Σάββατο 13 Απριλίου 2024

Γιάννης Στεργ. Καραταράκης, Ο ΘΡΗΝΟΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΝΙΚΟ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

 

            ΣΤΕΡΓΙΟΓΙΑΝΝΗ

     (Γιάννης Στεργ. Καραταράκης)

Ο  ΘΡΗΝΟΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ

         ΓΙΑ ΤΟ ΝΙΚΟ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

Ηράκλειο 1957, (τυπογραφείο Φραγκούλη), σελ. 8 διαστάσεις 12,5Χ 15 cm. (καρφίτσα), δραχμές 15.

 

Σκέψη μου συ και λογισμέ, έβγα στα σκαλοπάθια

και κάμε σωλατσάρισμα, στσή ΚΡΗΤΗΣ τα παλάθια.

Πέψε τα μάθια τση ψυχής, ψηλά στον Ψειλορείτη

και πες τως να ξανοίξουνε, γιάϊντα στενάζη η ΚΡΗΤΗ;

Γιάϊντα μουγκρίζ’ η θάλασσα,γιάϊντα σφυρίζ’ αέρας;

ηντά νε το παράπονο ετούτητες στη μέρας;

Και ξημερώνει ετσά μουντή. βαριά συννεφιασμένη

κι’ αργεί ο ήλιος να φανή τάχα τί ν’ ανημένη;

Γιάϊντα θρηνούνε τα βουνά, τα νέφη χ-μηλώνουν

στράφτει βροντά, ο ουρανός, και τα στοιχειά μαλλώνουν;

Κατσιφαργιάζ’ η Σέλενα, η Δίχτη καταχνιάζει

μπρουσκώνει ο Γιούχτας δυνατά, ο Κόφινας γρινιάζει.

Αχλοβοούνε τα Χανιά, το Ρέθεμνος δακρύζει

η Στεία, κι’ Γεράπετρα θλιμμένη μουρμουρίζει.

Γροικώ στο Κάστρο σύθρηνο, γλάκα να δης ψυχή μου

και λέγε μου ότι θωρείς να γράφω στο χαρτί μου

Γροίκα στα μοιρολόγια ντου, ήντα θ’ αναθηβάνη

να τζαγκρουνοξεσκίζετε ίντα ν’ άπου το κάνη.

              Μ.  ΚΑΣΤΡΟ

Όφου! Αντάρα και κακό, πούρθε στη κεφαλή μου

να καρτερώ να δω νεκρό το πλια καλό παιδί μου.

Κείνο που με τραγούδηξε στα πέρατα του κόσμου

και ξάπλωσε και ήδειξε τη δόξα και το φώς μου.

Όφου! Και πως θα σε δεχτώ, παιδί μου ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

απού το κάθα μου στενό, τόκανες τραγουδάκι.

Πώς να σε βάλω δα νεκρό μέσα στην αγκαλιά μου

απού εσύ ζωντάνεψε: όλα τα όνειρά μου.

Την κάθα μου αναπνοή, το κάθα σκίρτημά μου

ένιωθες και μετάφραζες, την κάθα πεθιμνιά μου.

Πρωτοπαλλήκαρο εσύ! Και πρώτος με, στσοί πρώτους

καθηγητής και διάβαζες όλης τσή γης τσ’ ανθρώπους.

Μεγάλος! Ήρωας εσύ! έπερνες τσ’ Ήρωές σου

μικρούς και τσοί μεγάλωνες με τσ’ έγνοιες τσοί δικές σου.

Επήρες το Μεϊντάνι μου, και τόκανες Παρίσι

και Παρθενώνα έκανες κάθα παλιά μου βρύση.

Πάντα πολέμους στη ζωή, έκανες και νικούσες

σοφός! μα πάντα μάθησι να πέρνης πεθυμούσες.

Οφού! γλυκέ τραγουδιστή τσή ομορφιάς του ΚΑΣΤΡΟΥ

ήσβυσ’ η λάμψ’ η δυνατή του εδικού σου άστρου

Ήντα να κάμω πλιά καλό, κι’ ήντα να καταστέσω

εδώ στο ξαναγιάργεμα, κουρμπάνι να σου στέσω.

Εδά στο ξαναγιαγερμό απού ‘ρχεσαι κοντά μου

κόπιασε να ξεκουραστής στα ΚΑΣΤΡΑ τα δικά μου.

Πάνω στα Βενετσιάνικα, τα Κάστρα θα σε βάλω

νάσε ψηλά για να θωρώ το γιό μου το μεγάλο.

Νάσε ψηλά να με θωρείς, νάσε βιγλάτοράς μου

να σέχω παραστάτη μου, πίκρας μου και χαράς μου.

Θα βάλω στο κιβούρι σου άγαλμα να σου στέσουν

τα πλιά μικρά τ’ αδέρφια σου να σε γλυκοπαινέσουν.

Αν και! θες πανέματα, τέθοια πολλά ‘χης πάρη

πρώτος σα ήσουν στο σπαθί ως και στο καλαμάρι.

Τον ΚΑΠΕΤΑΝ Μιχάλη σου, θα πέψω να καλέσω

να μου συντράμη και αυτός να σε ποκαταστέσω.

Να πέψη το βεντούζον του να πάη το μαντάτο

στσοί Κάπετάνιους τσοί παλιούς στα πάνω και στα κάτω.

Και με τσοί νταηφάδες τως όλοι να μαζωχτούνε

παλοί και νέοι Κρητικοί! Για να σε ποδεχτούνε.

Και τον Παπά το Φώτη σου, με τσ’ αξυπόλητούς του

με τσοί κατάτρεγμένους του και όλους τσοί φτωχούς του.

Και κείνο τονέ κάλεσα, να πάρη το σταυρό ντου

και να κλουθά κι’ ο Μιχελής ως και το Μανωλόν του.

Να κατεβούνε επαέ, εις το Νησί τση ΚΡΗΤΗΣ

χρειάζεταί τσοι να φανούν, ο γέρο Ψηλορείτης.

Και ο φτωχούλης του Θεού, κι’ ο Καπετάν Ζορμπάς σου

κι’ οι γι’ άλλοι που ζωντάνεψες στα διηγήματά σου’

Όλους επά τσοί κάλεσα κιανένας δε θα λείψη

θα νέρθουνε να σου δίξουνε την εδικήν τως θλίψη.

Θα ν’ έρθουν όλοι τούτοινα στην αεροκαθίστρα

μα και οι νέοι Κρητικοί, κι’ αυτοί θα ν’ είναι δίπλα

Τ’ αεροπλάνο σα φανή, την ΚΡΗΤΗΝ κι’ αντικρύση

όσοι τον δήτε βλέπεστε κιανείς να μη δακρύση.

Δε θέλω δάκρυα να δη και να σας δη κλαϋμένους

τα δάκρυα, δεν ταιριάζουνε, ποτέ στσοί δοξασμένους.

Ανοίξετ’ όλοι τσοί καρδιές, και κλείστε την εικόνα

τούτη πού θ’ αντικρύσετε στον εικοστό αιώνα.

Και να θυμάστε πάντα σας ετούτη την ημέρα

Στις τέσσερις ενδέκατου πώς ήτανε Δευτέρα.

Του χρόνου πενηνταεφτά, πούρχετ’ αφτός μαζί μας

νεκρός, μα ολοζώντανος θα μείνη στην ψυχή μας,

Άμε Νομάρχη μου εσύ, πήγαινε Δήμαρχέ μου

τσ’ αστυνομίας, του Στρατού, εσείς Διοικητές μου’

Γραμματισμένοι, και σοφοί, προύχοντες και δασκάλοι

αμέτε σεις οι  Καστρινοί, όλοι μικροί μεγάλοι.

Κι’ εγώ θα σας σε καρτερώ, με ανοιχτές αγκάλες

πασίχαρο, ως πάντα μου σαν είν’ στιγμές μεγάλες.

Στο σπίτι τ’ ΑΓΙΟΥ ΜΗΝΑ, αμέτε να σταθήτε.

στη μέση να τον βάλετε και να παραταχθήτε.

Γιατί τανε πρωτάγιος μέσα εις την καρδιάν του

περίσσα τον εσέβουνταν ως γράφει στα χαρτιά ντου

Κι’ αφήστε να ξεκουραστή ίσαμε ταχυτέρου

και γώ θα πέψω τσοί παλιούς παπάδες να του φέρου.

Δά πέψω νάρθη ο Γαβριήλ νάρθη κι’ ο Ξωπατέρας

να δώσουν πισημότητα ετούτησές τσή μέρας.

Να τον ξεπροβοδίσουνε στο χλοερό λειβάδι

εκεί που πάνε οι καλοί, σα φτάσουνε στον Άδη.

Κι’ άς συνοδεύ’ η σκέψη σας, πάντα το σκήνωμά ντου

παρακαλώντας να σωθούν όλα τα κρίματά ντου.

Και, μη θρηνεί δα μπλιό κιανείς, πώς μας τον πήρ’ ο Χάρος

θάχωμε τα βιβλία ντου παρηγοριά και θάρρος.

Τούτος καλά το δούλεψε το μεροκάματό ντου

και πάη να δώσ’ αναφορά εδά εις το Θεόν του

            Κάστρο τσοί 4/11/1957

                   ΣΤΕΡΓΙΟΓΙΑΝΝΗΣ.

Διευκρινιστικά

      Το λιλιπούτειο αυτό «βιβλιαράκι» το είχα αγοράσει τις προηγούμενες δεκαετίες 15 παλαιές δραχμές. Σε λιγότερο από μία ώρα,-το Κρητικό αυτό δημοτικό μοιρολόι, ένας μουσικός ρυθμικός δεκαπεντασύλλαβος της Κρητικής ντοπιολαλιάς- το είχα διαβάσει δύο φορές. Έπειτα το λησμόνησα, το έβαλα στο ράφι της Καζαντζακικής μου Βιβλιοθήκης. Ανάμεσα στα έργα του μεγαλόπνοου Κρητικού έλληνα συγγραφέα και ταξιδευτή, μεταφραστή και παρ’ ολίγον «χρισμένου» προφήτη και ιδρυτή μιάς νέας θρησκείας, όπως ονειρεύονταν να ιδρύσουν μαζί με τον πνευματικό, εξίσου μεγαλόπνοο έλληνα ποιητή Άγγελο Σικελιανό. Τα χρόνια αυτά, διαβάζαμε απνευστί τα μυθιστορήματα και τα άλλα έργα του Νίκου Καζαντζάκη, τα οποία κυκλοφορούσαν από τις εκδόσεις της δεύτερης συντρόφου του, της Ελένης Καζαντζάκη, (πριν αρχίσουν να προσφέρονται από την πολιτική εφημερίδα το «Έθνος») αλλά και άλλων, προγενέστερων εκδοτικών οίκων, όπως ήταν οι εκδόσεις «Δίφρος» του σταθερού και ακοίμητου υπερασπιστή των ιδεών και των θέσεών του, εκδότη των έργων του, συγγραφέα Γιάννη Γουδέλη. Το υποτυπώδες αυτό «βιβλιαράκι», «χάθηκε», ανάμεσα στην σειρά των αφιερωματικών λογοτεχνικών περιοδικών, των μελετημάτων, των πολυσέλιδων δοκιμίων και των ογκώδη βιογραφιών για τον Κρητικό συγγραφέα που κυκλοφορούσαν εκείνην την περίοδο, και προμηθευόμασταν, ξεψαχνίζαμε τα μυστικά του, (με το πολύτομο Λεξικό του Δημητράκου δίπλα μας, προσφορά της εγκυκλοπαίδειας «Δομής») διαβάζαμε τον ποιητικό του λόγο, παρακολουθούσαμε τα θεατρικά ανεβάσματα των τραγωδιών του, απολαμβάναμε τις κινηματογραφικές και τηλεοπτικές εκδοχές βιβλίων του, βλέπε Μιχάλης Κακογιάννης, ακούγαμε ευχάριστα τις μουσικές εκτελέσεις βασισμένες σε έργα του όπως του μουσικοσυνθέτη Νίκου Μαμαγκάκη, του Μάνου Χατζιδάκι κλπ. Και, είμασταν και «εμείς» επηρεασμένοι και μαγεμένοι από τον ηδονιστικό διονυσιασμό, αυτήν την απελευθερωτική ακραία χαρά και απόλαυση των ακραίων καταστάσεων της ζωής, από τον «τουριστικών» ίσως προδιαγραφών ηρωισμό του «Αλέξη Ζορμπά». Να υπενθυμίσουμε το εξής: αν ανατρέξει ο σημερινός φιλαναγνώστης των βιβλίων του μεγάλου Κρητικού στον τόμο της Μάρθας Καρπόζηλου, «Τεύχη- αφιερώματα των ελληνικών περιοδικών (1879-1997)» εκδόσεις «Τυπωθήτω»- Γιώργος Δαρδανός, Αθήνα 1999, θα διαπιστώσει ότι στο γράμμα «Κ» καταγράφονται 25 τίτλοι ελληνόγλωσσων και ξενόγλωσσων περιοδικών αφιερωμένων στο Νίκο Καζαντζάκη, σελ.87-88, αναφέρονται 30 για τον ποιητή Κωνσταντίνο Καβάφη, μόλις 6 για τον ναυτικό και ποιητή Νίκο Καββαδία, 17 για τον Ανδρέα Κάλβο και 10 για τον αυτόχειρα ποιητή Κώστα Καρυωτάκη. Κάτι που υποδηλώνει μεταξύ άλλων, το πόσο έντονο και σταθερό ήταν το ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού της εποχής μου για την φωνή και τον λόγο του Νίκου Καζαντζάκη. Το γεγονός μάλιστα της αρνητικής στάσης απέναντί του της επίσημης ελλαδικής ορθόδοξης εκκλησίας-και του τότε αρχιεπισκόπου-την απρεπή στάση των ιεραρχών κατά τις ημέρες της κηδείας του, της μεταφοράς της σορούς του από την Γερμανία στην Αθήνα και από εκεί στην Κρητική πατρώα γη, εξιτάριζε την νεαρή επαναστατική φαντασία μας που, συντασσόμασταν φυσικά, με την μεριά του τιμώμενου νεκρού. Εξάλλου, η γνωριμία μου με τον Κίμωνα Φράιερ και άλλους Καζαντζακολόγους, χρειάζονταν εκ μέρους μου-αλλά και άλλων σύγχρονων νεότερης ηλικίας αναγνωστών της ελληνικής γραμματείας της γενιάς μου, να διαθέτει γερά και στέρεα ερμηνευτικά εφόδια ώστε να μπορεί να συμμετάσχει ή παρευρίσκεται σε συνομιλίες, συνέδρια, συζητήσεις μεγαλύτερων ηλικιακά για την ποιότητα του έργου του την πανανθρώπινη αξία του, τους φιλοσοφικούς του ατραπούς, στο τι κόμισε ο Καζαντζακικός λόγος στην ελληνική γραμματεία και στην παγκόσμια, τον προηγούμενο αιώνα αλλά ακόμα και σήμερα εξακολουθεί να διαβάζεται, να εκδίδονται βιβλία και διατριβές για το έργο του, να παρασταίνονται θεατρικά του έργα. Ευτυχώς ο εργασιομανής, αυτοπειθαρχούμενος, ακούραστος ασκητής Κρητικός γραφιάς και άπληστος αναζητητής των ανθρώπινων περιπετειών, της αγωνιώδους προσπάθειας να κάνει την ύλη πνεύμα και τον άνθρωπο σωτήρα του Θεού, δεν εγκλωβίστηκε μέσα σε ακαδημαϊκά σπουδαστήρια, σχολικές εργαστηριακές αίθουσες διδασκαλίας, τεκτονικές στοές και εκκλησιαστικά αρνητικά και απαξίωσης κατηχητικά μαθήματα διαπαιδαγώγησης των χριστιανοπαίδων. Δεν έμεινε φυλακισμένη η συγγραφική παρουσία του εντός των πανεπιστημιακών τειχών έρευνας. Ο λόγος του, η φωνή του, τα γραπτά του προκάλεσαν «σκάνδαλο», οι ιδέες και η σκέψη του, οι φιλοσοφικές και θρησκευτικές του θέσεις και αντιλήψεις έσπασαν τις προχειρολόγες επικρίσεις και θεωρίες του πνευματικού και θρησκευτικού κατεστημένου της εποχής του, τον πολέμησαν, αντιτάχθηκαν στον ίδιο και την πορεία της ζωής του, απαγόρευσαν βιβλία του, αρνήθηκαν την συνοδεία ιερέων κατά την ταφή του, δεν του έδωσαν το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Παρόλα αυτά όμως, την εχθρική στάση απέναντί του αρκετών ομοτέχνων του, τα μηνύματά του, η φωνή και ο λόγος του, εξακτινώθηκε στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα σε κάθε γωνιά της γης, κύκλωσαν την υδρόγειο σφαίρα όπου υπάρχουν αγωνιστές, όχι μόνο όπου υπάρχουν έλληνες αλλά βασανιζόμενοι, σκεπτόμενοι, πνευματικοί αναζητητές, αγωνιζόμενα άτομα βρήκαν στα βιβλία του παρηγοριά. Πολλοί και απαντήσεις στα υπαρξιακά αιώνια ερωτήματα που τους βασάνιζαν και ταλάνιζαν. Ο Νίκος Καζαντζάκης είναι όπως φαίνεται ο πιο πολυμεταφρασμένος έλληνας συγγραφέας διεθνώς μετά τον αλεξανδρινό ποιητή Κωνσταντίνο Π. Καβάφη. Ενδέχεται να τον συναγωνίζεται αμιλλώμενος όχι εχθρικά αλλά φιλικά, συντροφικά στην διάδοση της ελληνικής σκέψης και προβληματισμών που εκφράζονται μέσω της ελληνικής γλώσσας τον προηγούμενο αιώνα. Το ενδιαφέρον για το έργο του βαίνει συνεχώς αυξανόμενο, (αρκετές φορές καλπάζοντας) αν λάβουμε υπόψη μας το εξής: Η πρώτη «ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Ν. ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ τ. Α (1906-1948)», Αθήνα Δεκέμβρης 1958, που συνέταξε ο χαλκέντερος έλληνας βιβλιογράφος Γιώργος Κ. Κατσίμπαλης, έχει 60 σελίδες και περιλαμβάνει 1054 λήμματα. Παρενθετικά να σημειώσουμε ότι στις 40 Βιβλιογραφικές εργασίες του Γιώργου Κ. Κατσίμπαλη που δημοσιεύονται στις τελευταίες σελίδες για έλληνες και ξένους ποιητές, δεν υπάρχει μέχρι το 1958 τουλάχιστον, δεύτερος τόμος Βιβλιογραφικών καταγραφών για το Νίκο Καζαντζάκη. Τα μεταγενέστερα χρόνια, ακολούθησαν οι Καζαντζακικές Βιβλιογραφικές καταγραφές και αποδελτιώσεις από τους μελετητές του Perer Bien, Χρήστο Β. Χειμωνά, Roderick Beaton, Κυριακή Πετράκου, Θανάση Αγάθου και άλλων. Η «Συμβολή στη βιβλιογραφία Καζαντζάκη» των Κυριακή Πετράκου και Θανάση Αγάθου, φτάνει τα 481 λήμματα. Τέλος, ο ογκώδης τόμος, σελίδες 678 «ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ για τον ΝΙΚΟ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ (1906-2012)» της συνεργασίας του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη και Παναγιώτας Μ. Χατζηγεωργίου, εκδόσεις «Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης» -της σειράς Θεωρία και κριτική της λογοτεχνίας-, Ηράκλειο- Κρήτη 2018, περιλαμβάνει 6. 350 λήμματα (με τις αναδημοσιεύσεις κάθε άρθρου). Οι τίτλοι παρατίθενται κατά χρονιά συγγραφής ή κυκλοφορίας έκδοσης, κάτι που διευκολύνει τον αναγνώστη να γνωρίζει κάθε χρονιά από το 1906 έως το 2012 τι έχει δημοσιευθεί για τον σύγχρονο «Οδυσσέα» Νίκο Καζαντζάκη και την «Οδύσσεια» πρόσληψης των έργων του. Τούτου δοθέντος, οι συντάκτες του τόμου σε ξεχωριστό πίνακα στην εισαγωγή σελ. ΧΙ, μας πληροφορούν ότι: «Ο Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά έχει 411 λήμματα. Το μυθιστόρημα «Ο τελευταίος πειρασμός» 697 λήμματα. «Η Οδύσσεια» 364 λήμματα. «Ο Καπετάν Μιχάλης» 211 λήμματα. «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» 203 λήμματα. «Η Ασκητική» 104 λήμματα. Η «Αναφορά στο Γκρέκο» 69 λήμματα, «Ο Φτωχούλης του Θεού» 50 λήμματα, και το έργο του «Αδερφοφάδες» μόλις 33 λήμματα. Μια εξαιρετική και χρονοβόρα αποδελτιωτική τεκμηριωμένη επιστημονικών προδιαγραφών εργασία που δείχνει το ερευνητικό πάθος και λατρεία, αφοσίωση στο Καζαντζακικό έργο από τους συντάκτες του τόμου, που, σίγουρα θα τους κατατάσσαμε στους κύκλους των «Φίλων του Νίκου Καζαντζάκη».

     Ένα πρόβλημα που αντιμετώπιζαν τόσο οι αναγνώστες της γενιάς μου όσο και οι παλαιότερες γενιές αναγνωστών των βιβλίων του Καζαντζάκη,-όπως δείχνουν οι κατά καιρούς μελέτες και απόψεις των μελετητών του-είναι το ζήτημα της Καζαντζακικής γλώσσας από έναν ή μία μάλιστα αναγνώστη ή αναγνώστρια που δεν κατάγεται από την Μεγαλόνησο, δεν έχει Κρητικά μητρικά ακούσματα, παραστάσεις, γλωσσικούς χαρακτηρισμούς και συμβολισμούς. Όλα εκείνα με δύο λόγια τα γλωσσικά καταγωγής, του γενέθλιου τόπου στοιχεία και προφορικές συμπεριφορές της ομιλούμενης γλώσσας, που καθιστούν ευανάγνωστη την ιδιαίτερη ταυτότητα προέλευσης του ατόμου και διαμορφώνουν τον χαρακτήρα του, στα πρώτα βήματά του αναγνωρίσεως και ψηλαφήσεως του κόσμου γύρω του. Μιάς εγγενούς αβίαστης προφορικότητας που, ανάλογα με τους βαθμούς αφομοίωσης της διοχετεύεται σε γραπτό λόγο και έκφραση όχι πλέον ήχων αλλά λεκτικών σημάτων πάνω στην λευκή σελίδα. Η γλώσσα του Νίκου Καζαντζάκη, διαθέτει μάλλον την κλειστή δική της ιδιοτυπία, αν και προέρχεται από τις δημοτικές παραδοσιακές πηγές του Ελληνισμού και φέρει έντονα τα στοιχεία και χαρακτηρισμούς, μιάς ιδιωματικής Κρητικής διαλέκτου. Είναι πολύπτυχη, πολυσύνθετη και προπαντός πολυσυλλαβική και  πολυσυλλεκτική. Όπως ο ίδιος παραπονιέται στον μεταφραστή του στην αγγλική Κίμωνα Φράιερ, και μνημονεύει ο Φράιερ στην εισαγωγή του, βλέπε το βιβλίο Κίμων Φράιερ, «Η Πνευματική Οδύσσεια του Νίκου Καζαντζάκη», εκδόσεις Κέδρος, Ιούλιος 1983, ο Καζαντζάκης διαβάζοντας την «Οδύσσειά» του στην αγγλική γλώσσα, του λέει ότι πόσο θα ήθελε να μην δεσμεύονταν οι σκέψεις και οι ιδέες του από το ελληνικό αλφαβητάρι των λέξεων που είναι πολυσύλλαβες σε αντίθεση με το αγγλικό λεξιλόγιο που οι λέξεις είναι κυρίως μονοσύλλαβες. Τεράστια η διαφορά στην έκφραση, το ρυθμό, την μουσικότητα, την στιχουργική μελωδία στην απόδοση. Ευτυχώς, στα έμπειρα χέρια του ποιητή- μεταφραστή Κίμωνα Φράιερ η Καζαντζακική «Οδύσσεια» συνομίλησε ισότιμα με το αγγλικό κοινό. Ο Φράιερ πέτυχε να ξανά-πλάσει ένα νέο στην αγγλική γλώσσα ποιητικό Έπος, δίχως να καταστρέψει τους κανόνες, τις αρχές και την δομή και τα μηνύματα του ελληνικού, γραμμένο από τον Νίκο Καζαντζάκη. Δύο παράλληλοι ποιητικοί δρόμοι παγκόσμιας συμβολής και εμβέλειας. Δύο συνταυτίσεις και συναντιλήψεις ποιητών για τον ρόλο και την εκφορά του ποιητικού λόγου, την σημασία και αξία του, που, υπερβαίνουν, τα τοπικά και γεωγραφικά, εθνικά στεγανά της παράδοσης των δύο γλωσσών. Εξίσου ογκώδες, πολύχρωμο και πολυστρωματικό το λεξιλόγιό του Φράιερ, όπως και το αντίστοιχο του Νίκου Καζαντζάκη τάραξε τα συγγραφικά νερά της εποχής του και δημιούργησε έντονη αναστάτωση στους διανοούμενους, λογίους και συγγραφείς των χρόνων της πνευματικής και άλλων δραστηριοτήτων του Κρητικού συγγραφέα. Από τις πρώτες αρνητικές κριτικές αντιδράσεις απέναντι στον φουρτουνιασμένο ποταμό λέξεων του Καζαντζάκη, μας δηλώνεται ότι οι έλληνες κριτικοί-όχι όλοι-δεν είχαν το κουράγιο και τις αντοχές να διαβάσουν τα βιβλία του, ιδιαίτερα την τεραστίων μεγεθών, ασύλληπτης σύλληψης, λεκτικό πλούτο και εικόνων «Οδύσσεια». Γλωσσικών σημάτων και φράσεων της ελληνικής, εννοιών και αποχρώσεων, συνδηλώσεων και συμβολισμών, ήχων και ιχνών παλαιότερων προφορικών ριζών ομιλούντων ακόμα, από μια μεγάλη μερίδα του ελληνικού λαού, κυρίως, των επαρχιακών αγροτικών διαμερισμάτων της χώρας. Γιατί η γλώσσα του Καζαντζάκη-όπως και ορισμένων άλλων ελλήνων συγγραφέων-δεν είναι μια γλώσσα που εκφράζει τον Ελλαδισμό αλλά τον Ελληνισμό και μεταφραζόμενη στα αγγλικά θα υποστηρίζαμε ίσως όχι λανθασμένα, τον παγκόσμιο Ελληνισμό. Γιατί η πολυσύνθετη ωκεάνια γλώσσα του Νίκου Καζαντζάκη, αυτό το δυσκολοπλησίαστο ποιητικό αλφαβητάρι διαθέτει όλα τα αυθεντικά εχέγγυα της προφορικότητας πρωτίστως και όχι της γραπτής της εκδοχής και αποτύπωσης. Έχει την αυθεντικότητα των μουσικών μας δημοτικών και λαϊκών ακουσμάτων, ηχητικών μελωδιών και ρυθμικής των λέξεων-στίχων- όπως αυτών που σαν μέλισσα τρύγησε με πάθος ζωής το νέκταρ τους, η σπουδαία μουσικολόγος, δασκάλα και τραγουδίστρια Δόμνα Σαμίου. Μια αφιερωμένη «ιέρεια» στην διάσωση της ελληνικής μουσικής δημοτικής μας παράδοσης. Με υποτυπώδη και πενιχρά για την εποχή της μέσα, γυρνώντας, επισκεπτόμενη χωριά και απάτητες περιοχές της ελληνικής υπαίθρου, πλησιάζοντας και συνομιλώντας με απλούς αγράμματους ανθρώπους, κατέγραφε με αγάπη, ευσυνειδησία, εντιμότητα και μεράκι τους λαϊκούς ρυθμούς και μελωδίες της προφορικής τους λαλιάς, τα μουσικά μέλη και τα τσακίσματα ήχων πρωτογενούς αυθεντικότητας, «πρωτόγονων» για αρκετούς εκφυλισμένους γλωσσικά κουλτουριάρηδες και προφεσόρους της καθαρότητας τόσο της Δημοτικής όσο και της καθομιλουμένης των μεγάλων αστικών φρακοφορεμένων ελληνικών μεγαλουπόλεων. Η δημοτική του Νίκου Καζαντζάκη δεν έχει την ψυχρότητα και παγερότητα της Ψυχαρικής δημοτικής ούτε φυσικά την σχολική και εκπαιδευτική καθαρότητα του Μανώλη Τριανταφυλλίδη που διδαχθήκαμε ως κοινή δημόσια χρήση στις μεταξύ μας σχέσεις και συναλλαγές με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση μετά το επτάχρονο δικτατορικό καθεστώς. Ας μην μας διαφεύγει ιστορικά ότι ο δικτάτορας-πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς ήταν υπέρ της καθιέρωσης της Δημοτικής στην εποχή του. (Η καθηγήτρια και ερευνήτρια κ. Χριστίνα Ντουνιά μας έχει μιλήσει περί του ζητήματος).

     Ο Νίκος Καζαντζάκης από την στιγμή που εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα δημιούργησε πολλούς φανατικούς φίλους και αναγνώστες «ακολούθους» και εξίσου αρνητές αναγνώστες των έργων του. Σιμά του στάθηκαν αστοί ενώ τον «απαξίωσαν» αριστεροί διανοητές. Ο Γέρο Παπανδρέου ως πολιτικός επίσημος φορέας στάθηκε δίπλα του. Η πριγκίπισσα Μαρία Βοναπάρτη μαθήτρια των ψυχαναλυτικών μαθημάτων του Ανδρέα Εμπειρίκου. Επαμφοτερίζουσα υπήρξε η στάση της πρώτης του συζύγου, της πεζογράφου Γαλάτειας Καζαντζάκη και του κύκλου της. Τον ήθελαν συντηρητικό ιδεαλιστή ή από σοσιαλιστικές ιδέες ορμώμενο. Χριστιανό πιστό και όχι άθεο αναζητητή, λες και παράβλεπαν τον Κόσμο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Στον κυρ Αλέξανδρο συγχωρούσαν τις ιδεολογικές και συγγραφικές «ατασθαλίες» στον «Ασυμβίβαστο» λόγιο και Κρητικό όχι. Αλλά, όπως λέει η παροιμία, «ουδείς προφήτης στον τόπο του».

    Το μικρού μέγεθος και σχήμα, το ολιγοσέλιδο της ύλης του, μόλις 3 φυλλαράκια, 4 σελίδες γραπτής ύλης συν μία, επανάληψη του εξωτερικού τίτλου, του Στεργιογιάννη, «Ο ΘΡΗΝΟΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΝΙΚΟ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ» δεν βοηθά τον αναγνώστη και κάτοχό του ώστε να έρχεται συχνά στην μνήμη του, ανάμεσα στον υπέρογκο όγκο και μεγάλο αριθμό των βιβλίων και μελετών για τον Κρητικό συγγραφέα που έχουν εκδοθεί και κυκλοφορήσει στο εμπόριο, αλλά και των κατά καιρούς και της ίδιας χρονικής περιόδου ποιημάτων που έχουν γραφεί για την απώλειά του. Βλέπε περιοδικό «ΚΝΩΣΟΣ», ΠΕΡΙΟΔΙΚΉ ΈΚΔΟΣΙΣ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ Η «ΚΝΩΣΣΟΣ», Αφιέρωμα Νίκος Καζαντζάκης, έτος 52ο αριθμός 22, Μάιος 1958. Στις σελίδες 92 έως 99 κάτω από τον γενικό τίτλο «Η ΜΟΥΣΑ ΘΡΗΝΕΙ ΤΟΝ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ», στεγάζεται πρώτο στην σειρά το Κρητικό μοιρολόι του Στεργιογιάννη, «Ο ΘΡΗΝΟΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ». Ακολουθεί η ποιητική σύνθεση «ΣΤΟ ΧΘΕΣΙΝΟ ΝΕΚΡΟ» του Μιχάλη Χελιώτη, το «ΣΤΕΡΝΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΚΑΠΕΤΑΝ- ΟΔΥΣΣΕΑ» του Γεώργιου Μανουσάκη, το ποίημα «ΧΡΟΝΙΚΟ» του Νίκου Αιγαίου, το ποίημα «ΚΑΠΕΤΑΝ-ΜΙΧΑΛΗΣ» με υπότιτλο «Στο μεγάλο δημιουργό του στον Κρητικό» που υπογράφει η πρώην διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης, Μαρίνα Πλάκα. Είναι η γνωστή μας Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα που, ποιήματά της συναντάμε και σε ετήσιους τόμους της «Φιλολογικής Πρωτοχρονιάς». (παρενθετικά να αναφέρω ότι σε συνομιλία μου μαζί της παραδέχτηκε ότι παρουσιάστηκε ως ποιήτρια σε διάφορα έντυπα. Και ότι τα Ποιήματα που είχα «ανακαλύψει» ήταν δικά της). Τέλος ακολουθεί το ποίημα «ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ» της ποιήτριας Έφης Αιλιανού, και το αφιέρωμα κλείνει με το ποίημα «ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ» του Μιχάλη Γρηγοράκη. Στο αφιέρωμα του περιοδικού δημοσιεύεται και το καλογραμμένο κείμενο του Βελισσάριου Μουστάκα που σταδιοδρόμησε στην πόλη του Πειραιά. Σύμφωνα με του Περαντωνάκη και Χατζηγεωργίου, «Ο Θρήνος του Μεγάλου Κάστρου για το Νίκο Καζαντζάκη» πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Ταχυδρόμος –Αίγυπτος (Αλεξάνδρεια) 15 Δεκεμβρίου 1957. Ξανατυπώθηκε αυτόνομα από το τυπογραφείο Φραγκούλη, Ηράκλειο 1957, χρονιά θανάτου του Νίκου Καζαντζάκη, και ένα χρόνο αργότερα στο αφιέρωμα του περιοδικού «Κνωσός» που κατέγραψα, και εκ νέου, στο «Αναμνηστικό λεύκωμα Νίκου Καζαντζάκη. Από το πρώτο φιλολογικό μνημόσυνό του στο Ηράκλειο στις 10 Γενάρη 1960 επιμέλεια Μάνος Χάρης, εκδόσεις Δίφρος, Αθήνα 1961, σ.52-53». Βλέπε «Βιβλιογραφία για το Νίκο Καζαντζάκη (1906-2012), λήμμα 984, σελίδα 86. Συναντάμε δηλαδή 1 δημοσίευση και 3 αναδημοσιεύσεις.

Ο τίτλος του λιλιπούτειου βιβλίου που έχω μπροστά μου είναι «Ο ΘΡΗΝΟΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΝΙΚΟ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ», δηλώνεται η πόλη που εκδόθηκε «Ηράκλειο» και η χρονιά «1957». Όσον αφορά τον συγγραφέα του, με κεφαλαιογράμματα αναγράφεται το όνομα «ΣΤΕΡΓΙΟΓΙΑΝΝΗ», ενώ στην μέσα πρώτη σελίδα του με στυλό, αναφέρεται το όνομα, το πατρώνυμο και το επίθετο του συγγραφέα, «Γιάννης Στεργ. Καραταράκης». Όπως διαπιστώνει κανείς ο παλαιότερος κάτοχός του ή ενδέχεται ο ίδιος ο συγγραφέας του, έγραψε το όνομά του κάτω από το «παρατσούκλι». Το «ΣΤΕΡΓΙΟΓΙΑΝΝΗΣ» είναι μια ένωση των δύο ονομάτων. Στέργιος και Γιάννης. Προφανώς το όνομα Στέργιος είναι το πατρώνυμο ή ίσως το δεύτερο όνομα του συγγραφέα. Άλλοι εμβριθείς και συστηματικότεροι Καζαντζακολόγοι σίγουρα θα γνωρίζουν περισσότερα. Δεν αναφέρεται το τυπογραφείο, είναι δεμένο με «καρφίτσα» και έχει ορισμένες λεκτικές αβλεψίες. Το μετέφερα ως έχει επειδή ακόμα και σήμερα με συγκινεί. Το όνομα του συγγραφέα του δεν το έχω συναντήσει ξανά ούτε αναφέρεται από τους Περαντωνάκη- Χατζηγεωργίου.

Ο αναγνώστης του καταλαβαίνει αμέσως ότι πρόκειται για ένα Κρητικό Μοιρολόι ή τουλάχιστον, έχει την γλωσσική, υφολογική δημοτική φόρμα ενός δημοτικού θρήνου, ο οποίος γράφτηκε την χρονιά που πέθανε ο Νίκος Καζαντζάκης. Εδώ η τοποθεσία «Μ. ΚΑΣΤΡΟ» θρηνεί το νεκρό που δέχεται στα χώματά του. Δίνεται η ημερομηνία και η χρονιά θανάτου του και ορισμένες εσωτερικές πληροφορίες φιλικών προσώπων του νεκρού συγγραφέα καθώς και τίτλοι έργων του. Υπάρχουν όχι πάρα πολλές Κρητικής διαλέκτου λέξεις που ίσως ξενίσουν τον σημερινό αναγνώστη. Για όσους πάντως ενδιαφέρονται, κυκλοφορεί σε 3η επαυξημένη έκδοση, ο τόμος «ΓΛΩΣΣΑΡΙ στο έργο ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ», μια πολύτιμη εργασία γραμμένη από τον Βασίλειο Α. Γεωργά, και πάλι από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης», Ηράκλειο 2024.

      Κλείνοντας, μιά περιπέτεια με την υγεία μου, με έστρεψε στην εφηβική μου αγάπη, στον Νίκο Καζαντζάκη. Μου κρατά παρηγοριά στην παγερότητα και αδιαφορία των καιρών και των ανθρώπων.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς, Σάββατο 13 Απριλίου 2024.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου