Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2014

ο κινηματογράφος στον Πειραιά

        Ο Πρώτος βουβός Κινηματογράφος στον Πειραιά

        Ας κάνουμε τώρα μια μικρή Πειραϊκή ανάπαυλα μέσα από τα «Πειραιώτικα» του ποιητή των «Ειδυλλίων» Νίκου Ι. Χαντζάρα, με κείμενο που έγραψε στην εφημερίδα «Η Φωνή του Πειραιώς»το Σάββατο 20 Ιουλίου του 1946.
        Ο Νίκος Ι. Χαντζάρας(Πειραιάς 1884-Πειραιάς 2/6/1949) όπως έχω ξαναγράψει υπήρξε μια σημαντική μορφή των Πειραϊκών γραμμάτων την περίοδο του Μεσοπολέμου, το έργο του είναι μικρό-αποτελείται από μία μικρή συλλογή- με τον τίτλο «Ειδύλλια», που δημοσίευσε το 1931 από τον εκδοτικό οίκο «Μουσικά Χρονικά» και μια μικρή ταμπλέτα με τον τίτλο «Μικρά Ειδύλλια» που κυκλοφόρησε αργότερα χωρίς χρονολογία έκδοσης που συμπεριελάμβανε αναθεωρημένα του ποιήματα και μερικά άλλα. Μεγάλος είναι ο όγκος των δημοσιογραφικών του δημοσιευμάτων που δημοσίευσε στις διάφορες τοπικές εφημερίδες του Πειραιά της εποχής του, μια και εργάζονταν ως δημοσιογράφος επαγγελματικά. Στο Ιστορικό Αρχείο του Πειραιά είναι συγκεντρωμένη ένα μέρος από την ανέκδοτη δημοσιογραφική του εργασία που δημοσίευσε στην τοπική εφημερίδα «Η Φωνή του Πειραιώς» έτσι όπως μας διέσωσε το Αρχείο του ποιητή ένας άλλος Πειραιώτης λογοτέχνης και δημοσιογράφος ο Χρήστος Λεβάντας. Υπάρχουν ακόμα ανέκδοτα κείμενα και ρεπορτάζ που έχει δημοσιεύσει ο ποιητής Νίκος Ι, Χαντζάρας στην ίδια εφημερίδα αλλά και σε άλλες, πλήρης καταγραφή των δημοσιευμάτων του δεν υπάρχει μέχρι σήμερα όπως και των περισσότερων Πειραιωτών δημιουργών, μια, και δεν έχει γίνει συστηματική αποδελτίωση του τοπικού τύπου. Στο Ιστορικό Αρχείο του Πειραιά δεν υπάρχουν επίσης όλα τα σώματα των τοπικών εφημερίδων, ακόμα και των πιο σύγχρονων. Σε γενικές όμως γραμμές το ποιητικό έργο μας είναι γνωστό, καθώς και αρκετές δημοσιογραφικές του δημοσιεύσεις που έχουν κατά καιρούς δημοσιευτεί σε διάφορα τοπικά έντυπα. Τον έχω αποδελτιώσει στις διάφορες ποιητικές ανθολογίες και έχω συγκεντρώσει έναν μεγάλο όγκο βιβλιογραφικών αναφορών για το έργο του.
        Εδώ διάβασα πρόσφατα ένα ακόμα μικρό χρονογράφημά του, που αναφέρεται στους επιχειρηματίες του Πειραιά και ανάμεσα σε αυτούς είναι και αυτός ο οποίος έφερε τον πρώτο βουβό κινηματογράφο στην πόλη μας.
        Δεν κάνω ειδική έρευνα, απλά παρουσιάζω το κείμενο διορθώνοντας τις μικρές του ορθογραφικές αβλεψίες και το παρουσιάζω σαν μια ακόμα μαρτυρία των διαδραματιζομένων την εποχή εκείνη. Οι μαρτυρίες και οι δημοσιογραφικές καταγραφές του Νίκου Ι. Χαντζάρα είναι πολύτιμες, γιατί μας δίνουν μια εικόνα της πόλης του Πειραιά και των κατοίκων της από ένα δραστήριο δημοσιογραφικά άτομο που είχε την τύχη να γνωρίσει από κοντά πράγματα και γεγονότα της εποχής του, και που η μνήμη του, συγκρατεί ακόμα συμβάντα που διαφορετικά θα μας ήταν άγνωστα. Επειδή τα «Πειραιώτικα» του ποιητή των «Ειδυλλίων» δεν έχουν την ιστορική ακολουθία της αφηγηματικής καταγραφής του Άγγελου Κοσμή, δεν είναι εύκολο, αλλά και όχι λανθασμένο, να τον συγκρίνουμε μαζί του, έπειτα, το βιβλίο του Κοσμή «Περασμένα και Αλησμόνητα» έχει εκδοθεί αυτοτελώς και έτσι, μπορούμε ευκολότερα να ανατρέξουμε σε αυτό. Πέρα όμως από αυτή την ερευνητική δυσκολία τα κείμενα του Χαντζάρα μας είναι χρήσιμα για τις πληροφορίες που μας δίνει από μνήμης και ασφαλώς ξεχωρίζουν για την έντονη νοσταλγία τους για μια πόλη που χάθηκε οριστικά, αναβιώνουν μια άλλη ατμόσφαιρα της πόλης, και μας προσφέρουν στοιχεία για επώνυμους αλλά και ανώνυμους Πειραιώτες που με τον τρόπο τους σημάδεψαν την πόλη και άφησαν τα ίχνη τους πάνω της.
Σίγουρα, αν ζούσε μερικά χρόνια ακόμα να έκανε μια επιλογή των δεκάδων δημοσιευμάτων του και να τα εξέδιδε, σαν μια ακόμα προσωπική μαρτυρία μια και όπως διακρίνει κανείς από τα σκόρπια κείμενά του η αγάπη για την πόλη του Πειραιά είναι μεγάλη, ουσιαστική, αληθινή και ανυστερόβουλη.
Ας απολαύσουμε λοιπόν τον λόγο ενός γνήσιου Πειραιώτη μέσα από το μικρό αυτό δημοσιογραφικό χρονικό του.
                                     ΠΕΙΡΑΙΩΤΙΚΑ

                                     Καλά  Χρόνια

        Η ερήμωση του Πειραιά η γυμνότητά του από θαύματα καλοκαιρινά, από ατραξιόν, μου θυμίζει τα παλιά και δοξασμένα, τα γιομάτα ζωή, τα πολυθόρυβα χρόνια. Θυμάμαι τους παλιούς μακαρίτες επιχειρηματίες, εκείνους που δίνανε τον τόνο στην κοσμική ζωή μας, εκείνους που είχανε κι έμφυτη καλλιτεχνική κλίση, και δεν αποβλέπανε μονάχα στο κέρδος από την επιχείρηση, μα ικανοποιούσανε και το αίσθημά τους ζητούσανε να ιδούνε αν το έργο τους είχε ευχάριστο αποτέλεσμα στο λαό του Πειραιά.
        Έρχεται στο μυαλό μου το όνομα του Αποστόλου Κονταράτου, του μακαρίτη Αλεξαντρόπουλου, του Γκαβανίζη του συμπολίτη οδοντογιατρού, του συμπολίτη Τάκη Τσούκα, ανώτατου υπαλλήλου του Δήμου τα τελευταία χρόνια.
        Ο οδοντογιατρός Γκαβανίζης, έφερε τον πρώτο βουβό κινηματογράφο στον Πειραιά. Τον εγκατέστησε στο Δημοτικό μας Θέατρο στα 1912. Το θέατρο φωτιζόταν τότε με γκάζι. Και ο επιχειρηματίας έβαλε ηλεκτρικό για πρώτη φορά. Τότε παιζότανε κάτι ταινίες Δανικές. Δεν είχαν παρουσιαστεί ακόμα οι ηρωϊδες του σινεμά, η Γαλλίδα Ρομπί, και η Ιταλίδα Φραντσέσκα, η πολύ χαριτωμένη καλλιτέχνιδα με το χαρακτηριστικό πλατύγυρο ψάθινο καπέλο της με τον πλατύ φιόγκο στο λαιμό.
Και τον ταμία του πρώτου κινηματογράφου του βουβού τον θυμάμαι. Ήταν ο μακαρίτης ο Βασίλης ο Τεμπέλης.
        Άλλος μακαρίτης, ο Γιώργης ο Συνοδινός, ζήλεψε για την επιχείρηση του Γκαβανόζη που είχεν επιτυχία. Και σε λίγο τέντωσε την οθόνη του σινεμά στο καφενείο στις Βερσαλλίες, και οικονόμησε και μια πιανόλα, ενώ ο Γκαβανόζης στο σινεμά του διατηρούσε μιαν καλή ορχήστρα.
         Ο Συνοδινός είχε στενή φιλία με τον ασφαλιστή των δημοτικών κτημάτων κι εζήτησεν υπέρογκα ασφάλιστρα από τον τότε δήμαρχο Σκυλίτση, για την ενοικίαση του Δημοτικού Θεάτρου στον Γκαβανόζη. Και ο ρέκτης συμπολίτης αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Δημοτικό Θέατρο και να εγκαταστήσει τον κινηματογράφο του στο γωνιακό καφενείο του Διονυσιάδη, έπειτα Κωστάλα για(;) Σκουζέ και Αυδή. Ταμίας του νέου κινηματογράφου ήταν ο νεαρός τότε κύριος Γιάννης Πλυντζανόπουλος, γιος  του μακαρίτη Σταύρου Πλυντζανόπουλου, αγαπητού από τον κόσμο για την καλή του καρδιά.
        Ο Κονταράτος και ο Γκαβανόζης οι δύο οδοντίατροι και μανιώδεις φιλότεχνοι, φέρανε και την περίφημη Γερμανίδα καλλιτέχνιδα της ελαφριάς μουσικής και του χορού Έλσας Έγκελ.
        Ο θίασος του Δυάμαλη είχεν εγκατασταθή στα 1928 στο θέατρο του Χρυσοστομίδη, το παλιό λαϊκό θέατρο «Απόλλων» του Πασαλιμανιού, που είχε παίξει χρόνια κι εθριάμβευε στην τιμητική του με τον «Δον Ηλία Κολοκύθο».
        Εκεί έπαιξε η Έλσα Έγκελ, ωραία τριαντάρα τότε με την υψίφωνο Σωσώ Καντύλη, τον τενόρο Τζινιόλι, την καρατερίστα Δαμάσκου και τον άντρα της, το Συράκο και τη Συράκου και τον περίφημο κωμικό Στυλιανόπουλο. Τότε μεγάλες πιένες στο λαϊκό θέατρο Χρυσοστομίδη. Πατείς με, πατώσε. Πανζουρλισμός για την Έλσα Έγκελ.

                                     Νίκος Ι. Χαντζάρας
Εφημερίδα, «Η Φωνή του Πειραιώς» Σάββατο 20 Ιουλίου 1946,
σελίδα 1.

ΥΓ. Όπως ανέφερα και στην αρχή του σημειώματος, ο υπομνηματισμός των στηλών «Πειραιώτικα» του ποιητή Νίκου Ι. Χαντζάρα είναι πολύ δύσκολος, μια και χρειάζεται κανείς πολύ χρόνο και έρευνα για να διασταυρώσει τα στοιχεία που ο Χαντζάρας παραθέτει, και δεν αναφέρονται από άλλες πειραϊκές πηγές. Ιδιαίτερα τα καλλιτεχνικά χρειάζονται ιδιαίτερες πληροφορίες που αφορούν τα καλλιτεχνικά πράγματα της εποχής στην συγκεκριμένη περίπτωση της πρώτης δεκαετίας του αιώνα, μια που ο ιστορικός του Θεάτρου Νικόλαος Λάσκαρης, αλλά και ο μετέπειτα ιστορικός Γιάννης Σιδέρης, δεν μας έχουν διασώσει τις παραστάσεις στον Πειραιά, μόνο από εφημερίδες του τοπικού χώρου και των Αθηναϊκών μπορεί να βρει κανείς στοιχεία σωστά και πάλι με επιφύλαξη, μια και ο Πειραιάς, επειδή γειτνίαζε με την πρωτεύουσα, δεν συνηθίζονταν να καταγράφουν οι άνθρωποι της εποχής τα διάφορα γεγονότα και εκδηλώσεις που συνέβαιναν στην πόλη. Επίσης, από όσο έχω συζητήσει με τον γιο του Χρυσοστομίδη τον μακαρίτη Αλέκο Χρυσοστομίδη, τον γνωστό στις παλαιότερες γενιές θεατράνθρωπο, δεν υπάρχει μια καταγραφή των θεατρικών δραστηριοτήτων του πατέρα του και αντίστοιχα του θεάτρου Χρυσοστομίδη είτε στο Πασαλιμάνι είτε κατόπιν στην γνωστή μάντρα του Κερατσινίου. Τα μόνα γνωστά είναι τα καφενεία όπου σύχναζαν οι τότε καλλιτέχνες της εποχής και δίνονταν διάφορες θεατρικές εκδηλώσεις ή παραστάσεις Καραγκιόζη από Πειραιώτες Καραγκιοζοπαίχτες. Τώρα για το καφενείο Κωστάλα μάλλον εννοεί την οδό Σκουζέ και γωνία Αυδή; Πάντως υπήρχε Πειραιώτης ηθοποιός Αυδής, ο γνωστός πολιτευόμενος «ετελείωσε-ετελείωσε» που έμεινε στην ιστορία με την γνωστή του ατάκα, του βουλευτή που του ζήταγαν ρουσφέτια. Το επίθετο του οδοντιάτρου Γκαβανόζη γράφεται και Γκαβανέζη και Γκαβανίζη.
Όσον αφορά την τέχνη του κινηματογράφου στον Πειραιά, όπως είδαμε καις την περίπτωση του κινηματογράφου «Παλλάς», το μεράκι και η αγάπη δύο οδοντιάτρων-έστω και αν ο ένας έπραξε με πλάγιο τρόπο-για την έβδομη τέχνη έφερε τα αναμενόμενα καλλιτεχνικά αποτελέσματα σε μια φτωχή εργατούπολη, που δεν είχε και πολλούς τρόπους να διασκεδάσει και να ξεδώσει. Κάτι, που επισημαίνει και ο Νίκος Ι. Χαντζάρας, τονίζοντας ότι υπήρχαν επιχειρηματίες που δεν είχαν μόνο τους σκοπό το κέρδος αλλά και τι ανταπόκριση είχε η όποια προσπάθειά τους από τον ίδιο τον Πειραϊκό λαό. Οι καλλιτέχνες που αναφέρει ο Χαντζάρας είναι πρόσωπα που μεσουράνησαν στην εποχή τους. Κάτι που ακόμα αξίζει να τονιστεί, είναι το ότι είχαν την οικονομική δυνατότητα ορισμένοι Πειραιείς της εποχής, να προσκαλέσουν αναγνωρισμένους και διεθνούς φήμης καλλιτέχνες για να δώσουν παραστάσεις  στην πόλη του Πειραιά.
Τέλος, αξίζει κάποτε να καταγραφούν οι διάφορες παραστάσεις και εκδηλώσεις που έγιναν στο φουαγιέ ή την κύρια αίθουσα του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, έτσι ώστε οι μελλοντικές γενιές να έχουν μια όσον το δυνατόν πλήρη εικόνα των διαφόρων καλλιτεχνικών εκδηλώσεων στην πόλη μας, όχι μόνο από τον χώρο του θεάτρου, αλλά και τον χώρο της μουσικής, του κινηματογράφου, των εικαστικών εκθέσεων, των διαφόρων διαλέξεων και λογοτεχνικών εκδηλώσεων, από την αρχή της οικοδόμησης αυτού του μοντέρνου Πειραϊκού αρχιτεκτονήματος, αυτού του Πειραϊκού Nαού του πολιτισμού, μέχρι των ημερών μας, που ανακαινισμένο πλέον μετά από τα τραύματα των δύο σεισμών έχει δοθεί στο Πειραϊκό κοινό και όχι μόνο.
Εξάλλου, η πόλη μας ο Πειραιάς, δεν έχει και πολλά αξιοθέατα για τους επισκέπτες-εκτός του Αρχαιολογικού της Μουσείου και εκείνο του Ναυτικού- δεν υπάρχει μία μα μία θεατρική αίθουσα, και μόνο μία κινηματογραφική.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη παρουσίαση, σήμερα, Κυριακή, 28 Σεπτεμβρίου 2014.

Πειραιάς, Κυριακή, 28 Σεπτεμβρίου 2014.                        

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου