ΜΝΗΜΗ ΚΥΠΡΙΩΝ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΕΣΟΝΤΩΝ
ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΕΙΣΒΟΛΗ
«Ήρθε
ο καιρός να θυμηθούμε
Ήρθε
η ώρα να ξεκουραστούμε
από
τη λάμψη των καλοκαιριών
Πίσω
να στρέψουμε το βλέμμα
τον
ίσκιο να γνωρίσουμε που μας ακολουθεί
με
καλυμμένο πρόσωπο
……………………………………..»
Μισός αιώνας πέρασε από την πτώση της
τελευταίας στρατιωτικής χούντας στην Ελλάδα το 1974. Από την μία σύσσωμος ο Ελληνικός Λαός βγήκε
στους δρόμους να πανηγυρίσει και να εορτάσει την αποκατάσταση της Δημοκρατίας,
και από την άλλη- δυστυχώς- ο Κυπριακός Ελληνισμός οδηγούνταν στον δικό του
ανηφορικό και τραγικό γολγοθά στην σύγχρονη πολιτική του ιστορία. Την ιστορία
του Οικουμενικού Ελληνισμού του 20ου αιώνα. Ανόητοι, άμυαλοι έλληνες
στρατιωτικοί επεχείρησαν με τα όπλα να ανατρέψουν τον εκλεγμένο πρόεδρο της
Κυπριακής Δημοκρατίας αρχιεπίσκοπο Μακάριο. Αποτέλεσμα, Τούρκικη Εισβολή και
Κατοχή μεγάλου μέρους της Κυπριακής επικράτειας. Κατάληψη πάνω από 30% του
Κυπριακού εδάφους, πάνω από 200.000 Κύπριοι πρόσφυγες ξεριζωμένοι από τα
πανάρχαια προγονικά τους εδάφη, την γη των προγόνων τους. Δολοφονίες Ελλήνων
και Κυπρίων αγωνιστών, φυλακίσεις, αιχμαλωσίες, εξορίες, χιλιάδες οι Κύπριοι
αγνοούμενοι, υλικές καταστροφές. Ένα μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς της
Κυπριακής Δημοκρατίας καταστράφηκε ή βρέθηκε σε χέρια τρίτων. Έκτοτε τα
Τούρκικα στρατεύματα που εισέβαλαν και κατέλαβαν την Κύπρο παραμένουν στο Νησί
της Αφροδίτης. Το Νησί διχάστηκε, τεμαχίστηκε στα δύο. Το «χρυσοπράσινο φύλλο
ριγμένο στο πέλαγος» όπως το μελοποίησε ο Ελληνοκύπριος μουσικοσυνθέτης και
στιχουργός Μάριος Τόκας (Λεμεσός 8/6/1954- Αθήνα 27/4/2008), παραμένει για μισό
αιώνα σκλαβωμένο. Δυστυχώς ούτε η Ευρωπαϊκή Ένωση,- που εντάχθηκε η Κύπρος-
ούτε η Παγκόσμια Κοινότητα, ούτε οι Διεθνείς Οργανισμοί, ούτε οι τρείς
εγγυήτριες δυνάμεις της Αγγλίας, της Ελλάδας και της Τουρκίας κατόρθωσαν
πενήντα χρόνια τώρα να βρουν λύση. Να αποχωρίσουν τα ξένα στρατεύματα και να
ενοποιηθεί η Κυπριακή πατρίδα.
Είναι όχι
απλώς φρούδες ελληνοκυπριακές ελπίδες, όνειρα θερινής πολιτικής νυκτός, αλλά
μάταιο να αναμένει τουλάχιστον η δική μας πολιτικοποιημένη Γενιά μετά το 1974,
που συμμετείχε σε πορείες και διαδηλώσεις, σε ειρηνικούς αγώνες για την
απελευθέρωση της Κύπρου από τον Αττίλα 1 και 2, με τα λόγια στο μέρος της καρδιάς
«ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ» ότι η Κύπρος θα αποκτήσει και πάλι την εδαφική της ακεραιότητα και
θα συμβιώσουν οι δύο κοινότητες Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων αρμονικά και
ειρηνικά. Παρά τα πολιτικά και άλλα ευχολόγια της Ελληνοκυπριακής πλευράς και
των διπλωματικών υπηρεσιών το πιθανότερο είναι και στο μέλλον η Κύπρος να
παραμείνει διχασμένη ή να επικρατήσουν σχέδια διχοτόμησης της άλλης πλευράς. Οι
σκέψεις αυτές δεν είναι ηττοπάθεια αλλά ο κυνικός ρεαλισμός της διεθνούς
πολιτικής και οικονομικής σκακιέρας, πλέοντας πάνω στα «παγόβουνα» της Ιστορίας.
Στην ιερή Μνήμη των Κυπρίων και των
Ελλήνων πεσόντων, αιχμάλωτων και αγνοουμένων πενήντα χρόνια μετά, αποφάσισα να
καταθέσω ένα μικρό ποιητικό ανθολόγιο της Αθηναίας ποιήτριας Μελισσάνθη. Η
ποιήτρια Ήβη Κούγια- Σκανδαλάκη δεν κατάγεται από την Κύπρο αλλά η φωνή της
πάντα ήταν με τα δίκαια του Ιστορικού Κυπριακού Ελληνισμού. Η ίδια από όσο
γνωρίζω δεν έγραψε ούτε αφιέρωσε ποίημά της στην Κύπρο, αυτό δεν σημαίνει ότι
δεν ενδιαφέρονταν για τις εξελίξεις στο Κυπριακό ζήτημα. Στο μεγαλύτερο μέρος
της ποιητικής της θεματολογίας όπως το γνωρίζουμε μέχρι σήμερα, ο Κόσμος των
Νεκρών του Κάτω Κόσμου, οι δικοί μας Κεκοιμημένοι είναι πανταχού παρόντες. Ο
Κόσμος των Νεκρών συνομιλεί διαρκώς με τον Κόσμο των Ζωντανών. Οι δίαυλοι
επικοινωνίας μεταξύ των ζώντων και τεθνεώτων είναι συνεχώς ανοιχτοί και
εικονογραφούν το μεγάλο ταμπλό και σκηνικό της ποιητικής της φωνής. Όχι ως
απαισιόδοξη διάθεση, καλλιέργεια πεσιμιστικού κλίματος και ατομικού πένθους
μόνο, αλλά ως συνέχεια ενός ποιητικού λόγου και μεταφυσικού μηνύματος
πνευματικής και της ζωής παράδοσης, προερχόμενης και μεταφέροντας μέσα στα
σπλάχνα της την αρχαιοελληνική και την μεσαιωνική, λόγια και δημοτική ελληνική
κληρονομιά. Τα ποιήματα της Μελισσάνθης έρχονται από τα βάθη των Ομηρικών Επών,
«στηθοσκοπούν» το διαχρονικό κληροδοτημένο σώμα της ελληνικής πολιτιστικής
κληρονομιάς. Ο ελεγειακός λόγος της για τον έναν θνητό- άνθρωπο είναι θρήνος
συλλογικής θνητότητας ολάκερης της ανθρωπότητας, ύπαρξης.
Κάτω από
αυτήν την ερμηνευτική θεώρηση θεωρώ ότι ποιητικές της μονάδες μπορούν να
αφιερωθούν στους Έλληνες και Κύπριους αγωνιστές που έδωσαν την ζωή τους στον
απελευθερωτικό αγώνα στην διάρκεια της εισβολής και κατοχής του πολέμου του
1974. Σε όλους αυτούς τους Ελληνοκύπριους επώνυμους χαμένους και ανώνυμους που
δεν θα μάθουμε ποτέ το όνομά τους αλλά και δεν θα λησμονηθούν.
Όλα τα ποιήματα προέρχονται από τον
συγκεντρωτικό τόμο: ΜΕΛΙΣΣΑΝΘΗ
ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ. ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1930-1984, σχέδιο εξωφύλλου Στάθη Κουρτη. Την
φροντίδα και την επιμέλεια της έκδοσης είχε ο συγγραφέας και βιβλιογράφος της
Μελισσάνθης Θάνος Φωσκαρίνης, εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1986, σελ. 366.
ΚΑΤΕΥΟΔΙΟ
«Να φύγουμε πρίν μας προφτάσει η ζωή,
στην ξένη γη
που δεν γνωρίζει τίποτα από τα
παιδικά μας χρόνια»
Άρης
Δικταίος
Είμαι η
Εκάβη που πενθεί τα χαμένα παιδιά της
Βέλη σκληρά
τα διαπέρασαν
στη μάχη της
Τροίας
κι όσα
γλυτώσαν έφυγαν σε μακρινό ταξίδι
ανοίγοντας
φτερό.
-Θροεί το
δέντρο με το πρώτο χάραμα
Σύννεφο από
κελαϊδισμούς ρίχνει το φύλλωμά του-
Κι άλλα
πιαστήκανε σε ξόβεργα
άλλα
μισέψανε για πάντα
κι άλλα
κινήσαν να επιστρέψουνε
απ’ το μεγάλο
δρόμο του Οδυσσέα’
«Αμάτε στο καλό! Κι ο Θεός μαζί σας»
Έχω φυλάξει
μέσα στο σεντούκι μου
κορδέλες απ’
τις παιδικές τους ώρες
φωτογραφίες
κιτρινισμένες
για να τις βρούν
στο γυρισμό γελώντας και δακρύζοντας
Στόμα, άδολο,
βλέμμα παιδιού που καίει η δίψα
των πειρατών προγόνων.
Είχαν τον ίδιον
ήλιο στη φωνή
την ίδια ασίγαστη
λαχτάρα
πού τ’
σπρωχνε στης θάλασσας το ερωτοπάλεμα.
Φτάναν τα
μεσημέρια από τ’ ακροθαλάσσι
από τον άγριο
πόντο που ‘βαφε τα μάτια τους
με νοσταλγία
θαλασσινή.
Την ίδια δίψα
είχαν στο βλέμμα
των πειρατών
προγόνων
τον ίδιον ήλιο
στη φωνή’
«Έχω στημένο ένα καράβι στα σκαριά
για να κουρσέψω
την καλή την Κυρά- Θάλασσα…»
Σωπάζει
ξαφνικά η φωνή στο πλάι σου
Κατά πού τράβηξαν;
Πήραν την αυλακιά που ανοίγουν τα δελφίνια;
Ή βράχο- βράχο
περπατούν ψάχνοντας για κοχύλια;
-Αλάτι πικρό
έχει πήξει στις λακκούβες τους-
«Μάνα καλή, μάνα πικρή
πάω να κουρσέψω
τη Μεγάλη Θάλασσα
μ’ ένα σκαρί
θαλασσινό
κατράμι μέσα
κι όξω καλαφατισμένο
του ταξιδιού
ν’ αντέξει την αρμύρα…»
Ψηλό χοχλάδι
σαν χαλάζι
σκέπασε τη
μνήμα τους
τώρα που οι άνεμοι
θαλασσινοί
σγουραίνουν
τα μαλλιά τους.
-Τις παιδικές
κορδέλες τους έχω φυλάξει
για να τις βρούν
στο γυρισμό γελώντας και δακρύζοντας-
Κινούν τα
γλαροπούλια απ’ το γιαλό
Χαιρετισμού σινιάλο
«Άμετε στο
καλό!
Κι ο Θεός
μαζί σας!».
--
Η
ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ
Την ώρα αυτή
που τα μωρά ξυπνάνε
πάνω στου στήθους
τη ζεστή φωλιά
πού να ‘ναι
κι ο δικός μου γιός; πού να ‘ναι;
Στης θάλασσας
μέσα την αγκαλιά
με δίχως
νανουρίσματα κοιμάται…
Κοιμάται ο
γιός μου μή μου τον ξυπνάτε
κύματα, πιό
βαθιά μή μου τον πάτε
της άρμης σας
πικρά είναι τα φιλιά
Ποιό άλλο
μικρό δέχτηκε τέτοια χάδια;
Πίνει για γάλα
τον πικρόν αφρό
Του κύματος
φοράει τα τυλιγάδια
τριγύρω στο
λαιμό τον τρυφερό
Πού είδατε
αλλού τέτοιο ακριβό γιορντάνι;
Νάνι του, νάνι,
νάνι-νάνι-νάνι
σωπάτε, νάνι,
το παιδί μου κάνει
κι έχει για
κούνια, τώρα, το νερό
Και για
πνιγμούς, για τραγικά ναυάγια
μέσα στις νύχτες
του όλο του ιστορεί
Για της νεράϊδας-
θάλασσας τα μάγια
που παίρνει όποιον
τις νύχτες τη θωρεί
-Αποκοιμούνται
στο μαστό τα βρέφη-
Μένανε, η άρμη
το παιδί μου τρέφει
με το μικρό
του δαχτυλάκι γνέφει
της τρικυμίας
ν’ αρχίσουν οι χοροί
Μ’ απόψε, η
θάλασσα είναι σαν το λάδι
-πλατειά,
θαρρείς, πού απλώθηκε στρωμνή-
μαυρίζει, αίμα
πνιγμένου, το σκοτάδι
Παιδί μου,
ακούς της μάνας τη φωνή;
Πού απόψε,
αυτή σου σιγοτραγουδάει’
«Μαζί θα
κοιμηθούμε, πλάϊ-πλάϊ
νάνι, κανένας
μη μου το ξυπνάει
γιατί η
καρδούλα του ίσως να πονεί».
--
Σκοτάδι
13
Πόσους θανάτους
να σκορπά το κάθε νέο μας βήμα
Πόσες πληγές
αγνώριστες, τριγύρω μας, το χέρι
στην πιό αθώα
του κίνηση ν’ ανοίγει-ποιός το ξέρει
Πόσους θανάτους
να σκορπά το κάθε νέο μας βήμα;
Τί ίσως βαραίνει,
το καλό περισσότερο απ’ το κρίμα
Κι η αμαρτία
στους ουρανούς να λάμπει σαν αστέρι
Πόσους θανάτους
να σκορπά το κάθε νέο μας βήμα;
Και τί κακό
να προξενεί το ανύποπτό μας χέρι;
--
ΥΓ.
23 Ιουλίου
2025 συμπληρώθηκαν 7 χρόνια από την ΦΟΝΙΚΗ πυρκαγιά στο ΜΑΤΙ 23/7/2018. Πάνω από
104 άτομα χάθηκαν τόσο άδικα και πολλά άλλα έγιναν εγκαυματίες, καψαλίστηκαν από
την φωτιά.
γ.χ.μ.
Πειραιάς 24 Ιουλίου
2025
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου