Σάββατο 23 Ιανουαρίου 2016

Σχετικά με τον ποιητή Κώστα Γ. Καρυωτάκη

Κοιτώντας τις φωτογραφίες του ποιητή Κώστα Γ. Καρυωτάκη
ΕΥΓΕΝΕΙΑ
Κάνε τον πόνο σου άρπα.
Και γίνε σαν αηδόνι,
και γίνε σα λουλούδι.
Πικροί όταν έλθουν χρόνοι,
κάνε τον πόνο σου άρπα
και πε τονε τραγούδι.
--
Μη δέσεις την πληγή σου
παρά με ροδοκλώνια.
Λάγνα σου δίνω μύρα
-για μπάλσαμο-και αφιόνια.
Μη δέσεις την πληγή σου,
και το αίμα σου πορφύρα.
--
Λέγε στους θεούς «να σβήσω!»
μα κράτα το ποτήρι.
Κλότσα τις μέρες σου όντας
θα σου ‘ναι πανηγύρι.
Λέγε στους θεούς «να σβήσω!»
μα λέγε το γελώντας.
--
Κάνε τον πόνο σου άρπα,
Και δρόσισε τα χείλη
στα χείλη της πληγής σου.
Ένα πρωί, ένα δείλι,
κάνε τον πόνο σου άρπα
και γέλασε και σβήσου.       

     Συνεχίζοντας την αναφορά μου στον κυριότερο και αντιπροσωπευτικότερο ποιητή του Μεσοπολέμου Κώστα Γ. Καρυωτάκη, καταθέτω λίγα ακόμα στοιχεία βιβλιογραφικά για τον ποιητή, καθώς παρατηρώ την μορφή του μέσα από τις σκόρπιες ασπρόμαυρες φωτογραφίες του που διανθίζουν τις μελέτες που έχουν γραφεί για τον ποιητή. Ενός ποιητή, που από τον πρώτο καιρό της εμφάνισής του στα ελληνικά γράμματα, έγινε σημείο αντιλεγόμενο, ποιητικό πεδίο δοκιμιακών διαξιφισμών, σποραδικών ή συστηματικών αρνήσεων της ποιητικής του φωνής, αλλά και σταθερών υμνητών του μέχρι των ημερών μας.
     Ο Κώστας Γ. Καρυωτάκης, με τον δικό του τρόπο, αποτελεί ένα μάλλον αίνιγμα προς εξερεύνηση στα ελληνικά γράμματα, παρά τα δεκάδες βιβλία που έχουν εκδοθεί για το έργο του και την προσωπικότητά του, τις εκατοντάδες μελέτες που έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικά και εφημερίδες, και τα συμπόσια που έχουν διεξαχθεί για την πνευματική και ατομική του παρουσία στο σύντομο πέρασμά του, από τα ελληνικά γράμματα. Αν παρατηρήσει κανείς προσεχτικά, τις διάφορες προσωπικές του φωτογραφίες, είτε μόνον του σε μοναχικούς του περιπάτους, είτε συντροφιά με διάφορα συγκεκριμένα φιλικά του πρόσωπα, ή οικογενειακά του, που συμπληρώνουν τις εκδόσεις των Απάντων του, ή αυτές που επαναλαμβάνονται στα κατά καιρούς διάφορα βιβλία για τον ίδιο και το έργο του, θα αντικρίσει επαναλαμβάνω, μάλλον, μια σκοτεινή προσωπικότητα, μια δυσδιάκριτη φυσιογνωμία που δεν είναι εύκολα ανιχνεύσιμη. Ανακαλεί στην μνήμη μας, το πρόβλημα της απεικόνισης του ποιητή Ανδρέα Κάλβου. Όσο πιο πολύ παρατηρείς τις φωτογραφίες του, τόσο πιο πολύ απομακρύνεται η «ταυτότητα της προσωπικότητας» του ποιητή Κώστα Γ. Καρυωτάκη από εσένα. Κάνοντας ένα πείραμα, (κάτι, σαν τις γνωστές φάρσες που γνωρίζουμε ότι έκανε ο ποιητής σε διάφορα πρόσωπα της εποχής του), προσπάθησα να παραλληλίσω το πρόσωπο των ασπρόμαυρων φωτογραφιών, με τα κατά καιρούς λεγόμενα από τους προσωπικούς του, ελάχιστους φίλους του, και από την σχετική του αλληλογραφία που μας έχει διασωθεί. Είδα, ότι η φυσιογνωμία του πνευματικού αυτού ανθρώπου της εποχής του, δεν μπορεί-τουλάχιστον με μεγάλη ευκολία-να διακριβωθεί. Οι φωτογραφίες, μας παρουσιάζουν μία σκοτεινή προσωπικότητα, κλεισμένη στον εαυτό της, κάπως γερασμένη και μαραγκιασμένη, παρά το νεαρό της ηλικίας του απεικονιζόμενου προσώπου, που ενώ οι στάσεις της σωματικής του αφήγησης παραμένουν σταθερά καδραρισμένες και οργανωμένες μέσα στα γνωστά μας πλαίσια των φωτογραφικών στιγμιότυπων,-κάθε σχεδόν εποχής-το ίδιο το πρόσωπο, μας αρνείται την αποκάλυψή του. Ακόμα και όταν ο λεπτοκαμωμένος και κοντός σωματότυπός του, αποκτά μια ποιητική κάμψη, μια ευλυγισία, μια νωχέλεια όπως αυτή, στην εκδρομή του στα Κιούρκα το 1926, σε σχέση με την φονική ακαμψία του σώματος της 21 Ιουλίου του 1928, φωτογραφία τραβηγμένη από την Χωροφυλακή. Η ενδυματολογική του πρόταση είναι άψογη-όπως ταιριάζει σε έναν δημόσιο υπάλληλο της εποχής του-αλλά πάντα σκοτεινή, τα μουντά χρώματα των ρούχων, των παπουτσιών, και των καλτσών συνήθως, μας υποδηλώνουν την κοινωνική του θέση, ίσως την οικονομική του κατάσταση, και σίγουρα την ψυχοσύνθεσή του. Η σκουρόχρωμη ενδυμασία του σκεπάζει ένα λεπτοκαμωμένο σώμα, με μικρά και αδύνατα δάχτυλα, που πλέει μέσα της, είτε φορώντας γραβάτα είτε παπιγιόν. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου του, θυμίζουν αμυδρά, την μεταγενέστερη χρονικά τραγικότητα των φιγούρων του ζωγράφου Φράνσις Μπέηκον, στον Ευρωπαίο αυτόν ζωγράφο, αναγνωρίζουμε τις σκοτεινές σχεδιαστικές όψεις της σύγχρονής του Ευρωπαϊκής ανθρώπινης πραγματικότητας, ατόμων βουλιαγμένων μέσα στα υπαρξιακά τους αδιέξοδα και οντολογικά κενά, ενώ πάλι, στις φωτογραφίες του Καρυωτάκη, παρατηρούμε το αίνιγμα της προσωπικότητάς του και την σκοτεινότητα και αδιέξοδα των σκέψεών του. Συμπληρωματικά, ακόμα και η φωτογραφία που δείχνει τον ποιητή στρατιώτη, την περίοδο 1919-1920, μας φανερώνει τα χαρακτηριστικά ενός χαρακτήρα σκοτεινού, μυστηριώδους, αινιγματικού, χωρίς αδρό φυσιογνωμικό στίγμα, μια φωτογραφία όπως φαίνεται, τραβηγμένη από πολύ κοντά, το πρόσωπο γεμίζει σχεδόν το φόντο. Ένα πρόσωπο, που βαδίζει στα σκοτεινά με ερασιθάνατη διάθεση και προοπτική ζωής. Οι τίτλοι επίσης των ποιητικών του συλλογών, προσδιορίζουν την ατομική του διάθεση και εικόνα. «Ο πόνος του ανθρώπου και των πραγμάτων» Αθήνα 1919, «Νηπενθή» Αθήνα 1921, «Ελεγεία και Σάτιρες» Αθήνα 1927. Τίτλοι σπουδών όχι ζωής, αλλά θανάτου. Το πρόσωπο, φαίνεται χαραγμένο από μια βαθιά και ανεξίτηλη μελαγχολία, μια αδιόρατη πίκρα και έναν βαθύ σκοτεινό στοχασμό.
Ο Καρυωτάκης, μας φανερώνει την μη ανίχνευση της ατομικότητάς του, όπως και σε αρκετά από τα ποιήματά του, την οχυρωματική του ασπίδα. Τα μαλλιά του, πάντα κοντά, σε σημείο που να τονίζουν το σκελετώδες παρουσιαστικό του και τα κάπως μεγάλα αυτιά του. Τα χείλη σφιχτά και κάπως σαρκώδη, κρατούν τα μυστικά της ιδιοσυγκρασίας του, του κλειστού εαυτού του, δεν μας δείχνουν καν το τι κρύβει αυτό το στιγμιαίο χαμόγελο της αδιέξοδης ζωής του. Οι αμυδρές ρυτίδες επιβεβαιώνουν την εσωτερική του πάλι με τις σκοτεινές ερινύες του. Δεν μας φανερώνουν την χαρά της ζωής του, που έζησε τα φοιτητικά του χρόνια, τα ανέμελα σπουδαστικά του με τους φίλους και πνευματικούς του συνοδοιπόρους, τις ερωτικές του τσάρκες, τα πειράγματα στις συνομήλικες κοριτσίστικες και άλλες γυναικείες υπάρξεις με τις οποίες φλέρταρε, και σίγουρα, τον παρασημοφόρησαν με την ωχρά σπειροχαίτη. Άδοξοι οι έρωτες του Καρυωτάκη, ατελέσφοροι, άγονες γυναικείες αγάπες, όπως γεμάτες θάνατο υπήρξαν οι θηλυκές αγάπες, ενός άλλου θανατολάγνου αμερικανού ποιητή, του γνωστού μας Έντγκαρ Άλλαν Πόε, που γνώριζε και εκτιμούσε ποιητής. Ενός Αμερικανού δημιουργού, που όσες γυναίκες αγάπησε του πέθαναν. Αντίθετα, το στρογγυλό και καθαρό αν και μελαγχολικό μεγάλο πρόσωπο, του άλλου αυτόχειρα ποιητή του μεσοπολέμου, του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, μας αποκαλύπτει την τραγική μεν φύση του προσώπου, αλλά και την έντονη σαρκολατρεία του, τον ηδονισμό του, το πάθος του για τους νεαρούς λαϊκούς άντρες της εποχής του. Τα ντελικάτα αρσενικά που απέχουν αρκετά, από τα μάτσο μπαρότεκνα, των Τσαρουχικών εικαστικών παραστάσεων. Οι γυναικείες φιγούρες στα κείμενα του Καρυωτάκη μάλλον περισσότερο διακωμωδούνται, σαρκάζονται, όπως σαρκαστική είναι και η θέση του απέναντι στην θηλυκή φύση. Το μέτωπό του μεγάλο και καθαρό, υποδηλώνει τον διανοούμενο, το σκεπτόμενο, το προβληματισμένο άτομο. Το άτομο, που προσπαθεί να συμφιλιώσει το ενθάδε της σκληρής και θρυμματισμένης ζωής του με το επέκεινα των ονειροφαντασιώσεών του. Τα φρύδια σφικτά και πυκνά, δεν είναι τα γαϊτανόφρυδα των ερωτικών νέων της εργατικής τάξης, που θα εικονογραφούσε ποιητικά-μεταγενέστερα-ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος. Ένας τροβαδούρος ποιητής της αριστεράς και του διαρκούς κομματικού αγώνα, που ύμνησε το αντρικό σώμα μέσα στο έργο του, το εξέθεσε στους ερωτικούς ανέμους και για να μην πουντιάσει, το σκέπασε με την αριστερή επαναστατική αχλή, το έντυσε με αγωνιστικές περγαμηνές και ηρωικά εργατικά ανδραγαθήματα, όμως, πίσω από την επαναστατική αριστερή μπέρτα, κρύβεται το αντρικό σώμα, γυμνό, ερωτικό, ποθητό, προκλητικό, επιβλητικό, στιβαρό, ρωμαλέο, δασύτριχο σαν αρχαίο ερωτικό κάλεσμα ηδονικών αγαλμάτων. Η Καρυωτακική μύτη στέκει ευθεία με τα ρουθούνια ανοιχτά, κρατά την συμμετρία του προσώπου, σαν να θέλει κρύψει το κρανίο θανάτου, που είναι έτοιμο να σπάσει τους ιστούς του δέρματος και να βγει στην επιφάνεια του φωτός και της σκιάς της ζωής. Το πηγούνι μεγάλο προέρχεται από τα κληρονομικά χαρακτηριστικά. Απομένουν τα μάτια, όχι τα σαπφείρινα που θα έλεγε ένας άλλος ποιητής, ο Αλεξανδρινός Κωνσταντίνος Καβάφης, αλλά τα σκοτεινά, τα κάπως ύπουλα μέσα στην γενική τους αοριστία, τα αδιάφορα προς εμάς και τους γύρω του, τα σκυθρωπά και ειρωνικά, τα ασαφή στην εστίασή τους, χωρίς πάντα οπτικό προσδιορισμό. Τα μάτια του Καρυωτάκη, συνήθως δεν κοιτούν εσένα κατά πρόσωπο, αλλά το πίσω από εσένα, στοχεύουν το άπειρο, το σκοτεινό μέλλον, τη σκιώδη πλευρά της ζωής, τους επαναλαμβανόμενους κύκλους του ανθρώπινου θανάτου. Οι μαύροι και σκοτεινοί οφθαλμοί του μας δείχνουν το αβέβαιο μέλλον του, αλλά και τον σαρκασμό της δικής μας ζωής, προσδιορίζουν προς τα που κοιτά ο ποιητής με σταθερή σαφήνεια. Τα μάτια, λένε οι αρχαίοι ποιητές, είναι ο καθρέπτης της ψυχής του ανθρώπου. Είναι το φως ή το σκοτάδι που κρύβουμε μέσα μας. Το άγνωστο κενό που κουβαλάμε εντός μας, ή η συναισθηματική πλήρωση της τυχαίας ύπαρξής μας. Το τυχαίο αινιγματικό γεγονός, που καθόρισε την πνοή της ατομική μας πορείας. Τα μάτια δεν ξεκλειδώνουν εύκολα τα μυστικά της ψυχής, δεν αφήνουν τους ψυχοκάπηλους να εισέλθουν εντός της. Τα Καρυωτακικά μάτια, δεν απομονώνουν το υπόλοιπο σώμα του από αυτά, δεν διαμερισματοποιούν ότι ονομάζουμε ψυχή με αυτό που αναγνωρίζουν οι αισθήσεις μας ως σώμα. Το βλέμμα του ποιητή Κώστα Γ. Καρυωτάκη, είναι ο εν διάρκεια θάνατός του. Είναι αυτό που σημαδεύτηκε από μοίρα σκοτεινή και δίβουλη, μοίρα κακιά, και…-που τραγουδά η Φλέρυ Νταντωνάκη, στο μουσικό κομμάτι του Μάνου Χατζιδάκι. Το βλέμμα του Καρυωτάκη, δεν είναι το ύστερο βλέμμα των νεκρών, η κατοπινή παγωμένη αύρα τους με την οποία ατενίζουν τον κόσμο των ζωντανών, χαραγμένη πάνω στο ψυχρό και μάρμαρο, είναι η ίδια η νεκρή ψυχή του, είναι ο εν αναστολή θάνατός του, το παγωμένο και ξηρό οπτικό άγγιγμα με το οποίο κοιτά και αισθάνεται τον κόσμο και τους ανθρώπους γύρω του, το περιβάλλον του. Το βλέμμα του Καρυωτάκη δεν έχει κοντινό εστιασμό, δεν κουβαλά εμπειρίες χαράς, ζωής ανέφελης, στιγμές ξενοιασιάς, αλλά παραμένει απροσδιόριστο και απλανές, ή μάλλον έχοντας επίγνωση τι διαρκώς γύρω του αντικρίζει, που οφείλει, να οδηγήσει το ίδιο το υποκείμενο που παρατηρεί. Το βλέμμα του Καρυωτάκη είναι η απουσία του, η απομάκρυνση του ίδιου του ατόμου από τα λειτουργικά ζώπυρα της ζωής του. Δεν είναι βλέμμα λαχανιασμένο, είναι βλέμμα κουρασμένο, ταλαιπωρημένο, βασανισμένο, όπως είναι κάθε βλέμμα ανθρώπινης ύπαρξης που οντολογικά αναμετρήθηκε από πολύ νωρίς με το φαινόμενο του θανάτου, που από νεαρή ηλικία αναμετρήθηκε στα αλώνια των προσωπικών του αδιεξόδων και ηττήθηκε. Δεν υπάρχουν μαρμαρένια αλώνια για τον ποιητή, δεν υπάρχει σύντροφος Διγενής που θα του συμπαρασταθεί στον αγώνα του με τον μαύρο καβαλάρη, δεν υπάρχει φύλακας άγγελος που θα τον προστατεύσει από τα βέλη του δρεπανοφόρου καβαλάρη. Ο Καρυωτάκης αντίκρισε την ασχήμια της ζωής, την βρήκε πικρή και την βλαστήμησε για να παραφράσω, την γνωστή ρήση του γάλλου ποιητή Αρθούρου Ρεμπώ. Την βλαστήμησε, με τον τρόπο που γνωρίζουν παραδοσιακά οι Έλληνες, δηλαδή βούτηξε μέσα στο αινιγματικό της έρεβος και δεν αναδύθηκε στην επιφάνεια ξανά. Έκτοτε, έπαψε να χρονολογεί τις στιγμές της ζωής του, αρνήθηκε να σαβανωθεί με τα πέπλα του πολιτισμού της εποχής του, αναδημοσίευε συνεχώς το στίγμα του προσωπικού του θανάτου. Γι’ αυτό και η ατομική του στάση μας είναι ακόμα και σήμερα ανεξήγητη, παραμένει μυστηριώδης, αινιγματική, απροσδιόριστη μέσα στην δική της σκοτεινότητα. Δύσκολα μάλλον να επαληθεύσουμε τις ιδιαίτερες προσωπικές του αντιξοότητες ζωής, γνωρίζουμε με σχετική επάρκεια μόνον τις εργασιακές του διώξεις και δημοσιοϋπαλληλικές του μεταθέσεις, από καρεκλοκένταυρος διοικητικούς υπαλληλίσκους της εποχής του, που προΐστανται διοικητικά του ποιητή. Γνωρίζουμε ότι έπασχε μάλλον, από αφροδίσιο νόσημα, όπως έγραψαν κριτικοί του έργου του, και αναφέρει ο ίδιος σε ποίημά του με τον τίτλο «Ωχρά Σπειροχαίτη» όπου μια γυναικεία φιλική του ύπαρξη: «…Κι ήταν ωραία ως σύνολο η αγορασμένη φίλη,/ στο δείλι αυτό του μακρινού πέρα χειμώνος, όταν/ γελώντας αινιγματικά, μας έδινε τα χείλη/ κι έβλεπε το ενδεχόμενο, την άβυσσο που ερχόταν.». Η Μπωντλαιρική ποιητική αυτοαναφορικότητα είναι διάχυτη μέσα στο έργο του Καρυωτάκη, επικρατεί ένας διαλυτικός σκεπτικισμός καθώς συνεχώς και σταθερά περιδιαβαίνει τα Άνθη του Κακού της ζωής και ίσως και της ποιητικής Τέχνης. Η ματαιότητα των εγκοσμίων κοχλάζει μέσα στο ποιητικό έργο του Καρυωτάκη, παρόλο όμως, το τραγικό του αδιέξοδο, σαν άλλος παλαιός Εκκλησιαστής, ενώ βλέπει την ματαιότητα των πάντων, «ματαιότης ματαιοτήτων τα πάντα ματαιότης», αυτό το «συναχωμένο ποντικάκι», με χιουμοριστική διάθεση, σκυθρωπά ενίοτε σαρκαστικός, ανερμήνευτος και γεροπαράξενος, μαραμένος από τους κεραυνούς του ατομικού του επερχόμενου θανάτου, σαρκάζει την ανία του περιπαίζοντας την ζωή, σαρκάζει τους ανθρώπους και τους περιπαίζει με μεγάλη άνεση και ευκολία, ρίχνει την χωλή του σε ποιητικά πρόσωπα γνωστά της εποχής του, δημοσιεύει ποιήματά του δε διάφορα περιοδικά, αφιερώνει άλλα, στέλνει ανταποκρίσεις, στέλνει εξώδικες διαμαρτυρίες σε περιοδικό δες «Νουμά», που δεν ανακοίνωσε την έκδοση της ποιητικής του συλλογής, γίνεται φαρσέρ καθημερινών στιγμών ζωής και βίου καθωσπρέπει οικογενειών και ατόμων, γράφει νούμερα επιθεωρήσεων με σκοπό το θεατρικό τους ανέβασμα, ερωτοτροπεί με γυναικείες υπάρξεις της εποχής του και τις σαρκάζει ταυτόχρονα, μένοντας κατά βάθος απαθής και αδιάφορος, στα ερωτικά τους καλέσματα. Αρνείται την στενότερη σχέση και ερωτική συμβίωση με την ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη,(τα γράμματά της μας φανερώνουν περισσότερο τον τρόπο που εκείνη τον αντίκριζε, το πως εκείνη τον φανταζόταν), αλληλογραφεί με παλιά εφηβική του, στενή φίλη, ταξιδεύει στο εξωτερικό, μεταφράζει Γάλλους κυρίως, ποιητές και εξακολουθητικά δημοσιεύει ποιήματά και πεζά του σε γνωστά έντυπα της εποχής. Γίνεται συνεκδότης σατιρικού περιοδικού «Η Γάμπα», με δυο λόγια, με αποκαλυπτική ψυχική εντιμότητα, δίνει αναστολή στην επερχόμενη αυτοκτονία του.
     Η ποιητική φωνή του Καρυωτάκη, είναι η ίδια η πνοή της πρόσκαιρης και ματαιωμένης ζωής του, είναι ίσως η μόνη του θα γράφαμε, οργασμική του διάθεση, είναι ο προσωπικός του οργασμός που οργανώνει σε στάση ζωής αυτό που ο στίχος του λέει: «Είμαστε κάτι διάχυτες αισθήσεις….». Η ποίηση για τον Καρυωτάκη, είναι το προσωπικό μας καταφύγιο, «το καταφύγιο που φθονούμε», μέσα από αυτό το προσωπικό του ποιητικό καταφύγιο, ο Καρυωτάκης τραγουδά την ατομική του χίμαιρα αλλά και της δικής μας ζωής. Τραγουδά τις ενθυμίσεις μας που μας πονούν, που μας λογχίζουν την ψυχή και την μνήμη, που διατηρούν ανοιχτές τις πληγές μας, μια και τα προσωπικά του καθενός μας φαντάσματα, παραμένουν οι αιώνιοι σύντροφοί μας. Αυτά τα καθοριστικά του καθενός μας ξεχωριστά και ιδιαίτερα φαντάσματα και εφιάλτες, που είναι η μόνη μας παρηγοριά στον καθημερινό μας βίο, η σταθερή συντροφιά που αφήνει το ίχνος της στο υγρό μαξιλάρι του σκοτεινού ύπνου μας. «Θέλω να φύγω πια από ‘δω, θέλω να φύγω πέρα,/ σε κάποιο τόπο αγνώριστο και νέο,/ θέλω να γίνω μια χρυσή σκόνη μες στον αιθέρα…» γράφει καθώς σωματώνει μέσα στο έργο του «μίσθια δουλειά, σωροί χαρτιών, έγνοιες και λύπες, άθλιες με περιμένανε σήμερα καθώς πάντα….» και την διέξοδο του, την Ποίηση. Μόνο που καθώς εμβαθύνει και στα δικά της μυστικά και μικροχαρές, αντιλαμβάνεται και την δική της χρεωκοπία, και την δική της μάταιη προσπάθεια.
     Η περίπτωση του ποιητή Κώστα Γ. Καρυωτάκη και του έργου του, φέρνει στο νου μας την ταινία του Ιάπωνα σκηνοθέτη Ακίρα Κουροσάβα, και την φημισμένη του ταινία «Ραν», και ιδιαίτερα το πλάνο όπου ο τυφλός ήρωας βρίσκεται στην άκρη του γκρεμού έτοιμος να πέσει, κρατώντας στο χέρι του ένα ειλητάριο με την εικόνα του Βούδα, που καθώς πέφτει στο κενό ξετυλίγεται και μας δείχνει το πρόσωπο του Βούδα να μειδιά αινιγματικά και σιωπηλά. Αυτό είναι το φαινόμενο Καρυωτάκη, που δεχόμενοι την άποψη του ποιητή Γιάννη Γρυπάρη, ότι: «κάθε εποχή βρίσκει τον αντιπρόσωπό της….», ο ποιητής Κώστας Γ. Καρυωτάκης είναι ο πιο αυθεντικός πνευματικός εκπρόσωπος της εποχής του, αλλά και μετά βεβαιότητας θα σημειώναμε είναι αυτός που σταθερά μαζί με την Καβαφική ποιητική φωνή-κάτω από άλλους φιλοσοφικούς και πολιτικούς παραμέτρους-εξακολουθεί να είναι και εκπρόσωπος της εποχής μας. Το ψυχικό του σθένος, έστω και αν οδηγήθηκε στην αυτοκτονία, υπερβαίνει την εποχή του και τους ανθρώπους της, ο ποιητικός του λόγος έφθασε μέχρι τα όρια της άρνησής του, οδηγήθηκε στην αυτοκατάργηση της ίδιας της ποιητικής διαδικασίας. Με την ποίηση του Κώστα Γ. Καρυωτάκη, η ελληνική ποίηση γνώρισε τα αδιέξοδά της, τα όριά της, τις δυνατότητές της, την αμφισημία των διακηρύξεων της, την φρούδα ελπίδα των οραμάτων της, την τραγική εκδοχή της, είδε ίσως για πρώτη φορά στον πολιτισμικό καθρέπτη το πρόσωπό της και απομαγεύτηκε, αντίκρισε τα κουρέλια της, τις κατεψυγμένες μυθολογίες της, τις σαβανωμένες θεολογικές της προθέσεις, τις ιδεολογικά κοινωνικά μισθοφόρες επιταγές της. Η Καρυωτακική προσωπική Μοίρα, μάλλον γίνεται και Μοίρα πορείας ολόκληρου του Ελληνικού ποιητικού σώματος, μέχρι την εμφάνιση της ελπιδοφόρας αναπτέρωσής της από τον ποιητή Οδυσσέα Ελύτη. Αυτός είναι ο μοιραίος κύκλος του αρχάγγελου βλάσφημου ποιητή της ήττας και της απαισιοδοξίας, που βγαίνει μετά από τον Μεγάλο Πόλεμο και κυκλώνει το ποιητικό σώμα.
     Ο ποιητής Κώστας Γ. Καρυωτάκης, αυτός ο Τριπολιτσιώτης γιος μιας τρίτεκνης εύπορης και ίσως συντηρητικής παραδοσιακής ελληνικής οικογένειας της επαρχίας, της εποχής του μεσοπολέμου, άφησε τα ίχνη του όχι μόνο με την σφαίρα που σημάδεψε την καρδιά του στην Πρέβεζα, εκείνο το μοιραίο απόγευμα της 21ης Ιουλίου του 1928, αλλά με τα πικρότερα παράλληλα με την ζωή του ποιήματά του. Άφησε τα πνευματικά του ίχνη με την διαρκή και σαρκαστική του στηλίτευση των πάσης φύσεως κοινωνικών, πολιτικών, διοικητικών και πνευματικών αθλιοτήτων της ψωροκώσταινας πατρίδας μας. Στηλίτευσε την μασκαρεμένη δήθεν κοινωνική αυθεντικότητα της εποχής του, διακωμώδησε την κουφότητα των δήθεν αυθεντικών αισθημάτων, προκάλεσε με τον λόγο του, τις μοδάτες ποιητικές αυθεντίες, θρυμμάτισε τον καθρέπτη που πάνω του δαφνοστεφανώνονταν οι κάθε λογής παρατρεχάμενοι της εξουσίας και της δημόσιας διοίκησης, ράγισε τις βεβαιότητες του ποιητικού λόγου, αμαύρωσε τις επαναστατικές αριστερές ιδεολογικές αναφορές, με την στάση του, τόσο απέναντι στην ζωή όσο και απέναντι στον θάνατο. Με την αυτοκτονία του, μεθόδευσε και τον εξαγνισμό των μετέπειτα πνευματικών συνειδήσεων. Η επίδρασή του υπήρξε άμεση, αρνητική στην αρχή, αλλά υμνητική και μεθοδικά θετική κατόπιν. Δέκα χρόνια μετά την φυγή του, εκδόθηκαν τα «Άπαντά του», και έκτοτε, η σεισμική τομή που έφερε ο λόγος του, γέμισε με Καρυωτακικά άνθια.
     Ο ποιητής Κώστας Γ. Καρυωτάκης, δεν παρέμεινε σύγχρονος μόνο μέχρι την δική μου γενιά, γενιά του 1980, αλλά συνεχίζει να τροφοδοτεί με τους στίχους του, την ατμόσφαιρα της ποίησής του, τις εικόνες και το φάσμα των ενδιαφερόντων του και τον ηρωικό μηδενισμό του, τους νεότερους δημιουργούς. Ο φόβος και η αμηχανία της αυτοκτονίας του, έδωσαν την θέση τους στην σαρκαστική ελπιδοφορία της ζωής, τροφοδότησαν με ειρωνική διάθεση τον καταγγελτικό επαναστατικό λόγο των νέων δημιουργών. Έγινε η αφορμή, να γράψουν και να του αφιερώσουν πολλοί σύγχρονοι δημιουργοί ποιήματά τους, να γυριστεί σε σίριαλ η ζωή του, και να γραφούν πολύ ενδιαφέρουσες μελέτες για το έργο του. Ακόμα και στις μέρες μας προκαλεί δημόσιους πνευματικούς και συγγραφικούς διαξιφισμούς.
     Ο ποιητής Κώστας Γ. Καρυωτάκης, αν και αινιγματικός και σκοτεινός μέσα στις φωτογραφίες που τον απεικονίζουν στον σύντομο ιστορικό του χρόνο, είναι κατά βάθος πολύ πιο ανθρώπινος και ζεστός σαν παρουσία από άλλους πνευματικούς δημιουργούς. Παρέμεινε ένα ανοιχτό στον χρόνο και την ζωή αίνιγμα που συνεχώς επανερχόμαστε με πείσμα, με εκτίμηση και σεβασμό σε αυτό, με αμφιβολία ίσως, αλλά βουτηγμένοι στο παράλογο της ίδιας μας της ζωής αγκαλιά με τα ποιήματά του. Ο Καρυωτάκης, δεν είναι ωσεί παρών σαν κάποιους άλλους μεγαλόσχημους και διάσημους ποιητές μας, αλλά αυθεντικά παρών, μέσα στα σύγχρονα κοινωνικά και πνευματικά αδιέξοδά μας, και κατά πάσα πιθανότητα και στο άμεσο μέλλον μας. Και στις μέρες μας, τα ποιητικά του χείλη, «Τώρα τα χείλη μου… ανοίγονται στο γέλιο των αιώνων», όπως σημειώνει με σαρκασμό. Ο ποιητικός του λόγος μπόλιασε τους επιγόνους του και τροφοδότησε αθόρυβα τους σύγχρονους ποιητές. Η διάρκεια του ποιητή Κώστα Γ. Καρυωτάκη μέσα στον ελληνικό ποιητικό δημιουργικό χρόνο, ευτυχώς ξέφυγε από την εμπορική εκδοτική σκοπιμότητα του Κωνσταντίνου Καβάφη, την ιδεολογική-κομματική επιβολή του βάρδου της Ρωμιοσύνης Γιάννη Ρίτσου, την Νομπελίστικη εκδοτική επιταγή του Γιώργου Σεφέρη ή του Οδυσσέα Ελύτη. Το Καρυωτακικό σώμα, το καθαρά ατομικό του ποιητικό σώμα, έμεινε ένας φάρος μοναχικός αλλά όχι μη επισκέψιμος, όλα τα κατά καιρούς κουρασμένα και μοναχικά ποιητικά γλαροπούλια, τα ασυμβίβαστα και μη προσαρμοστικά στα κάθε είδους συστήματα, ξεκουράζονται στα βράχια του, και το φως του, κυλά στις φλέβες της ελληνικής ποίησης, όχι παραπλανητικά διαφημισμένο ή μη αναγνωρίσιμο αλλά σαν ένα διαρκές ευδόκιμο ποιητικό υπόμνημα της ελληνικής κοινωνίας και τέχνης.
ΟΙ ΣΤΙΧΟΙ ΜΟΥ
Δικά μου οι Στίχοι, απ’ το αίμα μου παιδιά.
Μιλούνε, μα τα λόγια σαν κομμάτια
τα δίνω από την ίδια μου καρδιά,
σα δάκρυα τους τα δίνω από τα μάτια.
--
Πηγαίνουν με χαμόγελο πικρό,
αφού τη ζωήν ανιστορίζω τόσο.
Ήλιο και μέρα και ήλιο τους φορώ,
ζώνη νάν τα  ‘χουν όταν θα νυχτώσω.
--
Τον ουρανόν ορίζουνε, τη γη.
Όμως ρωτιούνται ακόμα σαν τι λείπει
και πλήττουνε και λιώνουν πάντα οι γιοί
μητέρα που γνωρίσανε τη Λύπη.
--
Το γέλιο του απαλότερου σκοπού,
το πάθος μάταια χύνω του φλαούτου΄
είμαι γι’  αυτούς ανίδεος ρήγας που
έχασε την αγάπη του λαού του.
--
Και ρεύουνε και σβήνουν και ποτέ
δεν παύουνε σιγά-σιγά να κλαίνε.
Αλλού κοιτώντας διάβαινε, Θνητέ΄
Λήθη, το πλοίο σου φέρε μου να πλένε.

Υ. Γ. Προσθέτω εδώ, μερικά ελάχιστα ακόμα βιβλιογραφικά στοιχεία για τον Κώστα Καρυωτάκη, αυτόν τον μελαγχολικό πιερότο της ποίησής μας, που δεν κατέγραψα στο προηγούμενό μου σημείωμα.
• Τέλλος Άγρας, Άπαντα-Κριτικά, Ποιητικά Πρόσωπα και Κείμενα, τόμος Β΄, εκδ. Ερμής 1981, φιλολογική επιμέλεια Κώστας Στεργιόπουλος.
  (περιέχει τα κείμενα του Άγρα στην Εγκυκλοπαίδεια και στα περιοδικά)
• Γιώργος Αράγης, Η Μεταβατική περίοδος της Ελλαδικής ποίησης, εκδ. Σοκόλη 2006
• Αλέξανδρος Αργυρίου, εφ. Το Βήμα 20/11/1971, «Τα πλαίσια ενός ανθρώπου και ενός έργου
• Μάρκος Αυγέρης, Θεωρήματα, β΄ έκδοση, εκδ. Ίκαρος 1972
  (περιλαμβάνει το κείμενο «Ο πεσσιμισμός στην ελληνική ποίηση», περιλαμβάνει το κείμενο που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Επιθεώρηση Τέχνης τχ.13/1,1956)
• Νάσος Βαγενάς, Η Παραμόρφωση του Καρυωτάκη, β΄ έκδοση επαυξημένη, εκδ. Μικρή Άρκτος 2015
• Κώστας Βάρναλης, Αισθητικά-Κριτικά, Β΄,  εκδ. Κέδρος χ. χ., έκδοση Α΄1958
• Τάσος Βουρνάς, "Φαινόμενα "Διαλεκτικού" Εκλεκτικισμού. Ο κ. Μανόλης Λαμπρίδης και η Παρακμή", περ. Επιθεώρηση Τέχνης τχ. 8/8,1955, σ.120-125
• Δημήτρης Γιάκος, λήμμα, στην Λογοτεχνία των Ελλήνων, τόμος 8ος, εκδ. Χάρη Πάτση
• Δημήτρης Γιάκος, Κώστας Γ. Καρυωτάκης, εφ. Η Βραδυνή 22/7 και 1/8/και 15/8 και29/8 και 9/9/1968 (το κείμενο δημοσιεύτηκε και στο περιοδικό Νέα Εστία τχ. 1226)
• Γιάννης Δάλλας, Ευρυγωνία. Δοκίμια για την ποίηση και την πεζογραφία, εκδ. Νεφέλη 2000
  (Φιλύρας-Καρυωτάκης: Δύο αλληλοσυμπληρωματικοί αντίποδες)
• Γιάννης Δάλλας, περ. Δοκιμασία τχ. 1/5,6,1993
(οι λύσεις του Καρυωτάκη και η μεταπολεμική γενιά της λογοτεχνίας)
• Γιάννης Δάλλας, περ. Ενδοχώρα τχ. 34-35/1965
  (η διάρκεια του Καρυωτάκη)
• Γιώργος Θεοτοκάς, Πνευματική Πορεία, εκδ. Εστίας 1994
•Βασίλης Καββαθάς, Το άλογο και το παράλογο. Πως υποδέχτηκαν τους «μεγάλους» οι κριτικοί. εκδ. Στάχυ χ.χ.
• Θόδωρος Καρζής, Η Σάτιρα και η Παγκόσμια Ιστορία της, εκδ. Καστανιώτη 2005
• Μπάμπης Δ. Κλάρας, Γνωριμία παλαιών και σύγχρονων ποιητών, εκδ. Ι. Σιδέρης 1980
• Διονύσης Καψάλης, Τα Μέτρα και τα Σταθμά. Δοκίμια για τη Λυρική Ποίηση, εκδ. Άγρα 1998
  (Κ. Γ. Καρυωτάκης: Το φάσμα του ήχου, και Ο Καρυωτάκης και η τέχνη της ποιητικής μετάφρασης)
• Διονύσης Καψάλης, Στον Καιρό, εκδ. Άγρα 2002
  (Χειμωνιάτικα Λόγια)
• Ηλίας Κεφαλάς, Το χαμένο ποίημα, κείμενα για την ποίηση, εκδ. Λογείον 2009
• Δημήτρης Κοσμόπουλος, Τα όρια της φωνής, εκδ. Κέδρος 2006
  (Τα όρια της σιγής)
• Λουκάς Κούσουλας, Μετά τα Φιλολογικά. Δοκίμια, Μια επιλογή, εκδ. Νεφέλη 2006
  (Ποιητική του Καρυωτάκη)
• Μανόλης Λαμπρίδης, Παλαιά και Νέα Ποίηση, εκδ. Ύψιλον 1981
• Μανόλης Λαμπρίδης, "Il Grand Rifiuto"(Καβάφης/Βάρναλης/Καρυωτάκης, και η Παρακμή), περ. Επιθεώρηση Τέχνης τχ.7/7,1955, σ.29-42
• Βύρων Λεοντάρης, Κείμενα για την Ποίηση, εκδ. Νεφέλη 2001και το ίδιο στο Δοκίμια για την Ποίηση, εκδ. Έρασμος 1985
  (δημοσιεύονται οι γνωστές θέσεις του Λεοντάρη που είχαν πρωτοδημοσιευτεί, στο περιοδικό Σημειώσεις 1973)
• Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, Πίσω Μπρος, Προτάσεις και υποθέσεις για τη νεοελληνική ποίηση και πεζογραφία, εκδ. στιγμή 1986
  (στο Οδυσσέας Ελύτης-Η ποιητική αισιοδοξία)
• Δημήτρης Νικολαρεϊζης, δοκίμια κριτικής, β΄έκδοση, εκδ. Πλέθρον 1983, επιμέλεια Αλέξης Ζήρας. Α΄έκδοση Γ. Φέξης 1962
• Γιώργος Δ. Παγανός, Μοντερνισμός και Πρωτοπορίες, εκδ. Σαββάλας 2003
• Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος, Τα πρόσωπα και τα κείμενα, τόμος Ε΄, εκδ. Αετός 1948
  (περιέχει τα κείμενά του στα περιοδικά. Η τραγωδία της Μοναξιάς. Κώστας Γ. Καρυωτάκης)
• Γιάννης Παπακώστας, Η έρευνα και οι Ερμηνευτικές της Εκδοχές, Μελέτες για Συγγραφείς και Κείμενα, εκδ. Πατάκη 2002
  (Η «ελεεινή μνήμη» του ποιητή)
• Γιάννης Παπακώστας, Ιχνηλασίες, Φιλολογικά Μελετήματα, εκδ. Πατάκη 2003
  (ο ποιητής και ο έρως. Με ρώτησε, ένα άγνωστο ποίημα του Καρυωτάκη)
• Κώστας Ιω. Παπανικολάου, Η Μπαλάντα, εκδ. Εστία χ.χ.
• Μήτσος Παπανικολάου, Κριτικά, εκδ. Πρόσπερος 1980
  (περιέχει το κείμενο στο περ. Νεοελληνικά Γράμματα τχ.69/26-3-1938)
• Κώστας Παππάς, Παράλληλα νεοελληνικά ποιήματα, εκδ. Γρηγόρη 2000
  (τα κείμενα: « Καρυωτάκης-Ρίτσος-Κατσαρός», και «Ο Πόνος και η Τέχνη στην ποίηση των Κ. Π. Καβάφη, Κ. Γ. Καρυωτάκη, Γ. Ρίτσου και Γιώργου Σεφέρη)
• Νίκος Παππάς, Αισθητικά Κριτικά. Περίοδος Α, εκδ. Καρανάση 1987
  (Το τέλος του Καρυωτακισμού)
• Μ. Μ. Παπαϊωάνου, "Φαινόμενα Ακμής και Παρακμής στη Νεοελληνική Ποίηση", περ. Επιθεώρηση Τέχνης τχ.2/2,1955, σ.83-92
• Νικήτας Παρίσης, κριτικές δοκιμές, εκδ. Δόμος 1986
• Τίτος Πατρίκιος, Κώστας Καρυωτάκης, στο Σάτιρα και Πολιτική στη Νεώτερη Ελλάδα. Από τον Σολωμό ως τον Σεφέρη, εκδ. Εταιρεία Σπουδών Σχολή Μωραίτη, 1979
• Στρατής Πασχάλης: εισαγωγή-επιλογή κειμένων, Όταν οι άγγελοι περπατούν. Ανθολογία πεζού ποιήματος, εκδ. Μεταίχμιο 2007
• Μίμης Σουλιώτης, Σκόρπια-Μελετήματα Άρθρα και Ποικίλα, εκδ. Τυπωθήτω 2000
  (Καβάφης-Καρυωτάκης: βίοι υπάλληλοι)
• Κώστας Μ. Προυσής, Έλληνες ποιητές και πεζογράφοι, εκδ. Εστίας 1990
• Γιώργος Π. Σαββίδης, Εφήμερον Σπέρμα (1973-1978), εκδ. Ερμής 1978
• Γιώργος Π. Σαββίδης, Καστανόχρωμα, εκδ. Καστανιώτη 1989
• Γιώργος Π. Σαββίδης, Τράπεζα Πνευματική, (1963-1993), εκδ. Πορεία 1994
  (Ο Καρυωτάκης ως συνεργάτης του περιοδικού «Έσπερος» της Σύρου)
• Γιώργος Π. Σαββίδης, Φύλλα Φτερά, Δοκιμές και Δοκιμασίες (1989-1993), εκδ. Ίκαρος 1995
Diana Haas, Το γέλιο του Καρυωτάκη, στον τόμο «Οι Ποιητές του Γ. Π. Σαββίδη», εκδ. Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού, Σχολή Μωραίτη 1998
• Πέτρος Σ. Σπανδωνίδη, Η Νεώτερη ποίηση στην Ελλάδα, εκδ. Ίκαρος 1955
• Βάσω Τοκατλίδου, Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, τόμος 4ος, Εκδοτική Αθηνών 1985
• Δημήτρης Τσάκωνας, Λογοτεχνία και Κοινωνία στον Μεσοπόλεμο, εκδ. Κάκτος 1987
  (Κ. Γ. Καρυωτάκης. Ο καιρός δεν είναι απλώς για φτύσιμο, αλλά για θάνατο)
• Γ. Φιλιππόπουλος, Κώστας Καρυωτάκης, ο ποιητής της ανίας, εφ. Η Καθημερινή 20/9/1940
• Νίνος Χριστιανόπουλος, Συμπληρώνοντας Κενά. (Σολωμός-Καβάφης-Καββαδίας-Δούκας-Λαούρδας), εκδ. Ρόπτρον 1988
• Γιώργος Μονεμβασίτης-Έλενα Διάκου, Κατάλογος Μελοποιημένης Ποίησης, Πνευματικό Κέντρο Δήμου Υμηττού. 21ο Φεστιβάλ Υμηττού
Και από το βιβλίο του Γιώργου Π. Σαββίδη, κρίσεις για τον Καρυωτάκη και το έργο του
Α) Βασίλης Ρώτας, Ελληνικά Γράμματα τχ. 5/15-2-1928
Γ) Κωνσταντίνος Θ. Δημαράς, εφ. Ελεύθερον Βήμα 21/2/1938
Δ) Γιώργος Θεοτοκάς, Νεοελληνικά Γράμματα τχ. 68/19-3-1938
ΣΤ) Φώτης Κόντογλου, Νεοελληνικά Γράμματα τχ. 75/23-4-1938
Ζ) Τίμος Μαλάνος, Κριτικά Δοκίμια, Αλεξάντρεια 1943
  
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη γραφή, σήμερα, 23 Ιανουαρίου 2016

Πειραιάς, Σάββατο 23 Γενάρη 2016                                         

Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2016

Βιβλιογραφία Κώστα Γ. Καρυωτάκη

Ενδεικτική Βιβλιογραφία Κώστα Καρυωτάκη
(Τρίπολη 30-Οκτωβρίου 1896-Πρέβεζα 21-Ιουλίου 1928)
     Με την ενδεικτική αυτή εργογραφία και βιβλιογραφία για τον ποιητή Κώστα Γ. Καρυωτάκη, δεν φιλοδοξώ ούτε να εξαντλήσω το θέμα, ούτε να καλύψω τα κενά που διαχρονικά υπάρχουν, στην σύνταξη μιας επιστημονικά οργανωμένης, μεθοδικής και συστηματικής βιβλιογραφίας για τον αυτόχειρα ποιητή της Πρέβεζας. Άλλωστε, από όσο μπορώ να γνωρίζω, «δεν υπάρχει ακόμα», μια μεγάλη βάση δεδομένων για την σύνταξη μιας πλήρους και επαρκούς βιβλιογραφίας, δημοσιευμένων του ποιημάτων-ανέκδοτων ή όχι, πεζών ή μεταφράσεων για τον ποιητή. Ούτε έχει επανεκδοθεί η πρώτη έκδοση των Απάντων του, το 1938, δέκα χρόνια μετά την αυτοκτονία του, με τον πρόλογο και την επιμέλεια του φίλου του Χ. Σακελλαριάδη, ούτε έχει επανεκδοθεί επίσης, το σατιρικό περιοδικό «Η Γάμπα», που εξέδωσε μαζί με τους Άγη Λεβέντη, Χρ. Σακελλαριάδη, ή ακόμα η επιθεώρησή του. Έχουν γραφεί πάμπολλες μελέτες,-πολύ σημαντικές- έχουν διεξαχθεί πανελλήνια συμπόσια για το έργο του, έχουν γυριστεί τηλεοπτικά σίριαλ, συναντάμε εκατοντάδες άρθρα σε περιοδικά και εφημερίδες, για την ζωή και το έργο του, του έγιναν αφιερώματα σε περιοδικά, άρθρα και μελέτες μιλούν για την ιδιαίτερη σχέση του με την ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη, γράφτηκαν μελέτες που αναφέρονται στην πρόσληψη της ποιητικής του φωνής και των πεζών δημοσιεύσεών του γενικότερα, τόσο από τους μελετητές, ιστορικούς και κριτικούς της αριστερής διανόησης,-από την μεσοπολεμική ακόμα περίοδο, όσο και από την άλλη πλευρά, την γνωστή μας γενιά του 1930 και των εκπροσώπων της, δημοσιεύονται ακόμα και στις μέρες μας αντιμαχόμενα κείμενα για την στάση της γενιάς του 1930 απέναντι στον ποιητή, αλλά και εκείνη των αριστερών διανοουμένων, επίσης, παρουσιάστηκαν κείμενα και άρθρα που άπτονται συγγενικών θεμάτων που απασχόλησαν και άλλους ποιητές της γενιάς του, γράφτηκαν άρθρα που αφορούν την δημοσιοϋπαλληλική εργασιακή ιδιότητα του ποιητή και την συνδικαλιστική του δράση, καθώς και την αυτοκτονία του. Τα λήμματα για τον ποιητή και το έργο του, είναι πλούσια και συνεχή στις ελληνικές ιστορίες της λογοτεχνίας και τα διάφορα λογοτεχνικά βιογραφικά λεξικά, ποιήματά του όλων των χρονικών περιόδων, περιλαμβάνονται σ' όλες σχεδόν τις ανθολογίες της ελληνικής ποίησης, το έργο του εδώ και αρκετές δεκαετίες έχει μεταφραστεί σε αρκετές ξένες γλώσσες. Όμως, δεν υπάρχει μέχρι σήμερα όπως προανέφερα, μια συστηματική βιβλιογραφία για τον ποιητή, μια εμπεριστατωμένη αποδελτίωση τόσο των κειμένων για το έργο του, όσο ίσως, και των «ανέκδοτων» ακόμα, δημοσιευμάτων του. Προσθετικά αναφέρω, ότι δεν έχω συναντήσει στις αναγνώσεις μου για τον ποιητή, δημοσιεύματα ή σχόλια που να μας φανερώνουν την σχέση του ποιητή με τους μύθους, τις φιλοσοφικές δοξασίες και τα μυθικά ή ιστορικά πρόσωπα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας και παράδοσης,(όπως παραδείγματος χάριν έχει γίνει από τον Κυριάκο Ντελόπουλο για το Καβαφικό έργο) τον βαθμό και την πυκνότητα της ποιητικής πολιτικής παραμέτρου της ποίησης του ακόμα και σήμερα, στους σημερινούς αναγνώστες του έργου του, για την αντιβενιζελική του στάση σαν συνδικαλιστής, μια συστηματική καταγραφή και μελέτη για τα διάφορα τοπωνύμια των ελληνικών πόλεων που συναντάμε μέσα στο ποιητικό του έργο, ή τις αφιερώσεις ποιημάτων του σε πόλεις, δες πχ. Αθήνα, τα λογοτεχνικά πρόσωπα που άμεσα ή έμμεσα διακρίνουμε σε αυτό, (Μιλτιάδης Μαλακάσης, Κλεαρέτη Δίπλα-Μαλάμου κλπ.). Δεν έχουμε μάλλον μια πιο ειδική μελέτη για τις προσωδιακές του αναζητήσεις σε σχέση με άλλους ποιητές της γενιάς του, τις ρήξεις του με τον παραδοσιακό στίχο και την υιοθέτηση των μοντερνιστικών του επιλογών, ασφαλώς, κυκλοφορούν και έχω μελετήσει ενδιαφέρουσες εργασίες για διάφορα θέματα και προβλήματα της Καρυωτακικής ποίησης και ανάγνωσης, και εμπεριστατωμένες εργασίες για τις προσωπικές του μεταφραστικές επιρροές και επιλογές, δες το έργο του Κώστα Στεργιόπουλου (έχουν δημοσιευτεί αυτόνομες σε δύο διαφορετικές εκδόσεις, από όσο γνωρίζω).
Η πρώτη το 1980 από τις εκδόσεις Γραφή, Κ. Γ. Καρυωτάκης, «Ποιητικές Μεταφράσεις» δίγλωσση έκδοση, και η δεύτερη δεκατέσσερα χρόνια μετά, το 1994 από τις εκδόσεις Το Ροδακιό με σύντομο προλόγισμα του ποιητή και κριτικού Ζήσιμου Λορεντζάτου. Θέλω να πω, δεν συναντάμε μια πιο διεξοδική μελέτη σε σχέση με τις μεταφραστικές προσπάθειες των σύγχρονων του, ή παράλληλα με αυτές, αλλά και άλλα θέματα της Καρυωτακικής ποιητικής και πεζής δημιουργίας, και εν γένει φωνής και ποιητικού στίγματος. Ενός δημιουργού του μεσοπολέμου, που θέλω να πιστεύω, ότι παρουσιάζει ενδιαφέρον ο ποιητικός του λόγος ακόμα και σήμερα και κρατά επίκαιρο το ενδιαφέρον στους ελάχιστους εναπομείναντες αναγνώστες της ποίησης. Ένα ποιητικό ενδιαφέρον, που δεν αφορά μόνο, τους ειδικούς επαγγελματίες ή μη ερευνητές, τους πανεπιστημιακούς δασκάλους, ή τους φοιτητές που διεξάγουν έρευνα για την σύνταξη ενός μεταπτυχιακού διδακτορικού ή άλλης πτυχιακής εργασίας, που θα τους βοηθήσει να ανέλθουν εργασιακά ή πανεπιστημιακά.
Η δική μου γενιά, η ποιητική γενιά του 1980, γνώρισε τον ποιητή Κώστα Γ. Καρυωτάκη από την επιστημονική και σημαντική φιλολογική επιμέλεια επανέκδοσης των Απάντων του ποιητή από τον κυρό πλέον, καθηγητή και συγγραφέα Γιώργο Π. Σαββίδη. Πρώτα στην γνωστή μας σειρά «Νέα Ελληνική Βιβλιοθήκη» των εκδόσεων Ερμής, Κώστας Γ. Καρυωτάκης, Ποιήματα και πεζά, επιμέλεια Γ. Π. Σαββίδης, ανατύπωση 1975 ΠΟ 21 που περιέχει τα εξής:
Ο Καρυωτάκης και η εποχή του
Βασική Βιβλιογραφία
Ο Καρυωτάκης ανάμεσά μας
Ο Πόνος του Ανθρώπου και των Πραγμάτων
Νηπενθή
Μεταφράσεις
Ελεγεία και Σάτιρες
Μεταφράσεις
Τα τελευταία Κείμενα
Παραλειπόμενα
Κρίσεις για τον Καρυωτάκη και το έργο του
Ευρετήριο τίτλων και πρώτων στίχων των ποιημάτων.
και κατόπιν, στην δίτομη έκδοση του ίδιου εκδοτικού οίκου το 1979, στην Φιλολογική Βιβλιοθήκη-2, Κώστας Γ. Καρυωτάκης, Άπαντα τα Ευρισκόμενα, φιλολογική επιμέλεια Γιώργου Π. Σαββίδη.
Ο πρώτος τόμος περιλαμβάνει: 
«Ο πόνος του ανθρώπου και των πραγμάτων»(1919),
τα «Νηπενθή»(1921),
«Ελεγεία και Σάτιρες»(1927)
και. Σημειώσεις για το έργο του ποιητή.
Ο δεύτερος τόμος περιλαμβάνει:
«Τα τελευταία κείμενα» (1927;-1928),
τα «Παραλειπόμενα»(1919-1924),
τα «Νεανικά» (1913-1916),
τις Σημειώσεις και, το Σχεδίασμα χρονογραφίας.   
     Όπως επίσης θέλω να πιστεύω, ότι όσες δημοσιογραφικές ή ερευνητικές, αρθρογραφικές αψιμαχίες δημοσιεύονται στην εποχή μας στα διάφορα έντυπα, όπως και παλαιότερα για το ποιητικό Καρυωτακικό corpus, είναι καλοδεχούμενες και ευπρόσδεκτες,-σίγουρα καλοπροαίρετες-πέρα από το τι στάση κρατά κανείς απέναντί τους(για ορθές ή ορθότερες ερμηνευτικές αναγνώσεις της Καρυωτακικής ποίησης, ή παραναγνώσεις της, και δεν μιλώ φυσικά, για παραπλανητικές προσεγγίσεις της), γιατί πιστεύω ότι συμβάλλουν τόσο στην ανάδειξη των σύγχρονων ερευνών στις μέρες μας, για το έργο του ποιητή, αλλά και διότι διατηρούν ακόμα ζωντανή την ποιητική του φωνή και τις όποιες αξίες της. Γνωρίζουμε πλέον ιστορικά και ερευνητικά ότι η γενιά του 1970, έχει επηρεαστεί από το Καρυωτακικό έργο, και πολλοί ποιητές της γενιάς αυτής εμπεριέχουν μέσα στο έργο τους στίχους του ποιητή, αναγνωρίζουμε κοινές εικόνες, συναντάμε λέξεις ποιητικά ομόδοξες, ή πάλι αναπλάθουν την ατμόσφαιρα της ποίησής του, ενώ διακρίνουμε και εκλεκτικές ποιητικές συγγένειες και εσωτερικές συνομιλίες, μεταξύ των ποιητών της γενιάς αυτής και του ίδιου του Καρυωτάκη ή του έργου του. Αρκετές είναι και οι αφιερώσεις ποιημάτων, παλαιότερων και νεότερων ποιητών στον αυτόχειρα ποιητή της Πρέβεζας.
     Με την σύντομη και ενδεικτική αυτή βιβλιογραφία που παραθέτω εδώ, προσπαθώ να συμβάλλω με τον τρόπο μου-σε μια βάση στοιχείων υποδομής συγκεντρωμένες, και να καταγράψω βιβλιογραφικά την συμβολή που είχε ο Κώστας Καρυωτάκης στην δική μου γενιά, την γενιά του 1980, μέσα από τα πάμπολλα δημοσιεύματα σε εφημερίδες και περιοδικά. Παραθέτω βιβλία και μελέτες, άρθρα και δημοσιεύματα, κείμενα και πληροφορίες, βιβλιοκριτικές και σχόλια, που έτυχε να γνωρίζω και να συγκεντρώνω κατά καιρούς για τον ποιητή, κρατώντας τα αποκόμματα αυτά και τις αποδελτιώσεις, όπως έκανα πάντα, σε μεγάλους χάρτινους φακέλους.
Το έργο του Κώστα Γ. Καρυωτάκη έχει επηρεάσει και εμένα σαν άτομο που γράφει και δημοσιεύει, καθώς και η τραγική περιπέτεια του βίου του και το απροσδόκητο ίσως τέλος του. Δεν γράφω με έχει σημαδέψει γιατί θα ήταν υπερβολή,-μια και έχω πάψει πλέον να γράφω ποιήματα-αλλά και γιατί, το δημιουργικό έργο του νομπελίστα ποιητή Οδυσσέα Ελύτη, αλλά και αυτό του Αλεξανδρινού Κωνσταντίνου Κ. Καβάφη και σίγουρα, το ποιητικό και δοκιμιακό έργο του Κωστή Παλαμά, ήσαν αυτά που διαμόρφωσαν κατά κάποιον τρόπο την ποιητική μου αναγνωστική διαδρομή και γραφή και των άλλων νέων της γενιάς μου, από αυτούς που τουλάχιστον έτυχε να γνωρίσω και να συνομιλήσω χωρίς να αποκλείουμε και την ποιητική συνεισφορά της Σεφερικής ποίησης, αν και μάλλον η δική μου γενιά, γνώρισε και αγάπησε πρώτα τον στοχαστή Γιώργο Σεφέρη των Δοκιμών και των Μεταφράσεων της Έρημης Χώρας του άγγλου ποιητή Τόμας Στερν Έλιοτ, της Αποκάλυψης του Ιωάννη κλπ., και μεταγενέστερα τον ποιητή.
Θέλω να σημειώσω ότι, διαβάζοντας κατά καιρούς τους λογοτεχνικούς διαξιφισμούς πάνω στο Καρυωτακικό σώμα, τις έντονες ίσως και υπερβολικές αντιπαραθέσεις για τις διάφορες αναγνώσεις της Καρυωτακικής ποίησης, ή την ένταξή της σε κάποιο ιδεολογικό στρατόπεδο ή την άρνησή της από άλλο και τους εκπροσώπους των, στο τέλος-τέλος, ποιους καταλυτικά και αμετάκλητα αφορά; Και αναφέρομαι σε δύο σημαντικές κριτικές προσωπικότητες των σύγχρονων ποιητικών μας γραμμάτων, τον δημοσιογράφο, κριτικό, μυθιστοριογράφο και έναν από τους επιμελητές των Κυριακάτικων δημοσιευμάτων των σελίδων «Αναγνώσεις» της παραδοσιακής εφημερίδας της ανανεωτικής αριστεράς Η Αυγή, τον Κώστα Βούλγαρη που μας έχει δώσει ένα αξιοπρόσεχτο βιβλίο για τον Κώστα Καρυωτάκη, «Κ. Γ. Καρυωτάκης» Φύλλα πορείας, εκδ. Γαβριηλίδης 1998, και τον ομότιμο πλέον καθηγητή πανεπιστημίου, ποιητή, θεωρητικό, δοκιμιογράφο και συγγραφέα, επιμελητή εκδόσεων και αρθρογράφο στην Κυριακάτικη έκδοση της εφημερίδας Το Βήμα, τον Νάσο Βαγενά, ο οποίος μέσω των εμπεριστατωμένων κειμένων του και των επιστημονικών του εργασιών επαναπροσδιορίζει αρκετούς από τους δρόμους μέσω των οποίων προσεγγίζαμε μέχρι σήμερα αρκετούς παλαιότερους έλληνες δημιουργούς, και με τα κείμενά του, μας προτείνει την αλλαγή της ερμηνείας με τα οποία τα προσεγγίζαμε έως σήμερα, ανοίγοντας μια νέα μεταμοντέρνα συζήτηση μαζί τους, ή επαναδιατυπώνοντας ανανεωτικές ερμηνείες της ποίησή του, ή διαπραγματευόμενος παλαιότερες ερμηνευτικές προσεγγίσεις άλλων κριτικών,-που προέρχονται κυρίως από τον πολιτικό χώρο της αριστεράς- όπως κάνει και με την αυτόνομη δημοσίευση των Καρυωτακικών του δημοσιευμάτων στην εφημερίδα Το Βήμα, στο πολύ πρόσφατο βιβλίο που εξέδωσε σε δεύτερη επαυξημένη έκδοση, «Η Παραμόρφωση του Καρυωτάκη» εκδόσεις Μικρή Άρκτος 2015 σελίδες 128 ευρώ 12, που είναι κατά κάποιον τρόπο, και μια συνηγορία υπέρ των ποιητών της γενιάς του 1930, και στο πώς αντιμετώπισαν τον ποιητή στην εποχή τους με τα γνωστά σε όλους μας δημοσιεύματά τους.
      Ας μου επιτραπεί να σημειώσω όμως, ότι η ανάγνωση ενός ποιητικού έργου, η συγκίνηση που αυτό καθεαυτό το έργο μπορεί να προσφέρει στον καθένα μας ξεχωριστά και μάλιστα μην γνωρίζοντας σε ποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή της ανάγνωσής του, ή σε όλους τους σταθερούς αναγνώστες του ελληνικού ποιητικού λόγου, δεν περνά ούτε μέσα από τα διάφορα σκονισμένα σπουδαστήρια ούτε μέσα από τις σελίδες των εφημερίδων, αξιόλογες θεωρητικές δημοσιεύσεις, κατά τα άλλα, αναλύσεις κριτικές διαφορές ή συγκλίσεις θέσεων, που μελετούμε ή δημοσιεύονται για τον ποιητή Κώστα Γ. Καρυωτάκη και το έργο του εν προκειμένω. Το ίδιο το κείμενο-ποιητικό ή πεζό, δοκιμιακό ή θεωρητικό θα σου μιλήσει ή όχι, θα σε αγγίξει ή μη, αυτό και μόνον αυτό αν έχει κάτι να σου πει, να προσθέσει στην προσωπική σου αναγνωστική επιθυμία και χαρά, πρόθεση αποδοχής ή απόρριψης, ή δεν έχει τίποτα να σου προσφέρει. Σε αγγίζει ή σε συγκλονίζει, σε μαγεύει και σε παρηγορεί στην κατά μόνας ανάγνωσή του ή όχι, σε επηρεάζει στα δικά σου γραψίματα και αναφορές, σε προτρέπει να το διαδόσεις και να το κοινοποιήσεις στους άλλους θιασώτες της αναγνωστικής περιπέτειας του ποιητικού λόγου, σου δίνει τα αναγκαία ερεθίσματα ανάλογα με την ατομική του καθενός ψυχοσύνθεση, σε παρενοχλεί ποιητικά να συνευρεθείς μαζί του και να συνάψεις ένα σύγχρονο και σταθερό σύμφωνο συμβίωσης καθ’ όλη την διάρκεια του βίου σου από την στιγμή που έτυχε να πέσει στα χέρια σου, σε κεντρίζει για να σου υπενθυμίσει την παρουσία του, σου γνωρίζει θέματα, πρόσωπα, τόπους, καταστάσεις, ατμόσφαιρες, εικόνες μυρωδιές, αισθήσεις σωμάτων, οσμές ερωτικών προκλήσεων, αναφορές πολιτικών επιταγών, ιδεολογικές προθέσεις, ειρωνικά σχόλια σε πρόσωπα και καταστάσεις του καιρού του και γενικά, σου ανοίγει ένα παράθυρο στο πολιτιστικό παρελθόν σου μέσω του οποίου αναγνωρίζεις και την σημερινή σου πολιτιστική πορεία και το στίγμα σου. Τα άλλα μάλλον, είναι για να γεμίζουμε-όλοι μας- τις σελίδες των εφημερίδων και των περιοδικών χωρίς να μειώνω την αξία και προσφορά τους. Η ερμηνευτική ιδεολογική και πολιτική ανάγνωση των ανθρώπων της αριστεράς και των διανοουμένων της, όσον αφορά την ποίηση και τους ποιητές, μας είναι τόσο γνωστή-και ευτυχώς-που κατανοούμε στις μέρες μας, τώρα πλέον μετά το 1989, που κατέρρευσε ιστορικά και επίσημα το δικτατορικό και αιμοσταγές καθεστώς τόσο της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, όσο και των άλλων δορυφόρων κρατών της, ότι οι άνθρωποι αυτοί, πέρα από την προσωπική τους μαρτυρία και μαρτύριο που υπέστησαν σε προσωπικό ή οικογενειακό επίπεδο, εξαιτίας της αγωνιστικής θαρραλέας αντιστασιακής στάσης που κράτησαν, τις κατά καιρούς διώξεις που υπέστησαν και φυλακίσεις, στις λογοτεχνικές τους ερμηνείες πάντοτε μεροληπτούσαν. Τα έντυπά τους δημοσίευαν μόνο κείμενα του δικού τους ιδεολογικού και πολιτικού χώρου, τα άλλα τα «ξεπέταγαν», εντάσσοντάς τα στην «μαύρη αντίδραση της αστικής εκμεταλλευτικής τάξης» όπως έχω εκατοντάδες φορές διαβάσει σε κείμενα. Οι άλλοι, ήσαν οι συνεργάτες της αστικής ή μεγαλοαστικής τάξης, ενώ εκείνοι, οι αγωνιστές σημαιοφόροι των εργατικών αγώνων. Συνήθως οι χιλιαστικές αυτές ερμηνευτικές απόψεις των σχολιαστών και ερμηνευτών των αριστερών διανοουμένων, δεν μπορούν να σταθούν πέρα από το αριστερό ακροατήριο, χωρίς να σημαίνει φυσικά, ότι δεν ξεχώρισαν στην εποχή τους και δεν τροφοδότησαν τις ερευνητικές μας προσπάθειες. Όμως για αρκετές δεκαετίες, μετά το τέλος της εμφύλιας διαμάχης, επεκράτησε και μια άλλη πνευματική διαμάχη μεταξύ των λεγόμενων αριστερών και των λεγόμενων αστών πνευματικών δημιουργών. Ιστορία και λογοτεχνική θέση επιβάλλονταν να έχουν «μόνον» οι ορθά πολιτικά σκεπτόμενοι αριστεροί αγωνιστές δημιουργοί και κριτικοί, οι άλλοι, δεν επιτρέπονταν να αρθρώσουν τον δικό τους λόγο αληθείας, να δαφνοστεφανώσουν τους δικούς τους ήρωες, να μαρτυρήσουν τον δικό τους λόγο ζωής και ιστορίας. Θυμάμαι ακόμα, το τι κατσάδιασμα έφαγα από μια αριστερών φρονημάτων καθηγήτριά μου στο Λύκειο, γιατί έγραψα-τότε-μια μελέτη για τον ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη. Ότι είναι «Εθνικιστής» είναι «πατριδοκάπηλος» ανήκει στην ομάδα των «μεγαλοιδεατών», ότι τον Σολωμό πρέπει να τον διαβάζουμε με επιφύλαξη γιατί είναι «τέκτονας», ενώ αλήθεια, ο αριστερός συγγραφέας Νίκος Καρβούνης που ήταν και θεοσοφιστής, είναι παράδειγμα προς μίμηση; Ή άλλον καθηγητή αργότερα, να με μέμφεται πως ένα παιδί που προέρχεται από την εργατική τάξη και κατόρθωσε να σπουδάσει με τις δικές του δυνάμεις, μπορεί και αγαπά τον ποιητή Κώστα Κρυστάλλη, ένα ποιητή που ταιριάζει μόνο για τσοπαναραίους. Ότι ο Ίων Δραγούμης ήταν βασιλικός, άρα δεν πρέπει να τον μελετούμε.  Ότι ο ιστορικός Γιάννης Κορδάτος είναι ο μόνος ιστορικός που οφείλουμε να διαβάζουμε μια και εκφράζουν οι ιστορικές ερμηνείες των βιβλίων του, την αλήθεια της εργατικής τάξης. Ευτυχώς που μελετήσαμε ξανά και ξανά το έργο του ιστορικού Νίκου Σβορώνου. Ότι την Ελένη Παπαδάκη «όχι αδίκως την εκτέλεσαν, σαν συνεργάτιδα των Γερμανών» και άλλα φαιδρά πολλά και αριστερά αδιάφορα, που ποδηγέτησαν ως ένα βαθμό την εφηβική μας σκέψη στα μετά την επτάχρονη δικτατορία χρόνια, και που ευτυχώς, δεν μας απέτρεψαν στο να μελετήσουμε και να αγαπήσουμε αργότερα, το ποιητικό έργο του Γιάννη Ρίτσου, του Τάσου Λειβαδίτη, του Κώστα Βάρναλη και τόσων άλλων αγωνιστών δημιουργών της εποχής εκείνης. Αλλά στις μέρες μας εν έτη 2015, να ανακαλούμε τα παλαιά σκουριασμένα ρώσικα τανκ σαν τις μπαλαρίνες του Μπολσόϊ,(θυμούνται οι παλαιοί την γνωστή άποψη του ποιητή του «Αργά, πολύ αργά μέσα στην Νύχτα») να επιβάλουν την τάξη στο αντιδραστικό καπιταλιστικό σύστημα, έ! όχι αδέλφια μου, όχι. Στην Νέα Υόρκη σύντροφοι, στην Νέα Υόρκη. Ας ξεχάσουμε επιτέλους την σοβιετική Μόσχα, και το δάκρυ κορόμηλο του Μαξίμ Γκόργκι. Τους διαχρονικούς λογοτεχνικούς Ζντάνωφ και γιατί όχι, και ίσως-ίσως, και τον σταλινικό  Γκέοργκ Λούκατς. Φοβάμαι, ότι για τον ποιητή Κώστα Γ. Καρυωτάκη δημιουργείται ότι και για πολλούς άλλους παλαιότερους και σύγχρονούς μας ποιητές, γράφουμε μελέτες, δημοσιεύουμε άρθρα και αναλύσεις, αλλά μάλλον ξεχνάμε το ίδιο το έργο και την επίδρασή του-αν έχει-στις συνειδήσεις των αναγνωστών του, των σημερινών και των μελλοντικών.
Σ' αυτήν την δύσκολη πνευματικά, ψυχολογικά, συναισθηματικά, σωματικά και οικονομικά περίοδο που διανύουμε σαν χώρα και ο καθένας μας ξεχωριστά, θεωρώ ότι δεν έχουμε την πολυτέλεια των δημόσιων έντονων αψιμαχιών και διενέξεων για θέματα που στο κάτω-κάτω, δεν αφορούν τον πολύ κόσμο, το ευρύ κοινό των αναγνωστών. Το σύγχρονο πρόβλημα εστιάζεται στο γεγονός ότι τώρα που έχει λιγοστέψει το αναγνωστικό κοινό της ποίησης, που οι άνθρωποι βρίσκουν ή αναζητούν άλλες μορφές πνευματικής ανάτασης ή καλλιτεχνικών διεξόδων, πως θα αναπτυχθεί αργά και σταθερά μια μικρή αναγνωστική μαγιά, που θα κρατήσει ουσιαστικά στην επιφάνεια της ελληνικής πνευματικής μας ζωής πρόσωπα και έργα, ποιητικά, πεζογραφικά, δοκιμιακά, ταξιδιωτικά, κείμενα και ερμηνείες, που συνέβαλλαν στην ανάπτυξη της ελληνικής καλλιτεχνικής δημιουργίας διαχρονικά. Το ποιος θα είναι μείζον ή το ποιος θα είναι ελάσσων, μάλλον ελάχιστη σημασία έχει, το θέμα είναι το ίδιο το ποιητικό γεγονός και οι σημερινοί αναγνώστες του. Στο τέλος-τέλος περί πνευματικής αναγνωστικής ορέξεως ουδείς λόγος. Φτάνει η οικονομική μας εξαθλίωση και καταπίεση, φτάνουν οι θρησκευτικές απαγορεύσεις και αρές, αρκετά ανεχτήκαμε τις σταλινικές ιδεολογικές μεθόδους των διαφόρων διαχρονικά ερμηνευτών, θα πρέπει να μας επιβάλλουν και το τι θα διαβάζουμε και το πώς; Η αναγνωστική συγκίνηση και αναγνωστική ευφορία, είναι σαν την ερωτική σχέση με την ή τον σύντροφό σου, δεν ρωτάς κανέναν δεν ενδιαφέρεσαι για τις μεταγενέστερες επιπτώσεις, απλά αφήνεσαι, εμπιστεύεσαι, προσφέρεσαι και τρως τα μούτρα σου ή αναζωογονείσαι. Το ίδιο συμβαίνει και με την τέχνη της ποίησης όπως και με άλλες μορφές τέχνης, ο κάθε αναγνώστης της, είναι μοναδικός και ανεπανάληπτος, ιδιαίτερος και ξεχωριστός, τον μαγεύει ή δεν τον μαγεύει το ίδιο το έργο και αυτό είναι το σημαντικό. Γνωρίζω πάνω από 200 μελετήματα για τον ποιητή Κωνσταντίνο Π. Καβάφη, πιστεύουμε αλήθεια ότι οι χιλιάδες αναγνώστες του ποιητικού του έργου τα έχουν διαβάσει; ή τους ενδιαφέρουν; μάλλον όχι, τα ποιήματα του Αλεξανδρινού είναι αυτά που τους μιλούν και ανοίγουν μια διαρκή συζήτηση μαζί τους, το ίδιο συμβαίνει και με το έργο του Οδυσσέα Ελύτη, της Κικής Δημουλά, της Μυρτιώτισσας, της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ, της Μελισσάνθης, του Κωστή Παλαμά, του Άγγελου Σικελιανού, του Νίκου Εγγονόπουλου, της Κατερίνας Γώγου, της Μαρίας Λαϊνάς, του Αλέξη Τραϊανού, του Ηλία Λάγιου, του Κώστα Καρυωτάκη, της Μαρίας Κυρτζάκη, του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, της Μαρίας Κούρση, του Ντίνου Χριστιανόπουλου, της Ζωής Καρέλλη και τόσων άλλων φάρων της ελληνικής ποίησης. Πόσοι αλήθεια σήμερα διαβάζουν το ογκώδες και πολύτομο έργο του Κωστή Παλαμά; Όχι πόσοι γράφουν μελέτες γι' αυτό, πόσοι το χαίρονται αναγνωστικά; Το έργο του Άγγελου Σικελιανού; Αυτό της Ρίτας Μπούμη-Παπά;
Για όσους ενδιαφέρονται ακόμα για το έργο του ποιητή Κώστα Γ. Καρυωτάκη, παραθέτω την ενδεικτική αυτή βιβλιογραφία για το έργο του υπενθυμίζοντας, ότι σε κάθε μελέτημα ή αφιέρωμα που παραθέτω, υπάρχει και μια σχετική ισχνή βιβλιογραφία, εδώ καταγράφω εν συντομία την δική μου αποδελτίωση, παρακαλώντας τους όποιους ενδεχόμενους αναγνώστες του μπλοκ μου, να διαβάσουμε όλοι μας το ίδιο το έργο του αυτόχειρα ποιητή, και αυτό το ίδιο το έργο είτε θα μας μιλήσει είτε όχι. Αυτό και μόνον αυτό έχει τον πρώτο κύριο και τελευταίο λόγο.               
ΕΡΓΑ
• Ποιήματα και Πεζά, επιμέλεια Γ. Π. Σαββίδης, εκδόσεις
   Ερμής 1975
• Άπαντα τα Ευρισκόμενα, τόμοι 2, φιλολογική επιμέλεια Γ. Π. Σαββίδη, εκδόσεις Ερμής 1979
• Ποιητικές Μεταφράσεις, δίγλωσση έκδοση, εκδόσεις
    Γραφή 1980
• Ανάγκη Χρηστότητας, Ένα λανθάνον κείμενο κοινωνικής πολιτικής, εισαγωγή-σημειώσεις-σχόλια Γιάννης Παπακώστας, εκδόσεις Φιλιππότη 1986
• Ο Χαρτοπαίχτης (του Έρνεστ Χόφμαν), μετάφραση Κ. Καρυωτάκης, εκδόσεις Εξάντας 1988
• Κώστας Καρυωτάκης-Πεζά, Κοινωνιοιστορικά, επιμέλεια Επαμεινώνδας Γ. Μπαλούμης, εκδόσεις Κόλλιας 1988
• Κώστας Καρυωτάκης-Τα Πεζά, φιλολογική επιμέλεια Γιώργος Σαββίδης, εκδόσεις Νεφέλη3/1989
• Ελεγεία και Σάτιρες, πρόλογος Παντελής Μπουκάλας, Ιδεόγραμμα 1988
• Οι Μεταφράσεις του Κώστα Καρυωτάκη, επιμέλεια Ζήσιμος Λορεντζάτος, εκδόσεις Το Ροδακιό 1994
• Τα λόγια σου κομμάτια, εκδόσεις Μοντέρνοι Καιροί 1998
ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ ΠΕΡΙΟΔΙΚΩΝ
• περιοδικό Αντί, τχ. 623/13-12-1996,(με την πολύτιμη βοήθεια της Χριστίνας Ντουνιά, της Μαριλίζας Μητσού και του Αλέξανδρου Αργυρίου)
• περιοδικό Διαβάζω τχ.157/17-12-1986. Επιμέλεια αφιερώματος Γιώργος Γαλάντης
• περιοδικό η λέξη τχ. 79-80/11-12,1988, Εξήντα χρόνια από τον θάνατό του.
• περιοδικό γράμματα και τέχνες τχ. 41/6,7,1985
•περιοδικό Δυτικές Ινδίες τχ. 1/21-6-2000
•περιοδικό Εντευκτήριο τχ. 27/Καλοκαίρι 1994
• περιοδικό Νέα Εστία τχ. 1065/15-11-1971
• περιοδικό Νέα Εστία τχ. 1138/1-12-1974
• περιοδικό Νέα Εστία τχ.1488/1-7-1989
• περιοδικό Νέα Εστία τχ. 1655/15-6-1996
• περιοδικό μικροφιλολογικά, τετράδια 3. Τχ. 14/Φθινόπωρο 2003. Τεύκρος Ανθίας, Ο θάνατος ενός ποιητή Κώστας Γ. Καρυωτάκης. Επιμέλεια Λευτέρης Παπαλεοντίου, Λευκωσία 2003
ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΩΣΤΑ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ
• Δημήτρης Αγγελάτος, Διάλογος και Ετερότητα. Η ποιητική διαμόρφωση του Κ. Γ. Καρυωτάκη, Σοκόλη 1994
• Νάσος Βαγενάς, Η παραμόρφωση του Καρυωτάκη, Ίνδικτος 2005
• Νάσος Βαγενάς, Η παραμόρφωση του Καρυωτάκη, δεύτερη έκδοση επαυξημένη, μικρή Άρκτος 2015
• Βάσος Βαρίκας, Κώστας Βάρναλης-Κώστας Καρυωτάκης, β΄ έκδοση, Πλέθρον 1978, επιμέλεια Αλέξης Ζήρας 
• Άγγελος Βογάσαρης, Ένας άνθρωπος, μια ζωή, ένας θάνατος. Κώστας Καρυωτάκης, Αθήνα 1968
• Κώστας Βούλγαρης, Κ. Γ. Καρυωτάκης, Φύλλα πορείας, Γαβριηλίδης 1998
• Σπύρος Λ. Βρεττός, Κώστας Καρυωτάκης. Το εγκώμιο της φυγής, (Βίος και γραφή πριν από το τέλος), Γαβριηλίδης 2006
• Στέλιος Γεράνης, Κώστας Καρυωτάκης. Χωρίς αυθαιρεσίες και παραμορφώσεις, Σοκόλη 1990
• Γεωργία Δάλκου, Κωνσταντίνος Γεωργίου Καρυωτάκης. Δημόσιος υπάλληλος εξ Αθηνών μετατεθείς εις Πρέβεζαν εσχάτως…, Καστανιώτη 1986
• Σ. Δ. Δημούλη, Κώστας Καρυωτάκης και Αντώνης Σαμαράκης, Νέα Σκέψη 1975
• Λιλή Ζωγράφου, Κώστας Καρυωτάκης-Μαρία Πολυδούρη, και η αρχή της αμφισβήτησης, Παπαζήση χ.χ.
• Μίκης Θεοδωράκης, «Κώστας Καρυωτάκης», ΟΠΕΡΑ, Λιμπρέτο-Σχόλια-Διόνυσος και άλλοι, Γνώσεις 1990
• Ξενοφών Α. Κοκόλης, Δύο τόποι-δύο ποιήματα(Καρυωτάκης- Σικελιανός), Νησίδες 2001
• Γιώργος Κοτανίδης, «Περί Μαιάνδρου» Ένα χαμένο χειρόγραφο του Κώστα Καρυωτάκη, Γαβριηλίδης 1995
• Ζήσιμος Λορεντζάτος, Ο Καρυωτάκης, Δόμος 1988
• Τίμος Μαλάνος, ‘Ενας Ηγησιακός(Συμβολή στην μελέτη του Καρυωτάκη), Αλεξάντρεια 1938
• Επαμεινώνδας Γ. Μπαλούμης, Κώστας Καρυωτάκης, ο πεζογράφος, Ελληνικά Γράμματα 1997, β΄ έκδοση
• Απόστολος Μπενάτσης, «Τι νέοι που φτάσαμεν εδώ….». Κώστας Καρυωτάκης. Από τα πρώτα ως τα τελευταία ποιήματα. Μεταίχμιο 2004
• Χριστίνα Ντουνιά, Κ. Γ. Καρυωτάκης, Η αντοχή μιας αδέσποτης τέχνης, Καστανιώτη 2000
• Χρήστος Παπάζογλου, Παρατονισμένη Μουσική. Μελέτη για τον Καρυωτάκη, Κέδρος 1988
• Γιάννης Παπακώστας, Ο πολιτικός Καρυωτάκης, Εστία 1992
• Γιάννης Η. Παππάς, Κώστας Καρυωτάκης-Μαρία Πολυδούρη. Έρωτας και θάνατος στη σκιά της ποίησης, Μεταίχμιο 2009
(Μια επιλογή των καλύτερων ποιημάτων τους με την προσωπική ματιά του Γιάννη Η, Παππά)
• Γ. Π. Σαββίδης, Στα χνάρια του Καρυωτάκη (1966-1988), Μικρά φιλολογικά μελετήματα, ομιλίες και κριτικά άρθρα, με άγνωστα κείμενα, Νεφέλη 1/1989
• Γ. Π. Σαββίδης, Ο Καρυωτάκης ανάμεσά μας, ή τι απέγινε εκείνο το μακρύ ποδάρι;, Αθήνα 1972
• Κώστας Στεργιόπουλος, Οι επιδράσεις στο έργο του Καρυωτάκη. Διδακτορική Διατριβή, Σοκόλης 1972
• Θανάσης Χατζόπουλος, εισαγωγή-ανθολόγηση: Ανθολόγιο Κ. Γ. Καρυωτάκη. «Σαν δέσμη από τριαντάφυλλα», Διάμετρος 2001
• Θανάσης Χατζόπουλος, Συγγραφείς στο χρόνο-6,
   Κ. Γ. Καρυωτάκης-Ημερολόγιο 2002, Διάμετρος 2001
• Γιάννης Χονδρογιάννης, Η Μαρία Πολυδούρη μετά τον Καρυωτάκη, Δίφρος 1975
• Μαριάννα Σταθούλη, Μαρία Πολυδούρη, πέρα απ’ τον Έρωτα και το θάνατο, πρόλογος Μιχάλης Γ. Μερακλής, Ι. Σιδέρης 1997
• Γ. Π. Σαββίδης-Ν. Μ. Χατζηδάκη-Μαριλίζα Μητσού, Χρονογραφία Κ. Γ. Καρυωτάκη, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης 1989, νέα έκδοση διορθωμένη και συμπληρωμένη.
• Δήμος Πρέβεζας, Συμπόσιο για τον Κώστα Καρυωτάκη, Πρέβεζα 11-14 Σεπτεμβρίου 1986, επιμέλεια Μέμη Μελισσαράτου, Πρέβεζα 1990
• Επιστημονικό Συμπόσιο. Καρυωτάκης και Καρυωτακισμός. (31 Ιανουαρίου και 1 Φεβρουαρίου 1997), έκδοση Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας Σχολή Μωραϊτη 1998, φιλολογική επιμέλεια-τυπογραφικές διορθώσεις Μαρία Στεφανοπούλου
ΚΕΙΜΕΝΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ ΚΑΙ ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ   
Ανωνύμως
• εφ. Τα Νέα 30/11/1978, Να θυμηθούμε τον Καρυωτάκη
• περ. Διπλό Τηλέραμα τχ. 209/13-3-1981, Πρώτη Σελίδα: Καρυωτάκης- Πολυδούρη
• εφ. Το Βήμα 15/3/1981, «Πρώτη σελίδα»: Κάθε μήνα και καλύτερη…
• εφ. Τα Νέα 28/3/1981, Μην ξαναπυροβολείτε τον Καρυωτάκη
• περ. Ο Πολίτης τχ. 80/6,1987, «Ο Όσκαρ Ουάιλντ συνόψισε…»
• εφ. Η Πρώτη 16/12/1989,Έκθεση για τον Καρυωτάκη
• εφ. Το Βήμα 10/6/1990, «Καρυωτάκης» διαμαρτυρόμενος
• εφ. Ο Ριζοσπάστης 23/1/1992, Ο ποιητής του αδιεξόδου
•εφ. Τα Νέα 28/5/1993, Τα σπίτια Καρυωτάκη και Βρεττάκου. Ερείπια αδιαφορίας
• εφ. Ελευθεροτυπία 22/1/1994, Η τελευταία μέρα του Καρυωτάκη
• περ. Νέα Εστία τχ. 1583/    Το σπίτι του Καρυωτάκη
• περ. Αντί τχ. 624/20-12-1996, Τεύχος για τον Κ. Γ. Καρυωτάκη
• εφ. Το Βήμα 3/11/1996, Οι Τριπολίτες για τον Καρυωτάκη
• περ. Αθηνόραμα τχ. 30/8-12-2000, Κώστας Καρυωτάκης, η πρώτη όπερα του Θεοδωράκη
• περ. Ραδιοτηλεόραση τχ. 1608/9-12-2000, Ο «Καρυωτάκης» του Μίκη
• εφ. Απόφαση τχ.19/7/2003, Αφιέρωμα στον Καρυωτάκη από το Μουσείο Μπενάκη
Α
• Γιώργος Αράγης, περ. Αντί τχ. 228/1-4-1983,  Λίγα πάνω σ’ ένα τετράστιχο του Καρυωτάκη.
Β
Mario Vitti, περ. Νέα Δομή τχ. 5/1-10-1976, Η εξόντωση του «Καρυωτακισμού» και η ποίηση του Σαραντάρη. (αναδημοσίευση από την εφ. Το Βήμα 18/7/1976)
• Κώστας Βεργόπουλος, εφ. Τα Νέα 31/1/1979, Το πνεύμα της παρακμής στην ιδεολογία  του Μεσοπολέμου
• Τάσος Βουρνάς, εφ. Η Αυγή 9/12/1979 και 11/12/1979, Η σημερινή παρουσία της ποίησης του Κ. Γ. Καρυωτάκη
• Τάσος Βουρνάς, εφ. Η Αυγή 21/9/1986, Η λυρική τρυφερότητα και ο υφέρπων σαρκασμός της νέας μας ποίησης
• Συντ/ρχης Β. Βρατσαφόλης, εφ. Τα Νέα 10/4/1982, Σκοτώθηκε με το πιστόλι μου για τη Μαρία Πολυδούρη
• Βασίλης Βασιλικός, εφ. Τα Νέα 3/6/1993, Κώστας Καρυωτάκης- «Ντρόγκα» μου η ποίηση
• Κώστας Βούλγαρης, περ. Σφενδόνη τχ. 2/1998, Νίκος Εγγονόπουλος και Κώστας Γ. Καρυωτάκης
• Γεωργία Δάλκου-Κώστας Βούλγαρης, περ. Αντί 624/20-12-1996, Ο Καρυωτάκης και μια παρεξήγηση, και, -Αλέξανδρος Αργυρίου: ο συνεργάτης μας Αλέξανδρος Αργυρίου παρατηρεί…
• Γιώργος Βέλτσος, εφ. Τα Νέα 28/12/1996, «…οδεύω προς Δελφούς μέσω Αντιρρίου»
• Κώστας Βούλγαρης, περ. Ο Πολίτης τχ. 28/15-11-1996, Είμαστε κάτι διάχυτες αισθήσεις… Από τον Καρυωτάκη στον Αναγνωστάκη
• Κώστας Βούλγαρης, περ. Αντί τχ. 627/31-1-1997, Η καταφατική Αριστερά και ο αποφατικός Καρυωτάκης…
• Κώστας Βούλγαρης, εφ. Η Εποχή 19/7/1998, 70 χρόνια από την αυτοκτονία του ποιητή.
• Κώστας Βούλγαρης, περ. Αντί τχ. 788/16-5-2003, Δρόμοι του Καρυωτάκη
• Κ. Ι. Βούλγαρης, εφ. Η Καθημερινή 4/3/1997, Ένα Συμπόσιο για τον Κώστα Καρυωτάκη.
• Νάσος Βαγενάς, εφ. Το Βήμα 18/4/2004, Η αριστεροποίηση του Καρυωτάκη
• Νάσος Βαγενάς, εφ. Το Βήμα 22/8/2004, Μια άλλη ανάγνωση του Καρυωτάκη
Γ
• Δημήτρης Γιάκος, περ. Νέα Εστία τχ. 1226/1-8-1978, Κώστας Γ. Καρυωτάκης- πενήντα χρόνια από τον θάνατό του
• Ζαχαρούλα Γαϊτανάκη, εφ. Ελεύθερος 17/5/1994, Τα μηνύματα των ματιών στα ποιήματα του Κ. Καρυωτάκη
• Ελένη Γκίκα, εφ. Έθνος 26/9/1999, Καρυωτάκης-Ρομαντικός και απαισιόδοξος
• Γιώργης Γιατρομανωλάκης, εφ. Το Βήμα 22/7/2001, Στην αμμουδιά της χλοερής Πρέβεζας
Δ
• Γιώργος Δέλιος, περ. Το Περιοδικόν μας τχ. 4/10,1958
• Αλέκα Δήμου, περ. Γιατί τχ. 155/5,1988, Τα Γιατί του Καρυωτάκη και η Ελληνική Επαρχία
• Γ. Β. Δαβού, εφ. Η Αυγή 21/7/2002, Η (μετα)κένωση του κενού
• Γεωργία Δάλκου, περ. Ο Πολίτης τχ. 28/15-11-1996, Καρυωτάκης, ο Συμπολίτης μας. Εκατό χρόνια από τη γέννησή του
• Γεωργία Δάλκου, περ. Αντί τχ. 788/16-5-2003, Οι δρόμοι που τον οδήγησαν στα όρια της σιγής
• Τιτίνα Δανέλλη: επιμέλεια, εφ. Ο Ριζοσπάστης 25/5/2003, Ποιητικά
Ζ
• Ρένα Ζαμάρου, περ. Ο Πολίτης τχ. 31/31-1-1997 και 32/21-2-1997, Καρυωτάκης-Εγγονόπουλος. Δρόμοι παράλληλοι και τεμνόμενοι
• Αλέξης Ζήρας, «Επιβιώσεις και παρουσία του Καρυωτάκη στην Ελληνική μεταπολεμική ποίηση»  στο Πρακτικά Έκτου Συμποσίου Ποίησης, Γνώση 1987
Η
• Αντώνης Ηλιόπουλος, εφ. Η Καθημερινή 12/11/1996, Πρέβεζα και Καρυωτάκης Ι
Θ
• Μαρή Θεοδοσοπούλου, εφ. Η Εποχή 25/12/2015, βιβλιοκριτική για το βιβλίο του Νάσου Βαγενά»
• Άλκης Θρύλος, περ. Νέα Εστία τχ. 739/15-4-1958, Μνήμη του Καρυωτάκη.(από εφ. Ελευθερία 15/3/1957)
Ι
• Βίκτωρ Ιβάνοβιτς, περ. Σύγκριση τχ. 8/11,1997, Ο Μποέμ και ο Δημόσιος Υπάλληλος. Le boheme et le fonelionnaire Des vertus de la poesie mineure. Deux figures du symbolism balkanique Georgas Bacovia et Karyotataki
Κ
Θ. Γ. Καρυωτάκη, εφ. Το Βήμα 13/8/1978, Ο Κ.Γ. Καρυωτάκης και  Μιχ. Κύρκος
• Σωτήρης Καλαφάτης, εφ. Τα Νέα 20/3/1981, Ο Καρυωτάκης και οι Γενναίοι
• Ανδρέας Καραντώνης, περ. Τα Νέα Γράμματα τχ./9,1935, Η επίδραση του Καρυωτάκη στους νέους
• Ανδρέας Καραντώνης, περ. Φιλολογική Πρωτοχρονιά τομ. 39/1982, Ο Καρυωτάκης και η Πρέβεζα
• Σταύρος Κουτσογιάννης, περ. Σφενδόνη τχ. 2/1988, Χορός ημιπαρθένων… (μέρος δεύτερο)
• Δημήτρης Κόρσος, περ. Νέα Εστία τχ. 1600/1-3-1994, Πόνος και Άθλοι του Κωνσταντίνου Καρυωτάκη
• Δημήτρης Κράνης, περ. Νέα Εστία τχ.1607/15-6-1994, Μνήμη Κ. Καρυωτάκη (ποίημα)
• Γιάννης Κουβαράς, εφ. Η Καθημερινή 23/7/1996, Ο δραστικά παρών Κώστας Καρυωτάκης
• Γιάννης Κουβαράς, εφ. Η Καθημερινή 22/10/1996, Η κληροδοσία της «Πρέβεζας»
• Γιάννης Κουβαράς, εφ. Η Καθημερινή 21/7/1998, Καρυωτάκης-Λεοντάρης: πρόδηλες συγκλίσεις και λανθάνουσες αναλογίες
• Δημήτρης Κόρσος, περ. Ραδιοτηλεόραση τχ.1089/29-12-1990, Κώστας Καρυωτάκης. Σημείωμα Δ. (υπάρχει και το ποίημα «Υποθήκαι»)
• Διονύσης Καψάλης, περ. Ο Πολίτης τχ. 124/11,12,1993, Κ. Γ. Καρυωτάκης-Το φάσμα του ήχου
• Λουκάς Κούσουλας, περ. η λέξη τχ.153/9,10,1999, Καρυωτάκης (από το σημείωμα της 21/7/1928) (ποίημα)
• Βασίλης Κ. Καλαμαράς, εφ. Ελευθεροτυπία 17/8/2000, «Έγραφε, έγραφε και βημάτιζε πάνω-κάτω»…
• Ιωάννα Κολοβού, εφ. Η Βραδυνή 10/10/2000, Κώστας Καρυωτάκης- Μια όπερα
• Χρήστος Ε. Κατσιγιάννης, περ. Φιλολογική Πρωτοχρονιά τόμ. 57/2000,  Μνήμη Κ. Γ. Καρυωτάκη 1896-1925 (ποίημα)
• Τασούλα Καραγεωργίου, περ. Αντί τχ.788/16-5-2003, Αρχίλοχος και Καρυωτάκης: Ανίχνευση μιας ποιητικής συγγένειας
Λ
• Βύρων Λεοντάρης, περ. Σημειώσεις τχ.37/9,1991, Το πάθος και το Λάθος
• Γιώργος Λεωτσάκος, εφ. Η Ημερησία 23/3/2001, Μεταθανάτιος διασυρμός…
Μ
• Στέφανος Μπεκατώρος, εφ. Η Αυγή 30/7/1978, Κώστας Καρυωτάκης, Η επιβίωση ενός αναπήρου
• Σάντρα Μπακογιαννοπούλου, εφ. Το Βήμα 20/7/1986, Συμπόσιο Καρυωτάκη στην Πρέβεζα
• Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, εφ. Το Βήμα 5/10/1986, «62 χρόνια στα ρηχά»
• Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, εφ. Το Βήμα 2/11/1986, Κώστας Καρυωτάκης
• Μιχάλης Μπακογιάννης, περ. Παρατηρητής τχ.6-7/1988, Ένα άγνωστο άρθρο του Κ. Γ. Καρυωτάκη
• Αλέξης Μινωτής, εφ. Η Καθημερινή 18/12/1988, Ο Α. Μινωτής για τον Καρυωτάκη
• Παντελής Μπουκάλας, εφ. Η Καθημερινή 22/10/1996, Η ανθεκτική ποίηση του Κ. Γ. Κρυωτάκη
• Λαμπρίνας Μαραγκού, εφ. Ο Κόσμος του Επενδυτή 19-20/10/1996, Στα όρια σουρεαλισμού και συμβολισμού ο Καρυωτάκης
• Ελένη Μπίστικα, εφ. Η Καθημερινή 1/11/1996, Τρίπολη και Τριπολιτσιώτες τιμούν τον Κώστα Καρυωτάκη
• Σωτήρης Μαντζάρας, εφ. Η Καθημερινή 12/11/1996, ΙΙ (Στην αρχή εξεπλάγην για την αδικαιολόγητη σκληρότητα…)
• Γιώργος Χ. Μπαλούρδος, εφ. Η Φωνή του Πειραιώς 1/11/1996,
  Ο μελαγχολικός πιερότος, (και στο bloc)
• Μαρία Μαργώνη, περ. Νέα Εστία τχ. 1744/4,2002, Για την χρήση των προγόνων. Ο Κ. Καρυωτάκης και ο Ανδρέας Εμπειρίκος
• Μιχάλης Γ. Μερακλής-Ευδοκία Παραδείση, λήμμα στο Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Πατάκη 2007
Π
• Γιονάς Μικέ Παϊδούση, περ. Ο Ταχυδρόμος τχ. 1144/1-4-1976, «Από το ανέκδοτο κοριτσίστικο Λεύκωμα της Μαρίας Πολυδούρη»
• Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος, περ. Γράμματα τεύχη 1-2/1,2,1946, και 3-4/3,4,1946, και 5/5,1946.
• Αδαμάντιος Δ. Παπαδήμας, περ. Φιλολογική Πρωτοχρονιά τ. 18/1961, ‘Ανέκδοτοι στίχοι του Κ. Καρυωτάκη στον εικονογραφημένο «Παρνασσό»
• Μαρία Παπαδοπούλου, εφ. Τα Νέα 14/3/1981, Ο Καρυωτάκης … τρελάρας(τηλεκριτική)
• Ισαβέλλα Παπαζήση, περ. Επίκαιρα τχ. 604/28-2-1980, «Το τελευταίο απόγευμα του Καρυωτάκη»
• Γιάννης Παπακώστας, περ. η λέξη τχ. 141/9,10,1997, Καρυωτάκης-Γιώργος Κοτζιούλας, σχέση διαλόγου.
• Γιάννης Παπακώστας, εφ. Το Βήμα 30/3/1997, Ο Καρυωτάκης και η Αριστερά
• Γιάννης Παπακώστας, εφ. Το Βήμα 1/10/1995, Η «ελεεινή μνήμη» του ποιητή. Μια άγνωστη επιστολή.
• Γιάννης Παπακώστας, εφ. Τα Νέα 24/9/1988, Καρυωτάκης-Λαπαθιώτης. Στην «Εύβοια»…
• Γιάννης Παπακώστας, εφ. Το Βήμα 10/5/1987, Ο ποιητής και ο έρως
• Γιάννης Παπακώστας, εφ. Το Βήμα 30/11/1986, «Ανάγκη Χρηστότητος», Ένα λανθάνον κοινωνικό κείμενο του Κ. Γ. Κ»
• Δημήτρης Παπαχρήστος, περ. Ο Πολίτης τχ.28/15-11-1996, Για ένα ποίημα που σεργιάνισε στους δρόμους
• Κλέων Παράσχος, περ. Νέα Εστία τχ. 15/3/1928, «Ελεγεία και Σάτιρες»
• Δήμητρα Παυλάκου, εφ. Η Αυγή 20/3/1988, «Ανάγκη Χρηστότητος»
Massimo Peri, περ. Μολυβδοκονδυλοπελεκητή τχ. 1/1989, «Ανανέωση και παράδοση στα ρυθμικά συντακτικά σχήματα του Καρυωτάκη»
• Γιώργος Πετρόπουλος, περ. Το κουτί της Πανδώρας τχ.11/2,1986, Η ποίηση της ψύχωσης
• Γιώργος Ηλ. Πετρόπουλος, εφ. Ο Ριζοσπάστης 22/4/1993, Ο άλλος Καρυωτάκης, και, Σχετικά με τον «Άλλο Καρυωτάκη» επιστολή του Θανάση Καραγιάννη.
• Δημήτρης Π. Κωστελένος, εφ. Ο Ριζοσπάστης 8/5/1993, Σχετικά με την προσφορά του Καρυωτάκη
• Ο Παρατηρητής, εφ. Η Καθημερινή 19/8/1993, Οι άδοξοι ποιητές!
Ρ
• Βασίλης Ραφαηλίδης, εφ. Έθνος 13/9/1986, «Ο ποιητής και οι ρινόκεροι»
• Στέφανος Ροζάνης, περ. Αντί τχ. 788/16-5-2003, «Η μελαγχολική ιλαρότητα του Κ. Κ»
• Ανδρέας Ρουμελιώτης, εφ. Ελευθεροτυπία 8/8/1995, «Αντιγράφοντας Καρυωτάκη»
• Ανδρέας Ρουμελιώτης, εφ. Ελευθεροτυπία 24/10/1996, «Χορός ημιπαρθένων…»  
Σ
• Γιώργος Π. Σαββίδης, εφ. Το Βήμα 30/10/1976, «Ευτράπελα σχολαστική συμβολή στα 80χρονα του Κ. Γ. Καρυωτάκη»
• Γιώργος Π. Σαββίδης, εφ. Το Βήμα 23/7/1978, «Κι ο Καρυωτάκης δεν είχε πάει ακόμη στην Πρέβεζα»
• Γιώργος Π. Σαββίδης, περ. Περίπλους τχ. 30-31/1991, «Στα Ίχνη του Καρυωτάκη»
• Γιώργος Π. Σαββίδης, περ. Παρατηρητής τχ. 9-10/1988, «Στον πεζόδρομο του Καρυωτάκη»
• Χ. Γ. Σακελλαριάδης, περ. Φιλολογική Πρωτοχρονιά τ. 30/1973
• Κώστας Σαρδελής, εφ. Η Καθημερινή 1/11/1996, (στην στήλη των Αναγνωστών για τον Καρυωτάκη) «Πρέβεζα και Καρυωτάκης»
• Μίλτος Σαχτούρης, περ. η λέξη τχ. 74/5,6,1988, «Καρυωτάκης και ¨Καρυωτακισμός΄»
• Γιάννης Σβώλος, εφ. Ελευθεροτυπία 13/12/2000, «Η αυτοκτονία του «Kariotakis»
• Μαριάννα Σπανάκη, περ. Ο Πολίτης τχ. 80/6,1987, «Η αποστροφή του Καρυωτάκη. Γυναικείοι ρόλοι και κοινωνική αμφισβήτηση»
• Χαρά Σταθοπούλου, εφ. Ελεύθερη Ώρα 10/4/1994, «Τα μηνύματα των ματιών στα ποιήματα του Καρυωτάκη»
• Κώστας Στεργιόπουλος, περ. Ποίηση τ.3/Άνοιξη 1994
• Λάζαρος Συνέσιος, εφ. Η Καθημερινή 7/9/1993, «Ο Κ. Γ. Καρυωτάκης και η Πρέβεζα»
• Φρανσουάζ Γκωτιέ-Συνοδινού, εφ. Η Καθημερινή 1/1/1979, «Οι λέξεις- φετίχ στον Κ. Καρυωτάκη»
Τ
• Κώστας Ι. Τσαούσης, εφ. Ελευθεροτυπία 3/2/1978, «Κώστας Καρυωτάκης»
• Χρήστος Τελίδης: ρεπορτάζ, εφ. Έθνος 14/3/1993, «Καρυωτάκης-Πρέβεζα»
• Δημήτρης Τζιόβας, περ. Ποίηση τ. 9/Α-Κ,1997
• Νίκος Τουτουντζάκης, περ. Φιλολογική Πρωτοχρονιά τ. 17/1960
• Κυριακή Τρικάδα, εφ. Η Βραδυνή 8/3/1998, «Κανένας, ούτε ο ήλιος πια δεν μπαίνει»
• Λίζυ Τσιριμώκου, περ. Αντί τχ. 632/11-4-1997, «Το φάσμα της αυτοχειρίας»
• Λίζυ Τσιριμώκου, περ. Ποίηση τ.9/Α-Κ,1997, «Ποιητική Αλχημεία, Μπωντλαίρ-Καρυωτάκη»
Χ
•Μηνάς Χρηστίδης, περ. Ο Ταχυδρόμος τχ.13/26-3-1981, «Η πρώτη σελίδα»
• Μάνος Χωριανόπουλος, εφ. Η Ακρόπολη 29/3/1981, «Καρυωτάκης-Πολυδούρη»
• Μάνος Χωριανόπουλος, εφ. Η Ακρόπολη 23/8/1981, «Τρεις Αιτίες ώπλισαν το χέρι του Καρυωτάκη
ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΑ ΔΟΚΙΜΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΟΙΗΤΗ
• περ. Νέα Εστία τχ. 1630/1-6-1995, Συμβολή στη βιβλιογραφία του Κ. Γ. Καρυωτάκη
• εφ. Η Καθημερινή 22/2/1998, (για την έκδοση του Ιδεογράμματος)
• Ευριπίδης Γαραντούδης, εφ. Το Βήμα 5/7/1998, «Ψεύτη του κόσμου», (για το Καρυωτάκης και Καρυωτακισμός)
• Μαρή Θεοδοσοπούλου, εφ. Η Εποχή 25/12/2015, «Γεύση μιας επετείου» (για το βιβλίο του Νάσου Βαγενά)
• Ελένη Μπίστικα, εφ. Η Καθημερινή 18/11/2001, (για το Ημερολόγιο 2002)
Απόστολος Σαχίνης, Τετράδια Κριτικής, Σειρά 7η, Εστία 1991(για Βάσο Βαρίκα)
• εφ. Η Αυγή 26/6/1988, και εφ. Ελευθεροτυπία 8/9/1988, και εφ. Έθνος 22/6/1988 και Γ. Κ. Μωραίτης εφ. Ο Ριζοσπάστης 21/3/1996, (όλα για το βιβλίο του Επαμεινώνδα Γ. Μπαλούμη)
• Νίκος Ντόκας, εφ. Ελευθεροτυπία 3/9/1990, για τα Πεζά σε επιμέλεια Γ. Π. Σαββίδη και, το βιβλίο της Λιλής Ζωγράφου.
Επίσης, για τα Πεζά και τα εξής: Α. Μ. εφ. Εξόρμηση 23/11/1989, και εφ. Η Καθημερινή 22/10/1991, και εφ. Ελεύθερος Τύπος 21/1/1990 και, εφ. Η Εποχή 4/2/1990 και, εφ. Το Βήμα 28/1/1990
• εφ. Ο Κόσμος του Επενδυτή 21/2/1993, για τα Ποιήματα, των εκδόσεων Νεφέλη 1992
• Για τις Μεταφράσεις του Καρυωτάκη τα εξής: Διονύσης Καψάλης, εφ. Η Καθημερινή, 29/11/1994 και 6/12/1994 «Η τέχνη της ποιητικής μετάφρασης» και, εφ. Η Καθημερινή 18/9/1994, και Βαγγέλης Χατζηβασιλείου εφ. Ελευθεροτυπία 22/6/1994 «Η ελευθερία του ποιητή» και περ. Αντί τχ. 553/10-6-1994 και για τον Χαρτοπαίκτη, δες περ. Αντί τχ. 459/8-2-1991
Στην Φιλολογική Πρωτοχρονιά τ. 11/1954, υπάρχει το ποίημα του Βέλγου ποιητή Georges Rondeubach.
• Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, εφ. Ελευθεροτυπία 19/4/1995 για το βιβλίο του Δημήτρη Αγγελάτου
•περ. Αντί τχ. 664/3-7-1998, για το βιβλίο του Κώστα Βούλγαρη
• Για το βιβλίο του Στέλιου Γεράνη, τα εξής: Δημήτρης Ιατρόπουλος, περ. Εικόνες τχ. 16/17-4-1991, και Δημήτρης Γιάκος  εφ. Εξόρμηση 2-6-1991 «Αυτοκτονία: το επίχειρα ενός Συνδικαλιστή!», και Στέργιος Δημούλης, εφ. Η Αυγή 27/10/1991 «Ο Καρυωτάκης χωρίς παραμορφώσεις» και, εφ. Ελευθεροτυπία 27/3/1991 κα, εφ. Έθνος 6/3/1991και. Εφ. Εξόρμηση 6/4/1991
• Έλενα Χουζούρη, περ. Το Τέταρτο τχ. 13-5-1986, για το βιβλίο της Γεωργίας Δάλκου
• Δήμητρα Παυλάκου, εφ. Η Αυγή 9/7/1989, για το βιβλίο του Ζήσιμου Λορεντζάτου, και το Στα χνάρια του Καρυωτάκη του Γ. Π. Σαββίδη
• Κώστας Γ. Παπαγεωργίου, εφ. Ελευθεροτυπία-Η Βιβλιοθήκη 27/11/1998, για το βιβλίο του Επαμεινώνδα Γ. Μπαλούμη «Τα αδιέξοδα του ρεαλισμού»
• για το μελέτημα της Χριστίνας Ντουνιά, τα εξής: Κυριακάτικη 14/1/200, και Αθηνά Βογιατζόγλου, περ. Ποίηση τ.17/Α-Κ. 2001, και Λίζυ Τσιριμώκου εφ. Το Βήμα 25/3/2001 «Φάκελος Καρυωτάκη» και Κώστας Βούλγαρης περ. Ο Πολίτης τχ. 85/2,2001 και Κώστα Καρακώστα εφ. Η Αυγή 1/3/2001 «Αναζητώντας νέα στοιχεία για τον Καρυωτάκη», και Παντελής Μπουκάλας εφ. Η Καθημερινή 30/1/2001 «Το διαρκές «σκάνδαλο» του Κώστα Καρυωτάκη», και εφ. Τα Νέα 9-10/12/2000
• Για το βιβλίο του Γιάννη Παπακώστα, Αιμιλία Καράλη εφ. Πριν 1/3/1992 «Ο πολιτικός Καρυωτάκης» και εφ. Ελευθεροτυπία 23/21992 και εφ. Ελευθεροτυπία 8/4/1992 και Α. Κ. εφ. Ο Ριζοσπάστης 23/4/1992
• Για τα βιβλία του Γιώργου Π. Σαββίδη τα εξής: εφ. Ελευθεροτυπία 18/10/1989 και εφ. Ελευθεροτυπία 12/11/1989 και εφ. Η Εξόρμηση 28/1/1990 και εφ. Η Καθημερινή 1/10/1989 και περ. Περίπλους τχ. 23/1989. Και ακόμα, εφ. Έθνος 21/6/1989 και εφ. Το Βήμα 9/7/1989 και Νίκος Γ. Δαβέττας εφ. Ελεύθερος Τύπος 25/6/1989 και εφ. Τα Νέα 5/6/1989 και εφ. Ελευθεροτυπία 10/6/1990 και Δημήτρης Σταμέλος εφ. Ελευθεροτυπία 21/6/1989 «Η εξουσία και ο Καρυωτάκης»
• Κώστας Βούλγαρης, περ. Ο Πολίτης τχ. 96/1,2002 για το Ανθολόγιο του Θανάση Χατζόπουλου.     
ΒΙΒΛΙΑ
• Γιώργος Αράγης, Ασκήσεις Κριτικής, Σοκόλη 1990
• Αλέξανδρος Αργυρίου, Αναψηλαφήσεις, Κέδρος 1986
• Αλέξανδρος Αργυρίου, Κείμενα περί Κειμένων, Σοκόλη 1995
• Αλέξανδρος Αργυρίου, Οριακά και μεταβατικά έργα Ελλήνων πεζογράφων, Σοκόλη 1996
• Κώστας Βάρναλης, Αισθητικά-Κριτικά, τ. Β, Κέδρος 1978
•  Γιάννης Δάλλας, Πλάγιος Λόγος,
• Δημήτρης Δασκαλόπουλος, Τα βήματα
• Σόνια Ιλίνσκαγια, Η Μοίρα μιας Γενιάς, μεταφραστική επιμέλεια: Μήτσος Αλεξανδρόπουλος, Κέδρος 1976
• Σόνια Ιλίνσκαγια, Επισημάνσεις, Από την πορεία της ελληνική ποίησης του 20 αιώνα, Πολύτυπο 1992
• Αντρέας Καραντώνης, Από το Σολωμό ως τον Μυριβήλη (Λογοτεχνικά μελετήματα), Εστία χ.χ.
• Γιάννης Κοντός, Τα Ευγενή Μέταλλα, Κέδρος 1994
• Τίμος Μαλάνος, Η δύναμη των αισθήσεων, Πρόσπερος 1984
• Κώστας Ουράνης, Δικοί μας και Ξένοι, τόμ. 2ος Εστία χ.χ.
• Γ. Ν. Παπαδημητρίου, Ταλέντο και Τέχνη, Αθήνα 1964
• Γιάννης Παπακώστας, Η Έρευνα και οι Ερμηνευτικές εκδοχές, Πατάκη 2002
• Γιάννης Παπακώστας, Ιχνηλασίες, Οδυσσέας 1990
• Μήτσος Παπανικολάου, Κριτικά, Πρόσπερος 1980
 • Κλέων Β. Παράσχος, Εισαγωγή στη σύγχρονη ελληνική ποίηση, Γκοβόστη χ.χ.
• Κλέων Β. Παράσχος, Κύκλοι, Ροδάκη 1940
• Ηλίας Πετρόπουλος, Ρεμπέτικα Τραγούδια, Κέδρος 1996, σ.200
• Μιχάλης Πιερής, Από το μερτικόν της Κύπρου, Καστανιώτη 1991
• Τριαντάφυλλος Πίττας, Φαντασία, Εστία 1989
• Κώστας Προύσης, Έλληνες Ποιητές και πεζογράφοι, Εστία 1989
• Φ. Σκούρας, Συγκίνηση-Τέχνη-Αγωνία, Καραβίας χ.χ.
• Πέτρος Σπανδωνίδης, Η νεώτερη ποίηση στην Ελλάδα, Ίκαρος 1957
• Κώστας Στεργιόπουλος, Η Ελληνική Ποίηση. Η Ανανεωμένη παράδοση, Σοκόλη 1990
• Κώστας Στεργιόπουλος, Περιδιαβάζοντας, τόμος Α΄ και Γ΄, Κέδρος 1994
• Δημήτρης Τσάκωνας, Λογοτεχνία και Κοινωνία στον Μεσοπόλεμο, Κάκτος 1987
• Έλλη Φιλοκύπρου, Παλαμάς, Καρυωτάκης, Σεφέρης, Ελύτης. Μεσόγειος 2006
• Πέτρος Χαρτοκόλης, Ιδανικοί Αυτόχειρες, Εστία 2003
• Ιωάννης Χατζηφώτης, Αναλύσεις νεώτερης ποιήσεως, Εστία χ.χ.
      Αυτή είναι η ενδεικτική δική μου βιβλιογραφία για τον μελαγχολικό πιερότο της Τρίπολης, υπάρχει και η εργασία του ιστορικού Αλέξανδρου Αργυρίου στο περιοδικό Παλίμψηστο τεύχος 16, όπως αναφέρεται στο Λεξικό των εκδόσεων Πατάκη. Δεν αποδελτίωσα τις Ιστορίες της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, τα Βιογραφικά Λεξικά και τις Ελληνικές Ανθολογίες.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη γραφή σήμερα, Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2016
Πειραιάς 17/1/2016