Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2015

Τάσου Λειβαδίτη, κριτικά κείμενα

Τάσος Λειβαδίτης και Πειραιώτες συγγραφείς

    Ο Τάσος Λειβαδίτης, ποιητής της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, δοκιμάστηκε σε εξορίες και φυλακίσεις, και βασανίστηκε από την ήττα των ιδεών του που με αγνό πάθος υποστήριζε. Με την ποίησή του ανανέωσε τον ρομαντισμό (σταθερός πυρήνας του έργου του), εμπλουτίζοντάς τον με στοιχεία επικά και δραματικά, και ενοφθαλμίζοντας στον κορμό του υπερρεαλιστικούς τρόπους και στοιχεία παραλόγου. Όλα τούτα, που συνυφαίνονται με υπαρξιακές εναγώνιες αναζητήσεις και υπερβατικές παραμέτρους, ενοποιούνται σε είδος μεικτό αλλά νόμιμο. Συγκέρασε το φανταστικό και το μαγικό με το ρεαλιστικό σε έναν προσωπικό μαγικό ρεαλισμό……
Γιάννης Κουβαράς,
«Τάσος Λειβαδίτης-ο ποιητής του έρωτα και της επανάστασης, της ουτοπίας και της ανθισμένης ματαιότητας», σ. 13, στην εξαιρετική σειρά «ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΙΗΤΕΣ» της εφημερίδας «Η Καθημερινή» «Τάσος Λειβαδίτης».

    Στις 30 Οκτωβρίου, συμπληρώθηκαν 27 χρόνια από τον θάνατο ενός από τους μεγαλύτερους έλληνες μεταπολεμικούς ποιητές, του Τάσου Λειβαδίτη (Αθήνα 20/4/1922-Αθήνα 30/10/1988). Έχοντας συντάξει μια μελέτη εργογραφία-βιβλιογραφία για τον ποιητή στο περιοδικό Οδός Πανός τχ.140/4,6,2008, σήμερα στην μνήμη του, αντιγράφω στο μπλοκ τις εργασίες του ποιητή για τους Πειραιώτες ποιητές, έτσι όπως είναι δημοσιευμένες στους δύο τόμους με τις ενδεικτικές μελέτες και βιβλιογραφίες του ποιητή που εκδόθηκαν από τις εκδόσεις Καστανιώτη.
Τον χαρισματικό αυτόν ποιητή, τον πρωτοδιάβασα στην εφημερίδα «Η Αυγή», εδώ και αρκετές δεκαετίες μετά την μεταπολίτευση, μου έκανε εντύπωση σαν έφηβος τότε, η γραφή του, σαφής και ακριβοδίκαιη, καίρια και έντιμη, μια κριτική ζεστή ματιά και ανάλυση των βιβλίων που εξέταζε και παρουσίαζε. Μικρά και ουσιαστικά κείμενα. Μου άρεσε ο τρόπος που συνομιλούσε με τα κείμενα αυτά, μου γνώριζε νέους έλληνες ποιητές και ποιήτριες, με ικανοποιούσε ο νηφάλιος στοχασμός του, οι πνευματικές του προσδοκίες, οι ενδοκειμενικές του συζητήσεις με δημιουργούς κατά πολύ μικρότερούς του ηλικιακά, οι πληροφορίες που περνούσε μέσα στα κείμενα αυτά, το απλό του ύφος, η καθημερινή του-οικεία σε εμάς-γλώσσα, οι αναφορές του, τα συγγενικά του διαβάσματα, οι συγγραφικές σφραγίδες που εξέταζε και η άδολη αγάπη του για τους δημιουργούς αυτούς. Σε πολλά του κείμενα διακρίνει κανείς τις ονειροπολήσεις του, τον βαθύ ερωτισμό του, την σεμνότητά του, που ορισμένες φορές τον «εμποδίζει», ή καλύτερα τον αποτρέπει στο να επεκταθεί και να κριτικάρει αρνητικά ένα βιβλίο που διαβάζει, αλλά και όταν το κάνει, αυτό γίνεται με μεγάλη φειδώ, με πολύ προσοχή με σιγαλό λεκτικό βηματισμό. Σίγουρα οι μελέτες και οι κριτικές του ποιητή Τάσου Λειβαδίτη, κινούνται-ένα μέρος των-σε μια ατμόσφαιρα θα γράφαμε αριστερή, μιας αριστερής ιδεολογίας και αγώνων της εποχής του, έτσι όπως τραγικά την έζησε και δραματικά την βίωσε με προσωπικές ταλαιπωρίες και θυσίες ο ίδιος ο ποιητής, αυτό όμως, δεν αναιρεί την ποιότητα των γραφτών του, ούτε αφαιρεί κάτι από την ακριβοδίκαιη κριτική του ματιά. Η κριτική ματιά του ποιητή Τάσου Λειβαδίτη, δεν έχει την απολυτότητα που έχουν άλλοι ιδεολογικά ομοϊδεάτες του μελετητές, συγγραφείς, δημοσιογράφοι ή ποιητές που ασχολήθηκαν και με την κριτική βιβλίου. Δεν έχει την εμπάθεια που πολλές φορές συναντάμε σε μελέτες αριστερών-γνήσιων και έντιμων αγωνιστών στον ατομικό τους βίο-αλλά, χαιρέκακων στις πνευματικές τους θέσεις και κρίσεις, για άλλους συγγραφείς, ή μεροληπτικούς στις σχολιαστικές τους αναφορές. Ο ποιητής Τάσος Λειβαδίτης, υπήρξε ένας εργάτης των γραμμάτων συνεπής και ακέραιος, όπως στα μελετήματά του, το ίδιο και στις ποιητικές του καταθέσεις και στιχουργικές του επιτυχίες, παρότι αναγνωρίστηκε από όλους το ποιητικό του έργο, και οι μελοποιημένοι στίχοι του έγιναν δυναμικό ερωτικό και επαναστατικό κάλεσμα από δεκάδες χιλιάδες απλούς ανθρώπους, οι στίχοι του τραγουδιούνται και χορεύονται από τις μεγάλες μάζες,-και ας μην γνωρίζουν τον στιχουργό, ας μην έχουν διαβάσει την ποίησή του, ας μην έχουν δει την ταινία, Συνοικία το Όνειρο- ο ίδιος, στάθηκε πάντοτε στην προσωπική του ζωή, σεμνός, διακριτικός, μακριά ακόμα και από τα κόκκινα ιδεολογικά φώτα προβολής που συνηθίζονταν όπως ήταν ιστορικά αναμενόμενο, να φωτίζονται οι κόκκινοι αγωνιστές ποιητές και δημιουργοί, ατόμων που ηττήθηκαν ιδεολογικά είτε κυνηγήθηκαν, μετέπειτα από τους ιδεολογικούς τους αντιπάλους, αλλά και ορισμένες φορές και από τους ίδιους του κομματικούς συνοδοιπόρους τους. Έμεινε διακριτικά παρών και διαρκής ονειροπόλος.
Ο ποιητής Τάσος Λειβαδίτης, θέλω να πιστεύω, όπως και άλλοι ποιητές της γενιάς του, δεν υπήρξαν ποιητικοί σηματοδότες μόνον στην εποχή τους, αλλά εξακολουθούν να μας τέρπουν και να μας ανακουφίζουν, και πιάνοντας μας με τρυφερότητα το χέρι, ακόμα και σήμερα σε μια άκρως αντιποιητική και φονική εποχή, να μας μιλούν για μα χαμένη ουτοπία, για ένα αμαυρωμένο όνειρο, για μια ανθισμένη ματαιότητα, που ίσως είναι κρυμμένη βαθειά μέσα στο ελληνικό χώμα όπως και στην ποίησή του.
Ο Πειραιώτης ποιητής και βιβλιοκριτικός Στέλιος Γεράνης, υπήρξε προσωπικός του φίλος, και από ότι θυμάμαι, από συζητήσεις μας παλαιότερα, τον εκτιμούσε αφάνταστα, όχι μόνο εξαιτίας της ιδεολογικής τους συγγένειας, αλλά κυρίως, του σημαντικού ποιητικού του έργου, και του αριστερού ήθους του.
    Το 2005 οι εκδόσεις Καστανιώτη, στην σειρά «ΣΚΕΨΗ, ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΙ» που επιμελείτο ο ποιητής και συνεκδότης του περιοδικού «η λέξη» Θανάσης Θ. Νιάρχος, εξέδωσαν έναν τόμο με τίτλο Τάσος Λειβαδίτης «Έλληνες ποιητές», με πρόλογο του συναγωνιστή και φίλου του ποιητή Τίτου Πατρίκιου, και έναν κατατοπιστικό επίλογο του διευθυντή και επιμελητή της σειράς. Τα κριτικά αυτά κείμενα είχαν δημοσιευθεί την περίοδο 1978 έως 1981 στην εφημερίδα της ανανεωτικής αριστεράς «Η Αυγή». Κριτικές και κείμενα που όπως ανέφεραν οριοθετούν τον χώρο που κινούνταν ο ποιητής, και μας φανερώνουν το ποιητικό του περίγραμμα και τις θέσεις του ως ποιητή, περί Ποίησης. Σαν να ήθελε ο ποιητής με το ψευδώνυμο Α. Ρόκος σαν μεταφραστής και κριτικός να ξοφλήσει τις ατομικές του οφειλές απέναντι στην ελληνική ποίηση και παγκόσμια γραμματεία, τους ανθρώπους της και τα καλλιτεχνικά ρεύματά της.
    Μέσα στις 200 σελίδες του βιβλίου παρουσιάζονται άμεσα και έμμεσα 74 εν συνόλω δημιουργοί, καταξιωμένοι και πρωτοφανέρωτοι, από αυτούς οι 14 είναι γυναίκες. Από το όχι και τόσο μικρό αυτό σύνολο των ποιητών και ποιητριών, 5 είναι από την περιοχή του Πειραιά, και είναι οι εξής:
Η ποιήτρια, μυθιστοριογράφος, δικαστικός και πολιτικός Ρούλα Κακλαμανάκη με το «Μνημείο Αγνώστου», σ. 44-45.
Η ποιήτρια Μαρία Παπαλεονάρδου, με την συλλογή «Ίχνη», σ.54-55
Ο ποιητής Νίκος Λάζαρης, με «Το δάσος των εκρήξεων», σ. 60-62
Ο ποιητής και πολιτικός Γιάννης Κακουλίδης, με το έργο «Μεσημβρινή απόπειρα», σ. 75-77
Ο ποιητής Ανδρέας Αγγελάκης, με την ποιητική του συλλογή «Η οδός Θρασυβούλου», σ. 174-176.
Ακόμα, υπάρχει και μία γυναικεία ποιητική παρουσία, αυτή της Λυδίας Αυλωνίτου(Ρωσία 26/10/1923-) που εξετάζει ο Λειβαδίτης με την συλλογή «Ρωγμές στο χώμα», η οποία συνδέθηκε με την πόλη του Πειραιά, και πρωτοπαρουσιάστηκε με την ποιητική της συλλογή «Σκιρτήματα» το 1940
Επίσης, στην ίδια σειρά των εκδόσεων το 2008, με προλόγους του στιχουργού Λευτέρη Παπαδόπουλου και του ποιητή Γιώργου Μαρκόπουλου, κυκλοφόρησε το βιβλίο του Τάσου Λειβαδίτη «Μεγάλες Μορφές της λογοτεχνίας»-Η ζωή, η εποχή και το έργο τους, όπου εξετάζονται 12 ποιητές και μυθιστοριογράφοι, μια και ο ποιητής Κώστας Καρυωτάκης συνεξετάζεται μαζί με την Μαρία Πολυδούρη.
Στα μελετήματα αυτά, υπάρχει και ένα κείμενο του Τάσου Λειβαδίτη, σ. 155-174, για τον Πειραιώτη ποιητή του μεσοπολέμου Λάμπρο Πορφύρα.
Πληροφοριακά αναφέρω ότι, την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε από τον ίδιο εκδοτικό οίκο, και το βιβλίο «Μεγάλοι Ρώσοι συγγραφείς», συνοπτική απόδοση των αριστουργημάτων τους από τον Τάσο Λειβαδίτη.
    Όπως βλέπουμε, εκτός από τους στίχους ή τα ποιήματα του ποιητή Τάσου Λειβαδίτη, που αναφέρονται ή μνημονεύουν τον Πειραιά ή τα περίχωρά του, υπάρχει και το σχετικό ενδιαφέρον του, για Πειραιώτες Ποιητές. Υπάρχουν και άλλες αναφορές του Λειβαδίτη σε Πειραιώτες δημιουργούς, αλλά δεν θα ήθελα να ξεστρατίσω από τον αρχικό στόχο αυτού του σημειώματος με την ευκαιρία των 27 χρόνων από την εκδημία του.
• Η ποιήτρια και νομικός Ρούλα Κακλαμανάκη, γεννήθηκε στον Πειραιά στις 17/5/1936 και απεβίωσε στην Αθήνα στις 5/1/2013. Υπήρξε βουλευτής Αθηνών το 1981 και το 1989 με το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα, και διετέλεσε υφυπουργός Κοινωνικών Ασφαλίσεων την περίοδο 1981-1986 και υφυπουργός Παιδείας το 1988. Στην ποίηση παρουσιάστηκε το 1973 από τις εκδόσεις Διογένης του συγγραφέα Κώστα Κουλουφάκου με την συλλογή «Σήμερα». Από τον ίδιο εκδοτικό οίκο, το 1977 εκδόθηκε και η συλλογή της «Μνημείο Αγνώστου» που παρουσιάζει ο Τάσος Λειβαδίτης.
«….Η γυναικεία αίσθηση είναι πάντοτε έντονη κι ο λυρισμός της διαρκώς υπαινίσσεται περισσότερα.
Την άνοιξη
θα ‘ναι χαρούμενα τα χελιδόνια
Να ‘χεις αλλάξει σπίτι,
προσωπείο.
Να μην ξεχάσεις την ταυτότητά σου,
τα χάλκινα καρφιά,   
το λουρί που στολίζει τη μέση σου.
…..Μια ποιήτρια αληθινή, που διαθέτει το διπλό χάρισμα της αίσθηση και του στοχασμού και που ήδη σχεδίασε το προσωπικό της ύφος. Τώρα δεν έχει παρά, από βιβλίο σε βιβλίο, να τονώνει τις γραμμές του σχεδίου της και να εναποθέτει, κάθε φορά, τα καινούργια χρώματα της πλούσιας εσωτερικής ζωής της.».
• Η ποιήτρια Μαρία Ν. Παπαλεονάρδου, γεννήθηκε στον (Πειραιά 20/9/1917-), φανερώθηκε στα ποιητικά γράμματα με την συλλογή «Φωνές στην Έρημο» το 1943, από τις εκδόσεις του τυπογραφείου Μαυρίδη. Από τις εκδόσεις Ηριδανός κυκλοφορεί η ποιητική της «Αυτοβιογραφία»(1943-1985). Η συλλογή της «Ίχνη», που σχολιάζει ο Λειβαδίτης, εκδόθηκε από τις εκδόσεις Κέδρος της Νανάς Καλιανέτση, όπως και άλλες ποιητικές συλλογές της Πειραιώτισσας δημιουργού.
«Μέσα στην αλλοφροσύνη καιρών και ανθρώπων, μέσα στον ψυχικό κατακερματισμό και στη γενική ασυνεννοησία, μοναδικό σταθερό σημείο επαφής παραμένει η τέχνη. Η ποίηση. Ακόμα κι η πιο αγχώδης, η πιο «παράλογη» ποίηση είναι στο βάθος λυτρωτική. Γιατί όπως στέκεται αντίκρυ στη Μοίρα (βαθύτερη έννοια του όρου), μια αναμέτρηση με τον εαυτό μας, που τελικά μας κάνει πιο δυνατούς. Μετά απ’ το διάβασμα ενός καλού ποιητικού βιβλίου ξέρουμε περισσότερα για τον κόσμο. Καταργείται η μοναξιά κι αρχίζει η ανθρώπινη συνομιλία.
   Αυτή τη συνομιλία συνεχίζει και συντηρεί η νέα ποιητική συλλογή της Μαρίας Παπαλεονάρδου-η καλύτερη προσφορά της μέχρι σήμερα. Αναμφισβήτητα σ’ όλα της τα βιβλία υπήρχε πάντα εκείνη η «άλλη» αίσθηση των πραγμάτων που διαφοροποιεί τον ποιητικό από οποιονδήποτε άλλο λόγο, αλλά εδώ η ποιήτρια φτάνει στα ακραία όρια της εκφραστικής της ικανότητας.
Μου δώσανε τη διεύθυνση και πήγα.
Μα ο δρόμος ήταν αδιέξοδος. Κι ούτε που υπήρχε
ο αριθμός που γύρευα…
Κι εγώ γυρνάω ακόμα και ρωτώ.
Μπορεί να λάθεψα στον αριθμό.
Μπορεί να ξέχασα το δρόμο ή την πόλη.
Μήπως, λοιπόν, όλη η ζωή μας ήταν λάθος. Μην ήταν μια απελπισμένη αναζήτηση κάποιας «διεύθυνσης» που δεν υπήρχε; Βιβλίο ωριμότητας τα ίχνη, όταν ο άνθρωπος στέκεται αντίκρυ στη Μοίρα του και ζητάει μιαν απάντηση….».
• Ο ποιητής Νίκος Λάζαρης, (Νίκαια-Πειραιάς 1947-), ένας ποιητής της γενιάς του 1970, φανερώθηκε στα γράμματα με τον κάπως υπερρεαλιστικό τίτλο «ο βυθός της γκαζόζας»1975, έκτοτε, έχει εκδώσει αρκετές ποιητικές συλλογές, όπως το θαυμάσιο από αισθητικής πλευράς βιβλίο «Ερωτογράφημα» 1981 από το λιθογραφείο του Άγγελου Ελευθερίου σε επιμέλεια του ποιητή, εκδότη και μεταφραστή Δημήτρη Καλοκύρη. Το 2007, από τις εκδόσεις Τυπωθήτω-λάλον ύδωρ, του εκδότη Γιώργου Δαρδανού, κυκλοφόρησε μια συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του με τον γενικό τίτλο «Η ένταση είναι διαρκής»-Ποιήματα 1975-2002.
Γράφει ο Λειβαδίτης: «Ήδη από την πρώτη του ποιητική συλλογή, ο βυθός της γκαζόζας, ο Νίκος Λάζαρης παρουσίαζε υπολογίσιμες αρετές, έστω και σποραδικές, που άφηναν να διαφαίνεται μια ευαισθησία οπωσδήποτε προορισμένη για την ποίηση.
    Το δάσος των εκρήξεων, τώρα, επαληθεύει αυτή την πρόγευση….. Γι’ αυτό και τα χρώματα με τα οποία συνθέτει τις «εικόνες» του είναι έντονα και σκληρά και το σχέδιό του ακανόνιστα συχνά, πάντα όμως μ’ ένα στέρεο συναισθηματικό υπόβαθρο. Η ποίησή του είναι άμεση και μεταδόσιμη, ακόμα και όταν οι ανάγκες του επιβάλλουν να χρησιμοποιήσει λέξεις που δεν έχουν φορτιστεί ακόμη από μνήμες και, γι’ αυτό δεν είναι εύκολο, φυσικά, να αναχθούν σε σύμβολα…..
    Η ποιητική γλώσσα, ακόμα και στην εποχή των πυραύλων, βαδίζει με την παλιά πατριαρχική άμαξα, όπως και όλο το ψυχολογικό εποικοδόμημα εξάλλου….
Μέσα απ’ την παγωμένη λίμνη
υψώνεται επιβλητικός ο καθρέφτης.
Μωρά κλαψουρίζουν στο υπερπέραν.
Γερόντοι σέρνονται σ’ αναπηρικά
καροτσάκια κι άλλοι με κρεμασμένους
στο πλάι τους καθετήρες.
Εναέριες νοσοκόμες ρυθμίζουν
την κυκλοφορία με πέδιλα….
Τέλος, εκεί που κατορθώνει να είναι εντελώς άχρονος και «αντικαιρικός», γίνεται θαυμαστός και παντοτινός».
• Ο ποιητής, στιχουργός, θεατρικός συγγραφέας, πολιτικός επισήμων, νομικός, πεζογράφος, κειμενογράφος και πολιτικός σχολιαστής και βραβευμένος στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης 1965 και 1972, το πολυτάλαντο και άκρως ενδιαφέρον αυτό άτομο, γεννήθηκε στον (Πειραιά στις 17 Αυγούστου του 1946-). Κείμενά του υπάρχουν διάσπαρτα σε αρκετές εφημερίδες και περιοδικά ποικίλης ύλης. Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1970 με την εκτός εμπορίου ποιητική του συλλογή «Νεροβίλ», έκτοτε έχει δημοσιεύσει δεκάδες βιβλία, μερικά από τα οποία συζητήθηκαν πάρα πολύ όπως ο «Ελληνικός Θάνατος», που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Περίπλους το 1996. Άλλα του βιβλία είναι: τα «Μηχανήματα Ευκρασίας» Αθήνα 1972, το «Ωραία μπλέ», εκδόσεις Επικαιρότητα 1986, «Μεσημβρινή Απόπειρα», εκδόσεις Τραμ 1978, την συγκεντρωτική έκδοση «Από τη Νεροβίλ έως τη Λούνα Λουνέρα», εκδόσεις Καστανιώτη 2002, «Τα παιδιά της βροχής» από τις εκδόσεις Νεφέλη 2007, και πολλά άλλα. Πολιτικά και κοινωνικά δραστήριος και στον χώρο του Πειραιά, ο Γιάννης Κακουλίδης, εξακολουθεί να παραμένει παρών τόσο στον πνευματικό χώρο, όσο και στις μνήμες των παλαιότερων και νεότερων Πειραιωτών, σαν ένα άτομο μορφωμένο, δημιουργικό, δημοκρατικό, με ανοιχτές αντένες ευαισθησίας και προσφοράς.
Το βιβλίο που εξετάζει ο Τάσος Λειβαδίτης είναι η «Μεσημβρινή απόπειρα», που εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο Τραμ του ποιητή και εκδότη Γιώργου Κάτου.
Αναφέρει στο δισέλιδο κείμενό του ο Λειβαδίτης:
«Ο Σουρεαλισμός, που υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες επαναστάσεις στην περιοχή της τέχνης, εμφανίστηκε με δύο αρκετά διαφορετικούς εκφραστικούς τρόπους ή μάλλον μεθόδους. Ή με έναν αξιολογικό συνδυασμό συνειρμών και εικόνων, που προέρχονται βέβαια απ’ την πραγματικότητα, ή με μια λογικά επεξεργασμένη κατασκευή ενός εξωλογικού ή παράλογου γεγονότος. Για να γίνω πιο σαφής και πάντα μέσα στα ελληνικά πλαίσια. Ο Εμπειρίκος με την Ενδοχώρα κινείται στην πρώτη περίπτωση, με τα Γραπτά στη δεύτερη. Ο Εγγονόπουλος στηρίζει όλο του το έργο στη δεύτερη.
    Ο Γιάννης Κακουλίδης στο πρόσφατο βιβλίο του χρησιμοποιεί και τους δύο τρόπους σ’ ένα επίπεδο κι ένα τόνο καθαρά προσωπικό.. Στα ολιγόστιχα ποιήματά του οι απροσδόκητες συζεύξεις αφήνουν τη γεύση ύλης της κατακερματισμένης σύγχρονης ζωής. Ενώ στα πιο εκτεταμένα κατορθώνει να δώσει σ’ ένα επεισόδιο εξωπραγματικό μια δομή εντελώς νομοτελειακή. (Συνήθως έτσι είναι οι εφιάλτες. Και η Δίκη του Κάφκα). Και ένα από τα καλύτερα ποιήματα της συλλογής, η «Παραβολή».
    Πρόθεση όμως και στόχος του Κακουλίδη, σαν γνήσιου ποιητή, δεν είναι να εντυπωσιάσει. Και πάντα πίσω από το παράδοξο ή το αιφνιδιαστικό υπάρχει μια αυθεντική εμπειρία, ένας πόνος, μια όραση διεισδυτική. Ιδιαίτερα χαραγμένες μέσα του είναι οι αναμνήσεις απ’ τη μετά-εμφυλιακή ατμόσφαιρα του τόπου μας-όχι με άμεσα προσωπική συμμετοχή (λόγω ηλικίας), αλλά μέσω του πατέρα του-όπως διαφαίνεται. Για ν’ αναδειχτεί ακόμα μια φορά ο καθοριστικός ρόλος της παιδικής ηλικίας, όπου καταγράφονται ανεξίτηλα τα πάντα.
-Το «Αιγαίον» αναχωρεί το τελευταίο
του ταξίδι
και το φορτίο του τσιμέντα, βερίκοκα
Δημητρακοπούλου
υπό μεταγωγήν κομμουνισταί
ολίγα αμπελόφυλλα και οι δικανικοί
του Λυσίου…
….Ο Νεοκλής έστειλε το τσεκ, παντρεύτηκε κι έπεσε για ύπνο φουμάροντας δαμάσκηνα και σοκολάτες. Φοράω τα παπούτσια μου με τα μεγάλα πέταλα και περπατώ στις μύτες κι οι ερπύστριες ξυπνάνε τη γιαγιά με έμφραγμα και οξυγόνο…
    Το κοινωνικό υπόβαθρο στην ποίηση του Κακουλίδη είναι φανερό. Κι έχει την καταγωγή του σ’ αυτές τις παιδικές μνήμες. Όπως επίσης από εκεί πετάγεται, σαν το πύον μιας πληγής, κι ο κυνισμός που θέλει να δείχνει πότε πότε….
• Για τον Πειραιώτη ποιητή και μεταφραστή της γενιάς του1970 Ανδρέα Αγγελάκη(Πειραιάς 1940-Σάββατο 18/5/1991)-που τον γνώρισα από κοντά και είχαμε συνεργαστεί, έχω γράψει αρκετές φορές και έχω σχολιάσει το έργο του. Ο Ανδρέας Αγγελάκης πρωτοπαρουσιάστηκε στον χώρο της ποίησης το 1962, με την ποιητική συλλογή «Ομιλίες του Θεού και της Θάλασσας» ένας αρκετά εύγλωττος τίτλος που υποδηλώνει κατά κάποιον τρόπο και ένα μέρος από την μετέπειτα ποιητική του εξέλιξη, χωρίς να την καθορίζει οριστικά. Η δεύτερη ποιητική του συλλογή εκδόθηκε το 1967, πέντε χρόνια μετά, και είχε τίτλο «Οι προτάσεις της αθωότητας», σχεδόν έξι χρόνια μετά, το 1963 εκδίδει την συλλογή «Το Πύον», ένας επίσης καθαρός μονολεκτικός ποιητικός σκληρός τίτλος που φανερώνει τις εσωτερικές ψυχικές διεργασίες του ποιητή και τα πρώτα ψήγματα στροφής στην μετέπειτα ποιητική του πορεία. Η τέταρτη ποιητική του συλλογή, με την οποία επέλεξε να παρουσιάσει και ο Τάσος Λειβαδίτης, στην εφημερίδα της ανανεωτικής αριστεράς «Η Αυγή», και συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο, είναι «Η Οδός Θρασυβούλου», που εκδόθηκε από τις εκδόσεις Οδυσσέας του Τίτου Μυλωνόπουλου το 1984. Έκτοτε, και μέχρι τον πρόωρο θάνατό του ο Ανδρέας Αγγελάκης, εξακολούθησε να μας δίνει υπέροχους στίχους, εξαιρετικά ενδιαφέρουσες και με σύγχρονη θεματολογία επιλογές, σε μια γλώσσα σκληρή αλλά και τρυφερή, σε ένα ύφος κυνικό αλλά και λυρικό. Μια ποίηση που του δίνει επάξια τον τίτλο του καλύτερου ποιητή, τόσο της γενιάς του στον Πειραϊκό χώρο, αλλά και μια σημαντική και δεσπόζουσα θέση στα σύγχρονα Πειραϊκά γράμματα. Ο Ανδρέας Αγγελάκης δεν είναι ο ποιητής των ερωτικών μειονοτήτων όπως πολλοί έγραψαν μετά τον άτυχο χαμό του, αλλά μια ποιητική μονάδα ισάξια με εκείνη των Beat Αμερικανών ποιητών, στην εποχή του και στον χώρο του. Υπήρξε μια ιδιαίτερη ποιητική φωνή των Πειραϊκών γραμμάτων, που, ανεξάρτητα από την ποιητική του θεματολογία, ή εξαιτίας αυτής, τον κατέστησαν άξιο αντιπρόσωπο των νεότερων πειραιωτών ποιητών.
Σημειώνει ο Τάσος Λειβαδίτης για την συλλογή:
«Στο καινούργιο βιβλίο ο Αγγελάκης παρουσιάζεται πιο σύνθετος, πιο ολοκληρωμένος. Θέλει να αποκρυπτογραφήσει τα μυστικά ποιήματα της ζωής και μάλιστα πάνω στην κίνηση και την πολυπλοκότητά τους. Έχουμε επίσης ξαναπεί ότι η γενική γραμμή πλεύσης είναι η ίδια για όλους τους ποιητές σήμερα-σε όποιο γεωγραφικό μήκος και πλάτος ανήκουν. Μόνο τα χρώματα της σημαίας παραλλάζουν. Ο προσωπικός τόνος δηλαδή. Η μοναξιά, η ασυνεννοησία, ο κατακερματισμός της ανθρώπινης προσωπικότητας είναι από τα βασικά γνωρίσματα και τους στόχους όλης της ποιητικής ψυχολογίας.
…και πια γυροφέρνεις ήρεμος,
τιποτένιος, χωρίς οργή….
γεμάτος ομίχλη, λόγια ανεξήγητα,
πυροβολισμούς….
……λένε σ’ αγαπώ κοιτάζοντας
αλλού δακρύζοντας
διηγούνται ιστορίες για τον πόλεμο
παίρνουνε τους πνιγμένους καπετάνιους αγκαλιά
βάζουνε στο μουσείο τους τα σπασμένα ματογυάλια
και μουσική απαλή για τους αυτόχειρες….
     Κάθε αληθινός δημιουργός έχει το βλέμμα του σ’ ένα κομμάτι αυτής της ζούγκλας που λέγεται σύγχρονη ζωή. Κι η συγκομιδή είναι πάντα γεμάτη απογοήτευση ή σαρκασμό, σαρκασμό ανελέητο γι αυτήν την πραγματικότητα που είμαστε κι εμείς υπεύθυνοι για τον παραλογισμό της. Που το διαπράττουν άλλοι συνειδητά κι άλλοι με την αδιαφορία και την επανάπαυσή τους. Αλλά εκείνος που πληρώνει περισσότερα είναι ο ευαίσθητος άνθρωπος-πόσω μάλλον ο ποιητής.
κοιτούσε ώρα πολλή τ’ άδεια μπουκάλια
προσπαθώντας να διαβάσει απόκρυφα μηνύματα….
….ένας φαντάρος έχασε το φίλο του
Ανεβαίνει στο φεγγάρι με ανεμόσκαλα
ψάχνει να τον βρει
δακρύζει….
κάποιος απ’ την Ακρόπολη πέφτει με το βιολί του.
….με τις ρίζες μου απλωμένες στη γη
σε μια προκατακλυσμιαία αναμονή
πριν με συντρίψει η ενοχή….
    Ο Αγγελάκης έχει ήδη διαγράψει μια αρκετά σημαντική τροχιά με τα βιβλία του. Δε μας μένει παρά να τον ακολουθήσουμε. Μας οδηγεί πάντα σε καίριες στιγμές της ποίησης.».
      Τέλος για τον Πειραιώτη Ποιητή του μεσοπολέμου, τον Ποιητή των «Σκιών» 1918, τον Δημήτρη Σύψωμο,-τον Λάμπρο Πορφύρα (Πειραιάς Άνοιξη 1879-Πειραιάς 3 Δεκεμβρίου 1932), τον Πειραιώτη ποιητή που μαζί με τον ποιητή των «Ειδυλλίων» 1931 τον Νίκο Χαντζάρα, άφησε βαθειά χαραγμένα τα ίχνη του πάνω στην Πειραϊκή γη στην εποχή του, και ο οποίος άξια μνημονεύεται σαν ο αρχηγέτης ποιητής της Φρεαττύδας, γράφει σχετικά ο Τάσος Λειβαδίτης, στο δεύτερο βιβλίο που αναφέρω πιο πάνω:
«Ο μεγάλος έρωτας του Λάμπρου Πορφύρα ήταν πάντα η θάλασσα. Κι όλη του την ζωή την πέρασε δίπλα της. Γεννήθηκε στην Χίο, σπούδασε στην Σύρο έζησε στον Πειραιά……..Ο Πειραιάς εκείνη την εποχή είναι μια πόλη που σφύζει από ζωή. Η κίνηση του λιμανιού, η βιομηχανία και ο πληθυσμός του βρίσκονται σε αδιάκοπη ανάπτυξη. Οι καμινάδες από τα εργοστάσια και τα βαπόρια γεμίζουν τον ορίζοντα. Αυτή η κίνηση με τον ορμητικό της παλμό, έχει την επίδρασή της και στην πνευματική ζωή του Πειραιά. Τυπογραφεία, βιβλιοπωλεία, εφημερίδες, περιοδικά, εκδόσεις μυθιστορημάτων, υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για να αναπτυχθεί ένα ταλέντο. Το 1888 παρουσιάζεται με δικό της όργανο η πρώτη συντροφιά των λογοτεχνών και των ποιητών του Πειραιά, το περιοδικό «Κυανή Επιθεώρησις». Συντάκτες του περιοδικού είναι οι Πέτρος Αποστολίδης (Παύλος Νιρβάνας), Γ. Βώκος, Αντ, Σπηλιωτόπουλος, Γ. Στρατήγης. Ανάμεσα στους συνεργάτες του συγκαταλέγεται κι ο Γρηγόριος Ξενόπουλος που στέλνει διηγήματά του απ’ τη Ζάκυνθο…. Μέχρι το 1910, ο Πειραιάς κατέχει τα σκήπτρα της πνευματικής πόλης μετά την Αθήνα. Αργότερα με τον σιδηρόδρομο ο Πειραιάς ενώθηκε στενά με την πρωτεύουσα, η φιλολογική του ζωή συγχωνεύτηκε με τη δική της……
…..Τα πιο δημιουργικά χρόνια του Λάμπρου Πορφύρα είναι η δεκαετία 1899-1909. Τότε είδαν το φως τα καλύτερα τραγούδια του, τα λυρικά, τα νοσταλγικά, τα ελεγειακά, που έφερναν κάτι καινούργιο στην ποίηση. Μαζί με τον Χατζόπουλο, τον Μαλακάση και τον Γρυπάρη, κάτω από την ηγεσία του Παλαμά, ο Πορφύρας ανήκει στην χορεία των ανανεωτών του νεοελληνικού λυρισμού. Ο Πορφύρας ο λυρικότερος απ’ όλους της γενιάς του, καινοτόμησε εσωτερικά χωρίς να σταθεί ιδιαίτερα στη μορφή. Κι αυτός είναι ο λόγος που απέκτησε τόση δημοτικότητα κι αγαπήθηκε στην εποχή του περισσότερο απ’ όλους. Η κριτική ομόφωνα τον αγκαλιάζει και τον καθιερώνει ανάμεσα στα πρώτα ταλέντα του καιρού του….
….Το 1938 έγιναν τα αποκαλυπτήρια της προτομής του στην Φρεαττύδα. Ο ποιητής με τα μαρμάρινα μάτια του κοιτάζει τώρα  για πάντα τη θάλασσα. Κι οι περαστικοί θυμούνται τους αξέχαστους στίχους του:
Πιέ στου γιαλού τη σκοτεινή ταβέρνα το κρασί σου
σε μι’ άκρη, τώρα π’ άρχισαν ξανά τα πρωτοβρόχια,
πιε το με ναύτες και σκυφτούς ψαράδες αντικρύ σου
μ’ ανθρώπους που βασάνισε κι η θάλασσα κι η φτώχεια.
--
Πιε το η ψυχή σου αξένοιαστη τόσο πολύ να γίνει
που αν έρθ’ η μοίρα σου η κακιά να της χαμογελάσεις,
καημοί καινούργιοι αν έρθουνε μαζί σου, ας πιουν κι εκείνοι
κι αν έρθει ο Χάρος, ήσυχοι κι αυτόν να τον κεράσεις.
    Αυτά είναι τα έργα των πειραιωτών ποιητών και ποιητριών από διαφορετικές γενιές και σχολές με τις οποίες ασχολήθηκε στα κείμενά του ο Τάσος Λειβαδίτης. Τα διάφορα φιλολογικά πορτραίτα που ιχνογραφεί στο δεύτερο βιβλίο του, μας αποκαλύπτουν έναν ποιητή που μάχονταν ειρηνικά με τα κείμενα που διάβαζε και παρουσίαζε, διακρίνουμε τις θέσεις του όσον αφορά την ποίηση, τις απόψεις του για αυτήν, τον κοινωνικό του σχολιασμό, την μάλλον «σωτηριολογική» άποψη που είχε, ότι η Ποίηση μπορεί να σώσει τον Κόσμο, ή τουλάχιστον μπορεί να καταλαγιάσει τα φουρτουνιασμένα πάθη της ψυχής και τις αγριάδες της σκέψης, βλέπουμε ότι γνώριζε όχι μόνο την ποιητική συλλογή που εξέταζε, αλλά και το υπόλοιπο έργο του δημιουργού-είχε δηλαδή μια εποπτεία του συνόλου της ποιητικής του παρουσίας, σε ορισμένα του σημεία είναι ευαίσθητα ιδιοσυγκρασιακός χωρίς όμως να χάνει τον στόχο του κριτικού, υπάρχουν βιβλία που του δίνουν την αφορμή να ξεδιπλώσει τις σκέψεις του για ρεύματα της τέχνης και να διαμερισματοποιήσει εποικοδομητικά το έργο του συγγραφέα, μας μιλά για θέματα που αφορούν την ψυχολογία του ανθρώπου και ιδιαίτερα την παιδική ηλικία, για θέματα που άπτονται της ελληνικής ιστορίας κατά την περίοδο της κατοχής και μεταγενέστερα, με δυό λόγια όλες αυτές οι αθησαύριστες μέχρι την έκδοσή τους κριτικές και τα ποιητικά πορτρέτα του μεσοπολέμου αλλά και προγενέστερα χρονικά, μας αποκαλύπτουν έναν σημαντικό ποιητή, που μπορεί να μην κέρδισε το Ελληνικό Νόμπελ, κατόρθωσε όμως να μετατρέψει τον ποιητικό οίνο που εξετάζει σε ελληνικό μεθύσι της σύγχρονης ζωής μας.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη γραφή σήμερα, Σάββατο, 31 Οκτωβρίου 2015
Πειραιάς, 31/10/2015

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου