής στην μεσόγειο πανάρχαια γλώσσα μας. Φέρνοντας σε επαφή τους έλληνες και τις ελληνίδες με τους λαϊκούς αγώνες των λαών της λατινικής αμερικής για ελευθερία, δημοκρατία, δικαιοσύνη, ισότητα, εθνική ανεξαρτησία. Να μνημονεύσουμε (από όσο μπορώ να γνωρίζω) μία ακόμα ελληνίδα ποιήτρια και μεταφράστρια που ασχολήθηκε με την μετάφραση του «γέρικου βουνού» μέρος-τμήματος του ποιητικού Έπους του Πάμπλο Νερούδα, την Γκράτσια Σπύρου Δεπούντη, και το βιβλίο της «Ύψη του Μάτσου Πίτσου» Από το έργο του ΚΑΝΤΟ ΧΕΝΕΡΑΛΕ, “ALTURAS DE MAUXU PICCHU” Αθήνα 1989. Πολυβασανισμένη η πλούσια σε ομορφιές και πλουτοπαραγωγικές πηγές  χώρα της νοτίου αμερικής η Χιλή, βρέθηκε πολιτικά να στενάζει κάτω από την στυγνή μπότα δικτατορικών καθεστώτων την ίδια πάνω κάτω περίοδο που και η δική μας πατρίδα βρίσκονταν υπό χουντική διακυβέρνηση. Ο Σαλβαντόρ Αλλιέντε υπήρξε ένα μυθικό σύμβολο για τους έλληνες που πάλευαν για την δική τους ελευθερία και κοινοβουλευτική δημοκρατία. Ένας πολιτικός ηγέτης, απροστάτευτο σύμβολο που αγκαλιάστηκε από μερίδα αγωνιζόμενων για την ελευθερία ελλήνων. Ένας διαχρονικά μέσα στην πολιτική ιστορία σύγχρονος «ήρωας» σαν αυτούς που γνωρίζει να γεννά η λατινική αμερικανική πολιτική παράδοση και ιστορία. Κοινές οι μνήμες αντίστασης των λαϊκών αγώνων ελλήνων και χιλιανών τις δεκαετίες αυτές. Ο ηρωικός θάνατος του Αλλιέντε μέσα στο προεδρικό μέγαρο συντάραξε τις δημοκρατικές συνειδήσεις και εξακολουθεί ακόμα και σήμερα να συγκινεί. Κατέταξε τον Χιλιανό πρόεδρο ισότιμα δίπλα σε λαϊκούς αγωνιστές ηγέτες όπως ο σκοτωμένος Τσε Γκεβάρα, ο δολοφονημένος Κονγκολέζος Πατρίς Λουμούμπα, ο Βιετναμέζος ηγέτης Χο Τσι Μινγκ, ο αγγλικανός κληρικός Ντέσμοντ Τούτου, αγωνιστής και υπέρμαχος της κατάργησης των φυλετικών διακρίσεων. Ο ηγέτης για την απελευθέρωση των Μαύρων στην Βόρειο Αμερική πάστορας Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ, ο δολοφονημένος πρώτος πρόεδρος της αμερικής Αβραάμ Λίνκολ, αγωνιστής της κατάργησης της δουλείας . Ηρωικά Πορτραίτα Ηγετών, Μαρτυρολόγια του προηγούμενου αιώνα της πολιτικής και κοινωνικής ιστορίας του. Σύμβολα ελευθερίας και δικαιοσύνης, αγώνων για την ανεξαρτησία, την κατάργηση της δουλείας, του απαρτχάιντ. Ζώσες ιστορίες ηγετών, όχι επετειακές μνήμες και κονκάρδες επαναστατικής γυμναστικής διατριβών και αναλύσεων.

     Η Ελληνίδα τραγουδίστρια Δανάη Στρατηγοπούλου-Χαλκιαδάκη, δεν υπήρξε μόνο μία πολύ καλή ερμηνεύτρια-την αποκαλούσαν το αηδόνι της εποχής της-, βελούδινη φωνή αλλά και μιά εξαίρετη στιχουργός. Πλήθος  μελοποιημένων στίχων της από διάφορους συνθέτες έχουμε τραγουδήσει πάμπολλες φορές και εξακολουθούμε να τραγουδούμε δίχως να γνωρίζουμε την στιχουργό τους. Δανάη Στρατηγοπούλου- Χαλκιαδάκη και Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου (από την παλαιά «φουρνιά» των ελληνίδων ταλαντούχων στιχουργών) δυό σπάνια γυναικεία ταλέντα της ελληνικής μουσικής και στιχουργικής τέχνης. Ελληνίδες στιχουργοί-ποιήτριες οι οποίες δεν διέθεταν μόνο πηγαία και αυθεντικότητα έμπνευσης, ποιητική στόφα, λυρική φυσικότητα, στιχουργική άνεση, νοηματική καθαρότητα, γλωσσική ερωτική θέρμη, κοινωνικό και ατομικό «τσαγανό», αλλά και το χάρισμα της άμεσης επικοινωνίας με τους απλούς καθημερινούς έλληνες και ελληνίδες. Τα τραγούδια τους γίνονταν πολύτιμο κτήμα ψυχαγωγίας και διασκέδασης των ελληνικών οικογενειών. Μουσική χειραψία στις μεταξύ τους διαπροσωπικές σχέσεις. Των ελλήνων και ελληνίδων που άκουγαν στα μαγαζιά και στις αίθουσες που διασκέδαζαν με τις οικογένειές τους , φιλικές τους παρέες, τους στίχους των τραγουδιών τους, τις μουσικές τους συνθέσεις. Άκουγαν τα λόγια τους και σηκώνονταν να χορέψουν μαγεμένοι από τον στίχων και της μουσικής μελωδία. Ρυθμοί μουσικής ρυθμοί ζωής και σχέσεων. Με τα τραγούδια αυτά ερχόντουσαν σε κέφι, ψυχαγωγούνταν, δημιουργούσαν ατμόσφαιρα διασκέδασης, κλίμα ευχάριστων συναισθηματικών τους στιγμών, κοινές αναμνήσεις. Οι στίχοι τους (ανεξάρτητα τους προσωπικούς διαφορετικούς δρόμους που ακολούθησαν οι δυό ισχυρές αυτές ελληνίδες στιχουργοί) διαθέτουν τεχνική, λυρισμό, ρυθμό, απλότητα, γλωσσική οργάνωση, δομή, οικειότητα, χάρη ή τραχύτητα λόγου. Οι λέξεις τους καθημερινές, μελωδικές, κουβέντες του λαού για την ζωή, τα προβλήματά της, τα αδιέξοδά της, τους ερωτικούς αναστεναγμούς, τα πάθη και τις γλύκες του έρωτα, τις ζήλιες και ευχάριστες αναμνήσεις. Οι λέξεις των στίχων τους αντλούνται από την αιώνια δεξαμενή ομιλίας του ελληνικού λαού. Είναι, ας μου επιτραπεί η έκφραση κοινωνικά και προσωπικών εμπειριών κραδασμών «απορροφητήρια», όπως οι στίχοι σύγχρονων γυναικών συνθετριών και μουσικών. Της Λίνας Νικολακοπούλου, της Αρλέτας, της Χαρούλας Αλεξίου και ορισμένων άλλων ελληνίδων στιχουργών. Οι στίχοι της Δανάης και της Ευτυχίας, διαθέτουν έντονο το στοιχείο της προφορικότητας, του καθημερινού κουβεντολογιού στις λαϊκές συνοικίες, στους δρόμους, τα χαμόσπιτα της ζωής των φτωχών ανθρώπων. Διαθέτουν ευαισθησίας και τρυφερότητας χρωματισμούς. Εκφράζουν με απλά λόγια τους ερωτικούς αναστεναγμούς τα προσωπικά τους βάσανα και καημούς, τα ντέρτια και αναστεναγμούς της ψυχής τους, τα διλήμματα των διαδρομών των ερωτικών τους περιπετειών, των συνειδήσεών τους.  Τους χωρισμούς, τις απορρίψεις, τις ερωτικές καταβυθίσεις, τα αδιέξοδα. Την στάση των ελλήνων και ελληνίδων διαχρονικά απέναντι στην κοινωνία και τα προβλήματά της. Εικονογραφούν ανάγλυφα τους προσωπικούς πόθους των ανθρώπων, τα πάθη της αγάπης, τις ζήλειες του ζευγαριού, τις αμφιβολίες του έρωτα, τις προδοσίες και προσδοκίες, τις αιώνιες υποσχέσεις. Τις πάντα μέσα στην ροή του χρόνου ευμετάβλητες και αχαρτογράφητες σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων. Την ψυχρότητα, την προδοσία, την εριστικότητα αλλά και την στοργή, την τρυφεράδα, την ευχαρίστηση, τον αποχαιρετισμό και τον αποχωρισμό, την ξενιτιά, τον νόστο , τα ερωτηματικά της ερωτευμένης καρδιάς, του ερωτευμένου ανθρώπου που γκρεμίζονται τα όνειρά του ξαφνικά. Τον πόνο της ψυχής και την πίκρα των υποσχέσεων. Το τραγούδι γίνεται όχημα εξομολόγησης, ανάσας στεναγμός, λυγμός εσωτερικός. Φθορά και χαμόγελο σχέσης. Εκφράζει, την άλλοτε συννεφιασμένη και άλλοτε ξάστερη καθημερινότητα της ζωής των ανθρώπων, την αυθεντικότητα της λαϊκής της φυσιογνωμίας. Την φτώχεια και την ανέχεια, την κοινωνική εκμετάλλευση και αδικία. Την πίκρα και ζεστασιά της ζωής, της συντροφικότητας, των φιλικών σχέσεων. Τα δάκρυα των αποχαιρετισμών, το γκρέμισμα των ονείρων και ελπίδων. Τον μαρασμό των σωμάτων και συναισθημάτων, την διάλυση των σχέσεων, την αποστροφή στα αρνητικά της ζωής. Οι στίχοι και τα τραγούδια τους σπονδυλώνουν μια λαϊκή φιλοσοφία ζωής, σχέσεων, απλή και κατανοητή αγγίζει τον εργαζόμενο λαό, τους ρεμπέτες και τους ερωτευμένους. Η κοινωνική πραγματικότητα και κατάσταση γίνεται πρώτη ύλη στους στίχους των τραγουδιών, στα τραγούδια της Δανάης όπως και άλλων ερμηνευτών και συνθετών της εποχής τους. Το μουσικό και κοινωνικό τους αισθητήριο μεγάλο, έντονο, αμείωτο, ειλικρινές, αφτιασίδωτο, όποτε χρειάζονταν ριζοσπαστικό, πάντα στεγάζονταν όμως κάτω από μία ουμανιστική ομπρέλα, ένα ανθρωπιστικό στέγαστρο, ατμόσφαιρα. Αν διαβάσουμε ή ακούσουμε τους στίχους τους θα δούμε ότι δεν υπάρχει τίποτα το αφηρημένο στα λόγια τους, τίποτα το εμπειρικά απερπάτητο στην σκέψη τους, τίποτα το πεποιημένο στα νοήματά των στίχων, το περίτεχνο στην γλώσσα, το μπιχλιμπηδάτο στις λέξεις τους. Οι στίχοι τους διαθέτουν φυσική απλότητα και αμεσότητα, εξέλιξη ομαλή στα μικρά στιγμιότυπα των επεισοδίων που περιγράφουν, αντανακλούν μικρές ιστορίες ανθρώπινων καταστάσεων, περιπετειών. Εξιστορούν, αφηγούνται στιχουργικά και συνθετικά μουσικά εμπειρίες ανθρώπων. Μεταποιούν την προσωπική περιπέτεια ενός ανθρώπου σε συλλογικό μουσικό συλλογισμό, κάνουν τον ατομικό νταλγκά τραγούδι, κοινωνική διαμαρτυρία. Φράσεις φορτισμένες με ποικίλα ερεθίσματα της ψυχής, πνιγμένες κραυγές χαμένων ερώτων, καρδιακά λόγια αγάπης, βιώματα που πληγώνουν. Το άτομο και η κοινωνία, το σκληρό περιβάλλον, οι ανθρώπινες σχέσεις σε όλες τους τις μορφές και ποικιλίες γίνονται τραγούδι, εικονογραφούνται με λαϊκή αυθεντική πενιά και γραφή. Γίνονται ποιητική-στιχουργική σύνθεση, τραγούδι που αγγίζει, σαγηνεύει τα φυλλοκάρδια του ανθρώπου, κάνει την ψυχή να φτερουγίζει, τα ανθρώπινα χείλη να σιγοψιθυρίζουν, τα χείλη να τραγουδούν κατά μόνας ή συλλογικά, οι αισθήσεις να τέρπονται. Τα τραγούδια των γυναικών στιχουργών, δημιουργών, έχουν μία άλλη χρωματική ποιότητα από αυτή των αντρών ομοτέχνων τους, δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν-πολλά από αυτά-από τον «καθαρό» ποιητικό λόγο και γραφή. Κοινά φλασκιά της ποίησης και της στιχουργίας, μεταφοράς συναισθημάτων, καταστάσεων, αναμνήσεων. Το στιχουργικό σύμπαν πολλών δημιουργών αντρών και γυναικών δεν διαφέρει από αυτό των ποιητών ή ποιητριών. Ποιος μπορεί να πει με βεβαιότητα αν η ποίηση ή οι στίχοι του Δημήτρη Χριστοδούλου εκφράζουν καλύτερα τους καημούς των ανθρώπων. Οι στίχοι ή τα ποιήματα του Μάνου Ελευθερίου καθρεφτίζουν αρμονικότερα τα αδιέξοδα του κόσμου μας. Οι στίχοι ή αντισυμβατική ποίηση του Δημήτρη Ιατρόπουλου εκφράζει καλύτερα την γενιά του; Η ποίηση ή οι στίχοι του Γιάννη Νεγρεπόντη διαθέτουν σημαντικό ειδικό βάρος επαναστατικής πολιτικής διάθεσης; Ο ποιητικός λόγος της Κατερίνας Γώγου ή οι στίχοι των τραγουδιών της Λίνας Νικολακοπούλου έχουν μεγαλύτερη «θεραπευτική» επίδραση στις συνειδήσεις των σημερινών ελλήνων; Οι στίχοι της τραγουδίστριας Δανάη, εκφράζουν στον ίδιο βαθμό την πληρότητα ή απώλεια ζωής και έρωτα, χωρισμού όπως τα τραγούδια του Λάκη Παπαδόπουλου που τραγούδησε η Αρλέτα. Παρηγορούν, ανακουφίζουν, προσφέρουν πνοές αισιοδοξίας, ψυχαγωγούν, βρίσκονται στα χείλη σημερινών ελλήνων και ελληνίδων, έχουν αρχίσει να ακούγονται  σε ραδιοφωνικούς σταθμούς. Οι στίχοι και τα τραγούδια των παλαιότερων στιχουργών και συνθετών ήταν και είχαν, εξέφραζαν μιά λαϊκή μουσική και στιχουργική παιδαγωγία τρόπου ζωής και σχέσεων βίου. Μια λαϊκή μουσική και στιχουργική σπουδή πάνω στην καθόλου ζωή. Το τραγούδι δίδει κουράγιο, «ισχυροποιεί» αντοχές, «ροκανίζει» συννεφιασμένες διαθέσεις. Το τραγούδι και οι ρυθμοί του αποτελεί μία πανάρχαια και παγκόσμια διαδεδομένη εκδήλωση και μορφή λαϊκής έκφρασης. Το τραγούδι, είναι μία υπόθεση ανθρωποκεντρική, διαθέτει το «προνόμιο» της κοινωνικής ομαδικής ή ατομικής διδασκαλίας χωρίς «δάσκαλο». Μία ατομική διαμαρτυρία πολλών συλλογικοτήτων και εμπειριών. Μία καταβασία ή αντίστοιχη αναβασία στον ανθρώπινο ψυχισμό. Το αντίσωμα της τέχνης απέναντι στους διάφορους παθογόνους «ιούς» της κοινωνίας. Οι στίχοι και τα τραγούδια της Δανάης, η αισθαντικότητα της φωνή της κέρδισε το χρόνο και ξεπέρασε την εποχή της.

     Η Δανάη Στρατηγοπούλου, δεν κυριάρχησε μόνο στην μουσική σκηνή αλλά υπήρξε και μία ανεξάρτητη και ασυμβίβαστη αριστερή γυναικεία προσωπικότητα. Γνωρίζοντας ισπανικά και άλλες γλώσσες, επισκέφτηκε και δίδαξε στο πανεπιστήμιο του Σαντιάγκο της Χιλής, έδωσε διαλέξεις την περίοδο διακυβέρνησης της Χιλής από τον μαρξιστή δημοκράτη πρόεδρο Σαλβαντόρ Αλλιέντε, και εγκατέλειψε την χώρα με την επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας με την ανοχή ή παρότρυνση της βόρειας καπιταλιστικής υπερδύναμης. Η ελληνίδα ποιήτρια και στιχουργός Δανάη Στρατηγοπούλου, να επαναλάβουμε με σεβασμό και θαυμασμό, αποτόλμησε έναν μεγάλο άθλο, μετέφρασε στα Ελληνικά, σχεδόν είκοσι χρόνια μετά την δημοσίευση στα ισπανικά του τεράστιου αγωνιστικού ποιητικού έπους, το «Γενικό Τραγούδι» και άλλα έργα του Χιλιανού ποιητή Pablo Neruda. Του νέου «Θεόκριτου» όπως ήθελε να τον αποκαλούν ο Χιλιανός ποιητής (Ρικάρδο Νεφταλί Ρέγιες Βασοάλτο, Παρράλ Νότιας Χιλής 12/7/1904- Σαντιάγκο 24/9/1973). Άρρωστος και φρουρούμενος από το δικτατορικό καθεστώς ο ποιητής άφησε την τελευταία του πνοή στα 69 του χρόνια. «Πέθανε μ’ έναν περίεργο θάνατο, λίγο μετά το θάνατο του Σαλβαδόρ Αγιέντε. Το σπίτι του λεηλατήθηκε» σημειώνεται στην «Σύντομη Χρονολογία» της γ΄ έκδοσης του έργου, εκδόσεις Τυπωθήτω 2004. Η τρίτομη έκδοση εξαντλήθηκε πολύ γρήγορα. Έκτοτε,  έχουμε άλλες δύο επανεκδόσεις, πράγμα σπάνιο για τέτοιας μορφής και συγγραφικού όγκου ποιητικές συνθέσεις. Αν αναλογιστεί κανείς την έλλειψη αναγνωστικού ενδιαφέροντος του ελληνικού ποιητικού Έπους που συνέγραψε ο δικός μας μυθιστοριογράφος, Νίκος Καζαντζάκης, την «Οδύσσεια».

     Η ζωή της Δανάης υπήρξε μια αγωνιστική και καλλιτεχνική περιπέτεια. Το 2018 στον πολυχώρο «Εκστάν» στην περιοχή των Πατησίων, ανέβηκε η παράσταση αφιερωμένη στην δυναμική και ταλαντούχα ποιήτρια, μεταφράστρια και τραγουδίστρια. Η σκηνοθεσία και η εικαστική επιμέλεια ήταν του Νίκου Χατζαπαπά. Τα κείμενα έγραψε ο Γρηγόρης Χαλιακόπουλος ενώ τον ρόλο ερμήνευσε η Κατερίνα Βαρδακαστάνη.

ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ

-Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ (σε συνεργασία με τον Γ. Χαλκιαδάκη), εκδ. Μαρής-Κοροντζής 1945

-ΤΡΑΓΟΥΔΩΝΤΑΣ , εκδ. Αετός 1954, (χρονικό)

-ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ, εκδ. Αδάμας 1960, (ποίηση), με το ψευδώνυμο Αργυρώ Καλλιγά.

-ΓΙΑ ΕΝΑ ΖΕΥΓΑΡΙ ΡΟΔΑ, εκδ. Φ. Μαλλέρος 1972 (λαογραφικές μελέτες)

-ΕΛΛΗΝΙΔΕΣ ΗΡΩΙΔΕΣ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ, εκδ. Φ. Μαλλέρος 1972 (μελέτημα)

-ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ, CANTOS DE LOS GRIEGOS, εκδ. Φ. Μαλλέρος-Ζορμπάς 1973 (μελέτη)

-ΚΕΙΜΕΝΑ σε μικρές και μεγάλες αράδες, εκδ. Gutenberg 1984 (ποίηση-πεζά)

-ΑΤΤΙΚ, εκδ. Βιβλιοπωλείο της Εστίας 1986 (βιογραφία)

- ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ, (50 ποιήματα), εκδ. Φυκίρης 1993

-Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ, εκδ. Φυκίρης 1993 (αφηγήματα- ποιήματα)

-Η ΠΙΟ ΜΕΓΑΛΗ ΑΓΑΠΗ. ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ, Αθήνα 1994 (10 αφηγήματα)

-ΑΛΛΙΩΤΙΚΑ ΑΠΟ Τ’ ΑΛΛΑ, εκδ. Ιωλκός 2002 (ποιήματα) Επιμέλεια Κ. Ι. Κορίδης

ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ

ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΠΑΜΠΛΟ ΝΕΡΟΥΝΤΑ

1) ΤΑ ΥΨΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΜΑΤΣΟΥ ΠΙΤΣΟΥ, εκδ. Δίφρος 1966

2) ΝΙΞΟΝΚΤΟΝΙΑ, εκδ. Δ. Μαυρομάτης 1973

3) ΕΙΚΟΣΙ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΓΑΠΗΣ ΚΙ ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΑΠΕΛΠΙΣΜΕΝΟ, εκδ. Ν. Άνθρωποι 1973

4) ΕΣΤΡΑΒΑΓΑΡΙΟ, εκδ. Ν. Άνθρωποι 1973

5) ΧΟΑΚΙΝ ΜΟΥΡΙΕΤΑ, εκδ. Νίτσος 1973

6) ΚΑΝΤΟ ΧΕΝΕΡΑΛΕ, τόμοι 3. Εκδ. Gutenberg 1973/1974

7) ΠΟΙΗΜΑΤΑ, εκδ. Μόσχος 1979

8) ΜΑΤΣΟΥ ΠΙΤΣΟΥ, εκδ. Φυκίρης-Σπανός 1984

9) ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ, εκδ. Φυκίρης-Σπάνος 1984

10) ΩΔΕΣ, εκδ. Φυκίρης-Σπανός 1984

11) ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ, εκδ. Φυκίρης-Σπανός 1984

12) ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ, εκδ. Φυκίρης-Σπανός 1984

13) ΣΤΑΦΥΛΙΑ ΚΑΙ ΑΝΕΜΟΣ, εκδ. Φυκίρης-Σπανός 1984

14) ΚΟΥΒΑ, εκδ. Φυκίρης-Σπανός 1984

15) ΙΣΠΑΝΙΑ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ, εκδ. Φυκίρης-Σπανός 1984

16) ΕΣΤΡΑΒΑΓΑΡΙΟ, εκδ. Καστανιώτη 2004

17) ΓΕΝΙΚΟ ΑΣΜΑ. ΚΑΝΤΟ ΧΕΝΕΡΑΛΕ, γ΄ έκδοση, (ένας τόμος), εκδ. Τυπωθήτω 2004

-ΜΠΕΝΑΒΕΝΤΕ, ΝΥΧΤΑ ΣΑΒΒΑΤΟΥ, εκδ. Δίφρος 1973

-Χ. ΦΟΝΤΟΝ, Η ΧΙΛΗ ΘΑ ΝΙΚΗΣΕΙ, εκδ. Δωδώνη 1975

-ΑΡΜΑΝΔΟ ΟΥΡΙΒΕ, Η ΜΑΥΡΗ ΒΙΒΛΟΣ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΟΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗΣ ΕΠΕΜΒΑΣΗΣ ΣΤΗ ΧΙΛΗ, εκδ. Αταλάντη 1976

-ΦΕΡΝΑΝΤΟ ΒΕΡΑΜΕΝΤΙ, ΑΝΤΑΡΤΙΚΟ ΚΟΧΥΛΙ, εκδ. Σύγχρονη Εποχή 1986

-ΦΕΔΕΡΙΚΟ ΓΚΑΡΘΙΑ ΛΟΡΚΑ, εκδ. Καραμολέγκος 1988

-ΕΟΥΛΟΧΙΟ ΣΟΥΑΡΕΣ, 49 ΜΙΚΡΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ, ΜΕΓΑΛΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΠΑΜΠΛΟ ΝΕΡΟΥΝΤΑ, εκδ. Γνώσεις/Αλφειός 1988

-ΧΟΥΛΙΟ ΚΟΡΤΑΣΑΡ, ΜΠΡΕΝΤΑ ΡΟΤΣΑ.- ΝΙΚΑΡΑΓΟΥΑ, εκδ. Γνώσεις 1988

-ΑΛΙΕΧΟ ΚΑΡΠΕΝΤΕΡ, ΚΟΝΤΣΕΡΤΟ ΜΠΑΡΡΟΚΟ, εκδ. Γνώσεις/Αλφειός 1988

-ΔΑΥΙΔ ΣΑΝΤΣΕΣ ΧΟΥΛΙΑΛΟ, ΕΙΜΑΙ ΠΑΝΤΑ Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ, εκδ. Γνώσεις/Αλφειός 1988

-ΦΕΔΕΡΙΚΟ ΓΚΑΡΘΙΑ ΛΟΡΚΑ, ΜΑΤΩΜΕΝΟΣ ΓΑΜΟΣ, εκδ. Ηράκλειτος 1989

-ΖΩΗ ΣΑΒΒΙΝΑ, ΜΑΓΙΣΣΕΣ HAIKU- TANKA, Ιδιωτική έκδοση 1994

-ΖΩΗ ΣΑΒΒΙΝΑ, ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΧΑΪ-ΚΟΥ- ΤΑ φύλλα στο δέντρο ξανά, Ιδιωτική έκδοση 1992

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η Πόπη Μαγουλά-Γαϊτάνου, στο βιβλίο της ΔΑΝΑΗ Το αηδόνι του έρωτα, εκδ. Άγκυρα 2002, στις σελίδες 378-380, παραθέτει την Εργογραφία της Δανάης Στρατηγοπούλου. Συνολικά καταγράφονται βιβλία, μεταφράσεις, ποιήματα, μελέτες, πεζά στην Ελλάδα και στην Χιλή, 60 τίτλοι.

Ελάχιστες πληροφορίες:

-Αλίκη Ξένου Βενάρδου, Κυριακάτικος Ριζοσπάστης 2/2/2003, 25. ΔΑΝΑΗ ΣΤΡΑΤΗΓΟΠΟΥΛΟΥ. Μια ενενηντάχρονη αγωνίστρια. Εκδήλωση της ΟΓΕ, αφιερωμένη στους αγώνες και το έργο της.

-Δημήτρης Γκιώνης, Κυριακάτικη (Ελευθεροτυπία) 15/3/1998, 42. Δυο κυρίες ξεχωριστές

           Δυο κυρίες ξεχωριστές

    Δύο τιμητικές εκδηλώσεις τον τελευταίο καιρό για δύο κυρίες της τέχνης με παρεμφερή προσφορά. Ο Δήμος Ραφήνας γιόρτασε τα 85 χρόνια της Δανάης Στρατηγοπούλου, ενώ το Μουσείο Γουναροπούλου τίμησε την Τατιάνα Γκρίτση Μιλλιέξ για τα 50 χρόνια της στη λογοτεχνία. Τραγουδίστρια, ποιήτρια, μεταφράστρια, η Δανάη συνέδεσε τη φωνή της με μερικές από τις πιο όμορφες μελωδίες που έχουν ακουστεί σ’ αυτό τον τόπο, ενώ ως ποιήτρια, πέρα από το δικό της έργο, επιχείρησε –και πέτυχε-τον άθλο να μεταφέρει στη γλώσσα μας, μεταξύ άλλων, το περίφημο «Κάντο Χενεράλε» του Πάβλο Νερούδα. Θαλερότατη σήμερα, ζει με τις μνήμες της, παρακολουθώντας με ανησυχία  την πορεία αυτού του τόπου, πιστεύοντας ότι του άξιζε μία καλύτερη μοίρα.

Καταξιωμένη συγγραφέας, με πλούσιο λογοτεχνικό, δημοσιογραφικό, εθνικό και κοινωνικό έργο, η Τατιάνα Γκρίτση Μιλλιέξ δοκιμάζεται τα τελευταία χρόνια από την υγεία της, που δεν της επιτρέπει να είναι αυτό το όλο ενέργεια, αυτό το πανταχού παρόν πλάσμα που ξέραμε. Ευαίσθητες, καλλιεργημένες, πολιτικοποιημένες, προασπίστριες των ιδεωδών της δημοκρατίας και της ελευθερίας και οι δύο, αποτελούν αντιπροσωπευτικό πρότυπο μιάς εποχής και ενός ήθους που αναγνωρίζουμε όλο και δυσκολότερο. Είχαν και οι δύο την ικανοποίηση να χαρούν την αναγνώριση της προσφοράς τους, από το κοινό, ώστε οι δύο εκδηλώσεις που τους αφιερώθηκαν και τα παινέματα που ακούστηκαν να περιποιούν περισσότερο τιμή στους οργανωτές τους παρά στις ίδιες. Ανάλογα αισθάνεται ο συντάκτης αυτής της στήλης πολύ περισσότερο που εκτιμάει ότι μπορεί και να ξενίσει που χώρεσε δυο τόσο ξεχωριστά αναστήματα σ’ έναν τόσο περιορισμένο χώρο.

-Γκ. (Γκιώνης), Ελευθεροτυπία Σάββατο 9/2/2002, 35, 90, η Δανάη

-Ι.Ι. Γ(ρηγοριάδης), Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. Πατάκη 2007, λήμμα, σελ. 2091.

      Στρατηγοπούλου Δανάη (Αθήνα, 1918-

          Ποιήτρια, μεταφράστρια, στιχουργός, συνθέτρια, εικαστικός και τραγουδίστρια, γνωστή στο ευρύτερο κοινό και ως Δανάη. Εγγονή του λόγιου και ποιητή Ιδομενέα Στρατηγόπουλου. Σπούδασε στη Γαλλία και εμφανίστηκε στο τραγούδι από τον Αττίκ. Στο διάστημα 1967-1974 αυτοεξορίστηκε  στη Χιλή όπου δίδαξε νεοελληνική λογοτεχνία και λαογραφία στο Πανεπιστήμιο του Σαντιάγκο. Η γνωριμία της με τον Pablo Neruda απέφερε αρκετές μεταφράσεις του στα Ελληνικά και άλλων ισπανόφωνων ποιητών.

…………………………

Βιβλιογραφία: Κυριάκος Ντελόπουλος, Ν.Φ.Ψ. σ.374.-ΠΒΛ, τόμος 3ος, σ.237.- Π.Λ.Μ. τόμος 19ος , σ.375.-Μισέλ Φάϊς, εφ. Ελεύθερος Τύπος 22/9/1991, β/κη για Η Συνέντευξη.- Ευγενία Ζωγράφου, εφ. Ριζοσπάστης 8/12/1994, β/κη Η πιο μεγάλη αγάπη.-Μαρία Παπαγιαννίδου, εφ. Το Βήμα 9/5/2002, «Η grande dame του Ελληνικού Τραγουδιού».

-Γιάννης Ε. Διακογιάννης, Τα Νέα Τετάρτη 9/6/1993, 38, β/κη Ποίηση και μουσική. ΔΑΝΑΗ ΣΤΡΑΤΗΓΟΠΟΥΛΟΥ, «Οι λέξεις» Αθήνα, Φύκιρης 1993, σελ. 136

     Ποίηση και μουσική

     Πενήντα ποιήματα περιλαμβάνει το νέο βιβλίο της ακούραστης συγγραφέως και τραγουδίστριας Δανάης Στρατηγοπούλου, Και απ’ όλα αναδύεται η μουσική της. Όχι τόσο αυτή που τραγούδησε πλάι στον Αττίκ, όσο αυτή που έμαθε πλάϊ στον Πάμπλο Νερούντα, στα χρόνια του Σαλβαδόρ Αλλιέντε. Πάνω απ’ όλα το πάθος της για την ειρήνη. Τώρα που ο Άρης κατακαίει τα σωθικά των Βαλκανίων. Σαν το ποίημά της «Κάπως έτσι γράφεται  η ιστορία»; «Εφτά σπουδαίοι άνθρωποι. Είπαν ανέκδοτα. Γέλασαν. Μίλησαν για  πετρέλαια. Κι αποφασίσανε να γίνει ο πόλεμος. Το είπαν στον πρωθυπουργό. Αυτός τόπε στον υπουργό. Αυτός στον επιτελάρχη. Αυτός στον λοχαγό. Αυτός στον λοχία. Αυτός στον δεκανέα. Αυτός στον υποδεκανέα.-Τι έχεις μικρό μου και κλαίς; -Ένας κακός φαντάρος σκότωσε τον πατέρα μου». Η Δανάη συνεχίζει τον αγώνα αγναντεύοντας τη θάλασσα από το ύψωμα της Ραφήνας. Παλεύει για κάθε ανυπεράσπιστο πλάσμα, σαν το νεαρό ποιητή Γιάννη Θεοχαρίδη που «ζητιανεύει» στο υπουργείο Πολιτισμού για να ζήσει. Και φυσικά δεν το βάζει κάτω. Ανέβηκε μαζί με το λαό μας τον Γολγοθά. Γι αυτό και μπόρεσε να τον τραγουδήσει…

-Γιάννης Ε. Διακογιάννης, Συνέντευξη Δ. Στρατηγοπούλου. Τα Νέα, Μεγάλη Τρίτη 14/4/1998, 10. 30 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ. Στα 85 της, 3 νέα βιβλία.

-Γιάννης Ε. Διακογιάννης, Συνέντευξη Δ. Στρατηγοπούλου. Τα Νέα, Σάββατο 20/2/1999, 20. Δ.Σ.: Έκλαψα για το καταρρακωμένο μας γόητρο.

-Εφημερίδα Ελευθεροτυπία Σάββατο 20/4/2002, 34. Με δανεική τουαλέτα από την Κοτοπούλη. Η πρώτη εμφάνιση της Δανάης στη «Μάντρα» του Αττίκ. Προδημοσίευση από τη βιογραφία της.

-Εφημερίδα Έθνος 26/5/2002, για το βιβλίο της Πόπης Μαγουλά- Γαϊτάνου

-Εφημερίδα Ελευθεροτυπία 19/8/2002, σελ. 28, Τέχνης έργα

       Πανσέληνος για τη Δανάη

     Αυγουστιάτικο φεγγάρι στη Ραφήνα και γιορτή για τη Δανάη. Στη φετινή μουσικοποιητική Πανσέληνο στον Άγιο Νικόλαο της Ραφήνας, την ερχόμενη Παρασκευή στις 9 μ.μ. το Πνευματικό Κέντρο θα τιμήσει τη μοναδική Δανάη Στρατηγοπούλου για το μουσικό και λογοτεχνικό έργο της. Η Δανάη κατοικεί στη Ραφήνα τα τελευταία 18 χρόνια.

Την εκδήλωση, που θα γίνει στο προαύλιο του Αγίου Νικολάου πάνω απ’ το λιμάνι, επιμελείται και παρουσιάζει η τραγουδοποιός και κόρη της Δανάης, Λήδα Χαλκιαδάκη, μέλος επίσης του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Ραφήνας. Στο πιάνο θα τη συνοδεύσει ο Γιώργος Καλκάνης και στην κιθάρα ο Μπάμπης Λασκαράκης. Τη βραδιά θα τιμήσουν προσωπικότητες της τέχνης και των γραμμάτων….

-Γ.Ε. Καρ., Ελευθεροτυπία Μεγάλη Πέμπτη 2/5/2002, 29. Για τη Δανάη του πολιτισμού

-Περιοδικό ΕΝΑ τχ.448/1-6-1993 ΑΜΕΣΟΣ ΛΟΓΟΣ. β/κη για «Οι λέξεις»

      ΑΜΕΣΟΣ ΛΟΓΟΣ

Δανάη: «Οι λέξεις» Κάθε φορά που κάνουμε επαφή με τα καινούργια πονήματα της ιστορικής αυτής προσωπικότητας, όπως είναι η Δανάη Στρατηγοπούλου, πάντα, μια ευχάριστη έκπληξη συνοδεύει τη διαδρομή μας, από συλλογή σε συλλογή!

Εδώ, λοιπόν, στις «Λέξεις» έχουμε να κάνουμε μ’ έναν λόγο άμεσο, συχνά διαμαρτυρόμενο και σαφώς κριτικά φυτεμένο απέναντι στη σύγχρονη πραγματικότητα, όμως, το ύφος είναι εκείνο που κερδίζει την εντύπωση!

     Μια «κουβεντιαστή», ρυθμική ενδο-και έξω-σκόπηση του περίγυρου. Το πρώτο, μάλιστα, ποίημα της συλλογής, αφιερωμένο στη Λατινική Αμερική, είναι ένα καλπάζον προσκλητήριο και ένα εμπνευσμένο δομημένο ονοματολόγιο, όπου η ιστορία μετατρέπεται σε μνήμη, η ποιήτρια σε ιέρεια της ανάκλησης ηρωικών μονάδων της νότιας έκφρασης στην Αμερικάνικη ήπειρο.

Το ποιητικό απόσταγμα, έτσι «εφηβικά» εκμαιευμένο, αποτελεί μια σπουδή στην ελπίδα κι αυτό μεταφράζει την ποιητική παρουσία σε ουμανιστικό προορισμό, κάτι που, εξάλλου, χαρακτηρίζει το σύνολο βίο και την πολιτεία της αγαπημένης αυτής γυναίκας που αξιώθηκε να προσφέρει δύο φορές τον εαυτό της  στον τόπο μας, στη διάρκεια μιας τόσο παραγωγικής και αξιοπρεπούς υπαρξιακής διαδρομής.

-Ευγενία Ζωγράφου, Ριζοσπάστης 8/7/1993, β/κη Πολυσύνθετο ταλέντο. Δανάη Στρατηγοπούλου «Η συνέντευξη» («εκδόσεις Φυκιρης»).

      Πολυσύνθετο ταλέντο

     Φαντασία, χιούμορ λυτρωτικό, λυρισμός πηγαίος και ρεαλισμός που σπάει κάπου- κάπου τα κόκαλα, αισιοδοξία κι αγάπη για τη ζωή: Ο στόχος της.

Αυτή είναι η πολυγραφότατη Δανάη Στρατηγοπούλου, το «αηδόνι» του νεοελληνικού τραγουδιού, πολυσύνθετο ταλέντο, εξαίρετη μεταφράστρια του συνολικού έργου του Πάβλο Νερούδα, ποιήτρια, πεζογράφος, καθηγήτρια της Ελληνικής  Λαογραφίας για ένα διάστημα στο Πανεπιστήμιο της Χιλής.

Μια τέτοια ψυχή δεν θα μπορούσε να μην ενταχθεί στο λαϊκό κίνημα. Αγωνίστρια με μετάλλιο της Εθνικής Αντίστασης και πολλά βραβεία για τις πνευματικές της εργασίες και το τραγούδι της.

Στη «Συνέντευξή» της, μια σειρά από αφηγήματα και ποιήματα, η πρωτοτυπία διοχετεύεται στο χείμαρρο των συναισθημάτων της, έζησε και αγάπησε πολύ όλους τους ανθρώπους με τους οποίους συνδέθηκε με άρρηκτη φιλία, που κάθε κομμάτι σ’ αυτό το βιβλίο είναι αφιερωμένο σε γνωστές προσωπικότητες, όμως και σε άγνωστους, στο παιδί της, στα εγγόνια της.

     Ρέει από αίσθημα το χέρι στη γραφή με αφθονία όσο και η καρδιά της, που χωράει όλο τον κόσμο.

-Ευγενία Ζωγράφου, Ριζοσπάστης Πέμπτη 8/12/1994 β/κη Δε χρειάζεται επώνυμο. Δανάη: «Η πιο μεγάλη αγάπη. Ιστορίες για παιδιά» (1994).

              Δε χρειάζεται επώνυμο

     Είναι ευχάριστη έκπληξη όταν αναγνωρισμένα ταλέντα σε κάποιο ή και κάποια είδη της τέχνης κατακτούν και άλλους οβολούς, αξίες ταλάντου. Αναφερόμαστε στη Δανάη, που αρκεί μόνο τ’ όνομά της (δε χρειάζεται ή μάλλον, λίγοι γνωρίζουν το επώνυμό της, Στρατηγοπούλου), για να καταλάβουμε, εμείς οι Έλληνες, για ποια πρόκειται.

     Η Δανάη δεν προικίστηκε μόνο από τη φύση με τη μοναδική βελούδινη φωνή τ’ αηδονιού. Την ίδια επίδοση είχε σ’ ό,τι άλλο καταπιάστηκε.

     Ένας μεγάλος άθλος της είναι η θαυμάσια μετάφραση όλου του έργου του Νερούδα, προσωπικού κι αγαπημένου φίλου της. Τα ποιήματά της, τα πεζογραφήματά της γεμάτα σοφία, γνώση της ζωής, του εκφραστικού οργάνου και του τρόπου ν’ αγγίζει άμεσα τις πιο λεπτές χορδές της ανθρώπινης καρδιάς, προσφέρονται στον αναγνώστη απλόχερα.

     Τώρα, σε δέκα αφηγήματα, μήκους μιας ή δύο σελίδων, γραμμένα για μικρούς και μεγάλους, αποτυπώνει ζωντανότατα στιγμιότυπα της καθημερινότητας με ψήγματα χρυσού, τα συμπεράσματα, το δίδαγμα, ας πούμε, που βγαίνει όμορφα μέσα από λίγες γραμμές. Κι όσοι γνωρίζουν από κοντά αυτή την πλούσια σ’ εσωτερικό κόσμο και γνώσεις γυναίκα, δε διαβάζουν μόνο αυτή την εργασία. Ακούνε τη φωνή της, την τόσο χαρακτηριστική, σε τόνους αισιοδοξίας, χαράς της ζωής και νεανικότητας, να λέει, να λέει.. και δεν χορταίνουν ν’ ακούνε για την καλοσύνη, την παγκόσμια αγάπη, την ειρήνη, τη λατρεία στη φύση, το σεβασμό και την εκτίμηση στον άνθρωπο, το θαυμασμό στη γλώσσα και τον πολιτισμό μας.

     Αξίζει να σημειώσουμε κάποιο στίχο από ένα ποίημα που της αφιέρωσε ο Μποστ το 1959 και που το προσυπογράφουμε.

     … της φήμης σου εξαχθήσεις κε έξο των ορίων της Ελλάδως…

-Τάκης Καλογερόπουλος, Το Λεξικό της Ελληνικής Μουσικής, εκδ. Γιαλλέλης 1998, τόμος 2ος, σελ. 13.

-Κώστια Κοντολεών: Επιμέλεια, Αδέσμευτος της Κυριακής 4/5/2002, β/κη Πόπη Μαγουλά- Γαϊτάνου, ΔΑΝΑΗ Το αηδόνι του έρωτα. Η ζωή και το έργο της ιέρειας της τέχνης. Βιογραφία

-Κυριάκος Ντελόπουλος, Νεοελληνικά Φιλολογικά Ψευδώνυμα (1800-2004). Γ΄ έκδοση επεξεργασμένη- συμπληρωμένη. Εκδ. Εστία 2005, 65, 374.

Στρατηγοπούλου Δανάη 1915-. ΔΑΝΑΗ= Ψευδώνυμο Αργυρώ Καλλιγά

(Αντιδράσεις 1960 μτφ. Λόρκα 1983. Pablo Neruda, Τα υψώματα του Μάτσου Πίτσου, Αθήνα  1967. Νερούντα, Ποιήματα)

-Φίλιππος Πανταζής, Αδέσμευτος Τύπος Κυριακή 2/6/2002, 27, β/κη Πόπη Μαγουλά- Γαϊτάνου, ΔΑΝΑΗ. Ρομαντική, ιδεολόγος και οραματίστρια.

Ρομαντική, ιδεολόγος και οραματίστρια

Δανάη, ένα όνομα, μια ολόκληρη ιστορία στο χώρο του ελληνικού τραγουδιού. Η ερμηνεύτρια που "σφράγισε" μουσικά ολόκληρο τον εικοστό αιώνα............

-Μαίρη Παπαγιαννίδου, Το Βήμα Κυριακή 19/5/2002, 17. β/κη Η grande dame του ελληνικού τραγουδιού. Η Δανάη Στρατηγοπούλου θυμάται την περιπέτεια της ζωής της. Πόπη Μαγουλά-Γαϊτάνου, ΔΑΝΑΗ.

H grande dame του ελληνικού τραγουδιού

     Ένας ζωντανός θρύλος παραμένει η Δανάη Στρατηγοπούλου. Στα 89 της χρόνια είχε τη χαρά προσφάτως να παρακολουθήσει στη Στοά του Βιβλίου την παρουσίαση της βιογραφίας της, ενός βιβλίου γεμάτου με τις δικές της αναμνήσεις αλλά και τις πληροφορίες που πρόσθεσε η βιογράφος Πόπη Μαγουλά-Γαϊτάνου. Είναι εμφανής στις αφηγήσεις της Δανάης μια κοκεταρία grande dame. Ακόμα και οι λεζάντες των φωτογραφιών της, που τις επιμελήθηκε η ίδια, είναι εμποτισμένες με το ήθος μιας άλλης εποχής. «Μου είπαν πως σ’ αυτή τη φωτογραφία είμαι γλυκύτατη. (Υπομονή, εγώ)», σημειώνει λόγου χάρη κάτω από μια φωτογραφία της. Σε αυτά τα πλαίσια κινείται και η βιογράφος, η οποία αφήνει κάποιες φορές τον συναισθηματισμό να την κυριεύσει όταν σχολιάζει τις αφηγήσεις της Δανάης.

     Γιατί λοιπόν η Δανάη είναι Μεγάλη, όπως καθιερώθηκε να την αποκαλούν; Μπορεί να έμεινε στη μνήμη όλων ως ιδανική ερμηνεύτρια του Αττίκ και του Χαιρόπουλου, αλλά πριν από αυτό η Δανάη είναι μία πνευματική προσωπικότητα, στιχουργός, συνθέτρια, ποιήτρια, εικαστική καλλιτέχνις, αισθητικός της τέχνης, μεταφράστρια. Έχει γράψει περισσότερα από 300 τραγούδια, πολλά σε στίχους δικούς της, και περισσότερα από 50 βιβλία, δικά της και μεταφράσεις. Διετέλεσε καθηγήτρια φωνητικής στο Ωδείο και καθηγήτρια της ελληνικής λαογραφίας στο Πανεπιστήμιο του Σαντιάγκο της Χιλής Μετέφρασε μεταξύ άλλων, τα δημοτικά μας τραγούδια στα ισπανικά  και το “Canto General” του Πάμπλο Νερούδα στα ελληνικά. Υπήρξε πολυταξιδεμένη και πολύγλωσση, γνώρισε λαούς και κουλτούρες, αλλά παρέμεινε «Ρωμιά στη σκέψη, στην εκδήλωση, στους πόθους…», όπως είχε γράψει ο Αλέκος Λιδωρίκης το 1943. Η αφήγηση ξεκινάει από τις οικογενειακές καταβολές της και το αθηναϊκό περιβάλλον των αρχών του 20ου αιώνα.

Όλοι στην οικογένειά της είχαν ροπή προς την αναζήτηση νέων ευκαιριών. Όταν η Δανάη ακολούθησε τους γονείς της στο Παρίσι, ήταν μόλις τριών- τεσσάρων ετών και όταν η οικογένειά της επέστρεψε στην Αθήνα,  κάποια χρόνια αργότερα, ήταν ήδη μια μικρή γαλλιδούλα. Ακόμη και σήμερα, η βιογράφος συγκινήθηκε με εκείνο το “au revoir, ma Cherie”. Που της πέταξε η Δανάη αποχαιρετώντας την. Όταν αρχίζουν οι αποκαλύψεις , έχει κανείς την αίσθηση πως την ακούει να μιλάει, αφού τα λόγια της παρατίθενται αυτούσια, εντός εισαγωγικών: «Ένας ορμητικός έρωτας για μένα, που έτυχε να συναντήσει σε νεανική συντροφιά λογοτεχνιζόντων της εποχής, εισβάλλει στην καρδιά του κομψού Ιθακήσιου  νεαρού Παναγή Λεκατσά (…) που στα είκοσί του χρόνια με ερωτεύεται άγρια.». Ο ατυχής αυτός έρωτας καταλήγει με το σχόλιο της Δανάης «Και… μην τον είδατε τον Παναγή!». Οι αφηγήσεις αποκαλύπτουν, εκτός από  υψηλοφροσύνη, μια διάθεση «έξω καρδιά» της βιογραφουμένης.

      Παράλληλα με τη ζωή της Δανάης αναπλάθεται το κλίμα των πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα, η κίνηση στους αθηναϊκούς δρόμους, οι πολύκροτες υποθέσεις που έγιναν τραγούδια………….

Η βιογράφος έχει κάνει σπουδαία δουλειά, αν και ενίοτε μπαίνει η ίδια στο επίκεντρο και μοιάζει να προβάλλει το πρόσωπό της άνευ λόγου: «Μέσα μου νιώθω να ανατρέπονται όλα στην αγωνιώδη προσπάθεια ν’ αγγίξω τη ζωή και το έργο της…». Το βιβλίο ολοκληρώνεται με την εργογραφία της Δανάης και ένα CD με γνωστά τραγούδια της, όπως εκείνο το αξέχαστο «Θα ξανάρθεις, όσα χρόνια κι αν περάσουν θα ξανάρθεις…».

Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό/ Εκπαιδευτική Εγκυκλοπαίδεια, εκδ. Εκδοτική Αθηνών-Τα Νέα 1999. Τόμος 3ος, λήμμα, σ.237

     Δανάη (Στρατηγοπούλου) (Αθήνα, 1918). Τραγουδίστρια. Εγγονή του λόγιου και ποιητή Ιδομενέα Στρατηγόπουλου και κόρη  του πρεσβευτή Α. Στρατηγόπουλου, έλαβε από μικρή έξοχη παιδεία ελληνική και γαλλική (έζησε τα παιδικά της χρόνια στη Γαλλία) και είχε την ευκαιρία να γνωρίσει σημαίνουσες προσωπικότητες της τέχνης και των γραμμάτων. Κάτοχος σημαντικής μουσικής παιδείας’ πρωτοεμφανίστηκε στο τραγούδι στη «Μάντρα» του Αττίκ. Μετά την Κατοχή κατά τη διάρκεια της οποίας φυλακίστηκε για την αντιστασιακή της δράση, εμφανίστηκε αποκλειστικά σε συναυλίες και στη δισκογραφία. Τραγούδησε σε δίσκους σχεδόν τα «άπαντα» του Αττίκ και έντεχνους συνθέτες του μεσοπολέμου και των μεταπολεμικών χρόνων (Κ. Γιαννίδη) (Γ. Κωνσταντινίδη), Σπάρτακο, Κατριβάνο, Χαιρόπουλο κ.ά.). Δίδαξε επίσης σε διάφορα ωδεία.

     Η Δανάη διαθέτει μια τέλεια τεχνική της φωνής, βαθιά μουσικότητα και σπάνια ευαισθησία. Συχνά συνοδεύει τα τραγούδια της παίζοντας η ίδια κιθάρα. Οι ερμηνείες της έχουν μείνει ανεπανάληπτες γιατί κατόρθωσε να αναγάγει το ελαφρό τραγούδι στην περιωπή του ληντ του κλασικού στυλ.

     Κατά τη διάρκεια της Απριλιανής δικτατορίας (1967-1974) η Δανάη αυτοεξορίστηκε στη Χιλή, όπου δίδαξε νέα ελληνικά και νεοελληνική λαογραφία στο πανεπιστήμιο του Σαντιάγκο (όπου εξέδωσε στα χιλιανά και Τα τραγούδια των Ελλήνων με 44 δημοτικά τραγούδια και δικά της σχόλια). Εκεί γνώρισε το μεγάλο ποιητή Πάμπλο Νερούδα, και πρώτη μετέφρασε έργα του στα ελληνικά, όπως το Γενικό Άσμα (Κάντο Χενεράλ) κ.ά. Έχει επίσης γενικότερα ασχοληθεί σε διάφορες μελέτες της με την ποίηση του Νερούδα και τη θέση της στη νοτιοαμερικανική ποίηση (για την εργασία της αυτή έχει βραβευτεί με βραβείο Λειψίας_. Πρόσφατα )1983), η Δανάη δημοσίευσε και προσωπικά «κείμενα» με ενδιαφέροντα αυτοβιογραφικά και γλωσσικά στοιχεία (Κείμενα σε μεγάλες και μικρές αράδες. Λίγα λόγια, εισαγωγικά)., σελίδα 237.  

-Βάϊος Παγκουρέλης, περιοδικό Διαβάζω . Δεκαπενθήμερη Επιθεώρηση Βιβλίου. Τεύχος 84/ 28-12-1983, σελ. 67, β/κη. ΔΑΝΑΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΟΠΟΥΛΟΥ, Κείμενα, Αθήνα, Γκούτενμπεργκ 1983, σελ.66

            Κείμενα

     Τα γραφτά της Δανάης Στρατηγοπούλου σ’ αυτό το τομίδιο, ανάκατα ριγμένα ποιήματα και πεζά, μοιάζουν –πιο πολύ από συγκεκριμένη λογοτεχνική δουλειά-με ανάσες και φωνές Και ανάγκη. Ανάγκη να ξεστομίσει χίλια όσα πράγματα τη βαραίνουν, καθώς κοιτάζει (πολλά κείμενα είναι παλιότερα) και κοιτάζει γύρω της σε έναν κόσμο που αυτοκαταστρέφεται αφήνοντας την ελπίδα κεράκια αναμμένα στον αγώνα. Έτσι, ένας κυρίαρχος αυθορμητισμός κάνει τη γλώσσα, απλή και άμεση να προβάλλει τις εικόνες του, οι οποίες με τη σειρά τους δημιουργούν καινούργιες στον αναγνώστη.

-Δημήτρης Σιατόπουλος, Γραμματολογική και Βιογραφική Εγκυκλοπαίδεια της Ελληνικής Λογοτεχνίας. Εκδ. Αφοί Παγουλάτου χ.χ. τόμος 2ος, λήμμα σελ. 344

     Στρατηγοπούλου Δανάη (1918-) Η γνωστή παλιότερη τραγουδίστρια που είναι και εμπνευσμένη ποιήτρια και λαογράφος. Έγραψε και με το ψευδώνυμο Αργυρώ Καλλιγά. Γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε μουσική και παρακολούθησε ένα χρόνο οικονομικές και πολιτικές επιστήμες. Ασχολήθηκε με το τραγούδι και την ποίηση.

     Πρίν απ’ τον πόλεμο και μετά την απελευθέρωση, στάθηκε μια κορυφαία ερμηνεύτρια του Ελληνικού τραγουδιού. Διατέλεσε επίτιμη καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο του Σαντιάγκο της Χιλής (1971-1972) και τακτική έμμισθη καθηγήτρια στο ίδιο πανεπιστήμιο (1972-1973).

Κυκλοφόρησε τα βιβλία: «Τραγουδώντας» (χρονικό, 1954), «Αντιδράσεις» (ποίηση, 1960), μετάφρασε τα έργα του  Νερούντα σε ωραία απλοελληνική, επίσης και άλλους λατίνους συγγραφείς που αναφέρονται στην επέμβαση της Χιλής και στα δραματικά γεγονότα της χώρας αυτής. Έδωσε τις λαογραφικές μελέτες «Για ένα ζευγάρι ρόδα» (1972), «Ελληνίδες ηρωίδες στο δημοτικό τραγούδι» κ.ά. Η ποίηση και η πεζογραφία της έχουν βαθύτερη εσωτερικότητα και τη φλόγα μιάς αληθινής οραματίστριας και δημιουργού σελ. 344.

-Ρουμπίνη Σούλη, Κυριακάτικος Ριζοσπάστης 16/6/2002, 4-5. ΔΑΝΑΗ «Αηδόνι» του τραγουδιού και του αγώνα. Αναφορά στο έργο της Δανάης Στρατηγοπούλου Χαλκιαδάκη, με αφορμή την έκδοση του βιβλίου «Δανάη Το αηδόνι του έρωτα».

-Μισέλ Φάϊς, Ελεύθερος Τύπος 22/9/1991, β/κη Δανάη Στρατηγοπούλου: «Συνέντευξη».

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Σάββατο του Λαζάρου, 16 Απριλίου-Κυριακή των Βαΐων 17 Απριλίου 2022

Έρχου και Ίδε.