Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2015

Αλτ! Τι Συ;

Αλτ! Τι Συ;
Εκλογές 2015, και μετά τι;

Μέρες των εκλογών, μέρες ανυπακοής των διαφόρων συνιστωσών στο ψηφισθέν Μνημόνιο, μέρες του 2015 στην χώρα μας, που πλέον γνωρίζουμε ξεκάθαρα, τι ψηφίζει το αριστερό χεράκι του τρυφερούλη έλληνα και τι η δεξιά χερούκλα του μάγκα μουστακαλή. Μια απέραντη βαριεστημένη τιποτολογία, ήταν αυτό το περιβόητο ντιμπέιτ των αρχηγών, βαριόσουν που βαριόσουνα να τους βλέπεις. Ο πολιτικός λόγος στην ελλάδα πλέον, είναι τα μάλα διαφημιστικός, τηλεοπτικός, πολιτικά  «κοκοραμαχόμενος». Κυριαρχούν δυστυχώς οι κομματικές κραυγές, οι ιαχές πολιτικής επιστράτευσης, οι προσωπικές ξιφομαχίες με καρφίτσες μέσα σε γλαδιόλες που τις προσφέρουν μεταξύ τους-οι διάφοροι συνομιλητές, διαφημιστικά σποτάκια, για χαζοχαρούμενες τεμπέλες, ευρυσώματες νοικοκυρούλες, και κομπολογάτους καφενόβιους μόλις συνταξιοδοτηθέντας-σε νεαρή ηλικία ασφαλώς-από την μαμά δημόσιο, παιδάκια με το κινητό στο χέρι που μπερδεύουν τα Τζάμπο των ονείρων τους με την Βουλή των πολιτικών τους επιλογών. Μια απέραντη κουτσομπολίστικη τιποτολογία στο όνομα της περιβόητης, κατά χιλιοστή φορά, σωτηρίας της πατρίδος ημών των κουτεντέδων. Άνδρες και γυναίκες πολιτικοί, που μιλούν σαν να ρητορεύουν σε ετοιμοθάνατους ψηφοφόρους, λες και έχουν μπροστά τους χαζοχαρούμενα μειράκια , και συζητούν για το τι χρώμα θα βάψουν την πολιτική τους φράντζα. Κόκκινο παραδοσιακό με καρφίτσα-δρεπάνι από ξεπλυμένο ασημί να κρατά τον κότσο πίσω, φούξια μνημονιακή με συνιστωσουλίτσες κορδελίτσες εφταμηνίτικης διάρκειας,-τώρα που τα αχάριστα υπουργοποιηθέντα πολιτικά ρετάλια έφυγαν για άλλες ραχούλες, για σπηλιές και τα κορφοβούνια τα απάτητα και χιονισμένα και τις στρούγκες-ελληνική γη ποτισμένη με ιδρώτα, που τραγουδούσε και η Ινδή τραγουδίστρια-που είναι κρυμμένες οι αγγλικές λίρες της κατοχής που πετούσαν από τα αεροπλάνα και στους μεν και στους δε, οι σύμμαχοί μας της γηραιάς βασίλισσας Αλβιώνος,- καλέ, πόσα χρόνια βασιλεύει αυτή η γιαγιά, για δώστε της να διαβάσει κανένα διήγημα του κυρ Αλέξανδρου, μπας και πάρει σειρά κανένα δισέγγονό της,- απαλό ροζ αντιστασιακό που πηγαίνει και με τα καθίσματα των ταξί, καθ’ οδον προς το Νομισματοκοπείο, καθώς συνοδεύουμε την πανύψηλη βασιλομήτορα της ερυθράς επανάστασης της οικονομικής ερήμου, με τους νόμους και τα νομοθετήματα και τις διατάξεις, που γράφονται μέσα στα σκοτεινά καταγώγια της Κροστάνδης, εκεί που ο νταβάριτς Λέων κυνηγά τον άλλον νταβαρατζώφ τον πατερούλη, με το μεξικάνικο σκερπάνι, για να σχολιάσει τις νέες σελίδες της επανάστασης των λουλουδιών και των γκέη ανοργασμικών κόκκινων αγοριών, που ψηφίζουν μόνο την Εβίτα Περόν-Ντουάρτε, Do not cray for me, μη επανάσταση, τα παιδιά σου ονειρεύονται το Σούπερ Παραντάις της Μυκόνου,  ποταμίσιο με ανταύγειες, πάντα προς τα πίσω, για να μιμηθούμε και την επιστροφή του ιχθύος που κολυμπά αντίθετα στο ρεύμα για να μην ξεβάψει το δημοσιογραφικό στυλ του αυτοδημιούργητου, καθώς σιμά του παιανίζουν τα φτερά και τα πούπουλα της καλλιτεχνικής δημιουργίας, γαλόπουλα παντός καιρού και κάθε ραδιοφωνικής συνομιλίας,  πρώην πράσινο καθεστωτικό, με γυναικείο άρωμα από το Λύκειο των Ελληνίδων, για σπουδασμένα κοράσια, που διαβάζουν μόνο Γεώργιο Δροσίνη, και τραγουδούν όχι τραγούδια του Θωμά Μπακαλάκου, αλλά το ξετίναξα την μαραμένη πασοκική αμυγδαλιά, και δημαριτικά συντρόφια χωρίς την αχνή πολιτική κονκάρδα στο πέτο της επικρατείας, τώρα που απαλλαγήκαμε από την Κουβελειάδα της συμφοράς και τις επαναλαμβανόμενες πολιτικές της κολοτούμπες, ανεξάρτητο μακιγιάζ, φιγουρατζίδικης υφής και δακρύβρεχτης εφταμηνίτικης κυβερνητικής διάρκειας και συνεργασίας για ευτραφείς πλούσιους απόγονους, ψεκασμένης καμένης ντάτσας, μπλου της παραδοσιακής νομενκλατούρας, φέρτε πίσω τα κλεμμένα για μένα-για μένα, χαρδούβελη σε μένα,  ή μαύρο της συμφοράς και της κατάντιας. Εκτός αν σταθούμε στο ύψος των πολιτικών μας περιστάσεων και ανεβούμε στους ουρανοξύστες και στα πλυσταριά των πολυκατοικιών και δούμε με λεβέντικη τρομάρα τις εκλογές αυτές, παρακολουθώντας ιεροκρυφίως τις τσόντες της νόβα τηλεόρασης.
Ψηφοφόροι όλης της Ελλάδας διαλυθείτε. Το κλείσαμε το μαγαζί.
Πάμε για τρέλες στα νησιά Μάρσαλ.
Και άλλα πολλά χρώματα, όσα τα χρώματα της ίριδος της ελληνικής πτωχευμένης ζωής μας. Μη φεύγεις μη από το αριστερό μαντρί, τραγουδούσε κάποτε, ο Γιαννάκης από την Πάρο, και απαντούσε ο άλλος, ο βαρύμαγκας, ο Διονύσιος, Πάρε ότι θέλεις παλιατζή, από μια χώρα που οικονομικά δεν ζει, πάρε την δόξα και την λόξα των ελλήνων, πάρε τις καταθέσεις τους και τράβα για την Ελβετία, εκεί που δεν έχει εφοριακό τσουνάμι, ούτε τροποποιητικές δηλώσεις οικονομικής μεταμέλειας. Αχ! άμοιρε ψηφοφόρε, τι να σου πουν και οι άμοιροι πολιτικάντηδες των νέων τζακιών, σαρξ εκ της σαρκός μας είναι και αυτοί. Γιαυτό και εμείς ετοιμάζουμε τα νέα τζάκια της πολιτικής, οι μανάδες μας σηκώνουν το πενιχρό κομπόδεμά τους από τις Κρητικές τράπεζες, οι αδερφοί πρώην κυβερνητών της συνιστώσας παρένθεσης μπαίνουν στα ψηφοδέλτια, παλαιοί μπαρουτοκαπνισμένοι σύντροφοι μαζί και γυναίκες των της προσφυγικής πολιτικής, ηγούνται των ψηφοδελτίων επικρατείας, γέροντες της συμφοράς και της πολιτικής αστάθειας πρώτοι σέρνουν τον χορό των νταουλιών και των ντεφιών. Κολλητήρια παντός καιρού και χρωματικών αποχρώσεων παιανίζουν τα σκισμένα μνημόνια και τα νοσοκομειακά πεντάευρα της γεωργιάδικης νομοθεσίας, έτσι για να μην νομίζετε εσείς οι αγνοί, οι άσπιλοι, οι καθαροί, οι ιδεολόγοι, οι ερωτικά ανένταχτοι, τα κουτσαβάκια των νέων ψηφοφόρων, ότι δεν έχει συνέχεια το Κράτος υμών των φορολογούμενων ημών.
    Σχολές πολιτικής ανακολουθίας είχε μέχρι τώρα κατά παράδοση η συντηρητική παράταξη στην χώρα μας, τώρα, αποκτήσαμε και την νέα ιλουστρασιόν παράδοση του κομψευόμενου νεαρότερου ηγέτη της αριστεράς κουτσουλίτσας, συγγνώμη της αριστεράς παρένθεσης ήθελα να είπω, μπαρντόν που θα έλεγε και η κυρία Γεωργία Βασιλειάδου. Αχ, αυτό το νεαρό παιδί που έδειχνε ότι θα γινόταν Ανδρέας στην θέση του παλαιού, έγινε Μιμίκος μιας Βιολετέρας αριστεράς, Ίσως φταίει η δεκαεπτάωρη διαπραγμάτευση, ίσως φταίνε τα πολλά σκαμπανεβάσματα των αεροπλάνων καθ’ οδών προς τις Βρυξέλλες, ίσως φταίνε τα φεγγάρια που τραγουδούσε και η Χαρούλα. Καλέ, που χάθηκε αυτή η ψυχή; Να μας τραγουδήσει ένα Δι’ ευχών των ψηφοφόρων ημών.
     Σε μια χώρα διαλυμένη, σε μια χώρα καταρρακωμένη, σε μια χώρα που όποιος αλλοδαπός θέλει μπαίνει, όποιος αλλοδαπός θέλει εγκαθίσταται όπου θέλει σε όλη την επικράτεια, για εθνική ανεξαρτησία μπορούμε να μιλάμε πλέον, για ποια εθνική υπερηφάνεια, για ποιόν υπερήφανο λαό, για ποια τιμημένα γηρατειά που τους έκοψαν τις συντάξεις, για ποιες επενδύσεις και από ποιους, ποιος θα μας γλυτώσει από τους φύλακες των φυλάκων μας; Ποιος θα μας απαλλάξει από τους καρεκλοκένταυρους συνεχιστές μιας ξεπερασμένης από την ιστορία πολιτικούς; Ποιος θα θελήσει να πληρώσει το τίμημα της εξόδου από το μνημόνιο, οικοδομώντας μια σύγχρονη, ευρωπαϊκή, οικονομικά ανεξάρτητη χώρα, μέσα στην Ευρωπαϊκή οικογένεια, χρησιμοποιώντας το ισχυρό Ευρώ για τις συναλλαγές της; ποιος θα μας γλυτώσει από τις εθνικές μας ιδεοληψίες, ποιος θα κρατήσει τα σύνορά μας στα υπάρχοντα γεωγραφικά όρια; Πότε θα αποκτήσουμε ένα κράτος κοντά στον πολίτη του, και όχι εχθρικό σε αυτόν;
Γιατί να μην φύγουν οι νέοι και οι νέες από την χώρα; Τι έχει να τους προσφέρει πέρα από την ανεργία και την οικονομική εξαθλίωση, ποιες οι αξίες των γονιών τους, ποιες οι αρχές της γενιάς τους, ποιοι οι σταθεροί σηματοδότες της δικής τους πορείας, σε ένα κράτος διαλυμένο, πτωχευμένο, διεφθαρμένο, Από κατοίκους, που επικροτούν την παρανομία και την ατομική διαφθορά, Και οι ίδιοι οι κάτοικοι αυτοί, όλοι εμείς δηλαδή, θα πάμε να ψηφίσουμε για το καλό μας; Λογικό σχήμα παράλογο και άλμα στο κενό της πολιτικής. Ότι φάμε ότι πιούμε, και ότι αρπάξει ο απαυτός μας δεν είναι η σημαίνουσα ιδεολογία και αντίληψη όλα αυτά τα χρόνια; Και θα αλλάξει από ποιους και θα δεχτούν την αλλαγή ποιοι;
     Κρίμα παλαιοί και νέοι καπεταναίοι.
Μια χώρα που εξακολουθεί να τορπιλίζει τον πολιτικό ρεαλισμό της συνέχειάς της.
Μια χώρα που ενδιαφέρεται μόνο για τα παλαιά μνήματα δόξας της.
Μια χώρα που βουλιάζει παιανίζοντας ξεπουλημένα σημαιάκια ιδεολογικής καθαρότητας.
Μια χώρα που εξακολουθεί να κοροϊδεύει τον εαυτό της, και κλαίει γιατί δεν δέχονται τα άλλα κράτη να τα κοροϊδέψει και εκείνα.
Μια χώρα Μαντάμ Σουσού, που τορπιλίζεται και χτυπιέται από τις ίδιες της τις επιλογές στο αμόνι του χρόνου, που πλέον όμως, δεν της οφείλει τίποτα.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη γραφή σήμερα, Κυριακή, 13 Σεπτεμβρίου 2015
Πειραιάς, 13/9/2015

Υ. Γ. Και μετά την ψήφο τι;;;                                     

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου