Δευτέρα 22 Απριλίου 2013

ZAN ZENE


ΖΑΝ ΖΕΝΕ,
Το εργαστήρι του Αλμπέρτο Τζιακομέττι,
Αθήνα 1991

                                                 

Οντολογικά ερωτήματα και προβλήματα

      Μετά το θάνατο του Θεού, ο Κόσμος έχασε μάλλον το ιδεατό κέντρο αναφοράς του. Η λέξη αυτή αποτελούσε για τους πιστούς τη θετική όψη των δυνάμεων της Ιστορίας. Ήταν η αιώνια γαλήνη που δρούσε μέσα στο κοινωνικό γίγνεσθαι και συμφιλίωνε τις κοινωνικές αντιθέσεις, εξομάλυνε τις ιδεολογικές αντιδικίες, και συνεπικουρούσε σε μια ήπια μορφή ερμηνείας και αποδοχής του Θανάτου. Ο Θεός ήταν ο ερμηνευτικός φακός της κοινωνικής και ίσως πνευματικής μας μυωπίας. Οργάνωνε τις εμπειρίες μας και ωθούσε σε μια ελεγχόμενη ανόρθωση τις ψυχικές μας ανατάσεις. Το άτομο, δεχόταν ευκολότερα το φιναλιστικό χαρακτήρα του Ιστορικού Κόσμου και δρούσε σε μια άλλη πιο οικεία ισορροπία με τα κοινωνικά συμβάντα που τον αφορούσαν. Αποδέχονταν δηλαδή, τις κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές αδικίες με μεγαλύτερη ευκολία. Το Θείο, υπήρξε μια κοινωνική σχέση ισορροπίας και ένας εσωτερικός τρόπος έκφρασης ατόμων της προβιομηχανικής κοινωνίας μάλλον, παρά ένα πανίσχυρο Ον, αδύναμο μέσα στην μεγαλειώδη παντοδυναμία του. Μια σχέση με την παντελώς και αιωνίως αδιάφορη προς τον Άνθρωπο Φύση, και τις άρρητες και ανεξερεύνητες εσωτερικές δυνάμεις του Ανθρώπου. Ο Θεός που φαντάστηκε ο άνθρωπος, διαχρονικά σε όλους τους Πολιτισμούς και τις Παραδόσεις, σήκωνε στους σταυρωμένους στον Καύκασο ώμους του, όχι μόνο τη μοναξιά των ανθρώπων αλλά και των πραγμάτων. Ήταν η πανάρχαια ανέκφραστη Σιωπή. Η ταπεινή ζωή που μοσχοβολούσε δυόσμο, μυρτιά και ασβεστωμένους ελαιώνες. Ήταν ο μακρινός σπαραγμός της πρώτης χαραυγής του ανθρωπίνου πνεύματος. Ο Μέγας Κανών της ανθρώπινης προσδοκίας.
    Το άστατο κενό που άφησε ο Θάνατός του, κλυδωνίζει ακόμα το ανθρώπινο γένος. Έκτοτε, μιλάνε στο όνομά του σε Ανατολή και Δύση, οι δημόσιοι υπάλληλοι ιεροκήρυκες και οι εξ επαγγέλματος υποκριτές, είτε ονομάζονται ορθόδοξοι, είτε καθολικοί, είτε προτεστάντες, ή άλλων θρησκευμάτων μελανειμονούντες.(κατά τον Αδαμάντιο Κοραή). Οι γαντζωμένοι στης αυθεντίας το ολίσθημα. Αυτοί που ούτε πόνεσαν ούτε πείνασαν ούτε δάκρυσαν ποτέ τους. Ο Άνθρωπος μην αντέχοντας το τέλος της φοβερής αυτής παραμυθίας, αυτή την τρομερή ερημιά, αυτή την φρικτή πληγή, αναζήτησε νέους δρόμους ελπίδας, καινούργιες δυνάμεις αντοχής, άλλες πνευματικά ισότονες δυνάμεις αρωγής στην προσπάθειά του να υπάρξει έρημος πια και λαβωμένος από τις ίδιες του τις ψευδαισθήσεις και ονειροπολήσεις για ουράνιες αναβάσεις. Και μία από τις Δυνάμεις αυτές που ίστανται ισόθρονες στον άδειο καρδιακό θρόνο του Αοράτου, είναι και αυτή που αναβλύζει από την κάθε μορφής και είδους Τέχνη.
     Ο Καλλιτέχνης αν και πρωτότοκος γιος της Πρώτης Αιτίας, δεν λύνει πλέον, αλλά, επαυξάνει μάλλον τα οντολογικά ερωτήματα και προβλήματα και επαναπροσδιορίζει τη σχέση του με τη Φύση και αξιωματικά αποδέχεται τον Χρόνο, δηλαδή τον Θάνατο. Το τέλος των πάντων ακόμα και αυτών που τον απεικονίζουν, ακόμα και αυτών που φιλοδόξησαν να τον καταργήσουν.
     Ορισμένοι από τους δημιουργούς που εξέφρασαν αυθεντικότερα ίσως από άλλους την τρομερή και εφιαλτική αυτή συνείδηση του Νέου Κόσμου, είναι: ο Σάμιουελ Μπέκετ στο Θέατρο, ο Φρειδερίκος Νίτσε στην Φιλοσοφία, Ο Ζαν Πωλ Σαρτρ στην Οντολογία, ο Ινγκμαρ Μπέργκμαν στον Κινηματογράφο, ο Τόμας Στερν Έλιοτ στην Ποίηση, ο Νίκος Καζαντζάκης στην Λογοτεχνία, Ο Φράνσις Μπέικον, ο Καντίσκυ, και ο Αλμπέρτο Τζιακομέττι στη Ζωγραφική και Γλυπτική.
    Είναι μεγάλο ευτύχημα που ένας άλλος τραγικά μοναχικός και ευαίσθητος καλλιτέχνης, ο Άγιος Ζαν Ζενέ,-κατά τον Ζαν Πωλ Σαρτρ-συνάντησε το ζωγράφο στο ερημητήριό του και μας άφησε τις λυρικές και πλήρους ευαισθησίας σημειώσεις για τον εικαστικό αυτό δημιουργό και το έργο του.
     Ο Τζιακομέττι και οι επιμήκης ανθρώπινες έλλυπες μορφές του ή τα σκελετωμένα από σκούρο αγωνίας ζώα του, μας έρχονται από έναν άλλον κόσμο, ακροπατούν και κινούνται σ’ έναν άλλο χώρο. Καθώς παρατηρούμε τις γκρίζες μορφές τους, το οξύ βλέμμα τους δεσμεύει την όρασή μας, αντί να δεσμευτεί από τη δική μας, και μας προάγει, σε ένα βασίλειο σκιών, που επαναπαύονται με εκφορτισμένη αγωνία τα πραγματικά είδωλά τους. Ένα απόκοσμο θανατερό ρίγος σαν ηλεκτρική εκκένωση διαπερνά το σώμα μας αν θελήσουμε να τα ψηλαφίσουμε. Τα αφυδατωμένα και αποψιλωμένα από κάθε είδους ψευδαίσθηση και λιπόβαρα γλυπτά του Τζιακομέττι, θέτουν ερωτήματα που δεν είναι εύκολη και ανώδυνη η απάντηση. Οι ζοφερές αυτές φιγούρες ανακαλούν στη μνήμη μας τα Κυκλαδικά ειδώλια. Δεν έχουν όμως την «στατικότητά» τους. Τα μικρά «έλλεσχα» αγάλματα των Κυκλάδων, εκπέμπουν μια εσωτερική λάμψη που διαχέεται και καταυγάζει το χώρο. Αντίθετα του Τζιακομέττι μοιάζουν να παγιδεύουν το φως μέσα στα σπλάχνα τους, αλλά όχι για να το επανεκπέμψουν, αλλά να παραμείνουν στο σκοτάδι.
   Η χυμώδης σάρκα των Κυκλαδικών υπενθυμίζει τις ελπίδες ενός Πολιτισμού, ενώ η στεγνή διάφανη σχεδόν σάρκα των γλυπτών του Τζιακομέττι τους κινδύνους του και το ενδεχόμενο τέλος του.
   Τα γλυπτά του καλλιτέχνη μάλλον μοιάζουν με διφορούμενα, επικίνδυνα, αλλά ταυτόχρονα και αινιγματικά οικεία Τοτέμ.
    Γράφει ο Ζαν Ζενέ σελίδα 74: « Ο Τζιακομέττι δεν δουλεύει για τους συγχρόνους του, ούτε για τις μέλλουσες γενεές, φτιάχνει αγάλματα που επιτέλους ευφραίνουν τους νεκρούς».
    Πράγματι, ο Ελβετός καλλιτέχνης, εκφράζει με τη σμίλη και τον χρωστήρα του τη μοναξιά αλλά και την ανεπανάληπτη μοναδικότητα των αντικειμένων. Από το έργο του λείπει μάλλον αυτή η ελεγχόμενη ισορροπία του αισθητικού αντικειμένου με την οποία επιβάλλεται στο χώρο του, καθώς συνυπάρχει με τα άλλα, και προσπαθεί να συλλειτουργήσει μέσα στο φυσικό περιβάλλον. Όπως επίσης και η άλλη δύναμη, που κρύβει στα σπλάχνα του κάθε αντικείμενο έμπνοο ή μη, και του προσδίδει αυτή την ομορφιά που την αποκαλούμε ψυχική η οποία αφαιρεί κάθε τρικυμία της σάρκας και κάθε ανεξέλεγκτο, φιλεπίστροφο πάθος, από τη φθαρτή μορφή του. Τα αντικείμενα του Τζιακομέττι είναι δυναμικές αυτονομήσεις από έναν φθαρμένο περίγυρο. Ο γλύπτης εκφράζει την άκρα δυστυχία των πραγμάτων και του ανθρώπου. Μια δημιουργική όμως δυστυχία ίσως πολύ πιο αποτελεσματική από ότι το προαίσθημά της. Μας μαθαίνει να βλέπουμε πέρα από την εξωτερική και αφηρημένη μορφή των πραγμάτων αν επιδιώκουμε να ανακαλύψουμε την ουσιαστική τους ουσία.
     Ο αβάσταχτα μοναχικός Ζαν Ζενέ σημειώνει στη σελίδα 20: «Η επίγνωση ενός προσώπου αν θέλει να είναι αισθητική πρέπει να αρνηθεί να είναι ιστορική». Μια σημαντική παρατήρηση που παραπέμπει στα αιώνια Πλατωνικά ερωτήματα, μια παρατήρηση ενός «θρησκευτικού» συγγραφέα αν όχι μεγαλύτερου, αναμφισβήτητα ισάξιου του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκυ, ο οποίος και εκείνος καταφατικά απαντούσε σε ερωτήματα παρόμοιας υφής. Και όπως έγραφε: «Η Ομορφιά θα σώσει τον κόσμο»  Και πράγματι, η αισθητική δύναμη της ψυχής έτσι όπως διαχρονικά φανερώνεται στους διάφορους κατά καιρούς πολιτισμούς, δεν μπορεί να βρίσκεται εγκλωβισμένη στις ιστορικές της παραστάσεις, αν θεωρούμε ότι μπορούν να υλοποιηθούν τα οράματά της, που είναι ασύμβατα με τον αθερμικό εγωισμό την ακμάζουσα υλοφροσύνη και την μοιρολατρική ιστορική μας επιβίωση. Αυτή η αισθητική εξοδία της ψυχής, γίνεται το μέσο, με το οποίο ο άνθρωπος υπερβαίνει την φθαρτότητά του, εξαλείφει τις επικίνδυνες ροπές της μεταφυσικής, αποκρούει την ύπουλη κοινωνική ερμηνεία της ηθικής, υιοθετεί την κοινωνικοποίηση. Τέλος, απαλύνει και χαλαρώνει τους σκληρούς δεσμούς που τον δένουν με τη Φύση και καθησυχάζει τον φιλομάκκελο κύνα. Θέλω να πω, ότι η συμπόρευση της Ιστορίας με την Αισθητική προσφέρει καλύτερες ερμηνευτικές και κοινωνικές λύσεις επιβίωσης, παρά με την Ηθική. Η ηθική όπως και η θρησκεία σκλαβώνουν, αντίθετα η αισθητική όπως και η ιστορία απελευθερώνουν αν δεχθούμε ασφαλώς ότι διδασκόμαστε από αυτές.
    Γιαυτό το έργο καλλιτεχνών όπως του Τζιακομέττι αλλά και του Ζενέ περισσότερο θέτουν ερωτήματα οντολογικά: περί του αληθεύειν, πια είναι η όντος ελευθερία, και τι είναι θάνατος, τι είναι πραγματικός έρωτας και πως αυτά τα διαχρονικά και κεφαλαιώδη ερωτήματα μπορούν να απαντηθούν από το κάθε άτομο προσωπικά και ανεπανάληπτα.
     Ο Ζαν Ζενέ αυτός ο κατά κάποιον τρόπο κατατρεγμένος συγγραφέας, στο έργο του Τζιακομέττι ένιωσε ή ορθότερα ερμήνευσε το δικό του πόνο, στις εικόνες του έργου του αντίκρισε τη δική του μοναξιά, τη δραματική μοναχικότητα του σύγχρονου ανθρώπου. (ακόμα θυμάμαι τον τρόπο με τον οποίο μιλούσε για την τραγικότητα του Έρωτα στην μοναδική μας συνάντηση που είχα την τύχη στη μικρή μου πορεία να έχω). Ο λόγος του Ζενέ έχει τέτοιο βάθος, είναι τρυφερός και διαπεραστικός ταυτόχρονα, τέμνει με τρυφερότητα και σεβασμό το έργο του καλλιτέχνη και θα λέγαμε ότι επουλώνει τις πληγές που αφήνει το έργο του γλύπτη παρά τις αναδεικνύει. Κάτι μάλλον-και μπορεί να λαθεύω- δεν πετυχαίνει μια άλλη μονογραφία για τον Τζακομέττι αυτή του Τζέημς Λορντ.
     Ο Αλμπέρτο Τζακομέτι μπορεί να μας υπενθυμίζει κάθε στιγμή ότι τα πράγματα και τα πρόσωπα στέκουν μόνα και έρημα μέσα σε ένα άξενο και αποκαρδιωτικό περιβάλλον, δεν παύει όμως διαπερνώντας τα άκαμπτα περιγράμματα των μορφών τους να αναδύει από τον εσωτερικό τους πυρήνα έναν σιωπηλό κι ερωτηματικό Θεό που αρνείται να υλοποιηθεί.

         Γιώργος Χ. Μπαλούρδος, εφημερίδα Εξόρμηση 19/1/1992   
                                    




                                              

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου