Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου 2014

ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΟΥΝΕΛΑΚΗΣ

                   ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΟΥΝΕΛΑΚΗΣ
          (Κωνσταντινούπολη 1898-Αθήνα 25/1/1966)

          Σημαντικός θεατράνθρωπος και σκηνοθέτης ξενοσπούδαστος με μεγάλη εμπειρία-στην εποχή του-όσον αφορά την τεχνική και την διδασκαλία της σκηνοθεσίας υπήρξε ο Κωνσταντινουπολίτης Μιχάλης Κουνελάκης που γεννήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα το 1898 στην Πόλη και απεβίωσε στην Αθήνα ημέρα Τρίτη 25/1/1966. Ο Μιχάλης Κουνελάκης, που ένα παράξενο και ίσως αδικαιολόγητο πέπλο σιωπής σκέπασε τον ίδιο και την σκηνοθετική του εργασία από πολύ νωρίς, συνδέθηκε και με την πόλη του Πειραιά, όταν του ανατέθηκε από τον Φιλολογικό Σύλλογο της Φιλολογικής Στέγης Πειραιά η καθοδηγητική αρμοδιότητα του θεατρικού της τμήματος και το ανέβασμα συγκεκριμένων παραστάσεων την περίοδο του Μεσοπολέμου στο χώρο του Δημοτικού Θεάτρου και την δημιουργία της «Καλλιτεχνικής Σκηνής» Νοέμβριο του 1932, επί προεδρίας του ποιητή και δικηγόρου Γρηγόρη Θεοχάρη. Η συνεργασία αυτή δεν τελεσφόρησε, αν και ο Κουνελάκης, ανέβασε στο Δημοτικό Θέατρο παραστάσεις του χωρίς όμως επιτυχία, όπως μας δηλώνουν οι κριτικές της εποχής. Για την άκαρπη σχέση του σκηνοθέτη με την Φιλολογική Στέγη, δες απόσπασμα άρθρου του Δημήτρη Κρασονικολάκη στην εφημερίδα «Πειραιόραμα». Η Σχολή για την ακρίβεια η «Πρότυπος Δραματική Σχολή» που ίδρυσε ο Μιχάλης Κουνελάκης,-στεγάζονταν τότε-στην λεωφόρο Ελευθερίου Βενιζέλου 121 στο κέντρο του Πειραιά. Ο Μιχάλης Κουνελάκης επίσης διετέλεσε και καθηγητής της γνωστής Δραματικής Σχολής του Πειραϊκού Συνδέσμου Πειραιά την περίοδο 1924 έως το 1936.
          Αναζητώντας στοιχεία για τον λησμονημένο αυτόν σκηνοθέτη,-που έφυγε από την ζωή αρκετά νέος- έπεφτα πάνω σε μια παράξενη μάλλον σιωπή, ακόμα και ο θάνατός του δεν προκάλεσε ενδιαφέρον, οι εφημερίδες της εποχής που εξέτασα, δεν έγραψαν παρά ελάχιστα για την απώλειά του ή δεν αναφέρθηκαν καθόλου σε αυτόν. Εξαίρεση αποτελεί, το θεατρικό του έργο «Η Απαγωγή της Σμαράγδως» που παραστάθηκε στο Θέατρο του Λυκαβηττού στις 14 και 15 Ιουλίου του 1995 από το Εθνικό Θέατρο. Δυστυχώς δεν κατόρθωσα να βρω το θεατρικό αυτό έργο στο εμπόριο, έχω όμως σε  φωτοτυπία την εργασία του «Η Σκηνοθεσία»-διάλεξις του Μιχάλη Κουνελάκη, τύποις: Σώμου και Καλλίνη-Πειραιάς 1927 σελίδες 34.
Καθώς ξαναδιάβαζα την εργασία του και τις απόψεις του Κουνελάκη περί «Σκηνοθεσίας», που δημοσιεύθηκε πρώτα σε επιφυλλίδες στην εφημερίδα «Η Βραδυνή» αρχές Μαΐου του 1927(πρώτη επιφυλλίδα 2/5/1927) σκέφτηκα να παραθέσω τις ισχνές αυτές πληροφορίες που συγκέντρωσα και αποσπάσματα από την εργασία του που την βρίσκω ακόμα και σήμερα σε αρκετά της σημεία ενδιαφέρουσα.
Ο Μιχάλης Κουνελάκης στην διάρκεια της καλλιτεχνικής του σταδιοδρομίας γύρισε και μια κινηματογραφική ταινία το 1930 τα «Γαλάζια Κεριά», βασισμένη στο μυθιστόρημα του Σπύρου Ποταμιάνου «Το Αγκάθι», ένα αισθηματικό ρομάντζο. Η ταινία που βγήκε στις κινηματογραφικές αίθουσες στις 20/4/1930 ήταν όπως είναι φυσικό ασπρόμαυρη αλλά και βουβή, η φωτογραφία ήταν του Μανώλη Τζανετή και η εταιρεία που έκανε την παραγωγή ήταν της Νίλο Φίλμ, την διασκευή του σεναρίου από το μυθιστόρημα την έκανε ο ίδιος ο μυθιστοριογράφος που συμμετείχε και στην ταινία. Συμμετείχαν επίσης: η Ρίτα Μυράτ, ο Θανάσης Μαρίκος, ο Παρασκευάς Οικονόμου, η Αθανασία Μουστάκα, η Μερόπη Ροζάν, η Σαπφώ Αλκαίου και η Φωτεινή Λούη.
Όπως διακρίνουμε από την παράθεση των ονομάτων που αντλούμε από το βιβλίο, «Ελληνικός Κινηματογράφος»-Ιστορία-Φιλμογραφία-Βιογραφικά, τόμος Α΄ (1905-1970), εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα 2005, των Άγγελου Ρούβα και Χρήστου Σταθακόπουλου, στην μοναδική αυτή ταινία του Κουνελάκη συμμετείχαν τα γνωστότερα ονόματα της ελληνικής έβδομης τέχνης την εποχή εκείνη.
Ας μην μας διαφεύγει ότι, η πρώτη ομιλούσα ελληνική ταινία ήταν το κοινωνικό δράμα «Η γροθιά του σακάτη» 12/5/1930 σε μουσική και σκηνοθεσία του Τέτου Δημητριάδη.
                   Ενδεικτική Κειμενογραφία
- εφημερίδα Η Βραδυνή 2-7/5/1927
  «Τι είναι σκηνοθεσία»
- εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος 14/6/1925
  «Η σκηνοθεσία. Η Ελλάς δεν ανέχεται τας ειδικότητας»
- περιοδικό Νέα Εστία τχ. 21-45/1-11-1928
  «Οι Δραματικές μας Σχολές»(Μια απάντηση)
- περιοδικό Νέα Εστία τχ. 22-46/15-11-1928
  «Η «Δράκαινα» στο Βουκουρέστι»
- περιοδικό 23-47/1-12-1928
  Άλκης Θρύλος. Αισθητική και Σχολαστική διδασκαλία. (απάντηση στον
  Μιχάλη Κουνελάκη)
  περιοδικό «Μουσικά Χρονικά» τόμος Α΄ 1928-1929
  σ. 54,123,128,147,151-153,176,177,178,182,199-200,321,368,376,391,406.
  «Θεατρικαί Σκέψεις και κρίσεις»,σ. 137-138
- Τα Παρασκήνια 1/7/1924
  «Οι τεχνικές εξελίξεις του θεάτρου στη Γερμανία», σ. 9-15.
- εφημερίδα Πολιτεία 3/6/1928
  «Κριτικά σημ. Κουρτ Γκετς, «Θηριοτροφείο» Θέατρο Κεντρικόν. σ.149
- εφημερίδα Πολιτεία 15/2/1928
  Λουίτζι Πιραντέλλο, «Ο Άνθρωπος, το Κτήνος και η Αρετή», σ. 215.
  Θέατρο Απόλλων.
- Τα Παρασκήνια 13/1/1940
  Θεόδωρος Μουσατέσκου, Ο συγγραφέας του Τιτάνια Βάλς, σ. 229
- εφημερίδα Πολιτεία 9/9/1928
  «Η τέχνη ενώνει δύο λαούς. Ένας νέος σύνδεσμος μεταξύ Ρουμανίας και
    Ελλάδος», σ. 229.
- εφημερίδα Πολιτεία 1/2/1928
  «Σημειώματα. Περί το κρατικόν θέατρον. Μια συζήτησις που δεν αρχίζει»,
   σ. 280. 
- εφημερίδα Πολιτεία 3/2/1928
  «Μετά την συμφωνίαν δια το κρατικόν θέατρον», σ. 280
- εφημερίδα Πολιτεία 10/2/1928
  «Ο θίασος της κ. Πιερά. Θέατρο κεντρικόν, σ. 303.
   Μουσικά Χρονικά, τόμος Α΄ 1928-1929
- «Θεατρικαί σκέψεις και κρίσεις», σ. 362.
- «Θεατρική επισκόπησις», σ. 401.
- εφημερίδα Πολιτεία 8/1/1928
- «κριτική θεάτρου»,, σ. 406
- «Για τον Καλλιτεχνικό Όμιλο»
    Μουσικά Χρονικά τόμος Β΄ 1930
  σ.98,114,123,124,139,140,149,151,163,204,215,223,224,225,229,252,276,
   280,293,303,333,353,355,357,362,363,364,367,372,389,398,401,406,427,
    429,441,445,448,449,461,463,472,483.
-  «Θεατρικαί σκέψεις και κρίσεις», σ. 441
-  εφημερίδα Πολιτεία 17/7/1929
   «Η δεσποινίς Δικηγόρος» Θέατρον Κυβέλης
-  εφημερίδα Πολιτεία 23/5/1928
   «Το Ελληνικόν θέατρον. Η δραματική μας παραγωγή. Αι δύο επιδράσεις
   τας οποίας υπέστη το ηθογραφικόν δράμα-Αι ανάγκαι της νεοελληνικής
   σκηνής»
                   Σκηνοθετικές του εργασίες στο Ραδιόφωνο
-         2/3/1952. Δημήτρης Κορομηλάς, «Η Τύχη της Μαρούλας»
-  25/3/1952. Ανδρέας Καραντώνης, «Νικόλαος Κασομούλης, ένας
                     αγνοημένος αγωνιστής»
-  30/3/1952. Μιχάλης Κουνελάκης, «Ερωτική απαγωγή»
-   4/6/1952, Χέρμαν Σούντερμαν, «Φριτς».
-  13/7/1952, Μιχάλης Κουνελάκης, «Απ’ το παράθυρο»
-  3/8/1952, Όσκαρ Ουάιλντ, «Φλωρεντινή Τραγωδία»
-  24/8/1952, Μιχάλης Κουνελάκης, «Η Νανά, από το μονόπρακτο του
                     Ανρί Ντυβερνουά.
-  31/8/1952, Άρθουρ Σνίτσλερ, «Φιλολογία»
-  17/9/1952, Γεωργία Ταρσούλη, «Δύο Ανάργυροι και ο τρίτος»
-  2/11/1952, Μιχάλης Κουνελάκης, «Το Καλοκαίρι του Αγίου Δημητρίου»
-  30/11/1952, Μιχάλης Κουνελάκης, «Η γούνα»
-  11/01/1953, Μιχάλης Κουνελάκης, «Δάσκαλε που δίδασκες»
-  10/5/1953, Πιέρ Βολφ, «Οι μαριονέττες»
-  4/09/1953, Τάκης Λάππας, «Η μεγάλη κυρά»
-  3/12/1953, Τάκης Λάππας, «Η αγάπη του μπουρλοτιέρη»
                    Άλλες σκηνοθετικές του εργασίες
          •Από το πολύτομο έργο της Άλκης Θρύλου «Το Ελληνικό Θέατρο»
-  Θέατρο Αλίκης-θίασος Κοτοπούλη, 15/2/1940, Θ. Μουσατέσκου,
         «Τιτάνικ Βαλς», μτφ.-σκην. Τόμος Β΄/1977, σ. 475.
     -  Θέατρο Αργυρόπουλου-θίασος Αργυρόπουλου, 15/6/1948, Μιχάλης
        Κουνελάκης, «Το Ενοικιοστάσιο», Τόμος Δ΄/1978 σ. 455,458,459
     -  Θέατρο Μακέδου-Θίασος Τζαβαλά Καρούσου, 1/9/1947, Μιχάλης
        Κουνελάκης, «Η Απαγωγή της Σμαράγδως», τόμος Δ/1978, σ.339-344.
     -  Θέατρο Αργυρόπουλου-θίασος Αργυρόπουλου, 15/5/1949, Μιχάλης
        Κουνελάκης, «Η Απαγωγή της Σμαράγδως» τόμος Ε/1979, σ. 61,62.
     -  Θέατρο Αργυρόπουλου-θίασος Αργυρόπουλου, 1/12/1949, Μιχάλης
         Κουνελάκης, «Ερωτική καθοδήγηση», τόμος Ε/1979, σ. 164-165.
     -  Θέατρο Αργυρόπουλου-θίασος Αργυρόπουλου, 15/2/1952, Μιχάλης
        Κουνελάκης, «Τα δίδυμα της Αγίας Ελεούσας», τόμος ΣΤ/1979, σ.25,26.
     -  Θέατρο Πειραϊκού Συνδέσμου-θίασος Αδαμάντιου Λεμού, 1/1/1955,
        Μιχάλης Κουνελάκης, «Ο Θεόφιλος και οι κληρονόμοι του», τόμος ΣΤ/
        1979, σ. 329,338.
     -  Δημοτικό Θέατρο Πειραιά,
         Τζούλιο Ντάντας, «Τριαντάφυλλα όλο το χρόνο» και το μονόπρακτο του
         Άντον Τσέχωφ, «Τραγικός χωρίς να θέλη».
         Από την εφημερίδα Χρονογράφος 18/12/1935, σ. 2.
        Η Βαρβάρα Γεωργοπούλου αναφέρει και παραστάσεις του «Ωδείου
        Πειραιώς και Αθηνών.     
                   Ενδεικτική Βιβλιογραφία
• Εγκυκλοπαίδεια «Βικιπαίδεια» στο Internet.
• «Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας», εκδ. Χάρη
  Πάτση, Αθήνα 1966 τόμος 9ος  σ. 101.
  (Σκηνοθέτης και συγγραφέας. Γεννήθηκε το 1901 στην Κωνσταντινούπολη. Σπούδασε φιλολογία και σκηνοθεσία στο Βερολίνο. Στην Ελλάδα ήρθε το 1925 όπου δίδαξε ως καθηγητής σε δραματικές σχολές και από το 1944 σε σχολή που ίδρυσε ο ίδιος. Έγραψε τα θεατρικά Έργα:
«Η αρπαγή της Σμαράγδως»
«Ενοικιάζεται»
«Ερωτική καθοδήγηση» κ. ά. όπως το δράμα, «Τα μάγια» που βραβεύτηκε το 1941 στον Καλοκαιρίνειο διαγωνισμό.
Έγραψε επίσης το μυθιστόρημα «Το παιδί της θάλασσας», το δοκίμιο «Περί σκηνοθεσίας», κριτικές για θεατρικές παραστάσεις κ. ά.
• «Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς», έκδοση του 1964.
  («Θεατρικός Συγγραφέας, Κωνσταντινούπολη (1901-). Διετέλεσε επί οκταετίαν καθηγητής της Δραματικής Σχολής του Ωδείου Αθηνών και επί δεκαετίαν της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Ωδείου.
Έγραψε: «Το παιδί της θάλασσας»1920, μυθιστόρημα. «Σκηνοθεσία» 1935, μελέτη. Τα Θεατρικά έργα «Έφεδρος» 1946. «Η απαγωγή της Σμαράγδως» 1951, κ. ά.).
• εφημερίδα Το Βήμα Τετάρτη 26/1/1966, σ.4
  (κηδειόσημο) σ. 4.
(Τον λατρευτόν σύζυγο Μιχαήλ Αντ. Κουνελάκην Θεατρικόν συγγραφέα. Θανόντα κηδεύομεν σήμερον Τετάρτη και ώρα 4.30
Εκ του Ιερού Ναού Νεκροταφείου Ζωγράφου.
Η σύζυγος Φλώρα
Η μήτηρ Ουρανία
οι αδελφοί: Πέτρος και Καίτη Κουνελάκη, Καίτη και Μιχαήλ Μιχαλόπουλος-Λίζα και Ραούλ Αμιέλ)
• εφημερίδα Τα Νέα Τετάρτη 26/1/1966, σ. 2.
  («Απέθανε ο Μιχάλης Κουνελάκης. Απέθανε χθές σε ηλικία 65 ετών από καρδιακή προσβολή ο σκηνοθέτης, συγγραφέας και κριτικός Μιχάλης Κουνελάκης. Ο Κουνελάκης είχε γεννηθεί στην Κωνσταντινούπολη, έησε αρκετά χρόνια στη Ρουμανία»)
• περιοδικό Θέατρο τχ. 66/10,1965—9,1966 σ. 367,373
   (Μιχάλης Κουνελάκης 1898-25/1/1966.
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1898.
Αρκετά χρόνια έζησε στη Ρουμανία και σπούδασε στο Βερολίνο Ιστορία της Τέχνης και Αισθητικής και Θέατρο στη σχολή Ραϊνχαρτ. Από το 1925 συνεργάστηκε με διάφορους Θιάσους(Βεάκη-Νέζερ) σαν σκηνοθέτης. Κριτικός σε εφημερίδες και περιοδικά και καθηγητής στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών και έπειτα του Ελληνικού Ωδείου, την οποία διηύθυνε επί 25 χρόνια.
Έγραψε θεατρικά έργα και σενάρια. Οι κωμωδίες του πρωτοπαίχτηκαν από τον Βασίλη Αργυρόπουλο.
«Κωμωδία της Ευτυχίας»
«Ερωτική καθοδήγηση»
«Τα δίδυμα της Αγίας Ελεούσας» και
«Η απαγωγή της Σμαράγδως» που είχε και την μεγαλύτερη επιτυχία.
Διετέλεσε μέλος της Διοικήσεως της Εταιρείας Θεατρικών Συγγραφέων, της Ενώσεως Κριτικών και της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών)
• περιοδικό Θέατρο τχ. 66/10,1965-9, 1966, σ. 367 και 373
  (Εκείνοι που έφυγαν Μ. Κουνελάκης 1898-25/1/1966-Σπύρος Μελάς-Γιώργος Γληνός-Αχιλλέας Μαμάκης)
  (πεθαίνει ο σκηνοθέτης και θεατρικός συγγραφέας Μιχάλης Κουνελάκης από καρδιακή προσβολή 25/1/1966)
• Ετήσιος τόμος Επίλογος 1995, σ. 168
  (Εθνικό Θέατρο-«Η Απαγωγή της Σμαράγδως».
 Στο Θέατρο Λυκαβηττού 14-15/7/1995. Κιλκίς 23/7/1995, Θεσσαλονίκη 30/7/1995, Έδεσσα 27/7/1995, Ξάνθη 3/8/1995, Πάτρα 24/8/1995.
Σκηνοθεσία Αδαμάντιος Λεμός
Σκηνικά και Κοστούμια Γιούλα Γαζετοπούλου
Μουσική Γιώργος Κατσαρός
Στίχοι Δημήτρης Ιατρόπουλος
Χορογραφία και βοηθός σκηνοθέτη Σίμων Πάτροκλος
Διανομή Κώστας Ρηγόπουλος, Νότα Παρούση, Γιώργος Μούτσης, Μιράντα Κουνελάκη, Τατιάνα Παπαμόσχου, Χρήστος Ευθυμίου, Τάκης Λουκάτος, Βίκυ Σταύρακα, Τάσος Πολυχρονόπουλος, Ρέα Φορτούνα, Γιώργος Παληός, Φώτης Αρμένης, Νίκος Καψής, Οδυσσέας Σταμούλης, Ναπολέων Κάλλης, Ελβίρα Μπαρτζώκα κ. ά.-Συνολικά 27 ηθοποιοί.
Το γνωστότερο έργο του Μιχάλη Κουνελάκη(1901-1981) πρωτοπαίχτηκε το 1947 και με πολλές παρουσιάσεις έκτοτε, αποδείχθηκε αρκετά ανθεκτικό στον χρόνο. Ηθογραφική σατιρική κωμωδία. «Ένα τέλειο ορθόδοξο παραδοσιακό θέατρο» κατά τον σκηνοθέτη της παράστασης στην οποία προστέθηκαν εμβόλιμες μουσικές καταστάσεις και χορευτικό ιντερμέντζο.).
• εφημερίδα του Πειραιά Χρονογράφος 18/12/1935, σ. 2.
  (Δημοτικό Θέατρο Πειραιά-«Τριαντάφυλλα όλο το χρόνο»).
• «Ένωση Ελλήνων Θεατρικών Μουσικών Κριτικών»
  50 Χρόνια, εκδ. Δίφρος 1981, σ. 12,17,91,94.
• Άγγελος Ρούβας-Χρήστος Σταθακόπουλος,
  «Ελληνικός Κινηματογράφος. Ιστορία-Φιλμογραφία-Βιογραφικά», τόμος Α΄
  (1905-1970), εκδ. Ελληνικά Γράμματα 2005, σ. 38.
• Κώστας Δ. Γούτος-Κωνσταντίνος Δ. Νούλας,
  «Λεξικό Σκηνοθετών του Ελληνικού Κινηματογράφου», εκδ. Αιγόκερως
   1996, σ. 142-143.
   (Θεατρικός σκηνοθέτης από το 1925 συγγραφέας, κριτικός, ιστοριογράφος και μεταφραστής, που σκηνοθέτησε μία ταινία. Καθηγητής στο Ωδείο Αθηνών για 8 χρόνια και στο Εθνικό Θέατρο για 10 χρόνια, το 1941 ίδρυσε τη δραματική σχολή του ελληνικού Ωδείου)
• Αρετή Βασιλείου,
  «Εκσυγχρονισμός ή Παράδοση; Το Θέατρο πρόζας στην Αθήνα του
  Μεσοπολέμου», εκδ. Μεταίχμιο 2004. σ. 158,178,203,233,263,265,272,288,
  304,322,330,336,340,346,357,400,408,447,507,36,31,34,64,66.
  (σ. 36, Από το 1931 λοιπόν ως τη λήξη του Μεσοπολέμου, συναντούμε για πολύ λίγες παραστάσεις την Πρότυπη Δραματική Σχολή Πειραιά, σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κουνελάκη(1931 και 1932).
σ. 31, Ενώ το 1925 έχουμε το θίασο σύμπραξης Αιμίλιου Βεάκη-Χριστόφορου Νέζερ που σκηνοθετεί ο Μιχάλης Κουνελάκης).
σ. Το 1922 συναντούμε την πρώτη δημόσια παράσταση της δραματικής σχολής του Ωδείου Πειραιά, ενώ το 1932 την τελευταία της. Τις παραστάσεις της σκηνοθετούν η Ξαβερία Κανελλοπούλου, ο Βασίλης Ρώτας και ο Μιχάλης Κουνελάκης.
σ.64 Ένας δεύτερος, αρκετά σημαντικός θίασος νέων, που εμφανίζεται στις τάξεις της πρωτοπορίας έναντι της κρατικής σκηνής, είναι το Καλλιτεχνικόν Θέατρον Αθηνών του Μιχάλη Κουνελάκη. Δίνει παραστάσεις του από το τέλος του 1932 ως και το 1933 στο συνοικιακό θεατράκι «Ατλαντίς» των Εξαρχείων και αποκεί ξεκινά την καριέρα του ο Μίμης Φωτόπουλος. Οι ηθοποιοί του είναι μαθητές του Κουνελάκη στις δραματικές σχολές του Ωδείου Αθηνών και Πειραιώς. Ο θίασος στις λίγες παραστάσεις του παίζει σύγχρονο Ευρωπαϊκό δραματολόγιο, αλλά ιδιαίτερο βάρος ρίχνει στα δράματα των νέων Ελλήνων δραματουργών. Η εν γένει προσπάθεια του Κουνελάκη κρίνεται ως επιτυχής, επειδή παρουσιάζει ένα καλλιτεχνικό σύνολο μελετημένο, πειθαρχημένο, άξιο προσοχής. Ξεφεύγει από τα όρια του Ερασιτεχνισμού και συναισθάνεται την αποστολή του. δες και Μιχάλης Ροδάς, Ελεύθερο Βήμα 28/5/1933…
σ. 1978 το Ωδείο Πειραιά σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κουνελάκη ανεβάζει την 3πρακτη σάτιρα Κνοα ή ο θρίαμβος της Ιατρικής του Jules Romains ψευδώνυμο του Louis Farigoule.
• Γιάννης Βαρβέρης,
  «Η Κρίση του Θεάτρου», τόμος Δ΄ εκδ. Αλεξάνδρεια 2003, σ. 75-77.
  (Μικρή Αναστολή Λήθης. «Τι σκληροί που είναι οι νεότεροι, θα πείτε. Όχι ακριβώς. Σκληρό είναι το εφετείο του Χρόνου, το οποίο βεβαίως σε λίγο θα δικάσει και τους ίδιους αυτούς νεότερους. Όπως δίκασε και έναν άλλο θεατράνθρωπο τον Μ. Κουνελάκη(1900-1966) αρχικά γερμανοσπουδαγμένο σκηνοθέτη και καθηγητή δραματικών σχολών και τέλος δραματουργό. Και τον καταδίκασε στην αδυσώπητη λήθη, με θαμπή εξαίρεση τη μολιερίζουσα κωμωδία του Η απαγωγή της Σμαράγδως(1944). Το έργο αυτό παιγμένο στο θέατρο του Μακέδου από τον θίασο Καρούσου Τζαβαλά(1947) και ξανά το 1951 από τον Βασίλη Αργυρόπουλο απέσπασε για την εποχή του γενναία επίνευση. Από τον Άλκη Θρύλο έφτασε να συγκριθεί ακόμη και με τον Σέντζα του Παντελή Χόρν.
Πρόκειται για μια σατιρική ηθογραφία κοντά στα γαλλικά πρότυπα του Ζυλ Ρομαίν….)
• Κώστας Γεωργουσόπουλος,
  «Τα μετά το Θέατρο-Δοκίμια», εκδ. Καστανιώτη 1985, σ. 113.
• Κώστας Γεωργουσόπουλος,
  «Κλειδιά και Κώδικες Θεάτρου» ΙΙ-Ελληνικό Θέατρο, εκδ. Εστία 1984,
   σ. 292.
   (Δεν το θεωρώ τυχαίο πως συγγραφείς όπως ο Ψαθάς, ο Ρούσσος, ο Καγιάς, ο Τσιφόρος, ο Κουνελάκης, ο Σακελλάριος και ο Γιαννακόπουλος, ο Πρετεντέρης, ο Γιαλαμάς, ο Τζαβέλλας… έγραψαν τα καλύτερά τους έργα (ένα αριστούργημα ο καθένας στο είδος της κωμωδίας τουλάχιστον) στα νιάτα τους. Ανήκει στην κοινωνιολογία του θεάτρου μας να εξετάσει ποιοι παράγοντες αποπροσανατόλισαν στην ωριμότητά τους αυτούς τους συγγραφείς και τους παράδωσαν βορά στο θηρίο της θεατρικής κατανάλωσης.)  
• Βαρβάρα Γεωργοπούλου,
   «Η Θεατρική Κριτική στην Αθήνα του Μεσοπολέμου», τόμοι Α+Β, εκδ.
   Αιγόκερως 2009.
   τόμος Α, σ. 24,123,128,147,151-153,176,177,178,199-200,321,368,376,
   391,406.
   τόμος Β, 
   σ. 98,114,123,124,139,140,149,151,163,204,215,223,224,225,229,
   252,276,280,293,303,333,353,355,357,362,363,364,367,372,389,390,401,
   406,427,429,441,445,448,449,461,463,472,483.
   Κεφάλαιο 12. «Καλλιτεχνικόν Θέατρον Αθηνών», Μιχάλης Κουνελάκης          (1933).
  Το 1933 στον ίδιο χώρο, στο θέατρο Ατλαντίς, έδωσε παραστάσεις νέος θίασος το «Καλλιτεχνικόν Θέατρον Αθηνών» υπό την διεύθυνση του Μιχάλη Κουνελάκη θεατρικού κριτικού και καθηγητή δραματικών τμημάτων των Ωδείων Αθηνών και Πειραιώς…. Ο σκηνοθέτης, σχετικά με την σύνθεση του θιάσου, δηλώνει ότι αποτελείται  από μαθητές του-διέθετε οκταετή διδασκαλία στην Δραματική Σχολή του Ωδείου Πειραιώς…).
• Αντώνης Γλυτζούρης,
  «Η Σκηνοθετική Τέχνη στην Ελλάδα», εκδ. Ελληνικά Γράμματα 2001.
  σ. 182,208,211-217,249,260,261,278,282,295,310,333,344,351,356, 378,
   398,429,439,442,449,493,512,622-626,659,706-707.
  (Γεννήθηκε στην Πόλη και σπούδασε στη Ζωγράφειο. Ξεκίνησε ως λογοτέχνης στα τέλη της δεύτερης δεκαετίας του αιώνα και δημοσίευσε διηγήματα και ποιητική πρόζα στα περιοδικά Λόγος και Νέα Ζωή. Το 1922 εκδόθηκε το μυθιστόρημά του Το παιδί της θάλασσας. Ήταν μέλος της καλλιτεχνικής συντροφιάς του περιοδικού Λόγος του Όμηρου Μπεκέ και στο περιβάλλον αυτό εκδηλώθηκαν τα πρώτα θεατρικά του ενδιαφέροντα. Η πρώτη του εμφάνιση ήταν στο Χορό του Οιδίποδα Τύραννου σε παράσταση του θιάσου Βεάκη-Νέζερ στην Πόλη 1921, στην οποίαν συμμετείχαν και άλλα μέλη της καλλιτεχνικής συντροφιάς. Την ίδια χρονιά διακρίθηκε ως ηθοποιός στη Δραματική Σχολή Κωνσταντινουπόλεως. Το 1922 έφυγε για θεατρικές σπουδές στη Γερμανία όπου παρέμεινε μέχρι την άνοιξη του 1925. Σπούδασε φιλολογία και ιστορία της τέχνης και πήρε δίπλωμα σκηνοθεσίας. Ήταν μέλος του θεατρικού ινστιτούτου του Βερολίνου και κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο εξωτερικό έστελνε ανταποκρίσεις για το γερμανικό θέατρο.
Το 1925 ήρθε στην Αθήνα και έπειτα από αποτυχημένες προσπάθειες να εργαστεί ως σκηνοθέτης στην επαγγελματική σκηνή αφιερώθηκε στη θεατρική κριτική στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο(Μουσικά Χρονικά, Πολιτεία κ. ά) και προώθησε τη σκηνοθετική τέχνη με θεωρητικό τρόπο. Το Σεπτέμβρη του 1929 εκπροσώπησε την Ένωση Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών κριτικών στο Γ΄ Διεθνές συνέδριο θεατρικών και μουσικών κριτικών. …. Κυρίως όμως εργάστηκε ως καθηγητής σε δραματικές σχολές. Στα Ωδεία Πειραιώς και Αθηνών(1926-1932) και στη συνέχεια στο Εθνικό Ωδείο(1934-1941). Από το 1944 ως το θάνατό του διεύθυνε τη δραματική Σχολή του Ελληνικού Ωδείου…..
Ακολουθούν τέσσερεις σελίδες με την Παραστασιογραφία του.
Στον Πειραιά
Ξενόπουλος Γρηγόριος, Φοιτηταί, 28/3/1926 Δραματική Σχολή Ωδείου Πειραιώς, Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
Hauptmann Gerhart, Μιχαήλ Κράμερ, Μ. Κουνελάκης 19/4/1926, Δραματική Σχολή Ωδείου Πειραιώς,  Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.  Σκην. Κλεόβουλου Κλώνη.
Niccodemi Dario, Σκιά, μετ. Κ. Καιροφύλλας 23/6/1926. Δραματική Σχολή Ωδείου Πειραιώς, Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
Ξενόπουλος Γρηγόριος, Χερουβείμ, 17/3/1927, Δραματική Σχολή Ωδείου Πειραιά, Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
Η θεία του Καρόλου, 12/6/1927, Δραματική Σχολή Ωδείου Πειραιώς, Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
Courteline Georges, Μπουρμπουρός, Μπαστιά Ζαν, Η συνέχεια εις το προσεχές, 29/6/1927, Δραματική Σχολή Ωδείου Πειραιώς,  Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
Καθώς επίσης στο Δημοτικό Θέατρο στις 18/11/1931, 21/12/1931,3/3/1932, 19/4/1932,22/3/1928, 5/5/1928, 5/2/1930,7/6/1930,27/3/1931, 2/5/1931,23/5/1931,6/11/1931).        
• Άλκης Θρύλος,
  περιοδικό «Νέα Εστία» τχ. 23-47/1-12-1928, σ. 1093-1094.
  («Το Θέατρο-Αισθητική και σχολαστική διδασκαλία»-απάντηση στον κύριο
   Μιχάλη Κουνελάκη).
• Άλκης Θρύλος,
  «Το Ελληνικό Θέατρο», εκδ. Ίδρυμα Κώστας και Ελένης Ουράνης
  τόμος Β/Αθήνα 1977,(1934-1940) σ.475.
  τόμος Δ/Αθήνα 1978,(1945-1948), σ. 339-344,346,371,455,458-460,466.
  τόμος Ε/Αθήνα 1979,(1949-1951) σ. 61,62,164-165.
  τόμος ΣΤ/Αθήνα 1979,(1952-1955), σ. 22,25,26,329,338.
• Ευάγγελος Καμπέρος,
  «Πειραίκό Θέατρο», στο «Λεύκωμα Πειραιώς», Πειραιάς 1958, σ.82.
• Μ. Καραγάτσης,
  «Κριτική Θεάτρου»(1946-1960), εκδ. Εστία 1999, σ. 209.
• Σωκράτης Καραντινός,
  «Σαράντα Χρόνια Θέατρο», Αθήνα 1974, σ.12.
  (κατόπιν γράφτηκε στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών, μόλις την είχε αναλάβει ο Μιχάλης Κουνελάκης, που είχε έρθει από τη Γερμανία και έκανε και μία διάλεξη στην αίθουσα του Ωδείου με θέμα «Η Σκηνοθεσία»)
• Δημήτρης Κρασονικολάκης,
  «Δημοτικό Θέατρο Πειραιά και Φιλολογική Στέγη»,
   εφημερίδα «Πειραιόραμα», τχ. 3/7,2014, σ. 6,7.
   (Το συμφωνητικό με ένδεκα άρθρα είχε υπογραφεί στις 15/11/1932 από τον πρόεδρο της Στέγης, δικηγόρο Γρηγόρη Θεοχάρη και τον καθηγητή της δραματικής Μιχάλη Κουνελάκη. Αρχικά θα έκαναν αίτηση να παραχωρηθεί η αίθουσα του Θεάτρου για δέκα παραστάσεις «πλην επαναλήψεων». Η διάρκεια της συνεργασίας ορίζεται εξάμηνος από 1/12/1932 μέχρι τέλους Μαΐου 1933. Εις περίπτωσιν διαλύσεως της δια του παρόντος συνεργασίας, απαγορεύεται η χρησιμοποίησις παρά του κ. Κουνελάκη του τίτλου «Καλλιτεχνική Σκηνή».
Δυστυχώς δεν είχαμε την αναμενόμενη θετική εξέλιξη.
Στις 12/1/1933 υποβλήθηκε «Εξώδικος Δήλωσις Διαμαρτυρίας και Επιφύλαξις» της Φιλολογικής Στέγης κατά του Μιχάλη Κουνελάκη…)  
• Αδαμάντιος Λεμός,
  «Η Ουτοπία του Θέσπη-Θεατρικό Οδοιπορικό», εκδ. Φιλιππότης 1989,
  σ. 5,20.
  (Ο Πειραϊκός Σύνδεσμος ιδρύθηκε το 1894. Εκτός από τις τεχνικές σχολές μηχανικών, ραδιοτηλεγραφητών, λειτουργεί και ωδείο. Στο φιλολογικό τμήμα υπάγεται και η δραματική σχολή, που ιδρύθηκε το 1920 με καθηγητές τον Πάνο Καλογερίκο και την Ξαβία Κανελλοπούλου, από το 1924 με τους Μιχάλη Κουνελάκη και Βασίλη Ρώτα και από το 1936 με τον Στέφανο Νικολαϊδη, μέχρι την κήρυξη του πολέμου. Έπειτα από δεκατρία χρόνια διακοπής επαναλειτούργησε με τον Γκίκα Μπινιάρη και μετά τον θάνατό του –την άνοιξη του 1986-και μέχρι σήμερα με διευθυντή τον Νίκο Φιλιππόπουλο).
• Αρτέμης Μάτσας,
  «Το «Άλλο» Πρόσωπο του Θεάτρου», εκδ. Α. Πιτσιλός 1988, σ.35,195.
• Γκίκας Μπινιάρης,
  «Εκατό Χρόνια Θεατρικής Πειραϊκής Ζωής», Πειραϊκός Σύνδεσμος-
  Πειραιάς 1976, σ.13,14,29.
  (Ένας από τους πρωτοπόρους της θεατρικής Πειραϊκής ζωής υπήρξε ο Μιχάλης Κουνελάκης. Είταν από τους λίγους Έλληνες εκείνης της εποχής που σπούδασε τη θεατρική τέχνη και ειδικά σκηνοθεσία στη Γερμανία… Το έργο των Κουνελάκη-Ρώτα συνέχισε, τα τελευταία προπολεμικά χρόνια, η μαθήτριά τους Μαρί Χρηστοφή.).
• Νίκος Ι. Μαράκης,
  εφημερίδα «Νέοι Καιροί», Πέμπτη 22/12/1932, σ. 1.
  -Καλλιτεχνική Σκηνή-Το Θέατρο «Αγάπες»-
   ( Ο κύριος Κουνελάκης, αν δεν απατώμαι, εγκαινίασε προ μίας εβδομάδος τις παραστάσεις της «Καλλιτεχνικής Σκηνής», την οποία διευθύνει με σκοπό να φέρη το πολύ κοινό σε μια άμεση επαφή με το Θέατρο πρόζας. Ήταν ενδεχόμενο μια τέτοια προσπάθεια και δυσχέρειες να συναντήση και αντιρρήσεις να δημιουργήση σχετικά με τον τρόπο με τον οποίον αυτή θα εκδηλωνότανε και θα έμπαινε σε εφαρμογή.
Περιμέναμε κάτι πιο πρωτοποριακό κάτι πιο καινούργιο από τον κύριο Κουνελάκη… Άλλως τε κι η Φιλολογική Στέγη που συνετέλεσε στη δημιουργία του θεατρικού αυτού συγκροτήματος, έχει υποσχεθεί πάρα πολλά για την προσπάθεια αυτή. Ας φροντίση τουλάχιστον να μας ικανοποιήση…).
• Μ.(αράκης),
  εφημερίδα «Νέοι Καιροί» Τρίτη 13/12/1932,
  («Αύριον Τετάρτη εις το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά η Καλλιτεχνική Σκηνή»)
  και «Νέοι Καιροί», Πέμπτη 15/12/1932, σ. 1,
   (Αύριον Τετάρτην εις το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά και την Καλλιτεχνική Σκηνή και ώραν 9.30 μ.μ. ο από πολλού αναμενόμενη έναρξις των εβδομαδιαίων παραστάσεων της Καλλιτεχνικής Σκηνής. Ως πρώτη παράστασις θα δοθή η καυστική κοινωνική σάτιρα του Φολλμέλερ «Ο Θειόκας Ονειρεύτηκε», τρίπρακτος κωμωδία σε σκηνοθεσία Μ. Κ. …
….Νομίζω πως η εκλογή της κωμωδίας αυτής του Ντοστογιέφσκυ για έναρξη παραστάσεων του συγκροτήματος της Καλλιτεχνικής Σκηνής δεν υπήρξε επιτυχής. Έργα σαν αυτό, είναι αδύνατον να διδαχθούν από ερασιτέχνας οσοδήποτε προχωρημένοι και αν είναι αυτοί. Η δημιουργία των χαρακτήρων αποβαίνει δύσκολη και η ολοκλήρωση τους εντελώς ακατόρθωτη…).  
• Κώστας Νίτσος,
  περιοδικό «Θέατρο» τχ. 25/1,2,1966, σ. 58.
  (Πάει κι ο Γιώργος Γληνός. Απ’ τους τελευταίους της παλαιάς φρουράς. Άλλοι δύο θάνατοι αξιομνημόνευτοι: Ο Μιχάλης Κουνελάκης και η χήρα του Μανώλη Καλομοίρη… Στις 25 του Γενάρη πέθανε, 65 χρονών ο Κουνελάκης. Ανήκε στη γενιά της «Δραματικής Σχολής Κωνσταντινουπόλεως». Είχε και αυτός πρωτοεμφανιστεί-μαζί με το Γιαννούλη Σαραντίδη, το Γιώργο Βακαλό κ. ά. στο χορό του Οιδίποδα Τύρανου» που είχε παίξει στην Πόλη ο Βεάκης…
Θα μείνει μόνον η «Αρπαγή της Σμαράγδως». Κι αν είχε κάνει μόνον αυτό στη ζωή του, θα ταν πολύ πιο κερδισμένος.).
• Γιάννης Παπακώστας,
  «Φιλολογικά Σαλόνια και Καφενεία της Αθήνας», εκδ. Εστία 1988, σ. 348.
  (Τακτικοί θαμώνες του «Παγκείου» ήσαν άλλοτε και ο Βουτυράς, ο Ροδάς, Ο Μπαστιάς, ο Μπεκές, ο Γιοφύλης,, ο καθηγητής της απαγγελίας στο Ωδείο και σκηνοθέτης κ. Κουνελάκης..).
• Φώτου Πολίτη,
  «Επιλογή Κριτικών Άρθρων», εκδόσεις Ίκαρος 1983, τόμος Α, σ. 272-279.
  (Σκηνοθεσία, σ.272-275. εφημερίδα Πολιτεία 12/7/1927.
  Θεατρικότης σ.276-279. εφημερίδα Πολιτεία 16/7/1927).
• Μιχάλης Ροδάς,
  Εφημερίδα Ελεύθερον Βήμα 28/5/1933, «Από το Θέατρον. Νεανική προσπάθεια»
• Αλέξης Σολωμός,
  «Θεατρικό Λεξικό-Πρόσωπα και πράγματα στο Παγκόσμιο Θέατρο»,
  εκδόσεις Κέδρος 1989, σ. 194.
  (Γεννημένος στην Πόλη και με σπουδές στη Γερμανία άρχισε τη θεατρική του καριέρα σκηνοθετώντας 9στο θίασο Βεάκη-Νέζερ 1925), την συνέχισε διδάσκοντας στις δραματικές σχολές του Ωδείου Αθηνών…).
• Γιάννης Σιδέρης,
  «Το Αρχαίο Θέατρο στη Νέα Ελληνική Σκηνή», Α(1817-1932), εκδ.
  Ίκαρος 1976, σ. 286,386.
   (Θίασος των Αιμίλιου Βεάκη-Χριστόφορου Νέζερ στην Κωνσταντινούπολη με το έργο του Σοφοκλή «Οιδίπους» 7/10/1921. Πως η ομάδα των «νέων εταίρων» του έλαβε μέρος στο χορό, και πως ο Αντώνης Γιαννίδης και ο Μιχάλης Κουνελάκης ήταν αρχηγοί των ημιχορίων και πως ο έξοχος εξάγγελος εστάθη ο Γιαννούλης Σαραντίδης).
20/5/1928 Θέατρο «Ολύμπια», Σακίνη «Οιδίπους επί Κολωνώ» (ολόκληρη η όπερα), σκηνοθεσία Μ. Κουνελάκης, σκηνογραφία Θ. Αρμενόπουλος.).
• Κώστας Σταματίου-Μαρία Παπαδοπούλου: επιμέλεια,
  περιοδικό «Θέατρο» τχ. 59/10,1958-9,1959, σ. 273.
   (Σκηνοθέτης, συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη 1898. Σπουδές: φιλολογία και ιστορία της τέχνης στο Βερολίνο, σκηνοθεσία στη σχολή Reinhardt.
Πρωτοεμφανίζεται σαν συγγραφέας, «Το παιδί της θάλασσας»(μυθιστόρημα 1922), σαν σκηνοθέτης, «Οι Δίδυμοι»(θίασος Βεάκη-Νέζερ 1925). Καθηγητής στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών (1926-1932) και του Εθνικού Ωδείου (1934-1941), συγκροτεί με μαθητές του θίασο και σκηνοθετεί τα έργα….).  
• Στάθης Σπηλιωτόπουλος,
  περιοδικό «Νέα Εστία» τχ. 1379/Χριστούγεννα 1984, σ. 169,189
  (Στις ίδιες παραστάσεις της Πόλης έπαιξε ρόλο κορυφαίου και ο αργότερα θεατρικός συγγραφέας Μ. Κ.).
  «Εκατόν Εικοσιπέντε Χρόνια Θεατρικής Αθήνας»
• Στάθης Σπηλιωτόπουλος,
  «Το Θέατρο όπως το έζησα», εκδόσεις Εστία 1965, σ.220,314,318.
• Ελένη Χαλκούση,
  «Πόλη Αγάπη μου», εκδ. Κάκτος 1980, σ. 137,154
   (αναφέρει το όνομά του στους τότε νέους της καλλιτεχνικής ομάδας της Πόλης)
• Γιώργος Χατζηδάκης,
  «Αναζητώντας τον Μιχάλη Κουνελάκη», στο www.Kalamata.gr.
• Γιάννης Ε. Χατζημανωλάκης,
  «Χρονικό της Πειραίκής Πνευματικής Ζωής»(1853-1973), Πειραιάς 1973,
  σ. 112,124,179.
   (Στα 1930 ιδρύθηκε η Φ. Σ. Π. συνήλθαν στην πρώτη γενική συνέλευση 910/1930. Στα 1932 δημιουργήθηκε με τη συνεργασία του Μιχάλη Κουνελάκη που διατηρούσε τότε Δραματική Σχολή στον Πειραιά η «Καλλιτεχνική Σκηνή»για την παρουσίαση θεατρικών έργων ποιότητας).
• Πέτρος Χάρης,
  περιοδικό «Νέα Εστία» τχ. 20-44/15-10-1928, σ. 947-948.
  («Η Δράκαινα» στο Βουκουρέστι)
• Μιχάλης Κουνελάκης,
  περιοδικό «Νέα Εστία» τχ. 23-47/1-12-1928, σ. 1091.
  («Η Εκλογή της «Δράκαινας»)
• Ω.,
  περιοδικό «Νέα Εστία» τχ. 927/15-2-1966, σ. 261.
  (ο θάνατός του).
   (Τις τελευταίες ημέρες του Ιανουαρίου έφυγε από τη ζωή ο Μιχάλης Κουνελάκης, που το Αθηναϊκό κοινό τον εγνώρισε πρώτα από δημοσιεύματά του σε περιοδικά και ύστερα ως σκηνοθέτη και ως θεατρικό δάσκαλο στις δραματικές σχολές και μάλιστα στη δική του. Το Θέατρο τον είχε απασχολήσει από την πρώτη του νεότητα στην Πόλη….).
Σημείωση:
Με την παράθεση των ενδεικτικών αυτών πληροφοριών θέλησα να δείξω το πόσο ελάχιστα είναι τα στοιχεία που έχουμε για τον σκηνοθέτη Μιχάλη Κουνελάκη. Στοιχεία που με αρκετές ανακρίβειες συνήθως επαναλαμβάνονται και ορισμένα από αυτά μάλιστα είναι και αρνητικά. Εξαίρεση αποτελούν οι αναφορές στον Κουνελάκη των Αντώνη Γλυτζούρη που στο βιβλίο του «Η Σκηνοθετική Τέχνη στην Ελλάδα» συντάσσει και τη σκηνοθετική παραστασιογραφία του, καθώς και η δίτομη εργασία της Βαρβάρας Γεωργοπούλου, «Η Θεατρική Κριτική στην Αθήνα του Μεσοπολέμου» που του αφιερώνει ένα ξεχωριστό κεφάλαιο αλλά και τον μνημονεύει σε πολλές σελίδες του σημαντικού της έργου, που είναι μια πραγματικά λεπτομερή κατάθεση ψυχής στην θεατρική τέχνη. Δεν συμπεριέλαβα ορισμένες κριτικές που γνώριζα για το θεατρικό του έργο γιατί θα ξεστράτιζα πολύ από την αρχική επιθυμία γνωριμίας με το έργο του και την γενική πορεία του, επίσης, για το Εθνικό Θέατρο υπάρχουν δύο ενδιαφέροντα Λευκώματα τα οποία καταγράφουν και θεατρικές κριτικές για τις παραστάσεις του, υπάρχουν ακόμα στοιχεία παραστασιογραφίας του Εθνικού και στο Internet.
Κυκλοφορεί και το Λεύκωμα για το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος με αναλυτικές παραστασιογραφίες.
         Η διάλεξης-«Η Σκηνοθεσία» (αποσπάσματα)
     «Αν δεν κάνω λάθος, το θέμα μας, περί σκηνοθεσίας ειδικώς, δεν έχει απασχολήσει, ως σήμερα ποτέ το νεοελληνικό τω διαλέξεων ακροατήριο, και γιαυτό φαίνεται με κατέχει κάπως το συναίσθημα του κάθε ανθρώπου που πολύ φυσικά διστάζει προκειμένου να πρωτοπαρουσιάσει κάτι γνώριμο του και υπερβολικά αγαπημένο του, σ. 3.
     Η Σκηνοθεσία η mise en scene ο σκηνοθέτης, ο regisseur είνε έννοιες και πράγματα πολύ νέα, όπως είπαμε στην Ελλάδα. Τόσο νέα μάλιστα ώστε και οι άνθρωποι του θεάτρου ακόμη να παραγνωρίζουν και να συγχέουν τόσο τις ονομασίες των όσο και την αποστολή των: Συχνά ακούει κανείς και διαβάζει και σήμερα ακόμη ότι «οι ηθοποιοί ήταν καλοί ή κακοί» παίζοντας το δείνα έργο και όσον αφορά τη σκηνοθεσία, όταν κάποτε έρχεται κι αυτής η σειρά να κριθή, ότι «η σκηνοθεσία ήταν μεγαλοπρεπής, ωραία, πλούσια, πρωτότυπος κτλ.». Ερμηνέψετέ το αυτό και θα ιδήτε ότι πρόκειται απλώς για μια παρεξήγηση ή, καλλίτερα για μια σύγχυση μεταξύ των εννοιών σκηνοθεσίας και σκηνογραφίας.
     Γενικώς στο νεοελληνικό θέατρο κυριαρχεί η καλλιτεχνική αναρχία. Και ίσως δεν είναι μόνο απλή παρηγοριά να αποδώσουμε το φαινόμενο στην ηλικία του θεάτρου μας, αν θυμηθούμε μάλιστα ότι μια ανάλογη κατάσταση επικρατούσε και στο γερμανικό ακόμη Θέατρο στα μέσα του περασμένου αιώνα: Οι διευθύνοντες τα της Σκηνής αντιλαμβάνονται την αποστολή τους χειρωνακτικά. Δεν είνε παρά απλοί επόπτες, σα να λέγαμε, της σκηνικής εργασίας, που δεν έχουν, μακρυά και τελείως ξένοι προς κάθε δημιουργικότητα, παρά να ελέγξουν κυρίως ωρισμένες εξωτερικότητες…, σ.4.
     Η επιβολή της Σκηνοθετικής πραγματοποιήθηκε, οπουδήποτε και αν πραγματοποιήθηκε, ως μια συνέπεια εξελικτική. Γι αυτό και η παντελής έλλειψη της σκηνοθετικής στην Ελλάδα δεν πρέπει να μας απογοητεύει. Η ανάγκη του σκηνοθέτη αναγνωρίστηκε εκεί που το Θέατρο έφτασε στο ύψος της καθαρώς καλλιτεχνικής του υπόστασης εκεί δηλαδή που ξεσκαλώθηκε αφ’ ενός από τις χειροπέδες του δήθεν ηθοπλαστισμού και αφ’ ετέρου από την σχολαστική τυραννία του φιλολογισμού για να λάβη υπό σοβαράν έποψη τους δικούς του όρους ύπαρξης και να βασιστή επάνω στις δικές του αισθήσεις και καλλιτεχνικές απαιτήσεις, σ. 6.
   Γιατί οι ως σήμερα τιτλοφορηθέντες ή τιτλοφορούμενοι σκηνοθέτες δεν φαντάζομαι να μην παραδέχονται και οι ίδιοι ότι καταχρηστικώς όχι μόνον τον τίτλον αυτόν επήραν παρά και καταχρηστικώς εργάστηκαν ως σκηνοθέτες, βλάπτοντας έτσι με τον άπειρον εμπειρισμό τους την ιδέα και την επιβολή της σκηνοθετικής στην Ελλάδα, σ. 6.
    Τι ακριβώς όμως εννοούμε με τον όρο σκηνοθεσία; Μήπως αυτό που είπε κάποτε ο σεβαστός μου καθηγητής Max Harrmann ο ιδρυτής και διευθυντής του «επιστημονικού θεατρικού ινστιτούτου του Βερολίνου», ότι σκηνοθεσία είνε, η μετάφραση του δραματικού έργου στη γλώσσα της Σκηνής;
    Ή μήπως αυτό που διεκήρυξαν πολλοί, και ζωηρότερα απ’ όλους  ο Ρώσος σκηνοθέτης Ταϊρωφ, τόσο με την ως σήμερα σκηνοθετική του εργασία όσο και με το μοναδικό του βιβλίο «Το ξεσκλαβωμένο Θέατρο» και με έμβλημα σ’ όλα αυτά, το περίφημο εκείνο: «το Θέατρο για το Θέατρο;». Η αντίληψη δηλαδή ότι, η σκηνοθετική(και γενικότερα το Θέατρο) ξεσκλαβωμένη από κάθε άλλη επιβολή και κυρίως τη φιλολογική είνε, ή μάλλον θα πρέπει να είνε τέχνη απόλυτα δημιουργική, με πρωτοβουλία τελείως δική της,-η αντίληψη που παραδέχεται και το δραματικό ακόμη ποίημα ως ένα από τα διάφορα μέσα, καλλιτεχνικά και τεχνικά, έμψυχα και άψυχα που προσφέρονται στο σκηνοθέτη για τη δημιουργία του σκηνικού καλλιτεχνήματος, για την παράσταση; σ. 7.
    Έτσι, ύστερα από τα ως σήμερα δεδομένα, λέγοντας σκηνοθετική ή και γενικότερα σκηνική τέχνη, εννοούμε την ικανότητα του να πραγματοποιή κανείς το θεατρικό ζωντάνεμα του γραπτού δραματικού ποιήματος μέσον του έμψυχου και του άψυχου υλικού της Σκηνής. Και αυτός  στη διάθεση του οποίοι τίθενται οι σχετικές ιδιότητες του πολύμορφου αυτού υλικού, που αναλαβαίνει το οδήγημά τους, ώστε να επιτυχαίνεται πάντα ένα ωρισμένο σκηνικά καλλιτεχνικό αποτέλεσμα, είνε ο σκηνοθέτης, σ. 8.
    Αλλοίμονο στο θεατρικό οργανισμό ή τη θεατρική εποχή που συνέβη και λησμόνησε πως βάση της σκηνικής τέχνης είνε το στοιχείο το μιμικό και όχι το στοιχείο του λόγου. Γι αυτό και τονίσαμε πριν λίγο τη λέξη θεατρικό, σ. 8.
    Μόνον ο νατουραλισμός έκανε το Θέατρο να απομακρυνθή πολύ από τη σκηνική τέχνη και τους αισθητικούς της νόμους, ξεχνόντας ότι στο «σανίδι» επάνω πρόκειται για παιχνίδι και όχι για πραγματικότητα, για τέχνη και όχι για φύση, σ. 9.
    Κάθε τέχνη, ας μην το ξεχνούμε ότι είνε ατομιστική, σ. 10.
    Η σκηνοθετική είνε μια ιδιαίτερη καλλιτεχνική κ’ η ενέργεια αυτή αποτέλεσμα που προέρχεται από μιάν ενιαία θέληση και που μόνον έτσι μπορεί να υπάρξη. «Τα έργα της τέχνης είναι διάφορα» λέγει ο Όσκαρ Ουάιλντ (Oscar Wild), «όμως το γνώρισμα της καλλιτεχνικής ενέργειας είνε η ενότητα. Όπου πρόκειται για τη διακυβέρνηση λαών μπορεί κανείς την προτίμηση μεταξύ της μοναρχίας, της δημοκρατίας ή της αναρχίας να διαφωνίση, το Θέατρο ανήκει στη δύναμη ενός μορφωμένου δεσπότου. Τη δουλειά μπορεί να τη μοιράση κανείς, το πνεύμα που την κυβερνά όχι»,
    Έτσι σήμερα εκείνο που γίνεται αλλού και που πρέπει παντού και πάντοτε για ένα καλλιτεχνικό θεατρικό οργανισμό να γίνεται, είνε, η ενιαία αισθητική σύνθεση και κατεύθυνση των διαφόρων σκηνικών συντελεστών  και η επιδίωξη και επιτυχία της εσωτερικής και εξωτερικής αρμονίας στην εκδήλωση του σκηνικού συνόλου.
    Οπότε και σύνολο καλλιτεχνικώς συνεπές δεν είνε βέβαια αυτό που εννοούν πολλοί, θεατρικοί και μη, που πιστεύεται πολύ στον τόπο μας, το άθροισμα δηλαδή σειράς καλών ηθοποιών, Καλό σύνολο εννοεί κανείς το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα που προέρχεται  από το αρμονικό παίξιμο των ηθοποιών χωριστά και μεταξύ τους και από το αισθητικό συνάμα βάλσιμο και μεταχείρισμα όλων των άλλων βοηθητικών του ηθοποιού καθ’ εαυτά επίσης και αναφορικά με την όλην σκηνική εικόνα, της κάθε στιγμής. Και λέγω της κάθε στιγμής γιατί παράσταση από άποψη θεαματική δεν είνε παρά εικόνα, ακριβώς, τρισδιάστατη κινουμένη, σ. 10-11.
    Όσο για το συγγραφέα των καλών αλλά αντιθεατρικών έργων δεν έχουμε παρά να ξαναθυμηθούμε ότι μεγάλες θεατρικές εποχές ήταν πράγματι εκείνες μόνο που ο ποιητής ήξερε και κατόρθωσε το ταίριασμα των δύο αυτών κόσμων, του θεατρικού και του δραματικού, σ ένα οργανικό και αρμονικό μεταξύ τους πλέξιμο-Σοφοκλής-Σαίξπηρ, Μολιέρος, Σίλλερ, σ. 12.
    Ο ποιητής όμως πάντοτε δεν κατέχει αρκετά τη δραματουργική τεχνική και κυρίως, ποτέ σχεδόν, δεν είνε κύριος των πολύπλοκων και ιδιαίτερων εφοδίων και γνώσεων και ακόμα περισσότερο του ξεχωριστού ταλέντου του ειδικού της Σκηνής. Γι’ αυτό και ο σκηνοθέτης του είνε απαραίτητος για τη σκηνική και θεατρική πραγμάτωση της δραματικής του σύνθεσης απαραίτητος, όχι μόνο από την τεχνική απλώς άποψη που αφορά  αυτήν την πραγμάτωση παρά και από την καθαρώς δραματουργική. Γιατί αυτός είναι που θα μεταχειριστή ανάλογα και κατάλληλα για τον σκοπόν αυτόν οτιδήποτε διαθέτει η Σκηνή σε τεχνικά και σε άλλα μέσα, ακόμη και το δικαίωμα να αφαιρέση ή να συντομέψη ή και να διασκευάση από το έργο εκεί που αυτό δεν ανταποκρίνεται στις σκηνοθετικές και σκηνικές απαιτήσεις, αλλά και ταυτοχρόνως αυτός θα εργαστή με βεβαιότητα επιτυχίας για την ατμόσφαιρα του δραματικού έργου και θα κανονίση το ρυθμό που είνε η βάση και η αρχή σε κάθε καλλιτεχνική έκφανση, το ρυθμό του όλου και σε όλα του…, σ. 13.
    Πρέπει να ξέρη πως ένα δραματικό κομμάτι γράφεται, αλλά και πως  από το βιβλίο μπορεί δημιουργικά και θεατρικά να περάση στη Σκηνή. Από το δραματουργικό φανταστικό δεδομένο στη θεατρική συγκεκριμένη φόρμα της σκηνικής μορφής.
    Ο σκηνοθέτης είνε ο μόνος καλλιτέχνης που πραγματοποιεί την καλλιτεχνική του σύλληψη με υλικό που δεν μπορεί, τεχνικώς και φυσικώς να είνε απολύτως στη διάθεσή του, σ. 16.
    Ο σκηνοθέτης με μία λέξη οφείλει να στυλιζάρη, σ. 17
    Ο πραγματικός σκηνοθέτης πρέπει να είνε ο άνθρωπος που συνδυάζει τον καθαυτό καλλιτέχνη με τον πλατειά μορφωμένο αρχηγό, σ. 17.
    Η επίδραση του σκηνοθέτη οφείλει να φαίνεται ή μάλλον να διαλαλή την ύπαρξή της όσο το δυνατόν λιγότερο. Το σκηνικό καλλιτέχνημα γεννιέται ελεύθερο, χωρίς ακροβατισμούς και διαστρεβλώσεις των ατομικοτήτων των ηθοποιών, σ. 19.
    Γενικά ικανοί σκηνοθέτες είνε, αλήθεια πολύ σπάνιοι, σ. 22
    Είνε πολλοί οι σκηνοθετούντες, ακόμη και στην Ευρώπη, αγαπητοί συνάδελφοι, ηθοποιοί συνήθως, αυτοί που την πείρα τους και την εφευρετικότητά τους τη νομίζουν τέχνη, σ. 22.
    Πάντως δεν πρέπει, απολύτως, να βρίσκη θέση στη Σκηνή το δραματικό έργο που δεν είνε θεατρικό, και πρέπει να αποφεύγεται η παράσταση που δε θα είνε αυστηρώς καλλιτεχνική οποιουδήποτε Σαιξπήριου ή Σοφόκλειου έργου, σ. 23.
    Κατά τη γνώμη μας δεν υπάρχει από μέρος της Σκηνής σοβαρώτερη απαίτηση από ένα σκηνοθέτη: ή συστηματική σύνθεση στη δημιουργία του σκηνικού καλλιτεχνήματος, σ. 25.
    Κάτι ακόμη με την επίδραση του σκηνοθέτη καθώς και με τη δημιουργία της σκηνικής ατμόσφαιρας είνε και το περιβάλλον το milieu. Με τη λέξη milieu εννούμε τον κόσμο των ανθρώπων και των πραγμάτων που περιτριγυρίζουν ένα πρόσωπο ή ένα σύνολο προσώπων. Και η Σκηνή που από μίαν άποψη είνε ο καθρέφτης του κόσμου και του ανθρώπου υπολογίζει επάνω σε αυτό. Αυτός που οφείλει να ξέρη να μας το δώση όσο το δυνατόν ζωηρότερα και πιστότερα είνε ο σκηνοθέτης, σ. 26.
    Όλα επάνω στη Σκηνή πρέπει να είνε εύκολα αντιληπτά. Η σκηνική τέχνη είνε τέχνη επιγραμματική λέγει ο Κίλιαν. Στη Σκηνή έχει θέση μόνον ό,τι έχει άμεση εσωτερική ή εξωτερική σχέση με το δραματικό ποίημα. Ό,τι έχει κάποιο λόγο, σ. 28.
    Κάθε σκηνοθεσία πρέπει να στηρίζεται επάνω σε μια βασική δραματουργική τεχνική ιδέα, σ. 28.
    Κάθε δραματουργικό έργο κατά την ανάγνωση υποβάλλει μια διαδοχή παραστάσεων. Η κύρια ιδιότητα του σκηνοθέτη είνε η ικανότητα τις παραστάσεις αυτές να τις ιδή και να τις ακούση στη φαντασία του πλαστικά. Να τις φανταστή μέσα στο χώρο και μέσα στο χρόνο». σ. 31.
Σημείωση:
    Προσπάθησα να αναφέρω τα σημαντικότερα και κυριότερα κομμάτια που κατά την γνώμη μου ξεκαθαρίζουν με σαφή και στέρεο τρόπο τις απόψεις του Μιχάλη Κουνελάκη όσον αφορά το θέμα της Σκηνοθεσίας στην εποχή του ιδιαίτερα στον Ελλαδικό χώρο. Νομίζω ότι όπως και ο ίδιος αναφέρει, είναι το πρώτο μελέτημα που αφορά το θέμα αυτό. Ο Κουνελάκης προσπαθεί να ξεδιαλύνει τους διάφορους όρους που αφορούν την θεατρική τέχνη αλλά και να προσδιορίσει τον καθοριστικό ρόλο και αρμοδιότητες του σκηνοθέτη αλλά και εκείνον του ηθοποιού, επίσης, είναι ξεκάθαρο ότι ερευνά και το θέμα του ανεβάσματος ενός θεατρικού κειμένου από την ματιά του σκηνοθέτη περισσότερο παρά από την καλή πρόθεση του ίδιου του συγγραφέα.
    Θεωρώ ότι τις τελευταίες δεκαετίες στον Ελληνικό θεατρικό χώρο, ανεβαίνουν παραστάσεις που δεν είναι εύκολα κατανοητές στο απλό θεατρόφιλο κοινό, είναι παραστάσεις διανοουμενίστικες, εγκεφαλικές, παραστάσεις που ανεβαίνουν περισσότερο για να καλύψουν τις φαντασιώσεις των σκηνοθετών ή των ηθοποιών παρά για να εκφράσουν το πνεύμα και τον σκοπό του κειμένου. Οι νέοι σκηνοθέτες κάνουν μάλλον το λάθος που κάνουν οι συγγραφείς αφήνουν τα κείμενά τους στα χέρια καθηγητών ή κριτικών, θέλω να πω, ότι ένα έργο, μια δημιουργία δεν γεννήθηκε για να αποτελέσει πεδίο ρινγκ που πάνω του οι διάφοροι μορφωμένοι και αξιόλογοι κατά τα άλλα καθηγητές ή κριτικοί θα λύσουν τις θεωρητικές τους διαφορές, ούτε για να ερευνάται σε κλειστά σπουδαστήρια με σχολαστικότητα μικροβιολόγου. Ένα έργο εκφράζει συγκεκριμένες ανάγκες  ενός δημιουργού, και αν αληθεύει μέσα στον χρόνο και την εποχή του θα αγγίξει και τις ψυχές ή συνειδήσεις του ευρύτερου κοινού-ανεξάρτητα πόσο μεγάλο είναι αυτό το κοινό-το αληθινό έργο τρέφεται από τους χυμούς της ζωής με τα πάθη της και με τα λάθη της με τις αρετές της και τα αδιέξοδά της, και όχι από το στειρωμένο περιβάλλον ενός καθηγητικού σπουδαστηρίου. Το ίδιο συμβαίνει και με τις σκηνοθετικές προτάσεις των τελευταίων ετών, ανεβαίνουν παραστάσεις για τους τάχα εκλεκτούς θεατρόφιλους και μυημένους στις νέες σχολαστικότητες της φιλοσοφικής θεωρίας για την θεωρία. Όμως αν η Τέχνη είναι θεωρία για την θεωρία τότε κατά την γνώμη μου είναι άχρηστη, ούτως ή άλλως δεν ενδιαφέρει τον πολύ κόσμο τις δίνουμε και από τα μέσα μια σπρωξιά και πάει για τα θυμαράκια. Πάντως περισσότερο έχει κακοπάθει στην χώρα μας ο παππούς μας ο Αριστοφάνης, που όπου γάμος και χαρά, πανηγύρι και τραλαλά να και μία παράσταση του Αριστοφάνη.
Ας είναι, εδώ τελειώνει η δική μου περιδιάβαση στο κείμενο περί Σκηνοθεσίας του Μιχάλη Κουνελάκη, ενός σκηνοθέτη που άφησε το θεατρικό του ίχνος στην θεατρική πορεία αυτού του τόπου, είθε άλλοι αρμοδιότεροι εμού να τον ξανά ανακαλύψουν να μελετήσουν τις θέσεις του και να ανεβάσουν-εφόσον έχουν κάτι να πουν-τα έργα του.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη γραφή, σήμερα, Πέμπτη, 25 Δεκεμβρίου 2014
Πειραιάς, Πέμπτη, 25 Δεκεμβρίου 2014
Υ. Γ. Κάπου στη γωνιά της φάτνης ο Ρωμανός ο Μελωδός με τη λύρα του συνοδεύει το Μίθρα με τον ασκό του και οι δύο μαζί το σουραύλι του Πάνα καθώς νανουρίζουν το «παιδίον νέον».                               

                                     

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου