Πέμπτη 28 Αυγούστου 2025

Ο πειραιώτης τεχνοκριτικός Μανόλης Βλάχος

 

ΜΑΝΟΛΗΣ  ΒΛΑΧΟΣ

         ή

Ως Στρουθίον μονάζον επί Τέχνης

 

          Ας μου επιτραπεί να χρησιμοποιήσω τα λόγια του ιερού ψαλμωδού του προφητάνακτα Δαυίδ, σύμφωνα με την θρησκευτική-εκκλησιαστική παράδοση, ως παραλλαγμένο τίτλο δίχως εισαγωγικά στο Πειραιώτικο αυτό σημείωμα για τον Πειραιώτη Μανόλη Βλάχο (Πειραιάς 1932-). Στον Δαυιδικό Ψαλμό 101 συναντάμε τους εξαίρετους ποιητικούς στίχους: «…Ηγρύπνησα και εγενόμην ως στρουθίον μονάζον επί δώματος…». Ενώ έχουν προηγηθεί οι ωραίες ποιητικές εικόνες: «Ωμοιώθην πελεκάνι ερημικώ, εγενήθην ωσεί νυκτοκόραξ εν οικοπέδω..». Τον αρχαίο στίχο έχει χρησιμοποιήσει σε βιβλίο του ο Πειραιώτης εικαστικός και δάσκαλος της τέχνης, σκηνογράφος, ποιητής Γιάννης Τσαρούχης. Βλέπε εκδόσεις «Καστανιώτη» 1990.

          Στην δική μου υιοθέτηση αφαίρεσα τη λέξη «δώματος» και πρόσθεσα την λέξη Τέχνη. Ενδέχεται άλλοι να έγραφαν «επί δώματος Τέχνης», όπως και νάχει με την λέξη Τέχνη, δεν περιοριζόμαστε μόνο στους χώρους των Εικαστικών Τεχνών που υπήρξε η κύρια σπουδή και εργασιακή ενασχόληση του πειραιώτη καθηγητή, σχολικού συμβούλου, πανεπιστημιακού και τεχνοκριτικού Μανόλη Βλάχου, αλλά συναριθμούμε και άλλες εκδηλώσεις και εκφράσεις των καλών τεχνών, της φιλολογίας και κλάδους της λογοτεχνίας. Πλούσιο το βιογραφικό του. Ο Μανόλης Βλάχος σπούδασε στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Ιστορία, Αρχαιολογία και Αγγλική Φιλολογία. Ως κρατικός υπότροφος συνέχισε τις μεταπτυχιακές σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης στη Γαλλία. Ειδικεύθηκε στην Ιστορία της Ευρωπαϊκής και Ισλαμικής Τέχνης. Υπήρξε επίσης αριστούχος διδάκτωρ του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Σταδιοδρόμησε στη Μέση Εκπαίδευση ως Γενικός Επιθεωρητής, ως Σύμβουλος και ως Ειδικός Πάρεδρος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου. Δίδαξε Ιστορία της Τέχνης σε διάφορες Σχολές και Κέντρα Επιμόρφωσης των Καθηγητών της Μέσης Εκπαίδευσης. Επίσης την περίοδο 1992-1993 δίδαξε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Υπήρξε μέλος της Διεθνούς Ενώσεως Κριτικών Τέχνης (A. I. C. A.).

       Όσοι έτυχε να γνωρίσουν από κοντά τον Μανόλη Βλάχο, να συνεργαστούν και να συνομιλούν μαζί του, άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών, άτομα του πνεύματος και συνάδελφοί του καθηγητές, εικαστικοί δημιουργοί και απλοί πολίτες του Πειραιά, έχουν να λένε πάντα έναν καλό σεβαστικό λόγο, έναν λόγο τιμητικό για αυτόν τον μοναχικό, αξιοπρεπή, ανιδιοτελή, σπάνιο χαρακτήρα, φοβερά καταρτισμένο και μορφωμένο άτομο. Μια φυσιογνωμία σεμνή και διακριτική από τις λίγες, εξαιρετικού ανθρώπινου χαρακτήρα της Πόλης από τις σπάνιες που κυοφόρησε ο Πειραιάς στα ιστορικά βαδίσματα της πολιτιστικής του ιστορικής διαδρομής και περπάτησαν στα χώματα του, διαμορφώνοντας το πολιτιστικό του πρόσωπο πάντα θετικά και εποικοδομητικά. Γνήσιο τέκνο του Πειραιά, από Πειραιώτικη παλαιά οικογένεια ο Μανόλης Βλάχος γεννήθηκε, μεγάλωσε, έζησε στο κέντρο της Πόλης στην οδό Σκουζέ στην πλατεία της Τερψιθέας. Όλη του την ζωή την πέρασε στον Πειραιά, εκτός από τα διαστήματα εκείνα που είχε μεταβεί στο εξωτερικό για σπουδές στις Εικαστικές Τέχνες και τις άλλες περιπτώσεις που επισκέπτονταν διάφορα μεγάλα Μουσεία του Εξωτερικού και Γκαλερί προσκεκλημένος ή για την δική του επιμόρφωση και ενημέρωση. Όταν το απαιτούσε η περίσταση να μας παρουσιάσει έναν νέο ζωγράφο, να δώσει μία ομιλία, να γράψει έναν πρόλογο στον κατάλογο μιάς Έκθεσης, όταν χρειάζονταν να αναφερθεί σε παλαιότερα και νεότερα ρεύματα της Ευρωπαϊκής ζωγραφικής, να μιλήσει για την χαρακτική ενός έλληνα χαράκτη, τα σχέδιά του σε κάποια πόλη ή νησί της Ελλάδας. Να συμμετάσχει σε κάποια ημερίδα για κάποιον φημισμένο ζωγράφο, να προετοιμάσει μία αναδρομική Έκθεση ζωγραφικής ή να αναζητήσει στοιχεία και πληροφορίες για την συγγραφική ή μεταφραστική του για τα Εικαστικά εργασία και έρευνα που πάντα με αυστηρή φροντίδα και επιστημονική επιμέλεια προετοίμαζε πριν μας προσφέρει τα εξαιρετικής αισθητικής καλογραμμένα πάντα βιβλία του. Ο Μανόλης Βλάχος χωρίς να είναι απόκοσμος ή αντικοινωνικός, ήταν και είναι (μετά την συνταξιοδότησή του) ένα μονήρες άτομο, ένα μοναχικό, ένα θα γράφαμε κάπως «ακριβοθώρητο» πρόσωπο του πολιτισμού του Πειραιά. Αποφεύγει τις δημόσιες εμφανίσεις δίχως να είναι ας το επαναλάβουμε απόκοσμος ή «σνομπ» και παρευρίσκεται σε οικεία περιβάλλοντα όταν το επιβάλει η ανάγκη των εικαστικών του και άλλων καθηγητικών του δραστηριοτήτων, Τις δεκαετίες που ήταν ενεργός επαγγελματικά. Υπήρξε πάντα προσεκτικός και επιλεκτικός στις σχέσεις του. Ευγενής πάντα με τους ανθρώπους γύρω του, διακριτικός και ολιγομίλητος στους πνευματικούς κύκλους που κινούνταν, στην γειτονιά του, δεν επέτρεπε να τον πλησιάσουν και πάρα πολύ, κρατούσε πάντα τις αναγκαίες αποστάσεις και τυπικές της γνωριμίας σχέσεις, δίχως να απορρίπτει κανέναν ή να έχει το τουπέ του φτασμένου. Ήταν προσιτός, δοτικός και καταδεκτικός με τους φίλους του, φιλόξενος και συγκαταβατικός με τα άτομα που γνώριζε από τα νεανικά του χρόνια και εκείνα που εκείνος επέτρεπε να μπουν στην ζωή και το σπίτι του τα χρόνια του βίου του και των επαγγελματικών του ενασχολήσεων. Ένας άλλος κοινωνικός παράγοντας που συνέτεινε στην μη προσπέλαση της προσωπικότητάς του από τρίτους και τον έκαναν επιφυλακτικό, είναι ότι ήταν από «γεννησιμιού του» όπως μας έλεγε, σε ακραίο ορισμένες φορές βαθμό ολιγομίλητος. Ο Μανόλης Βλάχος ήταν ο χαρακτηριστικός τύπος του ανθρώπου που δεν μιλούσε αν δεν του μιλούσες εσύ πρώτος, αν δεν του απεύθυναν τον λόγο οι άλλοι, αν δεν ήταν «υποχρεωμένος» να συμμετάσχει στην συζήτηση, να ακουστεί η πάντα σοβαρή και υπεύθυνη γνώμη του. Και πάλι ήταν τρομερά σφιχτός και κουμπωμένος, προσεκτικός στον λόγο και τις εκφράσεις του στις απαντήσεις και κρίσεις του. Ήταν αυτό που λέει ο λαός Σφίγγα. Τα λόγια του και οι δημόσιες επιλογές του και κρίσεις του είχαν σαφήνεια και καθαρότητα, και δεν υπήρχε περίπτωση ποτέ να προσβάλλει τον διπλανό του, τον συνομιλητή του ακόμα και αν δεν συμφωνούσε με τις απόψεις του. Το ιδανικότερο φιλικό άτομο ή συνεργάτης για να του εμπιστευθείς τα όποια μυστικά σου, τις αγωνίες, τα διλήμματά σου, τις αποφάσεις που θα ήθελες να λάβεις στον βίο σου ή στα επαγγελματικά σου σχέδια. Ήταν εξαίρετος συμβουλάτορας και παράλληλα αυστηρός και συγκαταβατικός, προσηνής. Γνώριζες από πρώτο χέρι και άμεσα, ότι τα λόγια που θα του εκμυστηρευόσουνα δεν θα έβγαιναν παραέξω, δεν θα έφταναν στα αυτιά τρίτων. Το ίδιο και οι όποιες κρίσεις σου για ανθρώπους της Τέχνης, για την ζωγραφική τους. Ο Μανόλης Βλάχος όπως μία φορά σε κουβέντα μας του είπα, θα ήταν ο ιδανικότερος διπλωμάτης μυστικοσύμβουλος κοντά σε έναν άρχοντα, σε έναν μαικήνα. Έβαλε τα γέλια και μου απάντησε ότι «έρχεσαι δεύτερος μου το έχουν πει και άλλοι», αναφέροντάς μου ορισμένα ονόματα και παράγοντες από τον χώρο των Εικαστικών Τεχνών που ήταν η εκπαιδευτική του ειδίκευση και σπουδή. Η δημόσια αυτή στάση του δυσκόλευε συνήθως την επικοινωνία μαζί του, στο να ξανοίγεται δημόσια, παρά του ότι στο σπίτι του στέλνονταν σε καθημερινή βάση δεκάδες προσκλήσεις από Εκθέσεις Ζωγραφικής, Εγκαίνια για να παρευρεθεί, επιθυμίες καλλιτεχνών να μιλήσει για τα έργα τους. Κάποτε του είπα μεταξύ αστείου και σοβαρού να φυλάει τις προσκλήσεις και τις κάρτες και να φτιάξει ένα άλμπουμ. Δεν μου απάντησε, αλλά κατάλαβα τι θα είπε από μέσα του, μου χάρισε όμως δύο πίνακες ζωγραφικής που του είχαν δωρίσει λέγοντάς μου ότι δεν χωρούσαν άλλους τα δωμάτιά του, αν και γνώριζε ότι δεν δεχόμουν πίνακες ακόμα και αν μου άρεσαν ή λάτρευα τον ζωγράφο μια και το σπίτι μου ήταν μικρό και παμπάλαιο, κάπως ερείπιο. Επιθυμούσα μόνο ορισμένα πορτραίτα ή φωτογραφίες γνωστών ποιητών και συγγραφέων να έχω στους τοίχους για συντροφιά. Πράγματι, το ευρύχωρο, ευάερο και ευήλιο, άνετο σπίτι του Μανόλη Βλάχου ήταν ένα πραγματικό μικρό «Μουσείο», τουλάχιστον για τα δεδομένα της Πόλης του Πειραιά. Είχε την ακριβή διακόσμηση και τον προσεκτικό και λεπτομερειακό σχεδιασμό της εσωτερικής διαρρύθμισης ενός χώρου όπως το πάντα άγρυπνο και καλαίσθητο και ευαίσθητο μάτι του επιθυμούσε, το καλό του γούστο, οι αισθητικές του προτιμήσεις και προδιαγραφές επέβαλλαν. Από την ποιότητα του χρώματος των τοίχων και τις εξαιρετικές πρίζες μέχρι τα φωτιστικά και τα έπιπλα των δωματίων και της κουζίνας, των υπόλοιπων χώρων. Προσεχτικά σχεδιασμένη και εξαιρετικής ποιότητας κατασκευής ξύλου ήταν και η λουστραρισμένη και καθαρή πάντα μεγάλη κεντρική Βιβλιοθήκη του με τα τζάμια. Η προσωπική του Βιβλιοθήκη με το πλήθος ελληνικών και ξενόγλωσσων βιβλίων Τέχνης και Λευκωμάτων έδινε έναν επίσης αρχοντικό τόνο και κλίμα στο σπίτι. Και σε άλλα δωμάτια υπήρχαν σε διάφορα σημεία τους βιβλία και περιοδικά τέχνης, όπως επίσης υπήρχαν εκατοντάδες σλάιντς με πίνακες ξένων και ελλήνων ζωγράφων και φωτογραφίες όταν προετοίμαζε μία εργασία του. Ήταν το απαραίτητο υλικό που συγκέντρωνε για τις έρευνές του, τα δημοσιεύματά του σε ελληνικά και ξένα περιοδικά Τέχνης και φυσικά των Βιβλίων που εξέδωσε. Ο χώρος σου έδινε την αίσθηση ότι ζούσες σε μια άλλη παλαιότερη εποχή, αναγεννησιακή, μεταφερόσουν σε μία ατμόσφαιρα όπου Πάπες και Καρδινάλιοι, πλούσιοι Μαικήνες και Τραπεζίτες συνομιλούσαν και οραματίζονταν ένα περιβάλλον ζωής των ίδιων και των οικογενειών τους με συντροφιά ζωγράφους, χαράκτες, γλύπτες, ποιητές, μουσικούς. Ζούσαν και ανέπνεαν μέσα στην Τέχνη και για αυτήν. Και όλη αυτή η καλλιτεχνική όμορφη ατμόσφαιρα μέσα στο κέντρο του Πειραιά, ποιος θα το φανταζόταν. Επιλεγμένοι πίνακες κοσμούσαν τους τοίχους. Δημοσίευε κυρίως όταν το απαιτούσαν οι υποχρεώσεις του στην πρωινή εφημερίδα «Η Καθημερινή». Διάσπαρτα είναι τα κείμενά του- εδώ και δεκαετίες-ασυγκέντρωτα, ανέκδοτα ακόμα, αναμένουν την σύναξή τους. Μια επιθυμία μου να τον βοηθήσω να τα συγκεντρώσει απέβη μάταια, δεν  έδειξε ενδιαφέρον. Η τελευταία εσωτερική διακόσμηση της οικίας του έγινε από τον σημαντικό αρχιτέκτονα, φιλότεχνο, συγγραφέα και μεταφραστή, σχεδιαστή εξωφύλλων και επιμελητή βιβλίων, ποιητή Αλέξανδρο Ίσαρη, που έφυγε πριν λίγα χρόνια από κοντά μας.

     Ο καθηγητής και τεχνοκριτικός Μανόλης Βλάχος όπως προαναφέραμε στο σύντομο και περιεκτικό βιογραφικό του επαγγελματικά σταδιοδρόμησε ως Εκπαιδευτικός από όπου ευδόκιμα συνταξιοδοτήθηκε. Παρά του ότι έχει επιμεληθεί δεκάδες Εκθέσεις και εκδόσεις Βιβλίων Τέχνης, συνέθεσε προλόγους, δημοσίευσε πλήθος κριτικών σημειωμάτων, έχει μεταφράσει κείμενα και βιβλία από την περίοδο που υπηρετούσε την στρατιωτική του θητεία όπως γνώριζα από τις συζητήσεις μας, μελετήματα εκπαιδευτικού περιεχομένου, ήταν πάντα προσεκτικός, σεμνός και διακριτικός και επιλεκτικός στις αποφάσεις του και τις δημόσιες εμφανίσεις του. Υπήρξε άρτιος χειριστής της Ελληνικής γλώσσας, είχε καθαρό λιτό ύφος, σαφήνεια η γραφή του με ελεγχόμενα σημάδια λυρισμού, δωρικότητα ο λόγος του. Ήταν και είναι ο ίδιος ένας καλλιτέχνης,  σχεδίαζε και στην παραμικρή τους λεπτομέρεια τα κείμενά του, τα δημοσιεύματά του, λαμβάνοντας υπόψη του το έντυπο που δημοσιεύονται και τους αναγνώστες του. Διέθεται πάντα ένα ασκημένο και προσεκτικό αισθητικό βλέμμα. Διέθετε ακόμα μία δεξιότητα και καλλιτεχνική τελειότητα σε αυτά που ήθελε να μας πει και να μας παρουσιάσει. Αρετή σπάνια για συγγραφέα. Τα βιβλία που εξέδωσε έχουν άψογη αισθητική τυπογραφική και εκδοτική εμφάνιση. Εκτός από τα καλά Ελληνικά γνώριζε και άπταιστα Γαλλικά και Αγγλικά. Παρά την μεγάλη και στέρεα παιδεία και ευρεία μόρφωσή του εξέδωσε ελάχιστα βιβλία. Ο κεντρικός πυρήνας των εικαστικών του ενδιαφερόντων, ο θεματικός άξονας γύρω από τον οποίο περιστράφηκε ερευνητικά και συγγραφικά ήταν η μεγάλη του αγάπη, η Ελληνική και Ευρωπαϊκή Θαλασσογραφία, το Θαλάσσιο στοιχείο σε όλες του τις πτυχές και τις ανθρώπινες επεμβάσεις και προεκτάσεις του, επιδράσεις του. Μνημειακό του έργο αισθητικής και συγγραφικής τελειότητας και οργάνωσης, έκθεσης του θεματικού υλικού που συγκέντρωσε και ανθολόγησε, είναι η ογκώδης και σπάνιας έκδοσης μελέτη-βιβλίο του «Η Ελληνική Θαλασσογραφία» Αθήνα 1993. Ένας πολυτελέστατος τόμος που καταγράφει με υψηλό αίσθημα επιστημονικής, ερευνητικής ευθύνης, υψηλό ύφος γραφής, καρποφόρας και πλούσιας γλώσσας, προσεγμένης έκφρασης, καίριες ιστορικές και αισθητικές επισημάνσεις, τεκμηριωμένα στοιχεία και πληροφορίες συνθετικό και αναλυτικό βλέμμα την διαδρομή «του θαλάσσιου θέματος, η στοιχειοθεσία, η οργάνωση και η αισθητική του. Η χρονική διαδοχή των καλλιτεχνών και το ιδίωμα με το οποίο εκφράζονται είναι οι όροι της ερμηνείας, αναγκαίοι για την εκτίμηση των διαφοροποιήσεων και των μεταπτώσεών τους, αλλά δεν το υποκαθιστούν.» όπως ο ίδιος στον Πρόλογό του μας ξεκαθαρίζει. Ο ακριβής τίτλος της σπουδαίας αυτής μελέτης είναι «Η Ελληνική Θαλασσογραφία και η Ευρωπαϊκή Θαλάσσια Εικόνα». Ζητήματα που θίγονται για πρώτη φορά με επιμέλεια και φροντίδα σε θεματικές ενότητες κατανομής του υλικού και δυνατότητα «εύκολης» ανάγνωσης των κειμένων και των ζωγραφικών πινάκων από τον αναγνώστη. Λόγος και Εικόνα έδεσαν με απαράμιλλη αρμονία και τελειότητα. Μια μαγευτική έκδοση που η γραφή του τεχνοκριτικού αναδείκνυε το φωτογραφικό-των παρατιθέμενων ζωγραφικών πινάκων- υλικό, και οι πάμπολλοι πίνακες τύπων καραβιών που κοσμούν τις σελίδες σε διάφορες καιρικές συνθήκες, διανθίζουν με την χρωματική και σχεδιαστική τους ομορφάδα την αρτιότητα της αισθητικής των κειμένων και συμπλήρωναν τον οραματισμό της γραφής του συγγραφέα Μανόλη Βλάχου. Η έκδοση κυκλοφόρησε το 1993 από τις εκδόσεις «Ολκός» με την χορηγία του Ιδρύματος Ιωάννη Σ. Λάτση και της Τράπεζας “Eurobank”. Συνεργάστηκε σταθερά με τις εκδόσεις τέχνης «Ολκός» και στην επτάτομη σειρά «Τόπος και Εικόνα. Χαρακτικά Ξένων Περιηγητών» τόμος Στ΄ Αθήνα 1983, δίπλα στα ονόματα των Κωνσταντίνου Θ. Δημαρά, Γιώργου Π. Σαββίδη, Αικατερίνης Κουμαριανού, Πασχάλη Κιτρομηλίδη και άλλων. Τιμητική εκδοτική ακόμα διάκριση προς το πρόσωπό και τις συγγραφικές δουλειές του υπήρξε η εκτίμηση για το ήθος και τη σοβαρότητά του ως άτομο και συγγραφέας, η οικονομική υποστήριξη για μία ακόμη φορά και η ανάληψη της έκδοσης του σπουδαίου και πολυτελέστατου τόμου του Γάλλου άγνωστου σχεδόν ζωγράφου (ακόμα και στην πατρίδα του) φιλέλληνα και αρχαιολάτρη Λουϊ Ντυπρέ (1789-1837), από το Ίδρυμα της οικογένειας Ιωάννου Σ. Λάτση και της Τράπεζας «Ευρωεπενδυτικής» που συνέθεσε ο Πειραιώτης τεχνοκριτικός. Εκδόσεις «Ολκός» 1994. Μία έκδοση που δεν απευθύνεται μόνο σε συλλέκτες και φανατικούς φιλότεχνους. Την υπογραφή του επίσης φέρουν και εκδόσεις της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος. Βλέπε εισαγωγή του: "Η γένεση της νεώτερης ελληνικής ζωγραφικής (1830-1930" στο "Λεύκωμα" της Έκθεσης στο Μέγαρο της Ε. Τ. Ελλάδας. Το πρώτο του βιβλίο, η διδακτορική του διατριβή, ήταν για τον Πειραιώτη καραβογράφο "Κωνσταντίνο Βολανάκη (1837-1907)" κυκλοφόρησε το 1974 από τις εκδόσεις «Ολκός» που άρχισε η συνεργασία του. Πασίγνωστος ζωγράφος του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα ο Κωνσταντίνος Βολανάκης στην Πόλη του Πειραιά άφησε πίσω του εκατοντάδες πίνακες πολλοί από τους οποίους δεν θεωρούνται δικοί του μια και ο ζωγράφος σκόρπιζε το ταλέντο του δεξιά και αριστερά για να βιοποριστεί αυτός και η οικογένειά του. Το βιβλίο προσφέρθηκε αρκετά χρόνια αργότερα, από την ημερήσια απογευματινή εφημερίδα «Τα Νέα» στην σειρά των Ελλήνων Ζωγράφων σε επανέκδοση. Συνέγραψε και εξέδωσε από τον ίδιο εκδοτικό οίκο το 1977 το «Ιωάννης Κούτσης ο θαλασσογράφος». Ένα βιβλίο για τον Σπετσιώτη ζωγράφο (1860-1953) και καραβοκύρη που ανήκει στην «Σχολή του Μονάχου».  Αξιοσημείωτη και προσεγμένη είναι και η κυκλοφορία του βιβλίου του για τον Χιώτη χαράκτη και τα σχέδια του, του Νίκου Γιαλούρη (1928-2003). Το βιβλίο κυκλοφόρησε το 2010 και ήταν ιδιωτική έκδοση. Ο χαράκτης Νίκος Γιαλούρης ασχολήθηκε και με την ποίηση (βλέπε κριτική μας στα Λ.Π.). Βιβλία Τέχνης του Μανόλη Βλάχου που έγιναν ανάρπαστα όταν πρωτοκυκλοφόρησαν και εξαντλήθηκαν γρήγορα.  Εύκολα αναγνωρίζουμε ότι ο πειραιώτης τεχνοκριτικός και φιλόλογος Μανόλης Βλάχος υπήρξε πάντα εκλεκτικός, προσεκτικός και ίσως λιγάκι «αριστοκρατικός» στις επιλογές του. Στο τι επέλεγε να μας παρουσιάσει, για ποιόν καλλιτέχνη να μας μιλήσει, να γράψει πρόλογο. Σε ποιόν άντρα ή γυναίκα ζωγράφο θα έγραφε τον Κατάλογο της Έκθεσής του και θα τον παρουσίαζε στο φιλότεχνο κοινό. Τα νεότερα χρόνια είχε την φροντίδα και μίλησε για εικαστικούς τεχνίτες στην Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά, στο Ναυτικό Μουσείο κλπ.

          Ο Μανόλης Βλάχος (1932-) συγκαταλέγεται ανάμεσα στα λίγα εκείνα ονόματα που εκπροσωπούν επάξια και τιμούν την Πόλη του Πειραιά και εκτός των εικαστικών της συνόρων. Στον χώρο των Εικαστικών Τεχνών μελετητές και συγγραφείς έργων έχουμε τους Γιώργο Γαλάβαρη (1926-;) ιστορικός της τέχνης και συγγραφέας, Βαγγέλη Παυλόπουλο (1930-1999) τεχνοκριτικός ιδρυτής του «Πολιτιστικού Κέντρου Πειραιά» και της «Αίθουσας Τέχνης», Δημήτρη Σταματάκη (1940-1976) ζωγράφος, σκιτσογράφος, ιδρυτής του Πολιτιστικού Κέντρου «Στοά», Μάνο Στεφανίδη (1954-) πανεπιστημιακός, αρχαιολόγος, τεχνοκριτικός και συγγραφέας. Κώστας Θ. Θεοφάνους (Σμύρνη 1919-Πειραιάς 1/4/2008), ποιητής, μεταφραστής και δάσκαλος Γαλλικών, τεχνοκριτικός και πρώτος καταγραφέας της Εικαστικής διαδρομής του Πειραιά και των ζωγράφων του.

          Όπως έχουμε αναφέρει σε προηγούμενα σημειώματά μας στα Λογοτεχνικά Πάρεργα και επαναλάβαμε, στο σημείωμά μας για την απώλεια του Πειραιώτη Φώτη Πετρόπουλου, που ταξιδεύει πλέον σαν πειραϊκό γλαροπούλι ανάμεσα στα κατάρτια και ιστία των πειραιώτικων καραβιών και ιστιοφόρων, του τελευταίου ίσως Πειραιώτη που πρόλαβε εν ζωή τον ποιητή Λάμπρο Πορφύρα, τον πανεπιστημιακό και μεταφραστή Ηλία Κυζηράκο (φευγάτο γλαροπούλι και αυτός) και τον Μανόλη Βλάχο τους πρωτογνώρισα από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 μετά την Μεταπολίτευση, στην οικία των Φώτη Πετρόπουλου και της συζύγου του Ιωάννας Βλάχου. Έκτοτε, οι επαφές μας συνεχίστηκαν προσκαλούμενες πολλές φορές στο σπίτι του από τον Μανόλη Βλάχο και ερχόμενος και εκείνος στο δικό μου. Οι φιλικές και πνευματικές σχέσεις μας, η κοινή μας επίσκεψη σε Εκθεσιακούς χώρους, Μουσεία και παρακολούθηση κινηματογραφικών ταινιών και θεατρικών παραστάσεων μαζί με τον Βλάχο, οι συζητήσεις και οι συμβουλές του συνεχίστηκαν για αρκετές δεκαετίες και ήσαν πάντα εποικοδομητικές και επωφελείς. Μία ακόμα αιτία συναντήσεών μας υπήρξε και το γεγονός ότι ο Μανόλης μην γνωρίζοντας Γραφομηχανή και έχοντας εγώ αγοράσει και χρησιμοποιώντας μία στο σπίτι μου, γνωρίζοντας να γράφω σε αυτήν, έρχονταν και έγραφα στην Γραφομηχανή μου αρκετά εικαστικά του δημοσιεύματα, αποσπάσματα από χειρόγραφα κείμενά του της «Θαλασσογραφίας» του, από τις μεταφράσεις του, του Λουϊ Ντυπρέ. Ήταν μάθημα και χαρά μου να βλέπω μελέτες σιγά-σιγά συγγραφικά και ερευνητικά να ολοκληρώνονται τα κομμάτια, τα αποσπάσματα των σημαντικών αυτών βιβλίων του. Δεν χρειάζεται να αναφέρω ότι ήταν ένα «σχολείο» για μένα στο πώς ένα συγγραφικό παζλ αργά και σταθερά συμπληρώνεται και παίρνει την οριστική, την τελειωτική του μορφή. Έτοιμο να δοθεί στην δημοσιότητα, να φτάσει στα χέρια του αναγνωστικού κοινού με την καλαισθησία που οφείλει να έχει. Έχω διαβάσει τα βιβλία του (εκτός εκείνου για τον Ιωάννη Κούτση). Χρόνια μετά την γνωριμία μας πρέσβευε ότι μάλλον δεν συμφωνούσε με την κυκλοφορία του, χρειάζονταν άλλη επεξεργασία, αλλά δεν επεκτείνονταν περαιτέρω. Για την «Θαλασσογραφία» δημοσίευσα κείμενο στο περιοδικό «Το λιμάνι». Όπως και νάχει τα βιβλία του προσέχθηκαν και αγαπήθηκαν ιδιαίτερα, τα άρθρα του σχολιάσθηκαν επαινετικά, ο ίδιος σαν πνευματική προσωπικότητα πέρα και πάνω από την Πόλη του Πειραιά έχαιρε μεγάλης αναγνώρισης και θαυμασμού στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Έχει μεταφραστεί και σε άλλες γλώσσες. Σεβασμό και εκτίμησης έχαιρε και από το εκπαιδευτικό περιβάλλον που σταδιοδρόμησε επαγγελματικά μέχρι την συνταξιοδότησή του.

     Ο Μανόλης Βλάχος πριν ακόμα την γνωριμία μας ήταν μέλος της Φιλολογικής Στέγης του Πειραιά-και από τα πριν της επταετίας χρόνια αν δεν κάνω λάθος- και συμμετείχε στις πνευματικές της εκδηλώσεις και παρουσιάσεις Εκθέσεων. Αποτελεί έναν ακόμα σημαντικό κρίκο της Ιστορικής διαδρομής της Πειραϊκής Σχολής Λογοτεχνίας, των Γραμμάτων και των Τεχνών, της παράδοσης της Πόλης. Ας φέρουμε στην σκέψη μας ότι σύμφωνα με γρήγορους υπολογισμούς οι εικαστικοί τεχνίτες του Πειραιά όπως τους κατέγραψε στα βιβλία του ο Κώστας Θεοφάνους και εγώ τους συνπλήρωσα στο δικό μου βιβλίο υπερβαίνουν τα 300 ονόματα, δεν είναι και λίγοι για μια εργατούπολη, προσφυγομάνα. Για την ιστορία των Πειραϊκών Γραμμάτων να αναφέρουμε, ότι όταν μου προτάθηκε να κάνω την ραδιοφωνική εκπομπή «Τα Μακρά Τείχη» στην ελεύθερη ραδιοφωνία του Καναλιού-1 στα πρώτα του βήματα, σκέφτηκα να απευθυνθώ στον Μανόλη να μου δώσει μία συνέντευξη να αρχίσω την ραδιοφωνική εκπομπή, και εκείνος προς τιμή του αφού συζητήσαμε και με συμβούλευσε ότι ήταν πρέπον να ανοίξω την αυλαία της εκπομπής με συνέντευξη του τότε προέδρου του φιλολογικού σωματείου και ιστορικού Γιάννη Χατζημανωλάκη και έτσι έπραξα, παρουσιάζοντας τον και μιλώντας για την πορεία της ΦΣΠ, που ο υποφαινόμενος δεν υπήρξε μέλος της. Μετά από μερικές εβδομάδες σχεδιάσαμε, για την ακρίβεια ο Μανόλης σχεδίασε ένα πλάνο παρουσίασής του στα «Μακρά Τείχη» γράψαμε την εκπομπή στο μικρό κασετοφωνάκι που είχα τότε, και περίμενα αφού στρώσει η εβδομαδιαία εκπομπή και αποκτήσει ένα σταθερό μικρό ακροατήριο να παρουσιάσω την συνομιλία μας. Δυστυχώς τα «Μακρά Τείχη» σταμάτησαν, δεν άρεσαν στην νέα διεύθυνση Βέλιου- Θεοδωρόπουλου. Μου έμειναν οι κασέτες με διάφορους λογοτέχνες του Πειραιά.

Η φιλική μου σχέση με τον Μανόλη Βλάχο διατηρήθηκε, οι επαφές μας ήταν συχνές, και ο σεβασμός προς το πρόσωπό του και το έργο του παρέμεινε σταθερός. Διαισθάνομαι χαμογελώντας ότι το μη άκουσμα της συνέντευξής του στο Ραδιόφωνο του Πειραιά ίσως και να τον ανακούφισε. Ήταν και παρέμεινε πάντα αρκετά σεμνός και διακριτικός, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Πάντα συμβουλευτικός και υποστηρικτικός προς τους στενούς του φίλους και συνεργάτες, ίσως κομμάτι δύσκολος, αυστηρός αλλά δίκαιος στις κρίσεις του. Αρκετά δημοσιεύματα μεγαλόσχημων καλλιτεχνών πέρασαν από την δική του συγγραφική πένα και χτένισμα.

          Ο πειραιώτης Μανόλης Βλάχος ας μην φοβηθούμε να το επαναλάβουμε είναι μιας σπάνιας ευαισθησίας και παιδείας, μόρφωσης πρόσωπο. Ένα άτομο που σκιτσάριζε ο ίδιος την δημόσια εικόνα του. Εκείνος αποφάσιζε και οριοθετούσε το πλαίσιο και τα στοιχεία εκείνα που ήθελε να παρουσιάσει στις σχέσεις του με τους διπλανούς του. Έστω και έτσι, η θερμότητα της δημόσιας προσωπικότητάς του ήταν εμφανής. Με νοσταλγία θυμάμαι πόσο ευχαριστήθηκε όταν δημοσίευσα κριτικά μου σημειώματα για βιβλία του. Χαίρονταν και ταυτόχρονα ντρέπονταν σαν μικρό παιδί που μιλούσαν για Εκείνο και το έργο που άφηνε πίσω του. Η συμβολή του στον χώρο και τομείς των Εικαστικών Τεχνών μεγάλη και σημαντική. Εργασιακό και συγγραφικό μοντέλο για αρκετούς νεότερούς του. Ανάδειξε αρκετούς έλληνες ζωγράφους και πρόβαλε την ελληνική ζωγραφική στο εξωτερικό. Μας μίλησε για έργα ξένων ζωγράφων που επισκέφτηκαν την Ελλάδα κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, έργα και σχέδια που απεικονίζουν την εικόνα της χώρας και των ελλήνων τα δύσκολα αυτά της σκλαβιάς χρόνια. Κάτι που αξίζει να επισημανθεί είναι ότι ο Μανόλης Βλάχος έτρεφε μια ιδιαίτερη, μεγάλη αγάπη για την Ισλαμική Τέχνη, πάντα μιλούσε για αυτήν και μας πρότεινε να την γνωρίσουμε. Έννοια του πώς θα διαχειριστούν οι φυσικοί του κληρονόμοι την Βιβλιοθήκη του και τους πίνακές του. Και κάτι που σε εμένα έκανε μεγάλη εντύπωση σαν αναγνώστη βιβλίων και περιοδικών. Όλα τα βιβλία του Μανόλη Βλάχου είναι «άθικτα» σαν να είναι μόλις σήμερα αγορασμένα. Ο Μανόλης Βλάχος όπως φαντάζομαι και αρκετοί άλλοι, διάβαζαν και διαβάζουν τα βιβλία αλλά δεν σημείωναν στο περιθώριο και στις σελίδες τους, κρατούσαν ξεχωριστές σημειώσεις σε φύλλα. Με τον τρόπο αυτό της ανάγνωσης τα Βιβλία παρέμεναν άθικτα, καινούργια. Αντίθετα από άλλους όπως ο γράφων που «βασανίζει» το βιβλίο το γεμίζει με σημειώσεις στο πλάι με στυλό ή μολύβι και χαίρεται όταν διαβάζει το τι σημείωσε ο προηγούμενος αναγνώστης στην δική του ανάγνωση. Ο Μανόλης Βλάχος δεν διάβαζε μόνο βιβλία των επιστημονικών του ενδιαφερόντων, βιβλία και περιοδικά των Εικαστικών Τεχνών, ήθελε να είναι ενημερωμένος τόσο για την ελληνική όσο και για την ξένη γραμματεία. Διάβαζε ποίηση, μυθιστορήματα, δοκίμια, όπως έλεγε για να είναι ενημερωμένος για τα νέα λογοτεχνικά ρεύματα, τις λογοτεχνικές τάσεις, στο πως εξελίσσεται και χρησιμοποιείται η ελληνική γλώσσα από τους νεότερους σε ηλικία δημιουργούς, τις νέες γενιές των συγγραφέων. Επέλεγε και απόρριπτε συγγραφείς αλλά διάβαζε. Εμπλούτιζε τις γνώσεις του και πρότεινε στους φίλους του νέες εκδόσεις. Τις φιλολογικές εκδόσεις που αγόραζε τις χάριζε ή τις πετούσε μια και τα ράφια της Βιβλιοθήκης του και άλλων χώρων του ευρύχωρου σπιτιού του κατελάμβαναν σχεδόν αποκλειστικά βιβλία Τέχνης και Λευκώματα.

          Θα όφειλε ο Δήμος Πειραιά να τιμήσει με την σειρά του αυτά τα αξιοσημείωτα και προβεβλημένα παιδιά του που τον τίμησαν πριν φύγουν για το αιώνιο ταξίδι ή τους καθηλώσουν στο κρεβάτι οι διάφορες ασθένειες; Όχι ότι το έχουν ανάγκη αλλά να, βρε παιδιά του Πειραιά που ασχολείστε με τον Πολιτισμό της Πόλης, ας μην είσαστε- είμαστε σφιχτοί στις τιμητικές μας αναφορές σε πρόσωπα και άτομα τέτοιου Πειραϊκού μεγέθους και ποιότητας, ήθους ζωής και συμπεριφοράς.

Όπως έγραψε ο αρχαίος ιστορικός η Πόλη και τα Τείχη που την φρουρούν είναι το έμψυχο ανθρώπινο υλικό της. Ας μην το λησμονούμε. Κάνω λάθος ή φλυαρώ και μιλώ επί ματαίω!

ΥΓ. Το απόσπασμα του ποιήματος που αντέγραψα στο προηγούμενο σημείωμα για την απώλεια του Πειραιώτη Φ. Π. ήταν από το ποίημα «ΑΣΜΑ ΘΑΝΑΤΟΥ» του Θεόδωρου Ξύδη.

Η νιότη σου ως του κήπου γιασεμί,

που όλο πληθαίνει.

          Σα χυμένη ανάσα.

Μεσ’ στην ημέρα πάλλευκη θωριά.

Όψη που φέρνει θείον αναπαμό

στα μάτια.

          Είναι για τ’ άγγιγμα του πράου,

του τρισευγενικώτερου χεριού.

Κι’ ένα πουλί, ένα αηδόνι, στο λιγνόφυλλο

κλαδί του.

              Ο μικρός τραγουδιστής,

που αρχίζει το τραγούδι της αυγής,

και τ’ άσματα της εσπέρας το σταλάζει

σε αγιόκλημα.

          Κελάδημα θερμό

σε αγράμπελη’ παθητική φωνή.

Η τέλεια καλωσύνη της ψυχής

παντού απλωμένη.

          Ο πόθος της λαλιάς,

που δε βαστάει για να τον κλείσουν στο κλουβί,

 

Κι’ έρχεται από τις ώρες μιά, η Ηώς,

και έχει αδελφό τον Ήλιο.

          Σύντομη χαρά

στο διάστημα του χρόνου του διαβάτη,

ρίγος απρόσμενο στην έκφραση.

Ροδοστεφανωμένη.

          Ροδοδάχτυλη.

Κι’ ας την παραμονεύει ο χαλασμός!

 

Ψυχή ακατάλυτη, άφθαρτη, σε παίρνουν

οι σκόρπιες αύρες’

          με τα μύρα των βουνών,

με των γιαλών την κυματόφερτη δροσιά.

Κι’ εσύ, μακάριο πνεύμα, ταξιδεύεις

σα ρεμβασμός.

          Τ’ ακτινοβόλημά σου

στο πρόσωπο λυσίπονη γαλήνη.

Η άκρα ευδαιμονία του παντός

μακρυά απ’ τα πάθη’

          με την προσδοκία

χαίρεται τ’ άγιο τρόπαιο της σιγής.

Είπαν, ο ήχος του θανάτου είναι βαθύς’

το σύμβολό του μυστικό’

          πανάρχαιος λόγος:

η ομάδα των παρθένων που θρηνεί.

Όχι’ δεν είναι από το βάρος της θανής.

Να μη το πούμε μοιρολόγι.

          Άσμα θανάτου,

που δε γνωρίζει πίκρα’ ούτε χαρά.

--

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς

28/8/ 2025.

Ημέρα Μνήμης Μικρασιάτικου Προσφυγικού Ελληνισμού

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου