Δευτέρα 28 Απριλίου 2025

Τάσος Πορφύρης 1931-4 Απριλίου 2025

 

       Τ Α Σ Ο Σ   Π Ο Ρ Φ Υ Ρ Η Σ

(Άγιος Κοσμάς Πωγωνίου 1931- Δήμος Δάφνης-Υμηττού 4 Απριλίου 2025)

 

            ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ

           Στη φιλόλογο Χρυσούλα Σπυρέλη

Δεν μεγάλωσα με παραμύθια ούτε η Μάνα ούτε η Μάκω

Είχαν καιρό για τέτοια όταν δεν έλειπαν στα χωράφια

Παιδεύονταν με τα ζωντανά στα κατώγια κι αν έβρισκαν

Μιά στάλα καιρό στύλωναν το βλέμμα στον κάτω δρόμο

Για λίγο λαχταρώντας το γυρισμό της νύχτες όταν μας

Έπαιρνε ο ύπνος βαλάντωναν στο κλάμα κι είχαν έναν

Καλό λόγο το πρωί κι ένα χάδι στα μαλλιά την ώρα πού

Φεύγαμε για το σχολείο αυτό ήταν το παραμύθι τους

Πού φώλιαζε ακόμα στο στέρνο μου κι ολοχρονίς ανθίζει, σελ. 281

          Πληροφορήθηκα εχθές, Σάββατο βράδυ, εντελώς τυχαία κοιτάζοντας ηλεκτρονικές λογοτεχνικές ιστοσελίδες στο διαδίκτυο, την απώλεια του βραβευμένου ποιητή, διηγηματογράφου, ανθολόγου, δοκιμιογράφου και μεταφραστή Τάσου Πορφύρη. Ο γιός του ποιητή κοινοποίησε στο διαδίκτυο τον θάνατό του και την ημέρα της κηδείας του που πραγματοποιήθηκε την Δευτέρα 7 Απριλίου 2025. Διαβάζουμε:

Πέθανε ο Τάσος Πορφύρης, λογοτέχνης με πλούσιο ποιητικό και πεζογραφικό έργο, βραβευμένος πολλές φορές για αυτό. Ο Δήμος Δάφνης-Υμηττού με ανακοίνωσή του εκφράζει την θλίψη του για «την απώλεια ενός ξεχωριστού ανθρώπου των γραμμάτων, ενός σημαντικού ποιητή και συνδημότη». Η συλλυπητήρια ανάρτηση της Δημοτικής Αρχής κάνει λόγο για την  ιδιαίτερη και διαρκή αγάπη που έτρεφε ο ποιητής για τον γενέθλιο τόπο του, τον Άγιο Κοσμά Πωγωνίου του Νομού Ιωαννίνων. (Παλαιά ονομασία «Κακσιοί»).

Για όσους γνωρίζουν και έχουν διαβάσει την ποίηση του Τάσου Πορφύρη θα έχουν διαπιστώσει την «ιερή» αγάπη και τον βαθύ σεβασμό που έτρεφε ο ποιητής για την ιδιαίτερη πατρίδα των γονιών του και τόπο γεννήσεώς του. Οι σταθεροί αναγνώστες της ποίησής του γνωρίζουν επίσης ότι αρκετές ποιητικές του μακροσκελείς ή ολιγόστιχες ποιητικές του μονάδες και πεζά του, είναι γραμμένα στην πωγωνήσια ντοπιολαλιά. Σ’ αυτήν την ιδιαίτερη προφορική ελληνική «διάλεκτο» που μιλούν οι κάτοικοι της περιοχής. Λέξεις και φράσεις της περιοχής, ακατέργαστης αυθεντικότητας εμπειριών και βιωμάτων βίου του προφορικού λόγου των κατοίκων, βρίσκονται διάσπαρτες μέσα στα ποιήματά του και τα πεζά του, τις εξιστορήσεις του και δένουν αρμονικά, ισορροπημένα, νοσταλγικά, δίχως να ξενίζουν τον κάτοικο των άστεων, με τις υπόλοιπες λέξεις και φράσεις της καθημερινής χρήσης που χρησιμοποιεί ο ποιητής και υιοθετεί στα γραπτά του. Αρκετά ποιήματά του φιλοτεχνούν την προγονική του εστία,-την δομή της και τα μέρη που την αποτελούν στον αρχιτεκτονικό της σχεδιασμό. Βλέπε σελ. 243 «Τοπιογραφία του γενέθλιου χώρου», της συγκεντρωτικής έκδοσης του 2013 των εκδόσεων «Οι Εκδόσεις των Φίλων». Η ποιητική του ύλη μεταφέρει με έντονες και χαρακτηριστικές πινελιές νοσταλγίας, αναμνήσεις και παραστάσεις παιδικών και οικογενειακών τρυφερών και θερμών στιγμών. Εικονογραφείται ανάγλυφα το εξωτερικό άγριο και παρθένο περιβάλλον, το φυσικό τοπίο με ότι κουβαλά μέσα του, τα δεκάδες μυστικά του που άλλοτε μας αποκαλύπτονται θυελλωδώς και άλλοτε παραμένουν κρυφά πίσω από χιονοσκέπαστα δάση, βουνά και σειρές βελανιδιών. Το στοιχείο της φυσιολατρίας και της εκδήλωσης της αγάπης του προς την Φύση και την ιδιαιτέρα Πατρίδα του, τα γενέθλια χώματά του, είναι έντονη, συχνή και επανέρχεται με έναν ελεγειακό νοσταλγικό και λυρικό τρόπο δίχως να κουράζει τον αναγνώστη. Δεν έχουν τίποτα το παλαιικό, το βουκολικά αρχαίο τα ποιήματα, αν και η μνημόνευση του ποιητή Κώστα Κρυστάλλη δεν απουσιάζει. Κάθε νέα ποιητική σύνθεση από τις ενότητες των Ποιημάτων που μας παρουσιάζονται, δεν έχει τίποτα το περιττό, το αδιάφορο, το ξένο στα μάτια του αναγνώστη. Δεν είναι ποίηση μιάς άλλης εποχής, παντελώς ξένης σε εμάς. Η γραφή του ποιητή Τάσου Πορφύρη είναι όχι απλώς ένα ανοιχτό τραύμα μιάς περασμένης ιστορικά δύσκολης εποχής της ελληνικής υπαίθρου, αλλά είναι μία διαρκώς ματωμένη δωρική στο ύφος της συνήθως γραφή ενός βουβού, εσωτερικού πόνου και σπαραγμού ενός δακρυσμένου ανθρώπινου βλέμματος στην αθωότητα των προθέσεών του. Ακόμα και τις φορές εκείνες που ο λόγος του εκφράζει τους κρυφούς πόθους του προς την γυναίκα, τον έρωτά του προς την σύντροφό του, τους ερωτικούς του αναστεναγμούς και πίκρα, ο λόγος του έχει μία λαϊκή θυμοσοφία. Το βλέμμα του δεν είναι ούτε απόλυτα χαρούμενο ούτε καθαρό διχαστικά λυπημένο, είναι αν δεν λαθεύω χαρμολυπικό, εμβαπτισμένο μέσα στην ατομική του μνήμη και αναμνήσεις και κυρίως, μέσα στην απέραντη επανερχόμενη στην επιφάνεια μνήμη του Τοπίου, του γενέθλιου Τόπου και των εσωτερικών χώρων και λειτουργιών του, του πατρικού του σπιτιού. Μια μνήμη αιμάσσουσα από τις συνθήκες και τις περιπέτειες που καθόρισε η Ιστορική Μοίρα της Πατρίδας μας που ρέει ζωογονώντας τους Στίχους του, μια μνήμη που φυλλοροεί δροσίζοντας και ανθοφορεί παράλληλα μέσα στα Ποιήματά του. Το πρόσωπο της Μάνας και η στοργική της παρουσία, αγάπη και η συχνή φροντίδα, οι χειρονομίες και τα αγκαλιάσματά της ακόμα νωπά, και μετά την παρέλευση τόσων δεκαετιών, σκορπίζεται το άρωμά της μέσα στον ποιητικό του λόγο, γίνεται Ποίημα που την περιγράφουν η θερμότητα των φράσεών του, «οι λέξεις πεταλούδες» του που γίνονται Στίχος ανθηρός, εύοσμα «Μανουσάκια» που φωτίζουν την Εικόνα της με χρώματα ανεξίτηλα.

          ΜΑΝΑ

Η ανάσα σου στήριζε τη λιθοδομή του σπιτιού κυρίως την

Ώρα της κατάκλισης όταν ησύχαζαν όλα ξαναπαίρνοντας

Το σχήμα τους μυρωδιές από φρεσκοψημένο ψωμί ανέβαιναν

Απ’ το μαγειριό εισχωρούσαν στ’ αμπάρια του στήθους

Φτάνοντας ως τις γωνιές της πείνας ακούγονταν οι σταλαγ-

ματιές του κρασιού από το δρένιο βαρέλι στον μπακιρένιο

Μαστραπά – άρτος και οίνος το άλφα και το ωμέγα μας- με-

τρώντας την ηλικία του χωρισμού το διπλανό μαξιλάρι ατσα-

λάκωτο με την άγρια παλάμη σου σκουπίζεις τα δάκρυα μην

τυχόν

Και τα παιδιά πού κούρνιαζαν στην αγκαλιά σου φοβισμένα

Από κεραυνούς κι άγριες μπόρες στον τσίγκο του κατωγιού

Με τα ζωντανά ήρεμα να μηρυκάζουν τη θέα των λιβαδιών

Μη τυχόν-λέω- και ρωτούσαν για τα δάκρυα κι ήταν η ώρα

πού

Ξεκινούσαν οι αρχιεργάτες για τους φούρνους όταν ακροπα-

τώντας

Ερχόσουν να ταχτοποιήσεις τα σκεπάσματα στο κρεββάτι γιατί

Οι φόβοι σου ήταν αβάσιμοι και τα παιδιά λουλούδιζαν στον

Ύπνο τους κι ήταν τόσα πολλά όσα κάτεχες που άλλο δεν

ήθελες στον κόσμο. Σελ. 280.      

     Η προστατευτική φιγούρα του Πατέρα επίσης έντονη, κυρίαρχη με τον τρόπο της, δεμένη με αγάπη με εκείνη της Μάνας, των παιδιών, των άλλων μελών της Οικογένειας, σε χρόνια δύστοκα, σκοτεινά, φτωχά, βασανισμένα, ταλαιπωρημένα, παγωμένα από την έχθρα και το κυνήγι των νικητών του εμφύλιου ελληνικού σπαραγμού. Το Ηπειρώτικο τοπίο με τα παρθένα δάση του, την ποικιλία των φυτών του, τις βελανιδιές και τα πλατάνια του, τα νερά του, τις οσμές και τις άγριες ομορφιές του τόσο οικείες στους κατοίκους, των χιονισμένων λουλουδιών και δέντρων, των χιονοσκέπαστων βουνών του. Μεθυστικό το τοπίο και οι περιγραφές του ανεπανάληπτες, χαρακτηριστικές ενός βλέμματος εικαστικού τεχνίτη, σφύζει από ζωή αλλά και ερημιά, φλόγα ανθρώπινων σχέσεων, επαφών αγάπης και έρωτα, μα και πόνου, βασάνων, φτώχειας. Ακόμα όμως και μέσα στην ψυχρή ατμόσφαιρά του, το παγωμένο κλίμα των εποχών του, το επαρχιακό απομακρυσμένο, ξεχασμένο τοπίο εκπέμπει μια θερμότητα ανθρώπινων διαστάσεων, μία γλυκύτητα ανθρωπιάς και αγάπης που εισέρχεται μέσα στα πετρόκτιστα σπίτια των κατοίκων, μπαίνει από τις καμινάδες καθώς η κουζίνα μυρίζει από τις μυρωδιές των φαγητών και του ζυμωμένου ψωμιού, μεθά μικρούς και μεγάλους, άντρες και γυναίκες, παιδιά, ντόπιους και ξενομερίτες. Τα πέτρινα γιοφύρια δεν ενώνουν μόνο την μία τοποθεσία με την άλλη, το ένα χωριό με το άλλο των ορεσίβιων κατοίκων αλλά και τις καρδιές των ανθρώπων. Τις τραυματισμένες ψυχές τους που ατενίζουν τόσο το παρελθόν τους όσο και το μέλλον τους με την ίδια πονεμένη στωικότητα και λαχτάρα, καθώς οι άνθρωποι είναι ζαλωμένοι με μνήμες και καταστάσεις που δεν θέλουν να κλείσουν, δεν λησμονήθηκαν στο πέρασμα του χρόνου και της ιστορίας. Θροΐσματα φύλλων που μεταφέρουν τον βουβό πόνο ανθρώπων αδικαίωτων μέσα στην Ιστορία. Μυστικές φωνές της γης που μας μεταδίδουν τα μηνύματα των νεκρών στην συνομιλία μας μαζί τους καθώς τους μνημονεύουμε και συνεχίζουμε την παρουσία τους μέσα στα ποιήματα, τους στίχους, τις γραμμές από λέξεις.

Θεέ μου μην αφήσεις την καρδιά μου μονάχη

Ειδικά τώρα που κουράστηκε να χτυπά

Και ξεχνά παθαίνοντας συχνά διαλείψεις.

Μας λέει στο πρώτο από το ΤΡΙΠΤΥΧΟ του, σελ. 229

 Τα σύνορα της συνείδησης των ανθρώπων που μας εικονογραφεί ο Τάσος Πορφύρης όπως και εκείνα της ποίησής του είναι ανοιχτά, ανυπεράσπιστα στους εχθρικούς ανέμους ή μάλλον, είναι αμπαρωμένα με τα πλέγματα της ανθρωπιάς και της αγάπης, των λυγμών και της δροσιάς της ανθρώπινης επαφής. Είναι τα αγιασμένα ποιήματα πρόσφορα υπέρ αναπαύσεως όλων μας. Των δικών του και των δικών μας κεκοιμημένων στους σκληρούς αγώνες της ζωής τους, των παθών και των λαθών τους, των αρετών και των ηρωικών ανδραγαθημάτων τους. Είναι η Ζωή στην συνέχειά της, μετανάστρια και οικοδέσποινα. Οι στίχοι του Τάσου Πορφύρη είναι η ομολογία η δική του και της γενιάς του, των νέων που ακολούθησαν και ξενιτεύτηκαν από τα πατρογονικά τους χώματα, ξεριζώθηκαν ακόμα και παρά την θέλησή τους, είτε για μία καλύτερη ζωή είτε κυνηγημένοι από τις ανθρώπινες δυνάμεις του κακού που κυριαρχούσαν εκείνα τα χρόνια. Μιά ποίηση σπαράγματα ανθρώπινων ψυχών και σωμάτων, συνειδήσεων που ακόμα καίνε τα καντήλια τους, των οικογενειακών εστιών, του φυσικού τοπίου που είναι άρρηκτα συνυφασμένο με τις ανάγκες και τις καθημερινές ελπίδες σιγουριάς των ανθρώπων. Ο ποιητής αναζητά διαρκώς την παρηγοριά της Ποίησης και των Ποιητών καθώς μας καταθέτει τα μνημονικά του κληροδοτήματα. Γράφει στο τετράστιχό του με τίτλο ΕΥΧΗ

Ευχής έργον θα ήταν αν οι ποιητές ακουμπούσαμε

Ο ένας στον άλλον’ θα μπορούσαμε να περάσουμε

Τις συμπληγάδες χωρίς απώλειες κι όχι όπως τώρα

Πού μας ξεμοναχιάζουν κι έναν-έναν μας λιανίζουν. Σελ. 193

     Πόσο αληθινός αλήθεια είναι ο λόγος του, πόσο βαθειά αγγίζει η λυγμική φωνή του τις καρδιές μας. Το μέλλον δεν έχει να του πει πια τίποτα, στρέφεται στο παρελθόν που ότι προδοσία είχε να του δώσει του την πρόσφερε. Το παρελθόν ενσωματώθηκε στο παρόν του και τον ορίζει, καθορίζει τα όνειρά του. Γράφει σε ένα άλλο τετράστιχο με το οποίο ανοίγει την αυλαία της σύνθεσης ΤΑ ΛΑΒΩΜΕΝΑ, 3

Κανένα μέλλον πια

Δεν με γοητεύει

Τα παρελθόν μου φτάνει

Και μου περισσεύει. Σελ. 149

    Καθώς «Η Νύχτα καταβροχθίζει τα όνειρά μου ώσπου να ξημερώσει…» σελ. 142 από το ποίημα ΤΟΤΕΜ. Όμως η ελπίδα δεν χάνεται εντελώς, υπάρχει, καιροφυλαχτεί πίσω από την αγαπημένη παρουσία του άλλου, της αγαπημένης συντρόφου του. Της γυναίκας που αγάπησε και αυτών που σαν νέος πόθησε, ονειρεύτηκε.

Το τοπίο θα μπορούσα να το πω εφιαλτικό

Αν έλειπες εσύ.

Μας λέει στην σελίδα 71 πριν αρχίσει να υφαίνει στον αργαλειό των λέξεών του τις εικόνες της ποιητικής του σύνθεσης ΤΟΠΙΟ.  Ενώ σε μία από τις ερωτικές του ποιητικές μονάδες με τίτλο ΕΡΩΤΙΚΟ μας λέει:

Τίποτα δεν σε χωρίζει απ’ το κορμί μου

Καμιά ιδέα δεν μπαίνει ανάμεσά μας

Τ’ ακροδάχτυλα πυγολαμπίδες στο σκοτάδι

Πάνε κι έρχονται στα χρόνια μας στο

Δέρμα π’ ανατριχιάζει σαν σε θυμάται

Και τα φιλιά τζάκι αναμμένο όλη

Νύχτα ως το νοτισμένο πρωϊνό πού

Χτυπάει την πόρτα τουρτουρίζοντας, σελ. 214

Ή πάλι, σε ένα δίστιχο της σελ. 195 γράφει:

Κανέναν στόχο δεν φοβάμαι πιά

Έτσι όπως μ’ έντυσες με τα φιλιά σου.

Παρακλητική η ποίηση του Τάσου Πορφύρη, σπινθηρίζει από το βάρος των αναμνήσεων των σκοτωμένων αδερφών του στην Καισαριανή και στο Χαϊδάρι, κλαίει όπως «κλαίνε τα ξύλα στο τζάκι τις αναμνήσεις τους…», σ. 20. Τον στοιχειώνει ο θάνατος των συντρόφων του, των συντοπιτών του της πατρίδας του.

     Ερχόμενος ο αναγνώστης σε επαφή με την ποίηση του Τάσου Πορφύρη από το 1961 που εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα  με την συλλογή «ΝΕΜΕΡΤΣΚΑ» μέχρι τις ημέρες μας, ένα πρόβλημα αντιμετωπίζει, στο τι τρόπος υπάρχει να παρακαμφθούν οι εκδοτικές, εμπορικές και άλλες δυσκολίες ώστε να κατορθώσει να αντιγράψει όλα τα Ποιήματα από τις μέχρι σήμερα συλλογές του και αρκετά πεζά του και να τα αναρτήσει στο διαδίκτυο να τα καταστήσει κτήμα των άγνωστών μας αναγνωστών της ελληνικής ποίησης, του φιλότεχνου ελληνικού κοινού. Πως μπορεί να τιθασεύσει την επιθυμία του από την στιγμή που ήρθε σε επαφή με τον ποιητικό του λόγο, την ποιητική του σκέψη και την Ποιητική του, να την διαδώσει όσο γίνεται σε περισσότερους αναγνώστες. Δεν είναι υπερβολή η πρόθεσή μου αυτή, η Ποίηση του Τάσου Πορφύρη είναι το κάτι άλλο, κάτι το ξεχωριστό και ανεπανάληπτο από τα ποιητικά συνηθισμένα. Όπως κάθε τι το ωραίο, το υψηλό και το ουσιώδες, το κλασικό που υπερβαίνει τον τόπο και τον χρόνο που το γέννησε, ξεπερνά τις ιστορικές συνθήκες που το κυοφόρησε, τις καταστάσεις που τροφοδότησαν τα πεδία της μνήμης του, η ποίηση αυτή υπερβαίνει την εμβέλεια της χώρας και της γλώσσας που χαράσσει τα ίχνη της, έχει αποκτήσει μία οικουμενικότητα στην σύλληψή της και στα επιμέρους της χαρακτηριστικά στην τεχνογραφία της. Δεν είναι μόνο η ελληνική γλώσσα που δικαιώνει στα Ποιήματα αυτά την ύπαρξή της, είναι η ίδια η Ποίηση, ο κόσμος της, οι προθέσεις της, οι αναζητήσεις της, οι οραματισμοί της, οι συλλογικές και ατομικές της μνήμες. Δεν είναι ο «λουστραρισμένος» λόγος των ποιητών που κινούνται έξω από την ζωή, βρίσκονται μέσα στο περιθώριο του ποιητικού ναρκισσισμού τους, είναι μία Ποίηση το άλλο πρόσωπο της Μνήμης στην καθολικότητά της και στις ανθρωπιστικές διαστάσεις της. Οι πλείστες από τις μικρές ολιγόστιχες ή μακρόστιχες ποιητικές μονάδες του Τάσου Πορφύρη, τα δίστιχα σχεδιάσματά του, οι σύνθετες συνθέσεις του μας μιλούν άμεσα ή έμμεσα, αναφέρονται ανοιχτά, έχουν τίτλο την λέξη Ποίηση και Στίχος. Είναι η Ποιητική του ποιητή Τάσου Πορφύρη, μία Ποιητική που ενώνεται με τις προσωπικές του αναμνήσεις, τις μνήμες των σπιτιών και τις μνήμες του φυσικού χώρου. Η Ποιητική του τοπίου συγχωνεύεται με την ατομική του Ποιητική και η προσωπική του Ποιητική διοχετεύεται μέσα στο φυσικό περιβάλλον και τον γενέθλιο τόπο του. Μια Ποιητική που συνομιλεί ακόμα και με τον εαυτό της. Αντιγράφουμε ενδεικτικά Ποιήματα που δηλώνουν την Ποιητική του και τον ρόλο του Ποιητή και του Ποιήματος.

ΠΟΙΗΣΗ

Ειν’ αλήθεια πώς προς στιγμήν σκέφτηκα τη βοήθεια σου

-Αυτόν τον δύσκολο καιρό με τις ανεπανόρθωτες ήττες-

Έστω και για έναν στίχο- βακτηρία να στέκω όρθιος

Θαρρείς δεν γνώριζα το δυσβάσταχτο των τιμημάτων:

Ν’ αγναντεύω μονάχα μιάν όαση όπως παλιά στη μέση

Της ερήμου αυτό το σκηνοθετημένο εις βάρος μου

Ανελέητο παιχνίδι του αντικατοπτρισμού.  Σελ. 269

ΑΠΟΡΙΑ

Όλη νύχτα στο ψάξιμο και την αυγή πάλι

Μπροστά μου της κόλλας ο άσπρος τοίχος

Αναρωτιέμαι: που σκαπέτισε εκειός ο στίχος; Σελ. 267

ΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ

Ως φρυγμένη γη χαρακωμένη ρουφώ τα λόγια σας

Για τα ποιήματά μου ομοιοπαθείς ομότεχνοι κι

Είναι μανουσάκια απ’ τους λειμώνες της ψυχής

σας καθώς τρέμει απ’ την πρωινή δρόσο όταν

Σκοντάφτει στα σκαλοπάτια των λυγμών μου

Μανουσάκια απ’ το εγκώμιον «ώ γλυκύ μου έαρ»

Εξασφαλίζοντάς μου για ένα μεγάλο διάστημα

Ικανά αποθέματα θαλπωρής βρέξει χιονίσει. Σελ. 228

ΜΑΝΑ

Έφυγες κι έγειρε

Επικίνδυνα το σπίτι

 

Να ‘ταν κοντά σου η Ήπειρος

Να σε κλάψει

 

Κι η Νεμέρτσκα να σου

Κλείσει τα μάτια

 

Άς είναι ελαφρύ το ποίημα

Πού σε σκεπάζει.- σελ. 224

    IV

Όποτε τα ‘φερνε δύσκολα δανειζόταν λέξεις από το μεγάλο

Απόθεμα που κουβαλούσε μέσα του έφτασε όμως στο σημείο

Με το συχνό δανεισμό να μειωθεί επικίνδυνα το ανεξάντλητο

Νταμάρι με λίγα λόγια έτρωγε απ’ τα έτοιμα ενώ θα μπορούσε

Να αρκεστεί στο ένα μοναδικό ποίημα αντί να σπαταλήσει εδώ

Κι εκεί στίχους του ποντάροντας σε μιάν επισφαλή προσπάθεια

Αναγνώρισης του ταλέντου του από ευκαιριακούς αναγνώστες. Σελ. 222

          ΔΙΟΤΙ ΤΙ ΣΟΙ ΠΟΙΗΤΗΣ…

Διότι τι σόϊ ποιητής θα ήσουν φίλε μου αν

Δεν έκρυβες δυό άσσους στο μανίκι σου και

Δεν τους έριχνες στην τσόχα την ώρα πού

Φαίνονταν πώς όλα είχαν τελειώσει ο κερδι-

σμένος είχε απλώσει τα χέρια του κι έμεινε

Αποσβολωμένος όπως ο αναγνώστης σου όταν

-Διασχίζοντας ένα ανθισμένο λιβάδι-

Αντικρύσει ξάφνου την άβυσσο και μείνει

Με το ένα πόδι στα λουλούδια και το άλλο

      Κρεμασμένο στο κενό. σελ. 173

Ενώ σε ένα από τα ΑΝΑΦΙΛΗΤΑ του, σελ. 146 μας λέει:

                Ερώτημα

Διότι τι θα ήταν οι στίχοι μου

Αν δεν τους κατοικούσατε;

     Και πραγματικά ποιητική γη καρποφόρα και ολάνθιστη είναι η ποίηση που μας καταθέτει ο ποιητής Τάσος Πορφύρης.

             Ο Δήμαρχος Δάφνης-Υμηττού κύριος Νικόλαος Τσιλίφης, -όπως και ολόκληρη η πόλη- αποχαιρετούν τον «Ποιητή με θλίψη και οδύνη». Ο γιός του ποιητή, Κωστής Πορφύρης στην ανάρτησή του στα social media, τον αποχαιρέτησε γράφοντας: «Το «Έρμο Πωγώνι» έμελλε να είναι το κύκνειό του άσμα! Χτες βράδυ ο αγαπημένος μας πατέρας ο μεγάλος Ηπειρώτης λογοτέχνης Τάσος Πορφύρης, αναχώρησε για το Μεγάλο ταξίδι για να συναντήσει την λατρεμένη του Μυρτώ μετά από 10 χρόνια μαρασμού μακριά της! Θα τον αποχαιρετήσουμε τη Δευτέρα 7/4 στις 11.30 στο Κοιμητήριο Βύρωνος. Καλό ταξίδι και καλή αντάμωση πατέρα! Εύχομαι να έφυγες ευτυχισμένος στην αγκαλιά της οικογένειάς σου!».

Στην απώλειά του αναφέρθηκαν διάφορες ιστοσελίδες και οι συνεργάτες τους και αναρτήθηκαν ποιήματά του.

          Γράφει για τον τόπο καταγωγής του στο ποίημα

ΣΚΕΠΗ

Σ΄ αυτό το σπίτι γεννήθηκα τον Ιούλιο του 1931, το σπίτι που βρίσκεται στον Άγιο Κοσμά Πωγωνίου στην Ήπειρο, χτισμένο από τους προγόνους το 1823, σώζεται το υπέρθυρο αγκωνάρι που το γράφει, πάνω από την πόρτα που οδηγεί στον οντά. Το σπίτι είναι πέτρινο με στέρνα στο πλάϊ του γιομάτη καθαρό βρόχινο νερό για πιώμα, λούσιμο, λάτρα και για τα ζωντανά. Η στέγη του από πλάκες ακανόνιστες βγαλμένες από τη «Μπέρτσια» απέναντι. Όταν κάποια μετατοπίζονταν ή έσπαγε- πράγμα σπάνιο-, ανέβαινε ο μάστορας για να «πιάκει τη σταλαγματιά» όπως έλεγε η συχωρεμένη Μάκω-Σιούλενα η γιαγιά μου από τη μεριά του πατέρα. Η καμινάδα- πέτρινη κι αυτή- στο άκρο της σκεπής ξεπερνούσε σε ύψος το ψηλότερο σημείο της για να μην έβρισκε ο καπνός που γύριζε πίσω. Ο καπνός από το δάσος που καιγόταν με τις φωνές των θηρίων και των ερπετών και τις μυρωδιές του φαγητού. Το νερό της βροχής ροβολούσε από τις πλάκες στου λούκι χαρούμενο, γελώντας, στο λούκι πού βρίσκονταν σε οριζόντια θέση κάτω από τις τελευταίες πλάκες με τα υποστυλώματα τα πέτρινα επίσης, και από εκεί κατρακυλούσε στον αγωγό που το οδηγούσε περνώντας το από τη  σίτα στη στέρνα όχι του Σεφέρη, την έναστρη και παραμυθένια δική μας. Σελ. 244.

       Τον αξιόλογο και καταξιωμένο ποιητή, έναν από τους σημαντικότερους ποιητές της Β΄ Μεταπολεμικής Γενιάς, τον Τάσο Πορφύρη, που έφυγε πλήρης ημερών από κοντά μας στις 4 Απριλίου, είχα την χαρά να τον γνωρίσω από κοντά στο σπίτι του πολιτευτή και ποιητή Χρήστου Ρουμελιωτάκη,- όταν με είχε προσκαλέσει μαζί με άλλους συμμετέχοντες, με την  ευκαιρία ενός Αφιερώματος του περιοδικού «Λυχνάρι» στον Χ. Ρ., που είχα συμμετάσχει με κείμενό μου. Γνώριζα και μου άρεσε, με συγκινούσε η ποίηση του Τάσου Πορφύρη, του το ανέφερα από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας μας στην οικία του πρώην δημάρχου και συγγραφέα, και έσπασε ο πάγος της ευγένειας της προσφώνησης ανάμεσά μας. Ποιήματα και μεταφράσεις του σεμνού και διακριτικού Τάσου Πορφύρη είχα διαβάσει σε διάφορα περιοδικά της εποχής, είχα αγοράσει ορισμένες ποιητικές του συλλογές και είχα κατορθώσει να φωτοτυπήσω την Ανθολογία που είχε επιμεληθεί, «ΠΟΛΥΦΩΝΙΚΟΝ», Ανθολογία Ηπειρώτικης Ποίησης, έκδοση Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων, Ιωάννινα 2002. Η πρώτη αυτή συνομιλία μας υπήρξε γόνιμη και εποικοδομητική για εμένα, και συνεχίστηκε και μετά την αποχώρησή μας από το σπίτι του Χ. Ρ. στην περιοχή του Νέου Ηρακλείου. Τα χρόνια πέρασαν και το 2013, αισθάνθηκα μεγάλη χαρά όταν αγόρασα την συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του την οποία διάβασα απνευστί επανερχόμενος συχνά σε αυτήν. Βλέπε: Τάσος Πορφύρης «Νεμέρτσκα» Ποιήματα [1961-2011], με εννέα σχέδια της Μαργαρίτας Βασιλάκου, εκδόσεις «Οι Εκδόσεις των Φίλων», Αθήνα,11, 2013, σελίδες 304. Βιβλιοπωλείο ΚΟΡΑΛΙ. Πίνακας εξωφύλλου Γιάννης Δ. Στεφανάκις, Μαργαρίτα Βασιλάκου. Σχεδιασμός εξωφύλλου-σελιδοποίηση Νίκος Σουπιωνιάς, τιμή 19.17 ευρώ. Η έκδοση είναι αφιερωμένη «Στη Μυρτώ και πάλι, όπως στον Κωστή και στον Μιχάλη». Ο συγκεντρωτικός τόμος περιλαμβάνει τις συλλογές και τις ενότητες: -ΝΕΜΕΡΤΣΚΑ (1961).- ΤΟ ΕΓΚΑΤΑΛΕΛΕΙΜΜΕΝΟ ΣΠΙΤΙ (1968).- FLASH BACK (1971).- ΜΕΡΑ ΠΟΥ Σ’ ΑΓΑΠΗΣΑ, RUPERT BROOK Ο ΛΗΣΤΗΣ, ALFRED NOYES. –ΤΟΠΙΟ  (1973).- Η ΠΕΜΠΤΗ ΕΞΟΔΟΣ (1980).- ΤΑ ΛΑΒΩΜΕΝΑ (1996) [Α. Τα Λαβωμένα. Β. Οι επιζήσαντες. Γ. Τα Λαβωμένα, 2. Δ. Τα Λαβωμένα, 3, Ε. Το ποίημα].- ΣΩΜΑ ΚΙΝΔΥΝΟΥ (2004).- ΕΡΗΜΑ (2008).- «ΧΡΟΝΟΣΥΛΛΕΚΤΗΣ (2011). Από αυτόν τον τόμο ερανίζομαι τα παραπάνω ποιήματα που σπονδυλώνουν το παρόν σημείωμα εις μνήμη του. Ποιήματά του αναρτήσαμε στα Λογοτεχνικά Πάρεργα και σε σημειώματα του 2021. Κρατώντας στα χέρια μας την συγκεντρωτική έκδοση των εκδόσεων «Οι Εκδόσεις των Φίλων» να αναφέρουμε ακόμα ότι πάρα πολλές ποιητικές μονάδες του, ο ποιητής Τάσος Πορφύρης τις αφιερώνει σε γνωστά του πρόσωπα προερχόμενα είτε από τον χώρο της ποίησης είτε από τον χώρο της καλλιτεχνίας, ή υιοθετεί στίχους ή αποσπάσματα από έργα τους. Αναγνωρίζουμε ονόματα όπως του Θανάση Τζούλη, του Βύρων Λεοντάρη, του Γιώργου Αράγη, του Χρήστου Μπράβου, του Ανδρέα Κίτσου- Μυλωνά, της Νατάσας (Κεσμέτη;), του Δημήτρη Παπαδίτσα του Τάσου και της Μαίρης Πικιώνη, του Στέφανου και πολλών άλλων. Ενώ αποσπάσματα του Ράινερ Μαρία-Ρίλκε, του Ιβάν Γκολ, του Ηλία Έρεμπουργκ, της Κοντέσσας ντε Νοάιγ και άλλων δηλώνουν την συνομιλία του και τις εκλεκτικές του συγγένειες με άλλους ομοτέχνους του. Ο ίδιος συνέθεσε ποιήματα για τον ισπανό ποιητή Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, την ρωσίδα Άννα Αχμάτοβα, την Ομηρική ωραία Ελένη κλπ. Ονόματα ζωγράφων και όρους της μουσικής αναγνωρίζουμε στα ποιήματά του. Ο Τάσος Πορφύρης δεν κρύβει ακόμα την μεγάλη του αγάπη για την θάλασσα, την θαλάσσια ατμόσφαιρα και το περιβάλλον, τα ταξίδια. Η λέξη πατρίδα και ποίηση ιδιαίτερα, χρησιμοποιείται περισσότερο από κάθε άλλη λέξη. Η Ποίηση στην τελική ανάλυση για τον Τάσο Πορφύρη είναι όπως μας λέει στην σελίδα 39:

Στο κέντρο ενός κύκλου

γυμνών σπαθιών’

π’ όλο μικραίνει   

       Ο ποιητής Τάσος Πορφύρης παρουσιάστηκε στα ελληνικά γράμματα με την ποιητική του συλλογή «Νεμέρτσκα», Γεμεντζόπουλος, Αθήνα 1961, έκτοτε, και μέχρι των ημερών μας, η Εργογραφία του περιλαμβάνει πάνω από 20 τίτλους βιβλίων. Ποιητικές συλλογές, Διηγήματα, Πεζά, Ποιητικές του Συνομιλίες και μελέτες, Δύο Ανθολογίες, επιλογές και ανθολογήσεις ποιητών που αγάπησε, συμμετοχή σε βιβλία με Μεταφράσεις.

 Συγκεντρωτικά από όσο γνωρίζω έχουμε τους εξής τίτλους πολλοί από τους οποίους έχουν εξαντληθεί και δεν βρίσκονται στις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων:

1., ΝΕΜΕΡΤΣΚΑ, Γεμεντζόπουλος, Αθήνα 1961 (ποίηση)

2., ΤΟ ΕΓΚΑΤΑΛΕΛΕΙΜΜΕΝΟ ΣΠΙΤΙ, Θεσμός, Αθήνα 1968 (ποίηση)

3., FLASH BACK, Λύσεις, Αθήνα 1971 (ποίηση)

4., ΤΟΠΙΟ, Λύσεις, Αθήνα 1973 (ποίηση)

5., Η ΠΕΜΠΤΗ ΕΞΟΔΟΣ, Σημειώσεις, Αθήνα 1980 (ποίηση)

6., ΤΑ ΛΑΒΩΜΕΝΑ, Έρασμος, Αθήνα 1996 (ποίηση/ πεζά)

7., ΠΟΛΥΦΩΝΙΚΟΝ, Ανθολογία Ηπειρωτικής ποίησης, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων, Ιωάννινα 2002. (ανθολογία)

8., ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΒΡΟΧΗΣ, Ποιήματα από το έργο 107 ελλήνων και ξένων ποιητών, Τροπικός, Παπαδόπουλος Αθήνα 2003 (ανθολογία)

9., ΣΩΜΑ ΚΙΝΔΥΝΟΥ, Ύψιλον, Αθήνα 2004 (ποίηση)

10., Η ΔΟΝΤΑΓΡΙΑ, Σοκόλης, Αθήνα 2006. Επιμέλεια: Λήδα Μπέκα (διηγήματα)

11., ΕΡΗΜΑ, Ύψιλον, Αθήνα 2008 (ποίηση)

12., ΧΡΟΝΟΣΥΛΛΕΚΤΗΣ, Ύψιλον, Αθήνα 2011 (ποίηση)

13., ΤΑ ΣΠΙΤΙΑ, Πανοπτικόν, Αθήνα 2013 (πεζά)

14., ΟΙ ΜΕΣΑ ΜΑΣ ΠΛΗΓΕΣ, Ύψιλον, Αθήνα 2015. Επιμέλεια: Κώστας Θ. Ριζάκης (ποίηση)

15., Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΔΙΤΣΑΣ (1922-1987). «Αν διψάσεις εγώ θα σου γίνω νερό». Εισαγωγή-Ανθολόγηση Τάσος Πορφύρης, εκδ, Ίδρυμα Τάκης Σινόπουλος, Σπουδαστήριο Νεοελληνικής Ποίησης και Γαβριηλίδης, Αθήνα 2018.

16., ΙΣΟΒΙΑ ΘΛΙΨΗ. Με έξι σχέδια του Κυριάκου Ρόκου. Ύψιλον, Αθήνα 2019 (ποίηση)

17., ΡΩΣΣΟΧΩΡΙ, ΔΡΟΣΙΑ ΚΑΙ ΛΙΓΟ ΑΠΟ ΣΤΑΜΑΤΑ, Ρώμη, Αθήνα 2020 Επιμέλεια: Κώστας Θ. Ριζάκης (πεζά)

18., Τάσος Πορφύρης- Στέφανος Ροζάνης, ΜΕΤΑΦΡΑΖΟΝΤΑΣ, Πανοπτικόν, Αθήνα, 2022. (μεταφράσεις των Έζρα Πάουντ, Τόμας Στέρν Έλιοτ, Ντύλαν Τόμας, Μ. Πέρσυ Σέλλευ, Ουίλλιαμ Μπλέηκ, Ρόμπερτ Μπρούκ, Ρόμπερτ Φροστ και άλλων)

19., Η ΑΝΤΟΧΗ ΤΩΝ ΟΝΕΙΡΩΝ. (Πρόσωπα και Κείμενα). Επιμέλεια: Κώστας Δεσποινιάδης, Πανοπτικόν, Αθήνα 2023. (ποιητικές συνομιλίες/ μικρά μελετήματα)

20., ΣΠΑΡΑΓΜΕΝΗ ΜΝΗΜΗ, Ύψιλον, Αθήνα 2024. Επιμέλεια: Κώστας Θ. Ριζάκης. (ποίηση)

21., ΕΡΜΟ ΠΩΓΩΝΙ, Πανοπτικόν, Αθήνα 2025 (πεζά)       

ΚΑΙ – Ο ποιητής Άνθος Πωγωνίτης (Βασίλης Καραφύλλης), Αθήνα 1989.-Αξέχαστα χρόνια, Αθήνα 1991.-Τα Εικονίσματα (Εικονοστάσια) του χωριού μας, Αθήνα 1996.

      Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες και έχει συνεργαστεί με διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά. Στο διαδίκτυο αναγράφονται τίτλοι και συνεργασίες του πρωτότυπες και μεταφράσεις του.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς

28 Απριλίου 2025

Παρασκευή 25 Απριλίου 2025

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΠΑΡΕΡΓΑ 2016

 

       ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ  2016

ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ

1/1/2016 Το περιοδικό «ΛΥΧΝΑΡΙ» τριμηνιαία έκδοση Λόγου και Τέχνης

3/1/2016 Διαβάζοντας πρωτοχρονιά τον ποιητή Κώστα Γ. Καρυωτάκη

6/1/2016 Το περιοδικό της δεκαετίας 1990 «ΙΣΤΟΣ»

17/1/2016 Εργογραφία- Βιβλιογραφία (ενδεικτική) του ποιητή Κώστα Γ. Καρυωτάκη

23/1/2016 Σχετικά με τον ποιητή Κώστα Γ. Καρυωτάκη

ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ

6/2/2016 Ο Πειραιώτης ποιητής και κριτικός της Α΄ Μεταπολεμικής Γενιάς ΣΤΕΛΙΟΣ ΓΕΡΑΝΗΣ

7/2/2016 Κώστας Γ. Καρυωτάκης και Πειραιάς. (Τρείς Πειραιώτες: Άγγελος Βογάσαρης, Στέλιος Γεράνης, Τίμος Μαλάνος γράφουν για τον Κ.Γ.Κ.)

14/2/2016 Για την Ποίηση και το Έργο της ποιήτριας ΚΑΙΤΗΣ ΔΡΟΣΟΥ

20/2/2016 Ο Ρώσος φουτουριστής ποιητής Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι (7/7/1893-14/3/1930)

28/2/2016 Ενδεικτική Βιβλιογραφία του δασκάλου ποιητή ΚΩΣΤΗ ΠΑΛΑΜΑ

28/2/2016 Η Ρωσίδα ποιήτρια ΆΝΝΑ ΑΧΜΑΤΟΒΑ (23/6/1889- 5/3/1966) Ενδεικτική Εργογραφία- Βιβλιογραφία.

ΜΑΡΤΙΟΣ

 10/3/2016 Το βιβλίο «ΤΑ ΨΗΛΑ ΒΟΥΝΑ» του πεζογράφου, ποιητή και τεχνοκριτικού Ζαχαρία Δ. Παπαντωνίου

12/3/2016 Τα «ΟΥ ΦΩΝΗΤΑ» των Ελλήνων. Οι Απόκριες. Τα βωμολοχικά συμποσιακά και τα γαμοτράγουδα

13/3/2016 Αρθρογραφία για τον ποιητή και δάσκαλο Κωστή Παλαμά

14/3/2016 Τηλέμαχος Κώτσιας, και το πεζό του «Οι δεινόσαυροι των Αθηνών»

18/3/2016 Αλέκος Λιδωρίκης, Οι «Ορίζοντες» το Πρακτορείο Πνευματικής Συνεργασίας του Μάριου Βαϊάνου.

19/3/2016 Ο Εικαστικός και Συγγραφικός Κόσμος του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΤΕΤΣΗ

19/3/2016 Βιβλιογραφία για τον Τήνιο Μαρμαρογλύπτη ΓΙΑΝΝΟΥΛΗ  ΧΑΛΕΠΑ

20/3/2016 Η Εκδημία του νομπελίστα ποιητή ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ (18/3/1996) στον τύπο της εποχής.

25/3/2016 Homosexuality

25/3/2016 Η ταινία Cruising (Ψωνιστήρι) του σκηνοθέτη William Friedkin με τον Άλ Πατσίνο

27/3/2016 Άρθρα για το έργο του αμερικανού θεατρικού συγγραφέα  Tennessee Williams

ΑΠΡΙΛΙΟΣ

3/4/2016 Αρθρογραφώντας για την σημερινή πολιτική ημέρα της ποίησης

4/4/2016 Ποιητές της Αργολίδος. Μια Ανθολογία του 1948

9/4/2016 Ο Πειραιώτης ποιητής και μεταφραστής Ανδρέας Αγγελάκης. Οι συλλογές του:» «Ομιλίες του Θεού και της Θάλασσας», «Το Πύον», «Οι προτάσεις της Αθωότητας»

10/4/2016 Το περιοδικό του Σπύρου Μελά, «Ελληνική Δημιουργία».

16/4/2016 «Ανθολογία Θρακών Ποιητών των Νεώτερων Χρόνων». Πρόλογος: Άριστος Καμπάνης

16/4/2016 Ο Αμερικάνικος Θεατρικός Θίασος THE LIVING THEATRE και το έργο «Ο ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ». Μια θρυλική παράσταση στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά

17/4/2016 Μαρία η Αιγυπτία ή το Inferno του Έρωτος Λόγου

21/4/2016 ΠΟΙΗΣΗ 1975 των Θανάση Θ. Νιάρχου- Αντώνη Φωστιέρη

23/4/2016 Οι Λαζαροαναστημένοι. Ύμνοι του Ρωμανού του Μελωδού.

30/4/2016 Δημήτριος Σ. Χατζηπέτρος, «Νεοελληνική Θρησκευτική Ανθολογία»

ΜΑΙΟΣ

2/5/2016 Τα Ποιήματα του αντιστασιακού δημοκράτη πολιτικού ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΠΑΝΑΓΟΥΛΗ

6/5/2016 ΜΝΗΣΙΜΟΡΟΙ. Ποιητική Ανθολογία Μνήμης Θανάτου

8/5/2016 Ο ποιητής και μεταφραστής ΕΡΡΙΚΟΣ ΜΠΕΛΙΕΣ

15/5/2016 Ελένη Δημητρίου: απόδοση. «Ρώσσοι Λυρικοί», Αθήνα 1982

22/5/2016 «ΜΠΑΛΑΝΤΕΖΑ». Ανθολογία από τις βραδιές Ποίησης και Μουσικής της Νομαρχίας Αθηνών

28/5/2016 Εργογραφία- Βιβλιογραφία της Γαλλίδας ιστορικού ΖΑΚΛΙΝ ΝΤΕ ΡΟΜΙΓΥ (JACQUELINE DE ROMILY). (Καταγραφή τίτλων βιβλίων της)

ΙΟΥΝΙΟΣ

4/6/2016 Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα- Σαλβαντόρ Νταλί. Η κινηματογραφική ταινία “THE LITTLE ASHES” του Paul Morrison.

5/6/2016 Federico Garcia Lorca: Opera. –Εργογραφία- Βιβλιογραφία του ισπανού ποιητή και θεατρικού συγγραφέα Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα

12/6/2016 Gay Movies. Μέρος Α΄. Ο Ξένος κινηματογράφος και το φαινόμενο της Ομοφυλοφιλίας

19/6/2016 Αρθρογραφία για τον Φεντερίκο Γκαρσία Λόρκα. [Μνήμη ελέους στους αδικοχαμένους δολοφονημένους στο barPulse Orlando” της Φλόριντας των ΗΠΑ].

25/6/2016 Λόγος περί θεάτρου του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα. [ Άνδρη Χριστοφίδου- Αντωνιάδου, Ο Φ. Γ. Λόρκα σε τρείς διαστάσεις.- περιοδικό «Θέατρο» τχ.29-30/1966]

ΙΟΥΛΙΟΣ

1/7/2016 «ΦΟΥΑΓΙΕ» Ένα ενδιαφέρον σύγχρονο ολιγόχρονο περιοδικό για το Θέατρο

6/7/2016 Ελληνικές Μεταφράσεις του ποιητικού έργου του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα

10/7/2016 Ποιήματα Ελλήνων και Ξένων δημιουργών Αφιερωμένων στον ισπανό ποιητή Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα

16/7/2016 Το περιοδικό «Σύγχρονος Κινηματογράφος» τεύχος 6/5, 1975

16/7/2016 Νίκαια της Γαλλίας- Ημέρα πένθους

17/7/2016 Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης. Ένας δάσκαλος του γένους των Ελλήνων

18/7/2016 Το λογοτεχνικό περιοδικό «Γράμματα και Τέχνες» τεύχος 1/1, 1982

20/7/2016 Κύπρος, 42 χρόνια μετά. Βιβλιογραφικές αναφορές για την Κύπρο

22/7/2016 Μυθοποίηση του Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη. Κυριάκος Χαραλαμπίδης και το βιβλίο του «Μεθιστορία»

23/7/2016 Ιστορική, Πολιτική και Πολιτιστική ενδεικτική Αρθρογραφία για την Κύπρο

24/7/2016 Άρθρα για την Κυπριακή Λογοτεχνία και όχι μόνο

25/7/2016 Το λογοτεχνικό περιοδικό «Γράμματα και Τέχνες» τεύχη 2 και 3/1982

28/7/2016 Ιαπωνική Ποίηση. Η Τέχνη του Χάϊ- Κου.

30/7/2016 Το λογοτεχνικό περιοδικό «Γράμμα και Τέχνες» τχ. 4/ 1982

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ

10/8/2016 Το λογοτεχνικό περιοδικό «Γράμματα και Τέχνες» τεύχη 5 και 6/1982

14/8/2016 Gay Movies part 2

15/8/2016 Δεκαπενταύγουστος Μικρό Πάσχα του Καλοκαιριού. Ποιήματα αφιερωμένα και ποιηθέντα για την Κοίμηση της Θεοτόκου

19/8/2016 Ποίηση 1976 των Θανάση Θ. Νιάρχου- Αντώνη Φωστιέρη

20/8/2016 Ήντιθ Σίτγουελ ( Edith Sitwell). «Ο Ίσκιος του Κάϊν», μετάφραση Ηλίας Κυζηράκος

21/8/2016 Παγκόσμιος Ανθολογία. Περιοδικό «Ποιητική Τέχνη» τχ. 2/8, 1947

28/8/2016 Η Πειραιώτισσα ποιήτρια ΕΙΡΗΝΗ ΑΛΙΦΕΡΗ και το έργο της

31/8/2016 Συμπόσιο Συγκεκριμένης Ποίησης της Έρσης Λάγκε.

ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ

1/9/2016 ΠΟΙΗΣΗ 1977 των Θανάση Θ. Νιάρχου- Αντώνη Φωστιέρη

3/9/1976 ΠΟΙΗΣΗ 1978 των Θανάση Θ. Νιάρχου- Αντώνη Φωστιέρη

24/9/1976 Γιώργος Σεφέρης. «Αφροδίτη Κορυτσαία» 1937. Από τις «Ημέρες»

25/9/2016 Love Poetry. Ποίηση του Έρωτος

28/9/2016 Ποίηση 1980 των Θανάση Θ. Νιάρχου- Αντώνη Φωστιέρη

29/9/2016 Ποίηση 1979 ετήσιος τόμος. Εκδόσεις «ΕΓΝΑΤΙΑ»

ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ

2/10/2016 Μήλος, νήσος εστί

8/10/2016 Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής, «ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ»

15/10/2016 Όσκαρ Ουάϊλντ, Εργογραφία- Βιβλιογραφία.- Oscar Wilde, “Salome” σε μεταγραφή Χαράς Σύρου- Τριαρίδη.

23/10/2016 Η Θεία Λειτουργία του αγίου Ιακώβου του αδελφοθέου

26/10/2016 Άνθος Φιλητάς, η συλλογή «ΣΥΝΝΕΦΑ».

28/10/2016 Οδυσσέας Ελύτης, «Αλβανιάδα»

31/10/2016 Νάσος Βαγενάς, Η παραμόρφωση του Καρυωτάκη

ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ

4-5/11/2016 Ποιητικές Φωνές. Μια ποιητική ανθολογία του Τάσου Κόρφη. [(1979/60 Φωνές)- (1980/55 Φωνές)- (1981/58 Φωνές)].

5/11/2016 Για τον Γάλλο συγγραφέα και υπουργό πολιτισμού ΑΝΤΡΕ ΜΑΛΡΩ (3/11/1901- 23/11/ 1976).

12/11/1976 Στέφανος Τσατσούλας, «Ανθολογία Αμερικάνικης Ποίησης»

14/11/2016 Ανδρέας Σ. Ιωάννου, «Επιλογή από το έργο δέκα Αμερικανών ποιητών»

18/11/2016 Ανθολογία Αμερικάνικης Ποίησης (1672-1977). Περιοδικό Γράμματα τχ. 6/1, 1977

21/11/2016 Μάρτιν Χάιντεγκερ, Μια Εικόνα του Πειραιά. Από το βιβλίο του «ΔΙΑΜΟΝΕΣ- ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ»

27/11/2016 Ο Πειραιώτης Κώστας Λασπάκης

ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ

4/12/2016 Μαρσελίν Ντεμπόρντ- Βαλμόρ, Τα Ποιήματα μετάφραση Ισιδώρα Καμαρινέα

7/12/2016 Δημήτρης Φωτιάδης, από το τρίτομο έργο του «Ενθυμήματα» (Πειραιάς)

10/12/2016 Ο Δήμαρχος του Πειραιά Πέτρος Σ. Ομηρίδης, «Βιογραφία Αυτοσχέδιος»

17/12/2016 Το περιοδικό «Σύγχρονος Κινηματογράφος» τεύχος 11/ 9,11, 1976

25/12/2016 Ο ποιητής του Μεσοπολέμου Γιάννης Αηδονόπουλος

31/12/2016 Τριστάν Κορμπιέρ (Tristan Corbiere 18/7/1845-1/3/1875), «Ποιήματα», απόδοση Γιώργος Καραβασίλης.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς

25/4/2025

Τρίτη 22 Απριλίου 2025

Σαίξπηρ, Τα Σονέτα της Μελαχρινής Κυρίας μετάφραση Άγγελος Σ. Παρθένης

 

ΤΑ ΣΟΝΕΤΑ ΤΗΣ «ΜΕΛΑΧΡΙΝΗΣ ΚΥΡΙΑΣ» (127-140)

 

       ΣΟΝΕΤΟ 127*

Σ’ εποχές παλιές δε λογάριαζαν όμορφο το μαύρο

κι αν ήταν, τίτλο ομορφιάς ποτέ δεν του χάρισαν

μα τώρα της ομορφιάς κληρονόμος είναι το μαύρο

και ντροπιαστικά, φήμη κακή στην ομορφιά δώρισαν:

γιατί αφότου στη Φύση χέρι καθένας έβαλε

τ’ άσχημο ομορφαίνοντας με Τέχνης δανεική ψευτιά

η ομορφιά όνομα και δώμα ιερό απέβαλε

κι έχει βεβηλωθεί, αν στην περιφρόνηση δε ζει πια.

Μα τα μάτια της κυράς μου είναι κορακίσια μαύρα

τόσο ταιριαστά τα μάτια της, με θρήνο σα ν’ απαντούν

για όσες δεν είναι ξανθές, δίχως ομορφιάς αύρα

και με πλαστές εντυπώσεις την πλάση συκοφαντούν:

    Όμως στη θλίψη τους, τόσο γοητευτικά κλαίνε

    που, έτσι είναι η ομορφιά, τα στόματα λένε.

               11/4/2025

*Με το σονέτο αυτό ξεκινά το δεύτερο μέρος της ακολουθίας (127-152), που ασχολείται με την ‘μελαχρινή κυρία’. Τα δύο τελευταία σονέτα (153 και 154) δεν έχουν σχέση με τη σειρά και ανήκουν στην Ανακρεόντεια παράδοση.

       Sonnet CXXVII

In the old age black was not counted fair,

Or if it were, it bore not beauty's name;

But now is black beauty's successive heir,

And beauty slandered with a bastard shame:

For since each hand hath put on Nature's power,

Fairing the foul with Art's false borrowed face,

Sweet beauty hath no name, no holy bower,

But is profaned, if not lives in disgrace.

Therefore my mistress' eyes are raven black,

Her eyes so suited, and they mourners seem

At such who, not born fair, no beauty lack,

Sland'ring creation with a false esteem:

   Yet so they mourn becoming of their woe,

   That every tongue says beauty should look so.

         ΣΟΝΕΤΟ 128

Μουσική μου συ, όταν συχνά τη μουσική ορίζεις

στο ευλογημένο ξύλο, που η κίνησή του ηχεί

με δάχτυλα γλυκά, όταν απαλά καθορίζεις  

τη λεπτή αρμονία, που στο αυτί μου αντηχεί

πόσο ζηλεύω τους πίρους αυτούς που γοργά πηδούν*

την τρυφερή μέσα πλευρά του χεριού σου να φιλήσουν*

ενώ τα φτωχά μου χείλη που ‘ναι τον καρπό να τρυγούν

κόκκινα με το θράσος των πίρων δίπλα σου θα καθίσουν!

Το άγγιγμα για να χαρούν αυτό, την υπόστασή τους

θ’ άλλαζαν τη θέση τους, με τα πλήκτρα που αχολογούν

όπου τα δάχτυλά σου ακουμπούν στην κίνησή τους

και ξύλα άψυχα αντί χείλια ζωντανά ευλογούν.

    Μια κι οι πίροι, πονηροί, τέτοια χαρά έχουν στο μυαλό

    τα δάχτυλά σου δως τους, σε με τα χείλη σου να φιλώ.

               8/4/2025

*Πρόκειται μάλλον για το τσέμπαλο, πρόδρομο του πιάνου.

*Ενώ το φιλί στο πάνω μέρος του χεριού ήταν ένδειξη ευγένειας ή σεβασμού το φιλί στο μέσα μέρος, στην παλάμη, ήταν κάτι πιο προσωπικό και ερωτικό.

       Sonnet CXXVIII

How oft when thou, my music, music play'st,

Upon that blessed wood whose motion sounds

With thy sweet fingers when thou gently sway'st

The wiry concord that mine ear confounds,

Do I envy those jacks that nimble leap,

To kiss the tender inward of thy hand,

Whilst my poor lips which should that harvest reap,

At the wood's boldness by thee blushing stand!

To be so tickled, they would change their state

And situation with those dancing chips,

O'er whom thy fingers walk with gentle gait,

Making dead wood more bless'd than living lips.

   Since saucy jacks so happy are in this,

   Give them thy fingers, me thy lips to kiss.

         ΣΟΝΕΤΟ 129*

Σπατάλη ενέργειας* σ’ ερημιά ντροπής ο πόθος

στην πράξη, αλλά και μέχρι την πράξη, ακραίος

ο πόθος επίορκος, αιματηρός, σκληρός, με πάθος

αναξιόπιστος, ενοχικός, βάρβαρος, χυδαίος·

πριν καν όντως τον χαρείς κι αμέσως τον καταφρονείς

πριν καν όντως τον έχεις, και ξέφρενα τον κυνηγάς

σα δόλωμα που έχαψες ξέφρενα περιφρονείς

επίτηδες αγκιστρωμένο, στην τρέλα για να πας·

τρέλα να τρέχεις πίσω του, τρέλα να τον κατέχεις·

χαρά με απόδειξη κι αποδειγμένα συμφορά·

που τον ζητάς ακραίο και που τον είχες και τον έχεις·

πριν υπόσχεση χαράς, μετά όνειρο που σ’ αφορά.

    Κανείς δεν τ’ αγνοεί αυτά· πως ν’ αρνηθεί δε γνωρίζει

    τον παράδεισο, που στην κόλαση* τους άντρες βυθίζει.

               8/4/2025

*Αξίζει να επισημάνουμε για το σονέτο αυτό, ένα από τα πιο διάσημα της σειράς:

α) Τον απρόσωπο τόνο του λόγου, πράγμα σπάνιο στα σονέτα (υπάρχει και στο 94), ως προσπάθεια του ποιητή να απομακρύνει τα λεγόμενά του απ’ τον ίδιο προσωπικά.

β) Την ουσιαστικά φαλοκεντρική οπτική στην πράξη του έρωτα και την απέχθεια προς τη σεξουαλικότητα που προέρχονται από τη χριστιανική επιταγή για σεξουαλική αποχή και την αντιπάθεια για κάθε σωματική λειτουργία.

γ) Τον ακραίο πεσιμισμό για την πράξη του έρωτα που έχει να κάνει με την επικρατούσα άποψη της εποχής, ιδιαίτερα στην εποχή αυτή της επικράτησης των ιδεών της ρεφορμιστικής πουριτανικής μεταρρύθμισης.

*’ενέργειας’ (spirit): Η λέξη ‘spirit’ στο αγγλικό κείμενο εκτός από τις έννοιες ‘πνεύμα, ενέργεια, ζωτική ενέργεια’, συνδέεται στη γλώσσα της εποχής και με τη σεξουαλικότητα σημαίνοντας ακόμη ‘σεξουαλική ενέργεια, σπέρμα, ή και πέος’.

*’κόλαση’: Στο αγγλικό κείμενο η λέξη ‘hell’ εκτός από την έννοια της ηθικής κόλασης που αντιπροσώπευε η σεξουαλική πράξη σήμαινε, στην αργκό της εποχής, και το αιδοίο.

         Sonnet CXXIX

The expense of spirit in a waste of shame

Is lust in action: and till action, lust

Is perjured, murderous, bloody, full of blame,

Savage, extreme, rude, cruel, not to trust;

Enjoyed no sooner but despised straight;

Past reason hunted; and no sooner had,

Past reason hated, as a swallowed bait,

On purpose laid to make the taker mad.

Mad in pursuit and in possession so;

Had, having, and in quest to have extreme;

A bliss in proof, and proved, a very woe;

Before, a joy proposed; behind a dream.

   All this the world well knows; yet none knows well

   To shun the heaven that leads men to this hell.

       ΣΟΝΕΤΟ 130

Τα μάτια της κυράς μου δεν είναι σαν ήλιος φωτεινά·

πιο κόκκινο το κοράλλι απ’ τα κόκκινα χείλη της·

αν λευκό το χιόνι τα στήθη της είναι μελαχρινά·

αν τέλια οι τρίχες, μαύρα τέλια έχει στο κεφάλι της.

Ρόδα έχω δει κόκκινα, και λευκά, και δαμασκηνά

αλλά ρόδο τέτοιο δε βλέπω στην όψη της ν’ απλώνει

κι αρώματα που δίνουν χαρά πιότερη αληθινά

απ’ την πνοή, που το στόμα της κυράς μου λευτερώνει.

Λατρεύω να την ακούω να μιλά, μα ξέρω γερά

πολύ πιο ευχάριστο ήχο θα βρεις στη μουσική·

τ’ ομολογώ, ποτέ δεν έχω δει θεά να προχωρά –

η κυρά μου σαν περπατά, στη γη πατά εκεί.

    Την αγάπη μου βρίσκω τόσο σπάνια, μα το Θεό

    όσο κι όποια λάθος εικόνα δίνει, με τρόπο πλαστό.

            27/3/2025

        Sonnet CXXX

My mistress' eyes are nothing like the sun;

Coral is far more red, than her lips red:

If snow be white, why then her breasts are dun;

If hairs be wires, black wires grow on her head.

I have seen roses damasked, red and white,

But no such roses see I in her cheeks;

And in some perfumes is there more delight

Than in the breath that from my mistress reeks.

I love to hear her speak, yet well I know

That music hath a far more pleasing sound:

I grant I never saw a goddess go,

My mistress, when she walks, treads on the ground:

   And yet by heaven, I think my love as rare,

   As any she belied with false compare.

         ΣΟΝΕΤΟ 131

Τύραννος είσαι, και πόσο μοιάζεις έτσι κανονικά

μ’ όσες η ομορφιά τις κάνει σκληρές μ’ αλαζονεία·

αφού, για τη ξεμυαλισμένη μου καρδιά πραγματικά

το πετράδι τ’ όμορφο είσαι, με την τρανή αξία.

Όμως, κάποιοι καλόπιστα λένε, αυτοί που σε θωρούν

η όψη σου δεν κάνει τον έρωτα να βγάλει βογκητό·

κι ούτε που τολμώ να μιλήσω πως λάθος παρατηρούν

μολονότι μόνος όταν βρεθώ, όρκο παίρνω γι’ αυτό.

Κι αληθινός ο όρκος μου για να βγει, με φόρα ορμούν

χιλιάδες στεναγμοί, μόλις σκεφτώ τη δική σου μορφή

ο ένας πίσω απ’ τον άλλο, αποδείξεις αριθμούν:

πιο όμορφη για με η ομορφιά σου η μαυριδερή.

    Μαύρο σου τίποτα, μόνο οι πράξεις σου ειδικά

    απ’ όπου κι οι συκοφαντίες ξεκινούν τελικά.

                 27/10/2024

        Sonnet CXXXI

Thou art as tyrannous, so as thou art,

As those whose beauties proudly make them cruel;

For well thou know'st to my dear doting heart

Thou art the fairest and most precious jewel.

Yet, in good faith, some say that thee behold,

Thy face hath not the power to make love groan;

To say they err I dare not be so bold,

Although I swear it to myself alone.

And to be sure that is not false I swear,

A thousand groans, but thinking on thy face,

One on another's neck, do witness bear

Thy black is fairest in my judgment's place.

   In nothing art thou black save in thy deeds,

   And thence this slander, as I think, proceeds.

          ΣΟΝΕΤΟ 132

Τα μάτια σου αγαπώ, κι αυτά, καθώς με συμπονούν

που η καρδιά σου με βασανίζει περιφρονητικά

έχουν στα μαύρα ντυθεί, και με αγάπη θρηνούν

σκύβοντας στον πόνο μου με έλεος πραγματικά.

Κι αλήθεια, ούτε ο ήλιος ο πρωινός στον ουρανό

την γκρίζα μορφή της αυγής πιο πολύ καλλωπίζει

ούτε τ’ άστρο τ’ ολόγιομο παρέα στο δειλινό

δόξα έστω και μικρή στην ήρεμη δύση χαρίζει

όσο τα μάτια του θρήνου την όψη σου καθορίζουν:

Ω! ας αγγίξουν λοιπόν ταιριαστά και τη ψυχή σου

για με να θρηνεί, που οι θρήνοι χάρη σου χαρίζουν

κι η συμπόνια τούτη να ντύσει όλο το κορμί σου.

    Τότε θα ορκιστώ: μαύρη η ομορφιά η ίδια

    κι όλες τους άθλιες, δίχως χρώματα με σένα ίδια.

               27/3/2025

         Sonnet CXXXII

Thine eyes I love, and they, as pitying me,

Knowing thy heart torments me with disdain,

Have put on black and loving mourners be,

Looking with pretty ruth upon my pain.

And truly not the morning sun of heaven

Better becomes the grey cheeks of the east,

Nor that full star that ushers in the even,

Doth half that glory to the sober west,

As those two mourning eyes become thy face:

O! let it then as well beseem thy heart

To mourn for me since mourning doth thee grace,

And suit thy pity like in every part.

   Then will I swear beauty herself is black,

   And all they foul that thy complexion lack.

         ΣΟΝΕΤΟ 133

Κατάρα στην καρδιά, που την καρδιά μου ταλανίζει

με πληγή βαθιά, που σ’ εμέ και στο φίλο μου δεν κλείνει·

δε της αρκεί εμένα μόνο σκληρά να βασανίζει

μα πρέπει κι ο φίλος μου σκλάβος της άθλιος να γίνει;

Τα μάτια σου απ’ τον εαυτό μου μ’ έχουν χωρίσει

και τον άλλο μου εαυτό άγρια τον αρπάζεις·

αυτός, κι εσύ, κι ο εαυτός μου μ’ έχετε παρατήσει

μαρτύριο τριπλό, τρεις φορές να το δοκιμάζεις.

Την καρδιά μου φυλάκισε στου στήθους σου το κελί

η καρδιά μου για την καρδιά του εγγύηση ας δώσει·

κι αν με κρατούν, φρουρό του η καρδιά μου ας αποτελεί

η σκληράδα σου στη φυλακή μου δε θα ζυγώσει.

    Κι όμως θα ζυγώσεις, δέσμιο έχοντάς με βασικά  

    δικός σου είμαι, κι ό,τι άλλο μέσα μου τελικά.

                         27/10/2024

       Sonnet CXXXIII

Beshrew that heart that makes my heart to groan

For that deep wound it gives my friend and me!

Is't not enough to torture me alone,

But slave to slavery my sweet'st friend must be?

Me from myself thy cruel eye hath taken,

And my next self thou harder hast engrossed:

Of him, myself, and thee I am forsaken;

A torment thrice three-fold thus to be crossed.

Prison my heart in thy steel bosom's ward,

But then my friend's heart let my poor heart bail;

Whoe'er keeps me, let my heart be his guard;

Thou canst not then use rigour in my jail:

   And yet thou wilt; for I, being pent in thee,

   Perforce am thine, and all that is in me.

          ΣΟΝΕΤΟ 134

Λοιπόν τώρα τ’ ομολογώ, τον έχεις πια δικό σου

κι εμένα υποθήκευσα στη δική σου πεθυμιά

θα χάσω εμένα, ώστε τον άλλον εαυτό μου

πίσω να μου δώσεις, να ‘ ναι πάντα μου παρηγοριά:

Μα δε θα το κάνεις, ούτε αυτός θα λευτερωθεί

γιατί είσαι άπληστη, κι αυτός ευγενής βασικά·

εγγυητής θα ‘ταν, να βάλει για με υπογραφή

στην εγγύηση, που γοργά τον έδεσε τελικά.

Της ομορφιάς σου το δικαίωμα θ’ απαιτήσεις

τοκογλύφε συ, που για το κέρδος τοκίζεις σκληρά

και το φίλο, που ‘ρθε για με χρεώστης, θα κρατήσεις·

έτσι απ’ την κακία σου, αυτόν χάνω αισχρά.

    Εγώ τον έχασα, συ μ΄ αυτόν και με μένα είσαι·

    πληρώνει για όλα αυτός, μα λεύτερος δεν είμαι.

          27/10/2024

         Sonnet CXXXIV

So now I have confessed that he is thine,

And I my self am mortgaged to thy will,

Myself I'll forfeit, so that other mine

Thou wilt restore to be my comfort still:

But thou wilt not, nor he will not be free,

For thou art covetous, and he is kind;

He learned but surety-like to write for me,

Under that bond that him as fast doth bind.

The statute of thy beauty thou wilt take,

Thou usurer, that put'st forth all to use,

And sue a friend came debtor for my sake;

So him I lose through my unkind abuse.

   Him have I lost; thou hast both him and me:

   He pays the whole, and yet am I not free.

        ΣΟΝΕΤΟ 135*

Κάθε μια με την κάψα της, και με τον Πόθο σου σύ

Πόθο να ωφεληθείς, και Πόθο να περισσεύει·

φτάνω και περισσεύω να σε ταράζω πάντα κει

στον γλυκό σου πόθο, κάτι έτσι να τον αρδεύει.

Θ’ αφήσεις συ, που πλατύς ο πόθος σου και δυνατός

τον πόθο μου να κρύψω στον δικό σου απανωτά;

Θα ‘ναι λοιπόν των άλλων ο πόθος επιθυμητός

και δε θα φέξει φως για τον πόθο μου ποθητά;

Μέγα ύδωρ η θάλασσα δέχεται και τη βροχή

έτσι μ’ αφθονία τ’ απόθεμά της αυξάνοντας·

πλούσια σε Πόθο, αυξάνεις τον Πόθο σου κι εσύ

με τον πόθο μου, πιο πλατύ τον Πόθο σου κάνοντας.

    Ας μη συντρίψει τους ικέτες σου ‘όχι’ κανένα·

    ένας ο Πόθος σκέψου, και σ’ αυτόν βάλε κι εμένα.

                 28/3/2025

*Το σονέτο αυτό και το επόμενο παίζουν με όλη τη γκάμα των εννοιών της λέξης ‘will’, η οποία συμπεριλαμβάνει κι όλες τις άσεμνες σημασίες που η γλώσσα της εποχής έδινε στη λέξη. Οι μελετητές έχουν αναγνωρίσει επτά έννοιες της λέξης στο σονέτο: α) θέληση, επιθυμία, αντικείμενο θέλησης, β) σαρκική επιθυμία, πόθος, σεξουαλική λαχτάρα, γ) θα (το βοηθητικό ρήμα στην αγγλική που σημαίνει τον μέλλοντα χρόνο), δ) πείσμα, αποφασιστικότητα, ε) όρος της καθομιλούμενης αργκό γλώσσας για το ανδρικό σεξουαλικό όργανο, ζ) όρος της ίδιας γλώσσας για το γυναικείο σεξουαλικό όργανο, η) το υποκοριστικό για το όνομα William (Will). Επέλεξα να αποδώσω τη λέξη ‘will’ με τη λέξη ‘πόθος’, ωστόσο ο αναγνώστης πρέπει να σκέφτεται κάθε φορά όλες τις πιο πάνω έννοιες-συνειρμούς για να αισθανθεί και όλα τα κρυμμένα νοήματα στο σονέτο.

        Sonnet CXXXV

Whoever hath her wish, thou hast thy Will,

And Will to boot, and Will in over-plus;

More than enough am I that vexed thee still,

To thy sweet will making addition thus.

Wilt thou, whose will is large and spacious,

Not once vouchsafe to hide my will in thine?

Shall will in others seem right gracious,

And in my will no fair acceptance shine?

The sea, all water, yet receives rain still,

And in abundance addeth to his store;

So thou, being rich in Will, add to thy Will

One will of mine, to make thy large will more.

   Let no unkind, no fair beseechers kill;

   Think all but one, and me in that one Will.

           ΣΟΝΕΤΟ 136*

Αν η ψυχή σου σε μαλώνει που ‘μαι κοντά εδωδά

στη ψυχή σου την τυφλή πως ήμουν ο Πόθος σου ορκίσου

κι η ψυχή σου γνωρίζει, δέχεσαι τον πόθο εκειδά·

για τον έρωτα δέξου του έρωτα μου το αίτημα εξίσου.

Ο Πόθος θα ικανοποιήσει το θησαυρό σου του έρωτα

ναι, με πόθους θα τον γεμίσει, κι ο πόθος μου μαζί ένας.

Σε πράγματα πολυάριθμα επαληθεύεται ανένδοτα

μέσα στο μεγάλο πλήθος, ένας ίσον κανένας:

λοιπόν μέσα στο πλήθος, αδήλωτος να μείνω άσε με

αν και στην καταγραφή σου πρέπει να βάλεις και μένα·

κράτα με σαν τίποτα, για ό,τι σ’ ευχαριστεί κράτα με

ένα τίποτα εμένα, ένα κάτι γλυκό για σένα.

    Τ’ όνομά μου αγάπησε, κι αγάπα το παντοτινά

    κι αγάπα με μετά, που Πόθος τ’ όνομά μου ειλικρινά.

               30/3/2025

*Πρέπει να αναφερθούμε ακόμη σε κάτι που αφορά και αυτό και το προηγούμενο σονέτο: Στο πρωτότυπο του Quarto η λέξη ‘will’ κάποιες φορές είναι γραμμένη με πλάγια γράμματα και κεφαλαίο το πρώτο γράμμα ‘Will’, που οδηγεί στη σκέψη ότι πρωταρχική σημασία είναι το όνομα William. Ωστόσο η χρήση των τυπογραφικών στοιχείων σ’ όλη την έκταση του Quarto είναι κάπως ασυνεπής και προβληματική, κι αυτό κάνει τους μελετητές προσεκτικούς να την αποδέχονται τυφλά. Σε σχέση με το παρόν σονέτο η πιο σαφής ίσως αναφορά στο όνομα William θεωρείται αυτή του στίχου 14, και για το προηγούμενο σονέτο 135, λιγότερο ίσως, αυτή στον πρώτο στίχο, χωρίς όμως και στις δύο περιπτώσεις να αποκλείονται όλες οι άλλες σημασίες και συνειρμοί. Στην εδώ μετάφραση, και στα δύο σονέτα, κράτησα το ‘πόθος’ με κεφαλαίο Π όπου το κρατά και το πρωτότυπο.

        Sonnet CXXXVI

If thy soul check thee that I come so near,

Swear to thy blind soul that I was thy Will,

And will, thy soul knows, is admitted there;

Thus far for love, my love-suit, sweet, fulfil.

Will, will fulfil the treasure of thy love,

Ay, fill it full with wills, and my will one.

In things of great receipt with ease we prove

Among a number one is reckoned none:

Then in the number let me pass untold,

Though in thy store's account I one must be;

For nothing hold me, so it please thee hold

That nothing me, a something sweet to thee:

   Make but my name thy love, and love that still,

   And then thou lovest me for my name is 'Will.'

          ΣΟΝΕΤΟ 137

Τρελέ Έρωτα συ τυφλέ, στα μάτια μου που θωρούν

τι κάνεις και ό,τι κοιτούν καθόλου δεν το βλέπουν;

Τι είναι ομορφιά ξέρουν, που βρίσκεται παρατηρούν

ό,τι άριστο όμως σε χείριστο το μετατρέπουν.

Αν τα μάτια, από ματιές πλανημένα θελκτικά

στον κόλπο αγκυροβολούν, που οι άντρες πηγαίνουν

γιατί με των ματιών τη ψευτιά, σφυρηλατείς ειδικά

άγκιστρα, όπου την κρίση της καρδιάς μου δένουν;

Γιατί η καρδιά να τον νοιώθει χώρο της χωριστό 

αφού η καρδιά μου τον ξέρει κοινό σ’ όλους τόπο;

Ή τα μάτια μου κοιτώντας, τ’ αρνούνται όλ’ αυτό

για να κάνουν όμορφη μια μορφή άσχημη τόσο;

    Σ’ ό,τι σωστό, μάτια και καρδιά έχουν πλανηθεί

    και σε πανούκλα ύπουλη* έχουν τώρα οδηγηθεί.

            8/4/2025

*’πανούκλα ύπουλη’ (false plague)= γυναίκα άτιμη, κακή αρρώστια εξάρτησης, αθλιότητα λαθεμένης κρίσης, άθλιο ξεμυάλισμα. Μελετητές κάνουν τη σκέψη ότι η αναφορά στην πανούκλα (plague), τόσο συχνή εκείνη την εποχή, ίσως υπονοεί και μόλυνση από αφροδίσιο νόσημα.

                 Sonnet CXXXVII

Thou blind fool, Love, what dost thou to mine eyes,

That they behold, and see not what they see?

They know what beauty is, see where it lies,

Yet what the best is take the worst to be.

If eyes, corrupt by over-partial looks,

Be anchored in the bay where all men ride,

Why of eyes' falsehood hast thou forged hooks,

Whereto the judgment of my heart is tied?

Why should my heart think that a several plot,

Which my heart knows the wide world's common place?

Or mine eyes, seeing this, say this is not,

To put fair truth upon so foul a face?

   In things right true my heart and eyes have erred,

   And to this false plague are they now transferred.

          ΣΟΝΕΤΟ 138*     

Όταν η αγάπη μου σε όρκο αλήθειας προχωρεί

την πιστεύω, κι ας λέει ψέματα ουσιαστικά

ώστε να μπορεί νέο κι άπραγο να με θεωρεί

στου κόσμου τις πονηρές ψευτιές άμαθο βασικά.

Κι ανώφελα πιστεύοντας πως νέο με σκέπτεται

αν και ξέρει πως πέρασαν οι μέρες μου οι καλές

απλά δίνω πίστη στη γλώσσα της που ψεύδεται:

έτσι, η απλή αλήθεια πνίγεται κι απ’ τις  δυο πλευρές.

Αλλά γιατί αυτή λοιπόν δε λέει πως αδικεί;

Κι εγώ, ναι, γιατί δε λέω πως έχω γεράσει;

Αχ, η δήθεν πίστη, φορεσιά του έρωτα ιδανική

κι ο γέρος στον έρωτα θέλει τα χρόνια να ξεχάσει.

    Άρα εγώ κι αυτή με ψέματα μαζί κοιμόμαστε*

    και στα λάθη μας, με ψέματα κολακευόμαστε.

                     8/4/2025

*Κι αυτό το σονέτο ανήκει στα πιο γνωστά του Quarto για το παιχνίδι με τις λέξεις, μιλώντας για τη φύση της αλήθειας και της κολακείας στη διαπροσωπική σχέση με ένα απροσχημάτιστο ρεαλισμό. Η εικόνα της γυναίκας, λένε οι μελετητές, όπως παρουσιάζεται στα σονέτα της ‘μελαχρινής κυρίας’ δε μοιάζει με καμία στην ιστορία της συγγραφής των σονέτων, κι αν οι άλλες είναι ιδανικές υπάρξεις, πνεύματα, αφαιρέσεις, αυτή των Σαιξπηρικών σονέτων είναι από σάρκα και αίμα.

*Η λέξη ‘lie’ σημαίνει ‘ψεύδομαι’ αλλά και ‘ξαπλώνω’, οπότε ‘I lie with her and she with me’ σημαίνει ‘της λέω ψέματα κι αυτή σε μένα’ αλλά και ‘ξαπλώνω μαζί της κι αυτή με μένα’. Για να κρατήσω και τις δύο έννοιες, αφού κι οι δυο λειτουργούν-υπονοούνται στο στίχο, προτίμησα να μεταφράσω ‘εγώ κι αυτή με ψέματα μαζί κοιμόμαστε’.

        Sonnet CXXXVIII

When my love swears that she is made of truth,

I do believe her though I know she lies,

That she might think me some untutored youth,

Unlearned in the world's false subtleties.

Thus vainly thinking that she thinks me young,

Although she knows my days are past the best,

Simply I credit her false-speaking tongue:

On both sides thus is simple truth suppressed:

But wherefore says she not she is unjust?

And wherefore say not I that I am old?

O! love's best habit is in seeming trust,

And age in love, loves not to have years told:

   Therefore I lie with her, and she with me,

   And in our faults by lies we flattered be.

             ΣΟΝΕΤΟ 139

Ω! μη μου ζητάς να πω ναι στο άδικο βολικά

σ’ αυτή σου τη σκληράδα που μου βαραίνει την καρδιά·

μη με πληγώνεις με ματιές, μα με τη γλώσσα ειδικά·

χτύπα με δυνατά, μη με σκοτώνεις με πονηριά.

Πες μου πως άλλον αγαπάς· μα, καρδιά αγαπημένη

απόφυγε μπροστά μου βλέμματα να ρίχνεις λοξά·

γιατί με κόλπα με πληγώνεις, όταν ζορισμένη

η άμυνά μου τη δύναμή σου πια δεν κρατά;

Μα σε δικιολογώ: ‘Η αγάπη μου, αχ, γνωρίζει

οι όμορφες ματιές της εχθροί για μένα έχουν γίνει

κι έτσι από μένα στους εχθρούς μου τις γυρίζει

και καρφώνοντας τες αλλού, πληγές αλλού δίνει.’

    Μα όχι, ασ’ το, κι αφού πια είμαι σχεδόν νεκρός

    απ’ τον πόνο σώσε με, με ματιές τέλειωσέ με εντελώς.

                   31/3/2025

        Sonnet CXXXIX

O! call not me to justify the wrong

That thy unkindness lays upon my heart;

Wound me not with thine eye, but with thy tongue:

Use power with power, and slay me not by art,

Tell me thou lov'st elsewhere; but in my sight,

Dear heart, forbear to glance thine eye aside:

What need'st thou wound with cunning, when thy might

Is more than my o'erpressed defence can bide?

Let me excuse thee: ah! my love well knows

Her pretty looks have been mine enemies;

And therefore from my face she turns my foes,

That they elsewhere might dart their injuries:

   Yet do not so; but since I am near slain,

   Kill me outright with looks, and rid my pain.

               ΣΟΝΕΤΟ 140

Να ‘σαι σοφή όσο είσαι και σκληρή, μην πιέζεις

τη φιμωμένη μου υπομονή με καταφρόνια

μη τυχόν κι η θλίψη λέξεις μου δανείσει, κι οι λέξεις

τον πόνο μου ιστορήσουν, που γυρεύει συμπόνια.

Μυαλό αν μπορούσα να σου βάλω, πιο καλό θα ‘ταν

αν κι αγάπη δεν έχεις αλλά, αγάπη να με πεις –

όπως, κοντά στο θάνατο, απ’ τους γιατρούς θα θέλαν

νέα καλά για την υγεία τους δύστροποι ασθενείς.

Γιατί αν στην απελπισία μου φρένιαζα τρελός

ίσως μες στην τρέλα μου μίλαγα για σένα σκληρά·

στραβά ο κόσμος τώρα μεγαλώνει, τόσο στρεβλός

που συκοφάντες νοσηρούς πιστεύουν αυτιά νοσηρά.

    Για να μη φτάσω κει, ούτε συ άδικα να ψευτίζεις

    κοίτα ίσια μπροστά, αν και περήφανα ξεστρατίζεις.

                 31/3/2025

          Sonnet CXL

Be wise as thou art cruel; do not press

My tongue-tied patience with too much disdain;

Lest sorrow lend me words, and words express

The manner of my pity-wanting pain.

If I might teach thee wit, better it were,

Though not to love, yet, love to tell me so;

As testy sick men, when their deaths be near,

No news but health from their physicians know;

For, if I should despair, I should grow mad,

And in my madness might speak ill of thee;

Now this ill-wresting world is grown so bad,

Mad slanderers by mad ears believed be.

   That I may not be so, nor thou belied,

   Bear thine eyes straight, though thy proud heart go wide.

Μετάφραση:  ΑΓΓΕΛΟΣ Σ. ΠΑΡΘΕΝΗΣ

            THE DARK LADY

      Οι σταθεροί αναγνώστες των Σαιξπηρικών έργων παγκοσμίως και λάτρεις της θεατρικής τέχνης, γνωρίζουν ότι η συγγραφική προσφορά του σπουδαίου ελισαβετιανού δημιουργού δεν περιορίζεται μόνο στα καθαρά θεατρικά του έργα (τραγωδίες, κωμωδίες, ιστορικά δράματα) αλλά, έγραψε παράλληλα και ποίηση, ένα μέρος της οποίας εκδόθηκε όσο βρίσκονταν εν ζωή και ένα άλλο μετά τον θάνατό του. (Στράτφορντ 26/4/1564-23/4/1616) Μίας ιδιαίτερης αισθητικής και καλλιτεχνικής εκφραστικής υψηλή ερωτική λυρική ποίηση πολύστιχων ή μικρότερων συνθέσεων. Δύο από τις ποιητικές του μακρόπνοες συνθέσεις του 1593 και 1594 η «Αφροδίτη και ο Άδωνις» και «Η αρπαγή της Λουκρητίας» προσέχθηκαν από το αγγλικό κοινό της εποχής του. Αγαπήθηκαν, γνώρισαν αναγνωστική επιτυχία όταν εκδόθηκαν, τον καταξίωσαν ως ποιητή, αυξάνοντας την φήμη του άγγλου θεατρικού δραματουργού προσφέροντάς του μία σχετική οικονομική άνεση για τον ίδιο και την οικογένειά του. Τα χρόνια που ο συγγραφέας αποφάσισε να αποσυρθεί από τις θεατρικές του επιχειρήσεις και άλλες ασχολίες ως συνιδιοκτήτης Θεάτρου, ηθοποιός και θεατρικός συγγραφέας. Την επιτυχία των μεγάλων λυρικών ποιημάτων του ακολούθησε η τρίτη του σύνθεση ο «Περιπαθής Προσκυνητής» η οποία κυκλοφορούσε σε χειρόγραφη μορφή, τυπώθηκε το 1599 μαζί με δύο Σονέτα, το 138 και το 144, δέκα επτά χρόνια πριν τον θάνατό του, 23 Απριλίου 1616. Η ενότητα όμως των ποιημάτων που του προσέδωσε μεγαλύτερη δημοσιότητα στο ποιητικό του προφίλ και εδραίωσε την ποιητική του εικόνα, είναι τα 154 Σονέτα τα οποία συνέθετε σε άτακτα χρονικά διαστήματα στην οικογενειακή του εστία, την περίοδο της σχόλης του, και κρατούσε σε χειρόγραφη μορφή, βρίσκονταν σε χέρια αριστοκρατών φίλων και συναδέλφων του από το θεατρικό σανίδι δίχως να σκέφτεται να τα εκδώσει. Τα 154 Σονέτα εκδόθηκαν όπως φαίνεται δίχως την επιμέλεια και την έγκριση του δημιουργού τους, την χρονολογική σειρά που όφειλαν να δημοσιευτούν, την φιλολογική επίβλεψή τους ως προς την οργάνωσή τους όπως θα ήθελε ο Σαίξπηρ. Ορισμένα αφιερωμένα βρίσκονταν σε χειρόγραφη μορφή σε χέρια φίλων του. Εκείνοι από την μεριά τους, τα διαχειρίστηκαν όπως θεώρησαν ορθό. Για πρώτη φορά εκδόθηκαν το 1609, όσο βρίσκονταν εν ζωή ο Σαίξπηρ, στο Λονδίνο από τον εκδότη Thomas Thorpe  Shakespeare Sonnets. Never before imprinted at London by G. Eld for T. T.”. Όπως επισημαίνει στις σημειώσεις του ο μεταφραστής του Βάσος Χανιώτης:

«Από την έκδοση αυτή σώζονται σήμερα περί τα 11 αντίτυπα σε διάφορα μουσεία και βιβλιοθήκες. Στην αρχή του τόμου είναι τυπωμένη μιά αφιέρωση προς (ή από) τον Κο W. H.  Που την υπογράφει ο εκδότης με τα αρχικά του Τ. Τ. Ακολουθούν τα 154 σονέτα σε τρείς σειρές. Τα  σονέτα της 1ης σειράς 1-126 πιστεύεται ότι είναι εμπνευσμένα από ένα νεαρό φίλο του ποιητή. Τα σονέτα της 2ης σειράς 127-152 αναφέρονται σε μία μελαχρινή Κυρία (Dark Lady) και τα δύο τελευταία 153 και 154 είναι ελεύθερες αποδόσεις ενός ελληνικού επιγράμματος του 5ου μ. Χ. αιώνα. Είναι όμως πιθανόν, όπως αναφέρουν μερικοί σχολιαστές, σονέτα της μιάς σειράς να ανήκουν στην άλλη, γιατί στα αγγλικά πολλές αντωνυμίες και επίθετα είναι όμοια και για τα δύο γένη κι’ έτσι δεν φαίνεται καθαρά αν απευθύνονται σε άντρα ή σε γυναίκα. Ο John Benson που έκανε νέα έκδοση των «Σονέτων» το 1640 άλλαξε τις αντωνυμίες σε πολλούς στίχους για να φαίνονται ότι απευθύνονται σε γυναίκα. Άλλοι νομίζουν πως μερικά σονέτα είναι γραμμένα για τη γυναίκα του Σαίξπηρ Άννα και την κόρη του Σουζάννα και άλλοι πώς απευθύνονται στην Βασίλισσα Ελισάβετ. Είναι ακόμη και εκείνοι που υποστηρίζουν ότι τα «Σονέτα» δεν είναι αυτοβιογραφικά, και ότι τα γεγονότα και τα πρόσωπα που αναφέρονται  σ’ αυτά είναι τελείως φανταστικά!

     Στον ίδιο τόμο με τα 154 Σονέτα είναι τυπωμένο και ένα άλλο ποίημα του Σαίξπηρ με 330 στίχους με τον τίτλο “A Lovers Complaint” («Το παράπονο μιάς ερωμένης»), που μερικοί αμφιβάλλουν αν είναι έργο δικό του» σ.89 Σαίξπηρ, ΤΑ ΣΟΝΝΕΤΑ, μετάφραση Βάσου Χανιώτη, Αθήνα 1970.

    Το Σονετικό υλικό στην έντυπη κυκλοφορία του, κατέστησαν τον Ουίλλιαμ Σαίξπηρ σαν ποιητή, διαχρονικά, μέσα στους αιώνες «σημείο αντιλεγόμενο» στην παγκόσμια φιλολογική γραμματεία και πολιτισμό. Η πρωτοβουλία του πρώτου εκδότου του των Σονέτων και η διφορούμενη αφιέρωσή τους στο ποιο ήταν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονταν-η οποία χρεώθηκε στον συγγραφέα τους-, τι θέλουν να μας αφηγηθούν τα αυτοβιογραφικά αυτά Σονέτα, προκάλεσαν τόσους αντιφατικούς και διφορούμενους σχολιασμούς, δημόσιους φιλολογικούς «καυγάδες», γλωσσικούς  ερμηνευτικούς διαξιφισμούς στους ειδικούς, την επιστημονική κοινότητα και τους σταθερούς και ακραιφνείς μελετητές Σαιξπηρολόγους μέχρι των ημερών μας, και φυσικά από τους συχνούς κατά καιρούς μεταφραστές τους σε διάφορες γλώσσες και χώρες. Ένα ανοιχτό ζήτημα, πού, όπως φαίνεται, παρά το κατά διαστήματα ερμηνευτικό ξεκαθάρισμα και αποσαφηνίσεις που δόθηκαν σε επιμέρους τους πτυχές και σημεία, το Σαιξπηρικό Σονετικό Αίνιγμα θα παραμείνει για πολλά ακόμα χρόνια ανοικτό σε κάθε είδους ερμηνεία, απαντητική εκδοχή και ευτυχώς. Οι έρευνες συνεχίζονται, νέα ιστορικά στοιχεία και πολιτιστικές πληροφορίες συμπληρώνουν τις μέχρι σήμερα γνώσεις μας αλλά το θέμα δεν θεωρείται «λήξαν». Από την αρχή που είδαν το φως της δημοσιότητας τα Σονέτα αυτά από τον εκδότης τους Thorpe, τα οποία αν και σαν στυλ γραφής ανήκουν στην καθολική ποιητική παράδοση που καλλιέργησε ο Πετράρχης, δεν συμπεριλαμβάνονται στην επίσημη, «ακαδημαϊκή» καθιερωμένη μορφή που είχε μέχρι τότε και ακολουθούσε η αγγλική παραδοσιακή Σονετογραφία, ούτε σε αυτήν της αντίστοιχης γαλλικής. Στην κλασική «ευθύγραμμη» παράδοση των αγγλικών Σονέτων που συνέθεταν οι άγγλοι ποιητές, το κεντρικό και κύριο πρόσωπο της ποιητικής υμνητικής σκηνογραφίας είναι η Γυναίκα, το θήλυ. Ξανθιά, αέρινη, διαθέτοντας γυναικεία κοκεταρία, σεμνότητα και ιδανική, ιδεώδη ομορφιά, της οποίας τα σωματικά κάλλη και τις ψυχικές χάρες, την ομορφιά και τρυφεράδα, ως ερωτική ποθούμενη ύπαρξη, εξυμνούν οι ποιητές και οι τροβαδούροι της ιπποτικής μεσαιωνικής εποχής και της ρομαντικής. Ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ προβαίνει σε κάτι πρωτότυπο για τα ποιητικά καθιερωμένα, αντιστρέφει την δημόσια Εικόνα του φύλου που εικονογραφεί τόσο παραστατικά και ανάγλυφα, όχι μόνο στα εξωτερικά της χαρακτηριστικά (η γυναίκα είναι σκουρόχρωμη και όχι ξανθιά) αλλά και στις ερωτικές επιλογές και συνειδησιακές αντιδράσεις και ψυχικές προδοσίες του γυναικείου φύλου της. Δημιουργώντας και μιλώντας μας για αυτό που τόσο εύστοχα και καίρια γράφει η μεταφράστρια και επιμελήτρια, συγγραφέας κυρία  Λένια Ζαφειροπούλου στην Εισαγωγή της, στην πρόσφατη έκδοση των Σαιξπηρικών Σονέτων από τις εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα 2016,  «η αντικαλλονή των σονέτων», σ. 14 διευκρινίζοντας ότι:

«ούτε ξανθή ούτε αέρινη ούτε σεμνή ούτε αγνή ούτε καν καλότροπη. Ένα σκοτεινό πνεύμα που μπορεί να αποπλανήσει τον φωτεινό νεαρό του πρώτου μέρους, όχι μόνο βάζοντας τον ποιητή σε δεινά, αλλά και δίνοντάς του την ευχαρίστηση να συμπυκνώσει ακόμη περισσότερο την τέχνη του, χωρώντας δύο εμμονές μαζί μέσα σε 14 στίχους. Η αντιπαραβολή των δύο ερωτικών προτύπων ανακαλεί βέβαια άλλα μείζονα στερεότυπα στον νου του αναγεννησιακού αναγνώστη: τον άνδρα ως ήλιο και λογική διαύγεια, τη γυναίκα ως σελήνη και σκοτεινή παρόρμηση’ τον άνδρα ως σταθερότητα και επιβεβαίωση, τη γυναίκα ως διασάλευση και απειλή της δημιουργίας.».

         Οι αναγωγές αυτές αν δεν λαθεύω, (του άνδρα ως σύμβολο φωτός Ηλιακό και της γυναίκας ως σύμβολο της σκοτεινής θεάς Σελήνης) μας παραπέμπουν σε φιλοσοφικές και μυστικές θεωρήσεις προερχόμενες από τους χώρους της Αλχημείας και του Κόσμου των Εθνικών και Πολυθεϊστικών, ανιμιστικών λαϊκών πιστεύω και  μαγικών των ανθρώπων αντιλήψεων. Συναντάμε δηλαδή μία αντεστραμμένη Εικόνα της μέχρι τότε παραδοσιακής γυναικείας μορφής όπως την αναγνωρίζουμε στον Δάντη, στην Μεσαιωνική ποιητική και προγενέστερη αρχαία γραμματεία, στην περίοδο της Αναγέννησης και του Ρομαντισμού. Ο Σαίξπηρ θεωρώ ότι υπήρξε μία έντονα γήινη προσωπικότητα με αρκετές αρετές και αντίστοιχα ανθρώπινα ισχυρά σκοτεινά πάθη. Εξάλλου τα θεατρικά του έργα μας αποκαλύπτουν πολλά στοιχεία της θυελλώδους προσωπικότητάς του της ψυχοσύνθεσής του και των ιδεών του. Θέλησε μέσω της Σονετικής γραφής να αντιδράσει δυναμικά, «τσουχτερά» απέναντι στην διπλή ερωτική προδοσία που του έγινε. Αυτήν της παντρεμένης ερωμένης του που τον εγκαταλείπει για τον πιο στενό του, όμορφο και πλούσιο φίλο, και αυτήν του αγαπημένου και στενού του φίλου, του «κολλητού του» θα λέγαμε σήμερα. Ορισμένοι μελετητές προχωρούν την υπόθεση ακόμα πιο πέρα, υπονοώντας ότι διατηρούσαν αρκετά στενότερες όσο δεν πάει άλλο συντροφικές σχέσεις και επαφές οι δύο άντρες με διαφορετική ηλικία και οικονομική κατάσταση. Ο όμορφος νεαρός του οποίου η ομορφιά εκθειάζεται από τον ποιητή στη ποίησή του, ερωτεύεται και δημιουργεί ερωτικές σχέσεις, ειδύλλιο, με την πρώην ερωμένη του άγγλου ποιητή. Ένα κλασικό μοτίβο στους ανθώνες του ποιητικού και πεζού λόγου (ενός ερωτικού τριγώνου) στις διαπροσωπικές ερωτικές σχέσεις των ανθρώπων όπου γης και φυλής. Παραβίαση και ανατροπή των σεξουαλικών κοινωνικών ηθών που ανάγεται στην ελληνική μυθολογία και συνεχίζεται μέχρι του παρόντος αιώνος του αχαλίνωτου ερωτικά και αυτού «απατεώνος». Όμως ο Ουϊλλιαμ Σαίξπηρ που η μοίρα το έφερε να φύγει σε μία σχετικά μικρή ηλικία πριν συμπληρώσει την έκτη δεκάδα του βιολογικού του χρόνου, μόλις στα 52 του χρόνια, προλαβαίνοντας όμως να δει την αυγή του 17ου αιώνα, δεν στέκεται μόνο σε αυτό το αντεστραμμένο γυναικείο ποιητικό πρότυπο-σύμβολο, εμπλουτίζει το ερωτικό φύλο στην υμνητική του περιπέτεια και τα κάνει δύο. Προσθέτει στην γραμμική σειρά της Σονετικής παράδοσης ένα ακόμα φύλο, το αντρικό, αρμονικά και ισορροπημένα στην εξομολογητική του καλλιτεχνική αυτοβιογραφία. Στα πρώτα 126 Σονέτα το φύλο που κυριαρχεί είναι το αντρικό, ενώ από το νούμερο 127 έως το 152-της δεύτερης σειράς τα Σονέτα υμνούν, μνημονεύουν, αναφέρονται στο γυναικείο, το θηλυκό φύλο. Τα 126 έχουν θέμα τους τον όμορφο, αριστοκράτη νεαρό φίλο του (των προγενέστερων χρόνων του σύντροφο), που το έσκασε με την πρώην ερωμένη του όταν γνωρίστηκαν. Τα δύο τελευταία με νούμερο 153 και 154 είναι όπως φαίνεται «εμβόλιμα», η θεματολογία τους αλλάζει, και όπως μας λένε οι ειδικοί, προστέθηκαν στην τελική έκδοση. Όπως και νάχει, τα φύλα μέσα στα Σαιξπηρικά Σονέτα είναι δύο, και οι παραινετικές συμβουλές και φιλοφρονήσεις γίνονται τόσο προς την γυναίκα όσο και προς τον άντρα, έστω και αν πλεονάζουν σε αριθμό εκείνα που αναφέρονται στο αντρικό φύλο. Η σκηνική συνολική εικόνα των Σονέτων, η Θεματογραφία και η διαπραγματευσή τους, η ευρύτερη σπουδή τους, δεν περιορίζεται μόνο στα δύο φύλα και τις σχέσεις του ποιητικού υποκειμένου με αυτά, τον ρόλο που τους επιφυλάσσει μέσα στην ποίηση, πώς τους σκιαγραφεί στα γενικότερά τους χαρακτηριστικά. Ο Ουϊλλιαμ Σαίξπηρ άτομο μορφωμένο, κάτοχος θεατρικής παιδείας και σκηνικής εμπειρίας, με μεγάλη εγκυκλοπαιδική παιδεία, ένας homo universalis, με ύφος σπιρτόζικο διακωμωδεί τις καταστάσεις που αντιμετωπίζει με λεπτότητα και ειρωνικό τρόπο, σαρκασμό, και πινελιές σκοτεινής και αινιγματικής διαμαρτυρίας, ποιητογραφεί τρία ανθρώπινων διαστάσεων και μέτρων πορτραίτα. Του όμορφου και αχάριστου νεαρού, της σκοτεινής και άπιστης γυναίκας και το δικό του σε διάφορα στάδια και αλλαγές των ψυχικών τους συναισθημάτων. Υποδόριος ο πόνος του όχι κραυγαλέος, εμφανείς οι στιγμές θλίψης και απελπισίας του, αγανάκτησής του στα όσα συμβαίνουν και στην τροπή που πήραν οι δύο στενές του σχέσεις και επαφές. Πίκρα και νοσταλγία για την φθορά της σωματικής ομορφιάς που παρέρχεται ως όναρ. Τον Σαίξπηρ τον απασχολεί ακόμα έντονα και συχνά το ζήτημα του Χρόνου, της φθοράς, της απώλειας, των γηρατειών, της αρρώστιας, του Θανάτου, και αδιόρατα δίνονται νύξεις για την μετά Ζωή. Διαπραγματεύεται ζητήματα αισθητικής, τι είναι δηλαδή η σωματική Ομορφιά και πως την αντιλαμβάνονται οι πέντε αισθήσεις μας. Ποιες είναι οι απόψεις για αυτήν του νεαρού φίλου του και της γυναίκας. Οι δρόμοι συνέχισης, διατήρησης των ανθρώπινων αισθημάτων και συναισθημάτων. Τι μένει ζωντανό από αυτά μετά την διακοπή των σχέσεων. Πώς αντιμετωπίζεται η ερωτική έξαψη και το τέλος, το σβήσιμο του ερωτικού πάθους. Του σβησίματος της ερωτικής φλόγας στις καρδιές και τα σώματά τους που βρίσκονται κάτω από τα δεσμά της θεάς Αφροδίτης. Επισημαίνει την επίκριση, την κακογλωσσιά του κοινωνικού περίγυρου. Το αίσθημα του πόνου, των τύψεων, των εσωτερικών του ανθρώπου συγκρούσεων, τις μικρό χαρές της καθημερινότητας που γεννούν ελπίδες και προσπεράσματα των τωρινών δυσκολιών. Τα αισθήματα στοργής που τρέφει για τον φίλο του ως πρεσβύτερος, τον συμβουλεύει πατρικά να κάνει οικογένεια, να αφήσει απογόνους, κληρονόμους που θα διαιωνίσουν την Ομορφιά του. Δίνει αν και πικραμένος συμβουλές στην ερωμένη του. Μιλά με υπαινιγμούς για τα έργα και άλλους ομοτέχνους του ποιητές που, έκριναν επιπόλαια και αρνητικά τις συγγραφικές του εργασίες. Ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, είναι ένας μεγάλος ψυχογράφος, ένα είδος ψυχαναλυτή της ανθρώπινης συνείδησης και περιπέτειας πριν την εμφάνιση της επιστήμης της Ψυχολογίας. Κατασκευάζει στα γραπτά του παράλληλα και εφαπτόμενα ή αλληλοσυγκρουόμενα ανθρωποσύμπαντα. Καλλιεργεί στις συνειδήσεις των ανθρώπων τα συνειδησιακά τους όρια, τα επιτρεπτά τους σύνορα στην απογύμνωση της προσωπικότητάς τους, της εμφάνισής τους ως ατομική μονάδα μέσα στην Ιστορία. Ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ με περισσή ποιητική δεξιοτεχνία και τεχνική υφαντουργική δεν γελοιοποιεί τα πρόσωπα που ανάγλυφα μας παρουσιάζει, δεν είναι δεικτικό μέχρι τελειωτικής απόρριψης η γραφή του, παρακολουθώντας τις ενέργειες και τις πράξεις τους, δεν τα εκμηδενίζει ηθικά ακόμα και στην αντιστροφή των Ειδώλων τους που μας παρουσιάζει. Ο Σαίξπηρ συμβουλεύει, επισημαίνει, προειδοποιεί για τους μελλοντικούς κινδύνους, τις δραματικές αλλαγές που επιφέρει ο Χρόνος σε δικαιωμένους και αδικαίωτους, σε ρωμαλέους σωματικά και σε μη, σε όμορφους και ερωτεύσημους, και σε παθιασμένους ερωτευμένους ή ζηλιάρηδες. Ο Χρόνος Κρόνος- Θάνατος δεν ξεχωρίζει φύλα, δεν στέκεται σε ηλικίες, δεν θαμπώνεται από την ομορφιά, δεν έχει θρησκευτικά ή εθιμικά πιστεύω, αγνοεί οικογενειακές σχέσεις στο πέρασμά του, προσπερνά ερωτικές και φιλικές επαφές, τα πάντα και οι πάντες εξαφανίζονται στο πέρασμά του Χρόνου-Κρόνου. Ο τελευταίος οβολός της τελικής πληρωμής του περαματάρη είναι ίδιας αξίας και τιμήματος για τους πάντες και πάντοτε από την γέννηση, δημιουργία του Κόσμου τούτου. Τι απομένει στον άνθρωπο, η καλοσύνη, το έλεος και η αγάπη δίχως την στενότητα της δογματικότητας των κανόνων της Θρησκείας.

      Τελικά αναρωτιόμαστε, τι θέλει να μας πει, να εκφράσει, να μας δηλώσει, να εξομολογηθεί, ο άγγλος εμπνευσμένος και ευφυής ποιητής και δραματουργός, αυτή η κρυμμένη πίσω από τις κοινωνικές επιταγές της εποχής του, τις ηθικές ερωτικές συνήθειες και πολιτικές απαγορεύσεις, κουίντες του υλικού των 154 Σονέτων του. Αυτή η αυθεντική φωνή που ξεχωρίζει του πληγωμένου και κουρασμένου αηδονιού του Στράτφορντ. Αυτός ο χείμαρρος των θερμών αισθημάτων που απευθύνει. Αυτό το σκοτεινό ύφος και διφορούμενος λόγος του, αινιγματική γραφή του με τα επάλληλα στρώματα ερμηνείας και εκδοχών της. Ένας ποιητικός λόγος ξεχωριστός αλλά και διακριτικός, πέρα από τον καθιερωμένο της εποχής του, με μεγάλη και έντονη γλωσσική αμφισημία και συμβολιστική πρόθεση. Η βαθειά γνώση της θεατρικής συγγραφικής και σκηνικής, αναπαραστατικής εμπειρίας που διέθετε ο ποιητής τον βοήθησε να διοχετεύσει την θεατρικότητα της σκηνής στις σκηνές και τα στιγμιότυπα της ποιητικής του έκφρασης μέσα στην στιχοποιία των Σονέτων του έστω και αν όλα δεν έχουν την ίδια ρυθμική δυναμική, τεχνική αρτιότητα. πχ. ένα Σονέτο είναι "κολοβό" έχει 12 στίχους. Τι σημασία άλλωστε έχει, η αίσθηση που αφήνουν στο τελικό τους αποτέλεσμα είναι ευχάριστο και θετικό. Στο έργο του, η παλαιά παράδοση των ερωτικών προτύπων της αρχαίας εθνικής ελληνικής κληρονομιάς συνυφαίνεται με την χριστιανική αντίληψη και ανθρώπινη τυπολογία των νέων κανόνων της κοινωνίας. Δίνοντάς μας παράλληλα και την λειτουργία των νόμων ενός σύμπαντος αιώνιου με την δική του αυτάρκεια, την νομοτελειακή του κίνηση μέσα από χρονικούς κύκλους φθοράς και αναγέννησης, αναδημιουργίας. Ίσως όχι παρακινδυνευμένα θα σημειώναμε ότι ο λόγος και η γραφή του Σαίξπηρ εκφέρεται με μία αρχαιοελληνική Πυθική αμφισημία στο λεξιλόγιό του. Οι λέξεις που χρησιμοποιεί δεν έχουν μόνο την δική τους ξεχωριστή σημασίας βαρύτητα αλλά, μεταφέρουν το φορτίο πολλών ερμηνευτικών εκδοχών τους και δίσημης ερμηνείας τους, όπως ήταν ο λόγος της μάντισσας Πυθίας στο Μαντείο των Δελφών όταν έδινε τους χρησμούς του Θεού Απόλλωνα. Οι λέξεις του είναι ασυναγώνιστες στην σύλληψή τους (αυτό φαίνεται ακόμα και στις μεταφράσεις τους σε άλλη γλωσσική παράδοση), επιλεγμένες μία-μία, με την ατομική δισημία τόσο της νοηματικής τους ερμηνευτικής όσο και της ηχοχρωμία τους. Η μουσικότητά τους είναι κάτι το καταπληκτικό καθόλου δεν ενοχλεί το αυτί ο ξένος ήχος όταν τον ακούς για πρώτη ή πολλοστή φορά.  Αν και το μέρισμα της σύγχρονης επεξήγησής τους είναι σκοτεινό, δεν χάνουν κάτι από την λάμπουσα μηνυματική και συμβουλευτική αποστολή τους στην εξέλιξη του χρόνου της Σονετικής υπόθεσης και εικονογραφίας. Ο Σαίξπηρ σχεδιάζει αριστοτεχνικά τόσο την εσωτερική δομή της υπόθεσης, σχηματίζει τον κεντρικό πυρήνα όσο και την εξωτερική μορφή των Σονέτων του.

     Διαβάζοντας τα Σονέτα είτε της δεύτερης σειράς με την Εικόνα της άπιστης γυναίκας είτε της πρώτης με την Εικόνα του άπιστου άντρα συντρόφου είναι στιγμές που δεν διακρίνεις αν ο Σαίξπηρ θρηνεί τους χαμένους έρωτές του ή τους σαρκάζει, σατιρίζει την προδοσία των άλλων η την ευπιστία και την αφέλεια την δική του. Εντέλει, δεν κατανοούμε εύκολα αν αποθεώνει την δική του ωριμότητα με το πέρασμα του χρόνου ή την ασοφία των άλλων. Το άθλημα του έρωτα και της ζωής είναι πάντα ανεξερεύνητο και ανεξιχνίαστο, διαθέτει την δική του μεταιχμιακή γλωσσολογική ορολογία. Τι να αποδείξεις και σε ποιόν, και με τι αντάλλαγμα επιβεβαίωσης των ειλικρινών προθέσεών σου και αισθημάτων σου στο μέλλον που καιροφυλαχτεί ως δικαίωση ή ως καταδίκη;. Να καταφύγεις στην αυτολύπηση ή στον αυτοθαυμασμό της συγκράτησης και απόκρυψης των πραγματικών, αληθινών ερωτικών και της αγάπης αισθημάτων σου. Και στην τελική ανάλυση τα Σαιξπηρικά Σονέτα είναι ένα παιχνίδι της σκέψης του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ που αποτυπώνονται πάνω στην λευκή σελίδα ή ένα παιχνίδι της γλώσσας στον αέναο κύκλο των εμφανίσεών της και αποκρύψεών της, αποσιωπήσεών της στα διαφορετικά χρονικά διαστήματα εμφανίσεως της Γραφής, σε διαφορετικές συγγραφικές φωνές και πολιτισμικές παραδόσεις;

         Στις σύγχρονες μέρες μας, μετά τις μεταφράσεις και τα σχόλια του Ερρίκου Σοφρά και της Λένιας Ζαφειροπούλου στις δικές τους αυτόνομες εκδόσεις και προσεγγίσεις των Σαιξπηρικών Σονέτων στα ελληνικά, θα ήταν κατά την κρίση μας όχι μόνο φιλολογικά παρακινδυνευμένο αλλά και σχολιαστικά μάλλον περιττό να διερευνήσουμε περισσότερο το θέμα από όσο το έχουν εξετάσει οι δύο αυτές ελληνικές σύγχρονες γραφίδες, και ασφαλώς, πλείστοι άγγλοι Σαιξπηρολόγοι ειδικοί μελετητές. Το μόνο που μας απομένει είναι να απολαύσουμε κάθε φορά τις διαφορετικές μεταφραστικές εκδοχές σε δεκαπεντασύλλαβο μέτρο ή και σε άλλα ποιητικά της ελληνικής στιχουργικής μέτρα που προτάθηκαν από την εποχή του νεαρού αγγλομαθούς ποιητή Μανώλη Μαγκάκη μέχρι των ημερών μας, με τις ενδιάμεσες μεταφραστικές γέφυρες που κυκλοφορούν μέχρι τώρα και γνωρίζουμε. Εξάλλου, όπως υποστηρίζει μερίδα μεταφραστών μία μετάφραση είναι μία νέα ποιητική αναδημιουργία στην μητρική γλώσσα του μεταφραστή και στην δική του γλωσσική παράδοση και «σύστημα» προσωπικών του προσλήψεων.

      Οι μεταφράσεις του ποιητή Άγγελου Σ. Παρθένη μας άρεσαν από την πρώτη στιγμή που μας απέστειλε τα πρώτα μεταφραστικά του σχεδιάσματα, της πρώτης σειράς των Σονέτων, μας συγκίνησαν και μας κέντρισαν το ενδιαφέρον να ανατρέξουμε και σε άλλες μεταφραστικές φωνές. Βλέπε προηγούμενες αναρτήσεις του μεταφραστή Α. Σ. Παρθένη στα Λογοτεχνικά Πάρεργα, στις 23/1/2023 και 26/1/2024. Επιπρόσθετα άλλα Σαιξπηρικά μας σημειώματα όπως της 27/1/2023, της 3/2/2025 στα οποία κάνουμε λόγω και για τις Σαιξπηρικές μεταφράσει του ποιητή Διονύση Καψάλη.  Σημειώματα στα οποία δίνουμε μία πληρέστερη εικόνα τόσο των μεταφραστικών δοκιμών που γνωρίζουμε από έλληνες και ελληνίδες μεταφραστές και μεταφράστριες, όσο και των αυτόνομων βιβλίων και εκδόσεων που κυκλοφόρησαν και έχουμε διαβάσει. Βιβλία που διαπραγματεύονται Σαιξπηρικά προβλήματα και απορίες, ερωτήματα αδιασαφήνιστα, ανοιχτά ακόμα στον χρόνο και την έρευνα ζητήματα.

Οι Σαιξπηρικές μεταφραστικές ακροάσεις και συνομιλίες συνεχίζονται.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς 22 Απριλίου 2025